ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗΣ: Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΓΓΕΛΟΣ

«..ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.» (Ματθ κδ-24)

Στην εκδοτική σειρά σύγχρονες αγιορείτικες μορφές, της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, υπάρχει και το βιβλίο Σάββας ο πνευματικός, που είναι το έκτο αυτής της σειράς.
Ο συγγραφεύς του βιβλίου Αρχιμανδρίτης Χερουβείμ, κτήτωρ της Ιεράς Mονής Παρακλήτου, όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 εμόναζε στο Άγιο Όρος σε νεαρή ηλικία, άκουε πολλά θαυμαστά για τον παπά Σάββα τον πνευματικό που ασκήτευε μέχρι το 1908, έτος της κοιμήσεως του, στη σκήτη της μικράς Αγίας Άννης.
Είχε έντονη επιθυμία να συγγράψει το βίο του πράγμα που πραγματοποιήθηκε το 1972. O παπά Σάββας ήταν εκπληκτικός στην διάκριση πνευμάτων, όσο δυσδιάκριτη και εάν ήταν η πλάνη την οσφραινόταν, αυτό διαφαίνεται στην μελέτη του βιβλίου που αναφέραμε.
Μέσα στις σελίδες του περισώθηκαν κάποια γεγονότα πολύ σημαντικά, εμείς σήμερα θα δούμε ένα συγκλονιστικό περιστατικό που τιτλοφορείτε «Ο Άγγελος που δεν ήταν Άγγελος» πριν το παρουσιάσουμε αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε τον μακαριστό συγγραφέα του βιβλίου που μας το διέσωσε.
Πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να ανοίξει τα μάτια κάποιων αδελφών που παραπλανήθηκαν από εκείνον που ενώ είναι άγριος λύκος, τα καταφέρνει να εμφανίζεται σαν αρνί, λοιπόν, διαβάζουμε…
Στους τόσους που εξομολογούσε ο πάπα-Σάββας ήταν και ένας Ρουμάνος διάκονος. Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι και πολύ μακριά από την Μικρά Αγία Άννα.

-Πνευματικέ μου, του λέει μία ημέρα ο διάκονος αυτός περίλυπα, σε παρακαλώ, μη ξεχάσεις να μνημόνευσης αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της.

Τα λόγια αυτά χτύπησαν στην ακοή του πάπα-Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου. Ο διακριτικός γέροντας ταράχτηκε. Εδώ, σκέφθηκε, κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός. Ο πανούργος! Με πόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού!
Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνία του, επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.

-Για πες μου, παιδί μου, καθαρότερα την υπόθεση. Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της. Δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πώς εσύ σε δύο ημέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;

Μεσολάβησε λίγη σιγή.
-Πώς; Πώς το έμαθα; άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε …..
-Ποιος σου το είπε;
-Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
-Ο φύλακας άγγελός σου; Έχεις ιδεί τον άγγελό σου;
-Αξιώθηκα να τον ιδώ. Δεν είναι μία και δύο φορές. Είναι τώρα δύο χρόνια. Μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις …;

Εκείνο το «δύο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπά-Σάββα. Δύο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο.
Να αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δύο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφής σου, είναι θλιβερό.

-Και γιατί, παιδί μου, τόσο καιρό, δεν μου ανέφερες τίποτε;
-Μου είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.

Ο παπά-Σάββας καταλάβαινε πως έχει να δώσει μεγάλη μάχη. Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο ότι δεν πρόκειται για άγγελο. Να έτοιμασθη έπειτα να αντιμετώπιση την οργή του δαίμονος. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε μυστικά με θέρμη.

-Παιδί μου, είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;
-Βέβαιος; Βεβαιώτατος, γέροντά μου! Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες, συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο …; Ο φύλακας άγγελος μου είναι.

Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε επιφυλακτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι, έλεγε, πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύει στην προσευχή; Αυτός πολεμεί τους προσευχομένους.
Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες. Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».

-Ζήτησέ του, του είπε ο παπά-Σάββας, μόλις ξανάρθει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε». Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του σταυρού.

Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση ανήγγειλε στον πνευματικό.

-Γέροντα μου, τα πράγματα έχουν όπως σου τα είπα. Είναι άγγελος του Θεού. Είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.

Ο παπά-Σάββας καλά το είχε αντιληφθεί. Δύο ετών δουλειά από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε να αχρηστευθεί εύκολα. Αν όμως αυτός ξέρη πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φως της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.
Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του Πνευματικού. Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο:

-Άκου εδώ, παιδί μου. Πρόσεξε σε μία τελευταία δοκιμασία. Μ΄ αυτήν θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Στους αγγέλους του Θεού υπάρχει η δυνατότης όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός. Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρομοία δυνατότης και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά. Συμφωνείς;
-Συμφωνώ.
-Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τί θα κάνουμε. Εγώ, την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή, κάτι θα σκεφθώ -σκέφθηκε κάτι εις βάρος του διαβόλου- και το αφήνω κρυπτό και αψηλάφητο μέσα μου. Εσύ το βράδυ να ζήτησης από τον άγγελο να σου το πει. Αν το βρει, τότε χωρίς αμφιβολία είναι του Θεού. Και να ‘ρθεις να με ενημέρωσης.

Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβη του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση. Από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεσις θα περνούσε τώρα στην κρίσιμη φάση της.
Μόλις ζητήθηκε, την νύχτα, από τον άγγελο η λύσις του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπό του. Φάνηκε να σαστίζει.

-Μα, αγαπητέ μου πάτερ. Γιατί εσύ, ανώτερος άνθρωπος, να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός θνητού; Αυτό είναι κατάντημα. Φτωχές επιθυμίες. Δεν προτιμάς να πάμε να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου;

Ο διάκονος, που άρχισε κάτι να υποψιάζεται, επέμενε στο θέμα τους.
-Κάνω υπακοή στον πνευματικό. Να μου πεις τι σκέφθηκε.

Ο άγγελος με μερικούς επιδέξιους ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση. Ο διάκονος όμως με επιμονή τον επανέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.

-Να μου πεις τι σκέφθηκε ο πνευματικός. Το θέμα είναι απλό. Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;
-Πρόσεχε, διάκο. Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσης την εύνοιά μου.
-Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι, επί τέλους, τι σκέφθηκε ο πνευματικός;

Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε, μερικά άγρια δόντια έτριξαν, και σαν από στόμα λυσσασμένου θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:
-Να χαθείς, άθλιε. Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση, στην φωτιά! Θα σε κάψουμε! Θα σε καταστρέψουμε!

Και ο διάκονος έμεινε μόνος του. Μόνος του και σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών, δύο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πικρία. Αν δεν τον εστήριζαν από μακριά οι προσευχές του πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι΄ αυτόν, θα’ χε παραδώσει το πνεύμα του.
Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ΄ όλη του την διαδρομή βούιζε στ΄ αυτιά του η απειλή: «Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση»! Ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφθασε όπως έφθασε ως την καλύβη της Αναστάσεως. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή. Και την ώρα που έπρεπε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος!

Μη φοβάσαι, παιδί μου. Ηρέμησε.
-Πώς να μη φοβηθώ, πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα. Ω! Πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουν. Χριστέ μου, σώσε με!

Και πράγματι. Την καθορισμένη ώρα δέχθηκε βιαία επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τί κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές!
-Σώσε με, πνευματικέ μου! Χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με!

Γονατίζει ο πάπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο Του και να επιτιμήση τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέησίς του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από «στόματος λέοντος».
Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία. Τραγωδία πολύ διδακτική. Αλήθεια, τί κίνδυνοι κρύβονται πίσω από τις οπτασίες και τα οράματα! Τι μπορεί να χτίση ο εχθρός, όταν δεν ξεδιπλώνουμε πλήρως τον εσωτερικό μας κόσμο στην εξομολόγηση…!

Από το βιβλίο «Σάββας ο πνευματικός» – Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού π. Δανιήλ Γούβαλη

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΩΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΘΕ- ΤΗΝ "ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ" ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΛΕΝΕ ΜΟΝΟ ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ Ή ΟΛΟΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ;


Αδιαλείπτως προσεύχεσθε! Την ευχή του Ιησού πρέπει να την λένε μόνο οι μοναχοί ή όλοι οι χριστιανοί;

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είχε ένα φίλο αγαπημένο που ονομαζόταν Ιώβ, ο οποίος ήταν άνθρωπος πολύ απλός και πολύ ενάρετος. Μ’ αυτόν κάποια φορά συνομιλούσε και του ανέφερε σχετικά με την αδιάλειπτη προσευχή, πως κάθε άνθρωπος πρέπει να αγωνίζεται στο θέμα της προσευχής, ώστε να φθάσει να προσεύχεται ακατάπαυστα. Όπως το παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος σε όλους τους Χριστιανούς: «Αδιαλείπτως να προσεύχεσθε».

Καθώς λοιπόν, τα έλεγε αυτά ο άγιος Γρηγόρης ο Παλαμάς στο φίλο του τον Ιώβ, του υπογράμμιζε ότι όχι μόνο πρέπει να φροντίζουμε να προσευχόμαστε εμείς αδιάλειπτα, αλλά να παρακινούμε και όλους τους άλλους, μοναχούς και λαϊκούς, σοφούς και αμόρφωτους, γυναίκες και παιδιά, να προσεύχονται κι αυτοί ακατάπαυστα.

Τα άκουσε αυτά ο Γέροντας Ιώβ και τα θεώρησε υπερβολικά και νεωτεριστικά, γι’ αυτό άρχισε να αντιλέγει προς τον άγιο Γρηγόριο και να του λέει πως η αδιάλειπτη προσευχή είναι μόνο για τους ασκητές και τους μοναχούς, που είναι έξω από το κόσμο και τους περισπασμούς, και όχι για τους κοσμικούς που μπλέκονται σε τόσες μέριμνες και έχουν τόσες δουλειές. Αλλά ο άγιος Γρηγόριος του έφερνε και άλλες μαρτυρίες και αποδείξεις, όμως ο Γέροντας Ιώβ δεν πειθόταν και ο σοφός άγιος Γρηγόριος, για αποφύγει τη φιλονικία και την πολυλογία, υποχώρησε και σιώπησε και έτσι πήγε ο καθένας στο κελλί του.

Ενώ όμως προσευχόταν ο Γέροντας Ιώβ, φανερώθηκε μπροστά του Άγγελος Κυρίου, σταλμένος από το Θεό «που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έλθουν σε επίγνωση της αλήθειας». Ο Άγγελος τον έλεγξε αυστηρά που φιλονικούσε με τον άγιο Γρηγόριο και του έφερνε αντιρρήσεις σε θέματα τόσο ξεκάθαρα και φανερά, από τα οποία εξαρτάται η σωτηρία των Χριστιανών, και του παρήγγειλε ότι το θέλημα του Θεού είναι να προσέχει πολύ στο εξής και να μην πει τίποτε αντίθετο για το θέμα αυτό της προσευχής στον άγιο Γρηγόριο, γιατί μ’ αυτή του τη στάση αντιστέκεται στο θέλημα του Θεού. Αλλά ούτε στο νου του να κρατήσει τέτοιο λογισμό και να σκέπτεται διαφορετικά απ’ ό,τι του εξήγησε ο άγιος. Τότε ο απλός εκείνος Γέροντας πήγε αμέσως στον άγιο Γρηγόριο και έπεσε στα πόδια του, ζητώντας του συγχώρηση, για την αντίσταση και φιλονικία του, και του έκανε γνωστά όσα του είπε ο Άγγελος του Κυρίου.

Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΠΛΑΝΗΣ

Τά παρακάτω δύο περιστατικά πλάνης (γιά τόν Μαλπά καί τόν Ἀσινά) τάἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Γιά τόν Μαλπά μάλιστα σημειώνει ὅτι κατήντησε νά γίνει αἱρεσιάρχης τῶν Εὐχιτῶν.
Πρόκειται γιά τήν αἵρεση τῶν Μεσσαλιανῶν ἤ Εὐχιτῶν, πού ἀναπτύχθηκε μέν τόν Δ´ μ.Χ. αἰώνα, ἐξακολούθησε ὅμως νά ὑπάρχει γιά πολλούς αἰῶνες. Μερικές ἀπό τίς τάσεις της θά ἐπανεμφανισθοῦν πολύ ἀργότερα στούς Βογόμιλους τῆς Βουλγαρίας.
Οἱ Μεσσαλιανοί κήρυτταν ἕναν μυστικιστικό ὑλισμό.
Πίστευαν ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀντιληπτή μέ τούς σωματικούςὀφθαλμούς, ὅτι ὁ Θεός προκειμένου νά ἀποκαλυφθεῖ αἰσθητά παίρνει διάφορες μορφές καί σχήματα καί ὅτι μόνο οἱ αἰσθητές ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦδίνουν τήν τελειότητα σ’ ἕναν χριστιανό.
Ὅσοι ἐλευθερώνονταν, ὅπως ἔλεγαν, ἀπό τόν διάβολο χάρη σέ μιάἀποκάλυψη, εἶχαν τό δικαίωμα νά μήν τηροῦν τήν ἠθική τοῦ εὐαγγελίου οὔτε νά ὑποτάσσονται στούς ἐκκλησιαστικούς κανόνες (νηστεία κ.λπ.).
Εἶναι φανερό ὅτι ἡ αἵρεση αὐτή ἐπιζεῖ μέχρι καί σήμερα, ἄν λάβουμε ὑπόψη τήν ταύτιση σχεδόν τῆς διδασκαλίας καί τῆς ζωῆς τῶν Μεσσαλιανῶν μέ σύγχρονους ψευδοοραματιστές καί ὁραματίστριες, πού πολλά περιστατικά δέν μαρτυροῦν γιά τήν ἠθική καί πειθαρχημένη ζωή τους.
Ἄς παρακολουθήσουμε ὅμως τό περιστατικό μέ τόν Μαλπά καί στή συνέχεια μέ τόν Ἀσινά, ὅπως τά ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος.

 Ὁ Μαλπάς
Πράγματι κάποιος Μαλπᾶς, προερχόμενος ἀπό τήν Ἔδεσσα, ἐπενόησε τόν παλαιόν καιρό τήν αἵρεσι τῶν Εὐχιτῶν, ζώντας μέ μεγάλη ἄσκησι καίὑπομένοντας βαριά ἔργα καί θλίψεις.
Λέγεται ὅτι ἦταν μαθητής τοῦ μακαρίου Ἰουλιανοῦ, τοῦ ἀποκαλουμένου Σαβᾶ, μέ τόν ὁποῖο κάποτε μετέβηκε στό ὄρος Σινᾶ καί στήν Αἴγυπτο καί εἶδε τούς μεγάλους πατέρες πού διέπρεπαν ἐκεῖνον τόν καιρό· εἶδε ἐπίσης τόν μακάριο Ἀντώνιο καί ἄκουσε ἀπ’ αὐτόν μυστικούς λόγους, τούς ὁποίους ἔλεγε περί καθαρότητος καί σωτηρίας ψυχῶν καί ἄκουσε λεπτές ἀναλύσεις περί τῶν παθῶν, διά τῶν ὁποίων ἑρμήνευε, ὅτι ὁ νοῦς μετά τήν κάθαρσί τουἀπολαμβάνει θεωρίες τοῦ πνεύματος καί ὅτι ἡ ψυχή μπορεῖ διά τῆς χάριτος νά ἀξιωθῆ τῆς ἀπαθείας, ὅταν μέ τήν ἐκτέλεσι τῶν ἐντολῶν ἐκδυθῆτά παλαιά πάθη καί ἐπανέλθη στήν πρώτη ὑγεία τῆς φύσεώς της.
Ὅταν λοιπόν ἄκουσε τούς λόγους τούτους ὁ Μαλπᾶς κατά τήν ἀκμή τῆς νεότητός του, ἐθερμάνθηκε σάν φωτιά καί ἦλθε στήν πόλι του, ὅτανἐπυρώθηκε μέσα του τό πάθος τῆς φιλοδοξίας· ἐδιάλεξε ἕνα κατάλυμαἀναχωρητικό καί ἐπιδόθηκε σέ ἔργα, σκληρές θλίψεις καί ἀδιάλειπτες προσευχές.
Ὅταν ἄναψε μέσα του τό πάθος τῆς δοξομανίας, πού συνίστατο στήν ἐπιθυμία καί ἐλπίδα του νά φθάση στά ὑψηλά πού ἄκουσε, ἐνῶ δένἐγνώριζε τήν τέχνη τῆς ἐναντιώσεως στούς ἐχθρούς τῆς ἀληθείας καί δέν καταλάβαινε τίς ἐνέδρες καί τούς δόλους καί τίς μηχανές μέ τίς ὁποῖες ὁἈντίπαλος παρασύρει τούς ἰσχυρούς καί δυνατούς στήν ἀπώλεια, ἐστήριξε τήν ἐλπίδα του στά ἔργα, τίς θλίψεις, τήν ἀκτημοσύνη, τήν ἄσκησι καί τήνἐγκράτεια, χωρίς νά ἀποκτήση τήν αὐτοεξουθένωσι καί τήν ταπείνωσι καί τήν συντριβή τῆς καρδιᾶς (πράγματα πού εἶναι ἀήττητο ὅπλο πρός τίς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ), χωρίς νά μνημονεύση τήν Γραφή πού λέγει, ὅταν ἐκτελέσετε τάἔργα καί φυλάξετε τίς ἐντολές καί ὑπομείνετε τίς θλίψεις, νά θεωρήσετε τούςἑαυτούς σας «ἀχρείους δούλους », ἀλλά μέ τήν ὑπερβολική του ὑπεροψία, πού προερχόταν ἀπό τά ἔργα τῆς ἀσκήσεώς του, εὑρισκόταν σέ πύρωσι καί φλογισμό ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν ὑψηλῶν χαρισμάτων πού ἄκουσε.
Κι ἔπειτα ἀπό πολύν καιρό, ὅταν ὁ Διάβολος τόν εἶδε ἀδειανόν ἀπό τήνἐργασία τῆς ταπεινώσεως καί νά ἐπιθυμῆ μόνο νά αἰσθανθῆ τήν θεωρία τῶν μυστηρίων πού ἄκουσε, παρουσιάσθηκε σ’ αὐτόν μέ ἄπειρο φῶς καί λέγοντάς του·
«Ἐγώ εἶμαι ὁ Παράκλητος κι ἐστάλθηκα ἀπό τόν Πατέρα σ’ ἐσένα, γιά νά σέ ἀξιώσω νά ἰδῆς τήν θεωρία πού ἐπιθυμεῖς μέ βάσι τά ἔργα σου καί νά σοῦ δώσω τήν ἀπάθεια καί νά σοῦ προσφέρω ἄνεση στό ἑξῆς».
Ἀντί αὐτῶν ὁ κακομήχανος ἐζήτησε ἀπ’ ἐκεῖνον τόν ταλαίπωρο νά τόν προσκυνήση. Κι ἐκεῖνος ὁ μωρός, ἐπειδή δέν ἀντιλήφθηκε τήν ἐπίθεσι τοῦπονηροῦ, τό ἐδέχθηκε ἀμέσως μέ χαρά, τόν προσκύνησε, καίἀμέσως ὑποτάχθηκε σ’ αὐτόν.
Τότε ἀντί τῆς θεωρίας τόν ἐγέμισε μέ φαντασία δαιμονική καί τόν ἔκαμε νά διακόψη τίς πράξεις ὑπέρ τῆς ἀληθείας, τόν ἐξύψωσε καί τόν ἐχλεύασε μέ τήν μάταια ἐλπίδα τῆς ἀπαθείας, λέγοντάς του·
«Τώρα δέν χρειάζεσαι τίς ἀσκήσεις, τά κτυπήματα τοῦ σώματος καί τόνἀγῶνα πρός τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες», καί τόν κατέστησε αἱρεσιάρχη τῶν Εὐχιτῶν. Ὅταν ὅλα αὐτά ἐκπληρώθηκαν κι ἐφανερώθηκε ἡ βέβηλη καί νοθευμένη διδαχή του, καταδιώχθηκαν ἀπό τόν ἐπίσκοπο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.

Ὁ Ἀσινάς
Κάποιος ἄλλος ἐπίσης, λεγόμενος Ἀσινᾶς, ἀφοῦ συνέταξε πολλά τρίστιχα τροπάρια ψαλλόμενα ἕως σήμερα, διέμενε στήν ἴδια πόλι τῆς Ἔδεσσας μέ λαμπρή διαγωγή καί ἐπιδόθηκε σέ πολύ σκληρά ἔργα ἀδιακρίτως, ἕως πού νά δοξασθῆ.
Τοῦτον τόν ἐπλάνευσε ὁ Διάβολος, τόν ἔβγαλε ἀπό τό κελλί του, τόν ἔστησεἐπάνω στό ὄρος τό ὀνομαζόμενο Στόμιο, διαμόρφωσε καί τοῦ ἔδειξε σχήματα τῶν ἁρμάτων καί τῶν ἱππέων, καί τοῦ εἶπε·
«Ὁ Θεός μέ ἔστειλε νά σέ παραλάβω στόν παράδεισο κατά τό παράδειγμα τοῦ Ἠλία».
Καί ἐπειδή μέ τήν νηπιοφροσύνη του ἐξαπατήθηκε, ἀνέβηκε γιά νά καθίση στό ἅρμα· ἀλλά τότε διαλύθηκε ὅλη ἐκείνη ἡ φαντασίωσις, καταρρίφθηκε ἀπό μεγάλο ὕψος κι ἔπεσε ἀπό ἐκεῖ στή γῆ, ὅπου ἀπέθανε μέ θάνατο ἄξιον γιά γέλια.

(᾿Από τό βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ περί ὀνείρων καί ὁραμάτων», ἔκδ. ἹεροῦΚοινοβίου Ὁσίου Νικοδήμου, Γ´ἔκδοση, σελ. 100-103). 

Ἀντιγραφή γιὰ τὸ  «σπιτὰκι τῆς  Μέλιας»
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΦΙΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ΄ΠΕΝΤΑΛΟΦΟΥ
ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ
ΕΤΟΣ 14ο – ΤΕΥΧΟΣ 81- ΙΟΥΛΙΟΣ- ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 
Εἰκόνα ἀπὸ: nastol

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

ΜΙΑ ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Κάποιος αββάς που ασκήτευε και είχε παρρησία στο Θεό, τον παρακαλούσε με δάκρυα να του φανερώσει τον τρόπο που ο Θεός κρίνει και αποφασίζει σε κάποιες περιπτώσεις και που οι άνθρωποι δεν τον κατανοούν, αλλά νομίζουν ότι πρόκειται για παράξενα πράγματα. Ο Θεός όμως για πολύ καιρό δεν ήθελε να του φανερώσει τίποτα, επειδή ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να γνωρίσει και να καταλάβει τα μυστήρια του Θεού. Ο ασκητής πάλι δεν έπαυε νύχτα και μέρα να κάνει τη σχετική δέηση. Μια μέρα λοιπόν ο Θεός, θέλοντας να τον πληροφορήσει, έβαλε στην καρδιά του τον λογισμό να πάει να δει ένα γέροντα ασκητή, που βρισκόταν σε άλλο τόπο, όπου για να φτάσει κανείς έπρεπε να περπατήσει πολλές μέρες.

Σαν άρχισε την πορεία ο ασκητής, έστειλε ο Θεός στον δρόμο του έναν άγγελο με μορφή νέου καλογήρου, που τον χαιρέτησε με το «ευλόγησον πάτερ». Ο γέρων ασκητής αποκρίθηκε: «ο Θεός να σε συγχωρέσει, τέκνον μου». Τότε ο άγγελος ρώτησε τον γέροντα: «που πηγαίνεις, αββά;» και ο γέρων απάντησε: «πηγαίνω στον τάδε ασκητή να τον δω». Κι ο άγγελος είπε: «κι εγώ εκεί πηγαίνω και ας προχωρήσουμε μαζί».

Αφού περπάτησαν οι δυό τους την πρώτη μέρα, έφθασαν το βράδυ σ΄ένα χωριό και κατέλυσαν στο σπίτι ενός ευλαβούς και φιλόξενου ανθρώπου, που τους φιλοξένησε. Μάλιστα έφερε στην τράπεζα έναν ασημένιο δίσκο. Την ώρα που επρόκειτο να αναχωρήσουν, πήρε ο άγγελος τον δίσκο κρυφά, τον πέταξε στον αέρα και ο δίσκος χάθηκε. Ο γέρων σαν το είδε αυτό λυπήθηκε, όμως δεν είπε τίποτα.

Την δεύτερη μέρα έφθασαν σε ένα άλλο χωριό, όπου τους περιποιήθηκε φιλόξενα ένας ευλαβής χριστιανός. Αυτός είχε ένα μονάκριβο γιό και τον έφερε να τον ευλογήσουν και να του δώσουν την ευχή τους. Ο άγγελος όμως την ώρα που επρόκειτο να φύγει μαζί με τον ασκητή, έπιασε το παιδί από το λαιμό και το έπνιξε. Μπροστά σ΄αυτό το θέαμα ο γέρων δοκίμασε μεγάλη έκπληξη και τρόμαξε, αλλά και πάλι δεν μίλησε.

Αφού περπάτησαν και την Τρίτη μέρα, έφθασαν σ΄ένα άλλο μέρος, αλλά επειδή δεν βρήκαν κανένα να τους υποδεχθεί κάθισαν σε μια αυλή που είχε έναν τοίχο έτοιμο να πέσει. Ο άγγελος σηκώθηκε, ανασκουμπώθηκε, τον γκρέμισε και τον ξαναέκτισε αμέσως από τα θεμέλια.

Αντικρύζοντας κι αυτό το τελευταίο ο γέροντας δεν μπόρεσε πλέον να σιωπήσει, αλλά άρχισε να του λέει: σε εξορκίζω στο όνομα του Θεού του Υψίστου να μου πεις την αλήθεια. Τι είναι αυτά που έκανες; Άγγελος είσαι ή δαίμονας; Αυτά που έκανες δεν είναι έργα ανθρώπου. Κι όταν ο άγγελος ρώτησε «τι έκανα;», ο γέροντας είπε: «χθες και προχθές που μας δέχθηκαν εκείνοι οι φιλόχριστοι άνθρωποι και μας φιλοξένησαν, εσύ του μεν ενός πήρες τον ασημένιο δίσκο και τον πέταξες στον αέρα και εξαφανίσθηκε, του Δε άλλου έπνιξες τον γιο. Και εδώ που ήρθαμε δεν μας πρόσφεραν καμμιά περιποίηση ή φιλοξενία, καταπιάστηκες με το κτίσιμο και τους ευεργετείς».

Τότε του αποκρίθηκε ο άγγελος: «άκουσε αββά, κι εγώ θα σου φανερώσω την αλήθεια των πραγμάτων. Ο πρώτος που μας δέχθηκε είναι άνθρωπος θεοφιλής και δίκαιος και διοικεί τα υπάρχοντά του κατά τις εντολές του Θεού. Εκείνος όμως ο ασημένιος δίσκος προέρχονταν από άδικη κληρονομιά και για να μην χάσει κοντά σ΄αυτόν και τον μισθό από τα καλά του έργα, με πρόσταξε ο Θεός να τον εξαφανίσω, ώστε να είναι η φιλοξενία του καθαρή και απαλλαγμένη από ανομία. Ο άλλος πάλι που μας φιλοξένησε, είναι ευλαβής και ενάρετος άνθρωπος και αν ζούσε ο γιος του, επρόκειτο να γίνει όργανο του σατανά και να διαπράξει πολλά κακά που θα έκαναν να λησμονηθούν τα καλά έργα του πατέρα του. Γι΄αυτό όρισε ο Θεός να πεθάνει κι εκείνος έτσι μικρός, για να σωθεί και η δική του ψυχή και του πατέρα του».

Τότε ο γέροντας είπε: «όλα αυτά τα έκανες καλά, τι έχεις όμως να πεις για την τελευταία περίπτωση;» και ο άγγελος απάντησε: « μάθε, πάτερ, και γι΄αυτό, ότι ο νοικοκύρης αυτής της αυλής είναι κακός και άδικος και θέλει να βλάψει πολλούς, αλλά δεν το μπορεί εξαιτίας της φτώχιας του. Ο παππούς του όταν έκτιζε αυτόν τον τοίχο, έκρυψε μέσα σ΄αυτόν χρήματα πολλά, κι αν τον είχα αφήσει να πέσει, ο κακότροπος αυτός ιδιοκτήτης, θέλοντας να τον κτίσει, θα εύρισκε μέσα στα κατεδαφισμένα υλικά αυτά τα χρήματα και θα τα χρησιμοποιούσε για να κάνει το κακό που ήθελε. Γι αυτό με πρόσταξε ο Θεός να στερεώσω τον τοίχο, για να μη βρει τα χρήματα ο κακός αυτός άνθρωπος, που επρόκειτο να τα χρησιμοποιήσει στις κακές του επιθυμίες και να βλάψει τους ανθρώπους. Και ξέρει ο Θεός πότε θα τον φανερώσει, σε άνθρωπο που πρέπει και θα τον χρησιμοποιήσει σε καλά έργα.

Είδες, λοιπόν πως κρίνει ο Θεός σε κάποιες περιπτώσεις, όπως ζητούσες να μάθεις. Γι αυτό πήγαινε στο κελί σου και μη σε μέλει για τα πράγματα του κόσμου, πως και γιατί γίνονται. Διότι τα κρίματα του Θεού είναι απροσμέτρητη άβυσσος, όπως είπε ο προφήτης, και οι ενέργειές Του ανεξιχνίαστες και ακατανόητες και δεν μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίζει τα πάντα με ακρίβεια. Πίστευε λοιπόν, πάτερ, ότι ο Θεός είναι δίκαιος και δεν κάνει καμμία αδικία. Όσα επιτρέπει να γίνονται, όλα δικαίως γίνονται.

Όταν άκουσε αυτά από τον άγγελο ο ασκητής, δόξασε τον Θεό και, αφού αποσύρθηκε στο κελλί του, στο εξής δεν εξέταζε τίποτα.
Από το περιοδικό Θεοδρομία

Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

ΓΕΡΩΝ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΔΥΟ ΦΙΛΟΝΙΚΟΥΣΑΝ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΜΗΜΑ ΓΗΣ!

Δυο φιλονικοῦσαν γιά ἕνα τμῆμα γῆς καί πῆγαν σέ ἕναν σοφό Γέροντα νά τούς λύσει τή διαφορά.
Κι ὁ Γέροντας τούς πῆρε καί πῆγαν στό ἀμφισβητούμενο τμῆμα. Κι ὁ ἕνας ἔλεγε:
-Αὐτό εἶναι δικό μου.
Ὁ ἄλλος:
-Δικό μου.
Ὁ Γέροντας γονάτισε στή γῆ. Κι ὅταν σηκώθηκε τούς λέει:
-Ρώτησα τή γῆ.
Καί τοῦ λένε αὐτοί:
-Τί σοῦ εἶπε;
Καί τούς λέει:
-Μοῦ εἶπε ὅτι ἐσεῖς ἀνήκετε σ’ αὐτήν κι ὄχι αὐτή σέ σᾶς.

Γέρων Γαβριήλ- Μοναχός στό Ἱερό Κουτλουμουσιανό κελλί Ὁσίου Χριστοδούλου-Καρυές Ἁγίου Ὄρους

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΕΝΑΣ ΑΓΡΙΟΣ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ ΠΗΓΕ ΣΤΟΝ ΑΒΒΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΡΩΤΗΣΕ ΕΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΗ!


Ένας άγριος πολεμιστής πήγε στον αββά Μακάριο και τον ρώτησε : '' Υπάρχει στ`αλήθεια  παράδεισος και κόλαση ; ''
'' Ποιος ρωτάει ; '' είπε ο αββάς Μακάριος.
'' Ένας γενναίος πολεμιστής ! ''  απάντησε με τόνο περήφανο αυτός . 
'' Γενναίος πολεμιστής , εσύ ; '' είπε ο αββάς κοιτώντας τον περιφρονητικά . '' Ποιος άρχοντας θα σε δεχόταν στο στρατό του ; Η φάτσα σου σε δείχνει για ζητιάνο ! '' Ο άγριος πολεμιστής θυμωμένος έκανε να σύρει το ξίφος του. 
'' Α! Έχεις και σπαθί ! '' συνέχισε ο αββάς . '' Φαίνεται τόσο σκουριασμένο , θα με γρατσουνίσει άραγε ; Ο άγριος πολεμιστής έβγαλε το ξίφος από τη θήκη.
'' Εδώ ανοίγουν οι πύλες της κολάσεως'' , είπε ο αββάς  Μακάριος ατάραχος. Ακούγοντας αυτά τα λόγια και βλέποντας την ηρεμία του αββά , ο άγριος πολεμιστής ξανάβαλε το ξίφος στη θήκη του και γονάτισε συντετριμμένος και μετανοημένος.
'' Εδώ ανοίγουν οι πύλες του Παραδείσου ! '' , είπε ο αββάς  Μακάριος.

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ: ΟΤΑΝ ΖΕΙΣ ΕΝΑΡΕΤΑ, ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ!

Του Αγίου Ισαάκ του Σύρου 

«Γνώριζε ότι χωρίς πειρασμούς ευρίσκεσαι μακριά από το δρόμο του Θεού και ότι δεν περπατάς στα ίχνη των αγίων. Όταν ζεῖς ἐνάρετα, περίμενε πειρασμούς. Ὅποιος δὲν πιστεύει στὸ Θεό, φοβεῖται καὶ τὴ σκιὰ του ἀκόμη.

Ὅποιος ἔχει τὸν ἔπαινο τῆς συνειδήσεως, ἔχει τὴν ἐπιθυμία τοῦ θανάτου!... Οἱ πειρασμοὶ μᾶς χαλιβδώνουν στὴν ἀρετή. Ἀλλιῶς οἱ ἀρετὲς εἶναι ἀδόκιμες καὶ ψεύτικες. Οἱ πειρασμοὶ ὁδηγοῦν στὴν ἀπόκτηση τῆς σοφίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Πίστη στὸ Θεὸ ὁδηγεῖ στὴν περιφρόνηση τῶν πειρασμῶν».

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ: ΕΑΝ ΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΚΟΥΣΘΕΙΣ!

Του Αγίου Ισαάκ του Σύρου 

Eίπε Γέρων:
Εάν ζητήσεις κάτι από το Θεό, και δεν εισακουσθείς γρήγορα, μη λυπάσαι γιατί εσύ δεν είσαι πιο σοφός από το Θεό.
Αυτό το κάνει ο Θεός από μακροθυμία: ή δηλαδή γιατί είσαι ανάξιος να δεχθείς την εκπλήρωση του αιτήματος σου, και άρα θα ζημιωθείς αν το λάβεις, ή γιατί η κατάσταση και η πορεία της καρδιάς σου δεν είναι ανάλογη με τα αιτήματα σου, η γιατί δεν έφθασες ακόμη σε τέτοια πνευματικά μέτρα, ώστε να μπορείς να δεχθείς το χάρισμα πού ζητάς.
Διότι δεν πρέπει να επιβάλλουμε στον εαυτό μας να δέχεται πράγματα που ακόμη δεν αντέχουν τα μέτρα μας, για να μην αχρηστευθεί αυτό πού θα μας χαρίσει ο Θεός, με το να το λάβουμε γρήγορα.

Διότι ότι λαμβάνουμε εύκολα, γρήγορα το χάνουμε ενώ ένα πράγμα που το αποκτάμε με καρδιακό πόνο, το φυλάγουμε σαν θησαυρό, με μεγάλη προσοχή…

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

ΕΙΠΕ ΓΕΡΩΝ: ΔΙΩΞΕ ΤΟΝ ΕΓΩΪΣΜΟ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ ΤΗΝ ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!


Διώξε τον εγωϊσμό από μέσα σου και θα δεις την χαρά του Θεού

-      Γέροντα είμαι στενοχωρημένος. Τα έχω όλα, αλλά κάτι μου λείπει.

-      Δεν έχεις αγάπη μέσα σου. Πως περιμένεις να κατοικήσει μέσα σου ο Θεός, όταν ο χώρος της καρδιάς σου είναι στενός για εκείνους που σε νοιάζονται; Στενότις του χώρου της καρδιάς λέγεται στεναχώρια. Διώξε τον εγωϊσμό από μέσα σου και θα δεις την χαρά του Θεού.

ΕΙΠΕ ΓΕΡΩΝ: ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΔΗΛΩΝΕΙ ΑΘΕΟΣ ΚΑΙ ΒΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΘΕΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΜΑΧΟΣ!

Είπε γέρων: Ο πραγματικός άθεος παιδί μου, δεν ασχολείται με κάτι που δεν πιστεύει. Εκείνος όμως που δηλώνει άθεος και βρίζει τον Θεό, δεν είναι άθεος... Είναι Θεομάχος.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΖΗΤΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΓΙΑ ΑΠΛΑ ΕΡΓΑ, ΑΛΛΑ ΑΠΛΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΓΙΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΡΓΑ!

Γεροντικό: Ο Θεός δεν ζητά εξαιρετικούς ανθρώπους για απλό έργο, αλλά απλούς ανθρώπους για εξαιρετικό έργο.

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

ΤΟ ΚΑΤΟΠΤΡΟ ΤΗΣ ΤΑΡΑΧΩΔΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΜΑΣ

Διηγήθηκε κάποιος ότι τρεις φιλόπονοι άνθρωποι, φίλοι μεταξύ τους, έγιναν μοναχοί.

Ο πρώτος διάλεξε σαν έργο του να ειρηνεύει τους ανθρώπους, που είχαν εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους, σύμφωνα με τον Ευαγγελικό λόγο: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί». Ο δεύτερος να επισκέπτεται τους αρρώστους και ο τρίτος έφυγε για να ησυχάσει στην έρημο.

Ο πρώτος λοιπόν, αν και κόπιασε για να σταματήσει τις διαμάχες των ανθρώπων, δεν μπόρεσε να τους θεραπεύσει όλους και, επειδή έπεσε σε ακηδία, πήγε σ’ αυτόν που υπηρετούσε τους αρρώστους και τον βρήκε κι αυτόν να παραμελεί το έργο του, καθώς δεν επαρκούσε να εφαρμόσει πλήρως την εντολή. Συμφώνησαν λοιπόν και οι δύο και πήγαν να δουν τον ερημίτη.

Του εξέθεσαν τη θλίψη τους και τον παρακάλεσαν να τους πει τι κατόρθωσε αυτός. Εκείνος, αφού έμεινε αμίλητος για λίγο, έριξε κατόπιν νερό στη λεκάνη και τους λέει: «Προσέξτε το νερό». Ήταν βέβαια ταραγμένο.

Μετά από λίγο τους λέει πάλι: «Προσέξτε και τώρα πώς έγινε το νερό». Και μόλις πρόσεξαν το νερό, βλέπουν σαν σε καθρέπτη τα πρόσωπά τους. Τους λέει λοιπόν τότε:
«Έτσι είναι κι αυτός που ζει ανάμεσα σε ανθρώπους. Εξαιτίας της ταραχής δεν βλέπει τα σφάλματά του. Όταν όμως ησυχάσει και προπαντός στην έρημο, τότε βλέπει τα ελαττώματα του εαυτού του».

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΠΑΝΟΠΛΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ!

Η Αγία Γραφή πανοπλία της ψυχής μας 

Είδα κάποτε τον διάβολο, έξω από το κελί του μαθητού μου, έλεγε ένας διορατικός Γέρων, να παραμονεύει. Έριξα τότε μια ματιά μέσα να δω τι έκανε εκείνος. Είχε ανοικτή εμπρός του την Αγία Γραφή και ήταν βυθισμένος στη μελέτη. Μόλις τελείωσε το διάβασμα και έκλεισε το βιβλίο, όρμησε μέσα ο διάβολος να τον πειράξει.  

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

ΜΗΝ ΚΡΙΝΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΡΙΘΕΙΤΕ!

Μην κρίνετε για να μην κριθείτε

Μην κρίνετε για να μην κριθείτε. Γιατί με βάση το κριτήριο που θα κρίνετε θα κριθείτε και με βάση το μέτρο που μετράτε θα σας μετρηθεί. (Ματθαίος 7,1) 

Κάποιος αδελφός της Σκήτης έσφαλε. Έγινε συγκέντρωση στην οποία κάλεσαν τον αββά Μωϋσή αλλ’ αυτός δεν θέλησε να πάει. Του παρήγγειλε τότε ο πρεσβύτερος: «Έλα, γιατί σε περιμένουν όλοι». Κι εκείνος σηκώθηκε και πήγε κρατώντας στην πλάτη ένα καλάθι τρύπιο που το γέμισε με άμμο. Οι Πατέρες που βγήκαν να τον προϋπαντήσουν του λένε: «Τι είναι αυτό, πάτερ;» «Οι αμαρτίες μου, απαντά ο Γέροντας, που κυλούν και πέφτουν πίσω μου και δεν τις βλέπω και ήλθα εγώ σήμερα να κρίνω τα σφάλματα άλλου». 
Όταν τα’ άκουσαν αυτά οι Πατέρες, δεν είπαν τίποτε εναντίον του αδελφού αλλά τον συγχώρεσαν.

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟ ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥ

Αφηγήθηκαν κάποτε οι πατέρες για έναν αδελφό ότι «Όταν μια Κυριακή γινόταν ακολουθία ξεκίνησε να έλθει στην εκκλησία σύμφωνα με τη συνήθεια αλλά τον κορόιδεψε ο διάβολος λέγοντάς του: «Πηγαίνεις στην εκκλησία για να μεταλάβεις άρτο και οίνο και για να σου πούνε ότι αυτά είναι σώμα και αίμα Χριστού;  Μην κοροϊδεύεσαι».  Ο αδελφός υπάκουσε στον λογισμό του και δεν πήγε σύμφωνα με την συνήθεια στην εκκλησία, ενώ οι αδελφοί του τον περίμεναν· γιατί έτσι είναι η συνήθεια σε κείνη την έρημο, να μην τελούν την ακολουθία μέχρις ότου έλθουν όλοι.  Αφού τον περίμεναν αρκετά και κείνος δεν ερχόταν, μερικοί απ’ αυτούς πήγαν στο κελλί του σκεπτόμενοι· «Μήπως είναι άρρωστος ή πέθανε ο αδελφός;». 

  Όταν ήλθαν στο κελλί τον ρωτούσαν· «Γιατί αδελφέ δεν ήλθες στην εκκλησία;».  Αυτός ντρεπόταν να τους απαντήσει.  Όταν όμως αντελήφθηκαν το φαύλο τέχνασμα του διαβόλου, οι αδελφοί τον υποχρέωσαν να τους ομολογήσει την επιβουλή του διαβόλου.  Αυτός τους απάντησε· «Συγχωρήστε με, αδελφοί, γιατί ενώ ξεκινούσα όπως πάντα να έλθω στην εκκλησία ο λογισμός μου, μου λέγει ότι δεν είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού αυτό που πας να μεταλάβεις, αλλ’ είναι απλώς άρτος και οίνος.  Αν λοιπόν θέλετε να έλθω μαζί σας, διορθώστε μου τον λογισμό για τη θεία λειτουργία».  Αυτοί του είπαν· «Σήκω, έλα μαζί μας και θα παρακαλέσουμε τον Θεό να σου δείξει ζωντανά την θεϊκή δύναμη».  Αυτός πήγε στην εκκλησία και εκεί αφού ικέτευσαν πάρα πολύ τον Θεό για τον αδελφό, δηλαδή να του αποκαλυφθεί η δύναμη των μυστηρίων, άρχισαν αμέσως τη θεία λειτουργία, αφού τοποθέτησαν τον αδελφό στη μέση της εκκλησίας, ενώ αυτός ως την απόλυση δεν σταμάτησε να βρέχει με τα δάκρυά του το πρόσωπό του.

Μετά το τέλος της λειτουργίας παρακάλεσαν οι πατέρες τον αδελφό να τους απαντήσει· «Πές μας αν σου έδειξε κάτι ο Θεός για να ωφεληθούμε και μεις».  Αυτός κλαίγοντας άρχισε να λέγει· «Όταν τελείωσε ο κανόνας της ψαλμωδίας και αναγνώσθηκε η διδαχή των αποστόλων και ετοιμάστηκε ο διάκονος να αναγνωρίσει το ευαγγέλιο, τότε είδα να ανοίγει η στέγη της εκκλησία και να φαίνεται ο ουρανός και κάθε λόγος του αγίου ευαγγελίου να γίνεται φωτιά μέχρι τον ουρανό. 

 Όταν τελείωσε η ανάγνωση του ευαγγελίου, ήλθαν οι κληρικοί από το διακονικό κρατώντας την μετάληψη των αγίων μυστηρίων.  Τότε είδα να ανοίγουν οι ουρανοί και να κατεβαίνει φωτιά και μαζί της ένα πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων και πάνω απ’ αυτούς δύο πρόσωπα ενάρετα των οποίων την ομορφιά δεν μπορώ να περιγράψω – γιατί η φεγγοβολή τους ήταν σαν αστραπή – και ανάμεσα του υπήρχε ένα μικρό παιδί. 

 Τότε οι άγγελοι παρατάχθηκαν γύρω από την αγία Τράπεζα και το παιδί βρισκόταν ανάμεσά τους.  Όταν τελείωσαν οι θεϊκές ευχές και άρχισαν οι κληρικοί να τεμαχίζουν τους άρτους της προθέσεως, είδα τα δύο πρόσωπα πάνω στην αγία Τράπεζα να κρατούν τα χέρια και τα πόδια του παιδιού, που ήταν πάνω στην αγία Τράπεζα, και με το μαχαίρι που κρατούσαν έσφαξαν το παιδί και άδειασαν το αίμα του στο Ποτήριο που βρισκόταν πάνω στην αγία Τράπεζα.  Αφού έκοψαν σε μικρά τεμάχια το σώμα του παιδιού τα τοποθέτησαν πάνω από τους άρτους και έγιναν και οι άρτοι σώμα. 

Τότε ήρθε στο μυαλό μου ο Απόστολος που λέει· Γιατί η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για χάρη μας.  Όταν όμως πλησίασαν οι αδελφοί να μεταλάβουν την αγία προσφορά, τους προσφέρονταν ζωντανό σώμα. Μόλις όμως χρησιμοποιούσαν την επίκληση αμήν γινότανε άρτος στα χέρια τους.  Όταν όμως πήγα και ’γω να μεταλάβω μου δόθηκε σώμα και δεν μπορούσα να μεταλάβω.  Τότε άκουσα μια φωνή στα αυτιά μου να μου λέει· Άνθρωπε γιατί δεν μεταλαβαίνεις, αυτό δεν είναι αυτό που ζήτησες;  Τότε είπα· Λυπήσου με, Κύριε.  Δεν μπορώ να μεταλάβω σώμα.  Πάλι μου είπε· Αν μπορούσε ο άνθρωπος να μεταλάβει σώμα, σώμα θα υπήρχε όπως το βρήκες. Κανείς όμως δεν μπορεί να φάγει σώμα, γι’ αυτό όρισε ο Κύριος τους άρτους της προθέσεως.  Γιατί όπως από την αρχή ο Αδάμ με τα χέρια του Θεού έγινε σάρκα και μετά της έδωσε πνεύμα ζωής ο Θεός, κατόπιν η σάρκα χωρίστηκε στη γή, το πνεύμα όμως εγκαθίσταται στην καρδιά.  Αν λοιπόν πίστεψες, μετάλαβε αυτό που έχεις στο χέρι σου.  Και μόλις είπα· Πιστεύω Κύριε, έγινε το σώμα που είχα στο χέρι μου άρτος. 

 Όταν προχώρησε η λειτουργία και ξαναγύρισαν οι κληρικοί είδα πάλι το μικρό παιδί ανάμεσα στα δύο πρόσωπα και ενώ οι κληρικοί συμμάζευαν τα δώρα, είδα πάλι τη στέγη να ανοίγει και οι θείες δυνάμεις να ανυψώνονται στον ουρανό».
Αυτά αφού άκουσαν οι αδελφοί και αφού ένιωσαν βαθιά κατάνυξη, αναχώρησαν στα κελλιά τους.

Πηγή: Σιναίτικα κείμενα ,Το Γεροντικό του Σινά, Κεφ. Η' , σελ. 45-49,
του Δ. ΤΣΑΜΗ
Εκδόσεις της Ι.Μ.του θεοβάδιστου Όρους Σινά
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1988
 

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΕΠΟΥΔΙΤΣΑ

Στην Αίγυπτο όπου υπήρχαν στη βαθιά χριστιανική αρχαιότητα πολλά μεγάλα μοναστήρια, ζούσε ένας μοναχός που ήταν φίλος με έναν αγράμματο απονήρευτο αγρότη-φελάχο. Μια μέρα ο φελάχος είπε στο μοναχό:

«Κι εγώ λατρεύω το Θεό που δημιούργησε αυτό τον κόσμο! Κάθε απόγευμα χύνω σε μια γαβάθα κατσικίσιο γάλα και το βάζω κάτω από ένα φοίνικα. Το βράδυ ο Θεός έρχεται και πίνει το γαλατάκι μου. Του αρέσει πάρα πολύ! Ούτε μια φορά δεν έμεινε κάτι στη γαβάθα».
 
Όταν άκουσε αυτά τα λόγια ο μοναχός, δε μπόρεσε να μη γελάσει. Καλόψυχα και κατανοητά εξήγησε στο φίλο του ότι ο Θεός δε χρειάζεται κατσικίσιο γάλα.
Όμως ο αγρότης επέμενε με πείσμα στο δικό του. Τότε ο μοναχός πρότεινε την επόμενη νύχτα να παρακολουθήσουν κρυφά  τι συμβαίνει, όταν αφήσουν τη γαβάθα με το γάλα κάτω από τον φοίνικα.
 
Το είπαν και το έκαναν:

τη νύχτα ο μοναχός κι ο αγρότης κρύφτηκαν κοντά και στο φως του φεγγαριού σύντομα είδαν ότι μια αλεπουδίτσα είχε πλησιάσει κρυφά τη γαβάθα κι έγλειφε όλο το γάλα ώσπου να την αφήσει πεντακάθαρη.
 
Αυτή η αποκάλυψη χτύπησε τον αγρότη σαν κεραυνός! «Ναι», παραδέχτηκε συντετριμμένος, «τώρα το βλέπω, δεν ήταν ο Θεός!».
Ο μοναχός προσπάθησε να καθησυχάσει τον αγρότη κι άρχισε να εξηγεί ότι ο Θεός είναι Πνεύμα, ότι είναι απόλυτα διαφορετικός σε σχέση με τον κόσμο μας, ότι οι άνθρωποι Τον γνωρίζουν με ιδιαίτερο τρόπο… Όμως ο αγρότης στεκόταν μπροστά του με το κεφάλι κάτω και μετά άρχισε να κλαίει κι έφυγε για την καλύβα του.
 
Ο μοναχός πήγε κι αυτός στο κελί του. Όμως όταν πλησίασε είδε με κατάπληξη έναν άγγελο στην πόρτα να του φράζει το δρόμο. Ο μοναχός τρομαγμένος έπεσε στα γόνατα κι ο άγγελος είπε:
 
«Αυτός ο απλός άνθρωπος δεν είχε ούτε παιδεία ούτε σοφία ούτε μόρφωση για να λατρέψει το Θεό διαφορετικά απ’ ό,τι έκανε. Κι εσύ με τη σοφία και τη μόρφωσή σου του πήρες αυτή τη δυνατότητα. Θα πεις ότι χωρίς αμφιβολία έκρινες σωστά; Όμως ένα πράμα δεν ξέρεις, ω σοφέ: ο Θεός βλέποντας την ειλικρινή καρδιά αυτού του αγρότη, κάθε βράδυ έστελνε στο φοίνικα την αλεπουδίτσα για να τον καθησυχάσει και να δεχτεί τη θυσία του».

Απόσπασμα από το βιβλίο “Σχεδόν Άγιοι”
του Αρχιμ. Τύχων Σεβκούνωβ