ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΝΕΙΣ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ!

 Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Ἐσύ σκοτώνεις τόν Ἰησοῦ! 

Ἄχ, ἄνθρωπε, μέ πέτρινη καρδιά. Ἀχάριστε! Δέν γνωρίζεις, ταλαίπωρε, ὅτι αὐτό τό φοβερό μακελειό (τά πάθη καί τή θυσία τοῦ Ἰησοῦ) καί αὐτά τά ἀμέτρητα βάσανα τά προξένησες ἐσύ στόν Ἰησοῦ καί συνέχεια τά προξενεῖς μέ τίς ἁμαρτίες σου; 

Ἐσύ μέ τούς βλάσφημους καί αἰσχρούς λογισμούς σου, Τοῦ τοποθετεῖς στό κεφάλι τό ἀγκάθινο στεφάνι. Ἐσύ μέ τίς κακές καί ἐμπαθεῖς θεωρίες, πού κάνεις, μέ τίς γροθιές σου Τοῦ κτυπᾶς τά θεϊκά Του μάτια. Ἐσύ μέ τίς ὕβρεις καί τίς κακολογίες καί τίς αἰσχρολογίες, πού λές, τόν χτυπᾶς καί τόν φτύνεις στό πρόσωπο. Ἐσύ μέ τίς ἀδικίες καί τίς ἁρπαγές σου, τοῦ καρφώνεις τά χέρια στόν Σταυρό. Ἐσύ μέ τά στολίδια καί μέ τά ὡραῖα ἐνδύματα, πού χρησιμοποιεῖς, τόν ντύνεις τήν κόκκινη καί ἐμπαικτική χλαμύδα ἤ γιά νά μίλήσω καλύτερα, τόν ἀφήνεις γυμνό ἐντελῶς. Ἐσύ μέ τίς προκλητικές κινήσεις πού κάνεις, βαδίζοντας στούς δρόμους τῆς ἁμαρτίας, τοῦ καρφώνεις τά πόδια.Ἐσύ μέ τό μῖσος καί τή μνησικακία, πού τρέφεις στήν καρδιά σου ἐνάντια στόν ἀδελφό σου καί μέ τίς σαρκικές σου ἐπιθυμίες, τόν χτυπᾶς μέ τή λόγχη στήν πλευρά. Καί γενικά ἐσύ μέ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, πού κάνεις καθημερινά, σταυρώνεις γιά δεύτερη φορά τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, "ξανασταυρώνουν τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί τόν διαπομπεύουν" (Ἑβρ. 6,6). 

Ἄχ, ἀδελφέ! Αὐτή εἶναι ἡ εὐχαριστία πού κάνεις στόν Λυτρωτή σου γιά τίς τόσες εὐεργεσίες; Αὐτή εἶναι ἡ ἀνταπόδοση, πού προσφέρεις στόν Υἱό, γιά τά πάθη, πού ἔπαθε γιά χάρη σου; Ἐκεῖνος νά πάθει τόσα, γιά νά ἐξαλείψει τήν ἁμαρτία, καί ἐσύ ἁμαρτάνεις πάλι; Καί ἁμαρτάνοντας Τόν κάνεις νά ἐπαναλάβει πάλι τά πάθη καί τόν Σταυρό; "Γενιά ψεύτικη καί διεστραμμένη! Αὐτός εἶναι τρόπος, γιά νά συμπεριφέρεσθε πρός τόν Κύριο;" (Δευτερ. 32, 6). 

Νά ντραπεῖς, λοιπόν, ἀδελφέ, νά ντραπεῖς γιά τήν ἀχαριστία αὐτή, πού ἔδειξες πρός τόν Θεό σου, τήν ὁποία, ἄν ἔδειχνε κάποιος σέ ἕναν ἐπίγειο βασισλιά, θά διηγοῦνταν γι' αὐτόν ὅλες οἱ γενιές τοῦ κόσμου. Ζήτησε συγχώρηση ἀπό τόν Ἰησοῦ γι' αὐτή σου τήν ἀχαριστία ἀπό σήμερα καί στή συνέχεια. 

Ἀπόσπασμα
Ἐκδόσεις: "ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ ΑΡΝΑΙΑ"

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: Η ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ!

 Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Η εξέταση της συνειδήσεως 

Γιά την εξέτασι της συνειδήσεως σκέψου τρία πράγματα: τα σφάλματα της κάθε μέρας, την αιτία των σφαλμάτων αυτών και την στενοκαρδία και προθυμία που έχεις να τα πολεμήσης και να αποκτήσης τις αντίθετές τους αρετές.
Γιά τα σφάλματα κάνε εκείνο που σου είπα στο κστ΄ κεφάλαιο (τι πρέπει να κάνουμε όταν πληγωθούμε κ.λπ). Γιά την αιτία αυτών ανάγκασε τον εαυτό σου να την πολεμήσης, να την κατατροπώσης και να την ρίξης στη γη. Γιά την προθυμία που χρειάζεται να κάνης αυτό και να αποκτήσης τις αρετές, δυνάμωσε την θέλησί σου με την απιστία του εαυτού σου, δηλαδή με το να μην έχης καθόλου θάρρος στον εαυτό σου, με την ελπίδα και το θάρρος στον Θεό, με την προσευχή και με το μίσος των πράξεων της κακίας και με την επιθυμία των πράξεων της αντίστοιχης αρετής.
Φρόντισε, αδελφέ, πάντοτε σε κάθε σου λογισμό, λόγο και έργο να έχης συνείδησι ακατάγνωστη, δηλαδή να μη σε κατηγορή και να μη σε τύπτη η συνείδησίς σου για κάποιο πράγμα. Διότι όποιος εξετάζει στο βάθος την ορθή και αγία συνείδησι, δεν μπορεί να σφάλλη ποτέ, ή αν σφάλλη, να μην διορθωθή.
Διότι η συνείδησις είναι ο φυσικός νόμος που έδωσε ο Θεός στις καρδιές των ανθρώπων για να τους οδηγή πάντοτε σαν λυχνάρι σε όλα τα καλά. Όπως είπε και ο άγιος Νείλος: «Να χρησιμοποιήσης την συνείδησί σου ως λυχνάρι για τις πράξεις σου». Και ο Απόστολος είπε ότι «οι εντολές του νόμου του Θεού είναι γραμμένες μέσα στις καρδιές» (Ρωμ. 2,15).
Απέναντι τεσσάρων πραγμάτων είσαι υποχρεωμένος να διατηρής την συνείδησί σου ακατηγόρητη: απέναντι του Θεού, απέναντι του εαυτού σου, προς τον πλησίον σου και προς άλλα πράγματα.

Όσον αφορά τον Θεό πρέπει να εξετάζης την συνείδησί σου αν φύλαξες όλα εκείνα που είσαι υποχρεωμένος να διαφυλάττης απέναντί του. Δηλαδή αν διαφυλάττης όλες του τις εντολές και τις πιο ασήμαντες "και αν τον αγάπησες και τον υπηρέτησες με όλη σου την ψυχή και είσαι έτοιμος να πεθάνης γι αυτόν, όπως είσαι υποχρεωμένος. Και αν δεν τα διαφύλαξες, φρόντισε στο εξής να τα διαφυλάξης.
Ως προς τον εαυτό σου θα διαφυλάξης ακατηγόρητη την συνείδησί σου, αν δεν αδιαφορής, αλλά κάνης όλο εκείνο το χρέος που πρέπει και είσαι υποχρεωμένος και είναι σύμφωνα με την δύναμί σου, τόσο προς τον Θεό, όσο και προς τον πλησίον και προς τα άλλα πράγματα. Και εκτός από αυτά, αν δεν πέφτης σε υπερβολές και ελλείψεις, καταστρέφοντας παράκαιρα την υγεία σου και την ζωή σου και τις σωματικές σου δυνάμεις με υπερβολική και ακανόνιστη άσκησι και δεν αποδίδης στο σώμα το δίκαιο μέτρο, φροντίζοντας για την σύστασι και συντήρησί του. Γιατί και αυτό είναι αντίθετο στη συνείδησι και στον ορθό λόγο.
Απέναντι του πλησίον θα φυλάξης καθαρή την συνείδησί σου, αν δεν κάνης κάτι που είναι αντίθετο στην αγάπη που χρωστάς απέναντί του, αποδίνοντας στους μεγαλυτέρους σου και ομοίους σου και κατώτερούς σου εκείνο που πρέπει στον καθένα, σύμφωνα με τον βαθμό και το επάγγελμα και προσέχοντας να μη τους σκανδαλίζης είτε με λόγο, είτε με έργο, είτε με σχήμα και με νεύμα, όπως λέγει ο Απόστολος: «Αυτό προσέξτε, να μη βάζετε πρόσκομμα ή εμπόδιο στον αδελφό» (Ρωμ. 14,13) και το του Σολομώντος: «Να σκέφτεσαι σωστά ενώπιον Κυρίου και ανθρώπων» (Παρ. 3,4).
Αλλά κι αν σου τύχουν μερικά πράγματα τα οποία δεν είναι σύμφωνα με την εντολή του Θεού, αλλά επιτρέπονται και βρίσκονται στην δική σου την κρίσι, γι αυτά τα πράγματα λέγω, αν πληροφορήται η συνείδησίς σου ότι τάχα είσαι δυνατός και μπορείς να τα φυλάξης ή όχι, σκανδαλίζεται όμως η συνείδησις του αδελφού σου που είναι αδύνατος, είσαι υποχρεωμένος και από αυτά να μη δώσης αφορμή σκανδάλου, αλλά να αναπαύσης την συνείδησι εκείνου: «Μήν τρώτε το ειδωλόθυτο (λέγει ο Παύλος) για εκείνον που σάς ειδοποίησε και για την συνείδησι ...;;». Συνείδησι όμως λέγω όχι την δική του, αλλά την συνείδησι του άλλου: «Γιατί να ρυθμίζεται η ελευθερία μου από άλλη συνείδησι;» (Α΄ Κορ. 10,2. Σε όσα όμως πράγματα είναι εντολή του Θεού και σκανδαλίζεται η συνείδησις του άλλου, τότε πρέπει εσύ να καταφρονής την συνείδησι εκείνου και να μην παραβαίνης την εντολή του Θεού, όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Απέναντι των άλλων πραγμάτων θα έχης την συνείδησί σου ακατηγόρητη, αν έχης δίκαιο μέτρο και δεν χρησιμοποιής υπερβολές και ελλείψεις, τόσο στα φαγητά και ποτά, όσο και στα ενδύματα και χρήματα και στην περιουσία.
Διότι πράγμα παρά συνείδησι υπολογίζεται όχι μόνον το να καταφρονή κανείς και να αφήνη να καταστρέφωνται τα ευτελή φαγητά και ενδύματα ή τα χρήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία, με τα οποία μπορεί να εξυπηρετήση τις σωματικές του ανάγκες, αλλά και να θέλη και να ζητά τρυφηλά φαγητά, μαλακά φορέματα και χρήματα και περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτησί του.
Και για να μιλήσουμε γενικά, κάθε πράγμα που είναι έξω από την ορθή λογική, λέγεται παρά συνείδησι. Γι αυτό και συ αδελφέ, για κάθε τι που πρόκειται να κάνης μικρό ή μεγάλο, πρώτα να συμβουλεύεσαι την συνείδησί σου και να την εξετάζης όχι όμως με αμέλεια και επιφανειακά, αλλά στο βάθος και με πολλή φροντίδα και ακρίβεια.
Διότι όπως τα πηγάδια, όσο σκάβονται και εξαντλούνται, τόσο καλύτερο και γλυκύτερο νερό βγάζουν, έτσι και η συνείδησις, όσο περισσότερο εξετάζεται και ξεσκεπάζεται από τα πάθη με τα οποία είναι σκεπασμένη, τόσο καλύτερα μας διδάσκει τι πρέπει να κάνουμε.
Επειδή όμως υπάρχουν και διάφορες συνειδήσεις, όχι δηλαδή μόνον καλές και καθαρές, αλλά και κεκαυτηριασμένες, όπως λέγει ο Παύλος, δηλαδή πονηρές και αναίσθητες και μολυσμένες από τα πάθη, και στη συνέχεια, εξ αιτίας της αναισθησίας ή του μολυσμού τους, ή και διότι δεν εξετάζονται με πολλή φροντίδα, δεν διδάσκουν πάντοτε σωστά και καλά, για τον λόγο αυτό σωστό είναι να μην εμπιστεύεσαι πάντοτε μόνο στη συνείδησί σου, αλλά όσα αυτή σου συμβουλεύει να τα συγκρίνης, αν είναι σύμφωνα με εκείνα που διδάσκει η Αγία Γραφή ή και να τα φανερώνης στους Πνευατικούς, αν είναι σωστά, για να μην πλανηθής.
Πρόσθεσα το «ή διότι δεν εξετάζονται οι συνειδήσεις με τόση επιμέλεια», διότι η συνείδησις του ανθρώπου όσο κι αν είναι εμπαθής και πονηρή και αναίσθητη, όταν όμως εξετάζεται με ακρίβεια και επιμέλεια, δε σταματάει πάντοτε να ελέγχη και να τύπτη και να κατηγορή τον άνθρωπο, ότι αμαρτάνει και ότι πρόκειται να κολασθή δια τις αμαρτίες του, αν δεν μετανοήση. Γιατί αυτή βάλθηκε μέσα μας από τον Θεό ως αντίδικος, σύμφωνα με το ευαγγελικό που λέγει: «Να συμβιβασθής γρήγορα με τον αντίδικό σου» (Ματθ. 5,25): και αψευδέστατος μάρτυρας, σύμφωνα με το"«Σε αυτό συμφωνεί και η συνείδησί τους» (Ρωμ. 2,15): και συγχρόνως είναι κριτής απαραλόγιστος και πάρα πολύ δίκαιος και πολύ αυστηρός και λόγος ορθός: γι αυτό και δεν μπορεί να σιωπήση.
Αλλά ο άνθρωπος όταν κυριευθή από τα πάθη και θέλη να κάμνη τις επιθυμίες του χωρίς κανένα χαλινάρι, όπως παρακούει και παραβαίνει το νόμο του Θεού, έτσι παρακούει και παραβαίνει και τους ελέγχους της αγίας συνειδήσεως. Και για να μην ελέγχεται πλέον από αυτήν σαν κάποιος άλλος Ηρώδης κόβει την κεφαλή του Ιωάννου, δηλαδή δεν υπολογίζει την συνείδησί του και παίρνει την απόφασι να κολασθή.
Γι αυτό και ο Σολομώντας γνωρίζοντας αυτό δεν είπε ότι η συνείδησις όταν εξετάζεται καλά δεν ελέγχει τον αμαρτωλό, αλλά όταν ο αμαρτωλός φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, καταφρονεί: «Όταν ο ασεβής φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, τότε καταφρονεί» (Παρ. 18,3).
Ακόμη σε συμβουλεύω και ένα άλλο πράγμα που αξίζει να το πληροφορηθής: Δηλαδή ποτέ να μην εμπιστεύεσαι στη συνείδησί σου, αν αυτή καμιά φορά δεν σε κατηγορή για κάποια υπόθεσί σου, διότι λέγεται συνείδησι για εκείνα μόνο που ξέρουμε και όχι για εκείνα που δε γνωρίζουμε.
Επειδή σύφωνα με τον Προφήτη Ιερεμία «η καρδιά είναι πιο βαθειά από όλα τα πράγματα» (17,9), και μέσα σε αυτήν βρίσκονται κρυμμένα πολλά λεπτά πάθη, τα οποία καθόλου δεν τα γνωρίζει εκείνος που τα έχει, και από τα οποία παρακαλεί ο Δαβίδ να καθαρισθή λέγοντας «καθάρισέ με από τα κρυφά πάθη» (Ψαλμ. 18,13), γι αυτό και συ να πιστεύης ότι η καρδιά σου δεν είναι ποτέ καθαρή από τα κρυπτά και λεπτά πάθη, τα οποία είναι γνωστά μόνο στο Θεό που εξετάζει μόνος τις καρδιές, όπως λέγει ο Σολομώντας: «Εσύ εντελώς μόνος γνωρίζεις την καρδιά όλων των ανθρώπων» (Γ΄ Βασ. 8,39).
Και να έχης ως σίγουρο εκείνο που λέγει ο Ιωάννης ότι, δηλαδή, ο Θεός είναι μεγαλύτερος από την συνείδησι της καρδιάς μας: «Ο Θεός είναι ανώτερος από την συνείδησί μας και τα γνωρίζει όλα» (Α΄ Ιω. 3,20).
Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος γνωρίζοντας αυτό έλεγε, ότι δε γνωρίζει να τον ελέγχη για κανένα πράγμα η συνείδησί του, αλλά πάλι εξ αιτίας αυτού δεν νομίζει ότι είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού: «Δεν με κατηγορεί για τίποτε η συνείδησί μου, αλλά αυτό δεν με αποδεικνύει ότι πραγματικά είμαι αθώος» (Α΄ Κορ. 4,4).
Και όσα καλά έργα και όσες νίκες έχεις κατορθώσει, ας τις θεωρής ύποπτες. Αυτά σε συμβουλεύω να μη τα σκέπτεσαι πολύ με τη συνείδησί σου, διότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος κρυφής κενοδοξίας και υπερηφανείας. Έτσι αφήνοντας πίσω όλα αυτά και ρίχνοντάς τα στην ευσπλαγχνία του Θεού, όποια και αν είναι, οδήγησε το λογισμό σου μπροστά στο δρόμο που σου απομένει για την ημέρα εκείνη.
Μετά από αυτά, όταν τελειώση η μέρα εκείνη, εξέτασε τον εαυτό σου, αν χρησιμοποίησες καλά όσα σου έτυχαν. Και για όσα έσφαλες, να μετανοήσης και να ζητήσης από τον Θεό να σε συγχωρέση και στο εξής προσπάθησε να διορθωθής.
Κατόπιν ευχαρίστησέ τον για τις χάρες και τις ευεργεσίες που σου χάρισε την ημέρα εκείνη. Αναγνώρισε τον ως Ποιητή κάθε αγαθού, και περισσότερο ευχαρίστησέ τον διότι σε γλύτωσε από τόσους εχθρούς φανερούς και μάλιστα από αυτούς που δεν φανερώνονται. Διότι σου έδωσε καλούς λογισμούς και αφορμές για την αρετή και για κάθε άλλη ευεργεσία που δε γνωρίζεις εσύ.

Από το βιβλίο"Αόρατος Πόλεμος" του Aγίου Νικόδημου του Αγιορείτη 

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ- Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΦΡΟΝΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥ!

 
Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας
Κυριακή Θ’ Λουκά: η παραβολή του άφρονος πλουσίου 

Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. ια΄ [Λουκά 12, 16-21]

«εἶπεν δὲ πρὸς αὐτούς, ῾Ορᾶτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας, ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ (: Και είπε σε όσους τον άκουγαν: ‘’Να προσέχετε και να προφυλάγεστε από κάθε είδος πλεονεξίας. Η πλεονεξία δεν μπορεί καθόλου να κάνει τη ζωή σας άνετη και χαρούμενη. Διότι η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα περίσσια πλούτη του και δε διατηρείται από τα υπάρχοντά του. Τα πολλά του πλούτη δεν μπορούν να του εξασφαλίσουν τη μακροζωία και την ευχάριστη ζωή’’)». 

Μας παρουσίασε ο Κύριος την πλεονεξία ως βόθρο διαβολικό, την οποία ο σοφός απόστολος Παύλος, όπως είπαμε, την ονομάζει και ειδωλολατρία: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία (: Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές. Νεκρώστε την πορνεία, την ακαθαρσία, κάθε πάθος και υποδούλωση στο κακό, κάθε κακή επιθυμία και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος)» [Κολ. 3, 5], επειδή αυτή ταιριάζει μόνο σε εκείνους που δε γνωρίζουν τον Θεό, ή και είναι ισοβαρείς σε βεβήλωση με εκείνους που λατρεύουν ξύλα και πέτρες. Γι’ αυτό λέγει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός: «῾Ορᾶτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας (: Να προσέχετε και να προφυλάγεστε από κάθε είδος πλεονεξίας)», δηλαδή και μικρή και μεγάλη. Γιατί ο πλεονέκτης είναι ασθενής, και σηκώνει τα μάτια του μόνο σε Εκείνον που με όσα έπαθε μπορεί να τον αγανακτήσει.

Και Εκείνος, επειδή είναι και δίκαιος και αγαθός, δέχεται βέβαια την παράκληση, αλλά σε αυτούς που έχουν διαπράξει αδικίες, επιβάλλει τις τιμωρίες. Και αυτό θα το μάθεις από αυτά που λέγει με τη φωνή των αγίων προφητών: «διὰ τοῦτο ἀνθ᾿ ὧν κατεκονδυλίζετε πτωχοὺς καὶ δῶρα ἐκλεκτὰ ἐδέξασθε παρ᾿ αὐτῶν, οἴκους ξεστοὺς ᾠκοδομήσατε καὶ οὐ μὴ κατοικήσητε ἐν αὐτοῖς, ἀμπελῶνας ἐπιθυμητοὺς ἐφυτεύσατε καὶ οὐ μὴ πίητε τὸν οἶνον αὐτῶν. ὅτι ἔγνων πολλὰς ἀσεβείας ὑμῶν, καὶ ἰσχυραὶ αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν, καταπατοῦντες δίκαιον, λαμβάνοντες ἀλλάγματα καὶ πένητας ἐν πύλαις ἐκκλίνοντες (: Για τούτο τον λόγο, επειδή γρονθοκοπούσατε και μωλωπίζατε τους φτωχούς και λαμβάνατε εκβιαστικώς δώρα από αυτούς, με τα οποία ανοικοδομήσατε πολυτελείς οίκους με λαξευτούς λίθους, σας λέγω ότι δεν θα κατοικήσετε σε αυτούς. Φυτέψατε ωραίους καρποφόρους αμπελώνες και δε θα πιείτε οίνο από αυτούς. Θα βαδίσετε σε καταστροφή και αφανισμό, διότι εγώ γνώρισα ότι οι ασέβειές σας είναι πολλές, οι αμαρτίες σας βαριές, διότι καταπατούσατε το δίκαιο, λαμβάνατε ανταλλάγματα και παραβλέπατε το δίκαιο των φτωχών, όταν ως δικαστές κληθήκατε να δικάσετε κοντά στις πύλες της πόλεως)» [Αμώς, 5,11-12].

Και πάλι: «Οὐαὶ οἱ συνάπτοντες οἰκίαν πρὸς οἰκίαν καὶ ἀγρὸν πρὸς ἀγρὸν ἐγγίζοντες, ἵνα τοῦ πλησίον ἀφέλωνταί τι. μὴ οἰκήσετε μόνοι ἐπὶ τῆς γῆς; ἠκούσθη γὰρ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου σαβαὼθ ταῦτα· ἐὰν γὰρ γένωνται οἰκίαι πολλαί, εἰς ἔρημον ἔσονται μεγάλαι καὶ καλαί, καὶ οὐκ ἔσονται οἱ ἐνοικοῦντες ἐν αὐταῖς. οὗ γὰρ ἐργῶνται δέκα ζεύγη βοῶν, ποιήσει κεράμιον ἕν, καὶ ὁ σπείρων ἀρτάβας ἓξ ποιήσει μέτρα τρία (: Αλίμονο σε εκείνους, οι οποίοι συνδέουν την οικία τους στην οικία του άλλου και τον αγρό τους με τον αγρό του άλλου, για να αφαιρέσουν κάτι από την ιδιοκτησία του πλησίον! Μήπως πρόκειται να κατοικήσετε μόνοι εσείς και δια παντός επάνω στη γη; Οι πονηρίες και οι αδικίες αυτές έφθασαν στα ώτα Κυρίου του Παντοκράτορος, ο οποίος και είπε: “και εάν ακόμη οικοδομηθούν πολλές και περισσότερες οικίες, μεγάλες και ωραίες, θα προορισθούν για την καταστροφή και την ερήμωση. Κανείς δεν θα υπάρχει, που θα κατοικεί σε αυτές! Αγρός, τον οποίον όργωσαν δέκα ζεύγη βοδιών, θα αποδώσει καρπό, ο οποίος μόλις και θα γεμίζει μία μόνο στάμνα. Και εκείνος ο οποίος στους αγρούς του έσπειρε εξ αρτάβες, θα λάβει ως απόδοση το ήμισυ αυτών, μόνο τρία μέτρα’’)» [Ησ. 5, 8-10].

Λοιπόν με κάθε τρόπο η πλεονεξία είναι ανώφελη, είναι όμως ανωφελής και με άλλο τρόπο. «Γιατί η ζωή κάποιου», λέγει, «δεν εξαρτάται από το αν είναι πλούσιος, δηλαδή δεν παρατείνεται το μέτρο της ζωής ανάλογα με τον πλούτο». Και αυτό μας το έδειξε ο Σωτήρας με σαφήνεια και ολοκάθαρα, συνθέτοντας πολύ εύστοχα την παραβολή που είναι συνδεδεμένη με αυτά που ειπώθηκαν. Διδάσκει λοιπόν ο Χριστός τα πιο εξαιρετικά από όλα, και πριν από όλες τις αρετές το επιστέγασμα, δηλαδή την αγάπη, της οποίας το πιο καλό είναι η ελεημοσύνη. Αλλά ο Σατανάς που μισεί το καλό, ο εφευρέτης που πολεμά εκείνους που προκόβουν πνευματικά, δημιουργεί πολλές φορές επιζήμια οκνηρία σε εκείνους που μπορούν να κάνουν ευεργεσίες. Και ο νόμος βέβαια του Θεού διεγείρει προς ελεημοσύνη λέγοντας: «Ἐὰν δὲ γένηται ἐν σοὶ ἐνδεὴς ἐκ τῶν ἀδελφῶν σου ἐν μιᾷ τῶν πόλεών σου ἐν τῇ γῇ, ᾗ Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι, οὐκ ἀποστέρξεις τὴν καρδίαν σου οὐδ᾿ οὐ μὴ συσφίγξῃς τὴν χεῖρά σου ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ σου τοῦ ἐπιδεομένου· ἀνοίγων ἀνοίξεις τὰς χεῖράς σου αὐτῷ καὶ δάνειον δανειεῖς αὐτῷ ὅσον ἐπιδέεται, καθότι ἐνδεεῖται (: Εάν συμβεί, ώστε σε μία από τις πόλεις της χώρας, που σου έδωσε Κύριος ο Θεός σου, να υπάρξει φτωχός μεταξύ των αδελφών σου, εσύ να μη κλείσεις τα σπλάγχνα σου, να μη σκληρύνεις και αποτραβήξεις την καρδία σου από αυτόν, να μην κλείσεις σφικτά τα χέρια σου, για να μη δώσεις τίποτε στον πεινασμένο και πονεμένο αδελφό σου. Αλλά πλούσια θα ανοίξεις τα χέρια σου προς αυτόν, θα του προσφέρεις και θα του δανείσεις όσο και ό,τι του χρειάζεται, αφού βρίσκεται σε ανάγκη)» [Δευτ. 15, 8], αυτός όμως αντιστέκεται και μας πείθει να μαζεύουμε το χέρι και να συσσωρεύουμε τον πλούτο στη γη και μας υποδεικνύει απολαύσεις σαρκικές. Οδηγεί βέβαια και στη λήθη του θανάτου και δε μας αφήνει να δούμε το μέλλον, ούτε να σκεφτούμε κάτι ανθρώπινο. Και πρόσεχε το πράγμα ζωγραφισμένο σαν σε εικόνα με την παραβολή που αμέσως παρακάτω μας διηγείται ο Κύριός μας:

«᾽Ανθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα. καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων, Τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; (: Κάποιου πλουσίου ανθρώπου τα εκτεταμένα του χωράφια απέδωσαν άφθονη σοδειά και μεγάλη παραγωγή. Αντί όμως να ευχαριστήσει τον Θεό και να ευχαριστηθεί κι ο ίδιος για την ευφορία αυτή, συλλογιζόταν μέσα του, αγωνιούσε και αναστατωνόταν λέγοντας: ‘’Τι να κάνω, διότι δεν έχω πού να μαζέψω τους καρπούς των χωραφιών μου που μου περισσεύουν; Θέλω να γίνουν όλοι δικοί μου, για να τους απολαύσω μόνος μου’’)».

Εσύ όμως σε παρακαλώ να προσέξεις καλά, για να θαυμάσεις τη σοφή διατύπωση του λόγου. Γιατί δεν έδειξε σε εμάς ότι ευφόρησε ένα χωράφι, αλλά είπε ότι ευφόρησε όλη η χώρα που κατείχε αυτός, για να μάθεις το μέγεθος του πλούτου. Τι γίνεται λοιπόν; Ο πλούσιος, που περιβαλλόταν από τόσο πολλά και αμέτρητα αγαθά, στενοχωρείται για τις φροντίδες και βγάζει τις φωνές που προφανώς θα έβγαιναν από το στόμα του φτωχού. Γιατί εκείνος που βρίσκεται σε έλλειψη των αναγκαίων για τη ζωή, λέγει: «Τι να κάνω;». Πάντοτε βγάζει την τόσο άθλια φωνή. Αλλά να, τα ίδια λόγια λέει και ο πλούσιος, πονώντας πολύ και υποφέροντας: «καὶ εἶπεν, Τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὸν σῖτον καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου, Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου (: Τελικά, ύστερα από μεγάλη σκέψη και συλλογισμό, είπε: «Αυτό θα κάνω: Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες και πιο ευρύχωρες. Και θα μαζέψω εκεί όλη τη σοδειά μου και τα αγαθά μου και σαν άνθρωπος που μόνο τις απολαύσεις της κοιλιάς γνώρισα, θα πω στην ψυχή μου: ‘’Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά, που είναι αποθηκευμένα και σου φτάνουν για πολλά χρόνια. Μη σκοτίζεσαι πλέον για τίποτε, αλλά απόλαυσε μία ζωή αναπαυτική· φάε, πιες, γέμισε χαρά’’)» [Λουκ. 12, 18-19].

Σκεφτόταν να οικοδομήσει αποθήκες πλατύτερες, ήθελε να απολαμβάνει μόνος αυτά που είχε. Δεν αγαπά τη φτώχεια, δεν επιθυμεί τα καυχήματα από αυτά, αλλά λέγει: «Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου». Πρόσεχε και άλλον ανόητο λόγο του· γιατί λέγει: «Θα μαζέψω εκεί όλη τη σοδειά μου». Δεν πίστευε ότι αυτά τα είχε από τον Θεό, όπως ο Ιώβ, γιατί τότε θα φρόντιζε γι’ αυτά σαν να ήταν οικονόμος του Θεού, αλλά τα θεωρούσε καρπούς των κόπων του. Ότι δεν θεωρούσε ότι η ευημερία του προερχόταν από τον Θεό, το δείχνει καθαρά με αυτά που λέγει. Γιατί λέγει: «Θα συγκεντρώσω τη σοδειά μου και δε θα δώσω σε κανένα τα αγαθά μου, αλλά θα τα αποταμιεύσω όλα για τον εαυτό μου και την κοιλιά μου». Ποιος όμως θα μπορούσε να σκεφτεί έτσι γι΄αυτούς που έχουν ανάγκη, γνωρίζοντας ότι ο Θεός είναι ο χορηγός αυτών που έχει αποκτήσει; Γιατί σε αυτούς ανήκει το να έχουν κάτι από τον Θεό, και πρέπει να χρησιμοποιούν όπως θέλει ο Θεός, αυτά που έχουν.

Αλλά ο πλούσιος αυτός δεν κτίζει τις αποθήκες που μένουν, αλλά εκείνες που καταστρέφονται. Και το ακόμα πιο παράλογο από αυτό, ορίζει για τον εαυτό του διάρκεια ζωής, σαν να τη θέρισε και αυτήν από τη γη· γιατί λέγει: «Και θα πω στην ψυχή μου: ‘’Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά που αρκούν για πολλά χρόνια’’». «Αλλά ω πλούσιε», θα μπορούσε να πει κάποιος, «τους καρπούς βέβαια τους έχεις στις αποθήκες, έτη όμως πολλά από πού μπορείς να λάβεις;». Τέτοιος είναι και ο εδώ πλούσιος, ο οποίος σκύβει πάνω στην κοιλιά του, έχοντας λαιμό αντί λογισμού, αλλά δε ζει σύμφωνα με το παράδειγμα του μόνου αγαθού. Γι’ αυτό την ψυχή του την περιποιείται με τις τροφές της σάρκας, και επιβάλλει στην ψυχή τη μισητή ηδονή που ακολουθεί αυτές. Γιατί με τρόπο εύφημο ο Κύριος με το «να ευφραίνεσαι», φανέρωσε τα υπογάστρια πάθη, τα οποία είναι συνέπεια του χορτασμού, γιατί τον χορτασμό τον ακολουθούν τα αφροδίσια.

Και βέβαια έπρεπε να τρώγει για να ζει, όχι όμως να ζει για να τρώγει, σύμφωνα με εκείνους που θεοποιούν την κοιλιά και λένε: «αὐτοὶ δὲ ἐποιήσαντο εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίαμα σφάζοντες μόσχους καὶ θύοντες πρόβατα, ὥστε φαγεῖν κρέατα καὶ πιεῖν οἶνον λέγοντες· φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν (: Αυτοί όμως οργάνωσαν συμπόσια ευφροσύνης και αγαλλιάσεως της κοιλίας τους. Έσφαξαν μοσχάρια, θυσίασαν πρόβατα, ώστε να τρώνε κρέατα και να πίνουν οίνο λέγοντας: “ας φάμε και ας πιούμε, διότι αύριο πεθαίνουμε”!)» [Ησ. 22, 13] και: «εἰ κατὰ ἄνθρωπον ἐθηριομάχησα ἐν ᾽Εφέσῳ, τί μοι τὸ ὄφελος; εἰ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν (: Εάν, από κίνητρα και υπολογισμούς που κάνουν όσοι άνθρωποι επιζητούν επίγειες τιμές και απολαβές, κινδύνεψα να κατασπαραχθώ θηριομαχώντας την Έφεσο, τι κέρδισα από αυτό; Εάν οι νεκροί δεν ανασταίνονται, τότε ας εφαρμόσουμε εκείνο που λένε οι άπιστοι και υλιστές: ‘’Ας φάμε και ας πιούμε, διότι αύριο πεθαίνουμε’’)» [Α΄Κορ. 15, 32]. Έπρεπε όμως να λένε το αντίθετο: «Επειδή αύριο πεθαίνουμε, ας μη φάμε, ούτε να πιούμε».

Σε τι ωφέλησε αυτόν τον πλούσιο η μεγάλη φροντίδα; Ολόκληρος είναι της σάρκας. Βλέπεις όμως πόση ζημιά υπέστη αυτός που για κανένα από τους άλλους δεν ήταν καλός, αλλά μόνο για τον εαυτό του πλούσιος. Είχε φροντίσει να πλουτίσει· αγρύπνησε για να συγκεντρώσει πολλά· συγχαίρει την κοιλιά του, επειδή έχει πολλά από αυτά που είναι αναγκαία· ολόκληρος είναι προσκολλημένος στα γήινα πράγματα· δε βλέπει προς τα επάνω στον Θεό· δε βλέπει αυτά που θα γίνουν, δε σκέφτεται τον Θεό που δικάζει καθισμένος στο θεϊκό βήμα· δε βλέπει τον γείτονα θάνατο· γιατί καταδικάστηκε με απρόσμενο θάνατο ο πλούσιος που μισούσε τους φτωχούς. Ενώ σκεφτόταν το βράδυ την πρωινή τροφή, δεν έφτασε να δει την ακτίνα του όρθρου. Γιατί άκουσε ότι συντομεύτηκε η ζωή του με απόφαση του Θεού.

«῎Αφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται; (: ’’Άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισες ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από μένα· τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από δω και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;’’)».

Έχοντας δηλαδή την απόλαυση εντελώς για μια στιγμή και για περιορισμένο χρόνο· γιατί θα εξαφανιστεί σαν σκόνη, και θα σταλεί σε άλλους, και πολλές φορές σε εκείνους που δε γνωρίζουμε ή ίσως και σε εχθρούς. Άρα λοιπόν είναι αλήθεια ότι όταν παρατείνεται σε κάποιον η ζωή του, αυτό δεν οφείλεται στα υπάρχοντά του. Τρισευτυχισμένος όμως είναι και με λαμπρές ελπίδες αυτός που πλουτίζει με τρόπο αρεστό στον Θεό. Γιατί αυτός που φθείρεται με τις γήινες φροντίδες έχει επιζήμιο τέλος και θα φύγει φτωχός προς τον Θεό, ενώ εκείνος που φροντίζει αυτά που θέλει ο Κύριος, θα πλουτίσει με έργα αγαθά και θα έχει θησαυρό ασύλητο στους ουρανούς. 

ΠΗΓΕΣ:

• Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)

•Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», κεφάλαιο 12ο, σελ. 513-521.

• Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997

• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm  

(Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος) 

alopsis.gr 

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ- ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΕΜΠΕΣΟΝΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΛΗΣΤΑΣ!

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Κυριακή Η΄ Λουκά: Ομιλία εις την παραβολήν του εμπεσόντος εις τους ληστάς 

Ἀκούσαμε, ἀδελφοί μου, στό Εὐαγγέλιο τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ μᾶς λέη: «Κατέβαινε κάποιος ἀπό τὴν Ἱερουσαλήμ στήν Ἱεριχὼ κι ἔπεσε στά χέρια ληστῶν. Τοῦ πῆραν τὰ ροῦχα,τὸν ἐχτυπη­σαν καὶ τὸν πα­ράτησαν μισοπεθα­μένο. Ἕνας ἱερεὺς κι ἔνας Λευΐτης περνώντας ἀπὸ κεῖ τὸν εἶδαν ἀλλὰ συνέχισαν τὸ δρόμο τους. Ἕνας Σαμαρείτης ὅμως ποὺ ἦθρε στὸ μέρος αὐτὸ τὸν εἶδε καὶ τὸν λυπήθηκε. Ἀνακάτεψε λοιπὸν κρασὶ καὶ λάδι κι ἔβαλε στὶς πληγὲς, τὶς ἔδεσε κι’ ἀφοῦ τὸν ἔβαλε πάνω στὸ ζῶο του, τὸν ἔφερε στὸ πανδοχεῖο. Ἔδωσε στὸν πανδοχέα δυὸ δηνάρια καὶ τοῦ εἶπε. Περιποιήσου τὸν ἄνθρω­πο κι ἄν ξοδέψης περισ­σότερα, στὴν ἐπιστροφή θὰ σοῦ τὰ δώ­σω ἐγώ». Ἄς δοῦμε λοι­πὸν τὸ νόημα τῆς παραβολῆς καὶ μὲ γνωστικὴ ψυχὴ κατανοῶντας το, ἄς γνωρίσωμε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.

Ἄνθρωπος εἶναι ὁ Ἀδάμ, Ἱερουσαλήμ ἡ πολιτεία τῶν οὐρανῶν καὶ ἡ σύνεση, Ἰεριχῶ ὁ κόσμος. Ὅσο λοιπόν ὁ Ἀδάμ, πρὶν ἀπὸ τὴν παρακοή, εἶχε φρόνημα τῶν οὐρανῶν καὶ ἀγγελικὴ ζωή, εἶχε ἀνεμπόδιστη εἴσοδο στὴν ἐπουράνια πόλη Ἱερουασαλήμ. Κατοικῶντας, ζῶντας μέσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ τίποτα δὲν τὸν νικοῦσε οὔτε τὸν τραυμάτιζε. Ὅταν ὅμως παράκουσε στὸ Θεὸ καὶ δὲν φύλαξε τὶς ἐντολὲς του, ἀλλὰ παρασύρθηκε ἀπὸ τό φίδι, τότε κατέβηκε στὴν Ἱερι­χὼ δηλαδή στὴ γῆ, κι’ ἀσχολή­θηκε μὲ τὰ ἔργα τῆς γῆς. Γιατὶ Ἱερουσαλήμ σημαίνει ἀνάβαση, ἐνῶ Ἱεριχὼ κατακλυσμός. Κα­τέ­βηκε λοιπόν ἀπό τὴν Ἰερου­σαλήμ στὴν Ἱεριχὼ, ἀπό τὴ ζωὴ δηλαδὴ τῶν οὐρανῶν στὴ ζωὴ ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Ὅταν κάποιος τηρῆ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε ζῆ στοὺς οὐρανοὺς, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος· Ἡ δική μας πολι­τεία εἶναι στὸν οὐρανό. Κατέ­βηκε ἀπὸ τή δόξα στὴν ἀδοξία, ἀπὸ τὸν παράδεισο τῆς ἀπο­λαύ­σεως στὴ γῆ μὲ τ’ ἀγκάθια, ἀπὸ τὴ ζωῆ στό θάνα­το. Ὅταν φᾶτ­ε, λέει, ἀπὸ τὸ δένδρο, θὰ σᾶς κυριαρχήση ὁ θάνατος, δη­λα­δὴ ἡ ἁμαρτία. Γιατὶ ἡ ἁμα­ρτία, ἡ παρακοῆ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι θάνατος ψυχῆς. Κατέβηκε ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Παραδείσου, ἀπὸ τὴν ἁγιωσύνη τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἦρθε στὴν Ἱεριχὼ δηλαδὴ στὸ βάραθρο τῆς παρακοῆς, στὸ θάνατο τῆς ἁμαρτίας.

Καὶ πέφτει στὰ χέρια τῶν ληστῶν, παναπῆ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν δυνάμεών του. Δρόμος, εἶναι ἡ ζωὴ αὐτὴ ὅπου βάδισε ὁ Ἀδάμ κι’ ἔπεσε στὰ χέρια τῶν ληστῶν καὶ τὸν ἀπογύμνωσαν. Καὶ ποιὰ στολὴ τοῦ ἔβγαλαν; Τὴ στολὴ τῆς ὑπακοῆς, τὴ φιλία μὲ τοὺς ἀγγέλους, τὴν ἀθάνατη δόξα, τὴ συναναστροφὴ μὲ τὸ Χριστὸ, τὴν παραδεισένια χαρά, τὴν οὐράνια ζωή. Αὐτὴ τὴ στολὴ τοῦ ἔβγαλαν. Καὶ τοῦ προξένησαν πληγές, δηλαδή ἁμαρτίες, πορνεῖες, μοιχεῖες, εἰδωλολατρεῖες, φαρμακώματα, δολοφο­νίες,φιλονικίες, θυμὸ κι ὅλη τὴν ὑπόλοιπη σειρὰ τῶν κακῶν. Αὐτὰ τὰ ἔργα πληγώνουν τὸν ἄνθρωπο, αὐτὰ προξενοῦν τὴ δυσωδία καὶ τὴ φθορά. Κι ὅτι εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, κατανοῆστε το ἀπὸ τὸ Δαβίδ, πῶς ἀπεικονίζοντας στὸν ἑαυτό του τὶς πληγὲς τοῦ Ἀδάμ τὶς ἀποκαλεῖ μώλωπες καὶ λέει ὀρθά· Ἐβρώμησαν καὶ σάπισαν τὰ χτυπήματά του ἐξ αἰτίας τῆς ἀπιστίας μου. Κάθε ἁμαρτία προκαλεῖ μώλωπα καὶ τραῦμα. Λαβώθηκε λοιπὸν ἀπὸ τὴν παρακοή, χτυπήθηκε γιὰ τὶς ἀνομίες, ὅπως λέει ὁ προφήτης· Χτυπήθηκα σὰν τὸ χόρτο καὶ ἡ καρδιά μου ξηράθηκε, γιατὶ λησμόνησα νὰ φάω τὸ ψωμί μου· νὰ φυλάξω δηλαδὴ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ.

Τὸν ἄφησαν, λέει, μισοπεθαμένο, ὄχι γιατὶ δἐν ἤθελαν νὰ τὸν σκοτώσουν, ἀλλὰ δὲν ἄφησε ὁ Θεός. Δὲ θέλω, λέγει, τὸ θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅσο τὴ μετάνοιά του. Καὶ ποῦ τὸν ἀφήνουν; Στὸ δρόμο, δηλαδὴ στὴ ζωὴ αὐτή· δρόμος λέγεται τούτη ἡ ζωή, ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πενροῦν ἀπ’αὐτή. Κι ὅταν ἔφτασε στὸ δρόμο ὁ ἱερεύς καὶ τὸν εἶδε, τὸν προσπέρασε. Ἱερέα ὀνομάζει τό μακάριο Μωϋσῆ καὶ Ἀαρών. Σ’ αὐτὸ μαρτυρεῖ κι ὁ Δαβὶδ λέγοντος ὅτι ὁ Μωϋσῆς κι ὁ Ἀαρὼν εἶναι ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς του κι ὁ Σαμουήλ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἐπικαλοῦνται τ’ ὄνομά του. Εἶναι τοῦτος λοιπὸν ὁ ἀξιοθαύ­μαστος Μωϋσῆς ποὺ δοξάστηκε, ποὺ μὲ τὴ δεκαπλῆ μάστιγά του χτύπησε τοὺς Αἰγυπτίους· αὐτὸς ποὺ ἔσχισε καὶ ξέρανε τὴν Ἐρυθ­ρὰ καὶ πέρασε ἀπ’ αὐτή τὸ λαό, αὐτὸς ποὺ γλύκανε τὸ νερὸ στὸ Μαρρᾶ καὶ πίσω ἀπὸ τὸ σύννε­φο μίλησε μὲ τὸ Θεό· αὐτὸς ποὺ ἔκαμε πολλὰ ἀξιοθαύμαστα· αὐτὸς βαδίζοντας τὸ δρόμο τῆς ζωῆς καὶ ἀφοῦ εἶδε τὸν ἄνθρωπο πληγωμένο στὴ γῆ, τὸν προσπέρασε, χωρὶς νὰ τὸν σηκώση. Ὅμοια κι ὁ Λευΐτης, ἡ τάξη τῶν προφητῶν. Γιατὶ αὐτοί, ποὺ ἦρθαν ὕστερα ἀπὸ τὸ Μωϋσῆ, ἀφοῦ ἐβάδισαν τὸν ἴδιο δρόμο καὶ συνάντησαν πληγωμένο τὸν ἄνθρωπο, δὲν τὸν ἐσήκωσαν. Οὔτε ὁ Μωϋσῆς μὲ τὰ θαύματά του, οὔτε οἱ προφῆτες μὲ τὰ σημεῖα τους, κανένας δὲν τὸν ἐλύτρωσε ἀπὸ τὸ θάνατο, κανένας δὲν ἔκλεισε τὸ τραῦμα τῆς ἁμαρτίας. Γιατὶ οἱ ἴδιοι ἦσαν τῆς ἁμα­ρτίας δεσμῶτες. Μ’ ὅλο ποὺ μὲ τὴ σεμνὴ ζωή τους ἔγιναν φίλοι τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἦσαν ὁμόσα­ρκοι μὲ τὸν Ἀδὰμ καὶ προέρχονταν ἀπὸ τὴν νεκρὴ ρίζα, δὲν μποροῦσαν, κλαδιὰ αὐτοὶ, νὰ ἀποσπάσουν τὴ ρίζα τῆς ἁμαρτίας.

Κάποιος ὅμως Σαμαρείτης μὲ ἔργα ὄχι τυχαῖα, προαίρεση σπλαχνική, φίλος τῶν ὁμοδούλων του, ὅταν ἤρθε στὸ μέρος αὐτὸ καὶ τὸν εἶδε πληγωμένο, τὸν λυπήθηκε, τοῦ ἔβαλε λάδι καὶ κρασὶ καὶ ἔδεσε τὶς πληγὲς τους, τὶς ἁμαρτίες του. Τό πρόσωπο καὶ τὴ μορφὴ τοῦ Σαμαρείτη παίρνει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ θὰ πῆ κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀκροατάς· Γιατί ἀποκαλεῖς τὸν Κύριο Σαμαρείτη; Ναί, Σαμαρείτη τόν λέγω ὄχι γιὰ τὴ φύση τῆς θεότητός του ἀλλὰ γιὰ τὸ σπλαχνικό τρόπο του. Ὁ Σαμαρείτης μὲ τὴν φύση τοῦ σώματός τους ἦταν ὅμοιος μὲ τοὺς ἄλλους, κατὰ τὴ σπλαχνικὴ προαίρεσή του ὅμως δὲν ἤσαν ὅμοιος· φάνηκε ἀνώτερός τους. Ἔτσι κι ὁ Κύριος παρουσιάστη­κε σὰν ἄνθρωπος μὲ τὴ σωματι­κή του μορφή, ὅμοιος μὲ τοῦς προφῆτες καὶ τοὺς πατριάρχες κατὰ τὴν ἀνθρωπίνη φύση ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴ Μαρία. Μὲ τὴ δύναμη τῆς θεότητός του ὅμως στάθηκε ἀπ’ ὅλους ἀνώτερος. Ἴσος μ’ αὐτοὺς στὸ ἀνθρώπινο σχῆμα, ὄχι ἴσος στὴν ὑπερκόσμια δόξα. Ἐκεῖνοι ἀπὸ ἀδιαφορία καὶ σκληρότητα προσπέρασαν ἄσπλαχνα τὸν πληγωμένο. Ὁ Σαμαρείτης ὅμως φάνηκε πιὸ σπλαχνικὸς καὶ πιὸ εὐσεβὴς καὶ ἐλεητικός. Ὅμοια κι ὁ Χριστός. Οἱ πατριάρχες κι οἱ προφῆτες ἀδιαφόρησαν γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ξέπεσε μὲ τὴν παρακοή του. Ἐκεῖνος μόνο ἀποδείχθηκε σπλαχνικὸς κι ἐλεητικός, κατὰ τὸ λόγο τοῦ προφήτη· Σπλαχνικὸς καὶ ἐλεητικὸς εἶναι ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλαιος· καὶ πάλι· Γιατὶ σύ, Κύριε, εἶσαι σπλαχνικός. Κι ὅπως ὁ Σαμαρείτης δὲν ἦταν ἀπὸ τὸ Ἰσραηλιτικὸ ἔθνος ἀλλὰ προερχόταν ἀπὸ ἄλλη χώρα, ἔτσι κι ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν ἀπὸ τὴ γῆ ἀλλὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἦρθε στὴ γῆ· ἦταν Θεὸς κι ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας. Ἦταν Κύριος καὶ ντύθηκε τὴ μορφὴ τοῦ δούλου. Ἔνιωσε συμπάθεια γιὰ μᾶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε στὴ γῆ, εἶδε τὸν ἄνθρωπο ριγμένο, ληστευμένο, λαβωμένο ἀπὸ τὶς πορνεῖες, τὶς εἰδωλολατρεῖες, τὶς μοιχεῖες, τοὺς φόνους· εἶδε καὶ σπλαχνίσθηκε τὸ πλάσμα του καὶ τοῦ ἔβαλε κρασὶ καὶ λάδι, ἀφοῦ δηλαδὴ ἀνάμειξε τὰ δύο ἔκαμε ἀλοιφὴ καὶ τὰ ἔβαλε στὸν ἄνθρωπο.

Τὶ σημαίνει ἀφοῦ ἀνέμειξε κρασὶ καὶ λάδι; Ἀφοῦ συνδύασε τὴ θεία φύση μὲ τὴν ἀνθρώπινη, ἀφοῦ συνταίριασε τὴν εὐσπλαχνία μὲ τὴ σωτηρία ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο. Ἀφοῦ ἐνέμειξε κρασὶ καὶ λάδι, ἀφοῦ ἕνωσε τὸ ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὸ αἷμα του, ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο ζωή. Γιατὶ μόλις ἔσταξε τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου μας ἀπὸ τὴν πλευρὰ του ξεπλύθηκαν ἀπὸ τὸ χαρτὶ οἱ ἁμαρτίες μας.

Τί σημαίνει τώρα· Ἔδεσε τὶς πληγὲς του; Τοῦτο· ἔδεσε τὸ διάβολο κι ἐλευθέρωσε τὸν ἄνθρωπο. Ἔδεσε τὸ σκάφος κι ἐζωοποίησε τοῦς ναυαγούς, ἐδέσμευσε καὶ ὑπόταξε τὶς δυνάμεις τοῦ πονηροῦ. Κι ἐλευθέρωσε τὸν ἄνθρωπο. Ἄν θέλης νὰ τὸ σκεφτῆς καὶ διαφο­ρετικά, ἄκου. Σὰ λάδι προσκο­μίζει τὸ λόγο τῆς παρακλήσεως, καὶ προσθέτει σὰν στυπτικό κρασὶ τὴ διδασκαλία, ποὺ μαζεύει τὴ σκορπισμένη σκέψη, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Ἀποστόλου· Ἔλεγξε, ἐπιτήμησε, παρακάλεσε. Καὶ τὸν ἀνέβασε στὸ ἴδιο του τὸ ζῶο, πῆρε δηλαδὴ ὁ Χριστὸς τὴ σάρκα πάνω στοὺς ὤμους τῆς θεότητός του καὶ τὴν ἀνέβασε ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, οὔτε χρυσό, ἤ ἄργυρο, ἤ πολύτιμους λίθους ἀνέβασε ἀλλά τόν κατ’ εἰκόνα ἄνθρωπο ἀνέβασε ἀπό τους οὐρανούς, στὸ μεγάλο καὶ θαυμαστὸ καὶ ἁπλόχωρο πανδοχεῖο, σ’ αὐτὴν τὴν καθολικὴ Ἐκκλησία.

Καὶ τὴν παράδωσε στὸν πανδο­χέα, στὸ μακάριο Παῦλο, στὸ στῦλο τῶν Χριστιανῶν, τὸ γνήσιο πανδοχέα, διδοντάς του δυὸ δηνάρια καὶ διὰ μέσου τοῦ Παύλου σὲ κάθε μιᾶς Ἐκκλησίας τοῦς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς δασκά­λους καὶ τοὺς λειτουργούς. Δυὸ δηνάρια, τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, λέγοντας· περι­ποιήσου τοῦτον τὸν ἄνθρω­πο, κι ἄν ξοδέψης κάτι ἀκόμα, ἐγὼ θἀ ἐπιστρέψω καὶ θὰ σοῦ τὸ δώσω. Ἐννοεῖ τοῦτο· Φρόντισε γιὰ τὸ λαὸ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ ἔθνη καὶ τὸν ἐμπιστεύτηκα σὲ σένα μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἐπειδὴ εἶναι ἄρρωστοι οἱ ἄνθρωποι, τραυματισμένοι ἀπὸ τῆς ἁμαρτί­ες, θεράπευσέ τους, θέτοντας ἐπάνω σὰν σιναπισμὸ τοὺς προφητικοὺς λόγους καὶ τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα ἀποκαθι­στῶντας τὴν ὑγεία τους μὲ τὶς νουθεσίες καὶ τὶς παρακλήσεις τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ πειθοντάς τους νὰ στέκονται μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἁμα­ρτία καὶ νὰ ἀφήσουν τὴν πλάνη τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ὅμως κι ἔτσι μείνουν ἀδιόρθωτοι, λύγισέ τους μὲ τοὺς αὐστηροὺς λόγους σου. Γίνε τὸ πρότυπο καὶ τὸ παρά­δειγμά τους, μὲ τοὺς λόγους, μὲ τὰ ἔργα σου, τὴ συμπεριφορὰ, τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη, τὴ σεμνότητα, γιὰ νὰ ἀκολουθήσουν τὰ ἴχνη σου καὶ νὰ μιμηθοῦν τὴν ἐνάρετη ζωή σου. Κι ἄν κάμης τοῦτο, ἄν ἀπὸ λόγου σου κάμης κάποια προσθήκη λόγων ἤ ἔργων, ἄν δαπανήσης κάτι ἀκόμα, θὰ σοῦ τὸ δώσω στὴ ἐπιστροφὴ δηλαδὴ στὴ δευτέρα παρουσία μου, τὴν ἀνταποδοτική· θὰ σοῦ δώσω μισθὸ τῶν κόπων σου ἄξιο. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Παῦλος μὲ τὸ θάρρος τῶν ὑποσχέσων αὐτῶν λέει· Μὲ πολλὴ χαρὰ θὰ ξοδέψω γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ ἀναλωθῶ γιὰ τὶς ψυχὲς σας, ἐννοῶντας τὴ διδασκαλία του πρὸς τοὺς ἐθνι­κοὺς καὶ τὴν κηρυκτική του διακονία. Γιατὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ οἰκοδομεῖ καὶ στηρίζει τὶς Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὶς πνευματικὲς ὑποδείξεις του θεραπεύει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ μοιράζοντας τὸ ὠφέλιμο στὸν καθένα, ὁδηγεῖ τὶς ψυχὲς στὴν αἰώνια ζωή. Στοὺς πάντες ἔγινα, λέει, τὰ πάντα, γιὰ νὰ σώσω τοὺς πάντες. Αὐτὸς εἶναι τῆς Ἐκκλησίας ὁ καλὸς πανδοχέας, ὅλους τοὺς δέχεται κι ὅλους τοὺς φροντίζει· δὲν ἀπομακρύνει τὸν πόρνο, δὲν ἀπεχθάνεται τὸν εἰδωλολάτρη, κανένα ἄλλον ἀσεβῆ κι ἀκάθαρτο δὲν ἀποδιώχνει, τοὺς δέχεται ὅλους. Σὰν γιατρὸς πλύνει τὶς πληγές, τὶς καθαρίζει καὶ τὶς σφογγίζει μὲ λουτρὸ ξαναγεννημοῦ. Προσφέρει τούς στυφτικούς λόγους, ὅπως τὸ καρσί, γιὰ νὰ μῆν παρασυρώμαστε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τῆς ἅγνοιάς μας ἤ τὶς κακίες μας. Καὶ πάλι μᾶς θεραπεύει μὲ παράκληση, σὰν μὲ λάδι ἀλείφοντας τὶς ψυχές μας. Μᾶς λέει ὁ Παῦλος· Σᾶς παρακαλοῦμε, ἀδελφοί μου, μὲ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ νὰ προσφέρετε τὰ σώματά σας θυσία ζωντανή, ἁγία, ἀρεστή, ὅπως πρέπει νὰ εἶναι ἡ λογική σας λατρεία.

Ὅσοι λοιπὸν τυχαίνει νὰ εἴμαστε μαθηταὶ τῶν λόγων τοῦ Παύλου, ἄς φυλάξω­μεν τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ μὴν ξεπέσωμε ἀπὸ τὴν Ἱερου­σαλήμ τῶν οὐρανῶν, τὴν πόλη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ μακάρι, μὲ θεραπευμένα τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας, ὑγιεῖς καὶ τέλειοι στὴν πίστη νὰ παρουσιαστοῦμε στὸ Χριστό, σῶοι καὶ θαρραλέοι, χωρὶς νὰ μειονεχτοῦμε σὲ κανένα καλὸ ἔργο καὶ ν’ ἀπολαύσωμε τὴν ἀγαθὴ ὑπόσχεση στοὺς οὐρα­νοὺς μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλα­νθρω­πία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζὶ μ’ Ἐκεῖνον, στὸν Πατέρα καὶ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ἄς εἶναι δόξα τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ: Η ΠΤΩΧΕΙΑ ΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙ!

 Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς
Η «πτωχεία εν πνεύματι» 

Ο Κύριος μακαρίζει όσα είναι αντίθετα στα καλά του κόσμου, λέγοντας: «Μακάριοι οι «πτωχοί τω πνεύματι», γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5:3). Γιατί, λέγοντας «μακάριοι οι πτωχοί», πρόσθεσε «τω πνεύματι»; Για να δείξει ότι μακαρίζει και αποδέχεται τη μετριοφροσύνη της ψυχής. Και γιατί δεν είπε «μακάριοι οι πτωχοί το πνεύμα» – αφού και έτσι θα δηλωνόταν η μετριοφροσύνη –, αλλά είπε «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι»; Για να μας δείξει ότι και η σωματική φτώχεια είναι άξια μακαρισμού και προξενεί την ουράνια βασιλεία, αλλά όταν ασκείται από ταπείνωση της ψυχής και είναι ενωμένη μαζί της και ξεκινά από αυτήν. Μακαρίζοντας δηλαδή τους «πτωχούς τω πνεύματι», υπέδειξε με θαυμαστό τρόπο, ποιο είναι σαν να λέμε ρίζα, η οποία προξενεί τη φτώχεια που παρατηρείται στους Αγίους, ότι δηλαδή είναι το πνεύμα τους. Αφού δηλαδή αυτό εγκολπωθεί τη χάρη του ευαγγελικού κηρύγματος, αναβλύζει από μέσα του πηγή φτώχειας που ποτίζει όλο το πρόσωπο της γης (Γεν. 2:6) μας, δηλαδή τον εξωτερικό άνθρωπο, και τον κάνει παράδεισο αρετών.

Αυτού του είδους η φτώχεια μακαρίζεται από το Θεό. Δίνοντας λοιπόν ο Κύριος στους ανθρώπους αυτόν το συνοπτικό λόγο, κατά τον Προφήτη (Ησ. 10:23), έδειξε την αιτία της θεληματικής και πολύμορφης φτώχειας, και αφού την έδειξε και τη μακάρισε, περιέλαβε σ’ αυτήν τα αποτελέσματά της που είναι πολλά, μιλώντας με λίγα λόγια για όλα. Μπορεί δηλαδή να είναι κανείς ακτήμων, λιτοδίαιτος, εγκρατής και μάλιστα θεληματικά, αλλά για να δοξάζεται από τους ανθρώπους. Αυτός λοιπόν δεν είναι «πτωχός τω πνεύματι». Γιατί η υποκρισία γεννιέται από την οίηση, και η οίηση είναι αντίθετη της «πτωχείας εν πνεύματι». Ενώ εκείνος που έχει το πνεύμα του συντετριμμένο, μετρημένο και ταπεινό, είναι αδύνατο να μη χαίρεται και στην εξωτερική του φτώχεια και ταπείνωση· και τούτο γιατί θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο για τη δόξα, την καλοπέραση, την αφθονία και όλα αυτά.

Και αυτός είναι ο φτωχός που μακαρίζεται από το Θεό, όποιος δηλαδή νομίζει ανάξιο τον εαυτό του γι’ αυτά τα αγαθά. Και αυτός είναι ο αληθινά φτωχός, όποιος δε βιώνει το μισό μόνο περιεχόμενο του ονόματος «φτωχός». Γι’ αυτό και ο θείος Λουκάς είπε «μακάριοι οι πτωχοί» (Λουκ. 6:20), χωρίς να προσθέσει «τω πνεύματι». Και αυτοί είναι όσοι άκουσαν και ακολούθησαν και έγιναν όμοιοι με τον Υιό του Θεού που λέει: «Μάθετε από μένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά, και θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας» (Ματθ. 11:29), γι’ αυτό και η βασιλεία του Θεού τους ανήκει. Γιατί είναι συγκληρονόμοι του Χριστού (Ρωμ. 8:17). 

Από το βιβλίο: ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ, Τόμος Δ’. Εκδόσεις “Το περιβόλι της Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 1997. Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Προς τη σεμνοτάτη μοναχή Ξένη, σελ. 254.