Ο Ιησούς Χριστός είναι η γέφυρα που ενώνει το Θεό με τον άνθρωπο.
Σελίδες
Παρασκευή 30 Απριλίου 2021
Πέμπτη 29 Απριλίου 2021
Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ: Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟ ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΚΑΙ ΑΘΕΟΛΟΓΗΤΟΣ!
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
1. Θεολογική σύγχυση προκάλεσε ἡ συνοδική ἀπόφαση
Συνηθίσαμε πιά στίς καινοτομίες, στίς αἱρέσεις, στά σχίσματα, στίς ἔριδες. Τίποτε σταθερό καί καθολικά ἀποδεκτό. Τό Εὐαγγέλιο καί ἡ Πατερική Παράδοση ἐτέθησαν σέ ἀργία. Ὁ καθένας τά ἑρμηνεύει ὅπως θέλει καί ὅπως τόν εὐνοοῦν ἤ τοῦ ἐπιβάλλουν οἱ ἀνάγκες τῶν καιρῶν, τά συμφέροντα καί οἱ φιλοδοξίες του. Ἡ συμφωνία τῶν Πατέρων, ἡ διαχρονική καί σταθερή πράξη τῆς Ἐκκλησίας ἀνατρέπονται. Τό ἄσπρο γίνεται μαῦρο, τό φῶς σκοτάδι, ἡ αἵρεση γίνεται ἐκκλησία, ὅπως καί τό σχίσμα, ὁ σοδομισμός νόμιμη καί μή ἐφάμαρτη διαφορετικότητα, τό Σάββατο γίνεται Κυριακή, τό ψεῦδος ἀλήθεια.
Ἀντί ὅμως οἱ ἀντιδράσεις νά ὁδηγήσουν σέ δεύτερες, ὀρθότερες, σκέψεις καί σέ διόρθωση τῶν ὁλοφάνερα λανθασμένων ἀποφάσεων, ξεσηκώθηκαν θεολογικοί «φωστῆρες», γιά νά ὑποστηρίξουν τήν καινοτομία καί νά ἐνισχύσουν τίς διενέξεις πρός μεγάλη χαρά τοῦ Διαβόλου πού ὑποκινεῖ πάντοτε ἀπό φθόνο τήν ἐναντίωση πρός τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Κείμενα ὑποστηρικτικά καί ἀναιρετικά τῆς καινοτομίας ἔχουν κατακλύσει τό Διαδίκτυο καί ἔχουν φέρει σέ ἀπόγνωση κληρικούς καί λαϊκούς, ὡς πρός τό νά κρίνουν ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια, ποιοί ἔχουν δίκαιο, οἱ καινοτόμοι ἤ οἱ παραδοσιακοί. Καί ἐνῶ φάνηκε πώς οἱ συνειδήσεις τῶν πιστῶν ἠρεμοῦν καί εὐαρεστοῦνται μέ ὅσα ἔγραψαν, διεμήνυσαν καί ἀποφάσισαν νά πράξουν ἐλάχιστοι ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ πρώην Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος, ὁ Αἰτωλοακαρνανίας Κοσμᾶς, ὁ Κυθήρων Σεραφείμ, ἀκόμη καί ὁ Φιλίππων Στέφανος, αἰφνιδίως ἄνοιξαν κερκόπορτες στήν κανονική ἀλήθεια ὁ Πειραιῶς Σεραφείμ καί ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, προφανῶς μέ ἀπόφαση τοῦ Ποιμενάρχη Ἰωήλ, ὑποστηρίζοντας τήν βλάσφημη καί ἀθεολόγητη καινοτομία. Δέν θά ἐπιχειρήσουμε τώρα ἀναίρεση τῶν ἡμαρτημένων τῶν δύο ἐπισκόπων, τά ἐπιχειρήματα τῶν ὁποίων ἐκλόνισαν κάποιους ἀσταθεῖς μέ καλαμώδη χαρακτήρα καί εὔκολη στίς ἐπιρροές φύση. Θά σημειώσουμε βασικούς μόνον θεολογικούς λόγους, γιά τούς ὁποίους δέν πρέπει νά γίνει ἀλλαγή τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τῆς Ἀνάστασης.
2. Ἡ τήρηση τῆς Παράδοσης εἶναι δόγμα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Τό πρῶτο βάθρο, ἡ πρώτη βάση τό πρῶτο θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο μέ σιγουριά καί βεβαιότητα στέκεται ὁ πιστός μετά τό Εὐαγγέλιο, εἶναι ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἀγνοοῦν τήν Παράδοση προτεσταντίζουν. Οἱ Προτεστάντες ἀπορρίπτουν τήν Παράδοση, δέχονται μόνον τήν Ἁγία Γραφή, τήν ὁποία ἑρμηνεύει ὁ καθένας κατά τό δοκοῦν, γι᾽ αὐτό καί διαλύθηκαν σέ χίλια κομμάτια. Εἶναι σαφέστατη καί ὑποχρεωτική ἡ σύσταση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου νά τηροῦν οἱ Χριστιανοί τίς Παραδόσεις· «Στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν»[1]. Ὁ ἴδιος μάλιστα αὐστηρότερα ἀναθεματίζει ὅσους παραβαίνουν αὐτά πού παρέλαβαν, ἀκόμη καί ἄν τήν καινοτομία τήν παρουσιάσουν καί τήν διδάξουν ἄγγελοι ἀπό τόν οὐρανό, πολύ περισσότερο ἄν τήν ἀποφασίσουν ἄνθρωποι, ὅπως ἡ Διαρκής Σύνοδος τοῦ Ἱερωνύμου, ἤ οἱ μητροπολίτες τοῦ Πειραιᾶ καί τῆς Ἔδεσσας· «Ἀλλά καί ἐάν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾽ ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν ἀνάθεμα ἔστω. Ὡς προειρήκαμεν καί ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω»[2].
Ἄσχετα πρός τόν ἀκριβῆ χρόνο τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, πού καί αὐτός δέν εὐνοεῖ τούς Σαββατιανούς καί Ἰουδαΐζοντες καινοτόμους τοῦ Ἱερωνύμου, ὅπως θά δοῦμε, τό κήρυγμα τῆς Ἀνάστασης, ἀκούσθηκε τό πρωί τῆς Κυριακῆς· τό ἄκουσαν πρῶτες οἱ μυροφόρες γυναῖκες ἀπό τούς Ἀγγέλους, τό μετέφεραν εἰς τούς Ἀποστόλους καί δι᾽ αὐτῶν εἰς ὅλον τόν κόσμο: «Τό φαιδρόν τῆς Ἀναστάσεως κήρυγμα, ἐκ τοῦ ἀγγέλου μαθοῦσαι αἱ τοῦ Κυρίου μαθήτριαι, καί τήν προγονικήν ἀπόφασιν ἀπορρίψασαι τοῖς Ἀποστόλοις καυχώμεναι ἔλεγον. Ἐσκύλευται ὁ θάνατος, ἠγέρθη Χριστός ὁ Θεός, δωρούμενος τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος» [3].
Θά μνημονεύσουμε ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀναστάσιμων ὕμνων ἕνα ἀκόμη τροπάριο ἀπό τά ἀναστάσιμα Εὐλογητάρια πού μᾶς διδάσκει ὅτι τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς ἄκουσαν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ἀπό τόν Ἄγγελο τό «Χριστός Ἀνέστη». «Λίαν πρωΐ μυροφόροι ἔδραμον πρός τό μνῆμά σου θρηνολογοῦσαι· ἀλλ᾽ ἐπέστη πρός αὐτάς ὁ Ἄγγελος καί εἶπε· Θρήνου ὁ καιρός, πέπαυται, μή κλαίετε. Τήν Ἀνάστασιν δέ Ἀποστόλοις εἴπατε».
Ἔκτοτε μέχρι τήν ἀποφράδα ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐπί δύο χιλιάδες χρόνια, τό «Χριστός Ἀνέστη» ἀκούγεται πάντοτε τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή, πάλιν καί πολλάκις μετά τό μεσονύκτιο, καί οὐδέποτε πρίν ἀπό τό μεσονύκτιο. Θά ἀκουσθεῖ γιά πρώτη φορά ἐφέτος πρίν ἀπό τό μεσονύκτιο, σέ ἀντίθεση μέ ὅλα τά ἀρχαῖα καί σύγχρονα Τυπικά, τό Σαββαϊτικό, τό Στουδιτικό, τό Ἁγιορειτικό, τό Πατριαρχικό τῆς Κωνσταντινούπολης. Δέν ἔχουν πλέον κανένα φραγμό οἱ καινοτόμοι.
Καί ὅταν ἀντιμετώπισε τήν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας ἡ Ἐκκλησία, βρέθηκε σέ παρόμοια σύγχυση μέ τήν σημερινή. Διαιρέθηκαν οἱ ἐπίσκοποι καί οἱ θεολόγοι σέ ὑποστηρικτές τῶν Ἁγίων Εἰκόνων καί σέ ἐχθρούς καί εἰκονομάχους. Καί ἀπό τίς δύο πλευρές διατυπώνονταν καί ἀνταλλάσσονταν θεολογικά ἐπιχειρήματα, πού δημιουργοῦσαν σύγχυση στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος πού ἀσχολήθηκε μέ τό θέμα (787) καί καταδίκασε τούς Εἰκονομάχους, δέν ἀπέφυγε νά ἀσχοληθεῖ μέ τήν διδασκαλία τους καί νά ἀναιρέσει τά ἐπιχειρήματά τους. Τό δυνατώτερο ὅμως ἐπιχείρημα τῆς Συνόδου πού τό προέταξε τῶν θεολογικῶν συζητήσεων ἦταν τό ὀρθόδοξο ἐπιχείρημα νά τηρηθεῖ ἡ Παράδοση. Ἡ τιμή πρός τίς Ἅγιες Εἰκόνες ἦταν αἰωνόβια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτή τήν παράδοση δέν μποροῦσε νά τήν ἀλλάξει ἡ Ἐκκλησία ἤ νά τήν ἀλλοιώσει. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔλαβε χώρα καί κηρύχθηκε μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου, γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ἡ ἑπόμενη μέρα ὀνομάσθηκε Κυριακή, ὡς σημαίνουσα τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἡ μία λοιπόν τῶν Σαββάτων, ἡ πρώτη μετά τό Σάββατο ἡμέρα, ἡ Κυριακή εἶναι συνώνυμη τῆς Ἀνάστασης· Κυριακή σημαίνει Ἀνάσταση. Πῶς λοιπόν ἐμεῖς θά τήν ἀναμίξουμε μέ τό ἑβραϊκό Σάββατο ἤ μέ τήν Παρασκευή τῶν Μουσουλμάνων;
Ἕνας ἀπό τούς λόγους πού ἀνάγκασαν τήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο νά ὁρίσει τήν Κυριακή ὡς ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, καί μάλιστα κατά τρόπο πού νά μή συμπέσει ποτέ μέ τό ἑβραϊκό Πάσχα, ἦταν τό γεγονός ὅτι κάποιοι Ἰουδαΐζοντες Χριστιανοί γιόρταζαν τήν Ἀνάσταση, ὅταν γιόρταζαν καί οἱ Ἑβραῖοι τό δικό τους Πάσχα, τήν 14η τοῦ μηνός Νισάν, πού συνέπιπτε σέ ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος· ἦσαν οἱ γνωστοί Τεσσαρεσκαιδεκατίτες.
Ὅπως λοιπόν ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος προέταξε πάνω καί πρίν ἀπό τίς θεολογικές συζητήσεις τό δογματικό Ὀρθόδοξο ἐπιχείρημα τῆς Παράδοσης, ἔτσι καί οἱ ἁπλοϊκοί Ὀρθόδοξοι πιστοί, ἀλλά καί ὅσοι κληρικοί δέν ἔχουν ὑψηλή θεολογική μόρφωση ἀκολουθοῦν ἀναλογικά τόν δρόμο τῶν Ἁγίων Πατέρων, τηρώντας τήν σταθερή Παράδοση νά ἑορτάζεται ἡ Ἀνάσταση μετά τά μεσάνυκτα, ὥστε νά μή γίνουν συμμέτοχοι τῆς βλάσφημης, ἀντιευαγγελκῆς καί ἀντιπατερικῆς καινοτομίας τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Ἀνάστασης πρίν ἀπό τά μεσάνυχτα καί ἀναμείξουν ἔτσι Σάββατο καί Κυριακή, πρός μεγάλη χαρά τῶν Οἰκουμενιστῶν πού ἐργάζονται συστηματικά γι᾽ αὐτήν τήν ἀνάμειξη. Λέγει ἡ Σύνοδος στίς ἀποφάσεις της: «Τῇ παραδόσει τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐξηκολουθήσαμεν καί οὔτε ὕφεσιν οὔτε πλεονασμόν ἐποιησάμεθα, ἀλλ᾽ ἀποστολικῶς διδαχθέντες, κρατοῦμεν τάς παραδόσεις ἅς παρελάβομεν πάντα ἀποδεχόμενοι καί ἀσπαζόμενοι, ὅσαπερ ἡ ἁγία καθολική Ἐκκλησία ἀρχῆθεν τῶν χρόνων ἀγράφως καί ἐγγράφως παρέλαβεν... Ἡ γάρ ἀληθινή τῆς Ἐκκλησίας καί εὐθυτάτη κρίσις καινουργεῖσθαι ἐν αὐτῇ συγχωρεῖ οὐδέν, οὔτε ἀφαίρεσιν ποιεῖσθαι»[4]
3. Ὁ λειτουργικός χρόνος δέν καταργεῖ τόν φυσικό χρόνο. Συνυπάρχουν.
Δημιουργός τοῦ χρόνου καί τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Θεός, «ὁ καιρούς καί χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσία θέμενος». Ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου συμπίπτει μέ τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, τοῦ ὁποίου ὁ χρόνος μετρᾶ τήν κίνηση. Ἡ ἱστορία τῆς πορείας τοῦ κόσμου παρακολουθεῖται ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι κύριος τοῦ κόσμου καί τοῦ χρόνου καί, ὅταν χρειασθεῖ, ἐπεμβαίνει στήν πορεία τῆς ἀθρώπινης ἱστορίας. Δέν ἀδιαφορεῖ γιά τά ἱστορικά γεγονότα καί πρόσωπα ὁ Θεός, γι᾽ αὐτό καί ἡ ἱστορία τῆς σωτηρίας καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί στήν συνέχεια τους στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι γεμάτη ἀπό ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ μέσῳ ἱστορικῶν γεγονότων καί ἱστορικῶν προσώπων, ἡ μεγαλύτερη καί σπουδαιότερη τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, σαρκωθέντος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντος. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός εἶναι τό σημαντικώτερο πρόσωπο τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό. Ὅσα ἐπί τῆς γῆς ἐτέλεσε ἄλλαξαν τήν ἀνθρώπινη ἱστορία καί τήν ἐχώρισαν εἰς τά δύο, εἰς τήν πρό Χριστοῦ καί τήν μετά Χριστόν ἐποχή. Ἔχουν καταγραφῆ ὡς ἱστορικά γεγονότα, ἡ Γέννηση, ἡ Βάπτιση, ἡ διδασκαλία, τά θαύματα, ἡ Σταύρωση, ἡ Ἀνάσταση καί πλεῖστα ἄλλα, τά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει κάθε χρόνο στόν ἐτήσιο ἑορτολογικό της κύκλο, φροντίζουσα χρονικά νά ὁρίζει τίς ἑορτές τους, ὅπως καί τίς ἑορτές στίς μνῆμες Ἁγίων, κατά τίς χρονικές ἡμερομηνίες πού ἐτελέσθησαν.
Ὅλες οἱ ἡμέρες τοῦ χρόνου εἶναι κατάφορτες ἀπό μνῆμες ἁγίων καί ἀπό ἱστορικές ἀναφορές στήν ἡμέρα τῆς κοίμησης ἤ τοῦ μαρτυρίου τους. Ἐξαγιάζεται ἔτσι καί ὁ χρόνος, καί ἀποκτᾶ νόημα ἡ πορεία τῆς ἱστορίας. Δίνει λοιπόν μεγάλη βαρύτητα στόν φυσικό χρόνο ἡ Ἐκκλησία· οὔτε τόν μειώνει, οὔτε τόν καταργεῖ. Γι᾽ αὐτό καί τιμᾶ ἰδιαίτερα τήν Κυριακή τῆς Ἀναστάσεως, κατά τήν ὁποία ὁ Χριστός ἐνίκησε τόν θάνατο καί συνέτριψε τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, πού εἶχαν συνασπισθῆ ἐναντίον Του.
Ἡ προσπάθεια κάποιων νά μεταφέρουν μέρος τῆς Κυριακῆς τό Σάββατο, ὥστε νά δικαιολογήσουν τήν συνοδική καινοτομία νά ἑορτασθεῖ ἡ Ἀνάσταση τό Σάββατο καί ὄχι τήν Κυριακή, δέν εὐοδοῦται, διότι ὁ λειτουργικός χρόνος δέν καταργεῖ τόν φυσικό χρόνο. Τό ἐπιχείρημα δηλαδή ὅτι λειτουργικά ἡ ἡμέρα ἀρχίζει ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγούμενης εἶναι ἐν μέρει ἀληθινό καί δέν ἰσχύει γιά ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἐν μέρει καί ἐλάχιστα ἰσχυρό, διότι οἱ λειτουργικές ἐκδηλώσεις μετά τόν ἑσπερινό εἶναι ἐλάχιστες, ἐνῶ οἱ τῆς κύριας ἡμέρας εἶναι πολλαπλάσιες, μεταξύ δέ αὐτῶν ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού ἀποτελεῖ τό κέντρο, τήν καρδιά τῆς νυχθήμερης λατρείας. Μετά τόν ἑσπερινό ἔχουμε μόνον τό ἀπόδειπνο, ἐνῶ μετά τήν ἀκολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ, πού χωρίζει τήν παραμονή ἀπό τήν κύρια ἡμέρα ἔχουμε τίς ἀκολουθίες τῶν ὡρῶν, τῆς α´, τῆς γ´ καί τῆς στ´ ὥρας, τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, τήν κορυφαία καί κεντρική ἀκολουθία τῆς Θείας Λειτουργίας, καί τήν θ´ ὥρα πρό τοῦ ἑσπερινοῦ, μέ τήν ὁποία κλείνει ὁ νυχθήμερος λειτουργικός κύκλος. Τελέσαμε λοιπόν ποτέ τήν Θ. Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τίς παραμονές αὐτῶν τῶν ἑορτῶν, ὥστε τώρα νά δικαιολογοῦμε τήν τέλεση τῆς ἀναστάσιμης Θ. Λειτουργίας τήν παραμονή τοῦ Πάσχα, μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ ἡμέρα ἀρχίζει ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγουμένης; Ἀρχίζει μέ τόν ἑσπερινό, ἀλλά ὁλοκληρώνεται κατά τό μεγαλύτερο μέρος κατά τόν φυσικό ἀστρονομικό χρόνο, ἀπό τό μεσονύκτιο μέχρι τόν ἑσπερινό τῆς ἑπόμενης ἡμέρας, ἰδιαίτερα μέ τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Ἀλλά καί αὐτή ἡ ἀρχή τῆς ἡμέρας ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγουμένης δέν ἰσχύει γιά ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως π.χ. γιά τόν θεσμό τῆς νηστείας. Μποροῦμε π.χ. νά διακόψουμε τήν νηστεία τῆς Τετάρτης ἤ τῆς Παρασκευῆς μετά τόν ἑσπερινό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ἄν ἀπό τόν ἑσπερινό ἀρχίζουν ἡ Πέμπτη καί τό Σάββατο; Ἤ πρέπει νά ἀρχίσουμε νά νηστεύουμε ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς Τρίτης καί τῆς Πέμπτης, ἄν μετά τόν ἑσπερινό ἀρχίζουν ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή;
4. Ὁ ἀκριβής χρόνος τῆς Ἀνάστασης τίθεται μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή.
Ὡς πρός τόν ἀκριβῆ χρόνο πού ἔγινε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νά ποῦμε ὅτι εἶναι θέμα λελυμένο στήν λειτουργική καί κανονική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δέχεται ὅτι, μολονότι δέν εἶναι γνωστή ἡ ἀκριβής χρονική στιγμή καί ὥρα τῆς Ἀνάστασης, ἐν τούτοις ἀπό τόν συνδυασμό ὅσων λέγουν καί περιγράφουν οἱ τέσσαρες εὐαγγελισταί προκύπτει ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε περί τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή ἤ λίγο μετά τό μεσονύκτιο, δηλαδή μεταφέροντας τόν χρόνο στό σημερινό ὡράριο μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε μεταξύ τῆς 11ης βραδυνῆς (23ης) τοῦ Σαββάτου καί τῆς 2ας πρωϊνῆς τῆς Κυριακῆς, μεταξύ δηλαδή 11 καί 2.
Ὁ χρονικός αὐτός προσδιορισμός τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως περί τό μεσονύκτιο εἶναι συνοδικά καί κανονικά κατοχυρωμένος, τόν ἀκολουθεῖ δέ καί ἡ λειτουργική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὁρίζει ὅτι ἡ παννυχίδα τῆς Ἀναστάσεως ἄρχεται «περί ὥραν πέμπτην τῆς νυκτός, δηλαδή περί τήν 11ην πρό τοῦ μεσονυκτίου», ρυθμίζεται δέ ἔτσι ἡ ψαλμωδία τοῦ κανόνος καί ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν λοιπῶν, ὥστε τό «Χριστός Ἀνέστη» νά ἀκουσθεῖ ἀκριβῶς τήν 12ην τοῦ μεσονυκτίου, ἡ δέ λοιπή ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί τῆς Θείας Λειτουργίας ἐκτυλίσσονται στίς 2-3 μεταμεσονύκτιες ὧρες.
Ἀναλυτικῶς μέ τό θέμα τοῦ χρόνου τῆς Ἀναστάσεως ἀσχολήθηκε ὁ Ἅγιος Διονύσιος Ἀλεξανδρείας (3ος αἰών), ὑποχρεωθείς νά ἀπαντήσει σέ ἐρώτηση ἐπισκόπου γιά τό πότε, ποιά ὥρα ἀκριβῶς, πρέπει νά σταματᾶ ἡ πρό τοῦ Πάσχα νηστεία. Τοῦ ἔγραφε ὁ ἐπίσκοπος ὅτι σέ κάποιες περιοχές βιάζονται καί διακόπτουν τήν νηστεία τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου, «ἀφ᾽ ἑσπέρας», ἐνῶ ἀλλοῦ τήν διακόπτουν τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς, τά χαράματα, περιμένοντας νά λαλήσει ὁ πετεινός, «περιμένουσι τόν ἀλέκτορα». Δέν πρέπει ὅμως νά ὁρίσουμε τόν ἀκριβῆ χρόνο, ὥστε ὅλοι νά διακόπτουν τήν ἴδια ὥρα τήν νηστεία; Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἀπαντᾶ ὅτι τό νά ὁρισθεῖ ὁ ἀκριβής χρόνος τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ἀκριβής ὥρα, εἶναι δύσκολο καί λανθασμένο, «δύσκολον καί σφαλερόν», διότι οἱ εὐαγγελισταί δέν μᾶς παραδίδουν μέ ἀκρίβεια τήν ὥρα τῆς ᾽Αναστάσεως· «μηδέν ἀπηκριβωμένον ἐν αὐτοῖς περί τῆς ὥρας, καθ᾽ ἥν ἀνέστη, φαίνεται». Μᾶς ὁμιλοῦν γιά διάφορες ἐπισκέψεις στόν τάφο σέ διαφορετικούς χρόνους, ἀλλά σέ ὅλες αὐτές τίς ἐπισκέψεις τῶν Μυροφόρων καί τῶν Ἀποστόλων λέγεται ὅτι ὁ Κύριος εἶχε ἤδη ἀναστηθῆ· «Διαφόρως μέν οἱ εὐαγγελισταί τούς ἐπί τό μνημεῖον ἐλθόντας ἀνέγραψαν κατά καιρούς ἐνηλλαγμένους καί πάντες ἀνεστηκότα τόν Κύριον ἔφασαν εὑρηκέναι». Πάντως κανένας εὐαγγελιστής δέν μᾶς εἶπε πότε ἀκριβῶς ἀναστήθηκε ὁ Χριστός· «Καί πότε μέν ἀνέστη, σαφῶς οὐδείς ἀπεφήνατο». Αὐτό στό ὁποῖο συμφωνοῦν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί εἶναι ὅτι ἀπό τό βράδυ ἀργά τοῦ Σαββάτου μέχρι τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς οἱ ἐπισκεφθέντες τόν τάφο τόν βρῆκαν κενό, ἄδειο, διότι ἤδη εἶχε ἀναστηθῆ ὁ Χριστός. Συμπερασματικά, ὁ Ἅγιος Διονύσιος λέγει ὅτι δέν πρέπει νά ἀκριβολογοῦμε «ποίαν ὥραν ἤ καί ποῖον ἡμιώριον ἤ ὥρας τέταρτον» ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ὥστε νά ἀρχίσουμε τήν χαρά καί τήν πανήγυρη τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτούς πού βιάζονται καί διακόπτουν τήν νηστεία πρό τοῦ μεσονυκτίου τούς μεμφόμεθα ὡς ἀμελεῖς καί ἀκρατεῖς, ἐνῶ ὅσους καθυστεροῦν καί περιμένουν τήν «τετάρτην φυλακήν τῆς νυκτός»[5], δηλαδή τό τέταρτο τρίωρο τῆς νύκτας, τό διάστημα ἀπό 3-6 τό πρωΐ, τούς ἐπαινοῦμε «ὡς γενναίους καί φιλοπόνους». Τούς ἐνδιαμέσους, αὐτούς δηλαδή πού κατέλυσαν μεταξύ τοῦ μεσονυκτίου καί τῆς αὐγῆς, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, οὔτε τούς μεμφόμεθα οὔτε τούς ἐπαινοῦμε, ἁπλῶς δέν τούς ἐνοχλοῦμε[6]. Μέ τούς ἐνδιαμέσους βέβαια αὐτούς δέν ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Διονύσιος τούς σημερινούς Χριστιανούς οἱ ὁποῖοι, μόλις ἀκούσουν τό «Χριστός Ἀνέστη» στίς 12 τό μεσονύκτιο, χωρίς νά ἔχει τελειώσει ἡ Θ. Λειτουργία τῆς Ἀναστάσεως, φεύγουν ἀπό τόν Ναό καί τό ρίχνουν στό φαγοπότι. Ἐννοεῖ τό τελείωμα τῆς Θ. Λειτουργίας σύντομα μετά τά μεσάνυκτα. Γιά ὅσους ἀκολουθοῦν τήν κακίστη συνήθεια νά φεύγουν μετά τό «Χριστός Ἀνέστη» πρό τοῦ τέλους τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι πολύ αὐστηρός ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος σέ ὑποσημείωση στόν πθ´ κανόνα τῆς Στ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου γράφει: «Βλέπεις ὅτι λέγουσι πρῶτον νά γίνεται ἡ λειτουργία καί ὕστερα νά πασχάζωμεν; Ὅθεν ἀξιοκατάκριτοι εἶναι καί πολλά κοιλιόδουλοι καί λαίμαργοι ἐκεῖνοι ὁποῦ βαστῶντες εἰς τούς κόλπους των αὐγά ἤ τυρί, εὐθύς ὁποῦ ἀκούσουν τό Χριστός ἀνέστη, τά χάπτουσιν εἰς τό στόμα, καί ἄς διορθώσουν τό ἄτοπον αὐτό ἀπό τώρα καί ὕστερα· ἀλλά καί οἱ γονεῖς δέν πρέπει νά ἀφίνουσι τά τέκνα των νά κάμνουν παρόμοιον ἄτακτον πρᾶγμα»[7].
Τήν σπουδαία αὐτή ἀνάλυση τοῦ Ἁγίου Διονυσίου Ἀλεξανδρείας, πού ἀποτελεῖ καί τόν πρῶτο ἀπό τούς τέσσερις κανόνες, στούς ὁποίους ἔχει διαιρεθῆ ἡ Κανονική του Ἐπιστολή πρός τόν ἐπίσκοπο Βασιλείδη, υἱοθέτησε καί ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος, ἡ γνωστή ἐν Τρούλλω (690), ἡ ὁποία ὁρίζει μέ τόν ΠΘ´ (89ο) κανόνα της ὅτι πρέπει ἡ παύση τῆς νηστείας νά γίνεται μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή, διότι, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου στόν ἐν λόγῳ κανόνα, ἀπό τήν εὐαγγελική διήγηση «συνάγεται ὅτι κατά τό μεσονύκτιον ἀνέστη ὁ Κύριος παρελθούσης τῆς στ´ ὥρας καί ἀρχομένης τῆς ζ´»[8]. Ὁ Θεόδωρος Βαλσαμών ἑρμηνεύοντας ἐπίσης τόν κανόνα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου παραπέμπει καί στόν πθ´ τῆς ἐν Τρούλλῳ συνόδου, λέγοντας ὅτι ἐπειδή, ἐκτός ἀπό τόν κανόνα, ἡ ὥρα τῆς Ἀναστάσεως ἀποσαφηνίσθηκε παλαιότερα κατά τό δυνατόν καί βάσει ἁγιογραφικῶν χωρίων (μολονότι τόν ἀληθῆ χρόνο γνωρίζει μόνον ὁ ἀναστάς Θεός) ὀφείλουμε νά ποῦμε ὅτι μέχρι τά μεσάνυκτα, μέχρι δηλαδή τήν ἕκτη ὥρα τῆς νύκτας, πρέπει νά νηστεύουμε· ἀπό τήν ἕβδομη ὅμως ὥρα, τήν πρώτη δηλαδή μεταμεσονύκτια, πού ἀρχίζει ἡ Κυριακή κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Χριστός (εἶναι δέ εὔλογο ἡ Ἀνάσταση νά ἔγινε ἤ κατά τήν ἑβδόμη ἤ κατά τήν ὀγδόη ὥρα) δέν πρέπει νά νηστεύουμε, γιά νά μή φανοῦμε ἀντίθετοι πρός τούς κανόνες πού ἀπαγορεύουν τήν νηστεία κατά τίς Κυριακές[9].
Καί τό Συναξάρι τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, προφανῶς γραμμένο ἀπό τόν Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, πού ἔγραψε ὅλα τά Συναξάρια τοῦ Πεντηκοσταρίου, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε περί τό μεσονύκτιο, λίγο πρίν ἤ λίγο μετά ἀπό αὐτό: «Ἡ δέ τοῦ Κυρίου ἀνάστασις γέγονεν οὕτω· τῶν στρατιωτῶν φυλασσόντων τόν τάφον περί μέσον νυκτός σεισμός γίνεται· κατελθών γάρ Ἄγγελος τόν λίθον τῆς τοῦ μνημείου θύρας ἀφίστησιν».
Ἐπίλογος. Αἰσχύνη τῶν ἐπισκόπων καί κληρικῶν ὁ φόβος τοῦ θανάτου
Εἶναι παράδοξο καί δυσεξήγητο γιά τούς πιστούς, τήν ὥρα πού ἡ Ἐκκλησία ψάλλει τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου μέ τό «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας», νά βλέπει τήν πλειονότητα τῶν ἐπισκόπων νά φοβοῦνται τόν θάνατο ἀπό τήν μετάδοση τοῦ Κορωνοϊοῦ καί νά ἀποφεύγουν νά ἑορτάσουν τήν Ἀνάσταση κατά τήν κεκανονισμένη ὥρα, σύμφωνα μέ τήν δισχιλιετῆ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἁρμόζει πράγματι ἐδῶ νά παραθέσουμε ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στό ὁμώνυμο ἔργο του: «Αἰσχύνη ποιμένι θάνατον δεδιέναι· ὅπου γε τοῦτο ὑπακοή ὁρίζεται, ἀδειλία θανάτου»[10]. Καί κατά τήν μετάφραση τῆς Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου στήν δική τους ἔκδοση τοῦ ἔργου: «Εἶναι ἐντροπή γιά τόν ποιμένα νά φοβᾶται τόν θάνατο, ἀφοῦ ἡ ὑπακοή χαρακτηρίζεται ἀκριβῶς ὡς ἀφοβία τοῦ θανάτου». Περισσότερο ξεδιάντροπη καί τώρα ἀποκαλυπτική εἶναι ἡ πολιτική ἡγεσία καί οἱ ἐπιλεγμένοι ἐκπρόσωποι τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, οἱ ὁποῖοι ἀφήνουν τούς ἀνοήτους νά πιστεύσουν ὅτι ὁ ἰός προσβάλλει τό μεσονύκτιο πού γίνεται ἡ Ἀνάσταση καί ὄχι τρεῖς ὧρες ἐνωρίτερα, ἐνῶ εἶναι κτυπημένοι οἱ ἴδιοι ἀπό τόν ἰό τῆς ἀπιστίας καί στρατευμένοι στόν παγκόσμιο σχεδιασμό ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Τήν δεύτερη ἡμέρα τοῦ Πάσχα, τά ἀνοίγουν ὅλα, καί μόνο οἱ ἀνοικτές ἐκκλησίες καί τό «Χριστός Ἀνέστη» τούς ἐνοχλοῦν.
[1]. Β´ Θεσ. 2, 15.
[2]. Γαλ. 1, 8-9.
[3]. Ἀναστάσιμο ἀπολυτίκιο δ´ ἤχου.
[4] . Mansi 13, 409-412.
[5]. Γιά τό «τετάρτη φυλακή τῆς νυκτός» βλ. Ματθ. 14, 25 καί τά σχετικά ὑπομνήματα.
[6]. Βλ. τό κείμενο τῆς Ἐπιστολῆς εἰς Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, ὑπό Αγαπιου Ἱερομονάχου καί Νικοδημου Μοναχοῦ, Ἐκδοτικός Οἶκος «᾽Αστήρ», Ἀθῆναι 1990, σελ. 544-545 καί εἰς PG 10, 1272 ἑἑ.
[7]. Πηδάλιον, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 297, ὑποσημ. 2.
[8]. Αὐτόθι.
[9]. Βλ. Γ. Ραλλη-Μ. Ποτλη, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, Ἀθῆναι 1854, τόμ. Δ´, σελ. 6-7: «...τό γάρ ἀληθές μόνος οἶδεν ὁ ἀναστάς Θεός... εἰκός δέ ἐστιν ἤ κατά τήν ἑβδόμην ἤ κατά τήν ὀγδόην ὥραν γενέσθαι τήν Ἀνάστασιν». Ἡ ζ´ καί ἡ η´ ὥρα τῆς νύκτας ἀντιστοιχοῦν στίς ὧρες μία καί δύο (1 καί 2) μετά τά μεσάνυχτα.
[10]. Λόγος εἰς τόν Ποιμένα ξζ´, σελ. 394.
ΘΕΕ ΜΟΥ, ΔΕΙΞΕ ΜΟΥ ΠΩΣ ΝΑ ΖΗΣΩ ΣΩΣΤΑ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ!
ηρέμησε μου την καρδιά από το άγχος και τις στεναχώριες
και βοήθησε με να χαμογελάσω ξανά. Αμήν!
ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΖΩΗ!
Εσύ είσαι η Ανάσταση και η Ζωή.
Δέξου στο φως Σου όσους φεύγουν.
Δίνε δύναμη σε όσους μένουν.
Παρηγόρησε αυτούς που πενθούν.
Ενίσχυσε όσους πονούν και υποφέρουν.
Αμήν!
Τετάρτη 28 Απριλίου 2021
Τρίτη 27 Απριλίου 2021
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ- ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ!
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Γυνή,
την σην αισθομένη Θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι, προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νυξ μοι, υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ•
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους Ουρανούς, τη αφάτω σου κενώσει•
καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν, τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις•
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν,
κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους,
τις εξιχνιάσει ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ- Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ!
Δευτέρα 26 Απριλίου 2021
Κυριακή 25 Απριλίου 2021
ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ, ΣΤΩΜΕΝ ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ ΘΕΟΥ!
«Στώμεν καλώς, στώμεν
μετά φόβου Θεού»
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ! Ο πιο γλυκός άγγελος του ουρανού! Το γλυκύτερο ουράνιο πλάσμα! Είναι εκείνος που στάθηκε με πολλή δύναμη και παρρησία, όταν ο Εωσφόρος αποφάσισε να διεκδικήσει τον θρόνο του Υιού του Θεού και με την εγωιστική του αυτή πράξη εξέπεσε από τον ουρανό συμπαρασύροντας πλήθος αγγελικών δυνάμεων.
Ήταν ο μόνος που στάθηκε ενώπιον των αγγέλων και είπε: «Στώμεν καλώς! Στώμεν μετά φόβου!» Ξέρετε τι σημαίνουν αυτά τα λόγια; Είπε σε όλους τους αγγέλους: «Στώμεν καλώς!», ας σταματήσουμε μέσα στην απόλυτη εμπιστοσύνη του Θεού Πατέρα μας. «Στώμεν μετά φόβου!», κανείς μας ας μην φύγει από τον θεϊκό έρωτα του ουράνιου μας Πατέρα. Ας φοβηθούμε αυτήν την στιγμή μην παρασυρθούμε από τον Εωσφόρο.
Είναι εκείνος που δίδαξε, που πρωτομίλησε, που βοήθησε, που ενίσχυσε όλες εκείνες τις αγγελικές δυνάμεις, που διεκδικούσε ο Εωσφόρος για να τις συμπαρασύρει στον Άδη, με αυτές τις δύο προτάσεις: «Στώμεν καλώς! Στώμεν μετά φόβου»! Και τότε ένα μεγάλο πλήθος αγγέλων απέρριψε την πρόταση του Εωσφόρου, που ήθελε να τους συμπαρασύρει.
Σάββατο 24 Απριλίου 2021
ΠΕΘ: ΜΗ ΣΥΜΒΑΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΩΡΑΣ ΤΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ!
Με την ανακοίνωση των θέσεών μας, δεν επιδιώκουμε να επιρρίψουμε ευθύνες σε κανέναν, αλλά, απλώς, να καταθέσουμε τις θέσεις της Ορθόδοξης Θεολογίας που υπηρετούμε και διδάσκουμε, ως προς την παραβίαση της κανονικής και λειτουργικής τάξεως της ορθοδόξου Εκκλησίας μας, κατά τον φετινό εορτασμό της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, του Κυρίου και Θεού μας.
Χωρίς να είμαστε αντίθετοι στα υγειονομικά μέτρα της Πολιτείας, θεωρούμε ότι η μετακίνηση του καθιερωμένου, από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), εορτασμού της Αγίας Αναστάσεως, από την Κυριακή, την Ημέρα του Κυρίου, στο Μεγάλο Σάββατο, θα έχει μηδαμινό όφελος, από υγειονομικής πλευράς, θα προξενήσει, όμως, μέγιστη πνευματική ζημία στις συνειδήσεις των Ορθοδόξων πιστών της χώρας μας, που αποτελούν την μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών.
Η παραμονή του Χριστού στον τάφο και στον Άδη διήρκεσε τρεις ημέρες: Την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή, την ημέρα, κατά την οποία και αναστήθηκε ο Κύριος και γι’ αυτό η Έγερσή του ονομάζεται «Τριήμερος Έγερσις» ή «Τριήμερος Ανάστασις» σε όλα τα λατρευτικά μας κείμενα.
Η ημέρα και η ώρα του εορτασμού της Λαμπρής, επομένως, σύμφωνα με την Πατερική Παράδοση, έπρεπε να τηρηθεί και φέτος, χωρίς παρεμβάσεις και αλλαγές. Διότι, τελικά, τι είναι πιο σημαντικό, η Ανάσταση του Χριστού ή η τήρηση της Κ.Υ.Α; Μπορεί δηλαδή να αλλάξει ώρα η τελετή της Ανάστασης του Κυρίου και Θεού μας αλλά δεν μπορεί να αλλάξει η Κ.Υ.Α;
Ο λόγος της τηρήσεως των μέτρων, λόγω του κινδύνου μεταδόσεως του ιού, που προβάλλεται, ουσιαστικά δεν ισχύει, διότι οι Χριστιανοί έχουν δείξει έως τώρα ότι είναι ευπειθείς και τηρούν, χωρίς παρεκτροπές, τα μέτρα προφυλάξεως.
Η άνευ σοβαρού λόγου, επομένως, επιβολή του εορτασμού, το Σάββατο και όχι την Κυριακή, την πραγματική εόρτιον ημέρα, που ορίζει το λειτουργικό τυπικό της Εκκλησίας, παραβιάζει την διά του Αποστόλου Παύλου διδασκαλία της Εκκλησίας, ο οποίος παραγγέλλει: «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Όλα να γίνονται με κοσμιότητα, με ευπρέπεια και με τάξη) - (Α΄ Κορ. 14, 40) και «Στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι' ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Στέκεστε σταθεροί, και κρατάτε τις παραδόσεις που διδαχτήκατε είτε με λόγο είτε με επιστολή μας) – (Β΄ Θεσ. Β' 2, 15).
Την τριήμερη Ανάστασή Του είχε προαναγγείλει στους μαθητές του ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, λέγοντας ότι θα σταυρωθεί, αλλά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί: «᾿Απὸ τότε ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν ἀπελθεῖν εἰς ῾Ιεροσόλυμα καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι.» (Ματθ. 16, 21).
Η αποφασισθείσα μεταφορά της ημέρας και κατ’ επέκταση και της ώρας του εορτασμού της Αναστάσεως δείχνει αταξία, και παρακοή έναντι της Λατρευτικής κανονικότητας της Εκκλησίας του Χριστού, αλλά, όμως πλήρη υπακοή και προσαρμογή στα μέτρα του Καίσαρος.
Πιστεύουμε ότι, εάν υπήρχε καλή θέληση και πρόθεση, θα μπορούσε να βρεθεί τρόπος συνεννόησης, για να γίνουν σεβαστά αμφότερα, δηλαδή τόσο ο πατροπαράδοτος εορτασμός της Ανάστασης όσο και η εφαρμογή των προληπτικών και περιοριστικών μέτρων για τη μόλυνση με τον ιό.
Δεν γνωρίζουμε, εάν η Πολιτεία ενημερώθηκε για τις συνέπειες των προβλημάτων, που δημιουργεί η άκαμπτη στάση της για ό, τι αποτελεί το ιερότερο και σημαντικότερο γεγονός της Εκκλησίας μας, την Ανάσταση του Χριστού.
Αυτό που γνωρίζουμε καλώς είναι ότι θα έπρεπε να έχει υποχωρήσει, χάριν της Αναστάσεως και να αλλάξει εκείνη τα δικά της μέτρα, που, έτσι και αλλιώς, είναι προσωρινά και να αποφύγει την, εξ αιτίας των περιοριστικών της μέτρων, αλλαγή των, εδώ και 17 αιώνες, θεσπισθέντων της Ορθοδοξίας από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια 325 μ. Χ.) για τον εορτασμό της Θείας Αναστάσεως.
Άλλωστε, όταν όλοι γνωρίζουμε πως η Πολιτεία έχει κάνει μέχρι σήμερα, τόσες και τόσες φορές υποχωρήσεις και στραβά μάτια, έναντι άλλων φορέων, θεωρούμε πως η αναστολή και η παράταση των διατάξεων κυκλοφορίας, κατά ελάχιστες ώρες, έως και τις 02.00, το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, δεν επρόκειτο να δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα.
Θα θέλαμε, λοιπόν, με όλο τον σεβασμό μας, να ζητήσουμε από εκείνους που αποφάσισαν αυτήν την αλλαγή, να κάνουν μία ακόμη προσπάθεια, προκειμένου να τηρηθεί η παράδοση της Εκκλησίας και να γίνει ο εορτασμός, όπως πάντοτε, από 23.00 έως 02.00 π. μ.
Προς τούτο θα μπορούσε να μεριμνήσει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος να τελεσθεί κανονικά, ο Όρθρος και η Λειτουργία της Αναστάσεως, το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, όπως κάθε Κυριακή, που δεν ισχύουν τα μέτρα της Πολιτείας, οι Ακολουθίες, συνεπώς, που δεν θα τελεσθούν το μεσονύκτιο του Μεγάλου Σαββάτου, προκειμένου να μην μείνουν αλειτούργητοι οι Ναοί την ημέρα της Αγίας Αναστάσεως.
Το θέμα αυτό, για την Εκκλησία μας, που είμαστε όλοι μας, δεν είναι ένα τυπικό ασήμαντο και ανούσιο θέμα, αλλά θέμα πίστεως και αληθείας. Πληροφορούμαστε, τόσο από τους μαθητές των σχολείων μας, όσο και από τα, ανά την Ελλάδα, Παραρτήματα της Ενώσεώς μας, τον προβληματισμό και τον σκανδαλισμό πλήθους πιστών για τη νέα αυτή ρύθμιση και μετακίνηση του εορτασμού του φετινού Πάσχα, που φαίνεται να επέβαλε η Πολιτεία.
Το θέμα αυτό, επίσης, προβληματίζει τον Ιερό Σύνδεσμο Κληρικών Ελλάδος και, όπως μαθαίνουμε, πολλούς Αρχιερείς.
Η αλλαγή της ημέρας και της ώρας του εορτασμού της Ανάστασης, όμως, έχει και άλλες συνέπειες κανονικού χαρακτήρα, καθώς η τέλεση δύο Λειτουργιών την ημέρα του Σαββάτου, από τον ίδιο κληρικό, δεν συνάδει με την εκκλησιαστική λειτουργική και κανονική μας τάξη και παράδοση.
Τέλος, αυτό που, πραγματικά, προξενεί απορία, λύπη και απογοήτευση σε όλους είναι η επιδεικνυόμενη ακραία αυστηρότητα, με την οποία επιβάλλονται τα μέτρα της πολιτείας στα θέματα της Εκκλησιαστικής Λατρείας, ως προς τις αποστάσεις μεταξύ των πιστών.
Παρά τις διαφορετικές προτάσεις της Εκκλησίας, οι ρυθμίσεις της Πολιτείας κάνουν λόγο για (25) τετραγωνικά αποστάσεις μεταξύ των πιστών εντός του ναού και για (10) τετραγωνικά, εκτός του ναού!!!
Και σ’ αυτό το σημείο, φαίνεται καθαρά η μεροληψία της Πολιτείας, έναντι της Εκκλησίας, όταν όλοι μας γνωρίζουμε καλώς ότι η Πολιτεία πολλάκις έχει κάνει στραβά μάτια και έχει ανεχθεί και συνεχίζει να ανέχεται, χωρίς αντιδράσεις και μέτρα, εδώ και (15) μήνες, το θέμα των αποστάσεων, που στην ουσία, με δική της ευθύνη, είναι σχεδόν μηδενικές μεταξύ των επιβατών στις αστικές και άλλες συγκοινωνίες καθώς και σε διάφορες πορείες, συνάξεις και συναθροίσεις!
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι σεβαστοί πολιτικοί μας και όλοι οι συνεργοί τους σε αυτές τις αποφάσεις οφείλουν να γνωρίζουν, ως Χριστιανοί που είναι και οι ίδιοι, ότι με τη στάση τους διαπράττουν ένα βαρύτατο παράπτωμα, διότι δείχνουν ότι, όχι απλώς δεν σέβονται, αλλά επιπρόσθετα, υποτιμούν και περιφρονούν την Αγία Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων
ΕΥΧΕΣ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ!
καὶ γὰρ τὸ Πάσχα ἡμῶν,
ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστὸς ὁ Θεός,
ἀλλ’ ἐκκαθάρωμεν ἑαυτοὺς
ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ,
καὶ εἰλικρινῶς δεηθῶμεν αὐτῷ.
Ἀνάστα Κύριε,
σῶσον ἡμᾶς ὡς φιλάνθρωπος.»
Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ!
Αυτό το Σάββατο τιμάμε την υπό του Χριστού Ανάσταση του φίλου Του Λαζάρου.
Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, βγές έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια΄,44)
Η αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Τελείωσε το επίγειο βίο του στην Κύπρο το έτος 63 μ.Χ. και ο τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».
Το έτος 890μ.Χ. μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ
Χαρακτηριστικό της μετέπειτας ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο.
Η Ανάσταση του Λαζάρου επέτεινε το μίσος των Εβραίων που μόλις την έμαθαν ζήτησαν να σκοτώσουν τον Λάζαρο και το Χριστό.
Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο.
Παρασκευή 23 Απριλίου 2021
ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ: ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΙΝΩΝΗΣΩ ΤΑ ΘΕΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΑΝ ΕΧΩ ΠΙΚΡΑΝΕΙ ΚΑΠΟΙΟΝ ΑΔΕΛΦΟ!
Οι παλαιότεροι Γέροντες, που είναι οι φορείς της παραδόσεως, φαίνονται σήμερα στους νέους που… προσέρχονται στον μοναχισμό λίγο παράξενοι. Όσοι από τους νέους έχουν καταρτισθεί με την μελέτη των Πατερικών κειμένων δεν δυσκολεύονται, γιατί αντελήφθησαν το θέμα της πίστεως και της υπακοής στον Γέροντα.
Σε αυτό το φαύλο κύκλο του ορθολογισμού στεκόταν, ο μακάριος, ως πραγματικός φάρος διακρίσεως. Όποιος πρόβαλλε ερωτήσεις και λάθη ή ελαττώματα ή και παραλείψεις του Γέροντος του απαντούσε στερεότυπα:
«Παιδί μου, ο καρπός της ησυχίας που επιδιώκεις είναι να επιδιώκεις να βλέπεις τους άλλους ως αγίους, ως αγγέλους.
Όταν βλέπεις στους άλλους ελαττώματα και ιδίως στον Γέροντά σου, να ξέρεις ότι έπεσε η
πνευματική σου ζωή, υποβιβάστηκε, και χρειάζεται πολλή μετάνοια και αυτομεμψία.
Όταν βλέπω και κρίνω μέσα μου τους αδελφούς μου, να ξέρω ότι δεν πάω καλά. Πρέπει να πιστέψω καλά μέσα μου, ότι ο κάθε αδελφός είναι καλός και άγιος και μόνο εγώ είμαι ο πιο αχρείος.
Σε κάθε παρεξήγηση να βάζω εγώ μετάνοια, είτε φταίω είτε όχι, για να είμαι πάντα ειρηνικός με τους άλλους και να είναι μαζί μου η Χάρις του Θεού.
Ποτέ να μην κοινωνήσω τα θεία Μυστήρια αν έχω πικράνει κάποιον αδελφό και δεν έχω συνδιαλλαγεί μαζί του».
Από το βιβλίο του Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού «Ο χαρισματούχος υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης», έκδοση Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Αγίου Όρους.