ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

Όσιος Ονησίφορος ο Θαυματουργός
 
Που ακριβώς γεννήθηκε και ήκμασε ο άγιος αυτός δυστυχώς δεν γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πώς μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι πολύ ευσεβείς κι ενάρετοι, μα και πολύ πλούσιοι κι είχαν τιμηθεί από τους τότε άρχοντες και βασιλείς με πολλές τιμές και αξιώματα. Παρά την ξεχωριστή όμως τούτη προβολή τους, οι άνθρωποι αυτοί έμειναν μέχρι τέλους πιστοί και ταπεινοί.

Από τέτοιους γονείς, όπως ήταν φυσικό, πήρε ο Ονησίφορος από αυτή τη βρεφική ηλικία την ανάλογο χριστιανική μόρφωση κι ανατροφή. Άφθονο κάθε μέρα του προσφερόταν το άδολο γάλα της πίστεως. Και το αποτέλεσμα; Αυτό που ψάλλει κι ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας. «Ἐκ ρίζης ἀγαθῆς ἀγαθὸς ἐβλάστησε καρπός, ὁ ἐκ βρέφους ἱερὸς Ὀνησίφορος, χάριτι μᾶλλον ἡ γάλακτι τραφεῖς». Από άγια ρίζα, άγιος και ο καρπός. Αυτό μαρτυρεί ολόκληρη η ζωή του Αγίου.

Μεγαλώνει μέσα στο παλάτι αλλά δεν παρασύρεται από την λάμψη των αξιωμάτων, τα οποία του προσφέρονται από νωρίς. Νεώτατος χάρη στη σοφία και τη σύνεση και τις γνώσεις του έγινε Αυγουστάλιος, δηλαδή ναύαρχος του στόλου της Αυτοκρατορίας, όπως θα λέγαμε σήμερα. Κι όμως ο Ονησίφορος δεν ξιππάζεται, δεν υπερηφανεύεται. Δεν αλλάζει τρόπους ζωής. Με βαθιά συναίσθηση της θέσεως του φροντίζει απ' την πρώτη στιγμή πώς να αυξήσει με κατάλληλα καράβια τον στόλο της Αυτοκρατορίας. Πολλοί είναι οι εχθροί που επιβουλεύονται τη δύναμη της. Κι άλλοι τόσοι εκείνοι που φθονούν τη δόξα και το μεγαλείο της. Τα βλέπει αυτά ο συνετός νέος και σπεύδει να ετοιμασθεί. Δεν πρόφτασε όμως. Κάποιο πρωινό τα εχθρικά καράβια πλέουν προς την Πόλη. Κι ο Ονησίφορος, μολονότι ανέτοιμος, κινείται να τα ανακόψει. Στη ναυμαχία που έγινε, «κρίμασιν οἲς οἶδε Κύριος», τα ελληνικά εκείνα καράβια, που έπλευσαν να αντιμετωπίσουν τον εχθρό διελύθησαν. Μόνο η ναυαρχίδα διασώθηκε, στην οποία βρισκόταν κι ο Άγιος.

Η ήττα αυτή συνεκλόνισε τον φιλότιμο νέο, που συντετριμμένος εγκαταλείπει τη σταδιοδρομία του και με δέκα άλλους συντρόφους έρχεται στην Κύπρο και βγαίνει εκεί στην Πάφο. «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα», λέγει κι επαναλαμβάνει μοναχός του. «Οὐ παραμένει ὁ πλοῦτος, οὐ συνοδεύει ἡ δόξα», προσθέτουν οι άλλοι κι αποφασίζουν να διασκορπισθούν και να ζήσουν την αγγελική ζωή, τη μοναχική. Το περιστατικό, που τους συνέβη, το θεωρούν σαν επέμβαση Θεού και σαν υπόδειξη πώς για κάπου άλλου τους προορίζει. Γι' αυτό δεν απογοητεύονται. Δεν ελεεινολογούν την τύχη τους, όπως συνήθως κάμνουν οι άνθρωποι του κόσμου τούτου. Φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού το οποίο συνιστά να ευχαριστούμε τον Κύριο, όχι μόνο για τα ευχάριστα, αλλά και για εκείνα που φαινομενικά φαίνονται δυσάρεστα, δοξολογούν τον Θεό, και μετά από θερμή προσευχή χωρίζονται και προχωρεί ο καθένας και σ' ένα μέρος.

Ο φιλόθεος νέος, ο Ονησίφορος, αφού περιόδευσε διάφορους τόπους, ήλθε προς τα μέρη του χωριού Αναρίτα. Η ησυχία, το άφθονο πράσινο του όμορφου εκείνου τοπίου του ικανοποιούν την ψυχή και του φλογίζουν την καρδιά. Τα λόγια του Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοί» κυκλοφορούν συνέχεια στο μυαλό του και του θεριεύουν την ιερή απόφαση. Την απόφαση να ζήσει πια με οδηγό το θέλημα του Χριστού και για τον Χριστό. Ένας ο ευγενής οραματισμός του. Να μπορέσει κάποια μέρα να αναφωνήσει κι αυτός του θείου Παύλου τα λόγια. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγῶ' ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».

Μια σπηλιά έξω από το χωριό γίνεται τώρα ο τόπος διαμονής και το ασκητήριό του. Μέσα σ' αυτή ο φλογερός νέος «παραδοθεῖς τὴ χάριτι τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ιέ', 40) ολόψυχα με ζήλο θερμουργό και σύνεση βαδίζει σταθερά της αρετής «τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην ὁδὸν τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ζωήν». Ελεύθερος από κάθε γήινη φροντίδα, μια φροντίδα έχει: πώς να αρέσει στον Θεό και να επιτύχει τον ιερό οραματισμό του.

Με αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία, αλλά και με κάθε αρετή, σαν προσεκτικός γεωργός, φροντίζει καθημερινά και με σκληρό αγώνα προσπαθεί να ξερριζώνει από της ψυχής του το χωράφι τα διάφορα αγκάθια των παθών. Οι πειρασμοί που δοκιμάζει μέσα σ' εκείνη τη στενή και υγρή σπηλιά είναι αφάνταστα πολλοί. Ο πιστός όμως και ανύστακτος ασκητής με τη δύναμη της προσευχής τους ανατρέπει όλους και κατορθώνει σε κάθε περίσταση να ξεπληρώνει την προφητική φωνή, που λέγει: «Νεώσατε ἐαυτοίς, νεώματα καὶ μὴ σπείρητε ἐν ἀκάνθαις». Δηλαδή βγάλτε από το χωράφι της ψυχής σας τα αγκάθια και κάνετε το καινούργιο. Ξεχερσώστέ το, ώστε να γίνει κατάλληλο για τη νέα καρποφορία. Προσοχή. Μη σπέρνετε ποτέ σε χωράφι που είναι γεμάτο αγκάθια (Ιερεμ. δ', 3).

Στο ερημικό εκείνο μέρος περνά τις ημέρες του ο Όσιος μας. Το σώμα του δεν διστάζει να το ταλαιπωρεί με νηστείες και αγρυπνίες και να το υποτάσσει στο θέλημα του Θεού. Συγχρόνως όμως και στην ψυχή του δεν αμελεί να προσφέρει κάθε πνευματική τροφή. Με την απλότητα του χαρακτήρα του, με την πραότητα στη συμπεριφορά του και με τη βασίλισσα των αρετών, την ταπεινοφροσύνη, που φροντίζει να έχει στην καρδιά του σαν θεμέλιο της ζωής του, κατορθώνει να βγαίνει πάντα νικητής στους πνευματικούς αγώνες του. Γι' αυτό τον λόγο και ο Θεός τον τίμησε με ιδιαίτερες δωρεές και χαρίσματα. Του έδωσε πλούσια το χάρισμα της θεραπείας. Πολλά θαύματα και ιατρείες επενεργούσε καθημερινά. Θεραπείες δαιμονισμένων, λεπρών, καρκινοπαθών, παθήσεων ματιών κι ένα σωρό άλλων ασθενειών. Σε μια περίοδο τρομερής ανομβρίας με τη θερμή προσευχή του σαν τον Προφήτη Ηλία άνοιξε τους καταρράκτες του ουρανού και κατέβασε βροχές ευεργετικές, που δρόσισαν όχι μονάχα ανθρώπους και ζώα, αλλά και πότισαν τη διψασμένη γη. Στο πρόσωπο του έβρισκαν οι δυστυχισμένοι την παρρησία, οι άρρωστοι τη θεραπεία κι οι πονεμένοι την παρηγοριά. Αυτά όσο καιρό ζούσε. Μα κι όταν σε βαθιά γηρατειά παρέδωκε την αγία ψυχή του στον Κύριο, και πάλι η αγάπη του Θεού του χάρισε «δόξαν καὶ τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν». θριαμβευτής μπήκε ο φλογερός ασκητής «εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ» (Β' Κορινθ. δ', 15). Κι απ' εκεί συνεχίζει τα ευεργετικά θαύματα του σε όλους εκείνους που με συντριβή ψυχής και ειλικρινή μετάνοια εκζητούν τη μεσιτεία του.

Δυστυχώς το σπήλαιο του Αγίου είναι ακαθόριστο σήμερα. Ο χρόνος το έχει εξαφανίσει και ο χώρος έχει καταχωσθεί. Έξω όμως από το χωριό και στο Ν.Α. άκρον του κοιμητηρίου βλέπει κανείς ένα ερειπωμένο εκκλησάκι, που έκτισε ο ίδιος ο Άγιος με τα χέρια του. Η μικρή αυτή Βυζαντινή εκκλησούλα είναι μονόκλιτος και με στέγη καμαρωτή, στενόμακρη 10.80μ. επί 3.60μ. Δυστυχώς εδώ και ολίγα χρόνια έπαψε και να λειτουργείται. Γύρω από την εκκλησούλα υπάρχουν θεμέλια κελλιών, που μαρτυρούν ότι κάποτε εκεί ήταν κτισμένη και Ιερά Μονή προς τιμή του αγίου Ονησιφόρου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 13 Ιουλίου.

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΣ Ο ΕΝ ΚΟΡΩΝΗΣΙΑ

Όσιος Ονούφριος ο εν Κορωνησία

Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για τον Άγιο Ονούφριο κι αυτές διασώζονται από τους κατοίκους της Κορωνησίας. «Θεοσεβέστατος και ταπεινός» μόνασε σ’ ένα μοναστήρι του «Γενεθλίου της Θεοτόκου» στην Κορωνησία.Η ταπεινότητά του ήταν τέτοια που δυστυχώς οι άλλοι μοναχοί μη μπορώντας να κατανοήσουν την αγιότητά του, τον περιγελούσαν. Η εμφάνιση όμως δύο θαυμάτων από τον Άγιο άλλαξε αμέσως την εικόνα που είχαν οι άλλοι γι’αυτόν. Σύμφωνα με το πρώτο θαύμα έγινε αντιληπτός από τους συμμοναχούς του όταν επέστρεψε στο μοναστήρι από ένα νησάκι, που λέγετε Βουβάλα, που μάζευαν ξυλεία όπου για αστείο τον είχαν άφησαν οι άλλοι μοναχοί και αυτός μετά από προσευχή έριξε το ράσο του στην θάλασσα και ταξίδεψε επάνω του μέχρι το νησί χρησιμοποιώντας το ως βάρκα. Κατά το δεύτερο θαύμα, έπειτα από προσευχή του απέκτησε γενειάδα μέχρι το έδαφος παρά το γεγονός ότι ήταν σπανός.

Δεν είναι ακριβής ο χρόνος της κοίμησής του. Πάνω από το τάφο του έκτισαν ναό προς τιμήν του. Η μνήμη μου εορτάζεται στις 12 Ιουνίου μαζί με τον συνονόματο του Άγιο Ονούφριο της Αιγύπτου.

(Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΑΓΙΟΙ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ» του Κων/νου Ηρ.Δεσπότη-Εκδόσεις Παρακαταθήκη-Θεσσαλονίκη 2009- β΄ έκδοση)

Το παρεκκλήσιο του Οσίου Ονουφρίου

Πρόκειται για πολύ μικρή θολωτή βασιλική της οποίας τα αετώματα στην ανατολική και δυτική πλευρά υπερυψώνονται απ’ τη δικλινή κεραμωτή στέγη για λόγους αισθητικής. Τιμάται στη μνήμη του μοναχού Ονουφρίου που ασκήτεψε εκεί ως την κοίμηση του (μάλλον περί το 1780 μ.Χ.) και ενταφιάστηκε στο εσωτερικό του ναΐσκου.

Ως προς το χρόνο κατασκευής του παρεκκλησίου δε γνωρίζουμε αν το ίδρυσε ο ίδιος ο Όσιος Ονούφριος ή αν πρόκειται για παλαιότερο κτίσμα, το οποίο επειδή συνδέθηκε με τη ζωή του Οσίου πήρε και το όνομά του. Πιθανότερη είναι η δεύτερη εκδοχή και μάλιστα χωρίς να αποκλείεται η βυζαντινή προέλευσή του. Στην τοιχοποιία του χρησιμοποιήθηκαν ακανόνιστοι λίθοι και πλίνθοι με μόνη εξωτερική διακόσμηση μια οδοντωτή ταινία στα γείσα των αετωμάτων. Το κιονοστήρικτο υπόστεγο είναι σύγχρονη κατασκευή Εσωτερικά το εκκλησάκι είναι κατάμεστο από τοιχογραφίες με εμφανή τα τραύματα όχι τόσο του χρόνου όσο της κακοήθειας μερικών νεοελλήνων που χάραξαν πάνω στις εικόνες ονόματα και χρονολογίες, αυτοσυστήνοντας μ’ αυτό το τρόπο τον βανδαλισμό τους. Οι τοιχογραφίες φέρουν τη συνηθισμένη στα χρόνια της τουρκοκρατίας διάταξη σε ζώνες, όπου, κάτω εικονίζονται ολόσωμοι άγιοι, στη μέση στηθάρια αγίων και πάνω σκηνές απ’ το εορτολόγιο. Δε γνωρίζουμε το χρόνο κατασκευής τους, αλλά πιθανότατα έγιναν συγχρόνως με την ιστόρηση του κεντρικού ναού της Παναγίας, δηλαδή το 17ο αιώνα μ.Χ., γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι το παρεκκλήσι προϋπήρχε του Οσίου Ονουφρίου.

Το παρεκκλήσι του Οσίου Ονουφρίου συνδέθηκε άρρηκτα με τη ζωή και την ιστορία του γειτονικού παλαιού βυζαντινού μνημείου και γι’ αυτό θεωρείται αναπόσπαστο οργανικό του μέλος. Κλείνοντας την παρουσίαση του ναού της Παναγίας της Κορωνησίας, θα λέγαμε ότι το μνημείο αυτό μπορεί να μη διαθέτει την επιβλητικότητα άλλων βυζαντινών μνημείων, διατηρεί όμως - παρά τις αλλαγές που συντελέστηκαν τόσο στο ίδιο το κτίσμα όσο και στο χώρο που το περιβάλλει - την παλιά του υποβλητικότητα και τη μυσταγωγική του ατμόσφαιρα.

Στην εκκλησία υπάρχει και ένα πηγάδι, που το έσκαψε μέσα σε βράχο ένας μοναχός με όνομα Ονούφριος που από εκεί υδρεύετε το νησί ακόμα και σήμερα (του 18ου αιώνα μ.Χ.). Ο μοναχός αυτός (λέει ο μύθος) για αστείο τον άφησαν οι άλλοι μοναχοί σε νησάκι που μάζευαν ξυλεία και αυτός μετά από την προσευχή του έριξε το ράσο του στην θάλασσα και ταξίδεψε επάνω του μέχρι το νησί. Ο μοναχός αυτός με τα πολλά καλά που έκανε στο νησί έγινε όσιος και φτιάχτηκε εκκλησάκι που γιορτάζει στις 12 Ιουνίου και είναι ο μόνος προστάτης του νησιού.
 

https://www.saint.gr

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ, Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ

 Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυρας,
 ο Τραπεζούντιος ο εν Ασπροκάστρω αθλήσας
 
Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Τραπεζούντα και ήταν λόγιος πρόκριτος της πόλης αυτής και πολύ ευσεβής. Ασχολούμενος με το εμπόριο, κάποτε επιβιβάσθηκε σ' ένα τούρκικο πλοίο και συνόδευε τα εμπορεύματα του. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, η προσευχή, η νηστεία και η ελεημοσύνη που εκδήλωσε ο Ιωάννης, κίνησε τον φθόνο του Τούρκου πλοιάρχου, ο οποίος με μακρές συζητήσεις προσπαθούσε να τον προσηλυτίσει. Ο Ιωάννης έμπειρος σχετικά με τις Γραφές, νίκησε τον πλοίαρχο στις θρησκευτικές αυτές συζητήσεις.

Όταν αποβιβάστηκαν στο Άκκερμαν (Ασπρόκαστρο), ο πλοίαρχος συκοφάντησε τον Ιωάννη στον Τούρκο ηγεμόνα, ότι δήθεν έδωσε λόγο να γίνει μωαμεθανός. Μετά από λίγο οδηγούσαν με τιμές τον Ιωάννη, μπροστά στον ηγεμόνα, που με κολακείες και υποσχέσεις προσπαθούσε να επιτύχει τον σκοπό του. Αλλά ο Ιωάννης περίτρανα ομολόγησε πώς ήταν, είναι και θα παραμείνει χριστιανός, όσα πλούτη και αξιώματα και αν του προσφέρουν. Θυμωμένος ο ηγεμόνας, διέταξε και τον βασάνισαν τόσο σκληρά, ώστε το αίμα του έτρεχε σαν ποτάμι. Κατόπιν έτσι αιμόφυρτο τον έριξαν στη φυλακή.
Την επόμενη ήμερα, όταν τον ξαναπαρουσίασαν στον ηγεμόνα, ο Ιωάννης ομολόγησε με περισσότερο θάρρος την πίστη του, λέγοντας πως αυτά τα βασανιστήρια που του έκαναν δεν του φάνηκαν τίποτα και αν έχουν άλλα καινούργια ας τα εφαρμόσουν. Εξοργισμένος ακόμα περισσότερο από τα λόγια αυτά ο τύραννος, διέταξε και τον μαστίγωσαν τόσο βάρβαρα, ώστε άρχισαν να πέφτουν κομμάτια οι σάρκες του, μέχρι που φάνηκαν τα εντόσθια του. Στη συνέχεια τον έδεσαν στην ουρά ενός αγρίου αλόγου, που τον έσερνε μέσα στους δρόμους της πόλης. Τη στιγμή δε που περνούσε από την εβραϊκή συνοικία, οι Εβραίοι έβριζαν και κακοποιούσαν τον Μάρτυρα. Ένας μάλιστα, πήρε ένα σπαθί και του έκοψε το κεφάλι, στις 12 Ιουνίου 1492 μ.Χ. (Κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη το 1642 μ.Χ. ή κατά άλλες πηγές το 1330 μ.Χ.).
Από τα θαύματα που έκανε το εγκαταλελειμμένο λείψανο του Αγίου, ο ηγεμόνας φοβήθηκε και έδωσε την άδεια στους χριστιανούς να το παραλάβουν και να το κηδεύσουν με τιμές σε κάποιο Ναό, όπου παρέμεινε 70 χρόνια θαυματουργώντας. Αργότερα, με βασιλικές τιμές, μετακομίστηκε στη Σουτζάβα της Μολδαβίας υπό του βοεβόδα της Μολδαβίας Αλεξάνδρου του Αγαθού. Το 1686 μ.Χ., κατά την εκστρατεία του Ιωάννου Σομπιέσκι κατά των Τούρκων, παραληφθέν μεταφέρθηκε στην πόλη Ζιολκίεβ της Πολωνίας. Το 1783 μ.Χ., επανήχθη και πάλι στη Σουτσεάβα με διαταγή του αυτοκράτορα Ιωσήφ Β'.
Ακολουθία του Νεομάρτυρα Ιωάννη εξέδωσε στη Βενετία, το 1752 μ.Χ., ο Ιουστίνος ο Δεκαδύος, και άλλη, συντεθείσα υπό του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Νικηφόρου του Κρητός, εξέδωσε στο Ιάσιο το 1819 μ.Χ. ο Τραπεζούντιος Θωμάς Μπουγιούκης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 12 Ιουνίου.  
 
https://www.saint.gr

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΜΑΙΑΣ



ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΜΑΙΑΣ
 
Ο Άγιος αρχιεπίσκοπος Λουκάς, κατά κόσμον Βαλεντίν του Φέλιξ Βόινο - Γιασενέτσκι, γεννήθηκε στις 14/27 Απριλίου 1877 μ.Χ. στο Κέρτς της χερσονήσου της Κριμαίας. Το οικογενειακό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσε ήταν ιδιόμορφο καθώς ο πατέρας του ήταν Ρωμαιοκαθολικός ενώ η μητέρα του, αν και ορθόδοξη, περιοριζόταν σε καλές πράξεις χωρίς να συμμετέχει ενεργά στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Πολύ νωρίς μετακομίζουν στο Κίεβο. Στο Κίεβο ο Βαλεντίν αποφασίζει να σπουδάσει Ιατρική. Παίρνει το πτυχίο του το 1903 μ.Χ. και παρακολουθεί μαθήματα οφθαλμολογίας. Το 1904 μ.Χ., με το ξέσπασμα του Ρωσο - Ιαπωνικού πολέμου, βρέθηκε στην Άπω Ανατολή, όπου εργάστηκε ως χειρουργός με μεγάλη επιτυχία. Εκεί συναντήθηκε και με την Άννα Βασιλίεβνα Λάνσκαγια, τη μέλλουσα σύζυγό του, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά. Μετά το τέλος του πολέμου εργάζεται σε διάφορα επαρχιακά νοσοκομεία. Οι επιτυχίες του είναι τόσες πολλές που η φήμη του εξαπλώνεται γρήγορα και ασθενείς καταφθάνουν από παντού. Την ίδια εποχή μελετά σχετικά με την τοπική αναισθησία και συντάσσει επιστημονικά άρθρα. Διαπρέπει στις εγχειρήσεις των οφθαλμών και αποφασίζει να ασχοληθεί με τη θεραπεία των πυογόνων λοιμώξεων.
 
Το 1917 μ.Χ. ο Βαλεντίν εκλέγεται καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης. Η ρωσική επανάσταση είχε ήδη αρχίσει και η εκκλησία βρέθηκε στο στόχαστρο των Μπολσεβίκων. Η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Τότε ο Βαλεντίν συνελήφθη για πρώτη φορά. Αιτία ήταν η συκοφαντία ενός νοσοκόμου. Με τη βοήθεια του Θεού αποκαλύφθηκε η αλήθεια και ο γιατρός αφέθηκε ελεύθερος. Η περιπέτεια αυτή όμως, παρά το αίσιο τέλος της, αναστάτωσε την Άννα, η οποία έπασχε ήδη από φυματίωση, και η υγεία της επιδεινώθηκε σε βαθμό που λίγες ημέρες αργότερα υπέκυψε. Μετά τον θάνατό της ο γιατρός εμπιστεύτηκε τα παιδιά του στη Σοφία Σεργκέγεβνα, μια πιστή νοσοκόμα, η οποία τους στάθηκε σαν δεύτερη μητέρα για πολλά χρόνια. Ο Βαλεντίν ήταν πολύ πιστός και αυτό ήταν έκδηλο στον τρόπο που εργαζόταν. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν οι πρώτες αντιδράσεις από τους εκπροσώπους του αθεϊστικού καθεστώτος. Στο μεταξύ στους διωγμούς προστίθεται και η πληγή της «ζώσης εκκλησίας» που σκοπό είχε να υπηρετήσει τα συμφέροντα του κράτους διαιρώντας τους κληρικούς και τους πιστούς, και να τους απομακρύνει από την αληθινή πίστη. Σ' αυτή την εποχή των δοκιμασιών για την Εκκλησία, ο γιατρός συμμετείχε ενεργά στη ζωή της εκκλησίας.
 
Όταν κατηγορήθηκε ο αρχιεπίσκοπος Τασκένδης και Τουρκεστάν Ιννοκέντιος από τους σχισματικούς, ο γιατρός υπερασπίστηκε με σθένος την κανονική τάξη. Ο αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος, εντυπωσιασμένος από την παρρησία του Βαλεντίν, του προτείνει να γίνει ιερέας. Πράγματι, η χειροτονία του σε διάκονο έγινε στις 26 Ιανουαρίου 1921 μ.Χ. και μια εβδομάδα αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Το καλοκαίρι του 1923 μ.Χ. η «ζώσα εκκλησία» κάνει την επίθεσή της και εκτοπίζει τον επίσκοπο Ιννοκέντιο. Ο κλήρος και ο λαός της Τασκένδης, όντας στο έλεος των σχισματικών, εκλέγουν στη θέση του επισκόπου τον π. Βαλεντίν Βόινο - Γιασενέτσκι. Η κουρά του σε μοναχό έγινε κρυφά στο σπίτι του ιερέα - καθηγητή. Καταλληλότερο όνομα για το νέο επίσκοπο κρίθηκε εκείνο του αποστόλου, ευαγγελιστή, αγιογράφου και ιατρού Λουκά.
 
Στη συνέχεια, ταξίδεψε ως Πεντζικέντ για να χειροτονηθεί επίσκοπος. Το γεγονός αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο και πολύ σύντομα ο επίσκοπος Λουκάς συνελήφθη. Κατηγορήθηκε για προδοσία και φυλακίστηκε. Στη φυλακή είχε την ευκαιρία να ολοκληρώσει και το σύγγραμμά του: «Δοκίμια για την χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων», το οποίο όμως δεν εκδόθηκε για πολλά χρόνια, παρόλη τη σημασία του για την ιατρική επιστήμη, επειδή ο συγγραφέας επέμεινε να γραφεί στο εξώφυλλο το αρχιερατικό του αξίωμα. Στο διάστημα της απουσίας του οι εκπρόσωποι της «ζώσης εκκλησίας» κατέλαβαν τις εκκλησίες, μα ο λαός, πιστός στις συμβουλές του ποιμένα του, απείχε από τους ναούς.
 
Λόγω της μεγάλης του επιρροής οι υπεύθυνοι της G.P.U. («Κρατική Πολιτική Διεύθυνση») αποφάσισαν να απομακρύνουν τον επίσκοπο Λουκά από την Τασκένδη. Την ώρα της αποχώρησής του πλήθος κόσμου στάθηκε στις γραμμές του τρένου προκειμένου να εμποδίσει την αναχώρηση. Ο κόσμος απομακρύνθηκε από τις αστυνομικές δυνάμεις και ο επίσκοπος Λουκάς πήρε τον μακρύ και βασανιστικό δρόμο της εξορίας. Φυλακίζεται κάτω από άθλιες συνθήκες στη Μόσχα. Εκεί διαπιστώνει τα πρώτα συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας που θα τον συνοδεύσει σε όλη του τη ζωή. Παρόλες τις κακουχίες, η συμπεριφορά του επισκόπου απέναντι σε όλους τους κρατουμένους προκαλούσε το σεβασμό ακόμη και των πιο αρνητικών. Ενώ οι γιατροί βεβαίωναν πως η κατάσταση της υγείας του δεν το επιτρέπει, ο επίσκοπος Λουκάς αναχώρησε εξόριστος για τη Σιβηρία. Το καθεστώς τον εγκαθιστά στην πόλη Γενισέισκ, για να τον στείλει αργότερα ακόμη 2000 χλμ μακρύτερα στην πόλη Τουρουχάνσκ.
 
Και στο νέο τόπο της εξορίας δεν αρνήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε όσους τις χρειάζονταν, παρόλες τις αντίξοες συνθήκες. Ο λαός του Τουρουχάνσκ τον περιέβαλλε με πολύ αγάπη και σεβασμό. Αυτό ήταν αρκετό για τους αθέους που σχεδίασαν νέα εξορία για τον επίσκοπο - γιατρό, αυτή τη φορά τον έστειλαν πέρα από τον αρκτικό κύκλο, στο χωριό Πλάχινο, όπου κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο ο ήλιος δεν ανατέλλει. Η υγεία του επισκόπου είχε επιδεινωθεί και μια τέτοια εξορία ήταν πολύ επικίνδυνη για τη ζωή του. Αυτός ήταν και ο σκοπός των διωκτών του. Εκεί, στο Πλάχινο, υπέφερε τα πάνδεινα, τόσο λόγω των καιρικών συνθηκών, όσο και λόγω τις αντιμετώπισης από τους κατοίκους της περιοχής. Ευτυχώς, δύο μήνες αργότερα, με αιτία το θάνατο ενός αγρότη οι κάτοικοι του Τουρουχάνσκ ξεσηκώθηκαν και απαίτησαν την επιστροφή του επισκόπου. Οι αρχές δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να υποχωρήσουν. Έτσι ο επίσκοπος Λουκάς, που από όραμα είχε ειδοποιηθεί για το πέρας της δοκιμασίας του, επέστρεψε στο Τουρουχάνσκ και συνέχισε απερίσπαστος τις ασχολίες του για οκτώ ακόμη μήνες, μέχρι, δηλαδή, το τέλος της εξορίας του. Παρόλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, δεν ξέχασε ποτέ τα παιδιά του και επικοινωνούσε μαζί τους όσο πιο συχνά μπορούσε. Στο Κρασνογιάρσκ παρουσιάζεται στη G.P.U. για ανάκριση. Εκεί ο βοηθός του διοικητή ανακοίνωσε στον επίσκοπο πως μπορούσε να πάει όπου ήθελε, ήταν ελεύθερος.
 
Όπως ήταν φυσικό ο επίσκοπος ξεκίνησε για την Τασκένδη. Δυστυχώς εκεί αντιμετωπίζει τις συκοφαντίες ακόμη και συνεργατών του, γεγονός που τον οδήγησε σε παραίτηση από την έδρα του επισκόπου. Στην Τασκένδη συνεχίζει τις φιλανθρωπίες του, μα οι αντίπαλοί του δεν έπαψαν να ψάχνουν ευκαιρία για να τον διώξουν. Η αφορμή δεν άργησε να βρεθεί και ο επίσκοπος βρέθηκε πάλι υπόλογος απέναντι στα κομματικά στελέχη. Ο σκοπός αυτή τη φορά ήταν να τον αναγκάσουν να παραιτηθεί από το ιερό του αξίωμα. Μετά από εξαντλητικές ανακρίσεις και απεργίες πείνας και αφού πέρασε ένα ολόκληρο χρόνο στη φυλακή, ο επίσκοπος, εξορίστηκε για μια ακόμη φορά στη Βόρεια Ρωσία. Οι δραστηριότητές του εκεί ενόχλησαν όχι μόνο τις αρχές αλλά και τους κατοίκους.
 
Σύντομα ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας τον ανάγκασε να πάει στο Λένινγκραντ. Μετά την ανάρρωσή του πέρασε μια μακρά περίοδο δοκιμασιών και περιπλανήσεων. Οι εκπρόσωποι του Κόμματος πιέζουν τον επίσκοπο να εγκαταλείψει την ιερωσύνη. Στην περίοδο αυτή της πνευματικής δοκιμασίας αρχίζει να χάνει την όραση από το αριστερό μάτι λόγω αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς χιτώνα. Επίσης, τα «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων» εκδίδονται χωρίς να αναγραφεί το αξίωμά του. Εν καιρώ επανακτά την εσωτερική γαλήνη, που είχε στερηθεί, και περνά δύο χρόνια ηρεμίας και ειρήνης κοντά στα παιδιά του. Ο επίσκοπος Λουκάς ήταν 60 ετών, όταν συνελήφθη για τέταρτη φορά. Από το φάκελλο που διατηρούσαν στην Ασφάλεια, μπορούμε να γνωρίζουμε τις δραστηριότητές του. Ενώ από τους ασθενείς του δεν έπαιρνε ποτέ χρήματα, έδινε και το μισθό του σε αγαθοεργίες, δηλαδή βοηθούσε όσους φτωχούς, άπορους και εξόριστους ανθρώπους τύχαινε να γνωρίζει. Οι φιλανθρωπικές ενέργειές του ενόχλησαν και πάλι το καθεστώς που τον συνέλαβε εκ νέου και τον οδήγησε στη Σιβηρία.
 
Όταν στις 21 Ιουνίου 1941 μ.Χ. τα χιτλερικά στρατεύματα μπαίνουν στη Ρωσία, ο επίσκοπος - γιατρός, αν και εξόριστος, προσφέρεται εθελοντικά να εργαστεί για τη θεραπεία των τραυματιών. Τα Κόμμα αναγνωρίζει την αξία του ως γιατρού και τον διορίζει αρχίατρο του στρατιωτικού νοσοκομείου και σύμβουλο όλων των νοσοκομείων της περιοχής. Παρόλα αυτά οι συνθήκες είναι οικτρές ενώ παράλληλα δεν του αναγνωρίζουν κανένα πολιτικό δικαίωμα. Την Άνοιξη του 1942 μ.Χ. αλλάζει η στάση της πολιτείας απέναντι στον ίδιο, αλλά και απέναντι στην Εκκλησία. Σε όλη την επικράτεια της Ρωσίας ανοίγουν εκκλησίες και ο λαός βρίσκει καταφύγιο στους ναούς από την παραφροσύνη του πολέμου. Για να καλυφθούν οι υπάρχουσες ανάγκες ο επίσκοπος Λουκάς προάγεται σε αρχιεπίσκοπο Κρασνογιάρσκ. Οι Γερμανοί υποχωρούν και ο αρχιεπίσκοπος μεταφέρεται δυτικότερα, στο Ταμπώφ. Εκείνη την εποχή είναι υπεύθυνος για 150 στρατιωτικά νοσοκομεία. Η Εκκλησία για να τον διευκολύνει τον μεταθέτει στην Αρχιεπισκοπή Ταμπώφ και Μιτσούρινσκ.
 
Το 1946 μ.Χ. ο αρχιεπίσκοπος Λουκάς βραβεύθηκε με το βραβείο Στάλιν για την ηρωική εργασία του στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και για την μεγάλη προσφορά του στην ιατρική επιστήμη. Στα 70 του χρόνια γίνεται αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας. Εκεί το έργο του είναι δύσκολο. Η φτώχεια έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις που αναγκάζεται να ταΐζει καθημερινά, στο σπίτι του, τους άπορους της περιοχής. Στρέφει το ενδιαφέρον του στην εκκλησιαστική ζωή, καθώς τον αποκλείουν από κάθε επιστημονικό συνέδριο. Κάνει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να ανοίξουν εκκλησίες. Ταυτόχρονα προσπαθεί να πατάξει την αμέλεια και την αδιαφορία των ιερέων τονίζοντας πως πρέπει οι ίδιοι να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους πιστούς. Παράλληλα εξασκεί το έργο του ιατρού προσφέροντας αναργύρως τις υπηρεσίες του στον πάσχοντα άνθρωπο. Ακολουθώντας το υπόδειγμα του Θεανθρώπου όλη του τη ζωή «διήλθεν ευεργετών και ιώμενος».
 
Με τη βελτίωση στις σχέσεις Εκκλησίας - Κράτους ο αρχιεπίσκοπος βρίσκει την ευκαιρία να επιστρέψει στην αγαπημένη του ασχολία, δηλαδή το κήρυγμα. «Θεωρώ βασικό αρχιερατικό μου καθήκον να κηρύττω παντού και πάντα το Χριστό». Σημειώνει ο ίδιος. Από τα κηρύγματά του καταγράφηκαν περίπου 750, τα οποία αποτέλεσαν 12 τόμους (4500 σελίδες), και έχουν χαρακτηριστεί «εξαιρετικό φαινόμενο στη σύγχρονη εκκλησιαστική ζωή και θεολογία». Την Άνοιξη του 1952 επιδεινώνεται η όρασή του, ενώ στις αρχές του 1956 τυφλώνεται οριστικά.
 
Το 1953 μ.Χ. τον Στάλιν διαδέχεται ο Νικήτας Κρουτσώφ, ο οποίος ξεκίνησε νέο κύμα διωγμών κατά της Εκκλησίας που κορυφώνονται το 1959 μ.Χ. Ο Αρχιεπίσκοπος μεριμνά για το ποίμνιό του και προσπαθεί να του δώσει κουράγιο. Εκείνη την εποχή γράφει στο μεγαλύτερο γιό το Μιχαήλ: «Είναι όλο και πιο δύσκολο να διευθύνει κανείς τις υποθέσεις της Εκκλησίας. Οι εκκλησίες κλείνουν η μία μετά την άλλη, δεν υπάρχουν ιερείς και ο αριθμός του όλο και ελαττώνεται...Κατά τόπους η αντίδραση φτάνει μέχρι εξεγέρσεως κατά της αρχιερατικής εξουσίας μου. Δεν μπορώ να το υποφέρω στα ογδόντα μου χρόνια. Αλλά με τη βοήθεια του Κυρίου, συνεχίζω το δύσκολο έργο μου». Η αγάπη του κόσμου προς τον αρχιεπίσκοπο Λουκά ήταν έκδηλη. Ακόμα και αλλόθρησκοι η άπιστοι τον έβλεπαν με σεβασμό. Ο αρχιεπίσκοπος είναι ήδη 84 ετών. Διαισθάνεται πως το τέλος του πλησιάζει. Τα Χριστούγεννα του 1960 μ.Χ. λειτουργεί για τελευταία φορά και για τον καιρό που απομένει, περιορίζεται στο να κηρύττει. Τελικά την Κυριακή 11 Ιουνίου 1961 μ.Χ., ημέρα που γιορτάζουν οι Άγιοι Πάντες της Αγίας Ρωσίας, κοιμήθηκε ο αρχιεπίσκοπος - γιατρός Λουκάς Βόινο - Γιασενέτσκι. Παρά την έντονη αντίδραση των Κομματικών, η κηδεία του αρχιεπισκόπου μετατράπηκε σε λαϊκή επανάσταση.
 
Η Ε.Π. Λέικφελντ περιγράφει: «Οι δρόμοι πλημμύρησαν από γυναικούλες με άσπρα μαντίλια στα κεφάλια. Προχώρησαν σιγά - σιγά μπροστά από τη σορό του Δεσπότη. Ακόμη και οι γερόντισσες δεν πήγαιναν πίσω. Τρείς σειρές τεντωμένων χεριών λες και οδηγούσαν το αυτοκίνητο. Ο δρόμος μέχρι και το κοιμητήριο ήταν στρωμένος με τριαντάφυλλα. Και μέχρι την πόρτα του κοιμητηρίου ακουγόταν πάνω από τα κεφάλια με τα άσπρα μαντίλια, ο ύμνος: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς». Ό,τι και να έλεγαν σε αυτό το πλήθος, όσο κι' αν προσπαθούσαν να τους κάνουν να σιωπήσουν, η απάντηση ήταν μία, κηδεύουμε τον αρχιεπίσκοπό μας».
 
Το Νοέμβριο του 1995 μ.Χ. ανακηρύχτηκε άγιος από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Στις 17 Μαρτίου 1996 μ.Χ. έγινε με επισημότητα η ανακομιδή των λειψάνων του, που τέθηκαν για λαϊκό προσκύνημα στο ναό του κοιμητηρίου, αφιερωμένο στη μνήμη των Αγίων Πάντων. Τα λείψανά του εξέπεμπαν μιάν άρρητη ευωδία, ενώ πολλοί ασθενείς θεραπεύτηκαν θαυματουργικά. Τρείς μέρες αργότερα, στις 20 Μαρτίου 1996 μ.Χ., τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στον Ι. Ναό Αγ. Τριάδος. Η μνήμη του ορίστηκε να τιμάται στις 11 Ιουνίου επέτειο της κοιμήσεώς του.
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν ο Άγιος Λουκάς ήταν στο Γενισέισκ επιχείρησε μια πρωτοποριακή και δυσκολότατη επέμβαση. Του έφεραν ένα νέο άνδρα με βαριά νεφρική ανεπάρκεια σε απελπιστική κατάστασή. Ο επίσκοπος γιατρός, μην έχοντας άλλη λύση, αποφάσισε να κάνει μια «ηρωική» επέμβαση κι επεχείρησε μεταμόσχευση νεφρού από μοσχάρι στο νεαρό ασθενή, παρά τα πενιχρά μέσα που διέθετε. Ο γιατρός που διηγήθηκε το γεγονός αυτό, χαρακτηρίζει επιτυχημένη την επέμβαση, δίχως άλλες λεπτομέρειες για το πόσο έζησε ο ασθενης, τα μετεγχειρητικά προβλήματα κ.λπ. Παρόλο που ήταν η πρώτη εγχείρηση μεταμόσχευσης, δεν έγινε ευρύτερα γνωστή, προφανώς για πολιτικούς λόγους. Δεν θα έπρεπε να προβληθεί ένας «εχθρός του λαού»! Γι’ αυτό επίσημα ως πρώτη τέτοια εγχείρηση θεωρείται του καθηγητή Ι. Ι. Βορόνη το 1934 (μια δεκαετία μετά), όταν έκανε μεταμόσχευση νεφρού χοίρου σε μια γυναίκα με ουραιμία. Ἀπολυτίκιον Νέον ἅγιον τοῦ Παρακλήτου, σέ ἀνέδειξεν, Λουκᾶ ἡ Χάρις, ἐν καιροῖς διωγμῶν τε καί θλίψεων Νόσους μέν ὡς ἰατρός ἐθεράπευσας, καί τάς ψυχάς ὡς ποιμήν καθοδήγησας πάτερ τίμιε, ἐγγάμων τύπος καί μοναστῶν, πρέσβευε σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν. 
 
https://www.saint.gr

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ο ΓΟΡΔΙΟΣ

Άγιος Αναστάσιος ο Γόρδιος

Στα αγιοβάδιστα Άγραφα και συγκεκριμένα στο χωριό Βραγγιανά, γεννήθηκε το 1654 μ.Χ. ένας από τους σημαντικότερους λόγιους κληρικούς στην εποχή της Τουρκοκρατίας ο σοφός Αναστάσιος ο Γόρδιος.

Στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς ο σημαντικός αυτός σύνδουλος της βασιλείας του Χριστού μας Αναστάσιος αποτέλεσε βασικό στήριγμα των Ρωμιών και του σκλαβωμένου γένους μας. Σύμφωνα με αδιαμφισβήτητες ιστορικές αναφορές και πληροφορίες ο Αναστάσιος Γόρδιος υπήρξε αναμφισβήτητα ο επιφανέστερος μαθητής του Αγίου Ευγένιου του Αιτωλού. Αποτέλεσε θα υποστηρίζαμε σθεναρώς ο φυσικός συνεχιστής του αληθινού ορθόδοξου εκπαιδευτικού πνεύματος, το οποίο κοσμούσε την περιοχή των Αγράφων και την έκανε να ακτινοβολεί σε γη και ουρανό.

Ήταν μία φυσιογνωμία θαυμαστή απ’ όλους. Η μορφή του ασκητική και ο λόγος του μεστός και ουσιαστικός ταρακουνούσε τις φοβισμένες ψυχές των σκλαβωμένων Ελλήνων. Ο Αναστάσιος Γόρδιος σπούδασε στην Ιταλία γιατρός και εκεί διδάχθηκε τη λατινική αλλά και την αρχαία ελληνική γραμματεία από μεγάλους Έλληνες και ξένους δασκάλους που δραστηριοποιούνταν στο χώρο της Ιταλίας. Ωστόσο, παρέμενε πιστός στα νάματα της Ορθοδόξου πίστης και ήλεγχε τους Έλληνες εκείνους που έπεφταν στα δίκτυα του Παπισμού προκειμένου να εξυπηρετήσουν τη ματαιοδοξία τους. Μάλιστα χαρακτηριζόταν λόγω της σθεναρής στάσης του και των ακλόνητων πιστεύω του στην τριαδική αλήθεια πολέμιος του ισχυρού τότε ξεπεσμένου όμως και αδυνάτου στον ουρανό Παπισμού.

Εκτός της ελληνικής γλώσσας μιλούσε απταίστως την γαλλική και ιταλική. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με την σπουδαία φυσιολογική κατάρτιση που αποκόμισε από την πολυετή εντρύφηση με τα γράμματα τον κατέστησαν περιζήτητο από μεγάλα πανεπιστημιακά κέντρα της αλλοδαπής. Οι προτάσεις αξιοποίησής του ήταν πάμπολλες. Ωστόσο, η σκέψη του σοφού αυτού και ενάρετου ανδρός περιστρεφόταν στην Ελλάδα και ο νους του ήταν αγκιστρωμένος στο σκλαβωμένο γένος μας. Δεν ήθελε να πρωταγωνιστήσει ο ίδιος στην αλλοδαπή αλλά επιθυμούσε διακαώς να συνεισφέρει με κάθε τρόπο στην πνευματική αναβάθμιση και κατάρτιση των κατατρεγμένων Ελλήνων.

Έτσι, πήρε τη μεγάλη απόφαση να επιστρέψει στον τόπο του, τα Βραγγιανά, στον τόπο εκείνο δηλαδή που ήδη είχαν ανάψει οι πρώτες σπινθήρες του αγώνα για τη λευτεριά. Γιατί από τα Βραγγιανά και τη Σχολή του Γένους που λειτουργούσε άρχισαν να θεμελιώνονται οι αρχές της ελευθερίας και να πνέει η ουράνια μοναδική αύρα που έκανε τους Έλληνες να μεθούν στο πέρασμά της.

Έχοντας αποκομίσει ουσιαστικές γνώσεις ο Αναστάσιος Γόρδιος επιστρέφει λοιπόν για να διδάξει στο Αγιοπνευματικό Πανεπιστήμιο των Μεγάλων Βραγγιανών, ώστε ο σπόρος της Ορθοδοξίας να μην εξαφανιστεί από αυτό τον τόπο. Δίδαξε στο Αιτωλικό, στα Τρίκαλα και στο Καρπενήσι. Μιλούσε για τον Χριστό, την ελληνική ιστορία και καλλιεργούσε, μυστικά την ιδέα του ξεσηκωμού. Οι διδαχές του διασώθηκαν σε πάρα πολλά συγγράμματα που έγραψε προσωπικά και τα οποία φυλάσσονται σήμερα σε μοναστήρια της περιοχής.

Μετέφρασε σε απλή ελληνική γλώσσα τον γιατρό Ιπποκράτη. Στο πλούσιο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται: “Συντομωτάτη έκθεσις Λογικής”, “Ρητορική Τέχνη”, “Λεξικόν της καθομιλουμένης”, “Εγχειρίδια”, ορθογραφικά και συντακτικά, “Ιατρικές Συνταγές” και 750 περίπου “Επιστολές”, αρκετές των οποίων αναφέρονται σε θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των σχολείων της εποχής.

Συνέταξε στην αρχαία ελληνική και απλή ελληνική γλώσσα βοτανολογικό και ζωολογικό ονοματολόγιο προδρομικό στο είδος του. Επίσης έγραψε τη βιογραφία του αγίου Ευγενίου του Αιτωλού του καλού παιδαγωγού και δασκάλου του και έγραψε διάφορες θεολογικές διατριβές.

Μερικά από τα έργα του Αναστάσιου Γόρδιου εκδόθηκαν στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Βουκουρέστι, στη Μοσχόπολη, στη Βιέννη, ενώ άλλα έμειναν αντιγραμμένα σε κώδικες μοναστηριών ή βιβλιοθηκών. Το κύρος του ως σοφού και λογίου απλώθηκε σ’ όλη την Οθωμανική επικράτεια. Ορισμένοι μάλιστα τον παρομοίαζαν και τον σύγκριναν ακόμα και με τον Αριστοτέλη.

Ο Αναστάσιος Γόρδιος αγωνίστηκε να μεταπείσει τους μορφωμένους Έλληνες που είχαν καταφύγει στο εξωτερικό να επιστρέψουν πίσω για να μην αφήσουν στο σκοτάδι τη γενιά μας. Ταυτόχρονα με την πολυποίκιλη δραστηριότητά του βοηθούσε πολύτεκνους, στήριζε οικονομικά χήρες μητέρες και αναλάμβανε τη φροντίδα των ορφανών. Ήταν ο ιατρός των Βραγγιανών όχι μόνο των σωμάτων αλλά και των ψυχών. Ο Αναστάσιος Γόρδιος ήταν κατ’ ουσία η ψυχή και ο φύλακας άγγελος των Αγράφων.

Κοιμήθηκε την 7η Ιουνίου του 1729 μ.Χ. και θάφτηκε εκεί στον τόπο που υπηρέτησε και αγάπησε από μικρό παιδί, στα Βραγγιανά, δίπλα στον τάφο του διδασκάλου του Αγίου Ευγένιου του Αιτωλού. Εκεί φυλάσσεται σήμερα και η θαυματουργική κατά λαϊκή ετυμηγορία κάρα του. Η άρρητη ευωδιά της κάρας του Αναστασίου Γορδίου σηματοδοτεί τον άνδρα ως ενάρετο και του προσδίδει την στολή του νυμφώνα του Χριστού, τη στολή της αγιότητας.

Είναι μάλιστα αμέτρητες οι μαρτυρίες ανθρώπων που έσκυψαν ευλαβικά να ασπασθούν την κάρα του μεγάλου ανδρός και βρήκαν την ίαση που αναζητούσαν. Τα δαιμόνια μάλιστα φρίττουν ενώπιον της θέας των ιερών λειψάνων του μεγάλου αυτού σοφού ανδρός. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 7 Ιουνίου, έπειτα και από την επίσημη αγιοποίησή του το 2021.
 
 

https://www.saint.gr

ΑΓΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑΙΝΗ Η ΜΑΡΤΥΡΑΣ

 Αγία Ποταμιαίνη η Μάρτυρας
 
Η Αγία Ποταμιαίνη έζησε στα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα στην Αλεξάνδρεια κατά τους χρόνους του βασιλέως Mαξιμιανού. Ήταν δούλη, αλλά χριστιανή, δηλαδή με ψυχή ελεύθερη δια του Ιησού Χριστού. Την αγόρασε από τον πρώην κύριο της κάποιος άλλος, ειδωλολάτρης και αυτός.
Επειδή όμως η Ποταμιαίνη ήταν πολύ όμορφη στο σώμα, θεώρησε σαν δικαίωμα του να την απολαύσει. Η επίμονη αντίσταση της Ποταμιαίνης τον εξέπληξε και τον εξόργισε. Διότι πρώτη φορά απωθείτο από μία δούλη. Της ζήτησε λοιπόν τον λόγο. Εκείνη δεν τον απέκρυψε και του είπε: «Είμαι χριστιανή και βάζω την τιμή μου πολύ πιο πάνω από τη ζωή μου. Η μόνη μου περιουσία είναι η πίστη και η αγνότητά μου. Δεν αρνούμαι ούτε τη μία ούτε την άλλη. Σκότωσέ με. Δεν θα διαμαρτυρηθώ. Αλλά μη με ακουμπήσεις. Θα σκοτωθώ μόνη μου. Διότι η αγία θρησκεία μας, εμποδίζει σ' όλες τις περιστάσεις την αυτοκτονία, την επιτρέπει μόνο, όταν ο θάνατος απομένει το τελευταίο μέσο προστασίας της τιμής, από την κτηνώδη βία».
Ο ειδωλολάτρης αφέντης, αμέσως την παρέδωσε στον έπαρχο. Αυτός διέταξε και τη θανάτωσαν, μέσα σ' ένα καζάνι με πίσσα που έβραζε. Και έτσι παρέδωσε στο Θεό, την αγνή και καθαρή ψυχή της. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας στις 7 Ιουνίου.
 
https://www.saint.gr

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
 
Ο Όσιος και θεοφόρος πατήρ Ιουστίνος γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1894 μ.Χ., ξημερώματα του Ευαγγελισμού στην πόλη Βράνιε της νοτίου Σερβίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Σπυρίδων και η μητέρα του Αναστασία. Κατά την βάπτιση έλαβε το όνομα Ευάγγελος. Η οικογένεια του πατέρα του ήταν εκ παραδόσεως ιερατική και είχε δώσει στην ορθόδοξη Εκκλησία τουλάχιστον επτά ιερωμένους. Αυτό εξάλλου φανερώνει και το επώνυμο Πόποβιτς (Παπαδόπουλος). Από μικρό παιδάκι ακόμα, συχνά επισκεπτόταν με τούς γονείς του τον Άγιο Πρόχορο τον Θαυματουργό στην κοντινή Μονή Πτσίνσκι όπου και είδε με τα μάτια του την θεραπεία της μητέρας του από βαριά ασθένεια.

Μια δεύτερη πηγή ευλάβειας για τον μικρό Ευάγγελο ήταν η τακτική ανάγνωση του Ευαγγελίου από τα δεκατέσσερα του χρόνια μα και η ασκητική βίωση του μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τρίτη πηγή θείας έμπνευσης έγινε για τον μικρό Πόποβιτς η ανάγνωση των Συναξαριών και αργότερα των έργων των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Έλεγε ο ίδιος χαρακτηριστικά: «η Ορθοδοξία δεν είναι βιβλιοθήκη, την οποία μπορείς να μελετήσεις, αλλά βίωμα το όποιο καλείσαι να ζήσεις. Η Ορθοδοξία είναι πρώτιστα βιοτή και μάλιστα Όσια Βιοτή και ύστερα διδαχή και μάλιστα διδαχή ζωής, χάριτος, η οποία δεν έχει τίποτε από την νέκρα του σχολαστικισμού και τον ορθολογισμό του προτεσταντισμού. Η Ορθοδοξία έχει την δική της μεθοδολογία και παιδαγωγική, τους Βίους των Αγίων».

Από την φύση του φιλόσοφος και διψασμένος για την θεία μα και την ανθρώπινη γνώση, ο μικρός Ευάγγελος εγγράφεται στα 1905 μ.Χ. στην Εκκλησιαστική Σχολή του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι όπου αξιώθηκε να έχει ως δάσκαλο του τον φωτισμένο Άγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς. Τελείωσε την Σχολή στα 1914 μ.Χ. μα τον πρόλαβε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και στρατεύτηκε ως νοσοκόμος. Ακολουθώντας την τύχη του σέρβικου στρατού, πήρε το δρόμο της εξορίας μέσα από τα βουνά της Αλβανίας προς την Κέρκυρα. Καθ' οδόν ένοιωσε πλέον έτοιμος να αφιερώσει την ζωή του στο Χριστό και με την ευλογία του Μητροπολίτου Βελιγραδίου Δημητρίου έλαβε στην Σκόδρα το μοναχικό σχήμα την 1η Ιανουαρίου του 1916 μ.Χ. και πήρε το όνομα του αγίου μάρτυρος και φιλοσόφου Ιουστίνου.

Από την Κέρκυρα, μετά από ενέργειες του Μητροπολίτου Δημητρίου, φεύγει με μια ομάδα φωτισμένων θεολόγων για θεολογικές σπουδές στην Αγία Πετρούπολη. Σύντομα όμως, λόγω των πολιτικών εξελίξεων στην Ρωσία, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει και να μεταβεί στην Οξφόρδη. Εκεί έμεινε δύο χρόνια ετοιμάζοντας την διδακτορική του εργασία με θέμα «Η θρησκεία και η φιλοσοφία του Ντοστογιέβσκι». Η εμμονή του στην κριτική του δυτικού Χριστιανισμού και στην υπεράσπιση του Ντοστογιέβσκι του κόστισε την απόρριψη της διατριβής. Έτσι στα 1919 μ.Χ., όταν, μετά το τέλος του πολέμου, γύρισε στην πατρίδα του τοποθετήθηκε ως καθηγητής θεολογίας στο Σρέμσκι Κάρλοβτσι. Σύντομα μεταβαίνει στην Αθήνα για να λαβή τελικά εκεί το διδακτορικό του δίπλωμα στην Πατρολογία στα 1926 μ.Χ. με θέμα «Το πρόβλημα του προσώπου και της γνώσεως στον Άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο». Γνώριζε πολύ καλά την παλαιοσλαβική, την αρχαιοελληνική, την λατινική, την ρωσική, την νεοελληνική, την αγγλική, την γερμανική και την γαλλική.

Στα επόμενα έτη εργάστηκε στις Εκκλησιαστικές Σχολές του Καρλοβικίου, της Πριζρένης και του Μοναστηρίου (Βίτολα). Στα 1930-31 μ.Χ. η Σερβική Εκκλησία τον έστειλε μαζί με τον Μητροπολίτη Ιωσήφ σε ιεραποστολική αποστολή στην Τσεχοσλοβακία. Εκεί εργάστηκαν επί ένα χρόνο στην διαφώτιση και οργάνωση των ενοριών και του μοναχικού βίου των ορθοδόξων Σλοβάκων στα Καρπάθια οι όποιοι επέστρεφαν και πάλι στην Ορθοδοξία από την Ουνία. Ενώ ακόμη βρισκόταν εκεί, εξελέγη το 1931 μ.Χ. επίσκοπος της νεοσυσταθείσης Επισκοπής Καρπαθίας αλλά από ταπείνωση δεν δέχτηκε την θέση εκείνη.

Στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής βρέθηκε σε διάφορες μονές και σταδιακά στο Βελιγράδι, μοιραζόμενος την τύχη του λαού του. Με την εγκαθίδρυση της νέας κομμουνιστικής εξουσίας στην Γιουγκοσλαβία το 1945 μ.Χ., ο πατήρ Ιουστίνος εξεδιώχθη από το Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου μαζί με άλλους 200 καθηγητές. Σύντομα συνελήφθη στην μονή Σούκοβο του Πίροτ στη νότια Σερβία (1946 μ.Χ.) και φυλακίστηκε. Λίγο έλειψε να εκτελεστεί από το καθεστώς ως «εχθρός του λαού», αλλά σώθηκε την τελευταία στιγμή όταν ο Πατριάρχης Γαβριήλ κατά την επιστροφή του από το Άουσβιτς απαίτησε την αποφυλάκιση του.

Διωγμένος από το Πανεπιστήμιο και δίχως κάποια σύνταξη, στερημένος από τα ανθρώπινα, θρησκευτικά και πολιτικά του δικαιώματα, ο πατήρ Ιουστίνος έζησε ουσιαστικά έγκλειστος στην μικρή γυναικεία μονή των Αρχαγγέλων στο Τσέλιε του Βάλιεβο. Ακόμη και εκεί όμως οι πολιτικές αρχές δεν τον άφηναν ήσυχο. Πέρα από την συνεχή και ασφυκτική παρακολούθηση, συχνές ήταν και οι ανακρίσεις στην πολιτική διοίκηση του Βάλιεβο. Σε περιόδους δε κρίσιμων συνεδριάσεων της Ιεράς Συνόδου στο Βελιγράδι, του απαγορευόταν οποιαδήποτε έξοδος από την μονή επί μήνες από τον φόβο τυχόν επιρροής του στους επισκόπους. Παρά τις δύσκολες αυτές και οδυνηρές συνθήκες ο πατήρ Ιουστίνος προσευχόταν αδιάλειπτα, επικοινωνούσε με όσους είχαν το θάρρος να τον επισκέπτονται, συνέχιζε το ιεραποστολικό του έργο και έγραφε συνεχώς δίχως να σταματήσει την παράλληλη μελέτη των προσφιλών του Αγίων Πατέρων και των Συναξαριών.

Λειτουργούσε καθημερινά, νήστευε πλήρως όλες τις Παρασκευές του έτους καθώς και την Α' Εβδομάδα των Νηστειών και την εβδομάδα των Παθών ενώ έκανε και άλλες νηστείες εκτός από τις διατεταγμένες της Εκκλησίας. Ακολουθώντας πιστά το μακραίωνο μοναστικό τυπικό, τελούσε όλες τις ακολουθίες του νυχθημέρου. Εκατοντάδες ήταν τα ονόματα πού μνημόνευε στην Θεία Λειτουργία, ονόματα που του έδιναν είτε προφορικά είτε μέσω επιστολών.

Παρά τον αυστηρό περιορισμό του από τις πολιτικές αρχές, η φήμη του εξαπλώθηκε γρήγορα και πέρασε τα σύνορα της Σερβίας. Έτσι, τον επισκέπτονταν όχι μονάχα Σέρβοι από διάφορες περιοχές της χώρας αλλά και πολλοί Έλληνες. Εκοιμήθη εν Κυρίω στις 25 Μαρτίου 1979 μ.Χ., ανήμερα του Ευαγγελισμού μα και ήμερα της γεννήσεως του.

Ο πατήρ Ιουστίνος, αφού εντρύφησε εμπειρικά στα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, καρποφόρησε αυτή του την μελέτη και στα δικά του συγγράμματα όπου εύκολα διαφαίνεται το θεολογικό βάθος μα και το συγγραφικό του τάλαντο. Δύο είναι τα κεντρικά χαρακτηριστικά του όλου συγγραφικού του μόχθου, τα όποια συναντώνται σε όλα του τα έργα, από το πιο σύντομο μέχρι και το πιο εκτενές, και από το πιο βαθύ μέχρι και το πιο εκλαϊκευμένο. Το πρώτο είναι η αγάπη του για το πρόσωπο του «Θεανθρώπου Χριστού». Ίσως αυτή να είναι η πιο συχνή έκφραση μέσα στο έργο του. Γύρω από τον Θεάνθρωπο στρέφονται τα πάντα, από Αυτόν πηγάζουν όλα και σε Αυτόν απολήγουν, ενδοχρονικά μα και εσχατολογικά. Το δεύτερο εξίσου σπουδαίο είναι η μέριμνα του στο να μην αποκλίνει από την αλάνθαστη γραμμή των θεοφόρων Πατέρων της Ορθοδόξου Ανατολής. Ο υπερπλήρης αγάπης πατήρ Ιουστίνος είναι συνάμα και διαχρονικά ο ανυποχώρητος εις τα της πίστεως και ζηλωτής της εκκλησιαστικής τάξεως θεολόγος.

Ήδη την περίοδο 1932 - 35 μ.Χ. συνέγραψε το δίτομο έργο «Ορθόδοξος φιλοσοφία της Αληθείας», την γνωστή Δογματική του, το όποιο του χάρισε την έδρα της Δογματικής στην Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου τού Βελιγραδίου. Τον τρίτο τόμο εξέδωσε λίγο πριν από την κοίμηση του, το 1978 μ.Χ. Από πολλούς συγχρόνους ερευνητές θεωρείται ως η πληρέστερη ορθόδοξη Δογματική και έχει ήδη μεταφραστεί στην γαλλική ενώ μεταφράζεται στην αγγλική και στην ελληνική.

Άλλο μνημειώδες έργο του είναι οι Βίοι των Αγίων σε 12 τόμους και η Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης σε 7 τόμους. Η μονή του Τσέλιε έχει ήδη ξεκινήσει την έκδοση των απάντων του τα όποια υπολογίζονται σε σαράντα τόμους από τούς οποίους έχουν κυκλοφορήσει περί τούς τριάντα. Με αφορμή την συμπλήρωση τριακονταετίας από την εις Κύριον εκδημία του, μεταφέρουμε στο παρόν πόνημα μία συνοπτικότατη εκλογή από το τεράστιο συγγραφικό του πλούτο ως ευκαιρία γνωριμίας των φιλαγίων αναγνωστών με μια μεγάλη μορφή ενός συγχρόνου ομολογητού και διδασκάλου της μαχόμενης Ορθοδοξίας.

Ή Ιερά Μονή του Τσέλιε
Η Ιερά Μονή του Τσέλιε βρίσκεται σε απόσταση 6 χιλιομέτρων νοτιοδυτικά της πόλης του Βάλιεβο, στις όχθες του πόταμου Γράδατς. Το μοναστήρι είναι χτισμένο μέσα σε ένα ορεινό, γραφικό και καταπράσινο τοπίο, μέσα σε μία μικρή κοιλάδα στα όρια του χωρίου Λέλιτς το όποιο είναι και η γενέτειρα του μεγάλου συγχρόνου άγιου της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας Νικολάου Βελιμίροβιτς. Η γύρω περιοχή με τα πολλά βουνά και τις μικρές κοιλάδες κάνουν το μοναστήρι αθέατο και ο επισκέπτης πρέπει να μπει στη μικρή κοιλάδα για να το αντικρίσει.

Η ακριβής χρονολογία κτίσεως της μονής δεν είναι γνωστή. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία η ίδρυση της μονής ανάγεται στους μεσαιωνικούς χρόνους, ενώ ιδιαίτερη παράδοση το θέλει ως κτίσμα του βασιλέως Δραγούτιν (1282 – 1316 μ.Χ.). Κατά την μακρά και σκοτεινή τουρκική σκλαβιά κάηκε, γκρεμίστηκε και ανακαινίστηκε αρκετές φορές. Οι προεστοί της μονής προσέφεραν πολλά στους αγώνες του σέρβικου έθνους κατά των κατακτητών και αλλοθρήσκων. Κατά τον 19ο αι. μ.Χ. ιδρύεται στη μονή Δημοτικό Σχολείο, από τα πρώτα που λειτούργησαν στην ελεύθερη Σερβία. Στο σχολείο αυτό έμαθε τα πρώτα του γράμματα και ό άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Στα 1837 μ.Χ. η μονή μετατράπηκε σε ενοριακό ναό και έτσι παρέμεινε ως το 1928 μ.Χ. όταν με απόφαση της Σερβικής Ιεράς Συνόδου μετατράπηκε σε γυναικεία μονή.

Το καθολικό της μονής τιμά τη Σύναξη των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Πρόκειται για βασιλική μετά τρούλου. Ο τρούλος είναι εννεάπλευρος προς τιμήν των εννέα αγγελικών ταγμάτων. Η μονή βρίσκεται στη διοικητική δικαιοδοσία της μητροπόλεως Σάμπατς και Βάλιεβο. Ο μεγαλύτερος θησαυρός που η μονή φυλάσσει και προσφέρει προς προσκύνηση, ευλογία και παρηγοριά των δεκάδων προσκυνητών είναι ο απέριττος τάφος του οσίου αββά Ιουστίνου Πόποβιτς ο όποιος εγκαταβίωσε στη μονή επί 28 συνεχόμενα έτη μέχρι της κοιμήσεως του το 1979 μ.Χ.

Σημείωση
Η αγιοκατάταξη του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς έγινε από την Σέρβικη Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία ακολουθεί το Ιουλιανό ημερολόγιο (παλαιό). Σαν ημέρα της εορτής του ορίστηκε η 1η Ιουνίου, ημέρα που εορτάζει και ο Άγιος Ιουστίνος ο Απολογητής και φιλόσοφος του οποίου ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς φέρει το όνομα του. Έτσι όταν εορτάζει ο Άγιος Ιουστίνος στην Σερβία, στην Ελλάδα, που ακολουθούμε το Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο (και όχι το Γρηγοριανό ημερολόγιο), έχουμε 14 Ιουνίου. Λανθασμένα, λοιπόν, αναφέρουν διάφορες πηγές ότι ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς εορτάζει στις 14 Ιουνίου. Υπενθυμίζουμε, ότι οι μόνες εορτές που συνεορτάζουν οι εκκλησίες που ακολουθούν το Ιουλιανό ημερολόγιο και αυτές που ακολουθούν το Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο είναι οι εορτές με βάση το Πάσχα, εκτός και αν υπάρχει εκκλησιαστική εγκύκλιος που αναφέρει κάτι διαφορετικό.
 
https://www.saint.gr

Τρίτη 23 Μαΐου 2023

ΟΣΙΟΣ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ, Ο ΝΕΟΣ Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ

 
Όσιος Ευμένιος Σαριδάκης, ο Νέος ο Θεοφόρος 

Η Εθιά, η πατρίδα του Οσίου Ευμενίου, είναι ένα ορεινό χωριό στα νότια του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 740μ. και απέχει από το Ηράκλειο 38 χλμ. Είναι πολύ άγονο μέρος, γι’ αυτό και οι κάτοικοί του μετοίκησαν σ’ ένα χαμηλότερο μέρος, στο χωριό Ροτάσι.
Στην Εθιά υπάρχουν δύο εκκλησίες: Η κεντρική είναι αφιερωμένη στην Παναγία μας και φυλάσσει θαυματουργό εικόνα της. Εκεί η Παναγία είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα, που ο Όσιος Ευμένιος, μικρό παιδί τότε, άναβε τα κανδήλια του ναού, και του είπε: «Εσύ μια μέρα θα γίνεις ιερεύς». Εκεί, στον αύλιο χώρο της, έμελλε να είναι και ο τάφος, όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του Οσίου Γέροντος μας. Η άλλη είναι του Προφήτου Ηλιού. Εκεί κοντά υπάρχει και αγίασμα. Υπάρχουν και πολλά μικρά εκκλησάκια, για την ανακαίνιση των οποίων ο Όσιος Ευμένιος έστελνε χρήματα.
Ο Όσιος Ευμένιος ήταν γόνος μιας πολυμελούς και πάμπτωχης οικογενείας. Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 1931 μ.Χ. Οι γονείς του, Γεώργιος και Σοφία Σαριδάκη, ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Είχαν οκτώ παιδιά. Το όγδοο και τελευταίο τους παιδί ήταν ο Όσιος Ευμένιος, που στην βάπτιση του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Τα αδέλφια του, κατά σειρά ηλικίας, ήταν: Ελένη, Μιχαήλ, Αικατερίνη, Βασίλειος, Αμαλία, Μαρία και Ευγενία.
Ο μικρός Κωνσταντίνος ορφάνεψε από πατέρα σε ηλικία μόλις δύο ετών, δηλαδή η οικογένειά του έχασε τον προστάτη της πολύ νωρίς. Ήταν που ήταν φτωχή, χάνοντας και το στήριγμά της βρέθηκε σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Η χήρα μάνα του με τι δυνατότητες να θρέψη τόσα στόματα; Ξενοδούλευε για να τα φέρει κάπως βόλτα. Μετά ήρθε και η γερμανική κατοχή, η οποία χειροτέρευσε κατά πολύ τα πράγματα. Σ’ αυτό το περιβάλλον και με πολλές στερήσεις μεγάλωσε ο Όσιος. Παπούτσια φόρεσε στα δώδεκα του χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τις στερήσεις, την πείνα και την ανέχεια, το ήθος και το φρόνημα του μικρού αυτού παιδιού δεν αλλοιώθηκαν.
Για παράδειγμα, ο Ιερεύς του χωριού τους ήθελε να του δίνει μια μικρή βοήθεια, επειδή πήγαινε και τον βοηθούσε στον ναό. Ο μικρός Κωνσταντίνος, όμως, του έλεγε: «Όχι, Παπα-Γιάννη, δεν παίρνουμε ποτέ χρήματα από την Εκκλησία». (Μαρτυρία Αριστέας Σαριδάκη). Ή, όταν του έδιναν μισή κουλούρα ψωμί για κάποια δουλειά που έκανε, ποτέ δεν την έτρωγε μόνος του, αλλά την πήγαινε στο σπίτι του και την έτρωγε με τ’ αδέλφια του, όλοι μαζί.

Χαρισματικό παιδί

Η Εκκλησία αγάλλεται και καυχάται, διότι γέννησε και ανέδειξε ένα τέτοιο λαμπρό αστέρι και κόσμημα της και η Κρήτη πρέπει να σεμνύνεται για το ηγιασμένο τέκνο της. Ο Όσιος, από την νηπιακή του ηλικία, έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλεκτόν του Κυρίου μας. Από την βρεφική του ηλικία, όταν ακόμα δεν καταλάβαινε, προσπαθούσε να ευχαριστεί τον Κύριό μας, αφού δεν θήλαζε Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά κοιμόταν όλη την ημέρα, σύμφωνα με την μαρτυρία της αδελφής του Ευγενίας, η οποία το είχε ακούσει από την μητέρα τους να το ομολογεί.
Οίνον και μεθύσματα ουδέποτε γεύθηκε ο Όσιος Ευμένιος, δηλαδή οινοπνευματώδη ποτά, μπύρα, κρασί και αλκοολούχα ποτά δεν ήπιε ποτέ στην ζωή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά μόνος του ως Ιερεύς, ζαλίστηκε λίγο από την κατάλυση της Θείας Κοινωνίας και γι’ αυτό, μετά, έβαζε λιγότερο νάμα και περισσότερο ζέον.
Ο Κωστάκης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένα χαριτωμένο και χαρισματικό παιδί, ακόμα και για τα κοσμικά δεδομένα, ενώ δεν είχε μάθει σχεδόν καθόλου γράμματα.
Οι δυσκολίες, η Κατοχή, κατά την διάρκεια της οποίας τα σχολεία υπολειτουργούσαν, δεν του επέτρεψαν να γευθεί το αγαθόν της μαθήσεως. Παρ’ όλα αυτά μπορούσε, όπως ο ίδιος έλεγε, να κάνη πράξεις μαθηματικές, λογαριασμούς δύσκολους, όλα από μνήμης, γι’ αυτό οι χωριανοί του, όταν ήθελαν κάτι σχετικό, τον φώναξαν: «Έλα, Κωστάκη, να μας πεις πόσο κάνει αυτό κι αυτό», η κάτι πιο δύσκολο. Κι όταν τους τα έκανε, μετά τον γέμιζαν λουκούμια.
Κάποια φορά, όταν ο Όσιος ήταν μικρό παιδί ακόμη, πέθανε στο χωριό τους ένα κοριτσάκι οκτώ-εννέα ετών. Οι γονείς και οι συγγενείς του κοριτσιού έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του παιδιού τους. Ο Όσιος έλεγε σχετικά:
«Κάποτε, είχε πεθάνει ένα κοριτσάκι και περνούσε από μπροστά μας η νεκρώσιμη πομπή. Πέρασαν μπροστά κι από την δική μας αυλή. Έτσι έκαναν τότε. Έκαναν την βόλτα, για να γίνει πιο επίσημη η κηδεία. Έκλαιγαν όλοι κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, πολλά στολίδια, που είχε το φέρετρο. Κι αυτοί έκλαιγαν. Κι εγώ έτρεχα κι έβλεπα τα στολίδια, που είχε το φέρετρο. Ήμουν έξι-επτά χρόνων τότε. Δεν είχα δει καλύτερα και ωραιότερα στολίδια. Οι άλλοι έκλαιγαν κι εγώ χαιρόμουν, που έβλεπα τα στολίδια. Έβλεπα τα στολίδια και χαιρόμουν. Μου άρεσαν. Δεν ήταν στολισμένα από τους ανθρώπους, όμως εγώ τα έβλεπα έτσι. Στολίδια.... στολίδια… όχι ότι τα έβαλαν οι άνθρωποι. Κι αυτοί έκλαιγαν, που έχασαν το παιδί, κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, που είχε πάνω του, τα στολίδια του Θεού, και χαιρόμουν».
Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος θυμάται, σχετικά με την Χάρη, που από νωρίς είχε δοθεί στον Όσιο: «Ο πατήρ Ευμένιος, όταν ήταν μικρός, είχε δει για πρώτη φορά την χάριν της αρχιεροσύνης. Την είχε δει στο πρόσωπο ενός Αρχιεπισκόπου, που είχε πάει στο χωριό του. "Έβλεπα", μου είπε, "το φως του Αγίου Πνεύματος πάνω στο πρόσωπό του. Το φως της αρχιεροσύνης, την χάρη της αρχιεροσύνης. Την έβλεπα και πήγαινα συνεχώς μπροστά του". Και είπε ο Αρχιεπίσκοπος: "Αυτό το παιδί τι βλέπει;". Εγώ δεν έλεγα τι έβλεπα, αλλά μου άρεσε να βλέπω την χάρι της αρχιεροσύνης».

Μοναχός Θεόκλητος δια φωτοφανείας

Ο Όσιος Ευμένιος ήταν θεόκλητος στον μοναχισμό. Ο ίδιος μας έλεγε: «Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: "Έλα να σε κάνω νεωκόρο". Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ό,τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψη και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: "Ευγενία, θα γίνω καλόγερος". Την ίδια στιγμή. Εκείνη την στιγμή με φώτισε ο Θεός. Την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψη, που μπήκε μέσα μου. Μόλις είδα αυτή την λάμψη, είπα κατ’ ευθείαν: "Θα γίνω καλόγερος". Όταν ο άνθρωπος έχει την κλήση από τον Θεό για να κάνη κάτι καλό, ο Θεός ενεργεί και τον βοηθά».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου: «Τόλμησα, κάποτε, να τον ρωτήσω: "Γέροντα, είχες δίλημμα για το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσεις; Σκέφθηκες να γνωρίσεις κάποια γυναίκα, να την ερωτευθείς, να κάνεις οικογένεια"; Τότε μου αποκάλυψε την απόλυτη απόφασή του να ακολουθήσει την παρθενική ζωή, που την σηματοδότησε ένα εξαιρετικό γεγονός.
"Χειμώνας του 1944, Κωστής τότε, δεκατριών ετών", μου είπε. "Ήμουν στο πατρικό μου σπίτι. Ζεσταινόμαστε στο τζάκι. Τότε είδα μια τεράστια φωτιά, που μπήκε μέσα μου. Και από εκείνη την στιγμή, γεμάτος χαρά, έλεγα: Εγώ θα γίνω μοναχός. Θα γίνω μοναχός". Και μου συμπλήρωσε: "Αν με πίεζαν αργότερα να παντρευτώ, θα πέθαινα, θα πέθαινα"!».
Από το 1944 μ.Χ. η ψυχή του νεαρού Κωστή είχε ένα μόνο προσανατολισμό: την αφιέρωσή στον Χριστό. Η κλήση υπήρχε. Η κλήση με εμφατικό τρόπο συντελέστηκε και ο μικρός Κωστής βιαζόταν να ενηλικιωθεί, να λάβει ζωή η επιθυμία της καρδιάς του.

Με ζήλο στον μοναχικό αγώνα

Σε ηλικία δεκαεπτά ετών ο Κωνσταντίνος αφήνει τα εγκόσμια και οδεύει εκεί, που τον οδηγεί η καρδιά του, η ψυχή του και όλο του το είναι. Εκεί, που το Άγιο Πνεύμα, εν είδει λαμπρού φωτός, τον φωτίζει, στην πλήρη αφιέρωσή του στον Χριστό, στον αγαπημένο του Ιησού, Τον οποίο από μικρός λατρεύει και υπηρετεί, είτε στα εξωκλήσια του χωριού του, είτε κατά μόνας.
Τα βήματά του τον οδηγούν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, κάπως κοντά στο χωριό του, αφού απέχει μόνο δύο-δυόμισυ ώρες με τα πόδια. Ο Κωνσταντίνος έγινε δεκτός από τον Ηγούμενο π. Ιερόθεο (Κωστομανωλάκη), στον οποίο έβαλε μετάνοια και άρχισε η δοκιμή του.
Στην Μονή τότε υπήρχαν, εκτός του Ηγουμένου, και δύο υπερήλικες και τυφλοί μοναχοί, τους οποίους ο Κωνσταντίνος φρόντιζε παντοιοτρόπως και ποικιλοτρόπως, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά, κυρίως και πρωτίστως, λόγω της υπέρμετρου αγάπης που είχε.
Ως νέος, δόκιμος μοναχός, έκανε σχεδόν όλα τα διακονήματα της Μονής, ήταν πρόθυμος και φιλότιμος.
Μετά την τριετή του δοκιμασία, το 1951 μ.Χ., εκάρη μοναχός, μετονομασθείς Σωφρόνιος. Ως μοναχός, ο Σωφρόνιος έβαλε θεμέλιο της μοναχικής του ζωής την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την εργατικότητα. Επιδόθηκε σε νέους αγώνες. Τις ημέρες κοπίαζε σωματικά και τις νύκτες παρέμενε άϋπνος και προσευχόμενος. Αυτό το τυπικό το κράτησε μέχρι τέλους της ζωής του.
Καθημερινά ο πατήρ Σωφρόνιος έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες, στο ν’ ανοίξουν καλύτερους δρόμους για να διευκολυνθεί η έλευση των προσκυνητών, στους κήπους, στο να καλλιεργούν τα κτήματα, στο να φέρνουν νερό από μακριά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.
Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξει τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον με αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψει την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου. Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν, και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Όσιος μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίσθηκε μπροστά του και του είπε: «Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκύνησης». Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε ότι του έλειπε ένα δόντι και του λέει γελώντας και κοροϊδευτικά: «Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!». Τότε ο διάβολος γυρίζει εξαγριωμένος και του δίνει ένα δυνατό χαστούκι και αμέσως εξαφανίζεται από μπροστά του.
Κάποια άλλη μέρα, ο πατήρ Σωφρόνιος κατέβηκε κοντά στην θάλασσα, όπως ο ίδιος έλεγε, και άκουσε μέσα από την θάλασσα την Παναγία μας να του μιλάει και να του λέει, με την γλυκιά φωνή της: «Παιδί μου, μη φοβάσαι κι εγώ δεν θα σε αφήσω να χαθείς». Σε ερώτηση, πως κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία μας, απάντησε πολύ φυσικά: «Ε, την Παναγία μας δεν γνωρίζω;». Και άλλοτε πάλι, έλεγε ότι η Παναγία μας τον αγκάλιασε. «Η Παναγία μου έκανε μια αγκαλιά», μας έλεγε.

Είδε την Αγία Μαρίνα

Ο Όσιος, επεδίωκε να μην ξενυχτάει ποτέ έξω από το μοναστήρι. Όταν, κάποια φορά, αυτό στάθηκε αδύνατο και αναγκάσθηκε να παραμείνει στο πατρικό του σπίτι, είδε στο εικονοστάσι να βγαίνει η Αγία Μαρίνα από την εικόνα της, κρατώντας τον πειρασμό από τα κέρατα και δείχνοντάς του τον, του είπε: «Αυτός σας βάζει τους λογισμούς, να μην τον ακούτε και να νυστάζετε στις Ακολουθίες».

Στρατιωτική θητεία

Ο πατήρ Σωφρόνιος, όταν έφθασε την ηλικία των εικοσιτριών ετών, έπρεπε να πάει στρατιώτης, διότι τότε οι μοναχοί δεν απαλλάσσονταν των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων. Η Μονή τον ετοίμασε σχετικά, τον κούρεψε, του έκοψε δηλαδή τα μαλλιά και τα γένια, και του τα φύλαξε, γιατί έτσι γινόταν τότε. Παρουσιάσθηκε στο Μεγάλο Πεύκο, στις 24 Ιανουαρίου του 1954 μ.Χ. Υπηρέτησε στο Μηχανικό και ήταν βοηθός μαγείρου. Κατόπιν, πήρε μετάθεση για την Θεσσαλονίκη.
Στον στρατό ο Γέροντας ήταν υπόδειγμα υπακοής και εργατικότατος, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, από τον Διοικητή έως τον πιο απλό στρατιώτη. Ποτέ δεν θεώρησε αγγαρεία οποιαδήποτε εργασία του ανέθεταν, αλλά την έκανε με αγάπη, σωστά και καλά. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον σταματούσε πολλές φορές με το ζόρι, για να ξεκουρασθεί.
Το ήθος και ο ακέραιος χαρακτήρας του πατρός Σωφρονίου έκανε ακόμη και τα πειραχτήρια του στρατού να αργούν, παρ’ όλο που ξέρανε ότι είναι καλόγερος. Τις νηστείες τις κρατούσε όλες: Πάσχα, Χριστούγεννα, 15 Αυγούστου, Αγίων Αποστόλων και, φυσικά, Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Πώς τα κατάφερνε; Ένας συνάδελφός του, μάγειρας, έλεγε σχετικά: «Μέχρι και ελιές, ψωμί και κρεμμύδι έτρωγε μόνον, αρκεί να μη χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας».
Κάθε ημέρα, ο Διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής, επειδή γνώριζε ότι ήταν καλόγερος. Τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές του έδινε άδεια να πηγαίνει στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης, να εκκλησιάζεται και να ψέλνει.
Το επίδομα των στρατιωτών, τότε, ήταν 53 δραχμές τον μήνα. Φυσικά, του Οσίου αυτό το ελάχιστο ποσό όχι μόνο του έφθανε, αλλά με αυτό έκανε ελεημοσύνες, «δάνειζε» τους συναδέλφους του, έδινε σ’ όποιον του ζητούσε.
Στον στρατό ο πατήρ Σωφρόνιος αρρώστησε βαριά. Έκανε υψηλό πυρετό 40°-41°, που δεν έπεφτε. Η κατάσταση του ήταν απελπιστική. Τότε του έκαναν έφοδο χιλιάδες δαίμονες, για να τον τρομάξουν και να τον τρομοκρατήσουν. Όμως, μόνο μέχρι γύρω-γύρω στο κρεββάτι μπορούσαν να φθάσουν. «Αγγίζανε το κρεββάτι», όπως έλεγε ο ίδιος, «αλλά επάνω δεν μπορούσαν να ανέβουν. Γύρω-γύρω μόνο».
Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία. Νοσηλεύθηκε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η κατάσταση του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Τον έφεραν στην Αθήνα και νοσηλεύθηκε σε διάφορα νοσοκομεία. Τελικά, βρέθηκε ότι πάσχει από την νόσο του Χάνσεν, την γνωστή λέπρα, και μεταφέρθηκε στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών.
Ο πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου, ο και ιατρός, θυμάται που του έλεγε ο Όσιος μας: «Με παίρνουν φαντάρο και με στέλνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αρρώστησα κι άλλο. Με πάνε στον στρατιωτικό γιατρό, μου λέει: "Έχεις αφροδίσια". "Τί έχω;". "Αφροδίσια, τα κόλλησες από γυναίκα". Γελώ, Βαγγέλη μου, γελώ. "Γιατρέ μου, άλλο πράγμα έχω", του λέω. "Δεν έχω αφροδίσια". Ακούς, Βαγγέλη, αφροδίσια», και γέλαγε, γέλαγε. «Και τι έγινε, Γέροντα;», ρώτησα. «Είμαι στο λεωφορείο και έλεγα: "Παναγία μου, Καλυβιανή, τι αρρώστια έχω εγώ;". Με πλησιάζει ένας άνθρωπος και μου λέει: "Πάτερ, να σου πω, είσαι άρρωστος από λέπρα, να πας στο νοσοκομείο, στην Αθήνα. Είμαι κι εγώ άρρωστος απ’ αυτό. Να πας στο νοσοκομείο στην Αγία Βαρβάρα"». Πήγε ο Όσιος Ευμένιος στο νοσοκομείο, τον είδαν και του άρχισαν την θεραπεία. Εκεί συνάντησε τον Όσιο Νικηφόρο, που ευωδιάζουν τα λείψανά του».
Και ο Μόρφου Νεόφυτος μας έλεγε: «Υπήρχε τότε ένας νόμος, που έλεγε ότι έπρεπε οι καλόγεροι, όταν ήταν σε νεανική ηλικία, να πάνε στρατιωτικό. Και τον ξύρισαν. Φανταστείτε τώρα, τον κούρεψαν. Κι αυτός πήγε. Πήγε στον στρατό, στην Θεσσαλονίκη, κι εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε το πρόβλημα της ασθένειας του Χάνσεν, της λέπρας.
«Και ήμουν», λέει, «ξαπλωμένος σ’ ένα κρεββάτι και είχα πάρα πολύ πυρετό. Κι εκείνη την ώρα μου είπαν: «Άκουσε, πάτερ Σωφρόνιε, είσαι άρρωστος, πολύ βαριά άρρωστος, και δεν μπορείς πια να επιστρέψεις στο μοναστήρι σου. Αν πας, θα πρέπει να πας για λίγο και μετά θα πρέπει να σε πάνε στο Νοσοκομείο».
Όταν έμαθε ότι έπασχε από λέπρα, έλεγε: «Χάρηκα πάρα πολύ». «Χάρηκες;», του λέω. «Ναι, με γέμισε απέραντη χαρά. Όσο πιο μεγάλη ασθένεια, τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάσταση. Και είπα: Πώ, πώ, πώ, μεγάλο δώρο μου έδωσες, Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, που μου έδωσες μεγάλο σταυρό. Θα έχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάσταση Σου". Άκου ο άνθρωπος! Και ήταν μόλις 20 χρόνων».

Αδιάλειπτος αγώνας

Στον αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών, ο Όσιος νοσηλεύτηκε επιτυχώς και θεραπεύτηκε τελείως. Η ασθένεια δεν του άφησε καμία παραμόρφωση, ούτε το παραμικρό σημάδι.
Μετά την θεραπεία του από αυτή τη σοβαρή ασθένεια, παρέμεινε μέσα στον Αντιλεπρικό Σταθμό, από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς του. Η Διεύθυνση του Σταθμού, επειδή ήταν μοναχός, του παρεχώρησε ατομικό κελλάκι, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων. Στο κελλάκι αυτό ο Όσιος πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Εκεί ξανάρχισε τους πνευματικούς αγώνες, που είχε στερηθεί λόγω του στρατού και της ασθενείας του.
Καθημερινές ασχολίες του πατρός Σωφρονίου ήταν η φροντίδα για την ευπρέπεια του Ναού, στον οποίο ανέλαβε και καθήκοντα ιεροψάλτου, και η περιποίηση ασθενών, που ήταν παράλυτοι και δεν είχαν κανένα να τους φροντίσει. Ακόμη, έφτιαχνε λιβάνι και το μοίραζε σε μοναστήρια και ναούς, και γέμισε τους θαλάμους με ιερές εικόνες και πνευματικά βιβλία. Τα καλοκαίρια πήγαινε για μήνες στο Άγιο Όρος, στο οποίο αναπαυόταν πολύ. Πήγαινε επίσης στην Κρήτη, στην Μονή της μετανοίας του και στην Ιερά Μονή Καλυβιανής, όπου συνδέθηκε με τον ιδρυτή της Μητροπολίτη Τιμόθεο, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου, του έστειλε ο Άγιος Άνθιμος τον Οσιότατο μοναχό Νικηφόρο, τυφλό και παράλυτο. Ο πατήρ Σωφρόνιος τον υπηρέτησε με όλη του την ψυχή και καρδιά και τον είχε πνευματικό πατέρα και οδηγό.
Ο αντίδικος, όμως, διάβολος φθόνησε την καλή πολιτεία του αγωνιστού Σωφρονίου και τον πολέμησε με σφοδρότητα και τον ταλαιπώρησε πολύ. Τον απάλλαξε διά παντός απ’ αυτόν η Χάρις του Θεού και της Κυρίας Θεοτόκου.
Το 1975 μ.Χ., σε ηλικία σαραντατεσσάρων ετών, ο μοναχός Σωφρόνιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και πήρε το όνομα Ευμένιος. Ο Όσιος Ευμένιος συνέχισε τη ζωή του στο Λοιμωδών ως Ιερέας, διακρίθηκε δε και ως άριστος πνευματικός.
Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσία, πήγε Προσκυνηματικό ταξίδι στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και στο Κίεβο. Με την επιστροφή από εκεί, άρχισαν τα άλλα μεγάλα προβλήματα υγείας: σάκχαρο, ανεπάρκεια νεφρών, προβλήματα οράσεως και τα πόδια του, που έλεγαν οι γιατροί να του τα κόψουν. Έμπαινε και έβγαινε συνεχώς σε νοσοκομεία.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, έκανε ακόμη μερικά ταξίδια και συνέχιζε τα ιερατικά του καθήκοντα εις το ακέραιον: Ιερές Ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια πνευματικών του παιδιών για αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς. Αυτό κράτησε πάνω από οκτώ-δέκα χρόνια.
 
Ο οσιακός θάνατος του Αγίου
 
Μπήκε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου, στις 23 Μαΐου 1999 μ.Χ., απεδήμησε εις Κύριον σε ηλικία εξηνταοκτώ ετών.
Ακολουθούν κάποιες μαρτυρίες από τις τελευταίες εκείνες ώρες.
Στην ημέρα της εορτής τους....
Τον Όσιος Ευμένιο, κάλεσε ο Κύριός μας κοντά του στις 23 Μαΐου του έτους 1999 μ.Χ., ημέρα Κυριακή, στην μνήμη των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, γύρω στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ βρισκόταν στο θεραπευτήριο Ευαγγελισμός.
Ας σημειωθεί, ότι ο Πατήρ Ευμένιος ανήκε στην Μητρόπολη Νικαίας και είναι άξιον θαυμασμού το ότι εφάνη ωσάν να ήλθαν οι Άγιοι προστάτες της μητροπολιτικής του περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο τους, την ημέρα της εορτής τους.
Η εξόδιος Ακολουθία εψάλη εις τον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων, τον οποίο διακόνησε η αγιότητά του με περίσσια αυταπάρνηση.
Ο ενταφιασμός του έγινε την επομένη ημέρα στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό Εθιά, του νομού Ηρακλείου.
Αποχαιρετισμός
«Δεν μπορώ να περιγράψω την θλίψη, που είχε στο πρόσωπό του, όταν για τελευταία φορά κλείδωνε την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, των γλυκύτατων και αγαπημένων του Αγίων, όπως συνήθιζε να λέει, και αποχαιρετούσε το άγιο κελλί του. Και τις τελευταίες ευχές για το Ίδρυμα: «Την ευχή μου να έχετε όλοι, την ευχή μου να έχετε όλοι», επαναλάμβανε, ενώ τον έπνιγε ένα βουβό κλάμα, καθώς περνούσαμε για τελευταία φορά τους δρόμους της αγαπημένης του Αθήνας.
Ευλογούσε συνέχεια και έλεγε: "Ωραία που είναι η Αθήνα! Ωραία Αθήνα, ευλογημένη Αθήνα! Τίποτε άλλο δεν υπάρχει πιο ωραίο από την Αθήνα". Ευλογούσε τους δρόμους, την Ομόνοια, την Αγορά, την Μητρόπολη, την Βουλή των Ελλήνων, τους πάντες και τα πάντα.
Ανεξίτηλα έχουν μείνει στην μνήμη μου τα λόγια, που είπε την Πέμπτη 29 Απριλίου του 1999 μ.Χ., τα μεσάνυκτα: "Σήμερα ήθελαν πάλι να μου κάνουν αιμοκάθαρση δύο ώρες. Με τρύπησαν επτά-οκτώ φορές. Με τρύπαγαν αυτές, με τρύπαγαν σαν τον Δεσπότη Χριστό. Μαρτύρησα, μαρτύρησα σαν τον Δεσπότη Χριστό. Γιατί το κάνουν αυτές αυτό"; "Γέροντα", του απαντώ, "δεν θα ήξεραν οι νοσοκόμες". "Θέλετε να αλλάξουμε γιατρούς και νοσοκομείο", του πρότεινα. "Μπά, δεν χρειάζεται", μου απαντάει. "Μου αρέσει πολύ ο Ευαγγελισμός....".».

Ο τελευταίος Εσπερινός

«Για τελευταία φορά ο Γέροντας εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 17 Δεκεμβρίου του 1997 μ.Χ. (εορτή του Αγίου Διονυσίου).
1η Μαΐου του 1999 μ.Χ. Δεν αισθάνεται καθόλου καλά.
2α Μαΐου. Τον θυμάμαι το βράδυ εκείνο της Κυριακής, με το ραδιοφωνάκι στα χέρια, να παρακολουθεί τον Εσπερινό του Αγίου Πέτρου, πολιούχου Άργους. Ήταν ο τελευταίος Εσπερινός, που άκουγε.
3η Μαΐου, 4η Μαΐου, ο Γέροντας χειροτέρευε. Από τους γιατρούς καμία βοήθεια. Έλεγε συνέχεια: "Ελάτε, πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω....".
5η Μαΐου έως 23η Μαΐου, πονούσε φοβερά όλες αυτές τις ημέρες.
Στις 23 Μαΐου του 1999 μ.Χ., την Κυριακή των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, στις 4:10 μ.μ., εκοιμήθη».
Μετά την κοίμησή του επιτελεί πολλά και μεγάλα θαύματα, όπως το ομολογούν άνθρωποι που ευεργετήθηκαν. Ο βίος του υπήρξε αρετή και η αρετή βίος.
 
Η αγιοκατάταξη

Στις 14 Απριλίου 2022 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχώρησε στην αγιοκατάταξη του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ευμενίου του Νέου (Σαριδάκη). Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη 
του Οσίου στις 23 Μαΐου.