ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ: Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ!

 Γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ
Η μέθοδος θεραπείας του ανθρώπου 

Οἱ παρατηρήσεις τῆς ψυχολογίας γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἀξιόλογες, διότι περιγράφουν ὅτι πέρα απὸ τὴν λογικὴ ὑπάρχει καὶ κάτι ἄλλο βαθύτερο. Ὅμως, οἱ ψυχολογικὲς ἀναλύσεις εἶναι παιδικὲς σὲ σχέση μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Καίτοι οἱ παρατηρήσεις τῆς ψυχολογίας εἶναι ἀξιόλογες, ἐν τούτοις ἡ μέθοδος θεραπείας ποὺ προσφέρει εἶναι πολὺ ἄσχημη. Ἡ ψυχανάλυση δὲν θεραπεύει τὸν ἄνθρωπο, μᾶλλον τὸν συγχύζει περισσότερο.

***

Πρέπει νὰ κάνουμε διάκριση μεταξὺ νευρολογίας καὶ ψυχολογίας. Οἱ νευρολόγοι προσφέρουν πολλὰ στὴν ὑγεία τοῦ σώματος, διότι δίνουν μερικὰ φάρμακα καὶ ἰσορροποῦν κοινωνικὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ καὶ αυτοὶ δὲν θεραπεύουν, ἁπλῶς κατευνάζουν τὴν ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν θεραπεία τῶν λογισμῶν. Ἀπὸ τὴν θεραπεία τῶν λογισμῶν γίνεται ἡ ἀλλαγὴ τοῦ σώματος. Ἔτσι, ναὶ μὲν οἱ νευρολόγοι μὲ τὰ φάρμακα ἰσορροποῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ δὲν τὸν θεραπεύουν.

***

Τόσα χρόνια στὸ Μοναστήρι μας ἐδῶ στὴν Ἀγγλία δὲν συνάντησα κάποιον ποὺ νὰ θεραπεύθηκε μὲ τὴν ψυχανάλυση, καίτοι εἶναι ἀνεπτυγμένη στις δυτικὲς κοινωνίες. Ὅμως, πρέπει νὰ εἴμαστε δίκαιοι, ὅτι δηλαδὴ οἱ νευρολόγοι -ἰατροί, ποὺ δίνουν φάρμακα στοὺς ἀσθενεῖς, εἶναι πιὸ ταπεινοὶ ἀπὸ τοὺς ψυχαναλυτὲς καὶ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἰσορροπήσουν κοινωνικά. Ἐπίσης, βοηθοῦν καὶ τοὺς ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ὑπάρχουν προβλήματα νευρολογικῆς φύσεως, ἀπὸ διαφόρους λόγους.

***

Τὸ πνευματικὸ πρόβλημα, δηλαδὴ ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχει συνέπειες καὶ στὸ σῶμα. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου εὔκολα προσανατολίζεται πρὸς τὴν νέα κατεύθυνση μὲ τὴν μετάνοια, τὸ σῶμα ὅμως, ὅταν ἔχη βλαφθῆ, ἀργεῖ νὰ συντονισθῆ στὴν νέα κατάσταση. Ἐδῶ ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής». Σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση, τὸ σῶμα, ποὺ ἔχει ταλαιπωρηθῆ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ μὲ τὰ φάρμακα, ἀλλὰ ἡ τελικὴ θεραπεία θὰ προέλθη ἀπὸ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

***

Δυστυχῶς, αὐτοὶ ποὺ συγχέουν τὴν πνευματικὴ ζωὴ μὲ τὴν ψυχανάλυση ἔχουν θέσεις μέσα στὴν κοινωνία καὶ ἡ γνώμη τους ἀκούγεται περισσότερο.

***

Στὸν ψυχολογικὰ ἄρρωστο ἄνθρωπο δὲν ἀσθενεῖ ἀπλῶς τὸ λεγόμενο ὑποσυνείδητο, ἀλλὰ ὁ νοῦς, ποὺ εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς.

***

Ὅταν ἀκολουθοῦμε τὴν πνευματικὴ ζωή, δὲν μᾶς χρειάζεται ἡ ψυχανάλυση. Σὲ κληρονομικὰ προβλήματα βοηθᾶ ἡ νευρολογία.

***

Ἡ ψυχολογία τῶν ψυχιάτρων ἔχει μιὰ ἄλλη αἴσθηση, σαφῶς διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, δηλαδὴ ἡ ἀνθρωπολογία τους εἶναι διαφορετική.

***

Οἱ ψυχολόγοι ἐρευνοῦν τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν ἄνθρωπο, δηλαδὴ μὲ ἀνθρώπινες δυνατότητες. Ἀλλὰ ἔτσι οἱ ἄνθρωποι, βλέποντας τὴν ἐσωτερική τους ἀκαθαρσία, ἀπελπίζονται. Ἀντίθετα, ὅταν βλέπουμε τὴν ἐσωτερική μας ἀκαθαρσία μέσα στὸ πνεῦμα τῆς κατανύξεως εἶναι διαφορετικά, γιατὶ δημιουργεῖται προσευχὴ μὲ ἐλπίδα στὸν Χριστό.

***

Ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ ψυχολογίας καὶ ἐν Χριστῷ ζωῆς. Η ψυχολογία ἐπιδιώκει νὰ ἀπαλλάξη τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ συμπλέγματα ἐνοχῆς, ἐνῶ στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ βιώνουμε τὴν ὀδύνη, τὸν πόνο λόγῳ τῆς ἀπομακρύνσεως απὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν σταματοῦμε τὴν μετάνοια ἕως ὅτου μεταμορφωθῆ αὐτὴ ἡ ὀδύνη.

***

Λυπᾶμαι γιὰ τοὺς Πνευματικοὺς Πατέρες ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ἀρκεῖ ἡ πνευματικὴ ζωή, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ ψυχολογία.

***

Ἡ διαφορὰ μεταξὺ ψυχολογικοῦ καὶ πνευματικοῦ γεγονότος εἶναι διαφορὰ μεταξὺ ἀνθρωπίνου καὶ θείου. Τὰ πάντα στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι καρπὸς ἀνθρωπίνης συνεργείας καὶ θείας Χάριτος.

alopsis.gr

Τρίτη 8 Ιουλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ο ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΩΤΗΣ: ΠΟΤΕ ΜΗ ΖΗΤΗΣΕΙΣ ΑΞΙΩΜΑΤΑ - ΝΑ ΜΗ ΘΕΛΗΣ ΝΑ ΦΑΙΝΕΣΑΙ ΠΩΣ ΚΑΤΙ ΕΙΣΑΙ!

 Γέρων Γερμανός Σταυροβουνιώτης
Ποτέ μη ζητήσεις αξιώματα - Να μη θέλης να φαίνεσαι πως κάτι είσαι 

«Ποτέ σου μη ζήτησης αξιώματα. Ποτέ σου μη ζήτησης τιμές από τον κόσμο. Ποτέ σου μη ζήτησης να ακουστή το όνομά σου. Να 'σαι πάντα αφανής, άγνωστος στους πολλούς τόσο, ώστε, ει δυνατόν, να μη σε ξέρη κανένας. Και τότε θα σε ξέρη ο Θεός. 
Εάν ο Θεός θέλη να σε φανερώση, δεν ευθύνεσαι εσύ. Μόνο εσύ να μη φροντίζης να φανής ότι είσαι έτσι και έτσι, ότι τάχα δηλαδή έχεις αρετή, είσαι άξιος κ.λπ. Να ζης με αφάνεια, σαν ξένος και παρεπίδημος, «ως ο αλλόγλωσσος εν ετερογλώσσοις εν γνώσει καθήμενος», όπως λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. 
Να μη αποκτήσης ποτέ σου παρρησία, να μη θέλης να φαίνεσαι πως κάτι είσαι. Και τέλος, να μη έχης ποτέ, μα ποτέ σου μνησικακία, ούτε ακόμη με τον χειρότερό σου εχθρό. Αλλά αντίθετα να παρακαλής τον Θεό να τους συγχωρήση όλους, να συγχωρήση όλο τον κόσμο».
 

Από την προφορική Διαθήκη του Γέροντος Γερμανού του Σταυροβουνιώτη

ΓΕΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ο ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΩΤΗΣ: ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ!

Γέρων Γερμανός Σταυροβουνιώτης
Περί αγάπης 

Εκείνος, που αγωνίζεται να αποκτήση τελεία αγάπη, τόσο προς τον Θεό, όσο και προς τον πλησίον, αυτός μπορεί και ομολογεί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν «εν Πνεύματι Αγίω» (βλ.. Α’ Κορ. 12, 3).

 Πρέπει να πιστεύης ότι σε αγαπά ο Θεός, ακόμη κι αν όλοι οι άνθρωποι σε αποστραφούν κι αν όλοι σε εγκαταλείψουν.

Όταν σου έλθη λογισμός πως δεν σε αγαπούν και δεν σου συμπαραστέκονται, τότε να θυμάσαι πως, όταν όλοι σ’ εγκαταλείψουν, όμως έχεις τον Θεό για βοηθό. «Ο πατήρ μου», λέγει ο Δαβίδ, «και η μήτηρ μου εγκατέλιπόν με, ο δε Κύριος προσελάβετό με» (Ψαλμ. 26, 10). Κάποιος Μοναχός ήταν άρρωστος. Πέρασε περίπου ένας μήνας, και κανείς δεν πήγε στο κελλί του να τον 'δη και να τον βοηθήση. Κατόπιν έστειλε ο Θεός άγγελο να τον υπηρέτηση. Κι όταν αργότερα οι συνασκητές του σκέφθηκαν να τον επισκεφθούν, να ιδούν μήπως είναι άρρωστος, μήπως έχη πάθει τίποτα, αυτός, μόλις τους αντίκρυσε, τους φώναξε: «Φύγετε!» Τότε αυτοί του είπαν: «Γιατί μας διώχνεις;» Αυτός αποκρίθηκε: «Τόσο καιρό, που δεν με σκεφθήκατε εσείς, που δεν με είδατε, που δεν με βοηθήσατε, έστειλε ο Θεός άγγελο, και με υπηρετούσε. Μα τώρα, που ο άγγελος σας είδε, έφυγε! Προτιμότερο να φύγετε εσείς, και να έρθη πάλιν ο άγγελος!»

 Γιατί να μη έχουμε για κάθε άνθρωπο αγάπη;

Για το θέμα της αγάπης προς τον πλησίον, που με ερωτάς, είναι γραμμένο κάπου: «Μετά πάντων έχε αγάπην και από πάντων απέχου». Τί σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι η αγάπη δεν ενεργείται μόνο με την εξωτερική της εκδήλωση. Η αγάπη ενεργείται κυρίως μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει να έχης αγάπη για 'κείνον, που σου θυμώνει, για 'κείνον, που σε κατηγορεί, για 'κείνον, που σε εξευτελίζει. Να 'πης ότι αυτός είναι ο γιατρός μου. Και ναι μεν τα φάρμακα, που μου δίνει, είναι πολύ πικρά, αλλά εγώ με αυτά ωφελούμαι. Αυτό εξ άλλου είναι και η εφαρμογή των λόγων του Κυρίου. «αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, ευλογείτε τους καταρωμένους υμίν, προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς» (Λουκ. 6, 27-28). Δεν είναι απαραίτητο να του ειπώ με λόγια πως τον αγαπώ. Εκείνο, που έχει σημασία, είναι να έχω μέσα μου την αγάπη γι’ αυτόν, έστω κι αν φέρθηκε έτσι. Και επειδή μπορεί να κολαστή με τον άσχημό του τρόπο, γι’ αυτό να παρακαλώ τον Θεό να τον ελεήση, να τον φωτίση, να τον συγχωρέση, για να μη κολασθή. Γιατί να έχω κάτι μαζί του; Αφού δεν με θέλει, θα απέχω. Όμως κατ’ ουδένα τρόπο δεν θα αφήσω μέσα μου τον λογισμό, τον πειρασμό να με πειράζη εναντίον του, αλλά θα παρακαλώ τον Θεό να τον ελεήση, να τον φωτίση, να τον συγχωρέση, να τον σώση.

Όσο περισσότερο αγωνίζεσαι να αγαπάς τον Θεό, τόσο περισσότερο Αυτός σου αποκαλύπτεται!

Εκείνος, που επιθυμεί το κακό του συνανθρώπου του, κάνει τελικά κακό στον ίδιο τον εαυτό του. Και εκείνος, που αγαπά ακόμα και τον εχθρό του, στην πραγματικότητα ευεργετεί τον ίδιο τον εαυτό του.

Όσο πιο πολύ αγωνιζόμαστε να αγαπήσουμε τον Χριστό, τόσο πιο πολύ νοιώθουμε μέσα μας χαρά και ευτυχία. Δεν υπάρχει στον κόσμο μεγαλύτερη ευτυχία από το να φλέγεται η καρδία μας από αγάπη προς τον γλυκύτατο Κύριό μας.

«Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6, 24). Για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε τον Χριστό με όλη την καρδία μας, πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα τα γήινα είναι πρόσκαιρα και μάταια, και σε τίποτε από αυτά να μη προσκολληθούμε. Για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας, πρέπει να περιφρονήσουμε τρία πράγματα: Το χρήμα, τις ηδονές και την ανθρώπινη δόξα.

Είμαστε σε θέση να πούμε μαζί με τον Απόστολο Παύλο, «τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρωμ. 8, 35). Αν ναι, τότε είναι που πραγματικά αγαπούμε τον Χριστό!
Δεν έχει τόση αξία το να αγαπούμε όσους μας αγαπούν. «ποία υμίν χάρις εστί;» (Λουκ. 6, 32). Αξία έχει το να αγαπούμε αυτούς, που μας εχθρεύονται, κι αυτούς, που μας μισούν!

Μίμηση του Χριστού σημαίνει πρώτ’ απ’ όλα μίμηση της αγάπης του Χριστού προς τον άνθρωπο. Να θυσιάζουμε «τα θελήματα της σαρκός» (Εφ. 2, 3) χάριν της αγάπης του αδελφού μας.

Όπως «ο Θεός είναι Αγάπη», έτσι κατά αντίθετο τρόπο, ο διάβολος είναι μίσος.
Αυτός, που αγαπά όπως ορίζει ο Θεός, γίνεται μιμητής Του. κι αυτός, που μισεί τον αδελφό του, γίνεται διάβολος, και γεύεται ήδη από τώρα την κόλαση!

Υπάρχει η κατά Θεόν αγάπη, αλλά και η κατά... διάβολον αγάπη! Υπάρχει το κατά Θεόν μίσος, αλλά υπάρχει και το διαβολικό μίσος.

Η κατά Θεόν αγάπη είναι αυτή, που πηγάζει από την τήρηση των εντολών του Θεού.
Η κατά... διάβολον αγάπη(!) είναι η δαιμονική, η φιλήδονη, η εμπαθής, αυτή π.χ. που ένας έγγαμος αισθάνεται προς μια άλλη γυναίκα, ώστε πολλές φορές να φθάνη μέχρι του σημείου να εγκαταλείπη τη νόμιμη σύζυγό του χάριν της ξένης. Δαιμονική αγάπη είναι επίσης αυτή, από την οποία διακατέχονται όσοι περιπίπτουν στα σοδομητικά πάθη. Τέτοιου είδους «αγάπες», όχι μόνο τις απεχθάνεται και τις βδελύσσεται ο Θεός, αλλά, αν δεν υπάρξη μετάνοια και αλλαγή ζωής, τις τιμωρεί παραδειγματικά.

Κατά Θεόν μίσος είναι το μίσος κατά της αμαρτίας.

Διαβολικό μίσος είναι το μίσος εναντίον οιουδήποτε συνανθρώπου μας, ακόμη και εναντίον του εχθρού μας. Πρέπει να αγαπούμε τον πλησίον μας, όσο κι αν αυτός μας έφταιξε, όσο κι αν μας πίκρανε.

Αυτός, που αγαπά τον πλησίον του με την αληθινή, τη σύμφωνη με το θέλημα του Θεού αγάπη, νοιώθει μέσα του απέραντη ειρήνη και χαρά. Αυτός, που «αγαπά» με την ψεύτικη, την επιφανειακή, την υποκριτική, τη σαρκική, τη φιλήδονη «αγάπη», νοιώθει μέσα του σύγχυση και ταραχή.

Η αληθινή αγάπη είναι συνυφασμένη με πνεύμα ταπείνωσης, θυσίας και προσφοράς. Αυτός, που αγαπά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, θυσιάζει τις επιθυμίες του και την ανάπαυσή του χάριν αυτού, που αγαπά. Η αγάπη, που δεν είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, συνδέεται με πνεύμα εγωισμού. και αυτός, που έχει τέτοια «αγάπη», αντί να θυσιάζεται για τον άλλο, όλο ζητά να θυσιάζεται ο άλλος γι’ αυτόν.

Η αγάπη προς τον εχθρό μας κρύβει μεγάλη σοφία. Όταν ανταποδίδουμε καλό αντί κακού, γινόμαστε μιμητές του Χριστού. Τότε έρχεται και μας επισκιάζει η Χάρις Του! Μας πλημμυρίζει η Χάρις του Αγίου Πνεύματος! Οι Άγιοι αγαπούσαν ακόμα και τους διώκτες τους. Και αυτό ακριβώς το γεγονός ήταν καθοριστικό, ώστε να αναδειχθούν από τον Χριστό γνήσιοι φίλοι Του, Άγιοί Του!

Η αγάπη προς τον πλησίον μας δεν πρέπει να μένη μόνο στα λόγια, αλλά κυρίως να προχωρά στα έργα. Η αληθινή αγάπη φωτίζει με υπερφυσικό φως το πρόσωπο αυτού, ο οποίος αγαπά. Το πρόσωπο εκείνου, ο οποίος μισεί, είναι συνωφρυωμένο και συννεφιασμένο, μέχρι και σκοτεινό.

Η αληθινή αγάπη δεν χαίρεται με τις συμφορές του πλησίον, ούτε λυπάται με τις επιτυχίες του.

Θέλεις να ανακάλυψης τί είδους αγάπη έχεις μέσα σου; Στάσου μπροστά στον καθρέφτη του ΙΓ’ Κεφαλαίου της Α’ προς Κορινθίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου και κοίταξε με ειλικρίνεια να 'δης, αν εφαρμόζωνται σε σένα αυτά, που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Αυτός, που αγαπά, έχει μακροθυμία στις αδυναμίες του άλλου. Έχει και καλωσύνη. Δεν ζηλοφθονεί. Δεν υπερηφανεύεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητά το δικό του συμφέρον, δεν είναι ευερέθιστος. Λησμονεί το κακό, που του έχουν κάνει. Λυπάται, όταν αδικήται ο πλησίον του, και χαίρεται μαζί του στη χαρά του. Έχει σε όλα ανεκτικότητα, εμπιστοσύνη, ελπίδα, υπομονή» (Α’ Κορ. 13, 4-7).

Η αγάπη μας προς τον Θεό και προς τους συνανθρώπους μας είναι αλληλένδετες. Δεν μπορεί να υπάρχη η μία, χωρίς να υπάρχη και η άλλη. Διαφορετικά, ούτε τον Θεό αγαπούμε αληθινά, ούτε τον πλησίον μας πραγματικά.

Πιο πολύ να αγαπούμε αυτούς, που μας ελέγχουν, παρά αυτούς, που μας κολακεύουν.

Δεν υπάρχει αληθινή αγάπη, χωρίς το πνεύμα της θυσίας. Η αγάπη του Χριστού προς εμάς είναι αχώριστα συνδεδεμένη με τη Σταυρική Του θυσία. Σταυρός και Αγάπη πάνε αχώριστα μαζί.

Πολέμησε το μίσος, που δείχνει ο άλλος προς εσένα, με όπλο την αγάπη, που εσύ θα δείχνης προς αυτόν. Δείξε αγάπη σ’ αυτόν, που σου δείχνει κακία. Έτσι και μόνον έτσι υπάρχει ελπίδα να μετατρέψης τη μοχθηρία του σε καλωσύνη.

Αυτός, που έχει κακία, γεύεται θάνατο, ενώ αυτός, που έχει αγάπη, γεύεται αιώνια ζωή.

Ο ωραιότερος και αποτελεσματικώτερος τρόπος να εκδικηθής αυτόν, που σε έβλαψε, είναι να τον ευ­εργετήσης.

Οι ουρανοί ανοίγουν διάπλατα γι’ αυτόν, που αγαπά αληθινά τον Χριστό «με όλη την καρδία του, με όλη την ψυχή του και με όλη τη διάνοιά του, και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του» (Λουκ. 10, 27).

Όπου υπάρχει η αγάπη, εκεί είναι και ο Θεός. Όπου υπάρχει το μίσος, εκεί είναι και ο διάβολος.

Να απορρίπτης με όλη σου τη δύναμη και να εξομολογήσαι με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ταπείνωση όλες τις καχυποψίες και φαντασίες, που σου υποβάλλει ο διάβολος, για να σε κάνη να αντιπαθής και να αποστρέφεσαι τον πλησίον σου.

Δεν υπάρχει χώρος παραμονής στη Βασιλεία των ουρανών γι’ αυτούς, που στη ψυχή τους δεν έχουν χώρο αγάπης για τους εχθρούς τους. 

“ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΠΑΤΡΙΚΩΝ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΩΝ”
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΩΤΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

ΑΘΩΝΙΚΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ 20ου ΑΙΩΝΟΣ- ΔΙΔΑΧΕΣ ΕΡΗΜΟΥ

Αθωνικοί Γέροντες 20ου Αιώνος
Διδαχές Ερήμου

  ΠΕΡΙ ΑΙΡΕΣΕΩΣ

Έχει λεχθεί όσον αφορά τον Αβά Αγάθωνα, ένα πατέρα της ερήμου του 4ου αιώνα, ότι κάποιοι μοναχοί ήρθαν και τον βρήκανε έχοντας ακούσει για τη μεγάλη του διάκριση. Θέλοντας να δουν άμα θα μπορούσε να χάσει την ψυχραιμία του τού είπανε «Εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας που λέγεται ότι είναι πόρνος και υπερήφανος» «Ναι, είναι αλήθεια». Συνέχισαν, «εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας που πάντα λέει ανοησίες;» «Εγώ είμαι.» Μετά τον ρωτήσανε «Εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας ο αιρετικός;» αλλά σε αυτό απάντησε «Δεν είμαι αιρετικός.» Οπότε τον ρώτησαν, «πες μας γιατί αποδέχτηκες οτιδήποτε πετάξαμε εναντίον σου, αλλά αρνήθηκες την τελευταία αυτή προσβολή» Απάντησε «Τις πρώτες κατηγορίες τις παίρνω για τον εαυτό μου γιατί αυτό είναι καλό για την ψυχή μου. Αλλά η αίρεση είναι διαχωρισμός από το Θεό. Δεν επιθυμώ να αποχωριστώ από το Θεό». Με αυτό το ρητό εντυπωσιάστηκαν από τη διάκρισή του και επέστρεψαν φωτισμένοι.  

ΠΕΡΙ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑΣ

Κάποιος μοναχός συκοφαντήθηκε για πορνεία. Μη μπορώντας ο μοναχός αυτός την αδικία, έφυγε από το μοναστήρι του και πήγε στον Αββά Αντώνιο. Μετά από λίγο ήλθαν στον Αββά Αντώνιο μοναχοί από το μοναστήρι για να δουν τον μοναχό και να τον πάρουν πίσω. Άρχισαν λοιπόν να τον ελέγχουν και να επιμένουν ότι έπραξε την αμαρτία, ενώ εκείνος επέμενε ότι δεν έκανε τέτοια αμαρτία.

Συμπτωματικά έτυχε να βρίσκεται εκεί ο Αββάς Παφνούτιος ο Κεφαλάς και βλέποντας την φιλονικία είπε αυτή τη παραβολή. Είδα –είπε- στη όχθη ενός ποταμού κάποιον άνθρωπο να έχει μπει στη λάσπη μέχρι τα γόνατα και ήλθαν κάποιοι να τον βοηθήσουν. Δίνοντας όμως το χέρι τους να τον τραβήξουν τον βύθισαν στη λάσπη μέχρι το λαιμό. Ακούγοντας την παραβολή αυτή ο Αββάς Αντώνιος λέει στους άλλους για τον Αββά Παφνούτιο.

Να ένας αληθινός άνθρωπος, που μπορεί να βοηθήσει και να σώσει ψυχές. Ακούγοντας αυτά οι μοναχοί συγκινήθηκαν και ζήτησαν συγγνώμη από το αδελφό που είχε συκοφαντηθεί. Και αφού τους παρακάλεσαν οι αββάδες τον πήραν και πάλι στο κοινόβιο. 

ΠΕΡΙ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ

Κάποτε διηγήθηκε ο Αββάς Αρσένιος μία ιστορία: Καθόταν ένας γέροντας στο κελί του και άκουσε μία φωνή να του λέει « έλα, να σου δείξω τα έργα των ανθρώπων». Σηκώθηκε και βγήκε έξω. Τον πήγε λοιπόν σε κάποιο τόπο και του έδειξε έναν Αιθίοπα που έκοβε ξύλα από τα οποία είχε φτιάξει ένα μεγάλο φορτίο. Προσπαθούσε στη συνέχεια να σηκώσει το φορτίο αλλά δεν μπορούσε. Αντί όμως να αφαιρέσει βάρος, έκοβε ξύλα και τα πρόσθετε στο φορτίο.

Αυτό το έκανε συνέχεια. Προχωρώντας πιο πέρα του έδειξε άλλον άνθρωπο να στέκεται σ΄ ένα λάκκο και να βγάζει νερό, το οποίο το μετέφερνε σε μια δεξαμενή τρύπια, ώστε το νερό να ξαναγυρίζει στο λάκκο. Έλα του είπε να σου δείξω και άλλον. Τότε βλέπει ένα Ναό και δύο άνδρες πού κάθονταν πάνω στα άλογά τους και κρατούσαν ο καθένας πλαγιαστά ένα ραβδί. Ήθελαν όμως να περάσουν από τη πόρτα του Ναού αλλά δεν μπορούσαν εξ αιτίας του ραβδιού που κρατούσαν πλαγιαστά.

Από υπερηφάνεια δεν ίσιωνε κανένας το ραβδί του και γι’αυτό έμεναν και οι δύο εμπρός στη πόρτα του Ναού. Αυτοί είναι –είπε η φωνή- που κάνουν τους δίκαιους αλλά έχουν υπερηφάνεια και οι οποίοι δεν υποχωρούν ώστε να διορθώσουν τους εαυτούς τους και να ακολουθήσουν το ταπεινό δρόμο του Χριστού. Γι’αυτό μένουν εκτός της Βασιλείας του Θεού. Αυτός που έκοβε ξύλα είναι ο άνθρωπος που έχει πολλές αμαρτίες και αντί να μετανοήσει προσθέτει στις υπάρχουσες αμαρτίες και άλλες. Όσο για εκείνον που αντλούσε νερό, πρόκειται για τον άνθρωπο που κάνει βέβαια καλά έργα αλλά επειδή τα έργα του έχουν και πονηρία, γι’αυτό χάνει και αυτά. Πρέπει λοιπόν κάθε άνθρωπος με σωφροσύνη να πράττει κάθε έργο του ώστε να μην κοπιάζει μάταια. 

ΠΕΡΙ ΑΠΑΘΕΙΑΣ

Κάποιος αδελφός πήγε στον Αββά Μακάριο και του είπε: Πες μου Αββά, τι να κάνω για να σωθώ; Ο γέροντας του είπε: Πήγαινε στο κοιμητήριο και βρίσε τους νεκρούς. Πράγματι ο αδελφός πήγε στο κοιμητήριο, έβρισε τους νεκρούς, τους λιθοβόλησε και επέστρεψε στο γέροντα και του το είπε. Τον ρώτησε ο γέροντας σου είπαν τίποτα οι νεκροί και αυτός απάντησε. Όχι. Του λέει ο γέροντας. Πήγαινε πάλι αύριο στο κοιμητήριο και αυτή τη φορά να εγκωμιάσεις τους νεκρούς.

Ο αδελφός πήγε τη επομένη στο κοιμητήριο και έλεγε προς τους νεκρούς. Είστε απόστολοι, άγιοι και δίκαιοι. Αφού έκανε και αυτό επέστρεψε στο Αββά Μακάριο και του το ανέφερε. Ο γέροντας τον ρώτησε: Δεν σου απάντησαν τίποτα; Ο αδελφός είπε. Όχι. Τότε τού λέει ο γέροντας. Είδες όσο και αν τους έβρισες δεν σου είπαν τίποτα, και όσο επίσης τους εγκωμίασες πάλι δεν σου απήντησαν τίποτα. Έτσι και συ αν θέλεις να σωθείς γίνου νεκρός. Ούτε τη αδικία των ανθρώπων ούτε τα εγκώμια τους να λογαριάζεις όπως οι νεκροί και μ’ αυτό το τρόπο θα σωθείς. 

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ

Υπήρχε κάποιος πολύ ευλαβής  κοσμικός, ο οποίος πήγε στο Αββά Ποιμένα. Τον ίδιο καιρό πήγαν και άλλοι αδελφοί στο γέροντα, ζητούντες απ’ αυτόν να ακούσουν πνευματικές νουθεσίες. Λέγει τότε ο γέροντας στο ευλαβή εκείνο κοσμικό. Πες στους αδελφούς κάποια νουθεσία. Αυτός όμως παρακαλούσε λέγοντας· «συγχώρεσέ με Αββά, εγώ ήλθα για να μάθω». Αλλά μετά από πίεση του γέροντα είπε· «Εγώ είμαι ένας κοσμικός άνθρωπος πού μεταπουλάω χόρτα.

Τα μεγάλα δεμάτια χόρτα που παίρνω τα λύνω και τα κάνω μικρότερα. Με το τρόπο αυτό αγοράζω  χοντρικά και πουλάω λιανικά. Έτσι δεν ξέρω να σάς μιλήσω από τις γραφές, θα  πω όμως μία παραβολή. Κάποιος άνθρωπος είπε στο φίλο του· «Επειδή έχω την επιθυμία να δω τον Βασιλέα, έλα μαζί μου». Του απαντά ο φίλος του· «Θα έρθω μαζί σου μέχρι το μισό δρόμο». Αφού πήγαν μέχρι τα μισά του δρόμου λέει σε άλλο φίλο του· «Έλα εσύ τώρα να με πάς στο Βασιλιά» και εκείνος του απάντησε· «Θα σε πάω μέχρι το παλάτι του Βασιλιά». Τότε λέει σε κάποιο τρίτο φίλο του· «Έλα μαζί μου στο Βασιλιά», και αυτός απάντησε· «Θα έρθω και θα σε πάω στο παλάτι, θα σου συμπαρασταθώ, θα μιλήσω και θα σε παρουσιάσω στο Βασιλέα».

Τον ρώτησαν λοιπόν πια η σημασία της παραβολής και εκείνος αποκρίθηκε. «Ο πρώτος φίλος είναι η άσκηση πού οδηγεί μέχρι το δρόμο, ο δεύτερος φίλος είναι η αγνότητα η οποία φθάνει μέχρι τον ουρανό και ο τρίτος φίλος είναι η ελεημοσύνη που σε φέρνει απευθείας μέχρι το Βασιλέα Θεό. Έτσι, μορφωθέντες οι αδελφοί από τη παραβολή έφυγαν. 

ΠΕΡΙ ΑΚΑΚΙΑΣ

Κάποιος μοναχός διηγόταν για τον Αββά Ιωάννη τον Πέρση, ότι από την πολλή χάρη πού τον περιέβαλλε, είχε φθάσει σε μεγάλη ακακία. Και εξιστόρησε το εξής περιστατικό. Αυτός (ο Αββάς Ιωάννης) έμενε στην Αραβία της Αιγύπτου. Κάποτε χρειάστηκε και πήρε από κάποιον αδελφό ένα νόμισμα και αγόρασε λινάρια για να εργασθεί. Ήλθε τότε κάποιος αδελφός και τον παρακάλεσε λέγοντας·  χάρισε μου Αββά λίγα λινάρια για να φτιάξω ένα λέβητα. Ο Αββάς Ιωάννης του έδωσε λινάρια με χαρά. Ήλθε και άλλος αδελφός και τον παρακάλεσε όπως ο προηγούμενος λέγοντας· δώσε μου λίγα λινάρια Αββά για να φτιάξω ένα προσόψιο. Ο Αββάς Ιωάννης έδωσε και σ’ αυτόν με χαρά όπως και στον προηγούμενο.  Παρόμοια με τούς προηγούμενους ήλθαν και άλλοι αδελφοί πού ζήτησαν λινάρια, στους οποίους έδωσε ο Αββάς με ευχαρίστηση.

Κάποια στιγμή ήλθε και εκείνος πού του είχε δανείσει το νόμισμα και το ζήτησε. Του λέγει τότε ο Αββάς· θα πάω να στο φέρω, αλλά μη έχοντας από που να το δώσει, σηκώθηκε να πάει στον Αββά Ιάκωβο πού ήταν εφημέριος, προκειμένου να τον παρακαλέσει να του δώσει το νόμισμα, ώστε να το επιστρέψει στον αδελφό πού το χρωστούσε. Πηγαίνοντας λοιπόν προς τον Αββά Ιάκωβο, βρήκε καταγής ένα νόμισμα αλλά δεν το άγγιξε και βάζοντας μετάνοια επέστρεψε στο κελί του.

Ήλθε και πάλι ο δανειστής στον Αββά Ιωάννη ενοχλώντας τον για το νόμισμα. Του απάντησε ο γέροντας· μη στεναχωριέσαι για την καθυστέρηση φροντίζω γι’ αυτό. Πάλι λοιπόν βγήκε από το κελί του προς αναζήτηση του νομίσματος και βρήκε ξανά το νόμισμα στο δρόμο εκεί πού το πρωτοείδε. Δεν το πήρε όμως αλλά κάνοντας μετάνοια επέστρεψε στο κελί του. Και τρίτη φορά Ήλθε ο αδελφός πού του είχε δανείσει το νόμισμα και το ζητούσε. Τότε του είπε ο γέροντας· αυτή τη φορά να είσαι σίγουρος ότι θα στο δώσω. Σηκώθηκε για μία φορά ακόμη και διερχόμενος από το ίδιο δρόμο βρήκε και πάλι το νόμισμα χάμω.

Κάνοντας λοιπόν μετάνοια το πήρε και πήγε στο Αββά Ιάκωβο λέγοντας του· Αββά, ερχόμενος σε σένα βρήκα αυτό το νόμισμα στο δρόμο. Κάνε λοιπόν αγάπη και πες το στην ενορία μήπως κάποιος το έχασε, και αν βρεθεί ο απολέσας τούτο, δός του το. Πράγματι ο Αββάς Ιάκωβος πηγαίνοντας στην ενορία το είπε σε τρεις συνάξεις αλλά δεν βρέθηκε κανένας πού να το είχε χάσει. Τότε είπε ο Αββάς Ιωάννης στον Αββά Ιάκωβο· αφού λοιπόν κανένας δεν το έχασε δός το στον τάδε αδελφό διότι του χρωστώ, αφού ερχόμενος σε σένα για να δείξεις την αγάπη σου ώστε να επιστρέψω το χρέος μου το βρήκα στο δρόμο. Θαύμασε τότε ο Αββάς Ιάκωβος, πως αφού χρωστούσε και βρήκε το νόμισμα δεν το πήρε αμέσως αλλά το έδωσε.

Και το επί πλέον αξιοθαύμαστο σχετικά με τον Αββά Ιωάννη είναι ότι εάν κάποιος ερχόταν πού χρειαζόταν κάτι απ’  αυτόν, δεν το έδινε ο ίδιος αλλά έλεγε στο αδελφό· πήγαινε μόνος σου και πάρε ότι χρειάζεσαι, και όταν το επέστρεφε του έλεγε· βάλε το πάλι κει απ’ όπου το πήρες. Αν πάλι δεν το επέστρεφε ο δανειστής δεν του έλεγε ποτέ τίποτε. 

ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ

Έλεγαν για τον Αββά Ιωάννη τον μαθητή του Αββά Παύλου, ότι είχε μεγάλη υπακοή. Ήταν κάποτε σ’ ένα μέρος μνήματα και κατοικούσε εκεί μία ύαινα. Είδε ο γέροντας ο Αββάς Παύλος εκεί τριγύρω βολβούς και είπε στον υποτακτικό του Αββά Ιωάννη, να πάει εκεί και να του φέρει βολβούς.

Του είπε όμως ο Αββάς Ιωάννης· τι να κάνω όμως γέροντα όσον αφορά την ύαινα. Αστειευόμενος ο γέροντας του είπε· αν έλθει κατ’ επάνω σου, δέστην και φέρε την εδώ. Έτσι, πήγε ο αδελφός εκεί. Πράγματι, μόλις έφθασε εκεί ο Αββάς Ιωάννης, όρμησε η ύαινα κατ’ επάνω του, και αυτός σύμφωνα με το λόγο του γέροντα προσπάθησε να την πιάσει. Η ύαινα όμως έφυγε, ο δε Αββάς Ιωάννης έτρεχε πίσω της λέγοντας· στάσου, ο Αββάς μου είπε να σε δέσω. Κάποια στιγμή έπιασε την ύαινα και την έδεσε.

Ο γέροντας όμως πού τον περίμενε στεναχωριόταν. Κάποια στιγμή Ήλθε ο Αββάς Ιωάννης έχοντας δεμένη την ύαινα, γεγονός πού όταν το είδε ο γέροντας θαύμασε. Θέλοντας όμως να ταπεινώσει τον Ιωάννη τον χτύπησε στη πλάτη λέγοντας του· παλαβέ, τρελό σκύλο έφερες εδώ; Και αμέσως ο γέροντας έλυσε την ύαινα και την άφησε ελεύθερη. 

ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

Διηγήθηκε κάποτε ο Αββάς Ιωάννης των κελιών, λέγοντας. Υπήρξε μία πόρνη στην Αίγυπτο πολύ όμορφη και πάρα πολύ πλούσια, την οποία <> οι άρχοντες της πόλης. Μία μέρα λοιπόν, βρέθηκε αυτή η πόρνη στην Εκκλησία και θέλησε να μπει μέσα. Ο υποδιάκονος όμως πού βρισκόταν στη πόρτα της Εκκλησίας δεν της επέτρεπε την είσοδο λέγοντας της· δεν είσαι άξια να μπεις στον οίκο του Θεού, διότι είσαι ακάθαρτη.

Άρχισε λοιπόν μία διαμάχη μεταξύ του υποδιακόνου και της πόρνης. Την φασαρία πού γινόταν στη πόρτα της Εκκλησίας, την άκουσε ο Επίσκοπος και πήγε εκεί. Τότε λέγει η πόρνη στον Επίσκοπο. Δεν με αφήνει να μπω στην Εκκλησία. Της απάντησε ο Επίσκοπος· δεν σου επιτρέπετε η είσοδος, διότι είσαι ακάθαρτη. Αυτή λοιπόν αισθάνθηκε τότε κατάνυξη και είπε στον Επίσκοπο· Δεν θα πορνεύσω ξανά. Της λέει ο Επίσκοπος· θα με βεβαιώσεις ότι δεν θα πορνεύσεις ξανά, αν φέρεις εδώ τα χρήματά σου.

Αμέσως η πόρνη έφυγε και επέστρεψε με όλα τα χρήματά της τα οποία έδωσε στον Επίσκοπο. Τότε ο Επίσκοπος παρέλαβε τα χρήματα και τα έκαψε. Μετά απ’ αυτό η πόρνη μπήκε στην Εκκλησία με συντριβή καρδιάς και δάκρυα μετανοίας, και έλεγε· Αλλοίμονο! Εάν εδώ σ’ αυτόν το κόσμο μου έγινε αυτό, τι έχω να πάθω στο άλλον κόσμο. Έτσι μετανόησε η πόρνη και έγινε σκεύος εκλογής. 

ΠΕΡΙ ΣΟΦΙΑΣ

Κάποτε συνομιλούσαν κάποιοι γέροντες με τον Αββά Αντώνιο, ήταν δε μαζί του και ο Αββάς Ιωσήφ. Θέλοντας ο Αββάς Αντώνιος να τούς δοκιμάσει, είπε κάποιο εδάφιο από την Αγία Γραφή και άρχισε να ερωτά από τον νεότερο προς τον αρχαιότερο, τι σήμαινε το συγκεκριμένο αγιογραφικό χωρίο.

Τότε, καθένας από τούς πατέρες εκείνους απαντούσε κατά την προσωπική του δυνατότητα. Ο Αββάς Αντώνιος αποκρίνετο σε καθέναν λέγοντας· <>. Μετά από όλους, λέγει στον Αββά Ιωσήφ· <>. Ο Αββάς Ιωσήφ του απήντησε· <>. Τότε, τούς είπε ο Αββάς Αντώνιος· <>. 

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΠΟΙΜΕΝΟΣ

Ο Αββάς Σπυρίδων πού ήταν βοσκός, διεκρίνετο από τόση ευσέβεια πού αξιώθηκε να γίνει και ποιμένας ανθρώπων διότι είχε κληρωθεί επίσκοπος μιας πόλεως της Κύπρου πού ονομάζετο Τριμυθους. Λόγω της ταπεινότητάς του ταυτόχρονα με τα Επισκοπικά του καθήκοντα συνέχιζε να ποιμένει πρόβατα. Ένα βράδυ ήλθαν κρυφά στο μαντρί κλέπτες και προσπαθούσαν να κλέψουν τα πρόβατα. Ο Θεός όμως πού φρόντιζε για την σωτηρία του ποιμένα έσωσε και τα πρόβατα.

Διότι από κάποια αόρατη δύναμη οι κλέπτες δέθηκαν στο μαντρί! Αφού ξημέρωσε ήλθε και ο βοσκός στα πρόβατα, ο οποίος βλέποντας τούς κλέπτες δεμένους πισθάγκωνα κατάλαβε τι είχε συμβεί. Τότε προσευχήθηκε και έλυσε τούς κλέπτες. Αφού τούς ενουθέτησε και τούς συμβούλευσε ότι είναι προτιμότερο με τίμιους κόπους να φροντίζουν για την ζωή τους παρά με αδικίες, τούς άφησε ελεύθερους χαρίζοντας τους ένα κριάρι και χαριτολογώντας τούς είπε· λάβετε αυτό για να μην θεωρηθή ότι ξενυχτήσατε άδικα. 

athonikoigerontes.blogspot.com