ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 25 Μαΐου 2023

ΑΓΙΟΣ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ: ΑΝ Ο ΠΟΝΟΣ, ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΑΦΑΙΡΕΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ!

Όσιος Ευμένιος Σαριδάκης: Αν ο πόνος οι θλίψεις και οι δοκιμασίες αφαιρεθούν από την ζωή των ανθρώπων, η αγιότητα θα ήταν μόνο των αγγέλων κτήμα. 

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΟΠΟΙΟΣ ΝΟΜΙΖΕΙ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ!

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Όποιος νομίζει ότι μπορεί να γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού, με την εξωτερική επιστημονική θεωρία, μοιάζει με τον άνθρωπο που θέλει να δει τον παράδεισο με το τηλεσκόπιο. 

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ!

Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: Ο πραγματικός θάνατος, δεν είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, αλλά ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεό. 

Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΜΨΩΝ: ΕΙΔΕ ΜΕΣΑ ΣΑΡΚΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ!

 Στάρετς Σαμψών: Είδε μέσα σάρκα και αίμα ανθρώπινα!
 
Στον ιερό ναό του Τιμίου Σταυρού της Λαύρας του άγίου Αλεξάνδρου Νέφσκι, στην Πετρούπολη της Ρωσίας, συνέβη κάποτε το ακόλουθο συγκλονιστικό περιστατικό:
 
Στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας, ο λειτουργός αρχιερέας Στέφανος, αφού διάβασε την ευχή «Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ…» σήκωσε το κάλυμμα του αγίου ποτηριού κι έμεινε σαν αποσβολωμένος.
Είδε μέσα σάρκα και αίμα ανθρώπινα!
Γύρισε τότε στο διάκονο, τον κατοπινό στάρετς Σαμψών (1979), και του είπε: «Βλέπεις, πάτερ»; τι νά έκαναν;…
 
Ό επίσκοπος αφού τοποθέτησε το άγιο ποτήριο στην άγία τράπεζα, γονάτισε και ικέτεψε τον Κύριο νά κάνει έλεος.
Πώς θα μετέδιδε σάρκα ανθρώπινη στους πιστούς; Ποιος θα την έπαιρνε;
Αφού προσευχήθηκε για ένα τέταρτο με υψωμένα τα χέρια, ξανακοίταξε στο άγιο ποτήριο.
Ή σάρκα και το αίμα είχαν γίνει ψωμί και κρασί. ‘Έτσι βγήκε και κοινώνησε τούς πιστούς.
‘Όσοι κληρικοί πληροφορήθηκαν το θαύμα, είπαν ότι το επέτρεψε ο Θεός για νά ενισχυθεί ή πίστη τους.
 
Ο διάκονος Σαμψών μάλιστα, πού κρατούσε το άγιο ποτήριο, ομολόγησε ότι από το γεγονός αυτό πήρε ξεχωριστή δύναμη και παρηγοριά.
Πίστεψε απόλυτα και αναμφίβολα πώς ή θεία Ευχαριστία είναι αυτό το τίμιο Σώμα και Αίμα του Σωτήρος
Πείστηκε ο ίδιος, αλλά το διέδωσε και σε άλλους, για νά πάρουν όλοι, όσοι θα το μάθαιναν, δύναμη και χαρά. το σημείο αυτό ήταν ακόμα, όπως είπε, μία αφορμή για ν’ αποκτήσουν περισσότερη ταπείνωση οι κληρικοί και νά συνειδητοποιήσουν την αναξιότητά τους.
 
Στάρετς Σαμψών, εκδ. Ι. Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1991
Από το βιβλίο « Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία» Ι. Μονή Παρακλήτου. σελ 51

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΑΓΙΑ ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ!



 π. Συμεών Κραγιόπουλος: Η Αγία Εκκρεμότητα 

Είναι γεγονός ότι σε όλες του τις ενέργειες ο Πάτερ δεν έβαζε καθόλου ανθρώπινη πρωτοβουλία. Με την απόλυτη πεποίθηση ότι «ο Θεός κυβερνά», «ξέρει ο Θεός» και «θα δείξει ο Θεός», δεν όριζε καθόλου, σε καμιά περίπτωση τον εαυτό του. 
 
Άφηνε να μιλάει πρώτα ο Θεός και ο δούλος του να ακούει: Πρώτα, όπως τόνιζε χαρακτηριστικά, του έλεγε ο Θεός να απλώσει τα πόδια και μετά του έστελνε το πάπλωμα. 
 
Είχε δηλαδή το κουράγιο, την ανεξάντλητη υπομονή και την ασκανδάλιστη πίστη, να περιμένει, μέχρις ότου απαντήσει ο Θεός. Και απαντούσε πάντοτε ο Θεός με τρόπο πολύ θαυμαστό, έστω και μετά από ολόκληρες δεκαετίες που είχε το κουράγιο να προσμένει, και τότε -όπως συνήθιζε ο ίδιος να λέει: 
 
«Καλύτερα δεν γινόταν!» Αν επιτρέπεται να πούμε, εδώ σ’ αυτό το σημείο, ο Θεός δεν του χάλασε ποτέ χατίρι του Πατρός, καθόσον «θέλημα των φοβουμένων Αυτόν ποιήσει, και της δεήσεως αυτών εισακούσεται και σώσει αυτούς».
 
Ως προς την τακτική του «θα δείξει ο Θεός», καθώς απέφευγε συνήθως να δίνει και κάποιες εξηγήσεις, ομολογούμε ότι σ’ αυτό το σημείο δυσκολευτήκαμε ιδιαίτερα στη συνεργασία μαζί του, γιατί, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι καθόλου εύκολο -όταν δεν είναι κανείς σε ανάλογα πνευματικά μέτρα- να μη σιγουρεύει τίποτε στη ζωή του και να ζει συνεχώς μέσα σ’ αυτή την αγία, όπως την ονόμαζε ο ίδιος, εκκρεμότητα.
 
«Η ανυπομονησία και η βιασύνη», έλεγε συχνά, «σκοτώνουν την ψυχή, ενώ η καρτερία και η προσμονή ωριμάζουν και θεραπεύουν την ψυχή». Ο Πάτερ βίωνε, με δυό λόγια, σε όλη του τη ζωή το μαρτύριο της σώζουσας υπομονής. 
 
Και δεν ήταν λίγα τα πικρά ποτήρια που ήπιε γουλιά-γουλιά μέχρι τρυγός και οι δυσκολίες και τα καμίνια μέσα από τα οποία πέρασε. Μόνο όμως που δεν επηρεαζόταν από αυτά και έβγαινε πάντοτε αλώβητος, γιατί, όπως και να έρθουν τα πράγματα, «ο ταπεινός ου θροείται». []
 
Απόσπασμα από την ομιλία της Γερόντισσα Φιλοθέης, Καθηγουμένης Ιερού Ησυχαστηρίου Πανοράματος Θεσσαλονίκης «Ταπεινές και γενικευμένες εμπειρίες και μαρτυρίες για την προσωπικότητα του Γέροντος Συμεών Κραγιόπουλου»

Τρίτη 23 Μαΐου 2023

ΟΣΙΟΣ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ, Ο ΝΕΟΣ Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ

 
Όσιος Ευμένιος Σαριδάκης, ο Νέος ο Θεοφόρος 

Η Εθιά, η πατρίδα του Οσίου Ευμενίου, είναι ένα ορεινό χωριό στα νότια του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 740μ. και απέχει από το Ηράκλειο 38 χλμ. Είναι πολύ άγονο μέρος, γι’ αυτό και οι κάτοικοί του μετοίκησαν σ’ ένα χαμηλότερο μέρος, στο χωριό Ροτάσι.
Στην Εθιά υπάρχουν δύο εκκλησίες: Η κεντρική είναι αφιερωμένη στην Παναγία μας και φυλάσσει θαυματουργό εικόνα της. Εκεί η Παναγία είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα, που ο Όσιος Ευμένιος, μικρό παιδί τότε, άναβε τα κανδήλια του ναού, και του είπε: «Εσύ μια μέρα θα γίνεις ιερεύς». Εκεί, στον αύλιο χώρο της, έμελλε να είναι και ο τάφος, όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του Οσίου Γέροντος μας. Η άλλη είναι του Προφήτου Ηλιού. Εκεί κοντά υπάρχει και αγίασμα. Υπάρχουν και πολλά μικρά εκκλησάκια, για την ανακαίνιση των οποίων ο Όσιος Ευμένιος έστελνε χρήματα.
Ο Όσιος Ευμένιος ήταν γόνος μιας πολυμελούς και πάμπτωχης οικογενείας. Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 1931 μ.Χ. Οι γονείς του, Γεώργιος και Σοφία Σαριδάκη, ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Είχαν οκτώ παιδιά. Το όγδοο και τελευταίο τους παιδί ήταν ο Όσιος Ευμένιος, που στην βάπτιση του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Τα αδέλφια του, κατά σειρά ηλικίας, ήταν: Ελένη, Μιχαήλ, Αικατερίνη, Βασίλειος, Αμαλία, Μαρία και Ευγενία.
Ο μικρός Κωνσταντίνος ορφάνεψε από πατέρα σε ηλικία μόλις δύο ετών, δηλαδή η οικογένειά του έχασε τον προστάτη της πολύ νωρίς. Ήταν που ήταν φτωχή, χάνοντας και το στήριγμά της βρέθηκε σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Η χήρα μάνα του με τι δυνατότητες να θρέψη τόσα στόματα; Ξενοδούλευε για να τα φέρει κάπως βόλτα. Μετά ήρθε και η γερμανική κατοχή, η οποία χειροτέρευσε κατά πολύ τα πράγματα. Σ’ αυτό το περιβάλλον και με πολλές στερήσεις μεγάλωσε ο Όσιος. Παπούτσια φόρεσε στα δώδεκα του χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τις στερήσεις, την πείνα και την ανέχεια, το ήθος και το φρόνημα του μικρού αυτού παιδιού δεν αλλοιώθηκαν.
Για παράδειγμα, ο Ιερεύς του χωριού τους ήθελε να του δίνει μια μικρή βοήθεια, επειδή πήγαινε και τον βοηθούσε στον ναό. Ο μικρός Κωνσταντίνος, όμως, του έλεγε: «Όχι, Παπα-Γιάννη, δεν παίρνουμε ποτέ χρήματα από την Εκκλησία». (Μαρτυρία Αριστέας Σαριδάκη). Ή, όταν του έδιναν μισή κουλούρα ψωμί για κάποια δουλειά που έκανε, ποτέ δεν την έτρωγε μόνος του, αλλά την πήγαινε στο σπίτι του και την έτρωγε με τ’ αδέλφια του, όλοι μαζί.

Χαρισματικό παιδί

Η Εκκλησία αγάλλεται και καυχάται, διότι γέννησε και ανέδειξε ένα τέτοιο λαμπρό αστέρι και κόσμημα της και η Κρήτη πρέπει να σεμνύνεται για το ηγιασμένο τέκνο της. Ο Όσιος, από την νηπιακή του ηλικία, έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλεκτόν του Κυρίου μας. Από την βρεφική του ηλικία, όταν ακόμα δεν καταλάβαινε, προσπαθούσε να ευχαριστεί τον Κύριό μας, αφού δεν θήλαζε Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά κοιμόταν όλη την ημέρα, σύμφωνα με την μαρτυρία της αδελφής του Ευγενίας, η οποία το είχε ακούσει από την μητέρα τους να το ομολογεί.
Οίνον και μεθύσματα ουδέποτε γεύθηκε ο Όσιος Ευμένιος, δηλαδή οινοπνευματώδη ποτά, μπύρα, κρασί και αλκοολούχα ποτά δεν ήπιε ποτέ στην ζωή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά μόνος του ως Ιερεύς, ζαλίστηκε λίγο από την κατάλυση της Θείας Κοινωνίας και γι’ αυτό, μετά, έβαζε λιγότερο νάμα και περισσότερο ζέον.
Ο Κωστάκης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένα χαριτωμένο και χαρισματικό παιδί, ακόμα και για τα κοσμικά δεδομένα, ενώ δεν είχε μάθει σχεδόν καθόλου γράμματα.
Οι δυσκολίες, η Κατοχή, κατά την διάρκεια της οποίας τα σχολεία υπολειτουργούσαν, δεν του επέτρεψαν να γευθεί το αγαθόν της μαθήσεως. Παρ’ όλα αυτά μπορούσε, όπως ο ίδιος έλεγε, να κάνη πράξεις μαθηματικές, λογαριασμούς δύσκολους, όλα από μνήμης, γι’ αυτό οι χωριανοί του, όταν ήθελαν κάτι σχετικό, τον φώναξαν: «Έλα, Κωστάκη, να μας πεις πόσο κάνει αυτό κι αυτό», η κάτι πιο δύσκολο. Κι όταν τους τα έκανε, μετά τον γέμιζαν λουκούμια.
Κάποια φορά, όταν ο Όσιος ήταν μικρό παιδί ακόμη, πέθανε στο χωριό τους ένα κοριτσάκι οκτώ-εννέα ετών. Οι γονείς και οι συγγενείς του κοριτσιού έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του παιδιού τους. Ο Όσιος έλεγε σχετικά:
«Κάποτε, είχε πεθάνει ένα κοριτσάκι και περνούσε από μπροστά μας η νεκρώσιμη πομπή. Πέρασαν μπροστά κι από την δική μας αυλή. Έτσι έκαναν τότε. Έκαναν την βόλτα, για να γίνει πιο επίσημη η κηδεία. Έκλαιγαν όλοι κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, πολλά στολίδια, που είχε το φέρετρο. Κι αυτοί έκλαιγαν. Κι εγώ έτρεχα κι έβλεπα τα στολίδια, που είχε το φέρετρο. Ήμουν έξι-επτά χρόνων τότε. Δεν είχα δει καλύτερα και ωραιότερα στολίδια. Οι άλλοι έκλαιγαν κι εγώ χαιρόμουν, που έβλεπα τα στολίδια. Έβλεπα τα στολίδια και χαιρόμουν. Μου άρεσαν. Δεν ήταν στολισμένα από τους ανθρώπους, όμως εγώ τα έβλεπα έτσι. Στολίδια.... στολίδια… όχι ότι τα έβαλαν οι άνθρωποι. Κι αυτοί έκλαιγαν, που έχασαν το παιδί, κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, που είχε πάνω του, τα στολίδια του Θεού, και χαιρόμουν».
Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος θυμάται, σχετικά με την Χάρη, που από νωρίς είχε δοθεί στον Όσιο: «Ο πατήρ Ευμένιος, όταν ήταν μικρός, είχε δει για πρώτη φορά την χάριν της αρχιεροσύνης. Την είχε δει στο πρόσωπο ενός Αρχιεπισκόπου, που είχε πάει στο χωριό του. "Έβλεπα", μου είπε, "το φως του Αγίου Πνεύματος πάνω στο πρόσωπό του. Το φως της αρχιεροσύνης, την χάρη της αρχιεροσύνης. Την έβλεπα και πήγαινα συνεχώς μπροστά του". Και είπε ο Αρχιεπίσκοπος: "Αυτό το παιδί τι βλέπει;". Εγώ δεν έλεγα τι έβλεπα, αλλά μου άρεσε να βλέπω την χάρι της αρχιεροσύνης».

Μοναχός Θεόκλητος δια φωτοφανείας

Ο Όσιος Ευμένιος ήταν θεόκλητος στον μοναχισμό. Ο ίδιος μας έλεγε: «Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: "Έλα να σε κάνω νεωκόρο". Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ό,τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψη και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: "Ευγενία, θα γίνω καλόγερος". Την ίδια στιγμή. Εκείνη την στιγμή με φώτισε ο Θεός. Την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψη, που μπήκε μέσα μου. Μόλις είδα αυτή την λάμψη, είπα κατ’ ευθείαν: "Θα γίνω καλόγερος". Όταν ο άνθρωπος έχει την κλήση από τον Θεό για να κάνη κάτι καλό, ο Θεός ενεργεί και τον βοηθά».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου: «Τόλμησα, κάποτε, να τον ρωτήσω: "Γέροντα, είχες δίλημμα για το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσεις; Σκέφθηκες να γνωρίσεις κάποια γυναίκα, να την ερωτευθείς, να κάνεις οικογένεια"; Τότε μου αποκάλυψε την απόλυτη απόφασή του να ακολουθήσει την παρθενική ζωή, που την σηματοδότησε ένα εξαιρετικό γεγονός.
"Χειμώνας του 1944, Κωστής τότε, δεκατριών ετών", μου είπε. "Ήμουν στο πατρικό μου σπίτι. Ζεσταινόμαστε στο τζάκι. Τότε είδα μια τεράστια φωτιά, που μπήκε μέσα μου. Και από εκείνη την στιγμή, γεμάτος χαρά, έλεγα: Εγώ θα γίνω μοναχός. Θα γίνω μοναχός". Και μου συμπλήρωσε: "Αν με πίεζαν αργότερα να παντρευτώ, θα πέθαινα, θα πέθαινα"!».
Από το 1944 μ.Χ. η ψυχή του νεαρού Κωστή είχε ένα μόνο προσανατολισμό: την αφιέρωσή στον Χριστό. Η κλήση υπήρχε. Η κλήση με εμφατικό τρόπο συντελέστηκε και ο μικρός Κωστής βιαζόταν να ενηλικιωθεί, να λάβει ζωή η επιθυμία της καρδιάς του.

Με ζήλο στον μοναχικό αγώνα

Σε ηλικία δεκαεπτά ετών ο Κωνσταντίνος αφήνει τα εγκόσμια και οδεύει εκεί, που τον οδηγεί η καρδιά του, η ψυχή του και όλο του το είναι. Εκεί, που το Άγιο Πνεύμα, εν είδει λαμπρού φωτός, τον φωτίζει, στην πλήρη αφιέρωσή του στον Χριστό, στον αγαπημένο του Ιησού, Τον οποίο από μικρός λατρεύει και υπηρετεί, είτε στα εξωκλήσια του χωριού του, είτε κατά μόνας.
Τα βήματά του τον οδηγούν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, κάπως κοντά στο χωριό του, αφού απέχει μόνο δύο-δυόμισυ ώρες με τα πόδια. Ο Κωνσταντίνος έγινε δεκτός από τον Ηγούμενο π. Ιερόθεο (Κωστομανωλάκη), στον οποίο έβαλε μετάνοια και άρχισε η δοκιμή του.
Στην Μονή τότε υπήρχαν, εκτός του Ηγουμένου, και δύο υπερήλικες και τυφλοί μοναχοί, τους οποίους ο Κωνσταντίνος φρόντιζε παντοιοτρόπως και ποικιλοτρόπως, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά, κυρίως και πρωτίστως, λόγω της υπέρμετρου αγάπης που είχε.
Ως νέος, δόκιμος μοναχός, έκανε σχεδόν όλα τα διακονήματα της Μονής, ήταν πρόθυμος και φιλότιμος.
Μετά την τριετή του δοκιμασία, το 1951 μ.Χ., εκάρη μοναχός, μετονομασθείς Σωφρόνιος. Ως μοναχός, ο Σωφρόνιος έβαλε θεμέλιο της μοναχικής του ζωής την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την εργατικότητα. Επιδόθηκε σε νέους αγώνες. Τις ημέρες κοπίαζε σωματικά και τις νύκτες παρέμενε άϋπνος και προσευχόμενος. Αυτό το τυπικό το κράτησε μέχρι τέλους της ζωής του.
Καθημερινά ο πατήρ Σωφρόνιος έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες, στο ν’ ανοίξουν καλύτερους δρόμους για να διευκολυνθεί η έλευση των προσκυνητών, στους κήπους, στο να καλλιεργούν τα κτήματα, στο να φέρνουν νερό από μακριά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.
Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξει τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον με αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψει την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου. Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν, και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Όσιος μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίσθηκε μπροστά του και του είπε: «Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκύνησης». Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε ότι του έλειπε ένα δόντι και του λέει γελώντας και κοροϊδευτικά: «Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!». Τότε ο διάβολος γυρίζει εξαγριωμένος και του δίνει ένα δυνατό χαστούκι και αμέσως εξαφανίζεται από μπροστά του.
Κάποια άλλη μέρα, ο πατήρ Σωφρόνιος κατέβηκε κοντά στην θάλασσα, όπως ο ίδιος έλεγε, και άκουσε μέσα από την θάλασσα την Παναγία μας να του μιλάει και να του λέει, με την γλυκιά φωνή της: «Παιδί μου, μη φοβάσαι κι εγώ δεν θα σε αφήσω να χαθείς». Σε ερώτηση, πως κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία μας, απάντησε πολύ φυσικά: «Ε, την Παναγία μας δεν γνωρίζω;». Και άλλοτε πάλι, έλεγε ότι η Παναγία μας τον αγκάλιασε. «Η Παναγία μου έκανε μια αγκαλιά», μας έλεγε.

Είδε την Αγία Μαρίνα

Ο Όσιος, επεδίωκε να μην ξενυχτάει ποτέ έξω από το μοναστήρι. Όταν, κάποια φορά, αυτό στάθηκε αδύνατο και αναγκάσθηκε να παραμείνει στο πατρικό του σπίτι, είδε στο εικονοστάσι να βγαίνει η Αγία Μαρίνα από την εικόνα της, κρατώντας τον πειρασμό από τα κέρατα και δείχνοντάς του τον, του είπε: «Αυτός σας βάζει τους λογισμούς, να μην τον ακούτε και να νυστάζετε στις Ακολουθίες».

Στρατιωτική θητεία

Ο πατήρ Σωφρόνιος, όταν έφθασε την ηλικία των εικοσιτριών ετών, έπρεπε να πάει στρατιώτης, διότι τότε οι μοναχοί δεν απαλλάσσονταν των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων. Η Μονή τον ετοίμασε σχετικά, τον κούρεψε, του έκοψε δηλαδή τα μαλλιά και τα γένια, και του τα φύλαξε, γιατί έτσι γινόταν τότε. Παρουσιάσθηκε στο Μεγάλο Πεύκο, στις 24 Ιανουαρίου του 1954 μ.Χ. Υπηρέτησε στο Μηχανικό και ήταν βοηθός μαγείρου. Κατόπιν, πήρε μετάθεση για την Θεσσαλονίκη.
Στον στρατό ο Γέροντας ήταν υπόδειγμα υπακοής και εργατικότατος, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, από τον Διοικητή έως τον πιο απλό στρατιώτη. Ποτέ δεν θεώρησε αγγαρεία οποιαδήποτε εργασία του ανέθεταν, αλλά την έκανε με αγάπη, σωστά και καλά. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον σταματούσε πολλές φορές με το ζόρι, για να ξεκουρασθεί.
Το ήθος και ο ακέραιος χαρακτήρας του πατρός Σωφρονίου έκανε ακόμη και τα πειραχτήρια του στρατού να αργούν, παρ’ όλο που ξέρανε ότι είναι καλόγερος. Τις νηστείες τις κρατούσε όλες: Πάσχα, Χριστούγεννα, 15 Αυγούστου, Αγίων Αποστόλων και, φυσικά, Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Πώς τα κατάφερνε; Ένας συνάδελφός του, μάγειρας, έλεγε σχετικά: «Μέχρι και ελιές, ψωμί και κρεμμύδι έτρωγε μόνον, αρκεί να μη χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας».
Κάθε ημέρα, ο Διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής, επειδή γνώριζε ότι ήταν καλόγερος. Τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές του έδινε άδεια να πηγαίνει στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης, να εκκλησιάζεται και να ψέλνει.
Το επίδομα των στρατιωτών, τότε, ήταν 53 δραχμές τον μήνα. Φυσικά, του Οσίου αυτό το ελάχιστο ποσό όχι μόνο του έφθανε, αλλά με αυτό έκανε ελεημοσύνες, «δάνειζε» τους συναδέλφους του, έδινε σ’ όποιον του ζητούσε.
Στον στρατό ο πατήρ Σωφρόνιος αρρώστησε βαριά. Έκανε υψηλό πυρετό 40°-41°, που δεν έπεφτε. Η κατάσταση του ήταν απελπιστική. Τότε του έκαναν έφοδο χιλιάδες δαίμονες, για να τον τρομάξουν και να τον τρομοκρατήσουν. Όμως, μόνο μέχρι γύρω-γύρω στο κρεββάτι μπορούσαν να φθάσουν. «Αγγίζανε το κρεββάτι», όπως έλεγε ο ίδιος, «αλλά επάνω δεν μπορούσαν να ανέβουν. Γύρω-γύρω μόνο».
Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία. Νοσηλεύθηκε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η κατάσταση του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Τον έφεραν στην Αθήνα και νοσηλεύθηκε σε διάφορα νοσοκομεία. Τελικά, βρέθηκε ότι πάσχει από την νόσο του Χάνσεν, την γνωστή λέπρα, και μεταφέρθηκε στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών.
Ο πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου, ο και ιατρός, θυμάται που του έλεγε ο Όσιος μας: «Με παίρνουν φαντάρο και με στέλνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αρρώστησα κι άλλο. Με πάνε στον στρατιωτικό γιατρό, μου λέει: "Έχεις αφροδίσια". "Τί έχω;". "Αφροδίσια, τα κόλλησες από γυναίκα". Γελώ, Βαγγέλη μου, γελώ. "Γιατρέ μου, άλλο πράγμα έχω", του λέω. "Δεν έχω αφροδίσια". Ακούς, Βαγγέλη, αφροδίσια», και γέλαγε, γέλαγε. «Και τι έγινε, Γέροντα;», ρώτησα. «Είμαι στο λεωφορείο και έλεγα: "Παναγία μου, Καλυβιανή, τι αρρώστια έχω εγώ;". Με πλησιάζει ένας άνθρωπος και μου λέει: "Πάτερ, να σου πω, είσαι άρρωστος από λέπρα, να πας στο νοσοκομείο, στην Αθήνα. Είμαι κι εγώ άρρωστος απ’ αυτό. Να πας στο νοσοκομείο στην Αγία Βαρβάρα"». Πήγε ο Όσιος Ευμένιος στο νοσοκομείο, τον είδαν και του άρχισαν την θεραπεία. Εκεί συνάντησε τον Όσιο Νικηφόρο, που ευωδιάζουν τα λείψανά του».
Και ο Μόρφου Νεόφυτος μας έλεγε: «Υπήρχε τότε ένας νόμος, που έλεγε ότι έπρεπε οι καλόγεροι, όταν ήταν σε νεανική ηλικία, να πάνε στρατιωτικό. Και τον ξύρισαν. Φανταστείτε τώρα, τον κούρεψαν. Κι αυτός πήγε. Πήγε στον στρατό, στην Θεσσαλονίκη, κι εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε το πρόβλημα της ασθένειας του Χάνσεν, της λέπρας.
«Και ήμουν», λέει, «ξαπλωμένος σ’ ένα κρεββάτι και είχα πάρα πολύ πυρετό. Κι εκείνη την ώρα μου είπαν: «Άκουσε, πάτερ Σωφρόνιε, είσαι άρρωστος, πολύ βαριά άρρωστος, και δεν μπορείς πια να επιστρέψεις στο μοναστήρι σου. Αν πας, θα πρέπει να πας για λίγο και μετά θα πρέπει να σε πάνε στο Νοσοκομείο».
Όταν έμαθε ότι έπασχε από λέπρα, έλεγε: «Χάρηκα πάρα πολύ». «Χάρηκες;», του λέω. «Ναι, με γέμισε απέραντη χαρά. Όσο πιο μεγάλη ασθένεια, τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάσταση. Και είπα: Πώ, πώ, πώ, μεγάλο δώρο μου έδωσες, Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, που μου έδωσες μεγάλο σταυρό. Θα έχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάσταση Σου". Άκου ο άνθρωπος! Και ήταν μόλις 20 χρόνων».

Αδιάλειπτος αγώνας

Στον αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών, ο Όσιος νοσηλεύτηκε επιτυχώς και θεραπεύτηκε τελείως. Η ασθένεια δεν του άφησε καμία παραμόρφωση, ούτε το παραμικρό σημάδι.
Μετά την θεραπεία του από αυτή τη σοβαρή ασθένεια, παρέμεινε μέσα στον Αντιλεπρικό Σταθμό, από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς του. Η Διεύθυνση του Σταθμού, επειδή ήταν μοναχός, του παρεχώρησε ατομικό κελλάκι, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων. Στο κελλάκι αυτό ο Όσιος πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Εκεί ξανάρχισε τους πνευματικούς αγώνες, που είχε στερηθεί λόγω του στρατού και της ασθενείας του.
Καθημερινές ασχολίες του πατρός Σωφρονίου ήταν η φροντίδα για την ευπρέπεια του Ναού, στον οποίο ανέλαβε και καθήκοντα ιεροψάλτου, και η περιποίηση ασθενών, που ήταν παράλυτοι και δεν είχαν κανένα να τους φροντίσει. Ακόμη, έφτιαχνε λιβάνι και το μοίραζε σε μοναστήρια και ναούς, και γέμισε τους θαλάμους με ιερές εικόνες και πνευματικά βιβλία. Τα καλοκαίρια πήγαινε για μήνες στο Άγιο Όρος, στο οποίο αναπαυόταν πολύ. Πήγαινε επίσης στην Κρήτη, στην Μονή της μετανοίας του και στην Ιερά Μονή Καλυβιανής, όπου συνδέθηκε με τον ιδρυτή της Μητροπολίτη Τιμόθεο, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου, του έστειλε ο Άγιος Άνθιμος τον Οσιότατο μοναχό Νικηφόρο, τυφλό και παράλυτο. Ο πατήρ Σωφρόνιος τον υπηρέτησε με όλη του την ψυχή και καρδιά και τον είχε πνευματικό πατέρα και οδηγό.
Ο αντίδικος, όμως, διάβολος φθόνησε την καλή πολιτεία του αγωνιστού Σωφρονίου και τον πολέμησε με σφοδρότητα και τον ταλαιπώρησε πολύ. Τον απάλλαξε διά παντός απ’ αυτόν η Χάρις του Θεού και της Κυρίας Θεοτόκου.
Το 1975 μ.Χ., σε ηλικία σαραντατεσσάρων ετών, ο μοναχός Σωφρόνιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και πήρε το όνομα Ευμένιος. Ο Όσιος Ευμένιος συνέχισε τη ζωή του στο Λοιμωδών ως Ιερέας, διακρίθηκε δε και ως άριστος πνευματικός.
Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσία, πήγε Προσκυνηματικό ταξίδι στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και στο Κίεβο. Με την επιστροφή από εκεί, άρχισαν τα άλλα μεγάλα προβλήματα υγείας: σάκχαρο, ανεπάρκεια νεφρών, προβλήματα οράσεως και τα πόδια του, που έλεγαν οι γιατροί να του τα κόψουν. Έμπαινε και έβγαινε συνεχώς σε νοσοκομεία.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, έκανε ακόμη μερικά ταξίδια και συνέχιζε τα ιερατικά του καθήκοντα εις το ακέραιον: Ιερές Ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια πνευματικών του παιδιών για αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς. Αυτό κράτησε πάνω από οκτώ-δέκα χρόνια.
 
Ο οσιακός θάνατος του Αγίου
 
Μπήκε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου, στις 23 Μαΐου 1999 μ.Χ., απεδήμησε εις Κύριον σε ηλικία εξηνταοκτώ ετών.
Ακολουθούν κάποιες μαρτυρίες από τις τελευταίες εκείνες ώρες.
Στην ημέρα της εορτής τους....
Τον Όσιος Ευμένιο, κάλεσε ο Κύριός μας κοντά του στις 23 Μαΐου του έτους 1999 μ.Χ., ημέρα Κυριακή, στην μνήμη των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, γύρω στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ βρισκόταν στο θεραπευτήριο Ευαγγελισμός.
Ας σημειωθεί, ότι ο Πατήρ Ευμένιος ανήκε στην Μητρόπολη Νικαίας και είναι άξιον θαυμασμού το ότι εφάνη ωσάν να ήλθαν οι Άγιοι προστάτες της μητροπολιτικής του περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο τους, την ημέρα της εορτής τους.
Η εξόδιος Ακολουθία εψάλη εις τον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων, τον οποίο διακόνησε η αγιότητά του με περίσσια αυταπάρνηση.
Ο ενταφιασμός του έγινε την επομένη ημέρα στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό Εθιά, του νομού Ηρακλείου.
Αποχαιρετισμός
«Δεν μπορώ να περιγράψω την θλίψη, που είχε στο πρόσωπό του, όταν για τελευταία φορά κλείδωνε την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, των γλυκύτατων και αγαπημένων του Αγίων, όπως συνήθιζε να λέει, και αποχαιρετούσε το άγιο κελλί του. Και τις τελευταίες ευχές για το Ίδρυμα: «Την ευχή μου να έχετε όλοι, την ευχή μου να έχετε όλοι», επαναλάμβανε, ενώ τον έπνιγε ένα βουβό κλάμα, καθώς περνούσαμε για τελευταία φορά τους δρόμους της αγαπημένης του Αθήνας.
Ευλογούσε συνέχεια και έλεγε: "Ωραία που είναι η Αθήνα! Ωραία Αθήνα, ευλογημένη Αθήνα! Τίποτε άλλο δεν υπάρχει πιο ωραίο από την Αθήνα". Ευλογούσε τους δρόμους, την Ομόνοια, την Αγορά, την Μητρόπολη, την Βουλή των Ελλήνων, τους πάντες και τα πάντα.
Ανεξίτηλα έχουν μείνει στην μνήμη μου τα λόγια, που είπε την Πέμπτη 29 Απριλίου του 1999 μ.Χ., τα μεσάνυκτα: "Σήμερα ήθελαν πάλι να μου κάνουν αιμοκάθαρση δύο ώρες. Με τρύπησαν επτά-οκτώ φορές. Με τρύπαγαν αυτές, με τρύπαγαν σαν τον Δεσπότη Χριστό. Μαρτύρησα, μαρτύρησα σαν τον Δεσπότη Χριστό. Γιατί το κάνουν αυτές αυτό"; "Γέροντα", του απαντώ, "δεν θα ήξεραν οι νοσοκόμες". "Θέλετε να αλλάξουμε γιατρούς και νοσοκομείο", του πρότεινα. "Μπά, δεν χρειάζεται", μου απαντάει. "Μου αρέσει πολύ ο Ευαγγελισμός....".».

Ο τελευταίος Εσπερινός

«Για τελευταία φορά ο Γέροντας εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 17 Δεκεμβρίου του 1997 μ.Χ. (εορτή του Αγίου Διονυσίου).
1η Μαΐου του 1999 μ.Χ. Δεν αισθάνεται καθόλου καλά.
2α Μαΐου. Τον θυμάμαι το βράδυ εκείνο της Κυριακής, με το ραδιοφωνάκι στα χέρια, να παρακολουθεί τον Εσπερινό του Αγίου Πέτρου, πολιούχου Άργους. Ήταν ο τελευταίος Εσπερινός, που άκουγε.
3η Μαΐου, 4η Μαΐου, ο Γέροντας χειροτέρευε. Από τους γιατρούς καμία βοήθεια. Έλεγε συνέχεια: "Ελάτε, πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω....".
5η Μαΐου έως 23η Μαΐου, πονούσε φοβερά όλες αυτές τις ημέρες.
Στις 23 Μαΐου του 1999 μ.Χ., την Κυριακή των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, στις 4:10 μ.μ., εκοιμήθη».
Μετά την κοίμησή του επιτελεί πολλά και μεγάλα θαύματα, όπως το ομολογούν άνθρωποι που ευεργετήθηκαν. Ο βίος του υπήρξε αρετή και η αρετή βίος.
 
Η αγιοκατάταξη

Στις 14 Απριλίου 2022 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχώρησε στην αγιοκατάταξη του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ευμενίου του Νέου (Σαριδάκη). Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη 
του Οσίου στις 23 Μαΐου.

Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΑΠΙΟΣ: Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕ ΕΣΠΡΩΞΕ ΚΑΙ ΜΟΥ ΕΙΠΕ "ΠΩΣ ΕΣΥ, ΑΙΡΕΤΙΚΗ, ΜΕ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙΣ;"

Όσιος Πατάπιος
Ο Άγιος με έσπρωξε και μου είπε: «Πώς εσύ, αιρετική, με πλησιάζεις;» 

Κατά το φετινό δηλαδή Πάσχα στο Άγιον Όρος συνομιλούσαμε με γείτονα ευλαβή Γέροντα, ονόματι Μαρτινιανό (Καλύβη «Άγιοι Πάντες», στην Καψάλα, της Ι. Μονής Παντοκράτορος) και ο λόγος κατέληξε περί συγχρόνων θαυμάτων. Γιατί η αφορμή ήταν το διαρκές θαύμα της Ορθόδοξης Πίστεώς μας του Αγίου Φωτός του Παναγίου και Ζωοδόχου Τάφου. Τότε ο Γέροντας Μαρτινιανός μας ανέφερε και το επόμενο πρόσφατο θαύμα του Οσίου Παταπίου, το οποίο παραθέτουμε κατά τη διήγησή του.

Ο Γέροντας είχε συγγενή μετανάστη στη Δ. Γερμανία, από την οποία πριν λίγα χρόνια επέστρεψε ως συνταξιούχος. Ο συγγενής του ονομάζεται Γεώργιος Ζ……και στη Γερμανία ενυμφεύτηκε Γερμανίδα σύζυγο «καθολική», χωρίς εκείνη να βαπτισθεί πριν με το Ορθόδοξο Βάπτισμα. Ετέλεσαν, βέβαια, γάμο σε Ορθόδοξο Ι. Ναό και τα δύο παιδιά τους τα εβάπτισαν με το Ορθόδοξο Βάπτισμα, αλλά η σύζυγος παρέμεινε καθολική, αν και εκκλησιαζόταν και σε Ορθόδοξους Ναούς.

Αφού επέστρεψαν στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 1985 πήγαν για παραθερισμό στο Λουτράκι Λορινθίας και από εκεί ανέβηκαν μια μέρα και στη Μονή του Οσίου Παταπίου να προσκυνήσουν τον Όσιο.Πρώτος εισήλθε στο ι. Σπήλαιο ο σύζυγος, ο οποίος και προσκύνησε. Αλλά ενώ εισήλθε και η «καθολική» σύζυγος και επλησίασε να προσκυνήσει, ευρέθηκε κάτω λιπόθυμη! Την έπιασε αμέσως στα χέρια του ο σύζυγος και με τη βοήθεια και άλλων παρευρισκομένων προσκυνητών την έβγαλαν έξω και τη βοηθούσαν να συνέλθει. Αφού συνήλθε, την ερώτησαν τι της συνέβη, κι εκείνη με έκπληξη απάντησε:

«Καλά δεν είδατε, δεν ακούσατε; Ο Άγιος με έσπρωξε και μου είπε: «Πώς εσύ, αιρετική, με πλησιάζεις;»

Και από τη στιγμή αυτή μόνη της εζήτησε να βαπτισθεί Ορθόδοξη, όπως και έγινε ύστερα από σχετική κατήχησή της στην Ενορία της.

Τώρα πια ως Ορθόδοξη επισκέπτεται με ευλάβεια το ι. Σπήλαιο του Οσίου και προσκυνεί το ι. Λείψανο με πόθο και ευγνωμοσύνη. Γιατί αφότου έλαβε το Ορθόδοξο Βάπτισμα, αισθάνεται άλλος άνθρωπος! «Όταν προσεύχομαι», μας είπε «αισθάνομαι το Θεό δικό μου, Πατέρα μου, ενώ πριν δεν αισθανόμουν τίποτε. Τώρα ανάβω το καντήλι στο Εικονοστάσι, ετοιμάζω πρόσφορο, μεταλαμβάνω, διαβάζω βίους Αγίων και η ψυχή μου αισθάνεται το Θεό κοντά της. Να, πώς να σας το πω; Κάτι πολύ διαφορετικό από πριν, μια βεβαιότητα ότι είμαι κοντά στο Θεό. Και αυτό το οφείλω στον Άγιο Πατάπιο, που τον ευχαριστώ». 

Απόσπασμα από «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΠΑΤΑΠΙΟΥ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ», έκδοση της Ιεράς Μονής Λουτρακίου

ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ ΠΡΟΣ ΛΑΪΚΟΥΣ!

 Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης: Νουθεσίες προς λαϊκούς
 
«Να με συγχωρήτε τέκνα μου, αγράμματος άνθρωπος είμαι, δεν ξέρω τίποτα να σας πω, μόνον που έχω πίστη στον Θεόν και ταπείνωση…»
 
«Κάποια πλούσια κυρία πήγε την Κυριακή στην Εκκλησία, αλλά δεν πρόσεχε καθόλου, και ο νους της γύριζε. Ομολόγησε και μου είπε:
«Γύριζε ο νους μου απ’ την ώρα που μπήκα μέσα στην εκκλησία . Είχα ένα σακκουλάκι και σκεφτόμουν ότι είναι καλό να βάλω την ζάχαρη του δελτίου μέσα. Με το σακκουλάκι αυτό ( στην σκέψη μου ), πέρασα όλη την Λειτουργία χωρίς να καταλάβω ούτε ένα γράμμα, τίποτε, ε!… πήρα αντίδωρο και σηκώθηκα κι έφυγα…»
»Ενώ η υπηρέτριά της, που ήταν θεία μου και από δέκα χρονών δούλευε υπηρέτρια, αλλά ήταν πολύ ευσεβής, αν και λόγω της δουλειάς δεν είχε πάει Εκκλησία, ήξερε ποιον Απόστολο και ποιο Ευαγγέλιο είπαν, διότι δουλεύοντας έκανε προσευχή και πνευματικά ήταν μέσα στην Εκκλησία.
»Βλέπετε, παιδιά μου, «όπου ο θησαυρός ημών εκεί και η καρδία ημών», λέει ο Χριστός. Και πρέπει ο καθ΄ ένας μας να προσηλώνεται στα Θεία, να προσεύχεται»…
«Ευχόμεθα και δεόμεθα, πάντοτε να βάζη ο Θεός το χέρι Του και στην Εκκλησία μας και στο κράτος και στον κόσμο, διότι οι μέρες είναι πολύ πονηρές και πολύ δύσκολα χρόνια.
Ας φωτίζη ο Θεός όλον τον κόσμο.
Ευτυχώς υπάρχουν και καλοί Χριστιανοί. Αν (παλαιά) υπήρχαν οι δέκα, δεν θα καταστρέφονταν τα Σόδομα και τα Γόμορρα, οι πόλεις, αλλά δυστυχώς ούτε 10 δεν υπήρχαν. Ε! τώρα υπάρχουν εδώ πολλοί Χριστιανοί πιστοί, ευλαβείς, κοντά στον Θεό …
Βλέπω καθημερινώς πλήθη λαού περνάνε από το Μοναστήρι.
Την περασμένη βδομάδα είχαν περάσει επτά πούλμαν. Πολύς κόσμος, ο κάθε άνθρωπος είχε τον σταυρό του, άλλος είχε καρδιά, άλλος είχε τον καρκίνο, άλλος είχε το χέρι του, άλλος είχε το πόδι του, άλλος είχε, με συγχωρείτε, το κεφάλι του, πολλές αρρώστιες στον κόσμο, πάρα πολλές αρρώστιες αλλά με την βοήθεια του Θεού, με την προσευχή μας θα τις περάσουμε με πολλή υπομονή…
Και όταν βλέπουμε τόσα και τόσα θαύματα που κάνει ο Θεός, πρέπει να πλησιάζουμε περισσότερο κοντά στον Θεό. Εγώ που ζω μέχρι σήμερα, είμαι ζωντανός από τους Αγίους, διότι οι Άγιοι έχουν παρρησία στον Θεό, πρεσβεύουν όπως ο άγιος Δαυΐδ, ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος, όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας.
Τους τιμούμε, τους ευλαβούμεθα, γι’ αυτό ήρθατε σ’ αυτόν τον άγιο προορισμό και με την θεία Λειτουργία που κάνουμε, τιμούμε τον Θεό και τους Αγίους.
Μου έλεγε ένας ιερομόναχος, ένας ευλαβέστατος Γέροντας: «Πάτερ, λέει, όταν τελείται θεία Λειτουργία σ’ έναν τόπο, όλος ο κόσμος εδώ αγιάζεται, όλη η περιφέρεια αγιάζεται από την θεία Λειτουργία».
«Προχθές πέρασε πολύς κόσμος. Ρωτάω κάποιους:
–Πηγαίνετε στην Εκκλησία;
–Δεν πάμε…, είπαν.
–Γιατί, παιδιά μου, δεν πάτε στην Εκκλησία; Απ’ την μέρα που γεννιόμαστε μέχρι την μέρα που θα φύγουμε, η ζωή μας περνά από την Εκκλησία.
–Ε! πάμε, παπά, το Πάσχα και τα Χριστούγεννα, τι θες άλλο να σου πούμε;
–Με συγχωρείτε, δεν είναι μόνο το Πάσχα και τα Χριστούγεννα. Όταν ο Χριστιανός δεν πηγαίνει τρεις Κυριακές στην Εκκλησία χωρίζεται! Εκτός αν υπάρχη τόσο μεγάλη ανάγκη, με συγχωρείτε, μπορεί να είναι άρρωστος, μπορεί να καίγεται το σπίτι και να σηκωθή να το σβήση, τότε συγχωρεί ο Θεός…
–Ε! τα Χριστούγεννα και το Πάσχα πάμε στην Εκκλησία και τίποτα άλλο… Χαίρετε, χαίρετε…
»Και τίποτα άλλο δεν είπανε, για Εκκλησία να μην ακούσουν. Στην Εκκλησία όμως βρίσκουμε την παρηγορία, βρίσκουμε την υγεία μας, βρίσκουμε την σωτηρία της ψυχής μας».
«Υπάρχουν πολλά άσχημα στον κόσμο, αρρώστιες, δοκιμασίες, θλίψεις, στεναχώριες και όλα αυτά πάντοτε (να τα αντιμετωπίζουμε) με την προσευχή.
Ο Χριστός που ήταν Θεός και άνθρωπος και πάλι εκείνος προσευχότανε και νήστευσε και τώρα λέμε δεν υπάρχει νηστεία. Μα πώς δεν υπάρχει νηστεία; Νηστεία υπάρχει!
Είναι εντολή του Θεού, η πρώτη εντολή που έδωσε ο Θεός ήταν η νηστεία… στον Αδάμ και στην Εύα. Και Εκείνος ο Ίδιος ενήστευσε.
Έρχεται μια γυναίκα και μου λέει ότι ο γαμπρός της της έλεγε ότι οι καλόγηροι νηστεύουνε, για τους καλογήρους είναι αυτά, δεν υπάρχει αμαρτία αν δεν νηστεύης, και έρχεται η γυναίκα και μου το είπε.
Να πης, λέω, στον γαμπρό σου ότι υπάρχει νηστεία. Πώς δεν υπάρχει; Στο Ευαγγέλιο ο Χριστός μας λέει, «ει μη εν προσευχή και νηστεία…».
Πρώτα–πρώτα ο Χριστός μας ενήστευσε και δεν ενήστευσε όπως νηστεύουμε εμείς σήμερα. Εκείνος που ήταν Θεός και άνθρωπος νήστευσε σαράντα μέρες και εμείς σήμερα να μην νηστεύσουμε, που (εμείς) νηστεύομε για τις αμαρτίες μας».
«Προ ημερών με πήρε μια γυναίκα από την Αθήνα τηλέφωνο και μου λέει: «Πάτερ μου, μου πονεί η μέση μου, δεν ξέρω αν είναι από τον πονηρό ή από τον Θεό».
 
Της λέω:
 
«Τέκνο μου, τώρα, είτε του πονηρού είναι, είτε ο Θεός επιτρέπει, να κάνης υπομονή όπως ο Ιώβ. Είδες ο Ιώβ τι υπόμεινε;
Ε! παιδί μου, κοίταξε. Όσο άρρωστος και να είναι κανείς, με συγχωρείτε, και να νευριάσης και να πης ωχ! τι έπαθα, μα γιατί παίρνω τα φάρμακα και θα πάω να σκοτωθώ, τίποτα δεν κάνεις, χειρότερα γίνεσαι…».
Με την ηρεμία, με την πραότητα, με την προσευχή ιδιαιτέρως, θα σε βοηθήση η χάρις του Θεού…».
 
“Ο Γέρων Ιάκωβος. Διηγήσεις-Νουθεσίες-Μαρτυρίες.” Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη»

Κυριακή 21 Μαΐου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ



Κυριακή του τυφλού
 
Το ευαγγέλιο της Κυριακής του Τυφλού, αποτελεί μια αδιάψευστη απόδειξη ότι ο Χριστός δεν ήταν μόνο τέλειος άνθρωπος αλλά και τέλειος Θεός.
Όπως διαβάζουμε στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (κεφ. 9, 1-38), ο Χριστός, περνώντας μέσα από την Ιερουσαλήμ, συναντάει έναν εκ γενετής τυφλό. Ο Κύριος, έκανε πυλό, αφού έφτυσε στο χώμα, του άλειψε τα μάτια και τον έστειλε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Ο τρόπος αυτός θεραπείας, μας υπενθυμίζει τον τρόπο που ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, πλάθοντάς τον. Ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη, πλάθει τον άνθρωπο από χώμα, τώρα ο Χριστός, πλάθει τα μάτια του εκ γενετής τυφλού πάλι από χώμα. Ο ίδιος Θεός! Δοκιμάζει την πίστη του τυφλού και τον στέλνει στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, και ζητάει τη δική του εκούσια και ελεύθερη συμμετοχή του στο θαύμα. Ο τυφλός όμως με πίστη, υπακούει στην εντολή του Θεού, πηγαίνει και πλένεται και επιστρέφει βλέποντας.
Όμως, η ζωή του θεραπευμένου τυφλού, δε έγινε ευκολότερη. Γίνεται στόχος της κακίας και του μίσους των Φαρισαίων, των ανθρώπων εκείνων που με ζήλο πίστευαν στο Θεό και στην τήρηση του Νόμου Του. Ανακρίνουν τον τυφλό κι αντί να πιστέψουν κι εκείνοι βλέποντας ζωντανό το θαύμα μπροστά τους, κλείνουν τα μάτια της ψυχής τους. Ο θρησκευτικός φανατισμός τους, όχι μόνο τους κλείνει τα μάτια της ψυχής και εξαφανίζει από την ψυχή τους τη διάκριση αλλά τους απομακρύνει τελικά και από το Θεό.
Οι γονείς του τυφλού, φοβούνται να ομολογήσουν το θαύμα που έγινε στο παιδί τους που γεννήθηκε τυφλό, για να μην γίνουν αποσυνάγωγοι. Τόση ήταν η πίστη τους και η χαρά τους που απέκρυψαν αποφεύγοντας με μαεστρία να ομολογήσουν ένα αληθινό γεγονός. «Έχει ηλικία αυτόν να ρωτήσετε»! Ίσως ο Χριστός να τους χάλασε τα σχέδια, αφού ο εκ γενετής τυφλός γιος τους ζητιάνευε. Ίσως τους χάλασε την ησυχία τους αφού έπρεπε να παρουσιαστούν στη συναγωγή και να ανακριθούν με τον κίνδυνο να γίνουν αποσυνάγωγοι. Κι εμείς οι χριστιανοί που ευεργετούμαστε καθημερινά από το Θεό, ντρεπόμαστε ή φοβόμαστε να ομολογήσουμε το Θεό από την ολιγοπιστία μας. Βάζουμε τα συμφέροντά μας πάνω από το Θεό, πιστεύοντας ενδόμυχα πως Εκείνος θα μας καταλάβει! Εκείνος θα μας καταλάβει αλλά θα δει και την πίστη μας και τις προτεραιότητες που έχουμε βάλλει στη ζωή μας. Θα δει ποιους θεούς έχουμε βάλλει στη θέση Του και με το δικό του τρόπο δε θα πάψει να μας υπενθυμίζει πως Εκείνος είναι το φως του κόσμου.
Ο τυφλός, τελικά δε θεράπευσε μόνο τα μάτια του σώματός του αλλά και της ψυχής του. Αναγνωρίζει και προσκυνεί τη θεότητα του Ιησού και δε διστάζει να το ομολογήσει στους θρησκευτικούς άρχοντες με θάρρος που θα το ζήλευαν πολλοί από μας. Δεν αρκεί μόνο η πίστη, χρειάζεται και η ομολογία πίστεως για να γίνουμε γνήσια παιδιά του Ιησού. Όταν ομολογήσουμε το Χριστό μπροστά στους ανθρώπους, θα μας ομολογήσει και Εκείνος μπροστά στον Πατέρα Του, μας έχει υποσχεθεί ο Κύριος. Η Κυριακή του τυφλού εορτάζεται 35 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.
 
saint.gr/432/saint.aspx

Σάββατο 20 Μαΐου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΕΣΗΣ!

 Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης
Η επιστήμη της συγχώρεσης
 
Μορφωμένος άνθρωπος ο κ. Σταύρος. Με πτυχίο πανεπιστημίου και ξένες γλώσσες και πείρα ζωής. Δυσκολευόταν, όμως, στα πνευματικά. Δεν μπορούσε να καταλάβει και τα πιο απλά πράγματα. Όλα τα εξέταζε και τα πλησίαζε ορθολογιστικά. Είχε αναπτύξει το νου και όχι την καρδιά.
Δεν ήταν πρόθυμος να συγχωρήσει εύκολα τους άλλους. Ειδικά αυτούς που έβλεπε κατώτερους και εμπαθείς.
Καθόταν τώρα απέναντι από τον Γέροντα Ιάκωβο, έναν ασκητικό ιερομόναχο, με ροζιασμένα χέρια και ένοιωθε σαν μαθητούδι μπροστά στον δάσκαλο. Ερωτήσεις πολλές. Αντιρρήσεις περισσότερες. Αλλά και οι απαντήσεις σοφές και αποκαλυπτικές.
Ρώτησε τον Γέροντα για το σοβαρό (το σοβαρότερο;) θέμα της συγχωρήσεως των άλλων ανθρώπων, που δυσκολευόταν να το κατανοήσει:
—Αφού βλέπω καθαρά και ολοφάνερα τον άλλον να αμαρτάνει, πως να τον συγχωρήσω; Δεν έχω δίκιο;
—Όλους μας βλέπει ο Θεός αδιάκοπα και ξέρει καθαρά και ολοφάνερα ότι αμαρτάνουμε. Γιατί μας συγχωρεί και μας ανέχεται και μας περιμένει να μετανοήσουμε και να ζητήσουμε άφεση αμαρτιών;
—Πάλι δεν σας καταλαβαίνω, πάτερ μου. Τι πρέπει να κάνουμε; Να πούμε στην αμαρτία μπράβο; Να την επαινέσουμε σιωπώντας;
—Ποτέ δεν πρέπει να επαινούμε την αμαρτία, είπε ο π. Ιάκωβος. Συγχωρούμε τον αμαρτωλό και όχι την αμαρτία. Εάν δεν κάνουμε αυτήν την διάκριση, αυτό το διαχωρισμό μεταξύ αμαρτίας και αμαρτωλού, θα βρισκόμαστε πάντοτε σε λάθος δρόμο.
—Τότε, τι πρέπει να κάνουμε; Πώς να αντιμετωπίζουμε αυτό το θέμα;
—Έχεις δει τους σιδεράδες, που μαστορεύουν τα σίδερα; Δεν τα πιάνουν τα αναμμένα σίδερα με τα χέρια τους, γιατί θα καούν, εξήγησε ο Γέροντας. Έχουν ειδικές τσιμπίδες και δαγκάνες και έτσι τα πλησιάζουν και τα μαστορεύουν. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και για κάθε πρόβλημα και για κάθε θέμα, που πλησιάζουμε. Να έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία και στα πνευματικά θέματα τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Αυτό ισχύει και για το θέμα της συγχωρήσεως των άλλων.
—Μα, πάτερ μου, εγώ έθεσα ένα συγκεκριμένο ζήτημα. Πώς μπορούμε να συγχωρήσουμε κάποιον, που αμάρτησε φανερά και χωρίς καμία δικαιολογία; Εγώ θέλω να μάθω τι πρέπει να κάνω στην περίπτωση αυτή.
-Το «χωρίς καμιά δικαιολογία» πρέπει να το αφήσουμε στην άκρη, γιατί δεν μπορούμε να ξέρουμε, είπε ο π. Ιάκωβος. Μόνον ο Θεός γνωρίζει τα βάθη της ψυχής του κάθε ανθρώπου. Μόνον Εκείνος ξέρει τι συμβαίνει. Εμείς βλέπουμε απ' έξω. Εκείνος βλέπει το από μέσα. Ας θυμηθούμε και την διδασκαλία του Χριστού για τα ποτήρια, όταν μιλούσε για την υποκρισία των Γραμματέων και των Φαρισαίων. Απ' έξω φαίνονται καθαρά. Μέσα, όμως, είναι γεμάτα από βρωμιά και αδικία και αρπαγή. Να το πω και με ένα άλλο παράδειγμα. Όταν πηγαίνουμε στο γιατρό να μας θεραπεύσει, δεν του λέμε εμείς τι να κάνει. Εκείνος ξέρει τη δουλειά του. Εμείς απλώς του λέμε ότι πονάμε και σε ποιο μέρος υποφέρουμε. Τη στιγμή, που λέμε «εγώ θέλω» σταματούμε την διαδικασία της γνώσεως, για το θέμα, που πρέπει να μάθουμε. Η αλήθεια μας δίδεται όταν τη ζητήσουμε ταπεινά, όπως ζητούμε την υγεία μας από τον γιατρό. Δεν μπορούμε να διατάξουμε την αλήθεια, άλλα να την παρακαλέσουμε να μας δοθεί, να μας αποκαλυφθεί. Γιατί ή αλήθεια είναι ο Θεός, που δεν μπορούμε να τον διατάξουμε, άλλα μόνον να τον παρακαλέσουμε και να τον αγαπήσουμε.
—Ναι, πάτερ μου, αλλά τότε τι γίνεται; Αν δεν πω στο γιατρό εγώ τι θέλω πώς θα με εξετάσει και πώς θα με θεραπεύσει;
—Όχι, όχι, όχι, παιδί μου, αυτό είναι λάθος, ξανάπε ο Γέροντας. Ο γιατρός ξέρει τι θέλεις, όταν τον επισκέπτεσαι. Εσύ το μόνο, που μπορείς να πεις είναι ότι πονάς και σε ποιο σημείο νιώθεις τον πόνο σου. Τα υπόλοιπα είναι δική του δουλειά. Γι' αυτό και οι Άγιοι Πατέρες μας συμβουλεύουν να προσευχόμαστε σαν τα μικρά παιδιά, που κλαίνε όταν πονούνε. Και δείχνουνε το μέρος όπου πονάνε.
 
—Πάλι δεν το καταλαβαίνω, πάτερ μου, το νόημα των λόγων, που μου λέτε, απάντησε ο κ. Σταύρος. Δεν πονώ εγώ, αλλά θέλω να ξέρω τι στάση, να κρατήσω σε κάποιον, που αμάρτησε φανερά. Θα τον συγχωρήσω ή όχι;
—Τη συγχώρηση πρέπει να τη δίνουμε σε όλους, όπως κάνει και ο ίδιος ο Θεός. «Βρέχει επί δικαίους και αδίκους», λέγει το Ευαγγέλιον. Διότι όλοι είμαστε αμαρτωλοί και όλοι θα έπρεπε να καταδικασθούμε, για τις αμαρτίες μας, λίγες ή πολλές. Για αυτό πρέπει να συγχωρούμε και να ευχόμαστε στον Θεό να συγχωρήσει και τον αμαρτωλό και εμάς, που αμαρτάνουμε και πολύ συχνά δεν καταλαβαίνουμε τι κάνουμε ή τι δεν κάνουμε.
Αν, όμως, είμαστε αδύναμοι πνευματικώς και η συμπεριφορά του άλλου μας επηρεάζει αρνητικά, τότε πρέπει να μη τον κατηγορούμε, αλλά να τον αποφεύγουμε και να μην έχουμε μαζί του συναναστροφές και συνέπειες. Και αν είναι αιρετικός τότε να τον αποφεύγουμε τελείως και να μη τον δεχόμαστε. Γιατί η συντροφιά με τους αιρετικούς είναι επικίνδυνη, μπορεί να μας δηλητηριάσει και να μας θανατώσει πνευματικά. Γενικώς για τους αμαρτωλούς πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια του Μ. Βασιλείου: «Φθείρουν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί». Δηλαδή ή συντροφιά με τους αμαρτωλούς μπορεί να φθείρει και τους καλούς χαρακτήρες.
—Αυτό το γνωρίζω, συνέχισε ο κ. Σταύρος, που επέμενε στην γνώμη του. Αυτό, που δεν ξέρω είναι το πώς και το γιατί της συγχωρήσεως των άλλων ανθρώπων.
—Το πώς μας το είπε ο Χριστός: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. ιε' 5). Χρειάζεται η δική του βοήθεια, είπε ο Γέροντας. Για αυτό και πρέπει να ζητούμε συνεχώς την βοήθειά του. Αν εκείνος δεν βοηθήσει, τίποτε καλό δεν μπορούμε να κάνουμε. Όσον για το «γιατί», αυτό μας το λέγει το Ευαγγέλιο: «Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο Πατήρ υμών ο ουράνιος• εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Ματθ. στ' 14-15). Να γιατί πρέπει να συγχωρούμε τους άλλους, όσον και αν αμάρτησαν. Από την συγχώρηση, αγαπητέ μου, αρχίζει η αγάπη. Διάβασε το ιγ' Κεφάλαιο της Α' Επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς Κορινθίους και τότε θα καταλάβεις το γιατί πρέπει να συγχωρούμε.
—Την έχω διαβάσει, πάτερ μου, αλλά πάλι αδυνατώ να κατανοήσω τι θέλετε να πείτε με το πώς και το γιατί...
—Τότε θα σου μιλήσω, φίλτατε, με άλλο παράδειγμα, για να γίνω πιο σαφής, ξανάπε ο π. Ιάκωβος. Άνοιξε την δεξιά σου παλάμη από το μέσα μέρος και τέντωσε την όσον μπορείς.
Ο κ. Σταύρος τέντωσε την παλάμη του δεξιού του χεριού και περίμενε. Τότε ο Γέροντας πήρε το ποτήρι με το νερό, που βρισκόταν πάνω στο τραπέζι και έριξε λίγο πάνω στην παλάμη του επισκέπτη του. Το νερό, καθώς ήταν φυσικό, κύλησε από το χέρι και χύθηκε κάτω και δεν έμεινε στην ανοιχτή παλάμη ούτε σταγόνα.
—Τώρα κάνε κούρμπα την παλάμη σου, είπε ο Γέροντας.
—Τι θα πει κούρμπα, πάτερ μου; Δεν ξέρω την λέξη...
—Κούρμπα στο χωριό μου λένε την καμπύλη, εξήγησε ο π. Ιάκωβος. Κάνε, λοιπόν, την παλάμη σου κυρτή, σαν λακκούβα, όπως παίρνεις το νερό, για να πλυθείς.
Υπάκουσε ο κ. Σταύρος και ο Γέροντας έριξε πάλι στην χούφτα του λίγο νερό από το ποτήρι και έμεινε το νερό στο χέρι του κ. Σταύρου.
—Αυτό είναι, που πρέπει να κάνουμε όταν θέλουμε να μάθουμε μιαν αλήθεια και πιο πολύ όταν θέλουμε να συγχωρήσουμε κάποιον αμαρτωλό, εξήγησε ο π. Ιάκωβος. Σκύβουμε το κεφάλι της λογικής μας μπροστά στην αλήθεια, ταπεινώνουμε τον εαυτό μας, που νομίζει ότι όλα τα ξέρει και όλα μπορεί να τα καταλάβει, ομολογούμε την αδυναμία μας και τότε ο Θεός μας δίνει άφθονη την χάρη του και για να καταλάβουμε και για να ενεργήσουμε σωστά. Αυτό κάνουμε και όταν θέλουμε να συγχωρήσουμε και να πλησιάσουμε τον Χριστό της αγάπης, που συγχωρεί και βοήθα όσους ζητούν ταπεινά την βοήθεια του. Χωρίς ταπείνωση, ούτε τον εαυτόν μας μπορούμε να συγχωρήσουμε και να τον αγαπήσουμε πραγματικά.
 
Αυτό μας δίδαξε ο Χριστός και με την ζωήν και με τον λόγον του. Και αυτό πρέπει να κάνουμε κι εμείς, αν θέλουμε να δούμε «Θεού πρόσωπον». Να ταπεινωθούμε πρώτα μπροστά στον Θεόν, ως αμαρτωλοί που είμαστε και Εκείνος θα μας βοηθήσει να ταπεινωθούμε και μπροστά στους ανθρώπους, να τους συγχωρήσουμε και να καταλάβουμε ότι αλλιώς δεν γίνεται τίποτα.
Ο κ. Σταύρος φαίνεται ότι κατάλαβε αυτήν τη φορά και έσκυψε το κεφάλι του μπροστά στον Γέροντα, σαν να ζητούσε συγχώρηση για την διανοητική του έπαρση και την ψυχική του αλαζονεία. Γιατί αυτό το νόσημα της έπαρσης και της αλαζονείας τυφλώνει και ξεστρατίζει την ψυχή του ανθρώπου. Τότε ο π. Ιάκωβος, που είδε διακριτικά την μεταστροφή του επισκέπτη του, θέλησε να βάλει, ωσάν περισπωμένη στο ρήμα «αγαπώ» τον επίλογο της κουβέντας τους, είπε:
—Ο Χριστός μας έδωσε τον λεγόμενον «χρυσόν κανόνα» ζωής ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους: «Πάντα ουν όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς ούτος γαρ εστίν ο νόμος και οι προφήται» (Ματθ. ζ' 12). Δηλονότι, αν θέλεις να σε συγχωρούν οι άλλοι, συγχώρησε τους άλλους πρώτος εσύ. Αμήν.