ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΓΝΩΜΙΚΩΝ!!!!
Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ ΜΑΣ!
Μετά από μια εβδομάδα, ο πρώτος άνδρας ένοιωθε μοναξιά και αποφάσισε να προσευχηθεί για μια σύζυγο. Την επόμενη μέρα, μια γυναίκα βγήκε κολυμπώντας στη δική του πλευρά του νησιού. Στην άλλη πλευρά δεν έγινε τίποτα.
Σύντομα ο πρώτος άνδρας προσευχήθηκε για ένα σπίτι, ρούχα, περισσότερη τροφή. Την επόμενη μέρα έγινε το θαύμα! Ό,τι προσευχήθηκε του δόθηκε ! Ωστόσο ο δεύτερος άνδρας ακόμη δεν κατάφερε να αποκτήσει τίποτα.
Τελικά, ο πρώτος άνδρας προσευχήθηκε για ένα πλοίο ώστε αυτός και η σύζυγος του να μπορέσουν να φύγουν από το ερημονήσι. Το πρωί, βρήκε ένα πλοίο αραγμένο στη δική του πλευρά του νησιού.
Ο πρώτος άνδρας και η σύζυγος του επιβιβάστηκαν στο πλοίο και αποφάσισαν να αφήσουν τον δεύτερο άνδρα μόνο του στο νησί. Θεώρησαν ότι ο δεύτερος άνδρας ήταν ανάξιος να λάβει τις ευλογίες του Θεού καθώς καμιά από τις προσευχές του δεν εισακούστηκαν.
«Κάνεις πολύ μεγάλο λάθος» τον επίπληξε η φωνή. «Ο άνδρας αυτός προσευχόταν μόνο για ένα πράγμα το οποίο και εισακούστηκε. Αν δεν γινόταν αυτό εσύ δεν θα λάμβανες καμιά από τις ευλογίες μου».
«Πες μου» ρώτησε ο πρώτος άνδρας, «ποια ήταν η προσευχή του για την οποία του είμαι υποχρεωμένος;
«Προσευχόταν να εισακουστούν όλες οι προσευχές σου!»
Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016
ΤΟ ΦΩΤΕΙΝΟ ΛΕΥΚΟ ΡΑΣΟ!
Πριν ήταν σε άλλη επαρχία κι ήταν κι εκεί νεωκόρος, έτσι είχε πει. Όχι πως ένοιαζε και κανένα… Ήταν κι ο εφημέριος που τον προσέλαβε, ο παπα-Θεοδόσης, άνθρωπος άδολος. Κάποια Κυριακή, ξεκίνησε ο νεωκόρος πρωί-πρωί για τον ναό. Θα είχαν μουσαφιραίους παπάδες από άλλη Μητρόπολη. Ο Δεσπότης είχε ζητήσει από τον παπα-Θεοδόση να τους φιλοξενήσει συλλειτουργούς στον ναό του.
Ο αγαθός νεωκόρος έφτασε αξημέρωτα στον ναό. Το κρύο τσουχτερό. Καθώς έκανε να βάλει το κλειδί στην είσοδο, διέκρινε λίγο απόμερα στο σκοτάδι κάτι να κινείται. Τον πλησίασε ένα παλληκάρι στο μπόι του. Ήταν διπλωμένος από τη στέρηση και μελανιασμένος από το κρύο. Φορούσε μονάχα τα εσώρουχά του! Κύριος οίδε σε τι είχε μπλεχτεί η από τι είχε ξεμπλέξει… Ο κυρ Μανώλης τρόμαξε αρχικά, αλλά μετά σάστισε.
«Τι συνέβη ρε παιδί; Γιατί είσαι έτσι;».
«Άστα μπάρμπα… Έχεις τίποτα να μου δώσεις να φορέσω;». «Που να βρω ρε παιδί;… Κάτσε, στάσου. Έλα μέσα…».
Μπήκαν στον πρόναο. Ο κυρ Μανώλης, χωρίς δεύτερη κουβέντα, βγάζει πανωφόρι, πουλόβερ, πουκάμισο, παντελόνι και του τα δίνει. Σάστισε τώρα ο νεαρός. «Τι κάνεις εκεί ρε μπάρμπα;».
«Μη σε νοιάζει… Εγώ φοράω το ρασάκι μου πάνω από τα ρούχα κι είναι μακρύ, δεν θα φαίνεται… Κι ύστερα εδώ μέσα θα έχει ζέστη σε λίγο… Μη σε νοιάζει… Δεν κάθεσαι κι εσύ; Θα ζεσταθείς…».
Ο νεαρός είχε ήδη γυρίσει την πλάτη του και κατέβαινε τα σκαλιά με τα ξένα ρούχα φορεμένα.
Η Λειτουργία προχωρούσε. Ο παπα-Θεοδόσης και άλλοι τρεις ιερείς, με τα άμφιά τους, συλλειτουργούσαν όρθιοι γύρω από την αγία Τράπεζα. Κάποια στιγμή, εκεί γύρω από το «πρόσχωμεν τα άγια τοις αγίοις…», ο παπα-Θεοδόσης σήκωσε το κεφάλι και πρόσεξε σε μια γωνιά του ιερού τον κυρ Μανώλη, που μόλις είχε μπει, εμπερίστατος και αγχωμένος όπως πάντα, για να τα προλάβει όλα.
«Βρε σε καλό του… », είπε από μέσα του ο καλόβουλος ιερέας, «σήμερα βρήκε ο ευλογημένος να κάνει τις κορδέλες του; Σήμερα που έχουμε κόσμο;… Αντί να βάλει το κλασικό του μαύρο ρασάκι, πήγε κι έβαλε αυτή τη λευκή κελεμπία; Σήμερα βρήκε;… Ίσα δηλαδή να τον δουν οι ξένοι και να βρούμε κάνα μπελά με τέτοια καμώματα… Θες να φτάσει και στ’ αυτιά του Δεσπότη κάνα τέτοιο: “Στους Ταξιάρχες το ρίξανε στα παρδαλά…”». Μέχρι το τέλος της ακολουθίας, ο παπα-Θεοδόσης δεν μπορούσε να ηρεμήσει. «Ρε πειρασμός που μας βρήκε Κυριακάτικα… Κι από κει που δεν το περιμέναμε…».
Κήρυξε ένας από τους φιλοξενούμενους ιερείς. Κοινώνησαν τον κόσμο. Έβαλαν απόλυση.
Ο παπα-Θεοδόσης πήγαινε να σκάσει. Κάθε που έβλεπε τον κυρ Μανώλη να πηγαινοέρχεται μπροστά στους ξένους παπάδες, δαγκωνόταν… Οι ιερείς έβγαλαν τα άμφιά τους, ετοιμάστηκαν.
«Πατέρες, θέλετε να κατεβείτε στο υπόγειο; Θα ᾽χουμε καφέδες και κέρασμα. Θα χαρούμε να μείνετε… Να, κυρ Μανώλη», έκανε να φωνάξει τον νεωκόρο, «η μάλλον άσε», μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του. «Αντώνη, Αντώνη», φώναξε τον ψάλτη, «πάρε τους πατέρες κάτω, μέχρι να τελειώσω κι εγώ εδώ… Πατέρες, τελειώνω κι έρχομαι… ».
Οι ιερείς φύγανε. Έμεινε στο ιερό μονάχος του. Και να σου κι ο κυρ Μανώλης, φουριόζος, με χέρια φορτωμένα.
«Έλα δω, βρε Μανώλη, έλα δω… Τι σου ᾽ρθε βρε ευλογημένε και μου σημαιοστολίστηκες σήμερα;».
«Πως;», έκανε ο κυρ Μανώλης με το χαρακτηριστικό βλέμμα του ανθρώπου που σε κοιτάει από το βάθος της αφέλειας.
«Που πήγες και το βρήκες βρε άνθρωπέ μου αυτό το ράσο; Μα ρεζίλι θέλεις να μας κάνεις;».
«Πάτερ μου εσείς μου το δώσατε… Είναι λίγο άπλυτο βέβαια… αλλά κεριά είναι, μη νομίζετε ότι φεύγουν και εύκολα…».
«Εγώ σου το ᾽δωσα; Πότε μωρέ σου το ᾽δωσα εγώ;».
«Όταν πρωτοήρθα βρε πάτερ μου, πριν δεκατέσσερα χρόνια… Μπάααα, τι πάθατε σήμερα;».
Θόλωσε ο παπα-Θεοδόσης. «Θα με τρελάνεις μωρέ; Δεν σου μιλάω για το μαύρο σου το ράσο… Για τούτο ᾽δω σου μιλάω… », και κάνει μια με θυμό και αρπάζει το ράσο του κυρ Μανώλη…
Σαν λέπι έπεσε απ’ τα μάτια του η αστραφτερή λευκάδα κι είδε στα χέρια του ένα μαύρο τριμμένο ρασάκι, θαμπό από τη χρήση και τα κεριά. Κι έτσι όπως το ανασήκωσε, βλέπει γυμνά τα πόδια του κυρ Μανώλη, σαν να φορούσε από μέσα κοντό παντελονάκι.
«Τι έγινε βρε Μανώλη;», ρώτησε με φωνή ξεψυχισμένη, σαν να του ᾽χε έρθει ζαλάδα.
Ο αφελής νεωκόρος του τα είπε όλα με απλότητα. Ο παπα-Θεοδόσης είχε καταπιεί τη γλώσσα του. Ένιωθε μέσα του κάτι σαν ταπείνωση που εντούτοις τον γλύκαινε…
Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016
Ο ΑΘΕΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΕ ΤΟ ΓΙΟ ΤΟΥ
- Όχι, απάντησε ο άπιστος πατέρας. Η Εκκλησία δεν είναι για σένα. Είναι για τους γέρους και τις γριές.
- Μα, πατερούλη μου, είπε ο μικρός, στο σχολείο έμαθα ότι η τέταρτη εντολή του Θεού, λέει να πηγαίνουμε κάθε Κυριακή στην Εκκλησία, για να λατρέψουμε τον Θεό.
- Αυτό είναι ανοησία, συνέχισε ο πατέρας.
- Αλλά τότε, πατέρα μου, αν είναι ανοησία να εφαρμόζουμε την τέταρτη εντολή, θα είναι επίσης ανοησία να προσέχουμε την πέμπτη εντολή, που λέει να σεβώμεθα τους γονείς μας....!
Τα λόγια αυτά έπεσαν σαν κεραυνός στ' αυτιά του πατέρα, που τελικώς αποδέχθηκε το μήνυμα του μικρού παιδιού του. Γιατί ο Θεός μας διδάσκει και δια των μικρών και δια των νηπίων...
ΑΣ ΠΡΟΣΕΧΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΙ ΔΙΔΑΣΚΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ..
ΟΙ ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ
1) «Εγώ είμαι ο Κύριος
ο Θεός σου, που σε έβγαλα από την Αίγυπτο, τον τόπο της δουλείας. Δεν θα
υπάρχουν για σένα άλλοι θεοί εκτός από μένα».
2) «Δεν θα
κατασκευάσεις για σένα είδωλα και κανενός είδους ομοίωμα. Αυτά δεν θα τα
προσκυνάς ούτε θα τα λατρεύεις, γιατί εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός».
3) «Δεν θα προφέρεις
χωρίς λόγο το όνομα του Κυρίου, του Θεού σου».
4) «Να θυμάσαι την
ημέρα του Σαββάτου, να την ξεχωρίζεις και να την αφιερώνεις στον Κύριο. Έξι
μέρες θα εργάζεσαι και θα κάνεις, όλες τις εργασίες σου. Αλλά η έβδομη
μέρα είναι μέρα ανάπαυσης, αφιερωμένη σ' εμένα, τον Κύριο το Θεό σου. Την ημέρα
αυτή δεν επιτρέπεται να κάνεις καμιά εργασία».
5) «Να τιμάς τον
πατέρα σου και τη μητέρα σου».
6) «Δεν θα
μοιχεύσεις».
7) «Δεν θα κλέψεις».
8) «Δεν θα φονεύσεις».
9) «Δεν θα καταθέσεις
ψεύτικη μαρτυρία ενάντια στο συνάνθρωπο σου».
10) «Δεν θα επιθυμήσεις τίποτε απ' ότι ανήκει
στο συνάνθρωπο σου».
Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΟΥΚΛΕΣ!
Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016
ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΤΗΝ ΚΑΝΕΙΣ ΖΗΤΙΑΝΑ!
Τοιχογραφία ἀπό τό Καθολικό τῆς Ι. Μ. Ἄνω Ξενιᾶς |
Καθημαγμένη ὑπό τῆς φθορᾶς τοῦ χρόνου, ἕνεκα τῆς καταστροφικῆς μανίας τῶν κατακτητῶν κατά τό πρόσφατον καί ἀπώτερον παρελθόν καί τῆς ἐπελθούσης ἐρημώσεως, ἀνέθαλλεν πάλιν ὑπό τάς ἀόκνους προσπαθείας τοῦ διανύοντος τήν πέμπτην δεκαετίαν τοῦ βίου του ἡγουμένου καί τῆς περί αὐτόν συναχθείσης σμικρᾶς ἀδελφότητος. Ἀλλά ἀληθινός κτήτωρ καί προστάτις τῆς μονῆς ἦτο ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, εἰς τήν ὁποίαν ἦτο ἀφιερωμένο τό Καθολικόν, τό διασωθέν τοῦ ἐμπρησμοῦ μέ δικήν της θαυματουργόν παρέμβασιν· τοῦτο δέ διηγοῦντο πολλάκις οἱ αὐτόπται μάρτυρες, εἷς προβεβηκώς ἤδη ἀδελφός τῆς μονῆς καί κάτοικοι τοῦ παραπλησίου χωρίου.
Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016
Ο ΑΛΙΣ ΚΟΥΠΕΡ ΕΞΟΜΟΛΟΓΕΙΤΑΙ: "ΠΩΣ Ο ΘΕΟΣ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ"
Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
«Συγγνώμη, δεν μπορώ να σε βοηθήσω αυτή την ώρα!», απάντησε η δεύτερη σύζυγος.«Το πιο πολύ, μπορεί να σε στείλω στον τάφο». Η απάντησή της ήρθε σαν κεραυνός και ο Βασιλιάς ισοπεδώθηκε.