Ἕνας Γέροντας εἶπε:
«Ἐκεῖνος ποὺ ἁμάρτησε
στὸν Θεό, ὀφείλει νὰ ξεκόψει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη ἀγάπη, ἕως ὅτου
πληροφορηθεῖ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε φίλος του.
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Ἕνας Γέροντας εἶπε:
«Ἐκεῖνος ποὺ ἁμάρτησε
στὸν Θεό, ὀφείλει νὰ ξεκόψει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη ἀγάπη, ἕως ὅτου
πληροφορηθεῖ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε φίλος του.
Εἶπε ἕνας Γέροντας:
«Ὅπως ἀκριβῶς σ᾿ ἕναν
δρόμο, ὅπου πηγαινοέρχονται πολλοὶ πεζοί, ποτὲ δὲν φυτρώνει χορτάρι οὔτε κι ἂν
τὸ σπείρεις, γιατὶ πατιέται τὸ χῶμα, ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ μᾶς.
Παραιτήσου ἀπὸ κάθε φροντίδα καὶ θὰ δεῖς νὰ φυτρώνουν αὐτά, ποὺ δὲν γνώριζες, ὅτι βρίσκονταν μέσα σου, ἐπειδὴ πάνω σ᾿ αὐτὰ περπατοῦσες».
Ὁ ἀββᾶς Ἰωσὴφ λέει στὸν ἀββᾶ Νισθερῶο:
«Τί νὰ κάνω μὲ τὴ γλῶσσα
μου, ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὴ συγκρατήσω;»
Τοῦ λέει ὁ Γέροντας:
«Βρίσκεις ἀνάπαυση, ἂν
μιλήσεις;»
«Ὄχι», τοῦ ἀπαντᾶ.
Τότε λέει ὁ Γέροντας:
«Ἀφοῦ δὲν ἔχεις ἀνάπαυση, γιατί μιλᾷς; Καλύτερα νὰ σιωπᾷς καί, ἂν γίνεται
συζήτηση, προτιμότερο πολλὰ νὰ ἀκοῦς παρὰ νὰ λές».
Οι τρεις φιλόπονοι μοναχοί
Διηγήθηκε κάποιος ὅτι τρεῖς
φιλόπονοι ἄνθρωποι, φίλοι μεταξύ τους, ἔγιναν μοναχοί.
Ὁ πρῶτος διάλεξε σὰν ἔργο
του νὰ εἰρηνεύει τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ εἶχαν ἐχθρικὲς σχέσεις μεταξύ τους,
σύμφωνα μὲ τὸν Εὐαγγελικὸ λόγο:
«Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί».
Ὁ δεύτερος νὰ ἐπισκέπτεται
τοὺς ἀρρώστους καὶ ὁ τρίτος ἔφυγε γιὰ νὰ ἡσυχάσει στὴν ἔρημο.
Ὁ πρῶτος λοιπόν, ἂν καὶ
κόπιασε γιὰ νὰ σταματήσει τὶς διαμάχες τῶν ἀνθρώπων, δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς
θεραπεύσει ὅλους καί, ἐπειδὴ ἔπεσε σὲ ἀκηδία, πῆγε σ᾿ αὐτὸν ποὺ ὑπηρετοῦσε τοὺς
ἀρρώστους καὶ τὸν βρῆκε κι αὐτὸν νὰ παραμελεῖ τὸ ἔργο του, καθὼς δὲν ἐπαρκοῦσε
νὰ ἐφαρμόσει πλήρως τὴν ἐντολή.
Συμφώνησαν λοιπὸν καὶ
οἱ δυὸ καὶ πῆγαν νὰ δοῦν τὸν ἐρημίτη. Τοῦ ἐξέθεσαν τὴ θλίψη τους καὶ τὸν
παρακάλεσαν νὰ τοὺς πεῖ τί κατόρθωσε αὐτός.
Ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἔμεινε ἀμίλητος
γιὰ λίγο, ἔριξε κατόπιν νερὸ στὴ λεκάνη καὶ τοὺς λέει:
«Προσέξτε τὸ νερό».
Ἦταν βέβαια ταραγμένο.
Μετὰ ἀπὸ λίγο τοὺς
λέει πάλι:
«Προσέξτε καὶ τώρα πῶς
ἔγινε τὸ νερό».
Καὶ μόλις πρόσεξαν τὸ
νερό, βλέπουν σὰν σὲ καθρέπτη τὰ πρόσωπά τους.
Τοὺς λέει λοιπὸν τότε:
«Έτσι εἶναι κι αὐτὸς
ποὺ ζεῖ ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους. Ἐξαιτίας τῆς ταραχῆς δὲν βλέπει τὰ σφάλματά του. Ὅταν
ὅμως ἡσυχάσει καὶ προπαντὸς στὴν ἔρημο, τότε βλέπει τὰ ἐλαττώματα τοῦ ἑαυτοῦ
του».
ΤΟ ΚΟΣΜΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΗΝ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ
Ξέρετε τί κάνουν οἱ κοσμικοί καὶ τί κάνουν οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι; Οἱ κοσμικοί κοιτάζουν ἡ αὐλή τους νὰ εἶναι καθαρή. Τὸ σπίτι μέσα δὲν τούς ἐνδιαφέρει ἄν ἔχη σκουπίδια. Σκουπίζουν τὴν αὐλή καὶ πετοῦν τὰ σκουπίδια μέσα στὸ σπίτι! Σοῦ λέει: «Οἱ ἄλλοι τὴν αὐλή βλέπουν, δὲν βλέπουν μέσα τὸ σπίτι». Μέσα μου δηλαδή ἄς ἔχω σκουπίδια, ὄχι ὅμως ἔξω! Τούς ἐνδιαφέρει νὰ τούς καμαρώνουν οἱ ἄλλοι. Ἐνῶ οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι κοιτάζουν τὸ σπίτι μέσα νὰ εἶναι καθαρό. Δὲν τούς ἐνδιαφέρει τί θὰ πῆ ὁ κόσμος, γιατί ὁ Χριστός κατοικεῖ στὸ σπίτι, στὴν καρδιά, δὲν κατοικεῖ στὴν αὐλή.
Μερικές φορές ὅμως καὶ πνευματικοί ἄνθρωποι κινοῦνται ἐπιφανειακά, κοσμικά, καὶ γιὰ νὰ εἴμαστε πιὸ συγκεκριμένοι, φαρισαϊκά. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δὲν σκέφτονται πῶς θὰ πᾶνε στὸν Παράδεισο, κοντά στὸν Θεό, ἀλλὰ πῶς θὰ φανοῦν ἐδῶ καλοί. Στεροῦνται ὅλες τὶς πνευματικές χαρές, ἐνῶ μποροῦσαν νὰ ζήσουν ἀπὸ 'δω τὸν Παράδεισο. Ἔτσι μένουν γήινοι ἄνθρωποι. Προσπαθοῦν νὰ ζήσουν μία πνευματική ζωή μὲ κοσμικό τρόπο. Μέσα τούς ὅμως εἶναι ἄδειοι, δὲν ὑπάρχει Θεός.
Δυστυχῶς, τὸ κοσμικό πνεῦμα ἔχει ἐπιδράσει πολύ καὶ στούς πνευματικούς ἀνθρώπους. Ἄν πνευματικοί ἄνθρωποι ἐνεργοῦν καὶ σκέφτωνται κοσμικά, τί νὰ κάνουν οἱ κοσμικοί; Εἶπα σὲ μερικούς νὰ βοηθήσουν ναρκομανῆ παιδιά καὶ μοῦ εἶπαν: «Ἄν κάνουμε ἕνα ἵδρυμα γιὰ ναρκομανεῖς, δὲν θὰ μᾶς δίνουν καμμιά περιουσία. Γι' αὐτὸ θὰ κάνουμε Γηροκομεῖο». Δὲν λέω ὅτι τὸ Γηροκομεῖο δὲν χρειάζεται. Ἀλλοίμονο! Ἀλλά, ἄν ξεκινοῦμε ἔτσι, αὐτὰ δὲν θὰ εἶναι εὐαγῆ ἀλλά... «ναυαγή» ἱδρύματα! Δὲν καταλαβαίνουν ὅτι ἡ κοσμική ἐπιτυχία εἶναι ἀποτυχία πνευματική.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ
ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
Ὁ διάβολος ἔχει κακία
καὶ μίσος, ὄχι δύναμη. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι παντοδύναμη. Ὁ σατανᾶς προσπαθεῖ
νὰ φανῆ παντοδύναμος, ἀλλὰ δὲν τὰ καταφέρνει. Φαίνεται δυνατός, ἀλλὰ εἶναι τελείως
ἀδύναμος. Πολλά καταστρεπτικά σχέδιά του χαλοῦν, πρίν καν ἀρχίσουν νὰ
πραγματοποιοῦνται. Θὰ ἄφηνε ποτέ ἕνας πολύ καλός πατέρας μερικά ἀλητάκια νὰ
χτυποῦν τὰ παιδιά του;
Τὰ ταγκαλάκια δὲν ἔχουν καμμιά δύναμη. Ὁ χριστός εἶναι παντοδύναμος. Ὁ πειρασμός εἶναι σάπιος. Σταυρό δὲν φορᾶς; Τὰ ὄπλα τοῦ διαβόλου εἶναι ἀδύναμα. Ὁ Χριστός μας μᾶς ἔχει ὁπλίσει μὲ τὸν Σταυρό Του. Μόνον ὅταν ἀφήνουμε τὰ ὄπλα τὰ πνευματικά, τότε ὁ ἐχθρός ἔχει δύναμη. Ἕνα μικρό σταυρουδάκι ἔδειξε ἕνας ὀρθόδοξος ἱερέας σὲ ἕναν μάγο καὶ ἔκανε νὰ τρέμη ὁ δαίμονας ποὺ εἶχε ἐπικαλεσθῆ μὲ τὶς μαγεῖες του.
Ὅταν ὁ Χριστός δέχθηκε τούς ἐμπτυσμούς, τὰ ραπίσματα καὶ τὰ χτυπήματα, τότε συντρίφθηκε τὸ βασίλειο καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου. Μὲ τί τρόπο νίκησε ὁ Χριστός! «Μὲ τὸ καλάμι συντρίφθηκε τὸ κράτος τοῦ διαβόλου», λέει κάποιος Ἅγιος. Ὅταν δηλαδή Τοῦ ἔδωσαν τὸ τελευταῖο χτύπημα μὲ τὸ καλάμι στὸ κεφάλι, τότε συντρίφθηκε ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου. Δηλαδή ἡ ὑπομονή εἶναι ἡ πνευματική ἄμυνα καὶ ἡ ταπείνωση τὸ μεγαλύτερο ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου. Τὸ μεγαλύτερο βάλσαμο τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι ποὺ συντρίφθηκε ὁ διάβολος. Μετά τὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, εἶναι πιά ὅπως τὸ φίδι ποὺ τοῦ ἔχει ἀφαιρεθῆ τὸ δηλητήριο ἤ ὅπως τὸ σκυλί ποὺ τοῦ ἔχουν ἀφαιρεθῆ τὰ δόντια. Ἀφαιρέθηκε τὸ φαρμάκι ἀπὸ τὸν διάβολο, ἀφαιρέθηκαν τὰ δόντια ἀπὸ τὰ σκυλιά, τούς δαίμονες, καὶ εἶναι τώρα ἀφοπλισμένοι καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν Σταυρό ὁπλισμένοι. Τίποτε, τίποτε δὲν μποροῦν νὰ κάνουν οἱ δαίμονες στὸ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, ὅταν δὲν τούς δώσουμε ἐμεῖς δικαιώματα. Μόνο φασαρία κάνουν, δὲν ἔχουν ἐξουσία.
Μία φορά, ὅταν ἤμουν
στὸ Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πέρασα μία πολύ ὄμορφη ἀγρυπνία! Εἶχαν μαζευθῆ τὴν
νύχτα πολλοί δαίμονες ἐπάνω στὸ ταβάνι. Στὴν ἀρχή χτυποῦσαν μὲ βαριές δυνατά καὶ
μετά θορυβοῦσαν, σάν νὰ κυλοῦσαν κούτσουρα μεγάλα, κορμούς Δὲνδρων. Σταύρωνα τὸ
ταβάνι καὶ ἔψαλλα «Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα...». Τελείωνα, ἄρχιζαν
τὰ κούτσουρα πάλι. «Τώρα, εἶπα, θὰ κάνουμε δύο χωρούς! Ἕναν ἐσεῖς μὲ τὰ κούτσουρα
ἀπὸ πάνω καὶ ἕναν ἐγώ ἀπὸ κάτω!». Ἄρχιζα ἐγώ, σταματοῦσαν αὐτοί. Μία φορά ἔψαλλα
«Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν...», τὴν ἄλλη «Κύριε, ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν
Σταυρόν σου ἠμίν δέδωκας...». Πέρασα τὴν πιὸ εὐχάριστη νύχτα μὲ ψαλμωδία καὶ, ὅταν
λίγο σταματοῦσα, συνέχιζαν αὐτοί μὲ τὴν ψυχαγωγία! Τὴν κάθε φορὰ ὅλο καὶ
διαφορετικό ἔργο θὰ παρουσιάσουν!...
Μόλις τελείωνα ἐγώ, ἄρχιζαν ἐκεῖνοι. Ναί, ἔπρεπε νὰ βγάλουμε ἀγρυπνία καὶ οἱ δύο χοροί! Ἦταν μία ὄμορφη ἀγρυπνία! Ἔψελνα μὲ καημό! Πέρασα καλές μέρες!...
Ξέρεις τί «ὄμορφος» εἶναι;
Ἄλλο πράγμα! Μόνο νὰ τὸν δής!! Καὶ πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν ἐπιτρέπει νὰ βλέπει
ὁ ἄνθρωπος τὸν διάβολο! Ὤ, θὰ πέθαιναν οἱ περισσότεροι ἀπὸ τὸν φόβο τους!
Σκέψου ἄν τὸν ἔβλεπαν πώς ἐνεργεῖ, ἄν ἔβλεπαν τὴν... «γλυκειά» τοῦ μορφή!
Μερικοί πάλι θὰ εἶχαν τὴν καλύτερη ψυχαγωγία! Ξέρεις τί ψυχαγωγία; Πῶς τὸ λένε;
Σινεμά;... Γιὰ νὰ δή κανεὶς ὅμως ἕνα τέτοιο ἔργο, πρέπει νὰ πληρώση πολλά...,
καὶ πάλι ἄν θὰ μπορέση νὰ τὸ δή!
Καὶ εἶναι τώρα σάν νὰ τούς χτύπησε κεραυνός. Ἄν πέση κεραυνός καὶ χτυπήση ἕνα Δὲνδρο, δὲν θὰ γίνη ἀμέσως τὸ Δὲνδρο ἕνα μαῦρο κούτσουρο; Ἔτσι καὶ αὐτοί εἶναι σάν νὰ τούς χτύπησε κεραυνός. Ἕνα διάστημα ἔλεγα στὸ ταγκαλάκι: «Νὰ ἔρχεσαι νὰ σὲ βλέπω, γιὰ νὰ μήν πέσω στὰ χέρια σου. Τώρα καὶ μόνον ποὺ σὲ βλέπω, φαίνεσαι πόσο κακός εἶσαι. Ἄν πέσω στὰ χέρια σου, τί κακό ἔχω νὰ πάθω!».
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ
ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΓΙΝΕ ΜΟΔΑ
Ἄν οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶχαν
αὐτήν τὴν ... «εὐγένεια» τῆς ἁμαρτίας, δὲν θὰ ἔφθαναν σ' αὐτὸ τὸ βάρβαρο. Πιὸ
βάρβαρο ἀκόμη εἶναι ἡ ἠθική καταστροφή. Διαλύονται ψυχικά καὶ σωματικά οἱ ἄνθρωποι.
Μοῦ ἔλεγε κάποιος: «Λένε γιὰ τὴν Ἀθήνα, «ζούγκλα-ζούγκλα» καὶ κανεὶς δὲν φεύγει
ἀπὸ 'κει! Ὅλοι «ζούγκλα» τὴν λένε καὶ ὅλοι στὴν ζούγκλα μαζεύονται». Πῶς ἔχουν
γίνει οἱ ἄνθρωποι! Σάν τὰ ζῶα! Τὰ ζῶα ξέρετε τί κάνουν; Στὴν ἀρχή μπαίνουν στὸν
σταῦλο, κοπρίζουν, οὐροῦν... Μετά ἀρχίζει νὰ χωνεύη ἡ κοπριά. Μόλις ἀρχίζη νὰ
χωνεύη, αἰσθάνονται μία ζεστασιά. Δὲν τὰ κάνει καρδιά νὰ φύγουν ἀπὸ τὸν σταῦλο,
ἀναπαύονται. Ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι, θέλω νὰ πῶ, νιώθουν τὴν ζεστασιά τῆς ἁμαρτίας,
καὶ δὲν τούς κάνει καρδιά νὰ φύγουν. Καταλαβαίνουν ὅτι βρωμάει, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν
ζεστασιά ἐκείνη δὲν τούς κάνει καρδιά νὰ φύγουν. Νά, ἄν μπή τώρα ἕνας μέσα στὸν
σταῦλο, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξη ἀπὸ τὴν μυρωδιά. Ὁ ἄλλος ποὺ εἶναι συνέχεια στὸν
σταῦλο δὲν ἐνοχλεῖται, ἔχει συνηθίσει πλέον.
Στὴν Ρώμη ἦταν εἰδωλολάτρες
στὸ κάτω-κάτω. Καὶ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν γιὰ τούς εἰδωλολάτρες
ποὺ εἶχαν βαπτισθῆ, ἀλλὰ εἶχαν κακές συνήθειες. Νὰ μήν παίρνουμε γιὰ παράδειγμα
τὸν ξεπεσμό ἀπὸ κάθε ἐποχή. Σήμερα τὴν ἁμαρτία τὴν ἔκαναν μόδα. Βλέπεις, ὀρθόδοξο
ἔθνος ἐμεῖς καὶ πῶς εἴμαστε! Πόσο μᾶλλον οἱ ἄλλοι! Καὶ τὸ κακό εἶναι ποὺ οἱ
σημερινοί ἄνθρωποι, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία ἔχει γίνει μόδα, ἄν δοῦν ἕναν νὰ μήν ἀκολουθῆ
τὸ ρεῦμα τῆς ἐποχῆς, νὰ μήν ἁμαρτάνη, νὰ εἶναι λίγο εὐλαβεῖς, τὸν λένε
καθυστερημένο, ὀπισθοδρομικό. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τὸ νὰ μήν ἁμαρτάνουν τὸ θεωροῦν
προσβολή καὶ τὴν ἁμαρτία τὴν θεωροῦν πρόοδο. Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα. Ἄν
οἱ σημερινοί ἄνθρωποι ποὺ ζοῦν στὴν ἁμαρτία τουλάχιστον τὸ ἀναγνώριζαν, θὰ τούς
ἐλεοῦσε ὁ Θεός, Ἀλλά δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα καὶ ἐγκωμιάζουν τὴν ἁμαρτία.
Αὐτὸ εἶναι καὶ ἡ μεγαλύτερη βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἁμαρτία νὰ
τὴν θεωροῦν πρόοδο καὶ τὸ ἠθικό νὰ τὸ λένε κατεστημένο. Γι' αὐτὸ ἔχουν μεγάλο
μισθό, μεγάλη ἀξία, αὐτοί ποὺ ἀγωνίζονται στὸν κόσμο καὶ διατηροῦν καθαρή ζωή.
Παλιά, ἄν ἕνας ἦταν διεστραμμένος ἤ μέθυσος, ντρεπόταν νὰ βγῆ στὴν ἀγορά, γιατί θὰ τὸν περιφρονοῦσαν. Ἡ μία, ἄν ἦταν λιγάκι παραστρατημένη, δὲν τολμοῦσε νὰ βγῆ ἔξω. Καὶ ἦταν κατὰ κάποιο τρόπο αὐτὸ ἕνα φρένο. Σήμερα, ἄν εἶναι ἕνας σωστός, μία κοπέλα λ.χ. ἄν ζῆ μὲ εὐλάβεια, λένε: «Βρέ, ποῦ ζῆ αὐτή!». Ἀλλά καὶ γενικά, ἄν οἱ κοσμικοί ἔκαναν μία ἁμαρτία, οἱ καημένοι, αἰσθάνονταν τὴν ἁμαρτωλότητά τους, ἔσκυβαν καὶ λίγο τὸ κεφαλάκι τους καὶ δὲν εἰρωνεύονταν ἕναν ποὺ ζοῦσε πνευματικά, ἀντίθετα τὸν καμάρωναν. Τώρα οὔτε ἐνοχή αἰσθάνονται οὔτε σεβασμός ὑπάρχει. Τὰ ἰσοπέδωσαν ὅλα. Ἄν ἕνας δὲν ζῆ κοσμικά, τὸν κοροϊδεύουν.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ
ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ