ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

ΕΝΑΣ ΞΥΠΟΛΥΤΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ


Έχω διαβάσει στο Λαυσαϊκόν του Παλλαδίουτα εξής περί του αββά Ωρ: «Ούτος εν τη ερήμω διάγων, ήσθιεν μεν βοτάνας και ρίζας γλυκείας, έπινεν δε και ύδωρ ότε ηύρισκεν, εν ευχαίς και ύμνοις διατελών πάντα τον χρόνον». Νομίζω αποδίδουν άριστα τα της ασκητικοτάτης βιοτής του πατρός Φιλαρέτου.
Ηταν ενα από τα εύοσμα άνθη που φυτρώνουν στα βράχια των Καρουλίων! Φίλος  της αρετής όντως. Πάντα κυκλοφορούσε ξυπόλυτος.
Μια μέρα ο Γέροντάς μας, ο π. Γερόντιος, θέλοντας να τον δοκιμάσει αν είναι από τον Θεόν η τόση αγάπη και απλότητά του ή από εγωισμό, του είπε:
«Πάτερ Φιλάρετε...»
«Ευλογείτε, Γέροντα».
«Είσαι υποκριτής! Μας δείχνεις ότι περπατάς ξυπόλυτος και με κουρελιασμένα ράσα, για να κάνεις τον ταπεινό!
«Γέροντα», απήντησεν εκείνος κατεβάζοντας ταπεινά το κεφάλι, «είμαι υποκριτής! Ομως τι να κάνω για να... θεραπευθώ;»
«Να βάλεις παπούτσια και να σουλουπωθείς».
«Να ’ναι ευλογημένο, Γέροντα· αυτό θα κάνω».
Εβαλε βαθιά μετάνοια κι έφυγε.
Πήγε αμέσως και βρήκε κάτι παμπάλαια παπούτσια και τα είχε κάτω από τη μασχάλη του και, όταν ήλθε στην πόρτα του ησυχαστηρίου μας, τα έβαλε και μπήκε! Αυτό έγινε με πόνο πολύ, διότι, τόσα χρόνια ξυπόλυτος, τα πέλματα είχαν πρησθεί και δεν χωρούσαν σε παπούτσι για πολλήν ώρα. Ομως η υπακοή, βλέπετε, και η ταπεινοφροσύνη κάνουν θαύματα! Η αρετή φαίνεται όταν σε ελέγχει ο αδελφός κι εσύ ταπεινώνεσαι αδιαμαρτύρητα. Ο διάβολος καίγεται με τέτοια συμπεριφορά...
«Τώρα, μάλιστα! Τώρα είσαι όντως ταπεινός μοναχός» του είπε ο Γέροντάς μας.
«Ευλόγησον, Γέροντα, ευλόγησον» είπε και, αφού έβαλε μετάνοια, απομακρύνθηκε παραπατώντας σαν παιδί...

Δίπλα στο ασκητήριό του φύτρωναν αγριόχορτα. Τα έκοβε και, μολονότι του ήσαν απολύτως απαραίτητα, μας τα έφερνε λέγοντας:
«Φάτε, πατέρες. Του Θεού είναι κι αυτά και πρέπει να τα τρώγουν αυτοί που ευαρεσθούν εις Αυτόν και όχι οι ράθυμοι σαν εμένα!»
Κάποια μέρα πέρασε από εκεί ένας ρασοφόρος, ο οποίος είπε πως ήτο διάκονος. Βλέποντας τα παλαιά βιβλία του ασκητού, τα έβαλε στο μάτι και με τρόπο τ’ αφήρεσε. Εφυγε παίρνοντάς τα μαζί του. Κατευθύνθηκε στη Δάφνη, μη γνωρίζοντας ότι στο τελωνείο της γίνεται έλεγχος στους εξερχομένους. Εκεί λοιπόν τον συνέλαβαν!
«Πού τα βρήκες αυτά;» τον ρώτησαν.
«Μου τα... πούλησε ο πατήρ Φιλάρετος, εις τα Καρούλια!»
Είπε ψέματα για να δικαιολογηθεί και συνέχισε τη φρικτή συκοφαντία του:
«Αυτός είναι αρχαιοκάπηλος! Πουλάει παλαιά βιβλία!»
Οι αστυνομικοί ήλθαν εδώ στην έρημο κι έκαναν ανακρίσεις. Στη συνέχεια, έχοντας πεισθεί από τον πανούργο αυτόν άνθρωπο, μήνυσαν τον άγιον ασκητή! Κάποια μέρα έφθασαν σ’ εμάς οι κλήσεις, γιατί απ’ εδώ περνούν τα πάντα. Οι ασκηταί δεν γνωρίζουν από αυτά, αλλά και γενικότερα δεν ασχολούνται με βιοτικά πράγματα. Με τις κλήσεις εκαλείτο λοιπόν να δικασθεί!
Τον ενημερώσαμε σχετικά κι εκείνος μας είπε: «Εγώ δεν γνωρίζω πού να πάω. Σας παρακαλώ σεις να με οδηγήσετε».
Ε, εμείς κάναμε ό,τι έπρεπε, του δώσαμε μερικά ρουχαλάκια -γιατί τα μοναδικά δικά του ήσαν ξεσχισμένα από την τραχιάν ασκητική ζωή- και είπαμε σ’ έναν γνωστό μας δικηγόρο να πάει να τον βοηθήσει. Του δώσαμε και λίγα χρήματα για να πάει στη Θεσσαλονίκη να δικασθεί. Ποιος; Εκείνος τον οποίον ούτε ο Θεός, νομίζουμε ταπεινά, δεν θα δικάσει «εν εκείνη τη ημέρα». Ενας ουράνιος άνθρωπος, ο οποίος ευωδίαζε άρωμα ασκήσεως! Παρά ταύτα ο άγιος ασκητής μάς είπε: «Εγώ θα κάνω υπακοή στην Πολιτεία και θα πάω, όπως μου λένε, να δικασθώ».
Ασκητήριο στα Καρούλια (από εδώ)
Εφυγε για τη Θεσσαλονίκη αυτός που είχε να βγει από το Αγιον Ορος πενήντα οκτώ ολόκληρα χρόνια! Πενήντα οκτώ χρόνια ασκητής εδώ, στο Καρούλι, τρώγοντας μόνο λίγα χορταράκια και πίνοντας το νεράκι του Θεού!
Ο ευλογημένος αυτός άνθρωπος, ο οποίος είχε φθάσει σε πολύ μεγάλα μέτρα αρετής, πήγε και κάθισε στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Πώς γίνονται εκεί ούτε που ξέρω. Δεν πήγα ποτέ σ’ αυτές τις πόρτες... Απλώς θυμάμαι, όπως μας τα έλεγε ο ευλογημένος αυτός Γέροντας. Τον φώναξε λοιπόν ο πρόεδρος του δικαστηρίου:
«Ο μοναχός Φιλάρετος;»
«Εγώ είμαι ο ελεεινός» απήντησε ταπεινά σκύβοντας το κεφάλι.
«Γιατί πούλησες τα βιβλία αυτά;»
«Δεν τα πούλησα, αδελφέ! Να, πέρασε ο αδελφός και τα πήρε να τα διαβάσει και ασφαλώς θα τα γύριζε. Εγώ αυτό πίστευα...»
«Πρέπει να ορκισθείς, πάτερ, για να είσαι πιστευτός. Αυτή είναι η τάξη του δικαστηρίου».
«Α, δεν ορκίζομαι γιατί στο άγιον Ευαγγέλιο λέει “μη ομώσαι όλως”!»
«Μα πρέπει, πάτερ, να ορκισθείς».
«Πώς ορκίζονται;»
«Βάζοντας την παλάμη πάνω στο Ευαγγέλιο».
Ο π. Φιλάρετος τότε... έβαλε τρεις στρωτές μετάνοιες μπροστά στο ιερό Ευαγγέλιο και το ασπάσθηκε μ’ ευλάβεια, λέγοντάς τους:
«Αρκείσθε σ’ αυτό;»
«Οχι, πάτερ, πρέπει να βάλεις το χέρι σου στο Ευαγγέλιο και να πεις “ορκίζομαι...” κ.λπ.».
«Δεν μπορώ να ορκισθώ».
«Μα, αν δεν ορκισθείς, θα πας εννέα μήνες φυλακή...»
«Να πάω φυλακή χίλιες φορές! Εγώ αναμένω την αιωνία καταδίκη από τον Θεό για τις αμαρτίες μου και θα σκεφθώ τη φυλάκιση των εννέα μηνών;»
Παρών ήτο και ο ψευδοδιάκονος -φουσκώνοντας και ξεφουσκώνοντας από μεγαλοπρέπεια και ύφος- ατσαλάκωτος μέσα στα γυαλιστερά ράσα του. Είχε βάλει έναν δικηγόρο, ο οποίος είπε ένα σωρό ψεύδη. Μεταξύ άλλων ο δικηγόρος είπε:
«Πώς είναι δυνατόν, κύριοι δικασταί, να κλέψει ο εκλεκτός αυτός κληρικός τα βιβλία αυτού του ρακενδύτου; Είναι δυνατόν; Μήπως τα είχε ανάγκη; Αν είναι δυνατόν...».
Εν τέλει, με αυτές τις ψευδομαρτυρίες και τη διαστρέβλωση της αληθείας, δικαιώθηκε ο απαστράπτων  κλέπτης και καταδικάσθηκε ο ενάρετος ασκητής, ο οποίος παρουσιάσθηκε με φτωχικά ράσα, χωρίς την τέχνη του ψεύδους και, φυσικά, δίχως να ορκισθεί. Βγήκε λοιπόν η καταδικαστική απόφαση και τον πήρε ο αστυνομικός να τον οδηγήσει στη φυλακή!
Οι ιθύνοντες δεν συγκινήθηκαν και συγκινήθηκε το ακροατήριο.
Εκαναν πρόχειρον έρανο μεταξύ τους και μάζεψαν το ποσό που χρειαζόταν για ν’ απαλλαγεί ο ασκητής από τη φυλάκιση. Με απλότητα τους ευχαρίστησε κι έφυγε χαρούμενος, επιστρέφοντας εδώ στα Καρούλια, χώρο της μακροχρονίου ασκήσεώς του. Ευχαριστούσε κι εμάς που τον βοηθήσαμε με τις πενιχρές δυνάμεις μας: «Ευχαριστώ, πατέρες», μας έλεγε, «εύχεσθε να λυτρωθώ και από την αιωνία φυλακή!» Μεταξύ άλλων ήταν ενθουσιασμένος με τον δικηγόρο που είχαμε στείλει για να τον υπερασπισθεί. Ο αγαθός ασκητής, κάνοντας πάντα καλούς λογισμούς, τα έβλεπε όλα υπέροχα κι έλεγε και ξανάλεγε εντυπωσιασμένος:
«Αυτός ο δικηγόρος έχει πνεύμα Θεού! Οπως ακριβώς έγιναν τα πράγματα, έτσι τα έλεγε».
«Γέροντα», του είπα, «η τέχνη του είναι αυτή...».
«Οχι, ευλόγησον, πνεύμα Θεού είναι» επέμενε ο Γέρων!
Τον ρώτησα:
«Γέροντα, πώς είδες τον κόσμο ύστερ’ από πενήντα οκτώ χρόνια που είχες να βγεις από το Αγιον Ορος»;
Ο καλός άνθρωπος που τα βλέπει όλα καλά έχει, όπως είπαμε, μόνον αγαθούς λογισμούς. Είπε λοιπόν ο Γέρων Φιλάρετος:
«Τι να σας πω, πατέρες, όλοι οι άνθρωποι έξω είναι πολύ καλοί. Ολοι τρέχουν πέρα δώθε για τη σωτηρία τους, εκτός από μένα τον ράθυμο και αμαρτωλό που κάθομαι σ’ αυτά εδώ τα βράχια και δεν εργάζομαι όπως πρέπει, όπως είναι το θέλημα του Θεού!»
Αυτά είπε και μπήκε στο ασκητήριό του, δοξάζοντας τον Θεό που στα τέλη της ζωής του τού έδωσε αυτή τη δοκιμασία για τη σωτηρία της ψυχής του, όπως έλεγε συνεχώς.
Ο μεγάλος και άγιος Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης (1846-1929), αφηγητής στην παρούσα διήγηση.
Οταν έφθασε σε βαθύ γήρας, μας εκάλεσε μίαν ημέρα στο ασκηταριό του. Πήγαμε με τον π. Ακάκιο. Με χαρά μας είπε:
«Καλώς τα παιδιά μου! Καλά κάνατε που ήλθατε, διότι άλλη φορά δεν θα σας δω! Εγώ απόψε θα φύγω... Θέλω όμως, πριν συμβεί αυτό, να με αναπαύσετε».
-Τι θέλεις, Γέροντα;
-Να μου ψάλετε! Πείτε κάτι να ευφρανθεί η ψυχή μου.
Ψάλαμε διάφορα κι ο Γέροντας έκλαιγε από χαρά και σταυροκοπιόταν κατανενυγμένος. Μόλις τελειώσαμε, μας είπε:
«Τώρα, κάτι τελευταίο: Θέλω να μου ψάλετε τον “εθνικό ύμνο” της Παναγίας, το «Αξιον εστίν»! Αυτό όμως θα το ψάλουμε όρθιοι, όπως ψέλνουμε και τον εθνικό ύμνο της πατρίδος μας!»
Σηκώθηκε με κόπο. Ητο σκελετωμένος. Το δέρμα του σχεδόν διάφανο. Αφού συμψάλαμε, με δάκρυα χαράς και συγκινήσεως μας αγκάλιασε, μας ασπάσθηκε και μας είπε:
«Παιδιά μου, άλλη φορά εδώ δεν σας βλέπω! Συγχωρήσατέ με, συγχωρήσατέ με!»
Δακρύσαμε όλοι. Εκείνος με κόπο μας προέπεμψε. Φύγαμε κατασυγκινημένοι.
Το πρωί μας ειδοποίησαν ότι εκοιμήθη! Οπως ακριβώς το είχε πει...
Ανοίξαμε στα βράχια μια λακκουβίτσα και τον θάψαμε, αφού τον κηδεύσαμε όπως του άξιζε... Εσβησε -ανθρωπίνως το λέγω- στον αθωνικό ουρανό το αστέρι αυτό του αγιορειτικού μοναχισμού. Αφησε όμως μίαν αείφωτη τροχιά αγωνιστικότητος και ασκήσεως αυστηρής. Αιωνία του η μνήμη. Την πολύτιμη ευχή του να έχουμε.
Μερικές φορές ο πανάγαθος Θεός παραχωρεί και στο τέλος της ζωής μια δοκιμασία, για να γίνει ο άνθρωπος καλύτερος και να ωφεληθούν και άλλοι. Ετσι και ο π. Φιλάρετος υπέμεινε αγόγγυστα και βραβεύθηκε από τον Κύριο. Είδατε, πώς ο διάβολος πήγε να ταλαιπωρήσει τον άνθρωπο της ασκήσεως και της αρετής, αλλ’ ο πανάγαθος Θεός τον σκέπασε με τη χάρη Του και, αντί να πάθει βλάβη η ψυχή του, δέθηκε ακόμη περισσότερο με τον Θεό;
Περισσότερο αγάπησε τον Θεό και με μεγαλύτερη ζέση Τον εδόξαζε.

Μανώλης Μελινός
Θεολόγος - συγγραφέας

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΕΝΑΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΡΩΤΗΣΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΜΙΩΣ!


Από το Γεροντικό

Ένας στρατιώτης ρώτησε τον αββά Μιώς, αν άραγε ο Θεός δέχεται τη μετάνοια του αμαρτωλού. Και ο αββάς, αφού τον δίδαξε με πολλούς λόγους, είπε: 

- Πες μου, αγαπητέ, αν σχισθεί το χιτώνιό σου, το πετάς;
Όχι, απάντησε εκείνος. Το ράβω και το χρησιμοποιώ πάλι. 
- Αν λοιπόν εσύ λυπάσαι το ρούχο σου, τού είπε τότε ο γέροντας, δεν θα λυπηθεί ο Θεός το δικό του πλάσμα;

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

ΓΕΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ: ΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΤΟΥ ΖΗΤΗΣΩ. ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!



-Γέροντα,τι ζητάς από τον Θεό στην προσευχή σου;
-Τίποτα.Τι άλλο να Του ζητήσω.Μόνο Τον ευχαριστώ!
-Εντάξει.Αλλά είδα ότι συζητάς μαζί Του για πολλή ώρα.Τι όλο Του λες;
-Τίποτα.Δεν έχω τίποτα να Του πω.Εκείνος έχει πιο πολλά να μου πει!

Γέροντας Νικόδημος (Ravaru)
Καψάλα Αγίου Όρους  +11-12- 2016


ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ: ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ: ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ († 1911-2005)

Μιά ἄλλη φορά ταξίδευα ἀπό τήν Ἀθήνα γιά τήν Θεσσαλονίκη μέ τό τραῖνο. Δίπλα μου συνταξίδευαν καί 2-3 φοιτήτριες. Μέ ἐρώτησαν νά τούς ἐξηγήσω τό μυστήριο τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου. Πῶς δηλαδή ἡ Παναγία μας γέννησε παιδί καί ταυτόχρονα εἶναι Παρθένος.
-Ἀκοῦστε, βρέ παιδιά μου, τούς εἶπα. Βλέπετε τώρα πού ταξιδεύουμε ὁ ἥλιος ρίχνει τίς ἀκτῖνες του στήν γῆ. Μία δεσμίδα ἀπ᾿ αὐτές μπαίνουν μέσα στό βαγόνι μας ἀπό τό τζάμι. Χρειάζεται νά σπάσουν τό τζάμι γιά νά μποῦν μέσα;
-Ὄχι, πάτερ, δέν σπάζουν τό τζάμι.
-Ἔε, ἔτσι ἀκριβῶς συνέβη καί μέ τό μυστήριο τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Παναγίας μας. Μπῆκε μέσα της τό πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ἄφησε κατά τρόπο ἀνερμήνευτο ἔγκυον, χωρίς νά σπάση τά δεσμά τῆς ἀειπαρθενίας της.
Ἐξεπλάγησαν μέ τό παράδειγμα αὐτό. Δέν εἶναι δικό μου, ἀλλά ἀπό κάποιο βιβλίο τό διάβασα.


Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ Κ. ΠΑΥΛΟΣ : «Η ΠΡΩΤΗ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΟΥ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΑΚΩΒΟ ΤΣΑΛΙΚΗ»


«Η πρώτη συγκλονιστική μου εμπειρία με τον άγιο Ιάκωβο ήταν την 1η Νοεμβρίου του 1973, ημέρα της εορτής του Οσίου Δαυίδ. Είχα χειροτονηθεί ήδη διάκονος και είχα εγκατασταθεί στο Μαντούδι του νομού Ευβοίας.

Εκείνη την ημέρα, καθώς πήγαινα στο Μοναστήρι του Οσίου Δαυίδ, ο οδηγός του ταξί μου διηγήθηκε με δέος μια μοναδική μαρτυρία. Κάποτε πήγαινε στο μοναστήρι με μια γυναίκα που είχε τα ρούχα του άρρωστου παιδιού της. Ξαφνικά, λίγο πριν από το μοναστήρι, το αυτοκίνητο χάλασε και αναγκάστηκαν να προχωρήσουν με τα πόδια, ώσπου συνάντησαν τον πατέρα Ιάκωβο πάνω σε ένα μουλάρι, και δεν τους άφησε να τον καθυστερήσουν, διότι, όπως τους είπε, έπρεπε να πάει εν τάχει στα Δαμνιά, περίπου μία ώρα δρόμο, για να κοινωνήσει έναν ετοιμοθάνατο.
Σε λίγα λεπτά όμως, όταν έφτασαν στο μοναστήρι και μπήκαν να προσκυνήσουν, βρέθηκαν αντιμέτωποι με κάτι πραγματικά αξιοθαύμαστο. Ο γέροντας έβγαινε από το Ιερό. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Αμέσως τον ρώτησαν αν όντως τον συνάντησαν πριν από λίγο και αν είχε πραγματικά πάει μέχρι τα Δαμνιά.
Στην καταφατική του απάντηση εξέφρασαν την απορία τους πώς είναι δυνατόν να επέστρεψε τόσο γρήγορα, και εκείνος τους είπε:
“Αυτά, παιδιά μου, είναι του Θεού πράγματα”» αναφέρει ο σεβασμιότατος και συνεχίζει τη διήγησή του:
«Οταν έφτασα στο μοναστήρι, είχα έναν μικρό διαπληκτισμό μαζί του, διότι εγώ επέμενα να φιλήσω το χέρι του και εκείνος το δικό μου, και μάλιστα δικαιολογήθηκε λέγοντας: “Εγώ, παιδί μου, έμαθα από τους γονείς μου να σέβομαι τους ιερείς”, αλλά ευθύς του απάντησα:

“Μα, γέροντα, εσείς είστε ιερέας και εγώ διάκονος”.
Ωστόσο μου φίλησε το χέρι, φίλησα και εγώ το δικό του, και μου είπε:
“Τώρα είσαι καλός μοναχός, που έκανες υπακοή”.
Κάπως έτσι άρχισε μια εικοσαετής σχέση, με τακτικές επικοινωνίες εβδομαδιαίως, και μου δόθηκε η ευκαιρία μετά την κοίμησή του να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα που τότε έβλεπα, αλλά δεν τα καταλάβαινα».

Ο Μητροπολίτης Σισανίου επισημαίνει: «Ο Αγιος Ιάκωβος ζούσε στο μοναστήρι, αλλά ένιωθες ότι είναι αλλού. Ζούσε μαζί με τους Αγίους. Ζούσε όντως τη Βασιλεία του Θεού επί της γης, αυτή που πραγματοποιείται στη θεία λειτουργία». Και προσθέτει: «Ο γέροντας είχε πολλές φορές εμπειρίες θεοφάνειας, αγγελοφάνειας και αγιοφάνειας. Ολα αυτά για τον ίδιο ήταν φυσικά».
Επιπλέον, υπογραμμίζει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ότι βίωσε θαυμαστές εμπειρίες με τον Αγιο και τώρα μπορεί να τις εκτιμήσει περισσότερο. «Πλέον καταλαβαίνω ότι ο άνθρωπος αυτός, ενώ περπατούσε στη γη, είχε το φρόνημα του ουρανού» τονίζει ο Μητροπολίτης και συμπληρώνει: «Το σήμα κατατεθέν του Αγίου Ιακώβου ήταν η μεγάλη και ειλικρινής ταπείνωση που τον έκανε να αγαπά τον Θεό και να αγαπά και να φροντίζει τους ανθρώπους ως εικόνα Θεού, και γι’ αυτό το βιβλίο μου φέρει τον τίτλο “Ανθρωπος που δεν είναι ταπεινός δεν μπορεί να αγαπήσει”. Πρόκειται για έναν τίτλο εμπνευσμένο από τη ζωή του γέροντα».

Αναφορικά με την ταπεινότητα και την απλότητα του γέροντα, ο Μητροπολίτης Σισανίου σημειώνει: «Σε όποιον πήγαινε στο μοναστήρι του, είτε τον γνώριζε είτε όχι, ο γέροντας προσέφερε κέρασμα και τον ρωτούσε εάν έχει φάει και ήταν διατεθειμένος, αν δεν είχε κάτι έτοιμο, να μαγειρέψει εκείνη τη στιγμή».

*****
Ο Μητροπολίτης Σισανίου κ. Παύλος μάς εξομολογείται τα εξής: «Μετά την κοίμηση του γέροντα ο Αγιος Παΐσιος είχε πει: “Σήμερα εκοιμήθη ένας μεγάλος Αγιος της Εκκλησίας μας, ο οποίος είχε πολύ ισχυρό προορατικό χάρισμα”, ενώ ο Αγιος Πορφύριος είχε τονίσει: “Εκοιμήθη ο πιο ταπεινός άνθρωπος της Ελλάδος”. Αυτές οι απόψεις εκφράζουν την κοινή εμπειρία πολλών πιστών που γνώρισαν άμεσα αλλά και πνευματικώ τω τρόπω τον Αγιο».

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ;


Ένας νέος πήγε σ’ έναν σοφό γέροντα και τον παρακάλεσε θερμά:
– Με απασχολεί το ερώτημα: Υπάρχει Θεός; Ειπέ μου, σε παρακαλώ! Εσύ το πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός;
– Και βέβαια το πιστεύω, του απάντησε ο γέροντας.
– Και ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, το πιστεύεις κι αυτό;
– Και βέβαια, το πιστεύω.
– Και τον Θεό ποιος τον έφτιαξε;
– Εσύ, του απάντησε σοβαρά και ξερά ο γέροντας.
Ο νεαρός σοκαρίστηκε με την απάντηση του γέροντα.
Τον ρώτησε και πάλι λοιπόν:
– Γέροντα, εγώ σε ρωτάω σοβαρά, του είπε. Κι εσύ μου λες πως εγώ έφτιαξα το Θεό.
– Μα κι εγώ σοβαρά σου μιλάω, του απάντησε ο γέροντας. Πολύ σοβαρά. Και πρόσεξε γιατί. Εσύ μ’ όλ’ αυτά που με ρωτάς, δείχνεις πως δεν ψάχνεις να βρεις το Θεό όπως είναι. Εσύ ψάχνεις να βρεις έναν Θεό όπως τον θέλεις εσύ, όπως τον φαντάζεσαι εσύ, κομμένον στα μέτρα σου. Αυτόν τον Θεό λοιπόν θα τον έχεις φτιάξει εσύ. Δεν θα είναι ο αληθινός Θεός.
Και πρόσθεσε ο άγιος αυτός γέροντας:
– Ψάξε να βρεις τον αληθινό Θεό, παιδί μου. Να Τον δεχτείς όπως είναι. Μην Τον θέλεις όπως εσύ τον φαντάζεσαι. Προσπάθησε να γίνεις εσύ όπως σε θέλει ο Θεός. Προσπάθησε να Τον καταλάβεις όπως είναι. Και ν’ αγαπήσεις το θέλημά Του, όπως είναι.

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

ΤΑΠΕΙΝΟΣ ΥΠΕΡΑΝΩ ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΜΟΥ - ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑ


Έναν τέτοιο γέροντα αμέριμνο, απλό, ταπεινό, με μεγάλη εμπιστοσύνη στον Χριστό και την Παναγία, γνωρίσαμε.

Ήταν από το Ριζοκάρπασο της σήμερα τουρκοκρατούμενης Κύπρου κι ήλθε στο Άγιον 'Ορος όταν κι αυτό ήταν Τουρκοκρατούμενο. Εκοιμήθη πριν δώδεκα έτη σε ηλικία εκατόν έξι ετών.Είχε στο Άγιον 'Ορος ογδόντα έξι έτη.

Εξήλθε αυτού μία δύο φορές, για να πάει προσκυνητής στα Ιεροσόλυμα. Ογδόντα έξι έτη είχε να φάει κρέας. Ογδότα έξι έτη είχε να δει γυναίκα. Είκοσι πέντε έτη είχε να πλύνει το πιάτο του. Υγιέσταστος, εγκρατέστατος, εξυπνότατος , αγαθότατος. Εκατόν τριών ετών ανέβηκε στη σκέπη του κελλιού του να διορθώσει τα κεραμίδια.

«'Οτι ζητάω από την Παναγία μου το στέλνει» έλεγε. «Έχω την εικόνα της, της Οικονόμισσας, και με οικονομεί η Υπερευλογημένη... Να, τώρα ήθελα νερό και ήλθες να μου φέρεις».

Μια φορά ήλθαν δύο φίλοι από την Αθήνα, νεαροί οικογενειάρχες, και με ρωτούσαν αν υπάρχουν γέροντες του Γεροντικού και της Φιλοκαλίας. Υπάρχουν τους είπα και τους πήγα στον γέροντα αυτόν, τον μοναχό Ιωσήφ τον Κύπριο. Ήταν τότε εκατόν πέντε ετών. Ήταν ξαπλωμένος κι έκανε κομποσχοίνι. «Οι κύριοι» του λέγω, «είναι από την Αθήνα και ήθελαν να πάρουν την ευχή σου». Τον είδαν πως δεν είχε όρεξη για κουβέντα. Αφού είπαν δύο-τρία λόγια, τους έκαμε νόημα να φύγουμε.

Φεύγοντας λένε στον γέροντα: «Γέροντα, είμαστε με πολλά προβλήματα, σας παρακαλούμε να προσεύχεσθε».

«Θα προσεύχομαι» τους απαντά, «αλλά για να προσεύχομαι θέλω και λεφτά»! Ντράπηκα πολύ, τα έχασα, δεν ήξερα τι να πω. Προσπαθούσα να δικαιολογήσω την κατάσταση. Απορούσα γιατί να το κάνει αυτό. Τους πήγα σ' έναν άγιο άνθρωπο κι αυτός να ζητάει χρήματα για να προσευχηθεί; Αυτός που δεν γνώριζε καλά-καλά την αξία των χρημάτων και δεν τους έδινε μεγάλη σημασία. Οι άνθρωποι έφυγαν και λυπήθηκα.

Την άλλη ημέρα που πήγα να τον δω, μου λέει: «Πάτερ Μωυσή την αρετή δεν τη μαζέψαμε μαζί. Μην μου φέρνεις κόσμο να με τιμάνε. Ζήτησα από τον Θεό να με τιμήσει στην άλλη ζωή, όχι σ΄αυτή την ψεύτικη».

Εξεπλάγην. Ντροπιάσθηκε στους ξένους ζητώντας χρήματα, που ποτέ δεν είχε και ποτέ δεν τ' αγάπησε, με ντρόπιασε κι εμένα. Πού να τολμήσω να ξαναπάω κόσμο. Χάλασε την εικόνα του, ως σπουδαίου ασκητού. Κατέστρεψε την πρόσοψη του. Ποιος από μας το κάνει αυτό; Ήταν ταπεινός. Υπεράνω και του σκανδαλισμού. Τον ένοιαζε τι θα πει γι αυτόν ο Θεός κι όχι οι άνθρωποι. 'Οταν το είπα στους φίλους έμειναν άφωνοι...

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης, Η εύλαλη σιωπή, εκδ. «Εν πλω»


Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ: ΕΝΑΣ ΔΙΑΠΡΥΣΙΟΣ ΠΟΛΕΜΙΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 13η Δεκεμβρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ:
ΕΝΑΣ ΔΙΑΠΡΥΣΙΟΣ ΠΟΛΕΜΙΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

Όπως είναι σε όλους γνωστό, οι θιασώτες του οικουμενισμού εδώ και πολλές δεκαετίες εργάσθηκαν και εργάζονται για την καθιέρωση και εμπέδωση της παναιρέσεως αυτής με πολλούς τρόπους και σε πολλά επίπεδα ταυτοχρόνως.

Αφού κατόρθωσαν μέσω της «Συνόδου» της Κρήτης να δώσουν  δογματική και συνοδική νομιμοποίηση στην παναίρεση, προσπάθησαν παράλληλα να την θεμελιώσουν και να την κατοχυρώσουν σε λόγους των αγίων της Εκκλησίας. Για να επιτύχουν το στόχο τους επεχείρησαν να διαστρεβλώσουν λόγους νεοφανών αγίων, οι οποίοι πρόσφατα έχουν αγιοκαταταχθεί και να τους παρουσιάσουν ως έχοντες δήθεν οικουμενιστικές ιδέες και αντιλήψεις και προωθούντες τον Οικουμενισμό.
Ωστόσο όλοι οι νεοφανείς άγιοι της Εκκλησίας μας, υπήρξαν φανερά και ξεκάθαρα αντίθετοι με τις γνωστές οικουμενιστικές θεωρίες, ιδιαιτέρως με την αναγνώριση και αποδοχή των ετεροδόξων αιρετικών  ως «Εκκλησιών», και κατ’ επέκταση με τις κακόδοξες αποφάσεις της «Συνόδου» της Κρήτης. Αυτό τουλάχιστον συνάγεται ξεκάθαρα από γραπτά κείμενα τους, είτε από σωζόμενες μαγνητοφωνημένες ομιλίες τους, είτε από προφορικές μαρτυρίες πνευματικών τέκνων τους, που επιζούν μέχρι σήμερα, είτε τέλος από βιογραφίες που συνέταξαν αξιόπιστα και υπεύθυνα πρόσωπα, τα οποία απέδωσαν, (κατά το δυνατόν), με πιστότητα και συνέπεια, την στάση που κράτησαν οι εν λόγω άγιοι απέναντι στους ετεροδόξους αιρετικούς, τους αλλοθρήσκους, και σε όσους προωθούν τον Οικουμενισμό. Για παράδειγμα οι άγιοι Νεκτάριος Πενταπόλεως, Ιουστίνος Πόποβιτς, Νικόλαος Αχρίδος, Ιωάννης Μαξίμοβιτς, Παΐσιος Αγιορείτης, Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, Ιάκωβος Τσαλίκης, κ.α., εξέφρασαν με τον δικό τους ο καθένας τρόπο, ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο που είχαν, την ίδια αλήθεια. Ότι δηλαδή μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η  Μια, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και ότι εκτός Αυτής δεν υπάρχουν άλλες «Εκκλησίες», παρά μόνον αιρέσεις. Επίσης, ότι σε καμιά από τις θρησκείες του κόσμου δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά όλες οδηγούν στην απώλεια.
Από του αγίους που έζησαν τις τελευταίες δεκαετίες, δύο κυρίως επικαλούνται οι οικουμενιστές, τον άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη και τον άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη. Τον μεν πρώτο προκειμένου να στηρίξουν την οικουμενιστική τους ιδεολογία χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους γραπτά κείμενα  και επιστολές του, όπου ο άγιος εκφράζεται σαφέστατα κατά του Οικουμενισμού και προ παντός το γεγονός της αποτειχίσεώς του από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα, εξ’ αιτίας της άρσεως των αναθεμάτων. Επικαλούνται επίσης και τον άγιο Πορφύριο και μάλιστα την τελευταία προσευχή του, λίγο πριν από την προς Κύριον εκδημία του, κατά την οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες πενυματικών του τέκνων, «ψέλιζε στα χείλη την Αρχιερατική Προσευχή του Ιησού Χριστού προς τους μαθητές, το ‘ίνα ώσιν έν’, αδιαλείπτως. Μ’ αυτή την ευχή πήγε στον αγαπημένο του Χριστό. Προσευχόταν για την ενότητα της Εκκλησίας, για την ενότητα όλου του κόσμου», (Ιερομ. Γεώργιος Καυσοκαλυβίτης, Ιερά Καλύβη Ζωοδόχου Πηγής, Ιεράς Σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων Αγίου Όρους).
Με τον άγιο Πορφύριο και τις δήθεν οικουμενιστικές αντιλήψεις του, έχουμε ήδη ασχοληθεί σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας με τίτλο: «Ο ‘Οικουμενισμός’ του άγιου Πορφυρίου και η εικόνα της ‘Παναγίας της Πατριώτισσας’»,(30.3.2017). Θεωρήσαμε ωστόσο σκόπιμο να επανέλθουμε στον άγιο Πορφύριο, παίρνοντας τώρα αφορμή από κάποια απομαγνητοφωνημένη ομιλία του, η οποία πρόσφατα έφθασε στο Γραφείο μας, διότι η οικουμενιστική προπαγάνδα και η προσπάθεια των οικουμενιστών να «καπελώσουν» τον άγιο Πορφύριο υπέρ του Οικουμενισμού, έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις με αποτέλεσμα να προκαλούν σύγχυση και αποπροσανατολισμό σε πολλούς. Είναι αλήθεια πως ο θεοφώτιστος αυτός άγιος ήταν ολιγογράμματος και ελάχιστα γνώριζε από ακαδημαϊκή Θεολογία, και από συστηματική Δογματική. Επίσης δεν είχε τη δυνατότητα συγγραφής και ο προφορικός του λόγος ήταν απλός. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν είχε αξιωθεί να λάβει θείο φωτισμό, ότι δεν καταλάβαινε με το δικό του απλοϊκό τρόπο τις μεγάλες αλήθειες της Ορθοδόξου πίστεώς μας, ή ότι δεν εξέφραζε με ακρίβεια την Ορθόδοξη πίστη. 
Μεταφέρουμε στη συνέχεια ορισμένα αποσπάσματα από την εν λόγω ομιλία του: «Αυτόν να πιστεύουμε... (σ.σ. εννοούσε το Χριστό). Λοιπόν, μέσα στη θρησκεία, λέει ότι: ‘Αυτός είναι’. Ο ιδρυτής της Ορθοδόξου πίστεως και ότι όλες οι άλλες θρησκείες, δεν είναι όσο είναι αυτή η θρησκεία. Μία θρησκεία μόνο είναι, η Ορθόδοξος χριστιανική Θρησκεία. Και το πνεύμα αυτό το Ορθόδοξον είναι το αληθές. Τα άλλα πνεύματα, είναι πνεύματα πλάνης και οι διδασκαλίες τους είναι μπερδεμένες. Εδώ στο σταυρό ο Θεός της Ορθοδόξου πίστεως είναι Θεός που αν το πούμε και ‘αγάπη’, όπως τον λέει η Γραφή, πάλι το ίδιο είπαμε. Ο Θεός λέγεται αγάπη».Εδώ δεν αφήνει κανένα περιθώριο ο άγιος για  να σκεπάσει η αγάπη  την αλήθεια. Ενώ από τη μια μεριά τονίζει ότι ο Θεός είναι αγάπη, από την άλλη δεν παραλείπει να διακηρύξει ξεκάθαρα την μοναδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενώ παράλληλα αποφαίνεται πως οι άλλες θρησκευτικές πίστεις, αιρετικών και αλλοθρήσκων, είναι πνεύματα πλάνης, δηλαδή δαιμονικά κατασκευάσματα!
Παρά κάτω λέει: «Όλος ο κόσμος, εδώ στο τηλέφωνό μου, να έρθεις, από όλα τα Βασίλεια του κόσμου τηλεφωνούν. Τη νύχτα, ό,τι ώρα να ’ναι. Από όλα τα Βασίλεια. Από την Νότια Αφρική, Κεϊπτάουν, Γιοχάνεσμπουργκ, Αμερική, Καναδά... ξέρω κι εγώ; Από όλο τον κόσμο. Και να ακουστεί ότι είμαι κι εγώ, έχω ελεύθερο πνεύμα και παραδέχομαι όλες τις θρησκείες; Όχι! Δεν παραδέχομαι. Όποιος και αν έρθει να μου πει και ένας άγγελος να έρθει να μου πει: ‘Όχι’ θα του πω. Λες ψέματα. Δεν είσαι πνεύμα αγαθό. Είσαι πονηρό πνεύμα και λες αυτό! Έτσι θα του πω εγώ του αγγέλου. Δεν θα τον πιστέψω. Λάβετε τα μέτρα σας…Πρέπει έτσι να φυλάγεστε, επειδή έρχεστε σε μένα. Αν δεν ερχόσασταν, μπορούσατε να κάνετε ότι θέλετε. Δεν το θέλω, βέβαια, να προπαγανδίζετε στον έναν και στον άλλον και να λέτε... οι θρησκείες όλες, είναι μία. Δεν έχουν διαφορά. Του Θεού είναι όλες. Σε όποια θέλεις, πηγαίνεις. Και όποιο Θεό θέλεις προσκυνάς. Δεν... δεν... δεν τα θέλω εγώ αυτά. Δεν τα μπορώ. Είναι έτσι το πνεύμα μου. Εγώ έχω κάνει στην έρημο. Έχω αγωνιστεί. Έχω νηστείες, κακουχίες, αγρυπνίες, γυμνότητα, με παλιόρουχα... Και όλα αυτά, για την αγάπη του Χριστού. Και ζούσα μέσα σε αγίους ανθρώπους. Αλλά Ορθόδοξους Χριστιανούς. Κατάλαβες; Δεν μπορώ. Εγώ, έχω καταλάβει την Ορθοδοξία. Έτσι είναι!». Και παρά κάτω: «Και όλοι οι γκουρούδες και οι φακίροι και οι μάγοι και οι επαοιδοί, είναι του Θεού. Ναι, του Θεού είναι ως άνθρωποι, αλλά τα έργα τους, είναι του διαβόλου. Συγχώρα με που μιλάω έτσι».Φαίνεται ότι κάποιοι, προφανώς επηρεασμένοι από την οικουμενιστική ιδεολογία, προσπαθούσαν να παρασύρουν τον Γέροντα στην αντίληψη ότι όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο και ότι στην σύγχρονη εποχή μας πρέπει να έχουμε «ελεύθερο πνεύμα» και να παραδεχόμαστε όλες τις θρησκείες. Μια τέτοια αντίληψη όμως ο άγιος την απορρίπτει κατηγορηματικά, έστω και αν έρθει και του την πει άγγελος από τον ουρανό. Επίσης απαγορεύει στα πνευματικά του παιδιά να «προπαγανδίζουν στον έναν και στον άλλον και να λένε... οι θρησκείες όλες, είναι μία. Δεν έχουν διαφορά. Του Θεού είναι όλες». 
Στη συνέχεια ο Γέροντας δίνει σαφή απάντηση σε όσους εκφράζονται με περιφρόνηση και συκοφαντούν ως φονταμενταλιστές και φανατικούς όλους εκείνους, οι οποίοι δεν συμμερίζονται την οικουμενιστική τους ιδεολογία: «Ο Σάϊ Μπάμπα, ο τάδε, ο τάδε... όλοι είναι καλοί. Κι ο Μωάμεθ καλός και ετούτος καλός κι εκείνος καλός. Κατάλαβες; Μα θα πεις θα τους μαχώμαστε; Μα ποιός τους μάχεται, βρε; Η θρησκεία μας, κανέναν δεν μάχεται. Δεν βλέπεις, που εμείς τόσο πολύ, έτσι ούτε πάμε να ψηφίσουμε, ούτε έχουμε κόμματα. Προσευχόμαστε για όλους»! Εδώ ο άγιος χρησιμοποιεί τη λέξη «καλός» με την έννοια ότι όλους αυτούς τους αγαπούμε και τους συμπαθούμε ως εικόνες του Θεού. Ο συνειδητός χριστιανός δεν μπορεί να μισεί τον αιρετικό, τον αλλόθρησκο, τον άπιστο, αλλά την πλάνη. Αγαπάμε τον πλανεμένο, μισούμε την πλάνη.  
Κλείνοντας καλούμε για μια ακόμη φορά όλους εκείνους οι οποίοι, επηρεασμένοι από την οικουμενιστική ιδεολογία, διακηρύσσουν ευκαίρως ακαίρως, γραπτώς και προφορικώς, δημοσίως και κατ’ ιδίαν, εν επιγνώσει, ή ανεπιγνώστως, ότι όλες οι θρησκείες είναι δήθεν το ίδιο και ότι σε όλες τις θρησκείες υπάρχει σωτηρία. Να καθρεφτίσουν τα λεγόμενα και γραφόμενά τους στο γνήσια Ορθόδοξο φρόνημα και στη διδασκαλία του αγίου Πορφυρίου, όπως αυτή συνάγεται από το παρά πάνω ηχογραφημένο ντοκουμέντο. Ιδιαιτέρως καλούμε όλους εκείνους, οι οποίοι με τόσο ζήλο πρωτοστάτησαν στην αγιοκατάταξη του αγίου, να ερευνήσουν τη συνείδησή τους, εάν και κατά πόσον ο άγιος συμφωνεί με τις πεποιθήσεις τους σχετικά με τις άλλες θρησκείες. Τέλος καλούμε τον πιστό λαό του Θεού να μελετά τα συναξάρια των αγίων μας και να δίδει ιδιαίτερη προσοχή και βαρύτητα σ’ εκείνα τα λεγόμενά τους, με τα οποία οι άγιοι εκφράζουν την Ορθόδοξη δογματική τους συνείδηση. Και τούτο διότι η «Νέα Εποχή του Υδροχόου», η οποία εκφράζει το πνεύμα του Οικουμενισμού, έχει διαβρώσει επικίνδυνα πολλούς «Ορθόδοξους» Πατριάρχες, Επίσκοπους, κληρικούς, μοναχούς, θεολόγους, και λαϊκούς, οι οποίοι διαδίδουν ότι και στις άλλες θρησκείες υπάρχει η σωτηρία.


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2018

Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑÏΣΙΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑÏΣΙΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
πρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Νέου Φαλήρου Πειραιώς

Εν Πειραιεί  10-7-2012                                                                                                

Συμπληρώνονται φέτος 18 χρόνια από την κοίμηση του συγχρόνου οσίου Γέροντος Παϊσίου του αγιορείτου (12-7-1994). Πολλοί ισχυρίζονται, λανθασμένως βέβαια, ότι ο γέροντας ασχολήθηκε μόνο με τα μοναχικά του καθήκοντα, την άσκηση, την προσευχή, την κάθαρση από τα πάθη, την υπακοή, την ταπείνωση, την παρθενία, βοήθησε τους ανθρώπους με το προορατικό και διορατικό χάρισμά του, έκανε θαύματα, όμως δεν είχε εκφραστεί καθόλου περί πίστεως, τουλάχιστον δημόσια, επειδή στην εποχή του, όπως και σήμερα στη δική μας, η Εκκλησία αντιμετώπιζε τον κίνδυνο από τις αιρέσεις του Παπισμού και του Οικουμενισμού, με την συνέναινεση και σύμπραξη του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα και ως εκ τούτου ήταν οικουμενιστής και συμφωνούσε με τις πράξεις του Αθηναγόρα.

Για τον λόγο αυτό, θα παρουσιάσουμε δύο επιστολές πόνου του Γέροντος Παϊσίου κατά των οικουμενιστών και των φιλενωτικών. Το θέμα και το μήνυμά τους είναι ιδιαίτερα επίκαιρα, καθώς ο οικουμενισμός Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Επισκόπων και θεολόγων έχει υπερβεί τα «εσκαμμένα» όρια και είναι όσο ποτέ άλλοτε ακραίος και επικίνδυνος.
Την πρώτη επιστολή ο Γέροντας Παΐσιος την έγραψε μαζί με άλλους δύο ιερομονάχους στην Ι.Μ.Σταυρονικήτα στις 21-11-1968. Ανάμεσα στα άλλα λέγονται και τα εξής:
«‘Το νόμισμα της αγάπης’ που κυκλοφορεί μετά από το ‘κλείσιμο των δογμάτων’, η ‘επανίδρυσις της Μιάς... Εκκλησίας’ και τόσα άλλα είναι ακατανόητα και κυριολεκτικώς βλάσφημα διά την Ορθόδοξο Εκκλησία...
Η άρνησις προς τον Πατριάρχη (Αθηναγόρα) δεν είναι άρνησι προς την αγάπη ούτε προς την ενότητα. Είναι «όχι» προς το ψευδές και «ναι» προς την Αλήθεια, που κρύβει μέσα της η Εκκλησία.
Όταν οι πιστοί διακρίνουν διαφορές, που υπάρχουν μεταξύ Ορθοδόξων και Ετεροδόξων, δεν σημαίνει ότι επιθυμούν το σχίσμα και τη διαιώνισί του, αλλά ζητούν την αληθινή ενότητα, τη μόνη σωτήριο για όλους. Είναι άρα αυτό ένας σταυρός, που υποφέρουν από αγάπη για τους αδελφούς...
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, που φάνηκαν «σκληροί» στη διατήρηση του Δόγματος, είναι εκείνοι που αγάπησαν περισσότερο από κάθε άλλον τον άνθρωπο. Γιατί γνώρισαν τα απύθμενα βάθη του και δεν θέλησαν ποτέ να τον κοροϊδέψουν με τις συνθηματολογίες εφήμερης και ανύπαρκτης αγάπης, αλλά τον σεβάστηκαν προσφέροντάς του το Ευαγγέλιο της Αληθείας, που χαρίζει τη μακαρία εν Αγίω Πνεύματι ζωή.
Δεν είναι λοιπόν η πιστότης στο Δόγμα στενοκεφαλιά ούτε ο αγώνας για την Ορθοδοξία μισαλλοδοξία, αλλά ο μοναδικός τρόπος αληθινής αγάπης»[1].
Αυτά συνυπογράφει ο Γέροντας Παΐσιος μαζί με άλλους δύο ιερομονάχους στην πρώτη επιστολή. 

Την δεύτερή του επιστολή ο Γέροντας Παΐσιος την έγραψε κι αυτή στην Ι.Μ.Σταυρονικήτα στις 23-1-1969. Γράφει ο ίδιος: «Επειδή βλέπω τον μεγάλο σάλο εις την Εκκλησίαν μας, εξ αιτίας των διαφόρων φιλενωτικών κινήσεων και των επαφών του Πατριάρχου (Αθηναγόρα) μετά του Πάπα, επόνεσα κι εγώ σαν τέκνον Της και εθεώρησα καλόν, εκτός από τις προσευχές μου, να στείλω κι ένα μικρό κομματάκι κλωστή (που έχω σαν φτωχός Μοναχός), διά να χρησιμοποιηθεί κι αυτό, έστω για μια βελονιά, διά το πολυκομματιασμένο φόρεμα της Μητέρας μας... Φαντάζομαι ότι θα με καταλάβουν όλοι, ότι τα γραφόμενά μου δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας βαθύς μου πόνος διά την γραμμήν και κοσμικήν αγάπην δυστυχώς του πατέρα μας κ. Αθηναγόρα. Όπως φαίνεται, αγάπησε μιάν άλλην γυναίκα μοντέρνα, που λέγεται Παπική «Εκκλησία», διότι η Ορθόδοξος Μητέρα μας δεν του κάμνει καμμίαν εντύπωσι, επειδή είναι πολύ σεμνή. Αυτή η αγάπη, που ακούσθηκε από την Πόλι, βρήκε απήχησι σε πολλά παιδιά του, που την ζουν εις τας πόλεις. Αλλωστε αυτό είναι και το πνεύμα της εποχής μας: η οικογένεια να χάση το ιερό νόημά της, που ως σκοπόν έχουν την διάλυσιν και όχι την ένωσιν...
Με μια τέτοια περίπου κοσμική αγάπη και ο Πατριάρχης μας φθάνει στη Ρώμη. Ενώ θα έπρεπε να δείξη αγάπη πρώτα σε μας τα παιδιά του και στη Μητέρα μας Εκκλησία, αυτός, δυστυχώς, έστειλε την αγάπη του πολύ μακριά. Το αποτέλεσμα ήταν να αναπαύσει μεν όλα τα κοσμικά παιδιά, που αγαπούν τον κόσμο και έχουν την κοσμικήν αυτήν αγάπην, να κατασκανδαλίση, όμως, όλους εμάς, τα τέκνα της Ορθοδοξίας, μικρά και μεγάλα, που έχουν φόβο Θεού.
Μετά λύπης μου, από όσους φιλενωτικούς έχω γνωρίσει, δεν είδα να έχουν ούτε ψίχα πνευματική ούτε φλοιό. Ξέρουν, όμως, να ομιλούν για αγάπη και ενότητα, ενώ οι ίδιοι δεν είναι ενωμένοι με τον Θεόν, διότι δεν Τον έχουν αγαπήσει.
Θα ήθελα να παρακαλέσω θερμά όλους τους φιλενωτικούς αδελφούς μας: Επειδή το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών είναι κάτι το πνευματικόν και ανάγκην έχουμε πνευματικής αγάπης, ας το αφήσουμε σε αυτούς που αγαπήσανε πολύ τον Θεόν και είναι θεολόγοι, σαν τους Πατέρας της Εκκλησίας, και όχι νομολόγοι, που προσφέρανε και προσφέρουν ολόκληρο τον εαυτόν τους εις την διακονίαν της Εκκλησίας (αντί μεγάλης λαμπάδας), τους οποίους άναψε το πυρ της αγάπης του Θεού και όχι ο αναπτήρας του νεωκόρου. Ας γνωρίζομεν ότι δεν υπάρχουν μόνο φυσικοί νόμοι, αλλά και πνευματικοί. Επομένως η μέλλουσα οργή του Θεού δεν μπορεί να αντιμετωπισθή με συνεταιρισμόν αμαρτωλών (διότι διπλήν οργήν θα λάβωμεν), αλλά με μετάνοιαν και τήρησιν των εντολών του Κυρίου.
Επίσης ας γνωρίσωμεν καλά ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία μας δεν έχει καμμίαν έλλειψιν. Η μόνη έλλειψις, που παρουσιάζεται, είναι η έλλειψις σοβαρών Ιεραρχών και Ποιμένων με πατερικές αρχές. Είναι ολίγοι οι εκλεκτοί˙ όμως δεν είναι ανησυχητικόν. Η Εκκλησία είναι Εκκλησία του Χριστού και Αυτός την κυβερνάει... Ο Κύριος, όταν θα πρέπη, θα παρουσιάση τους Μάρκους τους Ευγενικούς και τους Γρηγορίους Παλαμάδες, διά να συγκεντρώσουν όλα τα κατασκανδαλισμένα αδέλφια μας, διά να ομολογήσουν την Ορθόδοξον Πίστιν, να στερεώσουν την Παράδοσιν και να δώσουν χαράν μεγάλην εις την Μητέρα μας».

Πιο κάτω ο Γέροντας Παΐσιος μιλά για τον ολέθριο κίνδυνο αποσχίσεως από την Εκκλησία και ιδρύσεως ιδίας Εκκλησίας, εξαιτίας των φιλενωτικών ανοιγμάτων, όπως έκαναν το 1924 οι σχισματικοί Γ.Ο.Χ., Ζηλωτές του παλαιού ημερολογίου. Λέει, λοιπόν:
«Εις τους καιρούς μας βλέπομεν ότι πολλά πιστά τέκνα της Εκκλησίας μας, Μοναχοί και λαϊκοί, έχουν δυστυχώς αποσχισθή από αυτήν εξ αιτίας των φιλενωτικών. Έχω την γνώμην ότι δεν είναι καθόλου καλόν να αποχωριζόμεθα από την Εκκλησίαν κάθε φοράν που θα πταίη ο Πατριάρχης˙ αλλά από μέσα, κοντά στην Μητέρα Εκκλησία έχει καθήκον ο καθένας ν’ αγωνίζεται με τον τρόπον του. Το να διακόψη το μνημόσυνον του Πατριάρχου, να αποσχισθή και να δημιουργήση ιδικήν του Εκκλησίαν και να εξακολουθή να ομιλή υβρίζοντας τον Πατριάρχην, αυτό, νομίζω, είναι παράλογον.
Εάν διά την α’ ή β’ λοξοδρόμησι των κατά καιρούς Πατριαρχών χωριζώμεθα και κάνωμε δικές μας Εκκλησίες – Θεός φυλάξοι! - , θα ξεπεράσωμε και τους Προτεστάντες ακόμη. Εύκολα χωρίζει κανείς και δύσκολα επιστρέφει. Δυστυχώς, έχουμε πολλές «Εκκλησίες» στην εποχή μας.
Δημιουργήθηκαν είτε από μεγάλες ομάδες ή και από ένα άτομο ακόμη...».
Και καταλήγει ο γέροντας αυτή την δεύτερή του επιστολή ως εξής: «Ας ευχηθούμε να δώση ο Θεός τον φωτισμόν Του σε όλους μας και εις τον Πατριάρχην μας κ. Αθηναγόραν, διά να γίνει πρώτον η ένωσις αυτών των «εκκλησιών», να πραγματοποιηθή η γαλήνη ανάμεσα στο σκανδαλισμένο Ορθόδοξο πλήρωμα, η ειρήνη και η αγάπη μεταξύ των Ορθοδόξων Ανατολικών Εκκλησιών, και κατόπιν ας γίνη σκέψις διά την ένωσιν μετά των άλλων «Ομολογιών», εάν και εφ’ όσον ειλικρινώς επιθυμούν ν’ ασπασθούν το Ορθόδοξον Δόγμα»[2].

Τελικά, όμως, ο Γέροντας Παΐσιος απαίτησε και επέβαλε τη διακοπή του πατριαρχικού «μνημοσύνου» και στην Ι.Μ.Σταυρονικήτα. Αυτή τη θέση και στάση τήρησε ο Γέρων, μολονότι στην ανωτέρω επιστολή του δεν συνιστούσε στις αρχές του 1969, την διακοπή του «μνημοσύνου», αλλά τον ορθόδοξο αγώνα εντός της Εκκλησίας, για να μην επεκτείνονται τα ήδη ζηλωτικά σχίσματα.
Στο σημείο αυτό διαπιστώνουμε ότι ουδέποτε ο Γέρων Παΐσιος υποστήριξε τις αιρετικές και βλάσφημες «γνώμες» ότι δήθεν τα ιερά Μυστήρια είναι «άκυρα» χωρίς το επισκοπικό «μνημόσυνο», μάλιστα όταν ο Επίσκοπος κηρύττει αίρεση «γυμνή τη κεφαλή». Αντίθετα, γνώριζε και το γράμμα και το πνεύμα των Ιερών Κανόνων, όπως του λα΄ Αποστολικού και μάλιστα του ιε΄ της ΑΒ΄ Συνόδου επί Αγίου και Μεγάλου Φωτίου. Όπως ακόμη γνώριζε και τις θέσεις, στάσεις και πράξεις των μεγάλων αγίων Πατέρων έναντι των αιρετικών. Πολύ ορθά έπραξαν τόσο ο Γέρων Παΐσιος όσο και άλλοι Αγιορείτες Πατέρες και διέκοψαν τη μνημόνευση του μασώνου και μεγάλου οικουμενιστού πατριάρχου Αθηναγόρα την τριετία 1970-1973. Είχαν άλλωστε οδοδείκτες τις αντιπαπικές συνόδους, την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο επί Μ. Φωτίου και την Θ΄ Οικουμενική Σύνοδο επί αγίου Γρηγορίου Παλαμά, και τόσους αγίους Πατέρες. Εκτός από τους Αγιορείτες, το μνημόσυνο διέκοψαν τότε και τρεις Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος˙ ο Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, ο Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος και ο Παραμυθίας Παύλος. Το σημαντικό είναι ότι κανείς, απ’ όσους διέκοψαν και έπαυσαν τη μνημόνευση του πατριάρχη Αθηναγόρα, δεν αποκόπηκε είτε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο είτε από την Εκκλησία της Ελλάδος, ούτε επέβαλαν την διακοπή μνημοσύνου του πατριάρχου στους άλλους επισκόπους, καταδικάζοντάς τους ως αιρετικούς, ούτε διακόπηκε η εκκλησιαστική κοινωνία. Ήταν δηλ. υπέρ της δυνητικής και όχι υποχρεωτικής εφαρμογής του ιε΄ κανόνος της ΑΒ’.

Επίσης, μέγας ήταν ο πόνος του Γέροντος Παϊσίου, ο οποίος, όταν έλαβε γνώση της Ρωσικής προσκλήσεως για συμμετοχή στις εορτές του αγίου Σεργίου της Ιεράς Κοινότητος, αντιτάχθηκε σφόδρα. Μάλιστα έστειλε σε πνευματικά του τέκνα της Ιεράς Κοινότητος Ιερομόναχο και θεολόγο της Ι.Μ.Σταυρονικήτα με το μήνυμα να ματαιωθεί πάση θυσία η μετάβαση Ιεροκοινοτικών Αντιπροσώπων στη Μόσχα. Και αυτό να μη γίνει σιωπηρώς, αλλά με επίσημο γράμμα ομολογιακό και αποδοκιμαστικό της αντορθόδοξης ρωσικής ενέργειας της μεταδόσεως θείας Κοινωνίας στους αιρετικούς Παπικούς. Δόθηκε σκληρή μάχη για να κερδηθεί η πλειοψηφία της Ιεράς Κοινότητος, την οποία είχε παρασύρει και παραπείσει ομάδα Αντιπροσώπων νεωτεριζόντων. Όμως, η πρωτοβουλία, το όνομα και η ανυποχώρητη επίμονή του Γέροντος Παϊσίου, μαζί με τη δύναμη της προσευχής του, έφεραν το καλό αποτέλεσμα της συντάξεως και αποστολής του «αποκαλυπτικού γράμματος της Ιεράς Κοινότητος κατά της μεταδόσεως της θείας Κοινωνίας εις τους αιρετικούς Παπικούς από την Ρωσικήν Εκκλησίαν»[3] στις 27-2-1977.
Για να φανεί πόσο ευαίσθητος και προσεκτικός ήταν ο Γέροντας Παΐσιος σε θέματα επικοινωνίας και συμπροσευχής με αιρετικούς, μεταφέρουμε εδώ το εξής χαρακτηριστικό περιστατικό :
«Κάποτε, διηγήθηκε ο Γέροντας, μου ήρθαν δύο παπικοί, λατίνοι... Μου λέει λοιπόν ο ένας – Έλα να πούμε το ‘Πάτερ ημών...’ – Για να το πούμε μαζί, του είπα, πρέπει να συμφωνούμε στο Δόγμα. Όμως μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστί. Ύστερα μου λέει : - Μόνο οι Ορθόδοξοι είναι κοντά στο Θεό και μόνο αυτοί θα σωθούνε; Ο Θεός είναι με όλο τον κόσμο. – Ναι, του είπα. Εσύ μπορείς να μου πης και πόσος κόσμος είναι κοντά στο Θεό; Έχουμε λοιπόν διαφορές. Είμαστε φυσικά παιδιά του ενός Πατέρα, αλλά μερικά μένουν στο σπίτι και μερικά γυρίζουν έξω. – Να δείξουμε αγάπη, μου λένε μετά. – Και η αμαρτία έγινε μόδα, τους λέω. – Και αυτό μέσα στην αγάπη είναι, μου λένε.              
–Όλοι μιλάνε για αγάπη, ειρήνη και ομόνοια, τους είπα στο τέλος, αλλά όλοι αυτοί είναι διχασμένοι και με τον εαυτό τους και με τους άλλους. Γι’ αυτό και ετοιμάζουν όλο και μεγαλύτερες βόμβες.
Πολλοί που μιλούν για αγάπη και ενότητα, οι ίδιοι δεν είναι ενωμένοι με το Θεό, γιατί δεν τον έχουν αγαπήσει ούτε έχουν αληθινή αγάπη. Αγάπη αληθινή έχει εκείνος που έχει ορθή πίστη, ζη κοντά στο Θεό, και τότε ο Θεός ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του και οι άλλοι βλέπουν στο πρόσωπό του τον Θεό.

Εύχομαι ο Θεός να φωτίση όλους τους ανθρώπους, με τους οποίους είμαστε κατά σάρκα αδέλφια – από τον Αδάμ και την Εύα - να έρθουν ‘εις επίγνωσιν αληθείας[4]’, για να γίνουν και πνευματικά μας αδέλφια. Αμήν»![5]
Χαρακτηριστικό είναι και το εξής περιστατικό: Ο τότε Πάπας, έχοντας ακούσει για την φήμη του Γέροντος Παϊσίου, έστειλε μερικούς καρδιναλίους στη καλύβη του γέροντος, για να του ανακοινώσουν ότι ο Πάπας τον προσκαλεί στη Ρώμη για να συζητήσουν περί δογματικών και εκκλησιατικών θεμάτων. Η απάντηση του γέροντα ήταν αποστομωτική: «Ο πάπας δεν είναι έτοιμος ακόμη για μια τέτοια συζήτηση. Πρέπει να αποβάλλει τον εγωϊσμό του».
Για τη θέση και τη στάση του Γέροντος Παϊσίου έναντι του Οικουμενισμού αντλούμε πληροφορίες και από δύο άλλα βιβλία. Το πρώτο είναι το βιβλίο «Επιστολές», που έγραψε ο ίδιος, και το δεύτερο το βιβλίο «Λόγοι Α΄. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο».
Στο βιβλίο του «Επιστολές» υπάρχουν σαφείς αναφορές για τις «αρρωστημένες πλάνες» των ετεροδόξων ή αιρετικών. Γράφει μεταξύ άλλων: «Στην εποχή μας, όμως, πολλοί από εμάς, επηρεαζόμενοι δυστυχώς από την κοσμική αγάπη, που δεν έχει πνευματικό αντίκρυσμα, πάμε δήθεν να κάνουμε καλό, να δώσουμε αίμα, ενώ το αίμα μας είναι γεμάτο από πνευματικά μικρόβια και βλάπτουμε περισσότερο. Εάν όμως ζούσαμε Πατερικά, θα είχαμε όλοι πνευματική υγίεια, την οποία θα ζήλευαν και όλοι οι ετερόδοξοι και θα άφηναν τις αρρωστημένες τους πλάνες και θα σώζονταν δίχως κήρυγμα. Διότι τώρα δεν συγκινούνται από την Αγία μας Πατερική παράδοση, γιατί θέλουν να ιδούν και την Πατερική μας συνέχεια, την πραγματική μας συγγένεια με τους Αγίους μας».
Πιο κάτω λέει: «... Αυτό που επιβάλλεται σε κάθε Ορθόδοξο είναι να βάζη την καλή ανησυχία και στους ετεροδόξους, να καταλάβουν δηλαδή ότι βρίσκονται σε πλάνη, για να μην αναπαύουν ψεύτικα τον λογισμό τους και στερηθούν και σ’ αυτήν την ζωή τις πλούσιες ευλογίες της Ορθοδοξίας και στην άλλη ζωή στερηθούν τις περισσότερες και αιώνιες ευλογίες του Θεού...»[6].
Στο βιβλίο «Λόγοι Α΄. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο» γράφονται τα εξής, τα οποία αποτελούν απάντηση στον διαθρησκειακό οικουμενισμό: «...Σήμερα δυστυχώς μπήκε η ευρωπαϊκή ευγένεια και πάνε να δείξουν τον καλό. Θέλουν να δείξουν ανωτερότητα και τελικά πάνε να προσκυνήσουν τον διάβολο με τα δύο κέρατα. ‘Μία θρησκεία, σου λένε, να υπάρχη’ και τα ισοπεδώνουν όλα. Ήρθαν και σ’ εμένα μερικοί και μου είπαν : Όσοι πιστεύουμε στον Χριστό να κάνουμε μία θρησκεία’. ‘Τώρα είναι σα να μου λέτε, τους είπα, χρυσό και μπακίρι (χαλκό) να τα κάνουμε ένα... Έγινε τόσος αγώνας για να λαμπικάρη το δόγμα’. Οι Άγιοι Πατέρες κάτι ήξεραν και απαγόρευσαν τις σχέσεις με αιρετικό. Σήμερα λένε: Όχι μόνο με αιρετικό, αλλά και με Βουδδιστή και με πυρολάτρη και με δαιμονολάτρη να συμπροσευχηθούμε. Πρέπει να βρίσκωνται στις συμπροσευχές τους και στα συνέδρια και οι Ορθόδοξοι. Είναι μια παρουσία’. Τί παρουσία; Τα λύνουν όλα με την λογική και δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα. Το ευρωπαϊκό πνεύμα νομίζει ότι και τα πνευματικά θέματα μπορούν να μπουν στην Κοινή Αγορά...»[7].
Εν κατακλείδι, από τα προαναφερθέντα, καθίσταται σαφές ότι ανέκαθεν ο Γέρων Παΐσιος ήταν κατά του Οικουμενισμού, όπως και κατά παντός μοντερνισμού ή «νεωτερισμού, ως υπαγορεύματος του διαβόλου». Ποτέ δεν έλεγε και δεν έγραψε ότι «είμαστε το ίδιο» με τους ετεροδόξους και όλα όσα ανιστόρητα και αντορθόδοξα και όντως «αρρωστημένα και πλανεμένα» έχουν πει και λένε και γράφουν οι παλαιότεροι και μάλιστα οι σημερινοί Οικουμενιστές και φιλενωτικοί.
Ας ευχηθούμε ο όσιος Γέρων Παΐσιος να στηρίζει με τις προσευχές του και την παρρησία του στον Κύριό μας την αγία μας Ορθοδοξία. Την ευχή του να έχουμε.
 
[1] Ορθόδοξος Τύπος, (1-3-1969) 4.
[2] Όσιος γέρων Παΐσιος Αγιορείτης μοναχός, «Άγνωστη επιστολή πόνου κατά οικουμενιστών και φιλενωτικών», Ορθόδοξος Τύπος  (9/16-3-2007) 1,5.
[3] Ορθόδοξος Τύπος  (30-3-2007) 1,5.
[4] Α΄ Τιμ. 2,4.
[5] Λόγοι Ε΄. Πάθη και αρετές, Σουρωτή Θεσ/κης 2006, σ. 285.
[6] Επιστολές, εκδ. 8η, 2004, σσ. 123, 149-150.
[7] Λόγοι Α΄. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, Σουρωτή Θεσ/κης 2006, σ. 347.