ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΑΧΗ ΠΟΡΦΥΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΑΧΗ ΠΟΡΦΥΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

ΔΙΔΑΧΕΣ ΜΟΝΑΧΗΣ ΠΟΡΦΥΡΙΑΣ

 Διδαχές μοναχής Πορφυρίας
 
1. Πρώτα εντοπίζω το βασικό πρόβλημα αυτού που έρχεται να ζητήσει βοήθεια και μετά προχωρώ στα πνευματικότερα. Πολλοί εδώ έχουν πετάξει τα ψυχοφάρμακα. Ήρθε μια και της είπα κάτι τρελό: «Φτιάξε τα μαλλιά σου για να γίνεις καλά».
 
Μου λέει: «Γερόντισσα, είσαι τρελή;». 
Τελικά δεν ήμουν και τόσο τρελή. Πράγματι, μόλις έφτιαξε τα μαλλιά της και ομόρφυνε, ανέβηκε το ηθικό της και πέταξε τα ψυχοφάρμακα.

2. Χρησιμοποιούμε τον Χριστό, δεν Τον εμπιστευόμαστε, γι’ αυτό δεν εμφανίζεται. Να λέμε: «Γεννηθήτω το θέλημά Σου».

3. Από τον πόνο μου πήγα να κοιμηθώ. Ο γέροντας Πορφύριος έλεγε μέσα μου: «Σήκω να διαβάσεις το κόκκινο βιβλίο που έχουν γράψει για μένα». Μου ήρθε να το πετάξω. Πάλι όμως άκουσα τη φωνή του: «Σήκω να διαβάσεις το βιβλίο». Τελικά το διάβασα όλη νύχτα και από τότε τον αγάπησα. Πήρα το όνομά του και τον λατρεύω. Μαζί τρώμε, μαζί μιλάμε, μαζί περπατάμε. Του ζητάω και κάνει θαύματα στους ανθρώπους. 
Του λέω: «Γεροντάκο μου, βοήθησε αυτό τον άνθρωπο» και ο Γέροντας κάνει το θαύμα. Είμαστε με τον Γεροντάκο πολύ κοντά.

4. Στον πονεμένο δεν μπορείς να μιλήσεις κατευθείαν για τον Θεό. Πρώτα πρέπει να ηρεμήσεις την ψυχούλα του, να τον γιατρέψεις, να του δώσεις χαρά και μετά να πας στον Θεό.

5. Ο πόνος σε πάει στον Θεό. Η θλίψη σε απομονώνει. Όλο ζητάμε από τον Χριστό , ενώ θα έπρεπε να Τον εμπιστευόμαστε . 
Ο π. Πορφύριος είχε πολλή αγάπη. Η αγάπη του ήταν γιατρικό, όχι τα θαύματα που έκανε. Η αγάπη του ήταν αυτή που σε συγκινούσε, τα θαύματα τα έκαμε η χάρη του Θεού. Αισθάνομαι ότι είμαστε μαζί με τον Γέροντα και με τον Χριστό. Του λέω: «Γεροντάκο, πάρε με αγκαλίτσα να κοιμηθούμε, γιατί είμαι κουρασμένη. Αν δεν ‘έλθει κάποια φορά , το λέω στον Χριστό και νιώθω την παρηγοριά Του. Η αγνή αγάπη είναι δοτική!

6. Όταν με απορρίπτουν, λέω πως έτσι ήθελε ο Χριστός. Ένα πράγμα με πικραίνει. Που η μητέρα δεν αγαπάει το παιδί της. Που έχει εγωιστική αγάπη. Δεν έχω άλλη πίκρα στη ζωή μου. Και ''μαλώνω'' τον Γεροντάκο που δεν κάνει κάτι για να μην υπάρχει χάσμα μεταξύ μάνας και παιδιών. Τα παιδιά που έμπλεξαν με τα ναρκωτικά μου λένε: «Αν η μάνα μας μας αγαπούσε όπως εσύ, δε θα φτάναμε στα ναρκωτικά… Πώς θα θέλαμε να είσαι μαμά μας!». 
Αυτό με διαλύει όταν το ακούω. Και θέλω οι γονείς να αγαπούν με θεϊκή αγάπη τα παιδιά τους. Όταν τα μωρά κλαίνε, πρέπει η μάνα να τα βάζει πάνω στο μάγουλό της. Διότι μπορεί να σταματάνε κάποια στιγμή το κλάμα, γιατί παραιτούνται, όμως αποξενώνονται από τους γονείς. Και έτσι γίνονται νευρικά όταν μεγαλώνουν.
 
7. Οι ψυχολόγοι δεν μπορούν να βοηθήσουν διότι δεν ξεπέρασαν τον εαυτό τους. Ένας που έχει βουλιάξει στα προβλήματά του δεν μπορεί να βοηθήσει τον άλλον. Έχω ξεπεράσει τον βαθύ μου πόνο, γι’ αυτό μπορώ και απαλύνω τον πόνο των άλλων.

8. Κατά τη διάρκεια μιας κούρσας είπα σε κάποια: «Μωρέ , γιατί λες πως θες να κάνεις εξωσωματική; Τώρα που σε είδα στην κοιλιά, έχεις εκεί μια γυάλα, με ένα μωράκι μέσα. Είσαι έγκυος». Πράγματι η κοπέλα με πήρε τηλέφωνο μετά από λίγες μέρες και μου είπε πως είναι έγκυος. Εκείνη τη νύχτα νύσταζα πολύ και όλο κουτούλαγα πάνω στο τιμόνι, αλλά με το που μου είπε η κοπέλα αυτά για την εξωσωματική ξύπνησα, και έτσι έγινε η αποκάλυψη.

9. Όταν νοσηλεύτηκα στο νοσοκομείο «Σωτηρία», δίπλα μου ήταν μια κοπέλα 21 χρονών με φυματίωση στο τελικό στάδιο, πετσί και κόκαλο. Πόνεσα γι’ αυτή πολύ. Έκανα προσευχή να γίνει καλά και να πάρω την αρρώστια της. Έτσι κι έγινε! Την άλλη μέρα ήταν καλά η κοπελίτσα. Εγώ ακόμα υποφέρω.

10. Πέρασα πέτρινα χρόνια. Πέρασα όλο τον δικό μου πόνο, και έγινα μια αγκαλιά αγάπης… Όπως λέει και ο γέροντας Παΐσιος, «πέταξέ τα όλα για να πετάξεις». Και μετά γνώρισα τον γέροντα Πορφύριο κι έτσι ολοκλήρωσα την αγάπη μου…

«Από το χάος στο φως. Στα ίχνη ενός σπουδαίου
ανθρώπου του Θεού»
ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2012

Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΛΛΟΙΩΣΗ

Η βάρδια μου είναι νυχτερινή, η ώρα έντεκα το βράδυ. Ανέβαινα την οδό Πειραιώς, προς Ομόνοια. Μέσα στο ταξί, ως συνήθως, μιλούσα με τον γλυκύ μου Ιησού. Αυθόρμητα είπα μέσα μου στον Χριστό μου: Τον πρώτο άνθρωπο που θα μου κάνει σινιάλο να σταματήσω, θα τον πάω χωρίς χρήματα, αρκεί να τον φέρω κοντά Σου. Δεν με σταμάτησε κανείς, μέχρι που έφτασα Πειραιώς και Μενάνδρου. Εκεί στη γωνία στεκόταν μια κοπέλα. Σταμάτησα και την κοιτούσα. Περίμενε πελάτη, για το μεροκάματο. Χωρίς να το καλοσκεφτώ, κατέβηκα και πήγα κοντά της.

-Καλησπέρα!
-Καλησπέρα! μου απάντησε.
-Ξέρεις, αυτή την ώρα, αισθάνομαι πολύ πόνο στην ψυχή μου και θέλω με κάποιον να τον μοιραστώ.
Με κοιτούσε παραξενεμένη και μου λέει:
-Καλά, και βρήκες εμένα να μιλήσεις;
-Ναι! η καρδιά μου μου λέει πως εσύ θα με καταλάβεις.
-Ξέρεις τι δουλειά κάνω εγώ; -Το βλέπω.
-Και θέλεις να μιλήσεις μαζί μου;
-Ναι! Θέλω να μιλήσω μαζί σου. Είσαι να χάσουμε σήμερα και οι δύο το μεροκάματο; Ίσως να μπορέσεις να με βοηθήσεις και να σωθώ.
-Πάμε, μου λέει διστακτικά.
-Οκέυ, φύγαμε;

Έρριξε μια ματιά γύρω της και μπήκε γρήγορα στο ταξί.
Χαρούμενη εγώ, αλλά και προβληματισμένη• τι θα της έλεγα; Θεέ μου! έλα κάτω και βοήθησε με, τι να κάνω τώρα; Τι να της πω; Αφού συστηθήκαμε, της λέω:

-Δύσκολα τα επαγγέλματα που διαλέξαμε να κάνουμε, ε;
Και έτσι αρχίζει μια πολύ ωραία συζήτηση.
Στην αρχή γύρω από το ταξί και τις δυσκολίες του. Και δειλά-δειλά άρχισα να μπαίνω στη δική της ζωή. Ωστόσο φτάσαμε στο Καβούρι- της είπα:
-Θα κατέβουμε εδώ να πιούμε καφέ και να συνεχίσουμε την κουβέντα μας.
Εκείνη τότε μου είπε κάτι που με συγκίνησε:
– Δεν ντρέπεσαι να πάμε μαζί μέσα;

Όπως καταλαβαίνετε, το ντύσιμο της ήταν διαφορετικό από το δικό μου, άλλα και η όλη της εμφάνιση. Της είπα:
-Όχι! δεν ντρέπομαι! Να ντρέπονται αυτοί που σε έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση! Για μένα είσαι ένα γλυκό και τρυφερό πλάσμα του Θεού.

Μπήκαμε μέσα- τα βλέμματα όλων πέσανε επάνω μας. Όμως αυτό δεν με ενδιέφερε καθόλου ούτε οι μελανιές που είχε στα πόδια της με έκαναν να ντραπώ και να αρχίσω να τρέχω. Για μένα εκείνη η ώρα ήταν ιερή. Έπρεπε, με τη βοήθεια του Θεού, να αναστήσω πάση θυσία αυτό το κορίτσι.
Όπως κι άλλες φορές, αισθανόμουν πως δεν μιλάω εγώ, αλλά κάποιος άλλος μέσα από εμένα- το ίδιο συνέβη και σ’ αυτήν την περίπτωση- κάποιος άλλος με ωθούσε να βοηθήσω αυτή την κοπέλα. Μου διηγήθηκε όλη τη ζωή της από τα παιδικά της χρόνια μέχρι σήμερα. Και επίσης πώς έφτασε να κάνει αυτό το επάγγελμα.

Ένα επάγγελμα οδυνηρό όχι απλά δύσκολο. Αυτό το επάγγελμα σού καταρρακώνει την προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια, ξεχνάς αν είσαι άνθρωπος, ξεχνάς τα θέλω σου, ζεις και λειτουργείς με τα θέλω των άλλων. Εσύ δεν υπάρχεις πουθενά, γιατί, εκτός από τη σάρκα σου, γι’ αυτούς δεν έχεις τίποτε άλλο. Γι’ αυτό και είσαι υποχρεωμένη να υπακούς στις διαταγές τους. Δηλαδή βρίσκεσαι στην υπακοή του Διαβόλου και όχι του Θεού. Τη δυσκολία αυτού του επαγγέλματος την άκουσα για πρώτη φορά αυτή τη βραδιά, Πιστέψτε με, ρομφαία τρύπησε την καρδιά μου! Η εξομολόγηση αυτού του κοριτσιού με πόνεσε τόσο πολύ, πού ανάλογο πόνο δεν θυμάμαι να έχω νοιώσει στη ζωή μου!
Τότε άρχισα να της μιλώ για τον Θεό και για τη μεγάλη ευτυχία που μας χαρίζει, όταν είμαστε κοντά Τούτης μίλησα για την Παναγία μας και το πόσο γλυκιά, τρυφερή και προστατευτική είναι για τα παιδιά Της. Της μίλησα για τα θαύματα των Αγίων μας, για τον Γέροντα Πορφύριο, για τα θαύματα που έζησα μέσα στο ταξί, μα και πολλοί άνθρωποι μαζί μου. Της μίλησα για τη δύναμη της Εξομολόγησης, της Θείας Κοινωνίας και για πάρα πολλά θέματα γύρω από τον Θεό και την πίστη. Προσπαθούσα να την πείσω να αλλάξει τη ζωή που έκανε, αφήνοντας τα δάκρυά μου να τρέχουν συνέχεια, ασταμάτητα, κρατώντας της τρυφερά τα χέρια.
Όταν πια, κουρασμένη από το κλάμα μου, της είπα: Ώρα είναι να πηγαίνουμε, πλήρωσα και σηκωθήκαμε να φύγουμε.

Όταν φτάσαμε στο ταξί, με περίμενε η μεγάλη έκπληξη. Ήρθε κοντά μου και μου λέει:
-Μ’ αφήνεις να σε αγκαλιάσω; -Και βέβαια να με αγκαλιάσεις, της είπα με πολλή χαρά.
Με αγκάλιασε και τότε ξέσπασε σε λυγμούς. Μέσα από τους λυγμούς της μου έλεγε:
-Βοήθησε με, βοήθησε με, ο Θεός σου σε έστειλε, βοήθησε με να αλλάξω τη ζωή μου, κουράστηκα να κάνω αυτή τη δουλειά! Είμαι πολύ νέα, όπως λες κι εσύ, αν και νιώθω εκατό χρονών. Βοήθησε να κάνω μια καινούργια αρχή, να κάνω οικογένεια, να κάνω παιδιά. Έχεις δίκιο, μπορώ να ξαναρχίσω από την αρχή. Ο Θεός σου σε έστειλε. Σε παρακαλώ, πήγαινε με στον δικό σου Θεό και, σε παρακαλώ, πες Του να μου δώσει και μένα ό,τι έδωσε σε σένα. Να γίνω κι εγώ ευτυχισμένη και χαρούμενη όσο και εσύ.
Της υποσχέθηκα πως θα τη βοηθήσω. Τη φιλοξένησα επί ένα μήνα σπίτι μου. Ένας μήνας μαρτυρικός και επικίνδυνος για μένα. Γιατί, όπως γνωρίζετε, αυτές οι κοπέλες έχουν και κάποιον που τις «προστατεύει». Κινδύνεψε η ζωή μου αρκετές φορές. Όμως ήμουν σίγουρη πως ο
Θεός δεν θα επέτρεπε να μου συμβεί κανένα κακό- αντιθέτως θα με βοηθούσε να σώσω αυτό το κορίτσι- γιατί Εκείνος με έστειλε στο δρόμο της.

Έτσι κι έγινε- από εκείνη τη νύχτα η ζωή της ολοκληρωτικά άλλαξε. Σήμερα είναι παντρεμένη, ευτυχισμένη και κοντά στον Θεό, έχει και δύο παιδάκια.
Εκείνη η νύχτα ήταν ευλογημένη, ήταν θεϊκή!

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας (πρώην οδηγού ταξί)