ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΤΑ

 Ἡ ἀσκήτρια Λαμπρινή ἀπό τήν Ἄρτα
 
Η Λαμπρινή γεννήθηκε το 1918 στο χωριό Αγία Παρασκευή Άρτης. Οι γονείς της Σπυρίδων Δρίβας και Θεοδώρα ήταν από τους πιο εύπορους του χωριού και είχαν αλλά τρία αγόρια. Η Λαμπρινή ήταν η μικρότερη, και τ’ αδέλφια της την υπεραγαπούσαν για τον χαρακτήρα της, το ήθος και την πολύ καλή συμπεριφορά της προς όλους.
Μεγάλωσε με χριστιανικές αρχές. Από μικρή έμαθε να αγαπά τους ανθρώπους και να ζει σύμφωνα με τον λόγο του Θεού. Τελείωσε μόνο το δημοτικό σχολείο και διάβαζε με πόθο την Αγία Γραφή και άλλα πνευματικά βιβλία.

Διηγήθηκε η ίδια:
Ήμουν οκτώ χρόνων και καθόμουν σ’ ένα καρεκλάκι στην αυλή του σπιτιού. Κρατούσα μια μικρή Αγία Γραφή, μπήκα στον ενθουσιασμό και μου άρεσε να την διαβάζω.
Είχα διαβάσει το χωρίο: «Πας ος αφήκεν οικίας ή αδελφούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς ένεκεν του ονόματος μου, εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει». (Ματθ.. ιθ’-29).

Έτσι μπήκε μέσα στην καρδιά μου και αγάπησα πάρα πολύ τον Κύριο. Από εκείνη την στιγμή άναψε ο πόθος για να ακολουθήσω την μοναχική ζωή και σκέφθηκα: Δεν θέλω τίποτε, ούτε χωράφια, ούτε περιουσίες, θα πάω για Μοναχή.
Τότε εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μου κάποιος ντυμένος με ιερατικά άμφια και μου άρεσε πολύ η όψη του, ήταν πολύ όμορφη. Τον κοιτούσα με θαυμασμό. Μου είπε:
- Τι με θαυμάζεις; Και τα χεράκια σου Εγώ τα έπλασα και είσαι και συ όμορφη σαν εμένα.
- Εμένα με γέννησε η μάννα μου και είναι στην κουζίνα. Να την φωνάξω;
- Όχι, εγώ εσένα θέλω, και έπιασε τα μαλλάκια μου. Αυτά ποιος τα έπλασε;
- Ναι, μου είπε. Τώρα τι θα κάνεις, ποια ζωή θα ακολουθήσεις;
- Αυτό το βιβλίο μου άναψε τον πόθο για τον μεγάλο μου Θεό θέλω να τον απολαύσω. Αυτός να εργάζεται για μένα και εγώ γι’ αυτόν.
- Θα γίνεις μεγάλη, παιδί μου, και θα εργασθείς και συ για Μένα.
- Ποιος είσαι συ;
- Αυτός πού είπες εσύ, μου είπε. Αφού θέλεις έτσι, θα τρως Τετάρτη και Παρασκευή ψωμί και σκόρδο. Εσύ είσαι καλό παιδί, έχω όμως και άλλα καλά παιδιά. Θα έρθω μια μέρα να μαζέψω όλα αυτά τα καλά παιδιά.
Ύστερα έγινε άφαντος…
Άρχισε μετά απ’ αυτό να αγωνίζεται περισσότερο, να νηστεύει, να προσεύχεται και να ετοιμάζεται να αφιερωθεί στον Θεό. Πνευματικός της ήταν ο π. Μητροφάνης, ο Γέροντας της Ιεράς Μονής Ροβέλιστας Άρτης.
Διηγήθηκε η ίδια: «Από μικρή ήθελα να γίνω μοναχή. Όταν έγινα δεκαεπτά χρόνων πήγα στο Μοναστήρι και είπα στον Γέροντα ότι θέλω να γίνω μοναχή.
Μου είπε:
-Νάρθεις, παιδάκι μου. Την άλλη μέρα ήρθαν οι γονείς μου με φωνές να με πάρουν. Ο Ηγούμενος, όπως τους είδε έτσι αγριεμένους, με έδωσε λέγοντάς μου να μεγαλώσω λίγο και μετά ξαναπηγαίνω.
Αυτοί με πήραν και σε λίγες μέρες άρχισαν τα προξενιά. Εγώ ήμουν αρνητική και εύρισκα προφάσεις». Μετά με ρώτησαν τι θέλω και τους είπα: «Θα προσευχηθώ όλη τη νύχτα και ό,τι μου πει ο Θεός».

Ο ΕΓΓΑΜΟΣ ΒΙΟΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ;
Προσευχήθηκα και είπα: «Θεέ μου, ένα πράγμα σου ζητώ. Να μου δώσεις άδεια να πάρω τον Ουράνιο (νυμφίο) και εγώ, όπως παίρνουν οι καλές ψυχές. Να μη συζευχτώ με επίγειον άνδρα».
Άκουσα φωνή: «Σε έχουμε υπ’ όψιν. Μια ώρα δική μας θα γίνεις. Πρέπει όμως να συζευχθείς αυτού για να δυναμώσεις. Να βάλεις χαλινάρια στο στόμα, στα πόδια, στα χέρια, στη σάρκα».
- Στη σάρκα; Στην παντρειά με στέλνεις.
- Σε στέλνω Εγώ, και η σάρκα είναι ευλογημένη. Δοκιμασίες θα έχεις…
Εγώ συνέχισα να προσεύχομαι για το καλύτερο, να γίνω Μοναχή, όμως μου έλεγε ότι «το καλύτερο για σένα είναι να παντρευτείς, να δοκιμαστείς, να ψηθείς. Αν πας στο Μοναστήρι, δεν θα βασανισθείς τόσο. Στο Μοναστήρι ό,τι κάνουν οι άλλοι θα κάνεις και συ, είτε τρώνε, είτε προσεύχονται.
Στον κόσμο όμως θα συναντήσεις κακότητα, μοχθηρία. Εμείς τελειώσαμε τώρα, πάρε την δύναμη και την φώτιση και εργάσου όσο μπορείς».
Εργάσθηκα σε όλη μου την ζωή. Αγωνίστηκα. Τα πεθερικά μου μετά δεν με ήθελαν, με έδιωχναν, με έβριζαν με άπρεπα λόγια. Όσα μου είπε η φωνή, το Πνεύμα, τα βρήκα όλα». Έτσι λοιπόν μετά τα 20 της την πάντρεψαν με τον Αριστείδη Βέτσιο από τα Κολομόδια Άρτης και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Σπύρο και την Σταθούλα.
Η ζωή της δεν ήταν καθόλου εύκολη στην οικογένεια του συζύγου της, γιατί ζούσαν δεκατρία άτομα μαζί στο ίδιο σπίτι και ο καθένας είχε τις δικές του Ιδιοτροπίες και τον δικό του τρόπο σκέψεως. Ιδιαίτερα ο πεθερός της φερόταν προς αυτήν με άσχημο τρόπο, με περιφρόνηση και σκληρότητα την πλήγωνε με τα λόγια του.
Η Λαμπρινή όμως κατάφερε με την υπομονή να τα ξεπεράσει όλα. Στις βρισιές του έλεγε: «Πες με ό,τι θέλεις. Εγώ είμαι μουγκή»… Και από τον σύζυγο της είχε δυσκολίες.
Κάποτε που βρισκόταν σε αγρυπνία στον άγιο Φανούριο στο γειτονικό χωριό Γλυκόριζο, άκουσε φωνή που της είπε: «Αυτή τη στιγμή καίγεται το σπίτι σου…»
Όταν τέλειωσε η αγρυπνία και γύρισε μαζί με τις άλλες γυναίκες με τα πόδια, είδε τα βιβλία της καμένα και πεταμένα έξω από το σπίτι και τον σύζυγο της σε έξαλλη κατάσταση να της φωνάζει να φύγει από το σπίτι.
Η Λαμπρινή απάντησε: «Δεν φεύγω. Εσύ είσαι ό άντρας μου, εδώ είναι το σπίτι μου, σκότωσε με, κάνε με ό,τι θέλεις, εγώ δεν φεύγω».
Τη νύχτα την κλείδωσε έξω από το σπίτι. Υπέμεινε ήρεμα και έλεγε: «Ο πειρασμός τον βάζει, θα του περάσει. Αυτός είναι καλός, αλλά στο καφενείο τον “άναψε” ο τάδε και έκανε ό,τι έκανε, μέχρι να του περάσει ο θυμός».
Παρά τις τόσες δυσκολίες και τις κοπιαστικές αγροτικές εργασίες, δεν άφηνε δευτερόλεπτο της ημέρας χωρίς να προσεύχεται και να ευχαριστεί τον Θεό. Μαζί της στο χωράφι που πήγαινε να εργαστεί έπαιρνε και βιβλία πνευματικά για να διαβάζει και να προσεύχεται. Σ’ όλη την ζωή της χάλασε από την πολλή χρήση τέσσερα βιβλία Μεγάλα Ωρολόγια. Τα βιβλία της ήταν η περιουσία της, όπως έλεγε, και από την μελέτη τους έπαιρνε πολλή δύναμη.
Μετά πού απέκτησε τα δυο της παιδιά, με τον άνδρα της ζούσαν σαν αδέλφια. Αυτός τις νύχτες κοιμόταν και η Λαμπρινή διάβαζε τα βιβλία της με το φως ενός καντηλιού και ενός κεριού.
συνεχίζεται…

Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», η 19η διήγηση.
Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής.

Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2023

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ: ΠΗΓΑ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ!

 ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ
ΠΗΓΑ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ…
 
Με πήρε ύστερα η Παναγία σ’ έναν κάμπο μεγάλο όσο είναι η Άρτα. Έφθασα σε δυο δρόμους, και ρώτησα ποιόν να διαλέξω. «Όποιον θέλεις εσύ», είπε η Παναγία.
Εγώ πήρα τον ένα δρόμο. Καθώς προχωρούσα έβλεπα γλέντια, γάμους, ανδρόγυνα αγαπημένα, παιδιά, και έλεγα «τι ωραίος κόσμος είναι εδώ»!
–Αχ, έκανε η Παναγία. Έτσι γελιέται ο λαός στον κάτω κόσμο, τον πονηρό…
Άμα άκουσα αυτό δεν ήθελα να προχωρήσω αλλά η Παναγία είπε: «Θα προχωρήσουμε και μη φοβάσαι». Έτσι πήρα θάρρος και προχώρησα.
Συναντήσαμε ένα ποτάμι πύρινο πού τα κύματά του έπεφταν σε τρεις ανθρώπους δικούς μου και φώναζαν…
Η Παναγία μου είπε: «Μην στενοχωριέσαι. Αυτά εργάσθηκαν στην γη, αυτά απολαμβάνουν. Σε άκουγαν όταν τους έλεγες κάτι εσύ; Εγώ τους κάνω το καλό κάθε χρόνο και τους βγάζω από κει από την Ανάσταση μέχρι την Πεντηκοστή».
Πιο πέρα είδα ένα ποτάμι με πίσσα πού κόχλαζε. Κι εκεί έμπαιναν και έβγαιναν κεκοιμημένοι…
Όμως τα ρούχα τους ήταν καθαρά, δεν λερώνονταν, παρ’ ότι κυλιόνταν μέσα στις πίσσες. Αλλά τι το θες; Καίγονται μέσα στην πίσσα. Δεν αντέχουν το κάψιμο.
Έπειτα βρέθηκα σ’ ένα μεγάλο βαρέλι και με φώναξε με τ’ όνομά μου μια ψυχή από μέσα που βασανιζόταν. Προσπαθούσε να βγει και με παρακάλεσε να βρέξω το δαχτυλάκι μου να δροσιστεί λίγο το στόμα του. Τον γνώρισα από την φωνή και του είπα:
– Αυτού μέσα είσαι, ωρέ; Αυτά εργάστηκες στην ζωή; Δεν θυμάσαι εκεί έξω από την Παρηγορήτρια στην Άρτα, εσύ γύριζες από την λαϊκή και εγώ από την Εκκλησία μου και με κορόϊδευες γιατί πιστεύω σ’ αυτά, στην κόλαση και στον παράδεισο, και έλεγες ότι άμα πεθάνει ο άνθρωπος, πάει όπως το πρόβατο, χάνεται; Και αλλά πολλά σου έλεγα για την κόλαση και τον παράδεισο, δεν τα θυμάσαι;
– Τα θυμάμαι αλλά τώρα είναι αργά. Φώναξε όσο μπορείς, όσο ζεις, να έρθει κανείς κοντά σου, να αποφύγει αυτήν εδώ την κόλαση.
– Τι να κάνει κοντά μου αφού και ‘γώ δεν ξέρω. Εσύ πόσες φορές με κόλαζες όταν σε συναντούσα;
– Όχι, εσύ δεν έφαγες, δεν άλλαξες, δεν ντύθηκες, δεν γλέντησες, αγωνίστηκες και ξέρεις…
Εμένα,( έλεγε η Λαμπρινή ), μετά απ’ αυτά, τον πόνεσε η ψυχή μου. Ήμουν ευαίσθητη στον πόνο των άλλων και, αν άκουγα ότι κάποιος πεινάει, δεν έτρωγα και εγώ και αν μπορούσα του πήγαινα φαγητό. Τώρα όμως σκεφτόμουν να του δώσω λίγο νερό με το δάχτυλο μου ή όχι;
Η Παναγία μου είπε ότι, αν δώσω, θα με κάψει την μισή πλευρά του χεριού μέχρι πάνω στον ώμο. Μόλις τ’ άκουσα αυτό κοντοστάθηκα, όμως τον λυπόμουν τον άνθρωπο εκεί μέσα. Παρακάλεσα τότε την Παναγία να το βρέξω και να το δώσω λίγο. Τι να σου πω; Θα καεί το χέρι σου. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, βάλτο λίγο, όμως και εγώ θά’ μαι στο πλευρό σου».
–«Ναι το θέλω, ψυχή είναι κι αυτή. Μπορεί και εγώ να πάθω τα ίδια».
–«Μη γένοιτο», μου είπε.
Τό’ βαλα τότε και κάηκε το χέρι μου. Με πονούσε, το φυσούσα, αλλά τίποτε. Από τότε το δάχτυλο δεν το δουλεύω είναι σκληρό. Και να το κόψεις δεν το νιώθω…
«Αυτά πού είδες εδώ δεν πρέπει να σε αναλώσουν σε στενοχώρια αλλά να βάλεις όλη την δύναμή σου να τα πεις σε άλλους ζώντες και να βοηθήσεις ψυχές πού ποθούν τον Ουρανό».
Φεύγοντας είπε η Παναγία:
«Ευλογημένοι να είστε μέχρι την Δευτέρα Παρουσία που θάρθει ο Υιός μου», και φύγαμε.

Μετά πήγαμε στον καλό τον κόσμο. Εκεί χαιρόσουν να βρίσκεσαι. Γνώρισα πολλούς απ’ αυτούς. Συνάντησα πολλά ζευγάρια πού έζησαν αγαπημένα. Ήθελε να μου δείξει και άλλους, αλλά της είπα «όχι νέους, γιατί στενοχωριέμαι να πεθαίνουν νέοι».
Η Παναγία μου είπε «όχι νέους, αλλά γέρους, διότι οι καλοί άνθρωποι πεθαίνουν γέροι. Τους άλλους τους παίρνουμε νέους για να γλυτώσουν από τις αμαρτίες πού θα πέσουν».
Συναντήσαμε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Μου είπε η Παναγία: «Τώρα έρχεται και ο γιός τους, ταξιδεύει». Μόλις είχε πεθάνει και ανέβαινε η ψυχή του. Σηκώθηκε τότε ο γέρος και προσευχήθηκε στον Εσταυρωμένο πού δέσποζε πιο πέρα και είπε:
«Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που πήρες τον γιό μου σε ώριμη ηλικία και τον φέρνεις εδώ». Τον ευχαρίστησε και η γριά. «Αμήν», ακούστηκε από τον Σταυρό. Ο γέρος και η γριά ξανακάθισαν στις πολυθρόνες τους πού ήταν χρυσαφένιες, όλες ήταν χρυσαφένιες. Μπροστά τους σ’ ένα τραπεζάκι είχε ο καθένας τους μια πιατέλα που έτρωγαν.
Εγώ σκέφτηκα «τι τρώνε;» Και μου απήντησαν: «Εκείνο που μας φέρνετε εσείς στην προσκομιδή τρώμε». Η τροφή τους ήταν ένα σαν το αντίδωρο και κρασί. Τα κρεβάτια τους ήταν ολόχρυσα, ωραιότατα.
Για τις παρθένες υπήρχε άλλος ξεχωριστός τόπος, το παρθενικό σπίτι. Εκεί είδα και γνωστές μου, αλλά δεν μου μίλησαν.
Ύστερα η Παναγία μου είπε: «Θα φύγουμε τώρα και θα περάσουμε να δούμε έναν άνθρωπο πού ήρθε εδώ μετά από πολυχρόνιο ασθένεια. Αυτός ήταν πολύ αμαρτωλός, αλλά ξεπλύθηκε από την ασθένεια του. Υπέμεινε αγόγγυστα την αρρώστια του. Το κρεββάτι του βέβαια δεν ήταν όμοιο με των άλλων, αλλά κοπιασμένο από τους κόπους που υπέμεινε.
Μου είπε τότε αυτός: «Ναι, έτσι είναι όπως τα λέει η μάννα μας (Παναγία). Έλυωσα στο κρεββάτι μου, έχυσα όλο το αίμα μου σ’ αυτό το κρεββάτι. Αυτά που πέρασα μόνο το κρεββάτι αυτό τα γνωρίζει και η μητέρα μου που με φύλαγε και στεκόταν στο προσκέφαλο μου.
Ύστερα η Παναγία συνέχισε: Όλοι οι άνθρωποι ναρθούν εδώ. Ας πονέσουν λίγο στην γη.
Στη γη υπάρχουν πολλοί πειρασμοί. Μόνο την ψυχή σας να φυλάξετε από αμαρτίες. Όποιος θυσιαστεί για τον Υιό μου θα απολαύσει όλα αυτά τα αγαθά. Όσοι θα εργασθούν για μένα κάτω στην γη θαρθούν στον Παράδεισο. Αυτά τα αγαθά, χαρά σ’ όποιον τ’ απολαύσει. Όμως τώρα λίγοι έρχονται. Χάλασε ο κόσμος…»

Η Λαμπρινή άλλη φορά προείδε τον θάνατο της ανεψιάς της:
«Είχα πάρει προειδοποίηση (πληροφορία) ότι την Τετάρτη θα κοιμηθεί η ανεψιά μου Κασσιανή. Αυτή με επισκέφθηκε το προηγούμενο Σάββατο το απόγευμα και μου είπε ότι συμφώνησε με τον παπά να κάνουμε Λειτουργία την ερχόμενη Τετάρτη, με κάλεσε και μένα να βοηθήσω.
Είχα ευλογία από τον Δεσπότη να ψέλνω στο αναλόγιο όταν υπήρχε ανάγκη. Της λέω: «Όχι την Τετάρτη αλλά τη Δευτέρα». Αυτή επέμενε την Τετάρτη, διότι δεσμεύτηκε στον παπά και δεν μπορούσε να το αλλάξει.
Για να την διευκολύνω πήγα τότε εγώ και το άλλαξα. Έγινε η Λειτουργία, είχαμε προετοιμαστεί και κοινωνήσαμε.
Η Κασσιανή έδειχνε υγιέστατη. Με ευχαρίστησε πού βοήθησα και εγώ στην θεία Λειτουργία και αποχαιρετιστήκαμε.
Την Τετάρτη τα χαράματα την Κασσιανή την πήρε τηλέφωνο ο αδελφός της Νίκος να πάει στην κλινική, διότι θα γεννούσε η γυναίκα του Όλγα και ήθελε να έχει κάποιον δίπλα του. Πήγε η Κασσιανή, αλλά αμέσως μετά την γέννα η Κασσιανή έπαθε πνευμονικό οίδημα και εκοιμήθηκε ύστερα από λίγο…
Γι’ αυτό σας λέω, δεν ξέρουμε πότε θα πεθάνουμε.

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ: ΦΥΣΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ, ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΤΙ ΘΑ ΠΟΥΜΕ ΤΟ ΨΩΜΙ ΨΩΜΑΚΙ!


Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου: Φυσικές καταστροφές, φτώχεια και πόλεμος δείχνουν ότι θα πούμε  το ψωμί – ψωμάκι; Όποιος στερήθηκε Χριστό στερήθηκε ψωμί. «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού.»

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΤΑ

Η ασκήτρια Λαμπρινή από τήν Άρτα και οι φοβερές νηστείες

Σ’ όλη την ζωή της είχε μονοφαγία και ξηροφαγία. Έτρωγε συνήθως ψωμί και ελιές. Στο τριήμερο (της τεσσαρακοστής) δεν έτρωγε και δεν έπινε τίποτε. Κοινωνούσε την καθαρά Τετάρτη και μετά συνέχιζε την τελεία νηστεία…

Τις ημέρες πού δεν έτρωγε τίποτε έπινε γύρω στις 3 μ.μ. ένα κουταλάκι ζεστό νερό. Το συνηθισμένο φαγητό της ήταν μια πατάτα βρασμένη με ξύδι. Τα παιδιά της την πίεζαν να φάει, αλλά αρνιόταν και απαντούσε: «Μη στενοχωριέστε, δεν θα πεθάνω από τη νηστεία, η προσευχή είναι η τροφή μου. Το σώμα θα το περιποιηθώ γιατί είναι η κατοικία της ψυχής μου.Όταν έρθει η ώρα θα φάω. Μην ανησυχείτε».
Της έκανε το πρωί η κόρη της καφέ και το απόγευμα πού πήγαινε να πάρει το φλυντζάνι ήταν απείραχτο. Το Πάσχα πού κάθονταν όλοι μαζί να φάνε, η Λαμπρινή μιλούσε για τον Θεό και μετά από πίεση έτρωγε μια κουταλιά γιαούρτι η μια πιρουνιά σαλάτα. έλεγε:
«Σήμερα είναι η μεγαλύτερη γιορτή. Σήμερα αναστήθηκε ο Χριστός. Αν ερχόταν ένα πεθαμένο παιδί μου εγώ θα έτρωγα; Θα στόλιζα το σπίτι μου να το υποδεχθώ».

Την τελευταία εικοσαετία της ζωής της έτρωγε μόνο ψωμί,
νερό και ξύδι.

Κάποτε θα πήγαινε στην Αθήνα για μια εβδομάδα, διότι θα έκανε εγχείρηση ο αδελφός της. Μια γνωστή της έψηνε ψωμί από καλαμπόκι και της έδωσε μια φέτα. Το δέχθηκε με μεγάλη χαρά γιατί ήξερε ότι η γυναίκα αυτή χάραξε τον σταυρό πάνω στο ψωμί. Όταν γύρισε από την Αθήνα ευχαρίστησε την γυναίκα πού της έδωσε το ψωμί, και της εκμυστηρεύτηκε ότι αυτό το ψωμάκι ήταν η τροφή της για όλη την εβδομάδα πού πέρασε στην Αθήνα. Έτρωγα λίγο κάθε μέρα και ερχόταν ο Κύριος και μου το αυγάταινε (αύξανε)».
Πριν την κοίμηση της για ένα διάστημα αρκείτο μόνο σ’ ένα κουταλάκι αγίασμα, στο αντίδωρο και φυσικά στην θεία Κοινωνία. Σε κάποιον που την ρώτησε τι είχε φάει, απάντησε ότι έφαγε μόνο αντίδωρο πού είχε κρατήσει από την θεία Λειτουργία ότι μ’ αυτό ήταν χορτασμένη και θα την κρατήσει για κ’ ανά – δυό μέρες ακόμη.
Αφού πάντρεψε τα παιδιά της, από την ηλικία των 45 ετών σταμάτησε τις αγροτικές εργασίες και αφοσιώθηκε στην άσκηση και στην προσευχή. η ζωή της πλέον ήταν μια συνεχής προσευχή στο σπίτι και στην Εκκλησία, όπου τακτικά πήγαινε και κοινωνούσε συχνά…
Το καθημερινό τυπικό της ήταν περίπου το εξής:
Κοιμόταν μέχρι δύο ώρες το ημερονύκτιο από τις 3 μέχρι τις 4.30 τη νύχτα. Έκανε κομποσχοίνι γονατιστή και μεγάλες μετάνοιες. Έκανε όλες τις ακολουθίες κάθε ήμερα. Το Μεσονυκτικό και τον Όρθρο τα διάβαζε με το αμυδρό φως από το καντήλι και με ένα κεράκι. Μελετούσε πολύ την Αγία Γραφή και πατερικά βιβλία. Την ημέρα, διάβαζε, έκανε την ακολουθία των Ωρών και προσευχή. Σε όσους την θαύμαζαν πού μπορούσε και αφιέρωνε την ήμερα της στο διάβασμα έλεγε πώς χρόνος υπάρχει για όλους.

Και μια σελίδα την ημέρα να διαβάζεις είναι αρκετό,
αρκεί να γίνεται με πίστη.

Όλα αυτά τα έκανε με ευλογία από τον πνευματικό της π. Μητροφάνη, ο οποίος της είχε δώσει τον κανόνα της προσευχής. Την Μ. Σαρακοστή, έκανε το Μεγάλο Απόδειπνο και όταν κάποιος την διέκοπτε δεν το συνέχιζε, αλλά το άρχιζε πάλι από την αρχή…

Όταν γινόταν αγρυπνία σε κάποια Εκκλησία ήταν πάντα πρώτη. Συνήθως την ακολουθούσαν και γυναίκες από τα γύρω χωριά. Πολλές νύχτες συγκέντρωνε τις γυναίκες στο σπίτι της και έκαναν ομαδική προσευχή.
Από την ηλικία των 30 ετών έραψε ένα τρίχινο σάκκο και τον φορούσε κατάσαρκα σ’ όλη την ζωή της, για άσκηση και κακοπάθεια. Κανείς δεν το ήξερε. Για 54 χρόνια τον φορούσε και ποτέ δεν τον έπλυνε. Πριν από την κοίμηση της άφησε εντολή στην κόρη της να μην τον πλύνει ποτέ. Όσοι τον είδαν μαρτυρούν ότι φαίνεται σαν να βγήκε από πλυντήριο και μοσχοβολά (ευωδιάζει).
Παρ’ όλο που ζούσε μέσα στον κόσμο, ο πόθος της για τον Μοναχισμό και την Εκκλησία την έκαναν να μετατρέψει το δωμάτιό της σ’ ένα μοναχικό κελλί. Ό,τι χαρτάκι εύρισκε πού είχε φωτογραφία κάποιου αγίου το κολλούσε στον τοίχο, δημιουργώντας μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα.
Δεν αγαπούσε τα χρήματα, ήταν ανάργυρη. Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να μπορεί να κάνει ελεημοσύνες και να βοηθά τον κόσμο. Όλη την σύνταξη της την μοίραζε σε ελεημοσύνες.
Όταν τα παιδιά της, επίσης της έδιναν χρήματα, τα διέθετε και αυτά για να βοηθά φτωχούς. Έλεγε στα παιδιά της: «Τα χρήματα αυτά που δίνω, δεν είναι δικά μου. Πιάνονται (λογίζονται) σε σας, γιατί δικά σας είναι».
Απέφευγε μάλιστα να πιάνει με τα χέρια της τα χρήματα, αλλά με μια χαρτοπετσέτα ή με ένα κομμάτι ύφασμα. Και όταν πήγαινε να ψωνίσει άνοιγε το πορτοφόλι ή την χαρτοπετσέτα και έπαιρνε ο μπακάλης μόνος του. Από το σπίτι της έβγαινε τη νύχτα κρυφά, να μην την βλέπουν, και πήγαινε σε φτωχά σπίτια, άφηνε έξω από την πόρτα ό,τι είχε και έφευγε.
Στον φούρναρη είχε δώσει παραγγελία να εφοδιάζει με ψωμί μια φτωχή οικογένεια, χωρίς να μάθει κανείς τίποτε. Το είπε στην κόρη της μόνο πριν κοιμηθεί, και της άφησε παρακαταθήκη να συνεχίσει την ελεημοσύνη. Η Λαμπρινή συμβούλευε:
«Μεγάλη ευλογία έχει ο άνθρωπος που κάνει ελεημοσύνη. Όταν κάνετε ελεημοσύνη δεν θα δίνετε αυτό που είναι για πέταμα, αλλά θα δίνετε για τον ξένο και τον φτωχό το καλύτερο. Οι γονείς να μην στενοχωρούνται που δεν έχουν ν’ αφήσουν περιουσία στα παιδιά τους, αλλά να φροντίζουν για την κατά Θεόν πρόοδό τους και τα υπόλοιπα θα τα τακτοποιήσει ο Θεός».
Επισκεπτόταν αρρώστους χωρίς φόβο να κωλύσει κάτι, αφού πολλές φορές κοινωνούσε πρώτα ο άρρωστος (ετοιμοθάνατος) κα! αμέσως εκείνη, γιατί δεν φοβόταν τον θάνατο, αντίθετα θεωρούσε πώς θα την έφερνε πιο κοντά στον Θεό.
Κάποτε πήγε να προσκυνήσει τον Άγιο Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα με ένα παιδάκι που το είχε βαφτίσει, χωρίς να έχει μαζί της χρήματα. Όμως με την βοήθεια του Θεού πήγαν και γύρισαν, χωρίς να τους ζητήσουν χρήματα ούτε στο λεωφορείο ούτε στο καράβι.
Η γιαγιά Λαμπρινή αγαπούσε τον Χριστό, αγωνιζόταν περισσότερο από μοναχή, προσευχόταν συνέχεια και μετέδιδε την θεία Χάρη. Πολλοί πήγαιναν να την δουν, να την συμβουλευθούν και να ζητήσουν την προσευχή της.
Ολόκληρα λεωφορεία σταματούσαν στο φτωχικό της. Δεχόταν όλους τους ανθρώπους αδιαμαρτύρητα, πολλές φορές χωρίς ούτε μια διακοπή στην διάρκεια της ημέρας.
Οι επισκέψεις στο σπίτι της ήταν καθημερινές. Δεν υπήρχε ωράριο. Ο καθένας ερχόταν οπότε ήθελε και έφευγε όταν ήθελε. Δεχόταν τους πάντες αγόγγυστα. Όταν ήταν μόνη της διάβαζε ή προσευχόταν. Για να ξεμουδιάσει έβγαινε και έκανε περίπατο, όχι στο χωριό, αλλά στον κήπο με τις πορτοκαλιές και έλεγε την ευχή (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με).
Ο λόγος της ήταν πάντα για την υπομονή. Έλεγε: «Εμείς Οι χριστιανοί θα περάσουμε εδώ μεγάλες δοκιμασίες, ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένεια μας. Θα πρέπει να δείχνουμε υπομονή, αγάπη, και να κάνουμε ελεημοσύνες». Σε όσους είχαν οικογενειακά προβλήματα τους παρακαλούσε να μη διαλύσουν την οικογένεια τους. «Ο πειρασμός σας βάζει», έλεγε.
Σε νέους πού την επισκέπτονταν συμβούλευε: «Αποφάσισες να παντρευτείς; Θα κάνεις υπομονή και όχι μία, αλλά πολλές. Να εκκλησιάζεστε τακτικά, να εξομολογείστε, να κοινωνάτε και να προσεύχεσθε. Όταν κάνετε αυτά, θα πάτε κοντά στον Χριστό να χαίρεστε για πάντα».
Αν και δεν είχε σπουδάσει, όμως διάβαζε πολλά πνευματικά βιβλία, τα κατανοούσε και τα εξηγούσε.
Άνθρωποι εγγράμματοι – ακόμη και καθηγητές Πανεπιστημίου – πήγαιναν να ακούσουν την γιαγιά Λαμπρινή. Την είχαν σε ιδιαίτερη ευλάβεια γιατί η ζωή της ήταν τελείως δοσμένη στον Χριστό, αλλά και γιατί έβλεπαν να ενεργεί η θεία Χάρη μέσω αυτής θαυμαστά έργα.
Αρπαζόταν πολλές φορές ο νους της και έβλεπε τα αθέατα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος, η προσευχή της εισακούετο, γνώριζε τα κρύφια των ανθρώπων, και προέβλεπε γεγονότα του μέλλοντος…

Από το βιβλίο: «Ασκητές μέσα στον κόσμο», η 19η διήγηση

Δευτέρα 1 Μαΐου 2017

ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑΣ ΛΑΜΠΡΙΝΗΣ ΒΕΤΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η Ασκήτρια εν τω κόσμω Λαμπρινή Βέτσιου-Δρίβα, από την Άρτα, που κοιμήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2002, προείπε σε διάφορους ανθρώπους όσα πολύ δύσκολα έρχονται για την Ελλάδα και τους Έλληνες, που
ξέχασαν τον Θεό, ακολουθώντας αδιέξοδους δρόμους και θεωρίες, αθεΐα, απιστία, αιρέσεις, σαρκικές ηδονές και υλισμό!

Που δεν έσκυψαν να πιουν από το γάργαρο και δωρεάν νερό της αιωνιότητας, της ευσέβειας, της ευλογημένης Ορθοδοξίας. Που ξέχασαν να κάνουν ακόμη και τον σταυρό τους, το «δόξα τω Θεώ», την Παναγιά της μάνα μας, τον Εκκλησιασμό της Κυριακής, το καντηλάκι της βραδινής προσευχής…

«Η Ελλάδα θα πέσει έξω: Φόροι, φτώχεια και επιστροφή στα χωριά»

«Η Ελλάδα, μια ώρα, οικονομικά θα πέσει έξω! Τα λεφτά θα εξευτελιστούν. Τυχεροί όσοι θα έχουν χρυσό (ως μέσο συναλλαγής) και ένα κομμάτι γης».

Μου είπε η γερόντισσα (έγινε μοναχή από τον π. Μητροφάνη) για το σπίτι μου (1990):

–«Τι το θες παιδί μου τόσο μεγάλο σπίτι; Θα έρθει καιρός που θα βάλουν φόρο και στα βήματά σας μέσα σ’ αυτό, και στα άτομα που είστε μέσα»! (Τώρα έχουμε τεκμήριο διαβίωσης – φορολόγηση τετ. μέτρων και το χαράτσι ΕΝΦΙΑ).

–Τυχεροί όσοι θα μένουν σε καλύβες (μικρά σπιτάκια). Τα αυτοκίνητα θα τα αράξει ο κόσμος στις αυλές του! Αν έχεις δουλειά θα δουλεύεις όλη μέρα, το μισό μεροκάματο θα το δίνεις για βενζίνη για να πάς στη δουλειά σου και το υπόλοιπο να ταΐσεις τα παιδιά σου και αν φτάσουν για να φάνε… Την αποθήκη που βάζει ο πατέρας σου το χόρτο για τα ζώα θα σε παρακαλάνε για να μείνουν μέσα! Γεμάτος έκπληξη της είπα. Βρε γιαγιά έχει ποντίκια μέσα! Η γιαγιά μου είπε:

–Όταν κάποιος δεν έχει που να βάλει την οικογένειά του, τα ποντίκια θα υπολογίσει; Αφού έριξε μια ματιά στον ουρανό με κοίταξε και μου είπε:

–Θα είναι άτομα από την Αθήνα και από άλλα μέρη, και από νησιά θα έρθει κόσμος! Πότε θα γίνουν αυτά γιαγιά; Δεν θα ζω εγώ τότε!

…Τα πράγματα θα αλλάξουν, δεν θα είναι όπως τώρα. Θα έρθει μεγάλη φτώχεια! Θα πουν, είσαι μακροχρόνια άνεργος, δικαιούσαι ένα βοήθημα οικονομικό, για να το πάρεις όμως θα πρέπει να έχεις την κάρτα-ταυτότητα. Εκεί θα εξαπατηθούν πολλοί… Σκέψου ένα πατέρα με τρία παιδιά που έχουν τρεις μέρες να φάνε. Θα τρέχει αμέσως να πάρει τη κάρτα, για να αγοράσει λίγα μακαρόνια, λίγα φασόλια… (Δεν μιλάει για απλή τραπεζική κάρτα, αλλά για υπέρ κάρτα-ταυτότητα).

«Θα έρθει ο κατήφορος με το ευρώ και μετά μεγάλη φτώχεια»

…Ήξερε τα μελλούμενα και έλεγε ότι μας περιμένουν πολύ δύσκολα χρόνια. Λυπόταν τα μικρά παιδιά και έλεγε: «Αν ήξεραν τι θα περάσουν»!. Αλλά αμέσως συμπλήρωνε:

«Έχει ο Θεός.Θα οικονομήσει για τους Χριστιανούς».

Περισσότερα, έλεγε, δεν την άφηνε ο Χριστός να ειπεί …

Αιωνία άς είναι η μνήμη της…

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΡΤΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου: Θα σας αναγκάσουν να πάρετε μια κάρτα-ταυτότητα. Θα κάνετε όλες τις συναλλαγές σας με αυτή. Να μη την πάρετε, είναι του Αντιχρίστου. Όποιος την πάρει αμέσως ξεβαπτίζεται.

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ

Η ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΒΕΤΣΙΟΥ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ

H Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου (+2002) από τα Καλομόδια της Άρτας, ασκήτρια μέσα στον κόσμο και σκεύος εκλογής του Κυρίου από την παιδική της ηλικία, μιλάει για την κάρτα – ταυτότητα (μέσω της οποίας θα γίνονται όλες οι συναλλαγές):

Δεν μπορώ εγώ… τούτο το χαρτάκι που έχω στον κόρφο μου τούτο θα νά’ χω. Μέχρι να πεθάνω…
– Καλά τον ρώτησες εσύ τον Κύριο τι θα γίνει με την κάρτα ή ήρθε μόνος Του και στό ‘πε;
– Μόνος Του Αυτός ήρθε. Να τα γράψετε αυτά τα πράγματα να λες και στον άλλο… Όποιος θελήσει… μην τον βιάζετε (πιέσετε)… να το κάνει αυτό… Φαΐ λέει (ο Κύριος): Δεν θα πας να ψωνίσεις μακαρόνια ρύζια, στο σούπερ μάρκετ που πηγαίνετε… Εγώ δεν θέλω. Ψωμί με ελιές τρώω.

– Καλά για σένα για τους άλλους που θέλουν, εσύ δεν τρώς. Αλλά οι άλλοι;
– Εγώ είπα για μένα, για τον εαυτό μου, πως να καθαρίσω το πιάτο μου… (να μην πέσω σε αμαρτία). Λέω εγώ τέτοια πράγματα δεν… (κάνω). (Ο Κύριος): Ξέρω, Εγώ στα έκοψα αυτά τα πράγματα, μου λέει εμένα… (δηλ. της έδωσε αυτόν τον κανόνα της αυστηρής νηστείας). Α… Το ψωμί μου εμένα… Θα παίρνω ένα κομμάτι από την κοπέλα μου…
Θα παίρνει η κοπέλα μου ψωμάκι θα παίρνω και εγώ ένα κομμάτι, λέω εγώ… Α όχι, λέει, η κοπέλα σου θα πάρει με την ταυτότητα. Άμα είναι το κομμάτι αυτό που θα πάρεις από την ταυτότητα, λέει (ο Κύριος), είσαι και εσύ σαν αυτή! Παίρνω και εγώ τώρα τον γαμπρό μου…
Έλα εδώ Δημητράκη του λέω…
– Άμα θάρθει εκείνη η ώρα όποτε – όποτε, να καταργηθεί η ταυτότητά μας για να την αλλάξουμε, εσύ τι θα κάνεις, λέω, θα την πάρεις;
– Εμ τι να κάνω λέει αυτός…
– 34kg σε 9 μέρες χωρίς γυμναστική και δίαιτα! Το πρωί προσθέτω μια κουταλιά… -34kg σε 9 μέρες χωρίς γυμναστική και δίαιτα! Το πρωί προσθέτω μια κουταλιά…
Αδυνατιστικό φαγητό! Χάνε 2 κιλά τη μέρα! Συνταγή: Ένα ποτήρι… Αδυνατιστικό φαγητό! Χάνε 2 κιλά τη μέρα! Συνταγή: Ένα ποτήρι…
– Δεν είναι καλή του λέω εγώ.
– Θα τραφούμε μ’ αυτή.
– Εγώ δεν την παίρνω του είπα.
– Εγώ θα την πάρω, έχω τα παιδιά μου, λέει. Εδώ θα με σκοτώσουν (πιέσουν) τα παιδιά, νηστικά τα παιδιά τι θα κάνω; Και (καλά) εμείς οι μεγάλοι αλλά τα παιδιά;
– Παναγία βοήθα λέω… Τι θα κάνουμε τώρα λέω εγώ; Όχι λέω εγώ. Να βασταχτείτε να μην την πάρετε την κάρτα. Κάντε και σεις εκείνο του Θεού (το θέλημα)… Μου είπε (ο Κύριος): Θα σας φέρω Εγώ, θα σας τακτοποιήσω Εγώ. Θα γίνει χωρισμός μας… Θα σας μάσω Εγώ… Για φαΐ πως θα τα σιάξομε (βολέψομε) εμείς τα παιδιά;
– Θα τα κανονίσομε όλα, λέει.
Έτσι μου είπε εμένα: Γιατί κιοτεύεις (δειλιάζεις-απιστείς) για το φαγητό; Δεν το πιστεύεις εσύ αυτό, ότι θα πορέψετε με Μένα; Δεν σας έχω Εγώ έγνοια; Δεν σας αφήνω!

Αυτά τα είπε η γερόντισσα το 1997, ενώ προηγουμένως το 1990, είχε πει επίσης:

– Θα σας αναγκάσουν να πάρετε μια κάρτα-ταυτότητα. Θα κάνετε όλες τις συναλλαγές σας με αυτή. Να μη την πάρετε, είναι του Αντιχρίστου. Όποιος την πάρει αμέσως ξεβαπτίζεται! Είπε επίσης ότι θα αναγκάσουν τον κόσμο να πάρει τη κάρτα με διάφορους τρόπους.

Όσα λέει η γερόντισσα για την κάρτα-ταυτότητα με την οποία θα γίνονται όλες οι συναλλαγές είναι σύμφωνα με την Αποκάλυψη, η οποία σαν ένα κύριο χαρακτηριστικό του σφραγίσματος του Αντιχρίστου δίνει το ότι δεν θα μπορεί κάποιος να αγοράσει ή να πωλήσει χωρίς αυτό (ίνα μη τις δύνηται αγοράσαι ή πωλήσαι)! (Αποκ. 13:17). Και η κατάργηση των εντολών του Χριστού από τη νομοθεσία των θεωρουμένων ως τώρα Χριστιανικών λαών δείχνει ότι ήδη εισήλθαμε, με τη Νέα Τάξη που τα κινεί όλα αυτά, σε αντίχριστη περίοδο.

Όσον αφορά τις συνέπειες, ο άγιος Παΐσιος (+1994) στην ερώτηση:
– Τι θα γίνει με αυτούς (που δεν θα την πάρουν); Θα πεθάνουν από την πείνα; Απάντησε:

– «Ε, όχι ευλογημένε κι έτσι… Θά ‘χουν οι άνθρωποι το ψωμάκι τους, τ’ αλεύρι τους, τις ελίτσες τους, τα φρούτα… Αλλοίμονο όμως σ’ αυτούς που είναι μαθημένοι σε πλούσια τράπεζα. Αυτούς δεν θα τους αρκούν το ψωµάκι κι οι ελίτσες και θά ‘ναι βαρύ το δίληµµα… Εδώ θα εφαρμοστεί αυτό που είπε ο Χριστός στο Ευαγγέλιο. Ή µέ οµολογείς έµπροσθεν των αρχόντων και σε αποδέχομαι στη βασιλεία Μου ή Με αρνείσαι κι Εγώ σε απορρίπτω».

ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑΣ ΛΑΜΠΡΙΝΗΣ ΒΕΤΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΝΕΚΔΟΤΗ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟ 2002

7 Σεπ. 2002: Επισκέφτηκα τη γερόντισσα  στο σπιτάκι της. Ήταν 11 το πρωί.
- Έλα και σε περίμενα μου είπε. Σε λίγες μέρες  θα φύγω από τη ζωή! Άρχισε να μου δίνει κάποιες συμβουλές. Της ζήτησα να μου εξηγήσει κάποια πράγματα που έλεγε στο παρελθόν. Τότε ήταν μεταβατική περίοδος, από δραχμή στο ευρώ. Αναφέρω το διάλογο μεταξύ μας.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιαγιά έχω μια διαφωνία μαζί σου. Είχες πει κάποτε ότι η Ελλάδα θα πέσει έξω οικονομικά και τα λεφτά θα χαθούν μια ώρα! Πριν λίγες μέρες μπήκαμε στο  ευρώ, είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ευρώ είναι ισχυρό νόμισμα όπως το δολάριο!  

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αυτό το νόμισμα είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα που δεν είναι ευλογημένο από το Θεό. Αυτό το νόμισμα έγινε για να εξυπηρετήσει  κάποιους σκοπούς του σκότους!! Θα τους δεις λίγα χρόνια αργότερα! Πέντε χρόνια θα περνάει καλά ο κόσμος και μετά  έρχεται ο κατήφορος! Θα έχετε όλα τα καλά μπροστά σας, αλλά δεν θα μπορείτε να τα  αποκτήσετε… Τα παλιά σου ρούχα δε θα τα πετάς, να τα βάλεις κάπου να τα φυλάς… Δεν θα μπορεί ο κόσμος να αγοράζει καινούργια ρούχα…
Έρχεται μεγάλη φτώχεια... Θα αναγκαστείς να φοράς τα παλιά σου ρούχα και θα λες «είχα εγώ τόσο ωραία ρούχα»;  Δεν θα μπορείτε να φτιάξετε τίποτα! Όποιος πρόλαβε και έφτιαξε σπίτι  πρόλαβε.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιαγιά λες ότι έρχεται  φτώχεια! Τι είδους φτώχεια έρχεται;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θα τρως ξερό ψωμί στο σπίτι σου και ο γείτονας θα σε ζηλεύει γιατί αυτός δεν θα έχει!!

ΕΡΩΤΗΣΗ: Δηλαδή θα είναι όπως στη κατοχή;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Χειρότερα από τότε! Ο ιδιωτικός τομέας θα σβήσει και οι δουλειές θα χαθούν, μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι θα αντέξουν, όχι ότι θα παίρνουν πολλά λεφτά αλλά απλώς θα έχουν το σταθερό. Φαντάσου ένα παιδί που γεννήθηκε  και μεγάλωσε στην Αθήνα με το πρωινό του, το μεσημεριανό του, το βραδινό του και αναγκαστικά θα έρθει στο χωριό του, να τρώει ένα κομμάτι καλαμποκίσιο ψωμί και ένα αυγό τηγανιτό και αυτή  μπορεί να είναι η τροφή του για όλη τη μέρα!...
Θα περιποιείσαι το κήπο σου και θα περνάει κάποιος στο δρόμο, θα βλέπει τον κήπο σου, θα παίρνει φόρα, θα ρίχνει το φράχτη και δε θα μπορείς να τον σταματήσεις! Θα λέει φίλε πεινάω, πεινάνε τα παιδιά μου, για τέτοιες καταστάσεις μιλάμε και έδειξε ταραγμένη!...

Παιδιά σπάνια θα γεννιούνται, θα δεις ζευγάρια να είναι πολλά χρόνια μαζί και δεν θα παντρεύονται! Όχι γιατί δε θα θέλουν, αλλά δεν θα μπορούν, γιατί θα μένουν από δουλειά και μέχρι να ξαναβρούν θα περνά μεγάλο χρονικό διάστημα. Και αν κατά λάθος κάνουν κάνα παιδί θα παντρεύονται με ένα απλό χαρτί.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Εννοείς γιαγιά πολιτικό γάμο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είπα απλό χαρτί. (Σήμερα έχουμε το χαρτί της συμβίωσης). Θα πέσει γκρίνια στο κόσμο, θα δεις σπίτια να καίγονται από μέσα και απ’ έξω αυτό να μη φαίνεται. Θα βλέπεις οικογένειες στην κοινωνία να φαίνονται αγαπημένες, και μέσα στο σπίτι τους να τρώγονται σαν τα σκυλιά! Αυτά μου τα είπε ο Κύριος, είπε η γιαγιά.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Και κάθε πότε σε επισκέπτεται ο Κύριος γιαγιά;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ανάλογα, άλλες φορές πιο συχνά, άλλες πιο αραιά. Περίπου μια φορά τη βδομάδα έρχεται εκεί που προσεύχομαι!

ΕΡΩΤΗΣΗ:  Όταν σου μιλά ο Κύριος γιαγιά σε ποια γλώσσα σου μιλάει;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στη γλώσσα που είναι γραμμένα τα Ευαγγέλια!
 
 ...Θα γίνονται εκλογές και δεν θα έχουμε κυβέρνηση! Θα έρθει καιρός που θα μας φέρουν άτομο απ’ έξω να μας κυβερνήσει. Θα μας φέρουν και Βασιλιά! Αμέσως ρώτησα τη γιαγιά… Το  Σύνταγμά μας δεν επιτρέπει βασιλιά...

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Και ποιος  είναι αυτός που θα υπολογίσει Σύνταγμα;  Ο Κύριος έχει  (προσωρινά) αποστρέψει το πρόσωπό του από εμάς τους  Έλληνες.

Όταν τα παιδιά έδιναν πανελλήνιες εξετάσεις προσευχόμουν συνέχεια για αυτά. Τότε παρουσιάστηκε ο Κύριος μπροστά μου στενοχωρημένος, γιατί οι άνθρωποι δεν κάνουν προσευχή. Μου είπε ο Κύριος:

- Δεν ζητάω πολλά από τους ανθρώπους, έστω λίγη προσευχή σε Μένα γιατί δεν κάνουν; Από τα παιδιά δεν ζητάω πολλά, καταλαβαίνω την αγωνία τους και το κόπο τους! Όλη μέρα σχολείο και διάβασμα, αλλά για Μένα τίποτα! Από τα παιδιά θέλω έστω 10΄ λεπτά προσευχή την ημέρα για Μένα! Έχω δώσει τα πάντα στους ανθρώπους! Μέχρι να μιλάει και να βλέπει ο γονιός το παιδί του που είναι στην άλλη άκρη της γης! Αλλά αυτοί συνεχίζουν να προσκυνούν αυτόν και μου έδειξε τον διάβολο που στεκόταν έξω από το σπίτι μου! Όποιος θέλει ας με ακολουθήσει, μόνον αυτούς θα σώσω. Και από τον αέρα που θα αναπνέουν θα χορταίνουν!

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ: ΠΟΙΑ ΩΡΑ ΓΕΜΙΖΟΥΝ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΜΕ ΑΓΓΕΛΟΥΣ!

Στην θεία Λειτουργία και όταν κοινωνούσε είχε εμπειρίες και κάποιες από αυτές τις εκμυστηρεύτηκε ως έξης: «Όλα αυτά που προσφέρουμε στην Προσκομιδή, κρασιά, κεριά και τα ονόματα, τα παίρνουν Άγγελοι και τα πηγαίνουν απάνω. Μια φορά είχα πάει στην αγία Αικατερίνη.
Είχαν μνήμη (εορτή αγίου) εκεί και έδωκα το χαρτάκι μου με τα ονόματα. Το πρωΐ υστέρα πού είχε τελειώσει η Λειτουργία, είδα κατά γης το χαρτάκι στο Ιερό μπροστά. Στενοχωρήθηκα και είπα: «Αχ, Θεέ μου, αγία Αικατερίνη, ήρθα εδώ και δεν διαβάστηκαν τα ονόματά μου».
Τη νύχτα στον ύπνο μου ήρθε μία νέα ωραία (αγία Αικατερίνη) και μου είπε: «Φοβήθηκες, παιδί μου, μήπως δεν διαβάστηκαν τα ονόματα; Τα διάβασα εγώ, ας μην τα διάβασε ο παπάς».

Στα χέρια της κρατούσε ένα χαρτί. Μου το έδειξε. Είδα ότι ήταν το χαρτί πού είχα γράψει τα ονόματα και το είχα δώσει στον παπά για να τα μνημονεύσει στην Προσκομιδή.
«Όταν ξεκινά το πρωί η Λειτουργία μας, εκεί όλα είναι πολύ ωραία.
Όταν όμως έρχεται η ώρα της μεταδόσεως τότε είναι όλη η Εκκλησία γεμάτη από τα αγγελικά πνεύματα. Τώρα τα βλέπω έτσι σαν αστραπή. Περνάνε Άγγελοι με τα φτερά τους, όμορφα τα πρόσωπα τους, όπως είμαστε οι άνθρωποι. Αυτοί είναι ψηλά, και μείς χαμηλά. Φωνάζει ο παπάς από δω, ο ψάλτης από κει, βγαίνουν όλοι εκεί και κουλουριάζουν (κυκλώνουν) τον παπά γύρω-γύρω.
Μετά βγαίνει η μετάδοση, βλέπεις στην Ωραία Πύλη ακέραιος ο Χριστός, βλέπεις που λέει ο παπάς «Μετά φόβου…». Αυτός λέει: «Εδώ εγώ είμαι» και δείχνει το Άγιο Ποτήριο, ότι δηλαδή είναι μέσα. Παίρνομε τότε πραγματικά κρέας από το Σώμα του Κυρίου. Μέσα στο Άγιο Ποτήριο είναι αλήθεια Αυτός. Γίνεται όλος τόσο δα παιδάκι μικρό – μικρό με κεφαλάκι, χεράκια, ποδαράκια, ακέραιος Χριστός, άνθρωπος δηλαδή, και το δίνει σ’ εμένα, το δίνει σ’ εσένα και στον άλλον, με το κουταλάκι (Αγία λαβίδα). Το κουταλάκι μέσα έχει ένα ανθρωπάκι».
Πώς να το πάρεις αυτό το πράγμα; Και το παίρναμε κάτι αμαρτωλοί, κακομαγαρισμένοι, καταπονηρεμένοι, κακός κόσμος, φονιάδες, σκοτώνουν τον άλλον και τον θάβουν.
Όταν πηγαίνεις να μεταλάβεις, θα πηγαίνεις με το κεφάλι σκυφτό και θα σκέφτεσαι Ποιον θα βρεις μπροστά σου. Ποιόν θα ιδείς τώρα εσύ. Μην κοιτάς τον έναν και τον άλλον και τι κάνει αυτός και εκείνος. Θα κοιτάζεις μόνο το Άγιο Ποτήριο. Ποιος είναι στο Άγιο Ποτήριο. Εκεί είναι ο ίδιος ο Χριστός που στο δείχνει, αυτού δεν είναι ο παπάς, αυτό το τόσο δα πραγματάκι το δίνει ο Χριστός.

Αυτός παρατηράει ποιος είναι ικανός να το πάρει. Όποιος δεν είναι άξιος σ’ αυτόν δεν το δίνει.
Νομίζεις πως παίρνουν όλοι μετάδοση εκείνη την ώρα; Δεν παίρνουν. Παίρνει εκείνος πού είναι ετοιμασμένος. Και κείνη την ώρα που πας να μεταλάβεις πρέπει να δεις τον Χριστό. Δεν είναι ανάγκη να τον δεις πραγματικά, αλλά βάλτον με τον νου σου. Μετά έρχεται το «Δι’ ευχών» και βλέπεις φεύγουν όλοι πριν το «Δι’ ευχών» από την Εκκλησία. Κάτσε λίγο να πάρεις την ευχή.

Μετά δεν κάνει να γυρίσεις (επισκεφτείς) σπίτι ξένο, γιατί θα χάσεις την ευχή. Δεν είναι καλά να βγεις έξω, να πας, ξέρω ‘γώ, στην αγορά. Και αν είναι μεγάλη ανάγκη πες σε κάποιον πού πάει στην αγορά να σου ψωνίσει. Και αν βγεις, σκύψε το κεφαλάκι σου, κάνε την δουλειά σου και γύρισε στο σπίτι.

«Για να κοινωνήσουμε πρέπει να προετοιμαστούμε καμιά βδομάδα από νηστεία και από άλλα πράγματα».
Η γιαγιά Λαμπρινή είχε παρρησία στην προσευχή της. Οι άνθρωποι στις δυσκολίες τους, της ζητούσαν να προσεύχεται και μετά έβλεπαν τα αποτελέσματα. Κάποιος εξάδελφός της ήταν ετοιμοθάνατος και δεν παράδινε το πνεύμα του (πέθαινε). Βασανιζόταν γιατί ενώ φαινόταν ότι πέθαινε, μετά πάλι επανερχόταν. Πήγε η γυναίκα του και παρεκάλεσε την γιαγιά να πάει στον ασθενή να κάνη προσευχή. Δίσταζε γιατί θεωρούσε ότι θα τον πεθάνει αυτή. Πήγε τελικά, συζήτησε μαζί του, ήταν καλός αλλά έπινε. Του είπε να εξομολογηθεί και μετά ενώ προσευχόταν η γιαγιά, παρέδωσε την ψυχή του ήσυχα.
Το εγγονάκι της, πέντε χρόνων, ήταν άρρωστο. Δυο φορές το είχαν πάει στην Ρωσσία και ετοιμάζονταν να πάνε και τρίτη φορά να το ξαναχειρουργήσουν. Η γιαγιά Λαμπρινή δεν ήθελε να πάνε γιατί ήξερε ότι και να ζήσει, δεν θα γινόταν καλά. Το τελευταίο βράδυ πήγε στο κελλί της και ξέσπασε σε προσευχή με δάκρυα παρακαλώντας τον Θεό: «Να το πάρεις στον θρόνο Σου στους Ουρανούς αντί για την Ρωσσία. Αυτό είναι άγγελος. Και εκεί να με αξιώσεις και μένα, Θεέ μου, να σηκωθεί το εγγονάκι μου από τον θρόνο να με πάρει και μένα».
Άκουσε το «ναι» στην προσευχή της και μετά ευχαριστούσε τον Χριστό. Μέχρι τις τρεις μετά τα μεσάνυχτα τελείωσε το παιδί. Έκλαιγε από χαρά και πήρε το αλεύρι να ζυμώσει πρόσφορο.

Η γιαγιά Λαμπρινή κατά την διάρκεια της ζωής της δεν ξέχασε τον μοναχικό της πόθο. Έτσι μετά την κοίμηση του συζύγου της παίρνει την απόφαση να πραγματοποιήσει το όνειρό της.
Σε ηλικία 70 ετών περίπου πηγαίνει σε μοναστήρι της περιοχής, όπου σύμφωνα με τον κανόνα που της έβαλε ο γέροντας, θα έμενε 50 μέρες για το Πάσχα, 40 για τα Χριστούγεννα και 15 για τον Δεκαπενταύγουστο. Η ίδια μετά ζήτησε να μείνει μόνιμα στο μοναστήρι, αλλά εν τω μεταξύ ο γέροντας κοιμήθηκε και οι μοναχές εξέφρασαν αντίρρηση για την παραμονή της. Πάλι η γιαγιά Λαμπρινή με υπακοή – υπομονή δέχθηκε αυτή τους την απόφαση και ειρηνικά επέστρεψε στο σπίτι της, όπου συνέχισε τους αγώνες της και προετοιμαζόταν πλέον για την κοίμηση της.

Γεροντισσα Λαμπρινή