ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ: ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΛΕΓΟΜΕΝΗΣ "ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ Η ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ" ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΤΗΣ ΛΕΓΟΜΕΝΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ
Ή ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
-          Περίληψη κανονικο-δογματικής μελέτης –
Του Κυριάκου Κυριαζόπουλου,
καθηγητή (επ.) του Εκκλησιαστικού Δικαίου
στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.

               
Η Ψευδο-Σύνοδος της Κρήτης εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν, την Παναίρεση του Οικουμενισμού.
Ο Οικουμενισμός, Διαχριστιανικός και Διαθρησκειακός, είναι Νεο-γνωστικισμός ή Θρησκευτικός Συγκρητισμός, και αναμειγνύει την Ορθοδοξία με αιρέσεις, με θρησκεύματα, με φιλοσοφικά συστήματα, με τον Σατανισμό. Τον πολέμησαν σθεναρά οι Απόστολοι, όπως ο Ιωάννης και ο Παύλος, και οι Πατέρες των πρώτων χριστιανικών αιώνων, όπως ο Άγιος Ειρηναίος, Επίσκοπος Λουγδούνου (σημερινής Λυών της Γαλλίας) στο έργο του «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως». Διότι ανατρέπει συνολικά την Ορθόδοξη πίστη, μέσω της αντιπατερικής ή μεταπατερικής θεολογίας, η οποία αλλοιώνει τους θεολογικούς όρους με δαιμονικές και ορθολογιστικές ερμηνείες τους.
                Η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» δεν είναι Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά Ψευδο-Σύνοδος. Τούτο σημαίνει ότι δεν είναι έγκυρη, ούτε αυτοδικαίως άκυρη, αλλά είναι ακυρώσιμη, ήτοι μπορεί να ακυρωθεί από μια όντως Ορθόδοξη Πανορθόδοξη Σύνοδο, η οποία μπορεί ενδεχομένως να συγκληθεί στο μέλλον. Αυτή η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε ουσιαστικά από το Υπουργείο Εξωτερικών  των ΗΠΑ δια στόματος της κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου, αξιωματούχου του ίδιου Υπουργείου και Ειδικής Συμβούλου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο.

                Οι λόγοι για τους οποίους η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» είναι Ψευδο-Σύνοδος είναι οι ακόλουθοι:
1 – Δεν καταδίκασε την Παναίρεση του Οικουμενισμού, αλλά την εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν.
2 – Στην Ψευδο-Σύνοδο δεν συμμετείχαν όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, αλλά μόνον δέκα (10), που εκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθοδόξων πιστών, ενώ τέσσερις (4) Αυτοκέφαλες δεν συμμετείχαν που εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) των Ορθοδόξων.
3 – Η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε χωρίς έγκυρη απόφαση σύγκλησης, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
4 – Λειτούργησε χωρίς έγκυρο κανονισμό, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
5 – Είχε, μη έγκυρα, στην ημερήσια διάταξή της ως θέματα το σχέδιο κειμένου «Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού», το οποίο δεν είχε υπογραφεί από τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας στη Σύναξη των Προκαθημένων του Σαμπεζύ του Ιανουαρίου 2016, όπως και τα λοιπά πέντε (5) σχέδια κειμένων τα οποία δεν είχαν υπογραφεί από το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.
6 – Μέλη με αποφασιστική ψήφο στην Ψευδο-Σύνοδο δεν ήταν οι συμμετέχοντες Αρχιερείς, αλλά οι δέκα (10) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες [τόσο κατά το πρότυπο του Συνεδρίου Εκκλησιών της Κωνσταντινούπολης του 1923 επί Πατριάρχη Μελετίου Δ΄ (Μεταξάκη), το οποίο επέτρεψε στις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να εισάγουν καινοτομίες (νέου εορτολογίου, δευτέρου γάμου κληρικών κλπ.) όσο και κατά το πρότυπο του λεγόμενου Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών], ενώ όλα τα είδη Ορθοδόξων Συνόδων έχουν ως μέλη τους μόνον Αρχιερείς με αποφασιστική ψήφο, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και κατά το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο. Τούτο συνιστά εκκλησιολογική αίρεση.
7 – Η Ψευδο-Σύνοδος αυτοαναγορεύθηκε σε ανώτατη αυθεντία σε θέματα πίστης, πράγμα το οποίο συνιστά αίρεση, ενώ η ανώτατη αυθεντία σε σχέση με το απλανώς θεολογείν (ή το αλάνθαστο σε θέματα πίστης) ανήκει μόνο στο Σώμα της Εκκλησίας (δηλ. στις Συνόδους των Συνοδικών Αρχιερέων, εφόσον οι αποφάσεις τους σε θέματα πίστης εκ των υστέρων εγκρίνονται από τους λοιπούς Αρχιερείς και γίνονται δεκτές από τους λοιπούς κληρικούς, τους μοναχούς και τους λαïκούς, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο.
8 – Στις «συνοδικές» (ή δεσμευτικές) αποφάσεις της η Ψευδο-Σύνοδος απαρνήθηκε την Ορθόδοξη μέθοδο επιστημονικής θεολογίας, και υιοθέτησε την αντιπατερική ή μεταπατερική δαιμονική θεολογία, η οποία συνδυάζει την αλήθεια με το ψεύδος, ως μέθοδο δήθεν «Ορθόδοξης» θεολογίας στα πλαίσια της Νέας Εποχής, καθ’ υπόδειξη του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ δια στόματος της ανωτέρω αναφερόμενης κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου.
9 – Η συμμετοχή στην Ψευδο-Σύνοδο όχι του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, αλλά του Ιερώτατου Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, διότι αντικανονικώς και αυθαιρέτως η λεγόμενη «Πανορθόδοξη Αγία και Ιερά Σύνοδος» αποφάσισε στις 24-5-2005 την έκπτωση του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, κατόπιν πολιτικής παρέμβασης, χωρίς κατηγορητήριο και χωρίς δίκη, και χωρίς να υφίσταται κανονική παραίτησή του από τον Πατριαρχικό Θρόνο.
10 – Ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος, με το υπ’ αριθ. 86/20-6-2015 Διάγγελμά του προς το Ποίμνιό του, τους Αγιοταφίτες, τους Προκαθημένους των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών και το Χριστεπώνυνο Πλήρωμα της ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας, καθιστά σαφές ότι καταψηφίζει τις αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, οι οποίες εισάγουν «συνοδικώς» την Παναίρεση του Οικουμενισμού, και κατά συνέπεια, 1) δεν είναι έγκυρη η θετική ψήφος για τις εν λόγω αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, αλλά είναι έγκυρη η αρνητική ψήφος του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, και 2) δεν ελήφθησαν εγκύρως οι αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, διότι δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των δέκα (10) Αυτοκεφάλων που συμμετείχαν στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο (όπως ορίζει ο, κατά τα ανωτέρω, μη έγκυρος Κανονισμός της), δεδομένου ότι ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος καταψήφισε τις αποφάσεις της ίδιας Ψευδο-Συνόδου.

                Η Παναίρεση του Οικουμενισμού εισήχθη «συνοδικώς» μέσω της δογματικής απόφασης της Ψευδο-Συνόδου με τον τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Αυτή η δογματική απόφαση αλλοιώνει δογματικά τα άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον … το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» και «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών». Διότι:
Α - Αναγνωρίζει τον Παπισμό ως Εκκλησία εντασσόμενη στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», χωρίς οι εκπρόσωποι και οι οπαδοί του να μετανοήσουν για τις πλάνες τους, το μη προβλεπόμενο στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και στο Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο  «δογματικό» πρωτείο επισκοπικής εξουσίας επί όλης της Εκκλησίας, το filioque (που έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και το οποίο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο της Πίστεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον… το εκ του Πατρός εκπορευόμενον…», τη σχολαστική νεοπλατωνική αυγουστίνεια θεολογία η οποία δεν έχει καμία σχέση με την Ορθόδοξη Πνευματικότητα της θεραπευτικής μεθόδου της κάθαρσης – φωτισμού – θέωσης κλπ
Β – Αναγνωρίζει, μαζί με τον Παπισμό, και τις λοιπές αιρέσεις, Μονοφυσίτες, Παλαιοκαθολικούς, Αγγλικανούς και λοιπούς Προτεστάντες ως Εκκλησίες εντασσόμενες στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Γ – Αναγνωρίζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο των «Εκκλησιών», τα κείμενά του και τους σκοπούς του, ήτοι:
1) Ότι εν λόγω Παγκόσμιο Συμβούλιο είναι «Αδελφότητα Εκκλησιών», στη βάση της ισότητας ως προς την κατεχόμενη από αυτές θεολογική αλήθεια (αρθ. 1 Καταστατικού ΠΣΕ). Και
2) ότι οι «Εκκλησίες – μέλη του» (12 Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και περίπου 340 Προτεσταντικές «Εκκλησίες») έχουν στόχο την ορατή ενότητά τους, η οποία είναι διαφορετική από την ενότητα εν Χριστώ των Ορθοδόξων Εκκλησιών (αρθ. 3 Καταστατικού ΠΣΕ). Δηλ. έχουν ως στόχο τους την ενότητα της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού» ή της Πράσινης Παγκόσμιας Θρησκείας του Σατανά, με βάση τη λεγόμενη «βαπτισματική θεολογία», δηλ. την ένταξη στην ακόμη αόρατη αδιαίρετη Εκκλησία «Εκκλησία του Οικουμενισμού» («θεολογία της ενωμένης αόρατης, αλλά διαιρεμένης ορατής Εκκλησίας») των Χριστιανών εν γένει μέσω βαπτίσματος στο όνομα της Αγίας Τριάδος χωρίς να απαιτείται ούτε ο κανόνας του τύπου της τριπλής κατάδυσης στο νερό ούτε η ακριβής Ορθόδοξη πίστη. Η μεν  «θεολογία της αδιαίρετης αόρατης Εκκλησίας» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», η δε «βαπτισματική θεολογία» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών».

                Κατά την Παράδοση της Εκκλησίας και κατά την Πατερική Θεολογία (ενδεικτικά του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη), οι Ορθόδοξοι πιστοί, κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί, οφείλουν
- κατά τους Κανόνες 31ο Αποστολικό και 15ο της Πρωτοδευτέρας, με τελευταίο χρονικό σημείο κατ’ οικονομίαν διατηρήσεως της κοινωνίας, για όσους επιλέξουν την οικονομία, τη «συνοδική» εισαγωγή της «Παν)αιρέσεως (Επιστολή Αγ. Θεοδώρου Στουδίτη προς ηγούμενο Θεόφιλο), η οποία πραγματοποιήθηκε στις 25-6-2016, ημερομηνία ψηφίσεως της Παναιρετικής δογματικής απόφασης με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», οπότε έληξε πλέον η δυνατότητα της κατ’ οικονομίαν διατηρήσεως της κοινωνίας για όσους είχαν επιλέξει την οικονομία και δεν υφίσταται επομένως περαιτέρω δυνατότητα «ΑΧΡΙΚΑΙΡΙΣΜΟΥ»  - 
να παύσουν την εκκλησιαστική κοινωνία, ως εξής:
α) Οι μεν κληρικοί οφείλουν να παύσουν το μνημόσυνο της προϊσταμένης τους αρχής, εφόσον αυτή είναι Παναιρετική στο φρόνημα ή συμβιβασμένη με την Παναίρεση.
β) Οι δε μοναχοί και λαϊκοί οφείλουν να παύσουν την κοινωνία με τους κληρικούς, ιερείς και αρχιερείς, εφόσον αυτοί είναι Παναιρετικοί στο φρόνημα ή συμβιβασμένοι με την Παναίρεση.

                Όσον αφορά την Εκκλησία της Ελλάδος,  πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά την ειδησεογραφία, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, με πρόταση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, έλαβε υπόψη της στην Έκτακτη Συνεδρίασή της του Μαϊου 2016 τα δεδομένα της διαβούλευσης επί των προσυνοδικών κειμένων μόνον των Μητροπολιτών – μελών της, αρνούμενη να λάβει υπόψη της τα δεδομένα της ίδιας διαβούλευσης που προέρχονταν από τις λοιπές τάξεις του πληρώματός της (λοιπών κληρικών, μοναχών, και λαϊκών), σε αντίθεση με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στην οποία η Ιερά της Σύνοδος έλαβε υπόψη της τα δεδομένα της δικής της διαβούλευσης επί των αυτών προσυνοδικών κειμένων τα προερχόμενα από όλες τις τάξεις του πληρώματός της (αρχιερείς, λοιποί κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί). Τούτο αποδεικνύει ότι όσοι Μητροπολίτες από την  Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος δέχθηκαν την εν λόγω πρόταση του Αρχιεπισκόπου, ακολουθούν όχι την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, αλλά την Μη ορθόδοξη εκκλησιολογία παπικής εμπνεύσεως του γνωστού εισηγητή της. Κατ’ αυτήν, όπου Επίσκοπος  - έστω και Μη ορθοτομών, δηλ. Μη αποκόπτων τις απαγορευμένες από την Αγία Γραφή, τις Αγίες Συνόδους και τους Αγίους Πατέρες καινοτομίες, ως προστάτης του ποιμνίου της τοπικής του εκκλησίας -  εκεί Εκκλησία, κατά το γαλλικό L Etat cest moi (το Κράτος είναι δικό μου) του Βασιλιά Λουδοβίκου 14ου, το οποίο αναλόγως μεταφερόμενο (mutatis mutandis) σημαίνει «ο Επίσκοπος ή ο Προκαθήμενος είναι η Εκκλησία». Επίσης, η 25μελής αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ψευδο-Σύνοδο της Κρήτης παραβίασε σαφώς την απόφαση του Μαϊου 2016 της Έκτακτης Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία έδιωσε την εντολή στην αντιπροσωπεία της να ψηφίσει στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο ότι ο Παπισμός δεν είναι εκκλησία.

                Κατόπιν των ανωτέρω, είναι σαφές ότι οι Προκαθήμενοι και οι Αρχιερείς που ανήκαν στις αντιπροσωπείες των δέκα (10) Αυτοκέφαλων Εκκλησιών διέπραξαν το εκκλησιαστικό ποινικό αδίκημα της ΑΙΡΕΣΕΩΣ, διότι οι εν λόγω Αυτοκέφαλες Εκκλησίες ψήφισαν τη δογματική απόφαση με τον τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», η οποία περιλαμβάνει τις ανωτέρω αναφερόμενες δογματικές αλλοιώσεις του Συμβόλου της Πίστεως.  Σε σχέση με την Εκκλησία της Ελλάδος, ο Προκαθήμενός της και  τα λοιπά 24 μέλη – Μητροπολίτες της αντιπροσωπείας της στην Ψευδο-Σύνοδο της Κρήτης, διέπραξαν, εκτός του εκκλησιαστικού ποινικού αδικήματος της αιρέσεως, και εκείνο της παράβασης καθήκοντος, διότι παραβίασαν την απόφαση του Μαϊου 2016 του ανώτατου οργάνου διοικήσεως της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, δηλ. της (Έκτακτης) Συνόδου της Ιεραρχίας της, η οποία έδωσε την εντολή στην αντιπροσωπεία της να ψηφίσει, στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο, ότι ο Παπισμός δεν είναι εκκλησία.

     Σε πλήρη μορφή την εν λόγω μελέτη μπορείτε να αναγνώσετε στη ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ (www.theognosia.gr).

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΑΙ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ»!


Ἀπὸ τὴν 25η ἕως καὶ τὴν 28η Ἰουλίου 2016, ἐκκλησιαστικὴ ἀντιπροσωπεία ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ἐπισκέφτηκε τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Μιτσχέτης καὶ Τιφλίδος καὶ Καθολικὸ Πατριάρχη πάσης Γεωργίας κ. Ἠλία Β΄.
Ἡ ἀντιπροσωπεία ἀποτελοῦνταν ἀπό τους: πρωτοπρεσβύτερο π. Θεόδωρο Ζήση ὁμότιμο καθηγὴ πατρολογίας Θεολογικικῆς ΑΠΘ, κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη καθηγητὴ δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς ΑΠΘ, πρωτοπρεσβύτερο π. Ἀναστάσιο Γκοτσόπουλο ἐφημέριο Ἱ.Ν. Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν, πρωτοπρεσβύτερο π. Πέτρο Heers ἐφημέριο Προφήτου Ἡλιοῦ Πετροκέρασα Θεσσαλονίκης, πρωτοπρεσβύτερο π. Ματθαῖο Vulcanescu τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς καὶ τὸν μοναχὸ π. Σεραφεὶμ Ζήση.
Συναντήθηκαν μὲ ἱεράρχες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας, καθὼς καὶ μὲ τὸν Πατριάρχη Γεωργίας Ἠλία Β΄, ὁ ὁποῖος εὐγενικὰ ὑποδέχτηκε τοὺς καλεσμένους του στὴν κατοικία του. Ἡ ἀντιπροσωπεία ἔτυχε θερμῆς ὑποδοχῆς, μέσα σὲ πνεῦμα ἀδελφικῆς ἀγάπης καὶ εἰλικρινοῦς συνεργασίας. Ὁ σκοπὸς τῆς ἐπίσκεψης ἦταν διπλός: ἀφενὸς νὰ ἐκφράσει - ἐξ ὀνόματος ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὴν Ἑλλάδα - εἰλικρινῆ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Πατριάρχη, τὴν Ἱεραρχία καὶ τοὺς Πιστοὺς στὴν Ἐκκλησία τῆς Γεωργίας γιὰ τὴν ὁμολογία τους στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη σχετικὰ μὲ τὴν συγκρητιστικὴ καὶ οἰκουμενιστικὴ Σύνοδο, καὶ ἀφετέρου, νὰ συμβουλευθοῦν καὶ νὰ συζητήσουν προσωπικὰ μὲ τὸν Μακαριώτατο καὶ τοὺς Ἱεράρχες, τὴ σωστὴ ἀπάντηση γιὰ τὴν ἀνορθόδοξη «Σύνοδο τῆς Κρήτης».

Εἰδικότερα, ἐγκωμιάστηκε ὡς πρότυπο ἡ πίστη τῆς Γεωργιανῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία της, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὴν 20ετή ἀπόφασή της νὰ ἀναχωρήσει καὶ νὰ παραμείνει ἔξω ἀπὸ τὸ συγκρητιστικὸ-οἰκουμενιστικό, προτεσταντικὸ ὄργανο, τὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Αὐτὴ ἡ πίστη ἦταν ἄλλωστε, πιὸ ἐμφανὴς στὴν στάση ποὺ ἡ Γεωργιανὴ Ἐκκλησία ἔχει διατηρήσει μέσω τῆς ἀποχῆς ἀλλὰ καὶ τῶν κειμένων της σχετικὰ μὲ τὴν «Μεγάλη καὶ Ἁγία Σύνοδο» ποὺ πραγματοποιήθηκε τὸν περασμένο Ἰούνιο στὴν Κρήτη.

Οἱ συζητήσεις ἐπικεντρώθηκαν στὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται ἀπὸ τὴν καινοτόμο καὶ ἀνορθόδοξη «Σύνοδο τῆς Κρήτης» καὶ ἡ ἀναγκαία ἀπάντηση σὲ αὐτὴ μὲ βάση τὰ δόγματα καὶ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας. Τονίστηκε ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀντιπροσωπεία, ἡ ἀπαίτηση γιὰ μία σαφῆ ἀπόρριψη τόσο τῆς μεθοδολογίας καὶ τῆς ὀργάνωσης τῆς Συνόδου, καθὼς καὶ τῶν καινοτόμων καὶ ἀνορθόδοξων κειμένων ποὺ ἐγκρίθηκαν ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπιτακτική ἀνάγκη, νὰ συγκληθεῖ μία νέα Ὀρθόδοξη Σύνοδο ὡς ἀπάντηση.

Ὁ Πατριάρχης ὑποδέχτηκε τοὺς καλεσμένους του καὶ ἐξῆρε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή τους πρὸς τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πίστη, διαβεβαιώνοντάς τους ὅτι «δὲν ὑπάρχουν πολλὲς ἐκκλησίες, ἀλλὰ μόνο μία Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», καὶ ὅτι ὁ ἴδιος καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος θὰ «ἐργαστοῦν γιὰ τὴν ἑνότητα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων», τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ἐξασφαλιστεῖ μόνο μὲ βάση τὴν πίστη ποὺ ἔχει παραδοθεῖ. Οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας στὰ Πανορθόδοξα συνέδρια, Μητροπολίτες Γεράσιμος Zugdidi καὶ Θεόδωρος Akhaltsikhe, ἀπὸ τὴν πλευρά τους, τόνισαν τὴ δέσμευση τῆς Ἐκκλησίας τους γιὰ προ-συνοδικὴ ἀπόρριψη τῶν ἀνορθόδοξων κειμένων: «Τὸ Μυστήριο τοῦ Γάμου καὶ τὰ κολλήματα» καὶ «Σχέσεις τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μὲ τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον». Ἐπιπλέον, ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ Μητροπολίτες δήλωσαν ὅτι τὰ ἔγγραφα τῆς Συνόδου θὰ μεταφραστοῦν στὰ γεωργιανά, θὰ ἐξεταστοῦν καὶ θὰ δοθεῖ ἀπάντηση μετὰ τὴ γενικὴ συνέλευση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Ὀκτωβρίου.

Σὲ γενικὲς γραμμές, τόσο οἱ ἐπισκέπτες ὅσο καὶ οἱ οἰκοδεσπότες βρῆκαν κοινὸ ἔδαφος καὶ ἑνότητα γιὰ ὅλα τὰ θέματα τῆς πίστης σὲ σχέση μὲ τὸ Δόγμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ ὅριά της, καθὼς καὶ τὴν ἀνάγκη νὰ συνεχιστεῖ ἡ ἀκλόνητη στὴν Ὀρθόδοξη Ὁμολογία Πίστεως στὸ πρόσωπο τῆς ἐξάπλωσης τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ. Δεσμεύθηκαν νὰ συνεχίσουν τὴ συνεργασία στὸν τομέα αὐτὸ στὸ ἄμεσο μέλλον.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς προαναφερθεῖσες συναντήσεις καὶ συζητήσεις, τὴν εὐγενικὴ φιλοξενία γιὰ τὴν ὁποία ὁ γεωργιανὸς λαὸς εἶναι τόσο γνωστὸς, ἡ ἐπίσκεψή τους ἐπεκτάθηκε μὲ ἕνα πλῆρες πρόγραμμα σὲ ἱστορικὰ προσκυνήματα τῆς σεβασμίου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας.


Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ: ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ - ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 31 Ἰουλίου 2016
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ

1. Θέλω, ἀδελφοί χριστιανοί, μέ ἀρχή τό σημερινό μου κήρυγμα, νά σᾶς μιλήσω περί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί εἶναι ἀνάγκη νά ξέρετε, ἔστω καί γενικά τήν διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, γιατί αὐτές εἶναι τό πρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί πρέπει νά ξέρουμε ὅτι ὁ ἀνώτερος κριτής τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων καί ὑποθέσεων δέν εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, ἀλλά οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Γιατί αὐτές μᾶς βεβαιώνουν γιά τήν ἐγκυρότητα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι μᾶς λέγουν ὅτι τά κανονικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι 49 καί τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι 27. Γι᾽ αὐτό καί λέγει ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος ὅτι «δέν θά πίστευα στό Εὐαγγέλιο, ἄν δέν μέ ἔπειθε ἡ ἀξιοπιστία τῆς Ἐκκλησίας»! Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ὁ στύλος καί τό ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α´ Τιμ. 3,15). Εἴπαμε ὅμως παραπάνω ὅτι τό πρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Αὐτές τήν ἐκφράζουν. Ἄρα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι εἶναι «ὁ στύλος καί τό ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας». Εἶναι ὅ,τι καί ἡ Ἐκκλησία. Ὅ,τι ἦταν ὁ Αὐτοκράτορας γιά τή πολιτεία, αὐτό εἶναι καί ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος γιά τήν Ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτό καί ἀναθεματίζονται ὅσοι δέν πείθονται στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

2. Κατά πρῶτον λόγον οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀναφέρονται στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Διατυπώνουν τά δόγματα τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας. Γιά νά λέγεται «Οἰκουμενική» μία Σύνοδος καί νά γίνουν δεκτές οἱ ἀποφάσεις της πρέπει νά συμφωνήσουν σ᾽ αὐτές ὅλοι οἱ Πατριάρχες καί οἱ Ἀρχιερεῖς. Ἄν δέν συμφωνήσουν δέν εἶναι ἔγκυρες οἱ ἀποφάσεις της, δέν εἶναι «Οἰκουμενική» ἡ Σύνοδος, δέν ἔχει αὐθεντία. Προσοχή! Δέν ἀρκεῖ μόνον ἡ παρουσία ὅλων τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Ἀρχιερέων σέ μία Σύνοδο, πρᾶγμα πού διά διαφόρους λόγους μπορεῖ νά μή συμβεῖ, χωρίς ὅμως νά ἀκυρώνεται ἡ Σύνοδος μόνο γι᾽ αὐτό. Τό ἀπαραίτητο εἶναι ἡ μετέπειτα συμφωνία ὅλων τῶν Πατριαρχῶν καί Ἀρχιερέων στίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου. Ὅτι αὐτό εἶναι ἀλήθεια, ὅτι, δηλαδή, ὄχι μόνο ἡ αὐτοπρόσωπη  ἤ καί ἡ διά ἀντιπροσώπου παρουσία δέν συνιστᾶ τήν ἐγκυρότητα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλά ἡ συμφωνία στίς ἀποφάσεις της, τό ἀπέδειξαν οἱ Σύνοδοι στήν Σαρδική καί στήν Φλωρεντία. Ἡ Σύνοδος στήν Σαρδική ὀνομάστηκε ἀρχικά «Οἰκουμενική» καί ἦταν παρόντες σ᾽ αὐτήν ὅλοι οἱ Πατριάρχες, ἄλλοι αὐτοπροσώπως καί ἄλλοι διά τοποτηρητῶν. Ἐπειδή ὅμως δέν συμφώνησαν στά ὁρισθέντα ἀπ᾽ αὐτήν Πατριάρχες καί Ἀρχιερεῖς τῆς Ἀνατολῆς, δέν ἀναγνωρίστηκε ὡς «Οἰκουμενική» ἡ Σύνοδος αὐτή. Τό ἴδιο καί ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας. Συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική. Ἀλλά, ἐπειδή δέν ἐκπλήρωνε τό οὐσιαστικό χαρακτηριστικό μιᾶς Συνόδου, τό νά εἶναι δηλαδή τά δόγματά της ὀρθόδοξα καί εὐσεβῆ σύμφωνα μέ τίς προηγούμενες Συνόδους, ἡ Σύνοδος αὐτή τῆς Φλωρεντίας, ἄν καί συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική, ξαναλέγω, μετατράπηκε σέ ψευδοσύνοδο καί καταδικάστηκε ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
3. Ἄλλο ἀπαραίτητο χαρακτηριστικό τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι ἡ συμφωνία της μέ τίς προηγούμενες Συνόδους. Αὐτό πρέπει νά διακηρύσσεται ἀπό τήν ἀρχή μιᾶς νέας Συνόδου. Ἡ πλήρης συμφωνία, ἡ σέ ὅλα συμφωνία μέ τίς προηγούμενες Συνόδους. «Ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατρᾶσι»! Στήν γραμμή τῶν Ἁγίων Πατέρων! Ὄχι, δηλαδή, νέα σοφίσματα ἐπηρεασμένα ἀπό ἰδέες τῆς συγχρόνου ἐποχῆς μέ τήν δικαιολογία τάχα νά κερδίσουμε πολλούς στήν Ἐκκλησία. Ναί, εἴπαμε νά κάνουμε τόν κόσμο Ἐκκλησία, ἀλλά ὄχι τήν Ἐκκλησία κόσμο!«Ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατρᾶσι»!
4. Ἄλλο σημαντικό πού πρέπει νά ποῦμε γιά τίς Οἰκουμενικές Συνόδους εἶναι ὅτι δέν ἰσχύει σ᾽ αὐτές τό «ἡ ψῆφος τῶν πλειόνων κρατείτω», ὅ,τι δηλαδή ποῦν οἱ περισσότεροι, αὐτό εἶναι καί τό σωστό. Ὄχι! Ἰσχύει τό ποιός ἐκφράζει τήν ἀλήθεια μέ βάση τήν Ἁγία Γραφή καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί μέ τήν μαρτυρία τοῦ ἐναρέτου καί ἁγίου βίου του αὐτοῦ πού ὁμιλεῖ στήν Σύνοδο. Ἄν, δηλαδή, σέ μία Σύνοδο Πατριαρχῶν καί Ἀρχιερέων ἀποφασισθεῖ κάτι, ἀλλά στήν ἀπόφαση αὐτή διαφωνήσει ἕνας Ἱεράρχης, πού λέγεται ἅγιος Σπυρίδων, καί ἕνας ἄλλος Ἱεράρχης, πού λέγεται ἅγιος Νικόλαος, αὐτοί οἱ δυό ἅγιοι Ἱεράρχες, αὐτοί ἐκφράζουν τήν ἀλήθεια καί αὐτοί οἱ δύο μποροῦν νά ἀκυρώνουν τήν ἀπόφαση τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν καί Ἱεραρχῶν. Ὅπως λέγουν οἱ εἰδικοί στήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο, οἱ Ὀρθόδοξοι ἀρχικά ἀποτελοῦσαν τήν μειοψηφία καί οἱ Ἀρειανοί τήν πλειοψηφία, ἀλλά ἡ σωτήρια ἀλήθεια, ἡ ὀρθή πίστη, ἦταν μέ τούς ὀλίγους καί αὐτή ἡ πίστη ἐπρυτάνευσε, ἐνῶ ἡ διδασκαλία τῶν πολλῶν Ἀρειανῶν καταδικάστηκε ὡς κακόδοξη καί αἱρετική. Καί στήν ψευδο-Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, πού συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική, ὅλοι – καί ὁ Πατριάρχης – ὑπέγραψαν γιά τήν ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς Παπικούς. Ἀλλά ὁ τοποτηρητής τῆς Ἀντιόχειας καί τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἀνατολῆς, ὁ ἁγιώτατος Ἐπίσκοπος τῆς Ἐφέσου, ὁ Μᾶρκος, αὐτός μόνο στήν Σύνοδο αὐτή δέν ὑπέγραψε τήν Ἕνωση καί αὐτοῦ τήν μαρτυρία ἐδέχθη ἡ Ἐκκλησία. Ἐνῶ τούς ἄλλους Ἱεράρχες, τούς ὑπογράψαντες τήν ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τούς αἱρετικούς Παπικούς, τούς κατεδίκασε ὁ εὐσεβής λαός. Γιατί πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ἐνῶ ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος εἶναι τό πρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἴπαμε σήμερα, καί τό ἀνώτερο κριτήριό Της, ὅμως, τελικά, τήν Ὀρθοδοξία καί τήν αὐθεντικότητα μιᾶς Συνόδου τήν κρίνει ὁ εὐσεβής λαός τοῦ Θεοῦ. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος, «τάς γενομένας Συνόδους ἡ εὐσεβής πίστις κυροῖ καί ἡ τῶν δογμάτων ὀρθότης κρίνει τάς Συνόδους». Ὅταν ὁ λαός τοῦ Θεοῦ δέν τό βλέπει αὐτό σέ μία Σύνοδο τήν ἀπορρίπτει.

Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

http://aktines.blogspot.gr

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΠΩΣ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ;

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 26η Ιουλίου 2016.
ΠΩΣ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ;
          

 Η αίρεση, ως λέξη και ως έννοια, απουσίασε παντελώς στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο του Κολυμβαρίου. Αντίθετα μάλιστα, πραγματοποιήθηκε πρωτοφανής  «παρέλαση»  εκπροσώπων όλων σχεδόν των αιρετικών, από κάθε γωνιά της υφηλίου. Προσκλήθηκαν επίσημα από τους διοργανωτές της Συνόδου, για να την «λαμπρύνουν»με την παρουσία τους και το χειρότερο για κάποιους: η παρουσία τους να σημάνει την απαρχή της οσονούπω επερχόμενης «ενότητας των Χριστιανών», η οποία προωθείται πυρετωδώς από τα οικουμενιστικά κέντρα! Φυσικά το φαινόμενο ήταν αλγεινό. Μέσα στην αίθουσα των συνεδριάσεων, όπου κλήθηκε το «Πνεύμα της αληθείας» (Ιωάν.14,16) να μιλήσει δια του στόματος των συνέδρων, παρίσταντο, φορείς της πλάνης και του ψεύδους, αμετανόητοι αιρετικοί, καταδικασμένοι από προγενέστερες Άγιες Συνόδους, να δηλώνουν προκλητικά ότι αισθάνονται ευτυχείς και κατενθουσιασμένοι, που τους δόθηκε η ευκαιρία να παραβρεθούν στο «μεγάλο γεγονός της Ορθόδοξης Εκκλησίας»! Την χαρά τους εκδήλωσαν και μέσω ειδικής εκπομπής της κρατικής ελληνικής τηλεόρασης (ΕΡΤ1) της 24ης Ιουλίου.


        Το πιο τρανταχτό παράδειγμα «πανηγυρισμού» για την Μεγάλη Σύνοδο του Κολυμβαρίου, είναι αυτό τουΒατικανού. Είναι γνωστή η ποικιλοτρόπως εκπεφρασμένη «λαχτάρα» των παπικών για την πραγματοποίησή της. Ο «πάπας» Φραγκίσκος «προσευχήθηκε» δημόσια στην αυλή του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, ενώπιον χιλιάδων οπαδών του, για «την επιτυχία της Συνόδου της Ορθοδοξίας»! Ο έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος του Βατικανού και των απανταχού παπικών αφιέρωσε πλήθος άρθρων και ευμενέστατων σχολίων για τη Μεγάλη Σύνοδο. Γιατί άραγε;
       Ενδιαφέρον παρουσιάζει αποκαλυπτικό άρθρο του έγκριτου δημοσιογράφου κ. Γεωργίου Παπαθανασόπουλου, ο οποίος παρουσιάζει και σχολιάζει εύστοχα τον περίεργο ενθουσιασμό των παπικών για την Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας και το οποίο αναρτήθηκε σε διάφορα ιστολόγια.
       Αρχίζει το άρθρο του με την εύλογη παρατήρηση: «Το Βατικανό επικροτεί και προβάλλει θετικά το Μήνυμα της Συνόδου της Κρήτης. Με βάση τη θυμοσοφική παροιμία πως όταν ο εχθρός σου σε επαινεί ψάξε να βρεις πού έχεις κάνει λάθος, οι δέκα Προκαθήμενοι των αντίστοιχων τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, που έλαβαν μέρος στην εν λόγω Σύνοδο, πρέπει να συσκεφθούν και να καταλήξουν γιατί αυτή η πανηγυρική προβολή του κειμένου από τους Λατίνους». Συμφωνούμε απόλυτα. Για να επικροτεί και να προβάλλει θετικά το Μήνυμα της Συνόδου της Ορθοδοξίας το Βατικανό, δύο τινά συμβαίνουν: ή ο παπισμός έγινε ορθόδοξος, ή η Μεγάλη Σύνοδος δεν λειτούργησε ορθοδόξως! Βεβαίως η πρώτη εκδοχή απορρίπτεται ασυζητητί, διότι ο παπισμός παραμένει απόλυτα αμετακίνητος στην πληθώρα των κακοδοξιών και πλανών του. Το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί να δικαιολογήσει τις πλάνες του, στηριζόμενος στα γνωστά χαλκευμένα πλαστά μεσαιωνικά κείμενα (Ψευδοκωνσταντίνειος Δωρεά, Ψευδοπιπίνειος Δωρεά, Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις, Ψευδοκλημέντια, κλπ)!  Επίσης επιχειρεί να τις «ορθοδοξοποιήσει» στους ατέρμονους και αναποτελεσματικούς διαλόγους, όπου, δυστυχώς, κερδίζει χρόνο και χώρο! Άρα, κάτι δεν πήγε καλά στην Μεγάλη Σύνοδο! Οι παμπόνηροι παπικοί διπλωμάτες διέγνωσαν ότι η Σύνοδος έχει κατεύθυνση προς τις δικές τους βλέψεις, ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους και γι’ αυτό την επικροτούν, διαφορετικά θα την αγνοούσαν!Ρωτάμε: αν η Σύνοδος όριζε ότι το φιλιόκβε είναι αίρεση, καταδικασμένη από τις Άγιες Συνόδους του 867 και 879-880, ως όφειλε να κάνει, θα πανηγύριζαν; Αν όριζε την κτιστή χάρη και τις κτιστές θείες ενέργειες ως αιρέσεις, καταδικασμένες από τις Συνόδους του 1341, 1347,1351, ως όφειλε, θα πανηγύριζαν; Αν καταδίκαζε την αντίχριστη και εξωφρενική πλάνη «περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης», θα πανηγύριζαν; Αν καταδίκαζε την πληθώρα των άλλων πλανών (Μαριολατρία, Άσπιλη Σύλληψη, πρωτείο, αλάθητο, άζυμα, αξιομισθία, καθαρτήριο, κλπ), θα πανηγύριζαν; Ασφαλώς και όχι!
        Συνεχίζοντας ο κ. Γ. Παπαθανασόπουλος αποκαλύπτει: «Η μηνιαία εφημερίδα “Καθολική”, όργανο των Ουνιτών στην Ελλάδα, στο φύλλο της Πέμπτης, 30ής Ιουνίου 2016, (Περίοδος Β΄ Αριθμ. 179) με πρωτοσέλιδο έχει τον εξάστηλο εντυπωσιακό τίτλο  “ΜΗΝΥΜΑ Της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας”. Τόσο εντυπωσιακή παρουσίαση του Μηνύματος ούτε τα προπαγανδιστικά φερέφωνα του Φαναρίου δεν είχαν... Διερωτάται κάθε Ορθόδοξος ποιά ήσαν τα σημεία του Μηνύματος που οδήγησαν τους εκπροσώπους του Πάπα στην Ελλάδα να το προβάλλουν τόσο πολύ;...». Το ερώτημα είναι και δικό μας, όπως και της συντριπτικής πλειοψηφίας του πιστού ορθοδόξου λαού! Και συνεχίζει: «Επί πλέον στο κάτω μέρος της 1ης σελίδας, πάλι με εντυπωσιακό τρόπο, παρουσιάζεται η, με ημερομηνία 15 Ιουνίου 2016, ευχετήρια επιστολή της “Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος” προς “Την Αυτού Θειοτάτην Παναγιότητα κ. κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΝ, Οικουμενικόν Πατριάρχην”. Σ’ αυτήν αναφέρουν ότι “θεωρούν ευλογίαν δι’ όλην την Εκκλησίαν του Χριστού και γεγονός ιστορικόν και ελπιδοφόρον δι’ όλην την ανθρωπότητα την σύγκλησιν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου των Ορθοδόξων Εκκλησιών...”. Διερωτάται πάλι ο πιστός  Ορθόδοξος Χριστιανός ποιά είναι η “όλη Εκκλησία”, που θεωρεί ευλογία τη σύγκληση της Συνόδου στην Κρήτη; Κατά το Βατικανό είναι η υπό τον Πάπα “Εκκλησία”. Και γιατί αυτή αγάλλεται για τη Σύνοδο; Ασφαλώς με την βεβαιότητα  της, μέσω αυτής, προώθησης  της υπό τον Πάπα “ενώσεως” με τους Ορθοδόξους...». Νομίζουμε ότι ο προβληματισμός του κ. Γ. Παπαθανασόπουλου είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Είναι πλέον φανερό πως αυτός ήταν ο κύριος στόχος της «κολοβωμένης» Συνόδου του Κολυμβαρίου, να αναγνωρίσει και να κατοχυρώσει συνοδικά τον Οικουμενισμό και να προωθήσει την «ενότητα των Χριστιανών», σύμφωνα με τους οραματισμούς και τις επιδιώξεις του! Με την συνοδική κατοχύρωση των αιρέσεων ως «εκκλησίες», «λύθηκαν τα χέρια» των οικουμενιστών για την προώθηση της «ενότητας των Χριστιανών»! Υπ’ αυτή την άποψη, είναι απόλυτα δικαιολογημένοι οι πανηγυρισμοί των αιρετικών παπικών, αφού βλέπουν να ευοδώνονται οι εδώ και αιώνες βλέψεις τους για την, υπό τον «ρωμαίο ποντίφικα»,ουνιτικού τύπου ένωση «των δύο αδελφών εκκλησιών»! Βλέπουν να πλησιάζει ο χρόνος που θα πραγματοποιηθούν οι αποφάσεις της ψευδοσυνόδου Φεράρας – Φλωρεντίας (1438-1439), η οποία για τους παπικούς είναι «Οικουμενική Σύνοδος» και οι αποφάσεις της σε ισχύ. Σύμφωνα με αυτές, οι Ορθόδοξοι κρατάμε την πίστη μας και το μόνο που κάνουμε είναι να υποταχθούμε στον «επίσκοπο Ρώμης»! Να γίνουμε δηλαδή Ουνίτες! Λέμε, ότι πλησιάζει ο καιρός, διότι δεν είναι λίγοι και οι «Ορθόδοξοι», που ασπάζονται, αυτής της μορφής, «ένωση των εκκλησιών»! Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναγνωρίζουν τον παπισμό ως Εκκλησία, με διαδοχή, μυστήρια, σωτηρία (Μπαλαμάντ, Ραβέννα, κλπ)! Άρα οι πανηγυρισμοί των παπικών είναι απόλυτα δικαιολογημένοι!
      Δικαιολογημένοι είναι και οι πανηγυρισμοί των αιρετικών προτεσταντών, διότι και αυτοί βγήκαν ωφελημένοι από τη Μεγάλη Σύνοδο. Στην προειρημένη εκπομπή της ΕΡΤ1, Γερμανός πάστορας εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η «ενότητα των Χριστιανών είναι κοντά» και τη χαρά του, που η «εκκλησία» του είναι «μέλος της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας», όπως εννοούν βεβαίως οι προτεστάντες την Εκκλησία! Εξέφρασε προφανώς την ικανοποίησή του, διότι η Σύνοδος του Κολυμβαρίου, όχι μόνον δεν χαρακτήρισε τη θρησκευτική του κοινότητα αίρεση, αλλά την αναγνώρισε (έστω και κατ’ όνομα) ως «εκκλησία»! Ρωτάμε και πάλι: αν η Σύνοδος της Κρήτης καταδίκαζε τις προτεσταντικές  αιρέσεις, της άρνησης του Αειπάρθενου της Θεοτόκου (καταδικασμένη από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο), Αγιομαχία και Εικονομαχία (καταδικασμένες από την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο), θα χαιρόταν και θα πανηγύριζε ο ως άνω αιρετικός; Ασφαλώς και όχι! Αν διακήρυττε ότι ο νεστοριανισμός και ο μονοφυσιτισμός είναι αιρέσεις (καταδικασμένες από τις Γ΄ και Δ΄ Οικουμενικές Συνόδους) θα χαίρονταν και θα πανηγύριζαν οι αιρετικοί αντιπρόσωποι των αιρετικών κοινοτήτων των Νεστοριανών, Κοπτών, Αρμενίων κ.α., οι οποίοι καθόταν, μαζί με όλους τους άλλους κακοδόξους, σε περίοπτη θέση στη  Σύνοδο; Ασφαλώς και όχι!  Ποιοι φταίνε γι’ αυτό το απαράδεκτο γεγονός; Ασφαλώς οι ιθύνοντες της Συνόδου, οι οποίοι αντέγραψαν πιστά την αιρετική Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο (1962-1965), η οποία είχε ανοίξει διάπλατα τις πύλες της στην πανσπερμία των αιρέσεων!
      Κλείνουμε το σχόλιό μας, αφού συγχαρούμε και ευχαριστήσουμε τον δημοσιογράφο κ. Γ. Παπαθανασόπουλο, για το αποκαλυπτικό του άρθρο και τα εύστοχα σχόλιά του, να εκφράσουμε την πικρία μας και την ανησυχία μας, για τους πανηγυρισμούς των, συνοδικά καταδικασμένων και αναθεματισμένων, αιρετικών. Αυτό το αλγεινό φαινόμενο είναι πρωτόγνωρο στη δισχιλιόχρονη εκκλησιαστική μας ιστορία. Στο παρελθόν, οι θεοφόροι και θεοφώτιστοι Πατέρες, αποδείκνυαν, καταδείκνυαν και αναθεμάτιζαν τις πλάνες, ως έργα του διαβόλου και αφόριζαν (απέκοπταν) από το εκκλησιαστικό σώμα τους αμετανόητους αιρετικούς, ως «σάπια μέλη», επικίνδυνα για το αφόρμισμα και των υγιών μελών! Η Σύνοδος του Κολυμβαρίου θέλησε να πρωτοτυπήσει, αλλά αυτή η πρωτοτυπία της την έθεσε στον αντίποδα των Αγίων Συνόδων της Εκκλησίας. Δεν αναγνώρισε πλέον πλάνες και αιρέσεις, οι οποίες οδηγούν με βεβαιότητα στην απώλεια, αλλά «διαφορετικές παραδόσεις». Δεν αναγνώρισε αιρετικούς και «σάπια μέλη», αλλά «ορθοδόξους» των οσονούπω «εκτός», φορείς«διαφορετικών παραδόσεων»! Ιδού λοιπόν η «αχίλλειος πτέρνα» της, η οποία θα την κρίνει σύντομα, είτε ως Αγία και Μεγάλη, είτε ως ληστρική! Ο λαός του Θεού, ο οδηγούμενος, ασφαλώς, από το Άγιο Πνεύμα, «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν.16,13), ο τελικός κριτής και φύλακας της Πίστεως, θα αποφανθεί σύντομα και γι’ αυτή, καθ’ ότι «ο υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το σώμα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοειδές τω των Πατέρων αυτού» (Σύνοδος 1848)! Είδομεν!           

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών

http://aktines.blogspot.gr

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ : ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΥΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ - ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ "ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ" ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Θεσ­σα­λο­νί­κη 20/7/2016

Πρός: τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος
Ἰ. Γεν­να­δί­ου 14 115 21 Ἀ­θή­να
       
Κοι­νο­ποί­η­ση: σέ ὅ­λους τούς Ἱ­ε­ράρ­χες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος

ΣΥΝ­ΤΟ­ΜΗ Α­ΠΟ­ΤΙ­ΜΗ­ΣΗ ΤΗΣ «Α­ΓΙ­ΑΣ ΚΑΙ ΜΕ­ΓΑ­ΛΗΣ ΣΥΝΟ­ΔΟΥ»
ΣΤΟ ΚΟ­ΛΥΜ­ΠΑ­ΡΙ ΤΗΣ ΚΡΗ­ΤΗΣ (19-26/7/2016)

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Πρό­ε­δρε,

Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,

Σᾶς ἀ­πο­στέλ­λω, εὐ­λα­βῶς, μιά πε­ρι­ε­κτι­κή ἀ­πο­τί­μη­ση γιά τήν «Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δο» καί Σᾶς πα­ρα­κα­λῶ, νά κά­νε­τε τόν κό­πο νά τήν με­λε­τή­σε­τε, ἐ­πει­δή πι­στεύ­ω, ὅ­τι θά μπο­ροῦ­σε νά βο­η­θή­σει, κάπως,  στήν ὑ­πεύ­θυ­νη συζήτη­ση πού θά γί­νει στή Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ὅ­ταν αὐ­τή συ­νέλ­θει.

Ἡ ἀ­πο­τί­μη­σή μας θά κι­νη­θεῖ σέ δύ­ο ἐ­πί­πε­δα. Τό πρῶ­το ἐ­πί­πε­δο θά ἀφορᾶ τήν ἀ­πο­τί­μη­ση ὡς πρός τό τυ­πι­κό καί Κα­νο­νι­κό μέ­ρος τῆς Συ­νό­δου, ἐ­νῶ τό δεύ­τε­ρο ἐ­πί­πε­δο θά ἀ­φο­ρᾶ τήν ἀ­πο­τί­μη­ση ὡς πρός τό οὐ­σι­α­στι­κό μέ­ρος της.

Ὡς πρός τήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή τυ­πι­κό­τη­τα καί Κα­νο­νι­κό­τη­τά της,  λεγομένη«Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος» -θε­ο­λο­γι­κά κρι­νό­με­νη- δέν εἶ­ναι «Ἁ­γί­α», κα­τά κυ­ρι­ο­λε­ξί­α. Καί τοῦ­το, ἐ­πει­δή δέν εἶ­ναι «ἑ­πο­μέ­νη τοῖς ἁ­γί­οις Πα­τρά­σι», οὔ­τε τυ­πι­κῶς οὔ­τε οὐ­σι­α­στι­κῶς, ὅ­πως θά γί­νει φα­νε­ρό μέ ὅ­σα θά ποῦ­με στή συ­νέ­χεια. Δέν εἶ­ναι ­μως καί «Με­γά­λη», ­χι μό­νον ­πει­δή δέν ­ταν πα­ροῦ­σες ­λες οἱ Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, ἀλ­λά κυ­ρί­ως, για­τί ­ταν σέ αὐ­τήν πο­λύ μι­κρή καί ­πι­λεγ­μέ­νη ἀν­τι­προ­σώ­πευ­σή τους ­πό τούς κα­τά τό­πους Ἀρ­χι­ε­ρεῖς. Τό ση­μαν­τι­κό­τε­ρο­μως, ἐν προ­κει­μέ­νῳ εἶ­ναι, ­τι «Σύ­να­ξη» αὐ­τή τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων δέν μπο­ρεῖ νά χα­ρα­κτη­ρι­στεῖ -μέ αὐ­στη­ρά θε­ο­λο­γι­κά κρι­τή­ρια- οὔ­τε κἄν ὡς μί­α Το­πι­κή Σύ­νο­δος. Πρό­κει­ταιμᾶλ­λον, γιά μιά ­δι­ό­τυ­πηδι­ηυ­ρυ­μέ­νη, «Προ­συ­νο­δι­κή Δι­ά­σκε­ψη Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων» μέ δέ­κα Προ­κα­θη­μέ­νους, γιά ­να «Συ­νέ­δριο» δέ­κα συγ­κε­κρι­μέ­νων Αὐ­το­κε­φά­λων Ἐκ­κλη­σι­ῶν, οἱ ­ποῖ­ες ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν ­πό τούς Προ­κα­θη­μέ­νους τους καί τό πο­λύ ­πό 24 κα­τ­πι­λο­γήν Ἀρ­χι­ε­ρεῖς.

Εἴ­πα­με, ­τι  ἐν λό­γῳ «Δι­ά­σκε­ψη»  τό «Συ­νέ­δριο» αὐ­τό δέν εἶ­ναι κἄν μί­α Το­πι­κή Σύ­νο­δος, για­τί στήν Το­πι­κή Σύ­νο­δο συ­νέρ­χον­ται καί ψη­φί­ζουν ­λοι οἱμε­τέ­χον­τες σ αὐ­τήν Ἀρ­χι­ε­ρεῖς. Στήν πα­ροῦ­σα ὅ­μως «Δι­ά­σκε­ψη-Συ­νέ­δριο», σύμ­φω­να μέ τόν Κα­νο­νι­σμό Λει­τουρ­γί­ας της, ψῆ­φο εἶ­χαν μό­νο οἱ πα­ρόν­τες δέ­κα Προ­κα­θή­με­νοι. Ἡ πρά­ξη αὐ­τή εἶ­ναι πρω­το­φα­νής στήν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή μας Ἱ­στο­ρί­α καί αὐ­θαί­ρε­τη καί δέν συ­νά­δει κα­θό­λου μέ τήν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα πρα­κτι­κή τῶν ἕ­ως σή­με­ρα Ὀρ­θο­δό­ξων Συ­νό­δων, οἱ ὁ­ποῖ­ες προ­ϋ­πο­θέ­τουν τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἰ­σό­τη­τα ὅ­λων τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων, πρᾶγ­μα πού ἐμ­φαί­νε­ται στήν ἰ­σό­τι­μη ψῆ­φο τους. Κα­νείς ἀ­πο­λύ­τως Ἐ­πί­σκο­πος –μη­δέ τοῦ Προ­έ­δρου τῆς Συ­νό­δου ἐ­ξαι­ρου­μέ­νου– δέν εἶ­ναι «ἄ­νευ ἴ­σων»συ­νε­πι­σκό­πων του. Αὐ­τό πού ἴ­σχυ­σε στήν πα­ροῦ­σα «Δι­ά­σκε­ψη» πα­ρα­πέμ­πει ἐμ­μέ­σως σέ μί­α σα­φῆ μορ­φή Πα­πι­σμοῦ, ἔ­στω κι ἄν ἡ ψῆ­φος τῶν Προ­κα­θη­μέ­νων ἔ­χει συλ­λο­γι­κό χα­ρα­κτῆ­ρα.

Κα­τά συ­νέ­πεια, οἱ ἀ­πο­φά­σεις τῆς πα­ρα­πά­νω «Προ­συ­νο­δι­κῆς Δι­ά­σκε­ψης», ἤτοῦ πα­ρα­πά­νω «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κοῦ Συ­νε­δρί­ου», δέν ἔ­χουν δε­σμευ­τι­κό χα­ρα­κτῆ­ρα. ­ρα καί καμ­μί­α ­σχύ­χι μό­νο γιά ­λη τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἀλ­λά καί γιά τίς Το­πι­κές Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν στό «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κό» αὐ­τό «Συ­νέ­δριο» -­λως ­θέ­σμως-, ­φοῦ οἱ με­τέ­χον­τες Ἀρ­χι­ε­ρεῖς δέν εἶ­χαν δι­καί­ω­μα ψή­φου. Ἀλ­λά οἱ ­πο­φά­σεις εἶ­ναι ­κυ­ρες καί γιά τόν πρό­σθε­το λό­γο τῆς ἀρ­χῆς τῆς ­μο­φω­νί­ας, ­ποί­α πα­ρα­βι­ά­στη­κε μέ τήν μή πα­ρου­σί­α τῶν τεσ­σά­ρων Πα­τρι­αρ­χεί­ων (Ἀν­τι­ο­χεί­ας, Ρω­σί­ας, Βουλ­γα­ρί­ας, Γε­ωρ­γί­ας).

­πι­προ­σθέ­τως οἱ ­πο­φά­σεις τῆς ­δι­όρ­ρυθ­μης «Συ­νό­δου» τοῦ Κο­λυμ­πα­ρί­ουδέν εἶ­ναι δε­σμευ­τι­κές γιά τήν Ἑλ­λα­δι­κή Ἐκ­κλη­σί­α καί γιά ­ναν πρό­σθε­το λό­γο.  Προ­κα­θή­με­νος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ἀν­τί νά ­πο­στη­ρί­ξει τήν ­μό­φω­νη θέ­ση τῆς ­ε­ραρ­χί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας στό Στ΄Κεί­με­νο, εἰ­ση­γή­θη­κε ἄλ­λη θέ­ση, ­ποί­α ­γι­νε ­πο­δε­κτή ­πό τίς ἐν­νέ­α ἄλ­λες Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες. Πρα­κτι­κῶς, αὐ­τό ση­μαί­νει,­τι θέ­ση τοῦ Σώ­μα­τος τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς ­ε­ραρ­χί­ας δέν ἐκ­προ­σω­πή­θη­κε, ­πό­τε μέ βά­ση τόν Κα­νο­νι­σμό Λει­τουρ­γί­ας τῆς «Δι­ά­σκε­ψης», στό Στ΄Κεί­με­νο δέν ­πῆρ­ξε ­μο­φω­νί­α. ­ρα, τό Κεί­με­νο εἶ­ναι ­κυ­ρο.

Καί τώ­ρα, ἡ ἀ­πο­τί­μη­ση τοῦ οὐ­σι­α­στι­κοῦ μέ­ρους τῆς ἰ­δι­ό­τυ­πης «Συ­νό­δου». Κα­τ’ ἀρ­χήν, ὀ­φεί­λου­με νά ποῦ­με γε­νι­κῶς, ὅ­τι στή λε­γό­με­νη «Σύ­νο­δο» τοῦ Κο­λυμ­πα­ρί­ου τῆς Κρή­της ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε μιά θε­σμι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα πνευ­μα­τι­κή ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τή δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. [Λέ­με, ὅ­τι ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε, ἐ­πει­δή –μέ βά­ση ὅ­σα εἴ­πα­με νω­ρί­τε­ρα– δέν προσ­δί­δου­με θε­σμι­κό ρό­λο στίς ἀ­πο­φά­σεις τῆς πα­ρα­πά­νω «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κῆς Δι­α­σκέ­ψε­ως»­]. Στήν Κρή­τη ὄ­χι μό­νο δέν κα­τα­δι­κά­σθη­κε καμ­μί­α ἑ­τε­ρο­δο­ξί­α (αἵ­ρε­ση), ἀλ­λά καί ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε μιά φο­βε­ρή, θε­σμι­κῶς, ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τήν συ­νο­δι­κῶς ὁ­ρι­ο­θε­τη­μέ­νη πί­στη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, μιά ἔκ­πτω­ση οὐ­σι­α­στι­κά ἀ­πό τόν «Ὅ­ρο Πί­στε­ως» τῆς Β΄ Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου. Συγ­κε­κρι­μέ­να, πρό­κει­ται γιά τήν ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τήν δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τοῦ Συμ­βό­λου τῆς Πί­στε­ως, πού ἀ­να­φέ­ρε­ται στήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, κα­θ’ ἑ­αυ­τήν.

Στό Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως ὁ­μο­λο­γοῦ­με, ὅ­τι πι­στεύ­ου­με «εἰς Μί­αν, Ἁ­γί­αν, Κα­θο­λι­κήν καί Ἀ­πο­στο­λι­κήν Ἐκ­κλη­σί­αν». Ὅ­μως, στή «Δι­ά­σκε­ψη» τῆς Κρή­της, δέ­κα Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, με­τα­ξύ τῶν ὁ­ποί­ων καί ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος, ἀ­πο­δέ­χθη­καν ἀ­θε­ο­λό­γη­τα τήν «Βα­πτι­σμα­τι­κή Θε­ο­λο­γί­α» καί ἔμ­με­σα τήν «Θε­ω­ρί­α τῶν Κλά­δων», ἀ­να­γνω­ρί­ζον­τας ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες τούς Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κούς, τούς Μα­ρω­νῖ­τες, τούς Νε­στο­ρια­νούς, τούς Μο­νο­φυ­σῖ­τες Ἀν­τι­χαλ­κη­δο­νί­ους, τούς Μο­νο­θε­λῆ­τες, οἱ ὁ­ποῖ­οι κα­τα­δι­κά­στη­καν γιά τήν χρι­στο­λο­γι­κή τους αἵ­ρε­ση ἀ­πό σει­ρά Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων (ἀ­πό τήν Τρί­τη ἕ­ως καί τήν Ἕ­κτη), ἀλ­λά καί τήν παν­σπερ­μί­α τῶν Προ­τε­σταν­τῶν, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­ον­ται στό Παγ­κό­σμιο Συμ­βού­λιο τῶν λε­γο­μέ­νων Ἐκ­κλη­σι­ῶν. Ἀ­πο­τε­λεῖ πνευ­μα­τι­κή πα­ρα­φρο­σύ­νη καί πνευ­μα­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα ἡ πρά­ξη τῆς ἀ­πό­πει­ρας γιά Συ­νο­δι­κή ἀ­πό­φα­ση στό Κο­λυμ­πά­ρι πρός ἀ­να­γνώ­ρι­ση ὡς Ἐκ­κλη­σι­ῶν τῶν κα­τα­δι­κα­σθέν­των αἱ­ρε­τι­κῶν ἀ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους. Αὐ­τό, στήν πρά­ξη, εἶ­ναι συγ­κρη­τι­σμός καί Οἰ­κου­με­νι­σμός. Δέν κι­νή­θη­κε ὁ θυ­μός –τό ἔλ­λο­γο νεῦ­ρο τῆς ψυ­χῆς- τῶν «Συ­νο­δι­κῶν» Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων πρός τούς νο­η­τούς λύ­κους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἀ­πε­ναν­τί­ας, οἱ «λύ­κοι» ὀ­νο­μά­στη­καν «πρό­βα­τα» τῆς μί­ας καί μό­νης λο­γι­κῆς ποί­μνης, τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἐκ τοῦ ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τος συμ­πε­ραί­νου­με, ὅ­τι στήν Κρή­τη δέν ἔ­γι­νε ἡ ἀ­να­με­νό­με­νη ἀ­πό τό εὐ­λα­βές πλή­ρω­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας «σύ­σκε­ψη» τῶν «Συ­νο­δι­κῶν» Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων μέ τό Ἅ­γιο Πνεῦ­μα, οὔ­τε καί λει­τούρ­γη­σε ἡ «σφεν­δό­νη» τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος γιά τήν ἐκ νέ­ου κα­τα­δί­κη τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν. Εἰ­δι­κό­τε­ρα, γιά τούς Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κούς, λε­κτι­κῶς, ὁ­μο­λο­γή­σα­με τήν πί­στη μας στόν Ὅ­ρο τῆς Β΄Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, πρα­κτι­κῶς ὅ­μως ἀ­κυ­ρώ­σα­με αὐ­τήν τήν πί­στη, ἀ­να­γνω­ρί­ζον­τας ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες, ὄ­χι μό­νον αὐ­τούς, ἀλ­λά καί ἄλ­λες Χρι­στι­α­νι­κές Κοι­νό­τη­τες, πού ἀν­τί­κειν­ται στόν Ὅ­ρο αὐ­τό, διά τοῦ f­i­l­i­o­q­ue. Ὡς γνω­στόν, ἡ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε προ­σθή­κη στό Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως -ἀ­κό­μη καί ἡ ἑρ­μη­νευ­τι­κῶς σω­στή- κα­τα­δι­κά­ζε­ται ἀ­πό ὅ­λες τίς Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους με­τά τήν Γ΄ (συμ­πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης) καί ὅ­σοι τό κά­νουν, ὁ­ρί­ζε­ται νά κα­θαι­ροῦν­ται καί νά ἀ­φο­ρί­ζον­ται ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α. Σα­φῶς, λοι­πόν, τό f­i­l­i­o­q­ue, ὡς προ­σθή­κη, κα­τα­δι­κά­ζε­ται -ἔμ­με­σα, αὐ­το­μά­τως καί ἑ­τε­ρο­χρο­νι­σμέ­να -ἀ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους, ὡς αἵ­ρε­ση, ἀ­φοῦ ἐκ­πί­πτουν ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ὅ­σοι τό υἱ­ο­θε­τοῦν, ὡς προ­σθή­κη, κα­τά τήν ἀ­πό­φα­ση τῶν ἀ­νω­τέ­ρω Συ­νό­δων. Γι’ αὐ­τό καί ἡ ἑ­τε­ρο­δο­ξί­α τοῦ f­i­l­i­o­q­ue τῶν Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν καί ὅ­λων τῶν Προ­τε­σταν­τῶν εἶ­ναι κα­τε­γνω­σμέ­νη αἵ­ρε­ση.

Ἄλ­λω­στε,  προ­σθή­κη τοῦ f­i­l­i­o­q­ue κα­τα­δι­κά­στη­κε ἐ­πί Με­γά­λου Φω­τί­ου στήν Σύ­νο­δο τοῦ 879/80 (Η΄ Οἰ­κου­με­νι­κή), ὅ­που με­τεῖ­χε καί ἀν­τι­προ­σω­πεί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ρώ­μης, ἐ­νῶ κα­τα­δι­κά­στη­καν καί ἄλ­λες κα­κο­δο­ξί­ες τοῦ Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κι­σμοῦ γιά τήν ταύ­τι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νερ­γεί­ας στόν Τρι­α­δι­κό Θε­ό καί γιά τόν κτι­στό χα­ρα­κτῆ­ρα τῆς θεί­ας Χά­ρι­τος, στίς Συ­νό­δους τοῦ 1331 καί1351. Ἀλ­λά καί ὁ Προ­τε­σταν­τι­σμός κα­τα­δι­κά­στη­κε ἀ­πό σει­ρά Συ­νό­δων στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἀ­να­το­λή (1638, 1642, 1691).
Κα­τά συ­νέ­πεια, δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν σέ ἕ­να Συ­νο­δι­κό δογ­μα­τι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα Κεί­με­νο νά μήν ὑ­πάρ­χει θε­ο­λο­γι­κή ἀ­κρί­βεια καί οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι νά ἀ­να­γνω­ρί­ζον­ται ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες. Αὐ­τό θά σή­μαι­νε, ἤ ὅ­τι γί­νε­ται συ­νει­δη­τή ἔκ­πτω­ση στό ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κό δόγ­μα,ἤ ὅ­τι ὑ­πάρ­χει δι­γλωσ­σί­α, μέ ὅ,τι αὐ­τό συ­νε­πά­γε­ται.

Μέ τήν ψή­φι­ση τοῦ Στ΄ Κει­μέ­νου,πού χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται γιά τίς σκό­πι­μες ἀ­σά­φει­ες καί ἰ­δι­αί­τε­ρα γιά τίς θε­ο­λο­γι­κές ἀν­τι­φά­σεις του,  «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κή Δι­ά­σκε­ψη» στήν Κρή­τη κα­το­χύ­ρω­σε θε­σμι­κά τόν Οἰ­κου­με­νι­σμό, εἰ­σά­γον­τας ἔ­τσικαί προ­ω­θών­τας τήν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή σύγ­χυ­ση στίς συ­νει­δή­σεις τῶν πι­στῶν.Ὑ­πεν­θυ­μί­ζω συγ­κε­κρι­μέ­να τήν πα­ρά­γρα­φο 16, ὅ­που ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς: «Ἕν ἐκ τῶν κυ­ρί­ων ὀρ­γά­νων ἐν τῇ Ἱ­στο­ρί­ᾳ τῆς Οἰ­κου­με­νι­κῆς κι­νή­σε­ως εἶ­ναι τό Παγ­κό­σμιον Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν (ΠΣΕ)­.­.. Πα­ραλ­λή­λως­φί­σταν­ται καί ἄλ­λοι δι­α­χρι­στι­α­νι­κοί ὀρ­γα­νι­σμοί καί πε­ρι­φε­ρεια­κά ὄρ­γα­να, ὡς «Δι­ά­σκε­ψις τῶν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν» (ΚΕΚ), τό «Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν Μέ­σης ­να­το­λῆς (ΣΕ­ΜΑ) καί τό «Πα­να­φρι­κα­νι­κόν Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν». Ταῦ­τα με­τά τοῦ Παγ­κο­σμί­ου Συμ­βου­λί­ου Ἐκ­κλη­σι­ῶν τη­ροῦν ση­μαν­τι­κήν ἀ­πο­στο­λήν διά τήν προ­ώ­θη­σιν τῆς ἑ­νό­τη­τος τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ κό­σμου».

Τήν ἀ­πο­δο­χή τοῦ ὅ­ρου «Ἐκ­κλη­σί­α», γιά τούς ἑ­τε­ρο­δό­ξους καί ἰ­δι­αί­τε­ρα γιά τούς Προ­τε­στάν­τες, συ­ναν­τοῦ­με κα­τά κό­ρον καί στίς πα­ρα­γρά­φους 19 καί 21, στό ἴ­διο Κεί­με­νο. Ἡ πα­ρα­πά­νω δι­α­τύ­πω­ση ση­μαί­νει, ὅ­τι ἐ­μεῖς, ὡς Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, συμ­φω­νοῦ­με πώς οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι-αἱ­ρε­τι­κοί συμ­βάλ­λουν ση­μαν­τι­κά στήν προ­ώ­θη­ση τῆς ἑ­νό­τη­τας τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ κό­σμου! Ἀ­πό ἐ­δῶ πι­στο­ποι­εῖ­ται, ὅ­τι, ὅ­σοι ψή­φι­σαν καί ὅ­σοι ὑ­πέ­γρα­ψαν αὐ­τό τό Κεί­με­νο,δέν συ­νει­δη­το­ποί­η­σαν σί­γου­ρα, ὅ­τι «ὁ Οἰ­κου­με­νι­σμός ἔ­χει πνεῦ­μα πο­νη­ρί­ας καί κυ­ρι­αρ­χεῖ­ται ἀ­πό ἀ­κά­θαρ­τα πνεύ­μα­τα», κα­τά τήν χα­ρι­σμα­τι­κή ἐμ­πει­ρί­α τοῦ μα­κα­ρι­στοῦ Γέ­ρον­τος Ἐ­φραίμ τοῦ Κα­του­να­κι­ώ­τη. Ἡ θε­με­λια­κή θέ­ση τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ εἶ­ναι ὁ δογ­μα­τι­κός πλου­ρα­λι­σμός. Αὐ­τό ση­μαί­νει, πρα­κτι­κά, τήν δογ­μα­τι­κά νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νη συ­νύ­παρ­ξη δι­α­φο­ρε­τι­κῶν δογ­μα­τι­κῶς πί­στε­ων. Ὅ­ποι­ος ἀμ­φι­σβη­τεῖ τόν δογ­μα­τι­κό αὐ­τό πλου­ρα­λι­σμό, χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται φα­να­τι­κός καί φον­τα­μεν­τα­λι­στής. Πα­ράλ­λη­λα, οἱ Οἰ­κου­με­νι­στές δέν ἐ­πι­τρέ­πουν ἀ­ξι­ο­λο­γι­κές κρί­σεις γιά τήν ὀρ­θό­τη­τα, τήν ἀ­νω­τε­ρό­τη­τα ἤ τήν κα­τω­τε­ρό­τη­τα τῶν δι­α­φό­ρων θρη­σκει­ῶν. Στόν Οἰ­κου­με­νι­σμό ὅ­λοι χω­ροῦν. Για­τί ἡ ἑ­νό­τη­τα σ’ αὐ­τόν δέν ἐμ­πο­δί­ζε­ται ἀ­πό τήν ποι­κι­λί­α τῶν δι­α­φο­ρε­τι­κῶν πί­στε­ων, πρᾶγ­μα πού εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κά ἀ­πα­ρά­δε­κτο ἀ­πό Ὀρ­θό­δο­ξη ἄ­πο­ψη.

Ὡς δογ­μα­το­λό­γος τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κλη­σί­ας, ἔ­χω τήν βα­θύ­τα­τη πε­ποί­θη­ση, ὅ­τι  Οἰ­κου­με­νι­σμός εἶ­ναι  με­γα­λύ­τε­ρη ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή αἵ­ρε­ση, ἀλ­λά καί ἡ ἐ­πι­κιν­δυ­νό­τε­ρη πο­λυ­αί­ρε­ση, πού ἐμ­φα­νί­στη­κε πο­τέ στήν Ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Καί τοῦ­το, για­τί Οἰ­κου­με­νι­σμός, ­ξαι­τί­ας τοῦ συγ­κρη­τι­στι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα του, συ­νι­στᾶ τήν πιό δό­λια ἀμ­φι­σβή­τη­ση τῆς πί­στε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λά καί τήν πιό σο­βα­ρή νό­θευ­σή τηςἈμ­βλύ­νει σέ ­πα­ρά­δε­κτο βαθ­μό τήν δογ­μα­τι­κή συ­νεί­δη­ση τοῦ πλη­ρώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί δη­μι­ουρ­γεῖ σύγ­χυ­ση γύ­ρω ­πό τήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Πί­στε­ώς μαςΚε­νώ­νει πο­νη­ρά τήν ­κε­ραι­ό­τη­τα τῆς σώ­ζου­σας Πί­στε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­αςπρᾶγ­μα πού ­χει ­λέ­θρι­ες σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πει­ες- μέ τό νά θε­ω­ρεῖ ­λες τίς θρη­σκευ­τι­κές πί­στεις νό­μι­μες σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κῶς, ­ταν ­πο­στη­ρί­ζει­τι ­λες οἱ ­τε­ρό­δο­ξες καί ­τε­ρό­θρη­σκες πί­στεις εἶ­ναι ­δοί, πού ­δη­γοῦν στήν ­δια σω­τη­ρί­α.

Ἀλ­λάμέ ­σα ἀν­τι­φα­τι­κά, ὡς πρός τήν Ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α, γρά­φον­ται στό Στ΄ Κεί­με­νο, δί­νε­ται ἡ ἐν­τύ­πω­ση, ­τι οἱ ­τε­ρό­δο­ξοι χρι­στια­νοί ἐμ­παί­ζον­ται­φοῦ στήν ἀρ­χή κα­το­νο­μά­ζον­ται ὡς «­τε­ρό­δο­ξες ἐκ­κλη­σί­ες», δη­λα­δή αἱ­ρε­τι­κοίκαί στή συ­νέ­χεια ­νο­μά­ζον­ται Ἐκ­κλη­σί­ες. Δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται νά ὑ­πο­τι­μοῦ­με τή νο­η­μο­σύ­νη τους. Κα­τα­λα­βαί­νουν κα­λῶς, ὅ­τι δέν τούς ἀ­γα­ποῦ­με ἀ­λη­θι­νά, για­τί δέν τούς λέ­με τήν ἀ­λή­θεια κα­θα­ρά. Τούς λέ­με ψέ­μα­τα, πώς εἶ­ναι Ἐκ­κλη­σί­ες. Καί μέ τόν τρό­πο αὐ­τό δέν τούς βο­η­θοῦ­με, για­τί δέν τούς κα­λοῦ­με σέ με­τά­νοι­α καί ἄρ­νη­ση τῶν δογ­μα­τι­κῶν πλα­νῶν τους, ὥ­στε νά ἐν­τα­χθοῦν στήν μό­νη ἀ­λη­θι­νή Ἐκ­κλη­σί­α, τήν Ὀρ­θό­δο­ξη. Εὐ­τυ­χῶς, ἀρ­κε­τοί Ἀρ­χι­ε­ρεῖς δέν ὑ­πέ­γρα­ψαν αὐ­τό τό Κεί­με­νο γιά δογ­μα­τι­κούς λό­γους.

Στό Κεί­με­νο γιά «Τό Μυ­στή­ριον τοῦ Γά­μου καί τά Κω­λύ­μα­τα αὐ­τοῦ», δέν θά ἐ­πα­να­λά­βω, ὅ­σα σχε­τι­κά ἔ­γρα­ψα στήν πρώ­τη μου Ἐ­πι­στο­λή πρός τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο, στίς 3-2-2016, γιά νά μή Σᾶς κου­ρά­ζω. Θά προ­σθέ­σω μό­νο, ὅ­τι, ἐ­νῶ ὁ 72ος Κα­νό­νας τῆς Πεν­θέ­κτης Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, θέ­τει τίς ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές –δογ­μα­τι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιά τήν ὕ­παρ­ξη τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ μυ­στη­ρί­ου τοῦ γά­μου, ἡ ἀ­πό­φα­ση τῆς «Δι­α­σκέ­ψε­ως» τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων στό Κο­λυμ­πά­ρι τῆς Κρή­της -ὅ­λως ἀν­τι-Κα­νο­νι­κῶς καί ἀ­ναρ­μο­δί­ως- δί­νει τήν δυ­να­τό­τη­τα στίς Το­πι­κές Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες νά ἀ­πο­κλί­νουν ἀ­πό τήν πε­ρί τῶν μυ­στη­ρί­ων δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Συγ­κε­κρι­μέ­να, ἡ προ­τα­θεῖ­σα εἰ­σή­γη­ση τῶν μι­κτῶν γά­μων ὡς οἰ­κο­νο­μί­α –πέ­ρα ἀ­πό τήν ἀν­τι­κα­νο­νι­κό­τη­τα καί τήν πα­ρα­νο­μί­α της, ἀλ­λά καί τό ὀ­ξύ­μω­ρο τῆς σχε­τι­κο­ποι­ή­σε­ως ἑ­νός Κα­νό­να (72) Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου (Πεν­θέ­κτης) ἀ­πό ἥσ­σο­να «Σύ­νο­δο», στήν ὁ­ποί­α πα­ρα­πέμ­πει τό θέ­μα -εἶ­ναι ἄ­κρως ἀ­θε­ο­λό­γη­τη, ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς. Γι’ αὐ­τό, ἄλ­λω­στε, συ­νι­στᾶ­ται αὐ­στη­ρῶς ἀ­πό τόν 72ο Κα­νό­να ἡ ἀ­κύ­ρω­ση καί ἡ δι­ά­λυ­ση αὐ­τοῦ τοῦ γά­μου,ὡς πα­ρά­νο­μη ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς συμ­βί­ω­ση. Ἡ πε­ραι­τέ­ρω μά­λι­στα θε­ο­λο­γι­κή τεκ­μη­ρί­ω­ση τοῦ Κα­νό­να, δέν ἀ­φή­νει κα­θό­λου πε­ρι­θώ­ρια γιά ὁ­ποι­α­δή­πο­τε οἰ­κο­νο­μί­α. «Οὐ γάρ χρή τά ἄ­μι­κτα μι­γνῦ­ναι», ση­μει­ώ­νει ὁ Κα­νό­νας,«οὐ­δέ τῷ προ­βά­τῳ τόν λύ­κον συμ­πλέ­κε­σθαι, καί τῇ τοῦ Χρι­στοῦ με­ρί­δι τόν τῶν ἁ­μαρ­τω­λῶν κλῆ­ρον· εἰ δέπα­ρα­βῇ τις τά πα­ρ’ ἡ­μῶν ὁ­ρι­σθέν­τα, ἀ­φο­ρι­ζέ­σθω». Δέν εἰ­ση­γεῖ­ται, δη­λα­δή, ὁ 72ος Κα­νό­νας οἰ­κο­νο­μί­α, ἀλ­λά ἐ­φι­στᾶ τήν προ­σο­χή γιά τήν σο­βα­ρό­τα­τη πα­ρα­νο­μί­α. Ἡ πα­ρέκ­κλι­ση ἀ­πό τόν συγ­κε­κρι­μέ­νο Κα­νό­να συ­νι­στᾶ σο­βα­ρό­τα­τη Κα­νο­νι­κή πα­ρα­νο­μί­α καί «πα­ρα­οι­κο­νο­μί­α», πού ἔ­χει, ἐ­πί­σης, σο­βα­ρό­τα­τες ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πει­ες, ἀ­φοῦ ἀ­να­μει­γνύ­ει τά ἄ­μι­κτα σέ «ἄ­μι­κτη μί­ξη», «συμ­πλέ­κει»ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς τό «πρό­βα­το» μέ τόν «λύ­κο» καί τήν «με­ρί­δα» τοῦ Χρι­στοῦ μέ τόν «κλῆ­ρο» τῶν ἁ­μαρ­τω­λῶν. Τέ­τοι­α, ὅ­μως, μί­ξη εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς ἀ­δι­α­νό­η­τη καί θε­ο­λο­γι­κῶς καί πνευ­μα­τι­κῶς ἀ­πα­ρά­δε­κτη.

Στό Κεί­με­νο: «Ἡ Ἀ­πο­στο­λή τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας εἰς τόν σύγ­χρο­νον κό­σμον», δί­νε­ται  ἐν­τύ­πω­ση, ὅ­τι ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται  ἐγ­κι­βω­τι­σμός Ὀρ­θο­δό­ξων καί ἑ­τε­ρο­δό­ξων, ἐ­νί­ο­τε καί ἑ­τε­ρο­θρή­σκων. Τοῦ­το εἶ­ναι ἐμ­φα­νές, ­ταν τά σχε­τι­ζό­με­να μέ τήν εἰ­ρή­νη, ­ποί­α βι­ώ­νε­ται στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α ὡς καρ­πός τοῦ ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, λέ­γον­ται ­προ­ϋ­πό­θε­τα καί γιά τούς ­κτός αὐ­τῆς. Αὐ­τό­μωςκε­νώ­νει στήν πρά­ξη τήν ­ναν­θρώ­πη­ση τοῦ Θε­οῦ Λό­γου καί τήν ­δια τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ­νό­σῳ ­φή­νει νά ἐν­νο­η­θεῖ, ­τι εἰ­ρή­νη τοῦ Χρι­στοῦ, ὡς ­κτι­στη ­νέρ­γειά Τουμπο­ρεῖ νά κα­τορ­θώ­νε­ται καί νά οἰ­κει­ώ­νε­ται καί ­κτός αὐ­τῆς ­πό ­τε­ρο­δό­ξους, ­τε­ρο­θρή­σκους καί ἀν­θρώ­πους ­πλῶς «κα­λῆς θε­λή­σε­ως», ἐν­δε­χο­μέ­νως τό­τε καί ­πό ­θέ­ους. Αὐ­τό ­χι μό­νο μαρ­τυ­ρί­α δέν συ­νι­στᾶ, ἀλ­λά προ­κα­λεῖ καί σύγ­χυ­ση ­νά­με­σα στούς πι­στούς γιά τήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τῆς δε­δω­ρη­μέ­νης σ΄ αὐ­τήν «­νω­θεν εἰ­ρή­νης».

Ὡς πρός τό ζή­τη­μα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Δι­α­σπο­ρᾶς, ­χου­με τήν γνώ­μη, ­τι μέ τήν ἐν λό­γῳ «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κή Δι­ά­σκε­ψη» ­πι­χει­ρή­θη­κε  ἀν­τι­κα­νο­νι­κή -­στω καί πρό­σκαι­ρη- λύ­ση τῶν ­πι­σκο­πι­κῶν Συ­νε­λεύ­σε­ων, οἱ ­ποῖ­ες ­χι μό­νο δέν θε­ρα­πεύ­ουν, ἀλ­λά δι­αι­ω­νί­ζουν τόν ­δη συ­νο­δι­κῶς κα­τα­δι­κα­σμέ­νο ­θνο­φυ­λε­τι­σμό (1872).

Με­τά τή «Σύ­νο­δο» τῆς Κρή­της ἐκ­δό­θη­κε  «Ἐγ­κύ­κλιος τῆς ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας» (Κρή­τη, 2016),  ­ποί­α πα­ρου­σιά­ζει θε­ο­λο­γι­κές ἀν­τι­φά­σεις. Γιαὐ­τό καί θά ­να­φερ­θοῦ­με ­πι­γραμ­μα­τι­κά σαὐ­τές. Συγ­κε­κρι­μέ­να, στήν δεύ­τε­ρη πα­ρά­γρα­φο ση­μει­ώ­νε­ται τό ­ξῆς: « ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος τῆς Μί­ας, ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ­πο­τε­λεῖ αὐ­θεν­τι­κήν μαρ­τυ­ρί­αν τῆς πί­στε­ως εἰς τόν θε­άν­θρω­πον Χρι­στόν.­.­.­». ­δῶγεν­νᾶ­ται εὔ­λο­γα τό λο­γι­κό καί θε­ο­λο­γι­κό ­ρώ­τη­μα: Πῶς «ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος τῆς Μί­ας, ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ­πο­τε­λεῖ αὐ­θεν­τι­κήν μαρ­τυ­ρί­αν τῆς πί­στε­ως εἰς τόν θε­άν­θρω­πον Χρι­στόν», ­ταν αὐ­τή ­να­γνω­ρί­ζει τούς Νε­στο­ρια­νούς, τούς Μο­νο­φυ­σῖ­τες, τούς Ἀν­τι­χαλ­κη­δο­νί­ους καί τούς Μο­νο­θε­λῆ­τες ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες, ­ν ό­σῳ αὐ­τοί ­χουν κα­τα­δι­κα­σμέ­νη ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους Χρι­στο­λο­γί­α;

Στήν τρί­τη πα­ρά­γρα­φο μνη­μο­νεύ­ον­ται Σύ­νο­δοι κα­θο­λι­κοῦ «κύ­ρους», ­πως εἶ­ναι  ­πί Με­γά­λου Φω­τί­ου καί ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ καί  Σύ­νο­δος τοῦ 1484, μέ τήν ­ποί­α ­πο­κη­ρύσ­σε­ται  ψευ­δο­σύ­νο­δος τῆς Φλω­ρεν­τί­ας. ­κό­μη καί οἱ Σύ­νο­δοι, πού ­πο­κη­ρύσ­σουν τίς Προ­τε­σταν­τι­κές δο­ξα­σί­ες. Πῶς συμ­βι­βά­ζον­ται, ­μως, ­λα αὐ­τά μέ τήν ­να­γνώ­ρι­ση τῶν Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν καί τῶν Προ­τε­σταν­τῶν ὡς Ἐκ­κλη­σι­ῶν;

Στήν πα­ρά­γρα­φο 20 ση­μει­ώ­νον­ται τά ­ξῆς χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Οἱ δι­α­χρι­στι­α­νι­κοί δι­ά­λο­γοι ­λει­τούρ­γη­σαν ὡς εὐ­και­ρί­α διά τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­αν, διά νά ­να­δεί­ξῃ τό σέ­βας πρός τήν δι­δα­σκα­λί­αν τῶν Πα­τέ­ρων καί διά νά δώ­σῃ ­ξι­ό­πι­στον μαρ­τυ­ρί­αν τῆς γνη­σί­ας πα­ρα­δό­σε­ως τῆς Μιᾶς, ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ ­πό τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας δι­ε­ξα­γώ­με­νοι δι­ά­λο­γοι οὐ­δέ­πο­τε ­σή­μα­ναν, οὔ­τε ση­μαί­νουν καί δέν πρό­κει­ται νά ση­μά­νουν πο­τέ οἱ­ον­δή­πο­τε συμ­βι­βα­σμόν εἰς ζη­τή­μα­τα πί­στε­ως. Οἱ δι­ά­λο­γοι αὐ­τοί εἶ­ναι μαρ­τυ­ρί­α πε­ρί τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας.­.­.­». δή­λω­ση αὐ­τή­μως,δι­α­ψεύ­δε­ται ­πό τά κοι­νά Κεί­με­να, τά ­ποῖ­α ­πε­γρά­φη­σαν καί ­πό τούς Ὀρ­θο­δό­ξους, ­πως εἶ­ναι τοῦ B­a­l­a­m­a­nd, τοῦ P­o­r­to A­l­e­g­re, τῆς Ρα­βέν­νας καί τοῦ P­u­s­s­an. Καί Συ­νο­δι­κή Ἐγ­κύ­κλιος κα­τα­κλεί­ε­ται ὡς ­ξῆς: «Ταῦ­τα ­πευ­θύ­νον­ται ἐν συ­νό­δῳ πρός τά ἐν τῷ κό­σμῳ τέ­κνα τῆς ­γι­ω­τά­της Ὀρ­θο­δό­ξου ­μῶν Ἐκ­κλη­σί­ας καί πρός τήν οἰ­κου­μέ­νην πᾶ­σαν, ­πό­με­νοι τοῖς ­γί­οις Πα­τρά­σι καί τοῖς συ­νο­δι­κοῖς θε­σπί­σμα­σι πρός δι­α­φύ­λα­ξιν τῆς πα­τρο­πα­ρα­δό­του πί­στε­ως». ­μως, Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α «­πο­μέ­νη τοῖς ­γί­οις Πα­τρά­σι καί τοῖς συ­νο­δι­κοῖς θε­σπί­σμα­σι» δέν ­να­γνώ­ρι­σε πο­τέ στό πα­ρελ­θόν, ὡς Ἐκ­κλη­σί­α, τούς αἱ­ρε­τι­κούς­πως ­πι­χεί­ρη­σε νά κά­νει ἐν λό­γῳ «Συ­νέ­λευ­ση τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων» στήν Κρή­τη.

Ὡς πρός τό «Μή­νυ­μα» τῆς «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κῆς Δι­α­σκέ­ψε­ως», αὐ­τό συ­νο­ψί­ζει τίς λη­φθεῖ­σες ἀ­πο­φά­σεις καί πα­ράλ­λη­λα προ­κα­λεῖ τή νο­η­μο­σύ­νη τῶν ἐ­νη­με­ρω­μέ­νων πι­στῶν. Συγ­κε­κρι­μέ­να, στήν πρώ­τη πα­ρά­γρα­φο τοῦ «Μη­νύ­μα­τος»ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς: «Βα­σι­κή προ­τε­ραι­ό­τη­τα τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου ὑ­πῆρ­ξε  δι­α­κή­ρυ­ξη τῆς ἑ­νό­τη­τας τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας στηριγ­μέ­νη στή θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α καί τήν Ἀ­πο­στο­λι­κή δι­α­δο­χή τῶν Ἐπισκόπων. Ἡ ὑ­φι­στα­μέ­νη ἑ­νό­τη­τα εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη νά ἐ­νι­σχύ­ε­ται καί νά φέ­ρει νέ­ους καρ­πούς». Τό εὔ­λο­γο ἐ­ρώ­τη­μα τῶν ἀ­να­γνω­στῶν τοῦ «Μη­νύ­μα­τος» αὐ­τοῦ εἶ­ναι: Πῶς δι­α­κη­ρύσ­σε­ται ἔ­τσι πα­νη­γυ­ρι­κά ἡ ἑ­νό­τη­τα τῆς Ὀρθοδό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­ταν εἶ­ναι γνω­στό, ὅ­τι σ’ αὐ­τήν τήν «Σύ­να­ξη» δέν πα­ρα­βρέ­θη­καν τέσ­σε­ρα Πα­τρι­αρ­χεῖ­α, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­ουν συν­τρι­πτι­κά πε­ρισ­σό­τε­ρους πι­στούς, ἀ­π’ ὅ­σους ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν ἀ­πό τούς δέ­κα Προ­κα­θη­μέ­νους, πού συμ­με­τεῖ­χαν σ’ αὐ­τήν; Καί πῶς γί­νε­ται μέ τό­ση ἄ­νε­ση ἡ ἀ­να­φο­ρά στή Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α, ὡς θε­μέ­λιο τῆς ἑ­νό­τη­τας, τή στιγ­μή πού ὑφί­στα­ται ἡ δι­α­κο­πή τῆς δι­α­μυ­στη­ρια­κῆς κοι­νω­νί­ας ἀ­νά­με­σα στά δύ­ο πρεσβυ­γε­νῆ Πα­τρι­αρ­χεῖ­α τῶν Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων καί τῆς Ἀν­τι­ο­χεί­ας; Καί στήν ἴ­δια πα­ρά­γρα­φο ση­μει­ώ­νε­ται: «Ἡ Συ­νο­δι­κό­τη­τα δι­α­πνέ­ει τήν ὀρ­γά­νω­ση, τόν τρό­πο πού λαμ­βά­νον­ται οἱ ἀ­πο­φά­σεις καί κα­θο­ρί­ζε­ται ἡ πο­ρεί­α της». Ὑπάρ­χει, ὅ­μως, κά­ποι­α μαρ­τυ­ρί­α στήν Ἱ­στο­ρί­α τῶν Συ­νό­δων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­που οἱ ἀ­πο­φά­σεις νά λαμ­βά­νον­ται μό­νον ἀ­πό τούς Προ­κα­θη­μέ­νους καί χω­ρίς τήν ψῆ­φο τῶν συμ­με­τε­χόν­των Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων;

Στήν τρί­τη πα­ρά­γρα­φο γί­νε­ται λό­γος γιά τούς Θε­ο­λο­γι­κούς Δι­α­λό­γους μέ τούς ἑ­τε­ρο­δό­ξους καί ση­μει­ώ­νε­ται χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Οἱ δι­ά­λο­γοι, πού δι­ε­ξά­γει ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α δέν ση­μαί­νει πο­τέ συμ­βι­βα­σμό σέ ζη­τή­μα­τα Πί­στε­ως». Ἐ­δῶ, ὑ­πεν­θυ­μί­ζου­με ἐν­δει­κτι­κά καί πά­λι τά Κεί­με­να τοῦ B­a­l­a­m­a­nd, τοῦ P­o­r­to A­l­e­g­re, τῆς Ρα­βέν­νας, τοῦ P­u­s­s­an, τά ὁ­ποῖ­α ἔ­χουν σο­βα­ρές ἐκκλησι­ο­λο­γι­κές αἱ­ρέ­σεις.

Ὅ­λα τά πα­ρα­πά­νω λέ­γον­ται μέ ἔμ­πο­νη ἀ­γά­πη καί σε­βα­σμό στήν Ἀρχιερω­σύ­νη Σας, χω­ρίς καμ­μί­α ἄλ­λη ἐ­πι­δί­ω­ξη, πα­ρά μό­νο, ἐ­πει­δή θέ­λου­με νά μένουμε πάντοτε, ὡς ζῶντα μέλη, στό μυστηριακό σῶμα τοῦ  Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία Του.

Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό
ἀσπάζομαι τήν δεξιάΣας
Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης
Κα­θη­γη­τής τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Α.Π.Θ.