ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΘΕΪΑ ΚΑΙ ΑΠΙΣΤΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΘΕΪΑ ΚΑΙ ΑΠΙΣΤΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: ΟΣΟΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ!


Ο Μέγας Βασίλειος λέγει πως: «όσον ο άνθρωπος απομακρύνεται από τον Θεό, τόσο πλησιάζει το θάνατο, τον πνευματικό. Όσον ο άνθρωπος απομακρύνεται από την πηγή της ζωής, του φωτός και της χαράς, τον Θεό, τόσο πλησιάζει το θάνατο, το σκοτάδι και τον πόνο.

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΤΑΠΕΙΝΩΘΕΙΣ!

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: "Πολλοί ἄνθρωποι λένε σήμερα πώς δέν ὑπάρχει Θεός. Mιλοῦν ἔτσι γιατί στήν καρδιά τους ζεῖ ὑπερήφανο πνεῦμα, πού τούς ὑποβάλλει ψέματα ἐναντίον τῆς Ἀλήθειας καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ".

"Για να σωθείς είναι ανάγκη να ταπεινωθείς".

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος  Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου

Ὁ ὀρθολογισμός θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη στή λογική μας, ἡ ἀναγωγή της σέ ὑπέρτατη αὐθεντία καί ἀπόλυτη ἀξία. Εἶναι ἁμαρτητική νοοτροπία καί βιοθεωρία, καί ὄχι κάποια ἁπλή ἁμαρτία.

Εἶναι κατ’ οὐσίαν ἀπιστία. Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι ἡ πιό χαρακτηριστική καί ὕπουλη ἐκδήλωση τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ὑποκρύπτεται κάτω ἀπό ὅλες τίς ἁμαρτίες μας, ὑφέρπει σέ κάθε μας πράξη καί δηλητηριάζει ὅλα τά καλά ἔργα μας. Αὐτή ὁδηγεῖ στήν αὐτοδικαίωση καί τελικά στήν ἀμετανοησία, κλείνοντας ἔτσι τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος ὅλων τῶν κακῶν. Κατά τόν μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ ἡ ὑπερηφάνεια «ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», «βρίσκεται στήν ρίζα ὅλων τῶν τραγωδιῶν τοῦ ἀνθρώπινου γένους» καί ἀποτελεῖ «τήν οὐσία τοῦ ἅδη». Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, λαϊκός, κληρικός ἤ μοναχός, γίνεται ἄτομο καί προσφέρει τόν πνευματικό θάνατο καί τόν ἅδη, τήν κόλαση, ὄχι μόνο στόν ἑαυτό του, ἀλλά καί στήν οἰκογένειά του, στό κοινόβιό του καί σέ ὅλο τό περιβάλλον του.
Ὁ ὀρθολογιστής ὑποβάλλει τήν ἁγνή καί πηγαία πίστη σέ λογικές διαδικασίες, ζητώντας ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις. Πιστεύει μόνο σέ ὅ,τι μπορεῖ νά κατανοηθεῖ καί νά γίνει ἀποδεκτό μέ τό μυαλό. Γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα, ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί μας, ἀμφιβάλλουν ἤ καί δέν πιστεύουν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, στήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, στόν παράδεισο καί τήν κόλαση. Ἀρνοῦνται ἀκόμη τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, τοῦ προαιώνιου αὐτοῦ ἐχθροῦ μας. Ἀγνοοῦν ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο μέ νοῦ καί μέ θέληση, καί ὅτι αὐτός ἀποτελεῖ τήν αἰτία καί τήν πηγή τοῦ κακοῦ, δεχόμενοι γενικά καί ἀόριστα τήν ὕπαρξη μόνο «δυνάμεων τοῦ κακοῦ».
Ἀμφισβητοῦν τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τῆς Θείας Κοινωνίας, τοῦ Γάμου, ὁ ὁποῖος τείνει νά ἀντικατασταθεῖ ἀπό μία ἁπλή συμβίωση, μία ἐλεύθερη σχέση, ἐκτός γάμου. Ἀρνοῦνται ἤ δέχονται ἐπιλεκτικά τά δόγματα τῆς πίστεώς μας, τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, τή λατρεία, τήν εὐσέβεια καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή δέν μποροῦν νά τά συλλάβουν μέ τήν λογική καί τό μυαλό τους.
Νά διευκρινίσουμε σέ αὐτό τό σημεῖο ὅτι ἡ ἀναφορά μας στό ἀρνητικό φαινόμενο τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί στίς ἀνάλογες συνέπειές του στήν πνευματική ζωή τοῦ καθενός σέ καμία περίπτωση δέν ἔχει τήν ἔννοια τῆς ὑποτιμήσεως ἤ τῆς παραγνωρίσεως τῆς λογικῆς, αὐτῆς τῆς ὕψιστης δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τά ἄλογα ζῶα καί τά ὑπόλοιπα κτίσματα.
Ὁ ὀρθολογιστής ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, πού εἶναι ἡ πίστη, μέ τή σκέψη καί τή διάνοια. Ἔτσι ὅμως καταργεῖται οὐσιαστικά ἡ πίστη, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποδεικνύεται, ἀλλά μᾶς φανερώνεται. Μᾶς ἀποκαλύπτεται μυστικά. Βιώνεται καρδιακά καί πηγαία, ἁπλά, ταπεινά καί ἀθόρυβα. Γι’ αὐτό καί ὁ ὀρθολογισμός συνιστᾶ οὐσιαστικά ἀπιστία• μία ἄλλη μορφή ἀθεΐας, χειρότερη ἴσως ἀπό τήν ἀπόλυτη καί καθαρή ἀθεΐα, ἀφοῦ μᾶς ἐφησυχάζει καί μᾶς παραπλανᾶ πώς δῆθεν πιστεύουμε.
Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ λόγος πού καθιστᾶ τόν ὀρθολογισμό, τήν ὀρθολογιστική θεώρηση τῆς πίστεως, ἕνα ἀπό τά σοβαρότερα ἐμπόδια, καί τά δυσεπίλυτα προβλήματα πού ἀπειλοῦν καί ἀλλοιώνουν τήν πνευματική πορεία τῶν σύγχρονων πιστῶν καί ἐπιβουλεύονται τή σωτηρία τους.
Θά λέγαμε ὅτι ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, δέν εἶναι μία πτώση, ἕνα λάθος, πού εἶναι ἀνθρώπινο καί φυσιολογικό νά συμβαίνει σέ κάθε πιστό, πού ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία του, ἀφοῦ κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος ἤ ἀλάνθαστος. Γι’ αὐτό καί ὅλες οἱ πτώσεις καί ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωροῦνται, ὅταν μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί συντριβή τά ἐναποθέσουμε στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ μας, μέ τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.
Ὁ ὀρθολογισμός λοιπόν ξεπερνᾶ τά στενά ὅρια τῆς ἁμαρτίας καί λειτουργεῖ ἀλλοιωτικά καί διαφορετικά, ὑποσκάπτοντας τά ἴδια τά θεμέλια καί οὐσιώδη τῆς πίστεως. Καταργεῖ τή σχέση, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐλπίδα, γιατί στηρίζεται μόνον στά δικά μας λογικά συμπεράσματα, στίς ἀτομικές μας ἀντιλήψεις καί στήν ἀτομική μας νοοτροπία καί βιοθεωρία.

Νοῦς καί λόγος

Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τήν διαφορά ἀνάμεσα στήν «καλή» καί «κακή» χρήση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς (πού εἶναι ὁ ὀρθολογισμός), θά ἦταν χρήσιμο νά ἀναπτύξουμε ἐν συντομίᾳ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν φύση καί τήν λειτουργία της.
Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή καί τήν ὀρθόδοξη πατερική παράδοση, ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο γνωστικά κέντρα. Δηλαδή δύο ὁδούς, δύο τρόπους μέσα ἀπό τούς ὁποίους μπορεῖ νά γνωρίσει τά πράγματα, τήν κτιστή φυσική δημιουργία καί τόν ἴδιο τόν Θεό.
Τά δύο αὐτά κέντρα εἶναι ὁ νοῦς (πού οἱ πατέρες τόν ταυτίζουν μέ τήν καρδιά) καί ὁ λόγος (δηλαδή ἡ λογική, ἡ διάνοια, τό μυαλό). Ὁ νοῦς ἔχει τήν ἕδρα του στήν καρδιά καί ὁ λόγος (ἡ λογική) στόν ἐγκέφαλο. Ὁ νοῦς εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχῆς, γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τόν ὀνομάζουν «τό ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς». Μέ τό νοῦ, πού εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς (γι’ αὐτό καί ἀναφέρεται καί ὡς «ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς»), ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τή γνώση καί τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, γίνεται μέτοχος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως.
Ὁ λόγος (ἤ λογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τό λόγο (τή λογική) ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τή φύση καί τήν κτιστή δημιουργία. Ἡ γνώση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ βοηθάει, βεβαίως, τόν ἄνθρωπο νά φθάσει καί στήν γνώση τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ὅμως ἀποκτᾶ μέ τό νοῦ. Μέ τή λογική, δηλαδή, δέν μποροῦμε νά γνωρίσουμε τό Θεό. Ἡ λογική μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀνάγκη τῆς πίστεως στό Θεό. Ἡ ἀληθινή, ὅμως, γνώση τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ τό νοῦ, μέ τήν καρδιά δηλαδή.
Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο, πού δέν ἐπιτρέπει στό σύγχρονο ἄνθρωπο νά φθάσει στή γνώση τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκριβῶς αὐτό: ὅτι προσπαθεῖ νά Τόν γνωρίσει μέ λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα. Ἀντικαθιστᾶ δηλαδή τό νοῦ (τήν καρδιά) μέ τό λόγο (τή λογική) καί καταλήγει ἔτσι στόν ὀρθολογισμό καί στήν ἀδυναμία νά γνωρίσει ἀληθινά τό Θεό.
Ἀπό τά ἀνωτέρω γίνεται φανερό πώς παραιτοῦμαι ἀπό τή λογική μου δέν σημαίνει ὅτι γίνομαι παράλογος. Ἡ πίστη δέν εἶναι παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη. Δέν κατανοεῖται, ἀλλά βιώνεται. Πίστη δέν σημαίνει κατανόηση, ἀλλά ἐμπιστοσύνη. Δέν ἀντιβαίνει στόν ὀρθό λόγο, ἀλλά τόν ὑπερβαίνει, τόν ξεπερνᾶ. Τό ὑπέρλογο μέσα στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἡ κατάργηση τῆς λογικῆς, ἀλλά ἡ μετακένωση καί ἀνύψωσή της στήν ἀποδοχή τῶν ἐμπειριῶν τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ἀπόλυτη διάθεση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στό θέλημα καί στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τό λογικό εἶναι τό «στένεμα» τοῦ Θεοῦ καί ἡ σμίκρυνσή του στίς προσωπικές μας ἀνάγκες καί ἀπαιτήσεις, στό ἐγωιστικό θέλημά μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι νά ἀφήνω στό Θεό ἀνοιχτό τό δρόμο τῆς καρδιᾶς μου γιά νά ‘ρθεῖ καί νά ἐνεργήσει μέσα μου μέ τό δικό Του τρόπο, πού δέν εἶναι οὔτε λογικός, οὔτε ἄλογος, οὔτε παράλογος, ἀλλά εἶναι ὑπέρλογος. Εἶναι ἡ αἰώνια Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ὁδός τῆς σωτηρίας μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ὑπαγωγή τῆς λογικῆς μας στή Λογική του Θεοῦ. Εἶναι ἡ προσπάθεια πού κάνουμε γιά νά δεχθοῦμε τή Λογική τοῦ Θεοῦ, ὅταν αὐτή δέν συμφωνεῖ μέ τή δική μας.
Σκοπός τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ Οὐρανός. Πατρίδα του εἶναι ὁ Οὐρανός. Ὁ χριστιανός εἶναι οὐρανοπολίτης καί στόχος κεντρικός τῆς ζωῆς του εἶναι νά γνωρίσει τό Θεό καί νά ἑνωθεῖ μαζί Του, νά φθάσει δηλαδή στή θέωση. Τό ἀπόλυτο ζητούμενο τῆς πνευματικῆς μας πορείας παραμένει πάντοτε ἡ θέωση, πού ἐπιτυγχάνεται μόνο μέσα ἀπό τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καί τό φωτισμό τοῦ νοῦ. Ὁ φωτισμός λοιπόν τοῦ νοῦ ὀφείλει νά εἶναι ἡ κύρια ἐπιδίωξή μας, καί ὄχι ἡ καλλιέργεια τῆς λογικῆς. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι αὐτός πού ὁδηγεῖ στό Θεό καί ὄχι ἡ ἀνεπτυγμένη λογική. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι ἡ ἀνταμοιβή τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐκχώρηση τῆς λογικῆς μας σ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό καί ἡ προσπάθειά μας θά πρέπει νά εἶναι ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ὄχι ἡ ἐξάσκηση τῆς λογικῆς μας.

Ἡ πνευματική γνώση

Ὁ στόχος ὅμως αὐτός ἐπιτυγχάνεται κυρίως μέ τήν «πνευματική γνώση». Πνευματική γνώση εἶναι πίστη, εἶναι ἐμπειρία, εἶναι θεῖος φωτισμός, εἶναι Θεία χάρις καί Θεογνωσία.
Ἡ πνευματική αὐτή γνώση δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς λογικῆς τοῦ μυαλοῦ μας. Δέν κατέχεται μόνον ἀπό τούς εὐφυεῖς, ἀπό τούς μορφωμένους, ἀπό τούς ἐπιστήμονες. Δέν ἀπαιτεῖ σύνθετη σκέψη, πολύπλοκες ἀναλύσεις καί συλλογισμούς. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται σέ ὅλους, μορφωμένους καί ἀγράμματους, γνωστικούς καί ἀδαεῖς, ἔξυπνους καί ἁπλοϊκούς, σέ ὅλους ὅσοι ἔχουν ἁπλή, ταπεινή καί καθαρή καρδιά. Ἡ πίστη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στούς ἁπλούς καί ταπεινούς ἀνθρώπους, καί ὄχι ἀποτέλεσμα λογικῆς ἐπεξεργασίας.
Ἡ πνευματική γνώση δέν σπουδάζεται στά πανεπιστήμια καί τά σπουδαστήρια τοῦ κόσμου, δέν ἀναγνωρίζεται μέ διπλώματα καί μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδῶν, δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς, εἶναι φωτισμένος νοῦς, εἶναι μετοχή στήν ἀγάπη, τή χάρη καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τῆς Ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί στόν κόσμο ὁλόκληρο. Ἐργαστήριο τῆς πνευματικῆς γνώσεως εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Ἡ ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στήν ἄπειρη ἀγάπη καί πρόνοιά Του. Εἶναι ἡ καθημερινή ἄσκηση καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης διά τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἐλεημοσύνης ἐνεργούμενης. Εἶναι ἡ φιλαδελφία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἱλαρότητα.
Ὁ ὀρθολογισμός, περνώντας ἀπό ὅλες τίς πτώσεις τῆς ὑπερηφάνειας, μᾶς ὁδηγεῖ τελικά στήν αὐτοδικαίωση• γιατί μᾶς πείθει ὅτι ἔχουμε δίκιο. Καί ἐφ’ ὅσον οἱ σκέψεις μας, τά λόγιά μας καί οἱ πράξεις μας εἶναι λογικές, ἄρα εἶναι ὀρθές καί δίκαιες. Ἔχουμε λοιπόν δίκιο, ἄρα καί δικαίωμα νά τό ἐπιβάλλουμε ὡς γνώμη, ὡς ἐπιθυμία καί ὡς συμπεριφορά. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ξεκινᾶ μία ἀτελεύτητη πορεία πρός τήν μηδέποτε ἐπιτυγχανομένη – γιατί εἶναι καί ἀκόρεστη – αὐτοδικαίωσή μας, πού μᾶς παρασύρει σέ μία ἁλυσίδα διαρκῶς μεγαλύτερων καί βαρύτερων ἁμαρτημάτων.
Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς (Λουκ.18,9-14) εἶναι ὁ ἀντιπροσωπευτικότερος τύπος τοῦ αὐτοδικαιούμενου ἀνθρώπου. Καυχᾶται γιά τίς ἀρετές του, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του δίκαιο καί συγχρόνως ἐξουθενώνει τόν τελώνη, βλέποντας τόν ἁμαρτωλό, κατώτερό του. Ὁ αὐτοδικαιούμενος γίνεται ὁ ἴδιος κριτής τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ ἀπονέμει τόν τίτλο τοῦ δικαίου, πιστεύοντας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν ἀνταμείψει.
Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού πάσχει ἀπό ψυχολογικά προβλήματα, ἐπειδή ἀπωθεῖ τήν ἐνοχή του. Γίνεται ἔτσι νευρικός, διαταραγμένος ἀνικανοποίητος, ἀπαιτητικός, ἀνυπόμονος, ἀνυπάκουος, αὐθάδης, ἐριστικός. Ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τοῦ Ἑωσφόρου, δέν θέλει νά ζητήσει συγχώρηση καί νά ὁμολογήσει τίς ἁμαρτίες του. Ἐπαναλαμβάνει ὡς ἐπωδό τά λόγια του μηδενιστῆ Ἀλμπέρτ Καμύ: «Εἶχα δίκιο, ἔχω ὁπωσδήποτε δίκιο, θά ἔχω πάντα δίκιο», καί ὀρθώνει μόνος του ἀνυπέρβλητο φράγμα στήν ἄβυσσο τοῦ Θείου ἐλέους.
Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι συμπυκνωμένη ὑπερηφάνεια, ἀλαζονεία, αὐτοδικαίωση, αὐτάρκεια καί αὐτονομία. Γι’ αὐτό καί ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀπομονώνει καί τόν ἀπομακρύνει ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς συνανθρώπούς του. Ὁ ὀρθολογιστής καθίσταται ἔτσι στοιχεῖο διαλυτικό τῆς φιλίας, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας, τοῦ κοινοβίου καί τῆς κοινωνίας.
Τελικά ὁ ὀρθολογιστής, παρά τή λαμπρότητα τῶν ἐπιτευγμάτων του, καταλήγει νά εἶναι ὁ κουρασμένος, ὁ κενός, ὁ ἀνικανοποίητος, ὁ ἀπογοητευμένος σύγχρονος ἄνθρωπος. Αὐτός πού βιώνει καθημερινά τό δράμα τῆς ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας του, τῆς ἀνασφάλειάς του καί τοῦ ἀδιεξόδου, στό ὁποῖο τόν παγιδεύει ἡ λογική του καί ἡ αὐτοπεποίθησή του στίς ὁποῖες τόσο στηρίχτηκε.
Θά πρέπει λοιπόν νά βγοῦμε ἀπό τά ὅρια τῆς πεπερασμένης ἀνθρώπινης λογικῆς καί νά μποῦμε στήν ἀπεραντοσύνη, στόν πλοῦτο καί τήν εὐλογία τῆς λογικῆς του Θεοῦ.

Ἀναστασίου Ἀθανάσιος (Ἀρχιμανδρίτης, Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου)

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΕΪΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΟΓΙΑ

Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΧΟΝΤΑ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΕΪΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΟΓΙΑ
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου

Διαβάζοντας κανείς την Επιστολή του Αγίου Φωτίου προς τον Μιχαήλ τον άρχοντα της Βουλγαρίας, και προσμετρά καλύτερα τη σημερινή κρατούσα αθεϊστική αντιλογία. Είναι λυπηρό ο λαός, που στην μεγάλη του πλειοψηφία, το πρώτιστο που έχει είναι η Ορθόδοξη Πίστη του, να αμοίβει από αντίδραση στα Κρατικά αξιώματα αυτούς επιμένουν σε αθεϊστικές ατραπούς.

Ο Άγιος Φωτίου στην επιστολή του προς τον Μιχαήλ το άρχοντα της Βουλγαρίας απευθύνεται ως εξής : «Τω περιφανεστάτω και περιβλέπτω ηγαπημένω εν Κυρίω πνευματικώ υιώ Μιχαήλ τω εκ Θεού άρχοντι Βουλγαρίας». Δυστυχώς ούτε την προλογική αυτή αναφορά δεν μπορεί ειλικρινώς ένας Ιεράρχης να απευθύνει στο πλήθος των κρατούντων που εμμένουν στα αθεϊστικά κατάλοιπα.
Η επιστολή του Αγίου Φωτίου προς τον Μιχαήλ το άρχοντα της Βουλγαρίας και συγκεκριμένα στο πρώτο μέρος αυτής αναφέρει τα εξής : «ων η τιμιωτάτη και των άλλων πρωτεύουσα χάρις προς το θείον εστίν απλανής και σωτήριος χειραγωγία, ην πρώτη και μόνη χαρίζεται της καθαράς και αμωμήτου πίστεως ημών των Χριστιανών η μάθησις και μυσταγωγία, αύτη γαρ της πολυμόρφου πλάνης τον άνθρωπον απαλλάττουσα και τα της καρδίας όμματα της εκείθεν αχλύος αποκαθαίρουσα, καθαρά ψυχής θεωρία τω καθαρωτάτω κάλλει της λατρείας καθαρώς ενατενίζειν παρέχεται· δι’ ης εις την υπέρ νουν ουσίαν και πάντων αιτίαν και δημιουργόν αναγόμενοι την ενοειδή και υπέρθεον της τριάδος θεότητα, καθ’ όσον εστίν ανθρώπω δυνατόν, ενοπτριζόμεθα».
Τόσο η χρήση του απαρεμφάτου «ενατενίζειν», όσο η ρηματική χρήση «ενοπτριζόμεθα» καταδεικνύουν το πνευματικό ύψος της παραδειγματικής συμβουλευτικής προς τον Μιχαήλ τον άρχοντα της Βουλγαρίας, για ουσιαστική συμμετοχή στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας. Αυτό εξάλλου δηλώνει και η αναφορά του Αγίου Φωτίου στην μάθηση και μυσταγωγία της πίστης. Ακόμα και η επιλογή χρήσης επιθέτων, όπως στις φράσεις «καθαρά ψυχής θεωρία», «τω καθαρωτάτω κάλλει της λατρείας», «αναγόμενοι την ενοειδή και υπέρθεον της τριάδος θεότητα», καταδεικνύουν την υποδεικνυόμενη υψηλή πνευματικότητα, προς τον Μιχαήλ τον άρχοντα της Βουλγαρίας. 
Διαβάζοντας λοιπόν κανείς την επιστολή του Αγίου Φωτίου προς τον Μιχαήλ τον άρχοντα της Βουλγαρίας, αντιλαμβάνεται το αντιλογικό μέγεθος της σημερινής αθεϊστικής στάσης. Τι κρίμα να μη μπορεί ένας Ιεράρχης να αναφερθεί έστω και ακροθιγώς στην Ορθόδοξη Πίστη, απευθυνόμενος προς δεδηλωμένους άθεους κρατούντες. Δυστυχώς οι ‘’αρχές’’ του εσκοτισμένου ‘’διαφωτισμού’’, όπως αυτού που οι κάθε λογής άθεοι προβάλλουν, δεν επιτρέπουν τέτοιες αναφορές.

Τουναντίον επιδιώκεται χωρισμός Εκκλησίας Κράτους και η άθεη Παιδεία προωθείται ποικιλοτρόπως. Η εμμονή αθέων κρατούντων στη μετατροπή του μαθήματος των Θρησκευτικών σε συγκρητιστικό θρησκειολογικό μάθημα, την πρόθεση τούτη ερμηνεύει. «Η παιδεία κατά το πρότυπον του ευρωπαϊκού Aufklärung (Διαφωτισμός) ποτέ δεν δύναται παιδεία δι’ ημάς» (Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς).

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

ΣΕ ΠΟΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΧΩΡΑ ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΘΕΟ

Σε ιστορικό ρεκόρ έχει φτάσει ο αριθμός των ανθρώπων που δεν πιστεύουν στον Θεό σ’ αυτή τη χώρα της Ευρώπης.
Σύμφωνα με ετήσια έρευνα, το 39% των Νορβηγών απάντησε «Όχι» στην ερώτηση «Πιστεύετε στον Θεό;», ενώ το 37% απάντησε «Ναι» και το 23% απάντησε «Δεν ξέρω».
Όταν η ίδια ερώτηση είχε τεθεί για πρώτη φορά στη Νορβηγία το 1985, το 50% των πολιτών είπε ότι πιστεύει στον Θεό, ενώ το 20% δήλωσε το αντίθετο.
Ο επικεφαλής της έρευνας, Ζαν - Πωλ Μπρέκε, ανέφερε ότι από τότε που ξεκίνησαν να ρωτάνε πριν 30 χρόνια, το ποσοστό του πληθυσμού που απάντησε ότι δεν ξέρει έχει παραμείνει περίπου το ίδιο. Στη συνέχεια, πρόσθεσε ότι δεν είχαν όλες οι θρησκευτικές ομάδες ισχυρή παρουσία στην αξιολόγηση και ότι ο «Θεός» δεν προσδιοριζόταν στην ερώτηση.

Η αλλαγή στα στοιχεία ξεκίνησε να εμφανίζεται πριν δύο χρόνια, όταν ο αριθμός των πιστών και των μη πιστών ήταν ίσος.

ΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟ;

Δυο αμφιβόλου αξιοπιστίας αυτοαποκαλούμενοι ερευνητές, ο Simcha Jacobovici και ο Barrie Wilson ισχυρίζονται οτι ανακάλυψαν χειρόγραφο του 6ου αιώνα μ.Χ., στη Βρετανική Βιβλιοθήκη και πως δήθεν το αρχαίο κείμενο επιβεβαιώνει τη θεωρία ότι ο Ιησούς παντρεύτηκε και είχε παιδιά. 

Υπάρχουν πολλές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς ήταν παντρεμένος... Ήταν, όμως, θεωρίες και καμία δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Κατά διαστήματα αρκετοί επιχείρησαν να υποδομήσουν τη θεϊκή υπόσταση του Ιησού και κατ επέκταση να δημιουργήσουν σύγχυση στο λαό και στην Εκκλησία. 

Τις τελευταίες ώρες κάνει το γύρο του Ιντερνέτ η είδηση ότι κάποιος Simcha Jacobovici, ένας Ισραηλινοκαναδός σκηνοθέτης και ο Barrie Wilson, καθηγητής θρησκευτικών σπουδών στο Τορόντο, ανακάλυψαν ένα αρχαίο κείμενο, που δήθεν πρόκειται για τη μεγάλη αποκάλυψη. 

Για τη ζωή του Ιησού δεν γνωρίζουμε πολλά. Αναφέρονται μόνο κάποια γεγονότα στην Αγιά Γραφή, όταν ο Ιησούς ήταν 12 ετών, καθώς επίσης και η ιστορία της γέννησής του, όπως και οι τελευταίες ημέρες του πάνω στη Γη.

Ωστόσο, ο Simcha Jacobovici και ο Barrie Wilson, ανακάλυψαν ένα χειρόγραφο που χρονολογείται από τον 6ο αιώνα μ.Χ., που γράφτηκε σε περγαμηνή στα Αραμαϊκά - τη γλώσσα δηλαδή που μιλούσε ο Ιησούς – και βρέθηκε στην Βρετανική Βιβλιοθήκη. Οι ερευνητές γράφουν στο βιβλίο τους με τίτλο "Το Χαμένο Ευαγγέλιο", πως "σύμφωνα με το έγγραφο που αποκαλύψαμε, κάποια στιγμή ο Ιησούς παντρεύτηκε, είχε σεξουαλικές σχέσεις, και έκανε παιδιά". 

Και συνεχίζουν: «Σε ένα καθαρά ιστορικό επίπεδο, αυτό πραγματικά δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Ο γάμος και τα παιδιά ήταν... αναμενόμενα για έναν Εβραίο. Αν δεν ήταν παντρεμένος, αυτό θα είχε προκαλέσει προβλήματα στην οικογένεια του, ένα πιθανό σκάνδαλο στην κοινότητα του. Αλλά τώρα έχουμε ένα έγγραφο που αναφέρει ότι ήταν πράγματι παντρεμένος και πατέρας παιδιών. Και όχι μόνο αυτό, αλλά το έγγραφο μας δείχνει ότι για ορισμένους οπαδούς του, ο γάμος του Ιησού ήταν η πιο σημαντική πτυχή της θεολογίας τους». 

Ο Simcha Jacobovici πιστεύει επίσης ότι υπάρχουν στοιχεία στην Αγία Γραφή που μαρτυρούν ο Ιησούς ήταν παντρεμένος. Όλα τα παραπάνω γράφονται στο βρετανικό ΜΜΕ Express.

Ποια είναι όμως η απάντηση της Αγίας Γραφής; 
Παρότι η Αγία Γραφή δεν κάνει άμεση αναφορά στην οικογενειακή κατάσταση του Ιησού, δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν ήταν παντρεμένος. Εξετάστε τα ακόλουθα στοιχεία.

Η Αγία Γραφή μιλάει αρκετές φορές για την οικογένεια του Ιησού, καθώς και για γυναίκες οι οποίες τον συνόδευαν στη διακονία του και ήταν παρούσες στην εκτέλεσή του. Ωστόσο, πουθενά δεν λέει ότι ο Ιησούς είχε σύζυγο. (Ματθαίος 12:46, 47· Μάρκος 3:31, 32· 15:40· Λουκάς 8:2, 3, 19, 20·Ιωάννης 19:25) Η πιο λογική εξήγηση για αυτό είναι, πολύ απλά, ότι δεν ήταν παντρεμένος.

Αναφορικά με όσους δεν παντρεύονται για να μπορούν να κάνουν περισσότερα στην υπηρεσία του Θεού, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αυτός που μπορεί να αφήσει χώρο για αυτό [την αγαμία] ας αφήσει χώρο για αυτό». (Ματθαίος 19:10-12) Ο ίδιος έθεσε το υπόδειγμα για εκείνους που επιλέγουν να μην παντρευτούν προκειμένου να αφοσιωθούν πληρέστερα στον Θεό.—Ιωάννης 13:15· 1 Κορινθίους 7:32-38.

Λίγο πριν πεθάνει, ο Ιησούς ανέθεσε σε κάποιον τη φροντίδα της μητέρας του. (Ιωάννης 19:25-27) Αν ήταν παντρεμένος ή είχε παιδιά, ασφαλώς θα είχε λάβει πρόνοια και για την άμεση οικογένειά του.

Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Ιησούς είναι υπόδειγμα για τους συζύγους. Εντούτοις, δεν εννοεί ότι ο ίδιος είχε κατά γράμμα σύζυγο, επειδή αναφέρει: «Σύζυγοι, να αγαπάτε τις γυναίκες σας, όπως και ο Χριστός αγάπησε την εκκλησία και παρέδωσε τον εαυτό του για αυτήν». (Εφεσίους 5:25) 

Αν ο Ιησούς ήταν παντρεμένος όταν ήταν στη γη, θα ήταν ο τέλειος σύζυγος. Δεν θα έθετε, λοιπόν, αυτό το εδάφιο ως πρότυπο για τους συζύγους τη συμπεριφορά του Ιησού απέναντι στη γυναίκα του;

Ο ΑΠΙΣΤΟΣ ΓΙΑΤΡΟΣ ΚΑΙ Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


Ένας άπιστος γιατρός έλεγε σε έναν πιστό χριστιανό: Δεν υπάρχει ψυχή. Είδες ποτέ με τα μάτια σου καμιά ψυχή; Άκουσες καμιά ψυχή με τα αυτιά σου; Γεύτηκες, οσφράνθηκες ποτέ την ύπαρξη της ψυχή;
Όχι, απάντησε ο πιστός.
Ο γιατρός με κάποιο υπεροπτικό ύφος είπε: Βλέπεις; Έχουμε τέσσερις αισθήσεις που μας πληροφορούν ότι δεν υπάρχει ψυχή και μόνο μία υπέρ της ύπαρξης της.
Αλλά ο πιστός δεν τα έχασε. Με ευστροφία ρωτά το γιατρό:
Είδες ποτέ γιατρέ μου, με τα μάτια σου τον πόνο; Τον άκουσες με τα αυτιά σου; Τον γεύτηκες με το στόμα σου; Τον οσφράνθηκες με τη μύτη σου;
Όχι απάντησε ο γιατρός.
Αισθάνθηκες ποτέ τον πόνο;
Ναι, ήταν η απάντηση του γιατρού.
Βλέπετε γιατρέ μου, έχουμε κι εδώ τέσσερις αισθήσεις, που μας πληροφορούν ότι πόνος δεν υπάρχει και μόνο μία ότι υπάρχει. Να καταλήξουμε στα ίδια συμπεράσματα;
Ο γιατρός παίρνει την απάντηση και ο πιστός κερδίζει μία νίκη.

ΑΡΧΙΜ. π. ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΖΗΣΟΠΟΥΛΟΣ

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΜΕΤΕΜΨΥΧΩΣΗ!


Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Η μετεμψύχωση βολεύει τους ανθρώπους, και ειδικά τους αθέους, τους απίστους. Είναι η μεγαλύτερη πονηριά του διαβόλου. Τους κρατά ο διάβολος στην ζωή της αμαρτίας, με τον λογισμό ότι η ψυχή έρχεται και ξανάρχεται σε αυτόν τον κόσμο.

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΞΕΝΟΦΩΝ, Ο ΑΘΕΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΠΑΘΗΣ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΨΕ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ!

Πρωτ. Στέφανου Αναγνωστοπούλου

Πριν από χρόνια, όταν ήμουν εφημέριος στον ιερό Ναό του Αγίου Βασιλείου Πειραιώς, μ’ εκάλεσαν να εξομολογήσω εκτάκτως, κατόπιν δικής του επιθυμίας, ένα νέο άνδρα, 42 ετών, του οποίου το όνομα, ήτο Ξενοφών.

Όταν πήγα, ήταν σε κακή κατάσταση. Ο καρκίνος με τις ραγδαίες μεταστάσεις τον είχε προσβάλλει και στο κεφάλι. Οι μέρες του μετρημένες. Ήταν μόνος στον θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, κι έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας. Και μου είπε τα έξης, για το πώς πίστεψε, αφού υπήρξε, όπως το τόνισε, «σκληρός άθεος» και άπιστος.

«Ήλθα εδώ πριν από 35 περίπου μέρες, σ’ αυτό το δωμάτιο των δύο κλινών. Δίπλα μου ήταν ήδη κάποιος άλλος άρρωστος, μεγάλος στην ηλικία, 80 περίπου ετών. Αυτός ο άρρωστος, πάτερ μου, παρά τους φοβερούς πόνους που είχε στα κόκκαλα -εκεί τον είχε προσβάλει ο καρκίνος- συνεχώς αναφωνούσε «Δόξα Σοι, ο Θεός! Δόξα Σοι, ο Θεός!…» Στη συνέχεια έλεγε και πολλές άλλες προσευχές, που εγώ ο ανεκκλησίαστος και άθεος τις άκουγα για πρώτη φορά. Κι όμως, πολλές φορές μετά από τις προσευχές του ηρεμούσε -κι εγώ δεν ξέρω με ποιόν τρόπο- και τον έπαιρνε γλυκύτατος ύπνος. Ύστερα από δυο-τρεις ώρες ξυπνούσε από τους αφόρητους πόνους, για να ξαναρχίσει και πάλιν «το Χριστέ μου, Σ’ ευχαριστώ! Δόξα στο όνομα Σου!…Δόξα Σοι, ο Θεός!…Δόξα Σοι, ο Θεός!…»
Εγώ μούγκριζα από τους πόνους, κι αυτός ο συνασθενής μου, με τους αφόρητους πόνους, δοξολογούσε τον Θεό. Εγώ βλαστημούσα τον Χριστό και την Παναγία, κι αυτός μακάριζε τον Θεό, Τον ευχαριστούσε για τον καρκίνο που τού έδωσε και τους πόνους που είχε. Τότε εγώ αγανακτούσα όχι μόνο από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, άλλα και γιατί έβλεπα αυτόν, τον συνασθενή μου, να δοξολογεί συνεχώς τον Θεό. Αυτός έπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα «την Θεία Μεταλαβιά» κι εγώ ο άθλιος ξερνούσα από αηδία.
– Σκάσε, επί τέλους! σκάσε επί τέλους να λες συνεχώς «Δόξα Σοι, ο Θεός»! Δεν βλέπεις πως Αυτός ο Θεός, που εσύ Τον δοξολογείς, Αυτός μας βασανίζει τόσο σκληρά; Θεός είναι αυτός; Δεν υπάρχει. Όχι! δεν υπάρχει…
Και αυτός με γλυκύτητα απαντούσε: «Υπάρχει, παιδί μου, υπάρχει και είναι στοργικός Πατέρας, διότι με την αρρώστια και τους πόνους μας καθαρίζει από τις πολλές μας αμαρτίες. Όπως αν ασχολιόσουν με καμιά σκληρή δουλειά, όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς, θα χρειαζόσουν μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστής καλά, κι εσύ και το σώμα σου και τα ρούχα σου, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Θεός χρησιμοποιεί την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για τη Βασιλεία των ουρανών».
Οι απαντήσεις του μ’ εκνεύριζαν ακόμη περισσότερο και βλαστημούσα θεούς και δαίμονες. Δυστυχώς οι αντιδράσεις μου ήσαν αρνητικές, με το να φωνάζω: «-Δεν υπάρχει Θεός… Δεν πιστεύω σε τίποτα… Ούτε στον Θεό ούτε σ’ αυτά τα «κολοκύθια» που μού λες περί Βασιλείας του Θεού σου…» Θυμάμαι τις τελευταίες του λέξεις:
-Περίμενε και θα δεις με τα μάτια σου πώς χωρίζεται η ψυχή απ’ το σώμα ενός Χριστιανού που πιστεύει. Είμαι αμαρτωλός, αλλά το έλεός Του θα με σώσει. Περίμενε, θα δεις και θα πιστέψεις!
Και η μέρα αυτή έφθασε. Από το νοσοκομείο θέλησαν να βάλουν ένα «παραβάν», όπως ήταν καθήκον τους, αλλά εγώ διαμαρτυρήθηκα. Τούς είπα «όχι, γιατί θέλω να δω πώς αυτός ο γέρος θα πεθάνει!!!».
Τον έβλεπα λοιπόν να δοξολογεί συνεχώς τον Θεό. Πότε έλεγε κάποια «Χαίρε» για την Παναγία, που αργότερα έμαθα ότι λέγονται «Χαιρετισμοί». Κατόπιν σιγοέψαλλε το «Θεοτόκε Παρθένε», το «Από των πολλών μου αμαρτιών…», το «Άξιον εστί», κάνοντας συγχρόνως και πολλές φορές το σημείο του σταυρού.
Σήκωσε κάποια στιγμή τα χέρια του και είπε: «Καλώς τον Άγγελό μου! Σ΄ ευχαριστώ, που ήλθες με τόση λαμπρά συνοδεία να παραλάβεις την ψυχή μου. Σ’ ευχαριστώ!… Σ’ ευχαριστώ!…» Ανασηκώθηκε λίγο, ξανασήκωσε τα χέρια του ψηλά, έκαμε το σημείο του σταυρού, σταύρωσε τα χεράκια του στο στήθος του και εκοιμήθη!

Ξαφνικά το δωμάτιο πλημμύρισε από φως, λες και μπήκαν μέσα δέκα ήλιοι και περισσότεροι, τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο! Ναι, εγώ ο άπιστος, ο άθεος, ο υλιστής, ο «ξιπασμένος», ομολογώ ότι όχι μόνον έλαμψε το δωμάτιο άλλα και μια ωραιότατη μυρωδιά απλώθηκε σ’ αυτό, ακόμη και σε ολόκληρο τον διάδρομο, και μάλιστα όσοι ήσαν ξυπνητοί και μπορούσαν, έτρεχαν εδώ κι εκεί, για να διαπιστώσουν από που ήρχετο η παράξενη αυτή μυρωδιά.
Έτσι, πάτερ μου, πίστεψα, γι’ αυτό και φώναξα για Εξομολόγο ύστερα από τρεις ημέρες. Την άλλη μέρα όμως, τα ‘βαλα με τους δικούς μου, την μάνα μου και τον πατέρα μου, ύστερα με τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου, με τη γυναίκα μου, με τους συγγενείς και τους φίλους, και τους φώναζα και τους έλεγα:
– Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Θεό, την Παναγία και τους Αγίους; Γιατί δεν με οδηγήσατε ποτέ στην Εκκλησία; Γιατί δεν μου είπατε ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωρισθεί από το σώμα για να δώσει τον λόγο της; Γιατί με σπρώξατε με την συμπεριφορά σας στην αθεΐα και στον μαρξισμό; Εσείς με μάθατε να βλαστημώ, να κλέβω, να απατώ, να θυμώνω, να πεισμώνω, να λέω χιλιάδες ψέματα, να αδικώ, να πορνεύω…
Εσείς με μάθατε να είμαι πονηρός, καχύποπτος, ζηλιάρης, λαίμαργος, φιλάργυρος και κακός. Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή; Γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη; Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό; Γιατί;… Από αυτή τη στιγμή μέχρι που να πεθάνω, θα μου μιλάτε μόνο για τον Θεό, τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγγέλους, τους Αγίους. Για τίποτε άλλο.
Ήρχοντο οι δικοί μου, οι συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, και τους ρωτούσα τον καθένα χωριστά ή όλους μαζί: «-Έχετε να μου πείτε κάτι σημαντικό για τον Θεό; διότι Αυτόν θα συναντήσω! Λέγετε….. Εάν δεν ξέρετε, να μάθετε. Οι μέρες περνάνε κι εγώ θα φύγω. Και σ’ ένα – δυο επισκέπτες: «- Αν δεν ξέρεις ή αν δεν πιστεύεις, να φύγεις!…»

Τώρα πιστεύω με όλη μου την καρδιά, και θέλω να εξομολογηθώ όλες τις αμαρτίες μου από μικρό παιδί…»

Ήτο σταθερός και αμείλικτος με το παλαιό εαυτό του ο Ξενοφών. Και το έλεος του Θεού ήταν μεγάλο, πολύ μεγάλο! Εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια, κοινώνησε δυο-τρεις φορές και υστέρα από πάλη μερικών ημερών με τον καρκίνο, έφυγε εν πλήρη μετάνοια, με ζέουσα την πίστη, ειρηνικά, οσιακά, δοξολογώντας κι’ αυτός τον Θεό.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ: ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ AUGUSTE COMTE (Β' ΜΕΡΟΣ)

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος
Φοιτητής  διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.com)

Το κείμενο αυτό είναι το δεύτερο μίας σειράς άρθρων που στόχο έχουν να αναλύσουν την παρακμή του θρησκευτικού φαινομένου στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και να εξετάσουν τυχόν συμβολή της υποχώρησης της παραδοσιακής θρησκευτικότητας με την πολύπλευρη κρίση που διέρχεται ο δυτικός πολιτισμός.
Προτού αναλυθεί το εάν η αποχριστιανοποίηση αποτελεί παράγοντα της κρίσης του δυτικού πολιτισμού, είναι σημαντικό να ερευνηθεί αν έχουν υπάρξει προειδοποιήσεις περί αυτού από διανοητές που έζησαν και στοχάστηκαν την περίοδο του εκείνη ξεκινούσε.  Η αξία των προειδοποιήσεων αυτών είναι ακόμη μεγαλύτερη, όταν εκφέρονται από ανθρώπους όχι οπαδούς της παλαιάς χριστιανικής τάξης πραγμάτων.
Ο Κοντ και ο θετικισμός
Ο Αύγουστος Κοντ (Auguste Comte, Γαλλία 1798-1857) υπήρξε από τους πρώτους σύγχρονους κοινωνιολόγους, ήταν δε αυτός που έδωσε στην επιστήμη της κοινωνιολογίας το όνομα της (sociologie). Ο Κοντ υπήρξε θεμελιωτής του θετικισμού, της επιστημολογικής αντίληψης πως οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο γνώσης και έρευνας μαζί με τις θετικές και πως η μέθοδος των τελευταίων, η βασιζόμενη δηλαδή στον ορθό λόγο, την παρατήρηση και τα αντικειμενικά στοιχεία, είναι η δέουσα για τη διερεύνηση και των πρώτων.  Πίστευε πως «…η υπέρβαση των κοινωνικών αντιθέσεων, της κοινωνικής αταξίας, τα κρίσης και της κατάπτωσης που εμφάνιζε η εποχή του προϋπέθετε τη θεμελίωση και την επικράτηση του θετικού πνεύματος» (Αντωνοπούλου 1991).
Παρ’ ότι γεννήθηκε σε μία (αυστηρή και προβληματική οικογένεια παραδοσιακών, μοναρχικών και ρωμαιοκαθολικών πεποιθήσεων, από την εφηβική του ηλικία ο Κοντ απέρριψε τη θρησκεία και ύστερα και τη μοναρχία, ταυτιζόμενος με το ρεύμα της δημοκρατίας και της φιλοσοφικής προόδου κατά το διαφωτιστικό πρότυπο.  Δέχθηκε σημαντικές επιρροές από πρωτο-σοσιαλιστή φιλόσοφο Ανρί ντε Σαν Σιμόν, του οποίου υπήρξε γραμματέας.  Ο Κοντ ήταν οραματιστής και ακόλουθος της ιδέας της διαρκούς ανθρώπινης προόδου και εξέλιξης.  Κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι κοινωνίες, στην πορεία τους από κατώτερα σε ανώτερα στάδια, περνούν από μία διαδικασία την οποία ονόμασε Νόμο των Τριών Σταδίων.  Το πρώτο στάδιο κοινωνικής εξέλιξης είναι το Θεολογικό, απλοϊκό και κατώτερο μεν αλλά κατά τον Κοντ «αναγκαίο σημείο έναρξης της ανθρώπινης ευφυίας».  Εδώ οι άνθρωποι, έχοντας πολύ λίγες θετικές γνώσεις για το περιβάλλον τους και τις λειτουργίες της κοινωνίας και του πολιτισμού, τα ανάγουν σε υπερφυσικά φαινόμενα και στη δράση και επέμβαση του θείου.  Κατακλυσμοί και επιδημίες, επαναστάσεις και κατακτήσεις, ακμή και παρακμή, όλα συνδέονται με τη το Θεό, ο οποίος κινεί όλες αυτές τις διαδικασίες ένεκα οργής ή ελέους, για να τιμωρήσει, συνετίσει ή επιβραβεύσει τα άτομα και την ανθρωπότητα συλλογικά για τη στάση της προς αυτόν και τις εντολές του.  Στο στάδιο αυτό οι άνθρωποι, αφού τείνουν στη θρησκεία, έχουν ως επίκεντρο της ανάλυσης τους το θείο και διανοητικό στόχο την απόλυτη αλήθεια.  Ο Κοντ εξηγεί πως η εξέλιξη της θρησκείας ξεκίνησε από τον φετιχισμό (ιερά αντικείμενα ή τόποι), προχώρησε στον πολυθεϊσμό και κατέληξε στο ανώτατο επίπεδο του μονοθεϊσμού.
Το δεύτερο στάδιο θεωρείται μεταβατικό και λιγότερο σημαντικό από το προηγούμενο ή το διάδοχο του, αλλά εισέρχεται ως η αναγκαία γεφύρωση ώστε η ανθρώπινη διανόηση να περάσει από το ανορθολογικό στο ορθολογικό, από θεολογία στη φυσική.  Ονομάζεται Μεταφυσικό ή Θεωρητικό και πρόκειται για μία διαφοροποιημένη εκδοχή του Θεολογικού.  Εδώ ο άνθρωπος δεν αποδίδει τα φαινόμενα στο θείο, παρατηρεί όμως τον κόσμο υπό το πρίσμα ασαφών και θεωρητικών δυνάμεων τα οποία ορίζουν τις κοινωνίες.  Η θέαση αυτή είναι ανεπαρκής, όμως κατά αυτήν ο άνθρωπος γίνεται παρατηρητικός και εξοικειώνεται με τη σύλληψη και διατύπωση εννοιών και θεωριών, προετοιμαζόμενος για το τρίτο και ύψιστο στάδιο.  Στο στάδιο αυτό ανήκει ο Διαφωτισμός και το τέκνο του, η Γαλλική Επανάσταση.
Το στάδιο αυτό είναι το Θετικό, το τελευταίο και τελειότερο της ανθρώπινης και κοινωνικής εξέλιξης.  Εδώ γίνεται αντιληπτό πως η ανθρώπινη συμπεριφορά και η λειτουργία της κοινωνίας εξηγείται λογικά, και αντί της πίστης ή αφηρημένων εννοιών επικρατεί η επιστήμη, ο ορθολογισμός και η λογική.  Η αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας παύει χάριν της έρευνας των φυσικών νόμων.  Στο στάδιο αυτό η κοινωνιολογία, η τελευταία και συμπυκνωτική όλων των επιστημών, έρχεται να ερμηνεύσει το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας και να οδηγήσει στη λύση των κοινωνικών προβλημάτων.
Η αφέλεια αλλά και χρησιμότητα της θρησκείας
Ο Κοντ πίστευε πως ο 19ος αιώνας ήταν η αυγή του Θετικού σταδίου για το δυτικό πολιτισμό.  Συνεπώς θεωρούσε τη θρησκεία ως κάτι απαρχαιωμένο και αταίριαστο με μια ορθολογική και πεφωτισμένη εποχή όπως η δική του.  Αφού ο σύγχρονος, θετικός άνθρωπος είναι αδύνατον να πιστεύει σε όντα ή καταστάσεις έξω από τη λογική, προέβλεψε πως η θρησκεία σύντομα θα παρήκμαζε και θα περιοριζόταν στα κατώτερα διανοητικά στρώματα (όπως οι απαίδευτοι, οι φανατικοί, οι γυναίκες και τα παιδιά) ή στους ετοιμοθανάτους.  Πολλοί διανοητές του 19ου αιώνος συμμερίζονταν αυτήν την άποψη, βλέποντας τη θρησκεία ως μία πεπαλαιωμένη, ανόητη κοινωνική συμπεριφορά που έμελε και έπρεπε να σβήσει χάριν της ανθρώπινης προόδου.  Ο Κοντ όμως είχε μία διαφορετική και απρόσμενη αντίληψη.  Για αυτόν η παρακμή της θρησκείας είχε κάποιες πολύ ανησυχητικές πτυχές.
Η θρησκεία, παρατήρησε ο Κοντ, προσδίδει στην κοινωνία μία σειρά από εργαλεία και κανονιστικά πλαίσια που εξασφαλίζουν την συνοχή και ομαλή λειτουργία εκείνης και των ανθρώπων εντός της.  Δίνει οδηγίες για την διαγωγή στα πλαίσια της οικογένειας και της κοινότητας, προσφέρει παρηγοριά στις δύσκολες στιγμές και το δέος και η πίστη που εμπνέει ωφελούν την ανθρώπινη ψυχολογία.  Οι σύγχρονες κοινωνίες, παρ’ ότι εξαιρετικά προοδευμένες και απελευθερωμένες σε πολλούς τομείς σε σχέση με τις παραδοσιακές, πάσχουν εξαιρετικά σε αυτά τα σημεία.  Οι κυβερνήσεις ή οι κοσμικές ιδεολογίες (όπως ο σοσιαλισμός, ο εθνικισμός κ.α.) δεν μοιάζουν ικανές να καλύψουν το κενό.  Για τον Κοντ η Γαλλική επανάσταση ναι μεν προσέφερε υπηρεσίες στην ανθρωπότητα καταλύοντας την αρχαϊκή ρωμαιοκαθολική μοναρχία και τερματίζοντας το θεολογικό στάδιο του γαλλικού πολιτισμού, όμως ήταν δύναμη «αρνητική» (αποδόμησης) και όχι θετική (προόδου), δεν είχε δηλαδή ολοκληρωμένη πρόταση για την αναδιοργάνωση της κοινωνίας.  Ακόμη και ο Προτεσταντισμός, σαφέστερα ανθρωποκεντρικότερος του επικρατούντος στη χώρα ρωμαιοκαθολικισμού, ήταν ανεπαρκής, όντας άλλη μία «αρνητική» δύναμη που για τον Κοντ οδηγούσε στη διανοητική αναρχία.
Μία κοινωνία χωρίς πνευματικότητα και προσανατολισμένη αποκλειστικά στις μέριμνες της βιωτής, τα υλικά αγαθά και τις διαπροσωπικές σχέσεις αφήνει σημαντικά κενά στην ατομική και συλλογική ψυχή, και ο Κοντ το προέβλεψε.
Η θετική θρησκεία
Ως αντικαταστάτη των ξεπερασμένων αρχαίων δοξασιών και αντίδοτο στην πνευματική ξηρότητα της νεωτερικότητας, ο Κοντ συνέθεσε ένα νέο θρησκευτικό σύστημα, μία θρησκεία της λογικής και του ανθρωπισμού, τη Θρησκεία της Ανθρωπότητας.  Η πρόταση του Κοντ αναπτύσσεται στα έργα του «Συνοπτική Έκθεση της Οικουμενικής Θρησκείας» και «Θεωρία του Μέλλοντος του Ανθρώπου», όπου φαίνεται πως η Θρησκεία της Ανθρωπότητας αντιγράφει σε πολλά σημεία τις υπάρχουσες.  Προβλέπει την ύπαρξη ναών όπου οι ακόλουθοι της θα συνέρχονται ανά τακτά διαστήματα, δίνει έμφαση στη διδασκαλία κοινωνικών αξιών και έχει πλούσιο συμβολισμό (με αποκορύφωμα ίσως την παρουσία πινάκων της αγαπημένης του Κοντ, Clautilde de Vaux, ως συμβόλου παρηγοριάς αντί της Παναγίας).  Ακόμη, διαθέτει ένα κοσμικό ημερολόγιο-εορτολόγιο, με μήνες και ημέρες αφιερωμένες σε τομείς ανθρώπινης δημιουργίας ή σημαντικές προσωπικότητες της επιστήμης και της διανόησης, από τον πεφωτισμένο δεσπότη Μέγα Φρειδερίκο της Πρωσίας και το θεατρικό συγγραφέα Ουίλιαμ Σαίξπηρ μέχρι τον Σκώτο οικονομολόγο Άνταμ Σμιθ και τον αντιδραστικό (ρωμαιοκαθολικό-μοναρχικό) φιλόσοφο de Maistre.
Το σχέδιο του Κοντ, προς μεγάλη απογοήτευση του ιδίου, δεν έγινε ποτέ δημοφιλές.  Η ιδέα της κοσμικής θρησκείας απορρίφθηκε τόσο από θρησκευομένους όσο και από αθέους.  Δημιουργήθηκαν βέβαια «ναοί της ανθρωπότητας» από θετικιστές στη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Βραζιλία, στη δε τελευταία το θετικιστικό κίνημα και η Θρησκεία της Ανθρωπότητας είχαν πολύ σημαντική επιρροή στην πολιτική σκέψη (το εθνικό σύνθημα «Τάξη και Πρόοδος» – Ordem e Progresso – προέρχεται από διασκευή ρητού του Κοντ), παρ’ ότι δεν εξαπλώθηκαν ποτέ στις ευρείες λαϊκές μάζες.  Η προσπάθεια όμως το Κοντ επιτείνει την προσοχή στα κενά της εκκοσμίκευσης και του ορθολογισμού ως προς τις ανάγκες της κοινωνίας και του ατόμου.  Ένα πνευματικό κενό, για τον Κοντ, θα φέρει φθορά και σοβαρή κρίση, ακόμη και σε μία πεφωτισμένη κοινωνία όπως η Θετική.

Πηγές και Βιβλιογραφία
(1989) Beckford, James, Religion and Advanced Industrial Society, Λονδίνο: Unwin Hyman, σελ. 4-5, 45 [Religion and Progress].
(2001) Hamilton, Malcolm, The Sociology of Religion-Theoretical and Comparative Perspectives, Νέα Υόρκη: Routledge-Taylor and Francis Group, σελ. 25-27 [Auguste Comte, Law of Three Stages, Church of Positivism].
(1975) Encyclopaedia Britannica, University of Chicago Publishing, τόμος 4, σελ. 1058-1062 [Comte Auguste, Law of Three Stages, Clautilde de Vaux].
(1972) International Encyclopedia of the Social Sciences, Νέα Υόρκη: The Macmillan Company and the Free Press, τόμος 3 και 4, σελ. 201-206 [Comte Auguste, Family Relations, Law of Three Stages, Positive Religion].
(2004) The Blackwell Dictionary of Modern Social Sciences, Μάλντεν: Blackwell Publishing, σελ. 507-510 [Positivism].
(1972) The Encyclopedia of Philosophy, Νέα Υόρκη: The Macmillan Publishing, τόμος 2, σελ. 173-177 [Comte Auguste, Family Relations, Saint-Simon, Law of Three Stages, French Revolution, Protestantism, Calendar of the Positive Religion].
(1966) The World Book Encyclopedia, Σαρρέυ: Field Enterprise Educational Corporation London, τόμος C, σελ. 476 [Comte Auguste).
(1991) Αντωνοπούλου Μαρία, Θεωρία και Ιδεολογία στη σκέψη των κλασσικών της Κοινωνιολογίας, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 35-64 [Κοντ, Αναγκαιότητα του Θετικού Πνεύματος, Θετικισμός, Ταξινόμηση των Επιστημών, Νόμος των Τριών Σταδίων].
Φεραρότι Φ., Οι Κλασσικοί της Κοινωνιολογίας, Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας, σελ. 3-9 [Αύγουστος Κοντ].
Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών, Αθήνα: Εκδόσεις Πλούταρχος, τόμος 8, σελ. 3746-3749 [Κοντ Αύγουστος, Πολιτική Αναδιοργάνωση της Κοινωνίας, Νόμος των Τριών Σταδίων, Ταξινόμηση των Θετικών Επιστημών].
The School of Life, The Book of Life (thebookoflife.org) [Curriculum: Sociology, Auguste Comte].

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ (Α’ ΜΕΡΟΣ)

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος
Φοιτητού  διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.com)

Το κείμενο αυτό είναι το πρώτο μίας σειράς άρθρων που στόχο έχουν να αναλύσουν την παρακμή του θρησκευτικού φαινομένου στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και να εξετάσουν τυχόν συμβολή της υποχώρησης της παραδοσιακής θρησκευτικότητας με την πολύπλευρη κρίση που διέρχεται ο δυτικός πολιτισμός.
Η μακρά πορεία απομάγευσης της Δύσης
Η ανατολή του σύγχρονου κόσμου, της λεγόμενης νεωτερικής φάσης του δυτικού πολιτισμού, συνοδεύτηκε από πολλές και σφοδρές εσωτερικές συγκρούσεις, βάσει των αλλαγών στην σκέψη, τα ήθη και την κοινωνική οργάνωση και πρακτική.  Όλες οι αντιλήψεις, οι κοινωνικές συμβάσεις και οι ανθρώπινες σχέσεις τέθηκαν υπό εξέταση και αμφισβήτηση.  Όταν δε παλαιά και νέα σκέψη συνεκρούοντο, τότε ο επαναστατικός ζήλος της αλλαγής και τα αντιδραστικά αντανακλαστικά της συντήρησης προκαλούσαν βίαιες αναφλέξεις.  Από τις ισχυρότερες και κεντρικότερες αξίες του παλαιού κόσμου, που προκάλεσε τεράστια πάθη και υπήρξε σοβαρό ανάχωμα σε πολλές νεωτερικές προσπάθειες, υπήρξε η θρησκεία.
Η επικρατούσα θρησκεία του δυτικού πολιτισμού, ο Χριστιανισμός, έπαιξε για πολλούς αιώνες κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη και διαμόρφωση του, τη συγκρότηση των κοινωνιών και των θεσμών του, τη διάπλαση του συστήματος ηθικής, αξιών και ιδεών του.  Ιδίως η Καθολική Εκκλησία, με την τεράστια ιστορία και επιρροή της στην ευρωπαϊκή πολιτική, συγκέντρωσε σφοδρά πυρά από τους Διαφωτιστές και τους γενικώς υπερμάχους της φιλοσοφικής ανανέωσης και της κοινωνικής μεταβολής.  Οι διανοητές της νέας εποχής όχι μόνο επιτέθηκαν στην πίστη ως διανοητική κατάσταση αβάσιμη, κενή και αφελή, αλλά και στην κοινωνική θέση της Εκκλησίας.  Η ιστορική της πορεία ως υποστηρικτή της μοναρχίας, η ζηλότυπη διεκδίκηση της αυθεντίας και του μονοπωλίου όχι μόνο της θεολογικής ορθοδοξίας αλλά και της παιδείας ή της φιλοσοφίας, η διαφθορά και η εξουσιομανία της, η υπερεπέκταση της από θρησκευτικό σώμα σε πολιτική δύναμη (χαρακτηριστικά που παλαιότερα είχαν εμπνεύσει και την Λουθηρανή Μεταρρύθμιση, που με τη σειρά της υπήρξε έμμεσος και ακούσιος πρόγονος της νεωτερικότητας) έγιναν αντικείμενα σφοδρής στηλίτευσης.  Μετά τους διαφωτιστές τη σκυτάλη πήραν οι κομουνιστές, εμπνεόμενοι από την ανηλεή κριτική του Μαρξ στο θρησκευτικό φαινόμενο ως εργαλείου καταπράυνσης της λαϊκής αγανάκτησης και συνεπώς αδρανοποίησης όποιας επαναστατικής δυναμικής.
Από την άλλη οι επιστημονικές ανακαλύψεις άλλαξαν ριζικά την αντίληψη του ανθρώπου για τον κόσμο.  Δεν έθιξαν μεν τον θρησκευτικό πυρήνα (που είναι άλλωστε πέραν του πεδίου έρευνας και λόγου της επιστήμης), επειδή όμως η θρησκεία είχε υπερεπεκταθεί σε ξένα πεδία και στα πεδία αυτά πλέον αποδεικνυόταν ανεπαρκής και ξεπερασμένη, η ραγδαία αλλαγή στη γνώση (βιολογική εξέλιξη, ηλικία της Γης κ.α.) κλόνισαν την αυθεντία της και την πίστη σε αυτήν.  Η «απομάγευση» του κόσμου, η πρωτοφανής για την ανθρώπινη ιστορία κατακλυσμός γνώσης και κατανόησης για το σύμπαν έκανε τις συμβολικές παραδόσεις και τις διδακτικές θρησκευτικές ιστορίες να μοιάζουν ξεπερασμένες και άχρηστες.  Στον κλονισμό αυτό συνέβαλε και η σπασμωδική αντιεπιστημονική αντίδραση πολλών θρησκευτικών κύκλων, ιδίως προτεσταντικών ομάδων στις ΗΠΑ.
Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την πτώση των τελευταίων παραδοσιακών χριστιανικών αυτοκρατοριών (Γερμανία, Ρωσία, Αυστο-Ουγγαρία) η θέση της θρησκείας υποβαθμίστηκε περεταίρω.  Ο φιλελεύθερος ατομισμός αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο.  Το γυναικείο κίνημα από την άλλη, στην προσπάθεια του για αλλαγή στη θέση των φύλων, ήρθε σε σύγκρουση με την Εκκλησία απορρίπτοντας τις θέσεις της για το γάμο και τη σεξουαλικότητα.  Στο Μεσοπόλεμο φάνηκε η εδραίωση ολοκληρωτικών ιδεολογιών όπως ο κομουνισμός και ο ναζισμός-φασισμός.  Η ΕΣΣΔ εξαπέλυσε απηνείς διωγμούς κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των λοιπών θρησκευμάτων.  Ο ναζισμός από την άλλη, παρ’ ότι επιφανειακά φιλικός προς το χριστιανισμό (τουλάχιστον τον Προτεσταντικό), λόγω της ολοκληρωτικής φύσης του και  της απαίτησης για αυθεντία του κόμματος επί παντός επιστητού και για τυφλή αφοσίωση σε αυτόν, το κράτος και τη φυλή, δεν μπορούσε να συνυπάρξει με μία θρησκεία που επίσης αξίωνε ολοκληρωτική παράδοση του ανθρώπου στο Χριστό και τη Νύφη του (την Εκκλησία).  Η εβραϊκή προέλευση του τον καθιστούσε ύποπτο, κάτι που οδήγησε σε απόπειρες «κάθαρσης» του ούτως ώστε να συμβιβάζεται με τον σκληροπυρηνικό φυλετισμό και μπρουταλισμό των ναζιστών.  Τα ανώτερα κλιμάκια απεργάζονταν σχέδια για την σταδιακή εκρίζωση του χριστιανισμού μετά τον πόλεμο, προωθώντας την άθρησκη «λατρεία» της φυλής και νεοπαγανιστική ηθική και τελετουργία.
Μετά τον πόλεμο και την πόλωση μεταξύ του Δυτικού (ΗΠΑ-αστικό οικονομικόπολιτικό σύστημα) και του Ανατολικού Μπλοκ (ΕΣΣΔ-υπαρκτός σοσιαλισμός), η θρησκεία έγινε σημείο αντιπαράθεσης ανάμεσα στα δύο ανταγωνιστικά στρατόπεδα.  Οι λαϊκές δημοκρατίες επέβαλαν στις χριστιανικές εκκλησίες καθεστώς σοβαρών περιορισμών και διωγμών, έως πλήρους απαγόρευσης (Αλβανία).  Οι ΗΠΑ από την άλλη, χώρα πολύ πιο θρησκευόμενη από ότι οι δυτικοευρωπαϊκοί σύμμαχοι της, αυτοπαρουσιάστηκε ως πρόμαχος του χριστιανικού πολιτισμού κατά του αθέου μαρξισμού.  Για πολλούς πιστούς Αμερικανούς, που επί αιώνες έβλεπαν την χώρα τους ως πρότυπο χριστιανικού έθνους με ιδιαίτερη θέση στα σχέδια της Θείας Προνοίας, η Σοβιετική Ένωση και οι δορυφόροι της ήταν η επαλήθευση της βιβλικής εσχατολογίας, τα σατανικά έθνη Γωγ και Μαγώγ που απειλούν με αφανισμό το λαό του Θεού.
Ταυτόχρονα όμως στο δυτικό κόσμο έλαβαν χώρα κατακλυσμιαίες κοινωνικές και αξιακές αλλαγές, που έμελλε να κλονίσουν τα θεμέλια της χριστιανοσύνης.  Δύο παγκόσμιοι πόλεμοι είχαν αφήσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες εξαντλημένες και τις παραδοσιακές τους δομές διαλυμένες.  Από την άλλη νέα κινήματα, όπως της μουσικής ροκ εν ρολλ του 1950 και της αμφισβήτησης του 1960 οδήγησαν στην ενεργοποίηση της νεολαίας και την εξέγερση της απέναντι στο κοινωνικό και πολιτικό κατεστημένο, του οποίου η εκκλησία ήταν μέρος.  Η υλιστική αντίληψη του σοσιαλισμού, ο υπαρξισμός, ο ηδονισμός των χίπις και η εκρηκτική σεξουαλική επανάσταση, που μέσα από επιστημονικές εξελίξεις (αντισυλληπτικό χάπι) και αλλαγές νοοτροπίας (περί προγαμιαίου σεξ, αμβλώσεων) χτύπησαν σφοδρά την πίστη και τη χριστιανική ηθική.  Η διακοπή της μεταλαμπάδευσης της θρησκείας από γενιά σε γενιά, η παρακμή της οικογένειας και ανακατατάξεις στις σχέσεις των φύλων (φεμινισμός δεύτερης γενεάς), ο ολοένα και πιο υλιστικός-καταναλωτικός τρόπος ζωής, νέα ήθη που εξυμνούσαν και απελευθέρωναν ό,τι η Εκκλησία περιόριζε για αιώνες, συμπλήρωναν το μωσαϊκό της αποχριστιανοποίησης της Ευρώπης.  Στις ΗΠΑ λόγω ιδιαιτέρων ιστορικών συνθηκών (φιλόθρησκο πνεύμα του Αμερικανικού Διαφωτισμού, απουσία μνήμης εκκλησιαστικού δεσποτισμού, κοινωνία άθικτη από την καταστροφή των παγκοσμίων πολέμων) ο χριστιανισμός υπέστη πιο αργή φθορά, σε σημείο που ακόμη και σήμερα παραμένει ακμαίος και σημαντικός συγκριτικά με τη δυτική Ευρώπη.  Την ηθική αλλαγή που υπονομεύει την πολιτιστική επιρροή και κοινωνική διείσδυση του χριστιανισμού σήμερα επιτελεί το κίνημα των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, οι μετανεωτερικές θεωρίες περί φύλου και σεξουαλικότητας και το κίνημα του Νέου Αθεϊσμού.  Αν και στην Ανατολική Ευρώπη υπήρξε αναβίωση της θρησκείας μετά την πτώση του κομουνισμού (Ορθοδοξία σε Ρωσία και Βαλκάνια, Καθολικισμός στη Βαλτική και την κεντρική Ευρώπη), στη Δύση ο χριστιανισμός είναι εξαιρετικά αδύναμος και κατά πολλούς πνέει τα λοίσθια.
Παρατηρήσεις στην τρέχουσα κατάσταση
Το μέλλον της θρησκείας και του χριστιανισμού στη Δύση δεν μπορεί να διαγραφεί με ακρίβεια.  Στη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες και αλλού πολλαπλασιάζονται (ιδίως στην ύπαιθρο) οι εγκαταλελειμμένες εκκλησίες, που είτε αλλάζουν χρήση, μετατρεπόμενες σε καταστήματα ή μουσουλμανικά τεμένη, ή σαπίζουν άδειες, μισογκρεμισμένες και θλιβερές.  Η υπάρχουσα παρακμή συμπίπτει από την άλλη με διάφορα κινήματα ανανέωσης και αναγέννησης σε διάφορες χώρες, καθώς Εκκλησίες και κοινότητες πιστών μετασχηματίζονται υπό την επίδραση της κοινωνικής κρίσης και αλλαγής.  Ταυτόχρονα οι εξελίξεις σε άλλες κοινωνίες, με τη ραγδαία άνοδο του Ισλάμ (που πλέον μεταλαμπαδεύεται στην Ευρώπη), τον αργό αλλά σταθερό εκχριστιανισμό της Κίνας και τη σταθερή αύξηση των χριστιανικών πληθυσμών σε Αφρική και Ασία, έχουν πλέον καταστήσει ξεπερασμένες παλαιότερες θεωρίες περί εκκοσμίκευσης, εκσυγχρονισμού και του νομοτελειακού τέλους της θρησκείας.  Από ολοένα και περισσοτέρους κοινωνιολόγους γίνεται λόγος για αποεκκοσμίκευση του κόσμου, απλώς αυτή τη φορά η Δύση βρίσκεται στην ουρά και όχι στην κορυφή των εξελίξεων.
Η εκκοσμίκευση των δυτικών κοινωνιών έφερε ραγδαίες αλλαγές σε όλους τους τομείς της ζωής:  στην οικογένεια και τις σχέσεις των φύλων, τη σεξουαλικότητα, τη γεννητικότητα, τον τρόπο ζωής και κοινωνικής οργάνωσης κ.α.  Οι οπαδοί της επιχαίρουν για την υποχώρηση αρχαίων, καταπιεστικών και αλόγων δοξασιών χάριν της προόδου και απελευθέρωσης του ανθρώπου.  Οι προσδοκίες των Διαφωτιστών για την ώρα που η θρησκεία θα έπαυε να ορίζει τον κόσμο ήταν πολύ μεγάλες.
Το πρόβλημα είναι πως ο δυτικός πολιτισμός δεν δείχνει να βρίσκεται ενώπιον καμίας χρυσής εποχής.   Στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, οι κοινωνίες της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής βρίσκονται σε έντονη κρίση.  Η αστάθεια και τα εντεινόμενα προβλήματα των γάμων και των οικογενειών, η ραγδαία πτώση της γεννητικότητας και η συνακόλουθη γήρανση, η επιδημία των ψυχολογικών προβλημάτων, ο ατομικισμός και η διάλυση του πλέγματος κοινοτικής ζωής και αλληλεγγύης, συνοδεύουν τρέχοντα θέματα όπως η οικονομική κρίση και η υποβάθμιση του Δυτικού κόσμου στο παγκόσμιο ισοζύγιο ισχύος, σε ένα μοτίβο που ολοένα και περισσότερο χαρακτηρίζεται ως σοβαρή παρακμή του Δυτικού πολιτισμού.  Η κρίση αυτή προέρχεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το εσωτερικό, από την απορρύθμιση της κοινωνίας και την ανάπτυξη στρεβλώσεων που διασαλεύουν την κοινωνική συνοχή και ευρωστία.
Φυσικά τα αίτια αυτής της δύσκολης περίστασης είναι πολυποίκιλα και δε χωρούν γενικεύσεις και υπεραπλουστευτικές απαντήσεις.  Καθώς όμως πολλοί προβληματικοί τομείς της κοινωνίας είναι οι ίδιοι που απορρυθμίστηκαν και μετασχηματίστηκαν ριζικά ένεκα της εκκοσμίκευσης και της υποχώρησης των χριστιανικών ηθικών αξιών και της χριστιανικής εκκλησιαστικής ζωής, ανακύπτει το ερώτημα εάν υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ της πολύπλευρης κοινωνικής κρίσης των δυτικών κοινωνιών και της αποχριστιανοποίησης τους.