ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΦΑΩ ΠΙΤΑ!

Ο Θεός δεν θέλει να φάω πίτα!!

Κάποιος Γέροντας αρρώστησε βαριά και του κόπηκε η όρεξη. Ο υποτακτικός του, για να τον ευχαριστήσει, τον παρακάλεσε να του επιτρέψει να του φτιάξει μια μικρή πίτα. Μπροστά στην επιμονή του νέου, υποχώρησε ο Γέροντας και τον άφησε. Από την βιασύνη του ο υποτακτικός έκανε λάθος κι αντί για μέλι έριξε στην πίτα λινέλαιο, που μεταχειρίζονταν στο εργόχειρό τους.
Μόλις έβαλε λίγο στο στόμα του ο Γέροντας, κατάλαβε το λάθος του υποτακτικού, αλλά για να μην τον λυπήσει, δεν είπε τίποτε. Βίασε τον εαυτό του να φάει, αλλά ήταν αδύνατον. Το λινέλαιο έχει αηδιαστική γεύση. Βλέποντάς τον ανόρεκτο ο νέος, τον πίεζε να φάει. Για να τον πείσει, έβαλε κι αυτός λίγο στο στόμα του, λέγοντας:
- Είναι πολύ ωραίο. Να, τρώω κι εγώ.
Μα αμέσως κατάλαβε το λάθος που είχε κάνει κι έβαλε τις φωνές:
- Αλίμονο, σε θανάτωσα, Αββά. Και δεν μου έλεγες τίποτε τόση ώρα;
- Μην στενοχωριέσαι, παιδί μου, του είπε με καλοσύνη ο Όσιος. Αν ήθελε ο Θεός να φάω πίτα, θα είχες βάλει μέσα μέλι.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Η ΑΓΑΠΗ Η ΜΕΓΑΛΗ!

Ἡ αγάπη η μεγάλη...

Κάποτε δυὸ ἀδελφοὶ μιᾶς Σκήτης κατέβηκαν στὴν Ἀλεξάνδρεια γιὰ νὰ διαθέσουν τὰ ἐργόχειρά τους.
Ὁ ἕνας ἐξ αὐτῶν ὅμως παρασύρθηκε ἀπὸ μιὰ γυναῖκα καὶ ἔπεσε στὴν ἁμαρτία τῆς πορνείας.
Ἀπελπισμένος λοιπὸν πῆγε στὸν ἀδελφό του καὶ τοῦ εἶπε:
– Κοίταξε νὰ δῆς, ἐγὼ δυστυχῶς ἔπεσα σὲ ἁμαρτία, δὲν γυρίζω πίσω. Πήγαινε μόνος σου.
Ὁ ἄλλος ἀδελφός, ποὺ ἦταν ἁγνὸς νέος, ταράχθηκε στὸ ἄκουσμα τῆς ἁμαρτίας, στὴν ὁποία εἶχε πέσει ὁ ἀδελφός του. Δὲν τὸ ἔδειξε ὅμως, καὶ μάλιστα ἔκανε κάτι πάρα πολὺ μεγάλο.
Γιὰ νὰ ἁρπάξη τὸν ἀδελφὸ ἀπὸ τὰ νύχια την απελπισία προσποιήθηκε ὅτι καὶ αὐτὸς ἔκανε τὸ ἴδιο πρᾶγμα, ὅτι ἔπεσε δηλαδὴ στὴν ἁμαρτία.
– Ἂς πᾶμε τώρα, ἔτσι κι ἀλλιῶς κι ἐγὼ ἔπεσα, κι ἐσὺ ἔπεσες, ἂς πᾶμε πίσω, ἂς κοπιάσουμε καὶ οἱ δυὸ μαζὶ καὶ ὁ φιλάνθρωπος Θεός, ὅπως εἶναι καὶ ἀγαθὸς καὶ οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, θὰ δῆ τὴ μετάνοιά μας καὶ θὰ μᾶς συγχωρήση.
Ἐσὺ θὰ βοηθῆς ἐμένα, ἐγὼ θὰ βοηθῶ ἐσένα καὶ ἔτσι θὰ κάνουμε τὸν ἀγῶνα μας, θὰ κάνουμε τὸν κανόνα μας καὶ θὰ σωθοῦμε. Ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε!
Πείσθηκε ὁ ἄλλος. Ἀφοῦ κι ὁ ἀδελφὸς ἔπεσε, ἔ, σκέφθηκε, θὰ εἴμαστε οἱ δυὸ μας.
Πῆγαν, ἔπεσαν καὶ οἱ δυὸ μαζὶ γονατιστοὶ μπροστὰ στὸν Πνευματικό καὶ ἐξομολογήθηκαν ὅτι ἔκαναν μαζὶ τὴν ἁμαρτία.
Καὶ τιμωρήθηκαν αὐστηρότατα ἀπὸ τοὺς πατέρες ἐκεῖ καὶ τοὺς Γεροντάδες τῆς ἐρήμου.
Μαζὶ μὲ τὸν ἁμαρτωλὸ κανονίστηκε καὶ ὁ ἁγνὸς νέος.
Μιὰ νὐκτα, ὅπως προσευχόταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους Γέροντες, ἔξω στὴν ἔρημο, ἄκουσε φωνὴ ἐξ οὐρανοῦ νὰ λέγη τὰ ἑξῆς:
– Γιὰ τὴ μεγάλη ἀγάπη καὶ τὴ θυσία τοῦ ἀθώου, συγχωρῶ καὶ τὸν ἔνοχο!
Ὕστερα ἀπὸ τὴν διαβεβαίωσι αὐτή, οἱ πατέρες ἔλυσαν καὶ τοὺς δύο ἀπὸ τὸ ἐπιτίμιο, χωρὶς νὰ μάθουν ποτὲ ποιὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς ἔνοχος.

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΠΟΥ ΘΕΩΡΟΥΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΑΝΩΤΕΡΟ ΟΛΩΝ!


Ήταν ένας μέγας ασκητής, που όταν πήγε στην έρημο είπε στον Χριστό:
- Χριστέ μου, εγώ θέλω να αφιερωθώ σε σένα και να μην ασχολούμαι με κανένα υλικό πράγμα, ώστε να έχω ασταμάτητη καρδιακή προσευχή, ευχόμενος για την σωτηρία της ψυχής μου και όλου του κόσμου. Και Εσύ ως κυβερνήτης και τροφεύς παντός ανθρώπου, να θρέψεις και εμένα με τον τρόπο που γνωρίζεις..
Έτσι άρχισε τον αγώνα του και προς το δειλινό, έβρισκε έξω από το κελάκι του, ένα ολόλευκο ευωδιαστό και ζεστό άρτο!
Κάποιος Άγγελος Κυρίου του έφερνε αυτόν τον ουράνιο άρτο. Πέρασε ο καιρός και στον ασκητή του μπήκε ο πρώτος λογισμός:
''Βλέπεις, πως μετά από τόσα χρόνια ευαρέστησες τον Χριστό και σε φέρνει Άγγελος Κυρίου ουράνιο άρτο... Συμβαίνει άραγε αυτό το πράγμα, σε κάποιον άλλον ασκητή; Από ότι γνωρίζω, έλεγε μέσα του, δεν συμβαίνει σε κανέναν άλλον ασκητή, άρα είμαι καλύτερος από τους άλλους!...
Την άλλη μέρα όμως, βρίσκει έξω από το κελάκι του, μισό άρτο. Το είδε ο ασκητής, δεν του άρεσε βέβαια, αλλά είπε, έστω και μισό άρτο, καλό είναι και αυτό! Ο λογισμός όμως, ότι είναι ανώτερος από τους άλλους ριζώθηκε μέσα του, καθότι τρώει άρτο εξ ουρανού.
Όμως μέρα με την ημέρα, ο άρτος που του έφερνε ο Άγγελος λιγόστευε, με αποτέλεσμα ο άρτος να περιοριστεί μέσα σε λίγο καιρό, σε μια μπουκιά!
Αλλά και πάλι ο ασκητής έλεγε μέσα του:
''Έστω και μια μπουκιά αγγελική να τρώω, σαν αντίδωρο, πάλι είμαι καλύτερος από τους άλλους, που δεν γεύτηκαν ποτέ ουράνιο άρτο!...''
Αποτέλεσμα ήταν, ένα δειλινό, ο Άγγελος δεν του έφερε τίποτα. Άνοιξε ο ασκητής την πόρτα του κελιού του και διαπιστώνει έκπληκτος, ότι δεν υπήρχε ούτε μία μπουκιά! Καταστενοχωρημένος πήγε να ξαπλώσει.
Και του λέει ο Άγγελος φύλακάς του, μέσα στην συνείδησή του:
- Αγαπητέ, από εδώ και στο εξής θα εργάζεσαι και με τα χρήματα που θα βγάζεις από το εργόχειρό σου, θα εξασφαλίζεις τον επιούσιον άρτον.
Ο ασκητής μετανόησε και έκλαψε χρόνους πολλούς και τελικά έφτασε σε υψηλά μέτρα αγιότητας και μετανοίας. Παρακάλεσε πολλές φορές τον Άγγελο:
'- Έστω ένα αντίδωρο να μου ξαναφέρεις, μια μόνο φορά! Μια φορά μόνο!!!''.
Και του είπε ο Άγγελος:
- Ούτε μία!!!. Σου αρκεί, που ο Χριστός σε συγχώρεσε από ένα τέτοιο θανάσιμο ψυχικό αμάρτημα, να νομίζεις δηλ. ότι είσαι ανώτερος όλων...

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΦΥΤΕΨΕ ΜΙΑ ΕΛΙΑ ΚΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ!



Ένας μοναχός φύτεψε μια ελιά και άρχισε να προσεύχεται:
Κύριε, στείλτε μου βροχή.
Και ο Κύριος έστειλε βροχή στη γη.
Το δέντρο ήταν κορεσμένο με υγρασία και ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται: Και τώρα, Κύριε, σας ζητώ να στείλετε πολύ ήλιο – το δέντρο μου χρειάζεται ζεστασιά.
Και ο Κύριος έστειλε τον ήλιο.
Το δέντρο μεγάλωσε.
Ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται γι ‘αυτό: Κύριε, δώσε λίγο παγετό για να ενισχυθούν οι ρίζες και τα κλαδιά. Ο Κύριος έστειλε παγετό και … το δέντρο πέθανε.
Ο μοναχός ήταν πολύ αναστατωμένος.
Πήγε σε άλλον μοναχό για να πει την ιστορία του και να μοιραστεί τη θλίψη του.
Έχω επίσης μια ελιά, κοίτα – απάντησε ένας άλλος μοναχός.
Το δέντρο του έχει μεγαλώσει όμορφα. Αλλά προσευχήθηκα διαφορετικά.
Είπα στον Θεό ότι είναι ο Δημιουργός αυτού του δέντρου και ότι ξέρει καλύτερα τι χρειάζεται γι ‘αυτό.
Απλώς ζήτησα από τον Θεό να τον φροντίσει και το κάνει.
Αυτό ισχύει για εμάς. Συχνά ρωτάμε, κατά τη γνώμη μας, τι χρειαζόμαστε. Αλλά μόνο ο Θεός ξέρει τι χρειαζόμαστε. Τον εμπιστευόμαστε εντελώς!

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2019

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΕΙΡΗΝΗ : ΑΠΟ ΤΟΥΡΙΣΤΡΙΑ ΕΓΙΝΕ ΜΟΝΑΧΗ ΚΑΙ ΒΟΗΘΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΕ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Μια γερόντισσα στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Βαλσαμίτη, στην Αμοργό συγκινεί με τα λόγια της. Ανέλαβε την εγκαταλελειμμένη από το 1757 μονή και την έκανε έναν μικρό παράδεισο.

Σύμφωνα με την ίδια, μπορεί να βοηθήσει κάποιον με κατάθλιψη στο να γίνει καλά, αν μείνει μαζί της για λίγο.

Ο λόγος γίνεται για την Γερόντισσα Ειρήνη. Είναι η μοναδική μοναχή που βρίσκεται στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Βαλσαμίτη στην Αμοργό. Από τουρίστρια, έγινε καλόγρια και ανέστησε την εγκαταλελειμμένη μονή. Το κτήριο αυτό, παρέμενε ερειπωμένο από το 1757. Πρόκειται για έναν παράδεισο που δεν πρέπει με τίποτα να παραλείψετε, αν ποτέ επισκεφθείτε την Αμοργό.

«Φέρτε μου εδώ κάποιον με κατάθλιψη και θα τον κάνω καλά», είναι τα λόγια που τονίζει σε όσους επισκέπτονται το ξακουστό Μοναστήρι.


Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΛΕΓΕ ΛΑΘΟΣ ΤΗΝ ΕΥΧΗ..!!!


Πριν από πολλά χρόνια ζούσε σε κάποιο χωριό ένας νέος, που από μικρός είχε πόθο να γίνει ασκητής.
Υπήρχαν όμως κάποιες δυσκολίες: Ήταν αγράμματος, βραδύγλωσσος, λίγο βραδύνους και με οικογενειακές υποχρεώσεις.


Όμως στην ηλικία των 40 περίπου ετών μπόρεσε να πραγματοποιήσει την κρυφή του αγία επιθυμία. Έφυγε από το χωριό του και περιπλανώμενος από τόπου εις τόπον κατέληξε σ’ένα ερημονήσι, όπου βρήκε ένα γέρο ασκητή που του ανάπαυσε την καρδιά και έγινε υποτακτικός του.

Με έκπληξη λοιπόν παρατηρούσε ότι: όταν προσηύχετο ο Γέροντας του έλαμπε ολόκληρος και ιδιαιτέρως όταν παρακλητικά και μετά δακρύων έλεγε «Κύριε, ελέησον με». Ο Γερο-ασκητής ήταν κι αυτός αγράμματος, αλλά οι συμβουλές του ήταν πολύτιμες και γεμάτες σοφία και όλη του η πνευματική προσπάθεια συγκεντρώνετο στο πως να μάθει να προσεύχεται και ο υποτακτικός του με το «Κύριε ελέησον με».
Την τελευταία ημέρα της ζωής του ο Γέροντας ασκητής χάρισε στον υποτακτικό του το τρίχινο μισοτριμμένο ράσο του, ξάπλωσε κάτω, έκανε τον σταυρό του και λέγοντας τρεις φορές «Κύριε ελέησον με», «Κύριε ελέησον με», «Κύριε ελέησον με» η οσιακή του ψυχή πέταξε στον ουρανό.

Μετά την κοίμηση και ταφή του Γέροντός του ο εν λόγω υποτακτικός ζούσε πλέον ολομόναχος στο ερημονήσι ως ασκητής και ησυχαστής μέσα σε μια σπηλιά, ακολουθώντας το ίδιο τυπικό προσευχής και κανόνων που παρέλαβε από τον Γέροντά του. Έτσι πέρασαν 30 ολόκληρα χρόνια, χωρίς να δει ποτέ του άνθρωπο.

Με το πέρασμα όμως των ετών και με την βραδυγλωσσία και βραδύνοια που τον διέκρινε, μπέρδευε τα λόγια της ευχής και προσευχόμενος έλεγε «Κύριε, μη με ελεήσεις».
Η καρδιά του όμως ήταν δοσμένη ολόκληρη στον Θεό, γι’αυτό και τα δάκρυα έτρεχαν άφθονα από τα γεροντικά του μάτια, όταν μέρα νύχτα προσήχευτο με κατάνυξη και συντριβή, επαναλαμβάνοντας χιλιάδες φορές το «Κύριε, μη με ελεήσεις».
Κάποια ανοιξιάτικη μέρα ένα καράβι άραξε κοντά στο ερημονήσι. Ένας από τους επιβάτες του ήταν ο επίσκοπος της επαρχίας εκείνης και ο καπετάνιος για να τον ξεκουράσει και να τον ευχαριστήσει τον πήρε με μια βάρκα και πήγαν στο νησί για να περπατήσουν.

Αντίκρυσαν εκεί ένα μονοπάτι το οποίο ακολούθησαν και έφθασαν μπροστά σε μια σπηλιά όπου από μέσα άκουσαν την πονεμένη προσευχή του ασκητή που έλεγε συνεχώς «Κύριε, μη με ελεήσεις».

Προχώρησε ο επίσκοπος και είδε έναν σκελετωμένο γέροντα ασκητή, με μάτια βαθουλωμένα μέσα στις κόγχες τους, να είναι γονατιστός και ολόλαμπρος να προσεύχεται και να κλαίει. Ο δεσπότης με πολλή συστολή προσπάθησε να του πει ότι αυτή η προσευχή του δεν είναι σωστή και πρέπει να λέει «Κύριε ελέησον με».
Ταράχτηκε ο ασκητής πιστεύοντας, ότι 30 τόσα χρόνια έκανε κακό στην ψυχή του και ξέσπασε σε κλάματα ικετεύοντας τον επίσκοπο να τον μάθει να λέει σωστά την προσευχή.
Κι εκείνος με δέος προσπάθησε για αρκετή ώρα να του «στρώσει» την γλώσσα στο να λέει «Κύριε ελέησον με».
Φεύγοντας ο επίσκοπος, τον συνόδευσε ο ασκητής μέχρι την ακροθαλασσιά, επαναλαμβάνοντας μαζί του το «Κύριε ελέησον με», για να μην το ξεχάσει.
Το καράβι έφυγε και ο ασκητής το παρακολουθούσε με το βλέμμα του λέγοντας συνεχώς «Κύριε ελέησον με».

Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και ο ερημίτης ξέχασε το «Κύριε ελέησον με», σάστισε και ζαλίστηκε!!!
-Και τώρα τι θα γίνω; και ξέσπασε σε δάκρυα.
Στην απελπισία του πετάει στην θάλασσα το κουρελιασμένο ράσο του και βαδίζει πάνω σ’αυτό προς το καράβι.
-Φάντασμα, φάντασμα..! φώναζαν τρομαγμένοι οι ναύτες.
Με τις φωνές ανέβηκε ο δεσπότης στο κατάστρωμα και είδε τον ασκητή να του φωνάζει:
-Τι να λέω; Τι να λέω; Τι να λέω δεσπότη μου;
Και εκείνος με συγκίνηση του απάντησε:
-Ότι έλεγες να λες παιδί μου! Αυτή είναι η καλύτερη προσευχή για την ψυχή σου.
Συγχώρεσε με και κάνε και για μένα έναν σταυρό!


*Από το βιβλίο: «Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ» του πρωτοπρεσβύτερου Στέφανου Κ. Αναγνωστόπουλου (Κεφ.1 -Η προσευχή με το όνομα του Ιησού Χριστού).


Παρασκευή 7 Ιουνίου 2019

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΓΑΜΟΣ Ή ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ;


Γάμος ή μοναχισμός;

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Και οι δύο δρόμοι που έχει χαράξει ή Εκκλησία μας είναι ευλογημένοι, γιατί και οι δύο μπορούν να τους οδηγήσουν στον Παράδεισο, αν ζήσουν κατά Θεόν. Ας υποθέσουμε ότι δύο άνθρωποι ξεκινούν να πάνε σε ένα Προσκύνημα. Ό ένας πηγαίνει με το λεωφορείο από τον δημόσιο δρόμο και ό άλλος πηγαίνει με τα πόδια από κάποιο μονοπάτι. Και οι δύο όμως έχουν τον ίδιο σκοπό. Ό Θεός και το ένα το χαίρεται και το άλλο το θαυμάζει. Κακό είναι, όταν αυτός που πάει από το μονοπάτι κατακρίνει μέσα του τον άλλον, που πάει από τον δημόσιο δρόμο, ή και το αντίστροφο...
Εγώ μέχρι τώρα σε κανέναν νέο δεν είπα ούτε να παντρευτεί ούτε να γίνει καλόγερος. Αν κάποιος με ρωτήσει, του λέω: «Να κάνης αυτό που σε αναπαύει, φθάνει να είσαι κοντά στον Χριστό». Και αν μου πει ότι δεν αναπαύεται στον κόσμο, τότε του μιλάω για τον Μοναχισμό, για να τον βοηθήσω να βρει τον δρόμο του.

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΦΥΤΕΨΕ ΜΙΑ ΕΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ: ΚΥΡΙΕ, ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΟΥ ΒΡΟΧΗ.


Και ο Κύριος έστειλε βροχή στη γη.

Το δέντρο ήταν κορεσμένο με υγρασία και ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται:

Και τώρα, Κύριε, σας ζητώ να στείλετε πολύ ήλιο – το δέντρο μου χρειάζεται ζεστασιά.

Και ο Κύριος έστειλε τον ήλιο.
Το δέντρο μεγάλωσε.

Ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται γι ‘αυτό: Κύριε, δώσε λίγο παγετό για να ενισχυθούν οι ρίζες και τα κλαδιά.
Ο Κύριος έστειλε παγετό και … το δέντρο πέθανε.

Ο μοναχός ήταν πολύ αναστατωμένος.
Πήγε σε άλλον μοναχό για να πει την ιστορία του και να μοιραστεί τη θλίψη του.

Έχω επίσης μια ελιά, κοίτα – απάντησε ένας άλλος μοναχός.

Το δέντρο του έχει μεγαλώσει όμορφα. Αλλά προσευχήθηκα διαφορετικά. Είπα στον Θεό ότι είναι ο Δημιουργός αυτού του δέντρου και ότι ξέρει καλύτερα τι χρειάζεται γι ‘αυτό.
Απλώς ζήτησα από τον Θεό να τον φροντίσει και το κάνει.

Αυτό ισχύει για εμάς. Συχνά ρωτάμε , κατά τη γνώμη μας, τι χρειαζόμαστε. Αλλά μόνο ο Θεός ξέρει τι χρειαζόμαστε. Τον εμπιστευόμαστε εντελώς!

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

ΝΑΤΑΛΙΑ ΛΙΟΝΑΚΗ: ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ ΤΟ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟ ΓΙΑΤΙ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΑ ΑΠΟ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΦΩΣ

«Δεν ακολούθησα το δρόμο του Θεού από ερωτική απογοήτευση ούτε από κατάθλιψη, τον ακολούθησα επειδή με πλημμύριζε από χαρά και φως ο Χριστός».
Αυτά ήταν τα λόγια της Ναταλίας Λιονάκη στη δημοσιογράφο Μαρία Γιαχνάκη όταν την είχε συναντήσει στο σπίτι της στο Παγκράτι, την περίοδο που όλοι την κυνηγούσαν για να μιλήσει στα τηλεοπτικά παράθυρα.
Οι δύο γυναίκες είχαν καθίσει για ώρες μαζί στον καναπέ του σπιτιού της Ναταλίας όπου είχε βρεθεί για λίγες ώρες ώστε να δει τη μητέρα της που ήταν ασθενής΄.

Η Ναταλία τότε έλεγαν όλοι ήταν σαν χαμένη, όμως η Ναταλία δεν ήταν καθόλου σαστισμένη απλώς είχε παραδώσει την ζωή της, στο θέλημα του Θεού προσπαθώντας να κόψει το δικό της θέλημα όπως λένε στην μοναστική ζωή και είχε βάλει στόχο να αξιωθεί να την δεχθούν στον Μοναχισμό.
Στα χέρια της κρατούσε πάντα το κομποσκοίνι κι έλεγε την ευχή: «Κύριε Χριστέ ελέησόν με».
«Έχω πάντα τον Χριστό στο μυαλό μου και κάνω πάντα νοερή προσευχή.
Δεν με θλίβει τίποτα μόνο νιώθω την χαρά που προσεύχομαι και προσπαθώ με την προσευχή να μην αποσπώ το νου μου.»

Η Ναταλία έδινε απαντήσεις πνευματικές σε όσους την ρωτούσαν για την επιλογή της αλλά 
κανείς δε μπορούσε να καταλάβει αν δεν είχε σχέση με το Θεό τι σήμαιναν τα λόγια της.
Η Ναταλία ταπεινώθηκε, έδωσε τα υπάρχοντά της στον κόσμο, μελέτησε πατερικά κείμενα, έμαθε να διαβάζει ακολουθίες και το σημαντικότερο; 


Έκανε παρακλήσεις στην Παναγία και γονάτιζε στην Παναγία προσφέροντάς της πλούσια τα δάκρια της μετάνοιάς της.

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017

ΧΕΙΡΟΤΟΝΗΘΗΚΕ ΜΟΝΑΧΗ ΣΤΗΝ ΚΕΝΥΑ Η ΝΑΤΑΛΙΑ ΛΙΟΝΑΚΗ

Kαι επίσημα μοναχή είναι πλέον η Κρητικιά ηθοποιός Ναταλία Λιονάκη, η οποία φέρει το όνομα «Φεβρωνία». Η χειροτονία της ηθοποιού έγινε στις 14 Αυγούστου 2017 στην Κένυα με την στήριξη του πνευματικού της πατέρα Απόστολου, ο οποίος πριν μερικές μέρες επισκέφτηκε ύστερα από απουσία 4 ετών, τo Ηράκλειο.
Η Ναταλία Λιονάκη, έχοντας μια τελείως διαφορετική εικόνα από την κοσμική της,  ασπάστηκε και επίσημα τον μοναχισμό και με μεγάλη χαρά, αποδέχθηκε να συνεχίσει την ζωή της δίπλα στον Χριστό. Με μακριά λυμένα μαλλιά που ξεπερνούσαν τα γόνατα, με λευκό χιτώνα και σκυμμένο το κεφάλι, η γνωστή πρώην ηθοποιός παρουσιάστηκε στην διαδικασία της μοναχικής «κουράς».
Έχοντας στο πλευρό τον πνευματικό της πατέρα Απόστολο και τρεις- τέσσερις μοναχές αμίλητη και ταπεινή, μάζεψε τα μαλλιά της κότσο, έβαλε το ζωστικό, το πολυσταύρι, τη δερμάτινη ζώνη και τα σανδάλια, το εξώρασο και τέλος τον μανδύα - χαρακτηριστικά τμήματα ένδυσης που συμβολίζουν τη νέκρωση του Χριστού - και εκάρη μοναχή.

Η χειροτονία τελέστηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Μάρκου Chavogere στην Κένυα, από τον Κρητικής καταγωγής Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόδωρο Β΄ και  τον HGBishop Aθανάσιο Kisumu.


Τετάρτη 3 Μαΐου 2017

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ: ΚΑΠΟΙΟ ΛΑΘΟΣ ΕΧΕΤΕ ΠΑΝΩ ΣΑΣ

Το προορατικό και διορατικό χάρισμα του γέροντος Ιωσήφ του Σπηλαιώτου

Ο Γέροντας Ιωσήφ ήταν πολύ πεπειραμένος. Όταν τον επισκεπτόμασταν κατά τις νύχτες για εξομολόγηση, πολλές φορές έπαιρνε αυτός την πρωτοβουλία και μας εξηγούσε λεπτομερώς το πρόβλημά μας και την λύση του, προτού να του περιγράψουμε τι μας απασχολούσε! Δηλαδή, γνώριζε την εσωτερική μας κατάσταση και μας εξηγούσε σε τι οφείλεται και πώς πρέπει να την αντιμετωπίσουμε, είτε πρόκειται για λογισμούς είτε για πάθη είτε για ενέργειες της Χάριτος.
Δεν είχε ανάγκη να ερωτήσει, για να αναλύσει τα προβλήματα και ν’ απαντήσει. Με μια απλή ματιά διάβαζε τους λογισμούς μας. Διότι αφ’ ενός μεν είχε τεράστια ασκητική εμπειρία, αφ’ ετέρου δε είχε την Χάρη της διοράσεως.
Θαυμάζαμε πώς ήξερε τον εσωτερικό μας κόσμο τόσο καλά, ενώ εμείς οι ίδιοι δυσκολευόμασταν να τον περιγράψουμε! Ως τόσον όμως, συνήθως δεν φανέρωνε ξεκάθαρα ότι διάβαζε τους λογισμούς μας. Φυσικά εμείς δεν του κρύβαμε τίποτα, αλλά και να θέλαμε, άλλωστε, να του κρύψουμε κάτι, δεν μπορούσαμε, διότι μας το έλεγε εκείνος.
Με τα ίδια μας τα μάτια είδαμε πολλά περιστατικά του διορατικού χαρίσματός του.
Μια φορά, όταν ο Γέροντας βρισκόταν ακόμα στον Άγιο Βασίλειο, βγήκε έξω και πήγε μέχρι πάνω στο Κυριακό, στον παπα-Γεράσιμο. Εκεί ήταν κάποιος κοσμικός.

Ο Γέροντας τον πλησίασε και του λέγει:
― Κάποιο λάθος έχετε πάνω σας, το οποίο είναι σοβαρό.
Λέγει ο κοσμικός:
― Τι λάθος έχω;
― Δεν το γνωρίζω, απαντά ο Γέροντας, πάντως έχετε ένα λάθος πολύ σοβαρό.
― Και δεν μπορούμε να το βρούμε;
― Τώρα την ημέρα δεν μπορούμε να το βρούμε. Αν θέλεις, έλα κάτω στο σπίτι την νύχτα.
― Μετά τα μεσάνυχτα θα έρθω, Γέροντα.
Τα μεσάνυχτα πήγε όντως ο κοσμικός εκεί. Άρχισαν την συζήτηση και στο τέλος φανερώθηκε: Ο κοσμικός, ενώ ήταν πτυχιούχος της θεολογίας, είχε γράψει ολόκληρο βιβλίο υπέρ της Δαρβίνειου θεωρίας, της εξελίξεως των ειδών!
Και ο Γέροντας του είπε:
― Καλά, όταν εκθέτεις μια θεωρία, μια αντίληψη, γιατί δεν παίρνεις ορθοδόξους θεολόγους, αγίους Πατέρας, αλλά παίρνεις από τους άλλους, τους ξένους, τους Προτεστάντες, τους Εβραίους, τους Μασώνους…, αυτοί δεν είναι χριστιανοί! Γιατί δεν παίρνεις τους αγίους Πατέρας; Τότε κατοχυρώνεται μία θεωρία ή μία απόψις όταν βεβαιώνεται  είτε από την Αγία Γραφή είτε από τους αγίους θεοφόρους Πατέρας.
Ο θεολόγος παραδέχθηκε, ότι είναι λάθος τοποθετημένος σ’ αυτήν την θεωρία, και ζήτησε από τον Γέροντα να του ειπεί από πού το κατάλαβε.
Του λέγει τότε ο Γέροντας:
― Εχθές όταν σε πλησίασα, μια αποφορά, μια βρώμα βγήκε από πάνω σου και απ’ αυτό κατάλαβα ότι κάποιο λάθος έχεις πάνω σου.

Πηγή: Εκ του βιβλίου ο Γέροντάς μου Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Η ΜΟΝΑΧΗ ΠΕΛΑΓΙΑ ΕΙΔΕ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΤΟ ΑΚΤΙΣΤΟ ΦΩΣ!

Η μοναχή Πελαγία Τρουμουλιάρη της Καλύμνου 
Μια αγία ψυχή με πολλές θείες αποκαλύψεις

Επίσης αρκετές φορές είδε το άκτιστο φως τού Χριστού μας σε ώρα προσευχής να την περιαυγάζει και να λάμπει το κελί της μέσα στην νύκτα. Κάποια καλοκαιρινή και ασέληνη νύκτα προσευχόταν έξω στο ταρατσάκι τού σπιτιού της ανιψιάς της, το όποιο είχε και κρεβατίνα αμπελιού. Τα μεσάνυκτα ήλθε πάνω της μια φωτεινή στήλη και την περιέλουσε καθώς ήταν γονατιστή με το κομβοσχοίνι.

Εκείνη ψέλλισε εκστατική, «ως έμεγαλύνθη τά έργα σου Κύριε έτσι υποχώρησε το ουράνιον Φως.

Από την Παναγία ζητούσε και περίμενε πάρα πολλά. Ζητούσε να λάβει με την μεσιτεία της αισθητά την Χάρη τού Αγίου Πνεύματος Κάποια φορά πού βρισκόταν στον Ναό της τού Θεού Ειρήνης, μόλις ξελειτούργησε ό ιερέας, μπήκε στο Ιερό για να συγυρίσει. Τότε είδε ένα ζωντανό ολόλευκο Πτηνό και σαστισμένη σκεπτόταν να το βγάλει έξω για να μην πειράξει τα ιερά. Μα αυτό σε λίγο στάθηκε πάνω στο Άγιο Ποτήριο και ευθύς μπήκε μέσα. Σαν το είδε αυτό η αγαθή Γερόντισσά κατάλαβε και φωτίστηκε το πρόσωπο της από χαρά. Έπειτα το Πτηνό βγήκε από το Άγιο Ποτήριο κάθισε στον ώμο της και σε λίγο μπήκε στο στόμα της και το αισθάνθηκε να ριζώνει στην καρδιά της. Πλουσιοπάροχα έλαβε αυτό που επιθυμούσε!...

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ 2015. ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Ο ΓΕΡΟ ΠΑΧΩΜΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΦΙΔΙ

Στη Σκήτη των Ιβήρων, στην Καλύβη των Αγίων Αποστόλων, στην συνοδεία εκείνη ήταν και ο Γερο-Παχώμιος. Στο πρόσωπό του έβλεπε κανείς ολοφάνερα ζωγραφισμένη την αγιότητα. Το γεροντάκι αυτό ήταν πολύ απλό και τελείως αγράμματο, μα πολύ χαριτωμένο.

Όταν ερχόταν για να εκκλησιαστεί τις γιορτές στο Κυριακό της Σκήτης ποτέ του δεν καθόταν στο στασίδι, αλλά στεκόταν πάντα όρθιος (ακόμα και στις ολονυκτίες) και έλεγε την ευχή.Όταν τύχαινε να τον ρωτήσει κανείς “πού βρίσκεται η ακολουθία;” απαντούσε: “Ψαλτήρια! Ψαλτήρια λένε οι πατέρες”. Όλα τα έλεγε ψαλτήρια. Ούτε από ψαλτικά ήξερε εκτός απ’ το Χριστός Ανέστη που έψαλλε το Πάσχα. 
Ήταν πάντα πρόθυμος να κάνει τα χατίρια των άλλων χωρίς να’χει καθόλου δικό του θέλημα. Όση στεναχώρια και αν είχε κανείς, μόλις έβλεπε τον π. Παχώμιο του έφευγε και ειρήνευε. Όλοι τον αγαπούσαν. Ακόμη και τα φίδια που του ’χαν εμπιστοσύνη και δεν έφευγαν, όταν τον έβλεπαν. (Στην περιοχή της Καλύβης υπήρχαν πολλά φίδια, γιατί υπήρχαν πολλά νερά). 

Οι άλλοι δύο πατέρες της συνοδείας πολύ φοβούνταν τα φίδια, μα ο γερο-Παχώμιος τα πλησίαζε χαμογελαστός, τα έπιανε και τα έβγαζε έξω από το φράχτη τους. Μια μέρα, ενώ πήγαινε βιαστικός σε μια άλλη Καλύβη, στο δρόμο βρήκε ένα μεγάλο φίδι, το οποίο τύλιξε στη μέση του σαν ζώνη για να τελειώσει πρώτα τη δουλειά του και μετά να το βγάλει έξω από την περιοχή τους! 
O π. Ιάκωβος, τρόμαξε μόλις τον είδε και ο π. Παχώμιος πολύ παραξενεύτηκε απ’ αυτό. Μετά μου έλεγε: “Δεν ξέρω γιατί φοβάται τα φίδια. Εκείνος ο π. Ανδρέας φοβάται ακόμα και τους σκορπιούς” και συνέχισε: “Εγώ τους μαζεύω στη χούφτα μου τους σκορπιούς απ’ τα ντουβάρια και τους πετάω έξω απ’την Καλύβα. Τώρα που τρέμουν τα χέρια μου από το Parkinson, τα μεγάλα φίδια σβαρνίζοντας τα βγάζω έξω”. 
Τον ρωτάω: “Γιατί δε σε δαγκώνουν εσένα τα φίδια γερο-Παχώμιε;” για να μου απαντήσει: “Κάπου γράφει ο Ιησούς Χριστός σ’ ένα χαρτί “εάν έχεις πίστη πιάνεις και τα φίδια και τους σκορπιούς και δε σε πειράζουν”…

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Ο «ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ» ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΗΜΗ ΜΑΓΙΣΣΑ

Στο Γεωργίτσι της Μάνης, περί το 1850 ήταν μια διάσημη μάγισσα. Ήταν πληγή της περιοχής. Την έτρεμαν οι πάντες.
Κάποτε όμως, την συνάντησε ο άγιος μοναχός και ιεροκήρυκας Χριστόφορος Παπουλάκος. Της επετέθει με την μαγκούρα του και την τσάκισε στο ξύλο. Έκθαμβοι οι Μανιάτες κοίταζαν τον Γέροντα:

«Τι με κοιτάζετε;» τους λέει «και γιατί την φοβόσαστε αυτή την βρωμουναίκα; Να σας το πω εγώ. Φοβάσθε διότι λιγόστεψε η πίστη σας και παρατήσατε τον δρόμο του Χριστού. Διατί τάχα δεν την φοβούμαι εγώ; Ούτε πιο γερός από σας είμαι ούτε πιο νέος. Δεν είναι το μυαλό και τα χέρια, που μου έδωσαν την δύναμη να χτυπήσω με τούτο το ραβδί κατακέφαλα τον σατανά την ώρα που έκανε τα μάγια του, αλλ’ ο Χριστός.

Μονάχα όταν γυρίσετε στον Χριστό θα σπάσετε τις δαιμονικές κλωστές, με τις οποίες οι μάγισσες κυκλώνουν τα σπίτια σας και δένουν τους άνδρες σας και βασκαίνουν τα παιδιά σας.

Όμως τα μάγια της και οι δαίμονες, που την βοηθούν, στάθηκαν ανήμποροι να την γλυτώσουν απ’ το ραβδί μου…Αν πορευθείτε και σεις κατά τον λόγο του Χριστού, τότε η κλωστή που σας δένει θα κοπεί και το Γεωργίτσι θ’ ανασάνει ελεύθερο.

Ανάψατε όλα τα σβηστά καντήλια, που προσμένουν στα εξωκκλήσια και στ’ αφανησμένα μοναστήρια. Δράμετε όλοι στην Εκκλησία σας. Μονιάσετε. Κάμνετε δικόσας τον πόνο του διπλανού σας και αγρυπνήσατε στο προσκέφαλο του αρρώστου. Ταΐστε τους πεινασμένους, ποτίστε τους διψασμένους. Ντύσατε τους γυμνούς. Και τα μάγια θα σκορπιστούν στους τέσερις ανέμους.

Μάγια θα πει η λειψή πίστη. Οι μάγισσες δεν μπορούν να βάλουν το πόδι τους στον αγρό του Χριστού. Τα μάγια μόνο στα ρημαγμένα και παρατημένα χωράφια βλαστάνουν. Κανένα μη φοβάστε, εφ’ όσον στην καρδιά σας βρίσκεται ο Χριστός«. Η μάγισσα εν’ τω μεταξύ έφυγε σε άλλα χωριά και κρύφτηκε από το φόβο της!

Από το βιβλίο: «Ο Χριστός νικάει τα μάγια» του Αρχιμανδρίτη π.Παύλου Κ. Ντανά (Αγρίνιο 2014).

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΔΙΟΡΑΤΙΚΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ ΛΑΖΑΡΗ

Το διορατικό χάρισμα είναι ή δυνατότητα πού δίνει ο Θεός σε ορισμένους ανθρώπους είτε να βλέπουν τον εσωτερικό κόσμο των άλλων είτε να βλέπουν σε απόσταση αντικείμενα ή γεγονότα, να βλέ­πουν τι γίνεται πίσω από τον τοίχο ή πίσω απ' το βουνό. Και αυτό όχι μόνο επί γης σε οποιαδήποτε απόσταση, Και στην πιο μακρινή, αλλά και σε άλλον πλανήτη. Τα περιστατικά πού ακολουθούν φανερώνουν ότι ο Θεός είχε δώσει αυτό το χάρισμα στον Γέροντα Αμβρόσιο. 

*************

Μια μέρα, ξεκίνησαν για το Μοναστήρι από την Αθήνα δύο γυναίκες. Ή μία γνώριζε τον Γέροντα. Ή άλλη τον επισκεπτόταν για πρώτη φορά Και είχε στο πορτοφόλι τις φωτογραφίες των δύο αγοριών της. Είχε τη μεγάλη επιθυμία να τις ευλογήσει ο Γέροντας. Μόλις μπήκαν στο κελί του, μετά τον χαιρετισμό γύρισε Και της είπε, χωρίς άλλη κουβέντα:
-         Δώσε μου, να σου σταυρώσω τα κλαδάκια σου! ... 
    
*************

Μια Κυριακή, ο Γέροντας ήταν στο Μοναστήρι Και λειτουργούσε. Από το μέρος αυτό έβλεπε τη χειροτονία σε διάκονο ενός πνευματικού του παιδιού στην Κρήτη. Και την ώρα πού τελείωνε ή χειροτονία Και φώ­ναξε ο Επίσκοπος «Άξιος!», βγήκε ο Γέροντας από το Ιερό, στάθηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη Και είπε δυνατά:
- Άξιος! Άξιος! Άξιος! Οι άνθρωποι στο εκκλησίασμα ξαφνιάστηκαν, δεν ήξεραν τι να υποθέσουν, αλλά εκείνος μετά τους καθησύχασε:
Αυτή την ώρα χειροτονείται ένα δικό μου παιδί Και φώναξα κι εγώ, ήταν τα λόγια του. 

*************

Ένας άνδρας από τη Ρόδο συνήθιζε να γονατίζει από σεβασμό, όταν επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον Γέροντα. Άλλα μια μέρα πού τον είχε πάρει να ζητήσει ευχή για τον ίδιο Και για το παιδί του, τον άκουσε να ρωτά:
- Δεν μου λες, ποιος είναι πίσω σου, στο δεξιό μέρος; Ό άνθρωπος κοίταξε, αλλά δεν είδε κάποιον.
- Κανένας, Γέροντα.
- Κανένας, ε; Δεν είναι ο Κύριος;
Ό άλλος τότε πρόσεξε. Υπήρχε όντως στον τοίχο μία εικόνα του Κυ­ρίου εσταυρωμένου.
- Ναι, Γέροντα, ψέλλισε.
-Ε, απ' Αυτόν να ζητάς την ευχή Και την προστασία Και σ' Αυτόν να γονατίζεις Και να προσεύχεσαι, του απάντησε από το Δαδί εκείνος, πού, εννοείται, δεν ήξερε τίποτε για το πώς συμπεριφέρεται ο άνθρωπος ή για το πως είναι διαμορφωμένο το εσωτερικό του σπιτιού του.

*************

Κάποτε επισκέφτηκε το Μοναστήρι μια συντροφιά από τη Χαλκίδα. Μεταξύ αυτών ήταν και μία γυναίκα, ή οποία πολύ ευλαβείτο τον Γέ­ροντα. 
Κάποια στιγμή μπήκαν στο κελί του, περιγελώντας και αμφισβητώντας τον, ο άνδρας της κι ένας φίλος του. Ή γυναίκα περίμενε απ' έξω με μεγάλη ανυπομονησία. Όπως μπήκαν, έτσι και βγήκαν. Γελού­σαν και ειρωνεύονταν.
Αυτή απόρησε. Και μπήκε μέσα, να δείτε είχε συμβεί. Ό Γέροντας της είπε:
-         Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου. Ήρθαν χωρίς διάθεση. Κούτσουρα ήρθαν και κούτσουρα έφυγαν. 
     
*************

- Μια μέρα τον επισκέφθηκαν τέσσερις νέοι, τρεις Έλληνες Και ένας κα­τά το ήμισυ Έλληνας Και κατά το άλλο ήμισυ Γάλλος. Μπήκε πρώτος στο κελί του ο ένας Έλληνας, στον όποιο ο Γέροντας είχε μεγάλη αγάπη.
- Γέροντα, ευλογείτε. Έχω έλθει με κάποιους φίλους μου. Να περάσουν;
- Όχι. Να φέρεις τον Στέφανο πρώτα.
-Ποιόν Στέφανο; είπε ο άνθρωπος απορώντας και βγήκε να βεβαιωθεί. Επέστρεψε σε λίγο.
Δεν υπάρχει Στέφανος, Γέροντα.
Βρε, φέρε τον Στέφανο μέσα, έκανε χαμογελώντας ο παππούς, και μπήκε τελικά ο Έτιέν (έτσι λέγεται ο Στέφανος στα γαλλικά), έμει­νε για ώρα μόνος του με τον Γέροντα Και βγήκε έπειτα κλαίγοντας.
- Μου ανέλυσε όλη μου τη ζωή, από τότε πού γεννήθηκα μέχρι τώρα, πρόλαβε να πει ο άνθρωπος κι απομακρύνθηκε να μείνει μόνος με τις αποκαλύψεις πού του είχαν γίνει. 

*************

Ήταν κάποια γυναίκα πάμφτωχη σ' ένα μικρό χωριό της Αιτωλοακαρνανίας Και είχε τρία παιδιά. Κατάφερε να τα μεγαλώσει με απίστευ­τες στερήσεις Και δυσκολίες, όμως με μια μοναδική αξιοπρέπεια. Ή κυρα-Βασιλική.
Πέθανε παραμονή της Παναγίας του 1998. Την επόμενη μέρα, 15 Αυγούστου, το φτηνό φέρετρο με τη σορό της ήταν πάνω στην καρότσα του μικρού αγροτικού ημιφορτηγού του ιερέα Και κατευθυνόταν προς το κοιμητήριο. Ακολουθούσαν μερικοί συγχωριανοί της Και συζη­τούσαν για τα βάσανα πού είχε περάσει, όταν ξάφνου ευωδίασε ο τό­πος· χιλιάδες άνθη Και λουλούδια να υπήρχαν, δεν θα μύριζαν τόσο. Παραξενεύτηκαν Και απόρησαν. Δεν είχαν εξήγηση.
Ανάμεσα σ' εκείνους πού τη συνόδευαν ήταν κι ένα πνευματικό παιδί του Γέροντα Αμβρόσιου, πού λίγες μέρες μετά πήγε και του ανέφερε το γεγονός. Του είπε μόνο πώς μια γυναίκα πέθανε Και ευωδίασε ο τόπος. Εκείνος στην αρχή έμεινε σιωπηλός. Έπειτα μπήκε στο δωμάτιο του, έμεινε για λίγο και επέστρεψε.
- Αυτή αγίασε, απάντησε. Και ξέρεις τον λόγο; Γιατί ποτέ στη ζωή της δεν παραπονέθηκε. Τέτοιους ανθρώπους θέλει ο Θεός, για να γεμί­σει τον Παράδεισο Και να κάνει τη Δευτέρα Παρουσία. Κατάλαβες;

*************

Ένας γιατρός, μετά από κάποια επίσκεψη του στο Μοναστήρι, όπου είχε ακούσει τον Γέροντα να του λέει πολλά για τη ζωή του, αναρωτιό­ταν αν αυτά ήταν αληθινά ή του τα έλεγε για ευχές. Βγήκε έξω ζαλι­σμένος. Συνάντησε μια μοναχή και της εξέφρασε ψιθυριστά την αμφι­βολία του:
- Αδελφή, ο Γέροντας τα λέει αυτά προφητικά ή τα λέει για να τα πει;
- Μα, τι είναι αυτά πού ακούω; αναπήδησε ξαφνιασμένη ή μοναχή.
- Συγγνώμη, αλλά καμιά φορά μπαίνει μέσα μας ή αμφιβολία, είπε αυτός και επέστρεψε σε λίγο να πάρει την ευχή του πριν φύγει.
- Γεια σου, Γέροντα, ήρθα να σε χαιρετήσω και να φύγω.
- Ποιος είσαι εσύ; τον άκουσε τότε να του λέει.
- Τι ποιος είμαι, Γέροντα; Ό γιατρός είμαι, πού μιλάγαμε πριν από λίγο, είπε ο άνθρωπος και σκέφτηκε πώς ο παππούς είναι κουρασμένος ή πώς άρχισε να «πέφτει» Και δεν θυμάται.
- Και τι ήρθες να κάνεις εδώ; επέμενε ο Γέροντας.
- Να πάρω την ευχή σου.
-Όμως γιατί ήρθες σ' ένα Γέροντα πού τα λέει στην τύχη; είπε κοιτάζον­τάς τον κατευθείαν στα μάτια. Μα ξέρεις πώς όσα λέω δεν είναι δικά μου. Αυτός τα λέει. (Και του έδειξε την εικόνα του Κυρίου.) Δεν τα λέω εγώ.

*************

Ό Γέροντας αγαπούσε πολύ τα παιδιά Και λυπόταν, εάν κάποιο πο­νούσε ή υπήρχε περίπτωση να χαθεί.
Έτσι, όταν τον επισκέφθηκε κάπο­τε μια οικογένεια, γύρισε στον 12χρονο γιο και του είπε:
- Καλός είσαι. Πας στην εκκλησία;
- Πάω.
- Εξομολογείσαι;
- Εξομολογούμαι.
- Ά, καλά. 'Αλλά στα μπαράκια μην ξαναπάς. 
Πώς δεν πάει; επέμενε ο Γέροντας.
- Έχει πάει δύο φορές κι ετοιμάζεται να ξαναπάει. Κι όπως στράφηκε προς το παιδί, εκείνο είπε με συστολή:
-Έ... Γέροντα, με πήγαν, εγώ δεν...
- Όποτε άρχισε αυτός να τους νουθετεί και να λέει για τα νυχτερινά κέντρα πώς είναι ο τόπος ταφής των νέων. 
«Εκεί ο διάολος είναι ακρά­τητος Και σκορπά θάνατο», τόνισε χαρακτηριστικά.

*************

Ένα πούλμαν με εκδρομείς κατευθυνόταν προς τις κατασκηνώσεις του Παρνασσού.
Περνώντας από τη Μονή Δαδιού, έκαναν μια σύντομη στάση Και εκεί συνάντησαν τον Γέροντα.
Αφού προσκύνησαν την Πα­ναγία, τον πλησίασαν κι εκείνος τους μίλησε.
Επέμενε πολύ στη μετά­νοια, στην εξομολόγηση Και στη θεία Κοινωνία.
Κάποιος όμως απ' τους επισκέπτες άρχισε να βρίζει τους ιερείς Και να λέει μεταξύ άλλων:
- Εσείς οι παπάδες πρέπει να εξομολογείστε και να μετανοείτε, πού κάνετε τόσα.
Αλλά τότε ο Γέροντας γύρισε προς το μέρος του, χτύπησε τη μαγκούρα που κρατούσε στο έδαφος και του είπε έντονα:
- Εσύ τολμάς να μιλάς έτσι για τους παπάδες, πού πέθανε ο αδελφός σου και αδίκησες την οικογένεια του;
Ό άνθρωπος ταράχτηκε, κοκκίνισε, δεν άνοιξε πάλι το στόμα του και βγαίνοντας απ' το Μοναστήρι πήγε στην πηγή με το κρύο νερό πού τρέ­χει και δροσίζει τους περαστικούς, για να βρέξει το πρόσωπο του Και να συνέλθει.
Στο μεταξύ, ο Γέροντας πλησίασε κάποιον άλλον επισκέπτη, τον αγκάλιασε και του είπε:
-Εσύ είσαι καλός άνθρωπος. Έλα όμως να σου πω κάτι, να το διορ­θώσεις και τον πήρε παράμερα και τον συμβούλεψε.

*************

Πήγε ο Γέροντας σε κάποιο Μοναστήρι μ' ένα νέο ιερέα, πνευματικό του παιδί, για να προσκυνήσουν.
Στο αρχονταρίκι πού κάθισαν, υπήρχε μία παλιά φωτογραφία μοναχών της Μονής.
Την ώρα πού έπιναν τον καφέ έπιασε τη φωτογραφία και του είπε στο αυτί, δείχνοντας ένα μοναχό από τους 20 περίπου πού εικονίζονταν:
- Τους βλέπεις; Μόνο αυτός σώθηκε.

*************

Ένας άνδρας έκανε στη γυναίκα του για κάποια περίοδο μια ιδιαίτε­ρη γκριμάτσα, κοροϊδευτική, πού πολλές φορές μετά το ξεχνούσε. Φθά­νοντας μια μέρα στο Μοναστήρι, πήγε μπροστά του ο Γέροντας και άρχισε συνέχεια να του κάνει την ίδια γκριμάτσα, την οποία έκανε αυτός στη γυναίκα του.
- Σου αρέσει; τον ρώτησε μετά γελώντας.

*************

Το 1990, στη διάρκεια μιας θείας Λειτουργίας ζήτησε από ένα πνευματικό του παιδί πού τον είχε επισκεφθεί στο Μοναστήρι να διαβάσει κατά την ώρα της Προθέσεως τα ονόματα των ανθρώπων, τους οποίους ο συγκεκριμένος νέος (μετέπειτα κληρικός) είχε φέρει να διαβαστούν και ευλογηθούν - τους γνώριζε προσωπικά, "Άρχισε, λοιπόν, αυτός να τα διαβάζει.
Μόλις όμως έφτασε σε μια οικογένεια πού είχε 4 παιδιά Και περνούσε δυσκολίες, ο Γέροντας, χωρίς κανείς να τον έχει πληροφορήσει σχετικά, είπε ξαφνικά:
- Τώρα εδώ σταματάμε. Αυτός ο πατέρας και αυτή ή μάνα έχουν με­γάλη ανάγκη. Πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή. 'Ά, μεγάλη ανάγκη εδώ!

*************

Κάποτε, ένα άλλο πνευματικό του παιδί είχε τα ονόματα πού επρό­κειτο να διαβαστούν γραμμένα σ' ένα χαρτί, ζώντες και κεκοιμημένους. Όταν βγήκε ο Γέροντας στην Ωραία Πύλη, επειδή δεν έβλεπε καλά, του έδωσε το χαρτί να διαβάσει. Εκείνος ξεκίνησε με τους ζώντες. Όταν όμως τελείωσαν οι ζώντες, δεν έκανε μια παύση, ώστε να πει ο Ιερέας «έτι δεόμεθα υπέρ των κεκοιμημένων αδελφών...», αλλά πήγε αμέσως στους κεκοιμημένους.
- Στοπ! του φώναξε τότε ο Γέροντας, πού και δεν έβλεπε το χαρτί, ώστε να τους ξεχωρίζει, Και δεν γνώριζε κάτι για την κατάσταση του καθενός.
Κι αφού διάβασε τη δέηση υπέρ των κεκοιμημένων, έκανε νόημα στο πνευματικό του παιδί ν' αρχίσει να διαβάζει τα ονόματα τους.

*************

Μια φορά, ένας νέος επιστήμονας έδωσε χρήματα από τον μισθό του, πού μόλις είχε πάρει, σε κάποιον ο όποιος είχε ανάγκη. Δεν είπε πουθε­νά το παραμικρό για την ενέργεια του Και ξεκίνησε για το Μοναστήρι. Εκεί ο Γέροντας, μόλις τον είδε, του είπε:
- Αυτά πού έδωσες ή Παναγία θα στα δώσει πίσω. Ή Παναγία χαίρεται και ότι δίνεις θα στο επιστρέφει. Αυτό να ξέρεις στη ζωή σου.
Και πράγματι, το ίδιο ακριβώς ποσόν πού είχε προσφέρει ο άνθρω­πος το έλαβε πίσω μετά από δύο μέρες μ' έναν εντελώς αναπάντεχο τρό­πο από ένα «τυχαίο» κέρδος.

*************

Όταν νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό», ένα πρωί ή νοσηλεύτρια του έφερε τα φάρμακα του. Όμως εκείνος έβρισκε αφορμή Και καθυστε­ρούσε να τα πάρει. Δεν έδειχνε απροθυμία, αλλά με γλυκό τρόπο το απέφευγε.
Αφού πέρασε μισή ώρα περίπου, έφθασε ή ίδια νοσηλεύτρια σε κατά­σταση πανικού Και ρώτησε το πνευματικό του παιδί, το όποιο βοηθούσε τον Γέροντα, αν πήρε τα χάπια του. Όταν πήρε αρνητική απάντηση, είπε ανακουφισμένη:
- Ευτυχώς, γιατί ήταν άλλου ασθενούς. Έκανα λάθος Και αυτά πού του είχα φέρει ήταν βαριά φάρμακα. Τους έδωσε τα δικά του, Και αυτή τη φορά ο Γέροντας τα πήρε αμέ­σως, χωρίς να φέρει εμπόδιο.

*************

Κάποια φορά, εξηγούσε σε μια συντροφιά το σημείο στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο, οπού αναφέρει ότι «είναι αδύνατον, μέσα στον διεφθαρ­μένο και πονηρό αυτό κόσμο, να μην έρθουν τα σκάνδαλα και οι πειρα­σμοί» (Κεφ. 12 ' ). Με το πού το άκουσε αυτό ένα πνευματικό του παιδί, του γεννήθηκε στο μυαλό ή απορία «γιατί είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα». Και μάλιστα τόσο έντονα το σκεφτόταν, ώστε έπαψε να πα­ρακολουθεί την εξήγηση του Ευαγγελίου. Άλλα τότε ο Γέροντας στα­μάτησε ξαφνικά τον λόγο, γύρισε προς το μέρος του Και του είπε με έμφαση, αφού είχε διαβάσει τη σκέψη του:
- Είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα γι' αυτούς τους λόγους.
Τους οποίους λόγους εξήγησε, λύνοντας έτσι την απορία του, Και μετά συνέχισε την ερμηνεία του Ευαγγελίου.
*************

Στο ίδιο Μοναστήρι, λίγο νωρίτερα είχαν συναντήσει την ώρα πού πήγαν να μπουν έναν άντρα γύρω στα 65 με 70, ο όποιος με το πού τον είδε του είπε:
- Την ευχή σου, Γέροντα.
- Εσύ τι κάνεις; τι είσαι εσύ εδώ; γύρισε αμέσως και τον ρώτησε εκείνος.
- Εγώ βοηθάω το Μοναστήρι Και μένω εδώ, αλλά δεν είμαι μοναχός.
- Όχι, να γίνεις μοναχός. Να βάλεις το ράσο, για να σωθείς.
- Γέροντα, εγώ τι να σωθώ; Εντάξει είμαι εδώ πέρα, βοηθάω τους Πατέρες κ.λπ.
- Ακούς τι σου λέω; Να βάλεις το ράσο σου, να μπεις στο Μοναστή­ρι, για να σωθείς.
-Έ, τι να βάλω εγώ σε τέτοια ηλικία; επέμενε ο άλλος.
Όποτε τον πλησίασε Και του είπε κάνοντας την κίνηση με την παλά­μη, βάζοντας την στον λαιμό του:
- Δεν μου λες, πόσους έσφαξες στην Κατοχή;
Ό άλλος κοκάλωσε. Άρχισε ν' αλλάζει χρώματα. Έσκυψε το κεφάλι Και 'ίσα πού μπόρεσε ν' αρθρώσει:
- Καλά, Γέροντα, ευλόγησαν.
Μετά πήγε πίσω από τον ιερέα πού συνόδευε τον Γέροντα και κάποια στιγμή τον ρώτησε με αγωνία:
- Ποιος είναι αυτός;
- Άστο τώρα. Κάνε ό,τι σου είπε και άστο. Μη μιλάς καθόλου, του είπε εκείνος.