ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ: Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ


"Σκοπὸς τους  είναι η αποσύνδεση της Ορθοδοξίας
από το Ελληνικὸ Έθνος"
Ομιλία του Πατρός Γεωργίου Μεταλληνού
στον Ιερό Ναό του Αγίου Αντίπα για την επικείμενη αλλαγή
του Συντάγματος την Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ: ΤΟ '21 ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ - ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΑΚΡΙΒΩΣΕΙΣ

Το '21 και οι Συντελεστές του - Αμφισβητήσεις και επακριβώσεις
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός

Ένα από τα φοβερότερα ανοσιουργήματα στο χώρο της Ιστορίας-αυτόχρημα αναιρετικό της ιστορικής επιστήμης- είναι η ιδεολογική ερμηνεία και χρήση των ιστορικών δεδομένων. Τότε ο Ιστορικός δεν κάνει επιστήμη (απροκατάληπτη δηλαδή και ελεύθερη έρευνα), αλλά πολιτική. 
Ένα δε από τα ιστορικά γεγονότα, πρωταρχικής για τον Ελληνισμό σημασίας, που δεινοπαθεί ιδιαίτερα από την ιδεολογικοποιημένη ιστορία, είναι το 1821, ή Μεγάλη Επανάσταση του Ελληνικού Γένους/Έθνους και ο αληθινός χαρακτήρας της. Το '21 σηματοδοτεί την αρχή του Ελληνικού Κράτους και γι' αυτό όλες οι ιδεολογίες ζητούν να το παρουσιάσουν ως δικό τους, να σφετερισθούν τη δόξα του.
Μια ομάδα ερευνητών προσεγγίζουν το '21 με ένα πνεύμα αμφισβητήσεως και διάθεση απορριπτική για κοινωνικές ομάδες, που καταλέγονται στους συντελεστές του. Γι' αυτούς το '21 είναι "σημείον αντιλεγόμενον (Λουκ.2,34) και ζητούν την απομύθευσή του, στα πλαίσια του γνωστού αιτήματος "να ξαναγραφεί η ιστορία". Διατυπώθηκαν μάλιστα θέσεις, που επαναλαμβάνονται αυτούσιες από τους συνεχιστές τους, ιδιαίτερα στο χώρο της παιδείας και της ανεύθυνης (υπάρχει και τέτοια) δημοσιογραφίας.
Κυρίως πολεμείται η θέση του "ανωτέρου" (λεγομένου) Κλήρου(1) στον Αγώνα και αμφισβητείται γενικότερα ο ρόλος του Ράσου σ' αυτόν. Επισημαίνονται προδοσίες, χαρακτηρίζονται προδότες, ελέγχονται συμπεριφορές, αμφισβητείται η προσφορά. Τα "επιχειρήματα" όμως περιορίζονται συνήθως σε ωραιολογίες και ανέρειστες γενικεύσεις ή γλωσσικά πυροτεχνήματα χωρίς τεκμηρίωση. Η ιδεολογικοποιημένη αυτή "ιστορική ερμηνεία" αναπαράγεται, συνεχώς, και παρασύρει τους αδύνατους και ανίκανους να επιχειρήσουν αυτοδιαπιστώσεις. Ιδιαίτερα δε στο χώρο της παιδείας το θύμα παρόμοιων ιδεολογημάτων είναι η Νεολαία, που οδηγείται στην αμφισβήτηση και την άρνηση, πριν ακόμη γνωρίσει την ιστορική αλήθεια.

Ανταποκρινόμενος στην παράκληση των οργανωτών αυτής της πανηγυρικής συνάξεως, θα προσπαθήσω να απαντήσω στα ερωτήματα:
Ποιά η συμβολή του Κλήρου στον Αγώνα;
Ωφέλησε ή έβλαψε το Γένος;
Ποιά ή συμμετοχή του γενικότερα στην ανάσταση του Γένους;
Στάθηκε στο πλευρό του ή αδιαφόρησε;
Μπορούμε να μιλούμε για αντίδραση ή αδιαφορία;
Θα προσεγγίσουμε τα ερωτήματα αυτά μέσα από τις ιστορικές μαρτυρίες, ελέγχοντας τη στάση του Κλήρου κατά την πορεία προς τον Αγώνα και κατά τη διεξαγωγή του. Σκοπός μας δεν είναι μια (ανώφελη και προκλητική) απολογητική υπέρ του Κλήρου -τότε θα ίσχυε το αρχαίο: "το τας ιδίας ευεργεσίας υπομιμνήσκειν τινί ίδιον τω υβρίζειν"- αλλά η αντικειμενική, κατά το δυνατόν, ερμηνεία.

1. Το δiλημμα "συνύπαρξη ή αντίσταση" και η δυναμική του (2).

Μετά την άλωση (1453) το Γένος ολόκληρο διχάσθηκε στη στάση του απέναντι στον κατακτητή. Δύο τάσεις διαμορφώθηκαν: ο συμβιβασμός με τη νέα κατάσταση, κινούμενος ανάμεσα στη μοιρολατρία και την ελπίδα αποκαταστάσεως, ή η δυναμική αντίσταση με κάθε δυνατό μέσο. Την πρώτη τάση εκπροσωπούσαν oι αντιδυτικοί ή ανθενωτικοί, ενώ τη δεύτερη οι ενωτικοί και φιλοδυτικοί. H διάσταση ενωτικών-ανθενωτικών προυπήρχε φυσικά της αλώσεως, διότι oι δύο παρατάξεις διαμορφώθηκαν αμέσως μετά το τελικό σχίσμα Ανατολής-Δύσεως (1054). 'Η αντιλατινική-αντιφραγκική πλευρά ήταν η πολυπληθέστερη και ισχυρότερη, διότι την συντηρούσε η μόνιμη-απόδειξη το 1204 - φραγκική επιβουλή απέναντι στην Ορθόδοξη-Ρωμαίικη Ανατολή. Στους φιλοδυτικούς καταλέγονταν κυρίως διανοούμενοι και πολιτικοί. Οi πρώτοι, διότι ταυτίζονταν στις θεωρητικές αναζητήσεις τους με τους δυτικούς διανοουμένους (ενδοκοσμική εσχατολογία), ενώ οι δεύτεροι και διά λόγους σκοπιμότητας (προσδοκία βοήθειας). Με την αλληλοπεριχώρηση θεολογίας και πολιτικής, βασικό γνώρισμα της Ρωμανίας ("Βυζαντίου"), ή σύγκρουση των δύο παρατάξεων δεν έμεινε στο θεωρητικό επίπεδο, αλλ' επηρέασε όλο το φάσμα της ζωής.
Συνείδηση των ανθενωτικών ήταν, ότι την Ορθόδοξη- Ρωμαίικη ταυτότητα (πού για το Γένος ήταν και εθνική) δεν την απειλούσαν τόσο οι Οθωμανοί, όσο οι Φράγκοι. Η πίστη, όχι ως θρησκευτική ιδεολογία, αλλ' ως θεραπευτική της υπάρξεως και μέθοδος θεώσεως-σωτηρίας, θα έχει πάντοτε στην ησυχαστική παράδοση και τα επηρεαζόμενα απ' αυτήν πλατειά λαϊκά στρώματα πρωταρχική σημασία.
Αυτή τη συνείδηση κωδικοποιεί και επαναδιατυπώνει τον 18ο αιώνα ο μεγάλος απόστολος του δούλου Γένους, ο άγιος Κοσμάς Αιτωλός: "Και διατί δεν ήφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, που ήταν τόσα ρηγάτα εδώ κοντά νά τους το δώση, μόνον ήφερε τον Τούρκον, μέσαθεν από την Κόκκινην Μηλιάν καί του το εχάρισε; Ηξερεν ο Θεός, πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την πίστιν, και (=ενώ) ο Τούρκος δέν μας βλάπτει. Άσπρα (=χρήματα) δώσ' του και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι. Καί διά να μη κολασθούμεν, το έδωσε του Τούρκου, και τον έχει o Θεός τον Τούρκον ωσάν σκύλον να μας φυλάη..."(3).
O άγιος Κοσμάς έδινε, έτσι, απάντηση στους δυτικόφρονες - ενωτικούς, χωρίς μάλιστα να μπορεί να κατηγορηθεί ως εχθρός του Λαού ή σκοταδιστής. Μόνο όσοι έχουν εμπειρία της ησυχαστικής παραδόσεως, που διασώζεται στις λαϊκές πρακτικές, μπορούν να κατανοήσουν τη δυναμική της πίστεως μέχρι τον 19ο αιώνα(4). Αντίθετα οι φιλενωτικοί ήσαν πάντα πρόθυμοι να μειοδοτήσουν στο θέμα της πίστεως (δεν ήσαν λίγοι εκείνοι που προσχώρησαν στον παπισμό), διότι τα κριτήριά τους ήταν προπάντων ενδοκοσμικά και καιρικά. Οι δεύτεροι έριχναν το βάρος στην εξωτερική ελευθερία. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να λεχθεί, ότι μολονότι η πρώτη τάση διέσωσε την ταυτότητα του Γένους, η δεύτερη το κράτησε σε μόνιμο επαναστατικό βρασμό. Η αντίθεσή τους, χωρίς να γίνεται από τότε αισθητό, λειτούργησε ως σύνθεση. Βέβαια, κατά τον γνωστό ιστορικό Στήβεν Ράνσιμαν, οι ανθενωτικοί δικαιώθηκαν, διότι μ' αυτούς "διατηρήθηκε η ακεραιότητα της Εκκλησίας και με αυτήν και η ακεραιότητα του Ελληνικού λαού"(5).
Η πολιτική της συνυπάρξεως εκφραζόταν ως πολιτική κατευνασμού του κατακτητή και περιορισμένης συνεργασίας και την εγκαινίασε, κατ' ανάγκην, ο πρώτος Γενάρχης, οικουμενικός Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος (1454). Η στάση αυτή στόχευε στην περίσωση των δυνάμεων, που είχαν μείνει στο Γένος. Βέβαια, από το φρόνημα των προσώπων εξηρτάτο η φύση και η έκταση που θα έπαιρνε αυτή η "συνεργασία". Η στάση αυτή όμως δικαιωνόταν ιστορικά, διότι είχε εφαρμοσθεί ήδη από την αραβοκρατία (7ος αι.), άρα υπήρχε μακρά πείρα, και θεμελιωνόταν θεολογικά στο γνωστό παύλειο χωρίο της Προς Ρωμαίους (13,1: "Πάσα ψυχή εξουσίαις υπερεχούσαις υποτασσέσθω. Ου γαρ έστι εξουσία, ειμή από Θεού..."), σε συνδυασμό βέβαια με το επίσης αποστολικο: "πειθαρχείν δεί Θεώ μάλλον ή ανθρώποις" (Πραξ. 5, 29). Η υπακοή στα τυραννικά καθεστώτα, όχι στους τυράννους, έχει όρια ("εν οις εντολή του Θεού μη εμποδίζηται", κατά τον Μ. Βασίλειο, P.G. 31, 860) και δεν νοείται ορθόδοξα ως "ταύτιση", αλλά ως μέτρο καιρικό, όταν δεν υπάρχει άλλη (χριστιανικά δικαιωμένη) επιλογή.
Βέβαια, στο σημείo αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ο λόγος εδώ αφορά στο Ράσο στο σύνολό του και όχι σε κάποια προσωπική επιλογή. Η Εκκλησία, σε κάθε εποχή, έχει την αποστολή της Μάνας. Να προφυλάσσει και να σώζει το ποίμνιό της. Κάθε δυναμική στάση, που θα οδηγούσε σε αποτυχία και καταστροφή, θα καταλογιζόταν πάντα εναντίον της,(6). Η ανοχή και διαλλακτικότητα του Κλήρου δεν μπορεί να ερμηνεύεται συλλογικά ως ένοχος συμβιβασμός και εθελοδουλία, παρά μόνο στις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες διακριβώνεται εσωτερική ταύτιση με τον κατακτητή. Αλλά τέτοιες περιπτώσεις ελεγχόμενης διαγωγής Κληρικών, υπήρξαν σπανιότατες. Τα εκκλησιαστικά κείμενα, ιδιαίτερα δε τα Πατριαρχικά, έχουν πάντα ανάγκη αποκρυπτογραφήσεως. Διότι σκοπός τους ήταν να παραπλανήσουν την Πύλη. Το Πατριαρχείο ως Εθναρχία, έπρεπε να φαίνεται πάντα άψογο απέναντι στην Πύλη, ανεξάρτητα από τις πραγματικές του διαθέσεις. Οι συχνές θανατικές εκτελέσεις Πατριαρχών και Μητροπολιτών αποδεικνύουν, πόσο μικρή ήταν η εμπιστοσύνη της Πύλης απέναντί τους και, συνεπώς, την ορθότητα της θέσεως αυτής.
Η πολιτική όμως της συνυπάρξεως είχε και μια δυναμική διάσταση. Την πίστη στη δυνατότητα βαθμιαίας υποκαταστάσεως των Οθωμανών στη διακυβέρνηση του Κράτους και τη δημιουργία ενός "Οθωμανικού Κράτους του Ελληνικού Έθνους". Κατά την άποψη αυτή η ανάσταση του Ρωμαίικου (της Ρωμανίας/"Βυζαντίου") θα ερχόταν χωρίς επανάσταση, αλλά με τη βαθμιαία διάβρωση του κράτους και την αθόρυβη μεταλλαγή του. Η επανάσταση των Νεοτούρκων (1908) και η επικράτηση του εθνικιστικού φανατισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αποσκοπούσε ακριβώς στην επίσχεση των Ρωμηών (και των Αρμενίων) στη συνεχώς αυξανόμενη συμμετοχή τους στον κρατικό μηχανισμό. Και αυτό δικαιώνει τη φαναριώτικη πολιτική. Η πολιτική αυτή της πρόσκαιρης "συνεργασίας" μπόρεσε να βελτιώσει τη θέση του υπόδουλου Γένους, με την ανάπτυξη της αυτοδιοικήσεως στις κοινότητες και την ανάδειξη στελεχών μιας ελληνικής πολιτικής ηγεσίας.
Πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη, ότι ""η Εκκλησία εδραίωσε όλη της την επιρροή, ώστε να αποθαρρύνει τις εξεγέρσεις των Ορθοδόξων κατά της κυβέρνησης του Σουλτάνου(6α). Μολονότι η διάθεση του συγγραφέα είναι θετική απέναντι στην Ορθόδοξη Εθναρχία, η τοποθέτηση αυτή δεν επιβεβαιώνεται από τα πράγματα. Ο εκκλησιαστικός χώρος, σε όλο του το φάσμα, δεν έχει να δείξει μόνο εκπροσώπους της πολιτικής της περιορισμένης συνεργασίας, αλλά και στην πλευρά της δυναμικής αντιστάσεως. Αυτό είναι ενδεικτικό της ελευθερίας στο σώμα της Εκκλησίας, σε θέματα επιλογών τακτικής. Τον 16ο και 17ο αιώνα Πατριάρχες και Μητροπολίτες έλαβαν απροκάλυπτα μέρος σε εξεγέρσεις. Και δεν επρόκειτο μόνο για φιλοδυτικούς, παρασυρόμενους από τη δυτική προπαγάνδα, αφού και ένας ησυχαστής αγιορείτης, ο άγιος Μάξιμος ο "Γραικός" (l6ος αί.), επιδίωξε να υποκινήσει τους Ρώσους εναντίον των Τούρκων.
Διαπίστωση αδιάψευστη της έρευνας είναι, ότι δεν υπάρχει εξέγερση του υποδούλου Γένους, στην οποία δεν έπαιξαν ενεργό ρόλο Κληρικοί και Μοναχοί. Μια περιδιάβαση στην πολύτομη (και πολύτιμη) "Ιστορία του Νέου 'Ελληνισμού" του καθηγητού Αποστ. Βακαλόπουλου επιβεβαιώνει τη θέση αυτή. Και δεν ήσαν λίγα τα επαναστατικά κινήματα του δούλου Γένους(7). Περισσότερες από 70 είναι, κατά τον υπολογισμό μας, οι εξεγέρσεις και τα επαναστατικά κινήματα σ' όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη ανάλογες κινήσεις σε βενετοκρατούμενες περιοχές. Και σ' όλα πρωτοστατούν Κληρικοί κάθε βαθμού και Μοναχοί. Το Ράσο γίνεται ένα είδος επαναστατικού λαβάρου και σημαίας.

Βέβαια, τα αποτυχημένα αυτά επαναστατικά κινήματα επιτρέπουν και κάποιες άλλες σημαντικές διαπιστώσεις:
α) Το Γένος δεν συμβιβάσθηκε ποτέ με την κατάσταση της δουλείας και δεν έπαυσε να πιστεύει στη δυνατότητα αποκαταστάσεώς του.
β) Οι επανειλημμένες αποτυχίες των επαναστατικών αυτών κινημάτων δικαιολογούν, αλλά και ερμηνεύουν συνάμα, τους δισταγμούς των Ηγετών του Γένους το 1821, όταν μάλιστα το φόβο της νέας τραγικής αποτυχίας τον ενίσχυε η καταθλιπτική παρουσία της "'Ιεράς Συμμαχίας" (από το 1815).
γ) Αποδεικνύεται τελείως αβάσιμο το επιχείρημα, ότι ο Διαφωτισμός και ιδίως η Γαλλική Επανάσταση (1789) γέννησαν το '21(8), όταν το Γένος δεν παύει στιγμή να βρίσκεται σε επαναστατικό βρασμό. H Γαλλική Επανάσταση ήταν φυσικό να επιταχύνει τους ρυθμούς και να ενθαρρύνει την αστική τάξη, όχι όμως και να προκαλέσει τον Αγώνα του '21, ο οποίος δεν είναι παρά ένας σταθμός στη μακραίωνη φιλελεύθερη πορεία του Γένους μας.

Η μεγάλη ανθενωτική-ησυχαστική παράταξη, στην οποία ανήκαν κατά κανόνα και οι Πατριάρχες και Μητροπολίτες, το εθναρχικό δηλαδή σώμα, έχει να επιδείξει και μια σημαντικότερη ακόμη αντίσταση, ανταποκρινόμενη μάλιστα απόλυτα στο πνεύμα της ορθοδόξου παραδόσεως. Είναι οι Νεομάρτυρες. Αυτοί προέβαλαν τη συνεπέστερη για την Ορθοδοξία και αποτελεσματικότερη για το Γένος αντίσταση, χωρίς μάλιστα Θυσίες άλλων, παρά μόνο του εαυτού τους(9). Διότι, μη ξεχνάμε, το πρόβλημα της εκχύσεως του αίματος των άλλων, ακόμη και σε περίπτωση "νόμιμης" άμυνας ή απελευθερωτικής εξεγέρσεως, στην ησυχαστική (αυθεντική δηλαδή) ορθόδοξη συνείδηση δεν βρίσκει εύκολα λύση. Οι Νεομάρτυρες ξαναζωντάνεψαν την αρχαία χριστιανική παράδοση του μαρτυρίου. Η ομολογία τους αποσκοπούσε στην έμπρακτη απόρριψη του κατακτητή και την άμεση επιβεβαίωση της υπεροχής της δικής τους πίστεως, που περιέκλειε συνάμα και τον εθνισμό τους. Σ' όλη τη μακρά δουλεία, απέναντι στους εξωμότες (εξισλαμισθέντες) ή και τους κρυπτοχριστιανούς, πού αληθινά ή όχι κατέφασκαν την ιδεολογία του κατακτητή, στέκονταν οι δημόσιοι καταφρονητές της, οι Νεομάρτυρες, μόνιμη παρηγορία και στήριγμα της συνειδήσεως των υποδούλων αδελφών τους. Οι Νεομάρτυρες ενσαρκώνουν μάλιστα πληρέστερα από τους Εθνομάρτυρες την ελληνορθόδοξη παράδοση, διότι διακρίνονται όχι μόνο για ηρωισμό, αλλά για την αγιότητα-πνευματικότητα, πού αποδεικνυόταν με τα θαύματα, που συνόδευαν το μαρτύριό τους. Κίνητρο τους δεν ήταν το μίσος, εναντίον των κατακτητών, αλλά η αγάπη για τον Χριστό και τους ανθρώπους, ακόμη και τους διώκτες τους.
Σε τελευταία όμως ανάλυση οι στρατιές των Νεομαρτύρων αποδεικνύουν τη συμμετοχή και του Ράσου στην αντίστασή τους, όπως και την ενότητα του Γένους εναντίον του Τυράννου. Οι Νεομάρτυρες προετοιμάζονταν για την ομολογία τους από τους Πνευματικούς-Γέροντες (ανάμεσά τους και Επίσκοποι). Οι βίοι και τα μαρτύρια των Νεομαρτύρων κυκλοφορούνταν και διαβάζονταν, είτε μεμονωμένα από τους πιστούς, είτε στις μνήμες τους ως συναξάρια. Και μόνο η καθιέρωση της τιμής της μνήμης των Νεομαρτύρων, αμέσως μετά τη θυσία τους, βεβαιώνει τη, σιωπηρή έστω (για ευνόητους λόγους), κατάφαση από μέρους του Εθναρχικού Κέντρου (του Οικουμενικού Πατριαρχείου) της θυσίας τους και αναγνώριση της σημασίας της για τη συνέχεια του Γένους.
Σ' αυτήν όμως τη συνάφεια θα ήθελα να δηλώσω, ότι ακλόνητη πεποίθησή μου, θεμελιουμένη στη μελέτη τόσο της τάσεως για περιορισμένη συνεργασία με τον κατακτητή, όσο και εκείνης για αντίσταση, είναι η σύγκλιση τελικά, και των δύο προς ένα κοινό στόχο: την αποκατάσταση του Γένους. Η διαφορά εντοπιζόταν στον τρόπο θεωρήσεως του αιτήματος και στα χρησιμοποιούμενα μέσα, όχι όμως στη στοχοθεσία. Δεν είναι η μόνη περίπτωση παρόμοιων "διχασμών" του Γένους.
Η περίπτωση των Νεομαρτύρων όμως δείχνει πέρα από τα παραπάνω και τη σημασία των Μοναστηριών στους αγώνες για την ανάσταση του Γένους. Ο καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος, ονομάζει αδίστακτα τα Μοναστήρια "προμαχώνες μπροστά στα κύματα του Μουσουλμανισμού"(10). Δεν ήσαν, πράγματι, μόνο κέντρα παιδείας ("κρυφά" σχολεία), καταφυγής και προστασίας των Ραγιάδων. Δεν ήσαν μόνο πνευματικές κολυμβήθρες για τον συνεχή αναβαπτισμό του Γένους στην παράδοσή του"(11). Ήσαν και αντιστασιακά-επαναστατικά κέντρα σε σημείο, που να μην υπάρχει εξέγερση ως το '21, στην οποία δεν πρωτοστατούν κάποιο ή κάποια Μοναστήρια, ως επίκεντρα της επαναστατικής δραστηριότητας, αλλά και χώροι, από τους οποίους ξεπηδούσαν επαναστάτες-πολεμιστές. Οι Μοναχοί μας, ποτέ δεν θεώρησαν αντίθετο προς τον πνευματικό τους αγώνα, τον αγώνα για την εθνική ελευθερία και τη θυσία τους γι' αυτήν.
Αυτή τη στάση των Μοναστηριών στον Αγώνα ομολογεί και προσδιορίζει με το δικό του μοναδικό τρόπο ο Στρατηγός Μακρυγιάννης: "Τ' άγια τα μοναστήρια, οπού 'τρωγαν ψωμί οι δυστυχισμένοι [...] από τους κόπους των Πατέρων, των Καλογήρων. Δεν ήταν καπιτσίνοι δυτικοί, ήταν υπηρέτες των Μοναστηριών της Ορθοδοξίας. Δεν ήταν τεμπέληδες· δούλευαν και προσκυνούσαν (=λάτρευαν). Και εις τον αγώνα της πατρίδος σ' αυτά τα μοναστήρια γινόταν τα μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τα ολίγα αναγκαία του πολέμου, και εις τον πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυτείνοι, οι 'περέτες των μοναστηριών και των εκκλησιών. Τριάντα είναι μόνον με μένα σκοτωμένοι έξω εις τους πολέμους και εις το Κάστρο, το Νιόκαστρο και εις την Αθήνα"(12).
Ο Μακρυγιάννης επικαλείται την προσωπική του εμπειρία, για να κατοχυρώσει τη συμμετοχή των Μοναστηριών στο μακρό αγώνα της ανεξαρτησίας. Με αφετηρία την καθαρά ορθόδοξη-ρωμαίικη συνείδησή του, νομίζω, ότι δεν τον παρερμηνεύουμε, αν την αναφορά του στο δυτικό μοναχισμό την ερμηνεύσουμε με βάση την εθνική προσφορά των Μοναχών μας. Η φράση "δεν ήταν καπιτσίνοι δυτικοί" για μας σημαίνει: δεν είχαν καμιά σχέση με τα δυτικά-μοναχικά τάγματα, που βρίσκονταν στην εξουσία του "τυράννου" (Πάπα ή Φράγκου Αυτοκράτορα). Ήταν στην υπηρεσία-διακονία του Γένους, στο οποίο και ανήκαν. Πόσοι όμως παρόντες σ' αυτόν εδώ το χώρο δεν έχετε τις προσωπικές σας εμπειρίες για τον εθνικό ρόλο των Μοναστηριών και των Μοναχών μας -ακόμη και των Μοναζουσών-στους νεώτερους αγώνες του Έθνους, όπως η αντίσταση 1941-44; Είναι μια προσφορά αδιάκοπη, ταπεινή και αθόρυβη, αληθινά μαρτυρική. Προσφορά πάνω απ' όλα αφατρίαστη και ακομμάτιστη, αληθινά εθνική. Τα Ελληνικά Μοναστήρια δεν συνδέθηκαν μόνο με τις εξεγέρσεις των χρόνων της δουλείας, αλλά από αυτά ξεπήδησαν και μεγάλες μορφές του '21(13), φωτεινοί Ηγέτες και φλογεροί Επαναστάτες.

2. Το Ράσο στην Επανάσταση του '21

Η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και γενικά όλου του Ράσου στον πανεθνικό Αγώνα του '21 ήταν αδύνατη χωρίς μία πολύ δύσκολη αυθυπέρβαση. Και η αυθυπέρβαση αυτή δεν έχει σχέση, όπως θα δεχόταν η αντικληρική προπαγάνδα, με κάποια εθελοδουλία ή αδιαφορία για το Γένος. Αντίθετα, σχετιζόταν άμεσα με την γνήσια και αυθεντική αποκατάστασή του. Ας θυμηθούμε εδώ το βαθύτερο στόχο της Εθναρχίας και του Κλήρου μέσω της "περιορισμένης συνεργασίας" με τον κατακτητή. Ήταν η ανάσταση όλου του Ρωμαίικου, δηλαδή της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, με την παλαιά έκταση και ευκλειά της. Αυτό εννοούσε ο Πατροκοσμάς λέγοντας συχνά: "αυτό μια μέρα θά γίνει ρωμαίικο". Αυτό εννοούσε και ο Ρήγας Βελεστινλής, έστω και σε ένα άλλο ιδεολογικό πλαίσιο, όταν έλεγε στο "Θούριό" του: "Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμηοί, αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή, για την ελευθερίαν νά ζώσωμεν σπαθί".
Μετά το κίνημα του Αλ. Υψηλάντη θα αλλάξει αυτός ο ρωμαίικος-οικουμενικός στόχος του Ρήγα και των Κολλυβάδων, που ήταν ο στόχος της Εθναρχίας(14). Από τη μεγαλοϊδεατική ιδεολογία του Γένους, θα ενταχθεί ο Αγώνας στο πλαίσιο της αρχής των εθνικοτήτων -καρπού της Γαλλικής Επαναστάσεως, στοχεύοντας όχι πια στην ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στη δημιουργία ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους, στο οποίο θα "στριμωχνόταν" κυριολεκτικά (πρβλ. το 1922) το Ελληνικό Έθνος.
Αυτό το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελληνικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμηοσύνης. Έτσι ο αγώνας του '21 εντάχθηκε στα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης για την αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Στις ευρωπαϊκές αυλές, όπως λ.χ. του Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που δεν θα έχει πια ρωμαίικο-οικουμενικό χαρακτήρα, αλλά στενά εθνικό και κατ' ουσίαν "αρχαιοελληνικό". Θα είναι επανάσταση των Ελλήνων του Ελλαδικού θέματος όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον της Ρωμαίικης Εθναρχίας, ως συνέχειας της "Ρωμαϊκής Βασιλείας" των "Βυζαντινών"(15). Το πραξικοπηματικό Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας (1833) είναι η απτή επιβεβαίωση αυτών των ξενόφερτων προσανατολισμών.
Η συμμετοχή, συνεπώς, του Ράσου -και μάλιστα του Οικουμενικού Πατριαρχείου- στον Αγώνα υπήρξε δείγμα υψηλής αυθυπερβάσεως και αυτοθυσίας, αφού ήταν πια φανερό, ότι ο Αγώνας είχε σαφώς αντιρωμαίικο και αντιεθναρχικό χαρακτήρα, στρεφόμενο και κατά του Πατριάρχου, ως Εθνάρχου των Ρωμηών(16).
Η συμμετοχή δε αυτή ομολογείται από εκείνους, που την έζησαν σ' όλη τη διάρκεια του Αγώνα και ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσουν.
"Πλησίον εις τον Ιερέα -έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης- ήτον ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης καί τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι"(17).
Ο ιστορικός του 19ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος σημειώνει: "Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επαναστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας(18).
Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: "...Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν"(19)
Ανάλογα αποτιμούν τη στάση του Ράσου στην Επανάσταση ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι. Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.α.(20) Υπάρχουν, βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γ. Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ' όχι ιστορικός), ο Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, αλλ' όχι ιστορικός), ο Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, όχι ιστορικός) κ.ά.(21).
Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεότυπα από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το "ΔΕΛΤΙΟΝ" της Ο.Λ.Μ.Ε.(22), για. να διαπιστώσει πώς αυτούσιες oι ιδεολογικές αυτές ερμηνείες για το '21 περνούν στο χώρο της παιδείας. Tο τραγικά απελπιστικό όμως είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις έχουν πια ξεπερασθεί και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε oι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται "παλαιομοδίτες" στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού. Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί, έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο του Γ. Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του "λαϊκισμού (π.χ. Λεων. Στρίγκας). Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την επανάσταση του '21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: "Σε σύγκριση με το εθνικό το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα"(23). Ανάλογα δέχονται ο καθηγ. Βασ. Φίλιας, ο Λεων. Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ά. (24).
Η επικρατούσα στο χώρο της μαρξιστικής σκέψης σήμερα θέση είναι, ότι η Επανάσταση του '21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά μία, στην οποία έλαβαν μέρος oι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μια με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει όμως τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνατότητα ιστορικής-επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.
Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλαξίας είναι ο Μέγας Οικουμενικός Πατριάρχης του Αγώνα, Άγιος Γρηγόριος Ε'(25).
Η ερμηνεία της στάσης του στον Αγώνα απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) και τη χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός αναχρονισμός).
Ο σοφός εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατό να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π. χ. 1790);
Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη τον Κοραή και του Καποδίστρια, που ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως;
Και όμως, σε καμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής(26).

Θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου-Σούτσου; Δεν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου;
Έτσι, άλλωστε, ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική. Μπορεί όμως να "ερμηνευθεί" ο αφορισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα, μέσα στο οποίο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό;
-Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο)
-Άμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμηών (ομολογία εκθέσεων των Ξένων της  Κων/πόλεως(27))
-Απερίγραπτες θηριωδίες, πού προοιώνιζαν τη συνέχεια
-Παύση από τον Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών
-Απαγχονισμός του Σεϊχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών(28))
-Εκτελέσεις Φαναριωτών (Μουζούρηδων και Μητροπολιτών) κ.λπ.(29).
Ποιος μπορεί μετά από όλα αυτά να αρνηθεί, ότι ο αφορισμός ήταν πράξη ανάγκης και "στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου"; (Νικοπόλεως Μελέτιος).

Αυτή ακριβώς ήταν και η ερμηνεία του άμεσα θιγομένου από τον αφορισμό, Αλ. Υψηλάντη:
"Ο Πατριάρχης, βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου"(30).
Μόνο, λοιπόν, μετά από την γνώση όλων αυτών μπορεί να εκτιμηθεί σωστά και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου. Ο πρώτος Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης εκτελέσθηκε ως "προδότης" του Σουλτάνου και όχι των Ρωμηών(31). Και εύλογα, αφού τυπικά ήταν ο δεύτερος μετά τον Σουλτάνο αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ δε ο αφορισμός δεν είχε καμιά αρνητική απήχηση στον Εθνικό Αγώνα, αφού ήταν γνωστή η προέλευσή του, το "σχοινί του Πατριάρχη" ανέπτυξε μιαν ευεργετική δυναμική, διότι έγινε κινητήρια δύναμη στο αγωνιζόμενο Έθνος.
Η ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία δεν αφήνει όμως άθικτους και τους άλλους Αρχιερείς. Θέλοντας να μειώσουν τη διακεκριμένη συμμετοχή αρχιερέων, όπως λ.χ. ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ή ο Σαλώνων Ησαΐας, μιλούν για "εκατοντάδες αρχιερέων" (Σκαρίμπας), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (δήθεν) απέσχε και υπονόμευσε τον Αγώνα(32). Έχουν όμως έτσι τα πράγματα;
Oι Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου δεν ξεπερνούσαν τους 200, στις 171 συνολικά επαρχίες του.
Ο αριθμός δε αυτός περιλαμβάνει και τους Αρχιερείς των άλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, που ήταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας(33). Ο Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.α,. δέχονται τον αριθμό 180, οι δε τιτουλάριοι Αρχιερείς δεν υπερέβαιυαν τους 20(34). Ποια ήταν, λοιπόν, η συμμετοχή αυτών των Αρχιερέων στη Φιλική Εταιρεία(35).
Παρά τον αστικό χαρακτήρα της Φιλικής, oι πρωτεργάτες της δεν είχαν δυτική αντιφεουδαρχική συνείδηση, διότι στην "καθ' ημάς Ανατολήν" δεν υπήρχε φεουδαρχία φραγκικού τύπου (φυσική αριστοκρατία). Γι' αυτό ενώ στη Δύση ο Κλήρος, και μάλιστα οι Επίσκοποι, εθεωρούντο προέκταση της τάξεως των Ευγενών, η Φιλική στράφηκε εδώ στον Κλήρο και μάλιστα στις κεφαλές του. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Κορδάτος: "0ί Φιλικοί [...] επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι' αυτό προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς"(36). Το επίθετο ("μερικούς") απορρέει από το ιδεολογικό πρίσμα του Κορδάτου και δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο στα πράγματα.
Από το 1818 μυήθησαν στην Φ. Ε. όλοι σχεδόν oι αρχιερείς της Πελοποννήσου(37), κάτι που αναγκάζεται να το παραδεχθεί ο αγαθότερος Σκαρίμπας: " Η Φ. Ε. [...] στο κόλπο είχε μυήσει όλους σχεδόν τους Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες και προπαντός τούς δεσποτάδες"(38).
Η αλήθεια είναι, ότι ως Ρωμηοί oι ηγέτες της Φιλικής γνώριζαν την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό. Μέσα στα έτη 1918-21 όλοι σχεδόν oι Αρχιερείς έγιναν μέλη της Φιλικής. Μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Για έναν αριθμό απουσιάζουν μαρτυρίες, χωρίς όμως να μπορεί να υποστηριχθεί, ότι δεν είχαν μυηθεί και εκείνοι. Απουσιάζει όμως και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως ή για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας. Oι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι oι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της λόγω του υψηλού κύρους τους στον Λαό(39). Αν οι Αρχιερείς εξ άλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους τo έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μια αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. Σαρανταδύο Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κ.λπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε', Κύριλλος ΣΤ') και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέσθηκαν ή έπεσαν σε μάχες. Κατά τον Γάλλο Πρόξενο Πουκεβίλ οι κληρικοί-θύματα του Αγώνα ανέρχονται συνολικά σε 6.000(41).
Υπάρχει όμως και το "εξ αντιθέτου" επιχείρημα.
H μαρτυρία των Τούρκων Ιστορικών για τη δράση του ελληνορθοδόξου Κλήρου στον Αγώνα του '21(42).
Έτσι, ο Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι "τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν oι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, oι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως oι μητροπολίται και γενικως oι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή oι πραγματικοί ηγέται του Εθνους"(43). Ο δε Ζανί Ζαντέ σημειώνει: "Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου, των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων"(44).
Διά να κλείσουμε το θέμα αυτό, θα προσθέσουμε, ότι ενίοτε τον 19ο αιώνα εγείρονταν αντιδράσεις όχι για την μη συμμετοχή των Κληρικών μας στον απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά αντίθετα για τη συμμετοχή τους σ' αυτόν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου και ησυχαστή Κοσμά Φλαμιάτου (1786- 1852)(45).
Κατά τον Φλαμιάτο η Αγγλία εκμεταλλεύθηκε τον Αγώνα του '21. Με την εμπλοκή του Κλήρου σ' αυτόν επεδίωξε "ίνα διεγείρη την παγκόσμιον, ει δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, αποστροφήν και συνωμοσίαν κατά του Κλήρου, τόσον την εκ των Αρχών, όσον και την εκ του λαού. Δι' αυτόν τον σκοπόν προς τοις άλλοις εκίνησεν εμμέσως εις τους αρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας και εισήχθησαν εν αυτω ο Οικουμενικός Πατριάρχης, πολλοί Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής, και εφάνησαν τινες εξ αυτών οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν..."(46).
Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα ή όχι των κρίσεων του Φλαμιάτου, που έχει το δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Το σκανδαλιστικό για ησυχαστές σαν τον Φλαμιάτο είναι η συμμετοχή του Κλήρου στις πολεμικές επιχειρήσεις ("οπλοφορία") και σε μια συνωμοτική Εταιρεία, όπως η Φιλική. Την τελευταία θεωρεί κατευθυνόμενη "εμμέσως" από την Αγγλία. Μάλλον, συνεπώς, αυτό προσκρούει στη συνείδησή του, ότι δηλαδή η Επανάσταση εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Δύσεως. Σ' αυτό ακριβώς, πιστεύουμε, έγκειται η αντίθεσή του. Ότι ο Κλήρος της Ελλάδος, εν αγνοία του, εξυπηρέτησε σκοπούς αλλοτρίους και όχι τα όνειρα της Ρωμηοσύνης. Ο Φλαμιάτος γράφει στη δεκαετία του 1840, όταν πολλά πια έχουν αποσαφηνισθεί. Σημαντικό όμως είναι, ότι θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σ' αντίθεση με τους σημερινούς επικριτές του. Για τους παραδοσιακούς ορθοδόξους όμως αυτό ήταν το σκάνδαλο και όχι το αντίθετο. O Γενάρχης της Ρωμηοσύνης να υποθάλπει κινήσεις, που στρέφονταν εναντίον της... Γι' αυτό μιλήσαμε παραπάνω για "θυσία" και "αυθυπέρβαση" του Ράσου. Η εθναρχική πολιτική εγκαταλείφθηκε για χάρη της ελευθερίας της Ελλάδος(47).
Η Ρωμαίικη Εθναρχία θυσιάστηκε, εκούσια, για την ελευθερία της Ελλάδος. Ο Όθωνας στα 1833 θα πάρει για τους Έλληνες, πολιτικά και εκκλησιαστικά, τη θέση του Εθνάρχη Οικουμενικού Πατριάρχη. Η αγανάκτηση του Φλαμιάτου εστιάζεται, ακριβώς, στην αντίθετη κατεύθυνση από τις αιτιάσεις των επικριτών του Κλήρου.
Το Ράσο θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα και την εθνική αποκατάστασή της.

Συμπερασματικά:
Η συμμετοχή του Ράσου στους εθνικούς μας αγώνες δεν είναι ασφαλώς, ο μοναδικός λόγος της παρουσίας του Κλήρου στην κοινωνία μας. Κύρια αποστολή του Ράσου είναι το έργο του ιατρού στο "Πνευματικόν Ιατρείον" της Εκκλησίας για την πνευματική και υπαρκτική αποκατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να θεωρείται ως ένας συμβατικός θεσμός, κοινωνικού χαρακτήρα, μέσα στον υπόλοιπο κρατικό και εθνικό βίο, με σκοπό να σώζει απλώς την ιστορική διάσταση.
Εν τούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησία, και μάλιστα η Ελλαδική, πρωτοστατεί σ' όλους τους απελευθερωτικούς μας αγώνες. Γιατί; Διότι τούτο απορρέει από την πίστη της για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία βλέπει την ελευθερία ως το φυσικό κλίμα αναπτύξεως και πραγματώσεως , του ανθρωπίνου προσώπου. Πραγματική δε ελευθερία είναι η δυνατότητα κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό και τούς συνανθρώπους του, σε βαθμό γνησιότητας, πληρότητας και αυθεντικότητας, έξω δηλαδή από κάθε αναγκαστικότητα. Η ανθρώπινη ελευθερία εντάσσεται στα πλαίσια του θελήματος του Θεού και είναι (και ως εθνική-κοινωνική) έννοια καθαρά θεολογική- εκκλησιαστική(48).
Ο Ορθόδοξος Κλήρος δεν μπορεί να μη συμμετάσχει στους εθνικούς-απελευθερωτικούς αγώνες, διότι το έργο του και στην περίοδο της ειρήνης είναι απελευθερωτικό. Αγώνας για την καταξίωση του Ρωμηού, ως απελευθέρωση από τα δεσμά της εσωτερικής δουλείας, της αμαρτίας(49).
H εσωτερική δε δουλεία κατά κύριο λόγο επιφέρει και την εξωτερική. Διότι δουλεία δεν είναι, κυρίως, η αναγκαστική υποταγή, αλλά η εσωτερική υποταγή και ταύτιση με τον κατακτητή, η νέκρωση του πνεύματος αντιστάσεως και του ψυχικού δυναμισμού. Γι' αυτό και πιστεύουμε, ότι η σημαντικότερη προσφορά του Ράσου στο Έθνος μας δεν ήταν τόσο η συμμετοχή του Κλήρου στις ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, όσο η συμβολή του Ράσου στη συντήρηση του ελληνορθοδόξου φρονήματος του Γένους και της αγάπης του προς την ελευθερία.
Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα. 

_____________________________

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Το λάθος αυτό διαπράττεται συχνά, και όχι μόνο από "αθεολόγητους". Oι βαθμοί της Ιερωσύνης (Επίσκοπος-Πρεσβύτερος και Διάκονος) συναποτελούν τον ανώτερο κλήρο. Στον κατώτερο κλήρο ανήκουν oι (χειροθετημένοι και όχι εντός του αγίου βήματος χειροτονημένοι) υποδιάκονοι, ψάλτες, αναγνώστες κ.λπ.
2. Γ.Δ. Μεταλληνού, Τουρκοκρατία..., Αθήνα 1989, σ. 85 ε.ε. Πρβλ. Χρ. Σ. Πελεκίδη, Ιδεολογικά Ρεύματα του Ελληνισμού της Τουρκοκρατίας, Ιωάννινα 1974.
3. Ι. Μενούνου, Κοσμά του Αιτωλού ΔΙΔΑΧΕΣ, Αθήνα 1979, σ. 269-70.
4. Ας Θυμηθούμε τα προφητικά για σήμερα λόγια του Γάλλου περιηγητή Μαλέρμπ (MALHERBE) προς τον Μακρυγιάννη: "...΄Ενα θα σας βλάψη έσάς, το κεφάλαιον της θρησκείας, οπού είναι αυτείνη η ιδέα σ' εσάς πολύ τυπωμένηι" (Στρατηγού Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. ΜΠΑΫΡΟΝ, χ. χρ., σ. 415).
5. Στ. Ράνσιμαν, Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία (μετάφρ. Ν. Παπαρρόδου), Αθήνα 1979, σ. 360.
6. Χαρακτηριστική η περίπτωση του μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου, του επικαλουμένου "Σκυλοσόφου". Έκαμε δύο αποτυχημένες εξεγέρσεις (1600 και 1611), προσχωρώντας μάλιστα και στον παπισμό, με αντάλλαγμα την υπόσχεση βοήθειας, που δεν ήλθε φυσικά ποτέ. Oι συνέπειες της αποτυχίας ήταν, για το λαό κυρίως, οδυνηρές, όπως φανερώνει το σχετικό δημοτικό τραγούδι:
"Δεσπότη μου, τί σήκωσες τον κόσμο στο σεφέρι και ρήμαξαν τα Γιάννενα και ρήμαξεν ο τόπος; Μείναν τα σπίτια αδειανά, γεμίσαν τα χανδάκια κι ο Τούρκος δεν απόσωσε να κόβη και να καίη. 'Εδώ αρπάζουν κόρακες κι εκεί oι Γιαουντζήδες. Δεν έχ' η μάννα πια παιδιά και τα παιδιά γονέους. Ki εσένα το τομάρι σου το στείλανε στην πόλη,
να τρων oι κότες πίτουρα, να νταβουλάν oι Γύφτοι, για να ξυπνάη η Τουρκιά να κάνη ραμαζάνι..". 6α. Βλ. Δημήτρη Κιτσίκη, Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1280-1924), Αθήνα 1988, σ. 104.
7. Αναφέρουμε τα σημαντικότερα:
- Επανάσταση στην Κρήτη και Πελοπόννησο λίγο μετά την Αλωση (l5ος αι.).
-Βενετοτουρκικός πόλεμος (1463-1479).
- Κίνημα στη Ρόδο (1524-29).
-Επανάσταση Χειμαριωτών (1570).
- Επανάσταση στην Πελοπόνησο, Στερεά, Ηπειρο, Μακεδονία, Αιγαίο μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (Lepanto)(1571).
-Ανταρσία στο Ρέθυμνο (1571). -Ανταρσία Μανιατών (1582).
-Ανταρσία Κύπρου (τέλη του l6ου-αρχές του l7ου αι.).
-Απελευθερωτικές προσπάθειες αρχιεπισκόπων Αχρίδος Γαβριήλ, Νεκταρίου και Αθανασίου.
-Επαναστατικές προσπάθειες μητροπολίτου Τορνόβου Διονυσίου Ράλλη (1595/98).
-Εξεγέρσεις μητροπολίτου Διονυσίου Σκυλοσόφου (1600 καί 1611).
-Επαναστατικές κινήσεις Μανιατων (l7ος αι.). - Εξέγερση αγροτών Νάξου(1641 ). - Κρητικός πόλεμος (1645-1669).
-Εξέγερση Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Μεθοδίου και αρχιμανδρίτου Σερραφείμ (1704).
-Επανάσταση της Θεσσαλίας ( 1715)
-Ενέργειες μητροπολίτου Αχρίδος Ζωσιμά για την απελευθέρωση του βαλκανικου χώρου ( 1716).
-Συμμετοχή στα Ορλωφικά ( 1768): επαναστατική κίνηση Πελοποννήσου, Στερεάς, Κρήτης, Αίγαίον κ.λπ.
-Συμμετοχή στους αγώνες του Λ. Κατσώνη ( 1789-92).
-Αγώνες Σουλιωτών (1800-1804).
-Ανταρσία Ευθυμίου Παπαβλαχάβα (1808) κ.λπ., κ.λπ.
8. Βλ. Ν. Τωμαδάκη, ΄Ητο εθνικόν ή κοινωνικόν κίνημα η ελληνική εθνεγερσία; Στο περ. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ Γ' (1970/71), σ. 5 έ. έ.
9. Βλ. τον τόμο: ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, Εις τιμήν και μνήμην των Νεομαρτύρων (17-19 Νοεμβρίου 1986), Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 612, με σπουδαίες μελέτες και την παλαιότερη για το θέμα βιβλιογραφία.
10. Ιστορία..., τόμ. β', σ. 229.
11. Βλ. το κεφάλαιο: "Η Εκκλησία και ο Ελληνικός Λαός" στου Στ. Ράνσιμαν, όπ.π. , σ. 659 ε..
12. Στρατηγού Μακρυγιάννη, Οράματα και θάματα, Αθήνα 1983, σ. 163/4.
13. Αγιορείτης ήταν ο πατριάρχης Αγαθάγγελος, όπως και ο Μαρωνείας Κωνστάντιος καί ο Ηρακλείας Ιγνάτιος. Στη Μονή Φιλοσόφου Δημητσάνας "μαθήτευσαν" ο Αργολίδος Γρηγόριος, ο Π.Πατρον Γερμανός, ο Τριπόλεως Δανιήλ, ο Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Μονεμβασίας Χρύσανθος κ.π.ά. Ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός στο Μ. Σπήλαιο, ο Χίου Δανιήλ στη Ν. Μονή Χίου, ο Βρεσθένης Θεοδώρητος στη μονή Αγ. Θεοδώρων, ο Κύπρου Κυπριανός στη μονή Μαχαιρά Κύπρου, κ.λπ. Από Μονές ξεκίνησαν επίσης ο Παπαφλέσσας και ο Αθανάσιος Διάκος.
14. Βλ. Το κεφάλαιο "Το ανολοκλήρωτο '21" του Γ. Δ. Μεταλληνού, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, Αθήνα 1989(2), σ. 191
15. Βλ. τη σπουδαία ανάλυση του καθηγ. π.Ιωάννου Ρωμανίδου, στο έργο του: Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989(2), σ. ιδ' έ. ε.
16. Ph. Sherrard, Δοκίμια για τον Νέο Ελληνισμό, Αθήνα 1971, σ. 296 έ.
17. Θ.Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29.
18. Χρ.Βυζαντίου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. του Π. Γεωργαντζή, Oι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.
19. Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. 7, Αθήναι 1925 σ. 216/17.
20. Παραθέματα βλ. του Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 190 ε. έ. Πρβλ. σ. 248 έ. ε. "Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων", "κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικών".
21. Παραθέματα σχετικά βλ. του Π. Γεωργαντζή, όπ.π. σ.197 έ.έ. και 234 ε.έ. Για να γίνει συνειδητή η φθορά εκ μέρους του δυτικού διαφωτισμού, αρκεί να σημειώσουμε, ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε' δεν είναι μόνο μαρξιστές, αλλά και ο χριστιανος καθηγ. Αλέξ. Τσιριντάνης. Στο ίδιο, σ.198-99: Το Οικουμ. Πατριαρχείο "δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης τήν αφόρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θα μπορούσε βέβαια, ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στο λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε, γιατί απλούστατα, ο αφορισμός ήταν αληθινός και "σπουδαίος". "Εγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα" (Βλ. Αλεξ. Τσιριντάνη, Το Εικοσιένα, στο περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τευχ. 195, Ιανουαρ. 1977, σ. 2). Το κείμενο του καθηγ. Τσιριντάνη, αποδεικνύει, ότι η "παρερμηνεία" δεν είναι προνόμιο "αντορθοδόξων" και "ανθελληνικών" ιδεολογιών. Το τραγικό όμως στην περίπτωση, και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο η απουσία γνώσεως, αλλά και ενδιαφέροντος (στά 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας, που δίνει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Από πλευράς δε στενά επιστημολογικής διερωτάται κανείς, αν ο επιστήμων δικαιούται να αδιαφορεί για το λόγο των ειδικών στην έρευνα. Και μια αφελής απορία: Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης "είχε διαμηνύσει στο λαό...κ.λπ." (και είχε πράγματι "διαμηνύσει". Βλ.Ι. Μ. Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε' μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές τον αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 έ. έ.), πού θα τα εύρισκε ο Αλ. Τσιριντάνης; τοιχοκολλημένο σε κάποια δημόσια πλατεία; Καλά έλεγε ο μακαρίτης καί "άθεος" Γιάννης Σκαρίμπας, "από τήν ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμη το "Εθνος"...
22. Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ.34/τεύχος 556, σ. 3: "Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στην πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα, αποβλέποντας σε μια νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό(...). Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμών (Γρηγόριο Ε', Πολύκαρπο Ιεροσολύμων). Πρβλ. Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 201. Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του "λαϊκισμού" εμποδίζει το κείμενο να λάβει υποδομή τις περιπτώσεις που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαου τίς μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. Έτσι καταντά η ερμηνεία μονομερής και ιδεολογική.
23. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π., σ. 238 έ.
24. Στο ίδιο.
25. Τις νεώτερες μελέτες για το πρόσωπο βλ. στη Βιβλιογραφία.
26. Βλ. Ι. Μ. Χατζηφώτη, οπ.π.
27. Βλ. Γεωργίου Θ. Ζώρα, Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε' εις την έκθεσιν του Ολλανδού Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 έ.
28. Μπορεί να αποκληθεί πρώτος μάρτυρας του Αγώνος της Ανεξαρτησίας μας.
29. Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ', σ. 32 και 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: "...Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τί θά πάθαινε το ΄Εθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. ΄Αλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών".
30. Βλ. Ιστορία του 'Ελλην. Έθνους (Εκδοτικής Αθηνών), τομ. ΙΒ', σ. 130β.
31. Κατά την "Προκήρυξη" του Σουλτάνου (YAFTA), "ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του [...] γνωρίζων δέ ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποιήση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θά επετύγχανε [...], όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ου μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς [...], αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος, όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως...." (Γ. Ζώρα, όπ. π., σ. 9). Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας .ή ο Αλ. Τσιριντάνης...
32. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 263 έ.
33. Στο ίδιο, σ. 206 έ. ε.
34. Στο ίδιο, σ. 210-11.
35. Βλ. την εκτενή και εμπεριστατωμένη έκθεση του Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 261 ε. έ.
36. Γ. Κορδάτου, Η κοινωνική σημασία της 'Ελληνικής 'Επαναστάσεως, σ. 144. Πρβλ. Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 214, σ. 463.
37. Π. Γεωργαντζή, ό.π., σ. 215 ε. έ.
38. Το Εικοσιένα και η αλήθεια, τ. Α', σ. 59 και Β', σ. 93.
39. Ο Th. Gordon λ.χ., ιστορικός του Αγώνα (Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, μετάφρ. Φ. Βράχα, τομ. Α', σ. 134) γράφει: "Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε, πως ο Πατριάρχης και τα μέλη της Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά του κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε, ότι ο Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη της Εταιρείας και ότι μερικοί από τους άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανορραφίες της".
40. Βλ. στον Π. Γεωργαντζή, σ. 240.
41. Λεπτομερή ανάλυση βλ. στο ίδιο, σ. 281 ε.έ.
42. Βλ. τις μελέτες: Νικηφ. Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, Αθήναι 1960. Ι. Παπαϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α', Λάρισα 1979.
43. Μοσχοπούλου, ό.π., σ. 167. Ι. Παπαϊωάννου, όπ.π., σ. 240.
44. Ν. Μοσχοπούλου, σ.107. Ι. Παπαϊωάννου, σ. 240.
45. Βλ. Γ. Δ. Μεταλληνού, ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ (1786- 1852). Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο Ελληνικό Κράτος, ανάτ. από τη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, Αθήναι 1987
46. Κοσμά Φλαμιάτου, "Άπαντα" εκδόσεις "Σπανός"), Αθήναι 1976, σ. 96/7.
47. Για το ίδιο πράγμα "κατηγορεί" το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Ράνσιμαν: "Δεν θα μπορούσε το Πατριαρχείο να είχε γίνει η δύναμη, που θα συγκέντρωνε τον ορθόδοξο κόσμο και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κεντρόφυγες τάσεις του βαλκανικού εθνικισμού; H ευκαιρία χάθηκε. Το Πατριαρχείο μάλλον ελληνικό, παρά Οικουμενικό". (όπ. π. σ. 694)
48. Βλ. Μάρκου Α. Σιώτου, Η θρησκευτική αξία της εθνικής ελευθερίας, στήν Ε. Ε. της Θ. Σχ. του Π. Α., τ. Κ' (1973), σ. 41-70.
49. Γ. Δ. Μεταλληνού, "Θεολογία Απελευθερώσεως" και "Θεολογία Ελευθερίας", στο περ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, τ. ΛΒ' (1989), σ. 51-61.
[ Ελληνισμός Μαχόμενος, Eκδόσεις Τήνος, Αθήνα 1995 (απόσπασμα) ] 

Από impantokratoros 

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ: Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ «ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ»

Πρωτοπρ.  Γεώργιος Μεταλληνός

Επίμονα προβάλλεται σήμερα η ανάγκη για «σεξουαλική αγωγή» των παιδιών μας στο πλαίσιο μάλιστα της σχολικής τους παιδείας. Όπως σε πολλούς άλλους τομείς της ζωής μας μάθαμε να ακολουθούμε τυφλά την «φωτισμένη» Δύση, έτσι και στο θέμα αυτό.
Ο φόβος μας είναι πάντα να μην υστερήσουμε απέναντί της. Γι’ αυτό αντιγράφουμε πρόθυμα τον προβληματισμό και τις μεθόδους της. Επόμενο, λοιπόν, να θεωρούμε απαραίτητο, ο «διαφωτισμός» να προχωρήσει και στην προβληματολογία του «γενετησίου ενστίκτου».
Βέβαια, το τί διδάσκει η Δύση σχετικά με το ζήτημα αυτό, δεν φαίνεται να θεωρείται πρωταρχικής σημασίας. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι η Δύση -και μείς μαζί της, αφού είμασθε κομμάτι της-κλυδωνίζεται σε μία λαίλαπα πανσεξουαλισμού.
Ο «φροϋδισμός» έχει καταστεί κυριαρχούσα ιδεολογία στην εποχή μας. Η προτεραιότητα δίνεται στο σεξουαλικό ένστικτο και στη κτηνώδη ορμή. Το ανθρώπινο σώμα κατάντησε υποτιμημένη αξία και αντικείμενο – όργανο ηδονής. Μέσα σ’ αυτό τό κλίμα διαμορφώνεται το περιεχόμενο της «σεξουαλικής» διαφώτισης του ευρωπαίου ανθρώπου. Έρχεται όμως σήμερα από τα βάθη των αιώνων η φωνή του ουρανοβάμονα και θεόπτη Απ. Παύλου να μας παρουσιάσει την «σεξουαλική αγωγή», όπως (πρέπει να) διδάσκεται στο Σώμα του Χριστού, στο «σχολείο» της Εκκλησίας.
Το σώμα, ναός του Αγίου Πνεύματος(Α’ Κορ. 6:12-20)
«Αδελφοί, πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ου πάντα συμφέρει· πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινος. Τα βρώματα τη κοιλία, και η κοιλία τοις βρώμασιν· ο δε Θεός και ταύτην και ταύτα καταργήσει. Το δε σώμα ου τη πορνεία, αλλά τω Κυρίω, και ο Κύριος τω σώματι· ο δε Θεός και τον Κύριον ήγειρε και ημάς εξεργεί δια της δυνάμεως αυτού. Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστιν; Αρας ουν τα μέλη του Χριστού ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο! Ή ουκ οίδατε ότι ο κολλώμενος τη πόρνη εν σώμα εστιν; «Έσονται» γαρ, φησίν, «οι δύο εις σάρκα μίαν». Ο δε κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμά εστι. Φεύγετε την πορνείαν. Παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματος εστιν, ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει. Ή ουκ οίδατε ότι σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστέ εαυτών; Ηγοράσθητε γαρ τιμής. Δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού.»
(Μετάφραση: Όλα μου επιτρέπονται, αλλά δεν συμφέρουν όλα. Όλα μου επιτρέπονται, αλλά εγώ δεν θα αφήσω τον εαυτό μου να εξουσιασθεί από τίποτα. Τα φαγητά είναι για την κοιλιά, και η κοιλιά για τα φαγητά· ο Θεός θα καταργήσει και αυτήν και εκείνα. Αλλά το σώμα δεν είναι για την πορνεία· είναι για τον Κύριο και ο Κύριος για το σώμα. Ο δε Θεός και τον Κύριο ανέστησε και εμάς θα αναστήσει δια της δυνάμεως Του. Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του Χριστού; Να πάρω λοιπόν τα μέλη του Χριστού και να τα κάνω μέλη πόρνης; Μη γένοιτο. Δεν ξέρετε ότι εκείνος που προσκολλάται στην πόρνη είναι ένα σώμα μ’ αυτήν; Γιατί θα γίνουν, λέγει, οι δύο μία σάρκα. Εκείνος δε που προσκολλάται στον Κύριο είναι ένα πνεύμα μ’ Αυτόν. Αποφεύγετε την πορνεία. Κάθε άλλο αμάρτημα που κάνει ο άνθρωπος είναι έξω από το σώμα, εκείνος όμως που πορνεύει, αμαρτάνει προς το ίδιο του το σώμα. Ή δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που είναι μέσα σας και το οποίο έχετε από το Θεό, κι ότι δεν ανήκετε στους εαυτούς σας; Έχετε αγορασθεί αντί τιμήματος. Δοξάστε λοιπόν το Θεό με το σώμα σας και το πνεύμα σας, τα οποία ανήκουν στο Θεό.)

Η ρίζα του προβλήματος
Η απάντηση του Παύλου στο πρόβλημά μας αρχίζει -περίεργα, αλλ’ όχι ανεξήγητα- από την κοιλιοδουλία. Γιατί οι «σαρκικές επαναστάσεις» έχουν ως βασική τους αιτία την γαστριμαργία. Από αυτήν γεννιέται το πάθος της πορνείας. Και ως «πορνεία» νοεί ο Απόστολος, και μαζί του οι άγιοι Πατέρες μας, όχι φυσικά μόνο τη σαρκική σχέση με κάποια Πόρνη, αλλά κάθε χρήση του γενετήσιου ενστίκτου για σκοπούς έξω από το θέλημα του Θεού, που είναι η δημιουργία οικογένειας.
«Το σώμα του Χριστιανού δεν επλάσθη, δια να τρυφά και εκ της τρυφής να πίπτη εις την πορνείαν, αλλ’ επλάσθη δια να ενωθή με τον Κύριον, Ος τις είναι η κεφαλή του» (αγ. Νικόδημος Αγιορείτης). Η νηστεία και η χαλιναγώγηση του σώματος, ουσιαστικά στοιχεία της ορθόδοξης ασκητικής, αυτόν ακριβώς τον στόχο έχουν: να αποφευχθεί η «θεοποίηση» της κοιλίας (Φιλιππ. γ’ 19), ώστε να μη υποθάλπονται τα σαρκικά πάθη, που έχουν ως κύρια αιτία την ευζωία και κοιλιοδουλία. «Τί δε σαρκός ευπαθούσης, και νεότητι περιφερομένης, αφρονέστερον;» – θα πει ο Μ. Βασίλειος.
Η διδασκαλία του Απ. Παύλου διαρθρώνεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
α) Πόσοι δεν βλέπουν το σώμα τους ως όργανο ηδονής; Όχι, λέγει ο Παύλος. Το σώμα είναι δημιούργημα του Θεού και δεν πλάσθηκε για την πορνεία, αλλά για να θεωθεί μαζί με την ψυχή, που είναι άρρηκτα δεμένη μαζί του. Θα αναστηθεί μαζί με την ψυχή, για να ζήσει αιώνια, ή στη δόξα του Θεού ή στην αιώνια στέρησή της, που είναι η κόλαση.
Γι’ αυτό δέχεται το σώμα μας τη Χάρη του Θεού, ώστε να μεταβάλλεται σε «ναό του εν ημίν Αγίου Πνεύματος», αφού βέβαια καθαρισθεί πρώτα από τα πάθη του ο άνθρωπος. Πορεία δόξας είναι η ζωή του πιστού μέσα στο σώμα του Χριστού. Να, λοιπόν, γιατί είναι πτώση και συντριβή η (οποιαδήποτε) πορνεία. Εκτροχιάζει το σώμα μας αλλά και όλο τον άνθρωπο από τον αιώνιο προορισμό του.

β) Τα σώματά μας με το βάπτισμα γίνονται μέλη του Χριστού. Όταν λοιπόν χρησιμοποιούμε τα μέλη του σώματός μας, για να διαπράξουμε οποιοδήποτε κακό, χρησιμοποιούμε μέλη του Χριστού για την διάπραξη της αμαρτίας μας. Έτσι, κάνουμε τα «μέλη του Χριστού» να αμαρτάνουν. Υπάρχει χειρότερο και φοβερότερο από αυτό; Αν λ.χ. φονεύσω κάποιον, με το χέρι του Χριστού τον φονεύω. Όταν βρίζω κάποιον, με το στόμα του Χριστού τον βρίζω. Όταν αδικώ τους γύρω μου, με το χέρι του Χριστού τους αδικώ. Και όταν πορνεύω, με τα μέλη του Χριστού πορνεύω. Αυτή είναι η τραγικότητα και αφροσύνη της «πορνείας»! Αποσπώ τα μέλη μου από το σώμα του Χριστού και τα καταδικάζω σε θάνατο, καθιστώντας τα όργανα της αμαρτίας μου.
Μέσα στον ορθόδοξο γάμο, με το μυστήριο, την πίστη και τη σωφροσύνη του, το ζευγάρι εντάσσει στη Χάρη του Θεού και τη σωματική του σχέση, που γίνεται έτσι «δια της τεκνογονίας» μέσο σωτηρίας. Έξω από το μυστήριο και τη Χάρη του Θεού (και αυτό συμβαίνει σε κάθε άλλο είδος «γάμου») η σωματική σχέση παύει να είναι κοινωνία εν Χριστώ και γίνεται σχέση σαρκική, δηλαδή πορνεία, αποκοπή από το Σώμα του Χριστού, θάνατος.
γ) Η ουσία της «πορνείας» παρουσιάζεται από τον Απόστολο και από μια άλλη οπτική γωνία.
«Δικό μου είναι το σώμα μου και το κάνω ό,τι θέλω»! Αυτή είναι η πρόχειρη επιχειρηματολογία μας.
Όχι, απαντά ο Παύλος. Δεν είναι δικό σας τίποτε, συνεπώς ούτε και το σώμα σας. Δεν ανήκετε στον εαυτό σας. Και ως δημιουργήματα του Θεού, αλλά και για ένα εξ ί­σου σπουδαίο λόγο. Σας εξαγόρασε ο Χριστός με ατίμητο τίμημα, το πανάγιο Αίμα Του. Είμαστε «εξαγορασμένοι σκλάβοι», κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Δεν είναι δικά μας, λοιπόν, τα μέλη του σώματός μας, αλλά του Χριστού. Περισσότερο δε από κάθε άλλη αμαρτία η πορνεία μολύνει όλο μας το σώμα, σαρκικά και πνευματικά, και ισοδυναμεί με αυτοκτονία.
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, γιατί με τόση αγωνία φωνάζει ο Παύλος:
Φεύγετε (= τρέξτε να σωθείτε από) την πορνεία! Την βλέπει να καταδιώκει απειλητικά τον άνθρωπο: Καμμιά αμαρτία δεν μας κυνηγά τόσο, όσο η σαρκική, γιατί είναι ριζωμένη μέσα μας.
Παρατηρεί ο Άγ. Γρηγόριος Νύσσης: «…Όταν μορφή πορνική τοξεύη, νώτα διδόναι (=να τρέπεσαι σε φυγή)… Κατατοξεύει γαρ κατ’ οφθαλμών η πορνεία, έστι δε των άλλων πονηρευμάτων φοβερώτερον»!


Αναγκαία προϋπόθεση
Γίνεται, λοιπόν, φανερό, ότι η «σεξουαλική αγω­γή» στο χώρο της Ορθοδοξίας δεν είναι παρά θεολογία του ανθρωπίνου σώματος, μέρος της ορθόδοξης ανθρωπολογίας.
Δεν πρόκειται συνεπώς για μια «επιστημονική» ανάλυση και περιγραφή της σωματικής λειτουργίας ή για ηθικοκοινωνική καθοδήγηση, αλλά για θεώρηση του ανθρώπου μέσα από το πρίσμα της θείας αποκαλύψεως.
Μια τέτοια αντίληψη, άρα, για τον άνθρωπο και το σώμα του δεν «διδάσκεται» θεωρητικά, ούτε, πολύ περισσότερο, επιβάλλεται!
Εμπνέεται μονάχα στα πλαίσια της εν Χριστώ ζωής και του πνευματικού αγώνα της Ορθοδοξίας.
Ο χριστιανός νέος μαθαίνει κοντά στον Γέροντα – Πνευματικό του να ζει εν Χριστώ, με προσευχή και άσκηση, αγώνα και εγκράτεια, γνωρίζοντας ότι στόχος του είναι ο εν Χριστώ δοξασμός του σώματος και της ψυχής του. Αν δεν ισχύει η προϋπόθεση αυτή, δεν είναι περίεργο η διδασκαλία του Παύλου να απορρίπτεται σαν μύθος.

Η Ορθόδοξη «Σεξουαλική Αγωγή»
Πρωτοπρ. π. Γεώργιος Μεταλληνός
Ομοτίμου Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών
Απόσπασμα από το βιβλίο «Το σώμα του Χριστού και ο κήπος των τέρψεων»
 

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ: ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΗΣΗ, ΕΝΑ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΜΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Κρίση και διανόηση: Ένα διαχρονικό μας πρόβλημα
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, ομ. καθηγητής Θεολογικής Σχολής

Εισήγηση από τον κύκλο διαλέξεων με τίτλο «πέραν της παρακμής», που διοργάνωσε τον χειμώνα του 2014-2015 η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού, στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού «Ρήγας Βελεστινλής».

α) Η κρίση
Η κρίση στην ουσία της είναι η ανατροπή των κανονικοτήτων της ιστορικής συνέχειας, με ανωμαλίες και δυσχέρειες, συχνά αδυσώπητες, και πολυειδείς κινδύνους. Η κρίση γίνεται περισσότερο αισθητή, όταν σχετίζεται με οικονομικά προβλήματα. Δεν είναι όμως μόνο οικονομική, διότι με αυτήν διασαλεύεται όλη η κοινωνική τάξη, σε άμεση συνάρτηση με την ηθική σφαίρα, που διέπει τις δομές μιας κοινωνίας.
Η σημερινή κρίση που διερχόμεθα ως Έλληνες, έχει κύριο αίτιο κατά γενική ομολογία τη χρεοκοπία της ηγεσίας, κυρίως της πολιτικής, που υπηρετεί, κατά κανόνα, τα συμφέροντα της νέας παγκόσμιας τάξης, στο όνομα της οποίας ασκεί την εξουσία της εις βάρος της ευστάθειας της Χώρας. Γενική είναι η συναίσθηση ότι ζούμε σε έναν κόσμο τραγικά παράλογο και παράλογα τραγικό, που αποκαλύπτει τη βαναυσότητα της μετανεωτερικότητας, παρόλη τη μεγαλαυχία και μεγαλοστομία της. Ο πολιτισμός της μετανεωτερικής κοινωνίας κυριαρχείται από τον άκρατο ωφελιμισμό, την απληστία και κατά συνέπεια την αδικία, την ειδωλολατρία δηλαδή της φιλαργυρίας (πρβλ. Α’ Τιμ.6,10), και γι’ αυτό καταντά «πολιτισμός» αφιλάνθρωπος.
Κάθε κρίση, ατομική ή κοινωνική, για έναν ιστορικό και Θεολόγο, είναι πάντα συνέπεια της πτωτικότητας του ανθρώπου και της εσωτερικής του αλλοτρίωσης, διότι, όπως είπε ο Ντοστογιέφσκυ, «χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται». Κυρίαρχο θέμα της δυτικής Θεολογίας από τα μέσα του 20ού αιώνα είναι ο «θάνατος του Θεού», που σημαίνει όχι τον οντολογικό θάνατο του Θεού, αλλά την αποσύνδεση του ανθρώπου από τον Θεό και την αθεΐα του δυτικού ανθρώπου και της δυτικής κοινωνίας. Κατά τον νεώτερο Άγιο π. Ιουστίνο (Πόποβιτς):
Η Ευρώπη από την Αναγέννησιν έως σήμερον μετεβλήθη εις εργαστήριον ρομπότ. […] Δεν υπήρξεν επί του πλανήτου […] απανθρωπότερος άνθρωπος από το ευρωπαϊκό ρομπότ[…]. Άνθρωπος χωρίς Θεόν και χωρίς ψυχήν […]. Αφού εφόνευσε τον Θεόν και την ψυχήν μέσα του, ο τύπος κάθε ευρωπαίου ανθρώπου […] βαθμηδόν αυτοκτονεί, διότι η αυτοκτονία είναι ο αναπόφευκτος ακόλουθος της θεοκτονίας.
Είναι, βέβαια, γεγονός, ότι η κατάσταση της σημερινής ελληνικής κοινωνίας έχει μία ιδιαιτερότητα σε σχέση με παλαιότερες κρίσεις, διότι η Χώρα μας σήμερα συμμετέχει σε μια οικονομική και νομισματική ένωση και εντάχθηκε σ’ αυτήν, όπως διατείνονται οι πολιτικοί μας ηγέτες, για την ασφάλεια και ευημερία της. Και όμως, από την προσδοκώμενη κοινωνία απόλαυσης, προέκυψε μια κοινωνία δυσπραγίας, αθλιότητας και φόβου. Μολονότι ο νεοφιλελευθερισμός έχει αποβεί η θρησκεία του δυτικού ανθρώπου, το αποτέλεσμα είναι το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού να κατέχει το 83% του παγκόσμιου πλούτου. Η Ευρώπη κατάντησε τριτοκοσμική στο νότιο μέρος της, ενώ καλπάζει η φτώχεια και η εξαθλίωση.
Η οικονομική κρίση έχει επιπτώσεις σ’ όλους τους χώρους του δημόσιου βίου και σ’ όλες τις δομές του (παιδεία, υγεία, οικογένεια, νεολαία, μέχρι και την οικολογία). Ιδιαίτερα αισθητή είναι στην ψυχική υγεία και ευεξία των νέων, διότι ο εφιάλτης της ανεργίας, που πλανάται, η φτώχεια, ο φόβος της κατάθλιψης και η αβεβαιότητα του μέλλοντος αφήνουν βαθειά σημάδια στην ψυχή των νέων και των παιδιών, που βιώνουν τη δυσπραγία των γονέων τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας γενεάς ψυχικά ασθενών, που ισοδυναμεί με γενοκτονία.

β) Η επιστήμη
Το ερώτημα, που εδώ αντιμετωπίζουμε, είναι η θέση της διανόησης [Ο όρος «Διανόηση» χρησιμοποιείται εδώ με την ευρύτερη σημασία του, που περιλαμβάνει και την «επιστήμη». Άλλωστε «Διανόηση» χωρίς Επιστήμη, δηλαδή γνώση, είναι αδιανόητη], σε όλο το φάσμα της, στον κυκεώνα της κρίσης, και θα το προσεγγίσω όχι μόνο ως ορθόδοξος Κληρικός, αλλά ως διάκονος και της επιστήμης. Θα αρχίσω με μια κοινοτοπία: Η επιστήμη είναι μία και ενιαία, διότι και το υποκείμενό της, ο κόσμος των φαινομένων, είναι ενιαίος. Η αδυναμία της ανθρώπινης διάνοιας να συλλάβει το σύνολο του επιστητού, οδήγησε στον επιμερισμό της επιστήμης σε πολλά είδη. Έτσι, ο όρος «επιστήμη» χρησιμοποιείται εδώ με αναφορά σ’ όλους τους κλάδους, ως μέρη ενός όλου, που πρέπει να διατηρεί την ενότητά του μέσα στην ευρύτητα του φάσματός του και την ποικιλία των φορέων του. Ακριβώς δε, με τα πρόσωπα και το ήθος των φορέων της συναρτάται η καταξίωση ή η απαξίωσή της.
Η επιστήμη στο σύνολό της είναι λειτουργία κοινωνική, αναδεικνυόμενη μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι και ποτέ ανεξάρτητα από αυτό. Υπάρχει για τον άνθρωπο και την κοινωνία, ως «ευλογία φιλαδελφείας» κατά τον πανεπιστήμονα Μ. Βασίλειο (PG 31,1024 D) και διαμορφώνει τελικά τον ανθρώπινο βίο ως καθαρά κοινωνική δύναμη. Συνεπώς, η επιστήμη δεν μπορεί να υπάρχει για τον εαυτό της, η δε έρευνα διεξάγεται για χάρη του ανθρώπου, ως προσώπου και κοινωνίας. Αυτό σημαίνει, ότι η Διανόηση συμμετέχει στους προβληματισμούς της κοινωνίας και επιβεβαιώνει τη γνησιότητά της, όταν ανταποκρίνεται στην αντιμετώπισή τους.

γ) Κρίση και Επιστήμη
Η κρίση, κυρίως στην οικονομική έκφρασή της, δεν αφήνει ανεπηρέαστη και τη Διανόηση και ειδικά την επιστήμη. Η οικονομική στενότητα και πίεση επηρεάζει την ομαλή πορεία της, αφού η έρευνα απαιτεί χρηματοδότηση και τα κατάλληλα υλικοπνευματικά μέσα. Οι ερευνητικές δραστηριότητες, όταν λείπουν τα μέσα, επιβραδύνονται ή και ματαιώνονται, η δε ανεργία παραλύει και τον επιστημονικό χώρο σ’ όλες τις δραστηριότητές του. Αυτό ζούμε σήμερα. Ερευνητικά προγράμματα καρκινοβατούν ή ματαιώνονται, οι αδιόριστοι δε επιστήμονες, ιδιαίτερα οι πανεπιστημιακοί, αναγκάζονται να μεταναστεύσουν. Πολλοί καθηγητές των ΑΕΙ και ΤΕΙ αναζητούν εργασία εκτός Ελλάδος. Αυτό σημαίνει ότι λαμπροί επιστήμονες χάνονται για τη Χώρα μας, αφού συνήθως φεύγουν οι καλύτεροι, τα δε ελληνικά Ανώτατα Πνευματικά Ιδρύματα οδηγούνται σε ασφυξία. Το κακό έχει φθάσει σε τέτοια οξύτητα, ώστε να γίνεται λόγος στον Τύπο για το «τέλος της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα».

δ) Διανόηση και Κρίση
Υπάρχει όμως και τραγικότερη όψη του προβληματισμού μας: Είναι η ανάμειξη και συμμετοχή της επιστήμης στην κρίση, που αποβαίνει τελικά ένας των συντελεστών της. Έχει, όχι αδικαιολόγητα, διατυπωθεί το ερώτημα: «Κρίση της κοινωνίας ή κρίση της επιστήμης;», που προϋποθέτει την συνενοχή και της επιστήμης για την επίταση του κοινωνικού κακού. Αυτό μπορεί να συμβεί, όταν η επιστήμη, αποβάλλοντας τον ηθικό οπλισμό της, δεν μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση της κοινωνικής ενότητας και συνοχής.
Το έργο ειδικά της επιστήμης είναι σε κάθε περίπτωση φιλάνθρωπο, στοχεύοντας όχι μόνο τη διανοητική, αλλά και την ηθική προαγωγή του ανθρώπου και την αντιμετώπιση των προβλημάτων του. Η τραγωδία και πτώση του διακόνου της επιστήμης αρχίζει με την αυταπάτη της ορθολογικότητας, που είναι καρπός της φυσίωσής του, ως αυτοεμπιστοσύνης, υπερτροφικής δηλαδή ανάπτυξης του αυτοσυναισθήματός του. Η θεοποίηση του ορθού λόγου αδυνατεί να παγιώσει μια φιλάνθρωπη διάθεση, που θεμελιώνεται στην προτεραιότητα του ανθρώπου, στη διακονία του οποίου, όπως ειπώθηκε, είμαστε επιστρατευμένοι. Στην περίπτωση όμως αυτή η επιστήμη δεν αποβαίνει μόνο αναποτελεσματική, αλλά συχνά και επικίνδυνη, δυσχεραίνοντας την επίλυση των προβλημάτων της κοινωνίας.
Αφιλάνθρωπη είναι η λεγομένη «κακή χρήση» της επιστήμης, που ισοδυναμεί με απαξίωση και αυτοκατάργησή της. Είναι δε κακή, όταν γίνεται «χρήση» των πορισμάτων της επιστήμης για την εξυπηρέτηση σκοπών ιδιοτελών και -συνεπώς- ανόμων συμφερόντων. Κακή όμως είναι και η χρήση του θυσιαστικού μόχθου των αυθεντικών επιστημόνων για ατομικό όφελος, όπως είναι το κέρδος. Πρόκειται τότε για εμπορευματοποίηση της επιστήμης. Το παράδειγμα του μεγάλου αμερικανού επιστήμονος, γερμανικής καταγωγής, Τζούλιους Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (1904-1967), του πατέρα της ατομικής βόμβας και από τους βασικούς συντελεστές της οπλικής κυριαρχίας της Νεοεποχίτικης Υπερδύναμης, είναι μία από τις χαρακτηριστικότερες συγκρούσεις του επιστήμονα με τις δυνάμεις που εκμεταλλεύθηκαν κυριολεκτικά την ανακάλυψή του. Διότι, όπως έχει τονισθεί, ο Οπενχάιμερ υπήρξε από τους επιστήμονες που αναγκαστικά προβληματίσθηκε, από φιλοσοφική και κοινωνιολογική άποψη, για τις επιπτώσεις της ατομικής ενέργειας στην ανθρωπότητα, αφιέρωσε μάλιστα, αντιπαλαίοντας την παλαιότερη δράση του, τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην αναζήτηση τρόπων για την ειρηνική συνύπαρξη της επιστήμης και της κοινωνίας (Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 8,13). Τα ναζιστικά πειράματα, εξ άλλου, που -mutatis mutandis- συνεχίζονται και σήμερα, είναι η απανθρωπότερη χρήση της επιστήμης, όταν βλέπει τον άνθρωπο, όχι ως «ζώον θεούμενον» (έμβιον ον, που έχει προορισμό να γίνει θεός κατά χάρη, κατά τον Μ. Βασίλειο), αλλά ως πειραματόζωο.
Το ταπεινό φρόνημα του επιστήμονα διασώζει τη δυνατότητα να μείνει πιστός στην αποστολή του, συνειδητοποιώντας τα όρια των εγχειρημάτων του. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό στην περίπτωση του θανάτου. Η παράταση του ορίου της ζωής (άλλο η θεραπεία), αποδεικνύεται τελικά φενάκη, αφού πρόκειται για απλή μετάθεση του θανάτου, αλλά όχι και για νίκη πάνω σ’αυτόν. Η πίστη που εμπνέει στην περίπτωση αυτή η επιστήμη για υπέρβαση του προβλήματος του θανάτου, προϋποθέτει την αντίληψη περί παντοδυναμίας της επιστήμης. Αυτό ισχύει, ιδιαίτερα, στην περίπτωση της τεχνολογίας, που προσλαμβάνει, οιονεί, μαγικό χαρακτήρα. Παρά την εκπληκτική όμως πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, οι ανάγκες του ανθρώπου δεν καλύπτονται εντελώς, ούτε τα προβλήματα περιορίζονται. Αντίθετα, προκύπτει η υποκατάσταση εργατικών χειρών με αποτέλεσμα την ανεργία ή την εξυπηρέτηση πολεμικών στόχων, όπως λ.χ. η υποκίνηση εμφυλίων συρράξεων για τον πλουτισμό των διαχειριζομένων την επιστημονική έρευνα και την πρόοδό της. Ήδη ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ είχε προβλέψει, ότι «όσο περισσότερος τεχνολογικός πολιτισμός, τόσο περισσότερη δυστυχία». Αυτό συμβαίνει όταν διασαλεοθούν οι αναγκαίες ισορροπίες.
Η επιστήμη κινείται στα όρια μιας διπλής δυνατότητας: ή της διευκόλυνσης της ανθρώπινης ζωής ή της απειλής για αλλοίωση της ποιότητας της ζωής, ως την τελική εξαφάνισή της. Έλεγε ένας αληθινά σοφός Πνευματικός-Γέροντας, ότι δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε το τέλος του κόσμου από τον Θεό, διότι μπορούμε να το επιτύχουμε μόνοι μας! Κρίση, συνεπώς, παράγει και η επιστήμη, όταν χειραγωγεί την κοινωνία σε ενέργειες αντιανθρωπιστικές και αντικοινωνικές. Τότε ισχύει το αποδιδόμενο στον Πλάτωνα: «Επιστήμη χωριζομένη αρετής, πανουργία, ου σοφία». Έχει παρατηρηθεί ότι, όχι σπάνια, υπό την επίδραση της έπαρσης που δημιουργεί η υπέρμετρη εμπιστοσύνη στην επιστήμη, ο άνθρωπος στεγνώνει συναισθηματικά, αποβάλλοντας κάθε ανθρώπινο συναίσθημα και μηχανοποιείται. Η αθέτηση των ορίων της γνώσης για τους αρχαίους προγόνους μας ήταν «ύβρις». Έλεγα κάποτε σε έναν μεγάλο αστροφυσικό, σε τηλεοπτική συζήτηση, ότι δικό του έργο δεν είναι να διαπιστώσει αν υπάρχει Θεός ή δεν υπάρχει, διότι τότε αυτοκαταργείται ως επιστήμων και κάνει μεταφυσική. Έργο δικό του είναι η πληροφόρηση των μη ειδικών για το τι ακολούθησε το Big-Bang, και όχι το αν και τι προηγήθηκε. Αυτό είναι έργο της επιστήμης του ακτίστου και των ειδικών αυτού του χώρου, δηλαδή των Αγίων. Αυτούς τους προβληματισμούς αντιμετωπίζοντας ο Κομφούκιος, δίδασκε ότι ο άνθρωπος εξυψώνει την επιστήμη και όχι η επιστήμη τον άνθρωπο, κάτι που θα αναδιατυπώσει και ο στρατηγός Μακρυγιάννης με το δικό του σοφό ρωμαίικο τρόπο: «Ο άνθρωπος κάνει τα φώτα και όχι τα φώτα τον άνθρωπο».
Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο: Είναι η χρήση των Διανοουμένων και επιστημόνων από τις δυνάμεις, που παράγουν τις κρίσεις, λειτουργώντας καταλυτικά και καταστροφικά στην κοινωνία. Όργανά τους γίνονται οι διανοούμενοι και οι επιστήμονες εκείνοι, που συνειδητά αυτοπαραδίδονται στην άνομη πολιτική ή οικονομική εξουσία, διαθέτοντας τη γνώση και τα επιτεύγματά τους σε επιχειρήσεις που μολύνουν το περιβάλλον, νοθεύουν την αισθητική μας, νεκρώνουν την ψυχή μας, προωθώντας τη βία και κραταιώνοντας τον θάνατο και την εξόντωση του ανθρώπου. Ο διανοούμενος και επιστήμονας τότε καταντά μισθοφόρος της κατεστημένης εξουσίας και υποχείριό της.
Αυτοκατάργηση του διανοούμενου και ειδικού επιστήμονα συμβαίνει και όταν βλέπει το έργο του ως δυνατότητα επαγγελματικής τακτοποίησης και καριέρα και όχι ως αποστολή. Τότε είναι δυνατή η manipulatio της διανόησης και της έρευνας από την εξουσία των χρηματοδοτών τους. Οι επιστημονικές εφαρμογές εντάσσονται στην υπηρεσία της ταξικής οικονομίας και της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης και δύναμης. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα σήμερα και είναι αξιοθρήνητοι οι κομματικά στρατευμένοι οικονομολόγοι, που προσπαθούν να συγκαλύψουν τα διαπραττόμενα από την πολιτική εξουσία εγκλήματα, επιχειρηματολογώντας διαμετρικά αντίθετα από τους γνήσιους εκπροσώπους της επιστήμης τους. Μια Διανόηση, όμως, στην υπηρεσία των ισχυρών, του κεφαλαίου, του θεάματος, της παραπληροφόρησης φανερώνει την αλλοτρίωση της ανθρώπινης σκέψης. Τα τηλεοπτικά παράθυρα αποκαλύπτουν αυτό τόν ρόλο της επίορκης Διανόησης. Η κρίση της κοινωνίας είναι τότε συνέπεια της κρίσης της Διανόησης και των εκπροσώπων της.
Τεράστια είναι στην περίπτωση αυτή η συμβολή της δυτικής Θεολογίας στην συγκρότηση του καπιταλισμού και των εφαρμογών του. Ο Προτεσταντισμός, ζώντας την αλλοτρίωση του πατερικού ήθους, γέννησε μια «θεολογία», που έθρεψε το θηρίο του καπιταλισμού, της απληστίας και αφιλάνθρωπης κερδοσκοπίας. Αυτό το πνεύμα, διέπει την πολιτική στάση της ηγεσίας της σημερινής Γερμανίας. Θα πρέπει όμως να προστεθεί, ότι υπάρχει και κάτι χειρότερο από την καπιταλιστική απληστία. Είναι η ανικανοποίητη σοσιαλιστική δίψα του πλούτου και της εξουσίας και μ’ αυτό το πνεύμα ζυμώθηκε η γερμανική ηγεσία του υπαρκτού σοσιαλισμού.

ε) Δυνατότητες της «Διανόησης»
Η πίστη όμως για τις δυνατότητες της επιστήμης στην αντιμετώπιση των κοινωνικών κρίσεων παραμένει αμείωτη, σε σημείο μάλιστα που να έχει αναχθεί η επιστήμη στο ύψος της θρησκείας. Η κοινή διαπίστωση, μάλιστα, της χρεοκοπίας της πολιτικής ενισχύει την επικρατούσα άποψη, ότι το έργο της μπορεί να αναλάβει η επιστήμη. Αυτό σημαίνει: να αναλάβει η επιστήμη την στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, αποκαθιστώντας συνάμα την τρωθείσα, λόγω της ανικανότητας ή και των σκοπιμοτήτων της πολιτικής, κοινωνική και εθνική αξιοπρέπεια.
Και είναι γεγονός, ότι ο επιστήμονας δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος μπροστά στο χάος. Την κρίση καλούνται, συνήθως, να αντιμετωπίσουν οι ηθικολόγοι, οι ψυχολόγοι ή περισσότερο οι οικονομολόγοι. Αλλά αυτό είναι χρέος όλων των επιστημόνων, κατά την ειδικότητα και γνώση τους. Ο ανθρωπισμός δεν έχει κλαδικό σχήμα. Αν η επιστήμη θέλει να βοηθήσει την κοινωνία, οφείλει να αρχίσει από την ορθή ενημέρωση και προετοιμασία του Λαού, για την συνειδητοποίηση των προβλημάτων και την κριτική στάση απέναντι στην παραπλανητική εξουσία. Αλλ’ αυτό δεν έγινε. Η επιστήμη, εξ άλλου, μπορεί να συμβάλει στη μετάσταση από την απελπισία στην ελπίδα, αποκαλύπτοντας την τραγική αλήθεια και όχι συγκαλύπτοντας την ζοφερή πραγματικότητα. Ο αληθινός διανοούμενος είναι, άλλωστε, ηγέτης και οφείλει να αναλαμβάνει τον ρόλο του ηγέτη σε κρίσιμες στιγμές, συμπάσχοντας με τον ταλανιζόμενο συνάνθρωπο και μαχόμενος για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Παρήγορο, εξ άλλου, είναι το παράδειγμα γιατρών, φαρμακοποιών ή και φαρμακοεταιρειών, που παρέχουν δωρεάν εξετάσεις και φάρμακα. Φέρνουν στην επιφάνεια το παράδειγμα γιατρών μας παλαιοτέρων εποχών, που όχι μόνο εξέταζαν δωρεάν τους απόρους, αλλά χορηγούσαν και τα αναγκαία φάρμακα στους φτωχούς ασθενείς τους. Η συστράτευση αυτή στην αντιμετώπιση του πόνου και της ανάγκης, με την περίθαλψη υποσιτιζομένων, ασθενών, και γενικά εμπεριστάτων είναι η αυτοεπιβεβαίωση της επιστήμης. Στο σημείο αυτό αναδύεται ο ρόλος της ορθοδοξοπατερικής Θεολογίας και της Ιστορίας για την υποβοήθηση στην κατανόηση του πνευματικού χαρακτήρα της κρίσης, αλλά και την προβολή προτύπων της παράδοσής μας, που αποδείχθηκαν σωστικά σε κρίσιμες περιόδους, όπως π.χ. η μακρόσυρτη δουλεία. Και δεν είναι μόνο τα καινοδιαθηκικά δεδομένα, αλλά και ο καταξιωμένος στην Ελληνορθοδοξία κοινοβιακός και κοινοτικός τρόπος υπάρξεως ως «πλησίον» (Λουκ. Κεφ. 10). Τα αρχαιοελληνικά «κοινά» και τα μοναστικά κοινοβιακά μοναστήρια, που θεμελίωσαν τις κοινότητες, παρήγαγαν όλη τη φιλάνθρωπη παράδοση του Γένους μας, από την ενοριακή μέριμνα, ως τους Μεγάλους Ευεργέτες, που σήμερα, όπως φαίνεται, έχουν εκλείψει. Η δημοσιονομική πολιτική είναι ανάγκη να αναλαμβάνεται από προσωπικότητες πνευματικού ύψους, που ιεραρχούν το υλικό στο πνευματικό. Ο Homo oeconomicus, που μας κληροδότησε η Ευρώπη, πρέπει να γίνει homo spiritualis (Ε. Θεοδώρου).
Με την κρίση όμως μπορεί να αναμετρηθεί ο επιστήμονας, που αναλαμβάνει τις ευθύνες του, ως μέρος ενός συνόλου. Γνώση και Ηθική, παρά τις ατέρμονες στο ζήτημα αυτό συζητήσεις, πρέπει να νοούνται στενά μεταξύ τους συνδεδεμένες. Και αυτό υποδεικνύουν τα επιτεύγματα της Μοριακής Βιολογίας και της Γενετικής, ως και η προσπάθεια αντιμετώπισης του οικολογικού προβλήματος, που συνδέεται με την επιβίωση σύνολης της ανθρωπότητας. Ο ρόλος της επιστήμης μπορεί να είναι δραστικός, όταν η επιστήμη αναγνωρίζεται ως χάρισμα θεϊκό και όχι ως αποκλειστικό κατόρθωμα του επιστήμονα. Οι τεχνολογικές επιστήμες μπορούν να είναι -και είναι- ουμανιστικές, συμβάλλοντας στην απελευθέρωση του ανθρώπου από ό,τι αναστέλλει την ομαλή πορεία του. Είναι όμως γεγονός, ότι την ανθρώπινη προσωπικότητα δεν οικοδομεί η επιστημονική γνώση, όσο υψηλή και αν είναι, αλλά η σχέση του ανθρώπου με την άκτιστη θεία Χάρη. Πραγματικά σοφοί στην ελληνορθόδοξη παράδοση είναι οι Άγιοι. Γι’ αυτό όμως χρειάζεται ταπείνωση, κατά τον λόγο του I. Χρυσοστόμου: «Όσον μέγας ει, τοσούτον ταπεινού σεαυτόν». Αυτό μας έλεγαν στα μαθητικά μας χρόνια και οι δικοί μας πνευματικοί Πατέρες: «Μάθε πολλά γράμματα, για να μπορείς να στηρίζεις και υπερασπίζεις αυτούς που δεν γνωρίζουν»!
Ο κίνδυνος της γνώσης έγκειται στο ότι μπορεί να «φυσιοί», να κάνει υπερφύαλο και εγωκεντρικό τον κάτοχό της (Α’ Κορ. 8, 1). Η λαϊκή παροιμία: «μάθε γράμματα, για να γίνεις άνθρωπος», μπορεί να σημαίνει ή την ανάδειξη του επιστήμονα σε «συνάνθρωπο» ή τον πλουτισμό του με την εκμετάλλευση της επιστήμης του. Και όμως: και αν ακόμη ο επιστήμονας δεν μπορεί να περιστείλει την κρίση, έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την ανθρωπιά και την αγάπη, αρνούμενος την σύμπραξή του με τους δημιουργούς και διαχειριστές κάθε είδους κρίσης.

(Πηγή: Περιοδική Έκδοση της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού, “Νέος Ερμής ο Λόγιος” τ. 14, Φθινόπωρο 2016)