ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ: ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΘΩΡΑΚΙΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΜΑΣ!

Απαιτούνται άμεσα μέτρα πνευματικής θωράκισης των νέων μας:
1) ΔΙΑΝΟΜΗ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
2) ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΣΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Έχουν δικαιώματα και τα παιδιά των χριστιανών Ελλήνων!

Παναγιώτη Τσαγκάρη
Υπ. Δρ. Θεολογίας 

Σε εποχές όπου η Ελληνική Πολιτεία ενισχύει αδιάκριτα τα δικαιώματα κάθε είδους κοινωνικών ομάδων, προβάλλει λογικό το αίτημα για ενίσχυση από την Ελληνική Κυβέρνηση και συγκεκριμένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στα σχολεία της χώρας μας, με στόχο την ισχυρή πνευματική θωράκιση της μαθητιώσας νεολαίας απέναντι σε κάθε είδους παρακμιακά και εκφυλιστικά φαινόμενα.

Στα πλαίσια αυτά οι γονείς και οι κηδεμόνες των ελληνοπαίδων, η Ιεραρχία της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και κάθε άλλος υπεύθυνος φορέας, οφείλουν να απαιτήσουν από την Ελληνική Κυβέρνηση, την ενίσχυση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στα σχολεία της χώρας μας. Όλοι έχουμε υποχρέωση και μάλιστα, όταν η Πολιτεία νομοθετεί αντίθετα προς την Ορθόδοξη πίστη μας, να απαιτούμε με κάθε νόμιμο τρόπο, από την πλευρά της Κυβέρνησης,  αντισταθμιστικά μέτρα με πνευματικό πρόσημο που θα αναδεικνύουν και θα τονώνουν το Ορθόδοξο Χριστιανικό πιστεύω ιδιαίτερα στον ευαίσθητο χώρο της μαθητιώσας νεολαίας.

Προς την κατεύθυνση αυτή κινούμενη η Ελληνική Κυβέρνηση, αν θέλει να είναι αντικειμενική και να συμπεριφέρεται ισότιμα προς κάθε πολίτη της χώρας μας, θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει σε δύο σημαντικές διορθωτικές κινήσεις – πρωτοβουλίες οι οποίες και θα αναδεικνύουν την βούλησή της να μην αποκοπεί, οριστικά και αμετάκλητα, από το εκλογικό σώμα που διέπεται από χριστιανικές αρχές και το οποίο την στήριξε και την στηρίζει μέχρι τώρα εκλογικά, σύμφωνα με εκτιμήσεις δικών της στελεχών(1). Συγκεκριμένα οφείλει η Ελληνική Κυβέρνηση δια του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων να μεριμνήσει για: 

1.       Την διανομή κατ΄ έτος, του βιβλίου της Καινής Διαθήκης που θα περιλαμβάνει το αρχαίο κείμενο και την μετάφρασή του στη δημοτική, ως απαραίτητο σχολικό - μαθητικό βοήθημα, στους Ορθόδοξους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου, μαζί με το βιβλίο των Θρησκευτικών, με το οποίο, εξάλλου, καλούνται να διδαχθούν στοιχεία της Καινής Διαθήκης. Υπέρ του αιτήματος αυτού συνηγορεί και η πληθώρα των ογκωδέστατων – πολυσέλιδων μαθητικών βοηθημάτων που διανέμονται στους μαθητές από το Υπουργείο Παιδείας κάθε χρόνο, μαζί με τα διδακτικά βιβλία των διαφόρων μαθημάτων. Ένα επιπλέον μαθητικό βοήθημα και μάλιστα, αυτό που θεωρείται κορυφαίο για την πνευματική ενδυνάμωση των μαθητών, θεωρούμε ότι θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα η διανομή του στους μαθητές/τριες. 

2.       Τον διορισμό Θεολόγων καθηγητών στα Δημοτικά Σχολεία της χώρας, ο οποίος και βεβαία, κρίνεται αναγκαίος, διότι η Ελληνική Πολιτεία μπορεί να έχει συμπεριλάβει τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών και να έχει διανείμει βιβλία Θρησκευτικών στα Δημοτικά Σχολεία, αλλά το μάθημα των Θρησκευτικών στην πράξη αποδεδειγμένα και με τεκμηριωμένες επιστημονικές έρευνες, για διάφορους λόγους, δεν γίνεται καθόλου ή γίνεται ελλιπώς στα παραπάνω Σχολεία. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, το παράδοξο γεγονός, ότι καλούνται οι δάσκαλοι να διδάξουν το μάθημα των Θρησκευτικών, τη στιγμή που οι ίδιοι δεν το έχουν διδαχθεί καθόλου στις Παιδαγωγικές Σχολές που φοίτησαν.  

Εξυπακούεται ότι είναι  επιβεβλημένη η άμεση αποδοχή από την Πολιτεία των παραπάνω αντιπροτάσεων ως αντιστάθμισμα στα όσα, τραγικά, νομοθετούνται στις μέρες μας. Εξάλλου, η ίδια η Πολιτεία ήδη προχώρησε σε γενναία μέτρα ενίσχυσης του θεσμού της οικογένειας, ως αντίβαρο στις νομοθετικές πρωτοβουλίες της, με τις οποίες θεσμοθετεί στην ελληνική έννομη τάξη τον γάμο μεταξύ δύο προσώπων του ιδίου φύλου.

Αιτούμαστε, επίσης, και την συνηγορία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπέρ των παραπάνω προτεινόμενων δίκαιων αιτημάτων, καθόσον, μάλιστα, είναι υπεύθυνη από τον Καταστατικό της Χάρτη (2) και για την εποπτεία επί του δογματικού  περιεχομένου των διδασκομένων βιβλίων του Ορθοδόξου μαθήματος των Θρησκευτικών.

Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία οφείλει λοιπόν, να εντάξει στις απαιτήσεις της από την Πολιτεία, όχι μόνο μέτρα οικονομικής φύσεως, αλλά και μέτρα πνευματικού περιεχομένου.

Να σημειώσουμε ακόμη, ότι ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος Β,΄ στην Τακτική Συνεδρίαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στις 6/10/2015, είχε τονίσει μεταξύ άλλων και τα παρακάτω ενδιαφέροντα, προφητικά και πολύ σημαντικά:

«Η Εκκλησία μας δεν παγιδεύθηκε ποτέ, και δεν θα παγιδευθεί σε μονομερείς χωρισμούς μεταξύ του αγιαστικού και του φιλανθρωπικού της (με την γενικότερη έννοια) έργου.

Στην Ορθόδοξη παράδοση, η διακονία του ανθρώπου έχει πάντοτε, τελικό στόχο τον αγιασμό και τη σωτηρία του και υλοποιείται, ως έμπρακτη εφαρμογή της καινής εντολής της αγάπης. Φυσική συνέπεια του χριστοκεντρικού αγαπητικού ήθους της Εκκλησίας είναι και η μέριμνα για όλες τις πτυχές του ανθρώπινου βίου και, ιδιαίτερά, της παιδείας, εκπαίδευσης και ανατροφής των παιδιών της.

Φαινόμενα όπως το πρόσφατο επεισόδιο του μαθήματος των Θρησκευτικών, φοβάμαι ότι είναι η αιχμή του δόρατος. Φαίνεται ότι οι φίλοι μας οι εδώ και οι Ευρωπαίοι, εκμεταλλευόμενοι την δεινή μας οικονομική κατάσταση, στα πλαίσια της ρυθμίσεως των οικονομικών μας σχέσεων, δεν θα παραλείψουν αλλά αντιθέτως, θα επιδιώξουν με κάθε τρόπο την αλλοίωση της ελληνικής κοινωνίας μας, αρχίζοντας από την σχολική μας εκπαίδευση. Το τραγικό είναι ότι οι εχθροί μας δεν είναι πλέον πέρα και μακριά, είναι εντός των τειχών μας. Το βλέπουμε, το οσφραινόμαστε.

Εάν όμως υπάρχουν δεσμεύσεις και σχεδιασμοί, που αποσκοπούν, όπως ψιθυρίζεται ζωηρά, στην αλλοίωση της μορφής της κοινωνίας μας και, μάλιστα, στην υποτίμηση της Ιστορίας και των Παραδόσεών μας, το ξεθεμελίωμα του θεσμού της οικογένειας και την επιβολή της διαστροφής, την περαιτέρω υποβάθμιση της γλώσσας μας και την περιφρόνησή του από αιώνες πολιτισμού μας, της πατρίδος μας, των οσίων και των ιερών μας• αν όλα αυτά είναι μέσα στα «προαπαιτούμενα» (πράγμα ακατανόητο), τότε η Ιεραρχία, ο κλήρος, ο ευσεβής και πιστός ελληνικός λαός, θα γίνουμε ανάχωμα, τείχη οχυρά.

Τότε θα αποδειχθή αληθινή η φράση του Μακρυγιάννη «η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον».

Στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε είναι λοιπόν, δίκαιο και επιτακτικό το αίτημα «η Ιεραρχία, ο κλήρος, ο ευσεβής και πιστός ελληνικός λαός, να γίνουμε ανάχωμα, τείχη οχυρά», απέναντι σε κάθε προσπάθεια ξεθεμελιώματος του ελληνορθόδοξου τρόπου ζωής, με συγκεκριμένες και στοχευμένες προτάσεις, που να υπηρετούν, γνήσια, και να ενισχύουν δυναμικά το πνεύμα της ελληνορθόδοξης πορείας του Γένους μας, απέναντι σε κάθε μεταρρυθμιστικό ορυμαγδό του σύγχρονου δικαιωματισμού, που προσβάλλει την Ορθόδοξη πίστη και ζωή. 

Υποσημειώσεις:

1.       «Βόμβες» Οικονόμου κατά Μαξίμου για τα ομόφυλα ζευγάρια: Θα μας εγκαταλείψει η παραταξιακή μας βάση! «Δεν μπορεί η κάθε επιθυμία να θεωρείται δικαίωμα...», Ηλ. Πηγή: https://www.newsbreak.gr/politiki/555277/vomves-oikonomoy-kata-maximoy-gia-ta-omofyla-zeygaria-tha-mas-egkataleipsei-i-parataxiaki-mas-vasi/

2.       Σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, Νόμος 590/1977: Κεφάλαιον  Α´, Γενικαί Διατάξεις, Άρθρον 2, Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ως τα της χριστιανικής αγωγής της νεότητος, της εν τω στρατεύματι θρησκευτικής υπηρεσίας, της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογενείας, της φροντίδος διά την περίθαλψιν των δεομένων εν γένει προστασίας, της διαφυλάξεως των ιερών κειμηλίων και εκκλησιαστικών και χριστιανικών μνημείων, της καθιερώσεως νέων Θρησκευτικών εορτών, ζητεί δε την προστασίαν της Πολιτείας οσάκις προσβάλλεται η θρησκεία.

Σύμφωνα με το Κεφάλαιον Β´ Περί της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, Άρθρον 4, Η Ι.Σ.Ι. της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται επί παντός ζητήματος αφορώντος εις την Εκκλησίαν. Ειδικώτερον αύτη: α) Μεριμνά διά την τήρησιν των Δογμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, των Ιερών Κανόνων και των Ιερών Παραδόσεων, διά την ενότητα της Πίστεως…, β) Μελετά και αποφασίζει περί των ληπτέων μέτρων διά την πραγμάτωσιν της κατά Χριστόν ζωής του ιερού Κλήρου και του Χριστεπωνύμου λαού.

Και σύμφωνα με το Κεφάλαιον Γ´,  Περί της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, Άρθρον 9, παρ. ε) Η Δ.Ι.Σ., ως Διαρκές Διοικητικόν Όργανον της Εκκλησίας, παρακολουθεί το δογματικόν περιεχόμενον των διά τα σχολεία της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών.

Εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», 2/02/2024 

thriskeftika.blogspot.com 

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: Η ΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΝΕΩΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ!

 
Η αγωγή των σύγχρονων νέων, κατά τους Τρεις Ιεράρχες
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
 
Η ανάγκη θερμής και λεπτής αντιμετώπισης των νέων, εκ μέρους των γονέων και των παιδαγωγών υπήρχε πάντοτε. Αυτό που έχει αλλάξει στη σύγχρονη εποχή, είναι ο τρόπος προσέγγισής τους.
Οι Τρείς προστάτες των ελληνικών γραμμάτων, ο Μέγας Βασίλειος, Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακολούθησαν και δίδαξαν μια διαφορετική μέθοδο, την οποία παραμελεί, στις μέρες μας, το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα, καθώς είναι σαφές ότι εκείνοι, για όλα όσα διδάσκουν οι γονείς και οι δάσκαλοι στα παιδιά τους, προτάσσουν το βίωμα, έναντι της θεωρίας.
Ωστόσο, είναι ωφέλιμο να γνωρίζει κανείς ότι τόσο στους Ιερούς Πατέρες όσο και στη σύγχρονη παιδαγωγική έρευνα, οι γονείς και οι δάσκαλοι εκλαμβάνονται ως «πρότυπα» από τους νέους μας.
Ο όρος πρότυπο (προ+τύπος), δηλώνει είτε το πρόσωπο είτε τα έργα, τις πράξεις και τις συμπεριφορές προσώπων και εκφράζει, ό, τι μπορεί να προβληθεί και να αποτελέσει υπόδειγμα μίμησης ήθους, γνώσης και αρετής σε μία κοινωνία και, ιδιαίτερα, στους νέους μας.
Βασική προϋπόθεση για να θεωρηθεί κάποιος πρότυπο είναι να ακτινοβολεί σε μια κοινωνία, για το ήθος και τις πράξεις του. Μερικές φορές, μάλιστα, μπορεί κάποιος να έχει το χάρισμα να είναι ένας ενάρετος και σεβαστός πνευματικός καθοδηγητής, με τέτοια πνευματική εμβέλεια, ώστε να γίνεται αποδεκτός από τους νέους, ως φωτισμένος σύμβουλος, επειδή μπορεί να συμβάλλει στην ψυχοσωματική τους μόρφωση και ολοκλήρωση.
Τα πρότυπα, που προβάλλονται, σήμερα, από τους γονείς και τους δασκάλους, τίθενται, όλο και περισσότερο, στο περιθώριο της ζωής των νέων, επειδή αποτελούν επαναλαμβανόμενες θεωρητικές οδηγίες και συμβουλές, που οι νέοι, τις ακούν μεν, αλλά, δεν τις βλέπουν στη ζωή των εκφραστών τους, καθώς παραμένουν άπρακτες στον καθημερινό τρόπο ζωής τους.
 Ταυτόχρονα, λόγω και των προβλημάτων και των ορμών της εφηβείας των νέων, δημιουργούνται ρήγματα στις οικογένειες, με αποτέλεσμα οι νέοι να επαναστατούν και να απομακρύνονται από το οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον.
Εξάλλου, τα ΜΜΕ, το διαδίκτυο και κάποια μουσικά σχήματα, προκαλούν περισσότερο το ενδιαφέρον τους, όταν οι γονείς και οι παιδαγωγοί, βρίσκονται σε αδιέξοδο, μη μπορώντας να επικοινωνήσουν με τους νέους.
Η θεραπεία που προτείνουν οι Ιεροί Πατέρες στους γονείς και τους διδασκάλους είναι να δείχνουν στα παιδιά τους περισσότερη αγάπη, υπομονή και κατανόηση και να εμμένουν πιο πολύ στο να τους υποδεικνύουν, όχι έναν αόριστο και θεωρητικό δρόμο και τρόπο ζωής, αλλά έναν δρόμο, που οι ίδιοι βιώνουν και ακολουθούν.
Οι άπρακτες θεωρητικές συμβουλές, γενικά, θεωρούνται άγονες, τόσο στους Αγίους Πατέρες όσο και στις σύγχρονες επιστήμες της αγωγής. Οι Πατέρες εκλαμβάνουν την αγωγή, ως μια διαδικασία ολόπλευρης καλλιέργειας των νέων, η οποία δεν εξαντλείται στην εκμάθηση γνώσεων, αλλά αποσκοπεί στην ευρύτερη και γενική αγωγή, όπου αναζητείται το αληθινό και το αγαθό και σφυρηλατείται ο  ενάρετος βίος.
Με βάση την άριστη κατάρτισή τους αλλά και τη σοφία και την αρετή που τους διέκρινε, οι Τρείς Φωστήρες προσπάθησαν να οικοδομήσουν ένα παιδευτικό πρότυπο, που να επικεντρώνεται στη γνώση και στην αρετή, με απώτερο οντολογικό στόχο την τελείωση ή Θέωση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Οι Άγιοι Πατέρες δεν θεωρούσαν ότι ο ενάρετος βίος που δίδασκαν ήταν δικής τους εφεύρεσης, ούτε πίστευαν ότι ο τρόπος οικειώσεως των αρετών, που πρότειναν, αποτελούσε δική τους έμπνευση. Τόσο οι αρετές όσο και ο τρόπος αποδοχής τους ήταν, για τους ίδιους, χαρίσματα, εμπνευσμένα από το Άγιο Πνεύμα.
Σε όλη τους τη ζωή βίωναν τους λόγους και τις οδηγίες του Χριστού και των Αποστόλων: «Ος δ’ αν ποιήσει και διδάξει, ούτος μέγας κληθήσεται, εν τη βασιλεία των Ουρανών» (Ματθ. 5, 19).  «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των Ουρανών, αλλ΄ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου, του εν Ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21). «Ο ποιών το θέλημα του θεού, μένει εις τον αιώνα» (Α’  Ιω, 1, 2, 17). «Γίνεσθε ποιηταί λόγου  και μη μόνον ακροαταί, παραλογιζόμενοι εαυτούς» (Ιακ. 1, 22).
Βλέπουμε, δηλαδή, να προέχει και να προηγείται στην πίστη μας, πάντοτε, η πράξη και η εφαρμογή, έναντι της θεωρητικής καθοδήγησης και διδασκαλίας.
Αυτό, άλλωστε, καταδεικνύουν και οι σύγχρονες επιστημονικές έρευνες, που τονίζουν τη μεγάλη παρωθητική επίδραση, που έχει στην αλλαγή της συμπεριφοράς των παιδιών,  η παρατήρηση και μίμηση των έμπρακτων και ενάρετων προτύπων, στο πλαίσιο της λεγόμενης κοινωνικής μάθησης.
Με τη βοήθεια των προτύπων, τα παιδιά αποδέχονται αρχές, κανόνες, τρόπους ζωής ή νόρμες  συμπεριφοράς, που ενσταλάζονται -συνειδητά ή ασυνείδητα- μέσα τους, μέσω της διαδικασίας της μίμησης.
Tον τρόπο, με τον οποίο ζουν  και συμπεριφέρονται τα παιδιά, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, τον μαθαίνουν με τη μίμηση προτύπων.
Τον βασικό ρόλο, στην αγωγή των παιδιών, τον έχει ο γονέας ή ο δάσκαλος. Ωστόσο, προϋπόθεση του σωστού παιδαγωγού, κατά τον Ιω. Χρυσόστομο, είναι να βιώνει την αυθεντική λειτουργία της υπάρξεως, να διάγει δηλαδή τον βίον, κατά το «ορθώς ζην και μετά πολιτείας αρίστης»  (Ιω. Χρυσόστομος, Εις την προς Ρωμαίους Επιστολήν, PG 60, 489),
Στο πλαίσιο αυτό, επίσης, σημειώνει ο Ιερός Πατήρ: «Τούτο διδασκαλίας αρίστης, το εν πάσαις ταις παραινέσεσιν εαυτόν παρέχειν τύπον» (Άριστος δάσκαλος, με άλλα λόγια, είναι εκείνος, που σε όλες τις παραινέσεις, που κάνει προς τους μαθητές του, προσφέρει ως πρότυπο τον εαυτό του) (Ιω. Χρυσόστομος, Εις την προς Φιλιππησίους…, PG 62, 285).
Η ισόρροπη και συγκροτημένη αγωγή περιλαμβάνει, μαζί με την «κατά Χριστόν παιδείαν» και την αυστηρή μεθοδολογία, την κριτική σκέψη, τη λογική διεργασία των προτύπων της θύραθεν κοσμικής γραμματείας, που χαρακτηρίζεται, ως προπαρασκευαστική και επικουρική και συντελεί, κατά τον Μ. Βασίλειο, σε μια πνευματική ωριμότητα, την οποία  ονομάζει «αληθήν φρόνησιν», δηλαδή «διάγνωσιν... των ποιητέων και ού ποιητέων».
Η «αληθής φρόνησις» δεν αφήνει τον άνθρωπο να διολισθήσει και να φτάσει στο σημείο να απολυτοποιεί μια μονομερή εξειδικευμένη γνώση, αμελώντας ταυτόχρονα την αληθή και ολιστική υπαρξιακή του αγωγή  (Μ. Βασίλειος, Εις την αρχήν των παροιμιών 5, PG 31, 393B -  400A).
Ο Ιω. Χρυσόστομος, στην προκειμένη περίπτωση, υποστηρίζει ότι ο παιδαγωγός, που δεν διαπαιδαγωγεί εαυτόν, δηλαδή, δεν συνάδουν βίος και διδασκαλία στο πρόσωπό του, δεν είναι αυθεντικός φορέας της διδασκαλίας, αλλά υποκριτής (Ι. Χρυσόστομος, Εις τας πράξεις των Αποστόλων, PG 60, 18).
Στη σημερινή εποχή, ωστόσο, αν και είναι πολλοί οι διδάσκοντες και πάμπολλα τα διδακτήρια, είναι ελάχιστα τα αληθινά και θετικά πρότυπα της αρετής, που προσφέρονται στη νέα γενιά.
Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, αντί των προτύπων παρέχονται αντιπρότυπα και, μάλιστα, μέσω της υποκρισίας και της πρόταξης του «φαίνεσθαι» έναντι του «είναι»,  προβάλλοντας, έτσι, τον άνθρωπο, περισσότερο ως προσωπείο, παρά ως πρόσωπο και αυθεντική ύπαρξη στα μάτια και στις συνειδήσεις των παιδιών.
Γι’ αυτό ο Άγιος Γρηγόριος, ο Θεολόγος καλεί σε πνευματική εγρήγορση, προτρέποντας, «να μην προηγείται το φαίνεσθαι του είναι»  (Γρηγ. Θεολόγος, Έπη Θεολογικά, PG 37, 909A.
 Συμπερασματικά, οι Τρεις Ιεράρχες, με την αγία ζωή και το έργο τους, έχουν καταστεί, για όλους τους Ορθοδόξους, διαχρονικά παραδείγματα ευσέβειας και αρετής. Έχοντας διαπιστώσει, με τις πολύπτυχες μελέτες τους και τον εκ Θεού Φωτισμό τους ότι ο άνθρωπος, ως το κορυφαίο Δημιούργημα του Θεού, δεν μπορεί να ζει χωρίς νόημα ζωής, αναζήτησαν και διατύπωσαν μια συγκροτημένη, από πνευματικής και παιδαγωγικής πλευράς, πρόταση ζωής, που απευθύνεται και ενδιαφέρει τον κάθε άνθρωπο οποιασδήποτε εποχής.
Ως γνωστό, οι σύγχρονοι νέοι, όπως δείχνουν οι ψυχολογικές και οι κοινωνικές έρευνες, φαίνεται ότι αισθάνονται κενοί νοήματος ζωής και, επομένως, είναι ανάγκη και αξίζει, να τους προσφέρονται τα αγιοπνευματικά πρότυπα, που εκπέμπουν, με τις ακτίνες τους, οι Τρεις Φωστήρες Ιεράρχες.
 
thriskeftika.blogspot.com

Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: Ο ΝΕΟΣ ΧΡΟΝΟΣ, ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΜΑΣ!

  Ο νέος χρόνος:  Μια νέα ευκαιρία για την αλλαγή μας
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
 
Πολλοί άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και μέλη της Εκκλησίας, εορτάζουμε, πανηγυρικά και, συνήθως, με κοσμικό τρόπο, το τέλος του παλαιού χρόνου και την αρχή του νέου. Ωστόσο, το πέρασμα του κάθε χρόνου και η αρχή του νέου, είναι ανάγκη να εορτάζεται πρωτίστως, χριστιανικά, να εκλαμβάνεται, δηλαδή, ως άνωθεν ερχόμενο, χρονικό δώρο ή ως παράταση για τη δική μας προσωπική ευκαιρία για αλλαγή, ανανέωση και ανακαίνιση, επειδή, ως Χριστιανοί, γνωρίζουμε πως ο χρόνος και ο καιρός, που έχουμε στη διάθεσή μας, είναι λίγος και σύντομος και ότι είναι ανάγκη να συνδέεται με την Αιώνια Ζωή: «Ο καιρός συνεσταλμένος εστίν» (Α΄ Κορ. 7, 29). Αν η διδασκαλία του Αποστόλου, σημαίνει κάτι για μας, τότε, είναι λάθος να ξοδεύουμε τον χρόνο, ακολουθώντας δρόμους, χωρίς πνευματική πυξίδα, που μας οδηγούν στην απώλεια της αιωνιότητας.
Η διδασκαλία του Απ. Παύλου, που απευθύνεται σε όλους μας, ως Χριστιανοί που είμαστε, αναφέρεται  στην υπαρξιακή μας αλήθεια, που μας προσανατολίζει στο δικό μας πνευματικό μέλλον, βεβαιώνοντας ότι, όταν ο Χριστός, «η ζωή ημών»  θα φανερωθεί, στη Δευτέρα Του παρουσία, θα φανερωθούμε και θα δοξαστούμε και εμείς, μαζί μ Αυτόν. Τι μας επισημαίνει εδώ ο Απόστολος; Ότι ο άνθρωπος έχει μεν αρχή και προσωρινό τέλος, σε αυτόν τον κόσμο, αλλά δεν τελειώνει, ούτε χάνεται με τον θάνατο, καθώς, με την νίκη Του Χριστού κατά του θανάτου, ο Χριστός μας χαρίζει τη δυνατότητα να αλλάξουμε και να γίνουμε μαζί Του, από άνθρωποι, θεάνθρωποι, συνεχίζοντας, έτσι, να έχουμε την ζωντανή την ελπίδα, να είμαστε μαζί Του στη Αιώνια Βασιλεία Του. Αυτό το δώρο, ο Χριστός δεν μας υποχρεώνει να το δεχτούμε. Το δίνει μόνον σε αυτούς, που, με γνήσια πίστη, το δέχονται ελεύθερα και το αξιοποιούν με την εφαρμογή στη ζωή τους των πνευματικών τους αρετών.
Ο Απ. Παύλος, αναφέρεται, σχετικά, στον παλαιό και στον νέο άνθρωπο (Κολ. 3, 4-10). Ο παλαιός άνθρωπος είναι εκείνος, που χρησιμοποιεί την ελευθερία του, για να ζει μέσα στην αμαρτία. Ο «καινός» άνθρωπος (Εφ. 2, 15), επιλέγει να ζει μέσα στην καινούργια πνευματική κατάσταση της χάριτος, που έφερε ο Θεάνθρωπος στον κόσμο, καθώς, αγωνίζεται να απαρνηθεί, με την καρδιά του, όλα εκείνα που τον χωρίζουν από τον Θεό και να εφαρμόζει το θέλημά Του, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, με στόχο να βρίσκεται, πάντοτε, κοντά στον Θεό.  Απαιτείται, συνεπώς, ένας διαρκής ανακαινιστικός αγώνας, εντός του χρόνου, καθώς η εν Χριστώ αγιαστική ζωή επιτυγχάνεται, συν Θεώ, με αδιάλειπτη προσευχή, αγαθοσύνη και αγαπητική αυτοπροσφορά, στην κατεύθυνση, πάντοτε, του θησαυρίζειν όχι «θησαυρούς επί της γης», αλλά «θησαυρούς εν Ουρανώ».
Ο παλαιός άνθρωπος είναι γαντζωμένος γερά στην ψυχή μας. Δεν αποβάλλεται ούτε φεύγει, εύκολα, όπως φεύγει ο χρόνος. Ακόμη και τα πιο μικρά πάθη μας, τα νομιζόμενα από μας μικρά, δεν υποχωρούν. Απαιτείται πολύχρονος αγώνας για να ελευθερωθεί κάποιος από τις τυραννικές του αμαρτίες. Εκεί που νομίζει πως νίκησε, αντιλαμβάνεται ότι κάποιο νέο πάθος ξεδιπλώνεται ολοζώντανο μέσα του και οι αισθήσεις σπεύδουν να το ικανοποιήσουν. Εξάλλου, τα πάθη του ανθρώπου, που τα εμπνέει ο πονηρός, λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, είναι φιλεπίστροφα, δηλαδή αγαπούν να επιστρέφουν ξανά και ξανά στον άνθρωπο και να τον ταλαιπωρούν. Χρειάζεται, συνεπώς, να επιστρατεύει ο άνθρωπος, όλο τον εαυτό του στον αγώνα για να τα νικήσει. Γι αυτό ο Ιησούς είπε: «Τούτο το γένος ουκ εκπορεύεται, ει μη εν προσευχή και νηστεία», δηλαδή, αυτό το γένος των δαιμόνων δεν εκδιώκεται, παρά μόνον, με προσευχή και νηστεία (Ματ. 17,21). Τον αγώνα αυτόν, για να νικήσει και να εξοβελίσει, από μέσα του, τον παλαιό άνθρωπο και να αναδείξει τον εν Χριστώ Νέον, ο άνθρωπος δεν μπορεί να τον διεξάγει μόνος του, αλλά με τη θεία φώτιση και τη δύναμη, όπως ξεκάθαρα τονίζεται από Αυτόν: «Χωρίς εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. 15, 5).
Όμως, η πίστη, η αγάπη και η ελπίδα στον Θεό βοηθά στον μεγάλο και ισόβιο αυτόν αγώνα μας. Συμπαραστάτης, εκτός από την άνωθεν βοήθεια, που μας προσφέρεται, μέσω της προσευχής, της άσκησης και της συμμετοχής στα μυστήρια, είναι ο Πνευματικός μας και το περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Κανείς δεν μπορεί να αλλάξει και να προοδεύσει, εάν δεν έχει έναν πνευματικό οδηγό και εάν δεν ζει μέσα σ’ ένα υγιές περιβάλλον. Ζώντας μια γνήσια πνευματική ζωή, μέσα στην εκκλησιαστική μας κοινότητα, έχουμε ελπίδα να ντυθούμε τον Χριστό και να γίνουμε καινούργιοι άνθρωποι. Αν  ο χρόνος αξιοποιείται από μας, με σοφία και γνώση Θεού, στην κατεύθυνση αυτής της αλλαγής του παλαιού – σαρκικού ανθρώπου, σε νέον εν Χριστώ, πνευματικό άνθρωπο, τότε, μπορούμε να πούμε, ότι ο νέος χρόνος έχει αξία και νόημα, επειδή αποτελεί μια νέα παράταση, για μια ακόμη νέα προσπάθεια αλλαγής πνευματικής βαθμίδας, που να μας ωθεί προς το οντολογικό μας Κέντρο, που είναι ο Θεός. Οι Χριστιανοί θα αξιολογηθούμε (κριθούμε) από τον Θεό, για τον τρόπο που ζήσαμε αυτήν τη ζωή και για το πόσο αγωνιστήκαμε, για να κερδίσουμε, μέσω αυτής, την αιώνια.
Ο Μέγας Βασίλειος, που τον εορτάζουμε την 1η του Έτους, έχει γράψει, επί του θέματος αυτού, ένα αξιόλογο και πολύ χρήσιμο έργο: «Εις το πρόσεχε σεαυτώ». Μέσα σ΄ αυτό, μπορεί να βρει κάθε πιστός αξιόπιστες συμβουλές, για τον τρόπο ζωής που μπορεί να ζήσει, εντός του παρόντος χρόνου, για να πραγματοποιήσει τον αγιαστικό αγώνα που απαιτείται για να μπορεί να ελπίζει στην αιώνια ζωή. Στη σκέψη του Μ. Βασιλείου, ο Χριστιανός είναι ανάγκη να ζει με αρμονία, ως ψυχοσωματικός άνθρωπος, για να βρει την ισορροπία, ανάμεσα στο θνητό σώμα και στην αθάνατη ψυχή του. Έτσι, δεν θα προσκολλάται στα θνητά, σαν να είναι αιώνια, ούτε θα περιφρονεί τα αιώνια, σαν περαστικά, αλλά θα επιμελείται την ψυχή, γιατί είναι αθάνατη. Η βασική φιλοσοφία ζωής, για τον Μ. Βασίλειο, είναι αυτό, που με μεγάλη πνευματική εμπειρία και σύνεση τονίζει: «Υπερόρα σαρκός, παρέρχεται γαρ. Επιμελού ψυχής, πράγματος αθανάτου». Δηλαδή, «ξεπέρασε τη σάρκα, που είναι πρόσκαιρη και προσωρινή και φρόντιζε την ψυχή, που είναι αθάνατη και αιώνια». Προτεραιότητα, συνεπώς, οφείλουμε να δίνουμε, όλοι οι Χριστιανοί, στο να βιώνουμε το πέρασμα του παλαιού χρόνου και την έναρξη του καινούριου, ως έναυσμα και ως ευκαιρία, έτσι ώστε να φροντίζουμε να αναβαπτίζεται η προσπάθειά μας, για την ολοκλήρωση της πνευματικής μας οντότητας.
Ο Απ. Παύλος, σε όλη τη διδασκαλία του, μας προτρέπει στην επίτευξη του υπαρξιακού μας σκοπού, συμβουλεύοντας και καθοδηγώντας μας να χρησιμοποιούμε, με σοφία και όχι με μωρία, τον χρόνο της ζωής μας: «Προσέχετε πώς να συμπεριφέρεστε, με κάθε ακρίβεια στη ζωή σας, όχι ως μωροί και άσοφοι, αλλά ως συνετοί και φρόνιμοι, προκειμένου να αξιοποιείτε τον χρόνο και τις ευκαιρίες της παρούσας ζωής (Εφεσ. 5, 15-17).
Ο Άγιος Βασίλειος, επίσης, που έχει συνδεθεί με την αρχή του νέου χρόνου, μας προτρέπει να μην αφήνουμε να μας κυβερνά ο χρόνος, ξοδεύοντας μέσα σ’ αυτόν τη ζωή μας άσκοπα, αλλά να τον κυβερνούμε εμείς, αξιοποιώντας τον, χριστιανικά, για τη σωτηρία μας. Αυτό, άλλωστε εύχεται και η Εκκλησία μας, στις ευχές και στα αιτήματα, που κάνει προς τον Θεό για όλους μας: «Τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών, εν ειρήνη και μετανοία εκτελέσαι» (τον υπόλοιπο χρόνο μας να τον ζήσουμε με ειρήνη και μετάνοια). Και σε άλλη ευχή: «Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος» (Να είναι χριστιανικά τα τέλη της ζωής μας, χωρίς οδύνη, χωρίς ντροπή, ειρηνικά και να έχουμε να δώσουμε καλή απολογία, ενώπιον του Χριστού στην τελική Κρίση όλων των ανθρώπων).
Οι Χριστιανοί, επομένως, είναι σοφό, να εορτάζουμε την αλλαγή του παλαιού χρόνου, σε νέο χρόνο, ως ένα θείο δώρο χορήγησης μιας νέας παράτασης, για την αλλαγή του παλαιού ανθρώπου σε «καινόν άνθρωπο».
 
thriskeftika.blogspot.com

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΙ ΓΗΣ, ΥΨΩΘΗΤΕ!

 «Χριστός επί γης, υψώθητε»
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Θεολογκής Σχολής ΑΠΘ 
 
Ο Θεάνθρωπος Χριστός έρχεται εξ΄ ουρανών και επισκέπτεται τη ζωή μας, ως ο αεί ερχόμενος Σωτήρας και Λυτρωτής, που ζητά να γεννηθεί ή να ξαναγεννηθεί στην ψυχή του κάθε ανθρώπου και μάλιστα του κάθε Χριστιανού.
Τον υποδέχονται όλοι εκείνοι, που αισθάνονται ότι βρίσκονται στο σκότος και γι’ αυτό αναζητούν το Φως και την Αλήθεια.
Όπως αναφέρει ο ψαλμωδός στο Εξαποστειλάριον της Εορτής: «επεσκέψατο ημάς εξ ύψους ο Σωτήρ ημών, ανατολή ανατολών και οι εν σκότει και σκιά εύρομεν την αλήθεια».
Είναι σαφές ότι ο Χριστός δεν φέρνει στην ανθρωπότητα απλώς ένα μήνυμα, αλλά την ελπίδα για την αληθινή ζωή και κυρίως την πνευματική πυξίδα για την ορθή αναζήτησή της.
 
Το πώς υποδέχεται κάποιος τον Χριστό, ως τον ερχόμενο Σωτήρα και Λυτρωτή, μας το υπέδειξε η Παρθένος Μαρία, διά της ταπεινής και αγίας ζωής της. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αναφέρει σχετικά ότι ο μη καθαρός δεν είναι δυνατό, δεν επιτρέπεται, να προσεγγίσει τον καθαρό: «μη καθαρώ, καθαρού εφάπτεσθαι, ου θεμιτόν… Καθαρτέον πρώτον εαυτόν, είτα τω καθαρώ προσομιλητέον».
Ο Θεός Λόγος κατέρχεται και, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, «εφάπαξ, κατά σάρκα γεννηθείς, αεί γεννάται ως βρέφος». Εμείς, ως άνθρωποι, εάν θέλουμε να τον υποδεχθούμε και να Τον βρεφουργήσουμε στο δικό μας σπήλαιο, είναι ανάγκη να πράξουμε, όπως έπραξε η Πάναγνος Μητέρα Του.
Θέλημά Του, άλλωστε, είναι να συμπράξουμε στη σωτηρία μας, να διαπλάσουμε, να αναπλάσουμε και να ανυψώσουμε τον εαυτό μας με το δικό Του  Πνεύμα, το Πνεύμα των θεόδοτων αρετών Του. Χωρίς τις αρετές, όσα Χριστούγεννα και αν εορτάσουμε, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βρεφουργήσουμε το βρέφος της Βηθλεέμ.
Για να εισέλθει ο Ερχόμενος στο δικό μας σπήλαιον και να βρεφουργηθεί στη  δική μας φάτνη, χρειάζεται χώρο καθαρό και αγνό, όπως αυτός που προσφέρει ταπεινά,  με την αγία ζωή της, η Θεοτόκος Μαρία.
Διότι, όντως, Εκείνη, με την ενάρετη και ταπεινή ζωή της, προσανατολίζει όλη την ανθρωπότητα, δείχνοντας τον τρόπο που μπορεί να γεννηθεί ο Χριστός, εν ελευθερία,  στο σπήλαιον του κάθε ανθρώπου. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναφέρει ότι «η Παναγία έκανε τον Θεό, Υιό του ανθρώπου και τον άνθρωπο, υιό του Θεού», επιλέγοντας τον τρόπο και τον δρόμο της καταβάσεως του Θεού στον άνθρωπο, αλλά και της αναβάσεως του ανθρώπου στον Θεό.
Ο Χριστός, με τη Θεία Του Γέννηση, κατέβασε τον ουρανό στη γη και ανέβασε τη γη στον ουρανό. Έγινε, έτσι, ο Θεός άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό.
Όντως, όπως μαρτυρείται στη λατρευτική Θεολογία της ορθόδοξης Εκκλησίας,  η γέννηση του Χριστού είναι «μυστήριον ξένον» και θαύμα παράδοξο και ανερμήνευτο. Η Παναγία, ως ανθρώπινη ύπαρξη, καθώς ήταν καθαρή και ελεύθερη από τα πάθη, αληθινή παρθένος στην ψυχή και στο σώμα, δέχτηκε εκουσίως να σαρκωθεί μέσα της, «εκ πνεύματος Αγίου», ο ίδιος ο Θεάνθρωπος και, κατά τον Άγιο Γρηγόριο, να γίνει, εκουσίως για πάντα, «η ρίζα της ελευθερίας του γένους των ανθρώπων», «η χώρα του αχωρήτου, το μοναδικό μεθόριο  μεταξύ κτιστής και άκτιστης φύσεως».
 Έτσι, πρότυπο της ύψωσης του κάθε Χριστιανού αποτελεί η ύψωση της Παναγίας, διότι εκείνη, επελέγη γιά την αρετή της, ως η μόνη εξ όλων των γυναικών, όλων των εποχών, για να ευλογηθεί από τον Θεό και να γίνει η «κλίμαξ, δι ής κατέβη ο Θεός» και το «εξίλασμα παντός του κόσμου».
Δεν μπορεί, συνεπώς, να προσεγγίσει κανείς τη Θεία Οικονομία, την ειρήνευση και συνένωση του Θεού με τον άνθρωπο, χωρίς να περάσει από την παρθενική ζωή της Υπέραγνης και Υπεραγίας Θεοτόκου, που είναι εκείνη «δι ής νεουργείται η κτίσις και βρεφουργείται ο κτίστης», εκείνη, που με την αρετή της υποδεικνύει στους ανθρώπους, που αναζητούν τον Σωτήρα και τη Λύτρωση, τον τρόπο να απαντούν στον ερχομό του αεί ερχόμενου Λυτρωτή του κόσμου, τον τρόπο να υψώνονται και να ανεβαίνουν, μέσω Αυτού.
 Διότι η αγνή Θεομήτωρ είναι εκείνη, διά της οποίας δόθηκε η σπουδαιότερη και φωτεινότερη απάντηση, που δόθηκε ποτέ, από άνθρωπο, στην κλήση του αληθινού Θεού. Πρόκειται για τη μεγαλειώδη κατάφαση της ανθρωπότητας, στην απόφαση του Θεού να έλθει ο ίδιος ο Υιός Αυτού στον κόσμο για να σώσει το ανθρώπινο γένος.
Με τη θαυμαστή αυτή απάντηση, έγινε αποδεκτό και πραγματοποιήθηκε το θέλημα του Θεού Πατρός, για την εν Χριστώ σωτηρία των ανθρώπων. Με την εκ μέρους του Θεού αποδοχή της Παναγίας να βρεφουργήσει τον Σωτήρα Θεό Λόγο, «τα ουράνια συναγάλλεται τη γη» και «τα επίγεια συγχορεύει ουρανοίς».
Έτσι, η διά του Χριστού ύψωση των ανθρώπων και η ένωσή του με τον Θεό Πατέρα, περνάει μέσα από τη Βηθλεέμ. Χωρίς τη Βηθλεέμ, δεν υπάρχει «ύψωσις των ανθρώπων».
 Όπως διδάσκει ο Άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, ο Χριστός, «με την ενανθρώπησή Του, καθιστά δυνατή τη θέωση. Ενανθρώπησε Εκείνος, ώστε να θεωθεί ο άνθρωπος».
Η Πάναγνος Θεομήτωρ έγινε Μητέρα του Χριστού, αλλά και Μητέρα όλων των ανθρώπων. Διά της Παναγίας, «ο υψηλός Θεός επί γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος, βουλόμενος ελκύσαι προς το ύψος» τον άνθρωπο.
Η Παναγία, συνεπώς, καθίσταται, για την ανθρωπότητα, «η μετάγουσα από γης εις Ουρανόν», διότι δι’ αυτής «ελύθη παράβασις» και «ηνοίχθη Παράδεισος». Ο Υιός του Θεού «σώσαι θέλων τον κόσμο, προς τούτο αυτεπάγγελτος ήλθε, ως Θεός υπάρχων, δι ημάς εφάνη καθ΄ ημάς άνθρωπος, ομοίω το όμοιον καλέσας».
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής επισημαίνει ότι ο Θεός Λόγος, με τα μυστήριο της Θείας Οικονομίας, γίνεται άνθρωπος, μέσω της δικής Του κενώσεως και συγκαταβάσεως, θέλοντας να θεραπεύσει και να καλύψει τα δικά μας κενά, τα ανθρώπινα πάθη, που εμποδίζουν την ένωσή μας με τον Θεό. Η συγκατάβασή Του έγινε δική μας ύψωση. Το πάθος Του δική μας απάθεια και ο θάνατός Του δική μας ζωή.
Δεν ακολουθεί τη μέθοδο των ιατρών, οι οποίοι θεραπεύουν τις ανθρώπινες αρρώστιες, με τα αντίθετα στον οργανισμό φάρμακα. Εκείνος, με το όμοιο γιατρεύει το όμοιο. Με την πτωχεία Του θεραπεύει τη δική μας πνευματική φτώχεια. Με τον θάνατό Του το δικό μας θάνατο. Η σάρκωσή Του έγινε η δική μας θέωση. Η θεία Του κένωση έγινε η δική μας πλήρωση.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ομιλώντας για την κατά σάρκα σωτηριώδη Γέννηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστού, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σήμερα βλέπω να υπάρχει ομοτιμία ουρανού και γης και να ανεβαίνουν τα κάτω, μέχρι εκεί που βρίσκονται τα υψηλότερα των πάντων.
Η συγκατάβαση αυτή του Θεού είναι απερίγραπτη και υπερέχει κάθε νουν και λόγο. Ο Χριστός είναι  τέλειος Θεός αλλά και τέλειος άνθρωπος. Κατέβηκε από ψηλά, ταπεινώθηκε και πτώχευσε, σαν εμάς, αναμιγνύοντας την ανθρωπότητα με την Θεότητα. Έτσι, υπέδειξε σε όλους ότι ο δρόμος που οδηγεί και ανεβάζει προς τον Θεό, δεν είναι η έπαρση, αλλά η ταπείνωση».
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σημειώνει ότι η σωτηρία του ανθρώπου συνίσταται, αφενός, στο κατέβασμα, στην εκούσια «κένωση» του Θεού προς τον άνθρωπο και τον κόσμο και, αφετέρου, στο εν ελευθερία ανέβασμα του ανθρώπου, μέσω της ενάρετης πίστεώς του προς τον Θεό. Έτσι, συντελείται η κοινωνία. Διαφορετικά, αν ένα από τα δύο μέρη μένει στα ίδια, τότε καθίσταται «άμικτος η αγαθότης και το φιλάνθρωπο ακοινώνητον».
Με τον εκ του ουρανού ερχόμενο θεάνθρωπο, διά της Θείας Του Σαρκώσεως, λυτρώνεται «εν δυνάμει» ο άνθρωπος και εκπληρώνεται  ο πρώτος όρος για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Ο δεύτερος όρος εκπληρώνεται, όταν ο άνθρωπος θέλει να μετανοήσει, να αγωνισθεί και να ανέβει προς τα άνω, πνευματικά, προσφέροντας, με πίστη, τη δική του φάτνη, για να γεννηθεί και να βρεφουργηθεί ο μοναδικός στην ανθρώπινη Ιστορία Θεάνθρωπος Σωτήρας και Λυτρωτής Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός ημών.
 
Ορθόδοξη Αλήθεια, 18/12/2019
 
thriskeftika.blogspot.com/

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΘ


Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΞΑΝΑ Ο ΞΕΝΟΦΕΡΤΟΣ ΜΥΘΟΣ- ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ!

Ξανά ο ξενόφερτος μύθος: Χωρισμός Εκκλησίας - Πολιτείας
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
 
Ξανά επαναφέρουν και χρησιμοποιούν κάποιοι πολιτικοί παράγοντες, ως ιδεολογικό εργαλείο, τον μύθο για χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας. Από τη μια, αυτοπαρουσιάζονται ως εκπρόσωποι «πατριωτικών» κομμάτων και, από την άλλη, ανασύρουν και ανακοινώνουν συνθήματα διχόνοιας, με περιεχόμενο που δεν εκφράζει την ελληνική ιστορική πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία, είναι σαφές ότι η Εκκλησία και η Πολιτεία, από την έναρξη του νεοελληνικού κράτους, συμπορεύονται και αλληλοστηρίζονται, σε μία και την αυτή ενωτική πορεία. Αντίθετα, οι σύγχρονοι -και γνωστοί πλέον σε όλους μας- αναθεωρητές της ιστορίας και της παράδοσης, παρουσιάζουν την Εκκλησία, ως εχθρό της Πολιτείας, από τον οποίον η δεύτερη είναι ανάγκη να απαλλαχθεί. Για να εντυπωσιάσουν τους νέους και τους αδαείς, οι αναθεωρητές δείχνουν ότι οι Έλληνες διακατέχονται από εχθρότητα και μίσος προς ό, τι πιο ιερό έχουμε ως λαός, που είναι η Ορθόδοξη πίστη και Εκκλησία μας. Βέβαια, όπως γνωρίζουμε, κάθε Έθνος σέβεται  και προβάλλει, με περηφάνια, τις δικές του παραδόσεις και τα δικά του ιερά και όσια.
Ωστόσο, στον δικό μας τόπο, τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν άνθρωποι, που χαίρονται, συνειδητά, που είναι Έλληνες και Ορθόδοξοι και που έχουν έναν ξεχωριστό πολιτισμό και μια μοναδική θρησκευτική πίστη. Υπάρχουν όμως και άλλοι, με ξενόφερτες, μοντέρνες και διεθνιστικές αντιλήψεις και ιδεολογίες, που, για τους δικούς τους ατομικούς ή ιδεοληπτικούς λόγους, κάνουν τα πάντα  για να εξαφανίσουν, με τη μέθοδο των συκοφαντικών επιθέσεων και του δημόσιου διασυρμού μέσω των ΜΜΕ και του διαδικτύου, την ελληνορθόδοξη συνείδηση και ταυτότητα του λαού μας, διασπείροντας ψευδείς, σκοταδιστικές και διαστρεβλωμένες πληροφορίες και θεωρίες. Η ιδεολογική τους τυφλότητα παίρνει διαστάσεις επιθετικές και διωκτικές, γεννώντας σχέδια αφανισμού κάθε διαφορετικού, ιδιαίτερα βέβαια, αν αυτό σχετίζεται με την πίστη και την ευσέβεια του λαού.
Από την άλλη πλευρά, οι ίδιοι στηρίζουν και αποδέχονται όλες τις άλλες μορφές των διαφορετικών, που εκφράζουν ανατροπές των ηθών, των εθίμων και γενικά των ριζών και των παραδόσεων του γένους μας. Πάνω από όλα, δεν βάζουν το όλον της Πατρίδας, αλλά το μέρος του ατομικού συμφέροντος ή την ιδεολογική γραμμή της ομάδας που ανήκουν, δείχνοντας μηδενική ανοχή, σε θεσμούς, πίστεις, αρχές, πνευματικά πρότυπα, που οι ίδιοι δεν θέλουν, δεν ανέχονται ή δεν τους συμφέρει να υπάρχουν. Ουδόλως τους ενδιαφέρει, αν η ελληνορθόδοξη ταυτότητα, με όλο το περιεχόμενό της, που εκείνοι αρνούνται, είναι η ταυτότητα που εκφράζει, σέβεται και ευλαβείται η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού. Εκείνοι συνεχίζουν το αντιεκκλησιαστικό αποδομητικό τους έργο, χωρίς σεβασμό στη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων που είτε πιστεύουν πολύ, είτε πιστεύουν λίγο, πάντως, έχουν αποδεχθεί τον θεσμό της Εκκλησίας και έχουν γίνει, εκουσίως, μέλη της διά του Αγίου Βαπτίσματος.
 
Οι αποδομητές, επιμένουν, επί το έργον, περιφρονώντας, ειρωνευόμενοι και πολεμώντας, με αθεϊστικό φανατισμό, μία και μόνον θρησκευτική πίστη, την ορθόδοξη, υποτιμώντας, όμως έτσι, το πιστεύω των διαφορετικών συμπολιτών τους, που είναι μέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας. Ωστόσο, συναντιούνται, τυπικά και υποκριτικά, με εκπροσώπους της Εκκλησίας και συμμετέχουν σε εκκλησιαστικά δρώμενα, προσπαθώντας, έτσι, να δείξουν ένα δήθεν διαλλακτικό πρόσωπο με πολιτικό πολιτισμό. Στην πραγματικότητα, όμως, όλα τα πολιτικοϊδεολογικά  τους οράματα και προγράμματα περιέχουν τη ριζοσπαστικότητα και τη ρήξη με το παρελθόν, την ιστορία και την παράδοση της χώρας. Ωστόσο, βασιζόμενοι στα ριζοσπαστικά τους ιδεώδη και εισάγοντας ξανά στον πολιτικό διάλογο, το θέμα: διαχωρισμός Εκκλησίας – Πολιτείας, δείχνουν ότι δεν σέβονται και περιφρονούν, ταυτόχρονα, όλα όσα προσέφερε η Εκκλησία στο παρελθόν και όσα -μόνο εκείνη- μπορεί να προσφέρει, αν χρειαστεί, στο παρόν και στο μέλλον της χώρας.
Αν και οι ιδεολογικές αφετηρίες τους βρίσκονται μέσα στην ελληνική πολιτική σκηνή, αλιεύοντας οπαδούς, δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει, που τα εμπόλεμα σχέδιά τους εναντίον της Εκκλησίας είναι, εκτός των άλλων, μη δημοκρατικά, αφού  η συνείδηση του «Δήμου» των Ελλήνων, διαχρονικά, είναι ζυμωμένη εντός της αδιάσπαστης ενότητας Ορθοδοξίας και Ελληνισμού. Αυτήν την αδιάσπαστη σύνδεση τη γνωρίζουν όσοι είναι αληθινοί Έλληνες Ορθόδοξοι Πατριώτες και, πέραν της πίστεως, σέβονται και αναγνωρίζουν, στο όνομα της επιστημονικής αλήθειας αλλά και της Δημοκρατίας, την Μητέρα Εκκλησία για τη διαχρονική της προσφορά προς το Ρωμαίϊκο. Πολύ καλύτερα, όμως, το συνειδητοποιούν και το ομολογούν εκείνοι, που έχουν επίγνωση της περιόδου της Τουρκοκρατίας και των άλλων ιστορικών συμφορών του γένους μας,  όπου οι πρόγονοί μας ήξεραν ότι, τότε, που «όλα τά σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», είχαν μόνον μια και μοναδική αρχή, έναν προστάτη και βοηθό, που τους στήριζε, υλικά και πνευματικά, και αυτή ήταν η Εκκλησία. Αυτή η σύσσωμη φωνή των ενδόξων προγόνων μας, που μέσα από τόσους αιματηρούς και μαρτυρικούς αγώνες, μας παρέδωσαν την Ελλάδα ελεύθερη, εκφράζει την πατριωτική μαρτυρία και μας θυμίζει την αξία και την προσφορά  της Εκκλησίας, που οι ίδιοι βίωσαν αλλά και τη βαθύτατη ευσέβειά τους απέναντι στην ορθόδοξη Εκκλησία, βιώνοντας και εκτιμώντας, εκ του σύνεγγυς, την πολύπτυχη και αποφασιστική συμβολή της στους αγώνες για την ελευθερία της Ελλάδας.
Ο Άνθιμος Γαζής, αναγνωρίζοντας από την προσωπική του εμπειρία, εκτός όλων των άλλων, τον εμπνευστικό ρόλο της ορθόδοξης πίστεως στην απελευθέρωση της Ελλάδος, αναφέρει πως «ό, τι και αν εκάμαμεν, είτε εγώ, είτε οι συνάδελφοί μου, είτε ως εταίροι, είτε ως αγωνισταί, ήτο έμπνευσις και έργον της Θείας Προνοίας, και ουδέν ηθέλομεν πράξει, άνευ της εμπνεύσεως ταύτης».
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός διακήρυττε ότι «το Ελληνικόν Έθνος, αφ’ ού υπέκυψεν εις τον βάρβαρον και σκληρότατον ζυγόν της Οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη, όχι μόνον την ελευθερίαν του, αλλά και παν είδος μαθήσεως… και ήταν ενδεχόμενον να εκλείψει διόλου από το Έθνος η Ελληνική γλώσσα, εάν δεν την διέσωζεν η Εκκλησία, προς ήν οφείλεται και κατά τούτο ευγνωμοσύνη».
Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, σημείωνε ότι «χωρίς αρετή και θρησκεία δεν σχηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον».
Ο Ιω. Καποδίστριας, έγραφε: «Η χριστιανικὴ θρησκεία εσυντήρησε εις τους Έλληνας και γλώσσαν και πατρίδα και αρχαίας ενδόξους αναμνήσεις και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν, της οποίας είναι στύλος και εδραίωμα… Το πρώτιστον και ουσιωδέστατον των χρεών της ελληνικής κυβερνήσεως είναι να προμηθεύσει εις το έθνος την διδασκαλίαν της πίστεως».
Ο Αδ. Κοραής, πέραν όλων των άλλων αμφισβητούμενων θέσεών του, διακήρυττε ότι «μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώσει την αυτονομίαν του Γένους».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συμβούλευε, με περηφάνια, τις νέες γενιές: «Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος…»
Ο Παπαφλέσσας, επίσης, παράγγελνε: «Έλληνες, ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού».
Επίσης, το περιεχόμενο του όρκου κάθε Ιερολοχίτη αποδεικνύει ότι οι αγωνιστές της ελευθερίας ήταν έτοιμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους, επενδύοντας στην αλληλένδετη σχέση Πίστεως και Πατρίδας: «…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω, ως Μάρτυς, δια τον Ιησούν Χριστόν…».
Αργότερα, ο σπουδαίος Φ. Κόντογλου υπογράμμιζε: «Η Ελληνική επανάσταση είναι η πιο πνευματική επανάσταση που έγινε στον κόσμο. Είναι αγιασμένη. Κανένας λαός δεν έχυσε τόσο αίμα για την πίστη του Χριστού, όσο έχυσε ο δικός μας, από καταβολή του Χριστιανισμού ίσαμε σήμερα».
Στην ιστορική έρευνα, φαίνεται ότι εκείνοι που επιδίωκαν, με μανία, να διαρρήξουν αυτόν τον ιερό σύνδεσμο ενότητας και συνοχής Εκκλησίας – Πατρίδας (γένους), με στόχους αφελληνιστικούς, ήταν οι Μουσουλμάνοι, κατά την Οθωμανική δουλεία, και, φυσικά, δεν το κατάφεραν.
Οι σχέσεις Εκκλησίας - Πολιτείας έχουν τη δική τους ιστορία, καθώς υπήρχαν από την εποχή του Βυζαντίου, ως σχέσεις συναλληλίας και λειτουργούσαν σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης, συνεννόησης, αλληλοσεβασμού και αλληλοβοήθειας.
Τα τελευταία χρόνια, τόσο το ελληνικό Σύνταγμα όσο και ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, ρυθμίζουν τις ειρηνικές και δημιουργικές αυτές σχέσεις, προς όφελος και των δύο φορέων αλλά και ολόκληρου του ελληνικού λαού, διατηρώντας ακέραιους τους διαχρονικούς πνευματικούς τους δεσμούς. Στο πλαίσιο αυτό, τα ιδεοληπτικά πυροτεχνήματα κάποιων ριζοσπαστών πολιτικών, για διαχωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, δείχνουν ότι δεν έχουν εκτιμήσει πως οι βολές τους είναι άστοχες. Και τούτο, διότι, στην ουσία, απευθύνονται σε έναν λαό, που αγαπά την πρόοδο, αλλά όχι την ψεύτικη και αρρωστημένη, εκείνη που επιδιώκει την ανατροπή και εκρίζωση του ένδοξου παρελθόντος και των ιερών και ευσεβών παραδόσεων του γένους μας, καθώς αισθάνονται τους ζωντανούς, ακλόνητους, βαθύτατους και άρρηκτους ιστορικούς και πνευματικούς δεσμούς, που ενώνουν την πολιτική του υπόσταση με την εκκλησιαστική του συνείδηση και ύπαρξη. Εξάλλου, όταν μιλούν για χωρισμό Εκκλησίας – Πολιτείας, δεν μας έχουν εξηγήσει, πώς θα μπορέσει ο Έλληνας - Χριστιανός να μοιράσει και να διαχωρίσει τον εαυτό σε δύο κομμάτια, τον εκκλησιαστικό, ως μέλος της Εκκλησίας από τον πολιτειακό, ως πολίτης. Όμως, το μόνο που καταφέρνουν οι πολιτικοί αυτοί είναι να αποκαλύπτουν την πολιτική αλλά και πνευματική τους ένδεια και αναξιότητα, καθώς δείχνουν, αφενός, ότι δεν τιμούν όσα σέβεται και τιμά η πλειονότητα του ελληνικού λαού και, αφετέρου, φανερώνουν την πρόθεσή τους να ορφανέψουν, τελικά, τους Έλληνες από τις ιστορικές και πνευματικές τους ρίζες, να τους αφήσουν, χωρίς ιερές μνήμες, χωρίς αρχές και πρότυπα, χωρίς, δηλαδή, τις ηθικοκοινωνικές και πνευματικές βάσεις του ελληνικού έθνους, με τις οποίες, ως τώρα, τροφοδοτούνται, πνευματικά, τόσο οι νέοι, όσο και ενήλικες Έλληνες, στο πλαίσιο της δικής τους ελληνορθόδοξης ιστορικής συνείδησης.  
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, με κάθε μέσο και με κάθε μορφής θυσία, συμμετείχε και συνέβαλε, διαχρονικά, με όλες τις υλικές και πνευματικές της δυνάμεις, σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της Πατρίδας. Φαίνεται ότι οι σύγχρονοι ερασιτέχνες του πολιτικού γίγνεσθαι, που μάλλον δεν θεωρούν την πολιτική, ως διακονία αλλά ως εκμετάλλευση των πολιτών, έφτασαν σε τέτοιο σημείο αγνωμοσύνης και καταπτώσεως, ώστε να μην θέλουν να επιτρέψουν στην Εκκλησία ούτε καν να συμπορεύεται με την Ελλάδα - Πατρίδα. Προς τούτο, γνωρίζοντας άριστα την ιστορία και τη μελλοντική προοπτική αυτών των δεσμών, ο Φώτης Κόντογλου έγραφε: «Πίστη και Πατρίδα είναι για μας ένα πράγμα. Κι όποιος πολεμά το ένα, πολεμά και το άλλο κι ας μην ξεγελιέται. Η μάνα μας, η πνευματική, είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας».
 
https://thriskeftika.blogspot.com

Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΕΠΙΒΡΑΒΕΥΕΙ ΤΟΥΣ "ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ", ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΑΚΥΡΩΣΕ ΤΟ ΣΤΕ

 «Το Υπουργείο Παιδείας, επιβραβεύει τους  «μεταμοντέρνους Θεολόγους», τα Θρησκευτικά των οποίων ακύρωσε το ΣτΕ»
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
 
Την πρώτη επίσημη παρέμβασή τους οι «Θεολόγοι» που αποτελούν την ομάδα των λεγόμενων «εκσυγχρονιστών θεολόγων» την έκαναν με το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών, το οποίο εμπνεύστηκαν, κατάρτισαν και κατάφεραν να εφαρμόσουν, πιλοτικά, το 2011, σε κάποια σχολεία της χώρας το δε 2016 σε όλα τα σχολεία.
Και όλα αυτά,  με τη σύμπραξη της πολιτικής εξουσίας, που, ως γνωστό, τα τελευταία χρόνια, ορέγεται να συνεργάζεται με πρόθυμους, για κάθε μορφή ανατροπές της ορθόδοξης θεολογικής παραδόσεως της χώρας, «μεταμοντέρνους θεολόγους».
Αυτοί οι «θεολόγοι της μόδας», όπως τους ονομάζει ο Αλ. Παπαδιαμάντης, έχουν καταφέρει να εισχωρήσουν στο Υπουργείο Παιδείας και να ελέγχουν τη λειτουργία του Μαθήματος των Θρησκευτικών σε όλες τις πτυχές του, έως και σήμερα.
Με ένα απαράδεκτο και ασύμβατο με την ορθόδοξη εκκλησιαστική Θεολογία πολυθρησκειακό και ουδετερόθρησκο , κινήθηκαν, ως οργανωμένη ομάδα, μέσω υψηλών γνωριμιών και σχέσεων, για να επιβάλουν στην Παιδεία μια ξενόφερτη, κυρίως προτεσταντίζουσα θεολογική γραμμή, με κοσμικά χαρακτηριστικά, που να μπορεί να πετύχει την μετάλλαξη της ορθόδοξης συνείδησης, πίστης και ζωής των μαθητών/τριών.
Με την αλλαγή αυτή σχεδίαζαν, μαζί με τους συνεργάτες τους πολιτικούς, αφενός, να αποορθοδοξοποιηθεί η Ελλάδα και να γίνει μια ουδετερόθρησκη χώρα και, αφετέρου, να γίνουν, βαθμιαία, οι σημερινοί μαθητές συνειδητά μέλη μιας νέας ομογενοποιημένης παγκόσμιας κοινότητας.
Το Πρόγραμμά τους, το έκαναν ελκυστικό και μεταμοντέρνο, με παιχνίδια, θεολογικούς νεωτερισμούς και ανατροπές και κατάφεραν να επιβάλουν, για τους ορθόδοξους μαθητές, έναν ξεχωριστό και ιδιότυπο ρατσισμό, καθώς ήταν οι μόνοι μαθητές στην Ελλάδα, που δεν διδάσκονταν την οικεία πίστη, αλλά ένα πολυθρησκειακό συνοθύλευμα.
 Ο στόχος τους ήταν η αλλαξοπιστία των νέων της χώρας και η μετατροπή τους  σε σύγχρονους γενίτσαρους, όπως είχε συμβεί σε παλαιότερες επώδυνες εποχές στην Ιστορία μας.
Φυσικά, οι αλλόδοξοι και αλλόθρησκοι μαθητές συνέχιζαν και συνεχίζουν να διδάσκονται, αμιγώς, μονάχα τη δική τους πίστη. Και όλες αυτές τις αποδομήσεις τις έκαναν, περιφρονώντας τη γονεϊκή θέληση, τα θεολογικά ταυτοτικά χαρακτηριστικά των ορθόδοξων μαθητών, τις διεθνείς ευρωπαϊκές συμβάσεις, τη συνταγματική συμμόρφωση, τις διαχρονικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και τους νόμους της ελληνικής πολιτείας, που αφορούν στη διδασκαλία των Θρησκευτικών.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι, ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας, εξετάζοντας προσφυγές εναντίον τους, ακύρωσε (το 2018 και 2019), με τέσσερις εμπεριστατωμένες διαδοχικές αποφάσεις του, το Πρόγραμμα και τους Φακέλους διδασκαλίας τους, ως αντισυνταγματικό και ακατάλληλο για ορθόδοξους μαθητές, εκείνοι κατάφεραν, με πολιτικά και εκκλησιαστικά μέσα και, φυσικά, με τις ευλογίες του Υπουργείου Παιδείας, να εμφανίζονται ως θύματα του ΣτΕ και να παραμένουν στο Υπουργείο Παιδείας, για να συνεχίσουν το έργο της θεολογικής αποδόμησης της χώρας και της παιδείας της.
 Εμφανίζονταν και εμφανίζονται ως Ορθόδοξοι, αλλά όσα έγραφαν και όσα υποστηρίζουν είναι αντίθετα στην ορθόδοξη πατερική θεολογική παράδοση. Το δήθεν ορθόδοξο Πρόγραμμά τους, για παράδειγμα, αναφέρεται επαινετικά στη διδασκαλία των θρησκειών, τονίζοντας ότι «οι Θρησκείες είναι πηγές θεραπείας και συμφιλίωσης» και επισημαίνοντας ότι «η διευρυμένη γνώση γύρω τις Θρησκείες και τις όποιες κοσµοθεωρήσεις νοηµατοδοτούν τον ανθρώπινο βίο».
Είναι απολύτως σαφές ότι σχέδιό τους ήταν να εναντιωθούν στην «εξοικείωση των µαθητών σε µια µόνο ιδιαίτερη θρησκευτική παράδοση». Ο πρωτομάστορας και συντονιστής, μάλιστα, του πολυθρησκειακού Προγράμματος, προκειμένου να ενταφιάσει το διαχρονικό ορθόδοξο Πρόγραμμα των Θρησκευτικών, προς στήριξη της πολυθρησκείας που εισήγαγε, κατακεραύνωνε το ορθόδοξο Μάθημα:
«Το πρόβληµα του µαθήµατος είναι ο οµολογιακός χαρακτήρας του. Το µάθηµα έχει κατηχητικό χαρακτήρα, είναι µονοφωνικό, ως εκ της φύσεώς του, και, συνεπώς, δεν ανταποκρίνεται στην ανάγκη µιας ελεύθερης πλουραλιστικής κοινωνίας. Το ελληνικό σχολείο αποτελεί ακραία περίπτωση θρησκευτικού κατηχητισµού. Σ΄ ένα πλουραλιστικό και δηµοκρατικό σχολείο, που σέβεται τη θρησκευτική ετερότητα, η λύση δεν είναι παρά η κατάργηση του οµολογιακού µαθήµατος και η µετάβαση σε ένα ουδετερόθρησκο σχολείο».
 Πρόκειται για μια νέα εκσυγχρονιστική γραμμή, με στόχο τη μετάλλαξη της ορθόδοξης θεολογίας, παραδόσεως και ζωής, την οποία οι πρωταγωνιστές «θεολόγοι της μόδας», μαζί με κάποια πολιτικά και εκκλησιαστικά πρόσωπα, παλεύουν μανιωδώς να την επιβάλουν στη χώρα, εισάγοντας αλλότριες και ξένες στην ορθόδοξη παράδοση και ζωή κακοδοξίες και εμφανίζοντάς τις ως ορθόδοξες.
Διότι, πώς μπορεί να είναι ορθόδοξο ένα Πρόγραμμα Θρησκευτικών, όταν δεν αναφέρεται τίποτα σε αυτό για τη  σχέση και αναφορά του ανθρώπου προς τον Θεό, όταν δεν περιλαμβάνεται η συµµετοχή των μαθητών στη λατρευτική και µυστηριακή ζωή, όταν ο µαθητής προτρέπεται σε κοινωνική ζωή, αλλά όχι σε εκκλησιαστική;
Πώς μπορεί να είναι ορθόδοξη μια διδασκαλία, όταν απουσιάζει η βιωματική μάθηση και τη θέση της παίρνει µια εντελώς διανοητική, ουδέτερη και γνωσιολογική διδασκαλία;  
Πώς μπορεί μια αγωγή να είναι ορθόδοξη, όταν προβάλλεται στους μαθητές η «υπέρβαση της θρησκευτικής απολυτότητας (δηλαδή η υπέρβαση της συµµόρφωσης στις χριστιανικές αξίες);
Πώς συνάδει με την Ορθοδοξία μια διδασκαλία, που αποπλανεί τα ορθόδοξα παιδιά, με τη την πλύση εγκεφάλου που τους κάνει, ότι οι ξένες και αντίθετες στην ορθόδοξη πίστη «θρησκείες είναι πηγή ελπίδας για σωτηρία», όταν η ορθόδοξη παράδοση αναγνωρίζει, ως µοναδική πηγή ελπίδας, τον Ιησού Χριστό;
Πώς μπορεί να εκφράζει την ορθόδοξη παράδοση η παραδοχή ότι υπάρχουν «άγιοι άνθρωποι στις θρησκείες του κόσµου» όπως: «ο Βούδας, ο Κοµφούκιος, ο Μωάµεθ, ο Βισνού (Κρίσνα), ο Δαλάι Λάµα, ο Γκάντι και πολλά άλλα πρόσωπα ιστορικά και µυθικά;».
 Πως είναι ορθόδοξη μια διδασκαλία, όταν παροτρύνει τους/τις ορθόδοξους/ες μαθητές/τριες για «χειραφέτηση», δηλαδή,  απελευθέρωση «από ό, τι ονοµάζεται πρόσδεση στο παρελθόν», δηλαδή σε χειραφέτηση από την ορθόδοξη παράδοση;
Πώς μπορεί να είναι ορθόδοξο αυτό το Πρόγραμμα,  όταν, αναφερόμενο στον δάσκαλο ή στον καθηγητή που διδάσκει το θρησκευτικό Μάθημα,  σημειώνει
α) ότι «δεν υφίσταται καμιά ιδιαίτερη θρησκευτικού χαρακτήρα προϋπόθεση για να διδάξει  το Μάθημα. Μάλλον απευκταίες θα πρέπει να θεωρούνται τέτοιες προδιαθέσεις. Ένας άθρησκος ή αγνωστικιστής, ή αδιάφορος μπορεί να διδάξει με επιτυχία το ΜτΘ, όπως και ένας θρησκευόμενος. Αντίθετα ένας ζηλωτής θρησκευόμενος έχει μάλλον εξασφαλισμένη την αποτυχία»;
β) ότι «οι δάσκαλοι στα σχολεία της σύγχρονης πολυπολιτισμικής κοινωνίας είναι σημαντικό, κατά την εκπαιδευτική διαδικασία, να αποστασιοποιούνται κατά το δυνατόν από τη θρησκεία στην οποία ενδεχομένως ανήκουν είτε πατροπαράδοτα είτε από επιλογή»;
Πώς είναι ορθόδοξο ένα Πρόγραμμα, όταν η φιλοσοφία του βασίζεται σε μια αλλοπρόσαλλη θεολογία, που οι ίδιοι οι εμπνευστές της την ονομάζουν «θεολογία της πολυπολιτισμικότητας», που απαιτεί «να αλλάξει φυσιογνωμία και χαρακτήρα» το θρησκευτικό μάθημα, να «αναπλαισιωθεί ο θεολογικός και παιδαγωγικός του χαρακτήρας σε νέες βάσεις και αρχές» και προτρέπει, έτσι ώστε «η θεολογία της πολυπολιτισμικότητας, όχι απλώς να το αγγίξει, αλλά να το διαπεράσει, κομίζοντας μια άλλη μαρτυρία για την αλήθεια της ζωής του ανθρώπου και του κόσμου»;
Στην πραγματικότητα, η διδασκαλία της πολυθρησκείας σημαίνει, ουσιαστικά, απαξίωση της ορθόδοξης πίστεως και της διδασκαλίας της, αλλά, ταυτόχρονα, διάπραξη ενός θεολογικοπαιδαγωγικού σχίσματος, αφού όλο το οικοδόμημα της πολυθρησκείας, αντιτίθεται, τόσο στη διδασκαλία της ορθόδοξης  παραδόσεως όσο και στην, διαχρονικά, καθιερωμένη συνταγματική τάξη της χώρας, που ορίζει να αναπτύσσουν οι μαθητές/τριες την ορθόδοξη χριστιανική τους συνείδηση.
Είναι γεγονός ότι η εφαρμογή των αρχών αυτού του Προγράμματος οδηγεί, τελικά, σε μια απαγκίστρωση της συνείδησης των ορθοδόξων μαθητών από τη χριστιανική τους πίστη, καθώς τους εμποτίζει και τους μυεί σε ένα άθρησκο και άθεο πνεύμα και σε μια εκκοσμικευμένη διαθρησκειακή πνευματικότητα.
Και όμως, μέλη της ομάδας των «θεολόγων της μόδας», των οποίων το Πρόγραμμα και οι φάκελοι (βιβλία) των μαθητών/τριών, μετά από προσφυγές της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων, ακυρώθηκαν από το ΣτΕ, ως ασύμφωνα και ασύμβατα με την ορθόδοξη πίστη και το Σύνταγμα της χώρας, γεγονός που γνωρίζει το Υπουργείο, συνεχίζουν να επιλέγονται από αυτό, ως υψηλόβαθμα στελέχη και να τους ανατίθενται υπεύθυνες θέσεις, για να αποφασίζουν ως προς τις νέες δομές του Μαθήματος. Αλίμονό μας!!!
 
https://thriskeftika.blogspot.com

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2023

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Ο "ΘΕΟΛΟΓΟΣ" ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΤΗΣ ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ!

 Πώς μπορεί να γίνει ο «θεολόγος» υπηρέτης της ομογενοποίησης;
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων

Εκτιμούμε ότι το Πρόγραμμα ομογενοποίησης των πολιτών του πλανήτη αποτελεί μεγάλη επιχείρηση, που, όπως μπορεί κανείς να υποθέσει κάποιος, θα έχει και υψηλό κόστος. Το Πρόγραμμα αυτό φαίνεται να έχει πολλές πτυχές, μία από τις οποίες πρέπει να είναι οι αλλαγές στην παιδεία. Όπως έχει ήδη γραφτεί, «οι μαθητές στο σημερινό σχολείο παιδαγωγούνται πάνω στο φόντο της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, της επικοινωνίας και της κουλτούρας και κάτω από τον ενοποιητικό ρόλο της τεχνολογίας, ένα περιβαλλοντικό πλαίσιο, που προωθεί την ομογενοποίηση των πολιτών του πλανήτη, υπονομεύει την επιβίωση του ιδιαίτερου και του τοπικού μέσα στο παγκόσμιο και προκαλεί αστάθεια και ρευστότητα στο πολιτισμικό τοπίο. Αισθάνονται την επιδιωκόμενη ομογενοποίηση, η οποία, αν και η ίδια βρίσκεται σε κρίση, δεν περιορίζεται μόνο στην τεχνολογία και στην επιστήμη, αλλά επεκτείνεται και στους θεσμούς, τις στάσεις και τις συμπεριφορές, επιχειρώντας να κυριαρχήσει παντού, εξαλείφοντας τις διαφορές» (Εμ. Περσελής). Φαίνεται ότι η σχολική θρησκευτική αγωγή είναι και αυτή ένας τομέας που ενδιαφέρει τους σχεδιαστές της παγκοσμιοποιημένης ομογενοποίησης και υποτίθεται ότι σε κάθε χώρα θα έχουν οριστεί κάποιοι για να υπηρετήσουν αυτά τα σχέδια. 
Σημειώνουμε δύο δηλώσεις που επικροτούν την ύπαρξη αυτών των σχεδίων:
Η μία είναι του Γ. Παπανδρέου, που ως πρωθυπουργός, σε ομιλία του στον ΟΗΕ, το 2011, μίλησε για το μέλλον της Ευρώπης και αναφέρθηκε «στη δημιουργία μιας νέας έννοιας της ταυτότητας για όλες τις χώρες της Ευρώπης και σε κάποιο βαθμό  για όλον τον κόσμο». Μίλησε επίσης «για έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο και για τις δυσκολίες της ενσωμάτωσης στο παγκόσμιο σύστημα, σε ένα παγκόσμιο χωριό». Στη Βουλή των Ελλήνων, επίσης, ως Πρωθυπουργός, στις 15 Μαρτίου του 2011, υποστήριξε τα εξής: «Μονάχα ενωμένοι οι λαοί της γης με αλληλοβοήθεια και αλληλεγγύη, με δημοκρατικές διαδικασίες Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, μπορούμε να ξεπεράσουμε και να διασφαλίσουμε τη συνέχειά μας».
Η δεύτερη μαρτυρία είναι της κ. Διαμαντοπούλου, η οποία, ως μέλος της ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα κοινωνικών υποθέσεων, το 2003, μίλησε και εκείνη για «τη μεταμόρφωση της ποικιλομορφίας των εθνικών ταυτοτήτων μέσω ενός πλαισίου στενής συνεργασίας, που εγγίζει μερικές φορές και την εγκατάλειψη της εθνικής κυριαρχίας, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ευρύτερο και αποτελεσματικότερο σύνολο, ικανό να αρθρώσει ισχυρό λόγο, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης […] Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, η Ευρώπη οφείλει να συνειδητοποιήσει την κοινή κληρονομιά, για να ασκήσει την επιρροή της στις παγκόσμιες εξελίξεις, έτσι ώστε να μην υποβιβαστεί στη θέση του απλού θεατή μιας νέας παγκόσμιας τάξης, την οποία θα αδυνατεί να επηρεάσει».
Η ίδια επίσης, ως Υπουργός Παιδείας της Ελλάδας, δήλωνε, το 2010, στο London School of Economics, για το μάθημα των Θρησκευτικών στην ελληνική παιδεία: «Πρέπει να διδάξουμε στα παιδιά όλες τις θρησκείες, πρέπει να δώσουμε στους μαθητές μας τη δυνατότητα να μάθουν, να γνωρίζουν να συγκρίνουν, απελευθερωμένα από εκκλησιαστικές επιρροές και εν τέλει να αποφασίσουν τι θέλουν να κάνουν στη ζωή τους».
Σε αυτήν τη γραμμή κινείται, από το 2011, η ομάδα των «πρόθυμων και διεθνιστών θεολόγων», πάντοτε, βέβαια, υπό τη σκέπη της πολιτικής προστασίας και ισχύος (Διαμαντοπούλου…, Φίλης, Γαβρόγλου κ. ά.). Διαφορετικά, δεν εξηγείται η μανιώδης προσπάθειά τους να αναθεωρήσουν θεμελιώδεις παιδαγωγικές, θεολογικές και συνταγματικές αρχές, προκειμένου να δημιουργήσουν ένα περίεργο και αντίθετο προς την ορθόδοξη παράδοση και τη συνταγματική τάξη της χώρας Πρόγραμμα Θρησκευτικών, μαζί με τα σχολικά «βιβλία» του, που εφαρμόστηκε, σε πιλοτική εφαρμογή, ήδη από το 2011 και  που εγκρίθηκε με ΦΕΚ το 2016 για να μπει σε όλα τα σχολεία της χώρας.
Ευτυχώς, το Συμβούλιο της Επικρατείας με (4) αλλεπάλληλες Αποφάσεις της Ολομέλειάς του, το ακύρωσε (2018 και 2919). Με βάση το ως άνω ΦΕΚ, η ορθόδοξη σχολική διδασκαλία, αντικαταστάθηκε από έναν πολυθρησκειακό πολτό, με απολύτως βέβαιο το ενδεχόμενο της θρησκευτικής και πνευματικής συγχύσεως των μαθητών/τριών. Όπως ήταν φυσικό, δεν αποτέλεσε έγκυρη παιδαγωγική πράξη και γι’ αυτό λειτούργησε αρνητικά τόσο για τους ορθόδοξους όσο και για τους αλλόθρησκους και για τους ετερόδοξους μαθητές. Είναι γεγονός ότι η επιβολή αυτού του πολυθρησκειακού μωσαϊκού είχε ως στόχο την υπονόμευση της ετερότητας και της ταυτότητας, αφού μ΄ αυτό υιοθετείται η επιβολή και κατίσχυση μίας ομογενοποιημένης πολυθρησκευτικής θρησκευτικότητας, που είναι, φυσικά, εναντίον της πίστεως όλων των μαθητών ανεξαρτήτως θρησκεύματος.
Οι υπηρέτες της Παγκοσμιοποίησης, γενικά, προσπαθούν να περάσουν, ως κυρίαρχη παγκόσμια θέση, κάποιους κώδικες κοινών και ενιαίων στάσεων και συμπεριφορών, σε παγκόσμιο επίπεδο, που θα ανατρέπουν το ήθος και γενικά τα ταυτοτικά χαρακτηριστικά των λαών και θα αποτελούν την απαρχή για τα θεμέλια της ομογενοποίησης των λαών. Αυτήν την ανατροπή στη θεολογία της ορθόδοξης παραδόσεως επιχείρησαν να κάνουν τα μέλη της ομάδας των «σοφών εμπειρογνωμόνων θεολόγων» με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά, που επέβαλαν με σύμμαχο την πολιτική εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ.  Πάντως, δεν μαρτυρείται στην αγιογραφική, πατερική και ιστορική -παλαιότερη και πρόσφατη- πορεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, παρόμοιο φαινόμενο, όπως αυτό που εμφανίστηκε με την οργανωμένη και προστατευμένη από την κρατική Εξουσία και κάποιους εκκλησιαστικούς παράγοντες, ομάδα των «πρόθυμων θεολόγων», καθώς προσπάθησαν -και προσπαθούν ακόμη- εντελώς αντιεπιστημονικά να αναδείξουν την δήθεν αδυναμία της ορθόδοξης πίστεως και διδασκαλίας να επηρεάζει τα ηθικοκοινωνικά χαρακτηριστικά της ελληνορθόδοξης ταυτότητας των ορθοδόξων μαθητών/τριών.  
Έτσι, αυτό που αναφέρεται, για παράδειγμα, στο Πρόγραμμά τους ότι υπάρχει  αναγκαιότητα «διαφοροποιημένης διδασκαλίας», όπου κάθε παιδί θα «μαθαίνει για τις θρησκείες των άλλων παιδιών» και ότι μέσω αυτής της μεθόδου διδασκαλίας «αίρεται κάθε ανισότητα» μεταξύ των μαθητών, αποτελεί μια μη παιδαγωγική αντίληψη, που βρίσκεται, ταυτόχρονα, σε εντελώς λανθασμένη και αντορθόδοξη, θεολογικά, κατεύθυνση. Η ισότητα, καταρχάς, ως εσωτερική αρετή και έπειτα ως εξωτερική συμπεριφορά, δεν δημιουργείται ούτε καλλιεργείται μέσα από μία τέτοιας μορφής διαφοροποιημένη, δηλαδή, πολυθρησκευτική διδασκαλία. Στον ορθόδοξο επιστημονικό και διδακτικό χώρο, δεν μαρτυρείται πουθενά μια τέτοια ουτοπική ηθικοπνευματική αυταπάτη,  όπου ένα μωσαϊκό πολυθρησκευτικής μάθησης να έχει τη δύναμη και τη δυνατότητα, είτε ως διδασκαλία, είτε ως πρότυπο ζωής, να δημιουργήσει ηθικοκοινωνικές πεποιθήσεις σε παιδιά και να επιδράσει θετικά στη μάθηση και τη συμπεριφορά τους. Ιδιαίτερα οι ορθόδοξοι Χριστιανοί μαθητές, δεν είχαν ούτε έχουν ανάγκη από αυτήν την οπισθοδρομική και αλλοπρόσαλλη θεολογία των «σοφών προοδευτικών θεολόγων», για  να μάθουν στάσεις και , ποικιλόμορφης θρησκευτικά ζωής, διότι, μέσα από την ίδια τις την ίδια την εκκλησιαστική τους ζωή και διδασκαλία, μαθαίνουν, πώς να πολιτεύονται έναντι του οποιουδήποτε «άλλου». Τα νοήματα και ο τρόπος ζωής που δέχονται από την πίστη τους, τους δημιουργούν τις βάσεις για να μπορούν να στέκονται, γόνιμα, συναδελφικά  και αποτελεσματικά,  στην επικοινωνία ή  τη συμβίωσή τους με τον διαφορετικό.
Το πρώτο και κύριο στοιχείο συμβίωσης και κοινωνίας με τον ξένο βρίσκεται στο κέντρο της πίστεώς τους και είναι η αγάπη, όπως αυτή έχει προτυπωθεί  στη διδασκαλία της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη αλλά και σε εκείνη της Μελλούσης Κρίσεως. Στην τελευταία, μάλιστα, εκτός των άλλων, αναφέρεται  μία σημαντικότατη αλήθεια, ως προς τη στάση των πιστών προς τους ξένους: «ξένος ήμην και συνηγάγετέ με» (Ματθ. 25, 35), στάση άκρως θεμελιακή για την ελπίδα, που κάθε χριστιανός θέλει να κτίζει  στον πνευματικό αγώνα που διεξάγει για την κληρονομία της αιώνιας ζωής.
Οι θρησκείες, επομένως, μέχρι την περίοδο της δράσης των πολυθρησκειακών «θεολόγων», ήταν μέρος της διδασκαλίας των Θρησκευτικών, με σκοπό να πληροφορηθούν οι μαθητές για το παγκόσμιο θρησκευτικό φαινόμενο.
Εκείνοι, όμως, με τους νεωτερισμούς και τις αναβαθμίσεις τους, τις χρησιμοποίησαν για να καλλιεργηθεί σταδιακά, μέσω μιας πολυθρησκειακής μείξεως, μία θρησκευτική ομογενοποίηση, η οποία θα καταργεί και θα εξαφανίζει τις διαφορές και τις ταυτότητες και θα διευκολύνει ή θα προετοιμάζει, καταρχάς εκείνο που πλειστάκις μαρτυρείται στο ασύμβατο με μάθηση, αλλά συμβατό με προπαγάνδα Πρόγραμμά τους, δηλαδή τη δημιουργία μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας και σε βάθος χρόνου τη δημιουργία ενός παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης των λαών.
 
http://thriskeftika.blogspot.com