ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Απριλίου 2024

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΕΡΙ ΠΛΑΝΗΣ!

Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Περί πλάνης
 
Διερωτάται κανείς, όταν με αυτού του είδους τα θέματα πρόκειται να ασχοληθεί, πώς θα τα βγάλει πέρα, ή τι είδους συμπεράσματα θα επισημάνει, αφού πρόκειται να πλησίαση στην άβυσσον των βαθέων και σκοτεινών νοημάτων του σατανά, οπού ο γνόφος των ακατονόμαστων του δόλων και πονηριών. Στο βιβλίον του Ιώβ σκιαγραφείται η εικόνα αυτού του δράκοντος. «Τις αποκαλύψει πρόσωπον ενδύσεως αυτού; εις δε πτύξιν θώρακος αυτού τις αν εισέλθοι; πύλας προσώπου αυτού τις ανοίξει; Κύκλω οδόντων αυτού φόβος. Τα έγκατα αυτού ασπίδες χάλκεαι, σύνδεσμος δε αυτού ώσπερ σμυρίτης λίθος… Εν πταρμώ επιφαύσκεται φέγγος, οι δε οφθαλμοί αυτού είδος Εωσφόρου. Εκ στόματος αυτού εκπορεύονται ως λαμπάδες καιόμεναι και διαρριπτούνται ως εσχάραι πυρός. Εκ μυκτήρων αυτού εκπορεύεται καπνός καμίνου καιομένης πυρί ανθράκων. Η ψυχή αυτού άνθρακες, φλόξ δε εκ στόματος αυτού εκπορεύεται. Εν δε τραχήλω αυτού αυλίζεται δύναμις, έμπροσθεν αυτού τρέχει απώλεια…».
 
Δεν είναι παρέκβασις η από μέρους αυτή παράθεσις γραφικού χωρίου περί του τι εστί διάβολος και σατανάς, αφού προς αυτόν είναι όλη μας η πάλη και σπουδή, ως του μονίμου και κοινού μας πολεμίου και εχθρού. Ειδικά όμως μας επέβαλε την μνημόνευσίν του ο σχολιασμός, πού προτιθέμεθα να κάνωμε σ’ αυτό μας το κεφάλαιο για το πονηρώτερόν του επίτευγμα, την ΠΛΑΝΗΝ!
Κάθε διαβολικόν επίτευγμα ασφαλώς ολέθριον είναι, και κανείς δεν διαφωνεί. Εκείνο όμως πού συγκεντρώνει την μεγαλύτερην πονηρίαν και κακίαν, είναι και λέγεται πλάνη στην γενικότητα της· και η ουσία της είναι όλη η απάτη, όλον το ψέμα, όλος ο δόλος και η διαστροφή κάθε ορθής πραγματικότητας. Και τι παράξενον αυτό, αφού ο δημιουργός και γεννήτωρ της διάβολος είναι ο «ψεύστης και ο πατήρ αυτού»; Ευρισκόμενοι ήδη εις την μέσην κλίμακα της πνευματικής ανόδου, κατά την πατερικήν μας παράδοσιν, την λεγομένην φωτιστικήν, ανήκομεν στην αντίστοιχον πολεμικήν παράταξιν του εχθρού, οπού έχει σαν στόχο της, την διαστροφήν και παραμόρφωσιν της αληθείας. Δεν αγωνίζεται αυτή η διαβολική αντίστασις να εκτoπίση τον αγωνιστήν, όπως η πρώτη της μορφή, να τον βγάλει από την πίστιν και την θεογνωσίαν, αλλά τώρα προσπαθεί να τον αποπροσανατολίσει από την σωστήν κατεύθυνση, να δεχθεί συμβιβασμό και να νοθεύση την ορθήν δόξαν της παραδοθείσης αποκαλύψεως. Πλάνη, καμουφλαρισμένο ψεύδος, απάτη και δόλος, αντί της αλήθειας. Και πάλιν οι αλλοιώσεις και πάλιν οι μεταβολές. Μετά την ηλιόλουστη ημέρα της ανοίξεως ήλθε κακοκαιρία με ύπουλες και άγνωστες διαθέσεις. Μετά την ευθηνίαν και πάλιν η αφορία και πενία, μετά την γαλήνην και πάλιν η ταραχή · όχι όμως ανοικτά και φανερά, αλλά ύπουλα και δόλια και υποκριτικά. Περί των τοιούτων έγραφε ο μακάριος Δαυίδ: «ότι ουκ εστίν εν τω στόματι αυτών αλήθεια, η καρδία αυτών ματαία· τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών ταίς γλώσσαις αυτών εδολιούσαν».
Ξεκινώντας από τον χειρόγραφον ορισμόν του Γέροντος, μεταφέρω τα ίδια του λόγια. «Πλάνη, αγαπητέ μοι, καθ’ εαυτήν ονομάζεται η ουσιώδης εκ της ευθείας και αληθείας απομάκρυνσις, αρνούμενη ως ειπείν την αλήθεια και το ψευδός ασπασμένη». Αφού η χάρις επανέλθει, κατά την περιγραφήν μας, και επαναφέρει τον αγωνιστήν στη σωστή του πορείαν, ή μάλλον στην πατερικήν μας παράδοσιν της πνευματικής ανόδου και προκοπής, συναντά πάλιν άλλο ανάλογο εμπόδιο απαραίτητο για την πνευματική γυμνασία. Όπως στην πρώτη του πορεία έπρεπε να μάθη δια της πείρας τον όλεθρον της αυτοπεποιθήσεως και να ανάγει τα πάντα στον Θεόν μάλλον, παρά στις ουτιδανές ανθρώπινές του προσπάθειες· έτσι και τώρα, μετά την είσοδόν του στις τάξεις του φωτισμού και της επαφής του στην θεωρητικήν σφαίραν, πού ο νους του καθαρθείς καταξιούται, επιβάλλεται να μάθη, όχι εξ ακοής άλλ’ εκ της πείρας του, ότι και ο εχθρός δύναται πολλά από τα ιδιώματα της θεωρίας και χάριτος να μιμηθεί και να τα παραστήσει ψευδώς ως αλήθειαν.
Εάν δύναται να παρίσταται ως άγγελος φωτός και να υποδύεται τον ρόλον του σωτήρος, τι το δύσκολον και τα ιδιώματα της χάριτος να παραχαράξει; Επιτρέπει, λοιπόν, η παιδεύουσα μητέρα χάρις, να εισέλθει ο αθλητής στα σατανικά πειρατήρια, για να κερδίσει ιδιοχείρως εκ της πάλης του, ως λάφυρον, την πείραν και να δύναται να λέγει στο πλήρωμα της Εκκλησίας ως ο Παύλος και οι Πατέρες του ότι «ου γαρ τα νοήματα αυτού, του εχθρού, αγνοούμεν».
Τα ιδιώματα αυτής της αρρώστιας, πλάνης, είναι πάμπολλα και ποικίλλουν αναλόγως των προσώπων, των χαρακτήρων, των τόπων και τρόπων και άλλων πολλών αφορμών, πού μπορεί ο σατανάς να καλύψει το δόλωμα του. Εμείς πάντως θα ασχοληθούμε με την μορφήν, πού ανήκει στη δική μας συνέχεια, καθώς ο αείμνηστος Γέροντας μας παρέδωσε. Η αρχή της συνήθως μοιάζει με την πρώτη μορφή της απάτης, πού ο αρχέκακος απάτησε τους προπάτορας, με παραλλαγή δηλαδή του σχήματος ή του πράγματος και μέσου, όχι όμως και της φύσεως. Ο ληστής αυτός διάβολος παρακολουθεί την ροπήν του θελήματος του ανθρώπου, που, ως αδυναμία ή ως προσπάθεια και αιχμαλωσία, παραμένει και απασχολεί τον νουν και σιγά-σιγά και την θέλησιν και έτσι απ’ εδώ ευρίσκει θύραν και εισέρχεται. Η τεχνική του πολέμου, εδώ, είναι ευμέθοδη και ύπουλη. Δεν βιάζεται, δεν πιέζει, δεν βαρύνεται να καρτερεί, έως ότου λάβει ικανά εχέγγυα της επιτυχίας του, και ιδίως, εάν το πάθος πού επικρατεί είναι πολύφορον, για να έχει έτσι μεγαλύτερον κέρδος εκ της νίκης του. Η τόση επιμονή του πονηρού στην πάλην αυτήν, είναι να αιχμαλωτίσει τον άνθρωπον στην εσφαλμένην ιδέαν και πλάνην διότι ο πόλεμος, εδώ, δεν είναι σωματικός, στα πάθη δηλαδή πού ανήκουν στο επιθυμητικόν μέρος, αλλά κυρίως στο λογιστικόν. Είναι μάλλον πόλεμος της διανοίας, σε ό,τι ανήκει στον νουν και στην θεωρίαν, γιατί τώρα η θέσις και η κατάστασις του αγωνιστού βρίσκεται σ’ αυτήν την σφαίρα. Και πάλιν επανερχόμεθα, και ας μη φαίνεται κουραστικόν, για την λεπτομέρειαν, επειδή ο σκοπός μας είναι διαφωτιστικός.
Αφού με την πρακτικήν του εργασίαν συμπληρώσει, χάριτι Χριστού, ο αγωνιστής την πρώτην βαθμίδα της μετανοίας, πού είναι και λέγεται καθαρτική και σημαίνει ό,τι ενίκησε τα πάθη της σαρκός· και στον όρον του επιθυμητικού επέβαλε μόνον την χρείαν και οι αισθήσεις υπετάχθησαν στον νουν, ώστε τίποτα να μην απαιτούν ή ενεργούν κατ’ επιθυμίαν, θεραπεύεται το ένα μέρος του «τριμερούς της ψυχής», το επιθυμητικόν. Μετά απ’ αυτόν τον θρίαμβον της νίκης, πού ανήκει κυρίως στην σωστήν προσπάθειαν και κηδεμονίαν του νου, κερδίζει σαν βραβείον την ειρήνην των λογισμών και την είσοδον στους χώρους της ευχής, όχι αυτής πού έως τώρα κρατούσε με προσπάθειαν και κόπον και ετοιμασίαν. Η θεία χάρις πλέον, όχι ως αντιληπτική επίσκεψις και παρηγορία πού εφαίνετο περιοδικά, αλλά τώρα ως ενδημούσα κατάστασις παραμένει στον νουν του ανθρώπου και τον υψώνει στην δεύτερην βαθμίδα της πνευματικής ζωής, την λεγομένην «φωτιστικήν». Σ’ αυτό το στάδιον το πλείστον της εργασίας, πού περιέχεται στον όρον της μετανοίας, είναι η κυριότης του νου επί πάντων και η επικράτησις της χάριτος επί του νου. Όπως ο νους στην περίοδον της πρακτικής εργασίας υπέταξε τις αισθήσεις λογικά και προκάλεσεν την ισορροπίαν στην σωστή χρήσιν των πραγμάτων, τώρα η θεία χάρις βραβεύει τον νουν παραμένουσα μετ’ αυτού για ενίσχυσίν του στην σωστή κρίσιν και χρήσιν των νοημάτων, και τούτου ο άθλος είναι η είσοδος στην θεωρίαν.
Από την μεσαίαν τάξιν, αυτήν την «φωτιστικήν», αρχίζει στους αληθινούς αγωνιστές της μετανοίας η τάξις της θεωρίας, πού δεν είναι πλέον επίνοια του νου ή προσπάθεια κατά δικήν του βούλησιν ή προγραμματισμόν, αλλά αυθεντία και κυριότης της θείας χάριτος, πού, όπως και οπόταν και οσάκις θέλει, οδηγεί αυτή τον νουν εις θεωρίαν, αναλόγως της δικής του φωτιστικής καταστάσεως και ανάγκης, όπου επιβάλλει η περίστασις προς οικοδομήν, είτε της δικής του, είτε του πληρώματος της Εκκλησίας, όπως οι Πατέρες μας παρέδωσαν. Εθεωρήσαμεν επιβεβλημένην την μικρήν αυτήν παρέκκλισιν εκ του κειμένου μας, για να αναλύσωμεν σαφέστερα, το γιατί ο αείμνηστος Γέροντας έταξε σ’ αυτήν την βαθμίδα την θέσιν της πλάνης σαν μία συνέχεια, στην πνευματικήν ιεραρχίαν.
Δικαίως λοιπόν και ο εχθρός μας, μετά την προαγωγήν του αγωνιστού στα πνευματικά χαρίσματα, παρουσιάζεται με ανάλογες αντιδράσεις. Παρηγορεί η χάρις τον νουν με τους μητρικούς τρόπους της προνοίας της; Προσπαθεί και ο εχθρός να πλησιάση μέσω του ίδιου τρόπου, και να απατήση έτσι τον νουν και δικαίως αυτό ονομάζεται «πλάνη». Κατά το φιλοσοφικόν ρήμα «ουχ ευρήσεις τάξιν εν ατάκτοις»· και πάλιν κατά τον Μωϋσήν «οι δε εχθροί ημών ανόητοι»· στην καθ’ ημών όμως μάχην και πάλην οι πονηρότατοι δαίμονες γίνονται συνεπείς, όσο και αν τους χαρακτηρίζη η ακαταστασία.
Ο σκοτεινός λαβύρινθος της πλάνης είναι δυσκατάληπτος. Οι κεντρικώτερες όμως αρτηρίες, πού οδηγούν σ’ αυτόν είναι δύο.
Πρώτη και δεύτερη δεν χαρακτηρίζονται, γιατί δεν υπάρχει τάξις, η δε κάθε μία απ’ αυτές είναι ως εξής: Όσοι αγωνίζονται διανοητικά, δηλαδή περισσότερο με τον νουν και την εσωστρέφειαν, είναι αυτοί πού θα συναντήσουν παρηγοριά από την χάριν στο θεωρητικόν μέρος. Είτε κατά την ώρα της προσευχής κυρίως, είτε σε λεπτήν κατάστασιν ύπνου ή κάπως αλλοιώς θα τους πλησιάση η αναζητούμενη θεία χάρις για πληροφορίαν. Αυτήν ακριβώς την θέσιν παρακολουθεί και το πνεύμα της πλάνης· και με εσχηματισμένον τρόπον, ενίοτε προλαμβάνει, όσον απουσιάζει ιδίως και η πραγματική πείρα του νου στο να διαγνώση ευκρινώς την ποιότητα του φαινομένου, και έτσι προσπαθεί να παρασύρη στην δική της προσοχήν. Αυτός είναι, ο ένας τρόπος της πλάνης. Εις όσους βαδίζουν τον πατημένο δρόμο της υποταγής και ταπεινοφροσύνης, ελάχιστα μπορεί να ενοχλήση αυτή η κακία, και περισσότερον πλησιάζει και παραμένει στους ιδιόρρυθμους και αυταρχικούς τύπους, πού νομίζουν ότι οι εξωτερικοί τύποι και γενικά οι ανθρώπινες προσπάθειες μόνες τους μπορούν να καρποφορήσουν. Στην κατάστασιν αυτήν, πού είναι εισαγωγική, με τόσην λεπτότητα και επιτηδειότητα μεταμορφώνεται η πλάνη σε σχήματα χάριτος και αληθείας, πού κινδυνεύουν και οι δόκιμοι να ταλαντευθούν, και κρίνεται απαραίτητη η υπακοή. Στην θέσιν αυτήν ο Γέροντας επιμένει στο ότι δεν πρέπει να δέχεται κανείς εξ ιδίας κρίσεως κανένα είδος αισθήσεως ή θεάματος, είτε φαντασίας, άνευ της διακρίσεως των εμπείρων.
Αναφέρομεν μερικούς ειδικούς τρόπους ή μορφές πού μετασχηματίζεται ευκολώτερα η πλάνη στους αγωνιζόμενους. Κάποτε στην προσευχή τους, όταν αρχίσουν λίγο να προχωρούν, τους παρουσιάζεται σαν φαντασία ταχύτατη κάποια λάμψις, πού αν την προσέξουν στην δεύτερην και τρίτη φορά μορφοποιείται σε σχήμα προσώπου ή πράγματος, αναλόγως, που έπεσε τον νουν να το παραδεχθή. Εάν καταφύγουν σε συμβουλή Γέροντος, εξασθενεί και υποχωρεί. Αν όμως πιστεύσουν, ότι για την αρετήν τους, τους άξιζαν και αναμένουν να τα ιδούν πάλιν, λόγω κάποιας ευλάβειας πού προσποιούνται, τότε αυξάνει η παρουσία του πονηρού σε πλέον συγκεκριμένα θεάματα.
Όλες αυτές οι ψευδαισθήσεις δεν έχουν κανένα πραγματικό ιδίωμα των όσων η θεία χάρις πληροφορεί τους δικούς της, αλλ’ απεναντίας είναι γεμάτες ταραχήν και σύγχυσιν, ερεθίζουσες συνάμα και τα κατώτερα πάθη του σώματος. Ο νους του πλανηθέντος σκοτίζεται και δεν μπορεί να διακρίνη, διότι ούτε της αληθινής χάριτος έχει πείραν, ούτε όμως ταπείνωσιν, για να αμφισβητήση την δικήν του κρίσιν.
Στα αρχικά ακόμη στάδια, εάν ελέω Θεού ανακύψη ο παρασυρθείς και ζήτηση θεραπείαν, υπάρχει ελπίς να θεραπευθή τη επεμβάσει της Εκκλησίας. Αν όμως προχωρήση η πλάνη βαθύτερα, ώστε, κατά τον Γέροντα, «αν πλέον επέλθη η δηλητηρίασις του νοητού αίματος, είναι αληθώς πλέον κατά πολλά δύσκολον» και δικαίως θεωρείται ως δυσέκνιπτον η πλάνη.
Άλλοτε πάλιν αισθάνονται είδος ευωδίας και γενικά, εις οποίαν αδυναμίαν ο νους των κλίνει, σ’ αυτό το μέρος και το πνεύμα της πλάνης μετασχηματίζεται. Εις τους φανταζομένους αξιώματα αρχών και εξουσιών, δηλαδή εις όσους ζουν εισέτι αυτά τα πάθη, αν και προς καιρόν τα πολέμησαν, το πνεύμα της πλάνης υποδύεται αυτήν την προσφοράν και τους δείχνει στους ύπνους ότι τους εκλέγουν αρχηγούς και ποιμένας και πνευματικούς πατέρας για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτός είναι ο ένας τρόπος του πνεύματος της πλάνης στην εισαγωγικήν του μορφήν. Αλλά και εις τους προχωρημένους δεν παραιτείται να πολεμήση, αρκεί να βρη απροφύλακτον τον αγωνιστήν και κλεπτόμενον από κάποιον πάθος. Εις τους προκόψαντας στην θεωρία παρουσιάζεται ως άγγελος Κυρίου, με μορφές αγίων και Αυτού τούτου του Σωτήρος μας Χριστού, αναλόγως της θέσεως πού βρίσκεται ο άνθρωπος του Θεού. Η άλλη πάλιν μορφή της πλάνης βρίσκεται περισσότερον στο πρακτικόν μέρος, πού συνήθως καθένας ξεκινά στην αρχήν της μετανοίας. Για μια σαφέστερην εικόνα και των δύο μορφών της πλάνης λέγομεν τα εξής.
Η μεν μία, οπού περιγράψαμεν, σκοπόν έχει να συγχύση αυτούς πού εισήλθαν καλώς και να τους εμποδίση την πρόσβασιν και η άλλη, οπού εν συνεχεία θα αναφέρωμεν, είναι να μην αφήση να μπουν όσοι προς τούτο επείγονται, με το ίδιον πάντοτε αποτέλεσμα, την ζημίαν του αγωνιστού.
Δεν αρνούμεθα την αγωνιστικότητα στην εργασία της πρακτικής, πού είναι γέννημα του θείου ζήλου, όπως προαναφέραμεν. Απαραίτητη προϋπόθεσις είναι η τήρησις των πρακτικών αρετών, όπως και ο Κύριος μας μας παρέδωσε μετά το βάπτισμά του στον Ιορδάνην και την εις το όρος αναχώρησιν του. Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, ακτημοσύνη, αγνός βίος, ταπείνωσις, και γενικά τα μέσα αυτά, πού δαμάζουν την φιλαμαρτήμονα διάθεσιν. Τώρα, και εδώ βρίσκει τρόπους και οχυρώνεται η πλάνη με την εξής πρόφασιν. Είτε από συνήθειαν, είτε από έξιν, είτε από ιδιοσυγκρασίαν, κάθε άνθρωπος έχει κάποιαν ικανότητα περισσότερον των άλλων. Στην πνευματική ζωήν, όταν ξεκινήση, τότε αυτή η ικανότης του γίνεται βοήθεια σε κάποιο αγώνισμα, σε κάποιαν αρετήν. Ο θειος ζήλος, σαν ο πρώτος συνεργάτης του μετανοούντος, ενούμενος με το ίδιον του προτέρημα, οποιονδήποτε, τον βοηθά να προκόψη σύντομα σ’ αυτό το κατόρθωμα, σ’ αυτήν την αρετήν, μπορούμε να πούμε. Τότε, αρεσκόμενος σ’ αυτό πού με ευκολία κατορθώνει, μένει μόνο σ’ αυτό· και δεν φροντίζει για άλλο κατόρθωμα ή αγώνισμα, πιστεύοντας ότι αυτό συμπληρώνει τον όρον της μετανοίας· και μάλιστα βρίσκει και παραδείγματα από προηγούμενους πατέρας, οπού έχουν γράψει γι’ αυτήν την αρετήν.
Αναφέρω αυτολεξεί τα λόγια του Γέροντος γι’ αυτές ακριβώς τις μονομέρειες. «Πολλοί γαρ το πάλαι και νυν εκ των μοναζόντων πατέρων και αδελφών επεμελήθησαν μιαν αρετήν, λόγου χάριν την ησυχίαν, και εις ταύτην και μόνον τα ιστία των ήπλωσαν ανεξετάστως εάν κερδίζωσι ή ζημιώνωνται εξ αυτής… Άλλοι δε πάλιν ηρκέσθησαν απλώς εις μίαν άκραν νηστείαν, να μη φάγωσιν έλαιον ή μαγείρευμα, και εδέσμευσαν την ελευθερία των, επί τούτου και μόνον αρκούμενοι…» Είτε από μέρους, είτε στο σύνολον, εάν ο άνθρωπος εξέλθη της πραγματικότητας, πλάνη είναι και τον εμποδίζει να φθάση τον σκοπόν του. Σε όσους δε επικρατήσει αυτής της μορφής η πλάνη, να κρατούν μια μονομερή άσκησιν και να μην αφήνουν τον δικό τους λογισμόν, δικαιωματικά τους πολεμά η κενοδοξία για την επικρατούσαν αυτοπεποίθησιν και η ζημία είναι αυξημένη.
Ο Γέροντας εν συνεχεία αναφέρει και άλλα κατορθώματα, αγρυπνίαν, ακτημοσύνην, ακόμη και δάκρυα, στα οποία, αν μονομερώς παραμείνη πιστεύοντας μόνον σ’ αυτά, πλανάται και επιβουλεύεται την σωτηρίαν του. Απεναντίας «τον εργαζόμενον μετά συνέσεως πάσης ισοβαθμίως (τας αρετάς εννοεί) και όλας εξ ίσου ομού εν φρονήσει και γνώσει… εισίν τα μόνα απαραίτητα εργαλεία οπού εκτός των τοιούτων αδύνατον να αναβώμεν εις την τελειότητα…» Εδώ ο αείμνηστος Γέροντας παραθέτει ένα σχόλιον για μιαν ιεραρχικήν τάξιν των αρετών, και πώς απαραιτήτως πρέπει να τηρούνται ανελλιπώς, ώστε η θεία χάρις να επισκεφθή και να κατοικήση στον άνθρωπον. Επειδή όμως περί τούτου αναφέραμεν προηγουμένως, εκρίναμεν φορτικήν την επανάληψιν.
Πέραν όμως των κολακευτικών μέσων, πού τα πνεύματα της πλάνης προσπαθούν να παρασύρουν τους αγωνιζόμενους, δεν υστερούν και στην απειλήν προκειμένου να φοβίσουν τους απείρους και με αυτόν τον τρόπον να εμποδίσουν την καλήν τους πρόθεσιν. Αυτός ο τρόπος συνήθως γίνεται στην αρχήν της πρακτικής ιδίως ασκήσεως των μετανοούντων οπόταν επεμβαίνει με τρομακτικούς τρόπους για να προκαλέση δειλίαν και φόβον, ώστε να υποχωρήση ο βουλόμενος να αγωνισθή. Είτε αισθητά με κτύπους, σεισμούς, φωνές και άλλα, τρομοκρατεί τον θέλοντα να προσευχηθή ή άλλην τινά πνευματικήν εργασίαν να κάμη, χωρίς να είναι αληθινά τα φαινόμενα, γιατί μόνον αυτός τα ακούει, χωρίς όσοι είναι μαζί του να τα ακούουν ή να βλέπουν τίποτα. Άλλοτε δείχνει φαντάσματα ευκρινώς σε ελάχιστον διάστημα· και τούτο όμως φαντασία, γιατί τα διάφορα σχήματα πού προβάλλει δεν υπάρχουν φυσιολογικά, άλλ’ αυτός τα πλάθει στην φαντασία, όπως και εις τον ύπνον τα όνειρα, πλην όμως προκαλεί φόβον και ταραχήν. Άλλοτε πάλιν στον ύπνον και πολλάκις αισθητά τον σφίγγει, τον πιέζει, του κόβει την αναπνοήν, και, ενώ θέλει να φωνάξη ή να κινηθή, δεν δύναται και βρίσκεται σε αγωνίαν.
Στις βιογραφίες των πατέρων μας υπάρχουν αναρίθμητα τέτοια διηγήματα και άλλα σε οξυτέραν μορφήν, εις όσους αδίστακτα ορμούσαν στην πλήρη άρσιν του Σταυρού. Σ’ αυτούς όχι φανταστικά, αλλά πρακτικά και προσωπικά παρουσιάζονταν τα πονηρά πνεύματα και με όσην τους επέτρεπε ο Θεός εξουσίαν, επαίδευαν και ταλαιπωρούσαν τους πατέρας, πιστεύοντες ότι θα τους εμπόδιζαν από την κατά Θεόν τους πορείαν. Άλλοτε πάλιν φθάνουν, επιτρέποντος μόνον του Θεού, σε δυσδιάκριτον πονηρίαν, πού μόνον η θεία χάρις μπορεί να σώση τον ταπεινόν άνθρωπον από την κακουργίαν των. Μία ομάδα απ’ αυτούς τους πονηρούς δαίμονες παρουσιάζονται απειλητικοί και ορμούν να κακοποιήσουν, όσον έχουν άδειαν. Μετά παρουσιάζονται άλλοι απ’ αυτούς σε αγαθή μορφήν και διώκουν τους πρώτους με επιτιμήσεις, ως απεσταλμένοι δήθεν εκ Θεού για την βοήθειαν και σωτηρίαν του πειραζομένου, με κύριον σκοπόν να τον παρασύρουν στην κενοδοξία, ως προνοουμένου εξαίρετος υπό του Θεού. Εδώ χρειάζεται να λαβή θέσιν η ευχή του Παύλου, να τους σύντριψη ο Θεός «υπό τους πόδας των αγωνιστών εν τάχει».
Εάν θελήση κανείς να αριθμήση τους σκοτεινούς διαδρόμους και περιπλανήσεις της αφόρητης αυτής κακίας, θα πη το Δαυϊτικόν εκείνον ρήμα: «Εξαριθμήσομαι αυτούς και υπέρ άμμον πληθυνθήσονται». Δικαίως αναφέρει το γραφικόν λόγιον «πάση φυλακή τηρεί σήν καρδίαν»· και πάλιν, «εάν πνεύμα του εξουσιάζοντος αναβή προς σε, τόπον σου μη δώς».
Πάντων τούτων η διάγνωσις και λύτρωσις και σωτηρία, αλλά και αυτή η προκοπή και τελείωσις εν Χριστώ, δια της συνεργείας της θείας χάριτος επιτελείται. Εάν λοιπόν ο Κύριός μας κατά το λόγιον «ταπεινοίς δίδωσι χάριν», δεύτε πάντες προς την μακαρίαν ταπείνωσιν, ίνα συν αυτή πάντα ισχύσωμεν χάριτι Χριστού, αμήν.
Περί πλάνης σε γενικώτερες γραμμές
Επειδή περί πλάνης διαλαμβάνει η μικρή μας περιγραφή, δεν θα είναι παρέκκλισις, αν αναφέρωμεν και για την περιεκτικήν αύτη διαβολικότητα, πού μαστίζει την ανθρωπότητα. Πλάνη ουσιαστικά και οντολογικά είναι ο ίδιος ο διάβολος, αφού με εσφαλμένες ιδιοτελείς σκέψεις και αποφάσεις απέσπασε τον εαυτόν του από την πραγματικήν αλήθειαν, τον Θεόν, από τον οποίον έπαιρνε, κατά μετοχήν, το «ευ είναι» και όλην την ομαλήν λειτουργίαν της προσωπικότητας και έγινε ο ίδιος πλάνη, ως μη αληθώς και ορθώς σκεπτόμενος και κινούμενος. Μεταστραφείς πλέον στην ολικήν αυτήν διαστροφήν, επαναστάτησε πρώτα στον εαυτόν του και μετά στα όσα παρέσυρε, μεταφέρει δε και μεταδίδει αδιάκοπα την ιδικήν του πλέον διαστροφήν. Εάν, κατά την γνώμη των πατέρων μας, θέσιν και προσωπικότητα έχη μόνον το αγαθόν, το μη αγαθόν υστερείται και προσωπικότητα και θέσιν, αυτό πού έπαθε κατ’ ανάγκην ο σατανάς.
Όταν όμως ο σατανάς προσπαθή να λαβή θέσιν και προσωπικότητα, αφού φυσικώς τα υστερείται, άρα τα παριστάνει ψευδώς και αυτό είναι η πλάνη.
Ασφαλώς ύπαρξιν, σαν οντότητα, ο διάβολος έχει, γιατί απέθανεν μεν από του Θεού και της εννοίας κάθε καλού και της ζωής εν Θεώ, πλην όμως κατά την διαστραφείσαν του οντότητα υπάρχει ως σώμα θανάτου. Δεν παρουσιάζεται όμως υπ’ αυτήν του την μηδενικότητα, αλλά κλέπτει τους όρους του καλού, του αγαθού, του χρησίμου, του ευεργετικού —ψευδώς και πεπλανημένως— και απατά τους πειθομένους του. Σ’ αυτόν τον στασιασμόν της δικής του πτώσεως αδιάκοπα πολεμά να παρασύρη την πανανθρώπινην φύσιν, μερικώς και ολικώς, και αυτή η ενέργεια είναι και λέγεται πλάνη.
Το πρώτον μέτωπον της απάτης του σατανά, της πλάνης, εφάνη στην πρώτη παρουσία της θείας αποκαλύψεως. Η περιεκτική πρόνοια του Δημιουργού στα υπ’ Αυτού γενόμενα κτίσματα επεκτείνεται, πέραν της δημιουργικής του ενεργείας, και εις την συντηρητικήν των όντων πρόνοιαν ως παρατεταμένη μορφή επεμβάσεως του Θεού εις τα κτίσματα. Μη δυνάμενος ο διάβολος να διαστρέψη την δημιουργικήν επέμβασιν του Θεού στα ποιήματά του, κατά τον άρρητον και ακατάληπτον τρόπον της θειας παντοδυναμίας, επεμβαίνει δολίως στον παρατεταμένον τρόπον της συντηρήσεως και κηδεμονίας των όντων και ιδία των λογικών. Η πρώτη του κρούσις έγινε στους πρωτοπλάστους, διαστρέψας ενώπιόν τους τους προνοητικούς όρους του Θεού, όπου έδειξεν σ’ αυτούς ο Θεός, χάριν της συντηρήσεως και προαγωγής τους στον τελικό σκοπόν και προορισμόν τους.
Μετά απ’ αυτήν του την επιτυχίαν ο διάβολος απέκτησε ως μόνιμο του έργον αυτόν τον όρον και νόμον της διαστροφής: να πείθη τα πάντα ψευδώς σε στασιασμόν προς πάσαν αλήθειαν και λογικήν, καυχώμενος δια το αποτέλεσμα της παρακωλύσεως του θείου σχεδίου περί των όντων και του τέλους ενός εκάστου κατά την θείαν βουλήν. Εξετάζοντες την αρχήν της ιστορίας από την δημιουργίαν του ανθρώπου, κατά πάσας τας γραφάς, συναντούμε μίαν πλήρη ομοιομορφίαν όλης της διαβολικής πολεμικότητος με τον ίδιον πάντα σκοπόν: αποπλάνησιν του ανθρώπου από την επίγνωσιν του Θεού, εις οποιανδήποτε βαθμίδα ή κλίμακα ευρίσκεται. Και αυτή ακόμα η προσωποποίησίς του σε θέσεις θεότητας, οπού επί σειράν αιώνων παραπλανούσε τον άνθρωπον, τούτο κυρίως επεδίωκε: στο να μην αναζητήση, ή μάλλον ανακαλύψη, ο άνθρωπος τον αληθή Θεόν, όπου θα ανεύρισκε την σωτηρίαν του. Δια της σαρκώσεως του ο Θεός Λόγος έφερε καίριον πλήγμα στην θεοποίησιν του πονηρού, αποκαλύψας την αληθή θεογνωσίαν και ανακαλέσας τους ανθρώπους στην αλήθειαν. Πάλιν όμως, ο αδίστακτος διάβολος, ωχυρώθη εις το κέλυφος της πλάνης κατά του ανθρώπου υπό άλλην μορφήν. Έως εδώ η πάλη ευρίσκετο στο πρώτο στάδιον. Να μη αφήση τον άνθρωπον να γνωρίση τον Θεόν, την αλήθειαν και αυτό, όπως και άλλοτε ετονίσαμεν, είναι το ένα είδος του γενικού σατανικού πολέμου.
Το δεύτερον τώρα είναι, όταν ο άνθρωπος, μέσω της κρείττονος του Θεού προνοίας, εγνώρισε τον Θεόν αποκαλυφθέντα και λαλήσαντα. Μη δυνάμενος ο εχθρός να αφανίση την αποκαλυφθείσαν αλήθειαν δεν πολεμά να πείση τον άνθρωπον να την αρνηθή —αν και τούτο εν μέρει σήμερον το επιτυγχάνει—, αλλά προσπαθεί να νοθεύση αυτήν την αλήθειαν, διαστρέφοντας τους όρους και τα δόγματα και συντάγματα της γνησιότητάς της, δια να υστερήση τους μαθητάς της από των αποκειμένων αμοιβών, πού είναι οι θείες επαγγελίες, αυτή ταύτη η σωτηρία του ανθρώπου. Αυτή η διαστροφή από την ορθήν δόξαν της αληθείας, πού λέγεται ευσέβεια, ονομάζεται αίρεσις, και με αναρίθμητες αιρέσεις κτυπά την Εκκλησίαν απ’ αυτής της ιδρύσεώς της, για να εμποδίση, όπως πιστεύει, τα σχέδια του Θεού. Αυτός είναι ο «πονηρός άνθρωπος», κατά την παραβολήν των ζιζανίων, πού έσπειρεν εν μέσω του καθαρού σίτου τα τόσα ζιζάνια, των οποίων ο Κύριος ηνέχθη την συμφυΐαν έως της ημέρας του θερισμού. Με διαιρέσεις και σκάνδαλα, ψευδοθρησκείες, αιρέσεις, φατρίες, και παντός είδους πλάνες και διαστάσεις, διασπά και συγχύζει το ανθρώπινον γένος αυτός ο λυμεών και έπ’ αυτού του κλύδωνος και του σάλου διαπλέει η αλήθεια, η «εκκλησία» του Χριστού, και «μακάριος ος φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου».
Να λοιπόν, πώς και διατί υπάρχουν τα τόσα σκάνδαλα επί γης και αυξάνουν οσημέραι, προκαλούντα την δυσφορίαν των πολλών, πού αγνοούν αυτό το μυστήριον. Προβαίνοντος δε του χρόνου, για τους «εις τα τέλη των αιώνων καταντήσαντας», τα σημεία των καιρών θάναι έτι ζοφερώτερα, ένεκεν της προαισθήσεως του πλανώντας την οικουμένην «ειδώτος ότι ολίγον καιρόν έχει». «Και ωργίσθη ο δράκων επί τη γυναικί (εκκλησία) και απήλθε ποιήσαι πόλεμον μετά των λοιπών του σπέρματος αυτής».
Υπάρχει και άλλο χάος σκοτεινότατον της πλάνης του σατανά, πάντοτε επίκαιρον και περισσότερον πρόσφορον στις ημέρες μας.
Δύο γενικές αφορμές, συνυφασμένες με την ανθρώπινη ζωήν, ανοίγουν την θύραν σ’ αυτού του είδους την πλάνην. Η πρώτη είναι η ζωηρά επιθυμία του ανθρώπου να γνωρίση το μέλλον του και γενικά να κατανόηση τα αίτια των συμβαινόντων δυσχερών της ζωής του. Η άλλη αφορμή είναι η πολύπλευρη περιέργεια της γνώσεως των υπέρ φύσιν πραγμάτων, πού είναι και το σπουδαιότερον ζήτημα πού γενικά απασχολεί. Η πραγματική γνώσις κάθε υπερφυσικού πράγματος μόνον δια της υπέρ φύσιν θείας χάριτος πραγματοποιείται. Ο απατεών όμως διάβολος εδώ βρίσκει κατάλληλον έδαφος της δικής του πλάνης και απάτης, γιατί, σαν υπερφυσικόν πνεύμα πού είναι έναντι ημών των εχόντων σώμα παχύ και φαινόμενον, υποδύεται τον ρόλον της χάριτος και παρουσιάζει ψευδώς εικόνες και φάσματα ως αληθείς αποκαλύψεις και παρασύρει τον άνθρωπον.
Λειτουργώντας ο πνευματικός νόμος, σαν ο κώδικας της θεοπρεπούς οικονομίας προς τα κτίσματα, επιβάλλει στα στοιχεία και στους ανθρώπους τα μέτρα και μέσα εκείνα, πού ρυθμίζουν την παρούσαν ζωήν, και έτσι απαρτίζεται ο κύκλος του σύμπαντος νοήματος της ζωής. Σύμφωνα με τους ακατάληπτους αυτούς όρους και νόμους της προνοητικής αυτής κυβερνήσεως των όντων υπό του Θεού, υπάρχουν στον κανόνα της ζωής και τα διάφορα θλιβερά και επίπονα, στην γενική τους κλίμακα. Αυτού του είδους τους πειρασμούς, μέσω των οποίων ο Θεός ρυθμίζει την ζωήν ενταύθα και για το μέλλον, οι πλείστοι άνθρωποι τους αγνοούν, και, στην προσπάθειά τους για να τους αποφύγουν, πιάνονται στα δίκτυα του σατανά προσποιούμενου τον σωτήρα. Αν και πάντοτε απεδείχθη πλάνος και απατεών, ο άνθρωπος δεν κατόρθωσε να διαπιστώση αυτήν την παγίδα και να σωθή από τον κίνδυνον αυτόν. Ως αντάλλαγμα στους αφελείς του υπηκόους ο πονηρός απαιτεί υψηλά κεφάλαια, χωρίς αυτοί να γνωρίζουν την έκτασι της ζημίας τους, και, όταν θα ανακύψουν, δυσκολεύονται να απαλλαγούν της σατανικής επιδράσεως, πού σαν αιχμαλωσία τους στραγγαλίζει τη θέλησι και ελευθερίαν.
Με παρόμοιον τρόπον πλανώνται και οι περίεργοι και εγωϊσταί, πού εισδύουν αυθαδώς στα σκοτεινά άντρα του σατανά με τις πλαστές αληθοφάνειες, για να βρουν επιστημονικώ τω τρόπω, όπως τους αποπλανά, την αλήθειαν και να, πού βρίσκονται σήμερον τα τραγικά θύματα της νεολαίας μας, πού στους συνειδητούς προκαλούν αβάστακτον πόνον και στους ανεύθυνους υπευθύνους αδιαφορία και αδράνειαν. Μέσω των ανατολικών θρησκειών, όπου κρατούν τα πεπαλαιωμένα μαγικά σύμβολα και σχήματα, δίδει σήμερον ο δράκων, ο όφις ο αρχαίος και σατανάς, τα απατηλώτερά του μηνύματα.
Ο κατ’ εικόνα και ομοίωσιν θείαν κτισθείς άνθρωπος, και μετά την πτώσιν του ακόμα, συγκρατεί μέσα του σαν στοιχεία της οντότητός του την αίσθησιν και επιθυμίαν του υπερφυσικού. Δεν προβαίνομε σε θεολογικούς όρους περί τούτου, αλλά σε γενικές γραμμές χαράζομεν τις μορφές και φάσεις της πλάνης του σατανά, γιατί πάρα πολύ το θέμα αυτό είναι, όσο ποτέ άλλοτε, επίκαιρον. Αυτήν την αίσθησιν ο Θεός Λόγος δια της παρουσίας του όχι μόνον απεκάλυψεν εις την φύσιν της, αλλά και επραγμάτωσεν μεταδόσας στον άνθρωπον δια του σώματός Του, της Εκκλησίας, την εξουσίαν και δύναμιν να κληρονομήση όλον το πλήρωμα της υπέρ φύσιν καταστάσεως, γινόμενος κατά χάριν υιός Θεού. Τον πρακτικόν τρόπον, οπού ο άνθρωπος δύναται δια της χάριτος να φθάση σ’ αυτήν την θείαν επαγγελίαν, αναφέρομε σ’ όλον μας αυτό το ταπεινό σύγγραμμα, και ότι βαθμηδόν κανείς δια της κλίμακας της μετανοίας μεταφέρεται σ’ αυτό το πλήρωμα. Ο πονηρότατος διάβολος, μιμούμενος τα διάφορα στάδια πού ο άνθρωπος κοινωνεί με υπερφυσικές αξίες μέσω της αγιαζούσης θείας χάριτος, παραχαράζει, ως συνήθως, την αληθή θεοφάνεια με ψευδαισθήσεις της δικής του κακουργίας και ενεργείας και αποκοιμίζει τα δικά του θύματα, ότι καλώς βαδίζουν αφού βλέπουν και αισθάνονται πράγματα υπερφυσικά, όπως και η Εκκλησία παραδέχεται. Αυτή λοιπόν είναι η παγίδα των περιέργων και εγωιστών.
Η ουσία όμως της υπέρ φύσιν κοινωνίας δεν είναι σ’ ένα θέαμα ή σε μια ψευδαίσθησιν παρηγοριάς, και γενικά στο να ιδούμε ή να υποστούμεν κάποιον θαύμα, όπως καυχώνται οι οπαδοί των ψευδοθρησκειών. Η κοινωνία της υπέρ φύσιν καταστάσεως της ζωής είναι το πλήρωμα των επαγγελιών, πού παρέδωσε κληρονομικά στους πιστούς του ο Λόγος του Θεού- και να τι λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης- «Όσοι γαρ έλαβον Αυτόν έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, οι ουκ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, άλλ’ εκ Θεού εγεννήθησαν». Ουχί θεαταί των υπέρ φύσιν θείων μυστηρίων και δωρεών αλλά κληρονόμοι, «κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού»· και αυτό μόνον μέσω της Εκκλησίας και των θείων μυστηρίων αυτής, ασκούντες τις θείες αρετές κατά το θείον του Χριστού ευαγγέλιον, και όχι τη απάτη και μεσιτεία των αγυρτών και απατεώνων, στις μαγείες και στα γιόγκα των διαβολικών επιταγμάτων. 

(απόσπασμα από το βιβλίο: ”Γέρων Ιωσήφ ο ησυχαστής”, τόμος β΄ Πατρικαί Υποθήκαι) Ιωσήφ Μοναχού

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ ΘΑ ΛΑΒΕΙΣ ΤΗ ΧΑΡΗ!

 Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Με πόνο και δάκρυα θα λάβεις τη χάρη
 
Να, έμαθες ότι είσαι πηλός, πτωχός και γυμνός. Τώρα ζήτησε απ’ αυτόν που μπορεί να αναπλάσει τη φύση να σε πλουτίσει. Και, αν σου δώσει πολύ ή λίγο, αναγνώρισε τον ευεργέτη σου. Και μη σφετερισθείς τα ξένα ως δικά σου. Με πόνο και δάκρυα θα λάβεις τη χάρη. Και πάλι με δάκρυα χαράς και ευχαριστίας, με φόβο Θεού θα την κρατήσεις. Με θέρμη και ζήλο ελκύεται· με ψυχρότητα και αμέλεια χάνεται.
Δεν σου ζητεί περισσότερο ο Χριστός για να σου δώσει τα άγια Του χαρίσματα· μόνο να αναγνωρίζεις ότι, ό,τι καλό και αν έχεις, είναι δικό Του. Και να συμπαθείς αυτόν που δεν έχει. Να μην τον κρίνεις ότι δεν έχει· ότι είναι αμαρτωλός, φαύλος, πονηρός, φλύαρος, κλέπτης, πόρνος και ψεύτης. Εάν αποκτήσεις αυτή την επίγνωση, δεν μπορείς ποτέ να κρίνεις κανένα, έστω και αν τον βλέπεις να αμαρτάνει θανάσιμα· γιατί αμέσως θα λες·
«Δεν έχει, Χριστέ μου, τη χάρη σου, γι’ αυτό αμαρτάνει. Αν φύγεις και από μένα θα πράξω χειρότερα. Αν στέκω, στέκω, γιατί Συ με βαστάζεις. Τόσο βλέπει ο αδελφός, τόσο κάνει. Είναι τυφλός. Πώς τον θέλεις να βλέπει χωρίς μάτια; Είναι πτωχός. Πώς γυρεύεις να είναι πλούσιος; Δος του πλούτο να έχει. Δος του μάτια να βλέπει».
Εάν ζητήσεις το δίκαιο για οποιοδήποτε πράγμα, που θα σε αδικήσει, ατιμάσει, βρίσει, κτυπήσει, διώξει ή τη ζωή σου επιβουλευθεί ο πλησίον σου, και πάλι εσύ είσαι άδικος, εάν τον θεωρήσεις αίτιο ή τον κατηγορήσεις με εμπάθεια. Γιατί ζητείς απ’ αυτόν αυτό που δεν του το έδωσε ο Θεός. Εάν εννοήσεις καλά αυτό που σου λέω, όλους θα τους θεωρείς ανεύθυνους, για οποιοδήποτε σφάλμα, και μόνον εσύ θα είσαι για όλα υπεύθυνος.
Γιατί τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος· οι δαίμονες, η ίδια η φύση μας και η συνήθεια. Εκτός απ’ αυτά άλλος πόλεμος δεν υπάρχει.
Αν λοιπόν αφαιρέσεις το δαίμονα, που τυραννεί όλη την ανθρωπότητα, τότε θα είμαστε όλοι καλοί. Να σε ποιόν πρέπει να δώσεις το άδικο. Αυτόν να μισήσεις, να κατακρίνεις και μέχρι τέλους να τον έχεις εχθρό.
Ο άλλος εχθρός είπαμε ότι είναι η φύση, που, από τη στιγμή που ο άνθρωπος καταλάβει τον κόσμο, αυτή αντιτάσσεται στο νόμο του πνεύματος, και ζητεί ό,τι είναι για την απώλεια της ψυχής. Να και ο άλλος εχθρός, που είναι άξιος μίσους εφ’ όρου ζωής. Αυτόν πρέπει να κατακρίνεις, να κατηγορείς.
Έχουμε και τον τρίτο εχθρό, τη συνήθεια. Συνηθίζοντας να πράττουμε κάθε είδος κακίας γίνεται σε μας έξη και γίνεται δεύτερη φύση και κατέχει ως νόμο την αμαρτία. Και απαιτείται αντίστοιχος αγώνας για να λάβουμε θείαν αλλοίωση και απαλλαγή. Να λοιπόν, και ο τρίτος εχθρός, που είναι άξιος τελείου μίσους.
Εάν θέλεις λοιπόν ο πλησίον σου να είναι σε όλα καλός, όπως σου αρέσει, αφαίρεσέ του τους τρεις αυτούς εχθρούς με τη χάρη που έχεις. Αυτό είναι το δίκαιο, αν ζητάς να το βρεις: Να κάνεις ευχή στο Θεό να τον απαλλάξει από αυτούς τους εχθρούς. Και τότε θα είσαστε σύμφωνοι.
Αν δε και ζητήσεις διαφορετικά να βρεις το δίκαιο, θα είσαι πάντοτε άδικος, και επομένως η χάρη είναι ανάγκη να πηγαίνει – να έρχεται, μέχρις ότου βρει ανάπαυση στη ψυχή σου. Διότι, τόση χάρη δικαιούται να έχει ο άνθρωπος, όσο πειρασμό ευχαρίστως υπομένει, όσο βάρος του πλησίον του αγογγύστως βαστάζει.
Λοιπόν τα προηγούμενα γράμματα που σου έστειλα περιείχαν την “πράξη”. Αυτό που έγραψα τώρα περιέχει το “φωτισμό”. Από την πράξη λαμβάνει ο άνθρωπος φωτισμό γνώσεως. Διότι η πράξη είναι τυφλή και ο φωτισμός είναι οι οφθαλμοί, με τους οποίους βλέπει ο νους εκείνο που δεν το έβλεπε πρώτα.
Τώρα λοιπόν έχει λυχνάρι και μάτια και βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Πρώτα ήταν η χάρις της πράξεως, άλλα τώρα έλαβε δεκαπλάσια χάρη. Τώρα έγινε ο νους ουρανός. Βλέπει μακριά. Έχει χωρητικότητα περισσότερη από την προηγούμενη. Τώρα του λείπει η θεωρία.
 
πηγή: «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας»,
εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος-
αποσπάσματα από την Θ΄ επιστολή – σε νεοελληνική απόδοση

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2023

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΕΡΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ!

 Περί λειτουργίας των πνευματικών νόμων
Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
 
Ο Γέροντας αγαπούσε να εργάζεται και δεν σταματούσε καθόλου στις ώρες πού επέτρεπε το πρόγραμμα. Το εργόχειρο μας τότε ήταν σταυρουδάκια σκαλιστά, τα οποία σκάλιζε με μεγάλην ευχέρεια και ταχύτητα, αφού εμείς ετοιμάζαμε το ξύλο. Έμενε μόνος του στο καλυβάκι πού του χτίσαμε μακρύτερα από μας, κι εμείς πηγαίναμε να τον βρούμε το μεσημέρι και μετά φεύγαμε ο καθένας μόνος του.


Το μέρος εκεί ήταν απόμερο και ήσυχο, αλλά ήταν πιο εκτεθειμένο στους καιρούς. Έτσι, το κρύο ήταν περισσότερο, ώσπου τον πείσαμε να του βάλουμε λίγη θέρμανσι με καμμιά σόμπα. Πήρα, εγώ ο ευτελής, τα μέτρα και ετοίμασα τα υλικά, για να την φτιάξω με λαμαρίνα απ'; έξω και μέσα χτιστή με πηλό. Ετοιμάστηκα για την επομένη, όπως του έταξα αποβραδίς, και το πρωί μάζεψα τα εργαλεία μου και τα υλικά και πήγα κάπου εκεί κοντά να την φτιάξω και να την τοποθετήσω μετά. Έβαλα μετάνοια, όπως πάντα, και άρχισα με καλό καιρό, γιατί δούλευα έξω στο ύπαιθρο.
Μόλις μέτρησα και έκοψα τα εξαρτήματα και άρχισα να δουλεύω, χάλασε απότομα ο καιρός. Μετά, εύρισκα μια παράξενη δυσκολία σε ο,τιδήποτε και αν επιχειρούσα να κάμω. Φυσούσε ένας παράξενος αέρας, πού δεν είχε κατεύθυνσι προς κανένα σημείο, μόνο σήκωνε τα πάντα κατ'; επάνω μου και μου 'φερνε στο πρόσωπο ο,τιδήποτε βρισκόταν στον τόπο: λαμαρίνες, σανίδες, παλιόχαρτα και άμμο. Παραδόξως μου έφευγαν τα εργαλεία και κατρακυλούσαν μακριά χωρίς λόγο, διότι ο τόπος δεν ήταν παντελώς κατωφερής. Τα καρφιά στράβωναν χωρίς λόγο, με την παραμικρή πίεσι, έσπαζαν τα τρυπάνια, άλλαζαν τα σχέδια μου, πού τα είχα μετρημένα και κομμένα με ακρίβεια.
Στην αρχή δεν υπελόγισα τίποτε και βιαζόμουν να επαναφέρω τα πράγματα στην ταξί και να συνεχίσω. Σε λίγο όμως το πράγμα έγινε πολύ αισθητό, ότι κάτι συνέβαινε. Σταμάτησα λίγο όμως, γιατί είχα κατασυντρίψει κυριολεκτικά και όλα μου τα δάχτυλα, και μια παράξενη ταραχή μέσα μου, μου προκαλούσε οργή, σύγχυσι, ανυπομονησία. «Περίεργο πράγμα, λέω, κάτι συμβαίνει»! Εν τω μεταξύ και ο καιρός επεδεινώθη, πού με ανάγκασε να διακόψω, και πήγα στον Γέροντα. Αυτή η κατασκευή απαιτούσε δυο με τρεις, το πολύ, ώρες δουλειά και πέρασαν περισσότερο από έξι ώρες, χωρίς να έχω κάνει τίποτα.
Τότε θυμήθηκα κάτι πού μου είχε πη ο Γέροντας το πρωί, όταν ξεκίνησα, και δεν το έλαβα υπ' όψι. «Άντε να δούμε, μου είχε πη, θα κάμης τίποτε σήμερα;». Εγώ δεν έδωσα σημασία στο νόημα αυτών των λέξεων, αλλά σκέφτηκα πώς το είπε για να με ταπείνωση ίσως, γιατί ήξερα αυτή τη δουλειά. Μάλιστα φιλοδοξούσα να τελειώσω και συντομώτερα καν επιτυχέστερα, για να τον αναπαύσω, και με την κρυφή χαρά πώς μας επέτρεψε να του βάλωμε θέρμανσι και αυτό θα το έκανα μόνος μου εγώ!
Πήγα, λοιπόν, του χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε. Μόλις με είδε ταραγμένο, άρχισε να γελάη.
«Γέροντα, λέω, τι συμβαίνει εδώ; και γιατί μου είπες το πρωί σαν πρόρρησι, αν τελειώσω'; Αφού ξέρεις πώς για μένα τούτο ήταν παιχνίδι». «Εσύ τι συμπέρανες πώς ήταν», μου είπε χαριεντιζόμενος. «Πειρασμός, του είπα, σατανική ενέργεια». «Αυτό ήταν, μου απάντησε. Και άκουσε να μάθης το φαινόμενο σε σένα μυστήριο. Το βράδυ στην προσευχή μου, όταν τελείωσα και ήθελα να ησυχάσω, είδα τον σατανά και απειλούσε να μου κάμη εμπόδια και πειρασμό στην απόφασί μου, πού είχα προγραμματίσει. Κι εγώ είπα στον Χριστό μας- 'Κύριέ μου, μη τον εμπόδισης, για να του δείξω πώς σε αγαπώ και θα υπομείνω το κρύο, όσο επιτρέψης Εσύ'. Και αυτός ήταν ο λόγος, παιδί μου, πού έγιναν όλα αυτά, για να μην έχω σύντομα θέρμανσι, καθώς σεις επιθυμούσατε να μου ετοιμάσετε».
Εγώ, ο μάρτυς αυτού του δράματος, όταν άκουσα αυτή την λεπτομέρεια και τα μυστήρια της κρυπτής προνοίας, με τα οποία λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έμεινα κατάπληκτος και εν σιωπή μονολογούσα· «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον και δόξαν των θαυμάσιων Σου»! Το γεγονός αυτό με βοήθησε να καταλάβω τη δύναμι του λόγου των Γερόντων, πού κατά τον αββά Ποιμένα και τον αββά Δωρόθεο- κρύβουν μέσα τους δύναμι και ενέργεια της χάριτος, σαν δείγμα της προσωπικής των καταστάσεως και πείρας.
Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
 
ΑΓΑΠΗ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΕΣΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΦΘΑΣΕΝ Η ΦΩΝΗ ΣΟΥ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Εσύ νομίζεις ότι δεν έφθασεν η φωνή σου εις τους Αγίους, εις την Παναγίαν μας, εις τον Χριστόν. Μα, προτού εσύ φωνάξης, οι Άγιοι έσπευσαν εις βοήθειαν σου γνωρίζοντες ότι θα τους επικαλεσθής και θα ζητήσής την εκ Θεού προστασίαν τους. Όμως εσύ μη βλέπων πέραν αυτών όπου φαίνονται και μη γνωρίζων το πως ο Θεός κυβερνά τον κόσμον θέλεις ευθύς ως αστραπή να γίνεται το αίτημά σου. Όμως δεν είναι έτσι.

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

 Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Περὶ προσευχῆς
 
Θὰ μακρυγορούσαμε, ἂν θέλαμε νὰ περιγράψουμε ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τὸ θέμα αὐτὸ σὲ σχέση μὲ τὸ Γέροντά μας. Ἡ προσευχὴ ἦταν γιὰ τὸν Γέροντα ἕνα ἀπέραντο κεφάλαιο καὶ τὸ κύριο μέλημά του. Σὲ αὐτὴν εἶχε δοθεῖ ὁλόκληρος. Ὅλη τὴν ζωή του, ὅλη τὴν ἐπίδοση καὶ τὸν ἐνθουσιασμό του, ὅλη τὴν φροντίδα καὶ τὴν προσπάθειά του, ὅλο του τὸ εἶναι τὰ εἶχε ἀποθέσει στὴν ἀρετὴ τῆς προσευχῆς. Τί μποροῦμε νὰ ποῦμε καὶ νὰ περιγράψουμε ἀπὸ τὰ δυσπρόσιτα καὶ ἀπροσπέλαστα μυστήρια ποὺ ἀγνοοῦμε ἐμεῖς οἱ ταπεινοί, πτωχοὶ καὶ ἀδύνατοι ἀπὸ τὴ φύση καὶ τὴν κατάστασή μας;

Βλέπαμε ἐξωτερικὰ τὴν πρακτικὴ ζωή του. Παρατηρούσαμε, πόσο ἀνελέητα φερόταν πρὸς τὸν ἑαυτό του καὶ ἀνάλογα συλλογιζόμασταν. Ποιὸς ὅμως ἦταν δυνατὸν νὰ δεῖ ἢ νὰ περιγράψει τὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ τοὺς ἀλαλήτους στεναγμούς του καὶ ὅλα ὅσα ἡμέρα καὶ νύχτα προσέφερε στὸν Θεό;
Δικαιολογημένες ἀπαιτήσεις μποροῦσαν νὰ τοῦ ἀποσπάσουν ἀνάλογες ὑποχωρήσεις σὲ σχέση μὲ ὁ,τιδήποτε πρακτικὸ τὸν ἀπασχολοῦσε. Στὴν τάξη ὅμως καὶ τὸν τύπο τῆς προσευχῆς ἦταν ἀδύνατο νὰ γίνουν ὑποχωρήσεις. Ἡ ἀκρίβεια καὶ ἡ ἐμμονή του στὸ θεῖο ἔργο τῆς προσευχῆς μαρτυροῦσαν τὸ ὕψος καὶ τὸ πλάτος τῆς φροντίδας του καὶ τὰ ἀντίστοιχα ἀποτελέσματα ἦταν πολὺ φανερά. Κατὰ τὴν κρίση τῶν Πατέρων μας, τὸ σαφέστερο δεῖγμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς μιᾶς ψυχῆς εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ, ποὺ ὑπάρχει ὡς ἐσωτερικὴ μόνιμη κατάσταση καὶ ὄχι ὡς προϊὸν προσπαθείας. Καὶ στὸν πνευματικὸ Γέροντά μας βλέπαμε ὅτι τὸ κύριο μέλημα καὶ ὁ κύριος στόχος του ἦταν ἡ προσευχή.
Ὁ ἀείμνηστος μᾶς παιδαγωγοῦσε καὶ μᾶς ὑπεδείκνυε ἀκούραστα τὴν ἀξία καὶ τὸν πλοῦτο τοῦ καρποῦ τῆς προσευχῆς. Συχνὰ τόνιζε: «ἡ ἀκρίβεια τῆς ἐντολῆς αὐτῆς καὶ ἡ προσπάθεια τῆς προσευχῆς θὰ σᾶς ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς προσευχῆς» ἢ «αὐτὸ τὸ λάθος θὰ σᾶς γίνει ἐμπόδιο στὴν προσευχή».
Τὴν ἰδιαίτερη μέριμνα τοῦ Γέροντος γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς προσευχῆς μπορεῖ νὰ τὴν διαπιστώσει ὁ καθένας καὶ ἀπὸ τὶς διάφορες ἐπιστολές του, ποὺ δημοσίευσε ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφός μας, ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου. Γράφει ὁ Γέροντας πρὸς ἕνα νεώτερο: «Ἡ νοερὰ προσευχὴ εἰς ἐμένα εἶναι ὅπως τοῦ καθενὸς ἡ τέχνη. Καθότι ἐργάζομαι αὐτὴν τριάντα ἓξ καὶ ἐπέκεινα χρόνια», δηλαδὴ σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἕως τότε μοναχικῆς του ζωῆς. Ἡ ἄνεση, μὲ τὴν ὁποία περιγράφει αὐτὴ τὴν παναρετὴ ὁ μακαριστὸς Γέροντας – τὴν ἀρχή της, τὴν λεπτομερῆ ἐξήγηση τῶν διαφόρων σταδίων καὶ καταστάσεων ποὺ ἀκολουθοῦν ὡς καὶ αὐτὴ τὴν ἔλλαμψη καὶ ἁρπαγή, στὴν ὁποία ὁδηγεῖ ἡ ἴδια αὐτοὺς ποὺ τὴν ἀσκοῦν μὲ ζῆλο –μαρτυρεῖ τὸν βαθμὸ τῆς προαγωγῆς μὲ τὴν δύναμη τῆς Χάριτος, καὶ τῆς κατοχῆς τῶν μυστηρίων καὶ τῶν ἰδιοτήτων τῆς προσευχῆς...
... Σὲ ἄλλη ἐπιστολὴ, ποὺ περιγράφει τὴν ἰδιότητα τῆς προσευχῆς, μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρει «τὸν δὲ φωτισμὸν διαδέχονται διακοπὴ τῆς εὐχῆς καὶ συχναὶ θεωρίαι. Ἁρπαγὴ τοῦ νοός, κατάπαυσις τῶν αἰσθήσεων, ἀκινησία καὶ ἄκρα σιγὴ τῶν μελῶν, ἕνωσις Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου εἰς ἕν». Συνεχεῖς ἐμπειρίες του ἦταν ἡ εἰρήνη τῶν λογισμῶν, ἡ συνάντηση μὲ ἄλλον ἀέρα, ἡ «ζωοποιὸς νέκρωση» καὶ γαλήνη τῶν μελῶν, ἡ αἴσθηση λεπτῆς αὔρας, ἡ ἄρρητη εὐωδία, τὸ ἄϋλο, ὑπέρλευκο καὶ ἄκτιστο φῶς. Γι᾿ αὐτὸ συχνὰ μᾶς μιλοῦσε μὲ τέτοιες ἐκφράσεις. Χαρακτηριστικό του ἦταν ἐπίσης ἡ εὐχέρεια νὰ ἑρμηνεύει τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς σὲ ὅλο τὸ στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα καὶ ἰδίως στὸ πρακτικὸ μέρος. Αὐτὸ ἦταν ἐπισφράγιση καὶ ἀπόδειξη τοῦ αἰωνίου κύρους τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ποὺ συνεχίζεται καὶ παρατείνεται ἀδιάκοπα καὶ ἀπαραχάρακτα ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνες ὡς τὶς ἡμέρες μας.
Τὸν πατρικὸ χαρακτήρα τῆς χαριτωμένης καὶ ἀληθινῆς προσευχῆς τοῦ Γέροντος ἐπισφράγιζε καὶ ἡ κοινωνία του μὲ τὸν πανανθρώπινο πόνο. Νοιώθαμε ὅτι αὐτὸ τὸ ζοῦσε ἔντονα καὶ σχεδὸν διαρκῶς. Πολλὲς φορὲς τὸν βλέπαμε νὰ βυθίζεται ἤρεμα στὸν ἑαυτό του, καὶ φαινόταν ὅτι δὲν ἦταν κοντά μας. Ἀλλοιωνόταν ἡ ἔκφρασή του καὶ μὲ λυπημένο ὕφος ἀναστέναζε ἐλαφρά. «Γέροντα, τί συμβαίνει;», ρωτούσαμε μὲ τὴν νεανική μας περιέργεια. «Κάποιος πάσχει, παιδιά» μᾶς ἔλεγε. Ἡ διαπίστωση γινόταν ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες λαμβάναμε ἕνα γράμμα μὲ τὴν περιγραφὴ κάποιας περιπέτειας. «Πῶς γίνεται, Γέροντα, αὐτοὶ ποὺ προσεύχονται περισσότερο νὰ γίνονται κοινωνικότεροι τῶν ἄλλων;». Γιατὶ βλέπαμε ὅτι αὐτοὶ αἰσθάνονται τὸν πλησίον καὶ κοινωνοῦν μὲ αὐτὸν πρακτικότερα, μολονότι οἱ ἴδιοι εἶναι σχεδὸν κρυμμένοι καὶ ἄγνωστοι. Μὲ τὸ δικό του λεξιλόγιο μᾶς ἀποδείκνυε τότε τὴν καθολικότητα τῆς προσευχῆς, ποὺ εἶναι ὁ κυριότερος φορέας τῆς οἰκουμενικότητος. Μὲ τὴν προσευχὴ πραγματοποιεῖται τελειότερα ἡ ἕνωση μὲ τὸν Θεό, καὶ ἔτσι τὰ πάντα καταλήγουν στὴν Χριστοένωση καὶ Χριστοκοινωνία. Ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὰ θέματα ποὺ «ἔπασχε», ἴσως νὰ μειονεκτοῦσε μερικὲς φορὲς στὴν δυνατότητα ἐκφράσεως. Δὲν μποροῦσε νὰ διατυπώσει πλήρως τὰ πνευματικὰ βιώματά του μὲ τοὺς λεπτοὺς φιλοσοφικοὺς ὅρους τῆς θεολογίας. Μᾶς πληροφοροῦσε ὅμως μὲ λεπτομέρεια γιὰ τὸ κάθε νόημα ποὺ περικλείεται στὸν πνευματικὸ ἀγώνα τῆς ἐν Θεῷ ζωῆς γενικά, ἀλλὰ καὶ εἰδικὰ σὲ ὅ,τι ἀναφέρεται στὴν προσευχή, μὲ ἕναν ἐπαγωγικὸ τρόπο, ποὺ τοῦ ἔδινε ἡ ἐλευθερία τῆς ἐμπειρίας του.
Μᾶς ἔλεγε: «Ἡ μάχη πρὸς τὰ πάθη εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας πρὸς τὴν καθαρὰ προσευχή. Εἶναι ἀδύνατον νὰ προοδεύσει κάποιος στὴν εὐχή, ὅταν ἐνεργοῦν τὰ πάθη. Στὴν ἀγριότητα τῆς μάχης κατὰ τῶν παθῶν, ἐνῶ ὁ ἀγωνιστὴς πολεμάει μὲ σωστὸ τρόπο καὶ πρόθυμα, συμβαίνει κάποτε νὰ τὸν «ὑποκλέπτουν» τὰ πάθη, εἴτε ἀπὸ ἀπειρία γιὰ τὸ ἄγνωστο εἶδος τοῦ πολέμου εἴτε ἀπὸ ἀδυναμία. Παρόλα ὅμως αὐτά, δὲν ἐμποδίζεται ἡ παρουσία τῆς Χάριτος τῆς προσευχῆς. Ὅταν ὅμως ὁ «ὑποσκελισμός» τῶν παθῶν προέρχεται ἀπὸ ἀμέλεια ἢ ἔχει κάποια κενοδοξία, τότε ἡ παρουσία τῆς Χάριτος εἶναι ἀδύνατη. Ἔπειτα ὁ νοῦς, κατὰ τὸ μέτρο τῆς ἀπαλλαγῆς του ἀπὸ τὰ πάθη, παίρνει διὰ τῆς Χάριτος Θάρρος καὶ δύναμη στὸν πόλεμο κατὰ τῶν λογισμῶν καὶ στέκεται μὲ ἐπιμονὴ στὴν προσευχὴ καὶ γενικότερα στὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ».
... Πάμπολλα παραδείγματα στὴν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων μᾶς πείθουν γιὰ τὴν σωτηρία ἀπὸ ἐπικείμενους ὀλέθρους ἐξαιτίας τῆς προσευχῆς ἐναρέτων ἀνθρώπων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐκδηλώνουν οἱ τέλειοι ἐν Θεῷ τὶς δυὸ κύριες ἀρετές τους. Τὴν ἀγάπη καὶ τὴν προσευχή. Ἡ ἀγάπη συνιστᾶ τὴν οὐσία τῆς προσωπικότητος τῶν τελείων, ἐνῶ ἡ προσευχὴ τὸ ἀποδεικνύει.
Ὁ Γέροντας μᾶς ἔλεγε ὅτι σὲ ὅποιον προσεύχεται ἀληθινὰ ἀποκαλύπτεται ἡ αἴσθηση τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον. Καὶ πιὸ συγκεκριμένα, «ὅταν ἡ Χάρις ἐνεργήσει στὴν ψυχὴ τοῦ εὐχομένου, τότε τὸν πλημμυρίζει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ ἄλλο νὰ ἀντέξει αὐτὸ ποὺ αἰσθάνεται. Στὴν συνέχεια, στρέφεται ἡ ἀγάπη αὐτὴ πρὸς τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἀγαπᾶ τόσο, ὥστε νὰ θέλει νὰ πάρει ἐπάνω του ὅλο τὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὴν δυστυχία γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ ἄλλοι. Συμπάσχει σὲ κάθε θλίψη καὶ δυσκολία, θλίβεται ἀκόμα καὶ γιὰ αὐτὰ τὰ ἄλογα ζῷα καὶ κλαίει, ὅταν σκεφθεῖ ὅτι πάσχουν! Αὐτὰ εἶναι χαρακτηριστικὰ ἀγάπης, ποὺ τὰ προκαλεῖ καὶ τὰ δραστηριοποιεῖ ἡ προσευχή. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅσοι πρόκοψαν στὴν προσευχὴ δὲν παύουν νὰ εὔχονται ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Σὲ αὐτοὺς ἀνήκει καὶ ἡ παράταση τῆς ζωῆς του - ὅσο καὶ ἂν αὐτὸ φαίνεται παράδοξο καὶ τολμηρὸ - καὶ νὰ ξέρετε ὅτι, ἂν αὐτοὶ ἐκλείψουν, τότε θὰ ἔρθει τὸ τέλος αὐτοῦ τοῦ κόσμου» .
Ὁ Θεός, ὡς ἡ αὐτούσια Παναγάπη, μεταδίδει καὶ μεταφέρει μέρος ἀπὸ τὴν Παναγαθότητά Του στὰ κτίσματά Του, ὅπως καὶ ὅσο Αὐτὸς γνωρίζει. Αὐτὸ ἔχει ὡς συνέπεια νὰ κάνουν τὸ ἴδιο πράγμα καὶ οἱ θεούμενοι δοῦλοι Του, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐπίκλησή τους μεταδίδουν ἐπίσης τὴν ἀγάπη στὸν κόσμο. Τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι, ἂν ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ σῶμα, ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ ἐνέργεια καὶ ἡ δύναμή του. Καὶ ἀποδεικνύεται ὅτι μὲ τὴν προσευχὴ κατορθώνεται ἐπιτυχέστερα ἡ ἐκπλήρωση τῆς ἀγάπης σὲ παγκόσμια κλίμακα, ἐκεῖ ὅπου ἀδυνατοῦν οἱ τόσοι ἄλλοι πόροι καὶ τρόποι...

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ ΒΙΟΣ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ-«Η ΔΕΚΑΦΩΝΟΣ ΣΑΛΠΙΓΞ» ΨΥΧΩΦΕΛΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΑ 1

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΝΑ ΕΧΕΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Να έχετε τον Χριστό και την Παναγία βοήθεια· ας είναι πάντοτε στο νου και την καρδιά το γλυκύτατο και ποθεινότατο όνομά τους. Και αυτό είναι αρκετό αντί πολλών προσευχών. 

Σάββατο 19 Αυγούστου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΒΟΗΘΗΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΡΓΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΝΟΙΑΣ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Η προσευχή είναι το μόνο βοήθημα που συνεργεί στην κάθαρση της διανοίας και χωρίς αυτή δεν μπορούμε να ζήσουμε πνευματικά. 

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΕΑΝ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΕΝ ΣΤΕΙΛΕΙ ΤΑ ΚΑΘΑΡΤΙΚΑ ΝΕΡΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΤΟΥ ΧΑΡΙΤΟΣ, ΕΜΕΙΣ ΜΕΝΟΥΜΕ ΓΥΜΝΟΙ ΑΠΟ ΚΑΡΠΟ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Εάν ο Κύριος δεν στείλει τα καθαρτικά νερά της θείας Του Χάριτος, εμείς μένουμε γυμνοί από καρπό, και τα έργα μας γίνονται φαγητό των δαιμόνων, διότι τα πνίγουν τα πάθη μας. 

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΕΑΝ ΤΩΡΑ ΔΕΝ ΒΙΑΣΤΕΙΣ, ΘΑ ΕΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ, ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΤΩΡΑ ΠΑΡΑΛΕΙΠΕΙΣ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Εάν τώρα δεν βιαστείς, θα έρθει καιρός, όπου και να θελήσεις, δεν θα μπορέσεις να κάνεις αυτό που τώρα παραλείπεις. 

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΟΣΟ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΘΑ ΣΑΣ ΠΛΗΓΩΝΟΥΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΑ ΣΑΣ ΣΥΝΤΡΟΦΕΥΕΙ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Όσο οι άνθρωποι θα σας πληγώνουν ο Χριστός θα σας συντροφεύει, όσο οι άνθρωποι θα ματαιώνουν τα όνειρα σας, η Παναγία θα γίνεται η πλατυτέρα της καρδιάς σας, που μέσα στο πλάτεμα της αγκαλιάς Της θα χωράμε όλοι, προδότες και προδομένοι. 

Δευτέρα 15 Μαΐου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΜΟΥ ΕΔΕΙΞΕΝ Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΚΑΚΙΑΝ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΔ’)!

 

ΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΜΟΥ ΕΔΕΙΞΕΝ
Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΚΑΚΙΑΝ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ
(ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΔ’)
του μακαριστού γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή

Μη ξενίζεσαι, τέκνον μου. Έτσι είναι ο μοναχός. Ο βίος τού μονάχου είναι μαρτύριον διαρκές. Ο γλυκύς Ιησούς μέσα εις τας θλίψεις γνωρίζεται. Και μόλις θα τον ζήτησης, θα σου προβάλη τας θλίψεις. Η αγάπη Του είναι μέσα στα βάσανα. Ολίγον μέλι σου δείχνει και αποκάτω έχει κρύψει ολόκληρον αποθήκην πικρίας. Προηγείται το μέλι της χάριτος και ακολουθεί η πικρία των πειρασμών.
Όταν θελήση να σου στείλη τα βάσανα σε ειδοποιεί και ως αγγελιαφόρον σου στέλνει ανάλογον χάριν. Ως να σου λέγη: Γίνου έτοιμος! Να περιμένης πόθεν θα σε προσβάλη και θα χτυπήση ο εχθρός.Και ούτως αρχίζει ο σος αγών και η πάλη.
Πρόσεχε, μη δειλιάσης. Μη ξενίζεσαι, όταν πέ­φτουν κανόνια, αλλά στήθι ανδρείως ως τού Χριστού στρατιώτης, ως δόκιμος αθλητής, ως γενναίος πολεμιστής. Διότι εδώ η παρούσα ζωή είναι στάδιον του πολέμου. Εκείθεν θα είναι η ανάπαυσις. Εδώ εξο­ρία, εκείθεν η αληθινή μας πατρίδα.
Δεν σε είπον και άλλην φοράν; Οκτώ έτη εις την αρχήν είχα μάχην φρικτήν μετά των δαιμόνων. Κάθε νύκτα λυσσώδης αγών και την ημέραν οι λογισμοί και τα πάθη. Ήρχοντο με σπαθιά, αξίνες, μπαλτάδες και φτυάρια.
- Όλοι επάνω του! φώναζαν. Μαρτύριον ετραβούσα.
- Πρόφθασε, Παναγία μου! φώναζα- και άρπαζα ένα- και δος του εκτυπούσα στους άλλους˙ έσπαζα τα χέρια μου στα ντουβάρια.
Και κατά τύχην ήλθε κάποιος γνωστός μας από τον κόσμον, να μας ιδή. Και την νύκτα τον έβαλα στο μικρό μου καλυβάκι να κοιμηθή. Και έρχονται οι δαίμονες, καθώς είχαν συνήθειαν εις εμένα, και τον πιάνουν στο ξύλο, και βάζει κάτι φωνές! Έφριξεν ο άνθρωπος. Κόντευσε να τα χάση. Τρέχω ευθύς.
- Τι έχεις; τον λέγω.
- Οι δαίμονες, λέγει, παρ’ ολίγον με έπνιγαν! Με σκότωσαν στο ξύλο!
- Μη φοβείσαι, τον λέγω, εδικές μου ήταν αυτές και απόψε κατά λάθος τις έφαγες εσύ! Όμως μην ανησυχής. Τον είπα και άλλα τοιαύτα φαιδρά να τον ηρεμήσω. Άλλ’ εστάθη αδύνατον. Δεν ημπορούσε πλέον να μείνη στον τόπον εκείνον του μαρτυρίου.
Έντρομος εκύτταζε δεξιά-αριστερά και παρεκάλει να φύγη. Νύχτα-μεσάνυχτα τον ωδήγησα στην Αγία Άννα και επέστρεψα.
Ήμεθα εις τον Άγιον Βασίλειον τότε.
Λοιπόν μετά οκτώ έτη τοιαύτα, από το ξύλον, όπου έδινα κάθε ημέραν στο σώμα μου δια τον πόλεμον της σαρκός, από την νηστείαν που έκαμα,αγρυπνίαν και λοιπά αγωνίσματα, έγινα πτώμα. Και έπεσα ασθενής. Καιαπελπίσθηκα πλέον ότι δεν υπάρχει ελπίς να νικήσω τους δαίμονας και τα πάθη.
Και μίαν νύκτα όπως ήμουν καθήμενος άνοιξεν η θύρα. Εγώ σκυφτός ευχόμην νοερώς και δεν κύτταξα. Είπα ότι ο π. Αρσένιος άνοιξε. Κατόπιν αισθάνο­μαι κάτω μου ένα χέρι να με ερεθίζη προς ηδονήν. Κυττάζω και βλέπω τον δαίμονα της πορνείας, τον ψωριάρη. Όρμησα επάνω του ωσάν σκύλος – τέτοια μανία τον είχα – και τον άρπαξα. Και στην αφήν μου αι τρίχες του ήσαν όπως του χοίρου. Και έγινεν άφαντος. Εγέμισε βρώμα όλος ο τόπος. Και απ’ αυτήν την στιγμήν έφυγε μαζί του και ο πόλεμος της σαρκός. Και έγινα πλέον ως βρέφος σε μεγάλην απάθειαν.
Εκείνο το βράδυ μου έδειξεν ο Θεός την κακίαν τού Σατανά.
Ήμην πολύ υψηλά εις ένα ωραίον μέρος, και κάτωθεν μεγάλη πλατέα, και πλησίον η θάλασσα. Και είχαν στήσει οι Δαίμονες μυριάδες παγίδες. Και επερνούσαν οι μοναχοί- και πίπτοντας αι παγίδες άλλον έπιαναν από το κεφάλι, άλλον από το πόδι, άλλον από το χέρι, από τα ρούχα, από όπου ήτον τρόπος τον καθένα. Ο δε βύθιος δράκων είχε το κεφάλι του έξω από την θάλασσαν και – βγάζων πυρ από το στόμα του, μάτια και μύτη – έχαιρε και ηγάλλετο εις την πτώσιν των μοναχών. Εγώ δε βλέπων τον ύβριζα.
- Ω βύθιε δράκον! έλεγα. Δι’ αυτό μας απατάς και μας παγιδεύεις!
Και συνήλθα έχων χαράν και θλίψιν ομοίως. Χαράν, διότι είδον τες παγίδες του Διαβόλου. Θλίψιν δια την πτώσιν μας και τον κίνδυνον, όπου κινδυνεύομεν εφ’ όρου ζωής.
Έκτοτε ήλθα εις μεγάλην ειρήνην και προσευχήν. Αλλά δεν παύει αυτός.Εγύρισε κατ’ επάνω μου τους ανθρώπους. Δι’ αυτό σου τα γράφω, να κάμετε υπομονήν συ και οι λοιποί αδελφοί.
Είναι αγώνας εις αυτήν την ζωήν, αν θέλης να κερδίσης, δεν είναι αστεία! Με τα ακάθαρτα πνεύμα­τα πολεμείς, όπου δεν μας ρίχνουν γλυκά και λουκού­μια, αλλά σφαίρες οξείες που θανατώνουν ψυχήν, όχι σώμα.
Πλην μη λυπήσαι. Μη δειλιάς. Έχεις βοήθειαν. Εγώ σε βαστάζω. Σε είδα κατά αλήθειαν εχθές εις τον ύπνον μου, ανεβαίναμε μαζί προς τον Χριστόν.Λοιπόν, ανάστα και δράμε οπίσω μου.
Μόνον πρόσεχε, αφού είδες τες παγίδες των πονηρών και αλλοίμονον εις εκείνον που πιάσουν.
Εύκολα δεν ημπορεί από τα νύχια τους να ξεφύγη.
Βεβαίως δεν ημπορεί – όσον και αν το θέληση – ο Διάβολος μόνος να μας κολάση, εάν ημείς δεν συνερ­γήσαμεν στην κακίαν του˙ άλλ’ ούτε πάλιν ο Θεός θέλει μόνος Του να μας σώση, εάν και ημείς δεν γίνωμεν συνεργοί της Αυτού χάριτος εις την σωτηρίαν μας. Πάντοτε βοηθεί ο Θεός, πάντα προφθάνει, αλλά θέλει και ημείς να εργασθούμεν, να κάμωμεν εκείνο όπου ημπορούμεν.
Όθεν μη λέγης ότι δεν επρόκοψες, και διατί δεν επρόκοψες, και άλλα παρόμοια. Διότι η προκοπή δεν έγκειται εις μόνον τον άνθρωπον, καν θελήση, καν και πολύ κοπιάση. Η δύναμις του Θεού, η χάρις Του η ευλογημένη, αυτή κάμνει το παν, όταν το εξ ημών λάβη. Αυτή σηκώνει τον πεσμένον, αυτή ανορθοί τον κατερραγμένον.
Αυτόν τον Θεόν και Σωτήρα ημών να παρακαλούμεν και ημείς εξ όλης καρδίας να έλθη, να σφίξη τον παράλυτον, να εγείρη τον τετραήμερον Λάζαρον, να δώση οφθαλμούς εις τον τυφλόν, να θρέψη τον πεινασμένον.

Από το βιβλίο «Έκφραση Μοναχικής Εμπειρίας» του μακαριστού γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή το οποίο περιέχει επιστολές προς τα πνευματικά του παιδιά.

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΟΣΟ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΘΑ ΣΑΣ ΣΤΑΥΡΩΝΟΥΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΑ ΣΑΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Και να είστε για ένα σίγουροι, όσο οι άνθρωποι θα σας σταυρώνουν ο Θεός θα σας ανασταίνει. Όσο οι άνθρωποι θα σας πληγώνουν ο Χριστός θα σας συντροφεύει, όσο οι άνθρωποι θα ματαιώνουν τα όνειρα σας, η Παναγία θα γίνεται η πλατυτέρα της καρδιάς σας, που μέσα στο πλάτεμα της αγκαλιάς Της θα χωράμε όλοι, προδότες και προδομένοι.

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΑΦΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΡΚΩΣ ΠΑΡΩΝ Ο ΘΕΟΣ, ΔΙΑΤΙ ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ;

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Ἀφοῦ εἷναι διαρκῶς παρών ὁ Θεός, διατί ἀνησυχεῖς; «Ἐν αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα. Εἰς τήν ἀγκάλην τοῦ βασανιζόμεθα. Θεόν απνέομεν, Θεόν περιβαλλόμεθα, Θεόν ψηλαφῶμεν, Θεόν ἐσθίομεν ἐν μυστήριῳ. Ὅπου στρέψης, ὅπου ἴδῃς, παντοῦ Θεός· ἐν οὐρανοῖς, ἐπί γῆς, εἰς τάς ἀβύσσους, εἰς τά ξύλα, μέσα στίς πέτρες, εἰς τόν νοῦν σου, εἰς τήν καρδίαν σου. Λοιπόν δέν σέ βλέπει πῶς πάσχεις; Ὅτι ὑποφέρεις; Εἰπέ εἰς αὐτον τά παράπονά σου καί θά ἴδης παράκλησιν καί θεραπείαν, ὅπου νά θεραπεύη ὄχι μόνον τό σῶμα ἀλλά μᾶλλον τῆς ψυχῆς σου τά πάθη.