ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Ο ΙΣΚΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΕ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ


Την Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019 συνήλθε σε τακτική συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος με θέματα ημερησίας διάταξης:
1) Την απόφαση του Σ.τ.Ε. για το μάθημα των Θρησκευτικών.
2) Την συζητούμενη συνέχιση του διαλόγου μεταξύ Εκκλησίας- Πολιτείας.
3) Το θέμα των οργανικών θέσεων των εφημερίων και των κενών οργανικών εφημεριακών θέσεων.

4) Άλλα θέματα.
Το Δ.Σ. ύστερα από γόνιμη και εκτενή διαλογική συζήτηση αποφάσισε τα ακόλουθα:
1) Η απόφαση 1749-1752/2019 της ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι μία πραγματικότητα η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψιν από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ώστε σε συνεργασία με την Εκκλησία και φυσικά με τους Θεολόγους Καθηγητές να διαμορφωθεί ένα νέο πρόγραμμα σπουδών σύμφωνο με τις ανωτέρω αποφάσεις και τις επιταγές του Συντάγματος και τις σύγχρονες ανάγκες τις Εκπαίδευσης. Ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος υποστήριξε και υποστηρίζει με συνέπεια τον ομολογιακό χαρακτήρα του μαθήματος (την προτεραιότητα στην Ορθόδοξη Χριστιανική Παράδοση) και υπενθυμίζει ενδεικτικά την από 22/02/2013 επιστολή του προς τον τότε πρωθυπουργό για το μάθημα των Θρησκευτικών και το από 9/12/2015 δελτίο τύπου του Δ.Σ. του Ι.Σ.Κ.Ε. στο οποίο αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Το Δ. Σ. απέστειλε επιστολή προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη, στον οποίο εκφράζεται ο προβληματισμός του Ι. Σ. Κ. Ε. για το μάθημα των θρησκευτικών και τα όσα έχουν ειπωθεί για το μείζον αυτό ζήτημα το τελευταίο διάστημα.
Με σοβαρή και συστηματική επιχειρηματολογία υποστηρίζεται ότι το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι προαιρετικό αλλά υποχρεωτικό και ασφαλώς ομολογιακής κατεύθυνσης για τους Ορθοδόξους μαθητές διότι το Σύνταγμα επιβάλλει θετικά την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος. Η απαγόρευση ή νόθευση του μαθήματος των θρησκευτικών, θα σήμαινε καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των παιδιών μας, καθότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, επιθυμούν την διδασκαλία των Θρησκευτικών, ενός μαθήματος που οδηγεί τον διδασκόμενο στην ελεύθερη και πέρα από φανατισμούς ανάπτυξη της προσωπικότητας και της θρησκευτικής του συνείδησης, που τόσο ανάγκη έχουν τα παιδιά μας στην σημερινή δύσκολη εποχή που ζούμε.
Η Ορθόδοξη Χριστιανική αγωγή σε όλες τις βαθμίδες του σχολείου είναι, μέσα από το μάθημα των θρησκευτικών, η καλύτερη μέθοδος για να δώσουμε στα παιδιά μας ελπίδα και αισιοδοξία και να τα απομακρύνουμε από απάνθρωπους ολοκληρωτισμούς, από ρατσιστικές ιδέες που οδηγούν σε ακραίες συμπεριφορές και πράξεις.
Γίνεται επίσης εκτενής και εμπεριστατωμένη αναφορά στη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στις Ευρωπαϊκές χώρες και η επιστολή καταλήγει με προτάσεις του Ι. Σ. Κ. Ε. προς τον κ. Υπουργό για ένα πραγματικό και φυσικά εποικοδομητικό διάλογο, για την συγγραφή νέων βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών, για όλες τις βαθμίδες, με καθαρά παιδαγωγικά και θεολογικά κριτήρια, σύμφωνα με το αναθεωρημένο Πρόγραμμα του 2003-2006, υπό την αιγίδα του Υπουργείου, με τη συμμετοχή του ΙΕΠ, της αρμόδιας Συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως ορίζει ο Καταστατικός της χάρτης, του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος, των Θεολογικών Σχολών και της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων».
2) Ο Ι.Σ.Κ.Ε. παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις συζητήσεις για την «άμεση επαναλειτουργία της επιτροπής διαλόγου μεταξύ Εκκλησίας – Πολιτείας» και αναμένει τις προτάσεις για τη θεματολογία και την σύνθεση της επιτροπής, έχοντας ήδη αποκομίσει χρήσιμες εμπειρίες από την πρόσφατη συμμετοχή του σε ανάλογη επιτροπή.
3) Μεταξύ των προτεραιοτήτων του Ι.Σ.Κ.Ε. παραμένει το θέμα των οργανικών εφημεριακών θέσεων και των υπαρχουσών κενών εφημεριακών θέσεων, με ιδιαίτερη ευαισθησία στις ακριτικές, παραμεθόριες και νησιωτικές Μητροπόλεις.
4) Για όλα τα ανωτέρω το Δ.Σ. θα ζητήσει άμεσα συνάντηση με την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και τα αρμόδια Υπουργεία.
5) Το Δ.Σ. ομοφώνως αποφάσισε να ανακηρύξει ως επίτιμα μέλη του Ι.Σ.Κ.Ε. τους κάτωθι: α) τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο, β) τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιο, γ) τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριο, δ) τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο και ε) τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Παροναξίας κ. Καλλίνικο σύμφωνα με το Καταστατικό του.

Εκ του Γραφείου Τύπου

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΤΟ ΣΤΕ ΕΠΑΝΕΦΕΡΕ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ


Το ΣτΕ επανέφερε τα Θρησκευτικά στη Συνταγματική τους κανονικότητα
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Οι ιστορικές αποφάσεις (1749 και 1750/ 20 Σεπτεμβρίου 2019) του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) ακυρώνουν τα νέα πολυθρησκειακά Θρησκευτικά Φίλη – Γαβρόγλου και επαναφέρουν το μάθημα των Θρησκευτικών στη συνταγματική νομιμότητα, μετά από την τριετή περιπέτεια που πέρασε.

Το περασμένο έτος, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) είχε συγκρουστεί με το Υπουργείο Παιδείας (επί κ. Γαβρόγλου), διότι τα μέλη της, αν και απειλούμενα πειθαρχικά από το Υπουργείο, δεν δέχονταν να εφαρμόσουν τα ακυρωμένα, ως αντισυνταγματικά, από τις αποφάσεις του ΣτΕ (2018) Προγράμματα Φίλη.
Και αυτό, διότι το Υπουργείο ισχυριζόταν, ψευδώς, ότι τα νέα Προγράμματα Γαβρόγλου ήταν αναμορφωμένα, ενώ η ΠΕΘ διαπίστωνε ότι ήταν τα ίδια με εκείνα του Φίλη.
Επιπρόσθετα, ο τότε και νυν Γ. Γραμματέας Θρησκευμάτων και πολλοί άλλοι, επέμεναν ότι οι δάσκαλοι και οι Θεολόγοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν τα Προγράμματα Γαβρόγλου, έως ότου βγουν οι νέες αποφάσεις του ΣτΕ.
Ίσως, ήλπιζαν ότι το ΣτΕ, σε μια νέα σύνθεσή του, θα ανέτρεπε τις αποφάσεις του ΣτΕ του 2018. Όμως, αυτό δεν έγινε, διότι οι αποφάσεις του ΣτΕ, για τα ίδια Προγράμματα που είχαν ακυρωθεί πριν ένα χρόνο, δεν θα μπορούσαν να αλλάξουν.
Το ΣτΕ, ως γνωστό, έχει κριτήρια καθορισμένα, σταθερά και αμετακίνητα:
Ελέγχει, με βάση το Σύνταγμα και την υπάρχουσα νομολογία, αν μια απόφαση ή διοικητική πράξη, που ζητά κάποιος να ακυρωθεί, είναι αντισυνταγματική ή όχι.
Το ΣτΕ, λοιπόν, στις 20 Σεπτεμβρίου 2019, επανέλαβε σχεδόν τις προηγούμενες αποφάσεις, που είχε λάβει το 2018 για τα Προγράμματα Φίλη του Μαθήματος των Θρησκευτικών και ακύρωσε και τα Προγράμματα Γαβρόγλου.
Έτσι, οι ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ, είναι πλέον αμετάκλητες και άμεσα εφαρμοστέες.
Μερικές από αυτές αναφέρονται παρακάτω, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν παρεξηγήσεις, παρερμηνείες και εσκεμμένες παραποιήσεις τους:
α) Ως ανάπτυξη της «εθνικής συνειδήσεως νοείται ευλόγως, η ανάπτυξη της ελληνικής -και όχι άλλης- εθνικής συνειδήσεως». Ως «ανάπτυξη δε της “θρησκευτικής” συνείδησης νοείται η ανάπτυξη ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως, ενόψει του ότι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χαρακτηριζόμενη ως «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα», αναγνωρίζεται από τον συνταγματικό νομοθέτη, ως η θρησκεία της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού».
β) «Στην ανάπτυξη θρησκευτικής συνειδήσεως των ελληνοπαίδων, σύμφωνα με τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, αποβλέπουν και οι γονείς τους, αντλώντας, από την διάταξη του άρθρου (13) του Συντάγματος, το δικαίωμα, που κατοχυρώνεται ευθέως και από το άρθρο (2) του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Συμβάσεως της ΕΣΔΑ, να «εξασφαλίζουν» την μόρφωση και εκπαίδευση των τέκνων τους, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις».
γ) «Ως “ανάπτυξη” της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής συνειδήσεως νοείται η εμπέδωση και ενίσχυση της συγκεκριμένης αυτής θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, με τη διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ως εκ τούτου δε, αφορά αποκλειστικά στους μαθητές, οι οποίοι, ανήκοντες στην κατά τα άνω πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Το κυριότερο μέσο, με το οποίο -εκτός των άλλων (προσευχή, εκκλησιασμός)- υπηρετείται ο ανωτέρω συνταγματικός σκοπός είναι η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών».
δ) Η «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, επιτελείται δε, κυρίως, με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο, για να υπηρετεί τον εν λόγω σκοπό, πρέπει να διδάσκεται, επί ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως, να μην υποβαθμίζεται, κατά την διδασκαλία και την εξέταση, σε σχέση με άλλα μαθήματα και να περιλαμβάνει, οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών.
ε) «Κατά την διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης είναι ελεύθερος να διαμορφώνει το πρόγραμμα της σχολικής εκπαιδεύσεως των ελλήνων μαθητών, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο των διδασκόμενων μαθημάτων οδηγεί στην επίτευξη των σκοπών, στους οποίους ο συνταγματικός νομοθέτης αποβλέπει, αναγνωρίζοντας την παιδεία ως βασική αποστολή του Κράτους. Στους σκοπούς αυτούς ο συνταγματικός νομοθέτης ρητώς συγκαταλέγει την ανάπτυξη -και όχι διαμόρφωση – της θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, οι οποίοι εισέρχονται στον σχολικό βίο με ήδη διαμορφωμένη συνείδηση περί του θείου, απότοκη των βιωμάτων τους από το οικογενειακό περιβάλλον, όπως αυτά αναπτύσσονται σε συνθήκες πλήρους θρησκευτικής ελευθερίας προστατευόμενης από το άρθρο 13, παρ. 1 του Συντάγματος».
ζ) «Κατά την διάταξη του άρθρου 16, παρ. 2 του Συντάγματος, το σχολικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει μάθημα, στο οποίο οι μαθητές ασκούνται στην κατανόηση και εμπέδωση των θρησκευτικών δογμάτων, τα οποία ήδη πρεσβεύουν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει μορφή κατηχήσεως σ’ αυτά, ώστε να μην διακυβεύεται η διάπλαση ελεύθερης προσωπικότητας που, επίσης αναγνωρίζεται, κατά την ίδια διάταξη, ως σκοπός της παιδείας. Έτσι, κατά την διάταξη αυτή, στο σχολικό πρόγραμμα, που καταρτίζει ο κοινός νομοθέτης, πρέπει να περιλαμβάνεται η διδασκαλία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ως θρησκεύματος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού».
η) Επειδή, περαιτέρω, ο νομοθέτης -για ετερόδοξους ή αλλόθρησκους μαθητές -ιδίως τους μαθητές του καθολικού δόγματος ή της εβραϊκής θρησκείας ή της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης- έχει ρητώς προβλέψει δυνατότητα διδασκαλίας του οικείου δόγματος ή θρησκείας, σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητας, το Κράτος δεν μπορεί, ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, να στερήσει από τους μαθητές, που ασπάζονται ορισμένο δόγμα ή θρησκεία, το δικαίωμα το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητές που ανήκουν σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, να διδάσκοντα, αποκλειστικά, τα δόγματα της πίστεώς τους».
θ) «Στις ανωτέρω υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις αντίκεινται ρυθμίσεις νόμων ή κανονιστικών διοικητικών πράξεων, με τις οποίες, μέσω κυρίως των Προγραμμάτων διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών, για τους αποτελούντες την πλειοψηφία του ελληνικού λαού μαθητές, δεν υπηρετείται ο συνταγματικός σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή, της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως».
ι) «Το μάθημα, μέσω του οποίου πραγματώνεται, ως σκοπός της παιδείας, η “ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως”, απευθύνεται αποκλειστικά στους μαθητές που ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα και όχι στους ετερόδοξους, αλλόθρησκους ή άθεους μαθητές. Τούτο, δε, ενόψει και του ότι οι τελευταίοι έχουν δικαίωμα (άρθρ. 13 του Συντάγματος) πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών, χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, εφ' όσον οι γονείς τους, ή οι ίδιοι, αν είναι ενήλικοι, υποβάλουν δήλωση ότι δεν επιθυμούν, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, να παρακολουθήσουν τα τέκνα τους τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, που έχει το προεκτεθέν περιεχόμενο».
ια) «Η δήλωση αυτή, που θα μπορούσε να έχει το εξής περιεχόμενο: «Λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των θρησκευτικών», δεν παραβιάζει τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 13 του Συντάγματος, εφ' όσον γίνεται χάριν απαλλαγής των μαθητών αυτών από την, επιβαλλόμενη κατ’ αρχήν από το Σύνταγμα και το νόμο, υποχρέωση παρακολουθήσεως του μαθήματος αυτού».
ιβ) «Για τους μαθητές που απαλλάσσονται από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία “ελεύθερης ώρας” και, εντεύθεν, ο κίνδυνος απομακρύνσεως των μαθητών από το ανωτέρω, συνταγματικώς επιβαλλόμενο, μάθημα, χωρίς αποχρώντα λόγο, η Πολιτεία οφείλει να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος, συναφούς, κατά την αντίληψή της, περιεχομένου (π.χ. μαθήματος ηθικής), εφόσον βεβαίως συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών, κατά την αντίληψη πάντοτε της Πολιτείας».
ιγ) «Εφόσον διασφαλίζεται η συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, για την ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών εκείνων, οι οποίοι, ανήκοντες στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, δεν εμποδίζεται η Πολιτεία να περιλαμβάνει στα σχολικά προγράμματα και εκπαίδευση «θρησκειολογικού» χαρακτήρα, με πληροφορίες και γνώσεις και για άλλες, πέραν της Ορθοδοξίας, θρησκείες και δόγματα».

Ορθόδοξη Αλήθεια, 25-09-2019

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2019

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Χ. ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΗΣ: ΠΟΣΟ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΑ ΗΤΑΝ ΤΑ ΑΚΥΡΩΘΕΝΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΕ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ


Πόσο προοδευτικά ήταν τα ακυρωθέντα από το ΣτΕ Θρησκευτικά

Οι πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) ακύρωσαν τα Προγράμματα Σπουδών στα Θρησκευτικά του υπουργού Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου.

Ήταν αναμενόμενες αυτές οι αποφάσεις, αφού τα Προγράμματα ήταν τα ίδια ακριβώς με εκείνα του κ. Ν. Φίλη, που είχαν ακυρωθεί με τις υπ’ αριθμ. 660 και 926 του έτους 2018 αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας. Δεν άλλαζε τίποτε σ’ αυτά ουσιαστικά, εκτός από την ημερομηνία έκδοσής τους, τον αριθμό του φύλλου Εφημερίδος της Κυβέρνησης και την υπογραφή του Υπουργού. Ήταν ένα τέχνασμα της παρελκυστικής πολιτικής τής τότε ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας και τίποτε περισσότερο. Το είχε, άλλωστε, ομολογήσει και ο ίδιος ο υπουργός, ότι δεν είχε αλλάξει τίποτε σ’ αυτά.

Θα έπρεπε να τηρήσουν αιδήμονα σιωπή οι εν λόγω πρώην Υπουργοί για την ετυμηγορία του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Όμως συνέβη το όλως αντίθετο. Άσκησαν απαράδεκτη κριτική για τις πρόσφατες αποφάσεις, όπως είχαν πράξει και για τις αποφάσεις του 2018. Έκαναν λόγο για απόφαση-αναχρονισμό, αντίθετη προς το Σύνταγμα και προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου! Δεν είχαν φαίνεται υπόψη τους την καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου κατά της Νορβηγίας, επειδή είχε εισαγάγει στα σχολεία της πολυθρησκειακό μάθημα Θρησκευτικών. (Υπόθεση Folgeto, απόφαση Ευρ. Δικαστηρίου 20/7/2017).

Ομίλησαν επίσης για μεταβολή του θρησκευτικού μαθήματος σε κατήχηση στην Ορθοδοξία και υπεραμύνθηκαν των απαράδεκτων και καταστροφικών Προγραμμάτων τους, που αποτελούν αντικατήχηση στην Ορθοδοξία και έμμεσο προσηλυτισμό στις ετερόθρησκες και ετερόδοξες θρησκευτικές διδασκαλίες.

Ο κ. Γαβρόγλου μάλιστα επισήμανε συγκεκριμένα ότι η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας «καταργεί ολόκληρη την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική εξέλιξη του μαθήματος μετά το 1974». Μόνον που δεν μας είπε ότι είναι και θεόπνευστα τα Προγράμματα! Ποια σχέση έχουν αυτά τα Προγράμματα με τα προηγούμενα, τα πριν από το 2016; Με τον νόμο 1566/1985; Ευστόχως παρατηρήθηκε ότι «Για πρώτη φορά από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους το μάθημα των Θρησκευτικών αλλοιώνεται και μετατρέπεται σε μια περίεργη θρησκειολογία, στην οποία αναμειγνύεται η Ορθόδοξη πίστη με διάφορα θρησκεύματα δημιουργώντας σύγχυση και ενσπείρωντας αμφιβολίες στους άπειρους και χωρίς κρίση μαθητές».

Καυχώνται οι εν λόγω Υπουργοί για τα καταργηθέντα Προγράμματά τους, που βασίζονται στην αρχή του υποκειμενισμού και της σχετικοκρατίας κατά την οποία δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια στην επιστήμη και στη θρησκεία. Και οδηγούν στη Θρησκευτική αδιαφορία και στην αθεΐα. Που εξισώνουν τις φυσικές θρησκείες και τις αιρέσεις με την Αποκάλυψη του Θεού. Το Ευαγγέλιο, που προκάλεσε τις μεγαλύτερες ηθικές επαναστάσεις και άλλαξε πνευματικά και πολιτιστικά τον κόσμο, με το Κοράνι, τις Βέδδες και τα λοιπά κείμενα των θρησκειών. Και εντέλλονταν οι διδάσκοντες «να αποστασιοποιούνται κατά το δυνατόν από τη Θρησκεία στην οποία ανήκουν…» (Οδηγός Εκπαιδευτικού, σελ. 267).

Εκθειάζουν Προγράμματα που χαρακτηρίσθηκαν από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο ως «απαράδεκτα και επικίνδυνα». Το εκπαιδευτικό τους υλικό, είπε, «όχι μόνον δεν βοηθά το παιδί μιας ορθόδοξης οικογένειας στη διαμόρφωση μίας συνεκτικής εικόνας για την Ορθοδοξία, αλλά κλονίζει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, του προκαλεί σύγχυση ενσπείροντάς του τη λογική αμφιβολία» (δηλώσεις του Μακαριωτάτου 20-9-2016).

Ομιλούν με καύχηση για Προγράμματα που δεν πέτυχαν πιλοτικά. Και που αποδοκιμάστηκαν από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων -η οποία εκπροσωπεί τη συντριπτική πλειοψηφία των Θεολόγων- και προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικράτειας για την ακύρωσή τους.

Πόσο προοδευτικά μπορούσαν να είναι τα καταργηθέντα από το ΣτΕ Προγράμματα Σπουδών στα Θρησκευτικά που επέβαλαν τον θρησκευτικό αχταρμά; Τη διδασκαλία δηλαδή πολλών θρησκειών μαζί; Εύστοχα παραλληλίσθηκε η διδασκαλία αυτή με την ταυτόχρονη διδασκαλία πολλών ξένων γλωσσών. Είναι δυνατόν ποτέ να τελεσφορήσει αυτή;

Άξιο προσοχής είναι και το ότι η διάρθρωση της ύλης των ακυρωθέντων από το ΣτΕ Προγραμμάτων δεν ακολουθεί την ιστορική μέθοδο, αλλά τη θεματική. Την κατά θέματα παρουσίαση της διδακτικής ύλης, η οποία όπως λέγει ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος «στα μεν θρησκευτικά δημιουργεί τον θρησκευτικό συγκρητισμό, στη δε ιστορία τον ακραίο διεθνισμό, που υπονομεύει το έθνος …». Γι’ αυτό και διεμαρτυρήθη η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων. Επιτυχώς ελέχθη ότι τα μεταλλαγμένα Θρησκευτικά είναι τόσο βλαβερά, όσο και τα μεταλλαγμένα προϊόντα.

Για τα καταργηθέντα από το Σ.τ.Ε. Προγράμματα Θρησκευτικών αρμόδιος παιδαγωγός, ο καθηγητής της Διδακτικής Μεθοδολογίας Ιωάννης Φύκαρης είπε πως στόχος τους είναι η συνεισφορά στην «κοινωνική αναδόμηση», στην ολική ανατροπή των δομικών χαρακτηριστικών της κοινωνίας».

Όλα αυτά, που με κάθε δυνατή συντομία εκτέθηκαν ως τώρα, καταδεικνύουν πόσο προοδευτικά ήταν τα Προγράμματά των κυρίων Φίλη και Γαβρόγλου. Στόχευαν στην αποκοπή της νέας γενιάς από την κυριότερη ρίζα του έθνους μας, την Ορθοδοξία.

Από τον Βασίλειο Χ. Στεργιούλη


Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ, ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΕΘ: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ


Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων ζητεί από το υπουργείο Παιδείας να αποσύρει άμεσα τα αντισυνταγματικά Προγράμματα Σπουδών Γαβρόγλου.
Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Τσαγκάρη, γενικό γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ), μετά και τις σημερινές αποφάσεις του ΣτΕ (1749 και 1750 / 2019), το υπουργείο Παιδείας οφείλει να προχωρήσει σε αυτό που δεν έκανε από την αρχή της σχολικής χρονιάς:

«Στην άμεση απόσυρση των παράνομων-αντισυνταγματικών, αντιπαιδαγωγικών και αντιχριστιανικών Θρησκευτικών (Προγραμμάτων Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών και των βιβλίων-φακέλων του μαθήματος) που εισήγαγε η προηγούμενη πολιτική ηγεσία (Φίλης-Γαβρόγλου) στα σχολεία με σκοπό την πνευματική διάβρωση και προσηλυτισμό των ορθόδοξων μαθητών στην πολυθρησκεία. Η επιστροφή του σχολείου στην ορθόδοξη κανονικότητα μετά και τις αποφάσεις του ΣτΕ είναι πλέον μονόδρομος για το υπουργείο Παιδείας και νομίζω και παλλαϊκή απαίτηση. Το υπουργείο Παιδείας, όπως έσπευσε άμεσα να εφαρμόσει την απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για την αναγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οφείλει το ίδιο να πράξει για την απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας του ΣτΕ για το μάθημα των Θρησκευτικών. Αυτό είναι το δίκαιο και αυτό πρέπει να γίνει άμεσα πράξη».

ethnos.gr

http://thriskeftika.blogspot.com

ΠΕΘ: ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ


Αθήνα 20 Σεπτεμβρίου 2019
Αριθμ. Πρωτ. 60
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ιστορικές αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου
της Επικρατείας για το μάθημα των Θρησκευτικών

Με τις υπ' αρ. 1749 και 1750 του 2019 ιστορικές αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε αντισυνταγματική -μετά την απόφαση Φίλη- και η υπουργική απόφαση Γαβρόγλου για το μάθημα των Θρησκευτικών.
Τα επίδικα νέα Προγράμματα Σπουδών, σύμφωνα με το ΣτΕ, «όπως προκύπτει από τους σκοπούς και το περιεχόμενό τους, δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ορθόδοξων μαθητών, διότι τα μεν προγράμματα του Δημοτικού και του Γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη -και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών- διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της ορθόδοξης εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του Λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή».
Αντιθέτως, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση είτε στην προβολή στοιχείων κοινών με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών (Δημοτικό-Γυμνάσιο) είτε στη διδασκαλία διαφόρων ηθικών και κοινωνικών ζητημάτων, τα οποία είτε είναι αντικείμενο κυρίως άλλων μαθημάτων (Δημοτικό-Γυμνάσιο) είτε είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία (Λύκειο). Κατόπιν τούτων, κρίθηκε από την Ολομέλεια του ΣτΕ ότι τα επίδικα Προγράμματα Σπουδών έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).
Οι  αποφάσεις αυτές έρχονται να δικαιώσουν  τις σχετικές προσφυγές αλλά και εν γένει τις  καταγγελίες της Πανελληνίου Ενώσεων Θεολόγων, Μητροπολιτών αλλά και πλήθους γονέων και μαθητών για το θέμα.  Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας οφείλει να αποκαταστήσει τη νομιμότητα και να διασφαλίσει τα δικαιώματα γονέων και μαθητών.  Τα βιβλία - φάκελοι του Μαθήματος Θρησκευτικών που έχουν ήδη μοιραστεί στα σχολεία είναι επικίνδυνα για τον ψυχικό κόσμο των μαθητών, ιδίως των μικρών ηλικιών και ως εκ τούτου πρέπει να αποσυρθούν άμεσα. Η αποχριστιανοποίηση της κοινωνίας μας, σε συνδυασμό με την κατάλυση του αξιακού συστήματος ηθικών κανόνων που συνοδεύουν την Ορθόδοξη Πίστη μας  έχει οδηγήσει πλήθος νέων Ελλήνων στο Μηδενισμό, στον ατομικισμό και σε ένα τρόπο ζωής χωρίς νόημα και ελπίδα ή στη χρήση ουσιών, τη δε χώρα μας αντιμέτωπη με φρικτά  περιστατικά και εγκλήματα που έως πρότινος ήταν αδιανόητα.
Η αποκατάσταση του μαθήματος των Θρησκευτικών, ώστε να αποκτήσει εκ νέου ορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα, είναι παλλαϊκή απαίτηση.  Ηπρόσφατη λαϊκή εντολή που έλαβε η Κυβέρνηση υπήρξε καταδικαστική για τους υπαιτίους της Υπουργικής Απόφασης Γαβρόγλου και ανοίγει τον δρόμο για να επανέλθουν οι νέοι μας σε μια υγιή παιδεία που θα τους προσφέρει τα δοκιμασμένα πνευματικά πρότυπα της πλούσιας πολιτισμικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς. Γι αυτό η ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ απελευθερώνει το μάθημα των Θρησκευτικών από τις πολυθρησκειακές και ουδετρόθρησκες ιδεοληψίες Φίλη – Γαβρόγλου και είναι πολύ σαφής για το τι είναι ανάγκη να γίνει άμεσα από το Υπουργείο Παιδείας.
Αναμένουμε την Υπουργό Παιδείας να σεβαστεί τη συνταγματική τάξη και τις αποφάσεις του ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως έχει άλλωστε διακηρύξει και υποσχεθεί, και να αποσύρει πάραυτα τα ακυρωθέντα Προγράμματα και τους Φακέλους τους, βάζοντας σε ισχύ το προηγούμενο Αναλυτικό Πρόγραμμα και τα βιβλία 2003-2006 μέχρι να συγγραφούν νέα.

Το ΔΣ της ΠΕΘ

ΣΤΕ: ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ - ΤΕΛΟΣ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ


Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τις αποφάσεις του τέως υπουργού Παιδείας Κωνσταντίνου Γαβρόγλου με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου.

Ειδικότερα, σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση του ΣτΕ, με τις υπ΄ αριθμ. 1749 - 1752/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (προεδρεύων ο αντιπρόεδρος Αθανάσιος Ράντος και εισηγήτρια η Σύμβουλος Επικρατείας Παρασκευή Μπραΐμη) ακυρώθηκαν οι 101470/Δ2/16.6.2017 και 99058/Δ2/13.6.2017 αποφάσεις του υπουργού Παιδείας.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΣτΕ, ακυρώθηκαν οι 101470/Δ2/16.6.2017 και 99058/Δ2/13.6.2017 αποφάσεις του υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με τις οποίες καθορίστηκαν τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών αφενός του δημοτικού και του γυμνασίου και αφετέρου του λυκείου.

Ειδικότερα, σε σχέση με τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης και ότι το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές.

Εξάλλου, σύμφωνα με το ΣτΕ, οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα με την υποβολή σχετικής δήλωσης, η οποία θα μπορούσε να γίνει με μόνη την επίκληση λόγων θρησκευτικής συνείδησης. Η δε Πολιτεία οφείλει, εφόσον συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών που απαλλάσσονται, να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος «ελεύθερης ώρας». Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα επίδικα προγράμματα σπουδών, όπως προκύπτει από τους σκοπούς και το περιεχόμενό τους, δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των ορθόδοξων μαθητών, διότι τα μεν προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη -και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών- διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της ορθόδοξης εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή.

Αντιθέτως, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση είτε στην προβολή στοιχείων κοινών με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε στη διδασκαλία διαφόρων ηθικών και κοινωνικών ζητημάτων, τα οποία είτε είναι αντικείμενο κυρίως άλλων μαθημάτων (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία (λύκειο).

Τελικά, κρίθηκε ότι τα επίδικα προγράμματα σπουδών έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την Αρχή της Ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2019

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΘΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ;


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 12η Σεπτεμβρίου 2019

ΘΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ
ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ;

Η απελθούσα μαρξίζουσα κυβέρνηση του κομματικού συνδυασμού του ΣΥΡΙΖΑ μας κληροδότησε πολλά προβλήματα, με τις αντιχριστιανικές πολιτικές της επιλογές.
Μεταξύ αυτών είναι και οι νομοθετικές ρυθμίσεις της κατά της Εκκλησίας μας, μέσω των οποίων επεχείρησε να πλήξει την ελληνορθόδοξη ταυτότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού μας, διαπνεόμενη από ένα σαφές αντιχριστιανικό και αντιεκκλησιαστικό πνεύμα. Όπως είναι γνωστό, με μια σειρά από νομοθετικές παρεμβάσεις της, προσπάθησε να θέσει στο περιθώριο την Εκκλησία μας και να περιορίσει την επιρροή της στο δημόσιο βίο της χώρας. Προσπάθησε να εγκαθιδρύσει ένα «άθεο κοσμικό κράτος», άχρωμο θρησκευτικά, με αναιμικές και πολύ περιορισμένες δραστηριότητες της  Ορθοδόξου Εκκλησία μας στη δημόσια ζωή. Κλασικό παράδειγμα οι προταθείσες αναθεωρήσεις και τροποποιήσεις των άρθρων 3 και 21 και για τον όρκο του ισχύοντος Συντάγματος, τα οποία καθορίζουν την ακατάλυτη ενότητα του λαού μας με την Ορθόδοξη Εκκλησία, ως την αέναη τροφό και σώτειρα του Γένους μας, εδώ και αιώνες.

Μια σοβαρή πτυχή του αντιεκκλησιαστικού μένους της ήταν και το μάθημα των Θρησκευτικών. Την ενοχλούσε σοβαρά ο Ορθόδοξος προσανατολισμός του μαθήματος, εκφράζοντας παράλληλα και την «Ένωση Αθέων Ελλάδας», τις διάφορες ομάδες του νεοπαγανιστικού πλέγματος και τους αιρετικούς και αλλοθρήσκους της χώρας, οι οποίοι δεν ξεπερνούν το 5% των πολιτών. Παραβιάζοντας βασικά άρθρα του Συντάγματος που καθορίζουν τον ελληνορθόδοξο προσανατολισμό της παιδείας, κατόρθωσε να μεταλάξει το μάθημα σε θρησκειολογικό, δηλαδή σε ένα «άχρωμο» και ανούσιο μάθημα σπουδής του φαινομένου της θρησκείας και γνώσης των διαφόρων θρησκειών, χωρίς να δίνεται η απαιτούμενη έμφαση στην διάπλαση του ελληνορθοδόξου χαρακτήρα της συντριπτικής πλειοψηφίας των μαθητών, οι οποίοι δηλώνουν Ορθόδοξοι. Και το χειρότερο: Η θρησκειολογική μετάλλαξη του μαθήματος προβλεπόταν μόνο για τους Ορθοδόξους μαθητές, ενώ για τους ετεροδόξους και αλλοθρήσκους δόθηκε πλήρης νομική ελευθερία να διδάσκεται ως ομολογιακό – κατηχητικό από εκπαιδευτικούς δικούς τους και με διδακτικά βιβλία δικά τους! Αυτό έγινε με καταφανή καταπάτηση της συνταγματικής επιταγής περί ισονομίας των πολιτών!
Οι σφοδρές αντιδράσεις της μαθητικής κοινότητας (καθηγητών, μαθητών), της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, των γονέων, διαφόρων οργανώσεων και κυρίως οι σημαντικότατες δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, (που έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα), δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την απόφαση της κυβέρνησης να εφαρμόσει τις αποφάσεις της.
Μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιουλίου η νέα κυβέρνηση είχε ήδη προαναγγείλει ότι θα σεβασθεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα καταργήσει τους φακέλλους του μαθήματος των θρησκευτικών, που καθιερώθηκαν επί Υπουργών Φίλη και Γαβρόγλου, και θα αποκαταστήσει το μάθημα στην μορφή που αυτό είχε πριν από το 2016. Επίσης είχε δηλώσει ότι δεν θα ψήφιζε την αναθεώρηση των άρθρων του Συντάγματος, που αφορούσαν την Εκκλησία. Ωστόσο με θλίψη διαπιστώσαμε ότι και η νέα σχολική χρονιά αρχίζει χωρίς να έχουν ανακληθεί οι σχετικές εγκύκλιοι της προηγουμένης κυβερνήσεως για το μάθημα των Θρησκευτικών, που σημαίνει ότι και σ’ αυτή τη σχολική χρονιά θα συνεχιστεί η διδασκαλία του μαθήματος σύμφωνα με αυτές, δηλαδή θα συνεχιστεί να διδάσκεται το μάθημα ως διαθρησκειακό. Το γεγονός αυτό ξεσήκωσε, όπως ήταν αναμενόμενο, εύλογες και σφοδρές αντιδράσεις, τόσο στη μαθητική κοινότητα, όσο και στους γονείς, οι οποίοι είδαν για μια ακόμη φορά την νέα κυβέρνηση να αθετεί τις προεκλογικές δεσμεύσεις της.
Μεταξύ των δικαιολογημένων, κατά τη γνώμη μας, αντιδράσεων, υπήρξε και μια εμπεριστατωμένη ανοιχτή επιστολή του κ. Δημητρίου Μερτζεμέκη, τέως Επιθεωρητού του Υπουργείου Οικονομικών, προς την Υπουργό Παιδείας κ. Ν. Κεραμέως η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια», (4-9-2019). Την παρακαλεί να πράξει τα αυτονόητα στο θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών, εφαρμόζοντας την αρχή της ισονομίας και εκδηλώνοντας έμπρακτα το σεβασμό της προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, ως μια ελάχιστη ενέργεια και προσφορά προς Αυτήν, η οποία τόσο επιδεικτικά περιφρονήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Μεταξύ των άλλων τόνισε: «Με αγωνία περιμέναμε επιτέλους την ανάληψη των νέων καθηκόντων σας και σας ευχόμαστε ολόψυχα κάθε επιτυχία στο δύσκολο, αλλά θεάρεστο έργο που αναλάβατε στον τομέα της Παιδείας. Γράφω ότι σας περιμέναμε με μεγάλη αγωνία, γιατί όσα συνέβαιναν τον τελευταίο καιρό, κυρίως στον πολύπαθο χώρο του υπουργείου που προΐστασθε, ήταν πρωτοφανή και πρωτάκουστα από κάθε πλευρά, σε ό, τι αφορά τουλάχιστον τον τομέα των θρησκευτικών μαθημάτων στη Στοιχειώδη και τη Μέση Εκπαίδευση. Γι' αυτό με την παρούσα θα θέλαμε, όχι μόνο ο υποφαινόμενος αλλά και πληθώρα άλλων ελληνορθόδοξων πολιτών, να αποκαταστήσετε τα αυτονόητα και τη νομιμότητα στο πολύ σπουδαίο αυτό θέμα που προέκυψε, ως μη όφειλε, λόγω της ιδεοληψίας και της εμπάθειας που επέδειξαν οι προκάτοχοι σας υπουργοί (κ. Φίλης και Γαβρόγλου) σε βάρος της ορθοδόξου πίστεως μας. […] Αυτό που σας καλούμε σήμερα να κάνετε είναι μία αυτονόητη απλή ενέργεια με μία ελάχιστη προσφορά στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, την τροφό του Γένους μας, της οποίας η πολύτιμη γνώμη δυστυχώς έως σήμερα περιφρονείται, αφού σχεδιάζουν ερήμην αυτής. Η υπόθεση αυτή έχει εξελιχθεί σε έναν γόρδιο δεσμό αναίτια, μέσα στην καρδιά του υπουργείου σας, και ταλαιπωρεί, όπως είναι επόμενο, την εκπαιδευτική κοινότητα, τους καθηγητές, τους δασκάλους, τους γονείς, τους μαθητές και κυρίως την επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος. Και γι' αυτό λοιπόν, τύχη αγαθή, έλαχε σε σας ο κλήρος να τον κόψετε, αφού εδώ και αρκετά χρόνια ταλαιπωρεί όλους αυτούς λόγω των ιδεοληψιών και της εμπάθειας των προηγούμενων υπουργών». Και καταλήγει: «Σας παρακαλούμε να αναθέσετε απευθείας και χωρίς κανέναν διάλογο τη σύνταξη των βιβλίων των Θρησκευτικών στον κύριο και πλέον αρμόδιο φορέα, που δεν είναι άλλος από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ώστε να προβεί με δική της επιτροπή (και όχι του Ι. Εκπ. Πολιτικής), δηλαδή να γίνει κάτι ανάλογο που έγινε και για τις άλλες τρεις θρησκείες των ετεροδόξων και αλλοδόξων. Να προσθέσουμε επιπλέον και κάτι ακόμη, πολύ χρηστικό. Επειδή για τη νέα σχολική χρονιά 2019-2020 προφανώς δεν προλαβαίνουν τα νέα βιβλία να συνταχθούν και να εκτυπωθούν, γι΄  αυτό γνώμη μας είναι ότι θα πρέπει να ορίσετε με εγκύκλιο σας η διδασκαλία των γνήσιων ορθόδοξων θρησκευτικών να γίνει από βιβλία παλαιά, των προ των κ. Φίλη και Γαβρόγλου περιόδων, που ίσως να βρίσκονται στις αποθήκες του υπουργείου σας, ή έστω, αν δεν υπάρχουν, να γίνει άμεσα η ανατύπωση τους, ώστε να είναι έτοιμα για τον προσεχή Σεπτέμβριο. Τελικά, πιστεύουμε ότι και η δική σας δυναμική και στοχευμένη παρέμβαση θα αποκαταστήσει πλήρως το δίκαιο και θα φέρει το αναμενόμενο αποτέλεσμα, καθώς και τη γαλήνη στο υπουργείο σας».
Νομίζουμε ότι το περιεχόμενο της επιστολής του κ. Μεντζεμέκη μας καλύπτει, διότι οι δικοί του προβληματισμοί και η ευχή να αποκατασταθεί ο Ορθόδοξος χαρακτήρας του μαθήματος των Θρησκευτικών, είναι και δικοί μας, όπως και όλων των συνειδητών πιστών, των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των γονέων. Ελπίζουμε οι καθυστερήσεις του Υπουργείου να οφείλονται σε αντικειμενικές δυσκολίες και όχι σε εσκεμμένη τακτική. Ο χρόνος θα δείξει.  Φυσικά δεν κρύβουμε και την δυσφορία μας και τον προβληματισμό μας διότι, απ’ ότι πληροφορούμαστε, τις θέσεις λήψης αποφάσεων στο Υπουργείο Παιδείας έχουν καταλάβει δυστυχώς (και) πρόσωπα, τα οποία είχαν πρωτοστατήσει στην προηγούμενη κυβέρνηση για την μετάλλαξη του μαθήματος των Θρησκευτικών σε θρησκειολογικό.
Μεγάλο προβληματισμό προκάλεσε επίσης η πρόσφατη απόφαση που εξέδωσε στις 4 Σεπτεμβρίου 2019 η Αρχή Προστασίας Δεδομένων κατά της αναγραφής της ιθαγένειας και του θρησκεύματος στα απολυτήρια και τα αρχεία που τηρούνται στα σχολεία, καθώς επίσης και για την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, που είναι προδήλως παράνομη, διότι όφειλε η «Αρχή» να θέσει στο αρχείο τις αιτήσεις των Ενώσεων Αθέων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και όχι να εκφέρει κρίσιν επ’ αυτών. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της «Αρχής» οι συγκεκριμένες διαδικασίες για την αναγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας στα στοιχεία που τηρούνται στο σχολείο, στους τίτλους και πιστοποιητικά σπουδών της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και στο πληροφοριακό σύστηµα «myschool», αλλά και στη δήλωση ότι ο µαθητής δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος προκειμένου να απαλλαγεί από το µάθηµα των Θρησκευτικών αντιβαίνουν «τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, οι οποίες κατοχυρώνουν την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και τη θρησκευτική ελευθερία, ως συνταγµατική αρχή και ως ατοµικό δικαίωµα και µε το άρθρο 9 της ΕΣ∆Α, διότι αντιβαίνει στην αρνητική θρησκευτική ελευθερία των µαθητών και των γονέων τους, οι οποίοι έχουν και το ειδικότερο δικαίωµα να διαπαιδαγωγήσουν ελευθέρως τα παιδιά τους µε βάση τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις, σύµφωνα µε το άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ∆Α, καθώς και µε το άρθρο 9 της ΕΣ∆Α και το άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ∆Α». Επίσης αντιβαίνουν προς τη θεµελιώδη αρχή της αναγκαιότητας της επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα.     Ωστόσο οι παρά πάνω ισχυρισμοί, πέραν των ανωτέρω, όπως αναφέρει πολύ εύστοχα πρόσφατο δημοσίευμα, (https://www.inewsgr.com/0/dyo-dikastikes-apofaseis-adeiazoun-tin-archi-prostasias-gia-ta-thr), δεν έχουν κανένα νομικό έρεισμα, διότι έρχονται σε ευθεία αντίθεση με δυο δικαστικές αποφάσεις, όπως θα δούμε παρά κάτω, προκαλώντας το εύλογο ερώτημα, γιατί οι αρμόδιοι νομικοί της Αρχής δεν τις έλαβαν υπόψη τους κατά την έκδοση της απόφασής τους.
Η πρώτη είναι η  απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων που αφορούσε στο ζήτημα της απαλλαγής μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών. Η απόφαση τόνιζε ότι «οι άθρησκοι, οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι μαθητές έχουν δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, αλλά μόνον όταν συντρέχουν στο πρόσωπό τους λόγοι θρησκευτικής συνείδησης, τους οποίους οφείλουν να επικαλούνται οι ίδιοι, ή οι γονείς τους (ότι δηλαδή είναι άθεοι, αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι)». Συνεπώς τεκμηριωμένα θα έπρεπε να υπάρξει αιτιολόγηση του λόγου απαλλαγής. Επιπλέον, σύμφωνα με την ίδια απόφαση «οι διευθυντές των σχολικών μονάδων, οφείλουν να ελέγχουν τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων (λόγων) απαλλαγής, ότι δηλαδή πρόκειται για άθεο, ή αλλόδοξο, ή ετερόθρησκο μαθητή, προκειμένου να διαπιστωθεί η τήρηση του προεκτεθέντος συνταγματικού κανόνα του ειδικού σκοπού του μαθήματος των Θρησκευτικών, που πραγματώνεται με την υποχρεωτική παρακολούθηση από τους Ορθόδοξους μαθητές και για να τηρηθεί ο συνταγματικός κανόνας του άρθρου 13 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, ώστε να διευκολυνθεί ο άθρησκος, αλλόθρησκος, ή ετερόδοξος μαθητής, στην άσκηση του δικαιώματός του να απολαύσει “ανεμπόδιστα” την ελευθερία της θρησκευτικής του συνείδησης. Απορρίπτεται η χρήση του δικαιώματος της απαλλαγής με το πρόσχημα ότι υπάρχουν λόγοι συνείδησης».
Η δεύτερη είναι  η απόφαση 660/2018 του Συμβουλίου της Επικρατείας για το πρόγραμμα σπουδών επί Νίκου Φίλη για το μάθημα των Θρησκευτικών, η οποία ανατρέπει πλήρως  το κύρος της απόφασης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που λοιδωρήθηκε από τον δήθεν προοδευτικό χώρο ως «σκοταδιστική», έκρινε ότι «ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι, άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών χωρίς καμμία δυσμενή συνέπεια, εφ’ όσον οι γονείς τους υποβάλουν αξιόπιστη δήλωση ότι δεν επιθυμούν, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, ήτοι διότι είναι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι, να παρακολουθήσουν τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών».
Κλείνοντας, δεν κρύβουμε την αγωνία μας για την επαναφορά στην νομιμότητα, την αποκατάσταση μιας άδικης μεταχειρίσεως της Εκκλησίας μας σε σχέση με τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες και ομολογίες, αλλά και την καταφανή περιφρονήση της θελήσεως της συντριπτικής πλειοψηφίας του πιστού λαού μας. Για μας τους Ορθοδόξους Έλληνες η Εκκλησία μας δεν εξυπηρετεί απλά «θρησκευτικές ανάγκες», αλλά είναι τρόπος ζωής, απόλυτα συνυφασμένη με την μακραίωνη εθνική μας πορεία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, δεν έχει την οποιαδήποτε σχέση με τις αιρετικές «εκκλησίες», τις οποίες ο δυτικός άνθρωπος πασχίζει να «ξεφορτωθεί» στις τραγικές ημέρες μας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι η τροφός του Γένους μας και η σώζουσα διδασκαλία της είναι η αληθινή ζωή και ο τρόπος πραγματώσεως του πιστού λαού μας. Γι’ αυτό και απαιτούμε να είναι υποχρέωση του Κράτους μας να μορφώνει τα παιδιά μας «εν Χριστώ», καθιστώντας αυτά «σύμμορφους της εικόνας» Αυτού. Χωρίς να παραγνωρίζουμε την αξία της κατά κόσμον γνώσεως και σοφίας, προτάσσουμε την εν Χριστώ «μόρφωση», διότι όπως τονίζει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας: «και νους και επιθυμία προς εκείνον (τον Χριστόν) κατεσκευάσθη, και λογισμόν ελάβομεν, ίνα τον Χριστόν γινώσκωμεν, επιθυμίαν, ίνα προς εκείνον τρέχομεν, μνήμην έσχομεν, ιν’ εκείνον φέρωμεν, επεί και δημιουργημένοις αυτός αρχέτυπον ην» (Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ ζωής 6, PG 150,680A). Για μας πρότυπο δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεάνθρωπος και ως εκ τούτου, ο εκπαιδευτικός προσανατολισμός μας είναι η Εκείνου προσοικείωση. Καλούμε λοιπόν και εμείς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να αφουγκραστεί και να συνειδητοποιήσει αυτή την πραγματικότητα και να προχωρήσει στην αληθινά επωφελή διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στα παιδιά μας, στους αυριανούς πολίτες της πατρίδας μας.

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2019

ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΠΕΘ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ


ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ                                    
Αθήνα, 6 Σεπτεμβρίου 2019
Χαλκοκονδύλη 37 – 104 32 ΑΘΗΝΑ                                            
Αρ. Πρωτ.:  52
Τηλ. 210 5224180 FAX 2105224420
Email: petheol@gmail.com
Ιστοχώρος: petheol.gr

Προς: κ. Κωνσταντίνο Μενουδάκο
Επιτ. Πρόεδρο του ΣτΕ
Πρόεδρο της Αρχής Προστασίας
Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Κοιν.: κ. Νίκη Κεραμέως
Υπουργό Παιδείας & Θρησκευμάτων

Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,

Όπως διαβάσαμε στον τύπο, εξεδώσατε απόφαση με την οποία ισχυρίζεστε ότι δεν θα πρέπει να δηλώνεται το θρήσκευμα να παίρνουν απαλλαγές οι μαθητές, ούτε να αναγράφεται το θρήσκευμα και η υπηκοότης στα απολυτήρια των μαθητών. Οφείλουμε να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων 115/2012 που είναι υποχρεωτικά εφαρμοστέα, συγκρούεται άμεσα με το σκεπτικό της απόφασης της Ανεξάρτητης Αρχής που υπηρετείτε, διότι κρίνει το θέμα εντελώς διαφορετικά, καθώς υποχρεώνει όλους τους μαθητές να δηλώνουν το θρήσκευμά τους και ορίζει και την διαδικασία χορήγησης των απαλλαγών(1).
Υπ’ όψη ότι η ως άνω απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων έχει ισχύ απόφασης Συμβουλίου της Επικρατείας. 
Σας ενημερώνουμε επίσης, ότι εκτός από την προειρημένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, υπάρχει και η Απόφαση 660/2018 του Συμβουλίου της Επικρατείας για το Πρόγραμμα Σπουδών του πρώην Υπουργού Παιδείας  κ. Ν. Φίλη για το μάθημα των Θρησκευτικών, η οποία κρίνει ότι οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών «χωρίς καμμία δυσμενή συνέπεια, εφ’ όσον οι γονείς τους υποβάλουν αξιόπιστη δήλωση ότι δεν επιθυμούν, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, ήτοι διότι είναι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι, να παρακολουθήσουν τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών».
Σημειώνουμε τα ανωτέρω, θεωρώντας βάσιμη την ανάγκη για διορθωτική έκδοση της απόφασής σας. Στην περίπτωση που η εν λόγω  απόφασή σας έχει υπόψη της τα ανωτέρω δεδομένα, αποτελεί παράλειψη, εν προκειμένω, ο ερμηνευτικός παραγκωνισμός τους που επισημαίνουμε, κάτι που δεν είναι ασυνάρτητο ως προς το άρθρ. 42 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα.
Υπ’ όψη ότι το προαναφερόμενο άρθρ. 10 του  Συντάγματος σας υποχρεώνει να μας στείλετε σύντομα την απάντησή σας, προκειμένου να προχωρήσουμε, αν χρειαστεί, στις κατά νόμον περαιτέρω ενέργειες μας.

Μετά τιμής
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
            Ο Πρόεδρος                                                  Ο Γεν.  Γραμματέας
       Ηρακλής Ρεράκης                                          Παναγιώτης Τσαγκάρης
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ                      Υπ. Δρ. Θεολογίας

1.       Η Απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων που αφορούσε στο ζήτημα της απαλλαγής μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών τόνιζε ότι «οι άθρησκοι, οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι μαθητές έχουν δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, αλλά μόνον όταν συντρέχουν στο πρόσωπό τους λόγοι θρησκευτικής συνείδησης, τους οποίους οφείλουν να επικαλούνται οι ίδιοι ή οι γονείς τους (ότι δηλαδή είναι άθεοι, αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι)» συνεπώς τεκμηριωμένα θα πρέπει να υπάρξει αιτιολόγηση του λόγου απαλλαγής. Επιπλέον, σύμφωνα με την ίδια απόφαση «οι διευθυντές των σχολικών μονάδων, οφείλουν να ελέγχουν τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων (λόγων) απαλλαγής, ότι δηλαδή πρόκειται για άθεο ή αλλόδοξο ή ετερόθρησκο μαθητή, προκειμένου να διαπιστωθεί η τήρηση του προεκτεθέντος συνταγματικού κανόνα του ειδικού σκοπού του μαθήματος των Θρησκευτικών, που πραγματώνεται με την υποχρεωτική παρακολούθηση από τους Ορθόδοξους μαθητές και για να τηρηθεί ο συνταγματικός κανόνας του άρθρου 13 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, ώστε να διευκολυνθεί ο άθρησκος, αλλόθρησκος ή ετερόδοξος μαθητής, στην άσκηση του δικαιώματός του να απολαύσει “ανεμπόδιστα” την ελευθερία της θρησκευτικής του συνείδησης. Απορρίπτεται η χρήση του δικαιώματος της απαλλαγής με το πρόσχημα ότι υπάρχουν λόγοι συνείδησης».