ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΟΛΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΟΛΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΤΟΥ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΟΥ- ΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΥ ΤΟΝ ΓΛΥΤΩΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ

 Γέρων Ευλόγιος του Φανερωμένου
Οι προσευχές του υποτακτικού τον γλύτωσαν από την κόλαση 

To 1901 Γέρων (του Κελλίου Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου πλησίον των Καρυών) Παχώμιος, γερασμένος και ασθενής, στην επιθανάτια κλίνη έβλεπε δαίμονες. Ο Γέροντας Ευλόγιος στάθηκε συμπαραστάτης και παρηγορητής του όταν, κατά τις ανεξερεύνητες κρίσεις του Θεού, προσευχόμενος είδε την ψυχή του να πορεύεται στην κόλαση, πρόσπεσε με θερμά δάκρυα στη μεσιτεία της Παναγίας για την ψυχή του Γέροντός του. Μη μπορώντας να αντέξει την απώλειά του, δανείστηκε χρήματα για να κάνουν λειτουργίες ιερείς και να προσευχηθούν ασκητές επί σαρανταήμερο για την ψυχή του. Την τεσσαρακοστή ημέρα εμφανίστηκε χαρούμενος μπροστά του ο Γέρων Παχώμιος και τον ασπάστηκε, ευχαριστώντας τον για την σωτηρία του. Προς χάρη του η Θεοτόκος, τον είχε απαλλάξει από την κόλαση. 

ΠΗΓΗ : "ΠΡΩΤΑΤΟΝ",  ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1984, αριθ. 11, σελ.  κ.ε.

ΓΕΡΩΝ ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ ΚΑΡΑΚΑΛΗΝΟΣ: ΤΟ ΛΑΔΟΦΑΝΑΡΟ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ!

 Το Λαδοφάναρο της κόλασης
Διηγείται ο μακαριστός Γέρων Μάρκελλος Καρακαλληνός

Ήταν ένας δόκιμος μοναχός ό όποιος -όπως όλοι οι νέοι στη αρχή- είχε δυσκολίες. Αποφάσισε λοιπόν -κρυφά από τον ηγούμενο και τούς άλλους πατέρας- να φύγει από το μοναστήρι η πρόνοια όμως του Θεού πού δεν ήθελε να τον αφήσει να εμπλακεί ξανά με τον κόσμο και να χάσει την ψυχή του τον προλαμβάνει και τη νύκτα πριν την ημέρα πού θα σηκωνόταν αξημέρωτα να φύγει, του δείχνει ένα τρομερό όραμα:  

Βρέθηκε, λέει, εις την κόλαση κι εκεί οδηγός του ήταν ένας άγγελος. Τον οδηγούσε ό άγγελος κι έβλεπε ό μοναχός τις διάφορες κολασμένες ψυχές κι έφριττε κι έτρεμε.  

 Κάποια στιγμή φθάνουν σ' ένα σημείο όπου καθόταν ο πατέρας του Καλογήρου. Είχε πεθάνει και είχε κολασθεί.  

- Πατέρα μου, λέει ό μοναχός, εδώ ήλθες;  

- Ναι, παιδάκι μου. Πρόσεξε, πρόσεξε πολύ στην ζωή σου να μην έλθεις κι εσύ σ' αυτόν τον τόπο τον απαράκλητο πού είμαι εγώ.  

Στο χέρι του ό πατέρας κρατούσε ένα λαδοφάναρο, σαν κι αυτά πού έχουμε εδώ στο μοναστήρι για να βαδίζουμε τις νύκτες στους διαδρόμους.  

Ό άγγελος πού μέχρις εκείνη την ώρα άκουγε, πλησιάζει και πιάνει το λαδοφάναρο, με σκοπό να το πάρει.  

- Όχι, άγγελε μου, φώναξε ό πατέρας, μη μου το παίρνεις το φανάρι. Αυτό το φως είναι ή παρηγοριά μου. 

- Θα το πάρω, λέει ό άγγελος, δεν είναι δικό σου –πια αυτό. Αυτό το φανάρι ήταν οι προσευχές του παιδιού σου πού έκανε κάθε βράδυ για σένα κι έφθαναν σαν φώς εδώ! Τώρα όμως θα φύγει από το μοναστήρι και θα το στερηθείς αυτό το φώς. Θα σου το πάρω.  

Τραβούσε λοιπόν ό άγγελος να το πάρει, τραβούσε και ό πατέρας να το κρατήσει. Πάνω σ' αυτή την αγωνία ξυπνάει το παλληκάρι. Πω-πω, λέει, ό ανόητος τί πήγα να κάνω! Ένα κόμπο έκανα με το κομποσκοίνι για τον πατέρα μου και αυτός πήγαινε σαν φώς εκεί στον άδη και τον παρηγορούσε. Πού να πάω να φύγω ό δόλιος; Δεν φεύγω με τίποτε!  

Το πρωί σαν ξημέρωσε, κτυπά την πόρτα του ηγουμένου και πέφτει στα πόδια του μπρούμυτα.  

- Τί έπαθες, παιδάκι μου, του λέει ό Γέροντας. Γιατί κλαις; Τί σου συνέβη πρωί-πρωί;  

- Αυτό κι αυτό, Γέροντα τού λέει και του διηγείται το δράμα. Τώρα κτύπησε με, διώξε με, ότι θέλεις κάνε με. Εγώ δεν φεύγω από το μοναστήρι, πάει και τελείωσε!

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ: ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΜΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ

Μια γυναίκα που είχε χάσει το παιδί της επισκέφτηκε τον π. Γαβριήλ:

— Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ’ αυτή τη ζωή; τον ρώτησε.
— Σ’ ένα χωριό, μια πιστή γυναίκα που έχασε τον μονάκριβο γιο της παραπονέθηκε στον Θεό: «Εγώ, για την αγάπη Σου, άντεξα πολλά: προσβολές, φτώχιες, δυσκολίες. Σ’ αυτό το μέρος κανείς δεν είναι πιστός εκτός από μένα. Όμως εσύ πήρες το παιδί μου. Γιατί;».

Εκείνη τη νύχτα λοιπόν είδε ένα όνειρο: Οι Άγγελοι την πήγαν στον Κύριο και Του μετέφεραν τα παράπονα της. Τότε ακούστηκε η φωνή του Κυρίου:

«Ρωτήστε τη γυναίκα τι θέλει».
«Φέρε το παιδί μου πίσω», απάντησε η γυναίκα.
«Θέλεις να δεις το παιδί σου;», ρώτησε ο Κύριος.
«Μητέρα είμαι, και βέβαια το θέλω», είπε κλαίγοντας εκείνη.
«Να της δείξετε το παιδί της», έδωσε εντολή ο Κύριος.

Έφεραν το παιδί και η μητέρα χάρηκε.

«Τώρα τι μου ζητάς;», ρώτησε ο Κύριος.
«Γιατί τον πήρες;», Του παραπονέθηκε η γυναίκα.

Τότε ο Κύριος έδωσε εντολή στους Αγγέλους: «Να της δείξετε τι θα έκανε ο γιος της αν δεν τον έπαιρνα Εγώ».

Και ξαφνικά, σαν σε ταινία, η γυναίκα είδε τις φοβερές αμαρτίες που θα διέπραττε ο γιος της και μετά τις φωτιές της Κόλασης!

«Να τον ξαναγυρίσετε στον Παράδεισο!», άρχισε να κλαίει και να παρακαλεί τον Κύριο η μητέρα.

Ο Κύριος έδωσε εντολή και ξαναγύρισαν πάλι το παιδί στον Παράδεισο. Και της είπε τότε ο Κύριος: «Για την καλοσύνη σου και για την αγάπη σου πήρα τον γιο σου κοντά Μου. Μη νομίζεις πως δεν ξέρω πότε και ποιον πρέπει να πάρω».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ (1929-1995) Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ.

Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

ΑΓΡΙΟΚΡΕΜΜΥΔΑ

Ήταν κάποτε μια γριά γυναίκα, η οποία στη ζωή της δεν είχε κάνει κανένα καλό. Όταν πέθανε, ο άγγελός της την πήγε στο θρόνο του Θεού, μα στο βιβλίο των πράξεών της δεν υπήρχε καμία καλοσύνη κι έτσι ο δρόμος της ήταν για την κόλαση. Ο άγγελός της στενοχωρήθηκε αφάνταστα. Αναζήτησε στις πιο κρυφές σημειώσεις του βιβλίου του καθενός, μήπως και βρει κάποια καλή πράξη και αναγκάσει το Θεό που είναι γεμάτος αγάπη να την πάρει στον Παράδεισο.
               
Ψάχνοντας, λοιπόν, βρήκε ότι κάποτε όταν η γρια σκάλιζε τον κήπο της, ήρθε ένας ζητιάνος που της ζήτησε ελεημοσύνη. Η γριά δεν ήθελε να δώσει τίποτα, αλλά ο ζητιάνος ήταν πολύ επίμονος. Τότε, αφού νευρίασε, η γριά τράβηξε μια αγριοκρεμμύδα και την πέταξε στο ζητιάνο, για να απαλλαγεί από την παρουσία του. Ο άγγελος χάρηκε και είπε στο Θεό το συμβάν. Τότε Αυτός του είπε: "Πάρε μια αγριοκρεμμύδα κι αν μπορέσει η γρια να κρατηθεί απ' αυτήν και βγει από την κόλαση, ας τη φέρεις στον Παράδεισο".

Ο άγγελος χάρηκε αφάνταστα, πήρε μια αγριοκρεμμύδα και κατηφόρισε στην κόλαση. Ρώτησε πού βρίσκεται η γρια και της είπε τα ευχάριστα. Η γρια καταχάρηκε και αρπάχτηκε από την αγριοκρεμμύδα που κρατούσε ο Άγγελος και άρχισε να βγαίνει από την κόλαση. Τότε συνέβη το εξής παράδοξο. Από τα πόδια της γριάς άρχισαν να κρεμιόνται κι άλλοι κολασμένοι για να ξεφύγουν από τον τόπο της βασάνου. Όμως η γριά άρχισε να τους σπρώχνει φωνάζοντας: "Δικιά μου είναι η αγριοκρεμμύδα, δεν έχετε θέση μαζί μου!". Ο άγγελος την παρακαλούσε να δείξει αγάπη, αλλά η γριά ήταν αμετάπειστη. Κλωτσούσε τις άλλες ψυχές και φώναζε! Τότε η αγριοκρεμμύδα έσπασε και η γρια και όλες οι άλλες ψυχές ξαναγύρισαν στην κόλαση.

Ο άγγελος δάκρυσε και έφυγε...