ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2018

ΟΤΑΝ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΪΣΙΟ


Αυθεντικό σπάνιο βίντεο από την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους στις 7 Νοεμβρίου του έτους 1992.

Στο βίντεο διακρίνεται ο Πατριάρχης που ασπάζεται τον Άγιο Παΐσιο. Κατά την Δοξολογία της υποδοχής ο Πατριάρχης ασπάζεται τον όσιο Παΐσιο τον Αγιορείτη καθώς και αυτός προσέρχεται για να λάβει την ευχή του Παναγιωτάτου κατά το έθος.
Στο σπάνιο βίντεο διακρίνεται ο Άγιος Παΐσιος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Το αυθεντικό βίντεο παραχωρήθηκε στο Γραφείο Τύπου της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας από πρώην μαθητή της Αθωνιάδος, στου οποίου την κατοχή περιήλθε τότε.

Ο Όσιος Γέροντας Παΐσιος και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συνδεόντουσαν με μακροχρόνια πνευματική σχέση, για την οποία ο Πατριάρχης μιλούσε συχνά. 
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος επισκέφθηκε το Άγιον Όρος αμέσως μετά την εκλογή και ενθρόνιση του στον Θρόνο του Πρώτου της Ορθοδοξίας. Τότε ο Άγιος Παΐσιος δημόσια έκανε την εξής μαρτυρία: «Ο Θεός μας έδωσε αυτά τα δύσκολα χρόνια τον καλύτερο Πατριάρχη».

Ο Άγιος Παΐσιος υπήρξε μια από τις πιο φωτισμένες αγίες μορφές της Εκκλησίας μας, των τελευταίων δεκαετιών. Γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, που βρίσκεται στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924 και προτού γίνει μοναχός ονομαζόταν Αρσένιος. Οι γονείς του, Πρόδρομος και Ευλαμπία Ενζεπίδη, ήταν πολύ ευσεβείς, ενώ ο Αρσένιος είχε άλλα 9 αδέλφια. Ο Αρσένιος από τη βρεφική κιόλας ηλικία, δέχτηκε την ευλογία από το Θεό να βαπτισθεί από έναν Αγιο που ζούσε στην περιοχή του, τον Αγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη.


ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΕΣΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ!


Ό,τι έφερνε απόλαυση αισθητική και υλική το παραμέριζε [ο άγιος Ιάκωβος (Τσαλίκης)]. Αγωνιούσε μόνο και ζητούσε την πνευματική ευφροσύνη. Του την έδινε ο Θεός τις νύχτες με ιερές εμπειρίες, μα και με προσκυνητές.
Ένας και ο μητροπολίτης Χαλκηδόνας Βαρθολομαίος, του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στις 2 του Οκτώβρη, το 1989, λειτούργησε στη Μονή. Χάρηκε ιδιαίτερα ο γέροντας και του «προφήτεψε» με βεβαιότητα, όταν ακόμη ο Πατριάρχης Δημήτριος δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα υγείας:
– Εσύ θα γίνεις Πατριάρχης! Θα ποιμάνεις την Εκκλησία του Χριστού, και σου εύχομαι, σαν Πατριάρχης, να επισκεφτείς το μοναστήρι του οσίου Δαβίδ.
Σε δύο χρόνια γεννήθηκε πρόβλημα νέου Πατριάρχη. Ο ταπεινός Δημήτριος είχε κοιμηθεί. Τον Οκτώβριο του 1991, ο γέροντας ρώτησε τον π. Π. κι έμαθε ότι πολλά, για την εκλογή, εξαρτώνται από το αν η τουρκική κυβέρνηση θ’ αφαιρέσει ονόματα συνοδικών μητροπολιτών από τον κατάλογο υποψηφίων.
Τότε κατέβηκε στο ναό και προσευχήθηκε στον όσιο Δαβίδ. Βγήκε και είπε στον π. Π.:
– Εγώ, πάτερ μου, έκανα προσευχή στον Όσιο και του είπα εσύ, άγιε Δαβίδ, μ’ άκουσες σε όσα έχω ζητήσει. Δεν ξέρω τι θα κάνεις, πήγαινε στήν Τουρκία και μπέρδεψε τους Τούρκους και τά χαρτιά τους. Και φρόντισε να βγει ο πατήρ Βαρθολομαίος Πατριάρχης!
Αργότερα, όταν του ανακοίνωσαν ότι εξελέγη Πατριάρχης ο Βαρθολομαίος, έλαμψε από χαρά, σηκώθηκε όρθιος, έκανε το Σταυρό του και είπε τρεις φορές «Δόξα σοι ο Θεός»!

Από το βιβλίο του Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, ο «Μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης». Έκδοση Πατέρων της Ι. Μ. Οσίου Δαβίδ του Γέροντος.

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ - ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ - ΚΑΘΙΣΜΑ - ΟΙΚΟΣ - ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΑΓΙΕ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ!

Όσιος Ιάκωβος Τσαλίκης, ο Θεοφόρος 

Η καταγωγή και η οικογένειά του 

Ο Άγιος Ιάκωβος γεννήθηκε την 5η Νοεμβρίου του 1920 μ.Χ. στα ευλογημένα και ματωμένα χώματα της αγιοτόκου Μικράς Ασίας και συγκεκριμένα στο Λιβίσι της Μάκρης, μία μικρή πόλη απ’ τις παραθαλάσσιες της Ιωνικής Γής, στο ύψος περίπου του Καστελλόριζου, από γονείς ενάρετους και ευσεβείς, τον Σταύρο Τσαλίκη και την Θεοδώρα, κόρη του Γεωργίου και της Δέσποινας Κρεμμυδά. Οι γονείς του Αγίου γέννησαν εννέα παιδιά, αλλά στη ζωή αυτή επέτρεψε ο Θεός να μείνουν μόνον τρία.

Η οικογένεια του Αγίου ήταν από τις πιο εύπορες οικογένειες της περιοχής, ο μεγάλος της όμως πλούτος ήταν η ευσέβειά της και η αγνή χριστιανική πίστη που είχε πολύ βαθιές ρίζες. Το γενεαλογικό δέντρο της είχε να καυχηθεί με την εν Χριστώ καύχηση επτά γενεές Ιερομονάχων, έναν αρχιερέα και έναν άγιο. Τα θλιβερά γεγονότα όμως της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι θηριωδίες και τα εγκλήματα των αγριανθρώπων Νεοτούρκων και των Κεμαλικών σε βάρος των χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου, που είχαν ήδη αρχίσει από το 1915 και 1917 μ.Χ. μέχρι το 1920 μ.Χ., έπληξαν και την οικογένεια του Αγίου Ιακώβου. Ο παππούς και νονός του, ο Γιώργης Κρεμμυδάς, άνθρωπος πραγματικά του Θεού, ο θείος του, ο γιατρός Χατζηδουλής, καθώς και άλλοι οικείοι του συνελήφθησαν απ’ τους Τούρκους και στη διάρκεια της εξοντωτικής πορείας για τα τάγματα εργασίας στα βάθη της Τουρκίας ξεψύχησαν κοντά στη Νίγδη απ’ τα βασανιστήρια των άγριων και αιμοβόρων Τούρκων ζαπτιέδων – χωροφυλάκων – και στρατιωτών. Ο πατέρας του, Σταύρος Τσαλίκης, πιάστηκε αιχμάλωτος κι αυτός μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες του Λιβισιού στις αρχές του 1922 μ.Χ. Μετά από φοβερές κακουχίες, ατέλειωτες οδυνηρές οδοιπορίες και αναγκαστικές εργασίες σε ορυχεία, νταμάρια και αλλού, τον πήγαν στα μέρη της Τραπεζούντας και τον έβαλαν να χτίζει νοσοκομείο.
 

Ο ξεριζωμός

Ο Άγιος Ιάκωβος, δύο χρονών τότε παιδάκι, με τη γιαγιά του, τη μητέρα του, τα δύο του αδέλφια, τον Γιώργο τεσσάρων χρονών και την Αναστασία, σαράντα μόλις ημερών, ξεριζώθηκαν κι αυτοί απ’ την πατρίδα τους, το Λιβίσι, μαζί με τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα και τους γέροντες, καταληστευμένοι και ταλαιπωρημένοι πολύ απ’ τους Τούρκους, που είχαν γίνει πιά για τους Έλληνες μόνο μαχαιροβγάλτες, άρπαγες και βιαστές. «Θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς....». Τα καράβια της προσφυγιάς που μετέφεραν τους Έλληνες πρόσφυγες, βασανισμένους από πείνα, δίψα και ψείρα, «πιάσανε» στον Πειραιά. «Όταν κατεβήκαμε στο λιμάνι του Πειραιά», αφηγείτο ο ίδιος ο Άγιος, «παρόλη τη νηπιακή μου ηλικία, θυμάμαι ότι ακούσαμε για πρώτη φορά στην ζωή μας κάποιους Έλληνες να βλαστημάνε τα Θεία. Τότε η γιαγιά μου είπε: "Πού ήρθαμε εδώ; Καλύτερα να γυρίσουμε πίσω να μας σκοτώσουν οι Τούρκοι, παρά να ακούμε τέτοια λόγια. Στη Μικρά Ασία δεν ξέραμε τέτοια αμαρτία"». Τα λόγια αυτά της γιαγιάς του Αγίου Ιακώβου φανερώνουν το πώς οι Μικρασιάτες ζούσαν τον Θεό.

Από τον Πειραιά το καράβι που μετέφερε και την οικογένειά του Αγίου έφυγε για την Ιτέα, όπου εκεί τους κατέβασαν μαζί με τους υπόλοιπους πρόσφυγες και στη συνέχεια τους οδήγησαν ποδαρόδρομο σ’ ένα χωριό της Άμφισσας, τον Άγιο Γεώργιο, όπου έμειναν μαζί με άλλες οικογένειες κάτω από δύσκολες συνθήκες, σε μία μακρόστενη αποθήκη για δύο χρόνια.

Η πρόνοια του Θεού έφερε μετά από δύο χρόνια στην περιοχή όπου ζούσαν τον πατέρα του Αγίου για αναζήτηση εργασίας, ο οποίος είχε δραπετεύσει απ’ τους Τούρκους, παρόλο που τον φύλαγαν σαν τα μάτια τους, γιατί τον είχαν ανάγκη για αρχιμάστορα, κι έτσι ξανάσμιξε με την οικογένειά του με θαυμαστό τρόπο.

 Η κλίση του προς το Θεό

Ο Άγιος Ιάκωβος, πέντε χρονών παιδάκι τότε, για παιχνίδι του είχε ένα κεραμιδάκι στο οποίο έβαζε καρβουνάκι απ’ την πυροστιά που μαγείρευαν και ψάλλοντας «αλούγια – αλούγια» (αλληλούϊα), λιβάνιζε την οικογένειά του κι όλες τις προσφυγικές οικογένειες που έμεναν στην αποθήκη, έχοντας για χωρίσματα κουβέρτες που κρέμονταν ανάμεσά τους. Μένανε πάντα στην αποθήκη, γιατί τους έδιναν υποσχέσεις ότι σε λίγο θα τους μεταφέρουν αλλού, θα τους δώσουνε χωράφια και θα τους φτιάξουνε σπίτια.

Ο μικρός Ιάκωβος δεν έβγαινε να παίξει καθόλου στον δρόμο, δεν μπορούσε να ακούει τα παιδάκια του χωριού και μαζί μ’ αυτά και προσφυγόπουλα να λένε τις κακές λέξεις, έστω κι αν δεν τις καταλάβαινε. Προτιμούσε να πηγαίνει κάθε απόγευμα με τη γιαγιά και τη μητέρα του ν’ ανάβουνε τα καντηλάκια και να βάζει τη γιαγιά του να του λέει για τους βίους των αγίων και για τους Ιερομόναχους της οικογένειάς τους.

Η εγκατάσταση στην Βόρεια Εύβοια

Στα τέλη του 1925 μ.Χ. η οικογένεια του Αγίου Ιακώβου μεταφέρθηκε μαζί μ’ άλλους πρόσφυγες στην Βόρεια Εύβοια, στο χωριό Φαράκλα. Εγκαταστάθηκαν αρχικά σε κάτι σκηνές και μετά από δύο χρόνια σε μικρά σπίτια και καλλιεργούσαν κτήματα.

Ο πατέρας του Αγίου ήταν και πολύ καλός τεχνίτης, χτίστης, κι ο κόσμος τον προτιμούσε και γι’ αυτό συχνά έλειπε απ’ το σπίτι. Έτσι, καθοριστικό ρόλο στη ζωή του Αγίου Ιακώβου έπαιξε η προσωπικότητα της μητέρας του, Θεοδώρας. Στολισμένη εκείνη με τις αρετές της πίστεως, της ευσεβείας και της ελεημοσύνης, της εγκρατείας (νηστείας - σωφροσύνης), της εργατικότητας και της νοικοκυροσύνης, τις μετέδωσε με αγάπη και υπομονή στην απαλή ψυχή του παιδιού της, Ιακώβου. Του έμαθε επίσης να προσεύχεται και να κάνει πολλές μετάνοιες. Από έξι χρονών ο μικρός Ιάκωβος, χωρίς να ξέρει ακόμη γράμματα, είχε μάθει απ’ έξω τα της Θείας Λειτουργίας και τα σιγόψελνε μόνος του, κάνοντας ελάχιστα λάθη. Τόση αγάπη δε απέκτησε στις μετάνοιες, ώστε ακόμη και τις Κυριακές που πήγαινε απ’ τη νύχτα στην εκκλησία για να διακονήσει αρχικά στο ιερό κι αργότερα στο αναλόγιο, μέχρι να έλθει ο κόσμος έκανε συνέχεια μετάνοιες στρωτές.

Αφηγείτο σχετικά ο Άγιος Ιάκωβος: «Κάποια Κυριακή πρωΐ με βρήκε ο ιερέας να κάνω μετάνοιες στο ιερό και μου είπε: Παιδί μου Ιάκωβε, σήμερα Κυριακή, ημέρα αναστάσιμη, ανέστη ο Κύριος, δεν κάνουν μετάνοιες». Κι εγώ του απάντησα: «Κάνω μετάνοιες πάτερ, γιατί η μητέρα μου έτσι με έμαθε».

Έλεγε επίσης ο Άγιος: «Όταν λειτουργούσε ο παπάς του χωριού, την ώρα που οι ψάλτες έψαλλαν "Οι τα χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες....", εγώ άκουα φτερουγίσματα γύρω απ’ την αγία Τράπεζα». «Ο παπάς», έλεγε ο Άγιος, «νόμιζα ότι δεν έχει σώμα. Είναι άγγελος. Έλεγα έχει δύο κόκκαλα στους ώμους, σαν κρεμάστρα και κρέμονται τα ράσα απ’ εκεί».

Έτσι, έβλεπαν την ιερωσύνη τα παιδικά μάτια της αγνής ψυχής του. Έβλεπε τον ιερέα σαν επίγειο άγγελο, που λειτουργεί με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Κι έτσι στ’ αλήθεια τα θεία πράγματα είναι.
 

Η αγάπη του για την εκκλησιαστική ζωή

Η αγάπη του μικρού Ιακώβου για τα προσκυνητάρια και τα εξωκκλήσια τον έκανε να επισκέπτεται τακτικά και το εξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, σ’ ένα λόφο λίγο έξω απ’ το χωριό, που στα πρώτα χρόνια λειτουργούσε εκεί και το σχολείο του. Ανάβοντας τα καντήλια και περιποιούμενος τον ναό της, είχε την ευλογία, παιδάκι τότε οκτώ - εννέα ετών, να δεί αρκετές φορές ολοζώντανη την Αγία. Υπακούοντας σε συμβουλή της μητέρας του, ζήτησε απ’ την Αγία σε μία από τις εμφανίσεις της «νά του πεί, να του δώσει την τύχη του». Και η Αγία Παρασκευή του είπε: «άκουσέ με, Ιάκωβε. Θα δείς δόξες πολλές, πολύς κόσμος θά ‘ρχεται να σε δεί, πολλά χρήματα θα περάσουν απ’ τα χέρια σου, αλλά δεν θα μείνουν». Και πράγματι όλα αυτά επαληθεύτηκαν.

Το μεγάλο δώρο της πίστεως και η ταπείνωση του μικρού Ιακώβου, καθώς και οι προσευχές της οσίας μητέρας του ήταν αιτία, ώστε ο Άγιος Ιάκωβος από παιδί να έχει μία ζωντανή, μία θαυμαστή πραγματικά σχέση με την Παναγία μας και τους αγίους μας. Έτσι, πολύ απλά, πολύ φυσικά, είδε να τον ευλογεί και να τον θεραπεύει από δύσκολη ασθένεια ο Άγιος Χαραλάμπης, του οποίου είχαν στο σπίτι τους μία μικρή ασημένια εικόνα θαυματουργή από τη Μικρά Ασία, πατρογονικό κειμήλιο έως εξακοσίων ετών. Το ίδιο απλά και φυσικά προσέτρεξε λίγο αργότερα στη χάρη της Παναγίας μας και την παρακάλεσε με κλάματα, της μίλησε όπως το παιδί στη μητέρα του μπροστά στη θαυματουργή της εικόνα της επωνομαζόμενης Ξενιάς, την οποία είχαν φέρει για προσκύνημα σε διπλανό χωριό, και είδε την Παναγία μας να του θεραπεύει σχεδόν αμέσως τα πληγωμένα πέλματα των ποδιών του, απ’ τα οποία έτρεχαν υγρά και με τα οποία είχε κάνει μαρτυρική πορεία δύο ωρών για να την προσκυνήσει.

Η αγία ζωή του μικρού Ιακώβου έκανε τους συγχωριανούς του, αλλά και τους κατοίκους των γύρω χωριών, όπου πήγαινε είτε ως μαστορόπουλο, βοηθός του πατέρα του, είτε για να ψάλλει με τη μελωδική και επιβλητική φωνή του στις γιορτές τους, να τον σέβονται και να τον υπολογίζουν ως παιδί της εκκλησίας, παιδί του Θεού. Κι έγινε η καταφυγή τους. Απ’ τα εννέα του χρόνια και μετά όλοι τον είχαν για γιατρό. Ο ίδιος ο Γέροντας, χαριτολογώντας, έλεγε αργότερα: «Εγώ δεν ήξερα τίποτα. Είχα μία Σύνοψη και ό,τι προσευχή έβρισκα τους διάβαζα, τους σταύρωνα, τους ράντιζα με αγιασμό και γινόντουσαν καλά». Από μικρό λοιπόν παιδί ήταν στην υπηρεσία του Θεού και μάλιστα προικισμένο με το χάρισμα το ιαματικό, αλλά και το προορατικό, αφού με την καθαρότητα καρδίας και νου που είχε αποκτήσει με την άσκηση και την προσευχή, προέβλεψε τα μεγάλα κακά που πλησίαζαν λόγω του Ελληνοϊταλικού και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού όπου πήγαινε είχε σ’ όλες τις τάξεις άριστη επίδοση. Εντυπωσίαζε δε τόσο πολύ και για την συμπεριφορά του, ώστε τον μικρό Ιάκωβο τον σεβότανε κι ο δάσκαλος, που μαζί με τον Επιθεωρητή επέμεναν στους γονείς του να τον στείλουν στη Χαλκίδα στο Γυμνάσιο, για να συνεχίσει τη μόρφωσή του και να μην αδικηθεί ένα τέτοιο μυαλό. Ο πατέρας του όμως, φοβούμενος μήπως το παιδί του κινδυνέψει ποικιλοτρόπως απ’ τις παγίδες της κοινωνίας, δεν το επέτρεψε.

Έμεινε έτσι ο νεαρός Ιάκωβος στο χωριό και δούλευε στα χωράφια τα δικά τους και σε ξένα για μεροκάματο. Έπειτα ο πατέρας του τον πήρε μαζί του βοηθό στα χτισίματα.
 

Τα πρώτα βήματά του στην άσκηση 

Ο Ιάκωβος, το παιδί των 13 και 14 ετών, έγινε σιγά - σιγά ένας μικρός ασκητής. Όλη μέρα στη δουλειά, για το μεροκάματο ή για τις εξυπηρετήσεις των συγχωριανών του, που όλους τους συμπονούσε πολύ και δεν έλεγε όχι σε όποιον και όπου του ζητούσε χέρι βοηθείας, και το βράδυ στο σπίτι στην προσευχή και στις μετάνοιες. Στις νυχτερινές μετάνοιες που στην ηλικία των 15 - 16 ετών έφτανε τις δύο χιλιάδες και περισσότερες. Αλλά και στο θέμα της νηστείας εβίαζε πολύ τον εαυτό του. Για μεγάλα διαστήματα, όχι συνεχή, από την Κυριακή το απόγευμα μέχρι το Σάββατο που πήγαινε να λειτουργηθεί, δεν έτρωγε τίποτα. Μεταλάμβανε, έπαιρνε αντίδωρο και μετά έτρωγε λίγο προσφάϊ. Την Κυριακή έτρωγε κανονικά. Στην περίοδο της Κατοχής όμως απ’ την άσκηση, αθέλητα, κινδύνεψε δύο - τρείς φορές η υγεία του, γιατί συνέβη μετά την εβδομάδα της αφαγίας του να βρεθούν πεινασμένα παιδιά τη μια φορά και ανήμποροι γέροι την άλλη, τους έδωσε ό,τι είχε να φάει για τρείς - τέσσερις ημέρες και ο ίδιος έμεινε χωρίς τίποτα.

Δεν έλειπαν βέβαια και οι ειρωνείες και τα πειράγματα από ορισμένους συγχωριανούς. Αλλά ο νεαρός Ιάκωβος ούτε απαντούσε, ούτε ανταπέδιδε. Η φράση «ευχαριστώ μπάρμπα - Γιώργη» έμεινε παροιμιώδης στο χωριό Φαράκλα και στην ευρύτερη περιοχή. Ήταν η απάντηση του νέου τότε Ιακώβου προς κάθε χυδαία βρισιά του συγχωριανού του μπάρμπα - Γιώργη, ο οποίος ενώ του είχε κλέψει τη σειρά στο πότισμα των χωραφιών, τον έβριζε χυδαία, όταν ο νέος Ιάκωβος διεκδίκησε τη σειρά του.

Στις μαύρες μέρες του 1942 μ.Χ., παλληκάρι τότε είκοσι δύο ετών, ο Άγιος Ιάκωβος πέρασε ένα μεγάλο πόνο και μια μεγάλη λύπη απ’ την κοίμηση της μητέρας του Θεοδώρας, με την οποία είχε πολύ μεγάλο φυσικό και πνευματικό σύνδεσμο και η οποία εκοιμήθη μ’ ένα θάνατο αληθινά οσιακό, προγνωρίζοντάς τον από ειδοποίηση του αγγέλου της τρεις μέρες πριν την κοίμησή της.

Η μετά θάνατον όμως εμφάνισή της στον ύπνο του και οι νουθεσίες που του έδωσε ενδυνάμωσαν και παρηγόρησαν την ψυχή του. Συνέχισε έτσι την ίδια ασκητική ζωή μέχρι την ηλικία των είκοσι επτά ετών, οπότε τον πήραν στρατιώτη, καθυστερημένα βέβαια, λόγω του ότι είχε κηρυχθεί ο πόλεμος, υπήρχαν ανώμαλες καταστάσεις, Κατοχή, ανταρτοπόλεμος και δεν τους είχανε καλέσει.
 

Η στρατιωτική θητεία του

Η εποχή πού πήγε στρατιώτης (1947 μ.Χ.) ήταν η περίοδος του εμφυλίου και αδελφοκτόνου πολέμου στην πατρίδα μας. Με την πίστη του στον Θεό, τις προσευχές και τις δεήσεις του, έχοντας πάντοτε μαζί του το θαυματουργό εικονισματάκι του Αγίου Χαραλάμπη, με τον σεβασμό και την πειθαρχία προς τους ανωτέρους του, την εργατικότητα και τη σεμνότητά του, ξεπέρασε τις ποικίλες δυσκολίες και δοκιμασίες που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της τριετούς στρατιωτικής του θητείας, αρχικά στο Βόλο κι ύστερα στον Πειραιά. Δεν «συσχηματίσθηκε» ποτέ με άτοπες και απρεπείς επιθυμίες ορισμένων συστρατιωτών του και γι’ αυτό είχε, τουλάχιστον στην αρχή, να πολεμήσει με τα πειράγματα και τη χλεύη τους. Με την ενάρετη όμως ζωή του εδίδαξε πολλούς και στο τέλος όλοι τον αγάπησαν, γιατί στις δυσκολίες και στις αρρώστιές τους ήταν πάντα δίπλα τους.

Ο Άγιος Ιάκωβος συνέχισε και στο Στρατό την άσκησή του. Ουδέποτε κατά τη διάρκεια της θητείας του έφαγε λαδερό φαγητό τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, καθώς και τις Σαρακοστές των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Αυτό βέβαια γινόταν με μεγάλες θυσίες....

Η ευχαρίστησή του ήταν μεγάλη που πήγαινε και προσκυνούσε όλους τους μεγάλους ναούς και τα εκκλησάκια που υπήρχαν στη διαδρομή απ’ τον Πειραιά μέχρι την Αθήνα. Αυτό γινόταν με καθημερινή σχεδόν πεζοπορία, η οποία βέβαια άφησε τα σημάδια της που φάνηκαν αργότερα.

Οι ευχές που του ζητήσανε επίμονα να διαβάσει στο σπίτι ενός εφέτη στην Αθήνα και οι προσευχές που έκανε, όντας ακόμη στρατιώτης, ελευθέρωσαν την οικογένεια απ’ τον δαίμονα, τον οποίο η σύζυγος του εφέτη είδε με τη μορφή μαύρου φοβερού σκύλου που έβγαινε απ’ το σπίτι της, λέγοντάς της: «Μ’ έδιωξε εκείνος ο κοκκαλιάρης». Τέτοιες ευεργεσίες έγιναν και χάριν άλλων.

Απολύθηκε απ’ τις τάξεις του Στρατού τριάντα και πλέον ετών κι αφού αποκατέστησε την αδελφή του, κατά την εντολή της μητέρας του, έχοντας ζήσει «ευαγγελικώς» στον κόσμο, ακολούθησε τη μοναχική ζωή, που από μικρός ολόψυχα επόθησε.

Aρχική επιθυμία του Αγίου Ιακώβου ήταν να πάει στους Αγίους Τόπους κι εκεί να ζήσει στην Έρημο ως Ασκητής. Θεώρησε όμως καλό πριν ξεκινήσει για τους Άγιους Τόπους να επισκεφθεί το μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ, για να ζητήσει τη βοήθεια και τη μεσιτεία του Οσίου.

Η ολοζώντανη όμως εμφάνιση ενώπιον του με την άφιξή του εκεί του ιδίου του Οσίου Δαυΐδ που τον υποδέχθηκε και η ουράνια και παραδείσια πολιτεία των ασκητών που είδε μπροστά του σε όραμα, αντί του παλαιού και ερειπωμένου Μοναστηρίου που υπήρχε στην πραγματικότητα, τον έκαναν να υποσχεθεί στον Άγιο, ότι θα παραμείνει στη Μονή, όπως και παρέμεινε. Την εποχή εκείνη ζούσαν στη Μονή τρία γεροντάκια με το ιδιόρρυθμο σύστημα. Ηγούμενος ήταν ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Νικόδημος Θωμάς, άνθρωπος ενάρετος, ηθικός και πολύ ελεήμων, εργασθείς με πολύ ζήλο για την αναστήλωση της Μονής.
 

Η μοναχική ζωή του Αγίου Ιακώβου

Ο Άγιος Ιάκωβος ξεκινώντας τη μοναχική ζωή έβαλε αρχή απαράβατη την υπακοή και δεν έκανε τίποτα χωρίς ευλογία του ηγουμένου, την οποία για να λάβει απαιτείτο πολλές φορές να κάνει κοπιαστικές πορείες τεσσάρων και πέντε ωρών, αφού ο Γέροντάς του ασκώντας και εφημεριακά καθήκοντα ευρίσκετο συχνά στην κωμόπολη της Λίμνης.

Η αγόγγυστη υπακοή αυτή του Αγίου Ιακώβου και ο πύρινος ζήλος με τον όποιο εργαζόταν στην πνευματική και σωματική εργασία μέσα στη Μονή εκίνησαν το φθόνο του μισόκαλου διαβόλου, ο οποίος αρχικά ξεσήκωσε τους παλαιούς ιδιόρρυθμους πατέρες εναντίον του. Θλίψεις, πικρίες και δοκιμασίες πολλές επέτρεψε ο Θεός και τον βρήκαν εξ αιτίας της συμπεριφοράς των πατέρων αυτών. Όμως δεν κάμφθηκε, συνέχισε τον αγώνα του.
 

Δοκιμασίες και πειρασμοί

Από την άλλη είχε να αντιμετωπίσει τη δοκιμασία της απίστευτης φτώχειας της Μονής, εκείνης της εποχής και του ερειπωμένου παγωμένου κελιού του με τα χαλασμένα παντζούρια που από τις χαραμάδες τους στους βαρείς χειμώνες ο αέρας περνούσε το χιόνι μέσα, και με τα τρύπια πατώματα, που από κάτω τους βάζανε τα γίδια της Μονής. Ακόμη η στέρηση απολύτως αναγκαίων αγαθών και των χειμερινών ακόμη ρούχων και παπουτσιών τον έκαναν με τις βροχές, τους πάγους και το πολύ χιόνι να τρέμει σύγκορμος και να αρρωσταίνει συχνά. Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες στιγμάτιζαν το σώμα του, καμμιά όμως δεν βρήκε την ψυχή του, καμμιά δεν πείραξε το πνεύμα του.

Αλλά κι ο σατανάς δεν έπαυε να τον πολεμά βάζοντας όλη την τέχνη του και χρησιμοποιώντας όλα τα τεχνάσματά του Δεν αρκούνταν στον πνευματικό, τον αόρατο πόλεμο όπου τσακιζόταν πάνω στην υπακοή, την προσευχή, την πραότητα και την ταπείνωση του Αγίου, αλλά τον πολέμησε και αισθητά, ορατά. Δεκαοκτώ δαίμονες κάποια φορά με διάφορες μορφές σαν άνθρωποι, σαν πίθηκοι κ.ά., όρμησαν επάνω του την ώρα που εργαζόταν και από τα χτυπήματά τους και τα βασανιστήριά τους τον άφησαν μισοπεθαμένο, όταν μπόρεσε πια και απελευθέρωσε το χέρι του κι έκανε το Σταυρό του. Το ίδιο επανέλαβαν κι άλλη φορά λιγότεροι στον αριθμό δαίμονες.

Άλλοτε πάλι οι δαίμονες για να τον τρομοκρατήσουν εμφανίσθηκαν με μορφή χιλιάδων, αναρίθμητων σκορπιών μέσα στη σπηλιά στο Ασκητήριο του Οσίου Δαυίδ, όπου ο Άγιος μιμούμενος τον Όσιο Δαυΐδ πήγαινε συχνά τις νύχτες να προσευχηθεί, βοηθούμενος στη νυχτερινή μετάβαση του εκεί από ένα φωτεινό αστέρι που του φώτιζε το μονοπάτι, που δεν ήταν τίποτα άλλο παρά Άγγελος Κυρίου σταλμένος για τη διακονία αυτή, ως απάντηση του Θεού στο σχετικό αίτημα της προσευχής του.

Ο Άγιος Ιάκωβος δεν πτοήθηκε. Μόλις αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για δαιμονική ενέργεια, έθεσε όριο στους σκορπιούς κι αυτοί δεμένοι από την εντολή του δεν πέρασαν τον κύκλο που χάραξε γύρω του ο Άγιος. Σημάδι αυτό ότι ο Θεός είχε δώσει στον πιστό του δούλο την εξουσία να χρησιμοποιεί κάτι από τη θεία δύναμή Του, από τις θείες ενέργειές Του.

Ο Άγιος Ιάκωβος σε όλες αυτές τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς αλλά και σε πολλούς άλλους αντέταξε την ακλόνητη πίστη του στο Θεό και τη θεία αγάπη του προς τον Όσιο Δαυίδ, την πραγματικά ιώβειο υπομονή του και την άκαμπτη καρτερία και πραότητά του, την απόλυτη υπακοή και ταπείνωσή του, την αδιάλειπτη προσευχή και την άπειρη αγάπη του προς όλους.

Το Γραφικό: «Η Βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» εφαρμόσθηκε πλήρως από τον Άγιο. Η βία που ασκούσε στον εαυτό του στο καθετί ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του. Δεν συγκατέβαινε εύκολα στον εαυτό του. Αλλά και η ευθύτητά του ήταν μοναδική, ήταν άνθρωπος του «ναι, ναι» και του «ου, ου», και η νηστεία του επίσης υπεράνθρωπη.
 

Η ιερατική ζωή του

Ο Θεός αξίωσε τον Άγιο Ιάκωβο και του μεγάλου χαρίσματος της ιεροσύνης. Ο ίδιος ο Άγιος έλεγε χαρακτηριστικά: «Εγώ ποτέ στη ζωή μου δεν επεθύμησα θέσεις και αξιώματα, ούτε και φαντάστηκα κατά διάνοιαν ότι ήταν δυνατόν να αξιωθώ τέτοιας τιμής. Δέχτηκα μόνον από υπακοή προς το Γέροντά μου και από σεβασμό προς τον άγιο εκείνον επίσκοπο Χαλκίδος, το μακαριστό Γρηγόριο».

Η χειροτονία του σε διάκονο έγινε στις 18 Δεκεμβρίου του 1952 μ.Χ. στο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας στη Χαλκίδα και σε ιερέα την επομένη 19 Δεκεμβρίου στο παρεκκλήσι του Επισκοπείου. Ο μητροπολίτης είπε στον Άγιο Ιάκωβο μετά τη χειροτονία του ένα λόγο προφητικό: «Και συ παιδί μου, θά αγιάσεις. Να συνεχίσεις με τη δύναμη του Θεού και θα σε ανακηρύξει Άγιο η Εκκλησία».
 

Πνευματικά γεγονότα της ζωής του 

Ο Άγιος Ιάκωβος μέσα στο ναό κατά τη διάρκεια της θείας Λατρείας ζούσε ως ιερεύς πολλά πνευματικά γεγονότα. Γινόταν επίγειος άγγελος «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε σε ορισμένα πρόσωπα, με Χερουβείμ και Σεραφείμ και με Αγίους. Στην αγία προσκομιδή είδε και άγγιξε το ίδιο το πανάγιο Αίμα του Κυρίου, την ώρα που ετοιμαζόταν να καλύψει τα Τίμια Δώρα. Εκεί, άλλοτε, είδε Αγγέλους Κυρίου να παραλαμβάνουν τις μερίδες των μνημονευομένων και να πηγαίνουν να τις εναποθέτουν σαν προσευχές στο θρόνο του Δεσπότου Χριστού. Άλλοτε είδε «πνευματικώ τω τρόπω», όπως ο ίδιος έλεγε, κεκοιμημένους να του εμφανίζονται κατά κάποιο τρόπο με τη χούφτα ανοιχτή και να του ζητούν να βγάλει μερίδα υπέρ αυτών, υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους, κι όταν το έκανε τους έβλεπε να πηγαίνουν στον τόπο τους αναπαυμένοι. Ένα φωτοειδή αστέρα είδε άλλοτε να στέκεται επάνω από το κεφάλι ευλαβούς ιερέως που είχε επισκεφθεί τη Μονή και λειτουργούσε, τήν ώρα που έθετε τον αστερίσκο επάνω του Αμνού κατά την κάλυψη των Τιμίων Δώρων. Πνευματικά γεγονότα τέτοια ανάλογα υπάρχουν πολλά, όλα αυτά, μεγάλες δωρεές του Θεού προς τον εκλεκτό του δούλο Ιάκωβο.

Ως πνευματικός πατέρας διέπρεψε. Κανένας δεν έφευγε από το πετραχήλι του χωρίς να είναι αναπαυμένος και ευχαριστημένος. Με την πολλή του αγάπη θυσιαζόταν για όλους και παρόλο που, ιδίως τα τελευταία χρόνια, υπέφερε από πολλές αρρώστιες σε κανέναν δεν είπε: «δέν μπορώ να σε δω, να ακούσω το πρόβλημά σου». Ο κόσμος», έλεγε στη συνοδία του, «ούτε να φάει ζητάει, ούτε να πιει, ζητάει την αγάπη μας. Αν μπορούμε αυτό να το κάνουμε θα επιτύχουμε στη ζωή μας ως μοναχοί».

Από το 1975 μ.Χ., οπότε με θεοφώτιστη απόφαση του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου ανέλαβε την ηγουμενία και «ο λύχνος ετέθη επί την λυχνίαν», αποκαλύφθηκαν εξ ανάγκης τα πολλά του χαρίσματα που αγωνιζόταν επιμελώς να κρύβει. Η φήμη της Μονής για τα θαύματα του Οσίου Δαυΐδ, τον αγιασμένο ηγούμενο της Άγιο Ιάκωβο, τον ανύστακτο κόπο και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της διαδόθηκε σιγά - σιγά παντού και πλήθη πιστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό κατέφθαναν στη Μονή, η οποία έτσι αναδείχθηκε, όπως γράφτηκε, «κυψέλη πνευματικής ζωής και φάρος Ορθοδοξίας, πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας».

Από τα πενήντα πέντε χρόνια του και μετά παρεχώρησε ο θεός κι ο Άγιος Ιάκωβος πέρασε εκτός των άλλων δοκιμασιών και πολλές και επώδυνες ασθένειες. Έλεγε χαρακτηριστικά ο μακαριστός Γέροντας «πήρε ο εωσφόρος την άδεια να πειράξει το σώμα μου». Αυτό είπε αποκαλυπτικά και το δαιμόνιο μέσω μιας δαιμονισμένης φανερώνοντας και τις παθήσεις που είχε ο Γέροντας, τις όποιες μόνο ο ίδιος ήξερε. Κι ο Γέροντας συνέχιζε λέγοντας: «Εμένα που ποτέ άνθρωπος δεν με είδε γυμνό, εκτός από τη μητέρα μου όταν ήμουν παιδάκι, παραχώρησε ο Θεός να με δουν οι γιατροί και οι νοσοκόμοι και να με χειρουργήσουν επανειλημμένως. Έγινα θέατρο αγγέλοις και ανθρώποις».

Δεν ήταν λίγες οι φορές βέβαια που οι Άγιοι, όπως ο Όσιος Δαυΐδ, ο Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος, οι Άγιοι Ανάργυροι, η Αγία Παρασκευή, επενέβησαν μετά από παρακλήσεις του και τον βοήθησαν στις ασθένειες του χαρίζοντας του την ίαση και την υγεία.

Η τελευταία δοκιμασία με την υγεία του που τελικά οδήγησε τον Άγιο στην άλλη ζωή ήταν η πάθηση της καρδιάς του, η όποια προέκυψε εξ αίτιας κάποιου πειρασμού που πέρασε.
 

Τα πνευματικά χαρίσματα του Αγίου

Ο Άγιος Ιάκωβος έζησε οσίως σαράντα περίπου χρόνια στη Μονή του Οσίου Δαυΐδ, έχοντας προηγουμένως ζήσει «ευαγγελικώς» στον κόσμο τριάντα δύο χρόνια. Δούλεψε στον Κύριο τηρώντας από τη νεότητα έως το γήρας ίση την προθυμία της ασκήσεως. Μιμήθηκε τον Όσιο Δαυΐδ, και βάδισε στα ίχνη του. Οι ασκητικοί του αγώνες ήταν εφάμιλλοι των παλαιών οσίων που αναφέρονται στα Γεροντικά, αλλά και οι εναντίον του επιθέσεις, πνευματικές και αισθητές, του Σατανά, οι ποικίλοι πειρασμοί, δοκιμασίες και κακοπάθειές του ήταν ανάλογες με αυτές που αντιμετώπισαν πολλοί θεοφόροι Πατέρες.

Όσο όμως μεγάλωναν οι δοκιμασίες, οι ασθένειες και τα βάσανα του, τόσο ο Θεός τον χαρίτωνε με σπάνια πνευματικά χαρίσματα, όπως της διοράσεως και προοράσεως, της διακρίσεως και της παραμυθίας, και τόσο περισσότερες ήταν οι θεοπτείες που είχε και οι θεοσημείες που επιτελούσε με την προσευχή του, αλλά και τόσο μεγαλύτερη γινόταν η ακτινοβολία του.

Στη Μονή προσέρχονταν για να τον δουν εκατοντάδες απλοί άνθρωποι του λαού, αλλά και πατριάρχες και αρχιερείς, κληρικοί κάθε βαθμού και μοναχοί, άρχοντες και ανώτατοι δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου και επιστήμονες. Όλοι φεύγοντας από τη Μονή κι έχοντας δει τον Άγιο Ιάκωβο αισθάνονταν ότι έφευγαν από ένα είδος Παραδείσου.

Ο καθένας εύρισκε κοντά στον Άγιο τη βοήθεια που χρειαζόταν. Οι πονεμένοι εύρισκαν με τους παραμυθητικούς του λόγους την παρηγοριά και την ανακούφιση, οι δαιμονισμένοι εύρισκαν με τις ευχές του την απελευθέρωση από τα δαιμόνια και τη θεραπεία τους, οι ασθενείς εύρισκαν με την παρρησία της προσευχής του την ίαση και την υγεία, οι ταλαιπωρημένοι από τα διάφορα βιοτικά προβλήματα τους εύρισκαν με την ευλογία του την αναψυχή, την ψυχική τους ισορροπία, την ενδυνάμωση, τη λύση των προβλημάτων τους. Οι φτωχοί εύρισκαν με τη συνεχή και αγόγγυστη ελεημοσύνη του τη λύτρωση από τη θλίψη της φτώχειας και την απελευθέρωση από τα βάρη των χρεών τους. Πολλά άτεκνα ζευγάρια μετά την προσευχή, τις ευχές και την ευλογία του αποκτούσαν τέκνα χαριτωμένα. Αλλά και για όσους είχαν τα κατάλληλα μάτια να δουν, η παρουσία και μόνο του Αγίου, η θεωρία του, αποτελούσε ευλογία Θεού, φανέρωση των θείων ενεργειών, παρουσία του Θεού στη γη.

Ιδού τί αναφέρει σχετικώς στην από 14/02/1994 μ.Χ. επιστολή του προς την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος: «....Διά τον μακαριστόν Γέροντα με την φωτεινήν μορφήν ισχύει εκείνο το οποίον έγραφεν ο ιερός Χρυσόστομος διά τον άγιον Μελέτιον Αντιοχείας: "Ου γαρ διδάσκων μόνον, ουδέ φθεγγόμενος, αλλά και ορώμενος απλώς, ικανός η άπασαν αρετής διδασκαλίαν εις την των ορώντων ψυχήν είσαγαγείν"».
 

Η οσιακή κοίμησή του

Αντάξια της θαυμαστής ζωής του ήταν και η οσιακή κοίμηση του Αγίου, την οποία προγνώριζε, γι' αυτό και παρακάλεσε αγιορείτη ιεροδιάκονο που εξομολόγησε το πρωΐ της 21ης Νοεμβρίου 1991 μ.Χ., εκείνης της τελευταίας ημέρας της επιγείου ζωής του να μείνει στο Μοναστήρι ως το απόγευμα για να τον «ντύσει». 

Και πράγματι στις 4:17 το απόγευμα σαν πουλάκι παρέδωσε το πνεύμα. Ο Άγιος άφησε το φθαρτό αυτό κόσμο του πόνου κι έφυγε για την αιώνια ανάπαυση, στο Θεό.

Το λείψανο του ήταν λαμπερό, εύκαμπτο, ζεστό, οσιακό και η ιαχή που έβγαινε από τα χείλη χιλιάδων ανθρώπων «άγιος, άγιος.... είσαι άγιος» αποτελούσε μία ομόφωνη μαρτυρία της συνείδησης των πιστών για το μακαριστό πλέον Γέροντα Ιάκωβο.

Αλλ' ο άγιος Ιάκωβος συνεχίζει και μετά την οσιακή κοίμηση του, όπως το ομολογούν εκατοντάδες πιστοί να τους ευεργετεί με την παρρησία που έχει στο Θεό. Στη Μονή του Οσίου Δαυΐδ υπάρχουν τουλάχιστον τριακόσιες μαρτυρίες πιστών, που ο Άγιος Ιάκωβος τους βοήθησε. Οι μαρτυρίες αυτές, που περιέχονται σε επιστολές των ίδιων των εύεργετηθέντων ή κατεγράφθηκαν μετά από προφορικές διηγήσεις τους, έχουν σχέση με θεραπείες, ευεργετικές επεμβάσεις, ή μεταθανάτιες εμφανίσεις του Αγίου. Την Δευτέρα, 27 Νοεμβρίου 2017 μ.Χ. έγινε η Αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη του εν Ευβοία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 22 Νοεμβρίου.
 

https://www.saint.gr

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΟΙ ΠΙΟ ΠΟΛΛΟΙ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑ


Κάπου το 1983 βρεθήκαμε στην Ι.Μ. Οσίου Δαυίδ. Ένοιωσα την ανάγκη να εξομολογηθώ και βρέθηκα μπροστά στον άγιο Γέροντα Ιάκωβο Τσαλίκη.
Αφού μου διάβασε τη συγχωρετική ευχή, από μόνος του, εντελώς απρόσμενα και χωρίς εγώ να ρωτήσω οτιδήποτε μου λέει:
-«Ανδρέα μου, οι πιο πολλοί έρχονται στα Μυστήρια χωρίς Μετάνοια. Στην εξομολόγηση βέβαια ο Πνευματικό έχει αυτό το έργο, να βοηθά τους πιστούς να Μετανοούν πρώτα και μετά να εξομολογούνται και να παίρνουν την συγχωρετική ευχή. Στη Θεία Κοινωνία όμως, είναι μόνοι ενώπιον του Χριστού και πρέπει να προσέρχονται με συντριβή και Μετάνοια για τις αμαρτίες τους. Ο Θεός μου έδωσε το Χάρισμα να βλέπω τους προσερχομένους χωρίς Μετάνοια μαύρους, ενώ τους μετανοούντες, φωτεινούς.
Μια φορά, λοιπόν, βλέπω έναν νεαρό να προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία ολόμαυρος. Όταν έφτασε στο Ποτήριον, είπα από μέσα μου: «Ποιος είσαι εσύ Ιάκωβε να τον κρίνεις;»
Έκανα το λάθος και τον Κοινώνησα! Ενώ του έβαζα τη λαβίδα στο στόμα, είδα μια λάμψη να φεύγει από τη λαβίδα και να επιστρέφει στο Ποτήριον.
Έμεινα άναυδος! Δεν κοινώνησε ο Αμετανόητος!
Με δίδαξε ο Θεός ότι, χωρίς Μετάνοια ούτε οι Πιστοί πρέπει να Κοινωνούν, ούτε ο Ιερέας πρέπει να τους Κοινωνεί, εφόσον βέβαια γνωρίζει.
Η πρώτη ευθύνη των Πνευματικών είναι να διδάσκουν την Μετάνοια και να προσφέρουν τα Μυστήρια της Άφεσης των Αμαρτιών και τη Θεία Κοινωνία μόνο στους Μετανοούντες!»

Το 2ο μέρος της ομιλίας με τίτλο: «Μετάνοια, όπως την έμαθα από σύγχρονους Αγίους και Γεροντάδες», που πραγματοποιήθηκε στον αγ. Δημήτριο Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της Ημερίδας με τίτλο: «Το μεγαλείο της μετάνοιας στη ζωή του ανθρώπου».

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

Η ΟΑΣΗ (Η ΟΡΑΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ)!


Κάποτε κάποιος νεαρός μόλις έφτασε σε μια Όαση στη μέση της Ερήμου της Ιουδαίας, συνάντησε τον γέρο Ελισαίο και τον ρώτησε:

-Τι είδους άνθρωποι ζουν σ’ αυτόν τον τόπο, γέροντα;
 
-Τι είδους άνθρωποι ζούσαν στον τόπο σου, παιδί μου; Ρώτησε με τη σειρά του ο γέροντας.

– Μια κοινωνία εγωιστών και κακών, απάντησε ο νεαρός, είμαι χαρούμενος που έφυγα από κοντά τους.

-Τους ίδιους θα βρεις κι εδώ, παιδί μου, απάντησε στοχαστικά ο γέρο Ελισαίος.


Την ίδια μέρα πέρασε από την Όαση να πιει νερό και να ξεκουραστεί ένας άλλος νεαρός και ρώτησε τον γέρο Ελισαίο:
- Γέροντα, τι είδους άνθρωποι ζουν εδώ;

Ο γέροντας απάντησε με την ίδια ερώτηση:
-Τι είδους άνθρωποι ζουν στον τόπο από τον οποίο έρχεσαι, παιδί μου;

Ο νεαρός απάντησε:
- Μια θαυμάσια ομάδα ανθρώπων, φιλική, ειλικρινής, φιλόξενη. Είναι πολύ λυπηρό που πρέπει να τους αφήσω.

-Τον ίδιο τύπο ανθρώπων θα συναντήσεις κι εδώ, είπε ο γέρο Ελισαίος.

Ο μικρός εγγονός του που άκουσε τις συνομιλίες τον ρώτησε σαν έμειναν οι δυο τους:
-Παππού, πώς γίνεται να δώσεις τόσο διαφορετικές απαντήσεις στην ίδια ερώτηση;

Κι ο γέρο Ελισαίος απάντησε:
- Άκου, παιδί μου. Ο καθένας μας, κουβαλά στην καρδιά του τις εικόνες που βλέπουν τα μάτια της ψυχής του. Αυτός, που δε διέκρινε τίποτε καλό στα μέρη από όπου πέρασε, δεν θα βρει ούτε κι εδώ κάτι καλό. Εκείνος που συνάντησε φίλους εκεί, θα βρει κι εδώ.  Κι αυτό διότι στην πραγματικότητα ό,τι εκπαιδεύσαμε τα μάτια της ψυχής μας να αναζητούν, αυτά και θα βρίσκουν. 
Ακόμα, ο καλοπροαίρετος άνθρωπος θα δοξάσει τον Θεό για ότι βλέπει πως του έχει δώσει Εκείνος και ο κακοπροαίρετος θα Τον βλασφημήσει για ότι δεν του έχει δώσει. 
Αυτό που συμφέρει όλους μας είναι να μάθουμε να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια του Θεού! Μέσα από το πρίσμα της αγάπης Του να περνάμε τους πάντες και τα πάντα, και να είμαστε ευγνώμονες... Τότε μόνο θα ειρηνεύσουμε πραγματικά!

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ ΠΟΛΕΜΙΟΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

Ἐν Πειραιεῖ 12-9-2018
ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ ΠΟΛΕΜΙΟΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

Ἑσχάτως τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προέβη στήν ἁγιοκατάταξη τῶν ἤδη ἁγίων στήν συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀντιοικουμενιστῶν Ὁσίων Γερόντων Ἰακώβου Τσαλίκη στίς 27-11-2017[1] καί Ἀμφιλοχίου Μακρῆ στίς 29-8-2018[2].
Βρισκόμαστε μπροστά στό ἀντιφατικό καί τραγελαφικό φαινόμενο, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί οἱ σύν αὐτῷ Ἱεράρχες τοῦ Θρόνου, πού ὑποστηρίζουν τόν Οἰκουμενισμό, νά ἁγιοκατατάσσουν ὁσίους Γέροντες, πού στηρίζουν τήν ὀρθοδοξία καί τόν ἀντιοικουμενισμό.


Ἡ πράξη, ὅμως, αὐτή οὐσιαστικά γυρνᾶ μπούμερανγκ ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου, διότι ἡ ἁγία βιοτή τῶν συγχρόνων ἁγίων μας, χαρακτηριστικά τῆς ὁποίας ἦταν ὁ σεβασμός στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἡ τήρηση τοῦ Εὐαγγελίου, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν ἀποφασισθέντων ἀπό τίς Ἅγιες Οἰκουμενικές καί Τοπικές Συνόδους καί τούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ ἀποφυγή τῶν ἀντικανονικῶν συμπροσευχῶν μέ κατεγνωσμένους αἱρετικούς, ἡ ἀποφυγή κάθε νεωτερισμοῦ, ἐκμοντερνισμοῦ καί ἐκκοσμικεύσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μή ἀναγνώριση τῶν αἱρέσεων ὡς Ἐκκλησιῶν, ἡ μή ἀποδοχή τοῦ ἐγκύρου τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς, τῆς ἱερωσύνης καί τῶν μυστηρίων τῶν αἱρετικῶν, καί ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῶν αἱρέσεων καί τῶν αἱρετικῶν, ἐλέγχει αὐστηρότατα τούς ἀνωτέρω γιά τήν μεταπατερικότητα, τήν μετακανονικότητα, τόν οἰκουμενισμό τους καί πλεῖστα ὅσα ἀνεπίτρεπτα ἔχουν ἤδη διαπράξει (βλ. ψευδοσύνοδο Κρήτης).
Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Ὀρθόδοξοι ἀκολουθοῦμε τούς ἁγίους πατέρες μας, καί ὄχι τούς συγχρόνους οἰκουμενιστές, καί αὐτούς ἔχουμε ὡς πρότυπα, ὑποδείγματα καί ποδηγέτες στή ζωή μας.
Ἄς δοῦμε, λοιπόν, ἐν συντομίᾳ μερικά περιστατικά ἀπό τόν βίο τῶν συγχρόνων ἁγίων μας, πού ἀποδεινύουν τήν ὀρθόδοξη στάση τους ἔναντι τῶν αἱρετικῶν.    
  
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος Τσαλίκης
α) Διηγεῖται ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος : «Κάποτε ἐπισκέφθηκε τὸ Μοναστήρι μας ἕνας Προτεστάντης πάστορας. Ὅταν μὲ ἐνημέρωσαν ὅτι αὐτὸς ὁ κύριος εἶναι ‘’ἱερέας’’ τῶν Προτεσταντῶν, τὸν πλησιάσαμε καὶ τὸν ξεναγήσαμε στὸ Μοναστήρι μας. Μετά, εἶπα νὰ ἑτοιμάσουν γιὰ τὸν ἄνθρωπο φαγητό. Ἐγὼ δὲν κάθησα μαζί του στὸ τραπέζι, ἀλλὰ ἀποσύρθηκα στὸ κελί μου. Διότι, αὐτὸ ἀπαιτεῖ ἡ τάξις. Οἱ Πατέρες ἀπαγορεύουν τὴ συμπροσευχὴ ποὺ προηγεῖται τῆς κοινῆς τραπέζης».
β) Σὲ ἄλλη περίπτωση ἐπισκέφθηκαν τὸ Μοναστήρι δύο ἁγιορεῖτες ἱερομόναχοι καὶ μιὰ ἡλικιωμένη κυρία, Παπική, ρωσικῆς καταγωγῆς, ποὺ εἶχε ἀποφασίσει νὰ γίνει Ὀρθόδοξη. Ὅταν στὸν Γέροντα ἀναφέρθηκε ὅτι, κατόπιν ἀποφάσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, στὰ ἄτομα αὐτὰ εἶναι ἀρκετό τό μυστήριο τοῦ Χρίσματος, χωρὶς τὸ Βάπτισμα, ὁ Γέροντας εἶπε : «Δὲν γνωρίζω τί ἀποφάσισε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος. Ἐκεῖνο, ποὺ γνωρίζω, εἶναι ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο λέει : ‘’ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς σωθήσεται’’. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ γίνεται κανονικά το μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος».
γ) Καὶ σὲ ἕνα τρίτο περιστατικὸ ἑνὸς Παπικοῦ, ποὺ θέλησε νὰ βαπτισθεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ «ὀρθόδοξος» ἐπίσκοπος τοῦ εἶπε ὅτι δὲν χρειάζεται βάπτισμα, ἀλλά μόνο χρίσμα, χωρὶς νὰ σχολιάσει τὴν παραπάνω ἀντιμετώπιση, ἔφερε μία μεγάλη κολυμβήθρα στὸ Μοναστήρι καί, βοηθούμενος ἀπὸ ἕνα ἀρχιμανδρίτη, πνευματικό του τέκνο, βάπτισε κανονικὰ τὸν ἐν λόγῳ ἄνθρωπο στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους[3].

Ὁ Ὅσιος Ἀμφιλόχιος Μακρῆς

Ο Γέροντας᾽Αμφιλόχιος ἔδρασε σέ ὅλη του τή ζωή καί σέ ὅλους τούς τομεῖς, πού τοῦ ἀνέθεσε ἡ ᾽Εκκλησία ἱεραποστολικά. Δεχόταν μέ τήν ἴδια ἀγάπη καί τούς ᾽Ορθόδοξους καί τούς αἱρετικούς, χωρίς αὐτό, φυσικά, νά σημαίνει ὅτι ἔκαμνε ὁποιαδήποτε ὑποχώρηση δογματική ἤ στά τῆς πίστεως. Οἱ αἱρετικοί μπροστά του ἔκλιναν τό γόνυ τους καί ἀρκετοί μεταστράφηκαν στήν ᾽Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν ᾽Ορθοδοξία μας.
Ὁ Γέροντας ἀπέρριπτε βέβαια τήν ὑποταγή τῶν Ὀρθοδόξων στό «ἀλάθητο» τοῦ Πάπα, διότι κάτι τέτοιο θά σήμαινε τήν ἐξασθένηση καί τήν ὑποδούλωση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπιθυμοῦσε, ὅμως, τήν ἐπιστροφή τοῦ Ποντίφηκα στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Προσευχόταν γιά τήν ἐπιστροφή τῶν αἱρετικῶν στήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κάθε μέρα, καί συμμεριζόταν στό θέμα αὐτό τίς ἀπόψεις τοῦ συγχρόνου ὁμολογητοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς[4].
Τήν περίοδο ἐκείνη, πού εἶχαν ἀρχίσει τά ἀλισβερίσια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μέ τό Βατικανό, ἦταν φυσικό νά πάρουμε τή γνώμη τοῦ Γέροντα : «῾Ο Χριστός, παιδιά μου, ἴδρυσε μία ἐκκλησία, τήν ᾽Εκκλησία μας, τήν ᾽Ορθοδοξία μας. Μόνο αὐτή κρατάει ἀνόθευτη καί ἀκέραια τή διδασκαλία Του. ῞Ολοι οἱ ἄλλοι κάτι πρόσθεσαν ἤ κάτι ἀφαίρεσαν, γι᾽ αὐτό εἶναι σχισματικοί ἤ αἰρετικοί. Πάντως οἱ παπικοί θέλουν μέ κάθε τρόπο νά μᾶς ὑποτάξουν καί νά μᾶς ἀφομοιώσουν. Τό τί ὑπέφεραν οἱ ᾽Ορθόδοξοι ῞Ελληνες κατά τήν κατοχή τῶν Δωδεκανήσων ὄχι μόνον ἀπό τούς ᾽Ιταλούς στρατιῶτες ἀλλά καί ἀπό τούς ᾽Ιταλούς μισιονάριους πού εἶχαν ἔλθει στά Δωδεκάνησα γιά νά μᾶς παρασύρουν στόν παπισμό˙ χρειάζεται πολλή προσοχή καί προσευχή ἐκ μέρους μας. Δέν πρέπει ὅμως νά ξεχνοῦμε ὅτι τό σκάφος τῆς ᾽Εκκλησία μας δέν τό κυβερνοῦν ἄνθρωποι ἀλλά αὐτός ὁ ἴδιος Χριστός».
Τό 1937 ἦρθε σέ ρήξη μέ τούς ᾽Ιταλούς κατακτητές. ᾽Αντιστάθηκε μέ γενναιότητα καί σθένος στὰ σχέδια τους γιὰ τὸν ἐξιταλισμό τῶν Δωδεκανήσων, τήν αὐτονόμηση τῶν νησιῶν ἀπὸ τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, καὶ τήν ὑπαγωγή τους στὸν Πάπα τῆς Ρώμης. Τό ἀποτέλεσμα τοῦ ἀγώνα του ἦταν νά χάσει τήν ἡγουμενία καί νά ἐξορισθεῖ ἀπό τήν Πάτμο στήν ἡπειρωτική ῾Ελλάδα[5].
Ἡ στάση του ἦταν κρυστάλλινη καί ὁ διωγμός τῶν Ἰταλῶν κατακτητῶν ἐπεκύρωνε τήν ἄποψή του αὐτή.
Γιατί ἐξορίστηκε ὁ ἀείμνηστος ἀπό τούς Ἰταλούς; Δέν ἦταν προμελετημένη ἡ αὐτοκεφαλοποίηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Δωδεκανήσου, γιά νά ἀναγκάσουν τούς Δωδεκανησίους νά γίνουν, θέλοντας καί μή, οὐνίτες;
Αὐτός, καί μάλιστα μόνον αὐτός, περιερχόταν ἀπό τό ἕνα νησί στό ἄλλο καί μέ τόν ἀποστολικότου ζῆλο καί τήν ἀφιλοκέρδεια, πού τόν διέκρινε, προσπαθοῦσε νά τονώσει τό θρησκευτικόσυναίσθημα τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνισμοῦ[6].




[1] Ἁγιοκατάταξη π. Ἰακώβου Τσαλίκη, 27-11-2017,  http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/18474-agiokatataji-p-iakobou-tsaliki
[2] Ἁγιοκατάταξη Γέροντα Ἀμφιλοχίου Μακρῆ ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, 29-8-2018, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/23564-agiokatataji-geronta-amfiloxiou-makri-apo-to-oikoumeniko-patriarxeio
[3] ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΣΤΩΦ, Ἀντιαιρετικά ἐφόδια, ὄχι νὰ ἐκτρέφουμε, ἀλλὰ νὰ ἐκτρέπουμε τὴν αἵρεσι, Σταμάτα 2013, σ. 55-56.
[4] ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ, Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος Μακρῆς˙ μιά σύγχρονη μορφή τῆς Πάτμου (1889-1970), ἐκδ. Ἑπτάλοφος.
[5] ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΗΛΙΤΣΗΣ, π. ᾽Αμφιλόχιος Μακρῆς˙ Ὁ εὐπατρίδης Γέροντας καί τό πολύκορφο ὄρος τῆς Πάτμου, http://aktines.blogspot.com/2017/02/blog-post_883.html
[6] ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ, ἔνθ'. ἀνωτ.

Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ ΜΑΚΡΗ


Ανακοινωθέν Αγίας και Ιεράς Συνόδου (29/8/2018)

Συνῆλθε σήμερον, 29ην τ.μ. Αὐγούστου (2018), ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν πρώτην συνεδρίαν αὐτῆς τοῦ μηνός Αὐγούστου, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, καθ᾿ ἥν:

α) Εἰσηγήσει τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς συμπεριελήφθη εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁ ἐν Πάτμῳ ἀσκήσας καί ἀναπτύξας μέγα πνευματικόν καί κοινωφελές ἔργον ἐν Δωδεκανήσῳ, Κρήτῃ καί ἀλλαχοῦ Ἀρχιμανδρίτης Ἀμφιλόχιος Μακρῆς,
διατελέσας Ἡγούμενος τῆς ἱστορικῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί Πατριαρχικός Ἔξαρχος Πάτμου, ὅστις καί ἵδρυσε τήν ἐν τῇ Νήσῳ γυναικείαν Ἱεράν Μονήν Εὐαγγελισμοῦ Μητρός Ἠγαπημένου.

β) Εἰσηγήσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, προήχθη ὁμοφώνως εἰς Μητροπολίτην Λαοδικείας ὁ μεχρι τοῦδε Θεοφ. Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ κ. Θεοδώρητος, και

γ) εἰς ἀνταπόκρισιν πρός σχετικήν παράκλησιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Αὐστρίας καί Ἐξάρχου Οὑγγαρίας κ. Ἀρσενίου, ἐξελέγη ὁμοίως παμψηφεί βοηθός παρ᾿ αὐτῷ Ἐπίσκοπος ὑπό τόν τίτλον Ἀπαμείας ὁ Πρωτοσύγκελλος αὐτοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. κ. Παΐσιος Λαρεντζάκης, ἑδρεύων ἐν Βουδαπέστῃ.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας
τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗΣ: Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΓΓΕΛΟΣ

«..ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.» (Ματθ κδ-24)

Στην εκδοτική σειρά σύγχρονες αγιορείτικες μορφές, της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, υπάρχει και το βιβλίο Σάββας ο πνευματικός, που είναι το έκτο αυτής της σειράς.
Ο συγγραφεύς του βιβλίου Αρχιμανδρίτης Χερουβείμ, κτήτωρ της Ιεράς Mονής Παρακλήτου, όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 εμόναζε στο Άγιο Όρος σε νεαρή ηλικία, άκουε πολλά θαυμαστά για τον παπά Σάββα τον πνευματικό που ασκήτευε μέχρι το 1908, έτος της κοιμήσεως του, στη σκήτη της μικράς Αγίας Άννης.
Είχε έντονη επιθυμία να συγγράψει το βίο του πράγμα που πραγματοποιήθηκε το 1972. O παπά Σάββας ήταν εκπληκτικός στην διάκριση πνευμάτων, όσο δυσδιάκριτη και εάν ήταν η πλάνη την οσφραινόταν, αυτό διαφαίνεται στην μελέτη του βιβλίου που αναφέραμε.
Μέσα στις σελίδες του περισώθηκαν κάποια γεγονότα πολύ σημαντικά, εμείς σήμερα θα δούμε ένα συγκλονιστικό περιστατικό που τιτλοφορείτε «Ο Άγγελος που δεν ήταν Άγγελος» πριν το παρουσιάσουμε αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε τον μακαριστό συγγραφέα του βιβλίου που μας το διέσωσε.
Πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να ανοίξει τα μάτια κάποιων αδελφών που παραπλανήθηκαν από εκείνον που ενώ είναι άγριος λύκος, τα καταφέρνει να εμφανίζεται σαν αρνί, λοιπόν, διαβάζουμε…
Στους τόσους που εξομολογούσε ο πάπα-Σάββας ήταν και ένας Ρουμάνος διάκονος. Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι και πολύ μακριά από την Μικρά Αγία Άννα.

-Πνευματικέ μου, του λέει μία ημέρα ο διάκονος αυτός περίλυπα, σε παρακαλώ, μη ξεχάσεις να μνημόνευσης αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της.

Τα λόγια αυτά χτύπησαν στην ακοή του πάπα-Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου. Ο διακριτικός γέροντας ταράχτηκε. Εδώ, σκέφθηκε, κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός. Ο πανούργος! Με πόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού!
Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνία του, επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.

-Για πες μου, παιδί μου, καθαρότερα την υπόθεση. Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της. Δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πώς εσύ σε δύο ημέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;

Μεσολάβησε λίγη σιγή.
-Πώς; Πώς το έμαθα; άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε …..
-Ποιος σου το είπε;
-Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
-Ο φύλακας άγγελός σου; Έχεις ιδεί τον άγγελό σου;
-Αξιώθηκα να τον ιδώ. Δεν είναι μία και δύο φορές. Είναι τώρα δύο χρόνια. Μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις …;

Εκείνο το «δύο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπά-Σάββα. Δύο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο.
Να αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δύο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφής σου, είναι θλιβερό.

-Και γιατί, παιδί μου, τόσο καιρό, δεν μου ανέφερες τίποτε;
-Μου είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.

Ο παπά-Σάββας καταλάβαινε πως έχει να δώσει μεγάλη μάχη. Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο ότι δεν πρόκειται για άγγελο. Να έτοιμασθη έπειτα να αντιμετώπιση την οργή του δαίμονος. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε μυστικά με θέρμη.

-Παιδί μου, είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;
-Βέβαιος; Βεβαιώτατος, γέροντά μου! Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες, συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο …; Ο φύλακας άγγελος μου είναι.

Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε επιφυλακτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι, έλεγε, πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύει στην προσευχή; Αυτός πολεμεί τους προσευχομένους.
Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες. Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».

-Ζήτησέ του, του είπε ο παπά-Σάββας, μόλις ξανάρθει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε». Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του σταυρού.

Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση ανήγγειλε στον πνευματικό.

-Γέροντα μου, τα πράγματα έχουν όπως σου τα είπα. Είναι άγγελος του Θεού. Είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.

Ο παπά-Σάββας καλά το είχε αντιληφθεί. Δύο ετών δουλειά από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε να αχρηστευθεί εύκολα. Αν όμως αυτός ξέρη πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φως της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.
Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του Πνευματικού. Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο:

-Άκου εδώ, παιδί μου. Πρόσεξε σε μία τελευταία δοκιμασία. Μ΄ αυτήν θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Στους αγγέλους του Θεού υπάρχει η δυνατότης όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός. Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρομοία δυνατότης και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά. Συμφωνείς;
-Συμφωνώ.
-Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τί θα κάνουμε. Εγώ, την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή, κάτι θα σκεφθώ -σκέφθηκε κάτι εις βάρος του διαβόλου- και το αφήνω κρυπτό και αψηλάφητο μέσα μου. Εσύ το βράδυ να ζήτησης από τον άγγελο να σου το πει. Αν το βρει, τότε χωρίς αμφιβολία είναι του Θεού. Και να ‘ρθεις να με ενημέρωσης.

Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβη του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση. Από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεσις θα περνούσε τώρα στην κρίσιμη φάση της.
Μόλις ζητήθηκε, την νύχτα, από τον άγγελο η λύσις του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπό του. Φάνηκε να σαστίζει.

-Μα, αγαπητέ μου πάτερ. Γιατί εσύ, ανώτερος άνθρωπος, να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός θνητού; Αυτό είναι κατάντημα. Φτωχές επιθυμίες. Δεν προτιμάς να πάμε να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου;

Ο διάκονος, που άρχισε κάτι να υποψιάζεται, επέμενε στο θέμα τους.
-Κάνω υπακοή στον πνευματικό. Να μου πεις τι σκέφθηκε.

Ο άγγελος με μερικούς επιδέξιους ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση. Ο διάκονος όμως με επιμονή τον επανέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.

-Να μου πεις τι σκέφθηκε ο πνευματικός. Το θέμα είναι απλό. Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;
-Πρόσεχε, διάκο. Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσης την εύνοιά μου.
-Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι, επί τέλους, τι σκέφθηκε ο πνευματικός;

Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε, μερικά άγρια δόντια έτριξαν, και σαν από στόμα λυσσασμένου θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:
-Να χαθείς, άθλιε. Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση, στην φωτιά! Θα σε κάψουμε! Θα σε καταστρέψουμε!

Και ο διάκονος έμεινε μόνος του. Μόνος του και σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών, δύο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πικρία. Αν δεν τον εστήριζαν από μακριά οι προσευχές του πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι΄ αυτόν, θα’ χε παραδώσει το πνεύμα του.
Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ΄ όλη του την διαδρομή βούιζε στ΄ αυτιά του η απειλή: «Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση»! Ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφθασε όπως έφθασε ως την καλύβη της Αναστάσεως. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή. Και την ώρα που έπρεπε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος!

Μη φοβάσαι, παιδί μου. Ηρέμησε.
-Πώς να μη φοβηθώ, πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα. Ω! Πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουν. Χριστέ μου, σώσε με!

Και πράγματι. Την καθορισμένη ώρα δέχθηκε βιαία επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τί κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές!
-Σώσε με, πνευματικέ μου! Χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με!

Γονατίζει ο πάπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο Του και να επιτιμήση τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέησίς του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από «στόματος λέοντος».
Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία. Τραγωδία πολύ διδακτική. Αλήθεια, τί κίνδυνοι κρύβονται πίσω από τις οπτασίες και τα οράματα! Τι μπορεί να χτίση ο εχθρός, όταν δεν ξεδιπλώνουμε πλήρως τον εσωτερικό μας κόσμο στην εξομολόγηση…!

Από το βιβλίο «Σάββας ο πνευματικός» – Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού π. Δανιήλ Γούβαλη