ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ, Ο ΦΥΛΑΞ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ!


«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»

ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ!


Τρίτη 3 Μαΐου 2016

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΑΚΑΝΘΙΝΟ ΣΤΕΦΑΝΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ;

Στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αιγιαλείας, λέγεται ότι δώρισαν οι Παλαιολόγοι τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Ιησού Χριστού, μεταξύ των οποίων φυσικά είναι και το ακάνθινο στεφάνι.

Τα Άχραντα Πάθη του Χριστού είναι τεμάχια από το Τίμιο Ξύλο, το ακάνθινο Στεφάνι, τη Χλαμύδα, τον Κάλαμο, τον Σπόγγο, τα καρφιά, τα οποία σώζονται άθικτα μέχρι σήμερα.

Η ιστορία της Μονής αρχίζει με τον Όσιο Λεόντιο, ο οποίος υπήρξε και ο κτήτορας της Μονής. Ο Όσιος Λεόντιος γεννήθηκε περί το 1377 στη Μονεμβασιά. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Ήταν υιός του Ανδρέα Μαμωνά, δούκα της Μονεμβασίας και της Θεοδώρας Παλαιολογίνης κόρης του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Δ’ Παλαιολόγου.
Μετά το θάνατο της μητέρας του έγινε μοναχός.

Γύρω στα 1415 – 1420, φεύγει από Άγιο Όρος και έρχεται στο όρος Κλωκός άνω του Αιγίου και στη θέση, που σήμερα είναι το «Παλαιομονάστηρο» με τον απότομο βράχο και την αφιλόξενη γη, όπου κάνει το ασκηταριό του.
Στη συνέχεια, με την συμπαράσταση των θείων του Θωμά και Δημητρίου Παλαιολόγων ιδρύεται μεγαλοπρεπές μοναστήρι περί το 1450.

Ο θαυμασμός των Παλαιολόγων για την αρετή του οσίου Λεοντίου ήταν μεγάλος και δωρίζουν στην Μονή τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Χριστού δηλαδή τεμάχια από το Τίμιο Ξύλο, τον ακάνθινο Στεφάνι, την Χλαμύδα, τον Κάλαμο, τον Σπόγγο, τα καρφιά, τα οποία σώζονται άθικτα μέχρι σήμερα.

Η αρχική αυτή Μονή του Αρχάγγελου Μιχαήλ, καταστράφηκε δύο φορές από τους Τούρκους το 1500 και 1620. Μετά τη δεύτερη αυτή καταστροφή κτίζεται η Μονή στη σημερινή επίπεδη τοποθεσία κοντά στον Σελινούντα, επ’ ονόματι των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και γίνεται πλέον γνωστή σαν Μονή των Ταξιαρχών. Καταστρέφεται και πάλι το έτος 1772 από τους Τουρκαλβανούς κατά τα Ορλωφικά.

Σε διάστημα τριών ετών – δηλαδή το 1775 κτίζεται η σημερινή μορφή της Μονής. Από το σχέδιο του B.G. Barsky, γνωρίζουμε την προγενέστερη μορφή της Μονής. Το καθολικό της είναι Σταυρόσχημο, τετρακίονο, καμαρωτό, με οκταγωνικό τρούλο και μαρμαροσκάλιστα παράθυρα, ενώ στολίζεται με αγιογραφίες των Δ.Κ.Φάνελλη, Α. Μανέλη και Ι. Οικονόμου.

Οι Πνευματικοί Θησαυροί Μονής:
Η λειψανοθήκη "Τα Άχραντα Πάθη"

«Τα Άχραντα Πάθη»

Aποτελούν θησαυρό και καύχημα της μονής. Δώρο των Θωμά και Δημήτριου Παλαιολόγων στον κτήτορα της μονής, ανιψιό τους, Όσιο Λεόντιο. Μέσα σε υστεροβυζαντινό κιβώτιο φυλάσσονται μεγάλα τεμάχια τίμιου ξύλου, ακάνθινου στεφάνου, χλαμύδας, λίθων από τον Πανάγιο τάφο.

Η Κάρα Του Οσίου Λεοντίου

Κιβώτια επιχρυσωμένα, ξύλινα έχοντας μέσα μικρότερες λειψανοθήκες, με λείψανα: Αγ. Ιωάννη του Ελεήμονος, του Αγ. Χαραλάμπους, μέρος της κάρας του Αγ. Ξενοφώντος, του Αγ. Γεωργίου, Παντελεήμονος, Βασιλείου, Μαρίνης, Αρτεμίου. Λείψανα Αγ. Ιωάννου Προδρόμου, μέρος της κάρας Αγ. Κυριακής, Αγ. Στεφάνου, μέρος της χείρας Αρέθα κ.λ.π. Ολα αυτά τα ιερά λείψανα είναι προσφορά πλούσιων μεγάλων μονών σε λείψανα, όπου η κάθε μία εμπιστευόταν μικρό μέρος του θησαυρού της στη μονή των Ταξιαρχών, ιδιαίτερα μετά από κάθε καταστροφή της μονής.

Xρυσοκέντητα Άμφια Και Καλύμματα

Μεγάλης αξίας είναι τα ιερά άμφια κληρικών όλων των βαθμών που φυλάσσονται στην έκθεση της μονής. Η ιδέα της περισυλλογής ήταν του αειμνήστου Μητροπολίτη Καλαβρύτων της Αιγιαλείας, Αγαθονίκου και πρόκειται για:
Μια θαυμάσια αρχιερατική στολή του μαρτυρικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.
Tο Ωμοφόριο και επιμάνικα Nεοφύτου, ωμοφόριο Μεθόδου Μητροπολίτη Αγκύρας, επιμάνικα Παλαιών Πατρών Θεοφάνη., κλπ.

Επιτάφιος του κεντητή Αρσενίου (1589-90). Παρουσιάζει το Χριστό νεκρό επάνω σε σινδόνι την Θεοτόκο να κρατεί στην αγκαλιά της την κεφαλή του Χριστού και δίπλα τους οι δύο Μαρίες να θρηνούν, καθώς επίσης και τον Ιωάννη, τον Ιωσήφ και Νικόδημο. Η εικονογραφική αυτή σύνθεση παρουσιάζει μεγάλη φυσικότητα και έμμετρη λειτουργική επιγραφή.
Ο επιτάφιος της κεντήτριας Δέσποινας (1685).

Το πιο αξιοθαύμαστο από τα χρυσοκέντητα άμφια της μονής είναι το επιτραχήλιο της κεντήτριας Kοκώνας (1807), όπου απεικονίζει 33 πρόσωπα και τον Χριστό ευλογώντας όπως Αγ. Τριάδα, πεντηκοστής, σταύρωσης κ.λ.π..
Συλλογή σταυρών και ευαγγελίων

Η συλλογή σταυρών της μονής Ταξιαρχών είναι η αρχαιότερη και ιδιαίτερα αξιόλογη. Χαρακτηριστικά αυτών, το μεταλλικό πλαίσιο, τα οξυκόρυφα τοξύλλια, οι στριφτοί κιονίσκοι, οι πολυεδρικοί κόμβοι, τα διακοσμητικά στοιχεία γύρω απ’ τις κεραίες. Στη μονή φυλάσσονται: χρυσοσκάλιστο ενεπίγραφο ευαγγέλιο 1785, ευαγγέλιο αφιερωμένο από τον Αθηνών Προκόπιο 1889 κλπ.

Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΝΗΣ ΛΑΜΠΑΔΑΣ - ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΤΩΝ ΦΩΤΙΣΜΕΝΩΝ

Όταν ήμασταν μικρά παιδιά ανυπομονούσαμε να έρθουν οι γιορτές για να μαζέψουμε τα δώρα μας. Το Πάσχα στη μνήμη μας είναι απόλυτα συνδεδεμένο με τη λαμπάδα και τη νονά μας που την έφερνε. Τη Μεγάλη Εβδομάδα ερχόταν σπίτι η νονά με το νονό κρατώντας την αγαπημένη μας λαμπάδα, για την οποία προηγουμένως είχε πάρει την έγκριση μας. Όλο χαρά ανοίγαμε το κουτί και την προσοχή μας τραβούσαν τα "extra" μέχρι τη στιγμή της Ανάστασης. Το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ φορούσαμε τα καλά μας ρούχα -που συνήθως ήταν δώρα της νονάς- και περιμέναμε τη στιγμή που ο ιερέας θα βγει από την ωραία πύλη με τη δική του λαμπάδα και θα δώσει νόημα στο δώρο μας. 

Τα χρόνια πέρασαν, στο ρόλο της νονάς βρισκόμαστε εμείς και την ουσία της λαμπάδας θα πρέπει να την εξηγήσουμε στα δικά μας βαφτιστήρια -αν το επιτρέπει η ηλικία φυσικά- για να μη μεγαλώσουν κι εκείνα με την ίδια απορία.

Ποιο γεγονός καθιστά τις λαμπάδες αναγκαίες για το Πάσχα;

Ο πλέον κατάλληλος για να απαντήσει στο ερώτημα μας είναι η εκκλησία. Η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα εξηγεί τους λόγους που η λαμπάδα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του Πάσχα. «Πασχαλινή λαμπάδα είναι έθιμο που έχει σχέση με την παράδοση της αρχαίας Εκκλησίας να τελεί το Βάπτισμα των νέων μελών Της τη νύχτα της Αναστάσεως». Ο Ευσέβιος Καισαρείας αναφέρει «έκανε τη μυστική διανυκτέρευση των πιστών πιο φωτεινή κι από τη φωτόλουστη ημέρα».

Αρκετούς αιώνες πριν η έναρξη της ιεράς ακολουθίας σηματοδοτούσε και το άναμα των λαμπάδων. Η αρχαία εκκλησία είχε επιλέξει τη νύχτα της Ανάστασης για να τελέσει το Βάπτισμα των φωτισμένων Της. Ο ναός περιγράφεται κατάφωτος από τους πολυελαίους και τα πολυπληθή κηροπήγια. «Κάθε πιστός είχε τη δική του λαμπάδα. Όλοι γιόρταζαν τη διπλή Λαμπρή: την Ανάσταση του Χριστού και την Ανάσταση τόσων ψυχών που θ' άφηναν οριστικά την πλάνη και θα προσχωρούσαν στην Ποίμνη της Εκκλησίας». 

Οι Νεοφώτιστοι, κρατώντας αναμμένες τις λαμπάδες τους, προχωρούσαν για το Βαπτιστήριο συνοδευόμενοι από τον επίσκοπο, τους ιερείς, τις διακόνισσες και τους αναδόχους τους, αφήνοντας τους πιστούς στο Ναό να προσεύχονται. Οι λαμπάδες λοιπόν έχουν παραμείνει μέχρι και σήμερα, συμβολίζοντας αυτή τη μυσταγωγία και πανήγυρη της εισόδου των πιστών στην εκκλησία. 
Μέσα στις υπόλοιπες μέρες λοιπόν που θα επισκεφτούμε τα βαφτιστήρια μας για να τους δώσουμε τη λαμπάδα, μπορεί να μας προκαλέσει έκπληξη η αντίδραση των παιδιών, που ενδεχομένως να έχουν αυτή την απορία.

Πηγή: Το επίσημο site της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

ΟΙ ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ

Αιώνες τώρα η Εκκλησία έχει συμπεριλάβει στη λατρεία της και σ’ ό,τι επιτελείται, κάθε πρόσφορο μέσο που συντελεί είτε στην πρόσληψη του μηνύματός της από τους πιστούς, είτε στη μετάδοση των μηνυμάτων της προς αυτούς. Ένα απ’ αυτά τα μέσα είναι οι καμπάνες.

Οι καμπάνες της εκκλησίας, έλκουν την καταγωγή και την ονομασία τους από την περιοχή της Καμπανίας, της Ιταλίας, καθώς εκεί βρίσκονταν τα κατάλληλα μέταλλα για την παρασκευή καμπανών.
Οι καμπάνες εμφανίσθηκαν στη Δύση τον 6ο αιώνα και αργότερα έκαναν την εμφάνισή τους και στην Ανατολή. Σήμερα δε νοείται Ορθόδοξος Ναός χωρίς καμπάνες, αφού θεωρούνται απαραίτητο και αναπόσπαστο τμήμα της λατρείας.
Σε κάθε περίσταση της Χριστιανικής ζωής και λατρείας, οι καμπάνες χρησιμοποιούνται για να επισημάνουν την έναρξη κάποιας Ιεράς Ακολουθίας, είτε πρόκειται για τακτικές ιερές ακολουθίες όπως του Εσπερινού, του Όρθρου, της Θείας Λειτουργίας της Ιεράς Αγρυπνίας, κ.λ.π., είτε για έκτακτα γεγονότα όπως η αναγγελία της εκδημίας ενός αδελφού ή κάποια φυσική καταστροφή, ή την έναρξη του κατηχητικού, ή την άφιξη του Επισκόπου στο Ναό κ.λ.π.
Οι καμπάνες χτυπούν πάντοτε στον ίδιο ρυθμό; Με τον ίδιο σκοπό;
Η απάντηση είναι πως όχι. Το Ορθόδοξο ήθος διαπερνά και επηρεάζει ακόμη και τον τρόπο κρούσεως των καμπανών ανάλογα με την περίπτωση.
Έτσι κατά την παραμονή και την κυρία ημέρα μιας μεγάλης Δεσποτικής ή Θεομητορικής Εορτής οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα, όπως χαρμόσυνα χτυπούν όταν εορτάζει ο Άγιος της Ενορίας, του Ναού, όταν ψάλλεται η Δοξολογία προς τον Θεό, όταν επισκέπτεται για να χοροστατήσει και να ιερουργήσει ο Επίσκοπος, ο ιστάμενος εις τύπον και τόπον Χριστού, όταν εορτάζονται οι Εθνικές Εορτές ούτως ώστε και δι’ αυτού του τρόπου, της κρούσεως των καμπανών, να τονιστεί το γεγονός και να ευφρανθούν οι πιστοί στο άκουσμα των κωδονοκρουσιών.
Αντίθετα, όταν συμβαίνουν πένθιμα γεγονότα, όπως κατά την Μεγάλη Παρασκευή, της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας, ή κατά την εκδημία κάποιου προσώπου, τότε ο ήχος των καμπανών προσαρμόζεται στον πένθιμο χαρακτήρα του γεγονότος και καλεί σε συμμετοχή και συμπαράσταση τους πιστούς.
Υπάρχουν θα λέγαμε και κάποιοι σταθεροί «κώδικες» κωδονοκρουσιών με κάποιες ίσως μικρές παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή και από ενορία σε ενορία. Για παράδειγμα, όταν τελείται ο Εσπερινός και την άλλη μέρα δεν πρόκειται να τελεσθεί Θεία Λειτουργία χτυπά το λεγόμενο «μονοκάμπανο»,  δηλαδή χτυπά μόνο η μία από τις καμπάνες.
Ομοίως συμβαίνει και τα πρωινά που τελείται ο Όρθρος άνευ Θείας Λειτουργίας. Όταν, ωστόσο, τελείται ο Εσπερινός και την άλλη μέρα ξημερώνει μια γιορτή και θα τελεσθεί Θεία Λειτουργία τότε χτυπά το λεγόμενο «διπλοκάμπανο» , δηλαδή χτυπούν τουλάχιστο οι δύο από τις τρεις καμπάνες του ναού, σε πιο έντονο και χαρούμενο ρυθμό, για να «ειδοποιήσουν» με έμφαση τους πιστούς ότι αύριο ο ναός θα «λειτουργήσει».
Ομοίως συμβαίνει και όταν τελείται η ακολουθία του Όρθρου και μετά απ’ αυτήν θα τελεσθεί η Θεία Λειτουργία.
Τότε, μάλιστα, έχουμε τρεις κωδονοκρουσίες. Μία στην αρχή του Όρθρου, μία περίπου στον μέσον του Όρθρου αμέσως μετά την ανάγνωση του Συναξαρίου και προ των καταβασιών, και η «τρίτη» λεγόμενη «καμπάνα» κατά τη Δοξολογία.
Ασφαλώς η Εκκλησία δεν χρησιμοποιεί τις καμπάνες απλώς και μόνο να γνωστοποιήσει στους πιστούς μια ακολουθία, μια τελετή, ένα γεγονός. Αυτό θα μπορούσε να το πράξει ιδίως στην εποχή μας και μ’ άλλα μέσα.
Η Εκκλησία συνεχίζει να χτυπά και θα χτυπά τις καμπάνες, γιατί η κρούση τους συμβολίζει και είναι το στόμα του Θεού, της Εκκλησίας, που μιλά στα τέκνα της και τα καλεί να προσέλθουν στο Ναό, στον οίκο του Πατρός τους να προσευχηθούν, να ξεκουραστούν πνευματικά, να γιατρευτούν, να δυναμώσουν, να ενθαρρυνθούν, να παρηγορηθούν, να ευχαριστηθούν, να κλάψουν, να χαρούν, να κατακτήσουν την ελπίδα, να κερδίσουν τη Σωτηρία τους.
Είναι αλήθεια ότι στις ημέρες μας οι καμπάνες χτυπούν ηλεκτρονικά, κάτι που δεν είναι πάντα κακό, και ανάμεσα στα προγράμματα κωδονοκρουσιών υπάρχει ένα πρόγραμμα που ονομάζεται «Αδάμ».
Τί σημαίνει άραγε αυτό; Σημαίνει κάτι το συγκλονιστικό. Ενθυμούμαστε ότι μετά την παρακοή τους οι Πρωτόπλαστοι κρύφτηκαν από το Θεό Γεν.κεφ3 στιχ.8-9, αλλά ο Κύριος ο Θεός φώναξε τον Αδάμ και του είπε: «Αδάμ που ει;» δηλαδή «Αδάμ, που είσαι;» Έτσι λοιπόν κάθε φορά που χτυπούν οι καμπάνες ο Θεός φωνάζει στον καθένα μας. «Αδάμ που είσαι;» Μας καλεί κοντά του, μας καλεί να τον πλησιάσουμε, να τον επισκεφθούμε.

π. Χαραλάμπους Παπαδοπούλου, Θεολόγου

Πηγή: dogma.gr

Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ

Κομποσχοίνια υπάρχουν σε μεγάλη ποικιλία σχημάτων και μεγεθών. Τα περισσότερα έχουν ένα Σταυρό πλεγμένο ανάμεσα στους κόμπους η στην άκρη τους, ο οποίος σημειώνει το τέλος. Ο Άγιος Παΐσιος μας έχει αφήσει παρακαταθήκη στις διδαχές του την ιστορία και το συμβολισμό του κομποσχοινιού, όπως τα περιγράφει στους πιστούς.

– Γέροντα, ποιά σημασία έχει το κομποσχοίνι;
– Το κομποσχοίνι είναι μια κληρονομιά, μια ευλογία, που μας έχουν αφήσει οι Άγιοι Πατέρες μας. Και μόνο γι’ αυτό έχει μεγάλη αξία. Βλέπεις, σε κάποιον αφήνει ο παππούς του μια κληρονομιά ένα ασήμαντο πράγμα και το έχει μετά σαν φυλαχτό, πόσο μάλλον το κομποσχοίνι που μας το άφησαν κληρονομιά οι Άγιοι Πατέρες!
Παλιά, που δεν υπήρχαν ρολόγια, οι μοναχοί μετρούσαν την ώρα της προσευχής με το κομποσχοίνι, αλλά οι κόμποι του κομποσχοινιού ήταν απλοί. Κάποτε ένας ασκητής έκανε πολύ αγώνα, πολλές μετάνοιες κ.λπ., και ο διάβολος πήγαινε και έλυνε τους κόμπους του κομποσχοινιού του. Έκανε – έκανε μετάνοιες ο καημένος και απέκαμε, γιατί δεν μπορούσε να τις μετρά, αφού ο διάβολος του έλυνε συνέχεια τους κόμπους. Τότε παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου και του δίδαξε πώς να πλέκη τους κόμπους, ώστε σε κάθε κόμπο να σχηματίζωνται εννέα σταυροί. Ο διάβολος μετά, ο οποίος τρέμει τον σταυρό, δεν μπορούσε να τους λύση. Έτσι κάθε κόμπος του κομποσχοινιού έχει εννέα σταυρούς, που συμβολίζουν τα εννέα τάγματα των Αγγέλων.

– Γέροντα, τι σημαίνουν οι τριάντα τρεις, οι πενήντα, οι εκατό και οι τριακόσιοι κόμποι που έχουν τα κομποσχοίνια;
– Μόνον ο αριθμός τριάντα τρία είναι συμβολικός συμβολίζει τα τριάντα τρία χρόνια που έζησε ο Χριστός επάνω στην γη. Οι άλλοι αριθμοί απλώς μας βοηθούν να μετράμε τις μετάνοιες που κάνουμε ή πόσες φορές θα πούμε την ευχή.
Μερικές μηχανές έχουν ένα σχοινί με μια χειρολαβή στην άκρη και, όταν θέλης να τις βάλης μπρος, τραβάς μερικές φορές το σχοινί με δύναμη, μέχρι να ξεπαγώσουν τα πνευματικά λάδια. Έτσι και το κομποσχοίνι είναι το σχοινί το οποίο τραβάμε μία – δύο – πέντε – δέκα φορές και ξεπαγώνουν τα πνευματικά λάδια και παίρνει μπρος η πνευματική μηχανή της αδιάλειπτου προσευχής, οπότε δουλεύει μετά μόνη της η καρδιά στην ευχή. Αλλά, και όταν η καρδιά πάρη μπρος στην ευχή, και πάλι δεν πρέπει να καταργήσουμε το κομποσχοίνι, για να μην παρακινηθούν και άλλοι να το καταργήσουν, ενώ δεν πήρε ακόμη μπρος η καρδιά τους στην ευχή.

– Όταν, Γέροντα, κρατώ το κομποσχοίνι μου και λέω την ευχή μηχανικά, μήπως υπάρχει κίνδυνος ανθρωπαρέσκειας;
– Αν κάνης κομποσχοίνι εξωτερικά από ανθρωπαρέσκεια, ακόμη και τα χέρια σου να ξεφλουδίσης, σε τίποτε δεν θα σε ωφελήση. Μόνον κούραση θα σου φέρη και την ψευδαίσθηση ότι δήθεν ασχολείσαι με την νοερά προσευχή.

– Γέροντα, εγώ δεν έχω συνηθίσει να κρατώ κομποσχοίνι.
– Το κομποσχοίνι να το κρατάς, για να μην ξεχνάς την ευχή, την οποία πρέπει να εργάζεσαι εσωτερικά, στην καρδιά. Όταν μάλιστα βγαίνης από το κελλί σου, να θυμάσαι ότι ο εχθρός είναι έτοιμος για επίθεση. Γι’ αυτό, να μιμήσαι τον καλό στρατιώτη που βγαίνοντας από το πολυβολείο έχει πάντοτε «ανά χείρας» το αυτόματο όπλο. Το κομποσχοίνι έχει μεγάλη δύναμη είναι το όπλο του μοναχού και οι κόμποι είναι σφαίρες, που θερίζουν τα ταγκαλάκια.

«Περί Προσευχής»
Λόγοι στ’

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

ΠΩΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΣΩΣΤΑ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Πώς κάνουμε σωστά το σημείο του Σταυρού;

Πώς όμως θα γίνει και για μας φυλακτήριο το σημείο του σταυρού; Πώς θα γίνει στα χέρια μας φόβητρο των δαιμόνων; Αν το κάνουμε σωστά! Αν το κάνουμε, όπως μας παραδίδει και μας διδάσκει η αγία Εκκλησία μας, δηλαδή με πίστη, ευλάβεια, συναίσθηση, ιεροπρέπεια, ταπείνωση και διάκριση.
Πώς δηλαδή;
   
Αρχικά ενώνουμε τα τρία πρώτα δάκτυλα του δεξιού χεριού, ομολογώντας έτσι την πίστη μας σ' ένα Θεό, που είναι ταυτόχρονα και τρεις υποστάσεις, τρία πρόσωπα -ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα-, ομοούσια, ενωμένα μεταξύ τους «αχωρίστως» και «αδιαιρέτως». Τα άλλα δύο δάκτυλα, που ακουμπούν στην παλάμη, συμβολίζουν τις δύο φύσεις, δύο θελήσεις και δύο ενέργειες του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, δηλαδή τη θεία και την ανθρώπινη. Μ' αυτό τον τρόπο κάνουμε μια συμβολική ομολογία της ορθοδόξου πίστεώς μας, που βάσεις και θεμέλιά της αποτελούν το τριαδολογικό και το χριστολογικό δόγμα.

Μετά φέρνουμε το χέρι στο μέτωπο, τη σωματική περιοχή της διανοητικής λειτουργίας, φανερώνοντας έτσι ότι αγαπούμε τον Θεό μ' όλη τη διάνοιά μας, και ότι αφιερώνουμε σ' Αυτόν όλες τις σκέψεις μας.
Το χέρι έρχεται κατόπιν στην κοιλιά. Έτσι δηλώνουμε συμβολικά ότι προσφέρουμε στον Κύριο όλες τις επιθυμίες μας και όλα τα συναισθήματά μας.
Τέλος, φέρνουμε το χέρι στους ώμους, πρώτα στον δεξιό και μετά στον αριστερό, ομολογώντας έτσι ότι και κάθε σωματική μας δραστηριότητα ανήκει σ' Εκείνον.

Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΑΝΑΣ

Τοῦ πρωτοπρ. Βασιλείου Κοκολάκη,
ἐφημερίου Ἱ. Ν. Ὑψώσεως Τιμίου Σταυροῦ Χολαργοῦ

«Γιά τήν Ἐκκλησιά ἡ καμπάνα, ἡ «καμπάνα». Τί ὡραῖα πού σημαίνει, πού «σημαίνει». Ντίν ντάν, «ντίν ντάν»…»
ΕΙΝΑΙ μερικές φορές πού ὅταν δέν ἔχουμε κατανοήσει το βαθύτερο νόημα προσώπων, καταστάσεων, ἀντικειμένων καί λέξεων, εὔκολα, ἀζύγιστα, ἐπιπόλαια καί ἐπιδερμικά τά πολεμοῦμε. Και πρωτίστως μιλῶ γιά τόν ἑαυτό μου.
Γιʼαὐτό καί ταπεινά καταθέτω τά ἑξῆς, γιά τά ὁποῖα ἄν ἔχω λάθος διορθῶστε με. Καί γιά νά γίνουμε σαφέστεροι τό θέμα εἶναι περί καμπανῶν.

Ἄς δοῦμε πρῶτα σύντομα την ἱστορική τους προέλευση καί σημασία, ἀντλώντας στοιχεῖα α) ἀπό τήν «Ἀργολική ἀρχειακή βιβλιοθήκη ἱστορίας καί πολιτισμοῦ», και συγκεκριμένα ἀπό τό ἄρθρο μέ τίτλο ¨Καμπαναριά¨τοῦ πρωτοπρ. Γεωργίου Σελλῆ καί β) ἀπό τόν ἱστότοπο «Συνοδοιπορία» καί συγκεκριμένα τό ἄρθρο μέ τίτλο ¨Τό σήμαντρο-Σύμβολο μοναχισμοῦ¨.

Πῶς καθιέρωσαν τὰ σήμαντρα

Ἀρχικά εἴχαμε τό σήμαντρο. Τὸ κάλεσμα μὲ σήμαντρα εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα. Γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ λαοῦ σὲ τελετὲς καὶ συναθροίσεις χρησιμοποιοῦνταν μεγάλα τεμάχια μετάλλου, κρεμασμένα σὲ σχοινιὰ ποὺ τὰ ἔκρουαν μὲ μεταλλικὲς ἢ ξύλινες ράβδους. Ἡ χρήση ἐπίσης μικρῶν κωδώνων ἀναφέρεται καὶ στὴ λατρεία τῶν ἀρχαίων λαῶν: Σύρων, Αἰγυπτίων, Ρωμαίων κ.ἄ.

Στὸ βιβλίο τῆς Ἐξόδου ἀναφέρεται ἡ ὕπαρξη χρυσῶν κωδωνίσκων στὶς ἀρχιερατικὲς στολές. Ἀντιθέτως, γιὰ τὸ κάλεσμα τῶν Ἰσραηλιτῶν στὶς θρησκευτικὲς συγκεντρώσεις χρησιμοποιοῦνταν σάλπιγγες, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ ἱερεῖς γνωστοποιοῦσαν στὸ λαὸ τὶς νουμηνίες καὶ τὰ Ἰωβηλαῖα. Εἶχε θεσπιστεῖ ἡ Ἑορτὴ τῶν Σαλπίγγων τὴν πρώτη τοῦ ἑβδόμου μηνός.

Εἶναι ἄγνωστο πότε ἔγινε ἡ χρήση κωδώνων στὴ χριστιανικὴ λατρεία γιὰ πρώτη φορά. Κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν οἱ πιστοὶ καλοῦνταν εἴτε μὲ ἐνημέρωση στὴν ἀπόλυση τῆς προηγούμενης σύναξης εἴτε μὲ τοὺς «Θεοδρόμους» ἢ «Λαοσυνάκτες», οἱ ὁποῖοι, μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους εἰδοποιοῦσαν ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα γιὰ τὸν τόπο καὶ τὸ χρόνο τῆς ἑπομένης. Κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, τὴν εἰδοποίηση ἀνελάμβανε ὁ λεγόμενος ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες «κράκτης», ἀπὸ δὲ τοὺς Τούρκους «τσεχενδεμὶν νταβετσί» (δηλ. κλητήρας τοῦ Ἅδη).

Μετὰ τοὺς διωγμοὺς εἰσήχθησαν στοὺς ναοὺς καὶ στὰ μοναστήρια τὰ λεγόμενα «ἁγιοσίδερα», δηλ. σιδερένια ἢ ξύλινα σήμαντρα, ποὺ ὑπάρχουν μέχρι σήμερα.

Τί συμβολίζει ἡ κροῦσις τῶν σημάντρων

Ἀρχικῶς ἡ κρούση τοῦ σημάντρου εἶναι συμβολική. Τό μέν μικρό σήμαντρο πού χρησιμοποιεῖται στόν Ὄρθρο συμβολίζει ὅσα διδάσκει ἡ Παλαιά Διαθήκη, ἐνῶ τό μεγάλο σήμαντρο τονίζει τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ κρούση τοῦ σιδηροῦ σημάντρου θυμίζει τή σάλπιγγα τοῦ ἀγγέλου, τήν ὁποία θά ἀκούσουν μέ ἀγαλλίαση οἱ ἐκλεκτοί κατά τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου. Παράλληλα, ἡ κρούση τοῦ ξυλίνου σημάντρου ἤ ταλάντου θυμίζει τήν κρούση τοῦ ξύλου ἀπό τό Νῶε πρίν ἀπό τόν κατακλυσμό καί ἔτσι κατά τίς ἱερές Ἀκολουθίες στά μοναστήρια, τό σήμαντρο συμβολίζει τόν ἐρχομό τῶν πιστῶν ἐντός τῆς Νέας Κιβωτοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νά σωθοῦν ἀπό τόν κατακλυσμό τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ καμπάνα, βεβαίως καί κυριάρχησε στίς πολυπληθεῖς πλέον πόλεις ὡς τό δυνατότερο σέ ἐμβέλεια μέσο κλήσεως κυρίως τῶν πιστῶν στοὺς ἱεροὺς ναούς. Τὸ σήμαντρο ἐπανῆλθε στοὺς ἐνοριακοὺς ναοὺς κατὰ τὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, κυρίως λόγω τῆς ἀνάγκης τῶν πιστῶν νὰ συγκεντρώνονται καὶ νὰ ἐκκλησιάζονται κρυφά, χωρὶς κωδωνοκρουσίες.

Γνωρίζοντας μάλιστα ὅτι πολλὰ μοναστήρια λειτούργησαν καὶ ὡς «κρυφὰ σχολειά» τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ κρούση τοῦ σημάντρου ἐξυπηρετοῦσε καὶ ἐκπαιδευτικοὺς σκοπούς, χωρὶς νὰ γίνονται ἀντιληπτοὶ οἱ συμμετέχοντες ἀπὸ τοὺς Τούρκους κατακτητές.

Σήμερα, τὰ ξύλινα καὶ τὰ σιδηρά σήμαντρα παραμένουν ἐν χρήσει μαζὶ μὲ τοὺς κώδωνες μόνο στὶς ἱερὲς μονές, ἐνῶ καθένα ἀπὸ αὐτὰ κρούεται σὲ ὁρισμένο χρόνο ποὺ ὁρίζει ἡ τάξη τοῦ μοναστηριοῦ.

Μπορεῖ μάλιστα νὰ εἰπωθεῖ ὅτι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο κρούεται τὸ σήμαντρο σὲ κάθε μονὴ ὑποδηλώνει καὶ τὸν ἰδιαίτερο χαρακτήρα αὐτῆς, τόν χαρμόσυνο ἤ πένθιμο, εἴτε πρόκειται γιὰ ἀνδρικὸ εἴτε γιὰ γυναικεῖο μοναστήρι.

Πάντως εἶναι γεγονός τό εὖρος τῶν συναισθημάτων πού προκαλεῖ ὁ ἦχος τῆς καμπάνας καὶ τῶν σημάντρων ποὺ κοσμοῦν τὶς ἐκκλησίες καὶ τὰ μοναστήρια τῆς πατρίδας μας: ἀπὸ τὸ κάλεσμα στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ τὴν ἐπισήμανση τῶν ἱερῶν στιγμῶν τῆς λατρείας ἕως τὴν εἰδοποίηση γιὰ χαρμόσυνα ἢ δυσάρεστα γεγονότα.

Οἱ μεγάλες καμπάνες γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ λαοῦ στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες ἐμφανίζονται ἀρχικὰ στὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία. Ἔχουν πάρει τὴν ὀνομασία τους ἀπὸ τὴν Καμπανία, περιοχὴ τῆς Ἰταλίας, στὴν ὁποία πρωτοκατασκευάστηκαν. Συμβολίζουν τὶς σάλπιγγες τῶν ἀγγέλων, πού ἀφυπνίζουν γιὰ ἐγρήγορση.

Στὴν Ἀνατολὴ κάποιος Βυζαντινὸς χρονογράφος ἀναφέρει ὅτι τὸν Θ΄ αἰ. ὁ δούκας τῆς Ἑνετίας Οὖρσος χάρισε στὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ δώδεκα μεγάλες καμπάνες, τὶς ὁποῖες κρέμασε σὲ ἰδιαίτερο πύργο στὴν αὐλὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Πρώτη φορά τὶς ἔβλεπαν οἱ Βυζαντινοί, ὅμως τοὺς ἄρεσαν τόσο, ὥστε γενικεύτηκε ἡ χρήση τους.

Οἱ Τοῦρκοι ἀπαγόρευσαν τὴ χρήση τους κατὰ τὴ δουλεία, μὲ ἐξαίρεση τὸ Ἅγιον Ὄρος, τὰ Ἰωάννινα καὶ μερικὰ νησιά, γιὰ νὰ μὴ ταράσσεται ὁ ὕπνος τῶν νεκρῶν Μουσουλμάνων, γιατί «ὁ κώδων εἶναι τὸ μυστικὸν ὄργανον τοῦ διαβόλου». Ἀντίθετα, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανὸς γράφει: «τὸ σήμαντρο αἰνίττεται (ὑμνεῖ καί δοξάζει) τάς τῶν ἀγγέλων σάλπιγγας· διεγείρει δὲ καὶ τοὺς ἀγωνιστάς πρὸς τὸν τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν πόλεμον».

Οἱ πιὸ παλιὲς γνωστὲς καμπάνες συναντῶνται τὸν ὄγδοο αἰώνα. Ἡ κατασκευὴ τους εἶναι χονδροειδὴς καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ μεταλλικὲς πλάκες, συναρμολογημένες μὲ σφυρηλατημένα καρφιά, ὅπως οἱ κατοπινοὶ λέβητες. Ἀργότερα ἐπικράτησε ἡ κατασκευή τους ἀπὸ χυτὸ ὀρείχαλκο ἄριστης ποιότητας. Ἡ χρήση χρυσοῦ ἢ ἀσημιοῦ γιὰ καλύτερη ἠχητικὴ ἀπόδοση ἐλέγχεται.

Τὸ καμπαναριὸ εἶναι ἡ θέση ἀπὸ ὅπου ἀντηχεῖ ἡ καμπάνα μὲ τὴ γλυκιὰ φωνή της.

Ἕνα τρανό παράδειγμα πρὸς μίμησιν

Ὅπως μαθαίνουμε α) ἀπό τον ἱστότοπο agiosnikolaoskozanis και συγκεκριμένα ἀπό τήν εἰδικότερη ἀναφορά περί τοῦ κωδωνωστασίου τοῦ ἐν λόγῳ Ναοῦ καί β) ἀπό το ἄρθρο τῆς Κατερίνας Μάτσου ὅπου ἀναφέρεται ἐπίσης στό καμ- παναριό τής Ἐκκλησίας, γιὰ τοὺς κατοίκους τῆς Κοζάνης ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ χωρὶς τὸ καμπαναριό.

Ἀξίζει, λοιπόν, μικρὸς λόγος νὰ γίνει καὶ γιὰ τὸ κτίσμα αὐτό. Μέχρι τὰ 1728 ὁ ναὸς δὲν εἶχε οὔτε καμπάνες οὔτε σήμαντρα. Ὁ δυνάστης θεωροῦσε πρόκληση καὶ ἀπαράδεκτη ἐνόχληση τὴν ὕπαρξή τους καὶ αὐστηρὰ ἀπαγόρευε τὴ χρήση τους.

Χρειάστηκαν καὶ πάλι παρεμβάσεις ἐπισήμων καὶ μεσιτεῖες διάφορες γιὰ νὰ δοθεῖ στὰ 1728 στὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου τὸ δικαίωμα νὰ ἔχει σήμαντρα σιδερένια καὶ ξύλινα, ὄχι ὅμως καὶ καμπάνες. Τὸ γεγονὸς χαιρετίστηκε ἀπὸ τοὺς Κοζανίτες μὲ πολλὴ χαρά, ἔκφραση δὲ τῆς χαρᾶς τους ἀποτελεῖ καὶ ἡ σημείωση στὴν πίσω πλευρὰ τοῦ σχετικοῦ φιρμανιοῦ ποὺ φυλάγεται στὴ δημοτικὴ βιβλιοθήκη· «Τό φερμάνι τοῦ Σουλτάνου Μεϊμὲτ ἀπό ὅπου ἔλεος τοῦ ἔκαμεν σεφέρι διά νά ἔχωμεν στην ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Νικολάου σήμαντρα σιδερένια καί ξύλινα». Πότε δόθηκε ἄδεια νὰ ἠχοῦν καὶ καμπάνες δὲν εἶναι γνωστό. Ὁπωσδήποτε αὐτὸ συνέβη πρὶν ἀπὸ τὰ 1855 ποὺ στήθηκε τὸ κωδωνοστάσι καὶ τοποθετήθηκαν σ᾿ αὐτὸ καὶ σήμαντρα καὶ καμπάνες.

Τὸ φιρμάνι τοῦ 1728 διὰ τὴν χρῆσιν σημάντρων

Μέ τὴν ἀνέγερση τοῦ κωδωνοστασίου οἱ Κοζανίτες «ἔβγαλαν τὸ ἄχτι τους». Καθὼς δὲν μποροῦσαν νὰ χτίσουν ψηλὲς καὶ ἐπιβλητικὲς ἐκκλησίες, ἔχτισαν ψηλὸ καὶ ἐπιβλητικὸ καμπαναριό.

Δὲν τοὺς ἐνδιέφερε ἡ ἐξωτερική του ἐμφάνιση καὶ ἡ λεπτὴ τέχνη, ὅσο τοὺς ἐνδιέφερε ὁ ὄγκος καὶ προπαντὸς τὸ ὕψος του. Καὶ ἔγινε γιὰ τὴν ἐποχὴ του πραγματικὰ ψηλὸ -ἔφτανε στὰ εἴκοσι ἕξι μέτρα, μὲ ἕξι ὀρόφους καὶ τροῦλο. Καὶ κατασκευάστηκε τετράγωνο καὶ ἀπὸ πελεκητὴ πέτρα, ἔργο τοῦ κάλφα Ἀνδρέα ἀπὸ τὴ Σέλιτσα (σημ. Ἐράτυρα Βοΐου). Ἡ δαπάνη, 62.152 γρόσια καὶ 37 παράδες, καλύφτηκε ἀπὸ τὸ εἰδικὸ ταμεῖο ποὺ προοριζόταν γιὰ τὴ βελτίωση τῆς λειτουργίας τῆς σχολῆς. Μὲ δωρεὰ δὲ τοῦ Ἠλία Κουτσιμάνη στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοποθετήθηκε ὡρολόγι, χρήσιμο πολὺ γιὰ τὴν ἐποχή του.

Τέλος, στὰ 1939 μὲ δωρεὰ τοῦ Κωνσταντίνου Μαμάτσιου προστέθηκε ὁ ἕβδομος ὄροφος καὶ τοποθετήθηκε σύγχρονο ὡρολόγι μὲ δεῖκτες καὶ στὶς τέσσερις πλευρὲς καὶ στὰ 1954 ἐπανεγκαταστάθηκε ὁ τροῦλος, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἡ ἐντοιχισμένη ἀναμνηστικὴ πλάκα.

Τὸ κωδωνοστάσι δὲν ἔχει ἰδιαίτερη ἀρχιτεκτονικὴ ἀξία οὔτε στὴ συνολική του μορφὴ οὔτε σὲ λεπτομέρειες, μέ ἐξαίρεση δυὸ γλυπτὲς παραστάσεις στοὺς τρίτο καὶ τέταρτο ὀρόφους τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς. Εἶναι ὅμως μεγάλη ἡ ἱστορική του σημασία καὶ ἡ συναισθηματική του ἀξία. Καθὼς οἱ Κοζανίτες «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» περιβάλλονταν ἀπὸ πολλὰ ἀμιγῆ τουρκοχώρια, μὲ τὴν καμπάνα τὴ μεγάλη τοῦ Ἅι-Νικόλα διατράνωναν τὰ χριστιανικὰ καὶ ἐθνικὰ τους αἰσθήματα κι ἔστελναν μηνύματα ὑπομονῆς καὶ ἐλπίδων ἀλλὰ καὶ μηνύματα ὑπεροχῆς τῆς διδασκαλίας τοῦ «Ναζωραίου» ἀπέναντι στὰ μουσουλμανικὰ κηρύγματα τῶν χοτζάδων τῆς περιοχῆς.

Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ Τοῦρκοι τῶν γειτονικῶν χωριῶν ζήτησαν νʼ ἀπαγορευθεῖ ἡ χρήση τῆς μεγάλης καμπάνας. Ἀλλὰ οἱ Κοζανίτες κατάφεραν νὰ διατηρήσουν τὸ δικαίωμα νὰ τὴ χρησιμοποιοῦν καὶ μὲ τὸ γλυκό της τὸν ἦχο καὶ τοὺς συμβολισμούς του νὰ γιορτάζουν ὅλα τὰ μεγάλα ἐθνικὰ γεγονότα καὶ νὰ καταστεῖ ἔτσι τὸ καμπαναριὸ φορέας τῶν παραδόσεων τῆς πόλης καὶ τὸ «ἐμφανὲς σύμβολόν» της.

Σχόλιο τοῦ συντάκτη: Ἐκεῖ πρέπει νά φθάσουμε;… νά αἰσθανόμαστε καί σήμερα, μέσα στό σπίτι μαςκιόλας, ὅτι κρατᾶμε Θερμοπῦλες; ἔ καί μή χειρότερα… Ἀκόμη καί σήμερα στήν Ἰορδανία καί στά Ἱεροσόλυμα, παρά τήν παρουσία μουσουλμανικοῦ καί ἑβραϊκοῦ πληθυσμοῦ, ἠχοῦν διάτρανα καί ἀνεμπόδιστα οἱ καμπάνες τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Εἴχαμε τὴν Τρόϊκα, τώρα ἔχομεν καὶ τὸν Μουφτή

Ἐν κατακλεῖδι, καί ἀπό μία ἄλλη σκοπιά, οἱ ἐπαναλαμβανόμενοι ἦχοι γίνονται μιά βιολογική συνήθεια για τόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό. Μετά ἀπό μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή δέν ἀκούει ὁ ἄνθρωπος τούς τακτικούς καθιερωμένους ἤχους τοῦ γύρωθεν περιβάλλοντός του ὅταν π. χ. μένει μόνιμα σε κάποια περιοχή. Οἱ κάτοικοι δηλ. πού διαβιοῦν κοντά σέ ἀεροδρόμια ἤ σέ κομβικά σημεῖα σιδηροδρομικῶν ραγῶν, μετά ἀπό ἕνα χρονικό διάστημα δέν ἐνοχλοῦνται στούς ἐκκωφαντικούς ἤχους τῶν ἀεροπλάνων καί τῶν τραίνων ἀντιστοίχως, κατά τό συχνότατο πέρασμά τους, καθ᾿ ὅτι ὁ ἀνθρώπινος ὀργανισμός ἔχει προσαρμοσθεῖ στό ἄκουσμά τους. Πῶς ἐξηγεῖται λοιπόν νά ἐνοχλοῦν κάποιους μόνο οἱ καμπάνες;

Εὔλογες βεβαίως εἶναι καί οἱ ὑποψίες περί μουσουλμανικοῦ δακτύλου, ὅπως ἐνημερωνόμαστε ἀπό ἄλλα σάϊτ. Πραγματικά ὅμως ἀναρωτιέται κανείς, γιατί τώρα να ἐνοχληθοῦν κάποιοι καί νά βγεῖ σχετικό ἐγκύκλιο σημείωμα; Μέχρι τώρα ἀπό τότε πού ὑπάρχουν καμπάνες, δέν ἠνοχλεῖτο κανείς!! Οὔτε μωρά οὔτε γέροι οὔτε ὑγιεῖς οὔτε ἀσθενεῖς. Τώρα τάχα ὅλοι ταυτόχρονα διαμαρτυρήθηκαν; Δεν εἴμαστε τόσο ἀφελεῖς. Εἴχαμε την Τρόϊκα, τώρα καί τόν Μουφτή;

Δέν εἶναι ὑπερβολικά παράδοξο γιά τό ἕνα λεπτό καί ἄν, πού χτυπᾶ ἡ καμπάνα τρεῖς φορές τήν Κυριακή, καί σέ κάποιες γιορτές τοῦ Χριστοῦ μας, τῆς Παναγίας μας και τῶν ἁγίων μας μέσα στήν ἑβδομάδα, νά ἔχουν ἐνοχληθεῖ οἱ πάσχοντες ἀπό ὑπερευαισθησία ὠτίων;

Ὑπερβολικό!

Προσκαλεῖ τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς ἀπίστους εἰς τὸν Παράδεισον

Ἡ καμπάνα ἔχει δυναμικό ρόλο στή λατρευτική μας παράδοση. Προσκαλεῖ τούς πιστούς καί τους ἀπίστους στόν Παράδεισο.Ὅπως ὁ Νῶε τότε προσκαλοῦσε τούς πάντες στήν Κιβωτό γιά νά σωθοῦν. Ὑπάρχει δηλαδή θεολογική σημασία στήν καμπάνα.Τό νά γίνεται ἠπιότερη καί συντομότερη κρούση τῶν καμπανῶν στήν ἤδη ἤπια και σύντομη κρούση τους, σημαίνει κατάργηση τοῦ χτυπήματος.

Ἡ Ἐκκλησία μας ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί μάλιστα μέσα στό λίκνο τῆς ὀρθοδοξίας, τήν Ἑλλάδα, θα πρέπει νά συνεχίσει νά χτυπᾶ ὄχι ὅπως πάντα ἀλλά καί ἀκόμη δυνατότερα καί περισσότερο τίς καμπάνες της, στίς δύσκολες ἡμέρες τῆς πολύπλευρης ἐξαθλιωτικῆς καί θανατηφόρου κρίσεως. Νά βοήσουν καί νά κραυγάσουν στόν Θεό ὡς σεμνή παράκληση γιά τό ἔλεός Του. Εἶναι ἡ μόνη μας ἐλπίδα! Δεν ἐννοοῦμε βεβαίως νά σημαίνουν εὐκαίρως ἀκαίρως, γιά νά σπᾶνε τά νεῦρα τῶν γύρωθεν κατοίκων, ἀλλά στίς προβλεπόμενες διατεταγμένες στιγμές. Ἄν σιγήσουν οἱ καμπάνες, θά κράξουν οἱ λίθοι. Με τίς καμπάνες ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία διάτρανα τό πανηγῦρι της, ἔτσι ὁμολογεῖ τήν πίστη της. Σέ ὅποιον ἀρέσει. Ἄς πᾶνε ἀλλοῦ σέ ἄλλες γειτονιές ἤ χῶρες ὅσοι ἐνοχλοῦνται καί προτιμοῦν νά ἀκοῦν ἄλλους ἤχους καί κραυγές μουφτήδων, χεβιμεταλλάδων, δαιμονισμένων ἤ δαιμονίων. Ἔχουν το ἐλεύθερο ἐπιλογῆς. Ἄς μή μᾶς ἐπιβάλλουν ὅμως τίς δικές τους προτιμήσεις. Ἡ ἱστορία ἔχει δείξει πώς ἡ στέρηση τῆς ἐλευθερίας ὁδηγεῖ πάντοτε σέ ἀπρόσμενες καταστάσεις…

Ταπεινά φρονοῦμε πώς ἡ βασική αἰτία πού ἐνοχλοῦνται κάποιοι ἀπό τίς καμπάνες, εἶναι τό ὅτι δέν ἀγαποῦν ὅσο θά ᾿πρεπε τόν ἴδιο τον Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του και ὄχι ὁ ἀνυπόφορος ἦχος. Ἀκόμη και στίς ἠλεκτρικές καμπάνες ὑπάρχουν συνδυασμοί πλήκτρων πού παράγουν γλυκεῖς εὐχάριστους ἤχους.

Ἐπιτέλους: Ἂς ποῦμε τώρα καὶ ἕνα ὄχι Ἄς ἀναλογισθοῦμε τί λόγο θάδώσουμε ἐπί τοῦ φοβεροῦ βήματος ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ; Μήπως καί αὐτό τό Βῆμα νά τό ἐξαφανίσουμε, ἐπειδή ἐνδεχομένως μᾶς κατηγορήσουν γιά ρατσισμό; Μήπως ἐν τέλει κάποιους, ὅλα τους ἐνοχλοῦν;

Μά ἐπιτέλους ἄς ποῦμε καί ἕνα «ΟΧΙ» τώρα μάλιστα πού καί στον τόπο μας ἔχουν λυσσάξει α) γιά να φτιάξουν τζαμιά, β) νά καταργήσουν τήν εὐλογημένη γιά πολλούς λόγους ἀργία τῆς Κυριακῆς, ὡς Ἡμέρας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς θεσμοθετημένης ἀπό Μεγάλου Κωνσταντίνου και διατηρουμένης ἕως σήμερα, ἀλλά καί πού σφάζουν πλέον στή Συρία συστηματικά καί ἀνελέητα Χριστιανούς. Τυχαῖος αὐτός ὁ ἰσλαμικός συνδυασμός; Γιατί ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ἔρχεται ἄσχημος καιρός, ὅταν ἀπό μακριά βλέπουμε τά μαῦρα σύννεφα, καί λαμβάνουμε τά μέτρα μας, ἐνῶ τώρα προφασιζόμαστε πώς ἡ κοινωνία μας ἔχει γίνει πλέον πολυπολιτισμική, ἄρα πρέπει νά ὑποταγοῦμε στά ἄλλης μορφῆς μαῦρα σύννεφα;

Οἱ καμπάνες τούς πειράζουν;

Και ἄν ἡ ἀπάντηση εἶναι «Ναί, οἱ καμπάνες», γιατί νά μή ὀργανωθεῖ μια ἄλλου εἴδους καμπάνια κατηχήσεως, πού νά ἑρμηνεύει ὄχι μόνο το βαθύτερο νόημα τῆς ὑπάρξεώς τους, ἀλλά καί τή μοναδική ἀληθινή πίστη τῶν Χριστιανῶν σέ σύγκριση μέ αὐτήν τήν ψεύτικη, αἱμοδιψῆ καί δαιμονιώδη τοῦ Ἰσλάμ. Θα προτείναμε στούς ἀναγνῶστες να μελετήσουν τούς σχετικούς ἐν προκειμένῳ καταπληκτικούς διαλόγους τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ πρός τούς Χιόνες.
 

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΛΑΡΙΣΗΣ & ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΣ: ΕΝΟΧΛΕΙ Η ΚΑΜΠΑΝΑ, ΓΙΑΤΙ ΕΝΟΧΛΕΙ Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

Μαθαίνουμε ότι ετοιμάζεται νομοθετική δέσμη και προτείνονται μέτρα για τις κωδωνοκρουσίες. Φθάσαμε λοιπόν και σ’ αυτό. Να σιωπήσουν οι καμπάνες. Ενοχλούν τώρα οι καμπάνες. Κάπου αλλού απ’ το 1917 έως πριν λίγα χρόνια είχαν σιγήσει οι καμπάνες. Είχαν κατεβεί κάτω απ’ τα κωδωνοστάσιά τους. Πήγαινες και τις έβλεπες ξεκρέμαστες στις αυλές των Μοναστηριών και των Ιερών Ναών. Και να, που ήλθε η ώρα που ξανανέβηκαν στα υψηλά καμπαναριά τους και ξαναχτυπούν.

Πηγαίνεις στις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, και βλέπεις έξω απ' τους μεγάλους Καθεδρικούς Ναούς συγκεντρωμένα πλήθη τουριστών που περιμένουν να συμπληρωθεί η ώρα για να ακούσουν τις καμπάνες τους. Και σ' εμάς, μελετούν την φίμωσι. Ενοχλεί η καμπάνα. Δεν θα 'χαμε αντίρρησι για μια από μέρους των Ιερών Ναών ρύθμιση των ωρών των κωδωνοκρουσιών και της εντάσεώς των, κατά περίπτωσι, αλλά πιστεύουμε ότι το μήνυμα που έρχεται είναι ότι ενοχλεί η καμπάνα.

Ενοχλεί η φωνή της Εκκλησίας. Η καμπάνα η γλυκειά δημιουργεί τώρα ψυχολογικά προβλήματα στους ανθρώπους και νοιαζόμαστε τάχα για την ψυχολογική στήριξη των πολιτών.

Δεν τους έχει καταρρακώσει η ένδεια και η ανεργία, δεν παραμιλούν οι νέοι μας όταν ακούνε κάθε μέρα τα νέα μέτρα και τις ακρίβειες, αλλά ξεκουφαίνονται απ' τις καμπάνες! Ο μουεζίνης στη Θράκη σε πόσα ντεσιμπέλ θα εκπέμπει τις προσευχές του απ' τους υψηλούς μιναρέδες; Α, πιστεύω αυτός θα συνεχίζει ανενόχλητος, μ’ όση ένταση θέλει να φωνάζει τον Αλλάχ του, δέκα φορές την ημέρα.


Κι οι καμπάνες οι χαρμόσυνες του Πάσχα και των Χριστουγέννων, της Κυριακής και της γιορτής που θα καλούν τους πιστούς στην Ορθόδοξη χώρα μας, θα σιγήσουν, θα χαμηλώσουν την ένταση τους μέχρι και το επόμενο βήμα τους, που θα 'ναι να σιγήσουν τελείως και να καταργηθούν. Γιατί; Γιατί ενοχλούν μερικούς. Ενοχλούν άραγε τις συνειδήσεις τους πιο πολύ απ' τις ακοές τους; Ίσως. Ενοχλούν σαν δικαίωμα της Εκκλησίας. Έζησε η Εκκλησία μας εποχές δύσκολες με τις καμπάνες και τα σήμαντρά της βουβά και δεν βγήκε χαμένη.

Έχουν ρίζες μέσα στην πορεία της Πίστεως και της Εκκλησίας μας τα σήμαντρα, τα τάλαντα και οι καμπάνες. Ο Νώε πήρε ξύλο βαρύ και χτύπησε το τάλαντο και μπήκαν μέσα στην κιβωτό αυτοί που σώθηκαν.


Καλεί μέσα στην σωστική κιβωτό, ο ήχος ο γλυκύς της καμπάνας. Χτυπούν τους ίαμβους και τους ανάπαιστους τα άψυχα αυτά ξύλα και κύμβαλα. Χτυπούν τον Αδάμ, τον Αδάμ, τον Πρωτόπλαστο Αδάμ, τον Αδάμ, τον Αδάμ, τον Πρωτόπλαστο Αδάμ. Χτυπούν: Η κιβωτός, η κιβωτός, η κίβω, κίβω, κιβωτός. Το τάλαντο, το τάλαντο, το τάλα, τάλα, τάλαντο. Χτυπούν με ρυθμούς σωστικούς και καλούν στην σωτηρία, στην χαρά, στον αγιασμό.

Ήχησαν οι καμπάνες της Ορθοδοξίας την απελευθέρωση του Γένους μας, ήχησαν κι εκάλεσαν στην Κιβωτό της Σωτηρίας τους πιστούς όλων των αιώνων και τους ενεθουσίασαν στην πίστη τους και τους αγίασαν. Τώρα γιατί να σιγήσουν; Για να καταστείλουμε την Εκκλησία και να καταλάβει ότι αρχίζει να χάνει δικαιώματα; Τέτοια οπισθοδρόμηση για διεκδίκηση εξουσίας; Φοβερό!

Είθε ο Κύριος να μας φωτίσει όλους μας. Πιστεύουμε όμως ότι θα 'ρθει η ώρα που θα ηχήσουν σάλπιγγες φοβερές, όσο κι αν δεν τις θέλουν οι λίγοι και αδιάφοροι αυτοί συνάνθρωποί μας. Θα ηχήσουν σάλπιγγες για όλους μας γι' αυτό διαμηνύουμε προς πάσα κατεύθυνση πως για μας ο ήχος δεν είναι κάτι τόσο απλό, ο ήχος είναι ο Ίδιος ο Κύριος, εξ ου και κατήχησις. Κατήχησις σημαίνει ο ήχος που κατεβαίνει κάτω. Ο Κύριος ενηνθρώπησε και ήλθε ανάμεσά μας να μας μιλήσει, να μας καλέσει, να σημάνει πνευματικό συναγερμό για τη σωτηρία και τον αγιασμό μας.

Ο ήχος είναι ο λόγος του Θεού, που εισέρχεται μέσα μας και μας φωτίζει, μας θεραπεύει, μας λούζει, μας αγιάζει. Κι αν δεν ηχούν οι καμπάνες, θα ηχεί ο λόγος του Θεού, όσο αυτή η Πατρίδα θα 'ναι Ορθόδοξη κι όσο οι πιστοί της θα ακούν τις καμπάνες και θα σηκώνονται να σταυροκοπηθούν...

Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιου

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

ΠΟΤΕ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ

Κάνουμε τον σταυρό μας:

1. Μόλις ανάψουμε το κερί μας.

2. Όταν μπαίνουμε στους Ιερούς Ναούς και όταν βγαίνουμε από αυτούς.

3. Στην αρχή κάθε ακολουθίας.
  
4. Σε κάθε Τριαδική εκφώνηση, δηλαδή κάθε φορά που θα λέγεται ή θα ψάλλεται το: «Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι», η όταν ακούγεται το «… του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…».

5. Σε κάθε εκφώνηση της Παναγίας: «Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας…» που υπάρχει στα Ειρηνικά, Πληρωτικά και Μικρές Συναπτές.

6. Στα Απολυτίκια ή Τροπάρια όταν και όπου ακούγεται το όνομα του Αγίου ή της Αγίας της ημέρας, του Ναού κλπ.

7. Στον Όρθρο, όταν ψάλλεται, επαναλαμβανόμενο, το Μεγαλυνάριο της Παναγίας: «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ…». Το σταυρό μας είναι προτιμότερο να τον κάνουμε , όταν φθάνει η ψαλμωδία στο: «…την όντως Θεοτόκον …», για να τονίζεται η πίστη ότι εγέννησε Θεόν.

8. Στη Μικρή και Μεγάλη Είσοδο, όταν περνούν από μπροστά μας το Ευαγγέλιο και τα Τίμια Δώρα.

9. Στον Τρισάγιο Ύμνο: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς».

10. Στο «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν…» το οποίο επαναλαμβάνεται τρις. Μαζί με το σταυρό μας σ’ αυτήν την περίπτωση κάνουμε κάθε φορά και μία μικρή μετάνοια.

11. Πριν από το τέλος του Εσπερινού, όταν ο Ιερέας λέγει το «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου…».

12. Στις απολύσεις των ακολουθιών (Εσπερινού, Όρθρου και λοιπών ακολουθιών), καθώς και στην απόλυση της Θείας Λειτουργίας.

13. Κάθε άλλη φορά, κατά τις διάφορες αιτήσεις του Ιερέα , εφ’ όσον αυτό αναπαύει ή ευχαριστεί τον πιστό.

14. Όταν προσκυνούμε τις άγιες Εικόνες ή άγια Λείψανα.

15. Πριν κοινωνήσουμε και μετά τη Θεία Κοινωνία.

ΔΕΝ κάνουμε τον σταυρό μας:

1. Όταν μας θυμιάζει ο Ιερέας. Στις περιπτώσεις αυτές αντί σταυρού, κάνουμε μια υπόκλιση της κεφαλής ευχαριστούντες τον Ιερέα για την τιμή που μας κάνει: Μετά τις άγιες Εικόνες να θυμιάζει και εμάς, ως εικόνες του Θεού! Εάν καθόμαστε, πρέπει να σηκωνόμαστε.

2. Όταν στην αρχή του Όρθρου αναγινώσκεται ο Εξάψαλμος. Το σταυρό μας μπορούμε να κάνουμε στην αρχή και στο τέλος του Εξάψαλμου. Σ’ όλη όμως τη διάρκεια αυτού, ακόμη και στο μέσον του, όταν λέγουμε τα «Δόξα… Και νυν… Αλληλούια…» ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας, αλλά παρακολουθούμε «εν πάση σιωπή και κατανύξει» τον Αναγνώστη, ο οποίος «μετ’ ευλαβείας και φόβου Θεού», διαβάζει τον Εξάψαλμο. Διότι ο χρόνος αυτός της αναγνώσεως προεικονίζει το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου με φόβο και τρόμο θα αναμένουμε την τελική κρίση Του για εμάς. Και, όπως τότε, έτσι και τώρα θα πρέπει σιωπώντες, όρθιοι, ακίνητοι, χωρίς μετακινήσεις η, προπαντός, χωρίς και τους παραμικρούς θορύβους, να παρακολουθούμε την ανάγνωση αυτή. (Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στις εσπερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες είναι ο Όρθρος της επομένης. Διότι τότε, αφηρημένοι, μπαίνουμε στους Ναούς χωρίς να προσέχουμε, εάν εκείνη την ώρα διαβάζεται ο Εξάψαλμος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να παραμένουμε ακίνητοι στην είσοδο του Κυρίως Ναού και μετά το πέρας της αναγνώσεως να μετακινούμαστε για να καταλάβουμε τη θέση μας).

3. Όταν φιλάμε το χέρι Ιερωμένου. Η συνήθεια ορισμένων να κάνουν το σταυρό τους πριν φιλήσουν το χέρι του Επισκόπου ή Ιερέα ή οποιουδήποτε ρασοφόρου είναι λανθασμένη. Το σταυρό μας τον κάνουμε, όταν ασπαζόμαστε τις άγιες Εικόνες και όχι όταν ασπαζόμαστε το χέρι του Ιερωμένου. Όταν λοιπόν πρόκειται να επικοινωνήσουμε ή να συναντηθούμε με Ιερωμένο, μπορούμε να πούμε «Ευλόγησον, Δέσποτα ή Πάτερ» ή «Την ευχή σας, Σεβασμιώτατε ή Άγιε Καθηγούμενε ή Πάτερ και κάνοντας μία μικρή υπόκλιση της κεφαλής να ασπαστούμε το δεξί του χέρι, οπότε συνεχίζουμε το διάλογο μαζί του, όπως επιθυμεί ο καθένας. Το ίδιο κάνουμε και φεύγοντας από κοντά του. Λέμε, «Την ευχή σας ή Ευλογείτε, Πάτερ», κάνουμε μικρή υπόκλιση, προτείνοντας τις παλάμες μας σταυροειδώς, ασπαζόμαστε τη δεξιά του και φεύγουμε.

4. Όταν λαμβάνουμε το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, το οποίο (χέρι) στη συνέχεια το ασπαζόμαστε.

Aπό το:"Λατρευτικό Εγχειρίδιο", σελ. 168 & 171 του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου