ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

ΠΑΡΕ ΛΙΓΟ ΛΑΔΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΝΤΗΛΙ ΚΑΙ ΡΙΧΤΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΑΖΑΝΙ


Διήγηση Άνθιμου Μοναχού Διονυσιάτου
Ο μοναχός Άνθιμος μου διηγήθηκε και τα ακόλουθα: «Κατά την εποχήν όπου ήμην μάγειρος μίαν Κυριακήν όπου ετελείτο αγρυπνία, επήρα από το Σάββατον εσπέρας από τον δοχειάρην ρεβίθια να βράσω. Τα εμούσκευσα κατά την συνήθειαν και εις την ώραν του όρθρου τα έβαλα εις το καζάνι και έβραζον. Τα έβραζα επί τρεις συνεχείς ώρας. Εξώδευσα δύο φορεία ξύλα, και τα ευλογημένα (ή κάλλιον ειπείν τ΄ αφορισμένα) αντί να μαλακώσουν και να βράσουν, περισσότερον έσφιγγον και εσκληρύνοντο. Δεν φαντάζεσαι, αδελφέ, την στενοχωρίαν μου. 

Πώς να τραπεζώσω; Οι πατέρες όλην την νύχτα ν΄ αγρυπνούν εις την εκκλησίαν και να μείνουν νηστικοί εις την τράπεζαν; Δεν εύρισκα παρηγορίαν. τί να κάμω ; Περίλυπος και στενοχωρημένος ως ήμην, ανέβηκα εις το παρεκκλήσιον των Αγίων Αρχαγγέλων, του οποίου την επιμέλειαν και φιλοκαλίαν από έτους είχον αναλάβει. Αφού άναψα τα κανδήλια και μετά πολλής ευλαβείας και με στρωτάς μετανοίας τους επροσκύνησα, ασπασθείς την αγίαν εικόνα των, επήρα το κομβοσχοίνιον εις τας χείρας μου και μετά πολλής αγάπης και ευλαβείας τους επαρακαλούσα να συνδράμουν και να με βγάλουν από την θλίψιν, ην είχον. 

Τοιαύτα ουν προσευχόμενος – ω της ταχείας σας αντιλήψεως και αγάπης, Άγιοι Αρχάγγελοι ! – ακούω μίαν φωνήν εις την διάνοιάν μου, όπου μοι έλεγε : «Πάρε λίγο λάδι από το καντήλι και ρίψε το μέσα εις το καζάνι». Τούτο μετ΄ ευλαβείας ποιήσας και επιλέγων συγχρόνως το απολυτίκιόν των, ω του θαύματος, αδελφέ !, εντός 15 λεπτών, τα ξηρά, σκληρά, πρώην κακόβραστα ρεβίθια, έλυωσαν, έγιναν ως χυλός. Τούτο ιδών, από βάθους ψυχής και καρδίας εδόξασα τον Θεόν, και ευχαρίστησα ευλαβώς και ευγνωμόνως τους Αγίους Αρχαγγέλους, όπου με έβγαλαν από μίαν μεγάλην λύπην και στενοχωρίαν. 

Όταν έφαγον και εσηκώθησαν από την τράπεζαν οι πατέρες, μερικοί εξ αυτών μοι είπον : «Θεός σχωρέσει σε, πάτερ Άνθιμε, μας ανάπαυσες. Απ΄ αυτά τα ρεβίθια να βράζης πάντοτε». Εγώ δε νοερώς ηυχαρίστουν και έχαιρον, δοξάζων και μεγαλύνων τους Αγίους Αρχαγγέλους, ων ταις πρεσβείαις και προστασίαις αξιωθείημεν της αιωνίου του Χριστού Βασιλείας.

 Αμήν.

ΛΑΖΑΡΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ, 
ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΙΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ, Ι.Μ. ΑΓ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΘΩΣ, 
1989, σσ. 190 κ.ε.

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

ΓΕΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ: ΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΤΟΥ ΖΗΤΗΣΩ. ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!



-Γέροντα,τι ζητάς από τον Θεό στην προσευχή σου;
-Τίποτα.Τι άλλο να Του ζητήσω.Μόνο Τον ευχαριστώ!
-Εντάξει.Αλλά είδα ότι συζητάς μαζί Του για πολλή ώρα.Τι όλο Του λες;
-Τίποτα.Δεν έχω τίποτα να Του πω.Εκείνος έχει πιο πολλά να μου πει!

Γέροντας Νικόδημος (Ravaru)
Καψάλα Αγίου Όρους  +11-12- 2016


Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

ΤΑΠΕΙΝΟΣ ΥΠΕΡΑΝΩ ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΜΟΥ - ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑ


Έναν τέτοιο γέροντα αμέριμνο, απλό, ταπεινό, με μεγάλη εμπιστοσύνη στον Χριστό και την Παναγία, γνωρίσαμε.

Ήταν από το Ριζοκάρπασο της σήμερα τουρκοκρατούμενης Κύπρου κι ήλθε στο Άγιον 'Ορος όταν κι αυτό ήταν Τουρκοκρατούμενο. Εκοιμήθη πριν δώδεκα έτη σε ηλικία εκατόν έξι ετών.Είχε στο Άγιον 'Ορος ογδόντα έξι έτη.

Εξήλθε αυτού μία δύο φορές, για να πάει προσκυνητής στα Ιεροσόλυμα. Ογδόντα έξι έτη είχε να φάει κρέας. Ογδότα έξι έτη είχε να δει γυναίκα. Είκοσι πέντε έτη είχε να πλύνει το πιάτο του. Υγιέσταστος, εγκρατέστατος, εξυπνότατος , αγαθότατος. Εκατόν τριών ετών ανέβηκε στη σκέπη του κελλιού του να διορθώσει τα κεραμίδια.

«'Οτι ζητάω από την Παναγία μου το στέλνει» έλεγε. «Έχω την εικόνα της, της Οικονόμισσας, και με οικονομεί η Υπερευλογημένη... Να, τώρα ήθελα νερό και ήλθες να μου φέρεις».

Μια φορά ήλθαν δύο φίλοι από την Αθήνα, νεαροί οικογενειάρχες, και με ρωτούσαν αν υπάρχουν γέροντες του Γεροντικού και της Φιλοκαλίας. Υπάρχουν τους είπα και τους πήγα στον γέροντα αυτόν, τον μοναχό Ιωσήφ τον Κύπριο. Ήταν τότε εκατόν πέντε ετών. Ήταν ξαπλωμένος κι έκανε κομποσχοίνι. «Οι κύριοι» του λέγω, «είναι από την Αθήνα και ήθελαν να πάρουν την ευχή σου». Τον είδαν πως δεν είχε όρεξη για κουβέντα. Αφού είπαν δύο-τρία λόγια, τους έκαμε νόημα να φύγουμε.

Φεύγοντας λένε στον γέροντα: «Γέροντα, είμαστε με πολλά προβλήματα, σας παρακαλούμε να προσεύχεσθε».

«Θα προσεύχομαι» τους απαντά, «αλλά για να προσεύχομαι θέλω και λεφτά»! Ντράπηκα πολύ, τα έχασα, δεν ήξερα τι να πω. Προσπαθούσα να δικαιολογήσω την κατάσταση. Απορούσα γιατί να το κάνει αυτό. Τους πήγα σ' έναν άγιο άνθρωπο κι αυτός να ζητάει χρήματα για να προσευχηθεί; Αυτός που δεν γνώριζε καλά-καλά την αξία των χρημάτων και δεν τους έδινε μεγάλη σημασία. Οι άνθρωποι έφυγαν και λυπήθηκα.

Την άλλη ημέρα που πήγα να τον δω, μου λέει: «Πάτερ Μωυσή την αρετή δεν τη μαζέψαμε μαζί. Μην μου φέρνεις κόσμο να με τιμάνε. Ζήτησα από τον Θεό να με τιμήσει στην άλλη ζωή, όχι σ΄αυτή την ψεύτικη».

Εξεπλάγην. Ντροπιάσθηκε στους ξένους ζητώντας χρήματα, που ποτέ δεν είχε και ποτέ δεν τ' αγάπησε, με ντρόπιασε κι εμένα. Πού να τολμήσω να ξαναπάω κόσμο. Χάλασε την εικόνα του, ως σπουδαίου ασκητού. Κατέστρεψε την πρόσοψη του. Ποιος από μας το κάνει αυτό; Ήταν ταπεινός. Υπεράνω και του σκανδαλισμού. Τον ένοιαζε τι θα πει γι αυτόν ο Θεός κι όχι οι άνθρωποι. 'Οταν το είπα στους φίλους έμειναν άφωνοι...

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης, Η εύλαλη σιωπή, εκδ. «Εν πλω»


Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

ΓΕΡΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ: ΟΤΑΝ ΠΗΓΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΙΛΟΥΣΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΚΑΙ ΟΛΑ ΕΔΕΙΧΝΑΝ ΤΟΝ ΘΕΟ!

Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ: Όταν πήγα στο Άγιο Όρος, κανείς δεν μιλούσε για Θεό και όλα έδειχναν τον Θεό!

Ένα βράδυ, μετά από μία διασκέδαση, ανέβαινα στο σπίτι μου με σκυμμένο το κεφάλι και αργό βήμα. Έλεγα πως αυτή η ζωή είναι βάναυση, είναι ανιαρή. Τότε σκέφτηκα να γίνω μοναχός, όμως πού και πώς δεν είχα ιδέα. Ήμουν Ρώσος εμιγκρέ-πρόσφυγας στη Γαλλία. Εκεί υπήρχαν πολλοί Ρώσοι, οι οποίοι ίδρυσαν το Θεολογικό Ινστιτούτο Του Αγίου Σεργίου… Στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, όλοι μιλούσαν για Θεό, αλλά Θεό δεν είδα, ενώ όταν πήγα στο Άγιο Όρος, κανείς δεν μιλούσε για Θεό και όλα έδειχναν τον Θεό».

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Η ΙΕΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ


Ανακοίνωση για την Συμφωνία των Πρεσπών περί της ονομασίας των Σκοπίων εξέδωσε σήμερα, Τρίτη 26 Ιουνίου η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους, καλώντας την Κυβέρνηση να σεβασθεί την βούληση του ελληνικού λαού και την ιστορική αλήθεια.
»Ούτως η επίλυσις του χρονίζοντος προβλήματος της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων και η πλήρης αποκατάστασις των σχέσεων των δύο χωρών είναι επιθυμητή, πολλώ μάλλον καθώς το Αγιώνυμον Όρος επισκέπτονται κατ’ έτος πολλοί προσκυνηταί εκ της γείτονος χώρας, οι οποίοι ευρίσκουν εις αυτό πνευματικήν ανάπαυσιν, εις ατμόσφαιραν γνησίας πνευματικής ενότητος και αγάπης» αναφέρει μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση η Ιερά Κοινότητα.
Σε άλλο σημείο η Ιερά Κοινότητα τονίζε: »Εν τούτοις, δεν είναι δυνατόν, εν ονόματι των ως άνω αγαθών στόχων, η επίλυσις αυτού του μείζονος εθνικού προβλήματος να επιχειρήται με προχείρους, αδιαφανείς και συνοπτικάς διαδικασίας, με την υιοθέτησιν θέσεων αντιθέτων προς την επιστημονικήν αλήθειαν, την ιστορικήν πραγματικότητα και την ιστορικήν μνήμην, με τρόπον ο οποίος προσβάλλει την εθνικήν συνείδησιν του ελληνικού λαού.»
»Αδυνατούμεν να κατανοήσωμεν ότι είναι δυνατόν Έλληνες πολιτικοί, κάτοχοι πανεπιστημιακών πτυχίων, μεταξύ αυτών δε Καθηγηταί Πανεπιστημίου, να συνυπογράφουν την εκχώρησιν της μακεδονικής γλώσσης και ιθαγενείας εις λαόν αποδεδειγμένως σλαβικής, ως επί το πλείστον, γλώσσης και εθνικής καταγωγής! Καλούμεν το Ελληνικόν Κοινοβούλιον και την Ελληνικήν Κυβέρνησιν να σεβασθούν την βούλησιν του ελληνικού λαού και την ιστορικήν αλήθειαν» προσθέτει η Ιερά Κοινότητα στην ανακοίνωσή της.
Διαβάστε παρακάτω την σχετική ανακοίνωση:
Η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους μετά πολλής συνοχής καρδίας και θλίψεως επληροφορήθη την, παρά τας αντιδράσεις συσσώμου του ελληνικού λαού, συνυπογραφήν της Συμφωνίας των Πρεσπών περί της ονομασίας της γείτονος χώρας των Σκοπίων.
Ασφαλώς ως χριστιανοί οφείλομεν να επιδιώκωμεν με όλας τας δυνάμεις μας την ενότητα όλων των Ορθοδόξων, την θεραπείαν των σχισμάτων, την ειρηνικήν κατάστασιν και την παντί τρόπω αποφυγήν δημιουργίας εστιών θρησκευτικού και εθνοφυλετικού φανατισμού και μίσους.
Ούτως η επίλυσις του χρονίζοντος προβλήματος της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων και η πλήρης αποκατάστασις των σχέσεων των δύο χωρών είναι επιθυμητή, πολλώ μάλλον καθώς το Αγιώνυμον Όρος επισκέπτονται κατ’ έτος πολλοί προσκυνηταί εκ της γείτονος χώρας, οι οποίοι ευρίσκουν εις αυτό πνευματικήν ανάπαυσιν, εις ατμόσφαιραν γνησίας πνευματικής ενότητος και αγάπης.
Εν τούτοις, δεν είναι δυνατόν, εν ονόματι των ως άνω αγαθών στόχων, η επίλυσις αυτού του μείζονος εθνικού προβλήματος να επιχειρήται με προχείρους, αδιαφανείς και συνοπτικάς διαδικασίας, με την υιοθέτησιν θέσεων αντιθέτων προς την επιστημονικήν αλήθειαν, την ιστορικήν πραγματικότητα και την ιστορικήν μνήμην, με τρόπον ο οποίος προσβάλλει την εθνικήν συνείδησιν του ελληνικού λαού.
Δεν είναι δυνατόν να υιοθετώνται υπό της Ελληνικής Πολιτείας δεσμευτικαί διεθνείς συμφωνίαι, αι οποίαι, όπως αποδεικνύουν και αι συνεχιζόμεναι και κλιμακούμεναι λαϊκαί αντιδράσεις, δεν είναι αποδεκταί υπό της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού μας.
Ειδικώτερον, ως Αγιορείται μοναχοί, φορείς και φύλακες μιας υπερχιλιετούς ιστορικής, πνευματικής και πολιτιστικής παραδόσεως και κληρονομίας, δεν είναι δυνατόν να αποδεχθώμεν την εκχώρησιν της μακεδονικής ταυτότητος εις γλώσσαν και εις έθνος ουδεμίαν σχέσιν έχοντα προς την αρχαίαν ελληνικήν μακεδονικήν διάλεκτον και το ελληνικόν φύλον των αρχαίων Μακεδόνων.
Αδυνατούμεν να κατανοήσωμεν ότι είναι δυνατόν Έλληνες πολιτικοί, κάτοχοι πανεπιστημιακών πτυχίων, μεταξύ αυτών δε Καθηγηταί Πανεπιστημίου, να συνυπογράφουν την εκχώρησιν της μακεδονικής γλώσσης και ιθαγενείας εις λαόν αποδεδειγμένως σλαβικής, ως επί το πλείστον, γλώσσης και εθνικής καταγωγής!
Καλούμεν το Ελληνικόν Κοινοβούλιον και την Ελληνικήν Κυβέρνησιν να σεβασθούν την βούλησιν του ελληνικού λαού και την ιστορικήν αλήθειαν.
Το Άγιον Όρος, ως εν ανεκτίμητον πνευματικόν και ιστορικόν κέντρον της Μακεδονίας και της πατρίδος μας, ένθα από αρχής της συστάσεως αυτού συνυπάρχουν ειρηνικώς Ορθόδοξοι διαφορετικής γλώσσης και εθνοφυλετικής καταγωγής, θεωρεί ως περιφρόνησιν της ιστορίας και της αληθείας και ως προδοσίαν της εθνικής συνειδήσεως του Ελληνισμού, την αναγνώρισιν «μακεδονικής γλώσσης» και «μακεδονικής εθνικότητος» υπό της Ελληνικής Πολιτείας.
Είθε η Έφορος του Αγίου Όρους Υπεραγία Θεοτόκος να φωτίση τους κρατούντας, ώστε να συνειδητοποιήσουν τα σφάλματά των, να προβούν εις την διόρθωσίν των και να επιτευχθή εν τέλει μία συμφωνία, η οποία θα σέβεται την αλήθειαν και θα αποτελέση την βάσιν δια την ενότητα και την ειρηνικήν συμπόρευσιν των δύο ομοδόξων λαών, εντός των κόλπων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι
των είκοσιν Ιερών Μονών του Αγίου Όρους Άθω.

Πηγή: romfea.gr

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2018

ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ


Εδώ και αρκετά χρόνια οι ακτίνες του ηλίου φωτίζουν στην Ελλάδα έργα ανθρώπων που μόνο ντροπή μπορούν να προκαλέσουν. Αυτό συνέβη και με την πρόσφατη συμφωνία, κατά την οποίαν ένα κράτος άσχετο με την ιστορία και τη γλώσσα των Μακεδόνων βαπτίσθηκε Μακεδονία.
Μια εξουσία ασθενική και εγκλωβισμένη, κάτι σαν εκτελεστές – με όλη την πολυσημία της λέξεως – ή προσομοιωτές, παρά τις όποιες προθέσεις τους, με σειρά πολιτικών επιλογών που εκφράζουν χαμηλό δείκτη διανοητικής και συναισθηματικής νοημοσύνης, επιχειρούν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε εικονική πραγματικότητα, δηλαδή προσομοίωση μιας Ελλάδας που ήταν κάποτε, πετώντας στο καλάθι των αχρήστων ιστορία, ιδέες, αγώνες, εθνική συνείδηση και πνευματική ταυτότητα, και αναρτώντας στη θέση τους κάτι που μοιάζει με όλα αυτά, ενώ στην πραγματικότητα είναι η σημαία μιας παγκόσμιας αγοράς.

Τέτοιοι άνθρωποι μπορούν, αν θέλουν, να ισχυρίζονται ότι δεν εγκλωβίζονται στην ιστορία αλλά ανήκουν στο μέλλον. Ακριβέστερα, είναι εγκλωβισμένοι στην ηθελημένη άγνοια και αμνησία. Και δεν ανήκουν στο μέλλον, διότι κανείς δεν ανήκει σε κάτι που δεν υπάρχει ακόμη, αλλά υπηρετούν, ως καλοί υποτακτικοί, τον σχεδιασμό ενός μέλλοντος κατά τα συμφέροντα κάποιων – όχι πάντως των λαών.Γίνονται όμως ανεπίτρεπτα κυνικοί και προκλητικοί, όταν φτύνουν κατά πρόσωπο τον πάσχοντα Ελληνικό λαό, λέγοντας ότι αυτοί είναι οι πραγματικοί Έλληνες.

Η Ιερά Μονή μας, ως καθίδρυμα δέκα αιώνων, με παρουσία στην ιστορία και στον πολιτισμό, κομμάτι της Μακεδονίας και της ευρύτερης Ελλάδος, δεν μπορεί να μην εκφράσει βαθειά λύπη για το βαθύτατο πλήγμα της αξιοπρέπειας των Ελλήνων, αλλά ακόμη περισσότερο για την προδοσία της αλήθειας.

Κανένα επιχείρημα δεν φαίνεται να επηρεάζει τις αποφάσεις των κέντρων εξουσίας, αλλοδαπών και εγχωρίων. Το μόνο που μένει είναι η προσευχή για τη φιλάνθρωπη παρέμβαση του Θεού. Όχι ενός «από μηχανής Θεού». Αλλά του Θεού που ζει εν μέσω ημών, εν μέσω των Ελλήνων και όλων των Ορθοδόξων, και μοιράζεται και αγιάζει το ψωμί και τον κόπο τους. Με Αυτόν μόνο προστάτη, οι Έλληνες μπορούν να πασχίσουν της ταλαιπώρου πατρίδος να σώσουν τον στέφανον, την δε ενδημούσα βλακεία να συνοδεύσουν στην τελευταία της κατοικία.

Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

ΑΦΡΙΚΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΒΑΠΤΙΣΤΗΚΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ

Συγκινητικές στιγμές και πνευματική ανάταση για όλους όσοι παραβρέθηκαν τις προηγούμενες ημέρες στο Άγιο Όρος. Στο «περιβόλι της Παναγιάς» έλαβε χώρα μια ιδιαίτερη βάπτιση! Ένας από τους αφρικανούς βασιλιάδες από την Ακτή του Ελεφαντοστού (φυλετικός βασιλιάς Tchiffi Zae Jean Gervais από τους οπλαρχηγούς Krou στην Ακτή του Ελεφαντοστού)εντάχθηκε στην Ορθόδοξη Εκκλησία με το όνομα David στις 7 Ιουνίου. Ο βασιλιάς βαφτίστηκε στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους από τον ιερομόναχο Διονύσιο.

Ο βασιλιάς Tchiffi Zie Jean Gervais υπηρετεί ως Γενικός Γενικός Γραμματέας του Φόρουμ των Βασιλέων, των Πριγκίπν και των Παραδοσιακών ηγετών της Αφρικής, που ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 2008 στη Βεγγάζη της Λιβύης και έχει την έδρα του στη Σίρτη της Λιβύης.
Είναι επίσης επικεφαλής των Ηνωμένων Βασιλείων της Αφρικής, μιας «μη πολιτικής πλατφόρμας κοινωνικής ανάπτυξης που υποστηρίζει την Προεδρία και την Εθνική Κυβέρνηση, τους θεσμούς και τους λαούς για να υποστηρίξουν τα Εθνικά Σχέδια Ανάπτυξης».






https://www.pentapostagma.gr. https://myorthodoxsite.blogspot.com

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗΣ: Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΓΓΕΛΟΣ

«..ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.» (Ματθ κδ-24)

Στην εκδοτική σειρά σύγχρονες αγιορείτικες μορφές, της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, υπάρχει και το βιβλίο Σάββας ο πνευματικός, που είναι το έκτο αυτής της σειράς.
Ο συγγραφεύς του βιβλίου Αρχιμανδρίτης Χερουβείμ, κτήτωρ της Ιεράς Mονής Παρακλήτου, όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 εμόναζε στο Άγιο Όρος σε νεαρή ηλικία, άκουε πολλά θαυμαστά για τον παπά Σάββα τον πνευματικό που ασκήτευε μέχρι το 1908, έτος της κοιμήσεως του, στη σκήτη της μικράς Αγίας Άννης.
Είχε έντονη επιθυμία να συγγράψει το βίο του πράγμα που πραγματοποιήθηκε το 1972. O παπά Σάββας ήταν εκπληκτικός στην διάκριση πνευμάτων, όσο δυσδιάκριτη και εάν ήταν η πλάνη την οσφραινόταν, αυτό διαφαίνεται στην μελέτη του βιβλίου που αναφέραμε.
Μέσα στις σελίδες του περισώθηκαν κάποια γεγονότα πολύ σημαντικά, εμείς σήμερα θα δούμε ένα συγκλονιστικό περιστατικό που τιτλοφορείτε «Ο Άγγελος που δεν ήταν Άγγελος» πριν το παρουσιάσουμε αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε τον μακαριστό συγγραφέα του βιβλίου που μας το διέσωσε.
Πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να ανοίξει τα μάτια κάποιων αδελφών που παραπλανήθηκαν από εκείνον που ενώ είναι άγριος λύκος, τα καταφέρνει να εμφανίζεται σαν αρνί, λοιπόν, διαβάζουμε…
Στους τόσους που εξομολογούσε ο πάπα-Σάββας ήταν και ένας Ρουμάνος διάκονος. Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι και πολύ μακριά από την Μικρά Αγία Άννα.

-Πνευματικέ μου, του λέει μία ημέρα ο διάκονος αυτός περίλυπα, σε παρακαλώ, μη ξεχάσεις να μνημόνευσης αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της.

Τα λόγια αυτά χτύπησαν στην ακοή του πάπα-Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου. Ο διακριτικός γέροντας ταράχτηκε. Εδώ, σκέφθηκε, κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός. Ο πανούργος! Με πόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού!
Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνία του, επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.

-Για πες μου, παιδί μου, καθαρότερα την υπόθεση. Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της. Δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πώς εσύ σε δύο ημέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;

Μεσολάβησε λίγη σιγή.
-Πώς; Πώς το έμαθα; άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε …..
-Ποιος σου το είπε;
-Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
-Ο φύλακας άγγελός σου; Έχεις ιδεί τον άγγελό σου;
-Αξιώθηκα να τον ιδώ. Δεν είναι μία και δύο φορές. Είναι τώρα δύο χρόνια. Μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις …;

Εκείνο το «δύο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπά-Σάββα. Δύο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο.
Να αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δύο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφής σου, είναι θλιβερό.

-Και γιατί, παιδί μου, τόσο καιρό, δεν μου ανέφερες τίποτε;
-Μου είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.

Ο παπά-Σάββας καταλάβαινε πως έχει να δώσει μεγάλη μάχη. Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο ότι δεν πρόκειται για άγγελο. Να έτοιμασθη έπειτα να αντιμετώπιση την οργή του δαίμονος. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε μυστικά με θέρμη.

-Παιδί μου, είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;
-Βέβαιος; Βεβαιώτατος, γέροντά μου! Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες, συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο …; Ο φύλακας άγγελος μου είναι.

Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε επιφυλακτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι, έλεγε, πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύει στην προσευχή; Αυτός πολεμεί τους προσευχομένους.
Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες. Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».

-Ζήτησέ του, του είπε ο παπά-Σάββας, μόλις ξανάρθει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε». Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του σταυρού.

Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση ανήγγειλε στον πνευματικό.

-Γέροντα μου, τα πράγματα έχουν όπως σου τα είπα. Είναι άγγελος του Θεού. Είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.

Ο παπά-Σάββας καλά το είχε αντιληφθεί. Δύο ετών δουλειά από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε να αχρηστευθεί εύκολα. Αν όμως αυτός ξέρη πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φως της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.
Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του Πνευματικού. Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο:

-Άκου εδώ, παιδί μου. Πρόσεξε σε μία τελευταία δοκιμασία. Μ΄ αυτήν θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Στους αγγέλους του Θεού υπάρχει η δυνατότης όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός. Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρομοία δυνατότης και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά. Συμφωνείς;
-Συμφωνώ.
-Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τί θα κάνουμε. Εγώ, την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή, κάτι θα σκεφθώ -σκέφθηκε κάτι εις βάρος του διαβόλου- και το αφήνω κρυπτό και αψηλάφητο μέσα μου. Εσύ το βράδυ να ζήτησης από τον άγγελο να σου το πει. Αν το βρει, τότε χωρίς αμφιβολία είναι του Θεού. Και να ‘ρθεις να με ενημέρωσης.

Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβη του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση. Από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεσις θα περνούσε τώρα στην κρίσιμη φάση της.
Μόλις ζητήθηκε, την νύχτα, από τον άγγελο η λύσις του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπό του. Φάνηκε να σαστίζει.

-Μα, αγαπητέ μου πάτερ. Γιατί εσύ, ανώτερος άνθρωπος, να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός θνητού; Αυτό είναι κατάντημα. Φτωχές επιθυμίες. Δεν προτιμάς να πάμε να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου;

Ο διάκονος, που άρχισε κάτι να υποψιάζεται, επέμενε στο θέμα τους.
-Κάνω υπακοή στον πνευματικό. Να μου πεις τι σκέφθηκε.

Ο άγγελος με μερικούς επιδέξιους ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση. Ο διάκονος όμως με επιμονή τον επανέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.

-Να μου πεις τι σκέφθηκε ο πνευματικός. Το θέμα είναι απλό. Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;
-Πρόσεχε, διάκο. Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσης την εύνοιά μου.
-Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι, επί τέλους, τι σκέφθηκε ο πνευματικός;

Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε, μερικά άγρια δόντια έτριξαν, και σαν από στόμα λυσσασμένου θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:
-Να χαθείς, άθλιε. Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση, στην φωτιά! Θα σε κάψουμε! Θα σε καταστρέψουμε!

Και ο διάκονος έμεινε μόνος του. Μόνος του και σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών, δύο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πικρία. Αν δεν τον εστήριζαν από μακριά οι προσευχές του πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι΄ αυτόν, θα’ χε παραδώσει το πνεύμα του.
Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ΄ όλη του την διαδρομή βούιζε στ΄ αυτιά του η απειλή: «Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση»! Ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφθασε όπως έφθασε ως την καλύβη της Αναστάσεως. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή. Και την ώρα που έπρεπε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος!

Μη φοβάσαι, παιδί μου. Ηρέμησε.
-Πώς να μη φοβηθώ, πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα. Ω! Πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουν. Χριστέ μου, σώσε με!

Και πράγματι. Την καθορισμένη ώρα δέχθηκε βιαία επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τί κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές!
-Σώσε με, πνευματικέ μου! Χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με!

Γονατίζει ο πάπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο Του και να επιτιμήση τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέησίς του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από «στόματος λέοντος».
Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία. Τραγωδία πολύ διδακτική. Αλήθεια, τί κίνδυνοι κρύβονται πίσω από τις οπτασίες και τα οράματα! Τι μπορεί να χτίση ο εχθρός, όταν δεν ξεδιπλώνουμε πλήρως τον εσωτερικό μας κόσμο στην εξομολόγηση…!

Από το βιβλίο «Σάββας ο πνευματικός» – Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού π. Δανιήλ Γούβαλη

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ 1568 ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΩΣ «ΒΑΣΙΛΕΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ»

Από την εφημερίδα «Καθημερινή». Η τοιχογραφία χρονολογείται από το 1568 και βρίσκεται στην Μονή Δοχειαρίου του Αγίου Όρους. Η Μονή Δοχειαρίου φαίνεται ότι ανάγεται στα πρώτα χρόνια του 11ου αιώνα.

Από τη μιά μεριά λέει «Βασιλεύς Ελλήνων Αλέξανδρος» και από την άλλη «Βασιλεύς Ρωμαίων Αύγουστος».

VatopaidiFriend: Είναι ξεκάθαρο ότι το «Έλληνες» εδώ αναφέρεται στον λαό και όχι στο ειδωλολατρικό θρήσκευμα, εφόσον για τον Αύγουστο, που και αυτός ήταν ειδωλολάτρης, λέει «Βασιλεύς Ρωμαίων». Επίσης είναι ξεκάθαρο ότι ο Αλέξανδρος που απεικονίζεται εδώ δεν είναι ο άσημος βυζαντινός αυτοκράτορας με αυτό το όνομα (912-913), γιατί τότε θα έλεγε «Βασιλεύς Ρωμαίων», μια και οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους λόγω της Νέας Ρώμης – Κωνσταντινούπολης, και οι αυτοκράτορες λέγονταν «Βασιλείς Ρωμαίων». Εξάλλου αυτός δεν θα είχε καμμία θέση σε μια τέτοια τοιχογραφία. Εδώ απεικονίζεται ο Μέγας Αλέξανδρος της αρχαιότητας.


From greek newspaper ‘Kathimerini‘. The mural dates from 1568 and anyone can see it in Moni Docheiareiou in Mt. Athos. The monastery of Docheiareiou appears to date back to the early years of the eleventh century.

From one side it says ‘Alexander King of the Hellenes (that’s how you say «Greeks» in Greek)’ and from the other ‘Augustus King of the Romans’.

VatopaidiFriend:
 
It is clear that «Hellenes» here refers to the ethnicity and not to the pagan religion, since for Augustus (Octavian), who was also a pagan, it says «King of the Romans». It is also clear that the Alexander who is depicted here is not the insignificant and obscure Byzantine emperor of the same name (912-913), because then it would say «King of the Romans», since the Byzantines called themselves «Romans» due to the New Rome – Constantinople, and the emperors were called «King of the Romans». Besides this one would have no place in such a mural. It is Alexander the Great of antiquity who is depicted here.

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΩΝ ΦΑΚΕΛΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΖΗΤΑ Η ΙΕΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους με Επιστολή που απευθύνει προς τους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Παιδείας εκφράζει την έντονη ανησυχία της για το νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου αλλά και για τα νέα Θρησκευτικά. Ειδικότερα για το ζήτημα των Θρησκευτικών ζητά την απόσυρση των Φακέλων Μαθήματος και την επαναφορά των προηγουμένων βιβλίων.


Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: ΣΗΚΩΘΗΚΑΝ ΜΑΥΡΕΣ ΣΗΜΑΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΟΧΕΙΑΡΙΟΥ

Του Ηλία Προύφα

Μαύρες σημαίες που αναγράφουν »Έξω οι Αντίχριστοι από το Άγιον Όρος» κυματίζουν από χθες Τρίτη στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους. Πρόκειται για μια ενέργεια της Μονής η οποία έχει σχέση με την ακυρωθείσα από τους Αγιορείτες επίσκεψη του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στο Περιβόλι της Παναγίας.
Ως γνωστόν ο Πρωθυπουργός επρόκειτο να επισκεφθεί σήμερα την Ιερά Μονή Παντοκράτορος μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, όμως σε ψηφοφορία τους η πλειοψηφία των αντιπροσώπων των μονών ακύρωσε την επίσκεψη. Για το θέμα αναφέρθηκε δημόσια με επιστολή του και ο αντιπρόσωπος της Ι.Μ. Ξηροποτάμου Ιερομόναχος Παύλος ο οποίος στην τοποθέτησή του στη σύναξη τόνισε πως θα πρέπει να ζητήσουν από τον Πρωθυπουργό να μην πραγματοποιήσει την επίσκεψη.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου Γέροντας Γρηγόριος είχε ταχθεί ανοιχτά κατά της επίσκεψης αυτής καλώντας τους Αγιορείτες Πατέρες να αντισταθούν.
Πριν λίγη ώρα ο Καθηγούμενος Γρηγόριος έδωσε στη δημοσιότητα νέο άρθρο του παρέμβαση στο οποίο αναγράφει για την προχθεσινή ψηφοφορία: »Δόθηκε ἡ μάχη καὶ φάνηκε ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀνεπάρκεια τῶν πολλὰ κατεχόντων. Νίκησε ὁ σταυρός, νίκησε ἡ ἔφορος τοῦ τόπου, ἡ Παναγία, νίκησαν οἱ προσευχὲς τῶν μικροσχήμων μοναχῶν καὶ δὲν διεπέρασε τοῦ Ὄρους τὶς ἀτραποὺς ὁ μεγαλύτερος σατράπης τῶν τελευταίων χρόνων. Μᾶς ἔμεινε ὅμως ἡ λύπη στὶς καρδιές μας ὅτι τὰ εὔπορα μοναστήρια τὰ προδίδουν ὅλα, γιὰ νὰ κερδίσουνε τὴν εὔνοια τῶν κρατούντων, ὅποιοι καὶ νὰ εἶναι αὐτοί».

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2017

ΟΤΑΝ Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΣΤΑ ΚΑΡΟΥΛΙΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΑΚΑΡΙΟ ΤΟΝ ΣΠΗΛΑΙΩΤΗ

Όταν ο Καζαντζάκης συνάντησε στα Καρούλια
τον Γέροντα Μακάριο τον Σπηλαιώτη

Ἀπὸ τὴν «Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο», ἐκδ. Ἑλ. Καζαντζάκη, 1964

Τελείωνε πιὰ τὸ προσκύνημά μας. Τὶς παραμονὲς τοῦ μισεμοῦ πῆρα τὸν ἀνήφορο μοναχός, ν᾿ ἀνέβω στ᾿ ἄγρια ἡσυχαστήρια, ἀνάμεσα στοὺς βράχους ἀψηλὰ ἀπάνω ἀπὸ τὴ θάλασσα, στὰ Καρούλια. Τρυπωμένοι μέσα σὲ σπηλιές, ζοῦν ἐκεῖ καὶ προσεύχουνται γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου, καθένας μακριὰ ἀπὸ τὸν ἄλλο, γιὰ νὰ μὴν ἔχουν καὶ τὴν παρηγοριὰ νὰ βλέπουν ἀνθρώπους, οἱ πιὸ ἄγριοι, οἱ πιὸ ἅγιοι ἀσκητὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἕνα καλαθάκι ἔχουν κρεμασμένο στὴ θάλασσα, κι οἱ βάρκες ποὺ τυχαίνει κάποτε νὰ περνοῦν ζυγώνουν καὶ ρίχνουν μέσα λίγο ψωμί, ἐλιές, ὅ,τι ἔχουν, γιὰ νὰ μὴν ἀφήσουν τοὺς ἀσκητὲς νὰ πεθάνουν τῆς πείνας. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἄγριους αὐτοὺς ἀσκητὲς τρελαίνουνται· θαρροῦν πὼς ἔκαμαν φτερά, πετοῦν ἀπάνω ἀπὸ τὸν γκρεμὸ καὶ γκρεμίζουνται· κάτω ὁ γιαλὸς εἶναι γεμάτος κόκκαλα.

Ἀνάμεσα στοὺς ἐρημίτες τούτους ζοῦσε τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ξακουστὸς γιὰ τὴν ἁγιοσύνη του, ὁ Μακάριος ὁ Σπηλαιώτης. Αὐτὸν κίνησα νὰ δῶ· ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ πάτησα στὸ ἱερὸ βουνό, εἶχα πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ πάω νὰ τὸν δῶ, νὰ σκύψω νὰ τοῦ φιλήσω τὸ χέρι καὶ νὰ τοῦ ξομολογηθῶ. Ὄχι τὰ κρίματά μου, δὲν πίστευα νά ῾χα κάμει ὡς τότε πολλά, ὄχι τὰ κρίματά μου παρὰ τὴν ἑωσφορικὴ ἀλαζονεία ποὺ συχνὰ μ᾿ ἔσπρωχνε νὰ μιλῶ μὲ ἀναίδεια γιὰ τὰ ἑφτὰ μυστήρια καὶ τὶς δέκα ἐντολὲς καὶ νὰ θέλω νὰ χαράξω δικό μου δεκάλογο.
Ἔφτασα κατὰ τὸ μεσημέρι στ᾿ ἀσκηταριά· τρῦπες μαῦρες στὸν γκρεμό, σιδερένιοι σταυροὶ καρφωμένοι στοὺς βράχους, ἕνας σκελετὸς πρόβαλε ἀπὸ μιὰ σπηλιά, τρόμαξα· σὰ νὰ ῾χε φτάσει κιόλας ἡ Δευτέρα Παρουσία καὶ ξεπρόβαλε ὁ σκελετὸς αὐτὸς ἀπὸ τὴ γῆς καὶ δὲν εἶχε ἀκόμα προφτάσει νὰ ντυθεῖ ὅλες τὶς σάρκες του. Φόβος κι ἀηδία μὲ κυρίεψε, καὶ συνάμα κρυφὸς ἀνομολόγητος θαμασμός· δὲν τόλμησα νὰ τὸν ζυγώσω, τὸν ρώτησα ἀπὸ μακριά· ἅπλωσε τὸ ξεραμένο μπράτσο, ἀμίλητος, καὶ μοῦ ῾δειξε μιὰ μαύρη σπηλιὰ ἀψηλὰ στὰ χείλια τοῦ γκρεμοῦ.

Πῆρα ν᾿ ἀνεβαίνω πάλι τοὺς βράχους, μὲ καταξέσκισαν τ᾿ ἀγκρίφια τους, ἔφτασα στὴ σπηλιά. Ἔσκυψα νὰ δῶ μέσα· μυρωδιὰ χωματίλα καὶ λιβάνι, σκοτάδι βαθύ· σιγὰ-σιγὰ διέκρινα ἕνα σταμνάκι δεξά, σὲ μιὰ σκισμάδα τοῦ βράχου, τίποτα ἄλλο· ἔκαμα νὰ φωνάξω, μὰ ἡ σιωπὴ μέσα στὸ σκοτάδι ἐτοῦτο μοῦ φάνηκε τόσο ἱερή, τόσο ἀνησυχαστική, ποὺ δὲν τόλμησα· σὰν ἁμαρτία, σὰν ἱεροσυλία μοῦ φάνηκε ἐδῶ ἡ φωνὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Εἶχαν πιὰ συνηθίσει τὰ μάτια μου στὸ σκοτάδι, κι ὡς τὰ γούρλωνα καὶ κοίταζα, ἕνας φωσφορισμὸς ἁπαλός, ἕνα πρόσωπο χλωμό, δυὸ χέρια σκελεθρωμένα κουνήθηκαν στὸ βάθος τῆς σπηλιᾶς κι ἀκούστηκε γλυκιὰ ξεπνεμένη φωνή:
— Καλῶς τον!

Ἔκαμα κουράγιο, μπῆκα στὴ σπηλιά, προχώρησα κατὰ τὴ φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, εἶχε σηκώσει τὸ κεφάλι ὁ ἀσκητής, καὶ διέκρινα στὸ μεσόφωτο τὸ πρόσωπό του ἄτριχο, φαγωμένο ἀπὸ τὶς ἀγρύπνιες καὶ τὴν πείνα, μὲ ἀδειανοὺς βολβούς, νὰ γυαλίζει βυθισμένο σὲ ἀνείπωτη μακαριότητα· τὰ μαλλιά του εἶχαν πέσει, ἔλαμπε τὸ κεφάλι του σὰν κρανίο.
— Εὐλόγησον, πάτερ, εἶπα κι ἔσκυψα νὰ τοῦ φιλήσω τὸ κοκαλιασμένο χέρι.

Κάμποση ὥρα σωπαίναμε· κοίταζα μὲ ἀπληστία τὴν ψυχὴ τούτη ποὺ εἶχε ἐξαφανίσει τὸ κορμί της, αὐτὸ βάραινε τὶς φτεροῦγες της καὶ δὲν τὴν ἄφηνε ν᾿ ἀνέβει στὸν οὐρανό. Ἀνήλεο, ἀνθρωποφάγο θεριὸ ἡ ψυχὴ ποὺ πιστεύει· κρέατα, μάτια, μαλλιά, ὅλα τοῦ τά ῾χε φάει.
Δὲν ἤξερα τί νὰ πῶ, ἀπὸ ποῦ ν᾿ ἀρχίσω. Σὰν ἕνα στρατόπεδο ὕστερα ἀπὸ φοβερὴ σφαγή μοῦ φάνταζε τὸ σαράβαλο κορμὶ μπροστά μου· ξέκρινα ἀπάνω του τὶς νυχιὲς καὶ τὶς δαγκωματιὲς τοῦ Πειρασμοῦ.
Ἀποκότησα τέλος:

— Παλεύεις ἀκόμα μὲ τὸ Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τὸν ρώτησα.
— Ὄχι πιά, παιδί μου· τώρα γέρασα, γέρασε κι αὐτὸς μαζί μου· δὲν ἔχει δύναμη· παλεύω μὲ τὸ Θεό.
— Μὲ τὸ Θεό! ἔκαμα ξαφνιασμένος· κι ἐλπίζεις νὰ νικήσεις;
— Ἐλπίζω νὰ νικηθῶ, παιδί μου· μοῦ ἀπόμειναν ἀκόμα τὰ κόκαλα· αὐτὰ ἀντιστέκουνται.
— Βαριὰ ἡ ζωή σου, γέροντά μου· θέλω κι ἐγὼ νὰ σωθῶ, δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος;
— Πιὸ βολικός; ἔκαμε ὁ ἀσκητὴς καὶ χαμογέλασε μὲ συμπόνια.
— Πιὸ ἀνθρώπινος, γέροντά μου.
— Ἕνας μονάχα δρόμος. 
— Πῶς τὸν λέν;
— Ἀνήφορο· ν᾿ ἀνεβαίνεις ἕνα σκαλί· ἀπὸ τὸ χορτασμὸ στὴν πείνα, ἀπὸ τὸν ξεδιψασμὸ στὴ δίψα, ἀπὸ τὴ χαρὰ στὸν πόνο· στὴν κορφὴ τῆς πείνας, τῆς δίψας, τοῦ πόνου κάθεται ὁ Θεός. Στὴν κορφὴ τῆς καλοπέρασης κάθεται ὁ Διάβολος· διάλεξε.
— Εἶμαι ἀκόμα νέος· καλή ῾ναι ἡ γῆς, ἔχω καιρὸ νὰ διαλέξω.
Ἅπλωσε ὁ ἀσκητὴς τὰ πέντε, κόκαλα τοῦ χεριοῦ του, ἄγγιξε τὸ γόνατό μου, μὲ σκούντηξε:
— Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πρὶν σὲ ξυπνήσει ὁ Χάρος.
Ἀνατρίχιασα.
— Εἶμαι νέος, ξανάπα γιὰ νὰ κάμω κουράγιο.
— Ὁ Χάρος ἀγαπάει τοὺς νέους· ἡ Κόλαση ἀγαπάει τοὺς νέους· ἡ ζωή ῾ναι ἕνα μικρὸ κεράκι ἀναμμένο, εὔκολα σβήνει, ἔχε τὸ νοῦ σου, ξύπνα!
Σώπασε μιὰ στιγμή, καὶ σὲ λίγο:
— Εἶσαι ἕτοιμος; μοῦ κάνει. 
Ἀγανάχτηση μὲ κυρίεψε καὶ πεῖσμα.
— Ὄχι! φώναξα.
— Αὐθάδεια τῆς νιότης! Τὸ λὲς καὶ καυχιέσαι, μὴ φωνάζεις· δὲ φοβᾶσαι;
— Ποιὸς δὲ φοβᾶται; Φοβοῦμαι. Κι ἐλόγου σου, πάτερ ἅγιε, δὲ φοβᾶσαι; Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει νὰ φτάσεις στὴν κορφὴ τῆς σκάλας, φάνηκε ἡ πόρτα τῆς Παράδεισος· μὰ θ᾿ ἀνοίξει ἡ πόρτα αὐτὴ νὰ μπεῖς; θ᾿ ἀνοίξει; εἶσαι σίγουρος;
Δυὸ δάκρυα κύλησαν ἀπὸ τὶς κόχες τῶν ματιῶν του· ἀναστέναξε· καὶ σὲ λίγο:
— Εἶμαι σίγουρος γιὰ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· αὐτὴ νικάει καὶ συχωρνάει τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου.
— Κι ἐγὼ εἶμαι σίγουρος γιὰ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· αὐτὴ λοιπὸν μπορεῖ νὰ συχωρέσει καὶ τὴν αὐθάδεια της νιότης.
— Ἀλίμονο νὰ κρεμόμαστε μονάχα ἀπὸ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· ἡ κακία τότε κι ἡ ἀρετὴ θὰ μπαῖναν ἀγκαλιασμένες στὴν Παράδεισο.
— Δὲν εἶναι, θαρρεῖς, γέροντά μου, ἡ καλοσύνη τοῦ Θεοῦ τόσο μεγάλη;

Κι ὡς τό ῾πα, ἄστραψε στὸ νοῦ μου ὁ ἀνόσιος, μπορεῖ, μά, ποιὸς ξέρει, μπορεῖ ὁ τρισάγιος στοχασμός, πὼς θά ῾ρθει καιρὸς τῆς τέλειας λύτρωσης, τῆς τέλειας φίλιωσης, θὰ σβήσουν οἱ φωτιὲς τῆς Κόλασης, κι ὁ Ἄσωτος Υἱός, ὁ Σατανᾶς, θ᾿ ἀνέβει στὸν οὐρανό, θὰ φιλήσει τὸ χέρι τοῦ Πατέρα καὶ δάκρυα θὰ κυλήσουν ἀπὸ τὰ μάτια του: «Ἥμαρτον!» θὰ φωνάξει, κι ὁ Πατέρας θ᾿ ἀνοίξει τὴν ἀγκάλη του: «Καλῶς ἦρθες» θὰ τοῦ πεῖ «καλῶς ἦρθες, γιὲ μου· συχώρεσέ με ποὺ σὲ τυράννησα τόσο πολύ!».
Μὰ δὲν τόλμησα νὰ ξεστομίσω τὸ στοχασμό μου· πῆρα ἕνα πλάγιο μονοπάτι νὰ τοῦ τὸ πῶ.

— Ἔχω ἀκουστά, γέροντά μου, πὼς ἕνας ἅγιος, δὲ θυμᾶμαι τώρα ποιός, δὲν μποροῦσε νὰ βρεῖ ἀνάπαψη στὴν Παράδεισο. Ἄκουσε ὁ Θεὸς τοὺς στεναγμούς του, τὸν κάλεσε: «Τί ἔχεις κι ἀναστενάζεις;» τὸν ρώτησε· «δὲν εἶσαι εὐτυχής;—Πῶς νά ῾μαι εὐτυχής, Κύριε;» τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ ἅγιος. Στὴ μέση μέση τῆς Παράδεισος ἕνα συντριβάνι καὶ κλαίει. —Τί συντριβάνι;—Τα δάκρυα τῶν κολασμένων».
Ὁ ἀσκητὴς ἔκαμε τὸ σημάδι τοῦ σταυροῦ, τὰ χέρια του ἔτρεμαν.
— Ποιὸς εἶσαι; ἔκαμε μὲ φωνὴ ξεψυχισμένη· ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ!
Ἔκαμε πάλι τὸ σταυρὸ του τρεῖς φορές, ἔφτυσε στὸν ἀέρα:
— Ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ, ξανάπε, κι ἡ φωνή του τώρα εἶχε στερεώσει.
Ἄγγιξα τὸ γόνατό του ποὺ γυάλιζε γυμνὸ στὸ μεσόφωτο· τὸ χέρι μου πάγωσε.

— Γέροντά μου, τοῦ κάνω, δὲν ἦρθα ἐδῶ νὰ σὲ πειράξω, δὲν εἶμαι ὁ Πειρασμός· εἶμαι ἕνας νέος ποὺ θέλει νὰ πιστέψει ἁπλοϊκά, χωρὶς νὰ ρωτάει, ὅπως πίστευε ὁ παππούς μου ὁ χωριάτης· θέλω, μὰ δὲν μπορῶ.
—Ἀλίμονό σου, ἀλίμονό σου, δυστυχισμένε· τὸ μυαλὸ θὰ σὲ φάει, τὸ ἐγὼ θὰ σὲ φάει. Ὁ ἀρχάγγελος Ἑωσφόρος, ποὺ ἐσὺ ὑπερασπίζεσαι καὶ θὲς νὰ τὸν σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στὴν Κόλαση; Ὅταν στράφηκε στὸ Θεὸ κι εἶπε: Ἐγώ. Ναὶ ναί, ἄκου, νεαρέ, καὶ βάλ᾿ το καλὰ στὸ νοῦ σου: 
Ἕνα μονάχα πράμα κολάζεται στὴν Κόλαση, τὸ ἐγώ. Τὸ ἐγώ, ἀνάθεμά το! 
Τίναξα τὸ κεφάλι πεισματωμένος:
— Μὲ τὸ ἐγὼ αὐτὸ ξεχώρισε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ ζῷο, μὴν τὸ κακολογᾶς, πάτερ Μακάριε.
— Μὲ τὸ ἐγὼ αὐτὸ ξεχώρισε ἀπὸ τὸ Θεό. Πρῶτα ὅλα ἦταν ἕνα μὲ τὸ Θεό, εὐτυχισμένα στὸν κόρφο του. Δὲν ὑπῆρχε ἐγὼ καὶ σὺ κι ἐκεῖνος· δὲν ὑπῆρχε δικό σου καὶ δικὸ μου, δὲν ὑπῆρχαν δυό, ὑπῆρχε ἕνα· τὸ Ἕνα, ὁ Ἕνας. Αὐτὸς εἶναι ὁ Παράδεισος ποὺ ἀκοῦς, κανένας ἄλλος· ἀπὸ κεῖ ξεκινήσαμε, αὐτὸν θυμᾶται καὶ λαχταρίζει ἡ ψυχὴ νὰ γυρίσει· βλογημένος ὁ θάνατος! τί ‘ναι ὁ θάνατος, θαρρεῖς; Ἕνα μουλάρι, τὸ καβαλικεύουμε καὶ πᾶμε.

Μιλοῦσε, κι ὅσο μιλοῦσε τὸ πρόσωπό του φωτίζουνταν· γλυκό, εὐτυχισμένο χαμόγελο ζεχύνουνταν άπὸ τὰ χείλια του κι ἔπιανε ὅλο του τὸ πρόσωπο. Ἔνιωθες βυθίζουνταν στὴν Παράδεισο.
— Γιατί χαμογελᾶς, γέροντά μου;
— Εἶναι νὰ μὴ χαμογελῶ; μοῦ ἀποκρίθηκε· εἶμαι εὐτυχής, παιδί μου· κάθε μέρα, κάθε ὥρα, γρικῶ τὰ πέταλα τοῦ μουλαριοῦ, γρικῶ τὸ Χάρο νὰ ζυγώνει.

Εἶχα σκαρφαλώσει τὰ βράχια γιὰ νὰ ξομολογηθῶ στὸν ἄγριο τοῦτον ἀπαρνητὴ τῆς ζωής· μὰ εἶδα ἦταν ἀκόμα πολὺ ἐνωρίς· ἡ ζωὴ μέσα μου δὲν εἶχε ξεθυμάνει, ἀγαποῦσα πολὺ τὸν ὁρατὸ κόσμο, ἔλαμπε ὁ Ἑωσφόρος στὸ μυαλό μου, δὲν εἶχε ἀφανιστεῖ μέσα στὴν τυφλωτικὴ λάμψη τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα, συλλογίστηκα, σὰ γεράσω, σὰν ξεθυμάνω, σὰν ξεθυμάνει μέσα μου κι ὁ Ἑωσφόρος.

Σηκώθηκα. Ἄσκωσε ὁ γέροντας τὸ κεφάλι.
— Φεύγεις; ἔκαμε· ἄε στὸ καλό· ὁ Θεὸς μαζί σου. 
Καὶ σὲ λίγο, περιπαιχτικά:
— Χαιρετίσματα στὸν κόσμο.
— Χαιρετίσματα στὸν οὐρανό, ἀντιμίλησα· καὶ πὲς στὸ Θεὸ, δὲ φταῖμε ἐμεῖς, φταίει αὐτὸς ποὺ ἔκαμε τὸν κόσμο τόσο ὡραῖο.