ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΤΑ

 Ἡ ἀσκήτρια Λαμπρινή ἀπό τήν Ἄρτα
 
Η Λαμπρινή γεννήθηκε το 1918 στο χωριό Αγία Παρασκευή Άρτης. Οι γονείς της Σπυρίδων Δρίβας και Θεοδώρα ήταν από τους πιο εύπορους του χωριού και είχαν αλλά τρία αγόρια. Η Λαμπρινή ήταν η μικρότερη, και τ’ αδέλφια της την υπεραγαπούσαν για τον χαρακτήρα της, το ήθος και την πολύ καλή συμπεριφορά της προς όλους.
Μεγάλωσε με χριστιανικές αρχές. Από μικρή έμαθε να αγαπά τους ανθρώπους και να ζει σύμφωνα με τον λόγο του Θεού. Τελείωσε μόνο το δημοτικό σχολείο και διάβαζε με πόθο την Αγία Γραφή και άλλα πνευματικά βιβλία.

Διηγήθηκε η ίδια:
Ήμουν οκτώ χρόνων και καθόμουν σ’ ένα καρεκλάκι στην αυλή του σπιτιού. Κρατούσα μια μικρή Αγία Γραφή, μπήκα στον ενθουσιασμό και μου άρεσε να την διαβάζω.
Είχα διαβάσει το χωρίο: «Πας ος αφήκεν οικίας ή αδελφούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς ένεκεν του ονόματος μου, εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει». (Ματθ.. ιθ’-29).

Έτσι μπήκε μέσα στην καρδιά μου και αγάπησα πάρα πολύ τον Κύριο. Από εκείνη την στιγμή άναψε ο πόθος για να ακολουθήσω την μοναχική ζωή και σκέφθηκα: Δεν θέλω τίποτε, ούτε χωράφια, ούτε περιουσίες, θα πάω για Μοναχή.
Τότε εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μου κάποιος ντυμένος με ιερατικά άμφια και μου άρεσε πολύ η όψη του, ήταν πολύ όμορφη. Τον κοιτούσα με θαυμασμό. Μου είπε:
- Τι με θαυμάζεις; Και τα χεράκια σου Εγώ τα έπλασα και είσαι και συ όμορφη σαν εμένα.
- Εμένα με γέννησε η μάννα μου και είναι στην κουζίνα. Να την φωνάξω;
- Όχι, εγώ εσένα θέλω, και έπιασε τα μαλλάκια μου. Αυτά ποιος τα έπλασε;
- Ναι, μου είπε. Τώρα τι θα κάνεις, ποια ζωή θα ακολουθήσεις;
- Αυτό το βιβλίο μου άναψε τον πόθο για τον μεγάλο μου Θεό θέλω να τον απολαύσω. Αυτός να εργάζεται για μένα και εγώ γι’ αυτόν.
- Θα γίνεις μεγάλη, παιδί μου, και θα εργασθείς και συ για Μένα.
- Ποιος είσαι συ;
- Αυτός πού είπες εσύ, μου είπε. Αφού θέλεις έτσι, θα τρως Τετάρτη και Παρασκευή ψωμί και σκόρδο. Εσύ είσαι καλό παιδί, έχω όμως και άλλα καλά παιδιά. Θα έρθω μια μέρα να μαζέψω όλα αυτά τα καλά παιδιά.
Ύστερα έγινε άφαντος…
Άρχισε μετά απ’ αυτό να αγωνίζεται περισσότερο, να νηστεύει, να προσεύχεται και να ετοιμάζεται να αφιερωθεί στον Θεό. Πνευματικός της ήταν ο π. Μητροφάνης, ο Γέροντας της Ιεράς Μονής Ροβέλιστας Άρτης.
Διηγήθηκε η ίδια: «Από μικρή ήθελα να γίνω μοναχή. Όταν έγινα δεκαεπτά χρόνων πήγα στο Μοναστήρι και είπα στον Γέροντα ότι θέλω να γίνω μοναχή.
Μου είπε:
-Νάρθεις, παιδάκι μου. Την άλλη μέρα ήρθαν οι γονείς μου με φωνές να με πάρουν. Ο Ηγούμενος, όπως τους είδε έτσι αγριεμένους, με έδωσε λέγοντάς μου να μεγαλώσω λίγο και μετά ξαναπηγαίνω.
Αυτοί με πήραν και σε λίγες μέρες άρχισαν τα προξενιά. Εγώ ήμουν αρνητική και εύρισκα προφάσεις». Μετά με ρώτησαν τι θέλω και τους είπα: «Θα προσευχηθώ όλη τη νύχτα και ό,τι μου πει ο Θεός».

Ο ΕΓΓΑΜΟΣ ΒΙΟΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ;
Προσευχήθηκα και είπα: «Θεέ μου, ένα πράγμα σου ζητώ. Να μου δώσεις άδεια να πάρω τον Ουράνιο (νυμφίο) και εγώ, όπως παίρνουν οι καλές ψυχές. Να μη συζευχτώ με επίγειον άνδρα».
Άκουσα φωνή: «Σε έχουμε υπ’ όψιν. Μια ώρα δική μας θα γίνεις. Πρέπει όμως να συζευχθείς αυτού για να δυναμώσεις. Να βάλεις χαλινάρια στο στόμα, στα πόδια, στα χέρια, στη σάρκα».
- Στη σάρκα; Στην παντρειά με στέλνεις.
- Σε στέλνω Εγώ, και η σάρκα είναι ευλογημένη. Δοκιμασίες θα έχεις…
Εγώ συνέχισα να προσεύχομαι για το καλύτερο, να γίνω Μοναχή, όμως μου έλεγε ότι «το καλύτερο για σένα είναι να παντρευτείς, να δοκιμαστείς, να ψηθείς. Αν πας στο Μοναστήρι, δεν θα βασανισθείς τόσο. Στο Μοναστήρι ό,τι κάνουν οι άλλοι θα κάνεις και συ, είτε τρώνε, είτε προσεύχονται.
Στον κόσμο όμως θα συναντήσεις κακότητα, μοχθηρία. Εμείς τελειώσαμε τώρα, πάρε την δύναμη και την φώτιση και εργάσου όσο μπορείς».
Εργάσθηκα σε όλη μου την ζωή. Αγωνίστηκα. Τα πεθερικά μου μετά δεν με ήθελαν, με έδιωχναν, με έβριζαν με άπρεπα λόγια. Όσα μου είπε η φωνή, το Πνεύμα, τα βρήκα όλα». Έτσι λοιπόν μετά τα 20 της την πάντρεψαν με τον Αριστείδη Βέτσιο από τα Κολομόδια Άρτης και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Σπύρο και την Σταθούλα.
Η ζωή της δεν ήταν καθόλου εύκολη στην οικογένεια του συζύγου της, γιατί ζούσαν δεκατρία άτομα μαζί στο ίδιο σπίτι και ο καθένας είχε τις δικές του Ιδιοτροπίες και τον δικό του τρόπο σκέψεως. Ιδιαίτερα ο πεθερός της φερόταν προς αυτήν με άσχημο τρόπο, με περιφρόνηση και σκληρότητα την πλήγωνε με τα λόγια του.
Η Λαμπρινή όμως κατάφερε με την υπομονή να τα ξεπεράσει όλα. Στις βρισιές του έλεγε: «Πες με ό,τι θέλεις. Εγώ είμαι μουγκή»… Και από τον σύζυγο της είχε δυσκολίες.
Κάποτε που βρισκόταν σε αγρυπνία στον άγιο Φανούριο στο γειτονικό χωριό Γλυκόριζο, άκουσε φωνή που της είπε: «Αυτή τη στιγμή καίγεται το σπίτι σου…»
Όταν τέλειωσε η αγρυπνία και γύρισε μαζί με τις άλλες γυναίκες με τα πόδια, είδε τα βιβλία της καμένα και πεταμένα έξω από το σπίτι και τον σύζυγο της σε έξαλλη κατάσταση να της φωνάζει να φύγει από το σπίτι.
Η Λαμπρινή απάντησε: «Δεν φεύγω. Εσύ είσαι ό άντρας μου, εδώ είναι το σπίτι μου, σκότωσε με, κάνε με ό,τι θέλεις, εγώ δεν φεύγω».
Τη νύχτα την κλείδωσε έξω από το σπίτι. Υπέμεινε ήρεμα και έλεγε: «Ο πειρασμός τον βάζει, θα του περάσει. Αυτός είναι καλός, αλλά στο καφενείο τον “άναψε” ο τάδε και έκανε ό,τι έκανε, μέχρι να του περάσει ο θυμός».
Παρά τις τόσες δυσκολίες και τις κοπιαστικές αγροτικές εργασίες, δεν άφηνε δευτερόλεπτο της ημέρας χωρίς να προσεύχεται και να ευχαριστεί τον Θεό. Μαζί της στο χωράφι που πήγαινε να εργαστεί έπαιρνε και βιβλία πνευματικά για να διαβάζει και να προσεύχεται. Σ’ όλη την ζωή της χάλασε από την πολλή χρήση τέσσερα βιβλία Μεγάλα Ωρολόγια. Τα βιβλία της ήταν η περιουσία της, όπως έλεγε, και από την μελέτη τους έπαιρνε πολλή δύναμη.
Μετά πού απέκτησε τα δυο της παιδιά, με τον άνδρα της ζούσαν σαν αδέλφια. Αυτός τις νύχτες κοιμόταν και η Λαμπρινή διάβαζε τα βιβλία της με το φως ενός καντηλιού και ενός κεριού.
συνεχίζεται…

Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», η 19η διήγηση.
Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής.

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2023

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ 

Μιλᾶ τὸ παιδί τῆς γερόντισσας
Συνέντευξη μὲ τὴν κ. Ριρίκα Χρονάκη

Ἡ γνωστὴ σὲ ὅλους τοὺς ἐπισκέπτες τῆς Γερόντισσας Γαλακτίας, κυρία Ριρίκα Κουμαντάκη – Χρονάκη, ὑπῆρξε τὸ «παιδὶ» τῆς Γερόντισσας ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκε.  Εἶχαν μία μοναδικὴ σχέση ἰσόβιας πορείας.  Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μιλᾶμε γιὰ τὴν Γερόντισσα καὶ αὐθόρμητα νὰ μὴν πάει ὁ νοῦς μας καὶ στὴν εὐγενικὴ καὶ ἀρχοντικὴ κυρία Ριρίκα.  Ὅταν ἐρχόμασταν ἀπὸ Κύπρο, μᾶς ὑποδεχόταν μὲ ἐγκαρδιότητα.

Κυρία Ριρίκα εὐχαριστοῦμε ποὺ δεχτήκατε νὰ μιλήσετε μαζί μας.

Δική μου ἡ εὐχαριστία παιδιά.  Νὰ ’στε καλά.  Εὐχαριστῶ ἀκόμη γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν Κυπρίων στὴ Γερόντισσα.  Σχεδὸν δὲν ὑπῆρξε μέρα νὰ μὴν ἔρθουν ἐπίτηδες ἐπισκέπτες ἀπὸ τὴν Κύπρο.  Ἐκείνη, ἰδιαιτέρως σᾶς ἀγαποῦσε καὶ σᾶς ὑποδεχόταν.  Σᾶς ἔλεγε «τὰ πονεμένα μου παιδιὰ» ἐπειδὴ περάσατε πολέμους, προσφυγιά, κατατρεγμούς.  Νὰ ’στε καλὰ ποὺ τὴν θυμάστε.

Κυρία Ριρίκα, μπορεῖτε νὰ μᾶς πεῖτε ἀπὸ πότε ἄρχισε ἡ στενὴ σχέση ποὺ εἴχατε μὲ τὴν Γερόντισσα;

Ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκα.  Αὐτὴ μὲ μεγάλωσε.  Ἡ ὑπόθεση ἔχει μία ἱστορία.  Ἡ μακαρίτισσα ἡ μητέρα μου γεννήθηκε σὲ ἕνα ὀρεινὸ χωριὸ ποὺ λέγεται Μιαμοῦ.  Ἦταν πολλὰ παιδιὰ καὶ ὀρφάνεψαν νωρὶς ἀπὸ πατέρα.  Πῆγε κάποτε ὁ μακαρίτης ὁ γιατρὸς ὁ πατέρας τῆς Γερόντισσας καὶ ἔκανε ἰατρεῖο στὸ χωριό.  Εἶδε τὴν φτώχεια καὶ τὴν ταλαιπωρία τῶν ὀρφανῶν καὶ πῆρε μαζί του τὴν μικρὴ τότε Κυριακούλα τὴν μητέρα μου καὶ τὸν ἀδερφὸ της τὸ Γιώργη.  Τὰ εἶχε σὰν παιδιά του.  Ὁ θεῖος μου ὁ Γιώργης γύρισε πίσω στὸ χωριὸ νωρίς.  Δὲν μποροῦσε νὰ συνηθίσει στὴν Πόμπια.  Ἡ μητέρα μου κάθισε.  Μεγάλωσε τὶς θυγατέρες τοῦ γιατροῦ.  Μὲ τὴν τρίτη τὴν Γαλάτεια ἦταν παραπάνω ἀπὸ ἀδελφές.  Μαζὶ πάντα.  Στὶς δουλειές, στὰ χωράφια, στὸ νοικοκυριό.  Ἀκόμη καὶ στὸ κρεβάτι μαζὶ κοιμόντουσαν.  Δὲν ὑπῆρχε τότε χῶρος γιὰ πολλὰ κρεβάτια καὶ ἔβαζαν τὰ παιδιὰ στρωματσάδα.  Ὅταν ἀργότερα παντρεύτηκε ἡ μητέρα μου στὴν Πόμπια μὲ τὸν πατέρα μου, ἡ Γαλάτεια σὰν πραγματικὴ ἀδελφὴ ἀνέλαβε νὰ βοηθᾶ τὴν μητέρα μου.  Ἐμένα μὲ μεγάλωσε ἐκείνη.  Καὶ ἕνα ἀδελφάκι μου, τὸ Μανωλιό, ποὺ πέθανε νωρὶς καὶ ἦταν βαρὺ πλῆγμα γιὰ τὴν Γαλάτεια.  Σὲ τέτοιο σημεῖο ποὺ τὴν παρηγοροῦσε ἡ μάνα μου.  Ποτὲ δὲν τὸ ξέχασε.  Τὸ ἔγραφε μαζὶ μὲ τοὺς γονέους μου στὸ μνημονοχάρτι.  Ἔλεγε ὅτι ὅταν θὰ ἀνέβαινε στὸν οὐρανό, ἤθελε νὰ συναντήσει πρῶτα τὴν ἀνιψιὰ της τὴν Ἀντωνούλα καὶ τὸ ἀδελφάκι μου τὸ Μανωλιό.  Ἐμένα μὲ φωνάζουνε Ριρίκα ἀλλὰ βαπτίστηκα Εἰρήνη γιὰ χατίρι τῆς γιάτρενας τῆς μητέρας τῆς Γερόντισσας Γαλακτίας ποὺ τὴν λέγανε Εἰρήνη.

Εἴχατε καταλάβει τὸ μέγεθος τῆς πνευματικότητάς της;

Βέβαια!  Πάντα ἦταν μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη.  Τὸν μισθὸ της ὁλόκληρο τὸν ἔδινε ἐλεημοσύνη «ἐν κρυπτῶ» ὅπως ἔλεγε γιὰ τὴν σωστὴ ἐλεημοσύνη.  Ὅλα τὰ ’δινε καὶ πάντα εἶχε τὰ δεκαπλάσια ποὺ τὰ ’δινε κι αὐτά.  Κάποτε εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ 250 εὐρὼ καὶ ἔκανε μυστικὴ αἴτηση στὴν Παναγία.  Ἀργότερα μοῦ φανέρωσε ὅτι καθυστεροῦσαν νὰ ἔρθουν ἀλλὰ πήγαινε καὶ ἔλεγε κάθε μέρα στὴν εἰκόνα: «ἀφοῦ ξέρεις πὼς δὲν ἀπογοητεύομαι ἀλλὰ θὰ σοῦ τὸ λέω κάθε μέρα μέχρι νὰ ’ρθουν μόνο μὴ μοῦ τὰ καθυστερεῖς».  Ὅταν ἔληγε ἡ προθεσμία τῶν λογαριασμῶν, ἦρθε μία ἐπιταγὴ 250 εὐρὼ ἀπὸ πρόσωπο ποὺ ζοῦσε στὴν Ἀθήνα καὶ τὴν ἀγαποῦσε.  Πρώτη καὶ τελευταία φορὰ τότε, τῆς ἔστειλε χρήματα.  Ἔτσι, ἐξαρτημένη πάντα ἀπὸ τὴν μέριμνα τοῦ Θεοῦ, περνοῦσε χωρὶς ἄγχος, ἤρεμη καὶ χαρούμενη τὴ ζωή της…

Ἕνα θὰ σὲ πῶ γιὰ νὰ δεῖτε πόσο ἀγαποῦσε τοὺς ἀνθρώπους.

Περίμενε κάθε μέρα τὰ ξημερώματα 5 π.μ. τὸ σκουπιδιάρικο γιὰ νὰ φιλέψει μὲ γλυκίσματα καὶ κουλούρια τοὺς ἐργάτες.  Ἔλεγε: «τὰ καημένα τὰ παιδιά!  Τίμια, εὐλογημένα.  Βουτηγμένα στὴ βρωμιὰ γιὰ νὰ βγάλουνε τὸ ψωμάκι τοῦ σπιτιοῦ τους».  Κι αὐτὰ τὴν ἀγαπήσανε πολύ!  Ἕνα τὸν ἔκανε γιό της.  Ἀπὸ τὴ Γαλιὰ εἶναι.  Τὸν ὁδήγησε στὸ γάμο, στὴν ἐξομολόγηση, τὸν ἔκανε ζωντανὸ χριστιανό.

Ὅταν ἔπεσε τὸ παιδί του σὲ ἀσβεστόλακκο καὶ καήκανε τὰ ματάκια του, τῆς τὸ εἶπε ἀπελπισμένος.  Τοῦ ’δωσε θάρρος ἐκείνη καὶ τοῦ ’πε νὰ μὴ φοβᾶται καὶ ὅτι τὸ παιδὶ θὰ γίνει καλά.  Ὅπως πρίν.  Ὄντως ἔγινε ὅπως πρὶν μὲ θαῦμα τῆς προσευχῆς της.  Οἱ γονέοι του ἔχουνε νὰ τὸ λένε…

Σὲ ὅλους ἔδινε ξύλινο σταυρὸ καὶ κρεμούσανε στὸ λαιμό τους.  Δὲν ἤθελε κανεὶς νὰ μὴν μείνει χωρὶς σταυρό.  Ἔλεγε πὼς ὁ σταυρὸς εἶναι ἀσπίδα καὶ ταυτότητά μας.  Μία ἐποχὴ ἐφοδίασε ὅλο τὸ χωριὸ καὶ κάθε ἐπισκέπτη μὲ φωτοτυπημένους καὶ ὡραία φτιαγμένους τοὺς χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας!  Θεωροῦσε τοὺς χαιρετισμοὺς τὴν πιὸ δυνατὴ προσευχὴ στὴν Παναγία!  Νὰ τοὺς διαβάζετε μὲ εὐλάβεια ἔλεγε, καὶ μετὰ νὰ λέτε στὴν Παναγία τὰ προβλήματά σας.

Μάθαμε ὅτι τροφοδοτοῦσε ὅλους τοὺς ἀναξιοπαθοῦντες τοῦ χωριοῦ.

Ὅσο ζοῦσε καὶ στεκόταν στὰ πόδια της γινόταν αὐτό.  Ἕνας μὲ μία διανοητικὴ διαταραχὴ ἦταν ἄμεσα προστατευόμενος ἀπ’ αὐτήν.  Ἀγαποῦσε πολύ, ἔλιωνε γιὰ ἀνθρώπους μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες.  Τοὺς ἀποκαλοῦσε «ἐπίλεκτο στράτευμα τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ».

Ἐδῶ, ἔλεγε, οἱ κυβερνῆτες ποὺ κάνουν καὶ λάθη, τιμοῦν μὲ παράσημα καὶ συντάξεις ὅσους τραυματίστηκαν σὲ πολέμους.  Φαντάσου, ἔλεγε, τί θὰ κάνει τὸ κυβερνεῖο τοῦ Χριστοῦ γιὰ ὅσους ἦρθαν τραυματισμένοι στὸν κόσμο!  Αἱμορραγοῦσε ἡ καρδιὰ της ὅταν ἔβλεπε κάποιον νὰ ἐμπαίζει τέτοια ἄτομα…

Τὴν διόραση καὶ τὴν προόρασή της τὰ εἴχατε ἀντιληφθεῖ ἐσεῖς;

Ἄκου τί λέει!  Κυρίως ἐμεῖς οἱ κοντινοί της τὰ ζήσαμε αὐτά.  Δὲν ξεφεύγαμε ἀπὸ τίποτα.  Ἤξερε κάθε λεπτομέρεια γιὰ τὴ ζωή μας.  Καταλάβαινε κάθε ἐπισκέπτη.  Ἀκόμη καὶ τοὺς λογισμούς του, τὶς σκέψεις του.  Δὲν ἔλεγε ὅμως τίποτα.  Ὅσο ἦταν ὑγιὴς στὰ πόδια της, ἐλάχιστα μίλησε φανερὰ νὰ ἐλέγξει κάποιον.  Τὸ ἔκανε πλάγια, εὐγενικὰ καὶ καταλαβαίνανε οἱ ἄνθρωποι.  Κάποιες φορὲς τὸ ἔκανε καὶ δυναμικά.  Πάντα ὅμως μὲ ἀγάπη.  Προσευχὴ κυρίως ἔκανε καὶ ἔτσι βοηθοῦσε τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων.  Ἔλεγε: «ὁ διάβολος χαίρεται νὰ ξεσκεπάζει καὶ νὰ διαπομπεύει τὰ κρυφὰ τῶν ἄλλων.  Ὁ Θεὸς δὲν τὸ κάνει αὐτὸ ποτέ…».  Τώρα ποὺ ἦταν στὸ κρεβάτι καὶ δὲν καταλάβαινε ἐγκεφαλικά, ὅ,τι ἔβλεπε αὐτὸ καὶ ἔλεγε.  Καὶ πάλι διακριτικὰ καὶ μὲ ἀγάπη.  Συνήθως καταλάβαινε, μόνο ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἀπευθυνόταν.  Σὲ περιπτώσεις ἐγωιστικές, μιλοῦσε φανερὰ μπροστὰ σὲ ὅλους μας…  ἔχουμε ἄπειρα περιστατικά.  Δὲν ὑπῆρχε μέρα νὰ μὴ ζήσουμε τέτοιες ἐκπλήξεις ἀπὸ τὴν Γερόντισσα…  Θυμᾶμαι, μία φορὰ μὲ τί πόνο καὶ μὲ πόση ἀγάπη, προσπάθησε νὰ νουθετήσει μία νιόπαντρη μὲ παιδιά, ποὺ ἀπατοῦσε τὸν ἄνδρα της.  Τὴν δεχόταν πολὺ καιρὸ μὲ ἀγάπη.  Τῆς μιλοῦσε πλάγια καὶ δὲν ἤθελε μᾶλλον ἐκείνη ἡ κοπελιὰ νὰ καταλάβει.  Μία μέρα τὴν πῆρε καὶ τὴν ἔβαλε στὸ δωμάτιό της.  Πῆρε καὶ μένα γιὰ μάρτυρα μᾶλλον, γιὰ νὰ μὴ λέει μετὰ ἢ ἄλλη, ὅ,τι τῆς κατέβαινε στὴν κεφαλή, ὅτι τῆς εἶπε τἄχα ἡ Γερόντισσα.  Ἔκλεισε τὴν πόρτα καὶ τῆς εἶπε:  «σὲ παρακαλῶ παιδί μου πάψε νὰ ἀπατᾶς τὸν ἄνδρα σου.  Τὸ κάνεις ἀπὸ τὸν τρίτο μήνα τοῦ γάμου σου.  Ἕσφιξες τὸ χέρι συνθηματικὰ ἑνὸς ἄλλου πάνω στὸ χορὸ καὶ ξεκίνησε τὸ κακό.  Μετανόησε παιδί μου!  Τὰ καλύτερα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι τὰ μετανοημένα.  Αὐτὰ ποὺ γλυκάθηκαν στὴν ἁμαρτία καὶ μετὰ ἔκαναν ἀγώνα καὶ τὴν σιχάθηκαν…».  Ἔπειτα γονάτισε καὶ τῆς εἶπε μὲ δάκρυα: «ἐμένα ποὺ μὲ βλέπεις ἔχω κάνει πιὸ πολλὲς ἁμαρτίες ἀπὸ ἐσένα.  Ὅμως, μετανοῶ κάθε μέρα καὶ ἔχω ἐλπίδα καὶ χαρὰ μέσα μου πὼς θὰ μὲ δεχθεῖ ὁ Χριστός!  Μετανόησε κι ἐσὺ καὶ θὰ ζεῖς ὄμορφα, παράδεισο θὰ ζήσεις… δὲν κοροϊδεύεις μόνο τὸν ἄνδρα σου.  Τὸ Θεὸ κοροϊδεύεις.  Θὰ ὑποφέρουνε τὰ παιδιά σου…».  Ἡ πιὸ καθαρή, ἔλεγε ὅτι ἦταν ἁμαρτωλότερη ἀπὸ τὴν μοιχεύουσα, γιὰ νὰ τὴν ἐνθαρρύνει.  Ἡ γυναίκα ἐκείνη, λίγο σοκαρίστηκε, ἔφυγε καὶ δὲν ἤξερε ποῦ πατοῦσε, ἀλλὰ δὲν ξανάρθε.  Δυστυχῶς δὲν μετανόησε.  Μακάρι τώρα νὰ ἀλλάξει μὲ τὶς εὐχὲς τῆς Γερόντισσας.

Θὰ σᾶς κάνω τώρα μία δύσκολη ἐρώτηση.  Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἔκανε δύσκολες «χειρουργικὲς» ἐπεμβάσεις καὶ ἐσεῖς ἤσασταν ἡ βοηθός της;

(Γέλασε) ἂν εἶναι ἀλήθεια;  Καθημερινὸ ἔργο!  Ἐρχόταν ἄνθρωποι μὲ διάφορες ἀρρώστιες.  Ἔβλεπε ἀμέσως τί εἶχαν.

Ἔπαιρνε τὸ σταυρὸ καὶ τοὺς γονάτιζε στὸ κρεβάτι της μπροστά.  Σταύρωνε ἀμέσως ἐκεῖ ποὺ εἶχαν τὸ πρόβλημα.  Δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ τῆς πεῖ κανεὶς τίποτα.  Συνήθως ὅταν εἶχαν κάποιο ὄγκο ἢ κύστες στὸ κεφάλι, βοηθοῦσα κι ἐγώ…!  ἔσερνε τὰ μαλλιὰ τους γιατί κάτι ἔβλεπε ὅτι ἔβγαζε.  Μοῦ ’λεγε:  «σέρνε κι ἐσὺ Ριρίκα».  Ἔσερνα κι ἐγὼ λίγο.  Κάποιες φορὲς μὲ ἔβαζε καὶ ἔκοβα λίγα μαλλιά.  Μετὰ ἀνακουφιζότανε ἀπὸ τὴν διαδικασία καὶ ἔλεγε: «ἐντάξει εἶσαι ἐδά»!  Ὅλοι θεραπευόντουσαν.

Θυμᾶμαι ἕνα νεαρὸ ἀπὸ τὸ Ρέθυμνο ποὺ ἔχασε τὸ μάτι του.  Τὸν σταύρωνε πάνω ἀπὸ μισὴ ὥρα καὶ κάτι ἔβγαινε γύρω γύρω ἀπὸ τὸ μάτι ποὺ ἐμεῖς δὲν βλέπαμε.  Ὅταν τελείωσε, τοῦ εἶπε: «πήγαινε τώρα νὰ κοιμηθεῖς 4 ὧρες καὶ εἶσαι ἐντάξει».  Ὄντως κοιμήθηκε 4 ὧρες.  Ξύπνησε καὶ ἔβλεπε.  Πῆγε στὸ νοσοκομεῖο γιὰ ἔλεγχο καὶ οἱ γιατροὶ ἐσοκαριστήκανε ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ εἴδανε.  Ἦρθε πάλι ἕνας Ἕλληνας μεγαλογιατρὸς ἀπὸ τὴν Βοστώνη τῆς Ἀμερικῆς.  Ὑπέφερε ἀπὸ ἕνα νευρολογικὸ αὐτοάνοσο.  Ὑπέφερε ἡ ἀριστερὴ πλευρά του καὶ τὸν ἐμπόδιζε στὴ δουλειά του.  Ἔκανε «ἐπέμβαση» καὶ σ’ αὐτὸν καὶ ἔγινε καλά.  Ἕνα μικρὸ παιδὶ ἀπὸ τὸ Ρέθυμνο ποὺ ἀπὸ γεννησιμιοῦ του εἶχε ἀνάπηρο τὸ χεράκι, τὸ σταύρωσε καὶ κίνησε ἀμέσως τὸ χέρι του.  Ἐνθουσιασμένοι οἱ δικοί του παιδιοῦ, τὸ διαδώσανε στὸ Ρέθυμνο καὶ θυμοῦμαι πὼς ἦρθε μετὰ ποῦλμαν ὁλόκληρο νὰ τὴν ἐπισκεφθεῖ.  Ὁ π. Ἀντώνιος ὅμως τοὺς ἐμπόδισε νὰ μποῦν μέσα…

Σὲ σᾶς προσωπικὰ εἶχε κάνει κάτι μὲ θεραπευτικὸ ἀποτέλεσμα;

Συνέχεια!  Νὰ πῶ δύο περιστατικά.  Ὅταν ἔπεσε στὸ κρεβάτι, μοῦ παρουσιάστηκε ὀξὺ πρόβλημα στὸ δεξὶ ὦμο.  Παρουσίασα ἄκανθα, ποὺ πλήγωνε τὴν σάρκα γύρω γύρω καὶ εἶχα ἀφόρητους πόνους καὶ ἐσωτερικὴ αἱμορραγία.  Μοῦ κάνανε δύο φορὲς παρακέντηση γιὰ νὰ βγεῖ τὸ αἷμα, μοῦ ἀκινητοποιήσανε τὸ χέρι, ἔπινα φάρμακα ἀλλὰ τίποτα.  Εἶχα ἀπογοητευθεῖ.  Ἐκείνη δὲν μποροῦσε πλέον νὰ ἀκούσει καὶ νὰ καταλάβει.  Ὅμως κατάλαβε μὲ ἄλλο τρόπο.  Ἕνα πρωινό μοῦ φώναξε καὶ μοῦ εἶπε: «νά… πάρε τὸν ξύλινο σταυρὸ ποὺ φορῶ καὶ βάλετονε πάνω σου.  Νὰ τόνε φορεῖς μέχρι νὰ φύγει τὸ κακὸ ἀπὸ τὸ χέρι σου.  Μετὰ θὰ μοῦ τόνε ξαναδώσεις…».  Ἐγὼ θαύμασα ποὺ κατάλαβε τὸ πρόβλημά μου καὶ ἔβαλα τὸ σταυρό.  Ἀμέσως ἀνακουφίστηκα.  Σὲ μία ἑβδομάδα δὲν εἶχα τίποτα.  Δὲν τολμοῦσα ὅμως νὰ βγάλω τὸ σταυρὸ ἀπὸ πάνω μου.  Ἐκείνη ξαφνικά μοῦ εἶπε, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὸ καιρό: «νὰ τόνε φορεῖς πάντα!  Ἐγὼ θὰ βάλω ἄλλο σταυρό».  Ἔτσι, μοῦ ἔμεινε ὁ σταυρός της.

Τώρα τελευταία εἶχα κατεστραμμένο τὸ δεξὶ γόνατο.  Πόνους ἀφόρητους.  Ἕνα δικό μας παιδί, ὁ Γιώργης ὁ Κακουλάκης, μοῦ ἔφερε τὰ ἀποτελέσματα τῶν τελευταίων ἐξετάσεων ἀπὸ τὸ ΠΑΓΝΗ.  Τὸ πόρισμα ἔλεγε «ἄμεσα ἐγχείρηση».  Φοβόμουνα τὴν ἐπέμβαση ἀλλὰ δὲν μποροῦσα καὶ νὰ περπατήσω.  Μία μέρα καθόμουνα δίπλα στὸ κρεβάτι της.  Σὰν ἀστραπὴ βγάζει τὸ χέρι της, σταυρώνει τὸ γόνατό μου καὶ μετὰ κάτι τράβηξε ἀπὸ τὸ γόνατο καὶ τὸ πέταξε… ἔκανε τέτοιες κινήσεις.  Σᾶς πληροφορῶ ὅτι ἔκτοτε, πιὸ πολὺ πονεῖ τὸ ἀριστερό μου γόνατο ποὺ ἤτανε γερό, παρὰ τὸ δεξί.  Ἀποκαταστάθηκε, δόξα τῷ Θεῶ, τὸ πρόβλημά μου…

Οἱ χωριανοὶ ἐκεῖ, εἶχαν καταλάβει τὸ πνευματικό της μέγεθος;

Τὴν ἀγαποῦσε ὅλο τὸ χωριὸ γιατί κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ τῆς καταμαρτυρήσει τὸ παραμικρό!  Δὲν μποροῦσαν βέβαια νὰ καταλάβουν τὸ βάθος ποὺ εἶχε.  Δὲν ἔζησαν ὅσα ζούσαμε καὶ βλέπαμε ἐμεῖς κάθε μέρα.  Δικαιολογημένα οἱ ἄνθρωποι.  Λίγοι τὴν κακολόγησαν.  Ἐκείνη καταλάβαινε ὅταν ἦταν κατάκοιτη τὶς διαθέσεις ὁρισμένων καὶ ἔλεγε: «μὰ τί ἔκανα σὲ ὁρισμένους καὶ μὲ κακολογοῦν καὶ μὲ λένε ψευτοαγία;  Ἐγὼ εἶμαι ἁγία; Πότε ἔκανα ἐγὼ τὴν ἁγία; Ἄκου κάνω τὴν ἁγία…!  Ὄχι ἁγία!  Ἀγρία εἶμαι!  Χειρότερη ἀπ’ ὅλους…!».

Εἴχατε δεῖ ποτὲ τὴν Γερόντισσα σὲ στιγμὲς ἱερές, προσευχητικῆς ἀνάτασης καὶ ἁρπαγῆς;

Κάθε μέρα!  Κάθε πρωὶ ἔπρεπε μὲ πολὺ εὐλάβεια νὰ περιμένω νὰ περάσει ἀπὸ ὅλες τὶς εἰκόνες.  Προσκυνοῦσε καὶ κουβέντιαζε στοὺς Ἁγίους.  Μετὰ ἔπαιρνε ἕνα δίφυλλο εἰκόνισμα καὶ περνοῦσε τὸ ΠΙ ποὺ κρατοῦσε ἀπὸ πάνω μέχρι κάτω γιὰ νὰ μὴν τὸ ἀκουμπᾶνε οἱ δαίμονες.  Τοὺς ἔβλεπε ποὺ τὴν πείραζαν καὶ ἤθελαν νὰ τὴν ρίξουν.  Σταύρωνε τὸ κρεβάτι της μὲ τὸ σταυρὸ τοῦ παπποῦ της καὶ ὅλα τὰ βασικὰ σημεῖα τοῦ σπιτιοῦ.  Ἀκουμποῦσε τὸ κεφάλι πάνω στὸ τραπέζι τοῦ μεσαίου δωματίου καὶ ἄκουε μὲ πολλὰ δάκρυα τὸν ἀπόστολο καὶ τὸ εὐαγγέλιο ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ραδιόφωνο.  Εἰδικὰ ὅταν ἔλεγε γιὰ τὸν πρωτομάρτυρα Στέφανο ξεσποῦσε σὲ λυγμούς: «Στεφανιό μου, Στεφανιό μου, Στεφανιό μου».  Εἶχε δεῖ ζωντανὰ πολλὰ ἀπὸ τὰ ἐκκλησιαστικὰ γεγονότα.  Τὴν συγκλόνιζε ὁ λιθοβολισμὸς τοῦ Στεφάνου καὶ μᾶς περιέγραφε μὲ κλάματα κάθε λεπτομέρεια…  Ἡ ἀδελφή της ἡ μακαρίτισσα ἡ Λιλίκα ποὺ ἐρχότανε κάπου κάπου ἀπὸ τὸ Ἡράκλειο καὶ ἔμενε μαζί της, μᾶς ἔλεγε, ὅτι κάθε λίγο, ἀκόμη καὶ τὴν νύχτα, ἀνέβαινε «σὰν τὸν ἀτσέλεγα» (σπουργίτι) πάνω σὲ μία καρέκλα, ἐνῶ εἶχε φοβερὰ μυοσκελετικὰ προβλήματα καὶ φιλοῦσε μία συγκεκριμένη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.  Ὀχτὼ φορές, ἔλεγε ἡ Λιλίκα, τὸν ἀσπάσθηκε καὶ τοῦ ἔλεγε: «ἀγάπη μου, ἔρωτά μου, φῶς μου, ἀναπνοή μου…» κ.α.

Ἀγαποῦσε πολὺ μία εἰκόνα τοῦ Ὁσίου Μεθοδίου τῆς Νιβρύτου.  Εἶναι τοπικός μας Ἅγιος.  Τὸ τί φιλιὰ τοῦ ἔκανε κάθε πρωί, δὲν λέγεται…  Κάποτε τὰ μέτρησα.  120 φορὲς τὸν ἀσπάστηκε καὶ μοῦ ξεφύγανε καὶ κάποιοι ἀσπασμοὶ καὶ δὲν πρόλαβα νὰ τοὺς μετρήσω.  Τὴν ρώτησα γιατί τὸν ἀγαπᾶ τόσο πολύ.  Μοῦ ἀπάντησε: «γιατί μοῦ εἶπε πὼς εἶναι Ρεθεμνιώτης»!  Αὐτὴ τὴν εἰκόνα, τὴν χιλιοπροσκυνημένη καὶ πολυμουσκεμένη ἀπὸ τὰ δάκρυά της, τὴν ἔχει τώρα ὁ Δεσπότης τῆς Μόρφου.  Κάθε μεσημέρι ἔκανε μία δική της ὑπέροχη προσευχὴ δοξολογίας στὸ Θεό.  Ὑπάρχει ἠχογραφημένη.  Λέει πολλά.  Πρὶν τὸ φαγητό, πήγαινε καὶ προσκυνοῦσε τὶς πολλὲς εἰκόνες ποὺ ἦταν κολλημένες στὸ ψυγεῖο της.  Ἐκεῖ συνομιλοῦσε συνήθως μὲ τὸν Ἄη Γιώργη… Ἔβλεπε τοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς περιέγραφε μὲ κάθε λεπτομέρεια.  Εἰδικὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς της ποὺ ἦταν τελείως κοπελάκι στὴν καρδιὰ καὶ δὲν καταλάβαινε ὅτι τὴν θαυμάζαμε.  Εἰδικὰ παρίστανε τὸ ἄλογο τοῦ Ἄη Γιώργη. «Ἀνεβαίνω -ἔλεγε-σ’ αὐτὸ καὶ μὲ γυρίζει, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει τρόπος νὰ σᾶς μεταφέρω εἰκόνες καὶ φωτογραφίες ἀπὸ τοὺς μυστηριώδεις κόσμους ποὺ μὲ πάει…»

Σᾶς εἶχε πεῖ κάτι ἀπὸ τὴν πάλη της μὲ τοὺς δαίμονες;

Μόνο γι’ αὐτὰ πρέπει νὰ γραφτεῖ ἕνα βιβλίο.  Φρικιαστικὰ πράγματα.  Ὁλόρθα τὰ μαλλιά τους, ὅπως τὰ κάνουνε τώρα οἱ νεαροί, καρφάκια.  Ὅταν ἔβλεπε κάποιο νεαρὸ μὲ καρφάκια μαλλιά, τὸν πήγαινε στὸν νιπτήρα καὶ τὸν ἔπλυνε.  Τοῦ τὰ χαλοῦσε ἐπειδὴ ἐμφανιζόταν ἔτσι οἱ δαίμονες.  Εἶχαν σκουλαρίκια στὴ μύτη, στὴ γλώσσα, στὸ φάλι (ὀμφαλὸ) καὶ ζωγραφιὲς παντοῦ (τατουάζ).  Ὅ,τι μόδα κυκλοφορεῖ σήμερο ἢ πρόκειται νὰ ’ρθει, τὸ ’βλεπε πάνω τους. Τὰ δάκτυλα τους ἦταν μακρόστενα σὰν τὸ πόμολο τῆς πόρτας. Γι΄ αὐτὸ πόμολο δὲν ἀκουμποῦσε ποτέ… Τὰ ὑπόλοιπα δὲν τὰ περιγράφω γιὰ νὰ μὴν φοβηθοῦνε ὅσοι τὰ ἀκούσουνε…

Τὴν πείραξαν ποτέ;

Μόνο ἕνα βράδυ ποὺ σηκώθηκε, τὴν ἔβαλαν κάτω ἀπὸ τὸ κρεβάτι.  Ἦταν 3 π.μ.  Ἐκείνη τράβηξε τὸ καλώδιο τοῦ τηλεφώνου καὶ ἔπεσε ἀπὸ μία πλαϊνὴ καρέκλα ἡ συσκευή.  Θυμόταν τὸ τηλέφωνό μου καὶ μοῦ τηλεφώνησε.  Πῆγα ἀμέσως, ξεκλείδωσα καὶ τὴν σήκωσα.  Ὅταν καθόταν εἰδικὰ τὴν νύχτα νὰ διαβάσει κάτι, πήγαιναν καὶ ἀρποῦσαν τὴν καρέκλα καὶ τὴν γύριζαν γύρω γύρω.  Αὐτὴ γελοῦσε καὶ τοὺς κορόιδευε.  Τοὺς ἔλεγε: «ἀφοῦ δὲν ἔχετε ἐξουσία νὰ μὲ ρίξετε, ἦντα μαυροκακομοίρηδες κουράζεστε».  Αὐτοὶ δὲν ἀντέχανε καὶ φεύγανε ἀμέσως…

Ἐκτὸς τὰ θαυμαστὰ σημεῖα ποὺ μᾶς διηγηθήκατε, τί ἄλλο θυμόσαστε τὴν περίοδο ποὺ ἦταν κατάκοιτη;

Ἐνῶ δὲν ἄκουε τίποτα καὶ δὲν συγκρατοῦσε τίποτα τὸ μυαλό της, μόλις λέγαμε κάτι ποὺ ἦταν κατάκριση ἢ κάτι ἐπαινετικὸ γι’ αὐτήν, ἀμέσως μᾶς διέκοπτε μὲ πολλὴ αὐστηρότητα. Τώρα τελευταῖα, ὁ Χρῆστος ὁ Λενιδάκης μιλοῦσε γι’ αὐτὴν σὲ ἄλλο δωμάτιο.  Οὔτε τὸν ἔβλεπε, οὔτε ἄκουε τίποτα.  Φώναξε ὅμως: «αὐτὸς ποὺ μιλάει μέσα γιὰ μένα νὰ σταματήσει ἀμέσως».  Ἀκόμη καὶ τὶς τελευταῖες μέρες ποὺ ἦταν στὸ παθολογικό τοῦ Βενιζέλειου, κάτι εἶπαν δύο δικές μας κοπελιὲς ποὺ τὴν συνόδευαν ποὺ δὲν τῆς ἄρεσε.  Ἐνῶ ἦταν σὲ λήθαργο, ἀμέσως ἄνοιξε τὰ μάτια, τὶς κοίταξε αὐστηρὰ καὶ τοὺς ἔκανε νόημα νὰ σωπάσουν.  Ἀμέσως μετὰ ξαναβυθίστηκε…  Δὲν γεύτηκε ποτὲ κατάκριση...!

Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ σᾶς μένει ἀξέχαστο;

Τὰ πάντα, ἀλλὰ κυρίως ὅταν ἔφερε ἕνας Ἀρχιμανδρίτης – Ἱεροκήρυκας ἀπὸ τὴν ἀπάνω Ἑλλάδα μία δαιμονισμένη κοπέλα.  Ἐτσίριζε μὲ βραχνὴ ἀνδρικὴ φωνὴ ὁ δαίμονας.  Τὸ τί ἔγινε δὲν περιγράφεται!  Πῆγα μὲ τὸ θυμιατὸ πίσω ἀπὸ τὴν κοπελιὰ καὶ χωρὶς νὰ μὲ δεῖ, μοῦ ’δωσε μία κλωτσιὰ καὶ κόντεψε νὰ μὲ σκοτώσει.  Πανικὸς σὲ ὅσους βρέθηκαν στὸ σπίτι. Φώναζε καὶ τὸ ὄνομα ἑνὸς θρησκόληπτου ἀπὸ τὴν περιοχή μας ποὺ μισεῖ τὴν Γερόντισσα καὶ μπαίνει μὲ ψεύτικα ὀνόματα στὰ ἰντερνέτια καὶ ἀνεβάζει συνέχεια ἐναντίον της μία ἐγκύκλιο γιὰ τὶς προφητεῖες!  Ποῦ ἤξερε ἡ κοπελιὰ ἀπὸ τὴν Πάτρα ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγε ὁ δαίμονας;  Ἡ Γερόντισσα ἀπάντησε στὸ δαιμόνιο: «μὴ μοῦ φωνάζεις μωρὲ μαϊμούνι, γιατί θὰ γυρίσω τὴ χέρα μου καὶ θὰ σοῦ δώσω ἕνα χαστούκι καὶ θὰ δεῖς τὸν κόσμο ἀνάποδα»!  Δὲν θὰ ξεχάσω τὰ μάτια τῆς κοπέλας.  Δὲν εἴχανε χρῶμα.  Ἦταν κατακόκκινα.  Ὅταν σταμάτησε τὸ δαιμόνιο νὰ τὴν πειράζει, εἶπε στὴν κοπέλα ἡ Γερόντισσα: «ἔλα νὰ σοῦ πῶ παιδί μου πῶς μπῆκε μέσα σου τὸ μαϊμούνι…».  Ἄρχισε νὰ τῆς λέει, ὅτι μία φθονερὴ γειτόνισσά της, ὅταν ἦταν παιδάκι, μάγεψε μία κούκλα καὶ τῆς τὴν ἔδωσε νὰ τὴν παίξει… καὶ πολλὰ ἄλλα τῆς εἶπε γύρω ἀπὸ τὴν περιπέτειά της.  Ἡ κοπέλα ἔφυγε ὑγιής.  Ἐγὼ δὲν θὰ ξεχάσω τὰ μάτια της.  Μετὰ ἦταν ἤρεμη, καλοσυνάτη καὶ πολὺ καλοχάρη κοπέλα…

Εἶχε πεῖ προφητεῖες γιὰ τὸ μέλλον;

Πολλὰ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἔχει πεῖ ἔχουνε βγεῖ.  Ὅπως ὁ κορωνοϊός, ἡ συμφωνία τῶν Τούρκων μὲ τὴ Λιβύη κ.ἄ.  Εἶχε πεῖ στὰ καλά της ἐλάχιστα.  Δὲν ἤθελε νὰ μᾶς τρομάζει.  Τώρα τελευταῖα, ἔχω ἀκούσει συγκλονιστικὲς λεπτομέρειες.  Δὲν θέλει ὅμως ὁ πάτερ Ἀντώνιος νὰ μιλοῦμε γι’ αὐτά.

Τί σᾶς συγκίνησε περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ περιστατικὰ ποὺ ζήσατε ἐκεῖ;

Ὅλα ἤτανε συγκινητικὰ καὶ διδακτικά.  Δὲν θὰ ξεχάσω τὴν περίπτωση μίας πονεμένης μάνας ποὺ ἔχασε ξαφνικὰ 30 χρονῶν τὸ γιό της.  Πόνος ἀβάσταχτος.  Ἦρθε μὲ μοναχὲς ἀπὸ τὴν Καλυβιανὴ τὸν πρῶτο χρόνο ποὺ ἔπεσε στὸ κρεβάτι.  Μόλις τὴν εἶδε, τῆς ἔκανε νόημα νὰ πάει κοντά της.  Τὴν ἀγκάλιασε, τὴ φίλησε καὶ τῆς εἶπε: «μὴ κλαῖς παιδί μου!  Ὁ ὄμορφός σου εἶναι ὁλοζώντανος μέσα στὶς ὀμορφιὲς τοῦ Θεοῦ!  Κι ἐσύ, ὅ,τι ἐχρωστοῦσες σὲ τοῦτο τὸν κόσμο τὸ ξεπλήρωσες».  Τῆς εἶπε κι ἄλλα.  Τὸ πόσο ἀλαφρωμένη καὶ χαρούμενη ἔφυγε ἡ γυναίκα δὲν λέγεται…  Μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες ξανάρθε.  Τῆς εἶπε φωναχτὰ στὸ αὐτὶ γιατί τότε ἄκουε ἕνα ἐλάχιστο: «Γερόντισσα, ξέρω πὼς ὁ ὄμορφός μου ζεῖ στὴν ὀμορφιὰ τοῦ Θεοῦ!  Ὅμως μοῦ λείπει πολύ! Τὸν ἀναζητῶ.  Βοήθησέ με».  Ἡ Γερόντισσα, ποὺ δὲν θυμότανε κανένα τὸ ἑπόμενο δευτερόλεπτο, τῆς ἀπάντησε σοβαρά: «θὰ σοῦ τόνε φέρω παιδί μου νὰ τόνε δεῖς».  Ἡ γυναίκα ἔφυγε χωρὶς νὰ σπουδαιολογήσει τὰ λόγια της Γερόντισσας.  Τὸ ἴδιο μεσημέρι ξάπλωσε νὰ ξεκουραστεῖ.  Ἐνῶ εἶχε γυρίσει στὸ πλάι καὶ δὲν τὴν εἶχε πάρει ὁ ὕπνος, αἰσθάνθηκε κάποιον νὰ τὴν ἀγκαλιάζει.  Θεώρησε ὅτι ἦταν κάποιο ἀπὸ τὰ μικρὰ ἐγγόνια της ποὺ εἶχε στὸ σπίτι.  Φώναξε ἀλλὰ διαπίστωσε πὼς ἦταν στὸ δωμάτιό τους.  Γυρίζει πλευρὸ καὶ τί νὰ δεῖ!  Τὸν γιό της!  Πιὸ πολὺ ὄμορφο, ὁλοζώντανο, χαμογελαστό!  «παιδί μου ἐσύ;» εἶπε μὲ φωνὴ ποὺ δὲν ἔβγαινε.  Τῆς ἀπάντησε μὲ ἄλλο τρόπο, στὴν ψυχὴ «Γαλακτία» καὶ ἔφυγε….

Φανταστεῖτε τί δύναμη, τί παρηγοριὰ πῆρε ἡ μάνα ἐκείνη.  Τὰ πρόσωπα ποὺ ἔπαιρναν πιὸ πολὺ στοργὴ καὶ ἐνδιαφέρον ἀπὸ ἐκείνη ἦταν τὰ κάθε λογῆς σημαδεμένα ἄτομα, οἱ πονεμένοι καὶ τὰ παιδιά!  Μὲ τὰ παιδιὰ ἦταν οἱ καλύτεροι φίλοι.  Θέλω πολλὲς ὧρες νὰ σὲ παραστήσω ἱστορίες καὶ περιστατικὰ μὲ μικρὰ κοπέλια.  Κι αὐτὰ ὅμως τρελαινότανε γι’ αὐτή.  Καὶ τὰ πιὸ ζωηρὰ τὴν ἐπλησιάζανε, πέφτανε στὴν ἀγκαλιά της, γινότανε ἀρνάκια κοντά της…

Πῶς ἦταν ἡ τελευταία περίοδος τῆς ζωῆς της;

Εἶχε ἀγωνία νὰ φύγει.  Νὰ πάει στὸ σπίτι της.  Συνέχεια μοῦ ἔλεγε: «δῶσε μου παιδί μου τὰ παπούτσια μου νὰ φύγω.  Σὲ ὁλονῶ τὰ σπίτια πάω.  Νὰ μὴν πάω ἐπιτέλους καὶ στὸ δικό μου;».  Εἶχε συνήθως τὰ μάτια στραμμένα στὸν οὐρανὸ καὶ σήκωνε, ὅσο μποροῦσε τὰ χέρια, σὲ στάση προσευχῆς.  Ἔλεγε μὲ δέος: «Παναγία μου πρόφταξε στὸν κόσμο!  Φόβος καὶ τρόμος..!».  Δὲν ξέραμε τί ἐννοοῦσε.  Τὰ ὑπόλοιπα τῆς τελευταίας περιόδου τὰ ἔχει γράψει ὁ π. Ἀντώνιος.

Τώρα τὴν νοιώθετε κοντά σας;

Συνέχεια!  Πιὸ πολὺ ἀπὸ πρίν!  Νοιώθω ἠρεμία, γαλήνη, δύναμη.  Κάπου κάπου, πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα, μυρίζω μία στιγμιαία εὐωδία.  Ξέρω ὅτι εἶναι αὐτή.  Ξέρω τί σᾶς λέω.  Οὔτε παραισθήσεις ἔχω, οὔτε ψέματα λέω.  Λέω ὅ,τι νοιώθω μὲ σιγουριά.

Θὰ μᾶς πεῖτε ἕνα τελευταῖο λόγο;

Ἀξιώθηκα νὰ δῶ πῶς ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος γίνεται μεγάλος Ἅγιος.  Νὰ εὔχεστε νὰ ἀξιωθῶ κι ἐγώ, τουλάχιστον τοῦ παραδείσου.  Τὴν εὐχή της νὰ ἔχετε. 

ΠΗΓΗ: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΟΡΦΟΥ

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ ΕΔΙΝΕ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΞΥΛΙΝΟ ΣΤΑΥΡΟ!

Η Γερόντισσα Γαλακτία σὲ ὅλους ἔδινε ξύλινο σταυρὸ καὶ κρεμούσανε στὸ λαιμό τους.  Δὲν ἤθελε κανεὶς νὰ μὴν μείνει χωρὶς σταυρό.  Ἔλεγε πὼς ὁ σταυρὸς εἶναι ἀσπίδα καὶ ταυτότητά μας. 

Κυριακή 7 Μαΐου 2023

ΟΤΑΝ Η ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ

Όταν η Οσία Σοφία της Κλεισούρας συνάντησε την Γερόντισσα Μακρίνα

 - Μιά φορά πήγαμε σε μία άσκήτρια,στά μέρη τής Κλεισούρας,στήν Καστοριά. Είχε τό προορατικό χάρισμα.Δέν ξέρω,αν έχετε άκούσει γι’ αυτήν.Ήταν ψηλή γυναίκα καί συγκύπτουσα.
Είχε άλουσία περίπου σαράντα χρόνια καί είχε μία πλεξούδα , δέν ξέρω πόσες οκάδες ζύγιζε!Πώς τήν σήκωνε αύτή τήν πλεξούδα ! Εκανε κρύο , είχε παγωνιά καί τό νερό ήταν κρύο. Ρίγος σ’ έπιανε στο μέρος πού ζούσε - καί κοιμόταν μέσα σε ένα τζάκι.
Αναβε άπό τήν Χάρη τού Θεού πού είχε μέσα της . Είχε τέτοια φλόγα,τέτοιο έρωτα Χριστού στήν καρδιά της ,πού δέν μπορώ νά σάς περιγράφω .Τά μαγουλάκια της ήταν κόκκινα,παρ’ όλο πού ήταν γερόντισσα .Είχε σφυγμό μικρού παιδιού · πήγαιναν οί γιατροί καί τήν έβλεπαν καί θαύμαζαν. Ετρωγε μόνο χόρτα ,τίποτε άλλο.
Μόλις πήγα,μου λέει :
-Έσύ έχεις Μοναστήρι ,καί κοίταξε , θά δώσης λόγο ,αν έρχονται οί άνθρωποι καί δέν τούς μιλάς ,γιά νά γνωρίσουν τον Χριστό .Τά βλέπεις αύτά τά δένδρα ;
Ήταν τό ένα όλο κισσό έπάνω , τ’ άλλο είχε ένα φύλλο εδώ καί ένα εκεί.
-Αύτή είναι ή αρετή, εδώ καί ’κεΐ βρίσκεται ή αρετή , τό άλλο πού είναι πυκνωμένο είναι ή αμαρτία ,ή μεγάλη αμαρτία πού γίνεται.Αμα έρχεται κανείς θά τούς λές όπως καθαρίζουν τά σπίτια τους ,τις γωνιές καί τις τρυπούλες καί βγάζουν τά σκουπίδια ,έτσι νά καθαρίζουν καί τήν ψυχή τους . Νά κάνουν καθαρή εξομολόγηση νά τά βγάζουν , νά καθαρίζουν τό σπίτι τής ψυχής τους . Καί νά μή στενοχωριέσαι , όταν έρχονται στο Μοναστήρι γιά μοναχές καί μετά φεύγουν,γιατί τά σώματά τους είναι στο Μοναστήρι , άλλά τό πνεύμα τους είναι στον κόσμο.Εντρυφούν σε κοσμικά πράγματα καί δεν εντρυφούν στά ούράνια μεγαλεία.Στή θέση τής μοναχής πού φεύγει , ό Θεός στέλνει άγιο Άγγελο .
Ούτε τήν ήξερα ούτε με ήξερε ούτε μέ σύστησε κανείς . Καί πολλά άλλα μου είπε . Είχα μία σαλπούλα καί τήν έρριξα στήν πλατούλα της . Πολύ τήν χάρηκε ! 
«Όπως μέ σκέπασες , μου λέει , έτσι νά σέ σκεπάσει ό Άγγελός σου καί ή Παναγία μέ τήν σκέπη Της».
Είχε πάει ένας ιερέας πού ήθελε νά τή γνωρίσει , άλλά καί αύτή δεν τον γνώριζε . Σκέφτηκε ό ιερέας : «Αφού είναι στήν έρημο , ας πάρω Άγιο Άρτο νά τήν κοινωνήσω . Άς κάνω καί ένα Εύχέλαιο». Μόλις τον βλέπει τού λέει :
-Καλώς τον παπα - Γιάννη.Ήρθες νά μου κάνεις Εύχέλαιο καί νά μέ κοινωνήσεις ;
-Ναί , Γερόντισσα , ήρθα νά σέ κοινωνήσω και νά σου κάνω Εύχέλαιο .
-Σ’ ένα πράγμα σφάλλεις.
Αύτός στάθηκε ό καημένος , «μέ αποκαλεί μέ τό όνομά μου καί σφάλλω !», σκέφτηκε μέ άπορία.
-Έρχονται στήν εκκλησία μερικές γυναίκες καί τά φορέματά τους είναι πάνω άπό τά γόνατα καί σύ τίς ανέχεσαι καί δεν παίρνεις τήν βέργα νά τις βγάλεις έξω . Δεν τις νουθετείς , νά μή τά φορούν.
Γονάτισε ό καημένος ό ιερέας καί δεν μίλησε.
 Μετά τήν έπισκέφθηκε κάποιος άλλος καί είπε σ’ αυτόν : «Νά πλύνεις καλά τό πιάτο σου . Τό πρόσωπό σου έχει πολλή μαυρίλα . Κοίταξε τήν ψυχή σου νά πλύνης». Είχε άποκαλύψει πολλά πράγματα.
’Έπειτα ψάλλαμε τό «Αξιόν Έστι» καί ’κείνη μάς έψαλλε τό «Θεοτόκε Παρθένε». Αυτή είχε καρκίνο καί τήν είχε χειρουργήσει ή άγια Αναστασία ή Φαρμακολύτρια καί ό Αρχάγγελος Μιχαήλ .Είδα τον σταυρό τού είχε σχηματίσει ή τομή πού τής είχαν κάνει . Εκείνοι τήν είχαν ράψει . Δεν θά τό ξεχάσω αύτό τό πράγμα ! Σήκωσε τά ρουχάκια της καί βλέπω έτσι σταυροειδώς τήν ουλή.
 Μάς είπε ότι βγήκε ένα ζωύφιο μέσα άπό τήν κοιλιά της καί αισθάνθηκε σάν νά έφυγε ό καρκίνος. Καί όταν κοιμήθηκε,μάς έλεγε μιά κυρία πού ειχε πάει στήν νεκρώσιμη Ακολουθία της :«Δεν μπορώ νά σάς περιγράφω τί κόσμος παραβρέθηκε,σάν κηδεία υπουργού».Οι άνθρωποι άπό εύλάβεια έπαιρναν πετρούλες από τό τζάκι .Σαράντα πέντε χρόνια μέσα στό τζάκι άσκήτευε , ούτε κελλί είχε ούτε τίποτε.
Τώρα τελευταία ήρθαν κάποιοι προσκυνητές πού είχαν πάει στο Αγιον Όρος και μου έλεγαν γιά τις άγιες καταστάσεις πού έχει ό π. Έφραιμ ό Κατουνακιώτης , όταν λειτουργεί . Γονατίζει κάτω άκουμπώντας τό κεφαλάκι του στήν Αγία Τράπεζα.
Δεν σηκώνεται από την Αγία Τράπεζα από τά δάκρυα πού χύνει ! Μέ κλαυθμό λειτουργεί . Στο σημείο τής Θείας Λειτουργίας όπου εκφωνεί : «Τά σα εκ των σων…» δεν μπορεί νά σηκώσει τό κεφάλι από την κατάνυξη καί τά δάκρυα πού έχει.:

(Σεπτέμβριος 1983
Από το βιβλίο ''Γερόντισσα Μακρίνα Βασσοπούλου-Λόγια Καρδιάς'')

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ: Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΤΗΣ ΧΑΛΟΥΣΕ ΧΑΤΗΡΙ!

Γερόντισσα Γαλακτία
 
Όλα, όμως, η Γερόντισσα Γαλακτία τά αντίκρυζε «εν πίστει» καί τά προσπερνούσε «εν σιγή». Γιατί ήταν από τίς ψυχές πού προσήγγιζαν τόν Χριστό, όχι «κράζουσα όπισθεν Αυτού» σάν τήν Χαναναία, αλλά «λαθούσα», ευγενικά, ήρεμα, συνεσταλμένα σάν τήν αιμορροούσα, πού τής έφθανε καί τής αρκούσε νά ακουμπήσει μόνο τά κράσπεδα τών ιματίων Του. Έτσι, μέ τήν ίδια συστολή προσήγγιζε πάντα Τόν Χριστό η Γερόντισσα Γαλακτία καί επιτελούσε τά έργα Του. Γι αυτό επέτυχε, τήν ίδια όπως η γυναίκα εκείνη κατάκτηση. Καί πράγματι ο Χριστός δέν τής χαλούσε χατήρι (χατίρι). Η προσευχή της, μετακινούσε όρη. Η απόλυτη εμπιστοσύνη της στήν πρόνοια Τού Θεού, ενεργοποιούσε μέσα της τήν Θεϊκή δύναμη καί επιτελούσε τό θαύμα. 

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ: "Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ!".

Ή γερόντισσα Γαλακτία "" μέχρι τά βαθειά γεράματα, σκορπούσε, έδιδε "τοίς πένησι". Ήταν γερόντισσα πιά, χειρουργημένη καί στά δύο πόδια, αλλά έστηνε μία μεγάλη κατσαρόλα φαγητό γιά νά μήν στερηθούν οί μοναχικοί γέροντες τής γειτονιάς. Γι'αυτό, λίγο πρίν τό τέλος, τήν επισκέφθηκαν ανάμεσα σέ άλλους, οί επτά Αρχάγγελοι πού μεταφέρουν τίς προσευχές τών Αγίων από τή γή στόν ουρανό. Τής συστήθηκαν μέ τά ονόματα τους, πού δέν τά λησμόνησε, αλλά τά ενέταξε στήν καρδιακή μνήμη της : Μιχαήλ,  Γαβριήλ,  Ραφαήλ, Ουριήλ, Ραμαήλ, Φαναήλ, Θαναήλ.

 Ό Ουριήλ τής είπε ότι φυλάει τήν άβυσσο. Σήκωσαν ψηλά τίς ρομφαίες καί τίς έκαναν "ρεκάπιτο, όπως είπε, γιά νά περάσει. Τήν οδήγησαν σέ ένα πάγχρυσο παλάτι. " Είναι ό τόπος τής κατοικίας σου", τής είπαν. Στή μέση ξεχείλιζε ένα ολόχρυσο δοχείο πού ανέβληζε κρυστάλλινο νερό. Ρώτησε: "Τί είναι αυτό;" "Είναι τό δοχείο τής καρδιάς σου", απάντησαν " καί ξεχειλίζει ή αγνότητά σου, ή σιωπή σου, ή ταπεινοφροσύνη σου καί οί ελεημονιές σου"!!!

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

ΟΙ ΜΟΝΑΧΕΣ ΤΑΛΙΔΑ ΚΑΙ ΤΑΩΡ

 Οι μοναχές Ταλίδα και Ταώρ
 
1. Στην Αντινούπολη* υπάρχουν δώδεκα γυναικεία μοναστήρια.
Εκεί αντάμωσα την αμμά Ταλίδα, γερόντισσα, που όπως έλεγε η ίδια αλλά και αυτές που ζούσαν κοντά της, είχε ογδόντα χρόνια στην ασκητική ζωή.
Μαζί της συγκαταβίωναν εξήντα νεαρές μοναχές που τόσο πολύ την αγαπούσαν, ώστε δεν ήταν ανάγκη να κλειδώνουν την αυλόπορτα, όπως συμβαίνει σε άλλα μοναστήρια.
Η αγάπη τους ήταν το μοναδικό κίνητρο παραμονής τους.
Η γερόντισσα είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό απάθειας, ώστε όταν εγώ επισκέφθηκα το μοναστήρι και κάθισα, ήρθε και στάθηκε και αυτή κοντά μου και έβαλε τα χέρια της στους ώμους μου· ένα υπέροχο δείγμα αυθορμητισμού.
 
2. Στο ίδιο μοναστήρι ζούσε και μια μοναχή μαθήτριά της, η Ταώρ, που είχε συμπληρώσει τριάντα χρόνια στη μοναστική ζωή.
Δεν θέλησε ποτέ να φορέσει καινούριο ράσο, καλύπτρα ή ακόμη παπούτσια, λέγοντας ότι· «Δεν τα έχω ανάγκη, μήπως πλανευτώ και φύγω».
Πραγματικά όλες οι άλλες μοναχές πηγαίνουν την Κυριακή στην εκκλησία για να μεταλάβουν, και μόνη εκείνη κουρελιάρα παραμένει κλεισμένη στο μοναστήρι αφοσιωμένη αδιάκοπα στην εργασία της.
Ήταν η προσωποποίηση της ομορφιάς· και ο πιο δυνατός θα μπορούσε να χάσει το μυαλό του μαζί της.
Η καθαρότητα όμως της καρδιάς και η σεμνότητά της ήταν αρκετές για να μεταμορφώσουν τη λαγνεία σε ντροπή και σεβασμό.
 
*Βρισκόταν στην Αίγυπτο, στην δεξιά όχθη του Νείλου σχεδόν απέναντι από την Ερμούπολη.
 
Από το βιβλίο του Δημητρίου Γ. Τσάμη, «Μητερικόν, Διηγήσεις και βίοι των αγίων μητέρων της ερήμου ασκητριών και οσίων γυναικών της ορθοδόξου εκκλησίας», των εκδόσεων Π. Πουρναρά.

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ: ΜΕΤΑΝΟΗΣΤΕ, ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΙΜΩΣΑΝ ΣΤΗ ΓΗ!


Αγία Σοφία της Κλεισούρας: Μετανοήστε, γιατί τα σύννεφα της οργής του Θεούς σίμωσαν στη γη. Μεγάλο κακό έρχεται, από την πολλή αμαρτία.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ: ΦΥΣΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ, ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΤΙ ΘΑ ΠΟΥΜΕ ΤΟ ΨΩΜΙ ΨΩΜΑΚΙ!


Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου: Φυσικές καταστροφές, φτώχεια και πόλεμος δείχνουν ότι θα πούμε  το ψωμί – ψωμάκι; Όποιος στερήθηκε Χριστό στερήθηκε ψωμί. «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού.»

Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ! ΤΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΥΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΘΕΙΑ ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΑ!


Έρχεται Η Εποχή Πού Ούτε Αντίδωρο Ούτε Αγιασμό Θα Έχουμε

Πόσο ευτυχισμένοι είμαστε καί πόσο πρέπει αυτές τίς μέρες να τίς εκτιμούμε καί να τις σεβώμαστε! Πρέπει να σκεφτώμαστε, τό βράδυ πού πηγαίνουμε να κοιμηθούμε: «Θά τήν ξαναβρούμε αυτή τή ζεστασιά, αύτό τό ζεστό φαγητό πού τρώμε;
Θά ξαναβρούμε αύτά τά καλά πού έχουμε, αυτή τήν ήσυχία;». Δέν ξέρουμε τί ξημερώνει- αύτά έρχονται έν ριπή οφθαλμού. Γι’ αύτό αύτές τίς μέρες πρέπει να τίς έκτιμούμε καί να τίς σεβώμαστε.
Λέω, οί Σέρβοι μέ τόση πίστι καί εύλάβεια, τέτοιο μαρτύριο! Άλλα πάλι, λέω, καί στήν Ιερουσαλήμ στη Μονή Χοζεβά, ήταν χιλιάδες οί Πατέρες πού σφαγιάσθηκαν μέσα στο σπήλαιο- οί Χοζεβΐτες δέν ήταν άγιοι Πατέρες; Όταν πήγαμε εκεί στο σπήλαιο, βάλαμε χώμα μέσα στο μαντήλι καί μάτωσε τό μαντήλι- ευωδίαζε τό χώμα, ένδειξh μαρτυρίου. Τό ίδιο καί στον Άγιο Θεοδόσιο καί στά ρωσικά Μοναστήρια παντού αίματα. Πήγαμε καί στο χωριό τών Ποιμένων καί λέμε, κάτι εύωδιάζει- έβγαινε άρρητος ευωδία.
Καί στον άγιο Μηνά στή Χίο σφαγιάσθηκαν δεκατέσσερις χιλιάδες τήν ήμέρα τού Πάσχα. Τί μαρτύριο ήταν αύτό, δεκατέσσερις χιλιάδες! Γιατί έπέτρεψε ό Θεός καί τούς άποκεφάλισαν; Δέν ήταν εκείνοι άγιοι Πατέρες; Σύμφωνα μέ τήν πίστι μας, θά δώση καί σ’ εμάς ό Θεός. Ή Χάρις τού Θεού θά μάς σκεπάση. Να λέμε τούς Χαιρετισμούς- «τείχος εί τών παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε», καί τί θά κάνη ό Θεός δέν ξέρουμε.
Λέω, πώς πρέπει να είμαστε καί στο θέμα τής προσευχής! Όταν έκκλησιαζώμαστε, να είμαστε πολυόμματα Χερουβείμ. Εκεί πού στεκόμαστε, εκεί να μένουμε, εκτός έάν ύπάρχη σωματική άνάγκη.
Τί μεγάλη ευλογία είναι να έχουμε κάθε μέρα Θεία Μυσταγωγία! Πολύ μεγάλη ευλογία είναι αύτή. Θά έρθη καιρός, πού δέν θά βρίσκουμε ένα άντιδωράκι τόσο δα μικρό καί θά λέμε: «Πού είσαι, άντιδωράκι μου, να σέ φάω, πού σέ είχα κάθε μέρα, σέ έπαιρνα καί σέ έτρωγα μέ τίς χούφτες!». Θά έρθη έποχή πού δέν θά έχουμε ούτε άντίδωρο ούτε αγιασμό να πάρουμε. Τώρα είναι μιά μεγάλη ευλογία τής Παναγίας μας να έχουμε κάθε μέρα Θεία Λειτουργία. Ξέρετε πόσο μάς φρουρεί; Μάς έλεγε ένας Γέροντας παλαιότερα ότι, όταν μια αδελφή έχη επάνω της ένα Τετραευάγγελο, φυλάει σαράντα γειτονιές.
Σκεφτήτε τώρα να γίνεται κάθε μέρα μία Θυσία τοΰ Χριστού, πόση ευλογία έχουμε! Αυτό είναι άφάνταστο’ να κατεβαίνουν κάθε μέρα μύριες μυριάδων Αγγέλων και Αρχαγγέλων, τά πολυόμματα Χερουβείμ, τά έξαπτέρυγα Σεραφείμ, να μάς περικυκλώνουν καί να γίνεται ή Θεία Μυσταγωγία. Περισσότεροι είναι οί άγιοι Άγγελοι άπό την άναπνοή μας πού βγαίνει.
Σκεφθήτε τί μεγάλο πράγμα είναι να είναι γεμάτη ή έκκλησία άπό αγίους Αγγέλους! Δέν ξέρω, έγώ έτσι τό νοιώθω, έτσι τό βλέπω και έτσι σάς τό λέω. Πολλές φορές σκέφτομαι, τί μεγάλη δωρεά του Θεού είναι αυτό, και ξενυχτώ, δέν μέ πιάνει ό ύπνος. Κάθε μέρα Θεία Μυσταγωγία! Να μνημονεύουμε τά ονόματα όλων αύτών των άνθρώπων! Ή κάθε ψυχούλα πού είναι τόσο πονεμένη και διψασμένη θέλει μιά βοήθεια και μιά ένίσχυσι, έκτος άπό τούς κεκοιμημένους πού είναι μέσα στήν Κόλασι καί άλλος είναι μέσα στο πυρ καί άλλος στο βρυγμό των όδόντων, πού καί αύτοί έχουν ανάγκη να μνημονευθούν.
Εις δόξαν Θεού σάς λέω, ότι στον κόσμο πού ήμουν καί εργαζόμουν εννιά καί δέκα ώρες την ήμέρα, σηκωνόμουν στις τρεις ή ώρα καί πήγαινα στήν έκκλησία, στήν άλλη άκρη, μέ βροχές καί χιονοθύελλες. Θυμάμαι στήν Κατοχή μιά μέρα μέ σταμάτησε ένας Γερμανός καί μου είπε «άλτ»- πήγε να μέ σκοτώση. Κάνω τό σταυρό μου τρεις φορές καί του λέω: «πηγαίνω στήν εκκλησία». Μόλις μέ είδε να κάνω τό σταυρό μου, μ’ άφησε.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ- ΛΟΓΙΑ ΚΑΡΔΙΑΣ

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

ΜΗΝΥΜΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΘΕΚΛΑ!


Μήνυμα της Γερόντισσας Θέκλας Ηγουμένης της Ιεράς Μονής Παναγία η Παρηγορήτισσα του Καναδά. Πρόκειται για το πρώτο ελληνορθόδοξο μοναστήρι που ίδρυσε ο μακαριστός Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης και Αριζονίτης στο Κεμπέκ του Καναδά. (Holy Monastery of Virgin Mary the Consolatory).

Eμπειρικά Βιώματα
Ευρισκόμενη στην τέταρτη εβδομάδα της καραντίνας και εν όψει των Αγίων ημερών του Πάσχα, πιεζόμενη από το άγχος και τον φόβο που προσπαθούν να μας επιβάλουν, την πίεση που δημιουργεί η διακυβέρνηση του μοναστηριού κάτω από αυτές τις συνθήκες και την βαθιά λύπη με τη οποία γεμίζει την καρδιά μου ο πόνος και η θλίψη των ανθρώπων γύρω μας για την στέρηση κάποιων βασικών αναγκών και κυρίως την στέρηση της μεγίστης παρηγοριάς και πηγής δυνάμεως που είναι ο εκκλησιασμός και του δυνατότερου φαρμάκου που είναι η Θεία Kοινωνία, κατέφυγα στην απόσυρση, στην «κατά μόνας» προσευχή και παρακάλεσα και διαρκώς παρακαλώ τον Θεό να απλώσει το άπειρο έλεος του στον κόσμο του, να θεραπεύσει τους ασθενείς να τους δυναμώνει και να παρηγορεί και να ανακουφίζει τους ηλικιωμένους και όσους μαστίζονται από μοναξιά και έχουν κάθε μορφής δυσκολία.
Αισθανόμουν κάποια ενοχή διότι εμείς αυτή την στιγμή έχουμε αυτήν την παρηγοριά της μυστηριακής ζωής, ενώ οι αδελφοί μας την στερούνται και προσπαθούσα να βρώ τρόπο να τους παρηγορήσω. Τότε άκουσα στα αυτιά μου μια φωνή να μου λέει «για θυμήσου εσείς τι κάνατε;» Τότε σαν να άνοιξε ο νούς μου και είδα μπροστά μου και πιστέψτε με, ξαναέζησα «εν αισθήσει» τις στιγμές εκείνες τις μοναδικές .
Όταν πήγα στο μοναστήρι το 1975 (πριν 45 χρόνια) ήταν η εποχή που η συνοδεία της μονής Φιλοθέου ήταν ακόμη μικρή σε αριθμό μοναχών και οι ιερείς ήταν ελάχιστοι. Έτσι, δεν υπήρχαν ιερείς διαθέσιμοι ώστε να εξυπηρετούν τα μετόχια. Επειδή το μοναστήρι μας ήταν μετόχι της μονής Φιλοθέου για χρόνια δεν είχαμε ιερέα. Όποτε μπορούσαν (ελάχιστες φορές) έρχονταν, αλλά ποτέ δεν μπορούσαν να απουσιάζουν από το μοναστήρι ημέρες μεγάλων εορτών. Χριστούγεννα, Πάσχα, Ευαγγελισμού, Δεκαπενταύγουστος, Πεντηκοστή κ.λ.π. πάντα είμασταν χωρίς ιερέα.
Λογικά αν αυτό γινόταν σε ενορία, οι άνθρωποι θα διαμαρτύρονταν, θα φώναζαν, θα έλεγαν άπρεπα λόγια ίσως και να καταριόταν ακόμα και ο μόνος χαρούμενος θα ήταν ο «πειράζων» με τους αγγέλους αυτού.
Σ’ εμάς γινόταν το αντίθετο. Νηστεύαμε, προετοιμαζόμασταν για την θεία Κοινωνία, μαζευόμασταν στο μικρό μας παρεκκλήσι, που ήταν η προέκταση ενός διαδρόμου, (το ¼ από το εκκλησάκι μας εδώ στη Μονή) διαβάζαμε την ακολουθία μας και στο τέλος η αγιασμένη μας Γερόντισσα Μακρίνα, μας «κοινωνούσε» δίνοντας μας μεγάλο αγιασμό και αντίδωρο και πάντα μας έλεγε ότι, αν εμείς είμαστε «όπως πρέπει» τότε είναι δυνατόν αοράτως να μας κοινωνούν οι Άγιοι Άγγελοι, όπως διαβάζουμε πολλές φορές στους βίους Αγίων.
Πιστέψτε με, τότε ζήσαμε πολλές ουράνιες καταστάσεις που δεν τις ζήσαμε ξανά όταν πλέον είχαμε μόνιμο ιερέα, σαρανταλείτουργα κ.λ.π.
Τώρα καταλαβαίνω ότι λόγω της στέρησης αλλά και του μεγάλου πόθου και της υπομονής ο Θεός μας χαρίτωνε με χάρι μαρτυρική.
Το εκκλησάκι ευωδίαζε σαν να το είχαν ράνει με μύρα. Τα μάτια μας έτρεχαν δάκρυα ασταμάτητα. Η καρδιά μας σκιρτούσε από την χάρι του Θεού.
Τις ημέρες που «κοινωνούσαμε» χωρίς κάν να το σκεφτούμε, μιλούσαμε ψυθιριστά διότι αισθανόμασταν ότι ζούσαμε σε μία μυσταγωγία. Στο στόμα μας λέγοντας την ευχή γευόμασταν σαν να είχαμε μια ευωδιαστή καραμέλα. Αισθανόμασταν την Θεία Κοινωνία και ας μην είχαμε κοινωνήσει και όλη την ημέρα προσέχαμε να μην φτύσουμε ή μασίσουμε μαστίχα και κατόπιν την πετάξουμε. Τόσο μεγάλη ήταν η αίσθηση της Θείας Κοινωνίας.
Ότι κι αν γράψω δεν είναι δυνατόν να περιγράψω την αίσθηση της χάριτος του Χριστού που ζήσαμε εκείνες τις μέρες της στέρησης διότι δεν περιγράφεται με λόγια.
Μετά από λίγα χρόνια οι ιερείς στην μονή Φιλοθέου αυξήθηκαν και δεν είχαμε πλέον πρόβλημα. Όλα είχαν μπεί στον ρυθμό τους.
Μετά από δεκαεννέα χρόνια όταν η υπακοή μας έφερε με την αδελφή Εφραιμία εδώ στον Καναδά αντιμετωπίσαμε πάλι το ίδιο πρόβλημα. Έλλειψη ιερέων! Η μονή μας για επτά χρόνια δεν είχε ιερέα. Τώρα όμως το πράγμα δεν ήταν τόσο σκληρό διότι οι ιερείς μας με την εντολή του Μητροπολίτη έρχονταν τις καθημερινές και λειτουργούσαν ώστε να κοινωνούμε. Όμως πάλι τα Σαββατοκύριακα και τις ημέρες των εορτών δεν είχαμε ιερέα. Οι ιερείς έπρεπε να λειτουργούν στις κοινότητες τους. Μόνες μας κάναμε τις ακολουθίες, στολίζαμε τις εικόνες, στολίζαμε τον Σταυρό την ημέρα της Υψώσεως και την Σταυροπροσκυνήσεως, βγάζαμε τον σταυρό την Μεγάλη Πέμπτη κ.λ.π. και προσπαθούσαμε να διατηρήσουμε το ηθικό και την διάθεση των νεαρών δοκίμων που είχαν πλήρη απειρία.
Αυτά μαζί με πολλά άλλα είναι τώρα ένας πλούτος εμπειρίας που υπάρχει μέσα μας και οσάκις χρειαστεί ανοίγουμε το θησαυροφυλάκιο της πείρας και διαλέγουμε ό,τι χρειαζόμαστε ανάλογα με την περίπτωση.
Ξαφνικά σαν να ανοίχτηκε ο νους μου, ξαναέζησα όλη αυτή την πνευματική κατάσταση πολύ έντονα σαν μια απάντηση στην προσευχή μου και το μήνυμα ήταν ότι όποιος ετοιμασθεί με ταπείνωση, χωρίς γογγυσμό και διαμαρτυρία, με πολύ προσευχή και πίστη στην πρόνοια του Θεού και πάρει τον αγιασμό και το αντίδωρο αντί της Θείας Κοινωνίας και θεωρεί πως ο Θεός δεν επέτρεψε να κοινωνήσει ως ανάξιος και απροετοίμαστος που είναι, τότε αυτός ο άνθρωπος θα χαριτωθεί από τον Θεό με χάρι μαρτυρική για την οποία ο Άγιος Λουκάς ο ιατρός έλεγε «αγάπησα πολύ την χάρι του μαρτυρίου που τόσο θαυμαστά καθαρίζει την ψυχή».
Ο πειρασμός θέλησε να μας κλείσει τις εκκλησίες. Ας κάνουμε εμείς τα σπίτια μας εκκλησίες.
Έντεκα μας έκλεισε, έντεκα χιλιάδες να ανοίξουμε εμείς. Κάθε σπίτι ας γίνει εκκλησία. Η προσευχή να ανεβαίνει πύρινη στον ουρανό. Το λιβάνι να μοσχοβολήσει σε όλες τις γειτονιές.
Το καντήλι και το κερί να ανάβει διαρκώς. Να παρακολουθούμε τις ακολουθίες στα μέσα ενημέρωσης, προσευχόμενοι και όχι ξαπλωμένοι, ή τρώγοντας, ή καπνίζοντας κ.λ.π. Αν κάνουμε έτσι, αντί να κλείσουν οι εκκλησίες θα μεγαλώσουν, θα πλατύνουν και θα γίνουν ολόκληρες οι πόλεις εκκλησίες. Τότε θα δώσει και ο Θεός την ευλογία Του. Βλέποντας την μετάνοια και την πίστη μας θα επιτιμήσει την ασθένεια και θα μας δώσει την ελευθερία μαζί με τις εκκλησίες και χρόνους ζωής για να εργαστούμε για τον Θεό.
Σας εύχομαι καλή Μεγάλη Εβδομάδα, πνευματική άνοδο, υγεία διπλή πνεύματος και ψυχής, υπομονή με άπειρη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού και το φως της Αναστάσεως να λάμψη μέσα στις καρδιές και να τις γεμίσει με όλα τα δώρα του Παναγίου Πνεύματος. ΑΜΗΝ.

«ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΛΑΜΠΡΟΦΟΡΟ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!»

Με άπειρη την εν Χριστώ αγάπη
Ελάχιστες εν Χριστώ,
Γερόντισσα Θέκλα και αδελφές

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019

ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ: ΟΤΑΝ Ο ΠΑΠΑΣ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΟΝ ΓΑΜΟ, ΣΤΕΛΝΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΚΑΙ ΣΤΕΦΑΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΘΕΝΙΑ!


Αγία Σοφία της Κλεισούρας: Συμβουλέψτε τά κορίτσια σας νά φυλάξουν τήν τιμή τους, μέχρι τόν γάμο τους, νά βαδίσουν τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ. Τά ἀγόρια νά μένουν καθαρά μέχρι τόν γάμο. Ὅταν ὁ παπάς ἀνοίγει τό Εὐαγγέλιο στόν γάμο, στέλνει ὁ Χριστός τόν ἄγγελο καί στεφανώνει τήν παρθενία.