ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 23η Απριλίου 2018

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ


Η ευρωπαϊκή ήπειρος εγκολπώθηκε την χριστιανική πίστη, αποβάλλοντας το σκοτεινό ειδωλολατρικό της παρελθόν, ήδη από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Τα βιβλικά κείμενα, η εκκλησιαστική παράδοση, η ιστορία και τα συναξάρια των αγίων μαρτυρούν ότι το Ευαγγέλιο έφτασε στην Ευρώπη και εδραιώθηκε η Εκκλησία του Χριστού,

παρ’ όλα τα εμπόδια και τις διώξεις του προηγούμενου παγανιστικού θρησκευτικού καθεστώτος και παρά τους απηνείς διωγμούς, που εφάρμοσε η τότε πανίσχυρη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, υποκινούμενη από την διεφθαρμένη αριστοκρατία και τα αδίστακτα ειδωλολατρικά ιερατεία, των οποίων εθίγοντο τα συμφέροντα με την εξάπλωση του Χριστιανισμού.



Για δέκα περίπου αιώνες, όσο η Δυτική Ευρώπη ήταν Ορθόδοξη, μας κληροδότησε μια πλούσια πνευματική παράδοση, αναδεικνύοντας μεγάλες πατερικές και εκκλησιαστικές μορφές, εφάμιλλες των πατερικών μορφών της Ανατολής. Ο άγιος Κλήμης Ρώμης, ο άγιος Ειρηναίος Λουγδούνου, ο άγιος Ιερώνυμος, ο άγιος Κυπριανός Καρχηδόνος, ο άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων, ο άγιος Βενέδικτος, ο άγιος Γρηγόριος ο Μέγας ο Διάλογος, ο άγιος Κασσιανός, ο Ρουφίνος κ.α. είναι μερικές από αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες, για τις οποίες σεμνύνεται η Εκκλησία μας. Ωστόσο, δυστυχώς, η πνευματική αυτή πορεία σταμάτησε τον 11ο αιώνα, όταν η δυτική Χριστιανοσύνη αποκόπηκε από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και υιοθέτησε πλάνες και αιρέσεις. Στο εξής, σ’ αυτή, και μέχρι σήμερα, δεν θα υπάρχουν πλέον Πατέρες, διότι αυτοί αναδεικνύονται μόνο μέσα στην Εκκλησία. Θα αναδεικνύονται «θεολόγοι», οι οποίοι θα αναπτύξουν μια άλλου είδους θεολογία, νοησιαρχικής μορφής, τη λεγόμενη Σχολαστική Θεολογία, ξένη προς την Πατερική μας Θεολογία, ενώ παράλληλα, (και αυτό είναι το χειρότερο), θα επινοούν πλάνες και αιρέσεις.   
Είναι γνωστή σήμερα στους οικουμενιστικούς κύκλους η τάση και η νοοτροπία να υπερτονίζεται η κοινή χριστιανική κληρονομιά της πρώτης χιλιετίας μεταξύ Ανατολής και Δύσεως και να αποσιωπώνται οι μεταξύ αυτών χαώδεις διαφορές κατά την διάρκεια της δευτέρας χιλιετίας, εξ’ αιτίας ακριβώς των πολλών αιρετικών διδασκαλιών που αναπτύχθηκαν στη Δύση. Η νοοτροπία αυτή να υπερτονίζονται αυτά που μας ενώνουν και να αποσιωπώνται αυτά που μας χωρίζουν, αποτελεί τη νέα κυρίαρχη οικουμενιστική ιδεολογία, που καλλιεργείται ιδιαίτερα στην εποχή μας, προκειμένου να δίδεται μια ψευδής εικόνα προς τα έξω, προς τους αγνοούντες, ότι δήθεν είναι πολύ περισσότερα εκείνα που μας ενώνουν, παρά εκείνα που μας χωρίζουν.
Μια τέτοια νοοτροπία δυστυχώς εξέφρασε κάποιο Συνέδριο που διοργάνωσε πρόσφατα, (23-24 Φεβρουαρίου 2018), η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, μαζί με το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών, (που ανήκει στην κοινότητα των Ιησουιτών της Αθήνας), το Institut des Sources Chrétiennes και άλλοι τέσσερις ευρωπαϊκοί και ελληνικοί φορείς. Το Συνέδριο αυτό ιδιαίτερα πρόβαλε και εγκωμίασε με πρόσφατο δημοσίευμα του με τίτλο «Οι χριστιανικές πηγές της Ευρώπης» στην εφημερίδα των Αθηνών«Καθημερινή» (φύλ.1/4/2018), ο συγγραφέας και Διευθυντής της Εθνικής βιβλιοθήκης κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης. Στο άρθρο του ο συγγραφέας, μεταξύ άλλων, προσπαθεί να αποδείξει ότι «όσα θεωρούμε ως διαφορές ανάμεσα στους Έλληνες και στους Λατίνους Πατέρες είναι κατά βάση προϊόν άγνοιας και πηγάζουν από προειλημμένες θεολογικές θέσεις».Κατ’ αρχήν πρέπει να επισημάνουμε, για να προλάβουμε συγχύσεις και παρανοήσεις, ότι στην πρώτη χιλιετία έχουμε Έλληνες και Λατίνους Πατέρες, που τιμώνται ως άγιοι σε Ανατολή και Δύση. Τόσο οι Έλληνες όσο και οι Λατίνοι Πατέρες κατά την πρώτη χιλιετία εξέφρασαν την ίδια πίστη και τις ίδιες δογματικές αλήθειες, διότι είχαν φωτιστεί από το ίδιο άγιο Πνεύμα, είχαν τις ίδιες πνευματικές εμπειρίες, ήταν θεοδίδακτοι. Δεν ήταν δυνατόν το άγιο Πνεύμα να διδάξει άλλες αλήθειες στους Λατίνους και άλλες στους Έλληνες Πατέρες. Οι δογματικές αυτές αλήθειες στη συνέχεια αποκρυσταλλώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν στους όρους και τις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων και εκφράζουν το λεγόμενο consensus patrum, δηλαδή την συμφωνία των Πατέρων, ή κατ’ άλλη διατύπωση, «ό,τι πάντοτε, πανταχού και υπό πάντων επιστεύθη». Βεβαίως διαφορές μεταξύ των αγίων Πατέρων, Λατίνων και Ελλήνων, υπάρχουν, αλλ’ αυτές δεν αφορούν τα δόγματα και την πίστη της Εκκλησίας. Αναφέρονται σε άλλης, δευτερευούσης και πάντως μη δογματικής, φύσεως θέματα τα οποία, εφ’ όσον δεν έρχονται σε αντίθεση με την συμφωνία των Πατέρων, θεωρήθηκαν προσωπικές απόψεις. Αντίθετα στη δεύτερη χιλιετία έχουμε Έλληνες Πατέρες που είναι άγιοι της Εκκλησίας μας και Λατίνους «θεολόγους», οι οποίοι όχι μόνον δεν θεωρούνται ως άγιοι από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, αλλά αντίθετα μάλιστα, διατύπωσαν αιρετικές και κακόδοξες θεωρίες, τις γνωστές παπικές και προτεσταντικές πλάνες, τις οποίες ανέτρεψαν και καταδίκασαν με συγγράμματα και Συνόδους οι άγιοι Πατέρες της Ανατολής.

Παρά κάτω ο συγγραφέας μας δίδει ένα παράδειγμα, άστοχο κατά την γνώμη μας, της συμφωνίας μεταξύ των Ελλήνων και Λατίνων Πατέρων. Γράφει: «Πολλοί Ορθόδοξοι, ανάμεσά τους και σοβαροί άνθρωποι, ισχυρίζονται ότι ο Αυγουστίνος δεν κάνει λόγο για τη θέωση του ανθρώπου, αλλά για τη λύτρωσή του με δικανικούς όρους. Η εισήγηση της Isabelle Bochet έδειξε –ακολουθώντας και άλλους που έχουν προηγηθεί– πόσο μεγάλη θέση κατέχει στο έργο του Αυγουστίνου η ιδέα της θέωσης». Σχετικά με τον ιερό Αυγουστίνο και τον ρόλο του στην ανάπτυξη της φραγκολατινικής θεολογίας μεταφέρουμε κάποιες πολύ σημαντικές παρατηρήσεις του αειμνήστου καθηγητού της Δογματικής πρωτ. π. Ιωάννου Ρωμανίδη: «…Ήδη ετονίσαμεν πολλάς σπουδαίας δογματικάς και μεθοδολογικάς διαφοράς μεταξύ του Αυγουστίνου και των Λατίνων και των Ρωμαίων Πατέρων. Εκείνο όμως το οποίον προξενεί την μεγαλυτέραν εντύπωσιν είναι η κακόδοξος ερμηνεία των θεοφανειών και η κατά συνέπειαν σύγχυσις της ακτίστου θείας ενεργείας και της θείας ουσίας. Τούτο σημαίνει ότι όχι μόνον ηγνόει την σχετικήν επί των θεμάτων διδασκαλίαν των Πατέρων και του βαπτίσαντος αυτόν Αμβροσίου, αλλά ιδέαν δεν είχε περί της εμπειρίας της εν Θεώ θεωρίας, ή της θεώσεως, ως βάσιν της αγιογραφικής και πατερικής θεολογίας. Ούτως η υπό του Αυγουστίνου και των γραγκολατίνων ταύτισις της θείας ουσίας και της ακτίστου θείας ενεργείας, ήτο αποτέλεσμα της παραδόξου αγνοίας του περί της εν Χριστώ ζωής των προφητών αποστόλων και αγίων. Ούτως εθεολόγει ουχί βάσει προσωπικής εμπειρίας της εν Χριστώ θεωρίας της ακτίστου δόξης του Θεού, αλλά ούτε βάσει της εμπειρίας των εχόντων την εμπειρίαν ταύτην».[1] Από τα παρά πάνω μπορεί κανείς να βγάλει εύκολα τα συμπεράσματά του, πόσο δηλαδή «Ορθόδοξη» ήταν η περί θεώσεως διδασκαλία του Αυγουστίνου.
Βεβαίως εν προκειμένω γεννάται ένα πελώριο, καυτό και συγκλονιστικό ερώτημα: Πως είναι δυνατόν να τιμάται ως άγιος ένας άνθρωπος, ο οποίος έπεσε σε τόσο σοβαρές δογματικές πλάνες; Η απάντηση βεβαίως είναι ότι δεν ηλέγχθη συνοδικώς και ενέμεινε στις πλάνες του. Θα μπορούσαμε επιπροσθέτως μεταξύ άλλων να σημειώσουμε, ότι τα έργα του Αυγουστίνου έμειναν σχεδόν στην αφάνεια σε Ανατολή και Δύση για διακόσια και πλέον χρόνια μετά τον θάνατό του. Οι Πατέρες της Ανατολής ουσιαστικά αγνοούσαν τον Αυγουστίνο, αφού δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη αξιόπιστες μεταφράσεις από τα λατινικά στα ελληνικά. Έτσι δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να ασχοληθούν συστηματικά με τα έργα του, ώστε να ανατρέψουν τις περί της θεώσεως εσφαλμένες απόψεις του, όπως επίσης και τις άλλες πεπλανημένες διδασκαλίες του σχετικά με το τριαδολογικό δόγμα, (από τις οποίες, ως γνωστόν, πηγάζει η αιρετική διδασκαλία του Filioque), όπως επίσης και τις περί κτιστής Χάριτος αντιλήψεις του. Μόλις τον 7ο αιώνα τον ανέσυραν οι αιρετικοί Φράγκοι από την αφάνεια, για να προβάλλουν τις προσωπικές εσφαλμένες απόψεις του, προκειμένου να αναπτύξουν τις ιδικές τους αιρετικές διδασκαλίες και στη συνέχεια να μεταβάλλουν το Πατριαρχείο της Ρώμης, σε κοσμικό κράτος φεουδαρχικού τύπου, σύμφωνα με τις «περί Πολιτείας του Θεού» αντιλήψεις του ιερού Αυγουστίνου.
Παρά κάτω κάνει λόγο για τις εκδοτικές προσπάθειες των δυτικών των έργων των Πατέρων, Ελλήνων και Λατίνων. Αναφέρεται στη συλλογήSources Chrétiennes, την γνωστή συλλογή των Βενεδικτίνων του αγίου Μαύρου, των mauristes, κατά το 17ο αιώνα (με κορυφαίους, ανάμεσά τους, τον Jean Mabillon και τον Bernard de Montfaucon), και τη συλλογή τουαββά Migne το 19ο αιώνα, στις οποίες συμπεριλήφθηκαν και οι Έλληνες Πατέρες. Μ’ αυτόν τον τρόπο θέλει να δείξει τον «σεβασμό» και την «αγάπη» των Δυτικών προς τους Έλληνες Πατέρες. Δεν χωράει αμφιβολία ότι οι εκδοτικές αυτές προσπάθειες είναι αξιέπαινες. Δεν πρέπει όμως παράλληλα να παραθεωρείται το γεγονός των πολλών, δυστυχώς, πλαστογραφιών και παραχαράξεων των πατερικών κειμένων, Ελλήνων και Λατίνων, κυρίως από ανθρώπους του Βατικανού. Έχει διαπιστωθεί ότι οι δεκάδες κακόδοξες θεολογικές θέσεις του Θωμά Ακινάτη, (1225-1274), οφείλονται σε πλαστογραφημένα και παραποιημένα πατερικά κείμενα, τα οποία του διοχέτευε το Βατικανό. Επίσης φτάνει να μελετήσει κάποιος τα πρακτικά της ψευδοσυνόδου Φεράρας – Φλωρεντίας, (1438-1439), όπου οι παπικοί αντιπρόσωποι παρουσίαζαν πλαστογραφημένα και παραποιημένα πατερικά κείμενα, για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους, των οποίων την πλαστότητα απεδείκνυαν πανηγυρικά οι Ορθόδοξοι, με επικεφαλής τον δεινό θεολόγο άγιο Μάρκο τον Ευγενικό!
Κλείνοντας, θεωρούμε ότι το Συνέδριο αυτό παρουσίασε μεν την ενότητα των Ορθοδόξων Πατέρων, Ανατολής και Δύσεως, της πρώτης χιλιετίας και κατά το κοινώς λεγόμενο, «παραβίασε ανοικτές πόρτες», αλλά αποσιώπησε τεχνηέντως τις χαώδεις διαφορές των Πατέρων της Εκκλησίας με τους αιρετικούς «θεολόγους» της Δύσεως, της δεύτερης χιλιετίας. Το Συνέδριο θα είχε επιτυχία, αν είχε την τόλμη να ασχοληθεί και με πατερικά κείμενα της δεύτερης χιλιετίας, βάζοντας έτσι τον «δάκτυλον εις τον τύπον των ήλων». Θα είχε επιτυχία, αν αναφερόταν στα έργα των μεγάλων αντιπαπικών αγίων, όπως του μεγάλου Φωτίου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς κ.α. Αν είχε την τόλμη να συγκρίνει τα έργα των παρά πάνω αγίων Πατέρων με αυτά του Θωμά Ακινάτη, του Μποναβεντούρα, του Άνσελμου, του Γιόζεφ Ράτσιγκερ κ.α. Η σύγκριση αυτή θα ξεσκέπαζε τις πλάνες και αιρέσεις των θεολόγων της Δύσεως και θα απεδείκνυε  πανηγυρικά και με σαφήνεια ότι ο Δυτικός Χριστιανισμός, (παπικός και προτεσταντικός), έχει απορρίψει την ενιαία Πατερική Παράδοση της πρώτης χιλιετίας, ακριβώς εξ’ αιτίας των αιρετικών αυτών διδασκαλιών. Μια τέτοια όμως σύγκριση «δεν συμφέρει» στους γνωστούς κύκλους της εποχής μας!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών


[1] Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2009, Τομ. Α΄ , σελ.340.

Τρίτη 27 Μαρτίου 2018

Ο 11ΧΡΟΝΟΣ ΓΙΟΣ-ΙΔΙΟΦΥΪΑ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΕΑ ΠΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΟΝ Σ. ΧΟΚΙΝΓΚ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΟΤΙ «ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ»


Μπορεί ν' ακούγεται σαν ψέμα είναι όμως πέρα για πέρα αληθινό. Ο 11χρονος Γουίλιαμ-Βασίλειος Μαϊλης «σπάει» το ηλιακό φράγμα καθημερινά.
Σε μια εποχή που τα περισσότερα παιδιά επικεντρώνονται στο να κερδίσουν το επόμενο επίπεδο σε ένα βιντεοπαιχνίδι ή να παίζουν μπάλα με τους συνομήλικούς τους, ο William “αναλώνεται” στην προσπάθεια να γίνει αστροφυσικός.

Τα περισσότερα παιδιά σε αυτήν την ηλικία ονειρεύονται να γίνουν πυροσβέστης, γιατρός, ίσως ακόμη αστροναύτης ή δάσκαλος, αλλά ο William το μόνο που ονειρεύεται είναι να γίνει αστροφυσικός.
Το αγόρι από την Πενσυλβάνια των ΗΠΑ, αποφοίτησε από το γυμνάσιο τον Μάιο του 2016, στην ηλικία των 9! Αφού ακολούθησε κάποια κολεγιακά μαθήματα έγινε δεκτός στο πανεπιστήμιο Carnegie Mellon το περασμένο φθινόπωρο.

Σύμφωνα με τον Ελληνορθόδοξο ιερέα πατέρα του, Peter Maillis, ο William ξεκίνησε να μιλά στους επτά μήνες από την γέννησή του. Έκανε πρόσθεση 21 μηνών μωρό και πολλαπλασιασμό από την ηλικία των δύο ετών. Μια φορά μάλιστα επηρεασμένος από τα παιδικά βιβλία που του διάβαζαν έγραψε σε αυτήν την ηλικία το δικό του βιβλίο εννέα σελίδων με τίτλο «Happy Cat.

Στα τέσσερα χρόνια, έμαθε άλγεβρα, τη νοηματική γλώσσα και τον τρόπο ανάγνωσης της ελληνικής γλώσσας, και όταν ήταν πέντε, διάβασε ένα ολόκληρο βιβλίο γεωμετρίας 209 σελίδων σε μία νύχτα και ξύπνησε την άλλη μέρα λύνοντας περίπλοκα προβλήματα.

“Αυτό το παιδί είναι κυριολεκτικά ιδιοφυϊα”, αναφέρει η ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Οχάιο, Joanne Ruthsatz.
Η επιθυμία του William να γίνει αστροφυσικός έχει τις ρίζες του στις ισχυρές πεποιθήσεις του. Διαφωνεί με μερικές από τις θεωρίες του Αϊνστάιν και του Χόκινγκ για τις μαύρες τρύπες και έχει τις δικές του ιδέες για να αποδείξει την ύπαρξη του σύμπαντος.

Ο γιος του Έλληνορθόδοξου ιερέα, θέλει να αποδείξει ότι μια εξωτερική δύναμη είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να δημιουργήσει το σύμπαν, πράγμα που σημαίνει ότι «ο Θεός υπάρχει».
Ωστόσο, ο Stephen Hawking, ο οποίος απεβίωσε προ ημερών σε ηλικία 76 ετών, διατύπωσε ένα πολύ διαφορετικό επιχείρημα. «Πριν καταλάβουμε την επιστήμη, ήταν φυσικό να πιστεύουμε ότι ο Θεός δημιούργησε το σύμπαν, αλλά τώρα η επιστήμη προσφέρει μια πιο πειστική εξήγηση», είπε κάποτε ο γνωστός φυσικός.

Οι γονείς του William λένε ότι ποτέ δεν τον ώθησαν προς τις σπουδές του.
«Είμαστε φυσιολογικοί άνθρωποι», εξήγησε ο πατήρ Πέτρος.
Όμως, όταν ο 11χρονος ρωτήθηκε τι είναι το «όνειρο» του, το παιδί θαύμα δεν είχε κανένα δισταγμό στην απάντησή του:
«Θέλω να είμαι αστροφυσικός ώστε να μπορώ να αποδείξω στον επιστημονικό κόσμο ότι ο Θεός υπάρχει», δήλωσε ο Ουίλιαμ σε πρόσφατη συνέντευξη.

Όταν ρωτήθηκε γιατί αισθάνθηκε την ανάγκη να το αποδείξει στους επιστήμονες, η απάντησή του ήταν ακόμη πιο βαθιά:
«Λοιπόν επειδή υπάρχουν αυτοί οι αθεϊστές που προσπαθούν να πουν ότι δεν υπάρχει Θεός, όταν στην πραγματικότητα χρειάζεται περισσότερη πίστη για να πιστέψει κανείς ότι δεν υπάρχει Θεός από ό, τι πως υπάρχει Θεός … Επειδή είναι πιο λογικό ότι κάτι δημιούργησε το σύμπαν από ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε από μόνο του. Χρειάζεται περισσότερη πίστη για να πούμε ότι το σύμπαν αυτοδημιουργήθηκε από το να πει κανείς πως κάτι άλλο δημιούργησε το σύμπαν, επειδή αυτό είναι πιο λογικό».


Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018

Η ΜΕΡΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΟΥ ΟΡΙΣΕ Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΑΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΕΟΡΤΕΣ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙΜΟΥΜΕ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΙΣ "ΕΟΡΤΕΣ" ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ.



Η γιορτή της Γυναίκας... του Πατέρα... της Μάνας... του Θείου... της Θείας... του Γείτονα... του Δένδρου... του Δάσους... του Νερού... του Βουνού... του Ουρανού... και της Μαρμελάδας... κλπ.  

Ας σοβαρευτούμε επιτέλους!

Η μέρα ανήκει στους Αγίους
που όρισε η Ορθόδοξος Αγία Του Χριστού Εκκλησία.
Αυτές τις εορτές εορτάζουμε και τιμούμε
και όχι τις "εορτές" της Νέας Τάξης Πραγμάτων.

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 26η Φεβρουαρίου 2018

Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, δεν ήρθε στον κόσμο για να ιδρύσει κάποια θρησκεία, έστω την καλλίτερη και τελειότερη, αλλά
να ελευθερώσει τον πεσόντα άνθρωπο από τη δουλεία του διαβόλου. Όντας ο άνθρωπος μέσα στον Παράδεισο, δεν του δόθηκε από το Θεό καμιά θρησκευτική πίστη, ή συγκεκριμένη λατρεία προς Αυτόν, διότι η ίδια η ζωή του ήταν, (και θα συνέχιζε να είναι), μια διαρκής δοξολογία και λατρεία του Δημιουργού του. Δεν χρειαζόταν καμιά θρησκεία να τον ενώσει με το Θεό, διότι η κοινωνία μ’ Αυτόν ήταν μια δεδομένη πραγματικότητα.

Όμως η πτώση και η σταδιακή απομάκρυνσή του από το Θεό, έφεραν ως αναπόφευκτο επακόλουθο, τον σκοτισμό του νου του, τη φθορά και τον θάνατο, τον πνευματικό και στη συνέχεια τον βιολογικό. Έτσι δημιουργήθηκε χάσμα μέγα ανάμεσά στον Θεό και στον άνθρωπο, αγεφύρωτο για τις ανθρώπινες δυνατότητες. Ο μεταπτωτικός άνθρωπος, στην προσπάθεια του να γεφυρώσει αυτό το χάσμα και να ενωθεί ξανά με το Θεό, επινόησε, με τη σκέψη και τη φαντασία του, κτιστά υποκατάστατα του Θεού, παρμένα από τον εξωτερικό κόσμο των αισθήσεων. Έτσι δημιούργησε τις διάφορες θρησκείες με τις πεπλανημένες και χονδροειδείς περί Θεού αντιλήψεις του. Ο αείμνηστος καθηγητής της Δογματικής πρωτ. π. Ιωάννης Ρωμανίδης, πολύ ωραία επισημαίνει στη Δογματική του, ότι «με τον όρο θρησκεία εννοούμεν κάθε ‘ταύτισιν’ του ακτίστου με το κτιστό και μάλιστα κάθε ‘ταύτισιν παραστάσεων’ του ακτίστου με νοήματα και ρήματα της ανθρωπίνης σκέψεως, που είναι το θεμέλιο της λατρείας των ειδώλων».1 Και συνεχίζει: «Οι πατριάρχαι και οι προφήται της Παλαιάς Διαθήκης, οι απόστολοι και οι προφήται της Καινής Διαθήκης και οι διάδοχοί των γνωρίζουν καλώς την νόσον της θρησκείας και τον ιατρόν που θεραπεύει, δηλαδή τον Κύριον, (Γιαχβέ) της δόξης. Αυτός είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών. Εθεράπευσε την νόσον αυτήν, [της θρησκείας], στους φίλους και πιστούς του προ της ενσαρκώσεως του και συνεχίζει και ως Θεάνθρωπος να την θεραπεύει.  Η εν λόγω  νόσος συνίσταται εις το ότι υπάρχει βραχυκύκλωμα μεταξύ του πνεύματος εν τη καρδία του ανθρώπου, (δηλαδή της κατά τους πατέρας νοεράς ενεργείας), και του εγκεφάλου. Εις την φυσιολογικήν της κατάστασιν η νοερά ενέργεια κινείται κυκλικώς ωσάν στρόφαλος  προσευχομένη εντός της καρδίας. Εις την νοσούσαν κατάστασίν της η νοερά ενέργεια δεν στροφαλίζεται κυκλικώς, αλλά ξεδιπλωμένη και ριζωμένη εις την καρδίαν κολάει στον εγκέφαλον και δημιουργεί βραχυκύκλωμα μεταξύ εγκεφάλου και καρδίας. Έτσι τα νοήματα του εγκεφάλου, που είναι όλα από το περιβάλλον, γίνονται νοήματα της νοεράς ενεργείας, ριζωμένη πάντα στην καρδίαν. Έτσι ο πάσχων γίνεται δούλος του περιβάλλοντος του . Ως εκ τούτου συγχέει ορισμένα προερχόμενα εκ του περιβάλλοντος του νοήματα με τον θεόν, η τους θεούς του…Εις την θεραπευτικήν παράδοσιν της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης χρησιμοποιούνται κατάλληλα νοήματα και ρήματα ως μέσα κατά την διάρκειαν της καθάρσεως  και του φωτισμού της καρδίας και τα οποία καταργούνται κατά την διάρκειαν του δοξασμού, όταν αποκαλύπτεται εν τω  σώματι του Χριστού η πληρούσα τα κτιστά πάντα απερίγραπτος και ακατάληπτος και άκτιστος δόξα του Θεού… Από τον δοξασμόν του ο πάσχων διαπιστώνει ότι ουδεμία ομοιότης υπάρχει μεταξύ κτιστού και ακτίστου και ότι ‘Θεόν φράσαι αδύνατον και νοήσαι αδυνατότερον’».2 Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής συμπληρώνει ότι ο άνθρωπος «εικότως οία του νοητού κάλους ήδη της θείας ωραιότητος διαμαρτήσας, την φαινομένην κτίσιν εις Θεόν παρεγνώρισεν δια την αυτής προς σύστασιν σώματος χρείαν θεοποιήσας. Και το σώμα το ίδιον οικείως έχον κατά φύσιν προς την νομισθείσαν είναι θεόν κτίσιν, κατά το εικός ηγάπησε, κατά πάσαν σπουδήν, δια της περί μόνον το σώμα φροντίδος και επιμελείας, λατρεύων τη κτίσει παρά τον κτίσαντα».3 Tέλος ο απόστολος Παύλος επιβεβαιώνοντας όλα τα παρά πάνω επισημαίνει ότι «γνόντες τον Θεόν ουχ ως Θεόν εδόξασαν η ευχαρίστησαν, αλλ’ ἐματαιώθησαν εν τοις διαλογισμοίς αυτών, και εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία• φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν, και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών», (Ρωμ.1,21-23). 

Δεν είναι τυχαίο το ότι οι θρησκείες του προχριστιανικού και του εξωχριστιανικού παρελθόντος, αλλά και του παρόντος, υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι, η αγιάτρευτη πληγή της ανθρωπότητας, η πηγή της δεισιδαιμονίας, του σκοταδισμού, της ανηθικότητας, της βίας, του πολέμου, των γενοκτονιών, της καταπίεσης, της εκμετάλλευσης και κάθε μορφής κακού. Και τούτο διότι ο αντίδικος διάβολος άρπαξε την δημιουργηθείσα ανάγκη της θρησκευτικότητας και την έθεσε στη δική του σκοπιμότητα, να λατρεύεται ως θεός μέσω των ψευδοθεών των θρησκειών του κόσμου. Στην εποχή μας, όπου κυριαρχεί οι οικουμενιστικός οίστρος, προβάλλονται δυστυχώς οι θρησκείες του κόσμου «ως αξίες» και επιχειρείται να παραβλεφθούν όλα τα αρνητικά τους στοιχεία. Και ακόμη περισσότερο: Επιδιώκεται να έρθουν οι θρησκείες «κοντά», για να υπάρξει δήθεν «ειρήνη» και «καταλλαγή» και το χειρότερο, να υπάρξει «εμπλουτισμός» των επί μέρους θρησκειών από τον «πλούτο» των άλλων θρησκειών, που σημαίνει ότι έτσι ετοιμάζεται η σχεδιαζόμενη Πανθρησκεία! Μάλιστα μεταξύ των θρησκειών ενέταξαν και την Ορθόδοξη Εκκλησία και αποφάνθηκαν, ότι και εμείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε στον ίδιο Θεό, με τους Μουσουλμάνους και τους Εβραίους! Κύριο «εργαλείο» προς αυτή την κατεύθυνση είναι, οι χωρίς όρια και προϋποθέσεις, Διαθρησκειακοί Διάλογοι.

Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο δημοσίευμα στην εφημερίδα «Εφημερίδα των Συντακτών» (φ. 4-2-2018), του κ. Αποστόλου Λυκεσά, με τίτλο: «Στις θρησκείες της Ανατολής βρήκαν τη μέθοδο να αγαπάς τον άνθρωπο». Στο άρθρο γίνεται προβολή των προσώπων και του έργου δύο θεολόγων καθηγητών του ΑΠΘ, του κ. Γρηγόρη Ζιάκα, ομότιμου καθηγητού και της κόρης του κ. Αγγελικής Ζιάκα, αναπληρώτριας καθηγήτριας. Μελετήσαμε με προσοχή τις δηλώσεις των ειρημένων καθηγητών και μείναμε έκπληκτοι, διότι δεν περιμέναμε τέτοιου είδους δηλώσεις από ορθοδόξους καθηγητές της Θεολογίας.Παρά κάτω σχολιάζουμε μερικές εξ’ αυτών. 

Γράφει ο κ. Ζιάκας: «Εντρυφώντας στις ανατολικές θρησκείες έμαθα τον τρόπο να προσεγγίζει κάποιος αντιλήψεις και προσδοκίες άλλων λαών, κυρίως βρήκα τη μέθοδο να αγαπά κανείς τον άνθρωπο»! 
Αλλά, που αλλού μπορεί να βρει κανείς «τη μέθοδο να αγαπά τον άνθρωπο», παρά μόνον εν τω  Χριστώ, δια του Χριστού και εν τη Εκκλησία, αφού ο Χριστός είναι κατά την διδασκαλία της Εκκλησίας μας η ενυπόστατη, η σαρκωμένη αγάπη, Εκείνος ο οποίος συνόψισε όλο το περιεχόμενο της Καινής του Διαθήκης στην εντολή της αγάπης προς τον πλησίον; «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους», (Ιω.13,34). Είναι αδύνατο λοιπόν σύμφωνα με την διδασκαλία, αλλά και την εμπειρία της Εκκλησίας μας, να βρει κανείς «τη μέθοδο να αγαπά τον άνθρωπο» πραγματικά, έξω από τον Χριστό και την Εκκλησία και μέσα στα άλλα θρησκεύματα.
Είναι φανερό ότι ο κ. καθηγητής, περιπλανώμενος μέσα στις θρησκείες του κόσμου, έψαξε να βρει την αληθινή αγάπη προς τον πλησίον εκεί που δεν υπάρχει. Και αυτό, που νόμισε ότι βρήκε, φυσικά δεν είναι η εν Χριστώ αληθινή προς τον πλησίον αγάπη. Δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια καρικατούρα, ένα φάσμα κίβδηλης και ψεύτικης αγάπης. Διότι, πως είναι δυνατόν να βρει κανείς αληθινή αγάπη στον απόκοσμο και ατομοκεντρικό Ινδουισμό, στον εχθρό της ζωής Βουδισμό, στους Σιχ, οι οποίοι έχουν κάνει συχνά φρικτά μαζικά εγκλήματα μέσα στους ναούς τους, στο Ισλάμ και το «ιερό» του βιβλίο, το Κοράνιο, το οποίο είναι γεμάτο από μίσος και εκδικητικότητα για τους «απίστους», και εξωθεί τους πιστούς του να έχουν διαπράξει και να διαπράττουν εκατομμύρια ειδεχθή εγκλήματα, στους 13 αιώνες της ιστορίας του; 

Παρά κάτω γράφει: «Όταν είχα ξεκινήσει να ασχολούμαι με τις ανατολικές θρησκείες σε επίπεδο μελέτης, μου λέγανε “τι τα θες κι ασχολείσαι μ’ αυτά;”, αλλά όταν τέλειωσα τη μελέτη μου για το Ισλάμ, ο επικεφαλής καθηγητής μου είπε πως “κάθε ύμνος ηττάται” μπροστά στη δουλειά που είχα κάνει. Εγώ, ερευνώντας και μαθαίνοντας, βρήκα τον έρωτα της ψυχής του ανθρώπου για το Κάτι Άλλο, το πέρα από τις πεζότητες». Είναι δυνατόν ο έρωτας της ψυχής ενός ορθόδοξου Χριστιανού και πολύ περισσότερο ενός καθηγητού, να είναι το «Κάτι Άλλο», και όχι ο Χριστός, ο επουράνιος Νυμφίος της Εκκλησίας; Με τον τρόπο που εκφράζεται δηλώνει σαφέστατα ότι   δε μπόρεσε να βρει «τον έρωτα της ψυχής του» στο Νυμφίο της Εκκλησίας, στο Χριστό, αλλά στο «Κάτι Άλλο» των ανατολικών θρησκευμάτων! Η ορθόδοξη θεολογία, την οποία σπούδασε και υπηρέτησε, μάλλον, θα είναι κατ’ αυτόν, «πεζότητα» και ελάσσονος σημασίας, μπροστά στο «Κάτι Άλλο», που υπάρχει μόνο στα ανατολικά θρησκεύματα.

Παρά κάτω γράφει: «Στα 82 χρόνια του σήμερα συμπεραίνει για την επιστήμη του πως όσο κι αν ακουστεί περίεργο, παρότι η αναζήτηση του θείου έχει μεταφυσικό χαρακτήρα, η επιστήμη μου υπηρετεί τον ορθό λόγο»! Χαρακτήρα μεταφυσικής αναζήτησης του θείου έχουν οι θρησκείες του κόσμου, που εκφράζουν την απέλπιδα και αγωνιώδη προσπάθεια του ανθρώπου, να βρει τον Θεό και να επιτύχει τη λύτρωσή του, όπως και ο αιρετικός δυτικός χριστιανισμός του σχολαστικισμού. Για μας τους ορθοδόξους δεν τίθεται θέμα αναζήτησης του Θεού, διότι ο Θεός είναι Εκείνος ο Οποίος ήλθε «ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» (Λουκ.19,10) και είναι μαζί μας «πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20). Ισχυρίζεται επίσης ότι «η επιστήμη μου υπηρετεί τον ορθό λόγο». Η έρευνα των θρησκειών του κόσμου ασφαλώς και έχει επιστημονικό χαρακτήρα, διότι οι θρησκείες ως ανθρώπινα κατασκευάσματα μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και μπορούν να προσεγγιστούν με τον ορθό λόγο. Αν λοιπόν με τη λέξη «επιστήμη» εννοεί το μάθημα της Θρησκειολογίας έχει καλώς. Αν όμως εννοεί την Ορθόδοξη Θεολογία, τότε δεν πρέπει να ξεχνά ότι η αυθεντική Ορθόδοξη Θεολογία είναι αποκάλυψη Θεού στους αξίους, στους διαβεβηκότας δια πράξεως και θεωρίας και δεν έχει καμία σχέση με την επιστημονική έρευνα και τον ορθό λόγο.

Στη συνέχεια γράφει: «Μέχρι σήμερα προσπάθησα να δω τα πνευματικά αγαθά των ανθρώπων. Ασχολήθηκα με τις διαχρονικές αξίες της ανθρωπότητας. Έτσι αγαπά κανείς»! Ανάλωσε την ζωή του ο κ. καθηγητής για να βρει «τα πνευματικά αγαθά των ανθρώπων», (προφανώς μελετώντας τις θρησκείες του κόσμου), αλλά δεν μπορεί τελικά να μας βεβαιώσει, αν τα βρήκε και ποια είναι αυτά. Δεν φαίνεται να είναι σε θέση να μας εξηγήσει από που πηγάζουν αυτά τα πνευματικά αγαθά. Αδυνατεί να μας  βεβαιώσει ότι το πρώτο πνευματικό αγαθό, η πρώτη και ανεκτίμητη πνευματική δωρεά του Θεού στην ανθρωπότητα είναι ο Χριστός και το απολυτρωτικό του έργο. Κατ’ επέκταση κάθε άλλη πνευματική δωρεά πηγάζει από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, αυτό δηλαδή που ομολογούμε κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας: «Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθεν εστι καταβαίνων εξ’ ου του Πατρός των φώτων». Δεν φαίνεται επίσης να είναι σε θέση να μας εξηγήσει, από που πηγάζουν οι «διαχρονικές αξίες της ανθρωπότητας». Από που πηγάζει δηλαδή η ελευθερία, η αγάπη, η δικαιοσύνη, η ισότης μεταξύ των ανθρώπων, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ. Αν ανοίξει κανείς το ευαγγέλιο, πολύ εύκολα θα διαπιστώσει ότι όλες οι παρά πάνω διαχρονικές αξίες ενσαρκώνονται στο πρόσωπο του Χριστού. Και μόνον μέσα στην Εκκλησία και με τη δύναμη του αναστάντος Χριστού είναι σε θέση το κάθε πιστό μέλος της να κάνει βίωμα και πράξη στη ζωή του τις παρά πάνω διαχρονικές αξίες. 

Η κόρη του, κα Αγγελική Ζιάκα, αναφέρθηκε στην «παρεξηγημένη» ισλαμική θρησκεία. Γράφει: «είναι σπουδαίο που τα ανοίγματα αυτά [προς τις άλλες θρησκείες], τα έχουν κάνει θεολογικές σχολές (άνοιγμα από το 1960) σε θρησκείες, άρα και κουλτούρες, καθώς κάθε μέρα που περνά διαπιστώνουμε ότι το πεδίο είναι τεράστιο, αφού ‘δεν υπάρχει ενιαία αντίληψη του Ισλάμ ακόμη και στον μουσουλμανικό κόσμο, όχι μόνο θρησκευτικά, αλλά και πολιτιστικά και πολιτικά’»! Θεωρεί σπουδαίο η κ. Ζιάκα και μεγάλο επίτευγμα, το γεγονός ότι στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ έχει εισαχθεί πρόσφατα Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών, στην οποία μάλιστα είναι και επιστημονικά υπεύθυνη. Καυχάται μ’ άλλα λόγια, διότι «αξιώνεται» να διδάσκει το Ισλάμ, που υβρίζει τον Χριστό ως κτίσμα και τον ορίζει ως προφήτη, κατώτερο του Μωάμεθ, και τα διδάγματα του Κορανίου, που είναι γεμάτα από ύβρεις και βλασφημίες κατά της πίστεώς μας, τα οποία οι άγιοι Πατέρες και ιδιαίτερα ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, χαρακτηρίζουν ως «γέλωτος άξια». 

Σχετικά με το θέμα αυτό πολύ σοφά παρατηρεί σύγχρονος ομολογητής κληρικός ότι: «Η επιχειρούμενη ενσωμάτωση του Τμήματος Ισλαμικών Σπουδών αποτελεί: «άμικτο μίξη», ανόσια παρεμβολή, ανίερη σύζευξη, …καταιγίδα στην ορθόδοξη θεολογία και εκκλησιαστική μας ενότητα, απαράδεκτη, διεθνώς, πανεπιστημιακή πράξη, εμπέδωση των ξενοκίνητων και επίβουλων διαθρησκειακών συναντήσεων, προοίμιο της νεοεποχίτικης πανθρησκείας. Ποιά σύνδεση μπορεί να υπάρξει μεταξύ της ακτίστου χάριτος και της ψευδοπροφητικής ιδεοληψίας του Κορανίου; της εν Αγίω Πνεύματι εμπειρικής θεολογίας των αγίων μας και των εκφυλισμένων θρησκευτικών διατάξεων της Σαρίας; Πως είναι δυνατόν να συνυπάρξουν η αλήθεια με το ψέμα, η αγάπη με το μίσος, το φως με το σκοτάδι; Με ποιά λογική μπορεί να συνδυαστούν ο ιερός πόλεμος (τζιχάντ) που κηρύσσει το Κοράνιο εναντίον κάθε αντιθέτου πίστεως προς το Ισλάμ, με την ειρήνη και την αγάπη που διδάσκει το ιερό Ευαγγέλιο του Χριστού και της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας; Με ποιά λογική μπορεί να συνδυαστούν η ορθόδοξη θεολογία της θεώσεως …με τους φανταστικούς παραδείσους και τις επαγγελίες ηδονικών απολαύσεων και γευστικών εδεσμάτων που υπόσχεται το Κοράνιο;». 

Περαίνοντας εκφράζουμε τη λύπη μας και την απογοήτευσή μας για την κατάπτωση της σύγχρονης  ακαδημαϊκής Ορθοδόξου διδασκαλίας, η οποία απομακρύνθηκε παρασάγγας από την αγιοπατερική Παράδοση. Τα λεγόμενα και πραττόμενα από τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς (και όχι μόνο) θεολόγους είναι αρεστά από τους έχοντες κοσμικό φρόνημα και τις επιδιώξεις της παγκοσμιοποίησης, η οποία έρχεται, ως οδοστρωτήρας μεγατόνων, για να συνθλίψει την μόνη σώζουσα ορθόδοξη πίστη της Εκκλησίας μας. Ο πιστός λαός μας μπορεί να μην γνωρίζει θεολογία, έχει όμως την εμπειρική σχέση με την Εκκλησία μας, η οποία του δίνει τη δυνατότητα να ξεχωρίζει το γνήσιο από το νόθο.Είμαστε σίγουροι λοιπόν ότι οι περισσότεροι από όσους διάβασαν τις δηλώσεις τους κατάλαβαν ότι αυτές δεν εκφράζουν την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία του πιστού λαού!   

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

ΜΕΤΑ ΤΟ FILIOQUE (ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΟ "ΠΙΣΤΕΥΩ") ΑΛΛΑΖΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ Ο "ΑΛΑΘΗΤΟΣ" ΠΑΠΑΣ...

Εν Πειραιεί τη 18η Ιανουαρίου 2018

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΘΥΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ «ΔΙΟΡΘΩΣΕΩΣ» 
ΤΗΣ «ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ» ΑΠΟ ΤΟΝ κ. ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ;


Το Βατικανό δεν είναι εκκλησία, αλλά κρατική οντότητα, οργανωμένο κράτος, με σαφή φεουδαρχική δομή και με απόλυτο μονάρχη του τον «πάπα», ο οποίος δεν διαφέρει σε τίποτε από τους φεουδάρχες Φράγκους του μεσαίωνα. Το κρατίδιο αυτό αποτελεί πιστή αντιγραφή, ή μάλλον επιβίωση, των φεουδαρχικών μεσαιωνικών ηγεμονιών, όπου ο φεουδάρχης, ως απόλυτος ηγεμόνας, ενσάρκωνε και συγκέντρωνε όλες τις εξουσίες στο πρόσωπό του, ήτοι: την πολιτική, την νομοθετική, τη θρησκευτική, την εκτελεστική, κλπ. Ο «πάπας» αποτελεί μια θλιβερή επιβίωση του μεσαιωνικού φεουδαρχισμού, ο οποίος κυβερνά το «κράτος του Θεού»«ελέω Θεού», ισόβια, χωρίς αντιπολίτευση, χωρίς κριτική στις επιλογές του, ενσαρκώνοντας ταυτόχρονα και την ύπατη εκκλησιαστική εξουσία, την οποία ανήγαγε σε απόλυτη παγκόσμια κυριαρχία!  Από το 1012, δυστυχώς, το σεβάσμιο Πατριαρχείο της Δύσεως καταλήφθηκε από τον φραγκικό φεουδαρχισμό και υποτάχθηκε στον φράγκο υπερηγεμόνα, ο οποίος σφετερίζεται και την ιερατική εξουσία μέχρι τις μέρες μας.

Για να στηριχθεί η νέα φραγκική ηγεμονία, η οποία με την κατάληψη του πατριαρχικού θρόνου της Ρώμης εξέλαβε τεράστια δύναμη, επινοήθηκαν τερατώδη δόγματα, τα οποία δεν ήταν απλά πρωτόγνωρα για την παράδοση της Εκκλησίας, αλλά σαφώς αντιχριστιανικά, όπως το ψευδέστατο«πέτρειο δόγμα». Κατ’ ακολουθία, ως συνέπεια του «πετρείου δόγματος», διακηρύχτηκε το «πρωτείο» πάσης εξουσίας και κατά συμπάσης της Εκκλησίας. Η φραγκικής επινοήσεως απόλυτη εξουσία έπρεπε να εφαρμοστεί με ακρίβεια από τον νέο παγκόσμιο ηγεμόνα, ο οποίος ενθρονίστηκε στο θρόνο της «αιώνιας πόλεως», της παλιάς πρωτεύουσας του κόσμου, μέχρι την μεταφορά της πρωτευούσης του Ρωμαϊκού Κράτους στη Νέα Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη, από τον Μ. Κωνσταντίνο το 330. Είναι γνωστός από την ιστορία ο περιβόητος «Περί Περιβολής Αγώνας» (1075-1122), για να εδραιωθεί η παπική υπερεξουσία, έως ότου ο «πάπας», «καθιερώθηκε» το 1123 από την A΄ «Σύνοδο» του Λατερανού, ως ο«αντιπρόσωπος του Θεού στη γη», στον οποίο «θείω δικαίω, ανήκουν όλες οι εξουσίες του κόσμου». Απαίτησε και κατόρθωσε να λαμβάνουν από τα χέρια του την εξουσία τους οι ηγεμόνες της Δύσεως. Όποιος αντιδρούσε σε αυτή την πρακτική, «αφορίζονταν» και οι υπήκοοί του διατάσσονταν να μην υπακούουν στην εξουσία του. Για να ανακτήσει την εύνοιά του Φράγκου υπερηγεμόνα της Ρώμης, έπρεπε να ταπεινωθεί οικτρά ενώπιον  του και να δηλώσει την απόλυτη υποταγή του σ’ αυτόν! Είναι γνωστή η περίπτωση του «πάπα» Γρηγορίου Ζ΄ (1073-1085), ο οποίος το 1077, ανάγκασε τον πανίσχυρο γερμανό αυτοκράτορα Eρρίκο Δ΄ (1056-1106), να παρουσιαστεί γονατιστός μπροστά του, ρακένδυτος και ξυπόλητος, για να του ζητήσει συγγνώμη, επειδή είχε αμφισβητήσει την εξουσία του! Δεν μας χωρίζουν παρά μερικές δεκαετίες από τότε που ο «πάπας» πάτησε στη γη, αφού για χίλια χρόνια τον κουβαλούσαν μονίμως οι καρδινάλιοί του στην πλάτη τους! Προφανώς η ιστορία δε γνωρίζει παρόμοια περίπτωση υπερηγεμόνα!   

Το δεύτερο ήταν το «αλάθητο». Οι Φράγκοι, «ελέω Θεού» ηγεμόνες, νομοθετούσαν σύμφωνα με τη δική τους θέληση, χωρίς να ζητούν τη γνώμη κανενός, την οποία θεωρούσαν αλάθητη και δεν δέχονταν καμιά κριτική στις αποφάσεις τους. Τώρα ο υπερηγεμόνας της Ρώμης, όχι απλά θεωρούσε τον εαυτό του «αλάθητο», αλλά το ανήγαγε σε εκκλησιαστικό δόγμα, με την Α΄ Βατικανή «Σύνοδο» (1870). Σύμφωνα με τη δογματική διατύπωση, ο «πάπας» τίθεται υπεράνω, όχι μόνον των επισκόπων, αλλά και των Οικουμενικών Συνόδων. Την αλήθεια πλέον δεν την εκφράζει η Οικουμενική Σύνοδος, η Εκκλησία, αλλά ο «αλάθητος πάπας»! Οι Σύνοδοι καθίστανται συμβουλευτικά όργανα του «πάπα» και όχι εκφραστές της αλήθειας! Φρίκη προκαλεί η ανάγνωση των αποφάσεών της εν λόγω «Συνόδου» και οι «αναθεματισμοί» της εναντίον όλων όσων δεν δεχόμαστε το δαιμονικό αυτό δόγμα!

Τόσο το «πρωτείο», όσο και το «αλάθητο» του «πάπα», αποτελούν τους δύο βασικούς πυλώνες του παπισμού, τους οποίους υπερασπίζεται αμετακίνητα. Όλες τις κακοδοξίες του ο παπισμός, μπορεί να απορρίψει, αυτές τις δύο όχι, διότι αποτελούν την πεμπτουσία του. Γι’ αυτό και στους θεολογικούς διαλόγους, το μεν «αλάθητο» παραμένει απόλυτα ανέγγιχτο, το δε «πρωτείο» επιχειρείται να «κατανοηθεί» από τους ορθοδόξους (;)!

Ένα παράδοξο γεγονός των τελευταίων ημερών και μάλιστα του Αγίου Δωδεκαημέρου, ήρθε να επιβεβαιώσει με τον πλέον σαφή τρόπο τις προθέσεις του «πάπα» Φραγκίσκου για την άσκηση του «πρωτείου» και του «αλάθητου». Να δηλώσει για πολλοστή φορά ότι αυτός βρίσκεται υπεράνω της Εκκλησίας, και ακόμη χειρότερα: υπεράνω του Χριστού! Ότι μπορεί να αμφισβητεί, να κριτικάρει και να διορθώνει ακόμα και τα Αγιογραφικά Κείμενα της Εκκλησίας! Καταφέρθηκε κατά της «Κυριακής Προσευχής», του γνωστού «Πάτερ ημών», στο οποίο διαπίστωσε «λάθος διατύπωση»!  Ιδού η απίστευτη είδηση: «Τώρα ο Πάπας Φραγκίσκος θεωρεί ότι η προσευχή που έδωσε ο Θεάνθρωπος στους ανθρώπους χρήζει… επιμέλειας! Διαφωνεί με το “μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν”, τουλάχιστον όπως λέγεται αγγλικά -“lead us not into temptation”- ή παρομοίως και σε άλλες γλώσσες. “Δεν είναι μια καλή μετάφραση”, δήλωσε ο Πάπας, σύμφωνα με το Reuters. Η φράση “Μην μας αφήνετε να πέσουμε στον πειρασμό”, την οποία η Καθολική Εκκλησία στη Γαλλία έχει αποφασίσει να χρησιμοποιήσει προηγουμένως, θα ήταν μια πιο κατάλληλη εναλλακτική λύση, δήλωσε. “Δεν είναι καλή μετάφραση, γιατί μιλά για ένα Θεό που προκαλεί τον πειρασμό. Ένας πατέρας δεν το κάνει αυτό, ένας πατέρας σε βοηθά να σηκωθείς όρθιος άμεσα. Είναι το έργο του Σατανά να μας οδηγεί στον πειρασμό, αυτή είναι η ειδικότητά του” είπε ο Πάπας Φραγκίσκος» (Ιστ. http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2017/12/blog-post_ 817. html# ixzz 53Zil0ecP).  

Ο κ. Φραγκίσκος, «δογματικά» κατοχυρωμένος, ως «αλάθητος» και «υπέρτατος διδάσκαλος της καθολικής εκκλησίας», δεν έκαμε τίποτε περισσότερο από το να ασκήσει το «καθήκον» του, που του ανέθεσε η «καθολική εκκλησία», δια της Α΄ Βατικανείου «Συνόδου». Να προσθαφαιρεί δόγματα της Εκκλησίας, σύμφωνα με τη δική του θέληση. Τώρα να αμφισβητεί και την Αγία Γραφή! Αλλά, είναι γνωστό τοις πάσι, πως ο ίδιος «πάσχει» θεολογικά, αφού ως τώρα δεν έχει αρθρώσει ούτε έναν σοβαρό θεολογικό λόγο, παρά μόνο αποσπασματικές φράσεις, οι οποίες συχνά είναι δυσνόητες και ακαταλαβίστικες. Δεν έχει δημοσιεύσει ούτε ένα θεολογικό δοκίμιο, παρ’ όλο που κατέχει τον τίτλο του «διδασκάλου της καθολικής εκκλησίας»

Τον «σκανδάλισε» η φράση «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν», θεωρώντας, μέσα στην θεολογική του πενία και ασχετοσύνη του, ότι με την Κυριακή Προσευχή παρακαλούμε το Θεό να μην μας οδηγεί Εκείνος στον πειρασμό! Δεν είναι προφανώς σε θέση να μελετήσει τις Άγιες Γραφές από το πρωτότυπο κείμενο, για να δει το πραγματικό τους νόημα! Ο ταγμένος από την «εκκλησία» του να είναι ο «αλάθητος διδάσκαλός» της, δεν έχει σχέση με τη γλώσσα των Αγίων Γραφών και καταφεύγει στις μεταφράσεις, οι οποίες, μοιραίως και αναπόφευκτα, εμπεριέχουν λάθη! Σήμερα σε όλες τις θεολογικές σχολές του κόσμου οι φοιτητές διδάσκονται αρχαία ελληνικά, (όπως και εβραϊκά), για να μπορούν να μελετούν τα Ιερά Κείμενα στο πρωτότυπο, ο κ. Φραγκίσκος, ο «διδάσκαλος της καθολικής εκκλησίας» είναι άσχετος με τα πρωτότυπα Αγιογραφικά Κείμενα και κάνει κριτική στις μεταφράσεις τους! 

Θα μπορούσε όμως, εφ’ όσον ο ίδιος δεν είναι σε θέση να μελετήσει τα Ιερά Κείμενα στο πρωτότυπο, να συμβουλευτεί τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι μας άφησαν σπουδαία ερμηνευτικά σχόλια στις Άγιες Γραφές και μας έλυσαν όλες τις απορίες μας σε δύσκολα χωρία. Εν προκειμένω θα μπορούσε να μελετήσει τους Πατέρες της Δύσεως και ιδιαιτέρως τον άγιο Αμβρόσιο Μεδιολάνων (339-397), ο οποίος υπομνημάτισε την Κυριακή Προσευχή και δεν άφησε «σκοτεινά» σημεία παρανοήσεων. Αλλά, απ’ ότι φαίνεται, ο κ. Φραγκίσκος δεν είναι σε θέση να μελετήσει ούτε τους Πατέρες της Δύσεως, διότι ίσως δεν κατέχει προφανώς ούτε την λατινική γλώσσα.  

Αν είχε όμως τη διάθεση να συμβουλευτεί τους Πατέρες της Εκκλησίας, θα μπορούσε να βοηθηθεί από τους πολυπληθείς συμβούλους του, οι οποίοι γνωρίζουν άριστα αρχαία ελληνικά και λατινικά. Όμως, απ’ ότι φαίνεται, δεν το έκανε. Ο λόγος είναι προφανής: η άσκηση του «αλαθήτου» του δεν του επιτρέπει να κάμει κάτι τέτοιο, διότι αυτό θα αναιρούσε πανηγυρικά αυτή την ιδιότητά του! 

Η Κυριακή Προσευχή κατέστη, από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, η κυριότερη προσευχή στην Εκκλησία μας, διότι είναι θεοδίδακτη, μας την δίδαξε ο Ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, παροτρύνοντάς μας να τη χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας προσευχή και να την έχουμε ως πρότυπο για κάθε άλλη προσευχή μας (Ματθ.6,9). Κι’ αυτό διότι, παρ’ όλο σύντομη και περιεκτική, συμπεριλαμβάνει τη δέουσα δοξολογία προς το Θεό και τα απαραίτητα αιτήματά μας προς Αυτόν. Για τούτο πάμπολλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας την ερμήνευσαν και την υπομνημάτισαν κατά πλάτος, αναδεικνύοντας τον πλούτο των νοημάτων της και την χρησιμότητά της για τους πιστούς.  Παρ’ όλα αυτά ο άνθρωπος αυτός, με την πενιχρή έως ανύπαρκτη θεολογική του κατάρτιση, «διαπίστωσε» λάθος σε αυτή και βάλθηκε να τη διορθώσει! 

Η παράκληση στην Κυριακή Προσευχή «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν», δεν έχει τη σημασία που της έδωσε ο κ. Φραγκίσκος. Ο Θεός είναι το απόλυτο αγαθό και ως εκ τούτου δεν έχει την παραμικρή σχέση με το τραγικό πρόσωπο και το έργο του Σατανά, ο οποίος, μόνος αυτός, πειράζει τους ανθρώπους για να τους αποσπάσει από το Θεό και να τους οδηγήσει στην αμαρτία, στη φθορά και το θάνατο. Είναι μεγάλη ύβρη να σκεφτούμε πως ο Θεός θα μπορούσε να μας παραδώσει στον μεγάλο αντίδικό μας, τον απ’ αρχής ανθρωποκτόνο διάβολο, για να μας καταστρέψει. Η σημασία της φράσεως είναι να μας προφυλάξει με την άκτιστη ενέργειά Του και τη χάρη Του να μην πέσουμε στα δίχτυα του διαβόλου. Αυτό μαρτυρεί η επόμενη φράση: «αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Ο άγιος Αμβρόσιος ερμήνευσε ως εξής την «επίμαχη» φράση: «Ας το προσέξουμε αυτό: “Μη εισενέγκεις”, μη μας αφήνεις να πέσουμε σε πειρασμό, στον οποίο δεν μπορούμε να αντισταθούμε. Δεν λέγει: “Μη μας οδηγείς στον πειρασμό”. Αλλά σαν αθλητές, πού θέλουμε να αγωνιστούμε, ζητάμε να έχουμε την δύναμη ν᾿ αντισταθούμε στον εχθρό, δηλαδή στην αμαρτία. Ο Κύριος, που σήκωσε στους ώμους Του τις αμαρτίες μας και συγχώρησε τα λάθη μας, είναι ικανός να μας προστατεύσει και να μας φυλάξει από τα τεχνάσματα του διαβόλου…» (Ερμηνεία του Πάτερ ημών, από τις Κατηχήσεις του Αγίου Αμβροσίου, επισκόπου Μεδιολάνων). Αλλά ο κ. Φραγκίσκος, μέσα στον υπέρμετρο εγωισμό του, δεν έλαβε υπόψη του τον αγιασμένο και θεοφώτιστο Επίσκοπο της αρχαίας Εκκλησίας, ανάγοντας τον εαυτό του υπεράνω όλων, ακόμα και των Αγίων! 

Θεωρούμε την πρωτοφανή αυτή πρόθεσή του αξιοπρόσεκτη, διότι ως τώρα ο «πάπας» της Ρώμης διόρθωνε τις Οικουμενικές Συνόδους, καθιέρωνε δόγματα, άγνωστα και εν πολλοίς αντίθετα με την πίστη της Εκκλησίας, πλαστογραφούσε τους Πατέρες και χάλκευε ψευδεπίγραφα κείμενα (Ψευδοκωνσταντίνειος Δωρεά, Ψευδοκλημέντια, Ψευδοπιπίνειος Δωρεά, Ψευδοϊσιδώριες Διατάξεις, κλπ.), για να «θεμελιώσει» τις κακοδοξίες του και να επιβάλλει την κυριαρχία του. Τώρα «βάζει χέρι» και στην Αγία Γραφή! Άρχισε την διόρθωση των θεόπνευστων Ιερών Κειμένων. Είναι ίσως η αρχή μιας νέας εποχής καθιερώσεως κακοδοξιών, οι οποίες θα θεμελιώνονται στα παραποιημένα από τον παπισμό Αγιογραφικά Κείμενα! Θεωρούμε επίσης ανησυχητικό το γεγονός, πως ουδεμία αντίδραση εγέρθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, για να «φρενάρει» την ξέφρενη πορεία του «αλαθήτου» της Ρώμης! Οι θιασώτες της «οικουμενικής κινήσεως» καταπίνουν αμάσητα τα κακόδοξα τερτίπια της Ρώμης! Να μη «χαλάσουν το καλό κλίμα» με την «αδελφή δυτική εκκλησία»! Αλλά ποια «εκκλησία»;  

Κλείνοντας την ανακοίνωσή μας, θα θέλαμε για πολλοστή φορά να επισημάνουμε την τραγικότητα του δυτικού χριστιανισμού, ο οποίος έχει εκπέσει από την αυθεντικότητά του και παραπαίει στον πιο σαθρό ορθολογισμό. Κύριος εκφραστής του, ο επίσης τραγικός άνθρωπος, ο οποίος κατέχει τον σεβάσμιο θρόνο του Πατριαρχείου της Δύσεως, ο «πάπας» της Ρώμης. Ο άνθρωπος, ο οποίος υπέκυψε στον δεύτερο πειρασμό του Χριστού, να καταλάβει τις εξουσίες του κόσμου (Λουκ.4,5), με ορατά εξουσιαστικά μέσα και ιδιώματα το «αλάθητο» και το «πρωτείο», τα οποία, όπως προαναφέραμε, δεν διανοείται να τα αποβάλλει. Διότι όταν και αν τα αποβάλλει, θα επέλθει και το τέλος του παπισμού! Όθεν η αναφορά του στη «λαθεμένη» Κυριακή Προσευχή δεν είναι τίποτε άλλο από μια ακόμη ηχηρή του κλαγγή να υπενθυμίσει στον κόσμο ότι είναι ο «Vicarius Christi», ο«αντιπρόσωπος του Χριστού στη γη», ότι σε «αυτόν ανήκουν όλες οι εξουσίες του κόσμου», οι οποίες του «παραχωρήθηκαν από το Θεό», με το ανύπαρκτο και ψευδέστατο «πέτρειο δόγμα». Ότι μπορεί να κάνει ό, τι θέλει  και οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να πειθαρχούν στη«θέοθεν» εξουσία του! Ότι ο λόγος του είναι «αλάνθαστος» και ως εκ τούτου υποχρεούνται οι άνθρωποι να τον ασπάζονται αδιαμαρτύρητα και να τον τηρούν. Με άλλα λόγια ο κ. Φραγκίσκος συντηρεί ουσιαστικά το φρικιαστικό εξουσιαστικό και κοσμοκρατορικό μοντέλο του μεσαιωνικού φραγκικού φεουδαρχισμού και υποδαυλίζει τα σχέδιά του για παγκόσμια εξουσία, με όποιον τρόπο μπορεί, ακόμα και με τη διόρθωση, δηλαδή την παραποίηση, των Αγίων Γραφών!    
   
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΝΑ ΤΙΜΑΤΑΙ Ο Ν.ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ;

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 7η Δεκεμβρίου 2017

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΝΑ ΤΙΜΑΤΑΙ Ο Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ;
   
Ζώντας σε καιρούς αποκαλυπτικούς, βιώνουμε μια πρωτοφανή παραδοξότητα. Oι ευγενείς ανθρώπινες ενασχολήσεις να υπηρετούν το σύγχρονο κακό. Να προάγουν την πλάνη και να γίνονται δίαυλοι, μέσω των οποίων ο μέσος άνθρωπος να οδηγείται μακριά από το Σωτήρα Χριστό και την Εκκλησία Του και να μυείται στα φοβερά διδάγματα και τις πρακτικές της «Νέας Εποχής» και του διεθνούς σκηνικού του αποκρυφισμού, δηλαδή της δαιμονολατρίας. Μια από τις ευγενείς αυτές ανθρώπινες ενασχολήσεις, η οποία χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό, είναι και η λογοτεχνία, και δη όταν γίνεται δημόσιο θέαμα, δια της «Έβδομης Τέχνης», δηλαδή του κινηματογράφου. Το πλέον τραγικό είναι, όταν, αυτής της δόλιας πρακτικής, γίνονται συνήγοροι και εκκλησιαστικά πρόσωπα, και ιδίως μεγαλόσχημοι κληρικοί, οι οποίοι γίνονται (εκόντες – άκοντες) χειροκροτητές σαθρών και το χειρότερο βλάσφημων συγγραφέων, λογοτεχνών και κινηματογραφικών παραγωγών.

   Αφορμή για το παρόν σχόλιό μας πήραμε από πρόσφατη εκδήλωση των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας, στις 17 Νοεμβρίου, για τον γνωστό κρητικό συγγραφέα Ν. Καζαντζάκη, στην οποία πήρε μέρος και μίλησε και ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος. Άλλωστε η φετινή χρονιά είναι αφιερωμένη στα 60 χρόνια από το θάνατο του λογοτέχνη και για το λόγο αυτό γυρίστηκε ταινία η ζωή του και γίνονται διάφορες εκδηλώσεις. Η συμμετοχή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και η ομιλία του στην εκδήλωση αυτή έλαβε μεγάλη δημοσιότητα και προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση και πικρία στον πιστό λαό, διότι ο συγκεκριμένος συγγραφέας, πέρα από τις αντιφατικές και αλλοπρόσαλλες δοξασίες του, υπήρξε ένας σφοδρός πολέμιος της πίστεως της Εκκλησίας στο Πρόσωπο του Χριστού. Υπήρξε ο εισηγητής ενός«Χριστού», που είναι πιστό αντίγραφο των θεοσοφικών και νεοεποχίτικων«Χριστών» -  «Αντιχρίστων», οι οποίοι «ενσαρκώνουν» τα διδάγματα της«Νέας Εποχής». Ενός «Χριστού» ολότελα απογυμνωμένου από τη Θεότητά Του.

   Δυστυχώς ο Ν. Καζαντζάκης, ένας όντως οξυδερκής άνθρωπος και δυνατό μυαλό, με το έργο του υπήρξε ένας από τους προωθητές του «πνεύματος» της «Νέας Υδροχοϊκής Εποχής». Ένας τραγικός άνθρωπος, ο οποίος δε γνώρισε ποτέ στη ζωή του την ηρεμία και τη γαλήνη, βιώνοντας μια αδιάκοπη ταραχή και ανασφάλεια, προϊόν της εσωτερικής του κενότητας, την οποία μάταια προσπαθούσε να γεμίσει με δοξασίες του θεοσοφικού κινήματος, του ανατολικού μυστικισμού και του αποκρυφισμού. Τα έργα του είναι ο αψευδής μάρτυρας της εναγώνιας προσπάθειάς του, να δημιουργήσει μια δικής του εμπνεύσεως θρησκευτική πίστη, δομημένη με αποκρυφιστικά στοιχεία και ορθολογική φαινομενολογία, αρνούμενος την παραδεδομένη πίστη της Εκκλησίας.

   Δεν αρκέστηκε ο Μακαριώτατος στην παρουσία του στην εκδήλωση, αλλά μίλησε κιόλας, εκθειάζοντας τον Καζαντζάκη. Παρουσίασε μια στρεβλή εικόνα για κείνον, αφήνοντας κατά μέρος το αντιχριστιανικό του πρόσωπο. Είπε χαρακτηριστικά: «Ο Καζαντζάκης ήταν ένας ταξιδευτής σ’ όλη του τη ζωή. Γι’ αυτό και αισθανόταν τον εαυτό του σαν ένα πουλί, που δεν τον χωράει η γη, γιατί ήθελε να πετάξει, να γνωρίσει λαούς, να γνωρίσει θρησκείες…». Πράγματι ο Καζαντζάκης το 1922 επισκέφτηκε τη Βιέννη, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Σίγκμουντ Φρόυντ και τις βουδιστικές γραφές, όπου και διαμόρφωσε τις δοξασίες του και τα πιστεύω του. Μπορούμε επομένως να εκθειάζουμε έναν άνθρωπο ο οποίος, ενώ γεννήθηκε σε ορθόδοξη χώρα, από ορθοδόξους γονείς, διδάχτηκε την ορθόδοξη πίστη στο σχολείο, συναναστράφηκε με ορθοδόξους συγγενείς και φίλους του και στο τέλος αρνήθηκε την Ορθοδοξία, ή τουλάχιστον την αμφισβήτησε και γι’ αυτό ψάχνει να βρει την αλήθεια και τις απαντήσεις στις ανησυχίες του σε άλλες θρησκείες; Ο Καζαντζάκης υπήρξε ένας αμφισβητίας της Ορθοδοξίας και αναζητητής της αλήθειας εκτός αυτής!

  Αλλά δεν είναι μόνον η αμφισβήτηση της Ορθοδοξίας και οι θρησκευτικές αναζητήσεις του κρητικού λογοτέχνη, αλλά οι ύβρεις του κατά της Εκκλησίας και των θείων και ιερών προσώπων της Πίστεώς μας. Ο ταλαίπωρος εκείνος άνθρωπος, μέσα στον στροβιλισμό των εσωτερικών του συμπλεγμάτων, ξεσπούσε συχνά σε απίστευτες βλασφημίες κατά της Εκκλησίας μας, μιμούμενος ή και ξεπερνώντας τους γνωστούς διάσημους εχθρούς του χριστιανισμού. Κύριος στόχος του υπήρξε η απαξίωση και ο υποβιβασμός του Χριστού σε έναν σημαντικό άνθρωπο. Η απογύμνωσή Του από την Θεανθρώπινη υπόστασή Του και τον υποβιβασμό του όχι απλά σε έναν έστω ενάρετο σημαντικό άνθρωπο, αλλά σε εμπαθή. Σε άνθρωπο, ο οποίος διακατέχονταν από τα πλέον ταπεινά πάθη και αδυναμίες. Στο πλέον βλάσφημο έργο του «Ο Τελευταίος Πειρασμός», φτάνει στην έσχατη κατάντια να παρουσιάζει το Χριστό επάνω στο σταυρό, να διακατέχεται από αισχρούς λογισμούς και να παραδέχεται την ήττα του! Βεβαίως εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως αυτή τη προσπάθεια του Ν. Καζαντζάκη δεν είναι δική του επινόηση, αλλά πανάρχαια απόπειρα να αναιρεθεί ο Θεανθρώπινος χαρακτήρας του Χριστού και να πάψει έτσι να είναι ο σωτήρας του κόσμου. Ο Καζαντζάκης στρατεύτηκε σε αυτή την αναποτελεσματική προσπάθεια και χρησιμοποιώντας το λογοτεχνικό του ταλέντο, αποπειράθηκε να παρουσιάσει έναν άλλο «Χριστό», από τον Χριστό της Εκκλησίας, έναν«Χριστό» άνθρωπο, ανίκανο να σταθεί εμπόδιο στις επιδιώξεις των σκοτεινών κύκλων, οι οποίοι εργάζονταν (από τότε) για την εγκαθίδρυση της«Νέας Εποχής», την εποχή η οποία στόχο έχει να σβήσει από τη μνήμη των ανθρώπων τον Θεάνθρωπο Χριστό της Εκκλησίας. Να δεχτεί τον αντί Αυτού, τον ερχόμενο Αντίχριστο, το «Χριστό» της «Νέας Εποχής». Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, τη «Νέα Εποχή» εγκαινίασε και προώθησε το παγκόσμιο θεοσοφικό κίνημα και ο Καζαντζάκης υπήρξε αποδέκτης και φορές των θεοσοφικών αρχών και δοξασιών. Ολόκληρο το έργο του είναι εμπνευσμένο από τη Θεοσοφία.

   Η Εκκλησία δεν έμεινε απαθής μπροστά στα βλάσφημα έργα του. Υπενθυμίζουμε ότι το 1928 εκδηλώθηκε η πρώτη αντίδραση για εκείνον, όταν ο Μητροπολίτης Σύρου Αθανάσιος έφερε στην Ιερά Σύνοδο καταγγελία για το βλάσφημο βιβλίο του «Ασκητική». Το 1930 παραπέμφθηκε σε δίκη για αθεϊσμό, του εν λόγω βιβλίο του, αλλά «αόρατοι παράγοντες» φρόντισαν να μη γίνει ποτέ αυτή η δίκη. Τη δεκαετία του 1950 εγέρθηκε νέα σφοδρή αντίδραση από μέρους της Εκκλησίας για το πλέον βλάσφημο έργο του «Ο Τελευταίος Πειρασμός». Οι καθηγητές Π. Μπρατσιώτης και Ν. Λούβαρης το θεώρησαν ως «ως εμπνεόμενο από τις Φροϋδικές θεωρίες και εκείνες του ιστορικού υλισμού. Η θεανδρική μορφή του Κυρίου κακοποιείται κατά τρόπον βλάσφημον». Το Βατικανό το 1954 εκδίδει καταδίκη και το εντάσσει στον «Κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων». Ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Καλλίνικος εισηγείται στην Ιερά Σύνοδο την επίσημη καταδίκη, θεωρώντας «πως ο Καζαντζάκης προσεγγίζει τη ζωή και τα πάθη του Χριστού κατά τρόπο δοκητικό πέρα από κάθε ιστορική και δογματική βάση, υποβαθμίζοντας τον θεανθρωπικό χαρακτήρα του».Ο καθηγητής Ν. Λούβαρης, σχολίαζοντας τον «Τελευταίο Πειρασμό», χαρακτήρισε τον Καζαντζάκη «ανίδεο θρησκευτικά». Η τέχνη για τον Kαζαντζάκη, κατά τον Λούβαρη, ήταν «μέσο μηδενιστικών προταγμάτων». Ο Κασσανδρείας Καλλίνικος στο μεταξύ υπέβαλε νέα εισήγηση, ασχολούμενος με το άλλο έργο του: «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Πολλοί Ιεράρχες πίεζαν για να εκδοθεί αφοριστική απόφαση για τον βλάσφημο λογοτέχνη. Αλλά αυτή προσέκρουε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, ο οποίος τον προστάτευε και του έδινε «εκκλησιαστική ασυλία», αρνούμενος κάθε καταδίκη του, με το αιτιολογικό ότι καταγόταν από επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου! Ο ίδιος ο Καζαντζάκης δεν έμεινε απλά απαθής στις απειλές περί αφορισμού του, αλλά αντιδρούσε με ιδιαίτερη θρασύτητα, διαμηνύοντας στους Ιεράρχες: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ»! 

   Σε διαδικτυακό δημοσίευμα αναφέρεται επίσης πως, «ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, γεννημένος στα κρητικά χώματα, ανατράφηκε σαν παιδί με πολλές αναμνήσεις από αυτά που άφησε σαν παρακαταθήκη ο Κρητικός αυτός συγγραφέας, που κατάφερε μέσα από τα έργα του που μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες του κόσμου να αναδείξει με γλαφυρό τρόπο τη φιλοσοφία της τοπικής κρητικής κοινωνίας, ακόμη και κάποια αρνητική της πλευρά, δίνοντάς της μία άλλη όψη, με την ωραία πένα του» (Ιστ.news247 )! Αλλά «ωραία πένα» είχαν και πολλοί αιρετικοί και χριστιανομάχοι του παρελθόντος, όμως η Εκκλησία μας τους έδωσε τις απαντήσεις που τους έπρεπε.

    Επίσης ο Μακαριώτατος θέλησε να παρουσιάσει τον υβριστή του Χριστού Καζαντζάκη ως …ευσεβή προσκυνητή του Αγίου Όρους: «Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας δε λησμόνησε να αναφέρει τη συνάντηση του Νίκου Καζαντζάκη με μεγάλους ασκητές στο Άγιον Όρος, όπου γονάτισε κοντά τους, εκεί όπου σχηματοποίησε και την ιδέα του ότι «ο άνθρωπος είναι μία χούφτα από χώμα, γεμάτος από Θεό…»! Μόνο που παραβλέπει ο Μακαριώτατος πως μια μεγάλη μερίδα «προσκυνητών» του Αγίου Όρους είναι αγνωστικιστές και αλλόθρησκοι, οι οποίοι μεταβαίνουν στον Άθωνα για τουριστικούς λόγους. Προφανέστατα και η επίσκεψη του κρητικού λογοτέχνη ανήκε σε αυτή την κατηγορία. Επίσης η ανωτέρω φράση του Καζαντζάκη, τι άλλο μπορεί να σημαίνει, εκτός από τη θεοσοφική αντίληψη περί ανθρώπου;

   Το ανωτέρω διαδικτυακό δημοσίευμα συνεχίζει:«Παίρνοντας αφορμή και από τα πρόσφατα Καβάφεια και την επιρροή του Κωνσταντίνου Καβάφη στην Αλεξάνδρεια αλλά και τα όσα ακούστηκαν για τις περιγραφές του Νίκου Καζαντζάκη για την Αίγυπτο, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας πρότεινε να γίνει στο μέλλον μία ημερίδα που να αναφερθεί από κοινού στο έργο των αυτών μεγάλων της ελληνικής λογοτεχνίας, καθώς και οι δύο “αισθάνονται το χώμα όπου μυρίζει τη μυρωδιά της θνησιμότητας και μέσα τους να ανθίζει πάντα μία ελπίδα που είναι η αθανασία…”, όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ίδιος ο Αλεξανδρινός Προκαθήμενος» (Όπου ανωτ.)! Ζητά λοιπόν ο Μακαριώτατος να τιμηθεί το συγγραφικό έργο, τόσο του γνωστού για την προσωπική του ζωή Καβάφη, όσο και του βλάσφημου Καζαντζάκη! Και πάλι ρωτάμε με έκπληξη για το λόγιό του: «αισθάνονται το χώμα όπου μυρίζει τη μυρωδιά της θνησιμότητας και μέσα τους να ανθίζει πάντα μία ελπίδα που είναι η αθανασία…». Έχει καμιά σχέση αυτή η θέση με την χριστιανική ανθρωπολογία και σωτηριολογία; Για «αθανασία της ψυχής» διδάσκουν όλες οι θρησκείες και φιλοσοφίες, αλλά αυτών οι αντιλήψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με την χριστιανική διδασκαλία. Λυπούμαστε, αλλά η παραπάνω θέση είναι ταυτόσημη με την θεοσοφική ανθρωπολογία! Αλλά για ποια «αθανασία» του έργου του Καζαντζάκη μπορούμε να μιλάμε, αφού ο ίδιος παράγγειλε να γραφεί στον τάφο του το γνωστό απόφθεγμα, το οποίο συνοψίζει το πιστεύω του και το μηδενιστικό υπαρξιακό του κενό: «ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΙΠΟΤΑ, ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΩ ΤΙΠΟΤΑ, ΕΙΜΑΙ ΛΕΥΤΕΡΟΣ»;

Ο αγωνιστής θεολόγος κ. Α. Κυριακού, σχολιάζοντας την επίσκεψη και ομιλία του Μακαριωτάτου Πατριάρχου στην εκδήλωση αυτή, παραθέτει ένα μικρό απόσπασμα ενός από τους πλέον εμβριθείς μελετητές του Καζαντζάκη, του Ι. Κορδορούμπα: «Απ’ τους κρατήρες που προκαλεί η απιστία του [Καζαντζάκη] εκτινάσσεται με δύναμη η καυστική λάβα των φρικτών του βλασφημιών κατά του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της πανάγνου και αειπαρθένου Μητρός του, που όμοιές των μόνο ο Σατανάς θα μπορούσε να εμπνευσθεί». 

  Δεν θέλουμε να επεκταθούμε περισσότερο, άλλωστε οι αναγνώστες μας και γενικά ο πιστός λαός μας γνωρίζει τι εστί Καζαντζάκης και πόσο μεγάλη ζημία προκάλεσε στην Εκκλησία μας. Απλά θέλουμε να εκφράσουμε τη λύπη μας για τα εκκλησιαστικά πρόσωπα, τα οποία παραβλέπουν το βλάσφημο και αντίχριστο έργο του και τον εκθειάζουν και τον τιμούν δημόσια. Λυπούμαστε ιδιαιτέρως για τη συμμετοχή και την ομιλία του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Αλεξανδρείας, ο οποίος, τιμώντας τον άνθρωπο Καζαντζάκη, τίμησε και το βλάσφημο έργο του. Προσπαθούμε να διαγνώσουμε την «αναγκαιότητα» της πατριαρχικής αυτής συμμετοχής και δε μπορούμε να τη βρούμε. Σε καμιά περίπτωση δε θεωρούμε επιτρεπτό να τιμώνται πρόσωπα σαν τον υβριστή του Κυρίου μας και άλλων ιερών προσώπων της πίστης μας Ν. Καζαντζάκη. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είχε πει πως όποιος μας βρίζει προσωπικά έχουμε χρέος να τον συγχωρούμε, «αν όμως, όπως είπε, βρίζει το Χριστό και την Παναγία μου δεν θέλω ούτε να τον βλέπω!».Κλείνουμε, με τη βαθειά ανησυχία μας, για τα νέα ήθη, τα οποία εισήλθαν στην Εκκλησία μας και τα οποία στόχο έχουν να αλλοιώσουν το φρόνημά της, το οποίο είναι διαμετρικά αντίθετο με το φρόνημα του κόσμου.  

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ Π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΘΕΡΜΟΥ

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 25 Σεπτεμβρίου και 2 Οκτωβρίου  2009
Ακολούθως δημοσιεύομεν κείμενον, το οποίον υπογράφουν οι κάτωθι διαπρεπείς κληρικοί: 

π. Ιωάννης Φωτόπουλος, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Παρασκευής Αττικής, π. Αθανάσιος Μηνάς, πρώην εφημ. Ι. Ν. Αγ. Ελευθερίου Αρεως, π. Γεώργιος Διαμαντόπουλος εφημ. Ι. Ν. Αγ. Ανδρέου Λαυρίου, π. Βασίλειος Κοκολάκης, εφημ. Ι. Ν. Υψώσεως Τ. Σταυρού Χολαργού, π. Σταύρος Τρικαλιώτης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Παρασκευής Αττικής, π. Αντώνιος Μπουσδέκης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Νικαίας, π. Γεώργιος Παπαδάκης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Αμαρουσίου, π. Νικόλαος Πουρσανίδης εφημ. Ι. Ν. Παμ. Ταξιαρχών Αχαρνών, π. Γεώργιος Χρόνης, εφημ. Ι. Ν. Αγίου Ανδρέου Παιανίας, π. Χαράλαμπος Θεοδώσης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νεκταρίου Κ. Κηφισιάς, π. Ιωάννης Χατζηθανάσης εφημ. Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Αττικής, π. Ευθύμιος Μουζακίτης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Κοσμά Αιτ. Αμαρουσίου, π. Χρήστος Κατσούλης, εφημ. Ι. Ν. Παναγίας Βλαχερνών Αμαρουσίου, Αρχιμ. Σαράντης Σαράντος εφημ. Ι. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου Αμαρουσίου, οι οποίοι προέρχονται από διαφόρους Μητροπόλεις της Ελλαδικής Εκκλησίας, βάσει του οποίου ελέγχεται ο π. Βασίλειος Θερμός, αλλά και όσοι αποδέχονται τας καινοτόμους, αντιπατερικάς ιδέας του.

Το ύφος του κειμένου είναι απλούν, θεολογικόν αλλά και αυστηρόν εις τας -φρικτάς, δυστυχώς!- διαπιστώσεις του π. Βασιλείου Θερμού δια το Μέγα Μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, ως αυτό παρεδόθη από τους Αγίους Πατέρας και τελείται έως τας ημέρας μας αναλλοίωτον και πανάγιον. Ο π. Βασίλειος Θερμός εμμένει εις την λεγομένην Λειτουργικήν αναγέννησιν, την οποίαν απέρριψεν -επί Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου- ο ευσεβής Ορθόδοξος Ελληνικός λαός.

Φρικτοί οι χαρακτηρισμοί του δια την Θείαν Λειτουργίαν, την οποίαν έγραψαν Θεοφόροι Πατέρες, ως οι Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Μέγας Βασίλειος. Ο ισοπεδοτικός π. Βασίλειος εχαρακτήρισεν ως «Βυζαντινολιγούρηδες όσους τιμούν το Βυζάντιον» και ότι ο Βυζαντινός πολιτισμός ήτο «ένας πολιτισμός όπως όλοι». Ο «Ορθόδοξος Τύπος» έχει ασχοληθή και παλαιότερον με δηλώσεις και ομιλίας του π. Βασιλείου Θερμού θέλων -με βάσιν τους Αγίους Πατέρας και την Ιεράν Παράδοσιν της Αγίας μας Εκκλησίας- να αντικρούση και ανασκευάση τας καινοτόμους ιδέας του.

Το κείμενον, το οποίον υπογράφουν οι διαπρεπείς κληρικοί, έχει ως εξής:
 Όσα ακολουθούν αποτελούν κατά βάσιν κριτική στα λεχθέντα υπό του π. Βασιλείου Θερμού. Θα θέλαμε να παρακαλέσουμε τον αναγνώστη να τα διαβάσει έχοντας κατά νου την Αλήθεια και Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και όχι ατεκμηρίωτες καθ’ ημών κατηγορίες και ετικέτες, που σπεύδουν να δώσουν οι εχθροί της Εκκλησίας σε όσους μάχονται τις αντορθόδοξες καινοτομίες τους. Τα περί φανατισμού, φονταμενταλισμού και προσωπικών επιθέσεων διαρκώς επαναναλαμβανόμενα δεν πρέπει να τα λαμβάνει κανείς υπ’ όψιν του. Aυτούς τους δύσκολους καιρούς ας κρατήσουμε ακέραιη τουλάχιστον τη λογική μας και την κριτική μας ικανότητα.

Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του π. Γεωργίου Μπασιούδη «Η δύναμη της λατρείας. Η συμβολή του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν στη λειτουργική θεολογία», οργανώθηκε εκδήλωση στη «Στοά του Βιβλίου», στην οποία μίλησαν ο συγγραφέας του βιβλίου, ο π. Βασίλειος Θερμός και ο κ. Θανάσης Παπαθανασίου, συντάκτης του περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ. Οι ομιλίες αυτές αναμεταδόθηκαν το Φεβρουάριο 2009 από την «Πειραϊκή Εκκλησία».

Ο π. Σμέμαν με τα γραπτά του, όπως είπε ο π. Μπασιούδης, διακηρύττει ότι «η δύναμη της λατρείας… να βυθίζει τον άνθρωπο στην πνευματική πραγματικότητα… στη Βασιλεία του Θεού και να αλλάζει το μυαλό και την καρδιά του, σήμερα έχει εξαφανισθεί… έχει χάσει κάθε αναφορά στην πραγματική ζωή. Υφίσταται ένα τείχος μεταξύ της λατρείας, του μηνύματός της… και της κοινότητας, η οποία θεωρητικά υπάρχει, για να λατρεύει το Θεό».
Περιττό να πούμε ότι τα παραπάνω αποτελούν ανεπίτρεπτες γενικεύσεις. Ο μακαρίτης Σμέμαν βρίσκεται μάλλον μονίμως εν συγχύσει μεταφέροντας το ειδικό και επί μέρους στο γενικό και καθολικό. Ασφαλώς δεν φταίει η ευάρεστη στο Θεό Ορθόδοξη Λατρεία αν δεν ενεργεί η δι’ αυτής προσφερομένη Χάρις στην καρδιά όλων των ανθρώπων, αλλά η πνευματική κατάσταση κάθε ανθρώπου. Ο Σμέμαν, άνθρωπος του θεολογικού εργαστηρίου βλέπει την Λατρεία σαν εργαλείο, που έχει παληώσει, που έχει υποστεί κακές παρεμβάσεις και θέλει ανανέωση και διόρθωση, για να καταστεί λειτουργικό, για να έχει αποτέλεσμα και να επιδρά στους ανθρώπους. Δεν βλέπει την άκτιστη Χάρη του Θεού και το πνευματοκίνητο χέρι των Αγίων στη διαμόρφωση της Λατρείας. Βλέπει στρώματα ποικίλα και αλλοπρόσαλλα που βρίσκονται συσσωρευμένα από ιστορικούς λόγους, πολλά από τα οποία προβληματικά, χωρίς αξία και δύναμη. Γι αυτό αγωνιά και θέλει να δώσει δύναμη στη Λατρεία.

Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε σχετικά με τα παραπάνω ότι φυσικά κάτι χρειάζεται διόρθωση όχι όμως η λατρεία αλλά ο καθένας μας προσωπικά. Διόρθωση είναι η μετάνοια για τις αμαρτίες μας, η διαρκής νηπτική εργασία, που θα μας οδηγήσει σε μια διαρκή και εις βάθος κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό. Έτσι θα επιτευχθεί η αληθής συνάντηση θείου και ανθρωπίνου μέσα στην παραδεδομένη Λογική λατρεία μας. Μ’ αυτόν και μόνο τον τρόπο η Λατρεία έχει αποτέλεσμα. Δεν έχει η Λατρεία μας μια μαγική δύναμη. Είναι τα «Σα εκ των Σών» εκάστου μέλους της Εκκλησίας. Μια λατρεία που άμεσα και εύκολα χωρίς μετάνοια και άσκηση έχει τη δύναμη «να αλλάζει το μυαλό και την καρδιά του ανθρώπου» μπορεί να ανήκει μόνο στις αποκρυφιστικές ομάδες, όπου απουσιάζει το σταυρικό – μαρτυρικό φρόνημα και βέβαια η θεία Χάρις.

Τελικώς τη δύναμη έχει ο Παντοδύναμος Τριαδικός Θεός («Σου εστίν η Βασιλεία και η δύναμις και η δόξα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»). Αυτός δύναται να μεταμορφώσει δια της Χάριτός του, προσφερομένης μέσα στη Θεία Λατρεία, το νου και την καρδιά κάθε καλοπροαίρετου και αγωνιζόμενου ανθρώπου. Μέσα στην αγωνία του να δώσει δύναμη στη λατρεία ο π. Αλ. Σμέμαν βρίσκει αδιάκοπο ενδιαφέρον και επιστημονική ενασχόληση με τα κακά της Λατρείας μας, μεμψιμοιρία και γκρίνια για το Βυζάντιο και προτάσεις για «αποκάθαρση της λατρείας από τα στοιχεία τα οποία την αλλοτριώνουν» [1].

Οι παρατηρήσεις του για εκκοσμίκευση έχουν σχέση με τα αμερικανικά δεδομένα, όπου πάμπολλες ενορίες ασχολούνται με συγκέντρωση χρημάτων και φιλανθρωπικές δράσεις, καταπατώντας τις νηστείες, τελώντας τη Θ. Λειτουργία σύμφωνα με τις απαιτήσεις «της πραγματικής ζωής» στις 11 π.μ. και 12 το μεσημέρι, αδιαφορώντας για την εξομολόγηση κ.λπ. Οι ομιλητές βέβαια, κατά την παρουσίαση του βιβλίου μεταφέρουν όλα αυτά στην ελληνική πραγματικότητα προσπαθώντας να εμφυσήσουν ένα «εκλεπτυσμένο» φιλοσοφικο-θεολογικό πνεύμα στους χριστιανούς και να προωθήσουν ποικίλες νεοεποχήτικες μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Εκκλησίας και ιδίως της Λατρείας. Ο τολμηρότερος των ομιλητών ήταν ο π. Βασίλειος Θερμός.

Η ομιλία του κινήθηκε σε τρεις άξονες: 1) Παραφθορά, αλλοιώσεις και εκφυλισμός της Λατρείας. 2) Ευθύνες για όλα στο Βυζάντιο. 3) Ριζική αλλαγή της Λατρείας. Πριν προχωρήσουμε πρέπει να επισημάνουμε ότι το όλο θέμα της Λατρείας, ο π. Βασίλειος το βλέπει μέσα από την προοπτική της ιστορίας και μόνο. Διακατέχεται η σκέψη του από ένα έμμονο ιστορισμό. Μέσα απ’ αυτόν ερμηνεύει όχι μόνο τα ζητήματα της Θείας Λατρείας, αλλά και όλη τη ζωή και θεολογία της Εκκλησίας π.χ.: «Η Εκκλησία μας έχει κακή σχέση με την ιστορία» και «η ιστορικότητα έχει κληροδοτήσει σ’ αυτήν (τη Λατρεία) στρώματα και προσθήκες, που εκφράζουν ποικίλες εποχές…»).

Όλα όσα καταμαρτυρεί στην αγία Λατρεία μας μοιάζουν να έχουν προκύψει ερήμην του Θεού, ωσάν ο Χριστός να είναι απών, ωσάν το Αγιο Πνεύμα να μη οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν». Μοιάζουν όλα έρμαια των ιστορικών συνθηκών, της προχειρότητας, της τύχης, της εκάστοτε νοοτροπίας, των εμμονών και των λαθών των ανθρώπων της Εκκλησίας. Μιλάει για την «ενανθρώπιση του Θεού Λόγου», «το θεανθρώπινο στοιχείο» στη διαμόρφωση της Λατρείας. Στην ουσία όμως οι αναφορές αυτές αποτελούν ένα άλλοθι προκειμένου να καταλήξει στον ισχυρισμό ότι η λατρεία κατά τη διαμόρφωσή της επηρεάζεται «από την ανθρωπινότητα (sic!) των ανθρώπων» και ότι «είναι προϊόν του αγώνος του Σώματος του Χριστού να αρθρώσει λόγο και πράξη ευχαριστίας». Απουσιάζει από το σκεπτικό του η τοποθέτηση του π. Σωφρονίου ότι «οι λόγοι της Λειτουργίας, και εν γένει των προσευχών, δεν είναι μόνον ανθρώπινοι, αλλά και Ανωθεν δεδομένοι» [2]. Γι’ αυτό από τις αναλύσεις του, καθ’ όλη την ομιλία του περί της Ορθοδόξου Λατρείας λείπει το «θεανθρώπινο στοιχείο», η επίπνοια του Αγίου Πνεύματος, ο θείος φωτισμός και η συμμετοχή των Αγίων.

Επειδή για πολλοστή φορά με απεριόριστο θράσος ο π. Θερμός βάλλει κατά της Ορθοδόξου λατρείας, παρουσιάζουμε στη συνέχεια αποσπάσματα της ομιλίας του για να καταδειχθεί η σφοδρή του αντίθεση προς αυτήν την ίδια την Ορθόδοξη Εκκλησία και την αγιωτάτη Παράδοσή της.

1) «Όλοι λέμε ότι η ορθόδοξη λατρεία είναι εσχατολογική… δεν κηρύσσει απλώς τη Βασιλεία του Θεού, αλλά την πραγματώνει εδώ και τώρα… κυρίως η Θεία Λειτουργία. Ε, λοιπόν μέσα στην Θεία Λειτουργία, αλλά και στις άλλες ακολουθίες έχουν εισβάλει ένθετα τα οποία εκφράζουν το βυζαντινό παλάτι. Καμμία σχέση· ημέρα με τη νύκτα· “μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον„ που θα έλεγε ο ΑγιοςΝικόδημος ο Αγιορείτης».
Ώστε, κατά τον π. Βασίλειο, με τις προσμίξεις του… βυζαντινού παλατιού (!), με τα διάφορα «ένθετα» (;) η Θ. Λειτουργία κατάντησε «μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον». Συμπεραίνει λοιπόν κανείς ότι όλοι οι απ’ αιώνος Αγιοι, που συνέθεσαν τη Θ. Λειτουργία και όσοι την τελούσαν δεν είχαν τις ειδικές γνώσεις των λειτουργιολόγων και γι’ αυτό τίποτε δεν κατάλαβαν και συνέχισαν να τελούν αυτή την αλλόκοτη, τερατώδη Λειτουργία! Πρέπει οπωσδήποτε να πούμε εδώ σε τι αναφέρεται ο λόγος του Αγίου Νικοδήμου «μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον». Σχολιάζοντας ο Αγιος τον ΠΓ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, που αναφέρεται στην απαγόρευση κατοχής κρατικής εξουσίας από τους κληρικούς λέγει: «καθώς έπαθε τούτο ο Δίκερως Γίγας της Ρώμης, ο Πάπας φημί, ο οποίος κοντά όπου είναι εσωτερικός Αρχιερεύς θέλει να είναι εξωτερικός και κατά σώμα βασιλεύς· να ευλογή και να θανατοί, να κρατή την ποιμαντικήν βακτηρίαν, και μάχαιραν την φονεύτριαν. Μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον! Ας ιδή λοιπόν ούτος ότι παραβάτης του παρόντος Αποστολικού κανόνος ευρίσκεται, και καθαιρέσει υπόκειται αμφότερα βουλόμενος έχειν…» (Πηδάλιον σ. 109 υποσ. 1). Πράγματι τέρας αλλόκοτον είναι η μίξις του αντιπαπικού λόγου του Αγίου με την βλάσφημη άποψη του π. Θερμού ότι η Θ. Λειτουργία, με την οποία ζούμε και αναπνέομε τον Χριστό, είναι ένα τερατούργημα. Φρικτόν ειπείν! Όσον αφορά τα περί βυζαντινού παλατίου, ο π. Βασίλειος τα έχει παραλάβει από τα διαβάσματά του στα έργα του π. Σμέμαν. Κι εκείνος από που αλλού; Από τους «θεολόγους» – ερευνητές της νεκρής Δύσεως. Για παράδειγμα ο Σμέμαν στο βιβλίο του «Η Εκκλησία προσευχομένη» μιλάει για την «εξωτερική μεγαλοπρέπεια της λατρείας», που έχει «σαν κύρια πηγή… το τελετουργικό της αυτοκρατορικήςαυλής». Πιο κάτω ισχυρίζεται ότι «η σύνθεση και εξέλιξη της “υλικής„ πλευράς της λατρείας (ενδύματα, θυμίαμα, κεριά), η ανάπτυξη δηλαδή αυτής της πολύπλοκης λειτουργικής οργάνωσης… βρίσκει την εξήγησή της, τουλάχιστον μερικώς, στην επίδραση της αυτοκρατορικής αυλής» [3]. Ποιοί μας τα βεβαιώνουν αυτά; Ο Beurlier, ο Batiffol κ.λπ., στους οποίους παραπέμπει ο π. Σμέμαν. Αυτές τις ανοησίες μας μεταφέρει ο π. Θερμός χωρίς να μας εξηγεί τι συγκεκριμένα τον ενοχλεί στη Θ. Λειτουργία και τι του θυμίζει το «βυζαντινό παλάτι». Μήπως η Μικρά και η Μεγάλη Είσοδος και οι λιτανείες με τις λαμπάδες, τα εξαπτέρυγα, και τα θυμιατά; Αλλά ας προχωρήσουμε.

2) «Τους δύο πρώτους αιώνες, άντε τρεις, οι ακολουθίες της Εκκλησίας, τα μυστήρια βασικά, εμπνεόμενα από την εβραϊκή αντίληψη περί του κόσμου δεν περιλαμβάνουν ευλογία της ύλης. Δεν ευλογείτο ο άρτος ο οίνος… το νερό το λάδι, αλλά αναπεμπόταν ευχαριστία στο Θεό για τις δωρεές του και κατόπιν οι άνθρωποι κοινωνούσαν. Ήταν η πράξη της ευχαριστίας της κοινότητος, η οποία καθαγίαζε τα δώρα…Ο καθαγιασμός των υλικών αγαθών επέρχεται μετά τον 4ο αιώνα υπό την επίδραση του Ελληνισμού. Φεύγουμε από την αντίληψη ότι όλα είναι καλά λίαν στην κτίση και περνούμε στην αντίληψη ότι υπάρχουν αντίθετες δυνάμεις, υπάρχει μέσα στα στοιχεία της φύσεως το παγανιστικό στοιχείο, που πρέπει να δαμαστεί και να εξαγιασθεί. Και αυτό έκτοτε ισχύει. Δε λέω αν είναι κακό, που άλλαξε αυτό το πράγμα από μόνο του, αλλά περισσότερο το αναφέρω για τις παρενέργειες, που αυτό δημιούργησε, οι οποίες φάνηκαν στο Βυζάντιο αργότερα». 
Τί συμπεραίνουμε από τα ανωτέρω; Ότι, κατά τον π. Θερμό, τους δυο πρώτους αιώνες («άντε τρεις»!) καλά τα πήγαινε η Εκκλησία με τη λατρεία της. Μετά τα έμπλεξε με τη θρησκεία και τη φιλοσοφία του ελληνισμού και άρχισε κατά την τέλεση των Μυστηρίων, όπως οι ειδωλολάτρες, να καθαγιάζει την ύλη για να «δαμάσει το παγανιστικό στοιχείο», που υπήρχε, δήθεν, μέσα της! Κι αυτό δημιούργησε «παρενέργειες», που φάνηκαν αργότερα στο Βυζάντιο [4]. Με όσα λέγει ο π. Βασίλειος περί της απουσίας του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων δια της επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος («δεν ευλογείτο ο άρτος και ο Οίνος», γράφει) έρχεται πολύ κοντά στην παπική – δαιμονική πρακτική της μη επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος κατά την Αγία Αναφορά! Προσεκτικός πάντως ο π. Βασίλειος ομιλώντας δεν αναφέρεται σε πρόσωπα, χειριζόμενος τους ακροατές του με λεπτότητα για να τους εμβολιάσει με τις ιδέες του. Δεν μας λέγει ποιος τα έκαμε αυτά. Ποιός άλλαξε το «παράδειγμα» λατρείας; Η Εκκλησία; Οι Αγιοι; Και ο Χριστός του οποίου η Εκκλησία είναι Σώμα Του, πού ήταν όταν άρχισαν οι «παρενέργειες» στη λατρεία; Μας λέγει ο Απόστολος ότι «η Εκκλησία υποτάσσεται τω Χριστώ» (Εφεσ. 5, 24) και ότι ο Χριστός «εκτρέφει και θάλπει» την Εκκλησία (Εφεσ. 5, 29). Λοιπόν, έπαψε η Εκκλησία να υποτάσσεται στο Χριστό; Έπαψε ο Χριστός να εκτρέφει το Σώμα Του; Ανέχθηκε ο παθών υπέρ ημών Κύριος ειδωλολατρικές επιμιξίες κατά την προς Αυτόν Λατρεία και Ευχαριστία; Ή μήπως η «ανθρωπινότητα» των ανθρώπων δρα ανεξέλεγκτα και ανεξάρτητα από το Θεάνθρωπο Χριστό;
Συνεχίζουμε παίρνοντας σαν αρχή του επομένου αποσπάσματος της ομιλίας του π. Θερμού την τελευταία φράση:

3) «…το αναφέρω για τις παρενέργειες, που αυτό δημιούργησε, οι οποίες φάνηκαν στο Βυζάντιο αργότερα. Ποιές ήταν αυτές: Αυτή η αλλαγή στην πραγματικότητα εγκαινίασε το διαχωρισμό ιερού και βεβήλου… Η μεγάλη φθορά στη λατρεία έγινε στα βυζαντινά χρόνια, επειδή το Βυζάντιο κράτησε πάρα πολύ —1100 χρόνια— και προσφερόταν για να γίνουν πάρα πολλές αλλοιώσεις και φθορές. Και υπ’ αυτήν την έννοια συμμερίζομαι τις επικριτικές τοποθετήσεις του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν σχετικά με το ρόλο του Βυζαντίου… Νομίζω ότι εκεί άρχισε η φθορά και ο εκφυλισμός, που δεν είναι ορατός λόγω της μεγάλης άνθισης της Υμνογραφίας, της θεολογικής γραμματείας, των Υπομνημάτων πάνω στη λατρεία. Επεκράτησε πλέον το φαινόμενο της λειτουργικής ευσέβειας, η οποία επεκάλυψε τις παραφθορές… Ο π. Σμέμαν φθάνει στο σημείο να πει ότι η λειτουργική ευσέβεια είναι ο κυριώτερος αντίπαλός μας… Επίσης πρέπει να πούμε ότι αυτά (εννοεί ο π. Βασίλειος τις αλλοιώσεις στη λατρεία) οφείλονταν στο γεγονός ότι… σε αντίθεση με τους βυζαντινολιγούρηδες, που ευδοκιμούν πάρα πολύ στην Εκκλησία μας, το Βυζάντιο δεν ήταν μια κοινωνία αγίων. Ήταν ένας πολιτισμός, που ήθελε να εμπνέεται από το Ευαγγέλιο και το Χριστό, ένας πολιτισμός όπως όλοι με τα ελαττώματα των ανθρώπων και γι’ αυτό έσβησε».
Διακρίνει κανείς στα παραπάνω μια αντιπάθεια του π. Θερμού προς το Βυζάντιο, προς τη ρίζα της Ρωμηοσύνης, προς την ιστορική μας συνέχεια, μια διάθεση πατροκτονίας, μια προσπάθεια διαγραφής από τη μνήμη των ελλήνων ακροατών της όλως ιδιαιτέρας πνευματικής προσφοράς του Βυζαντίου στον παγκόσμιο πολιτισμό, μια κίνηση απαξιώσεως των 1100 χρόνων ιστορίας με τον ισοπεδωτικό αφορισμό «ένας πολιτισμός όπως όλοι» και με τον αισχρό χαρακτηρισμό «βυζαντινολιγούρηδες» για όλους όσους αγαπούμε την ιστορία μας με τα λάθη της, αλλά και με το μεγαλείο της. Το Βυζάντιο δεν ήταν κοινωνία αγίων, αλλά υπήρχε μέσα του μια κοινωνία Αγίων, το άλας της γης, που αλάτιζε αυτή την αυτοκρατορία και την κοινωνία της. Δεν ήταν το Βυζάντιο, η Ρωμιοσύνη σαν τους άλλους πολιτισμούς, σαν τον «πολιτισμό» της Δύσεως, που ταλανίζει ακόμη και σήμερα όλο τον κόσμο με τον σκληρό ορθολογισμό του, με τον παπικών προδιαγραφών ιμπεριαλισμό του και τον άνευ αρχών ευδαιμονισμό του. Υπήρχαν στη Ρωμιοσύνη δυνάμεις πνευματικές, που εξανθρωπίζανε την κοινωνία, που αγιάζανε τους ανθρώπους, που δεν εξαναγκάζανε κανένα, που κανένα δεν έκαιγαν στην πυρά για την πίστη του και τις επιστημονικές του απόψεις. Όπως φαίνεται ο π. Θερμός αγωνίζεται φιλότιμα να μειωθούν οι «βυζαντινολιγούρηδες» και να αυξηθούν οι «ευρω» – και «αμερικανολιγούρηδες» και βρίσκεται στην ίδια γραμμή μάχης με τους «φωταδιστές», οι οποίοι μάχονται την Ορθόδοξη Εκκλησία, την Παράδοσή της και την ιστορία του Γένους μας. Παρά ταύτα οι παραπάνω κρίσεις μας αφορούν μια πρώτη ανάγνωση της ομιλίας του π. Βασιλείου. Τα υποκρυπτόμενα και υπονοούμενα στους λόγους του είναι σοβαρότερα. Λόγω του ιστορισμού του παραβλέπει το γεγονός ότι ο αυτουργός της Θείας Λατρείας δεν είναι το «Βυζάντιο», αλλά η Αγία Καθολική Εκκλησία. Ότι οι Αγιοι επώνυμοι και ανώνυμοι είναι αυτοί, που συνέταξαν τις ευχές και τους ύμνους της Θείας Λειτουργίας και των λοιπών Ακολουθιών. Ότι η «άνθιση της θεολογικής γραμματείας και της Υμνογραφίας» δεν είναι άνθιση κάποιας κουλτούρας, αλλά η συγγραφή των θεοπνεύστων συγγραμμάτων και ύμνων υπό των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας και ότι αυτά εμπνέουν και απαρτίζουν τη Λατρεία της Εκκλησίας μας. Ότι τις «αλλοιώσεις» τη «φθορά» την «παραφθορά», τις «παρενέργειες» και τον «εκφυλισμό της λατρείας», τα οποία αποδίδει στο «Βυζάντιο», κατ’ ουσίαν τα αποδίδει στην Εκκλησία του Χριστού και στους Αγίους Πατέρες.
Αυτό είναι εύκολο να αποδειχθεί, διότι δεν ήταν βέβαια ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ούτε οι κρατικοί λειτουργοί και θεσμοί, που καθόρισαν τον τρόπο της Λατρείας. Αλλά ήταν η ζώσα και υπό του Αγίου Πνεύματος οδηγουμένη Εκκλησία, που διαμόρφωσε τη Θεία Λατρεία. Ο ανθρώπινος παράγων ήταν ενεργός, αλλά ήταν και ο Χριστός παρών, συνέχων το Σώμα Του, παρόν και το Αγιο Πνεύμα ζωοποιούν και καθοδηγούν τους Αγίους. Όλη η ζωή της Εκκλησίας, η θεολογία της, η λατρεία της, η ασκητική της, η αρχιτεκτονική της, η εικονογραφία της, η μουσική της κ.λπ. ήταν σε μια διαρκή πρόοδο, έως ότου εμόρφωσε τους κατάλληλους τύπους, επαρκείς να εκφράσουν τη διδασκαλία της, τη ζωή της, την προσευχή της. Ουδείς εκ των αγίων εχλεύαζε τους προ αυτού Πατέρες, ούτε τους κατηγορούσε για εκφυλισμό και φθορά της λατρείας ακόμη και για «προδοσία της αρχαίας Εκκλησίας», όπως κάμει ο π. Βασίλειος. Όλες οι αλλαγές και οι προσθήκες έγιναν αβίαστα, χωρίς επαναστάσεις «ανανεώσεις» και «αναγεννήσεις». Τώρα με τη Χάρη του Θεού, έχουμε τη Λατρεία μας σε πλήρη τελειότητα. Δεν μας χρειάζεται καμμιά αλλαγή, παρά μόνο η προσωπική, η εσωτερική που επιτυγχάνεται με επίμονη και πολύμοχθη πνευματική εργασία, όπως την όρισαν οι Αγιοι. Αυτή η διαπίστωση στενοχωρεί τους επιδόξους αναμορφωτές της Εκκλησίας, τους στερεί κάθε επιστημονικό ενδιαφέρον για την Εκκλησία και κάθε φιλοδοξία να παίξουν ρόλο στην πορεία της. Γι’ αυτό σπεύδουν να κατηγορήσουν τους εμμένοντας στο αναλλοίωτο της Λατρείας ως φονταμενταλιστές. Θα πει κανείς δεν χρειάζεται κάτι καινούργιο για να αντιμετωπίσει η Εκκλησία νέες προκλήσεις; Αν χρειασθεί να αντιμετωπίσει η Εκκλησία νέες προκλήσεις θα το κάμει έχοντας ως βάση την Πίστη και την Παράδοσή της. Τέτοιες προκλήσεις είναι η άρνηση και η ποδοπάτηση της αμωμήτου Λατρείας και της Παραδόσεως, ο Οικουμενισμός, η προσπάθεια εγκλωβισμού της εκκλησιαστικής ζωής στα δίχτυα του ψυχαναλυτικού ολοκληρωτισμού, οι εγκληματικές μεταμοσχεύσεις κλπ. Για όλα αυτά έχει λόγο η Εκκλησία, που τον αρθρώνει στην κατάλληλη στιγμή.

4) «Η βασική φθορά που συνέβη εδώ, και ο μοναχισμός υπήρξε ο βασικός μοχλός γι’ αυτήν —που του χρωστάμε τόσα του μοναχισμού και τώρα και τότε εννοείται— ήταν η εισαγωγή της θεραπευτικής πνευματικότητος αντί της εκκλησιολογικής πνευματικότητος που υπήρχε προηγουμένως με όλα τα στοιχεία του ατομισμού του αισθητισμού…».
Μετά τη Θ. Λειτουργία, το Βυζάντιο, την Υμνογραφία, τη θεολογική γραμματεία, που άλλα προκάλεσαν τον εκφυλισμό της Λατρείας και άλλα τον συγκάλυψαν, δεν μπορούσε ο π. Βασίλειος να αφήσει έξω τον μοναχισμό, το «καύχημα της Χριστού Εκκλησίας», κατά τον Αγιο Ισαάκ τον Σύρο. Σύμφωνα με την ιδεοληψία του π. Βασιλείου η Εκκλησία έχει τη δική της «πνευματικότητα», την εκκλησιολογική, ενώ ο μοναχισμός προβάλλει μιαν άλλη «πνευματικότητα», την «θεραπευτική». Δεν τα είχαμε ξανακούσει αυτά τα πράγματα, αλλά εδώ, στην Ελλάδα μας, που «ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα», μας ήταν γραφτό να ακούσουμε κι αυτό. Υπονοεί ο π. Θερμός, ότι ο μοναχισμός καλλιεργεί μια ατομική πνευματικότητα και προβάλλει πολύ την αισθητική πλευρά με το Τυπικό, τις κανδήλες, τα κεριά, τις καμπάνες και τα τάλαντα κ.λπ. και παραβλέπει την εκκλησιαστική διάσταση της κοινότητος, της Ευχαριστίας κ.λπ. και τελικά επενδύει σε μια ψυχολογικού τύπου θεραπεία του ανθρώπου. Όλα αυτά βέβαια βρίσκονται μόνο μέσα στο μυαλό του. Ας κοιτάξει το Βίο και την Πολιτεία όχι μόνο των παλαιών Οσίων, αλλά και των εσχάτως διαλαμψάντων γερόντων για να δει αν υπάρχουν εκκλησιαστικότεροι άνθρωποι απ’ αυτούς και αν καλλιεργούσαν μια Λατρεία estet, δηλ. αν απολυτοποιούσαν την αισθητική αξία της λατρείας, ή οδηγούσαν εαυτούς και αλλήλους στον Χριστό, στη μετ’ Αυτού κοινωνία και την κοινωνία με τους άλλους και αν φρόντιζαν τη θεραπεία της ψυχής τους από τα δήγματα του αρχεκάκου όφεως. Δεν φαίνεται καθαρά στο λόγο του, αλλά μήπως στην απαξίωση της θεραπευτικής πνευματικότητος, της οποίας κατ’ εξοχήν φορέας είναι ο μοναχισμός, περιλαμβάνει την προσωπική άσκηση, τη νηπτική εργασία, την άσκηση της νοεράς προσευχής και τη Φιλοκαλία, την οποία ύβρισε ο Γιανναράς σαν έκφραση ατομικής ευσεβείας; Μετά απ’ αυτό δεν καταλαβαίνουμε τι εννοεί ο π. Θερμός με τη φράση «χρωστάμε τόσα στο μοναχισμό». Δεν απομένει τίποτα. Ίσως ελέχθη για να προλάβει τις αντιδράσεις κάποιων ακροατών του.

5) «Αυτές οι αλλαγές που είπα ότι έγιναν από τον 5ο μέχρι τον 8ο αιώνα περίπου, παγιώθηκαν κατά τον 13ο και 14ο αιώνα —το Βυζάντιο πλέον αρχίζει να φθίνει— οπότε παγιώνονται αυτά, δεν υπάρχουν κριτικές φωνές… Ήρθε η Τουρκοκρατία η οποία τσιμεντώνει τις αλλοιώσεις αυτές σ’ αυτά τα τετρακόσια χρόνια…».
Έτσι λοιπόν μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η λατρεία της Εκκλησίας, πάντοτε κατά τον π. Θερμό, είναι αμόλυντη και καθαρά μέχρι και τον 4o αιώνα. Νομίζετε; Διαβάστε και τα παρακάτω για να σχηματίσετε σαφή γνώμη:
«Δεν είναι η αλήθεια μόνο στο απώτατο παρελθόν. Δεν είναι η καθαρή λατρεία αυτή που ήταν στους πρώτους αιώνες». Πάει λοιπόν και η τελευταία ελπίδα μας να πιστεύσουμε ότι τουλάχιστον τους πρώτους αιώνες είχαμε μια γνήσια και αληθινή εκκλησιαστική λατρεία που θα ικανοποιούσε τον π. Βασίλειο. Αλλά, όχι! Τότε τι;
«Παρατηρούμε μια πολύ μεγάλη ατολμία γύρω από τη διόρθωσή τους (των αλλοιώσεων), που υπάρχει επείγουσα ανάγκη να γίνει και να αποκατασταθεί η λατρεία, όχι σ’ αυτό που ήταν πριν εισέλθουν τα άλλα στρώματα. Δεν είναι η αλήθεια μόνο στο απώτατο παρελθόν, δεν είναι η καθαρή λατρεία αυτή, που ήταν στους πρώτους αιώνες. Χρειάζονται κριτήρια με τα οποία θα ξεκαθαρίσουμε τι θα μείνει. Τι από τα παλιά τι απ’ τα νεώτερα…».
Νομίζουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά όχι απλώς σε μια ελιτίστικη αντίληψη για τη λατρεία μας, σε μία ρομαντική ή επιστημονική απόπειρα επαναφοράς κάποιων παλαιοτέρων τυπικών, για μια διαφορετική, καλοπροαίρετη θεώρηση της λατρείας, αλλά μπροστά σε μια μηδενιστική, ανατρεπτική, καταστροφική μανία που δεν έχει όρια. Αν δεν κατεβάζουμε πολύ το επίπεδο του λόγου μας μας θυμίζει με όσα λέγει ο π. Βασίλειος τον παλιατζή που πηγαίνει σε κάποιο εγκαταλελειμμένο σπίτι και «πιάνει δουλειά», βάζοντας σε ένα σωρό τα χρήσιμα και σ’ άλλον σωρό τα άχρηστα. Το λέει με όρους παλιατζίδικου ο π. Βασίλειος: «Χρειάζονται κριτήρια με τα οποία θα ξεκαθαρίσουμε τι θα μείνει. Τι από τα παλιά τι από τα νεώτερα». Ζητάει και κριτήρια. Ποιός θα τα ορίσει; Και βέβαια ο π. Βασίλειος!
«Ποιό είναι το διαχρονικό στοιχείο της λατρείας το οποίο πρέπει να παραμένει ακέραιο; Δοξολογία, ευχαριστία, δέηση». Το θέτει δε και «ως υπόθεση εργασίας». Όσα λέγει ο π. Βασίλειος δίνουν κατ’ αρχήν την εντύπωση ανθρώπου που δεν γνωρίζει από κοντά την Ορθόδοξη λατρεία, η οποία περιλαμβάνει σε όλες τις ακολουθίες και τα τρία αυτά στοιχεία. Όμως, όχι. Τα γνωρίζει αυτά ο π. Βασίλειος. Εκείνο που θέλει να πει είναι ότι θα κρατήσει ως υπόθεση εργασίας μόνο αυτά τα τρία στοιχεία, στοιχεία που έτσι ξεκομμένα υπάρχουν σ’ όλες τις ομολογίες και θρησκείες, και θ’ αρχίσει το ξήλωμα όλης της λατρείας. Λαμβανομένου δε υπ’ όψιν ότι ο π. Βασίλειος μάχεται και για την τέλεση της Λατρείας στη δημοτική γλώσσα, για την κατάργηση του ράσου, για την ενεργότερη συμμετοχή των ποικίλων ψυχο–επαγγελματιών στη ζωή της Εκκλησίας καταλαβαίνουμε ότι στην φανταστική περίπτωση που θα δινόταν σ’ αυτόν και τους συμφρονούντας μ’ αυτόν η εξουσία να ρυθμίσουν τη λατρεία δεν θα έμενε λίθος επί λίθου. Είναι και βιαστικός επιζητώντας «από χθες» θεσμικές αλλαγές και αλλαγές συνειδήσεων! «…το μεγάλο ερώτημα… είναι από πού θα έλθει το ποθούμενο; Δηλαδή θα προέλθει από την αλλαγή της λατρείας ή από αλλαγή των συνειδήσεων; …δηλ. οι θεσμικές αλλαγές θα αλλάξουν τα πράγματα στην Εκκλησία ή τα πρόσωπα; …χρειαζόμαστε αλλαγές και στα δύο επίπεδα. Ο,τι μπορούμε να κάνουμε για το ζήτημα του εκκλησιολογικού φρονήματος, το οποίο πάσχει, με την κατήχηση, το κήρυγμα, την εξομολόγηση, τον γραπτό λόγο… πρέπει να το κάνουμε, από χτες ήδη. Και ο,τι μπορούμε να κάνουμε για τη λατρεία να ανταποκριθεί στο όραμα της αυτό το τριπλό —δοξολογία, ευχαριστία, δέηση—…πρέπει να το κάνουμε κι αυτό από χθες». Δεν χρειάζεται να παρατείνουμε το λόγο μας. Από τα παραθέματα των λόγων του π. Βασιλείου Θερμού έγινε φανερή η αντίθεσή του στο απαύγασμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας που είναι η λατρεία της, η αντιπάθεια στο Βυζάντιο, τη μήτρα της Ρωμιοσύνης, και η επικριτική του στάση ακόμη και έναντι της Θ. Λειτουργίας. Όλα αυτά απαρτίζουν μια μηδενιστική εκκλησιαστική στάση, και συνιστούν μια ιδιότυπη αίρεση, καθώς «αιρείται», προτιμά να χαράξει το δικό του δρόμο, αντίθετο από την Οδό της Εκκλησίας, καθώς πλαγίως μεν αλλά σαφώς χλευάζει και περιφρονεί τους Αγίους και τα έργα τους. Η επιθυμία του να πραγματοποιήσει το φαντασιακό όραμα όλων των φιλόδοξων λειτουργιολόγων για τέλεια, καθαρή Λατρεία, πράγμα που, κατά τον π. Βασίλειο, δεν κατόρθωσε ούτε η αρχαία Εκκλησία, τον ωθεί στις παράλογες, αντορθόδοξες και επικίνδυνες τοποθετήσεις και προτάσεις του. Νομίζουμε γι’ αυτό ότι η στάση όλων μας, κληρικών, λαϊκών και μοναχών έναντι αυτών των ιδεών είναι αυτονόητη.

Τις θέσεις του κειμένου υπογράφουν οι κάτωθι ιερείς:
π. Ιωάννης Φωτόπουλος, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Παρασκευής Αττικής. π. Αθανάσιος Μηνάς, πρώην εφημ. Ι. Ν. Αγ. Ελευθερίου Άρεως. π. Γεώργιος Διαμαντόπουλος εφημ. Ι. Ν. Αγ. Ανδρέου Λαυρίου. π. Βασίλειος Κοκολάκης εφημ. Ι. Ν. Υψώσεως Τ. Σταυρού Χολαργού. π. Σταύρος Τρικαλιώτης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Παρασκευής Αττικής. π. Αντώνιος Μπουσδέκης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Νικαίας. π. Γεώργιος Παπαδάκης εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Αμαρουσίου. π. Νικόλαος Πουρσανίδης εφημ. Ι. Ν. Παμ. Ταξιαρχών Αχαρνών. π. Γεώργιος Χρόνης, εφημ. Ι. Ν. Αγίου Ανδρέου Παιανίας. π. Χαράλαμπος Θεοδώσης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Νεκταρίου Κ. Κηφισιάς. π. Ιωάννης Χατζηθανάσης, εφημ. Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Αττικής. π. Ευθύμιος Μουζακίτης, εφημ. Ι. Ν. Αγ. Κοσμά Αιτ. Αμαρουσίου. π. Χρήστος Κατσούλης, εφημ. Ι. Ν. Παναγίας Βλαχερνών Αμαρουσίου. Αρχιμ. Σαράντης Σαράντος εφημ. Ι. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου Αμαρουσίου.

Σημειώσεις
1. Στο Γ. ΦΙΛΙΑ, Παράδοση και εξέλιξη στη Λατρεία της Εκκλησίας, σ. 248. 2. ΑΡΧΙΜ. ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας 1993, σ. 376. 3. π. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ, Η Εκκλησία προσευχομένη (μτφρ. Πρωτοπρ. Δ. Τζέρπος) εκδ. Ακρίτας Αθήνα 1991. 4. Θέλοντας να μιλήσουμε επί της ουσίας των σκέψεων του π. Θερμού δεν ασχολούμεθα με τα ανωτέρω ιδεολογήματα και τις υποθέσεις των λειτουργιολόγων, οι οποίοι μελετούν στενόκαρδα σαν ραββίνοι τα κείμενα της Παραδόσεώς της Εκκλησίας μας με τα γυαλιά των δυτικών. Κοιτούν το «γράμμα» και ξεχνούν ότι όλη η ζωή της Εκκλησίας δεν είναι καταγεγραμμένη. Ότι πολλά ενεργούνταν μέσα στη Λατρεία αλλά όλα, ως αυτονόητα για τους λειτουργούς, δεν καταγράφονταν. Με τη στενόκαρδη αυτή μελέτη τους εξάγουν «πρωτότυπα», αλλά πλήρως εσφαλμένα συμπεράσματα.

Πηγή: (ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 25 Σεπτεμβρίου και 2 Οκτωβρίου  2009)& Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου & tideon.org &alopsis