Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
(Κατά Λουκάν
Ευαγγέλιο 18,9-14)
9 Εἶπε δὲ καὶ πρός
τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς
λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην·
10 ἄνθρωποι δύο
ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης.
11 ὁ Φαρισαῖος
σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ
οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης·
12 νηστεύω δὶς τοῦ
σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι.
13 καὶ ὁ τελώνης
μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿
ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.
14 λέγω ὑμῖν, κατέβη
οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν
ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
9 Και αυτήν την
παραβολή είπε τότε προς μερικούς, που είχαν πεποίθηση για τους εαυτούς τους ότι
είναι δίκαιοι και που εξουθένωναν τους υπόλοιπους:
10 «Δύο άνθρωποι
ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν: ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης.
11 Ο Φαρισαίος
στάθηκε και προσευχόταν ως προς τον εαυτό του αυτά: “Θεέ, σ’ ευχαριστώ, γιατί
δεν είμαι όπως ακριβώς οι υπόλοιποι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και
όπως αυτός ο τελώνης.
12 Νηστεύω δύο φορές
την εβδομάδα, αποδεκατίζω όλα όσα αποχτώ”.
13 Ο τελώνης, όμως,
είχε σταθεί από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει πάνω στον
ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του, λέγοντας: «Θεέ, ας είσαι ευμενής σ’ εμένα τον
αμαρτωλό».
14 Σας λέω, αυτός ο
τελευταίος κατέβηκε δικαιωμένος στον οίκο του παρά εκείνος. Γιατί καθένας που
υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, όποιος όμως ταπεινώνει τον εαυτό του θα
υψωθεί».