ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025

Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ

 Ο θησαυρός της Ορθοδοξίας υποχρεωτικό μάθημα
στα σχολεία της Βουλγαρίας – Δικαίωση του αγώνα δεκαετιών της Εκκλησίας 

Ως υποχρεωτικό λογίζεται πλέον το μάθημα «Θρησκεία – Ορθοδοξία» στο σύστημα της βουλγαρικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κατόπιν ψήφισης του σχετικού νομοσχεδίου από τη βουλγαρική Εθνοσυνέλευση. Πρόκειται για μία μακροχρόνια προσπάθεια από την εν Βουλγαρία Ορθόδοξη Εκκλησία η οποία έφτασε τελικά στο επιθυμητό αποτέλεσμα με την Ιερά Σύνοδο να χαιρετίζει με ικανοποίηση και πνευματική χαρά το μεγάλο αυτό γεγονός για τον Ορθόδοξο λαό της χώρας. 

“Χαιρετίζουμε τη σοφία και την υπευθυνότητα που επιδείχθηκε κατά την ψηφοφορία σε πρώτη ανάγνωση από την Εθνοσυνέλευση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας των αλλαγών στον Νόμο για την Προσχολική και Σχολική Εκπαίδευση, οι οποίες θα επιτρέψουν σε όλα τα παιδιά και τους νέους στην αγαπημένη μας Πατρίδα να αγγίξουν τον θησαυρό της αγίας Ορθοδοξίας, να γνωρίσουν τις αλήθειες της αγίας Ορθόδοξης πίστης και να ενωθούν με τις αιώνιες αρετές του Χριστού”, επισημαίνεται στην ανακοίνωση του Πατριαρχείου Βουλγαρίας.

Πλέον με αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται μια παράδοση εκπαίδευσης και ανατροφής των νέων γενεών της Βουλγαρίας η οποία διακόπηκε κατά τη διάρκεια του αθεϊστικού καθεστώτος (1946 – 1990). Μια παράδοση σύμφωνα με την οποία “οι πρόγονοί μας γαλουχήθηκαν από την αρχαιότητα, κατά την Αναγέννηση μέχρι σήμερα”, υπογραμμίζεται από την Ιερά Σύνοδο.

“Ελπίζουμε και προσευχόμαστε ενώπιον του Παντοδύναμου Θεού η διαδικασία αυτή να ολοκληρωθεί με επιτυχία. Η Αγία Εκκλησία έχει καταβάλει και θα συνεχίσει να καταβάλλει –ανάλογα με τις δυνάμεις της– προσπάθειες για την εκπαίδευση και τη χριστιανική ανατροφή των νέων και όλων των αγαπημένων μας αδελφών εν Χριστώ. Είθε η ευλογία και το μέγα έλεός Του να είναι με όλους όσους συμμετέχουν, συνεργάζονται και υποστηρίζουν αυτό το θεάρεστο έργο!”, καταλήγει.

Eπί χρόνια η Ιερά Σύνοδος της εν Βουλγαρία Ορθοδόξου Εκκλησίας απηύθυνε εκκλήσεις στα σχολεία να καταστήσουν για ποιον λόγο θα έπρεπε να καταστεί υποχρεωτικό το μάθημα «Θρησκεία – Ορθοδοξία». Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκαν πορείες, έγινε συλλογή υπογραφών με την επιμονή να στηρίζεται στην πίστη και τη γνώση του πόσο χρήσιμο είναι αυτό για τα παιδιά, για την κοινωνία και για το κράτος στο σύνολό του.

Η πρόταση για την εισαγωγή του υποχρεωτικού μαθήματος «Θρησκεία – Ορθοδοξία» προέκυψε μετά από περισσότερες από τρεις δεκαετίες συζητήσεων, εργασίας, προετοιμασίας σχολικών βιβλίων και εισαγωγής του μαθήματος «Θρησκεία» ως υποχρεωτικού και προαιρετικού μαθήματος. Συσσωρεύτηκε πολλή εμπειρία, ελήφθησαν υπόψη διαφορετικές έννοιες και επιτεύχθηκαν τα σημερινά θετικά αποτελέσματα με το σχέδιο Νόμου για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, το οποίο πλέον ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση της χώρας. 

thriskeftika.blogspot.com

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 30 ΧΡΟΝΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ

 Βουλγαρία: Το μάθημα των Θρησκευτικών γίνεται υποχρεωτικό
μετά από 30 χρόνια συζητήσεων

Οι θέσεις της Ιεράς Συνόδου

Τη γνώμη της σχετικά με το Νομοσχέδιο για την τροποποίηση και συμπλήρωση του νόμου περί προσχολικής και σχολικής εκπαίδευσης, το οποίο υποβλήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, εξέφρασε με ανακοίνωσή της η Ιερά Σύνοδος της Βουλγαρικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. 

Στο νομοσχέδιο αυτό προβλέπεται ότι πλέον το μάθημα των Θρησκευτικών θα είναι υποχρεωτικό με την αιτιολογική έκθεση να αναφέρει ρητά ότι το μάθημα «Αρετές και Θρησκείες», όπως θα ονομάζεται το μάθημα των Θρησκευτικών, προσφέρεται για μελέτη ως επιλογή μεταξύ: «Θρησκεία – Ορθοδοξία», «Θρησκεία – Ισλάμ» ή «Αρετές/Ηθική».

Η Ιερά Σύνοδος της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με τη γνωμοδότησή της  εξέφρασε την ικανοποίησή της για την πολυαναμενόμενη πρόταση που υπέβαλε το Υπουργικό Συμβούλιο μέσω του Υπουργείου Παιδείας και Επιστημών ως σχέδιο νόμου για τροποποιήσεις και συμπληρώσεις στον Νόμο για την Προσχολική και Σχολική Εκπαίδευση.

Η Ιερά Σύνοδος υποστηρίζει τους λόγους των αλλαγών σχετικά με την εισαγωγή του μαθήματος «Αρετές και Θρησκείες» στο υποχρεωτικό σχολικό ωράριο.

Από μια συγκριτική νομική ανασκόπηση που παρουσιάστηκε στο κοινό κατά τη διάρκεια της δημόσιας συζήτησης του έργου, κατέστη σαφές ότι ένα τέτοιο ή παρόμοιο μάθημα υπάρχει ως υποχρεωτικό μάθημα σε πολλά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν υιοθετήσει τη συνταγματική αρχή της κοσμικής εκπαίδευσης. Η παρουσία ενός τέτοιου μαθήματος ως κανονικού (υποχρεωτικού) μαθήματος στο πρόγραμμα γενικής εκπαίδευσης δεν έρχεται σε αντίθεση με κανέναν τρόπο με την ευρωπαϊκή πρακτική.

Η πρόταση για την εισαγωγή του υποχρεωτικού μαθήματος «Αρετές και Θρησκείες» προέκυψε μετά από περισσότερες από τρεις δεκαετίες συζητήσεων, εργασίας, προετοιμασίας σχολικών βιβλίων και εισαγωγής του μαθήματος «Θρησκεία» ως υποχρεωτικού και προαιρετικού μαθήματος. Συσσωρεύτηκε πολλή εμπειρία, ελήφθησαν υπόψη διαφορετικές έννοιες και επιτεύχθηκαν τα σημερινά θετικά αποτελέσματα με το σχέδιο  Νόμου για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.

Για την επίτευξη αυτού του ικανοποιητικού αποτελέσματος, που παρουσιάζεται μέσω του σχεδίου του Νόμου για την Εκπαίδευση και Κατάρτιση των Εκπαιδευτικών, έχουν συμβάλει πολλοί εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι, θεολόγοι, ιστορικοί, άνθρωποι του πολιτισμού, δημόσιες προσωπικότητες και εκπρόσωποι διαφόρων δημόσιων οργανισμών, καθώς και η υποστήριξη και η ακούραστη εργασία και εμπειρογνωμοσύνη επιστημόνων που προσέλαβε η Ιερά Σύνοδος, και πάνω απ ‘όλα – το έργο της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Επιστημών και προσωπικά του Υπουργού Κράσιμιρ Βάλτσεφ, καθώς και του εξειδικευμένου προσωπικού του Υπουργείου.

Η Ιερά Σύνοδος υποστηρίζει τις ιδέες και το προτεινόμενο περιεχόμενο των διατάξεων του θεματικού πεδίου των οποίων αναφέρεται στην εισαγωγή του μαθήματος «Αρετές και Θρησκείες» ως μέρος των υποχρεωτικών μαθημάτων στο πρόγραμμα σπουδών της Βουλγαρίας.

Το νομοσχέδιο αποτελεί έναν επιτυχημένο συνδυασμό ιδεών, εννοιολογικού μηχανισμού και νομοθετικής τεχνικής, ο οποίος πληροί τα καλά πρότυπα δημιουργίας κανόνων δεοντολογίας και νομικών ορισμών, σύμφωνα με τα επιτεύγματα των θεολογικών και παιδαγωγικών επιστημών.

Οι θέσεις για την υποχρεωτικότητα του μαθήματος των Θρησκευτικών

Η Ιερά Σύνοδος της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έχει επανειλημμένα τονίσει την επείγουσα ανάγκη εισαγωγής του μαθήματος «Θρησκεία», με πρώτη επιλογή την «Ορθοδοξία». Η ανάγκη αυτή προκύπτει από:

Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία της βουλγαρικής κοινωνίας δηλώνει ότι η Ανατολική Ορθοδοξία είναι η θρησκεία της και έχει το δικαίωμα τα παιδιά της να λαμβάνουν επαρκή, εις βάθος, ολοκληρωμένη και συστηματικά οργανωμένη γνώση σχετικά με τη θρησκεία τους.

Η Ανατολική Ορθοδοξία αποτελεί μέρος της συνταγματικής ταυτότητας της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, ορίζεται ως παραδοσιακή θρησκεία, υπάρχει στο πρωτόκολλο του κράτους, στο ημερολόγιο των κρατικών εορτών.

Η ορθόδοξη θεολογία αποτελεί μέρος του συστήματος ανώτερης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στη χώρα (υπάρχουν θεολογικές σχολές και τμήματα στα μεγαλύτερα και πιο έγκυρα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα). Συνεπώς, η παρουσία της επιστήμης της θεολογίας σε μορφή προσιτή και ενδιαφέρουσα για τους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα βρισκόταν σε πλήρη αρμονική ενότητα με την ακαδημαϊκή διδασκαλία αυτής της επιστήμης, η οποία αναγνωρίζεται σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, μαζί με όλες τις άλλες επιστήμες.

Η ορθόδοξη θεολογία και το μάθημα «Θρησκεία – Ορθοδοξία» που προκύπτει από αυτήν, εκτός από γνωστικό, θα έχουν και σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση αξιών, στο βαθμό που η γνώση που διδάσκεται σε αυτήν είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με συγκεκριμένες αξίες, η πρακτική αφομοίωση των οποίων οδηγεί στη διαμόρφωση συγκεκριμένων αρετών. Μερικές από αυτές τις αξίες είναι: η αγάπη για όλους τους ανθρώπους, η φροντίδα για την ανθρώπινη ζωή, η φροντίδα για τους άλλους ανθρώπους, η φροντίδα για τη φύση ως δημιούργημα του Θεού, η ειρήνη, κ.λπ. Αυτές είναι ιστορικά διαμορφωμένες αξίες και αρετές, ενσωματωμένες στην εθνική συνείδηση του βουλγαρικού λαού.

Το μάθημα «Θρησκεία – Ορθοδοξία» στο γυμνάσιο θα βοηθούσε τους μαθητές να αποκτήσουν μια πιο ολοκληρωμένη, εις βάθος και περιεκτική κατανόηση μιας σειράς γνώσεων που διδάσκονται σε άλλα μαθήματα, για τα οποία οι καθηγητές αυτών των μαθημάτων δεν έχουν την σχετική θεολογική επάρκεια: ιστορία, βουλγαρική γλώσσα και λογοτεχνία , φυσική και αστρονομία , καλές τέχνες, ηθική και δίκαιο , φιλοσοφία κ.λπ.

Όλα τα ηθικά συστήματα, ακόμη και τα πιο εκκοσμικευμένα, έχουν αναδυθεί ιστορικά σε ένα συγκεκριμένο θρησκευτικό πλαίσιο. Η ηθική βρίσκεται σε γενεαλογική σχέση με τη θρησκεία. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για την ευρωπαϊκή ηθική και τις αρετές της ανοχής και του αμοιβαίου σεβασμού, που αναδύθηκαν στα βάθη του Χριστιανισμού. Η γνώση βασικών στιγμών από τη βιβλική ιστορία, από την ιστορία και τη διδασκαλία της Εκκλησίας του Χριστού, αποτελεί προϋπόθεση για την κατανόηση των θεμελίων των ηθικών συστημάτων και της διδασκαλίας των αρετών στην Ευρώπη.

Το μάθημα «Ορθοδοξία» διδάσκεται ως υποχρεωτικό μάθημα στις γειτονικές μας ορθόδοξες χώρες και τα θετικά αποτελέσματα είναι παρόντα. Στην Ελλάδα, η διδασκαλία του δεν έχει σταματήσει από την Απελευθέρωση της χώρας (1821) μέχρι σήμερα, δηλαδή εδώ και 200 χρόνια. Ο υψηλός θρησκευτικός και θεολογικός διαφωτισμός και πολιτισμός της ελληνικής κοινωνίας σε συγκριτικούς όρους είναι γνωστός. Στη γειτονική Ρουμανία, με την εισαγωγή του μαθήματος, τα ηθικά και πολιτιστικά αποτελέσματα είναι επίσης παρόντα. Η Ορθοδοξία διδάσκεται ως ομολογιακό μάθημα σε πολλές μη ορθόδοξες χώρες της Ευρώπης.

Σκοπός της εισαγωγής του μαθήματος «Ορθοδοξία» δεν είναι η κατήχηση, δηλαδή η διαμόρφωση θρησκευτικής συνείδησης, αλλά η διδασκαλία γνώσης που επιτρέπει την εφαρμογή μιας ικανής και φωτισμένης επιλογής, καθώς και η συστηματική γνωριμία σε προσιτή και ενδιαφέρουσα μορφή με την παράδοση στην οποία ζούμε για περισσότερα από 1000 χρόνια, η οποία διακόπηκε κατά την περίοδο του κρατικού αθεϊσμού. Δηλαδή, το μάθημα αυτό θα συμβάλει περαιτέρω στην ανάπτυξη των νέων ως υπεύθυνων, ελεύθερων, συνειδητών πολιτών, και θα συμβάλει επίσης στην αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής και συνοχής σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε κατάσταση σοβαρής κρίσης και με τάσεις εσωτερικής αποσύνθεσης.

Είμαστε πεπεισμένοι ότι η εισαγωγή του μαθήματος «Θρησκεία – Ορθοδοξία» ως υποχρεωτικό θα κάλυπτε ένα απτό έλλειμμα, ένα κενό στον συνολικό κύκλο γενικής εκπαίδευσης, εκπαίδευσης και ανατροφής στα βουλγαρικά σχολεία. Αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα όλων των Βουλγάρων πολιτών, Ορθόδοξων Χριστιανών, που επιθυμούν τα παιδιά τους να γνωρίζουν την παραδοσιακή τους θρησκεία, κάτι που αποτελεί ανεκπλήρωτο καθήκον του βουλγαρικού κράτους απέναντι στον λαό του”, τονίζεται από την Ιερά Σύνοδο η οποία στην γνωμοδότησή της παραθέτει και τις προτεινόμενες αλλαγές σε ορισμένα εδάφια του νομοσχεδίου.

Τέλος, εύχεται στη βουλγαρική πολιτεία καλή επιτυχία στο εγχείρημα της εισαγωγής προς ψήφιση από το κοινοβούλιο του νομοσχεδίου το οποίο θα λειτουργήσει προς όφελος της βουλγαρικής κοινωνίας και των παιδιών που αποτελούν το μέλλον της χώρας.

eeod.gr

Σάββατο 26 Απριλίου 2025

ΛΕΩΝ ΜΠΡΑΝΓΚ: ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΣΤΕΡΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΝ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥΣ!

ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΣΤΕΡΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΝ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥΣ!
Ἀπαιτεῖται ἐπειγόντως διορισμὸς Θεολόγων Καθηγητῶν εἰς τὸ Δημοτικὸν
Γράφει ὁ κ. Λέων Μπράνγκ, θεολόγος
 

«Τὰ παιδιὰ εἶναι ἄδειες κασσέττες. Ἂν γεμίσουν Χριστό, θὰ εἶναι κοντά Του πάντα. Ἂν ὄχι, εἶναι πιὸ εὔκολο, ὅταν μεγαλώσουν, νὰ παραστρατήσουν. Ἂν μικρὰ βοηθηθοῦν, καὶ νὰ ξεφύγουν ἀργότερα λίγο, πάλι θὰ συνέλθουν. Ἂν ποτισθῆ τὸ ξύλο μὲ λάδι, δὲν σαπίζει. Λίγο ἂν ποτισθοῦν τὰ παιδιὰ μὲ εὐλάβεια, μὲ φόβο Θεοῦ, δὲν ἔχουν ἀνάγκη μετά.» Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Παϊσίου ἀπευθύνονται πρωτίστως σὲ γονεῖς μικρῶν παιδιῶν, ἔχουν ὅμως ἐφαρμογὴ καὶ σὲ παιδιὰ μεγαλύτερης ἡλικίας, στὴν ἡλικία τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου. Καὶ ἐκεῖ ἀφοροῦν κυρίως καὶ στοὺς δασκάλους ποὺ ἔχουν τὴν εἰδικὴ εὐθύνη γιὰ τὴν διαπαιδαγώγησή τους.

  Αὐτὴ τὴν εὐθύνη τονίζει καὶ τὸ Σύνταγμά μας, τὸ ὁποῖο ὡς σκοπὸ τῆς παιδείας ὁρίζει στὸ ἄρθρο 16 παρ. 2  μεταξὺ ἄλλων τὴν «ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης». Καὶ μὲ τὸν ὅρο αὐτὸ δὲν ἐννοεῖται γενικὰ καὶ ἀόριστα  κάποια θρησκευτικὴ συνείδηση, ἀλλὰ  αὐτὴ ἡ θρησκευτικὴ συνείδηση προσδιορίζεται ὡς ὀρθόδοξη, ὅπως μᾶς διευκρινίζουν οἱ σχετικὲς ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας. Οἱ τελευταῖες ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ (2018 καὶ 2019) μιλοῦν ρητὰ γιὰ τὴν «ἀνάπτυξη τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς συνειδήσεως τῶν μαθητῶν», τὴν ὁποία ὀφείλει νὰ ὑπηρετεῖ τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. Γι’ αὐτὸ «πρέπει νὰ διδάσκεται ἐπὶ ἱκανὸ ἀριθμὸ ὡρῶν διδασκαλίας ἑβδομαδιαίως» καὶ φυσικὰ «νὰ μὴ ὑποβαθμίζεται… σὲ σχέση μὲ τὰ ἄλλα μαθήματα». Στὰ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα τῶν τελευταίων 30 ἐτῶν αὐτὸς ὁ ἱκανὸς ἀριθμὸς ὡρῶν γιὰ τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο ὁρίζεται μὲ δίωρο ὑποχρεωτικὸ μάθημα τὴν ἑβδομάδα ἀπὸ τὴν Γ’ ἕως καὶ τὴν ΣΤ’ Τάξη.

  Πῶς ὅμως κατὰ τὸ ΣτΕ ἐξασφαλίζεται ἡ ἀνάπτυξη τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς συνείδησης; Ἐκεῖνο τὸ λάδι ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, γιὰ νὰ μὴ σαπίζει τὸ ξύλο καὶ τὸ προσδιορίζει στὴ συνέχεια ὡς εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ, μὲ τὸ ὁποῖο πρέπει ἔστω λίγο νὰ ποτιστοῦν τὰ παιδία, γιὰ νὰ μὴ σαπίζουν ἀργότερα, στὴν προφανῶς ἐπιστημονικὴ ὁρολογία τοῦ ΣτΕ σημαίνει «ἐμπέδωση καὶ ἐνίσχυση τῆς συγκεκριμένης αὐτῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν μαθητῶν». Ἤδη οἱ ὅροι ἐμπέδωση καὶ ἐνίσχυση φανερώνουν ὅτι δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ τὴν παροχὴ κάποιων πληροφοριῶν καὶ τὴν ἐπεξεργασία κάποιων γνώσεων, ἀλλὰ στόχος εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ὀρθόδοξης θρησκευτικῆς συνειδήσεως. Ἡ συνείδηση ποὺ εἶναι κάτι πολὺ βαθὺ στὸν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς ἐπειδὴ παρέχεται ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τὸν Θεό, πρέπει νὰ ποτίζεται, ὥστε νὰ διαμορφώνεται καὶ νὰ φέρεται σὲ ἄνθιση. Αὐτὴ ἡ ἐμπέδωση καὶ ἐνίσχυση τῆς συνειδήσεως ἐξασφαλίζεται, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατό, μὲ τὸ νὰ διδάσκονται οἱ μαθητὲς «μὲ σαφήνεια καὶ  πληρότητα,  τὰ   δό­γματα, τὶς ἠθικὲς ἀξίες καὶ τὶς παραδόσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς νὰ προκαλεῖται σύγχυση μὲ τὴ διδασκαλία ἄλλων δογμάτων καὶ θρησκειῶν». Τὸ δόγμα στὴν Ἐκκλησία μας ὁρίζει σὲ συμπυκνωμένη μορφὴ τὸν τρόπο ζωῆς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ ἠθικὲς ἀξίες εἶναι ἡ βίωση τῶν ἀρετῶν τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων μας καὶ οἱ παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας προφανῶς δὲν ἀναφέρονται στὸν πασχαλινὸ ὀβελία, ἀλλὰ στὴ λειτουργικὴ ὅπως καὶ τὴ γνήσια κοινωνικὴ ἔκφραση τοῦ ἑορτολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἐν ἰσχύει ἐκπαιδευτικὸς νόμος 1566/85 στὸ ἄρθρο 1 τὸ ὁρίζει ἀκόμα πιὸ συγκεκριμένα τὸν σκοπὸ τοῦ Μαθήματος: νὰ ὑποβοηθεῖ τοὺς μαθητὲς «νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὴ ζωὴ καὶ τὴ φύση καὶ νὰ διακατέχονται ἀπὸ πίστη πρὸς τὴν πατρίδα καὶ τὰ γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης». Μὲ τὴν ἀναφορὰ στὶς κεντρικὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς τῆς πίστης καὶ τῆς ἀγάπης μᾶς δίνει μία περιεκτικὴ θεώρηση τῆς ἀποστολῆς τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Καταγράφουμε λοιπὸν ἕνα πολὺ ὑψηλὸ στόχο, τὸν ὁποῖο καλοῦνται νὰ ὑπηρετήσουν οἱ δάσκαλοι στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο, ὅπως καὶ οἱ θεολόγοι καθηγητὲς στὸ Γυμνάσιο καὶ στὸ Λύκειο, μὲ τὴν ὑποχρεωτικὴ γιὰ τοὺς ὀρθόδοξους μαθητές διδασκαλία τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν.

  Μάλιστα, στὸν ἀνωτέρω ὁρισμὸ τοῦ περιεχόμενου τοῦ Μαθήματος ἀπὸ τὶς τελευταῖες ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ ἀξίζει νὰ προσεχθεῖ καὶ ἡ διατύπωση: «χωρὶς νὰ προκαλεῖται σύγχυση μὲ τὴ διδασκαλία ἄλλων δογμάτων καὶ θρησκειῶν». Αὐτὴ ἡ διατύπωση στοχεύει στὶς ἀπόπειρες ἀλλοίωσης τοῦ περιεχόμενου τοῦ Μαθήματος μὲ τοὺς νόμους τῶν Ὑπουργῶν Παιδείας τῆς διακυβέρνησης τοῦ ΣΥΡΙΖΑ Νικόλαου Φίλη (2016) καὶ Κωνσταντίνου Γαβρόγλου (2017), οἱ ὁποῖ­ες ἀκυρώθηκαν μὲ τὶς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ τοῦ 2018 καὶ 2019, ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶχαν στόχο νὰ ἐκτρέψουν τὸ Μάθημα σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες ἐκπαίδευσης ἀπὸ ὀρθόδοξο σὲ πολυθρησκειακό. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπέφεραν σύγχυση ἰδίως στὰ παιδιὰ τοῦ Δημοτικοῦ Σχολεῖο, προκάλεσαν, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν Πρωθυπουργὸ (2016), «ποδηγέτηση τῶν μαθητῶν γιὰ τὸν πολιτικὰ ὀρθὸ τρόπο τοῦ “θρησκεύειν”, ἀσκώντας θρησκευτικὸ πατερναλισμό». Ἀλλὰ εὐτυχῶς αὐτὴ ἡ παράλογη ἀπόπειρα ἐναντίον τοῦ Μαθήματος ἀποτελεῖ πλέον παρελθόν.

  Δυστυχῶς δὲν ἔχει ὅμως παρέλθει ἡ ἐκ μέρους τῆς μεγάλης πλειοψηφίας τῶν δασκάλων περιφρόνηση τοῦ Συντάγματος καὶ τῆς νομοθεσίας τῆς χώρας μας. Ἐνῶ συμπεριλαμβάνουν μέσα στὸ ὡράριό τους ἀπὸ τὴν Γ΄ μέχρι τὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ τὶς 2 ὧρες ὑποχρεωτικῆς διδασκαλίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν γιὰ τοὺς ὀρθόδοξους μαθητές, δὲν τὸ διδάσκουν κανονικά. Στὸ συμπέρασμα αὐτὸ ὁδηγεῖ ἡ πεῖρα τῶν θεολόγων ποὺ διδάσκουν τὸ μάθημα ἰδίως στὴν Α΄ Γυμνασίου. Ὅταν, ἀντιμέτωποι μὲ τὴν πολὺ ἐλλιπῆ ἢ καὶ παντελῆ ἀπουσία γνώσης στὰ Θρησκευτικά, ἐρωτοῦν τοὺς μαθητὲς γιὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Μαθήματος στὰ προηγούμενα χρόνια, λαμβάνουν τὴ σχεδὸν στερεότυπη ἀπάντηση, ὅτι δὲν τὸ ἔχουν καθόλου διδαχθεῖ ἢ μόνο πολὺ λίγο . Μία πιὸ σαφῆ ὅμως εἰκόνα μᾶς παρέχει ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα, μὲ Ἐρωτηματολόγιο, ποὺ ἀπευθύνθηκε σὲ γονεῖς, γιὰ τὸ ἂν διδάχθηκαν ἢ ὄχι τὰ παιδιά τους στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. Σύμφωνα μὲ τὴν ἔρευνα αὐτὴ ποὺ ἀνατέθηκε ἀπὸ τὴν Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων σὲ εἰδικοὺς ἐπιστήμονες καὶ διεξήχθη τὸ ἔτος 2022, σὲ ποσοστὸ ἄνω τοῦ 80% τῶν μαθητῶν ἡ δὲν διδάσκεται καθόλου τὸ μάθημα ἢ μόνο πλημμελῶς.

  Ὅσοι ἐκ τῶν δασκάλων εὐθύνονται γιὰ αὐτὴ τὴν εἰκόνα ἐπικαλοῦνται ἕνα πολὺ σοβαρὸ δικαιολογητικό, ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τῶν σπουδῶν τους δὲν ἔχουν λάβει τὴν ἀπαραίτητη θεολογικὴ κατάρτιση γιὰ τὴ διδασκαλία τοῦ Μαθήματος. Καὶ ἔχουν δίκαιο μὲ αὐτό. Ὄντως τὰ παιδαγωγικὰ τμήματα ἀπὸ τὴν ἵδρυσή τους, μὲ ἐλάχιστες μόνο ἐξαιρέσεις, δὲν προσφέρουν κατάρτιση πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή. Δὲν ἔχουν προσλάβει προσωπικὸ, γιὰ νὰ καλύψουν τὴ διδακτική τοῦ μόνου μαθήματος ποὺ ἔχει σαφῶς συνταγματικὴ θεμελίωση. Τὸ δεδομένο αὐτὸ μοιάζει μὲ συνωμοσία, δηλ. τὴν κατάργηση στὴ πράξη ἐκείνου τοῦ σχολικοῦ μαθήματος, τὸ ὁποῖο λόγω ἀκριβῶς τῆς συνταγματικῆς του θεμελίωσης δὲν μπορεῖ νὰ καταργηθεῖ ἀλλιῶς. Δὲν εἶναι ὅμως τοῦ παρόντος νὰ δώσουμε μία συγκροτημένη ἀπάντηση στὸ ζήτημα αὐτό. Πάντως ἡ ἐνσωμάτωση τῶν 2 ὡρῶν διδασκαλίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στὸ ὡρολόγιο πρόγραμμα ἑνὸς δασκάλου, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει πρόθεση νὰ τὸ διδάξει καὶ ὄντως δὲν τὸ διδάσκει, πλήττει ἄμεσα τὸν ἴδιο ὡς παιδαγωγό, ἐπειδή: α) Ἐξαπατᾶ, τόσο τὸ κοινωνικὸ σύνολο, ὅσο καὶ τοὺς ἴδιους τούς μαθητὲς β) Μὲ τὴν παράβαση τοῦ καθήκοντος διδασκαλίας ἑνὸς ὑποχρεωτικοῦ μαθήματος διαπράττει ποινικὸ ἀδίκημα γ) Περιφρονεῖ τοὺς συναδέλφους του καθηγητὲς Θεολόγους, οἱ ὁποῖοι, παραλαμβάνοντας τοὺς μαθητὲς στὸ Γυμνάσιο, ἀντὶ νὰ δομοῦν στὶς βάσεις, τὶς ὁποῖες ἐκεῖνος ὄφειλε νὰ ἔχει θέσει, ἀναγκάζονται νὰ καλύπτουν τὰ κενὰ ποὺ ἐνσυνείδητα δημιούργησε δ) Ἀκυρώνει ἢ τουλάχιστον παρεμποδίζει τὴν ὁλόπλευρη ψυχοσωματική, παιδαγωγικὴ ἀνάπτυξη (πνευματική, συναισθηματική, προσωπική, κοινωνική, πολιτισμικὴ) τῶν μαθητῶν ε) Πρὸ πάντων ὅμως ἀκυρώνει τοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ «Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρὸς με», καὶ ἄρα μὲ τὴ στέρηση τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ἀδικεῖ τοὺς μαθητὲς ἐκείνους ποὺ τοῦ ἔχουν ἐμπιστευτεῖ.

  Γιατί ὅμως μιλᾶμε γιὰ ἀδικία; Ἤδη αὐτὴ διαφαίνεται στὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Παϊσίου ποὺ παραθέσαμε στὴν ἀρχή. Ἡ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ τελικὰ εἶναι ἀβίωτη καὶ πολὺ περισσότερο ὁ θάνατος τοῦ ἀνθρώπου χωρὶς τὸν Χριστὸ δὲν ἀντέχεται, ἐνῶ μὲ τὸν Χριστό, τὸν νικητὴ τοῦ θανάτου, μετατρέπεται σὲ ζωή, σὲ αἰώνια ζωή. Ἀπόδειξη εἶναι τὰ ἑκατομμύρια μαρτύρων στὸν Χριστιανισμό, οἱ ὁποῖοι ἀκόμα καὶ τὴ στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου τους ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴ συγχώρηση τῶν βασανιστῶν τους. Ἡ σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση (ἔτσι ὅπως ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ) ζωὴ ἐξασφαλίζει στὸν ἄνθρωπο ψυχικὴ ἰσορροπία καὶ ὑγεία, ἐνῶ ἡ ἐκτροπὴ ἀπὸ αὐτὴ τὴν κατὰ φύσιν ζωὴ σὲ παρὰ φύσιν τὴν καθιστᾶ ἀρρωστημένη καὶ ἀνυπόφορη. Τὸ φανερώνει ἡ συνέχεια τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν πρότροπη «Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρὸς με»: «Τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν».

  Ἐκεῖνο ποὺ διακρίνει ἕνα παιδί, ὥστε νὰ ἀξιώνεται τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν εἶναι κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο «ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ ἀπὸ τὰ πάθη, ὅτι δὲν εἶναι μνησίκακον ἔναντι ἐκείνων ποὺ τὸ ἔχουν λυπήσει. … γνωρίζει νὰ διακρίνει τὸ ἰδικόν του καὶ τὸ ξένον ὄχι μὲ τὴν πτωχείαν καὶ τὸν πλοῦτον, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπην. Καὶ τίποτε ἐπὶ πλεὸν δὲν ζητεῖ ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἀλλὰ τόσον μόνον ὅσον νὰ χορτάση μὲ τὸ γάλα τοῦ μαστοῦ καὶ μετὰ ἀφήνει καὶ τὴν θηλήν.» Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐφαρμόζει ἐκεῖνα ποὺ ἐντέλλεται ὁ Ἀπ. Παῦλος, «ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε», ὁ Θεὸς στέφει αὐτὴ τὴν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ «ὑπὲρ φύσιν». Ὅπως συνέβει διαχρονικὰ μέσα στὴν ἱστορία, συμβαίνει καὶ σήμερα καὶ θὰ συμβαίνει γιὰ πάντα, καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο πνευματοφόρο, τοῦ παρέχει ἰδιαίτερα χαρίσματα, τὸν ἁγιάζει. Αὐτὸ εἶναι τὸ χαρακτηριστικό τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ ὅλες τὶς ἐποχές. Καὶ δὲν πρόκειται γιὰ κάποια ἀνθρωπιστικὴ θεωρία, ἀλλὰ ἡ θεραπεία καὶ ἡ ὁλοκλήρωση ποὺ παρέχεται στὸν ἄνθρωπο ἀποδεικνύεται στὴν πράξη μὲ τοὺς Ἁγίους ποὺ ἀναδεικνύει.

 Ὅποιος ἑπομένως ἀναλαμβάνει τὴν εἰδικὴ εὐθύνη γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ἀνατροφὴ μαθητῶν, κυρίως στὴν μικρή τους ἡλικία, ὅταν εἶναι εὔπλαστοι ἀκόμα καὶ τοὺς ἀφήνει στὴν ἄγνοια εἴτε λόγῳ τῆς δικῆς του ἰδεολογικῆς πεποίθησης εἴτε λόγῳ τῆς προσωπικῆς του διευκόλυνσης, τοὺς κακοποιεῖ τρόπον τινὰ ψυχικά. Ἐφόσον τοὺς ἀποκλείει ἀπὸ αὐτὸν τὸν δρόμο, στέκει ἐμπόδιο στὴν ἁγιαστικὴ πορεία τους, στὸ νὰ νηπιάζουν στὸ κακὸ καὶ νὰ ἀνοίγονται στὸν Χριστό. Μία στοιχειώδης ἔστω ὑπευθυνότητα θὰ ἐπέβαλε, νὰ ἀφήνει, ἐφόσον δὲν εἶναι πρόθυμος ἢ δὲν μπορεῖ λόγῳ ἐλλιποῦς θεολογικῆς κατάρτισης νὰ παιδαγωγεῖ τοὺς μαθητὲς του ἀνάλογα, δηλ. νὰ τοὺς ἄγει πρὸς τὸν Σωτήρα μας, τὸν Χριστό, νὰ ἀφήσει τὸ ἔργο αὐτὸ σὲ ἄλλους ποὺ ἔχουν καὶ τὴν προθυμία καὶ τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις λόγῳ σπουδῶν.

  Τελικά, ἐξαιτίας τῶν συνθηκῶν ποὺ ἔχουν διαμορφωθεῖ στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο μὲ τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἡ μόνη λογικὴ λύση εἶναι ὁ διορισμὸς Θεολόγων. Ἐφόσον καὶ γιὰ ἄλλες εἰδικότητες, ὅπως γιὰ τὴ γυμναστική, τὶς ξένες γλῶσσες, τὴν πληροφορικὴ κ.ἄ., ἤδη ἐφαρμόζεται ὁ διορισμὸς ἐκπαιδευτικῶν αὐτῶν τῶν εἰδικοτήτων στὴν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση, πολὺ περισσότερο ἐπιβάλλεται στὸ ἰδιαίτερα νευραλγικὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. 

Ορθόδοξος Τύπος

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΟΤΑΝ Η ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΑΠΟΡΡΟΦΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

 Όταν  η εκκοσμίκευση απορροφά  μέλη της Εκκλησίας
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων

Πως εισέρχεται η εκκοσμίκευση στη εκκλησιαστική ζωή; Όταν μειώνεται η ενάρετη πίστη και δεν επηρεάζει πλέον την καθημερινότητα των πιστών. Όταν η κοινωνία, η γνώση, η επιστήμη αποϊεροποιούνται και κυριαρχούνται από διδάγματα του ορθολογισμού και της απιστίας. Όταν χάνεται η σχέση των ανθρώπων με τον Δημιουργό Θεό, καθώς εγκλωβίζονται στο παρόν της ζωής, αρνούμενοι το αιώνιο μέλλον τους. Όταν κάποιοι άνθρωποι, ακόμη και μέλη της Εκκλησίας παρασύρονται και επιλέγουν να ζουν σαρκική ζωή, περιφρονώντας, αφρόνως, τα χαρίσματα του κατ΄ εικόνα και τις σπουδαίες και μεγάλες δυνατότητες της πνευματικής τους φύσεως, τη μετάνοια, την κάθαρση, τον φωτισμό και τη θέωση.

Η εκκοσμίκευση, ως γνωστό, συνδέεται ή ταυτίζεται με την μόδα της σύγχρονης προοδευτικής εποχής, που θέλει τον άνθρωπο αποχριστιανοποιημένο και αποεκκλησιαστικοποιημένο, στην ουρά του δυτικοευρωπαϊκού Διαφωτισμού.

Ο εκκοσμικευμένος ή “προοδευτικός Χριστιανός” επιλέγει να αφιερώνει τη ζωή του, αποκλειστικά, στη βιωτική μέριμνα, ζώντας με έναν κοσμικό μοντέλο ζωής και σκέψης. Για τον εκκοσμικευμένο είναι ανύπαρκτη η υπακοή στο θέλημα του Θεού, η μελέτη θανάτου, η νίκη κατά του Θανάτου διά της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού, καθώς είναι προσκολλημένος στα θανάσιμα πάθη της φιλοπλουτίας, της φιλοδοξίας και της φιληδονίας.

Αν και δεν αρνείται την ύπαρξη της Εκκλησίας, ως θεσμού, όμως, την θέλει και αυτήν υποταγμένη στο πνεύμα του κόσμου, στην προσωρινότητα των υλιστικών απολαύσεων της ζωής, ενώ επιλέγει να παραμένει άγευστος της γνήσιας χριστιανικής πνευματικότητας και της ενάρετης ζωής.

Πηγαίνει μεν στην Εκκλησία, αλλά έχει τις δικές του θέσεις για τη Θεολογία της, την οποία θέλει αλλοιωμένη και προσαρμοσμένη στις δικές του αρχές, να λειτουργεί, δηλαδή, ως ένα καθαρά ανθρωποκεντρικό ίδρυμα, με προσανατολισμό στην κοινωνική διακονία του ανθρώπου και όχι στη θεραπεία του από τα πάθη, τη μετάνοια και την κάθαρση. Βασικό στοιχείο, που χαρακτηρίζει την ιδεολογία των εκκοσμικευμένων είναι η περικοπή της επίδρασης που ασκεί η Εκκλησία στην κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική ζωή.

Συνέπεια της εκκοσμίκευσης είναι η απώλεια της χριστιανικής θρησκευτικής πίστεως. Η εκκοσμίκευση, ως φαινόμενο, φανερώνεται από την περίοδο της αναγνώρισης της ανεξιθρησκίας και της επισημοποίησης του Χριστιανισμού (Μ. Κωνσταντίνος 313 και Μ. Θεοδόσιος (381).

Και τούτο, καθώς όταν ο Χριστιανισμός άρχισε να εμπλέκεται στις διοικητικές δομές και εξουσίες του κράτους, άρχισε να ξεφεύγει από τον βασικό της σκοπό, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αρνητικές συνέπειες  για την Εκκλησία, καθώς, έτσι, χάνεται ο απλός, ελεύθερος, αγωνιστικός και μαρτυρικός της χαρακτήρα και αναγκάζεται να συμβιβάζεται και να προσαρμόζεται στις ποικίλες κοσμικές πιέσεις και απαιτήσεις και να γίνεται μια συνιστώσα της κοσμικής ζωής.

Όσοι από τους Χριστιανούς δεν άντεχαν την εισβολή της εκκοσμίκευσης στην εκκλησιαστική ζωή, καθώς εκείνοι ήθελαν να ζουν με απόλυτο τρόπο ζωής την ορθόδοξη πίστη, κατέφευγαν στον Μοναχισμό (ερημιτικό ή κοινοβιακό), που διατηρεί τον αυθεντικό τρόπο ζωής της Εκκλησίας.

Φαίνεται συνεπώς ότι, όταν εισάγεται η εκκοσμίκευση στην εκκλησιαστική κοινότητα, προσλαμβάνονται ή εφαρμόζονται, εντός  αυτής, «κοσμικά» ήθη ή άλλα στοιχεία, που αλλοιώνουν τον λυτρωτικό σκοπό, τον χαρακτήρα και το περιεχόμενό της.

Από την άλλη πλευρά, τα τελευταία χρόνια, οι αλλαγές που προέκυψαν, στο πλαίσιο ενός γενικότερου εκσυγχρονισμού στην κοινωνία, στον χώρο του πολιτισμού, στην εξέλιξη της επιστήμης και της γνώσεως, έφεραν κάποιους Χριστιανούς, που ήθελαν να ζουν κοσμικά, σε αντίθεση με την εκκλησιαστική ζωή, καθώς η επιλογή του κοσμικού τρόπου ζωής είναι ασύμφωνη με τις αρχές της χριστιανικής πίστεως και δημιουργούν  αφορμές ή αιτίες αμφισβήτησης ή και απομάκρυνσής τους από την Εκκλησία.

Η αποχώρηση κάποιων από τις παραδοσιακές τους κοινότητες και τον τρόπο ζωής, που τους διατηρούσε κοντά στη χριστιανική πίστη, αποτέλεσε έναν άλλον παράγοντα  υποχώρησης στους ρυθμούς της εκκοσμίκευσης.

Εν τω μεταξύ, κάποιες εκκλησιαστικές κοινότητες, για να αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση και να μειώσουν τις απώλειες, έκαναν το λάθος να αρχίσουν να «συμμορφώνονται» και να υποκύπτουν στα «κοσμικά» αιτήματα και στις πιέσεις που δέχονταν έσωθεν και έξωθεν της Εκκλησίας, μεταλλάσσοντας, προσαρμόζοντας, αποβάλλοντας ή και περικόπτοντας αυθεντικά στοιχεία, που συνθέτουν τις αλήθειες και τις δομές της πίστεως. Η πίστη άρχισε να περιορίζεται σε ένα ξεχωριστό ιδιωτικό πλαίσιο.

Βέβαια, η εκκοσμίκευση δεν αφορά ολόκληρη την Εκκλησία, αλλά κάποια από τα μέλη της, καθώς η Εκκλησία συνεχίζει, ως παρουσία και μαρτυρία Χριστού, να παρέχει τον τρόπο θεραπείας από τις αστοχίες του ανθρώπου και τον τόπο επιστροφής του στην πορεία του προς τη λύτρωση.

Όπου υπάρχει εκκλησιαστική κοινότητα, ως τόπος αγιασμού των πιστών στον Χριστό και δεν διακονείται εκεί το έργο και το θέλημα του Χριστού, για την ίαση και τη σωτηρία του ανθρώπου, η συγκεκριμένη κοινότητα χάνει τον δρόμο της. Όταν ο Χριστιανός απομακρύνεται από την εν Χριστώ ζωή και τον αγιαστικό χαρακτήρα της, κινδυνεύει να χαθεί, καθώς φεύγει από την προοπτική της ελπίδας για την αιώνια ζωή, που μόνον ο Χριστός παρέχει.

Όταν, επίσης, μια εκκλησιαστική κοινότητα, στη διακονία των πιστών, δεν θεωρεί ως βασική της προτεραιότητα, τη Βασιλεία του Θεού, αλλά επιδίδεται, μονομερώς, σε άλλες κοινωνικές, πολιτισμικές και ψυχαγωγικές δράσεις, είναι βέβαιο ότι αρχίζει να χάνει τον προορισμό της, ως Εκκλησία, επί της γης.  

Η ίδια η ορθόδοξη Θεολογία, αποτελεί τη φωνή του Θεού μέσα στον κόσμο. Όταν, όμως, εκκοσμικεύεται, ακολουθώντας είτε τον σχολαστικισμό είτε τον ευσεβισμό, είτε τον ηθικισμό, είτε διάφορες ορθολογικές ή κοσμικές και προτεσταντικού τύπου πολυθρησκειακές αλλοιώσεις, τότε χάνει τον χαρισματικό της χαρακτήρα, καθώς παύει να εργάζεται για την θεραπεία και την εν Χριστώ λύτρωση.

Επίσης, όταν μια εκκλησιαστική κοινότητα, στο λατρευτικό και στο διδακτικό της έργο, λειτουργεί, για να κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται ψυχική ηρεμία, ικανοποίηση και ανάπαυση, μέσα από την ωραία μουσική και τα ωραία λόγια που ακούν στη λειτουργία και στο κήρυγμα και δεν μεριμνά για τη μετάνοια και τη σωτηρία τους, τότε καταλήγει να γίνεται ένα κέντρο ψυχικής,  κοινωνικής υποστήριξης και ευωχίας.

Τότε μπορεί να πει κάποιος ότι η εκκλησιαστική κοινότητα, αντί να φωτίζει τον άνθρωπο να βρει τον δρόμο της αλήθειας, μέσα από την πορεία του προς τη νίκη κατά του Θανάτου και των Μυστηρίων της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως του Ιησού, καθίσταται ένας κοινωνικός, πολιτισμικός ή ανθρωπιστικός φορέας, που εξυπηρετεί μόνον τις κοσμικές και υλιστικές ανάγκες του ανθρώπου.

Για τους παραπάνω λόγους, το έργο της Εκκλησίας παραποιείται και διαστρέφεται, εάν κάποιοι από αυτούς που τη διακονούν, αντί να προσπαθούν να υπηρετούν τον σκοπό της Εκκλησίας και να μετατρέπουν τον κόσμο, με τη δύναμη και τη χάρη του Θεού, σε Εκκλησία, μετατρέπουν τα μέλη της Εκκλησίας σε κόσμο, διακονώντας, έτσι, την εκκοσμίκευση.

Με αυτήν την άφρονη δράση, κάποιων κληρικών και Θεολόγων, που φέρονται να διακονούν την Εκκλησία, χάνεται το ένα και μοναδικό, το εσχατολογικό όραμα της Εκκλησίας. Μετατρέπεται δηλαδή η Εκκλησία, από Αποκάλυψη του αληθινού Θεού, σε μια Θρησκεία, που το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι ένα, χωρίς νόημα και αποτέλεσμα, υπαρξιακό υποκατάστατο, μια αίσθηση αναζήτησης του ανώτερου όντος, μια συναισθηματική ή νοητική πλήρωση, διανθισμένη με στείρα και άγονη ηθικοκοινωνική δράση και ικανοποίηση.

 Δυστυχώς, υπάρχουν κάποιοι λύκοι εντός του ποιμνίου της εκκλησιαστικής κοινότητας, που αλλοιώνουν την ορθόδοξη πνευματικότητα, εισάγοντας σ’  αυτήν ηθικολογικά, θρησκειολογικά και ευσεβιστικά φληναφήματα  και αποστερώντας το ποίμνιο από την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος.

Η απάντηση στην εκκοσμίκευση: Να επανέλθουμε οι Χριστιανοί στον δρόμο της Ορθόδοξης πνευματικότητας, εντός της λατρευτικής και μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, στον δρόμο της ορθόδοξης ασκήσεως των Αγίων Πατέρων, της καθάρσεως, του Φωτισμού και της Θεώσεως.   

thriskeftika.blogspot.com

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΜΠΟΡΕΙ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΕΙ ΤΗ ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ;

 Μπορεί το Μάθημα των Θρησκευτικών
να αποτρέψει τη νεανική παραβατικότητα;
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων

Η θρησκευτικότητα αποτελεί μια από τις βασικότερες ανάγκες της ανθρώπινης ύπαρξης. Το μάθημα των θρησκευτικών είναι το ειδικό μάθημα του σχολείου, που βοηθά τον μαθητή να αναπτύξει τη θρησκευτική του συνείδηση και να έχει πίστη στον Θεό, αφού η πίστη αποτελεί ένα κύριο στοιχείο της ανθρώπινης ζωής αλλά και μία βασική ψηφίδα για τη διαμόρφωση μιας στιβαρής ηθικοκοινωνικής συνείδησης.

H ελληνική πολιτεία, από τότε που ιδρύθηκε το Νεοελληνικό Κράτος έως σήμερα, αναγνωρίζοντας, αφενός, ότι όλοι σχεδόν οι Έλληνες, διαχρονικά, είναι ένθεοι και, αφετέρου, ότι είναι θετική η συμβολή της ορθόδοξης  χριστιανικής πνευματικότητας στην ιστορική πορεία διαμόρφωσης και διατήρησης της ελληνικής συνείδησης και ταυτότητας, σε όλες τις περιπέτειες και τους αγώνες του ελληνικού έθνους, θεώρησε ως αναγκαία την ένταξη της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής αγωγής, με την ονομασία «Θρησκευτικά», στο Πρόγραμμα Σπουδών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Το μάθημα αυτό, όπως ορίζεται, από πλευράς συνταγματικής, έχει ως σκοπό την «ανάπτυξη» της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής συνειδήσεως». Σύμφωνα με την ερμηνεία του ΣτΕ (Απόφ. Ολομ. 1749/2019), ως ανάπτυξη νοείται η εμπέδωση και ενίσχυση της συγκεκριμένης αυτής θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, ως εκ τούτου, δε, αφορά αποκλειστικά τους μαθητές, οι οποίοι, ανήκοντες στην κατά τα άνω πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα». Η ανάπτυξη αυτή «επιτελείται κυρίως με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο για να υπηρετεί τον εν λόγω σκοπό, πρέπει να διδάσκεται επί ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως (βλ. ΣτΕ 660, 926/2018 Ολομ.), να μην υποβαθμίζεται, κατά την διδασκαλία και την εξέταση, σε σχέση με άλλα μαθήματα  και να περιλαμβάνει οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών (βλ. ΣτΕ 660,926/2018 Ολομ.).

Κατά συνέπεια, ο βασικός κορμός της ύλης του μαθήματος αναφέρεται στη διδασκαλία του Θεανθρώπου και, συνεπώς, δεν μπορεί να λειτουργεί με κριτήρια και στοχεύσεις, που επιδιώκουν να τροποποιούν ή να διαστρέφουν αυτήν τη διδασκαλία. Το μάθημα απευθύνεται, πρωτίστως, στους Ορθόδοξους/ες μαθητές/τριες και έχει ως στόχο να τους διδάξει να ακολουθούν την εν Χριστώ ζωή, οδό και  αλήθεια, που μπορεί να τους βοηθήσει να γίνουν ολοκληρωμένοι άνθρωποι και να ζουν με αγάπη, ειρήνη και ομόνοια, στο πλαίσιο της πίστεώς τους.

Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό, παρατηρούμε ότι μια μερίδα από τους νέους μας επιδίδονται, ήδη από την προεφηβεία, στην παραβατικότητα, τη βία και την επιθετικότητα, ακολουθώντας ξένα προς την Ορθοδοξία πρότυπα. Από την άλλη πλευρά, όμως, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει, εδώ και κάποια χρόνια, στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, μια μερίδα δασκάλων, που δεν διδάσκουν τα Θρησκευτικά, παραβιάζοντας, αυθαίρετα, το Σύνταγμα, το οποίο ορίζει ως αποστολή της Παιδείας, «την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως» των μαθητών εκείνων, οι οποίοι ανήκοντες στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα.

Είναι άγνωστοι οι λόγοι, που οι συγκεκριμένοι αυτοί δάσκαλοι υποτιμούν τα ηθικοπνευματικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα, που προσφέρει η Ορθοδοξία στη νέα γενιά μέσα από τα Θρησκευτικά και επιλέγουν, είτε να μη διδάσκουν καν το μάθημα των Θρησκευτικών ή να το διδάσκουν λίαν πλημμελώς.

Υπάρχει, επίσης, ένα άλλο κομμάτι διδασκόντων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, που επιλέγουν να διδάσκουν το μάθημα, ως πολυθρησκειακό, αγνοώντας το Σύνταγμα, τους νόμους και ακολουθώντας μια μη επιστημονική, αντορθόδοξη και μη παιδαγωγική ατομική επιλογή, ως προς τον σκοπό και το περιεχόμενο του μαθήματος. Έτσι, όμως, δημιουργούνται τεράστια κενά στη διδασκαλία της ορθόδοξης αγωγής, η οποία, τραυματισμένη και παραμορφωμένη, αδυνατεί να επιδράσει στη συνείδηση και στον τρόπο ζωής των μαθητών/τριών.

Το μάθημα των θρησκευτικών, αποτελεί έναν συνδυασμό γνώσεων και βιωμάτων, που στοχεύει να βοηθάει τους μαθητές, όπως ορίζει ο ισχύων εκπαιδευτικός Νόμος, άρθρο 1,  «να έχουν πίστη στα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης», που σχετίζονται με το ήθος, τις αρχές και τις αρετές της χριστιανικής διδασκαλίας, που δεν είναι άλλα από τα πρότυπα του Χριστού και των Αγίων, που διδάσκει η ορθόδοξη Εκκλησία από την εποχή των Αποστόλων έως σήμερα και αποδέχεται εδώ και αιώνες  ο λαός του Θεού, ως πολιτισμική και πνευματική του παρακαταθήκη και ως τρόπο σκέψης και ζωής.

Το συγκεκριμένο μάθημα, εάν διδάσκεται σύμφωνα με τον αρμόζοντα και παραδοσιακό τρόπο, μπορεί να υποδεικνύει στους νέους μας έναν, κοινωνικά και οντολογικά, άρτιο  τρόπο σχέσεως του ανθρώπου, τόσο με τον Θεό, του οποίου αποτελεί δημιούργημα, όσο και τον συνάνθρωπο.

Σήμερα, υπάρχει πρόβλημα στις διανθρώπινες σχέσεις μεταξύ, λόγω της μεταμοντέρνας κοσμικής πνευματικότητας και των συγκεχυμένων και αλλόκοτων τρόπων ζωής του εκμοντερνισμού και του ατομικισμού, της ζωής, δηλαδή,  χωρίς τον Θεό, που έχει υιοθετηθεί από κάποιους/ες ως μόδα και χρησιμοποιείται ως διαβατήριο προοδευτισμού, πρωτίστως, στην κοινωνία των ενηλίκων της εποχής μας και, έπειτα, στα τέκνα τους, τα οποία παίρνουν από αυτούς τα πρότυπα της ζωής τους.

Θεωρούμε ότι ένα από τα αίτια της παραβατικότητας μιας μερίδας των νέων μας είναι είτε η απουσία της διδασκαλίας των Θρησκευτικών από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, είτε η πλημμελής και αλλοτριωμένη διδασκαλία τους στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ήδη από το 2005, στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας έχει τονίσει την ανάγκη και τον ρόλο της χριστιανικής αγωγής στη νεότητα:  «Έχομεν πεισθή ότι η χριστιανική θρησκευτική αγωγή είναι χρησιμώτατον και πολυτιμότατον στοιχείον της καθόλου αγωγής του νέου. Η χριστιανική θρησκευτική αγωγή συντελεί εις το να αποκτήση ο νέος ηθικάς αρχάς συμπεριφοράς. Βεβαίως, πολλαί πηγαί ηθικής προτείνονται, αλλά εκείνη η οποία ασκεί την εντονωτέραν επίδρασιν εις την ψυχήν του παιδός και του νέου είναι η έχουσα, ως αναφοράν της, την πίστιν εις τον Θεόν της αγάπης, τον πάνσοφον και πατρικόν, ο οποίος δίδει οδηγίας συμπεριφοράς ακριβώς διά το καλόν του ανθρώπου. Αι εγκληματολογικαί στατιστικαί και αι κοινωνιολογικαί έρευναι παρέχουν πλήθος στοιχείων πειθόντων και τους πλέον δυσπίστους ότι οι στερούμενοι υγιούς χριστιανικής θρησκευτικής πίστεως και αγωγής είναι επιρρεπείς εις τας παραβάσεις και την αντικοινωνικήν συμπεριφοράν, την χρήσιν εξαρτησιογόνων ουσιών και την αποφυγήν της παραγωγικής εργασίας.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, επίσης, σε Επιστολή διαμαρτυρίας του στον Πρωθυπουργό και στους πολιτικούς Αρχηγούς, για τις απαράδεκτες και ακατάλληλες για παιδιά αλλαγές που έγιναν, το 2016, στα Θρησκευτικά, με την εισαγωγή των νέων πολυθρησκειακών Προγραμμάτων και των Φακέλων, από τον τότε Υπουργό Παιδείες κ. Φίλη, σημείωνε: «Το υλικό αυτό έρχεται, όχι μόνο να μη βοηθήσει το παιδί μιας ορθόδοξης οικογένειας στη διαμόρφωση συνεκτικής εικόνας για την Ορθοδοξία, αλλά να κλονίσει και τις νωπές ακόμη θρησκευτικές του πεποιθήσεις, να του προκαλέσει σύγχυση, ενσπείροντάς του τη λογική αμφιβολία ότι δεν αποκλείεται, τελικά, ο Χριστός να είναι και προφήτης του Ισλάμ ή ότι όλες οι θρησκευτικές παραδοχές είναι το ίδιο αληθείς. Δεν μπορεί να εκριζώνεται η θεολογική επιστήμη από το μάθημα των Θρησκευτικών, προκειμένου το μάθημα να υπηρετήσει σκοπούς πολιτικής καθοδηγήσεως. Το σχολείο προτείνει μία εξωτερική, καθαρά κοσμική οπτική για την Εκκλησία.  Το κέντρο βάρος έφυγε από τη θεολογική ανάλυση. Δεν γίνεται στη σχολική τάξη αυτοτελής διδασκαλία του δόγματος και της λειτουργικής της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Πλέον, το νέο μάθημα έγινε διδασκαλία ηθικής και πολιτικής θεωρίας, καλλιτεχνικής παιδείας, κοινωνιολογία των θρησκειών, πολιτισμός και ιστορία θρησκειών. Το εκπαιδευτικό υλικό αρθρώνεται, όχι με κριτήρια μιας επιστημονικά δόκιμης διδασκαλίας ενός θεολογικού μαθήματος, αλλά με κριτήρια την υπηρέτηση της σύνδεσής τους με την κοσμική τέχνη και τις επιστήμες άλλων κλάδων και την ανάπτυξη μιας «κριτικής θρησκευτικότητας».

Επομένως, σύμφωνα με τα παραπάνω, η απόκλιση του μαθήματος των Θρησκευτικών από τον ορθόδοξο σκοπό και το ορθόδοξο περιεχόμενο, δεν είναι πλέον μάθημα ορθόδοξης αγωγής. Έτσι, το σχολικό αυτό μάθημα μπορεί να αποτρέψει τη νεανική παραβατικότητα, μόνον, εάν οι μαθητές παιδαγωγούνται, μέσω αυτού ορθοδόξως, εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου.

thriskeftika.blogspot.com