π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης: Προβλέπεται μεγάλη δυστυχία
και πτώχεια, αλλά επιβάλεται να γίνει και αυτό, διότι είναι δοκιμασία του Θεού.
Αφού ο Πανάγαθος Θεός, μας έχει δώσει όλα τα αγαθά, εμείς όχι μόνο Τον
ξεχάσαμε, αλλά και Τον βλασφημούμε, γι’ αυτό χρειάζεται να μας δώσει κανένα ράπισμα
να συνέλθουμε.
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Σάββατο 29 Μαρτίου 2025
Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ: ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΠΤΩΧΕΙΑ!
Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ
Γέροντας Δημήτριος
Γκαγκαστάθης
Ο Γέροντας και ο Αρχάγγελος
Μιχαήλ
Διηγείται σχετικά ό π. Δημήτριος Γκαγκαστάθης:
"Στίς 20 Οκτωβρίου 1945, Κυριακή πρωϊ, μόλις
κτύπησα τήν καμπάνα τής Εκκλησίας, περικύκλωσε τό χωριό αντάρτικος στρατός μέ
εντολή εκκαθαρίσεων...
Άρχισαν νά ρίχνουν πυρά πρός εκφοβισμό. Εγώ μόλις είχα μπεί στήν Εκκλησία, έκανα τόν σταυρό μου, παρακάλεσα τόν Άγιο Νικόλαο νά μάς φυλάξει καί σηκώθηκα νά φύγω. Μού ρίχνανε μέ τό πυροβόλο ταμπουρωμένοι σ΄ ένα φυλάκιο, όμως καμμιά σφαίρα δέν μέ εκτύπησε. Τόν Απόστολο Κατσιμπίρη πού ήταν δίπλα μου τόν έρριξαν κάτω. Έμεινα μόνος καί ακολουθώντας ένα ρέμα μέ έχασαν...
Όμως, κοντά στά σύνορα τών χωριών Ριζώματος - Βασιλικής μέ έφτασαν πάλι. Ήσαν 10 άτομα καί μέ τόν αρχηγό 11, τρέχοντας πάνω σέ άλογα γιά νά μέ πιάσουν. Έβριζαν καθώς μέ κυνηγούσαν, καί έρριχναν μέ τά Στέν, χωρίς νά μπορούν νά μέ σκοτώσουν. Οί σφαίρες τρύπαγαν τά ράσα μου, τίς καταλάβαινα, αλλά κυλούσαν στό χώμα χωρίς νά μέ τραυματίζουν...
Μέ πλησίασαν στά 50 μέτρα γύρω - γύρω, μέ περικύκλωσαν
φωνάζοντας, "κερατά τράγο, πού θά μάς πάς;" βρίζοντάς με
χυδαία...
Καί τότε εγώ, ευρισκόμενος έν μέσω κινδύνου ζωής καί θανάτου, σταμάτησα, σήκωσα τά χέρια μου πρός τόν ουρανό, καί από τό βάθος τής ψυχής μου φώναξα, "Μιχαήλ Αρχιστράτηγε τών Αγγέλων, σώσε με, κινδυνεύω!..."
Καί ώ τού θαύματος! Σάν αστραπή παρουσιάσθηκε ό Αρχάγγελος Μιχαήλ στόν αρχηγό. Είδε έναν νέο μέ σπαθί, όπως ομολογούσε κι΄ ό ίδιος αργότερα, πού κόβοντας μέ μιά σπαθιά τά σχοινιά από τήν σέλα του, τόν έρριξε κάτω σπάζοντας τήν σπονδυλική στήλη του. Οί υπόλοιποι δέκα, έμειναν ακίνητοι, κεραυνόπληκτοι!...
Οί ενορίτες τού χωριού Βασιλική φύγανε από τήν Εκκλησία καί βγαίνοντας έξω κοιτάζανε τί θά γίνει.
Ακούω μιά φωνή. Ήταν τού αρχηγού τους, "Νά μάς συγχωρέσεις παπά μου, είπε, καί νά πάς στό καλό. Έχεις όριο ζωής καί υψηλούς προστάτες..."
Ευχαριστώ, τούς απάντησα. Τούς συγχώρεσα, καί τούς ευχήθηκα ό Θεός νά τούς φωτίσει, νά μετανοήσουν καί νά γίνουν καλοί άνθρωποι. Νά λέτε τήν αλήθεια, τούς είπα, καί νά έχετε τόν Θεό βοήθεια. Πήραν τόν τραυματισμένο συντροφό τους καί έφυγαν μαζεμένοι...
Μού έκαναν μεγάλη υποδοχή οί χωριανοί σάν έφτασα στήν Εκκλησία. Τούς λέγω, πρώτα νά προσκυνήσουμε καί νά ευχαριστήσουμε τόν Θεό, πού μέ έσωσε από τόν μεγάλο αυτό κίνδυνο. Είμαστε ευτυχείς, πού ή θρησκεία μας είναι ζωντανή..."
Γέροντας Δημήτριος Γκαγκαστάθης
Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ: ΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΕΣ ΣΩΖΟΥΝ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΠΟ ΧΑΛΑΣΜΟ
Οι Ταξιάρχες σώζουν το χωριό από χαλασμό
Ὁ παπα- Δημήτρης Γκαγκαστάθης διηγεῖται ...
«Την 14ην Ιουλίου 1965, ημέρα Πέμπτη, και ώρα 5 με 7 μ.μ., παρουσιάσθη το εξής πρωτοφανές και μεγάλο σημείο καταστροφής: Επί 2 ώρες, σκότος μέγα και σύννεφα βαρειά παρουσιάσθηκαν, με πολλές και δυνατές βροντές.
Έδειχνε πλημμύρα και καταστροφή! Ο κόσμος όλος, μαζεύτηκαν εις τα σπίτια τους και περίμεναν. Οι αστραπές και οι βροντές, πραγματικά, δείχνανε καταστροφή. Η βαζούρα του κακού πλησίαζε και οι βροντές διπλασιάζονταν και οι κεραυνοί έπεφταν βροχή. Θαρρείς, γίνονταν χαλασμός του κόσμου! Υπήρχε, δε, και μέγα σκότος.
Εγώ, ως εφημέριος του χωριού μου (“Πλάτανος” ή, παλαιότερα· “Βάνια” Τρικάλων), τρέχω και πάλιν εις τον Ναόν των Ταξιαρχών και ανάβω την κανδήλα του Χριστού, της Παναγίας και των Ταξιαρχών. Βάνω το πετραχήλι και, γονυπετής, με δάκρυα και, εκ βάθους ψυχής και καρδίας, προσευχόμουν να απαλλάξει ο Θεός τον κόσμον από τον μεγάλον κίνδυνον.
Επί μία ώρα και δέκα λεπτά, προσευχόμουν και παρακαλούσα τους Ταξιάρχας. Ο ιδρώτας μου, βγήκεν από την κεφαλήν μέχρι τους πόδας, από την μεγάλην αγωνίαν και δέησιν διά να απαλλαχθή το χωριό και, ω του θαύματος! Ούτε εις τα σύνορα του τόπου μας δεν έπεσε χαλάζι και ούτε οι κεραυνοί μάς έβλαψαν τίποτε! Μόνον ολίγη δροσιά μάς ήρθεν και, έτσι, με την δύναμι των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και των παρακλήσεών μου, εσώθη η χώρα.
“Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα Σου”! Αυτά τα γράφω ως ενθύμιον, και δια τους συναδέλφους μου ιερείς που θα προλάβουν από εμένα, ώστε να μη αφήσουν τους Ταξιάρχας, διότι το χωριό μας έχει αποκτήσει μεγάλους προστάτας και βοηθούς. Εις όλους τους κινδύνους, να τρέχουν και να τους παρακαλούν και να σώνεται η χώρα μας. Διότι ο ιερεύς, όταν προσεύχεται με πίστη και συντριβή της καρδίας του, εισακούεται...
Εγώ που τα γράφω αυτά, τα έχω δοκιμάσει όλα. Και δι’ αυτό πρέπει να αγωνίζεται και να κουράζεται ο εφημέριος δια την χώρα του (=την ενορία του, το ποίμνιό του). Έχει υποχρέωση να προσεύχεται και να παρακαλή τον Θεόν διά να τον βοηθή και απαλλάση ό,τι δει (=από ό,τι είναι ανάγκη). Το λέγει και το Ιερόν Ευαγγέλιον: “Αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται…” (Ματθ. ζ΄ 11). Αμήν».
Από το βιβλίο: «παπα–Δημήτρης Γκαγκαστάθης (1902–1975, Βίος–Θαύματα–Νουθεσίαι–Επιστολαί)», κεφ. α΄, σελ. 132–134, εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσ/νίκη 1990.
Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2023
Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ: ΟΣΟ ΔΙΝΕΙΣ, Ο ΘΕΟΣ ΤΟ ΔΙΠΛΑΣΙΑΖΕΙ!
π. Δημήτρης Γκαγκαστάθης: Όσο δίνεις, ο Θεός το διπλασιάζει. Το πορτοφόλι μου το έχω ανοιχτό πάντα, και πάντα γεμάτο είναι. Από το ένα μέρος δίνει ο άνθρωπος και από το άλλο το φέρει ο Θεός. Εγώ κάνω το καθήκον μου και λέγω: ο Θεός προστατεύει τα πουλιά και εμένα θα με αφήσει; Όχι… Εις το πορτοφόλι μου μέσα έχω το Χριστό και Αυτός κανονίζει τα πάντα, ό,τι χρειάζεται. Δοξάζω τον Θεό είτε έχω είτε δεν έχω… Ο Θεός εξοικονομεί τα πάντα.