Σελίδες

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΡΑΑΜ ΓΙΑ ΤΑ ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΓΟΜΟΡΡΑ

Ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ ἦταν νὰ καταστρέψει τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα μὲ θειάφι καὶ φωτιά. Αἰτία οἱ πολλὲς καὶ μεγάλες ἁμαρτίες ἀσέλγειας τῶν κατοίκων τους ποὺ ἔφθαναν σὰν κραυγὴ ὑπερηφάνειας στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. «Αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα» (Γεν. ιη΄ 20).

Τὴν ἀπόφασή Του ὁ ἅγιος Θεὸς τὴν ἀποκαλύπτει στὸν πατριάρχη Ἀβραὰμ ἀμέσως μετὰ τὴ φιλοξενία τῶν ἀγγέλων(*) στὴ δρῦ τοῦ Μαμβρῆ. Ὁ πιστὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ «συμπροπέμπων αὐτοὺς» πληροφορεῖται μὲ ὀδύνη ψυχῆς τὴν ἐπικείμενη καταστροφὴ τῶν Σοδόμων καὶ τῆς γύρω περιοχῆς κι ἀρχίζει τὶς εὐλαβεῖς ἱκεσίες του.
–Κύριε, εἶναι δυνατὸν νὰ καταστρέψεις τὸν δίκαιο μαζὶ μὲ τὸν ἀσεβή; Ἂν βρεθοῦν πενήντα δίκαιοι στὴν πόλη, θὰ τοὺς καταστρέψεις ὅλους; Ποτὲ Σὺ ὁ Θεὸς δὲν θὰ κάνεις αὐτό, νὰ φονεύσεις τὸν δίκαιο μαζὶ μὲ τὸν ἁμαρτωλό. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐξισώσεις τὸν δίκαιο μὲ τὸν ἀσεβὴ καὶ νὰ τοὺς συμπεριφερθεῖς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Σὺ ποὺ εἶσαι ὁ δίκαιος Κριτὴς ὅλου τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἐφαρμόσεις δικαιοσύνη;
  
Ὁ Θεὸς ἀποκρίνεται στὸν Ἀβραὰμ καὶ τοῦ λέει:
–Ἐὰν βρεθοῦν πενήντα δίκαιοι, γιὰ χάρη τῶν λίγων δικαίων δὲν θὰ καταστρέψω τὴν πόλη.

Ὁ Ἀβραὰμ ἀντιλαμβάνεται ὅτι δὲν ὑπάρχουν οὔτε πενήντα δίκαιοι στὰ Σόδομα καὶ μὲ ταπείνωση ­ξαναρωτάει:
–Κύριε, ἐγὼ εἶμαι χῶμα καὶ στάχτη, ἀλλὰ παίρνω θάρρος ἀπὸ τὴν ἄπειρη ἀγαθότητά Σου. Ἂν βρεθοῦν σαράντα πέντε δίκαιοι, θὰ καταστρέψεις τὴν πόλη; Κι ὁ φιλάνθρωπος Κύριος τοῦ ἀπαντάει:
–Ὄχι, δὲν θὰ καταστρέψω τὴν πόλη, «ἐὰν εὕρω ἐκεῖ τεσσαρακονταπέντε» (Γεν. ιη΄ 28).
–Ἂν βρεθοῦν σαράντα;
–Οὔτε μὲ σαράντα δικαίους θὰ καταστρέψω τὴν πόλη.

Ὁ Ἀβραὰμ ἀρχίζει νὰ κατεβάζει τὸν ἀριθμὸ ὄχι πιὰ πέντε-πέντε ἀλλὰ δέκα-δέκα.
–Κύριε, μήπως θὰ Σὲ ἐξοργίσω, ἂν μιλήσω πάλι; Ἂν βρεθοῦν τριάντα, θὰ καταστρέψεις τὴν πόλη; Κι ὁ Θεὸς ἀπαντάει:
–Δὲν θὰ καταστρέψω τὴν πόλη, ἂν βρεθοῦν τριάντα.
–Ἂν βρεθοῦν εἴκοσι;
–Οὔτε μὲ εἴκοσι δικαίους θὰ καταστρέψω τὴν πόλη.

Ἡ δραματικὴ συνομιλία τους φθάνει στὸ ἀποκορύφωμά της. Ὁ δίκαιος Ἀβραὰμ βλέποντας τὸν πλοῦτο τῆς θείας συγκαταβάσεως μὲ συστολὴ ξαναρωτάει:
–Κύριε, θὰ μοῦ ἐπιτρέψεις νὰ κάνω μιὰ τελευταία ἐρώτηση; Ἂν βρεθοῦν δέκα;

–«Οὐ μὴ ἀπολέσω ἕνεκεν τῶν δέκα». Δὲν θὰ καταστρέψω τὴν πόλη χάριν τῶν δέκα δικαίων, τοῦ ἀποκρίνεται ὁ ἅγιος Θεός.

Τόσο ἡ τελευταία ἀπόκριση τοῦ Θεοῦ ὅσο καὶ οἱ πέντε προηγούμενες δείχνουν ὅτι ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος δὲν θὰ κατέστρεφε τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα, ἂν κατοικοῦσαν σ’ αὐτὲς τὶς πόλεις ἔστω καὶ δέκα δίκαιοι! Ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ μετὰ τὴν τελευταία ἐρώτηση σιώπησε. Ἐπέστρεψε στὴ σκηνή του καὶ περίμενε νὰ δεῖ τί θὰ ἀπογίνει.

Τελικῶς τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα καταστράφηκαν. Διότι δὲν κατοικοῦσαν σ’ αὐτὲς τὶς πόλεις οὔτε δέκα δίκαιοι! Ὅλοι εἶχαν γίνει σάρκες. Σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι ἐπειδὴ οἱ Σοδομίτες ἀνέτρεψαν τοὺς νόμους τῆς φυσικῆς τάξεως καὶ ἐπενόησαν νέους καὶ ἄνομους τρόπους σαρκικῆς ἐπαφῆς, ἄνοιξε ἡ γῆ καὶ τοὺς κατάπιε, γιὰ νὰ ἀφήσει ἐνθύμηση στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς νὰ μὴ διαπράττουν τὶς ἴδιες ἁμαρτίες, γιὰ νὰ μὴν ὑποστοῦν τὴν ἴδια τιμωρία.

Ἡ συγκλονιστικὴ συνομιλία τοῦ πατριάρχη Ἀβραὰμ μὲ τὸν ἅγιο Θεὸ ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως (ιη΄ 23-33) ἀποδεικνύει περίτρανα ὅτι, ἂν δὲν ἤθελε νὰ καταστραφοῦν τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα ὁ γέρων Πατριάρχης, πολὺ περισσότερο δὲν ἤθελε νὰ καταστραφοῦν ὁ ἅγιος Θεός. Ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος δὲν θἐλει τὸν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Εἶναι ἕτοιμος νὰ παρατείνει τὸ ἔλεός Του καὶ νὰ μὴ μᾶς τιμωρήσει παραδειγματικά, ὅπως θὰ ἦταν δίκαιο νὰ τὸ κάνει, ἐφόσον ἐξακολουθητικὰ ἁμαρτάνουμε. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν πέσει σὰν πέλεκυς ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ὑπάρχουν ἔστω καὶ λίγοι δίκαιοι, οἱ ὁποῖοι θὰ ὑψώνουν τὰ χέρια τους καὶ θὰ ἱκετεύουν τὸν πανοικτίρμονα Κύριο νὰ γίνει ἵλεως.

(*) Στὴ φιλοξενία τῶν ἁγίων ἀγγέλων οἱ θεῖοι Πατέρες βλέπουν τὴν προτύπωση τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου