ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΟΠΛΟ ΙΣΧΥΡΟ!

ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΠΟΛΛΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Παλιά, γιὰ νὰ κάνη κάτι κανείς, ἂν ἦταν κοσμικὸς ἄνθρωπος, θὰ σκεφτόταν. Ἂν ἦταν πνευματικὸς ἄνθρωπος, θὰ σκεφτόταν καὶ θὰ προσευχόταν. Στὴν ἐποχή μας ἀκόμη καὶ «πνευματικοὶ» ἄνθρωποι ὄχι μόνο δὲν προσεύχονται, ἀλλὰ οὔτε σκέφτονται. Καὶ μάλιστα, συχνὰ πρόκειται γιὰ σοβαρὰ θέματα, καὶ αὐτοὶ κάνουν πρόβες μὲ τὸν κόσμο. Σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις, πρὶν ἐνεργήσουμε, νὰ λέμε: «Σκέφθηκα γι᾿ αὐτό; Προσευχήθηκα γι᾿ αὐτό;». Ὅταν κανεὶς ἐνεργῆ, χωρὶς νὰ σκεφθῆ καὶ χωρὶς νὰ προσευχηθῆ, ἐνεργεῖ σατανικά. Καὶ βλέπεις, συχνὰ πολλοὶ Χριστιανοὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἐνεργοῦν, δὲν ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβη. Νομίζουν ὅτι αὐτοὶ θὰ τὰ καταφέρουν ὅλα μόνοι τους. Ἐνῶ ἀκόμη καὶ ὁ ἄπιστος λέει «ἔχει ὁ Θεός», αὐτοὶ δὲν τὸ λένε. Τὰ βάζει λ.χ. κάποιος μὲ τὸν καρνάβαλο, ἐνῶ μπορεῖ νὰ κάνη προσευχὴ καὶ νὰ ρίξη ὁ Θεὸς τέτοιο χαλάζι, ποὺ νὰ σκορπίσουν ὅλοι καὶ νὰ ματαιωθῆ κάθε ἐκδήλωση. Ἤ, ἂς ὑποθέσουμε, μερικοὶ κατηγοροῦν ἕναν δεσπότη καὶ οἱ ἄλλοι καταφεύγουν στὸ Συμβούλιο Ἐπικρατείας. Ἀλλὰ οὔτε ἐκεῖ σταματοῦν. Διαδηλώσεις, φασαρίες, ἄρθρα στὶς ἐφημερίδες... Συνέχεια ἀνθρώπινες προσπάθειες καὶ δὲν ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ ἐνεργήση. Δὲν καταφεύγουν στὴν προσευχή, ὥστε νὰ ἀπαντήση ὁ Θεὸς διὰ τῆς προσευχῆς. Μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν προσευχὴ διορθώνονται ὅλα τὰ ἀδιόρθωτα.

Σήμερα ζοῦμε σὲ χρόνια Ἀποκαλύψεως. Δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς Προφήτης γιὰ νὰ τὸ καταλάβη. Τὰ πράγματα προχωροῦν τὰκ–τάκ. Τί μᾶς περιμένει δὲν ξέρουμε. Ὅλη αὐτὴ ἡ κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ, τὸ δείχνει. Γι' αὐτό, γιὰ ἕναν λόγο παραπάνω τώρα, πρέπει νὰ στηριχθοῦμε πιὸ πολὺ στὴν προσευχὴ καὶ νὰ πολεμήσουμε τὸ κακὸ μὲ τὴν προσευχή. Ἡ μόνη λύση αὐτὴ εἶναι. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ λυπηθῆ τὰ πλάσματά Του – ἂν καὶ δὲν εἴμαστε γιὰ νὰ μᾶς λυπηθῆ. Δὲν θὰ βρεθῆ ἄκρη. Καθένας ὅ,τι τοῦ λέει ὁ λογισμὸς θὰ κάνη. Θὰ γίνη αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς: «Θὰ περπατᾶς ὥρα, γιὰ νὰ βρῆς ἄνθρωπο· καὶ ὅσοι ζήσουν, θὰ τρῶνε μὲ χρυσὰ κουτάλια». Μερικοὶ βέβαια ἔχουν τὸν λογισμό: «Ἀφοῦ οἱ προφητεῖες θὰ ἐκπληρωθοῦν ὁπωσδήποτε, τί θὰ ὠφελήση ἡ προσευχή;». Ὁ Θεὸς βλέπει ὅτι ἔτσι θὰ ἐξελιχθοῦν τὰ πράγματα, ἀλλὰ ἐμεῖς κάνουμε προσευχή, γιὰ νὰ εἶναι πιὸ ἀνώδυνο ἕνα κακὸ καὶ νὰ μὴν πάρη ἔκταση. Γι' αὐτὸ λέει καὶ στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς θὰ κολοβωθοῦν οἱ ἡμέρες. Σὲ ἕναν πόλεμο λ.χ. μὲ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς γίνεται ἕνα θαῦμα, σώζονται περισσότεροι, ὑπάρχουν λιγώτερα θύματα, ὁπότε βοηθιοῦνται πνευματικὰ οἱ ἄνθρωποι, πιστεύουν καὶ ἀλλοιώνονται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια.

Τὰ πράγματα εἶναι σοβαρά. Καὶ μέχρι τώρα ποὺ δὲν τινάχθηκε ὁ κόσμος στὸν ἀέρα, θαῦμα εἶναι. Ὁ Θεὸς νὰ βάλη τὸ χέρι Του, γιατὶ ὅλος ὁ κόσμος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τρία-τέσσερα ἄτομα. Κρέμεται ἡ τύχη τοῦ κόσμου στὰ χέρια μερικῶν παλαβῶν. Λέει μιὰ παροιμία: «Τὰ ἄλογα κλωτσοῦν καὶ τὰ κοτόπουλα ψοφοῦν». Ἔτσι εἶναι. Τὰ μεγάλα κράτη ὅταν πιάνωνται, τὰ μικρὰ τὰ καημένα ἀδικοῦνται. Κλωτσιοῦνται τὰ μεγάλα καὶ καταστρέφονται τὰ μικρά. Χρειάζεται πολλὴ προσευχή, πολλὴ προσευχή, γιὰ νὰ φωτίση ὁ Θεὸς τοὺς μεγάλους, γιατί, ἂν θέλουν, μποροῦν νὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο. Ξέρει ὁ Θεὸς πολὺ εὔκολα καὶ σ' αὐτοὺς νὰ δώση λίγη φώτιση. Ἂν ὁ Θεὸς φωτίση, βγάζει ἕνας μιὰ διαταγὴ καὶ ἀλλάζουν ὅλα.

ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Νὰ παρακαλοῦμε κατ' ἀρχὰς ἡ προσευχή μας νὰ ἔχη ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἔρθουν σὲ θεοσέβεια ὅσοι ζοῦν καὶ ὅσοι θὰ ζήσουν. Ἐγὼ στὴν προσευχή μου λέω «Παράτεινον τὸ ἔλεός Σου τοῖς γινώσκουσί Σε» καὶ προσθέτω  «καὶ τοῖς μὴ γινώσκουσί Σε». Ἀκόμη λέω «Κύριε, σῶσον τοὺς ἀσεβεῖς». (Βέβαια ἡ Ἐκκλησία καλὰ κανόνισε νὰ λέη «Κύριε, σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς...», γιατὶ μπορεῖ νὰ βρίζουν οἱ ἀσεβεῖς, ἐπειδὴ προσεύχονται γι᾿ αὐτούς). Ὅταν πάλι ὁ ἱερεὺς λέη «Ὑπὲρ τῶν ἐντειλαμένων ἡμῖν τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπὲρ αὐτῶν», προσθέτω καὶ «ὑπὲρ τῶν μὴ ἐντειλαμένων». Γιατὶ πρέπει νὰ προσευχώμαστε καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ζήτησαν νὰ προσευχηθοῦμε, ἀλλὰ καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν μᾶς ζήτησαν, καὶ γιὰ τοὺς γνωστοὺς καὶ γιὰ τοὺς ἀγνώστους. Τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι ὑπάρχουν ποὺ ἔχουν μεγαλύτερη ἀνάγκη καὶ σοβαρώτερα προβλήματα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ζήτησαν νὰ προσευχηθοῦμε. Νὰ κάνουμε προσευχὴ καὶ γιὰ ὅσους ἔχουν ἀδικηθῆ, νὰ φανῆ τὸ δίκαιο· νὰ δοθῆ χάρη στοὺς φυλακισμένους, νὰ πιάση τόπο ἡ ταλαιπωρία ποὺ πέρασαν καὶ νὰ βοηθηθοῦν.
Ὅταν βάζω ξύλα στὴν φωτιά, δοξολογῶ τὸν Θεὸ καὶ λέω: «Ζέστανε, Θεέ μου, ὅσους δὲν ἔχουν ζεστασιά». Ὅταν πάλι καίω τὰ γράμματα ποὺ μοῦ στέλνουν – τὰ διαβάζω καὶ μετὰ τὰ καίω, γιατὶ ἔχουν καὶ θέματα ἀπόρρητα καὶ ἐξομολογήσεις –, λέω: «Νὰ τοὺς κάψη ὁ Θεὸς ὅλα τὰ κουσούρια. Νὰ τοὺς βοηθάη νὰ ζοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ τοὺς ἁγιάζη». Ἀκόμη συνηθίζω νὰ ζητῶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους νὰ προστατεύουν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φέρουν τὸ ὄνομά τους καὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πάντες νὰ προστατεύουν αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν προστάτη Ἅγιο.

Νὰ προσεύχεσαι γενικὰ καὶ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον τοὺς πάσχοντας σωματικὰ καὶ ψυχικά». Σ᾿ αὐτὴν τὴν εὐχὴ περιλαμβάνονται καὶ οἱ κεκοιμημένοι. Ἂν σοῦ ἔρχεται στὸν νοῦ ἕνα συγγενικό σου πρόσωπο, πὲς καὶ μιὰ εὐχὴ γι᾿ αὐτό, «... ἐλέησον τὸν δοῦλόν Σου τάδε», καὶ πέρασε ἀμέσως στὴν γενικὴ εὐχὴ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, «... ἐλέησον τὸν κόσμον Σου ἅπαντα». Μπορεῖς νὰ φέρνης στὸν νοῦ σου ἕναν συγκεκριμένο ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀνάγκη, νὰ προσεύχεσαι λίγο γι' αὐτὸν καὶ μετὰ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» καὶ νὰ πονᾶς γιὰ ὅλους, γιὰ νὰ μὴ φεύγη ἡ... ἁμαξοστοιχία μὲ ἕναν ἐπιβάτη. Νὰ μὴ σκαλώνουμε σὲ ἕνα πρόσωπο καὶ μετὰ δὲν μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε μὲ τὴν προσευχὴ οὔτε τὸν ἑαυτό μας οὔτε τοὺς ἄλλους. Ὅταν προσεύχεσαι λ.χ. γιὰ ἕναν καρκινοπαθῆ, νὰ προσεύχεσαι γιὰ ὅλους τοὺς καρκινοπαθεῖς καὶ νὰ λὲς καὶ μιὰ εὐχὴ γιὰ τοὺς κεκοιμημένους. Ἢ βλέπεις ἕναν δυστυχισμένο· νὰ πηγαίνη ἀμέσως ὁ νοῦς σου σὲ ὅλους τοὺς δυστυχισμένους καὶ νὰ προσεύχεσαι γι' αὐτούς. Νά, θυμᾶμαι, μικρὸς εἶχα δεῖ ἕναν ζητιάνο ποὺ πέθανε ἔξω ἀπὸ ἕνα τούρκικο σπίτι, δέκα μέτρα μακριὰ ἀπὸ τὸ δικό μας. Πέτρο τὸν ἔλεγαν. Τὸν βρῆκε τὸ πρωὶ ἡ Τουρκάλα πεσμένον ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι της καὶ τὸν σκουντοῦσε νὰ σηκωθῆ· τότε κατάλαβε ὅτι εἶχε πεθάνει. Ἀκόμη τὸν μνημονεύω. Πόσοι τέτοιοι «Πέτροι» ὑπάρχουν στὸν κόσμο! Ὅταν πηγαίνη κανεὶς σὲ εἰδικὰ θέματα καὶ σκέφτεται ὅτι ὑποφέρουν οἱ συνάνθρωποί μας, βοηθιέται, γιατὶ κεντιέται ἡ καρδιά. Ἔτσι, μὲ πονεμένη καρδιὰ ἀπὸ τὰ εἰδικὰ θέματα πηγαίνει καὶ στὰ γενικά, καὶ βοηθάει περισσότερο μὲ τὴν καρδιακὴ προσευχή.
Καλὰ εἶναι ὁ μοναχὸς νὰ μοιράζη τὴν προσευχή του σὲ τρία μέρη: γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ ὅλο τὸν κόσμο καὶ γιὰ τοὺς κεκοιμημένους. Ἂν καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, παρόλο ποὺ φαίνεται δίκαιη ἡ μοιρασιά, πάλι γιὰ τὸν ἑαυτό του φροντίζει περισσότερο, γιατὶ ὁ ἑαυτός του εἶναι ἕνας, ἐνῶ οἱ ζῶντες καὶ οἱ κεκοιμημένοι εἶναι δισεκατομμύρια.

Ὅταν μπῆ ἡ ἀγάπη, ὁ πόνος, ἡ θυσία, μπαίνει ἕνα ἀνώτερο ἐνδιαφέρον καὶ ἡ καρδιὰ γλυκαίνεται. Ἔτσι δὲν ξεχνάει κανεὶς τὴν εὐχὴ τὴν ὥρα τῆς ἐργασίας. Βοηθιέται τότε καὶ ὁ κόσμος θετικά, βοηθιέται καὶ ὁ ἴδιος ποὺ προσεύχεται καὶ νιώθει πνευματικὴ χαρά. Νὰ κάνης τὸ διακόνημά σου καὶ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», γιὰ νὰ βοηθιοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Στὸ «ἐλέησον ἡμᾶς» συμπεριλαμβάνονται ὅλοι. Ἀκόμη καὶ οἱ πέντε-ἕξι μεγάλοι – πόσοι εἶναι αὐτοὶ – ἀπὸ τοὺς ὁποίους κρέμεται ἡ τύχη ὅλου τοῦ κόσμου. Νὰ δουλεύης καὶ νὰ εὔχεσαι γι' αὐτοὺς ποὺ δουλεύουν. Αὐτὴ ἡ εὐχὴ πιάνει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται σωματικὰ καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται πνευματικά. Γιατὶ εἶναι πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ δουλεύουν, καὶ μάλιστα δουλεύουν πολύ. Ἄλλοι ἐργάζονται γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πολιτείας. Ἄλλοι ἐργάζονται γιὰ τὸ κακό· ξενυχτοῦν μελετώντας πῶς νὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο. Ἄλλοι κάνουν συνέδρια καὶ προσπαθοῦν νὰ βροῦν τρόπο νὰ ἐμποδίσουν τοὺς προηγούμενους νὰ κάνουν κακό.  Ἄλλοι πάλι δουλεύουν μερόνυχτα, ξενυχτοῦν, γιὰ νὰ βροῦν λύσεις στὰ γενικὰ προβλήματα. Νὰ εὔχεσαι ὁ Θεὸς νὰ φωτίση καὶ τοὺς κακοὺς νὰ κάνουν λιγώτερο κακὸ ἢ νὰ ἀποτρέψη τελείως τὸ κακό. Νὰ φωτίση καὶ τοὺς καλούς, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο. Νὰ εὔχεσαι καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ δουλέψουν καὶ δὲν μποροῦν νὰ δουλέψουν, γιατὶ εἶναι ἄρρωστοι. Καὶ γιὰ τοὺς ὑγιεῖς ποὺ δὲν βρίσκουν δουλειά, ἐνῶ ἔχουν ἀνάγκη. Νὰ σκέφτεσαι διάφορες περιπτώσεις καὶ νὰ προσεύχεσαι γι' αὐτές. Ὅταν ὁ νοῦς πάη σὲ ὅλους αὐτούς, κεντιέται ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὸν πόνο καὶ ἡ εὐχὴ γίνεται καρδιακή. Τόσοι ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη στὴν διάρκεια ὅλης τῆς ἡμέρας! Νὰ μὴ γίνεται σπατάλη στὸν χρόνο. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει μεγάλη ἀνάγκη γιὰ προσευχὴ – ἄσχετα ἂν αὐτὸς νομίζη ὅτι ἔχει – προχωρεῖ κανεὶς καὶ σκέφτεται ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔχουν μεγαλύτερη ἀνάγκη. Τότε βοηθιέται καὶ αὐτὸς ποὺ νόμιζε ὅτι ἔχει ἀνάγκη, γιατὶ ἔγινε ἀφορμὴ νὰ προσευχηθῆ ὁ ἄλλος γιὰ πολλούς.

ΒΟΗΘΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Γιὰ νὰ βοηθηθῆ δηλαδὴ κανεὶς ἀπὸ τὴν προσευχὴ «δικαίου» ἀνθρώπου, χρειάζεται νὰ ἔχη καλὴ διάθεση. Ἡ εὐχὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν καρδιὰ εἰσακούεται· πρέπει ὅμως καὶ ὁ ἄλλος νὰ εἶναι δεκτικός. Ἀλλιῶς, ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται πρέπει νὰ ἔχη τὴν ἁγιότητα τοῦ Μεγάλου Παϊσίου, γιὰ νὰ μπορέση νὰ τὸν βγάλη ἀπὸ τὴν κόλαση (1). Γι' αὐτὸ κάνετε προσευχὴ πρῶτα γι' αὐτοὺς ποὺ ἔχουν διάθεση νὰ σωθοῦν.
Ἐγώ, ὅταν παρακαλῶ τὸν Θεὸ γιὰ διάφορες περιπτώσεις, λέω: «Θεέ μου, νὰ εἶναι αἰσθητὴ ἡ βοήθειά Σου, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ πνευματικά· ἂν δὲν εἶναι αἰσθητή, μὴ μᾶς βοηθᾶς». Πολλοὶ οὔτε κἂν καταλαβαίνουν ἀπὸ τί μπόρες μᾶς γλυτώνει ὁ Θεὸς καὶ οὔτε κἂν τὸ σκέφτονται, γιὰ νὰ δοξολογήσουν τὸν Θεό. Γι' αὐτὸ νὰ ζητᾶμε νὰ βοηθᾶνε ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ εἶναι καὶ αἰσθητὴ ἡ βοήθειά Τους, γιὰ νὰ ὠφελοῦνται οἱ ἄνθρωποι. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι κινδυνεύει κάποιος νὰ πέση ἀπὸ τὴν σκαλωσιὰ καὶ οἰκονομάει ὁ Θεὸς νὰ σκαλώση κάπου, ποὺ δὲν ἦταν νὰ σκαλώση, καὶ γλυτώνει. Ἢ πέφτει κάπου καὶ δὲν σακατεύεται. Ἢ τρακάρει καὶ γλυτώνει. Νὰ εὐχηθοῦμε νὰ καταλάβη ὅτι ὁ Θεὸς τὸν βοήθησε καὶ σώθηκε, γιὰ νὰ βοηθηθῆ πνευματικά. Κάποιος ἔπεσε ἀπὸ ἕνα γεφύρι κάτω καὶ σώθηκε. «Κατέβηκες νὰ μετρήσης τὸ βάθος;», τοῦ λέω. Στὰ χέρια μᾶς κρατοῦν οἱ Ἅγιοι. Ἕνα παιδὶ ποὺ τοῦ εἶχα δώσει ἕνα σταυρουδάκι, καθὼς ἔτρεχε μὲ τὸ μοτοσακό, πέρασε πάνω ἀπὸ ἕνα ταξί, ἔκανε μιὰ τούμπα καὶ συνέχισε νὰ τρέχη στὸν δρόμο, χωρὶς νὰ πάθη τίποτε. Πολλοὶ γλυτώνουν, ἀλλὰ λίγοι καταλαβαίνουν καὶ διορθώνονται.

Κατ᾿ ἀρχάς, ἂν ἐκεῖνος εἶχε καλὴ διάθεση, ἀλλὰ δὲν βοηθήθηκε, δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Καὶ νὰ μὴν προσευχηθοῦν οἱ ἄλλοι, θὰ οἰκονομήση ὁ Θεὸς ἀργότερα νὰ βοηθηθῆ. Ἀλλά, ἂν ὁ ἴδιος ζητήση ἐξ ἀρχῆς βοήθεια, θὰ ἐπέμβη ὁ Θεὸς νωρίτερα καὶ θὰ βοηθηθῆ νωρίτερα· ἀλλιῶς θὰ βοηθηθῆ ἀργότερα. Μὲ τὴν προσευχὴ δίνουμε δικαίωμα στὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβη. Κανονικά, ἕνας ἄνθρωπος, ἂν ζητάη βοήθεια μὲ τὴν καρδιά του καὶ λέη ταπεινὰ «εὔχου, Πάτερ, καὶ γιὰ μένα», σοῦ ραγίζει τὴν καρδιὰ καὶ δὲν μπορεῖς νὰ τὸν ξεχάσης. Ἐνῶ, ἂν λέη τελείως ἐπιπόλαια «εὔχου, εὔχου, τράβα κανέναν κόμπο», σὰν νὰ λέη «γειὰ χαρά!», πῶς νὰ τὸν θυμηθῆς;

Ὅταν γίνεται προσευχὴ καρδιακή, μὲ πόνο, γιὰ τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου, ὅσοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐκείνη τὴν ὥρα βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, λαμβάνουν ἀμέσως βοήθεια. Ἔχω πολλὰ χειροπιαστὰ παραδείγματα. Πρὶν ἀπὸ χρόνια, ἕνας ἄνθρωπος βαθιὰ ἀπελπισμένος πέρασε μέσα στὴν σκοτοδίνη του τὰ σύνορα καὶ βρέθηκε στὸ Παραπέτασμα. Ἐκεῖ τὸν πέρασαν γιὰ κατάσκοπο, τὸν συνέλαβαν, τὸν ταλαιπώρησαν καὶ τὸν φυλάκισαν. Μέσα στὴν φυλακὴ προσευχόταν. Ἕνας γνωστός μου μοναχὸς ἔμαθε γιὰ τὸ κατάντημά του καὶ προσευχήθηκε. «Θεέ μου, εἶπε, Σὲ παρακαλῶ, ἐλευθέρωσέ τον. Γιὰ Σένα εἶναι εὔκολο αὐτὸ νὰ τὸ κάνης». Μετὰ τὴν φυλάκισή του τὸν κάλεσαν σὲ ἀπολογία. Μετὰ τὴν ἀπολογία ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς βρέθηκε σὲ ἑλληνικὸ ἔδαφος. Ὅταν οἱ Ἕλληνες τοῦ ἔκαναν ἀνακρίσεις, εἶπε: «Μὲ ἔδειραν, μὲ φυλάκισαν, μοῦ ζήτησαν ἀπολογία. Ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ πέρα δὲν θυμᾶμαι τίποτε. Δὲν ξέρω, οὔτε κατάλαβα πῶς βρέθηκα στὸ ἑλληνικὸ φυλάκιο». Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ κάμπτει τὸν Θεό.

Καλὰ εἶναι ὁ... ἀσύρματός μας νὰ δουλεύη συνέχεια, γιὰ νὰ προλαβαίνη ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ζητοῦν βοήθεια. Στὸν στρατό, στὶς Διαβιβάσεις, παρακολουθούσαμε τοὺς ξένους σταθμούς, ἀλλὰ καὶ βοηθούσαμε τοὺς δικούς μας. Κάναμε τὸν ἐνδιάμεσο στοὺς δικούς μας σταθμοὺς ποὺ ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸ κέντρο καὶ δὲν ἀκούγονταν· παίρναμε τὰ σήματά τους καὶ τὰ διαβιβάζαμε. Ἤμασταν πάντοτε δύο ἄτομα καὶ κάναμε δύο βάρδιες. Γιατί, ἂν ἦταν μόνον ἕνας, θὰ διέκοπτε καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ βοηθηθῆ ὁ ἄλλος ποὺ ζητοῦσε βοήθεια, καὶ τὰ σήματά του δὲν θὰ ἔφθαναν στὸν προορισμό τους. Ἕνας τέτοιος σταθμός, ὅταν δουλεύη συνέχεια, μπορεῖ νὰ βοηθάη αὐτοὺς ποὺ τὰ σήματά τους δὲν φθάνουν στὴν μονάδα τους. Ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχει παρρησία στὸν Θεὸ καὶ προσεύχεται γιὰ τὸν ἄλλον κάνει τὸν ἐνδιάμεσο στὸν ἄνθρωπο ποὺ ζητᾶ βοήθεια καὶ στὸν Θεό. Ἂν ὁ ἕνας ὅμως ζητᾶ βοήθεια, καὶ ὁ ἄλλος ἔχη κλειστὸ τὸν σταθμό του, δὲν προσεύχεται, τί γίνεται;

1) Στὸν βίο τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Μεγάλου ἀναφέρεται τὸ ἑξῆς γεγονός: Ἕνας ἀμελὴς ὑποτακτικὸς ἔπεσε ἀπὸ παρακοὴ σὲ κάποια ἁμαρτία καὶ πέθανε, χωρὶς νὰ μετανοήση. Ὁ Θεὸς ἀποκάλυψε στὸν Γέροντά του μετὰ ἀπὸ τὶς ἐπίμονες δεήσεις του ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ ὑποτακτικοῦ του θὰ βασανίζεται στὸν Ἅδη μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ὁπότε θὰ λάβη τὴν πρέπουσα ἀνταπόδοση. Ὁ Γέροντας τότε κατέφυγε στὸν Ὅσιο Παΐσιο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ δεηθῆ καὶ ἐκεῖνος στὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ὑποτακτικοῦ του. Μετὰ ἀπὸ τὴν θερμὴ προσευχὴ τοῦ Ὁσίου, ὁ Χριστὸς ἐλευθέρωσε τὴν ψυχὴ τοῦ ἀμετανόητου ὑποτακτικοῦ ἀπὸ τὸν Ἅδη.

Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΕΤΡΑΕΙ

Ἡ νηστεία, ἡ ἄσκηση, εἶναι προϋποθέσεις. Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνη σωστὴ προσευχή, πρέπει νὰ πονάη κανεὶς γιὰ τοὺς ἄλλους. Γιατὶ εἶναι καὶ τυπικὸ πολλῶν Χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς μας νὰ μὴ θέλουν νὰ στενοχωρηθοῦν. Καὶ συνταξιοῦχοι ἀκόμη ποὺ ὅλη μέρα κάθονται, δὲν πᾶνε νὰ πλησιάσουν ἕνα παιδὶ ἐγκαταλελειμμένο, γιατὶ αὐτὸ ἔχει φασαρία. Θὰ φᾶνε, θὰ πιοῦν τὸν καφέ τους καὶ θὰ κάνουν ἕναν περίπατο, θὰ πᾶνε σὲ ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ ἔχει νοσοκόμους, σὲ κάτι ὀργανωμένο, γιὰ νὰ δοῦν ἕναν ἄρρωστο, γιατὶ αὐτὸ εἶναι πιὸ εὔκολο. Πάλι δηλαδὴ γιὰ νὰ εὐχαριστηθοῦν, ὁπότε ἀναπαύουν καὶ τὸν λογισμό τους ὅτι ἔκαναν τὸ καθῆκον τους. Πόσους ἔχω στριμώξει νὰ βοηθήσουν κάτι παιδάκια ἐγκαταλελειμμένα! Αὐτοὶ τίποτε.

Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἔκαναν κάπου Λιτανεία γιὰ τὴν ἀνομβρία καί, ἀντὶ νὰ βρέξη, ἔπιασε πυρκαγιά! Δὲν γίνεται ἡ Λιτανεία σὰν νὰ κάνουμε περίπατο. Θέλει νὰ πονέσουμε. Μπορεῖ νὰ παραμείνη πειρασμὸς ἢ μιὰ δύσκολη κατάσταση, ἂν κάνουν καρδιακὴ προσευχὴ οἱ καλόγεροι; Παρ᾿ ὅλα τὰ δύσκολα χρόνια βλέπω στὰ μοναστήρια νὰ ἐπικρατῆ ἕνα πνεῦμα... Νὰ εἴμαστε χαρούμενοι! Ἐδῶ καίγεται ὁ κόσμος! Μᾶς ζητοῦν νὰ κάνουμε μιὰ ἀγρυπνία, ἂς ὑποθέσουμε, γιὰ ἕναν ἄρρωστο, καὶ ψάλλουμε «Ἀνοίξαντός Σου τὴν χεῖρα» καὶ χαιρόμαστε. Ἐμεῖς περνᾶμε εὐχάριστα τὴν ὥρα μας καὶ ὁ ἄλλος ἐν τῷ μεταξὺ πεθαίνει. «Κάνουμε, λέει, ἀγρυπνία γιὰ τὸν ἄρρωστο». Τί ἀγρυπνία; Ἐσεῖς κάνετε διασκέδαση. Αὐτὸ εἶναι πνευματικὴ διασκέδαση. Μερικὲς φορές, οὔτε ὅταν ὁ ἱερέας λέη «Ὑπὲρ τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων», προσευχόμαστε γιὰ τὸν ἄρρωστο. Θὰ βοηθούσαμε πιὸ θετικά, ἂν κάναμε καὶ λίγη εὐχὴ μὲ κομποσχοίνι. Δὲν λέω νὰ καταργήσουμε τὶς πανηγυρικὲς ἀγρυπνίες ποὺ προβλέπει τὸ τυπικό, ἀλλὰ σὲ τέτοιες περιπτώσεις νὰ διαθέτουμε καὶ λίγη ὥρα, γιὰ νὰ κάνουμε τοὐλάχιστον ἕνα-δύο κομποσχοίνια λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον τὸν δοῦλόν σου».

Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ ποιότητα τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι καρδιακή, νὰ γίνεται ἀπὸ πόνο. Γιὰ τὸν Θεὸ δὲν μετράει τόσο ἡ ποσότητα τῆς προσευχῆς ὅσο ἡ ποιότητα. Ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται στὰ μοναστήρια ἔχει ποσότητα, ἀλλὰ δὲν φθάνει αὐτό· πρέπει νὰ ἔχη καὶ ποιότητα. Τόσες ὧρες προσευχὴ ποὺ γίνεται ἀπὸ τόσα ἄτομα, ἂν ἦταν καρδιακή, θὰ εἶχε ἀλλάξει ὁ κόσμος. Γι' αὐτὸ σκοπὸς εἶναι οἱ Ἀκολουθίες νὰ γίνωνται ἀπὸ τὴν καρδιά.
Ἡ καρδιακὴ προσευχὴ βοηθάει ὄχι μόνον τοὺς ἄλλους ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, γιατὶ βοηθάει νὰ ἔρθη ἡ ἐσωτερικὴ καλωσύνη. Ὅταν ἐρχώμαστε στὴν θέση τοῦ ἄλλου, ἔρχεται φυσιολογικὰ ἡ ἀγάπη, ὁ πόνος, ἡ ταπείνωση, ἡ εὐγνωμοσύνη μας στὸν Θεὸ μὲ τὴν συνεχῆ δοξολογία, καὶ τότε ἡ προσευχὴ γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας γίνεται εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸν βοηθάει.

«ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΑΝΤΟ ΑΥΤΟΝ»

(Μένει ψυχρὴ ἡ καρδιά στὴν προσευχή) Γιατὶ ὁ νοῦς δὲν δίνει τηλεγράφημα στὴν καρδιά. Ὕστερα στὴν προσευχὴ χρειάζεται νὰ ἐργασθῆ κανείς· δὲν μπορεῖ ἀπὸ τὴν μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη νὰ φθάση σὲ κατάσταση, ὥστε νὰ μὴ φεύγη καθόλου ὁ νοῦς του. Θέλει ὑπομονή. Βλέπεις, ὁ ἄλλος χτυπάει τὴν πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, καὶ μετὰ ἀνοίγει ἡ πόρτα. Ἐσὺ θὲς νὰ χτυπήσης μιὰ καὶ νὰ μπῆς μέσα. Δὲν γίνεται ἔτσι. Ὅταν ξεκινᾶς νὰ πῆς τὴν εὐχή, δὲν ἔχεις ἐπιθυμία γι᾿ αὐτό;

Στὴν προσευχὴ χρειάζεται ἐπιμονή. «Καὶ παρεβιάσαντο αὐτόν», λέει τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τοὺς δύο Μαθητὲς ποὺ συνάντησαν τὸν Χριστὸ στὸν δρόμο πρὸς Ἐμμαούς. Ἔμεινε ὁ Χριστὸς μαζί τους, γιατὶ εἶχαν μιὰ συγγένεια μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ δικαιοῦνταν. Εἶχαν ταπείνωση, ἁπλότητα, καλωσύνη, θάρρος μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, ὅλες τὶς προϋποθέσεις, γι' αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἔμεινε μαζί τους.
Πρέπει νὰ προσευχώμαστε μὲ πίστη γιὰ κάθε ζήτημα καὶ νὰ κάνουμε ὑπομονή, καὶ ὁ Θεὸς θὰ μιλήση. Γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται μὲ πίστη, ὑποχρεώνει τὸν Θεὸ κατὰ κάποιον τρόπο γιὰ τὴν πίστη του αὐτὴ νὰ τοῦ ἐκπληρώση τὸ αἴτημά του. Γι' αὐτό, ὅταν ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ μὴ «διακρινώμεθα» καὶ θὰ εἰσακουσθοῦμε. «Νὰ ἔχετε πίστη χωρὶς νὰ διακριθῆτε», εἶπε ὁ Κύριος. Ὁ Θεὸς ξέρει πότε πρέπει νὰ μᾶς δώση αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε, ὥστε νὰ μὴ βλαφθοῦμε πνευματικά. Μερικὲς φορὲς ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν κάνουμε ὑπομονὴ καὶ ἀνησυχοῦμε. Ἂν δὲν εἴχαμε δυνατὸ Θεό, τότε νὰ ἀνησυχούσαμε. Ἀλλά, ἀφοῦ ἔχουμε Θεὸ Παντοδύναμο καὶ ἔχει πάρα πολλὴ ἀγάπη, τόση ποὺ μᾶς τρέφει καὶ μὲ τὸ Αἷμα Του, δὲν δικαιολογούμαστε νὰ ἀνησυχοῦμε. Μερικὲς φορὲς δὲν ἀφήνουμε ἕνα δύσκολο θέμα μας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐνεργοῦμε ἀνθρώπινα. Ὅταν ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ κλονίζεται ἡ πίστη μας καὶ θέλουμε νὰ ἐνεργήσουμε ἀνθρωπίνως στὰ δυσκολοκατόρθωτα, χωρὶς νὰ περιμένουμε τὴν ἀπάντηση στὸ αἴτημά μας ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι σὰν νὰ κάνουμε αἴτηση στὸν Βασιλέα Θεὸ καὶ τὴν παίρνουμε πίσω, τὴν ὥρα ποὺ Ἐκεῖνος ἁπλώνει τὸ χέρι Του, γιὰ νὰ ἐνεργήση. Τὸν παρακαλοῦμε πάλι, ἀλλὰ καὶ πάλι κλονίζεται ἡ πίστη μας καὶ ἀνησυχοῦμε καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ ἴδιο. Ἔτσι διαιωνίζεται ἡ ταλαιπωρία μας. Κάνουμε δηλαδὴ σὰν ἐκεῖνον ποὺ κάνει μία αἴτηση στὸ Ὑπουργεῖο καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο μετανοιώνει καὶ τὴν ἀποσύρει. Ξαναμετανοιώνει, τὴν ὑποβάλλει· μετὰ ἀπὸ λίγο πάλι τὴν ἀποσύρει. Ἡ αἴτηση ὅμως πρέπει νὰ μείνη, γιὰ νὰ παίρνη τὴν σειρά της.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕ ΠΟΝΟ

Ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ πονάη ὁ ἄνθρωπος. Ἂν δὲν πονάη, μπορεῖ νὰ κάθεται ὧρες μὲ τὸ κομποσχοίνι καὶ ἡ προσευχή του νὰ μὴν ἔχη κανένα ἀποτέλεσμα. Ἂν ὑπάρχη πόνος γιὰ τὸ θέμα γιὰ τὸ ὁποῖο προσεύχεται, ἀκόμη καὶ μὲ ἕναν ἀναστεναγμὸ κάνει καρδιακὴ προσευχή. Πολλοί, ὅταν τὴν στιγμὴ ποὺ τοὺς ζητοῦν οἱ ἄλλοι νὰ προσευχηθοῦν δὲν ἔχουν χρόνο, προσεύχονται μὲ ἕναν ἀναστεναγμὸ γιὰ τὸ πρόβλημά τους. Δὲν λέω νὰ μὴν κάνη κανεὶς προσευχή, ἀλλά, ἂν τυχὸν δὲν ὑπάρχη χρόνος, ἕνας ἀναστεναγμὸς γιὰ τὸν πόνο τοῦ ἄλλου εἶναι μία καρδιακὴ προσευχή· ἰσοδυναμεῖ δηλαδὴ μὲ ὧρες προσευχῆς. Διαβάζεις λ.χ. ἕνα γράμμα, βλέπεις ἕνα πρόβλημα, ἀναστενάζεις καὶ μετὰ προσεύχεσαι. Οὔ, αὐτὸ εἶναι μεγάλο πράγμα! Πρὶν πιάσης τὸ ἀκουστικό, πρὶν ἀκόμη καλέσης, σὲ ἀκούει ὁ Θεός! Καὶ πῶς τὸ πληροφορεῖται ὁ ἄλλος! Νὰ δῆτε πῶς οἱ δαιμονισμένοι καταλαβαίνουν πότε κάνω προσευχὴ γι᾿ αὐτοὺς καὶ φωνάζουν, ὅπου καὶ ἂν βρίσκωνται!

Ἡ πραγματικὴ προσευχὴ ξεκινάει ἀπὸ ἕναν πόνο· δὲν εἶναι εὐχαρίστηση, «νιρβάνα». Τί πόνος εἶναι; Βασανίζεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ὁ ἄνθρωπος. Πονάει, βογγάει, ὑποφέρει, ὅταν κάνη προσευχὴ γιὰ ὁτιδήποτε. Ξέρετε τί θὰ πῆ ὑποφέρει; Ναί, ὑποφέρει, γιατὶ συμμετέχει στὸν γενικὸ πόνο τοῦ κόσμου ἢ στὸν πόνο ἑνὸς συγκεκριμένου προσώπου. Αὐτὴν τὴν συμμετοχή, αὐτὸν τὸν πόνο, τὸν ἀνταμείβει ὁ Θεὸς μὲ τὴν θεία ἀγαλλίαση. Δὲν ζητάει βέβαια ὁ ἄνθρωπος τὴν θεία ἀγαλλίαση, ἀλλὰ ἡ θεία ἀγαλλίαση ἔρχεται ὡς συνέπεια, ἐπειδὴ συμμετέχει στὸν πόνο τοῦ ἄλλου.

Μαθαίνει κάτι, λ.χ. ὅτι ἔγινε ἕνα δυστύχημα, «ἄχ!» ἀναστενάζει, καὶ τὰκ ὁ Θεὸς τοῦ δίνει παρηγοριὰ θεϊκὴ γιὰ τὸν λίγο ἀναστεναγμό. Βλέπει ἕναν νὰ πονάη, καὶ τὰκ συμπάσχει μαζί του καὶ παρηγορεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θεία παρηγοριά· δὲν μένει μὲ τὴν πίκρα ἐκείνη. Βοηθιέται τότε ὁ ἄλλος μὲ τὴν προσευχή του. Ἢ σκέφτεται: «Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τόσα· ἐγὼ τί ἔκανα γιὰ τὸν Θεό;». Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση αὐτὸ ποὺ μοῦ εἶπε μιὰ ψυχή: «Οἱ Ἄγγελοι, λέει, καλύπτουν τὰ πρόσωπα, ὅταν τελῆται τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καὶ ἐμεῖς κοινωνοῦμε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐγὼ τί ἔκανα γιὰ τὸν Χριστό;». Ὑποφέρει μὲ τὴν καλὴ ἔννοια.

(Πῶς καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι βοηθήθηκε μὲ τὴν προσευχή του ὁ ἄλλος;) Τὸ πληροφορεῖται ἀπὸ τὴν θεία παρηγοριὰ ποὺ νιώθει μέσα του μετὰ ἀπὸ τὴν πονεμένη του καρδιακὴ προσευχὴ ποὺ ἔκανε. Πρέπει ὅμως πρῶτα τὸν πόνο τοῦ ἄλλου νὰ τὸν κάνης δικό σου πόνο καὶ ὕστερα νὰ κάνης καὶ καρδιακὴ προσευχή. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἰδιότητα θεϊκὴ καὶ πληροφορεῖ τὸν ἄλλον. Καὶ στὰ νοσοκομεῖα, ὅταν οἱ γιατροὶ καὶ οἱ νοσοκόμες πονοῦν πραγματικὰ γιὰ τοὺς ἀρρώστους, αὐτὸ εἶναι τὸ δραστικώτερο φάρμακο ἀπὸ ὅλα τὰ φάρμακα ποὺ τοὺς δίνουν. Νιώθουν οἱ ἄρρωστοι ὅτι ἐνδιαφέρονται γι' αὐτούς, καὶ αἰσθάνονται σιγουριά, ἀσφάλεια, παρηγοριά. Οὔτε πολλὲς κουβέντες χρειάζεται νὰ πῆς στὸν ἄλλον ποὺ ὑποφέρει, οὔτε νὰ τοῦ κάνης διδασκαλία. Καταλαβαίνει ὅτι τὸν πονᾶς καὶ ἔτσι βοηθιέται. Ὁ πόνος εἶναι τὸ πᾶν. Ἂν πονέσουμε τοὺς ἄλλους, ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας, τὰ προβλήματά μας.

Η ΘΕΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ

Στὴν πνευματικὴ ἀντιμετώπιση δὲν ὑπάρχει θλίψη. Μὲ τὸν κόσμο τώρα πόσο πόνο πέρασα! Δὲν τὰ περνοῦσα ἔτσι τὰ θέματά τους. Πονοῦσα, ἀναστέναζα, ἀλλὰ σὲ κάθε ἀναστεναγμό, ἄφηνα τὸ θέμα στὸν Θεό, καὶ στὸν πόνο ποὺ ἔνιωθα γιὰ τὸν ἄλλον ἔδινε ὁ Θεὸς παρηγοριά. Δηλαδὴ μὲ τὴν πνευματικὴ ἀντιμετώπιση ἐρχόταν θεία παρηγοριά, γιατὶ ὁ πόνος ποὺ ἔχει μέσα τὴν ἐλπίδα στὸν Θεὸ ἔχει θεία παρηγοριά. Ἀλλιῶς πῶς νὰ ἀντέξη κανείς! Πῶς θὰ μποροῦσα διαφορετικὰ νὰ τὰ βγάλω πέρα μὲ τόσα ποὺ ἀκούω; Πονάω, ἀλλὰ σκέφτομαι καὶ τὴν θεία ἀνταμοιβὴ στοὺς πονεμένους. Εἴμαστε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ὑπάρχει θεία δικαιοσύνη, θεία ἀνταπόδοση, τίποτε δὲν πάει χαμένο. Ὅσο βασανίζεται κανείς, ἄλλο τόσο θὰ ἀνταμειφθῆ. Ὁ Θεός, ἐνῶ βλέπει τόσον πόνο πάνω στὴν γῆ, ἀκόμη καὶ πράγματα ποὺ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ τὰ συλλάβουμε, δὲν τὰ χάνει. «Περισσότερο ὑποφέρεις; λέει, περισσότερο θὰ σὲ οἰκονομήσω στὴν ἄλλη ζωή», καὶ γι᾿ αὐτὸ χαίρεται. Διαφορετικὰ πῶς θὰ μποροῦσε, ἂς ποῦμε, νὰ ἀντέξη τόση ἀδικία, τόση κακία ποὺ ὑπάρχει; Ἔχει ὅμως ὑπ' ὄψιν Του τὴν ἀνταμοιβὴ αὐτῶν ποὺ ὑποφέρουν καὶ μπορεῖ, τρόπος τοῦ λέγειν, νὰ ἀντέξη αὐτὸν τὸν μεγάλο πόνο. Ἐμεῖς δὲν βλέπουμε τί δόξα θὰ λάβη ὁ ἄλλος καὶ πονοῦμε, γι' αὐτὸ ὁ Θεὸς μᾶς ἀνταμείβει μὲ θεία παρηγοριά.

Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀντιμετωπίζη τὸ κάθε πρόβλημα πνευματικά, δὲν καταβάλλεται. Στὴν ἀρχὴ πικραίνεται, ὅταν ἀκούη ὅτι κάποιος ὑποφέρει, ἀλλὰ μετὰ ἔρχεται ὡς ἀνταμοιβὴ ἡ θεία παρηγοριὰ καὶ δὲν καταστρέφεται ὁ ὀργανισμός του. Ἐνῶ ἡ πίκρα ἀπὸ τὴν κοσμικὴ στενοχώρια φέρνει γαστρορραγία κ.λπ., αὐτὴ δὲν βλάπτει τὸν ὀργανισμό, γιατὶ ἔχει τὸ θεῖο βάλσαμο.

Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ

Ἂν δὲν προσέξουν οἱ καλόγεροι, μπορεῖ νὰ γίνη ἡ καρδιά τους πολὺ σκληρή. Οἱ κοσμικοὶ βλέπουν ἀτυχήματα, τὴν δυστυχία τῶν ἄλλων, καὶ πονοῦν. Ἐμεῖς δὲν τὴν βλέπουμε καὶ μπορεῖ νὰ ζητᾶμε ὅλο γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Ἂν δὲν κάνουμε δηλαδὴ λεπτὴ ἐργασία, γιὰ νὰ νιώσουμε τὴν δυστυχία τῶν ἄλλων καὶ νὰ κάνουμε γι' αὐτοὺς καρδιακὴ προσευχή, θὰ γίνουμε σκληροκάρδιοι. Θὰ φθάσουμε σὲ σημεῖο νὰ θέλουμε τὸ βόλεμά μας καὶ θὰ γίνη ἡ καρδιά μας πέτρινη μὲ τὴν ἀδιαφορία, πράγμα ποὺ εἶναι ἀντιευαγγελικό. Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται, νὰ πονάη καὶ νὰ προσεύχεται γενικὰ γιὰ τὸν κόσμο. Αὐτὸ δὲν τοῦ φέρνει περισπασμό, ἀλλὰ ἀντιθέτως βοηθιέται καὶ ὁ ἴδιος μὲ τὴν προσευχή, βοηθάει καὶ τοὺς ἄλλους.

Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ γίνουμε ἅγιοι, νὰ κάνουμε θαύματα, ὅπως ἔκανε καὶ Ἐκεῖνος. Ἀναγνωρίζουμε τὴν μεγάλη ἢ μικρή μας πνευματικὴ ἀρρώστια καὶ ταπεινὰ ζητοῦμε τὴν σωματικὴ ὑγεία γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας, ὡς ἔνοχοι γιὰ τὴν ἀρρώστια του. Γιατί, ἐὰν εἴχαμε πνευματικὴ ὑγεία, θὰ εἶχε θεραπευθῆ πρὸ καιροῦ καὶ δὲν θὰ παιδευόταν. Ὅταν τοποθετούμαστε σωστά, ὅτι εἴμαστε ἔνοχοι γιὰ ὅλη τὴν κατάσταση τοῦ κόσμου, καὶ λέμε «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», βοηθιέται καὶ ὁ κόσμος ὅλος. Καὶ γιὰ τὰ χάλια του πρέπει νὰ πονέση κανεὶς καὶ νὰ ζητήση τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Φυσικά, ἂν φθάση σὲ μιὰ πνευματικὴ κατάσταση, τότε γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν ζητάει τίποτε.
Βλέπω ὅτι πολλὲς φορὲς πιάνουμε στραβὰ τὸ «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καὶ δῆθεν ἀπὸ ταπείνωση δὲν λέμε «ἐλέησον ἡμᾶς», δὲν προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους παρὰ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικὲς φορὲς μᾶς παρεξηγοῦν ἐμᾶς τοὺς μοναχοὺς οἱ κοσμικοὶ καὶ λένε ὅτι εἴμαστε ἐγωιστὲς καὶ ὅτι φροντίζουμε νὰ σώσουμε μόνον τὸν ἑαυτό μας. Τὸ «ἐλέησόν με» εἶναι γιὰ νὰ μὴν πέσουμε σὲ ὑπερηφάνεια. Ἡ εὐχὴ ἑνὸς ταπεινοῦ ἀνθρώπου, ποὺ πιστεύει ὅτι εἶναι χειρότερος ἀπὸ ὅλους, ἔχει περισσότερη ἀξία ἀπὸ τὴν ἀγρυπνία ποὺ κάνει ἕνας ἄλλος μὲ ὑπερήφανο λογισμό. Ὅταν προσευχώμαστε μὲ ὑπερηφάνεια, κοροϊδεύουμε τὸν ἑαυτό μας.

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΥ

Μὴν ξεχνᾶτε ὅτι περνοῦμε δύσκολους καιροὺς καὶ χρειάζεται πολλὴ προσευχή. Νὰ θυμᾶστε τὴν μεγάλη ἀνάγκη ποὺ ἔχει ὁ κόσμος σήμερα καὶ τὴν μεγάλη ἀπαίτηση ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς γιὰ προσευχή. Νὰ εὔχεσθε γιὰ τὴν γενικὴ ἐξωφρενικὴ κατάσταση ὅλου τοῦ κόσμου, νὰ λυπηθῆ ὁ Χριστὸς τὰ πλάσματά Του, γιατὶ βαδίζουν στὴν καταστροφή. Νὰ ἐπέμβη θεϊκὰ στὴν ἐξωφρενικὴ ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, γιατὶ ὁ κόσμος ὁδηγεῖται στὴν σύγχυση, στὴν τρέλλα καὶ στὸ ἀδιέξοδο.

Μᾶς κάλεσε ὁ Θεὸς νὰ κάνουμε προσευχὴ γιὰ τὸν κόσμο, ποὺ ἔχει τόσα προβλήματα! Οἱ καημένοι δὲν προλαβαίνουν ἕναν σταυρὸ νὰ κάνουν. Ἐὰν ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ δὲν κάνουμε προσευχή, ποιοί θὰ κάνουν; Ὁ στρατιώτης σὲ καιρὸ πολέμου εἶναι σὲ κατάσταση συναγερμοῦ, ἕτοιμος μὲ τὰ παπούτσια. Στὴν ἴδια κατάσταση πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὁ μοναχός. Ἄχ, Μακκαβαῖος θὰ ἔβγαινα! Στὰ βουνὰ θὰ ἔφευγα, γιὰ νὰ προσεύχωμαι συνέχεια γιὰ τὸν κόσμο.

Πρέπει νὰ βοηθήσουμε μὲ τὴν προσευχὴ τὸν κόσμο ὅλο, νὰ μὴν κάνη ὁ διάβολος ὅ,τι θέλει. Ἔχει ἀποκτήσει δικαιώματα ὁ διάβολος. Ὄχι ὅτι τὸν ἀφήνει ὁ Θεός, ἀλλὰ δὲν θέλει νὰ παραβιάση τὸ αὐτεξούσιο. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς νὰ βοηθήσουμε μὲ τὴν προσευχή. Ὅταν πονάη κανεὶς γιὰ τὴν σημερινὴ κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὸν κόσμο καὶ προσεύχεται, τότε βοηθιοῦνται οἱ ἄνθρωποι, χωρὶς νὰ παραβιάζεται τὸ αὐτεξούσιο. Ἂν προχωρήσετε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀκόμη λίγο, θὰ ἀρχίσουμε νὰ κάνουμε μιὰ προσπάθεια στὸ θέμα τῆς προσευχῆς, νὰ μπῆ μιὰ σειρά, νὰ γίνετε ραντάρ, γιατὶ καὶ τὰ πράγματα ζορίζουν. Θὰ διοργανώσουμε ἕνα συνεργεῖο προσευχῆς. Νὰ κάνετε πόλεμο μὲ τὸ κομποσχοίνι. Μὲ πόνο νὰ γίνεται ἡ προσευχή. Ξέρετε τί δύναμη ἔχει τότε ἡ προσευχή;

Πολὺ πληγώνομαι, ὅταν βλέπω μοναχοὺς νὰ ἐνεργοῦν ἀνθρωπίνως καὶ ὄχι μὲ τὴν προσευχὴ διὰ μέσου τοῦ Θεοῦ στὰ δυσκολοκατόρθωτα ἀνθρωπίνως. Ὁ Θεὸς μπορεῖ ὅλα νὰ τὰ τακτοποιήση. Ὅταν κανεὶς κάνη σωστὴ πνευματικὴ ἐργασία, τότε μπορεῖ μόνο μὲ τὴν προσευχὴ νὰ χτίση μοναστήρια καὶ νὰ τὰ ἐφοδιάση μὲ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα καὶ νὰ βοηθήση τὸ σύμπαν. Δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ δουλεύη· ἀρκεῖ μόνο νὰ προσεύχεται. Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ προσπαθήση νὰ μὴν πονοκεφαλάη γιὰ τὴν ἄλφα ἢ βῆτα δυσκολία, εἴτε εἶναι ἀτομικὴ εἴτε ἑνὸς συνανθρώπου του εἴτε ἀφορᾶ στὴν γενικὴ κατάσταση, ἀλλὰ νὰ καταφεύγη στὴν προσευχὴ καὶ νὰ στέλνη διὰ τοῦ Θεοῦ πολλὲς θεῖες δυνάμεις. Ἄλλωστε καὶ τὸ ἔργο τοῦ μοναχοῦ αὐτὸ εἶναι, καὶ ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ ἔχη καταλάβει ὁ μοναχός, ἡ ζωή του δὲν ἔχει κανένα νόημα. Γι᾿ αὐτό, νὰ ξέρη ὅτι ἡ κάθε ἀγωνία του ποὺ τὸν ὠθεῖ νὰ ἀναζητᾶ ἀνθρώπινες λύσεις στὰ διάφορα προβλήματα, μὲ ἕνα βασάνισμα καὶ πονοκέφαλο, εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Ὅταν βλέπετε ὅτι σᾶς ἀπασχολοῦν πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἀνθρωπίνως δὲν ὑπάρχει λύση καὶ δὲν τὰ ἐμπιστεύεστε στὸν Θεό, νὰ ξέρετε ὅτι αὐτὸ εἶναι τέχνασμα τοῦ πειρασμοῦ, γιὰ νὰ ἀφήσετε τὴν προσευχή, μὲ τὴν ὁποία μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ στείλη ὄχι ἁπλῶς θεία δύναμη ἀλλὰ θεῖες δυνάμεις, καὶ ἡ βοήθεια τότε δὲν θὰ εἶναι ἁπλῶς θεία βοήθεια ἀλλὰ θαῦμα Θεοῦ. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἀρχίζουμε νὰ ἀγωνιοῦμε, ἐμποδίζουμε τὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβη. Βάζουμε τὴν λογικὴ μπροστὰ καὶ ὄχι τὸν Θεό, τὸ θεῖο θέλημα, ὥστε νὰ δικαιούμαστε τὴν θεία βοήθεια. Ὁ διάβολος προσπαθεῖ, κλέβοντας μὲ τέχνη τὴν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ, νὰ τὸν κρατάη σὲ μιὰ κοσμικὴ ἀγάπη, σὲ μιὰ κοσμικὴ ἀντιμετώπιση καὶ κοσμικὴ προσφορὰ στὸν συνάνθρωπό του, ἐνῶ ὡς μοναχὸς ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ κινῆται στὸν δικό του χῶρο, στὴν δική του εἰδικότητα, τοῦ Ἀσυρματιστοῦ, γιατὶ αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ διακόνημα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅλα τὰ ἄλλα, ὅσα κάνουμε μὲ τὶς ἀνθρώπινες προσπάθειες, εἶναι σὲ κατώτερη μοῖρα.

Ἐπίσης καλύτερα εἶναι ὁ μοναχὸς νὰ βοηθάη τοὺς ἄλλους μὲ τὴν προσευχή του παρὰ μὲ τὰ λόγια του. Ἂν δὲν ἔχη τὴν δύναμη νὰ συγκρατήση κάποιον ποὺ κάνει κακό, ἂς τὸν βοηθήση ἀπὸ μακριὰ μὲ τὴν προσευχή, γιατὶ διαφορετικὰ μπορεῖ καὶ νὰ βλαφθῆ. Μιὰ εὐχὴ καλή, καρδιακή, ἔχει περισσότερη δύναμη ἀπὸ χιλιάδες λόγια, ὅταν οἱ ἄλλοι δὲν παίρνουν ἀπὸ λόγια. Παρόλο ποὺ λένε ὅτι βοηθῶ τὸν κόσμο ποὺ ἔρχεται καὶ μὲ βρίσκει, ὡς θετικὴ προσφορά μου στὸν κόσμο βλέπω τὴν μιάμιση ὥρα ποὺ διαβάζω τὸ Ψαλτήρι. Τὸ ἄλλο τὸ θεωρῶ ψυχαγωγία· νὰ ποῦν οἱ καημένοι τὸν πόνο τους, νὰ τοὺς δώσω καμμιὰ συμβουλή. Γι᾿ αὐτὸ τὴν βοήθεια δὲν τὴν θεωρῶ προσφορὰ δική μου· ἡ προσευχὴ εἶναι ποὺ βοηθάει. Ἂν εἶχα ὅλο τὸν χρόνο μου γιὰ προσευχή, περισσότερο θὰ βοηθοῦσα τὸν κόσμο. Ἂς ποῦμε ὅτι θὰ δῶ τὴν ἡμέρα διακόσιους πονεμένους· μόνο διακόσιοι πονεμένοι ὑπάρχουν στὸν κόσμο; Ἂν δὲν δῶ κανέναν καὶ προσευχηθῶ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, τότε βλέπω ὅλον τὸν κόσμο. Γι' αὐτὸ λέω στὸν κόσμο: «Ἐγὼ θέλω νὰ μιλῶ γιὰ σᾶς στὸν Θεό, καὶ ὄχι σ' ἐσᾶς γιὰ τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι καλύτερο γιὰ σᾶς, ἀλλὰ δὲν μὲ καταλαβαίνετε».

Νὰ μὴν παραμελοῦμε τὸ θέμα τῆς προσευχῆς σ' αὐτὰ τὰ δύσκολα χρόνια. Εἶναι ἀσφάλεια ἡ προσευχή, εἶναι ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Εἴδατε τί λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ; «Δὲν θὰ μᾶς ζητήση λόγο ὁ Θεός, γιατὶ δὲν κάναμε προσευχή, ἀλλὰ γιατὶ δὲν εἴχαμε ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς ταλαιπώρησε ὁ διάβολος».

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Η ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΟΔΙ (ΨΑΧΝΩ ΤΟΝ ΘΕΟ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙ)

Κάποτε ένας χωρικός άκουσε στην εκκλησία ότι αν δώσεις ελεημοσύνη θα λάβεις εκατονταπλάσια από τον Θεό. Είπε λοιπόν στην γυναίκα του να δώσουν ως ελεημοσύνη το μοναδικό βόδι που είχαν και ο Κύριος θα τους επέστρεφε 100 βόδια για την καλή τους πράξη. Δεν δίστασε δε καθόλου να δώσει το βόδι του, έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στον Κύριο. Έδωσε λοιπόν το βόδι και περίμενε την ανταπόδοση από τον Θεό.

Περνούσε ο καιρός και τα 100 βόδια δεν ερχόταν. Ένα πρωί λοιπόν αποφάσισε να ανέβει στο γειτονικό βουνό για να βρει τον Θεό και να τον ρωτήσει πότε θα του έδινε τα 100 βόδια που άκουσε στο κήρυγμα του ιερέα.

Ανεβαίνοντας στο βουνό συνάντησε έναν ασκητή. «Πού πηγαίνεις;» ρώτησε ο ασκητής. «Πάω να βρω τον Θεό να τον ρωτήσω πότε θα μου στείλει τα εκατό βόδια , για την ελεημοσύνη που έκανα». «Όταν Τον συναντήσεις», είπε ο ασκητής, «ρώτησέ Τον και για μένα. Είμαι στο βουνό και ζω ασκητικά εδώ και σαράντα χρόνια. Κέρδισα τελικά την Βασιλεία των Ουρανών;». «Ευχαρίστως να Τον ρωτήσω» αποκρίθηκε ο χωρικός και συνέχισε τον δρόμο του.

Λίγο πιο πάνω συνάντησε έναν γέρο άντρα με λευκή γενιάδα. «Ποιόν ψάχνεις;» ρώτησε ο γέροντας. «Άκουσα στην εκκλησία ότι αν κάνω ελεημοσύνη, θα πάρω εκατονταπλάσια από τον Θεό. Ψάχνω λοιπόν τον Θεό να μου πει πότε θα με ανταμείψει για την ελεημοσύνη μου». «Γύρνα στο σπίτι σου και σκάψε κάτω από το δέντρο στην αυλή σου. Θα βρεις ένα τσουκάλι με λίρες. Μη το πεις πουθενά, μόνο συνέχισε να βοηθάς τον κόσμο και δεν θα στερηθείς τίποτα στη ζωή σου». «Σε ευχαριστώ γέροντα. Και κάτι ακόμα. Ερχόμενος να σε βρω, συνάντησα έναν ασκητή και μου ζήτησε να σε ρωτήσω αν μετά από σαράντα χρόνια πνευματικών αγώνων και άσκησης, κέρδισε τελικά την Βασιλεία των Ουρανών».

«Να πεις σε αυτόν τον ασκητή ότι κι άλλα σαράντα χρόνια να κάτσει στο βουνό δεν θα κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών. Τον ασκητή αυτόν του δίνω κάθε μέρα ένα παξιμάδι εδώ και σαράντα χρόνια. Σήμερα , ξέροντας ότι θα έρθεις του έδωσα δύο παξιμάδια , ένα για αυτόν και ένα για σένα. Αυτός όμως αντί να σου δώσει το ένα , τα κράτησε και τα δύο για τον εαυτό του , χωρίς να έχει εμπιστοσύνη σε μένα. Εσύ όμως χωρίς δισταγμό έδωσες το βόδι σου πιστεύοντας σε αυτό που άκουσες στην εκκλησία».

ΠΗΓΗ: ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Ο ΘΕΟΣ ΒΟΗΘΑΕΙ ΣΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ!

Ο ΘΕΟΣ ΒΟΗΘΑΕΙ ΣΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ

Ὁ Θεὸς βοηθάει ἐκεῖ ποὺ πρέπει, ἐκεῖ ποὺ δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐνεργήση ἀνθρωπίνως· δὲν θὰ βοηθήση τὴν χαζομάρα μας. Ρεζιλεύουμε ἔτσι καὶ τοὺς Ἁγίους.
Ἀλλὰ καὶ ἂν εἶχε διάθεση νὰ κάνη αὐτὸ ποὺ μποροῦσε νὰ κάνη καὶ δὲν τὸ ἔκανε, γιατὶ κάτι τὸν ἐμπόδισε, ὁ Θεὸς θὰ τὸν βοηθήση σὲ μιὰ δύσκολη στιγμή. Ἂν ὅμως δὲν εἶχε διάθεση, ἐνῶ εἶχε κουράγιο, ὁ Θεὸς δὲν θὰ βοηθήση. Σοῦ λένε λ.χ. νὰ βάζης τὸ βράδυ τὸν σύρτη στὴν πόρτα καὶ ἐσὺ δὲν τὸν βάζεις, γιατὶ βαριέσαι, καὶ λὲς ὅτι θὰ φυλάξη ὁ Θεός. Δὲν εἶναι ὅτι ἔχεις ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ δὲν βάζεις τὸν σύρτη, ἀλλὰ δὲν τὸν βάζεις, γιατὶ βαριέσαι. Πῶς νὰ βοηθήση τότε ὁ Θεός; Νὰ βοηθήση δηλαδὴ τὸν τεμπέλη; Ὅταν λέω σὲ ἕναν νὰ βάλη τὸν σύρτη καὶ δὲν τὸν βάζη, καὶ μόνο γιὰ τὴν παρακοή του θέλει τιμωρία.

Ὅ,τι μπορεῖ νὰ κάνη κανεὶς ἀνθρωπίνως, πρέπει νὰ τὸ κάνη καὶ ὅ,τι δὲν μπορεῖ, νὰ τὸ ἀφήνη στὸν Θεό. Καὶ ἂν κάνη λίγο περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι μπορεῖ, ὄχι ὅμως ἀπὸ ἐγωισμὸ ἀλλὰ ἀπὸ φιλότιμο, γιατὶ νομίζει ὅτι δὲν ἐξήντλησε αὐτὸ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνη ἀνθρωπίνως, πάλι τὸ βλέπει ὁ Θεὸς καὶ συγκινεῖται. Ὁ Θεός, γιὰ νὰ βοηθήση, θέλει καὶ τὴν δική μας προσπάθεια. Βλέπεις, ὁ Νῶε ἑκατὸ χρόνια παιδευόταν νὰ φτιάξη τὴν Κιβωτό. Πριόνιζαν τὰ ξύλα μὲ ξύλινα πριόνια. Ἔβρισκαν ἄλλα ξύλα πιὸ σκληρὰ καὶ τὰ ἔφτιαχναν πριόνια. Δὲν μποροῦσε τάχα νὰ κάνη κάτι ὁ Θεός, ὥστε νὰ τελειώση γρήγορα ἡ Κιβωτός; Τοὺς εἶπε ὅμως πῶς νὰ τὴν φτιάξουν καὶ μετὰ τοὺς ἔδινε δυνάμεις. Γι' αὐτὸ νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε ἐμεῖς, γιὰ νὰ κάνη καὶ ὁ Θεὸς ὅ,τι ἐμεῖς δὲν μποροῦμε.

Ἦρθε κάποιος στὸ Καλύβι καὶ μοῦ εἶπε: «Γιατί οἱ καλόγεροι κάθονται ἐδῶ καὶ δὲν πᾶνε στὸν κόσμο, νὰ βοηθήσουν τὸν λαό;». «Ἂν πήγαιναν ἔξω στὸν κόσμο, νὰ βοηθήσουν τὸν λαό, τοῦ εἶπα, θὰ ἔλεγες γιατί οἱ καλόγεροι γυρίζουν στὸν κόσμο. Τώρα ποὺ δὲν πᾶνε, λὲς γιατί δὲν πᾶνε». Ὕστερα μοῦ λέει: «Γιατί οἱ καλόγεροι πηγαίνουν στοὺς γιατροὺς καὶ δὲν τοὺς βοηθάει ὁ Χριστός τους καὶ ἡ Παναγία τους νὰ γίνουν καλά;». «Αὐτὴν τὴν ἐρώτηση, τοῦ λέω, μοῦ τὴν ἔκανε καὶ ἕνας Ἑβραῖος γιατρός». «Αὐτὸς δὲν εἶναι Ἑβραῖος», μοῦ λέει ἕνας ποὺ ἦταν μαζί του. «Δὲν ἔχει σημασία ποὺ δὲν εἶναι Ἑβραῖος, τοῦ λέω. Αὐτὴ ἡ ἐρώτηση Ἑβραίου εἶναι. Καὶ θὰ σᾶς πῶ τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσα στὸν Ἑβραῖο, ἀφοῦ εἶναι ὅμοια ἡ περίπτωση. "Ἐσύ, σὰν Ἑβραῖος ποὺ εἶσαι, τοῦ εἶπα, ἔπρεπε νὰ ξέρης ἀπ' ἔξω τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ἐκεῖ στὸν Προφήτη Ἠσαΐα ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεὸς χάρισε στὸν βασιλιὰ Ἐζεκία, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ καλός, ἀκόμη δεκαπέντε χρόνια ζωῆς. Ἔστειλε τὸν Προφήτη Ἠσαΐα καὶ εἶπε στὸν βασιλιά: Ὁ Θεὸς σοῦ χαρίζει ἀκόμη δεκαπέντε χρόνια ζωῆς, γιατὶ διέλυσες τὰ ἄλση τῶν εἰδωλολατρῶν. Καὶ γιὰ τὴν πληγή σου – ὁ βασιλιὰς εἶχε καὶ μιὰ πληγὴ – εἶπε ὁ Θεὸς νὰ βάλης ἐπάνω μιὰ τσαπέλλα σύκα, καὶ θὰ γίνης καλά! Ἀφοῦ ὁ Θεὸς τοῦ χάρισε δεκαπέντε χρόνια ζωῆς, δὲν μποροῦσε νὰ θεραπεύση καὶ ἐκείνη τὴν πληγή; Ἐκείνη ὅμως γιατρευόταν μὲ μιὰ τσαπέλλα σύκα"». Πράγματα ποὺ γίνονται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν τὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεό. Νὰ ταπεινωνώμαστε στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ζητᾶμε τὴν βοήθειά τους.

Μέχρις ἑνὸς σημείου θὰ ἐνεργήση ὁ ἄνθρωπος ἀνθρωπίνως καὶ μετὰ θὰ ἀφεθῆ στὸν Θεό. Εἶναι ἐγωιστικὸ νὰ προσπαθῆ νὰ βοηθήση κανεὶς σὲ κάτι ποὺ δὲν γίνεται ἀνθρωπίνως. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις ποὺ ἐπιμένει ὁ ἄνθρωπος νὰ βοηθήση, βλέπω ὅτι εἶναι ἀπὸ ἐνέργεια τοῦ πειρασμοῦ, γιὰ νὰ τὸν ἀχρηστέψη. Ἐγώ, ὅταν βλέπω ὅτι δὲν βοηθιέται μιὰ κατάσταση ἀνθρωπίνως – λίγο–πολὺ καταλαβαίνω μέχρι ποιό σημεῖο μπορεῖ νὰ βοηθήση ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀπὸ ποιό σημεῖο καὶ μετὰ πρέπει νὰ τ᾿ ἀφήση στὸν Θεό –, τότε ὑψώνω τὰ χέρια στὸν Θεό, ἀνάβω καὶ δυὸ λαμπάδες, ἀφήνω τὸ πρόβλημα στὸν Θεὸ καὶ ἀμέσως τακτοποιεῖται. Ὁ Θεὸς ξέρει ὅτι δὲν τὸ κάνω ἀπὸ τεμπελιά.
Γι᾿ αὐτό, ὅταν μᾶς ζητοῦν βοήθεια, πρέπει νὰ διακρίνουμε καὶ νὰ βοηθοῦμε σὲ ὅσα μποροῦμε. Σὲ ὅσα ὅμως δὲν μποροῦμε, νὰ βοηθοῦμε ἔστω μὲ μιὰ εὐχὴ ἢ μὲ τὸ νὰ τὰ ἀναθέτουμε μόνο στὸν Θεό· καὶ αὐτὸ εἶναι μιὰ μυστικὴ προσευχή.

Ο ΘΕΟΣ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΜΑΣ

Ὁ Θεὸς εἶναι φύσει ἀγαθὸς καὶ γιὰ τὸ καλό μας φροντίζει πάντα, καὶ ὅταν τοῦ ζητήσουμε κάτι, θὰ μᾶς τὸ δώση, ἐὰν εἶναι γιὰ τὸ καλό μας. Ὅ,τι εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ γιὰ τὴν σωματική μας συντήρηση, ὁ Θεὸς θὰ μᾶς τὸ δώση πλουσιοπάροχα καὶ θὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία Του. Ὅ,τι μᾶς στερεῖ, εἴτε γιὰ νὰ μᾶς δοκιμάση εἴτε γιὰ νὰ μᾶς προφυλάξη, ὅλα νὰ τὰ δεχώμαστε μὲ χαρά, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ μελετοῦμε, γιὰ νὰ ὠφελούμαστε. Ξέρει πότε καὶ πῶς νὰ οἰκονομάη τὸ πλάσμα Του. Βοηθάει μὲ τὸν τρόπο Του τὴν ὥρα ποὺ χρειάζεται. Πολλὲς φορὲς ὅμως τὸ ἀδύνατο πλάσμα Του ἀδημονεῖ, γιατὶ τὸ θέλει ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ τὸ ζητάει, σὰν τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ ζητάει τὸ κουλούρι ἀπὸ τὴν μάνα του ἄψητο καὶ δὲν κάνει ὑπομονὴ νὰ ψηθῆ. Ἐμεῖς θὰ ζητᾶμε, θὰ κάνουμε ὑπομονὴ καὶ ἡ Καλή μας Μητέρα ἡ Παναγία, ὅταν εἶναι ἕτοιμο, θὰ μᾶς τὸ δώση.

(Οἱ Ἅγιοι βοηθοῦν) Ὅποτε χρειάζεται νὰ βοηθήσουν, ὄχι ὅποτε νομίζουμε ἐμεῖς ὅτι χρειάζεται νὰ βοηθήσουν. Βοηθοῦν δηλαδή, ὅταν αὐτὸ μᾶς ὠφελῆ. Κατάλαβες; Ἕνα παιδὶ π.χ. ζητάει ἀπὸ τὸν πατέρα του μοτοσακό, ἀλλὰ ὁ πατέρας του δὲν τοῦ παίρνει. Τὸ παιδὶ τοῦ λέει: «Τὸ θέλω τὸ μοτοσακό, γιατὶ κουράζομαι νὰ πηγαίνω μὲ τὰ πόδια, παιδεύομαι». Ὁ πατέρας του ὅμως δὲν τοῦ παίρνει μοτοσακό, γιατὶ φοβᾶται μὴ σκοτωθῆ. «Θὰ σοῦ πάρω ἀργότερα αὐτοκίνητο», τοῦ λέει. Βάζει λοιπὸν χρήματα στὴν Τράπεζα καί, ὅταν μαζευτοῦν, θὰ τοῦ πάρη αὐτοκίνητο. Ἔτσι καὶ οἱ Ἅγιοι ξέρουν πότε πρέπει νὰ μᾶς βοηθήσουν.

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θεία παρηγοριὰ ποὺ νιώθουμε μέσα μας. Τὰ φέρνει ἔτσι ὁ Θεός, ὥστε νὰ μὴν ἀναπαυώμαστε στὴν ἀνθρώπινη παρηγοριὰ καὶ νὰ καταφεύγουμε στὴν θεία. Βλέπεις, οἱ Ἕλληνες λ.χ. τῆς Αὐστραλίας, ἐπειδὴ βρέθηκαν τελείως μόνοι τους, πλησίασαν τὸν Θεὸ περισσότερο ἀπὸ ἄλλους ξενιτεμένους, ὅπως τῆς Γερμανίας, ποὺ ἦταν πιὸ κοντὰ στὴν πατρίδα καὶ βρῆκαν ἐκεῖ καὶ ἄλλους Ἕλληνες. Ἡ δυσκολία πολὺ τοὺς βοήθησε νὰ γαντζωθοῦν στὸν Θεό. Ὅλοι ξεκίνησαν μὲ μιὰ βαλίτσα, βρέθηκαν μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα, μακριὰ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς· ἔπρεπε νὰ βροῦν δουλειά, νὰ βροῦν δάσκαλο γιὰ τὰ παιδιά τους κ.λπ., χωρὶς βοήθεια ἀπὸ πουθενά. Γι᾿ αὐτὸ στράφηκαν στὸν Θεὸ καὶ κράτησαν τὴν πίστη τους. Ἐνῶ στὴν Εὐρώπη οἱ Ἕλληνες ποὺ δὲν εἶχαν αὐτὲς τὶς δυσκολίες, δὲν ἔχουν αὐτὴν τὴν σχέση μὲ τὸν Θεό.

«ΑΙΤΕΙΤΕ ΚΑΙ ΔΟΘΗΣΕΤΑΙ ΥΜΙΝ»

Ὅταν πονᾶμε γιὰ τὸν πλησίον μας καὶ Τὸν παρακαλοῦμε νὰ τὸν βοηθήση, πολὺ συγκινεῖται ὁ Θεός, γιατὶ τότε ἐπεμβαίνει, χωρὶς νὰ παραβιάζεται τὸ αὐτεξούσιο. Ὁ Θεὸς ἔχει ὅλη τὴν καλὴ διάθεση νὰ βοηθήση τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν. Γιὰ νὰ τοὺς βοηθήση ὅμως, πρέπει κάποιος νὰ Τὸν παρακαλέση. Γιατί, ἂν βοηθήση κάποιον, χωρὶς κανεὶς νὰ Τὸν παρακαλέση, τότε ὁ διάβολος θὰ διαμαρτυρηθῆ καὶ θὰ πῆ: «Γιατί τὸν βοηθᾶς καὶ παραβιάζεις τὸ αὐτεξούσιο; Ἀφοῦ εἶναι ἁμαρτωλός, ἀνήκει σ᾿ ἐμένα». Ἐδῶ βλέπει κανεὶς καὶ τὴν μεγάλη πνευματικὴ ἀρχοντιὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ οὔτε στὸν διάβολο δίνει τὸ δικαίωμα νὰ διαμαρτυρηθῆ. Γι' αὐτὸ θέλει νὰ Τὸν παρακαλοῦμε, γιὰ νὰ ἐπεμβαίνη – καὶ θέλει ὁ Θεὸς νὰ ἐπεμβαίνη ἀμέσως, ἂν εἶναι γιὰ τὸ καλό μας –, καὶ νὰ βοηθάη τὰ πλάσματά Του ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες τους. Γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο ἐνεργεῖ ξεχωριστά, ὅπως συμφέρει στὸν καθέναν καλύτερα.

Ὁ Θεὸς λοιπὸν ἀλλὰ καὶ οἱ Ἅγιοι γιὰ νὰ βοηθήσουν, πρέπει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νὰ τὸ θέλη καὶ νὰ τὸ ζητᾶ, ἀλλιῶς δὲν ἐπεμβαίνουν. Ὁ Χριστὸς ρώτησε τὸν παράλυτο: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Ἂν δὲν θέλη ὁ ἄνθρωπος, τὸ σέβεται ὁ Θεός. Ἂν κάποιος δὲν θέλη νὰ πάη στὸν Παράδεισο, ὁ Θεὸς δὲν τὸν παίρνει. Ἐκτὸς ἂν ἦταν ἀδικημένος καὶ εἶχε ἄγνοια, ὁπότε δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Διαφορετικά, δὲν θέλει νὰ ἐπέμβη ὁ Θεός. Ζητᾶ κανεὶς βοήθεια, καὶ ὁ Θεὸς καὶ οἱ Ἅγιοι τὴν δίνουν. Μέχρι νὰ ἀνοιγοκλείσης τὰ μάτια σου, ἔχουν κιόλας βοηθήσει. Μερικὲς φορὲς δὲν προλαβαίνεις οὔτε νὰ τὰ ἀνοιγοκλείσης· τόσο γρήγορα βρίσκεται ὁ Θεὸς δίπλα σου.

«Αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται», λέει ἡ Γραφή. Ἂν δὲν ζητᾶμε βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ σπάζουμε τὰ μοῦτρα μας. Ἐνῶ, ὅταν ζητᾶμε τὴν θεία βοήθεια, ὁ Χριστὸς μᾶς δένει μὲ ἕνα σχοινάκι μὲ τὴν Χάρη Του καὶ μᾶς συγκρατεῖ. Φυσάει ὁ ἀέρας ἀπὸ ἐδῶ-ἐκεῖ, ἀλλά, ἐπειδὴ εἴμαστε δεμένοι, δὲν κινδυνεύουμε. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δὲν καταλαβαίνη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ποὺ τὸν κρατάει, λύνεται πλέον ἀπὸ τὸ σχοινάκι καὶ τὸν χτυποῦν οἱ ἄνεμοι ἀπὸ ᾿δῶ καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ ταλαιπωρεῖται.

Νὰ ξέρετε, μόνον τὰ πάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες εἶναι δικές μας. Ὅ,τι καλὸ κάνουμε εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό, ὅ,τι ἀνοησίες κάνουμε εἶναι δικές μας. Λίγο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἀφήση, τίποτε δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε. Ὅπως στὴν φυσικὴ ζωή, λίγο τὸ ὀξυγόνο νὰ μᾶς πάρη ὁ Θεός, ἀμέσως θὰ πεθάνουμε, ἔτσι καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή, λίγο ἂν μᾶς ἀφαιρέση τὴν θεία Χάρη, πάει, χαθήκαμε. Μιὰ φορὰ ἔνιωθα στὴν προσευχὴ μιὰ ἀγαλλίαση. Ὧρες στεκόμουν ὄρθιος καὶ δὲν ἔνιωθα καθόλου κούραση. Ὅσο προσευχόμουν, ἔνιωθα μιὰ γλυκειὰ ξεκούραση, κάτι ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὸ ἐκφράσω. Ὕστερα μοῦ πέρασε ἕνας λογισμὸς ἀνθρώπινος: ἐπειδὴ μοῦ λείπουν δυὸ πλευρὰ καὶ εὔκολα κρυώνω, σκέφθηκα, γιὰ νὰ μὴ χάσω αὐτὴν τὴν κατάσταση καὶ νὰ προχωρήσω ὅσο πάει, νὰ πάρω ἕνα σάλι, νὰ τυλιχθῶ, μήπως ἀργότερα κρυώσω. Μόλις δέχθηκα αὐτὸν τὸν λογισμό, ἀμέσως σωριάσθηκα κάτω. Ἔμεινα πεσμένος κάτω μισὴ ὥρα περίπου καὶ μετὰ μπόρεσα νὰ σηκωθῶ νὰ πάω στὸ κελλὶ νὰ ξαπλώσω. Προηγουμένως, ὅσο προχωροῦσα στὴν προσευχή, ἔνιωθα σὰν ἕνα πούπουλο, ἕνα ἐλάφρωμα, μιὰ ἀγαλλίαση, ποὺ δὲν ἐκφράζεται. Μόλις ὅμως δέχθηκα αὐτὸν τὸν λογισμό, σωριάσθηκα κάτω. Ἂν ἔφερνα ἕναν ὑπερήφανο λογισμὸ καὶ ἔλεγα λ.χ. «ζήτημα εἶναι, ἂν ὑπάρχουν δύο-τρεῖς σὲ τέτοια κατάσταση», τότε εἶναι ποὺ θὰ πάθαινα ζημιά. Σκέφθηκα ἀνθρώπινα, ὅπως σκέφτεται ὁ κουτσὸς νὰ πάρη τὰ δεκανίκια του, ὄχι δαιμονικά. Ἦταν ἕνας φυσικὸς λογισμός, ἀλλὰ καὶ πάλι εἶδες τί ἔπαθα.

Τὸ μόνο ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι μιὰ διάθεση καὶ ἀνάλογα μὲ αὐτὴν τὸν βοηθάει ὁ Θεός. Γι' αὐτὸ λέω, ὅσα ἀγαθὰ ἔχουμε εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Τὰ ἔργα μας εἶναι μηδὲν καὶ οἱ ἀρετές μας εἶναι μία συνέχεια ἀπὸ μηδενικά. Ἐμεῖς θὰ προσπαθοῦμε νὰ προσθέτουμε συνέχεια μηδενικὰ καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Χριστὸ νὰ βάλη τὴν μονάδα στὴν ἀρχή, γιὰ νὰ γίνουμε πλούσιοι. Ἐὰν δὲν βάλη τὴν μονάδα ὁ Χριστὸς στὴν ἀρχή, χαμένος ὁ κόπος μας.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Ο ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ

Λέγει λοιπόν στον άγιο Γεώργιο (κάποιος Μαγνέντιος) ν’ αναστήσει, αν είναι αληθινός ο θεός του, ένα νεκρό, που κείτονταν εκεί κοντά τους από τα παμπάλαια χρόνια πεθαμένος. Ο άγιος γίνεται μία φωτεινή λαμπάδα τώρα, έτοιμος να καεί, για να φωτίσει τους ειδωλολάτρες να πιστέψουν. Γονατίζει πάνω στον τάφο, σηκώνει το νου και τα χέρια του και προσεύχεται στον Θεό. Ω θεία, ω αγία πίστη του αγίου Γεωργίου! Ο νεκρός ανοίγει τον τάφο του, ανασταίνεται, προσκυνάει τον άγιο και δοξάζει τη δύναμη και τη θεότητα του Χριστού. Ο βασιλιάς και η σπείρα του τα ’χουν χαμένα. Ρωτούν τον αναστημένο νεκρό, ποιος είναι, κι αυτός τους αποκρίνεται πως ζούσε, πριν ακόμη έρθει ο Χριστός στον κόσμο. Κι επειδή ήταν ειδωλολάτρης, καιγόταν μέσα σε φωτιές, τόσα χρόνια που ήταν πεθαμένος…

Μαζί του κι ένας άλλος πρώην ειδωλολάτρης που ο άγιος του ανάστησε το νεκρό βόδι του, για να οργώνει το χωράφι του, μαρτύρησε κάτω από τα σπαθιά των απίστων.

Εκείνο, όμως, που έδωσε τη χαριστική βολή στον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα και τράβηξε τους περισσότερους ειδωλολάτρες στη θρησκεία του Χριστού, ήταν η επίσκεψη του αγίου στο ναό των ειδώλων, με την κρυφή ελπίδα του Μαγνεντίου, πως θα τον γυρίσει στη λατρεία των ειδώλων.

Μπαίνοντας στο ναό ο άγιος στάθηκε μπρος στο άγαλμα του Απόλλωνα και το ρώτησε, αν ο Χριστός είναι Θεός, κι αν πρέπει να Τον προσκυνούμε. Τότε ο δαίμονας, που ήταν μέσα στο είδωλο, κλαίγοντας σχεδόν και θρηνώντας, αποκρίθηκε, πως ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός! Και με το λόγο τούτο, σα να έγινε σεισμός, κι ευθύς όλα τα είδωλα έπεσαν κάτω και συντρίφτηκαν. Και γέμισε ο τόπος από μαρμάρινα συντρίμματα των θεών, που δεν μπόρεσαν να σώσουν τον εαυτό τους από τον αφανισμό!»

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ!

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Πιστεύεις, ζητᾶς, ἀλλά, ἂν δὲν ἔχης ταπείνωση ἢ ἔχης προδιάθεση ὑπερηφανείας, δὲν δίνει ὁ Θεός. Μπορεῖ νὰ ἔχη κανεὶς πίστη ὄχι μόνο σὰν ἕναν «κόκκον σινάπεως» ἀλλὰ καὶ σὰν ἕνα κιλὸ σινάπι. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχη καὶ ἀνάλογη ταπείνωση, δὲν ἐνεργεῖ ὁ Θεός, γιατὶ δὲν θὰ τὸν ὠφελήση. Ὅταν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, δὲν ἐνεργεῖ ἡ πίστη.

Ὅταν κανεὶς πορεύεται στὴν ζωή του μὲ πίστη, χωρὶς ἀμφιβολία, καὶ ζητάη τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχη σιγὰ-σιγὰ στὴν ἀρχὴ γεγονότα μικρὰ καὶ ὕστερα μεγαλύτερα, καὶ θὰ γίνη πιὸ πιστός. Ζώντας τὰ θεῖα μυστήρια ἀπὸ κοντά, γίνεται θεολόγος, διότι δὲν τὰ πιάνει μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ τὰ ζῆ στὴν πραγματικότητα. Ἡ πίστη του συνέχεια αὐξάνει, γιατὶ κινεῖται σὲ ἄλλο χῶρο, μὲ θεῖα γεγονότα. Γιὰ νὰ ζήση ὅμως κανεὶς τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιό του ἄνθρωπο, νὰ ἐπανέλθη κατὰ κάποιον τρόπο στὴν κατάσταση πρὸ τῆς πτώσεως. Νὰ ἔχη ἀθωότητα καὶ ἁπλότητα, γιὰ νὰ εἶναι ἡ πίστη του ἀκλόνητη καὶ νὰ πιστεύη ἀπόλυτα ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μὴν μπορῆ νὰ τὸ κάνη ὁ Θεός. Τότε, ὅταν ἀκούη γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ δὲν πιστεύει ἢ ἀμφιβάλλει γιὰ μερικὰ πράγματα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ξέρετε πόσο ὑποφέρει;

Ἂν (κανείς) ἔχη μεγάλη πίστη, πολλὰ πράγματα μπορεῖ νὰ ἀλλάξη. Ἀκόμη καὶ μέσα σὲ χείμαρρο ἂν ἔχη χτίσει τὸ σπίτι του καὶ ὁ χείμαρρος κατεβάση πολὺ νερό, ἂν πιστεύη πολὺ καὶ παρακαλέση μὲ θέρμη τὸν Θεό, ὁ χείμαρρος θὰ γυρίση ἀνάποδα. Πρέπει ὅμως νὰ ἔχη τέτοια πίστη πού, ἂν ἀκούση, ἂς ὑποθέσουμε, ὅτι ἔγινε θαῦμα, ἄδειασε ἡ θάλασσα καὶ τὴν ὀργώνουν μὲ τρακτὲρ καὶ κουβαλοῦν τὰ ψάρια μὲ φορτηγά, νὰ τὸ πιστέψη. Οὔτε κἂν θὰ πάη νὰ δῆ. Ἀκόμη καὶ σὲ ἑκατὸ μέτρα ἀπόσταση νὰ μένη ἀπὸ τὴν θάλασσα καὶ νὰ μὴν τὴν βλέπη ἀπὸ ᾿κεῖ ποὺ βρίσκεται, δὲν πάει νὰ διαπιστώση ἂν εἶναι ἀλήθεια, γιατὶ δὲν ἀμφιβάλλει. Ξέρει ὅτι ὅλα εἶναι δυνατὰ γιὰ τὸν Θεό, ὅτι ἡ θεία δύναμη δὲν περιορίζεται, καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρεται παραπάνω. Τόση πίστη ἔχει. Μόνον ὁ ἀληθινὰ πιστὸς ζῆ ἀληθινὰ καὶ εἶναι πραγματικὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ

 

Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΜΕ ΤΑ ΖΩΑ

Η επικοινωνία του Γέροντος Παϊσίου με τα ζώα
εκ του νέου βιβλίου ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Εντύπωση έκανε στους Κονιτσιώτες και η επικοινωνία που είχε ο «Καλόγερος» με τα ζώα. Μία Κυριακή, μετά την Θεία Λειτουργία, ο Πατήρ Παΐσιος είχε αποσυρθεί στο κελλί του, όταν ακούσθηκαν τρομαγμένες φωνές. Βγήκε έξω, και τι να δει; Μία μεγάλη αρκούδα είχε μπει στο Μοναστήρι από την πύλη. Την πλησίασε και της είπε: «Τώρα πρέπει να φύγεις, επειδή οι άνθρωποι φοβούνται. Αύριο να έρθεις, όχι όμως από εδώ, αλλά από το  κάτω μέρος». Η αρκούδα σηκώθηκε στα δυο της πόδια και έφυγε προς το βουνό. Κάθε Δευτέρα επτά-οκτώ αρκούδες πήγαιναν στην πίσω πλευρά της Μονής, έξω από το μαγειρείο, και ο Πατήρ Παΐσιος τους έριχνε τα αποφάγια που είχαν αφήσει οι επισκέπτες το Σαββατοκύριακο.

Μια μέρα ένα παιδί, βλέποντας τον τάφο που είχε ανοίξει ο Όσιος, του είπε:
- Πάτερ, ο τάφος δεν έχει ανοιχθεί πολύ, θέλει κι άλλο σκάψιμο.
- Πήγαινε στην αποθήκη να φέρεις φτυάρι και κασμά, να τον σκάψουμε πιο βαθιά, είπε εκείνος.
Μπαίνοντας το παιδί στην αποθήκη, είδε να ξεδιπλώνονται μπροστά του δύο φίδια και τρόμαξε. Ο Πατήρ Παΐσιος όμως πήγε από πίσω του, το έπιασε από τον ώμο και του είπε:«Είναι αθώα, Γιώργο, τα φίδια, μη φοβάσαι». Και στα φίδια είπε: «Πηγαίνετε πίσω, δεν βλέπετε ότι ο Γιώργος σας φοβάται;». Τα φίδια υπάκουσαν και αμέσως γύρισαν πίσω και μαζεύτηκαν σε μία γωνιά.

Στο Στόμιο είχε πολλά φίδια, αλλά ο Όσιος δεν τα σκότωνε, ούτε άφηνε άλλους να σκοτώσουν φίδι. Τόση πνευματική ευαισθησία είχε, που ούτε μυρμήγκι δεν ήθελε να πατήσει. Σε ένα παιδί, που μάθαινε την τέχνη του ξυλουργού, είπε μια φορά:
- Παναγιώτη, πρόσεχε να μην πατήσεις κανένα μυρμήγκι.
- Ε, Πάτερ, τόσα μυρμήγκια υπάρχουν, απάντησε το παιδί.
-         Εσύ να προσέχεις, του επανέλαβε.

Μια μέρα, το καλοκαίρι του 1960, ο Όσιος είδε έναν λαγό να τρώει φασολάκια στον μικρό κήπο που είχε φτιάξει σε πεζούλια κάτω από το Μοναστήρι. Πήγε σιγά σιγά πίσω από τον λαγό, άνοιξε το ζωστικό του και τον έπιασε μέσα. Τον πήρε πάνω στο Μοναστήρι, τον κούρεψε στο μέτωπο, του ζωγράφισε με κόκκινο χρώμα έναν σταυρό και έπειτα τον άφησε ελεύθερο λέγοντας: «Άντε, να πας στην ευχή του Θεού κι άλλη φορά να μην τρως τα φασολάκια 
· έχεις τόσα χόρτα να φας, τόσα έχει δώσει ο Θεός». Ύστερα έλεγε στους κυνηγούς.
- Προσέξτε μη σκοτώσετε τον λαγό μου. Έχει έναν σταυρό στο μέτωπο για να τον αναγνωρίζετε κι εσείς!
- Προλαβαίνεις, Πάτερ Παΐσιε, να δεις αν έχει σταυρό ο λαγός; Ο λαγός φεύγει βολίδα, έλεγαν οι κυνηγοί.
-         Θα τον δείτε, θα τον δείτε, απαντούσε, και έτσι τους εμπόδιζε να κυνηγούν κοντά στο Μοναστήρι.

Φιλία είχε και με τα ζαρκάδια. Όταν πήγαινε για ξύλα στο δάσος, εκείνα τον αναγνώριζαν από το χτύπημα του τσεκουριού και τον πλησίαζαν. «Έλα, να δεις τα ζαρκάδια, είπε μια μέρα σε έναν κυνηγό. Και σε παρακαλώ πολύ, μη σκοτώσεις κανένα από αυτά τα ζώα». Ο κυνηγός πλησίασε και έκπληκτος είδε πέντε-έξι ζαρκάδια να βόσκουν κοντά του. Έλεγε μετά: «Το πιο ωραίο θέαμα είναι να δείτε τον Καλόγερο παρέα με ζαρκάδια!»

ΓΕΡΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ: ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΜΕ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΥΜΕΝΑ!

Θέλω, παιδιά μου, να μιλήσω για την εποχή πού διερχόμεθα εμείς, οι τελευταίοι άνθρωποι του 20ου αιώνα. Ό αιώνας αυτός, δυστυχώς για τον Χριστιανισμό, έχει αλλάξει ήθη και έθιμα, έχει αλλάξει παραδόσεις, έχει χαλαρώσει τόσα πολλά στους Έλληνες χριστιανούς, οι όποιοι είχαν απτές αποδείξεις ότι ή μεγάλη δύναμις του Παντοδυνάμου θεού προστάτευε το Έθνος των Ελλήνων.
Πριν από πενήντα χρόνια οι άνθρωποι την πίστη τους την κρατούσαν, φύλαγαν την τάξη και είχαν ακέραια την αγάπη προς τον θεό και προς τον άνθρωπο. Δεν γίνονταν αυτά τα παρατράγουδα πού βλέπουμε σήμερα, παιδιά μου, μέσα στην ελληνική οικογένεια, χωρίς σοβαρές υποθέσεις και σοβαρά προβλήματα να γίνεται ή διάλυση της ελληνικής οικογένειας. Γιατί, παιδιά μου, φτάσαμε σ’ αυτό το κατάντημα; Γιατί πέρασαν έθνη από εδώ και μάς δίδαξαν τα ήθη και τα έθιμά τους, εμείς τα ακούσαμε, τα ακολουθήσαμε και αφήσαμε τα δικά μας. Πρώτα την πίστη, πού είχαν οι προπάτορές μας, την αγάπη, την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, τη σταθερότητα την ειλικρίνεια, πού έπρεπε να έχει ό άνθρωπος στην καρδιά. τότε αγαπούσε ό ένας τον άλλο. Μέσα στο κάθε χωριό δεν υπήρχαν προβλήματα, όπως βλέπεις τώρα, πού δεν υπάρχει καμιά συνεννόηση μεταξύ των χριστιανών. Υπήρχε αγάπη μεγάλη. Αγαπούσαν οι άνθρωποι τον θεό και μεταξύ τους αγαπιούνταν.
Αλλά σήμερα έχουν αλλάξει τα πράγματα και, δυστυχώς, βρισκόμαστε σε μία καμπή δύσκολη, παιδιά μου. Δύσκολη καμπή από ασφάλειας, από έποψη ειλικρίνειας και πίστεως προς το Θεό.
Ό καθένας από εμάς σηκώνει και μία σημαία δική του δεν υπολογίζει τίποτα. Και βλέπεις αυτό το κατάντημα το σημερινό τού ανθρωπίνου γένους, του ελληνικού γένους. Να μη σάς για τούς άλλους, οι άλλοι βαδίζουν μέσα στο σκοτάδι. Αλλά οι Έλληνες, πού μέχρι τινός είχαν και κρατούσαν το φώς, τη λαμπάδα τού φωτός πού ανέδιδε απ’ τον Ουρανό και από την πίστη προς τον θεό;
Αλλά φαίνεται, παιδιά μου, ότι βρισκόμαστε σε μεγάλες εκπλήξεις Και κατά την Γραφή και κατά τις παραδόσεις της χριστιανικής πορείας από εδώ και πέρα πρέπει να περιμένουμε σοβαρές αλλαγές και πολύ σοβαρές καταστάσεις. Διότι πλησιάζουμε το τέλος και αυτά είναι προφητευμένα. Θα γίνουν όλα, όσα προφητεύουν οι μεγάλοι άνδρες της Εκκλησίας και όσα ό Κύριος έχει αποκαλύψει. θα έλεγα, παιδιά μου, με μια μεγάλη ευχή, εμείς οι τελευταίοι άνθρωποι να μη βρεθούμε σ’ αυτόν τον κυκλώνα να μη βρεθούμε σ’ αυτό το κατάντημα το φοβερό.
Για να γλιτώσουμε κι εμείς από την τελεία καταστροφή, αν θελήσουμε όλοι μας, είναι καιρός ακόμα να μπορέσουμε να βρούμε τον δρόμο μας, τον δρόμο της επιστροφής. Ό δρόμος της επιστροφής είναι ή μετάνοια και ή επιστροφή μας προς τον Χριστό. Εκεί θα βρούμε μόνο παρηγοριά και ζωή αιώνιο, πού μάς υπόσχετε ό Δημιουργός. Ό θεός ό ίδιος, πού ήρθε στη γη για να σώσει τον άνθρωπο, μάς άνοιξε τον δρόμο για τον Ουρανό. Δυστυχώς όμως, παιδιά μου, ένα 20-30% σκέπτεται ότι ή πορεία ότι η πορεία μας δεν είναι εδώ, σ’ αυτή τη ζωή. Ό δρόμος μάς ταξιδεύει και τρέχει ολοταχώς προς τον Ουρανό, γιατί εκεί είναι ή πατρίδα μας, όπως μάς παραγγέλλει ό θείος Απόστολος Παύλος.
Ό άνθρωπος αυτός περιήλθε τότε όλη τη γη και αναμόρφωσε τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων, από άγριους τούς έκανε να είναι πρόβατα. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, άλλά την μέλλουσαν έπιζητούμεν». (Έβρ. ιγ’ 14). Δεν είναι εδώ ή πατρίδα μας. Έδώ είμαστε περαστικοί. Ήλθαμε, είδαμε και παρήλθαμε. Αλλά πρέπει έδώ να αφήσουμε κάποιο σημάδι στο πέρασμά μας. Όλοι μας! Και ποιό είναι αυτό το σημάδι, παιδιά μου; Είναι ή μεταξύ μας αγάπη, ή ειλικρίνεια, ή πίστη, ή αλήθεια και ή δικαιοσύνη. Γιατί, βλέπετε, μέσα σ’ αυτό το πέρασμα έχουμε και έναν εχθρό του ανθρωπίνου γένους, πού έρχεται και προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να κατακτήσει τη γη. Ή γη είναι του Ουρανού και του θεού, αλλά για ένα διάστημα θα κυριαρχήσει κι αυτός, θα περάσει από τη γη και αλίμονο στους ανθρώπους πού θα βρεθούνε την εποχή εκείνη.
Ναι, έρχεται αυτός και μάς σερβίρει έναν καινούριο νόμο. Όχι αυτόν πού μάς προσφέρει ό Κύριος, την αγάπη, την ειρήνη, τη χαρά, την υγεία, τη μακροθυμία, τη χρηστότητα, την αγαθοσύνη, την πραότητα, την πίστη, την εγκράτεια, τα χαρίσματα τού θεού δηλαδή, τον νόμο του θεού. Αλλά μάς σερβίρει κάποιον άλλο νόμο. Ό άλλος νόμος αυτός είναι: όχι αγάπη, αλλά μίσος, όχι ειλικρίνεια, αλλά ψευτιά, όχι αλήθεια, αλλά συκοφαντία, κακία, αδικία, πλεονεξία, φιλαργυρία και φόνοι! Ποιος θα το πίστευε, μέσα στην Ελλάδα να περάσουν είκοσι τέσσερις ώρες και να μη γίνουν δύο, τρεις και πέντε φόνοι! Ποτέ δεν γινόταν αυτό. Να πού εκπληρώνεται ή προφητεία, ότι οι άνθρωποι τού καιρού εκείνου δεν θα υπολογίζουν τον άνθρωπο εις καμίαν αξιών.
Αλλά όλα αυτά πού βλέπετε είναι γεγραμμένα. Τα διαβάζουμε και παρέρχονται απαρατήρητα, δυστυχώς, γιατί εμείς, οι τελευταίοι άνθρωποι, δεν προσέχουμε και πολύ. «Έ, έτυχε κάτι να γίνει στην Αθήνα, κάτι να γίνει στη Θεσσαλονίκη, ίσως να γίνει…». Όμως είναι γεγραμμένα και θα περάσουν όλα τα γεγονότα εκείνα, όπου έρχεται αυτός ό φοβερός δαίμων, πού σάς λέγω, να κυριαρχήσει επί της γης και να καταστήσει το βασίλειό του παγκόσμιο.
Και αυτός ό κυρίαρχος θα είναι ό αντίχριστος, πού έρχεται να βασιλέψει για λίγο διάστημα, θα είναι ό καταστροφέας της ανθρωπότητας, θα ανατρέψει το Σύμπαν, θα επιβάλει βία, για να τον προσκυνήσουν οι άνθρωποι. Για τρία χρόνια δεν θ’ αφήσει τίποτα όρθιο, όταν έρθει ό χρόνος. Αλλά λίγο θα είναι το πέρασμά του, για να δείξει και αυτός εκείνα πού έχει μες στην καρδιά του, την κακία δηλαδή. Γιατί έρχεται ό Κύριος και θα ξεκαθαρίσει τα πράγματα, θα καθαρίσει άπαξ διά παντός και θα φέρει την τάξη την καινούρια, την αιώνια, πού θα είναι τάξη ασάλευτη, μέσα από το χέρι του Δημιουργού πού έπλασε τον άνθρωπο και έκτισε τον Ουρανό και τη γη.
Όμως, για να βρεθούμε κι εμείς, παιδιά μου, σε μια πορεία τέτοια, θέλει λίγο να προσπαθήσουμε, ό καθένας με τη θέληση τη δική του, να αφήσουμε τις μικροδιαφορές μας, να αφήσουμε τα μικρά μας ελαττώματα, να αφήσουμε τούς εγωισμούς.
Και έχουμε ανάγκη αυτή την ώρα από λίγη αγάπη μεταξύ μας, λίγη αγάπη χριστιανική πού θα μένει αιώνια και θα είναι ή πορεία προς τον Ουρανό — με τον τρόπο αυτόν, της αγάπης. Γιατί δεν υπάρχει άλλος δρόμος να βαδίζουμε. Οι δρόμοι πού ακολουθούμε σήμερα είναι παράξενοι και δεν μάς κατευθύνουν προς τον Ουρανό.
Να μη μάς λείπει όμως και ή φιλανθρωπία. Μαζί με την αγάπη, και ή φιλανθρωπία. Μεταξύ μας, αδελφοί μου. Όποιοι έχουν τας δυνάμεις, να βοηθούν τούς αδυνάτους. Γιατί, κατά το παράγγελμα του θεού, οι χριστιανοί είναι όλοι αδελφοί εν Χριστώ. Εκείνη την ημέρα, της Κρίσεως, δεν θα υπάρχει πλούσιος και φτωχός.
Όλοι θα είναι στην ίδια μοίρα αλλά ο καθένας με το έργο, το οποίο θα έχει διαπράξει επί της γης. Και όποιος κατορθώσει να κάνει περισσότερες καλοσύνες, εκείνος θα είναι στην κορυφή- οι άλλοι θα είναι πιο χαμηλά. Δεν ξέρω αν ακολουθείται αυτή ή τακτική, πού μάς την παρέδωσε ή άγια Εκκλησία του θεού, όταν ό Κύριος ετοιμαζόταν να φύγει από τη γη, και είπε: «Αφήνω διαδόχους επί της γης. θέλω να μεριμνάτε, να φροντίζετε και να βοηθάτε τον λαό».
Τέλος, να σάς πω δύο λόγια και για το Μυστήριο της θείας Εξομολογήσεως. Με το Μυστήριο της Εξομολογήσεως, όταν πάει ό άνθρωπος στον Πνευματικό του να εξομολογηθεί, δύο πράγματα κερδίζει- το πρώτο είναι ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες του και το δεύτερο ότι συμβουλεύει ό Πνευματικός: «Παιδί μου, από δω και πέρα θα πας στον δρόμο τον ευθύ. Μην πας στον γκρεμό και τσακίζεσαι, μην πας εκεί πού είναι ό ψυχικός θάνατος, δηλαδή ή αμαρτία». Και τότε, αν ακολουθήσουμε την πορεία αυτή κι εμείς, να είστε βέβαιοι, παιδιά μου, ότι θα έχουμε τη θέση και την τάξη πού είχανε οι πατέρες μας και οι πρόγονοι και οι άνθρωποι πού φύλαξαν τη χριστιανική πορεία με ακρίβεια και με αγάπη.
Σάς ευχαριστώ πολύ πού είχατε την επιμονή και την υπομονή να με ακούσετε γι’ αυτά τα ολίγα.

Από τον Β΄τόμο (2): Διδακτικά και προφητικά αποφθέγματα γέροντος Αμβροσίου Λάζαρη Πνευματικού της Ι. Μovής Δαδίου «Παναγία η Γαυριώτισσα»

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

ΑΠΑΙΤΩ, ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ, ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΛΑ !!!

Το θαύμα, που θα εξιστορηθεί τώρα, δυστυχώς, όπως έδειξαν τα πράγματα, δεν έγινε κατ’ ευδοκίαν Θεού αλλά κατ’ απαίτησιν κάποιας μητέρας, που θεώρησε η δυστυχής τη δική της γνώμη και επιθυμία πιο σωστή από τη Θεία απόφαση που είχε ληφθεί για το καλό του παιδιού της. Γι’ αυτό και μπαίνοντας στην εκκλησία της Παναγίας μαζί με άλλους συμπροσκυνητάς, διότι είχε έρθει με πούλμαν από ένα μεγάλο χωριό του νομού Αχαΐας, φώναζε:
―Απαιτώ, Παναγία μου, το παιδί μου να γίνει καλά.

Όταν της υπεδείχθη ότι δεν πρέπει να λέη στην Παναγία «απαιτώ», εκείνη είπε:
―Το απαιτώ, γιατί το παιδί μου είναι 28 χρονών και έχει μικρό παιδάκι και οι γιατροί είπαν ότι σε 15 μέρες θα πεθάνει, γιατί έχει ολικό καρκίνο.

Όσοι την άκουσαν να προσεύχεται κατ’ αυτό τον τρόπο, προσπάθησαν να την συμβουλεύσουν· της είπαν, πως στην προσευχή πρέπει να παρακαλούμε και όχι να απαιτούμε, γιατί ο Θεός, ο πραγματικός πατέρας των ανθρώπων, αγαπά το πλάσμα Του απείρως περισσότερο ακόμη κι από μία μάνα. Επί πλέον της είπαν ν’ αφήσει το παιδί της στα χέρια της Παναγίας να το σώσει, γιατί Εκείνη δίνει τη βοήθειά της κατά το συμφέρον του κάθε ανθρώπου. Αυτή όμως, δυστυχώς, πιο εξαγριωμένη φώναζε:
―Απαιτώ, απαιτώ, Παναγία μου, το παιδί μου να γίνει καλά!!

Δεν ήθελε να καταλάβει πως κανείς δεν πρέπει να απαιτεί, γιατί η Παναγία, σαν στοργική Μάνα, ξέρει καλύτερα απ’ όλους μας τι είναι καλύτερο πρώτα για την σωτηρία της ψυχής μας.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μάς έδωσε το υπόδειγμα της σωστής προσευχής·
«Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς·
ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου·
ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου·
γενηθήτω τὸ θέλημά σου,
ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·»
Την τελευταία απόφαση την αφήνουμε στην αλάνθαστη και σωτήρια κρίση του Θεού.

Μετά από ένα περίπου χρόνο, κάποιος από τους προσκυνητάς που είχαν έρθει με την εν λόγω μητέρα, ξαναήλθε να προσκυνήσει την Χάρη Της και έλεγε μεγαλοφώνως μπροστά στην εικόνα της Παναγίας·
―Παναγία μου, το θέλημά Σου να γίνεται, μα το κακό που είδα στο χωριό μου!…

Όταν ρωτήθηκε τι έγινε στο χωριό του, απάντησε και διευκρίνισε πότε είχε έρθει και για ποιο περιστατικό μιλούσε. Αναφερόταν στην περίπτωση της κυρίας που φώναζε το «απαιτώ». Τότε η ηγουμένη τον ρώτησε:
―Τι έγινε ο γιος της κυρίας;

―Έγινε καλά, αλλά τώρα δεν υπάρχει ούτε αυτός ούτε οι γονείς του.

Στην απορία «γιατί;» ο προσκυνητής απήντησε με θλίψη:
―Όταν ο γιος της έγινε καλά, πήγε σ’ ένα νυχτερινό κέντρο και συνδέθηκε με την εκεί τραγουδίστρια. Έφυγε από το σπίτι του και έμενε στην τραγουδίστρια.
Οι γονείς του, που στενοχωριούνταν για την παράνομη αυτή συμπεριφορά του, όταν τον συναντούσαν τον συμβούλευαν να αλλάξει τακτική.

―Δεν κάνει, παιδί μου, του έλεγαν· έχεις νέα γυναίκα και μικρό παιδί, γύρισε σπίτι σου.

Επειδή όμως ο γιος ενοχλούνταν από τις συμβουλές των γονέων του, μια μέρα που θύμωσε πολύ εναντίον τους, πήρε το κυνηγετικό του όπλο (γιατί ήταν και κυνηγός) σκότωσε τη μάνα του και τον πατέρα του και εν συνεχεία αυτοκτόνησε!

Όσοι άκουσαν το περιστατικό έφριξαν. Μητροκτόνος, πατροκτόνος και αυτόχειρας! Δεν ήταν απείρως καλύτερα να φύγει με έναν φυσιολογικό θάνατο, και μάλιστα εξιλεωτικό, όπως γίνεται όταν υπομένει ο ασθενής την αρρώστια του; Η Παναγία δεν ήξερε καλύτερα; Η σαρκική του μάνα απαιτούσε την υγεία του σώματος και αγνοούσε τον κίνδυνο του χαμού της ψυχής του παιδιού της, που τώρα είναι αιώνιος. Ενώ η στοργική Παναγία, γνωρίζοντας τον κίνδυνο, προσπάθησε να το εξιλεώσει με την αρρώστια, για να σωθεί η ψυχή του. Η παράλογη απαίτηση της μάνας το καταδίκασε αιωνίως.
Είθε με απόλυτη εμπιστοσύνη να αναθέτουμε κάθε πρόβλημά μας, χωρίς υποδείξεις λύσεως, στην Παναγία· και Εκείνη, να πιστεύουμε απόλυτα, ό,τι επιτρέψει θα είναι και η καλύτερη λύση των προβλημάτων μας κατά το «γενηθήτω το θέλημά Σου».

ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ ΤΟ ΚΕΡΙ

Σύμφωνα με τους ιερείς, το κερί που ανάβουμε έχει έξι συμβολισμούς:

1. Συμβολίζει την καθαρότητα της ψυχής μας, γιατί είναι κατασκευασμένο από καθαρό κερί μέλισσας.
2. Επίσης την πλαστικότητα της ψυχής μας, μια και εύκολα πάνω του μπορούμε να χαράξουμε οτιδήποτε.
3. Ακόμη την Θεία Χάρη, επειδή το κερί προέρχεται από τα άνθη που ευωδιάζουν.
4. Επιπλέον συμβολίζει την θέωση, στην οποία πρέπει να φθάσουμε, επειδή το κερί ανακατεύεται με τη φωτιά και της δίνει τροφή.
5. Και το φως του Χριστού επίσης δείχνει, καθώς καίει και φωτίζει στο σκοτάδι.
6. Και τέλος συμβολίζει την αγάπη και την ειρήνη που πρέπει να χαρακτηρίζουν κάθε χριστιανό, επειδή το κερί καίγεται όταν φωτίζει, αλλά και παρηγορεί τον άνθρωπο με το φως του μέσα στο σκοτάδι.
Ανάβοντας κερί πρέπει να θυμόμαστε ότι πρέπει να ζούμε μέσα στο φως που πήραμε με την βάπτισή μας.