ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΩΡΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΪΣΙΟ

Παρά τά φαινόμενα καί τήν ἀναξιότητα τῶν μοναχῶν καί κληρικῶν, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀκένωτη πηγή θαυμάτων.
Παίρνει νερό καί τό κάνει Ἁγίασμα - 
παίρνει ψωμί καί κρασί καί τό κάνει Θεία Εὐχαριστία -
παίρνει τόν ἄνθρωπο χῶμα καί τόν κάνει Θεό! 
Αὐτά τά θαύματα πολλοί δέν τά βλέπουν. Γιατί, ἄν τά ἔβλεπαν, δέν θά περιφρονοῦσαν ἤ μισοῦσαν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά θά τήν ἀγαποῦσαν, θά τήν τιμοῦσαν καί δέν θά μιλοῦσαν γι’ αὐτήν μέ περιφρόνηση, ὅπως μιλοῦν...

«Ὅποιος σκύβει ταπεινά καί δέχεται τά χτυπήματα ἀπό τούς ἄλλους, διώχνει τά δικά του ἐξογκώματα, ὀμορφαίνει πνευματικά σάν Ἄγγελος καί ἔτσι χωράει ἀπό τήν στενή πύλη τοῦ Παραδείσου... 
Στόν οὐρανό δέν ἀνεβαίνει κανείς μέ τό κοσμικό ἀνέβασμα ἀλλά μέ τό πνευματικό κατέβασμα. Ὅποιος βαδίζει χαμηλά, βαδίζει πάντα μέ σιγουριά καί ποτέ δέν πέφτει...». 
«Ἐάν θέλης νά βοηθήσης τήν Ἐκκλησία διόρθωσε τόν ἑαυτό σου, καί ἀμέσως διορθώνεται ἕνα κομματάκι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν φυσικά αὐτό τό ἔκαναν ὅλοι, ἡ Ἐκκλησία θά ἦταν διορθωμένη». 
Νά ἐλέγχετε τίς σκέψεις σας, νά συγκρατεῖτε τά λόγια σας, νά κυριαρχεῖτε στά πάθη σας, νά κάνετε ἔργα πού ἀντέχουν στό φῶς τῆς ἡμέρας. 
Ἄν στήν Ἐκκλησία δεν λειτουργεῖ σωστά ἡ Σύνοδoς, ἤ στά Μοναστήρια ἡ Σύναξη, τότε, ἐνῶ μιλοῦμε γιά ὀρθόδοξο πνεῦμα, ἔχουμε παπικό! 
Τό ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νά λέῃ καί νά καταχωρεῖ ὁ καθένας τή γνώμη του, ὄχι νά μή μιλάῃ, γιατί φοβᾶται, ἢ νά κολακεύῃ, γιά νά τά ἔχῃ καλά μέ τόν ἀρχιεπίσκοπο ἢ μέ τόν ἡγούμενο! 


Πηγή: (Ἀπό τό βιβλίο «Τέσσερεις ὧρες μέ τόν γέροντα Παΐσιο»), Το σταυρουδάκι

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΕΙΔΑΝ ΤΟ ΘΕΟ!

Τα μάτια που είδαν το Θεό
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
 
Κάποτε, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με κάλεσαν οι Αμερικανοί φίλοι μου να τους επισκεφτώ από την Αγγλία. Εγώ στο μεταξύ είχα πληροφορηθεί ότι ο επίσκοπος Αχρίδος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (1881-1956) ζεί στο Σικάγο και αποφάσισα να τον επισκεφτώ, μολονότι αυτό δεν ήταν ούτε τόσο φθηνό μα ούτε και τόσο απλό.
Τηλεφώνησα στην σερβική Εκκλησία για να μάθω την διεύθυνσή του και μου είπαν ότι ο επίσκοπος έλειπε σε ταξίδι στη Ν. Υόρκη για ένα τριήμερο. Ήταν για μένα δώρο εξ ουρανού.
 
Συναντηθήκαμε. Εκείνος ήταν γερασμένος και καταβεβλημένος, αλλά το βλέμμα των μαύρων ματιών του διαπερνούσε τον συνομιλητή -όπως τότε στην Σερβία- μέχρι την καρδιά.
Αρχίσαμε να μιλάμε για την πορεία του κόσμου, για την Εκκλησία, τη Ρωσία…
«Σεβασμιώτατε», τον ρώτησα, «άραγε οι κακουχίες και οι στερήσεις στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως στη ναζιστική Γερμανία κατά τον πόλεμο πνευματικά φονεύανε ή ξαναγεννούσαν τον άνθρωπο; Διότι, εγώ για παράδειγμα, γνώρισα ανθρώπους, και μάλιστα πιστούς, οι οποίοι στο στρατόπεδο δεν είχαν τη δύναμη να προσευχηθούν, επειδή όλες τους οι δυνάμεις ήταν συγκεντρωμένες στο ξεροκόμματο, στο κρεμμύδι, στο φλιτζάνι με το ζεστό νερό…»
Μού απάντησε στο στρατόπεδο γινόταν έτσι• κάθεσαι σε μία γωνιά και επαναλαμβάνεις μέσα σου• -Κύριε, εγώ είμαι γη και σποδός. Κύριε παράλαβε την ψυχή μου! Καί πάλι σε ανεβάζει ο Κύριος… Στην πραγματικότητα, θα έδινα όλη τη ζωή που μου απέμεινε, εάν αυτό ήταν δυνατόν, για μία ώρα παραμονής στο Νταχάου.
 
Ο επίσκοπος σήκωσε τα μάτια του και με κοίταξε ίσια στα μάτια. Εγώ δεν μπόρεσα να αντέξω εκείνο το βλέμμα. Με κοίταζαν τα μάτια του ανθρώπου που συνάντησε το Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο…
Μού έλεγε και το εξής
-Με πλησίαζαν οι δεσμοφύλακες και ειρωνικά με ρωτούσαν•
-Πιστεύεις εσύ ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός;
-Όχι, τους απαντούσα.
Τότε άρχιζαν να γελούν και να με ξαναρωτούν•
-Δηλαδή εσύ δεν πιστεύεις πλέον;
-Δεν πιστεύω πλέον, αλλά γνωρίζω, φώναζα με όλη μου τη δύναμη και κείνοι εξαγριωμένοι έφευγαν αυτοστιγμεί.
Αργότερα ξανάρχιζαν την κουβέντα και ρωτούσαν•
-Εκείνος ο Ιησούς σου ήταν γιός μιάς Εβραιοπούλας;
-Όχι, τους απαντούσα.
-Τότε τίνος γιός ήταν;
-Υιός του Θεού, τους απαντούσα και κείνοι δεν είχαν τι να μου πούν.
Ο επίσκοπος Νικόλαος ήταν στύλος της σερβικής Εκκλησίας. Τώρα, μετά την κοίμησή του, βλέπει συνεχώς το Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο.
 
Μίλιτσα Ζέρνωβ
 
Ἁγιοπνευματικές Διδαχές γιά τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΠΩΣ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ!

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΑΧΡΗΣΤΕΨΗ ΤΟΝ ΑΓΩΝΙΣΤΗ

Ἡ μόνη λύση γιὰ νὰ ἀποφύγης τοὺς πειρασμοὺς εἶναι νά... συμμαχήσης μὲ τὸν διάβολο!... Ὅσο κανεὶς ἀγωνίζεται, θὰ ἔχη πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες. Καὶ ὅσο προσπαθεῖ νὰ ἀποφύγη τὸν πειρασμό, τόσο κόντρα τοῦ πάει ὁ διάβολος. Ἀλλὰ μὲ τοὺς πειρασμοὺς – ἂν τοὺς ἀξιοποιήσουμε σωστά –, δίνεται ἡ εὐκαιρία, ἐπειδὴ μερικὲς φορὲς ἡ ζωή μας εἶναι ἀντιευαγγελική, νὰ γίνη «εὐαγγελική».

Τὸ ταγκαλάκι, ὅταν δῆ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ κάνη ἄλλη ζημιὰ στὸν ἀγωνιστή, κοιτάει πῶς νὰ τὸν ἀχρηστέψη μὲ ἀσήμαντα πράγματα. Ὕστερα, νὰ ξέρης ὅτι ὑπάρχουν καὶ μικρὰ ταγκαλάκια, ποὺ κάνουν ὅμως μεγάλη ζημιά. Μιὰ φορὰ ρώτησαν ἕνα μικρὸ ταγκαλάκι: «Τάχα τί μπορεῖς νὰ κάνης ἐσύ;». «Ἐγὼ τί μπορῶ νὰ κάνω; Πάω καὶ μπερδεύω τὶς κλωστὲς στὶς μοδίστρες, στοὺς τσαγκάρηδες, ἀπάντησε, καὶ τοὺς κάνω νὰ θυμώνουν». Τὰ μεγαλύτερα σκάνδαλα γίνονται ἀπὸ τιποτένια πράγματα, ὄχι μόνο σ' ἐμᾶς, ἀλλὰ μερικὲς φορὲς καὶ στὰ κράτη. Στοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους δὲν ὑπάρχουν σοβαρὲς ἀφορμὲς γιὰ σκάνδαλα· ἀπὸ τὰ μικρὰ παίρνει ὁ διάβολος ἀφορμή. Τσακίζει τὸν ἄνθρωπο ψυχικὰ μὲ κάτι χαζά, παιδικὰ πράγματα, ὁπότε κάνει τὴν καρδιά του ὅπως ἐκεῖνος θέλει καὶ μένει μετὰ κανεὶς ἕνα κούτσουρο.

Τὸ ταγκαλάκι, ὅταν πάρη εἴδηση ὅτι κάνουμε δουλειὰ πνευματική, τότε γυρίζει τὸ κουμπὶ ἀλλοῦ. Ἐνῶ βάζουμε ἕνα πρόγραμμα, μιὰ ἄλφα σειρά, βρισκόμαστε σὲ ἄλλη καί, ἂν δὲν προσέξουμε, τὸ ἀντιλαμβανόμαστε μετὰ ἀπὸ μέρες. Γι' αὐτὸ ὁ ἀγωνιστὴς πρέπει νὰ πηγαίνη ὅλο κόντρα στὸν διάβολο – φυσικὰ μὲ διάκριση – καὶ νὰ τὸν παρακολουθῆ κάποιος ἔμπειρος Πνευματικός.

Ὁ σατανᾶς δὲν πάει σὲ ἕναν ἄχρηστο ἄνθρωπο, ἀλλὰ πάει σὲ ἕναν ἀγωνιστή, γιὰ νὰ τὸν πειράξη καὶ νὰ τὸν ἀχρηστέψη. Δὲν χάνει τὸν καιρό του νὰ κάνη λεπτὴ ἐργασία σὲ κάποιον ποὺ δὲν κάνει λεπτὴ ἐργασία. Στέλνει σ᾿ αὐτὸν ποὺ ράβει μὲ σακκορράφα, διάβολο μὲ σακκορράφα. Σ᾿ αὐτὸν ποὺ κάνει λεπτὸ ἐργόχειρο, στέλνει διάβολο ποὺ κάνει λεπτὸ ἐργόχειρο. Σ᾿ αὐτὸν ποὺ κάνει πολὺ ψιλὸ κέντημα, στέλνει διάβολο γιὰ πολὺ ψιλὴ ἐργασία. Σ᾿ αὐτοὺς ποὺ κάνουν χονδρὴ δουλειὰ στὸν ἑαυτό τους, στέλνει χονδρὸ διάβολο. Στοὺς ἀρχαρίους στέλνει ἀρχάριο διάβολο.

Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν λεπτὴ ψυχή, πολὺ φιλότιμο καὶ εἶναι εὐαίσθητοι, χρειάζεται νὰ προσέξουν, γιατὶ βάζει καὶ ὁ διάβολος τὴν οὐρά του καὶ τοὺς κάνει πιὸ εὐαίσθητους, καὶ μπορεῖ νὰ φθάσουν στὴν μελαγχολία ἢ ἀκόμη – Θεὸς φυλάξοι – καὶ στὴν αὐτοκτονία. Ὁ διάβολος, ἐνῶ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους μᾶς βάζει νὰ πηγαίνουμε κόντρα στὸν πλησίον μας καὶ νὰ μαλώνουμε, ὁ ἴδιος ποτὲ δὲν πάει κόντρα. Τὸν ἀμελῆ τὸν κάνει πιὸ ἀμελῆ· τὸν ἀναπαύει μὲ τὸν λογισμό: «Τὸ κεφάλι σου πονάει, εἶσαι ἀδιάθετος· δὲν πειράζει καὶ ἂν δὲν σηκωθῆς γιὰ προσευχή». Τὸν εὐλαβῆ τὸν κάνει πιὸ εὐλαβῆ, γιὰ νὰ τὸν ρίξη στὴν ὑπερηφάνεια, ἢ τὸν σπρώχνει νὰ ἀγωνισθῆ περισσότερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις του, ὥστε νὰ ἀποκάμη καὶ νὰ ἀφήση μετὰ ὅλα τὰ πνευματικά του ὅπλα καὶ νὰ παραδοθῆ ὁ πρώην πολὺ ἀγωνιστής. Τὸν σκληρόκαρδο τὸν κάνει πιὸ σκληρόκαρδο, τὸν εὐαίσθητο ὑπερευαίσθητο.

Καὶ βλέπεις πόσοι ἄνθρωποι, ἄλλοι γιατὶ ἔχουν κάποια εὐαισθησία καὶ ἄλλοι γιατὶ ἔχουν κλονισθῆ τὰ νεῦρα τους, ταλαιπωροῦνται μὲ ἀυπνίες καὶ παίρνουν χάπια ἢ βασανίζονται καὶ χαραμίζονται στὰ νοσοκομεῖα. Σπάνια νὰ δῆς σήμερα ἄνθρωπο ἰσορροπημένο. Ἔγιναν μπαταρίες οἱ ἄνθρωποι. Οἱ περισσότεροι εἶναι σὰν νὰ ἔχουν ἠλεκτρισμό. Ὅσοι μάλιστα δὲν ἐξομολογοῦνται, δέχονται ἐπιδράσεις δαιμονικές· ἔχουν ἕναν δαιμονικὸ μαγνητισμό, γιατὶ ὁ διάβολος ἔχει ἐξουσία ἐπάνω τους. Λίγοι ἄνθρωποι, εἴτε ἀγόρια εἴτε κοπέλες εἴτε ἡλικιωμένοι εἶναι, ἔχουν ἕνα βλέμμα γαλήνιο. Δαιμονισμός! Ξέρεις τί θὰ πῆ δαιμονισμός; Νὰ μὴν μπορῆς νὰ συνεννοηθῆς μὲ τὸν κόσμο.

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΑΣ ΒΑΖΕΙ ΕΝΕΣΗ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ

Εἶπα σὲ κάποιους γιατροὺς ποὺ συζητοῦσαν γιὰ τὴν ἀναισθησία ποὺ κάνουν στὶς ἐγχειρήσεις: «Τοῦ πειρασμοῦ ἡ ἀναισθησία ἔχει ἄσχημες ἐπιπτώσεις στὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ αὐτὴ ποὺ κάνετε ἐσεῖς βοηθάει». Ἡ ἀναισθησία τοῦ διαβόλου εἶναι σὰν τὸ δηλητήριο ποὺ ρίχνει τὸ φίδι στὰ πουλιὰ ἢ στὰ λαγουδάκια, γιὰ νὰ παραλύσουν καὶ νὰ τὰ καταπιῆ, χωρὶς νὰ ἀντιδράσουν. Ὁ διάβολος, ὅταν θέλη νὰ πολεμήση ἕναν ἄνθρωπο, στέλνει πρῶτα ἕνα διαβολάκι «ἀναισθησιολόγο», γιὰ νὰ κάνη τὸν ἄνθρωπο πρῶτα ἀναίσθητο, καὶ μετὰ πηγαίνει ὁ ἴδιος καὶ τὸν πελεκάει, τὸν κάνει ὅ,τι θέλει... Ἀλλὰ προηγεῖται ὁ... «ἀναισθησιολόγος». Μᾶς βάζει ἔνεση ἀναισθησίας καὶ ξεχνοῦμε. Νά, βλέπεις, οἱ μοναχοὶ ὑποσχόμαστε «ὑβρισθῆναι, χλευασθῆναι» κ.λπ., καὶ τελικά, ὁ πειρασμὸς μερικὲς φορὲς μᾶς μπερδεύει καὶ κάνουμε τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὑποσχεθήκαμε. Ἀλλιῶς ξεκινᾶμε καὶ ἀλλιῶς καταλήγουμε. Γιὰ ἀλλοῦ ξεκινήσαμε νὰ πᾶμε καὶ ἀλλοῦ πηγαίνουμε. Δὲν προσέχουμε. Δὲν σᾶς ἔχω πεῖ παραδείγματα;

Παλιότερα, στὴν Κόνιτσα δὲν ὑπῆρχε Τράπεζα. Ἀναγκάζονταν οἱ ἄνθρωποι νὰ πᾶνε στὰ Γιάννενα, ὅταν ἤθελαν νὰ πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινοῦσαν λοιπὸν μερικοὶ ἀπὸ τὰ γύρω χωριὰ καὶ πήγαιναν ἑβδομῆντα δύο χιλιόμετρα μὲ τὰ πόδια, νὰ πάρουν δάνειο, γιὰ νὰ ἀγοράσουν λ.χ. ἕνα ἄλογο. Τότε, ἂν κανεὶς εἶχε ἕνα ἄλογο, μποροῦσε νὰ συντηρήση τὴν οἰκογένειά του. Ἔκανε ζευγάρι μὲ τὸ ἄλογο κάποιου ἄλλου καὶ ὄργωνε. Μιὰ φορὰ ξεκίνησε ἕνας νὰ πάη στὰ Γιάννενα, νὰ πάρη δάνειο, γιὰ νὰ ἀγοράση ἕνα ἄλογο, νὰ ὀργώνη τὰ χωράφια του καὶ νὰ μὴν παιδεύεται νὰ σκάβη μὲ τὴν τσάπα. Πῆγε λοιπὸν στὴν Τράπεζα, πῆρε τὸ δάνειο καὶ μετὰ πέρασε καὶ ἀπὸ τὰ ἑβραίικα μαγαζιὰ καὶ χάζευε. Τὸν ἔβλεπε ὁ ἕνας Ἑβραῖος, τὸν τραβοῦσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, ἔχω καλὸ πράγμα!». Ἔμπαινε ἐκεῖνος μέσα, ἄρχιζε ὁ Ἑβραῖος νὰ κατεβάζη τὰ τόπια ἀπὸ τὰ ράφια. Τὰ ἔπαιρνε, τὰ τίναζε. «Πάρ' το, τοῦ ἔλεγε, εἶναι καλό, καὶ γιὰ τὰ παιδιά σου θὰ σοῦ τὸ δώσω πιὸ φθηνό». Ἔφευγε ἀπὸ τὸν ἕναν, προχωροῦσε παραπέρα, χάζευε σὲ ἄλλον. «Ἔλα, μπάρμπα, μέσα, τοῦ ἔλεγε ὁ Ἑβραῖος, θὰ σοῦ τὸ δώσω πιὸ φθηνό». Κατέβαζε τὰ τόπια, τὰ ἄνοιγε, τὰ ἅπλωνε. Ζαλίστηκε στὸ τέλος ὁ καημένος. Εἶχε καὶ λίγο φιλότιμο, σοῦ λέει «τώρα τὰ κατέβασε τὰ τόπια, τὰ ἅπλωσε...», καὶ δῆθεν «γιὰ τὰ παιδιά του πιὸ φθηνό», ἔδωσε τὰ χρήματα ποὺ εἶχε πάρει ἀπὸ τὴν Τράπεζα καὶ ἀγόρασε ἕνα τόπι πανί, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἦταν χωνεμένο! Μὰ καὶ ἕνα τόπι πανὶ τί νὰ τὸ κάνη; Καὶ ἕνας πλούσιος δὲν ἔπαιρνε ἕνα τόπι πανί· ἔπαιρνε ὅσο τοῦ χρειαζόταν. Τελικὰ γύρισε στὸ σπίτι μὲ ἕνα τόπι σάπιο ὕφασμα! «Ποῦ εἶναι τὸ ἄλογο;», τὸν ρωτᾶν. «Ἔφερα ὕφασμα γιὰ τὰ παιδιά!», λέει. Ἀλλὰ τί νὰ τὸ κάνουν τόσο ὕφασμα; Χρεώθηκε ἐν τῷ μεταξὺ στὴν Τράπεζα, καὶ ἄλογο δὲν πῆρε παρὰ ἕνα τόπι πανὶ χωνεμένο. Ἄντε πάλι νὰ πηγαίνη νὰ σκάβη μὲ τὴν τσάπα στὰ χωράφια, νὰ δυσκολεύεται, γιὰ νὰ ξεχρεώση τὸ δάνειο! Ἂν ἀγόραζε ἄλογο, θὰ ἐπέστρεφε καὶ καβάλα, θὰ ψώνιζε καὶ λίγα πράγματα γιὰ τὸ σπίτι του καὶ δὲν θὰ σκοτωνόταν νὰ σκάβη μὲ τὴν τσάπα! Ἀλλὰ γιὰ νὰ χαζεύη στὰ μαγαζιὰ τὰ ἑβραίικα, εἴδατε τί ἔπαθε; Ἔτσι κάνει καὶ ὁ διάβολος· σὰν τὸν πονηρὸ ἔμπορο σὲ τραβάει ἀπὸ ᾿δῶ, σὲ τραβάει ἀπὸ ᾿κεῖ, σοῦ βάζει τρικλοποδιές, καὶ τελικὰ σὲ καταφέρνει νὰ πᾶς ἐκεῖ ποὺ θέλει ἐκεῖνος. Γιὰ ἀλλοῦ ξεκινᾶς καὶ ἀλλοῦ καταλήγεις, ἂν δὲν προσέξης. Σὲ ξεγελάει καὶ χάνεις τὰ καλύτερα χρόνια σου.

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΠΑΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΒΟΗΘΗΘΗ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ


Ὁ διάβολος εἶναι τεχνίτης. Ἂν φέρη λ.χ. τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας σὲ ἕναν πνευματικὸ ἄνθρωπο ἕναν ἐλεεινὸ λογισμό, ἐκεῖνος θὰ τὸν καταλάβη, θὰ τιναχθῆ καὶ θὰ τὸν διώξη. Γι᾿ αὐτὸ τοῦ φέρνει ἕναν πνευματικὸ λογισμό. «Τὸ τάδε βιβλίο, τοῦ λέει, γράφει αὐτὸ γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία». Μετὰ θὰ τοῦ τραβήξη τὴν προσοχὴ λ.χ. στὸν πολυέλαιο. Θὰ ἀναρωτηθῆ ποιός ἄραγε νὰ τὸν ἔφτιαξε. Ἢ θὰ τοῦ θυμίση ἕναν ἄρρωστο ποὺ πρέπει νὰ πάη νὰ τὸν δῆ. «Ἄ! ἔμπνευση, λέει, τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας», ἐνῶ εἶναι ὁ διάβολος ποὺ μπαίνει ἐνδιάμεσος καὶ πιάνει ὁ ἄνθρωπος τὴν συζήτηση μὲ τὸν λογισμό του. Ὁπότε ἀκούει τὸν ἱερέα νὰ λέη «Μετὰ φόβου...» καὶ τότε καταλαβαίνει ὅτι τέλειωσε ἡ Θεία Λειτουργία καὶ ἐκεῖνος δὲν συμμετεῖχε καθόλου. Νά, καὶ ἐδῶ στὸν Ναό· πηγαίνει ἡ ἐκκλησάρισσα νὰ ἀνάψη τὰ κεριὰ στὸν πολυέλαιο καὶ ἔχω παρατηρήσει ὅτι καὶ μεγάλους ἀκόμη τοὺς ἀποσπᾶ ὁ πειρασμὸς ἐκεῖ πέρα καὶ χαζεύουν τὴν ἀδελφὴ πῶς ἀνάβει τὰ κεριά. Αὐτὸ εἶναι τελείως παιδικό. Μόνον τὰ μικρούτσικα παιδιὰ χαίρονται μὲ κάτι τέτοια καὶ λένε: «Τὰ ἄναψε!». Δηλαδή, αὐτὸ γιὰ τὰ μικρὰ παιδιὰ εἶναι δικαιολογημένο, ἀλλὰ γιὰ τοὺς μεγάλους; Ἤ, ἐνῶ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε τὶς κινήσεις τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ πειρασμὸς μπορεῖ νὰ βάλη ἐκείνη τὴν ἱερὴ ὥρα μιὰ ἀδελφὴ νὰ γυρίζη στὸ ἀναλόγιο τὰ φύλλα τοῦ βιβλίου, νὰ κάνη θόρυβο καὶ νὰ ἀποσπᾶ τοὺς ἄλλους. Ἀκοῦνε «κρὶτς–κρίτς», «τί γίνεται;» λένε, καὶ φεύγει ἔτσι ὁ νοῦς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ χαίρεται τὸ ταγκαλάκι. Γι' αὐτὸ νὰ προσέχουμε νὰ μὴ γινώμαστε ἐμεῖς αἰτία νὰ ἀποσπᾶται ἡ προσοχὴ τῶν ἄλλων τὴν ὥρα τῆς θείας λατρείας. Κάνουμε ζημιὰ στὸν κόσμο καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ἢ παρατηρῆστε σὲ καμμιὰ ἀνάγνωση. Ὅταν φθάνη ὁ ἀναγνώστης στὸ πιὸ ἱερὸ σημεῖο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι, τότε ἢ θὰ χτυπήση δυνατὰ ἀπὸ τὸν ἀέρα ἡ πόρτα ἢ θὰ βήξη κάποιος καὶ θὰ ἀποσπασθῆ ἡ προσοχή τους καὶ δὲν θὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἱερὸ σημεῖο. Ἔτσι κάνει τὴν δουλειά του τὸ ταγκαλάκι.

Ὤ, ἂν βλέπατε τὸν διάβολο πῶς κινεῖται! Δὲν τὸν ἔχετε δεῖ, γι' αὐτὸ δὲν καταλαβαίνετε μερικὰ πράγματα! Κάνει τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μὴ βοηθηθῆ ὁ ἄνθρωπος. Τὸ ἔχω παρατηρήσει στὸ Καλύβι, ὅταν συζητῶ. Μόλις φθάσω ἀκριβῶς στὸ σημεῖο ποὺ θέλω, στὸ πιὸ εὐαίσθητο, γιὰ νὰ βοηθήσω αὐτοὺς ποὺ μὲ ἀκοῦν, τότε ἢ κάποιος θόρυβος γίνεται ἢ ἔρχονται ἄλλοι καὶ διακόπτω. Τοὺς βάζει προηγουμένως ὁ διάβολος νὰ χαζεύουν ἀπέναντι τὴν Σκήτη ἢ νὰ βλέπουν κάτι, καὶ κανονίζει νὰ ἔρθουν στὸ πιὸ λεπτὸ σημεῖο τῆς συζητήσεως, γιὰ νὰ ἀλλάξω θέμα καὶ νὰ μὴν ὠφεληθοῦν. Γιατί, ὅταν ἀρχίση ἡ συζήτηση, ξέρει ὁ διάβολος ποῦ θὰ καταλήξη καί, ἐπειδὴ βλέπει ὅτι θὰ πάθη ζημιά, στέλνει κάποιον ἀκριβῶς στὸ πιὸ εὐαίσθητο σημεῖο, γιὰ νὰ μὲ διακόψη. «Ἔ, Πάτερ, ἀπὸ ποῦ νὰ μποῦμε;», φωνάζει. «Πάρτε λουκούμια καὶ νερὸ καὶ ἐλᾶτε ἀπὸ ᾿κεῖ», τοὺς λέω. Ἄλλοι μπαίνουν ἐκείνη τὴν στιγμὴ μέσα, ὁπότε μὲ διακόπτουν, γιατὶ πρέπει νὰ σηκωθῶ νὰ χαιρετήσω. Ἄλλοι ἔρχονται μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ πρέπει πάλι νὰ σηκωθῶ, ἀρχίζουν καὶ τὴν κουβέντα «ἀπὸ ποῦ εἶσαι κ.λπ.»... Ὁπότε εἶμαι ἀναγκασμένος νὰ ἀρχίσω πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ ξαναπῶ φέρ᾿ εἰπεῖν τὸ παράδειγμα ποὺ ἔλεγα. Μόλις προχωρῶ, φωνάζει ἀπὸ κάτω ἄλλος: «Ἔ, Πάτερ Παΐσιε, ποῦ μένεις; Ἀπὸ ᾿δῶ εἶναι ἡ πόρτα;». Ἄντε ξανὰ νὰ σηκωθῆς... Βρὲ τὸν πειρασμό! Ἕξι-ἑπτὰ φορὲς μιὰ μέρα μοῦ ἔκανε τὸ ἴδιο, μέχρι ποὺ ἀναγκάσθηκα καὶ ἔβαλα μερικούς... φρουρούς! «Ἐσὺ κάθησε ἐκεῖ καὶ κοίταζε νὰ μὴν ἔρθη κανένας ἀπὸ ᾿κεῖ. Ἐσὺ κάθησε ἐδῶ, μέχρι νὰ τελειώσω τὴν δουλειά μου». Ἕξι-ἑπτὰ φορὲς νὰ ἀρχίζης ὁλόκληρη ἱστορία, νὰ τοὺς φέρνης στὸ σημεῖο ποὺ θὰ βοηθηθοῦν, καὶ τὰ ταγκαλάκια πάλι νὰ δημιουργοῦν σκηνές!

Βρὲ τὸν πειρασμὸ τί κάνει! Γυρίζει τὸ κουμπὶ συνέχεια σὲ ἄλλη συχνότητα. Μόλις ὁ ἀγωνιζόμενος πάη νὰ συγκινηθῆ λίγο ἀπὸ κάτι, τάκ, τοῦ γυρίζει τὸ κουμπὶ ἀλλοῦ καὶ ξεχνιέται μὲ ἐκεῖνο. Θυμᾶται πάλι κάτι πνευματικό; Τάκ, τοῦ θυμίζει κάτι ἄλλο. Τὸν κάνει ὅλο τοῦμπες. Ὁ ἄνθρωπος, ἂν μάθη πῶς ἐργάζεται ὁ διάβολος, θὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ πολλὰ πράγματα.

Η ΦΤΕΡΟΥΓΑ ΤΗΣ ΘΕΛΗΣΕΩΣ

Ὁ κόσμος εὔκολα ἐπηρεάζεται καὶ πρὸς τὸ καλὸ καὶ πρὸς τὸ κακό. Πρὸς τὸ κακὸ ἐπηρεάζεται πιὸ εὔκολα, γιατὶ ἐκεῖ κανοναρχεῖ καὶ ὁ διάβολος. Πὲς σὲ ἕναν λ.χ. νὰ κόψη τὸ τσιγάρο, γιατὶ βλάπτει. Μόλις θὰ ἀποφασίση νὰ τὸ κόψη, θὰ πάη ὁ διάβολος καὶ θὰ τοῦ πῆ: «Ἐκεῖνο τὸ τσιγάρο ἔχει λιγώτερο φαρμάκι, τὸ ἄλλο ἔχει φίλτρο καὶ καθαρίζει... Κάπνισε ἀπὸ ᾿κεῖνα· δὲν θὰ σὲ βλάψουν». Θὰ τοῦ βρῆ δηλαδὴ μιὰ δικαιολογία, γιὰ νὰ μὴν τὸ κόψη· θὰ τοῦ βρῆ... μιὰ λύση! Γιατὶ ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ μᾶς βρῆ ἕνα σωρὸ δικαιολογίες. Καὶ ἐκεῖνο τὸ τσιγάρο ποὺ τοῦ προτείνει, μπορεῖ νὰ τὸν βλάψη ἀκόμη περισσότερο. Γι' αὐτὸ χρειάζεται νὰ ἔχουμε θέληση. Καὶ ἂν κανεὶς δὲν κόψη τὰ κουσούρια του, ὅταν εἶναι ἀκόμη νέος, μετὰ εἶναι δύσκολο νὰ τὰ κόψη, γιατί, ὅσο περνάει ἡ ἡλικία, ἐξασθενεῖ ἡ θέληση.

Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχη θέληση, δὲν μπορεῖ νὰ κάνη τίποτε. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος λέει: «Ἐν τῷ θέλειν καὶ τῷ μὴ θέλειν κεῖται τὸ πᾶν». Δηλαδὴ ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ ἂν θέλη ἢ ἂν δὲν θέλη ὁ ἄνθρωπος. Μεγάλη ὑπόθεση! Ὁ Θεὸς εἶναι φύσει ἀγαθὸς καὶ θέλει πάντοτε τὸ καλό μας. Χρειάζεται ὅμως νὰ θέλουμε καὶ ἐμεῖς. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος πετᾶ πνευματικὰ μὲ δυὸ φτεροῦγες· μὲ τὴν θέληση τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν θέληση τὴν δική του. Ὁ Θεὸς τὴν μιὰ φτερούγα – τὴν δική Του θέληση – μᾶς τὴν ἔχει κολλήσει μόνιμα στὸν ἕναν ὦμο μας. Ἀλλὰ γιὰ νὰ πετάξουμε πνευματικά, πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ κολλήσουμε στὸν ἄλλο ὦμο τὴν δική μας φτερούγα, τὴν ἀνθρώπινη θέληση. Ἅμα ὁ ἄνθρωπος ἔχη δυνατὴ θέληση, ἔχει τὴν φτερούγα τὴν ἀνθρώπινη, ποὺ ἰσορροπεῖ μὲ τὴν θεϊκὴ φτερούγα, ὁπότε πετάει. Ἐνῶ, ἂν ἡ θέλησή του εἶναι ἀτροφική, πάει νὰ πετάξη λίγο καὶ τουμπάρει. Ξαναπροσπαθεῖ λίγο, πάλι τούμπα!

Δὲν ἔχουμε πεῖ ὅτι ὅλα καλλιεργοῦνται; Θέληση ὑπάρχει σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, σὲ ἄλλους λίγη καὶ σὲ ἄλλους περισσότερη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη διάθεση νὰ ἀγωνισθῆ, προσεύχεται καὶ ζητᾶ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τοῦ αὐξήση τὴν θέληση, καὶ ὁ Θεὸς τὸν βοηθάει. Ὅταν δὲν κάνη προκοπὴ ὁ ἄνθρωπος, τότε νὰ ξέρη ὅτι ἢ δὲν βάζει καθόλου θέληση ἢ θὰ βάζη λίγη καὶ αὐτὴ θὰ εἶναι ἐξασθενημένη, ὁπότε καὶ αὐτὸ πάλι δὲν βοηθάει. Ἕνα πουλί, ἂς ὑποθέσουμε, ἔχει τὴν μία φτερούγα του γερή, ἀλλὰ παραμελεῖ τὴν ἄλλη· τῆς πέφτουν μερικὰ φτερὰ καὶ μετὰ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξη σωστά. Ἡ μία φτερούγα δουλεύει καλά, ἡ ἄλλη ὅμως εἶναι σὰν τὴν σπασμένη τσατσάρα. Τὴν κουνάει τὸ πουλί, ἀλλὰ μπαίνει ἀέρας ἐνδιάμεσα καὶ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξη καλά. Πετάει λίγο καὶ μετὰ κάνει τοῦμπες. Πρέπει νὰ ἔχη ἀκέραιη καὶ αὐτὴν τὴν φτερούγα, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ πετάη. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, θέλω νὰ πῶ, πρέπει νὰ προσέχη καὶ νὰ μὴν παραμελῆ τὴν ἀνθρώπινη θέληση, ἂν θέλη νὰ πετάη συνέχεια σωστά, πνευματικά. Γιατὶ τὸ ταγκαλάκι τί κάνει; Πάει σιγὰ-σιγὰ καὶ τραβάει ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φτερούγα πρῶτα κανένα μικρούτσικο φτερό, ὕστερα κανένα λίγο μεγαλύτερο, καὶ ἂν δὲν προσέξη ὁ ἄνθρωπος, τοῦ βγάζει καὶ ἕνα μεγάλο, ὁπότε πάει νὰ πετάξη καὶ δὲν μπορεῖ. Καὶ ἂν τυχὸν τοῦ τραβήξη μερικὰ φτερά, τότε, ὅταν πάη νὰ πετάξη, μπαίνει ἀέρας στὴν φτερούγα ποὺ τῆς λείπουν φτερὰ καὶ κάνει τοῦμπες. Ἡ θεϊκὴ φτερούγα εἶναι πάντα γεμάτη, συμπληρωμένη· δὲν τῆς λείπουν φτερά, γιατὶ ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ νὰ τὰ τραβήξη καὶ νὰ τὰ βγάλη· εἶναι θεϊκή. Νὰ προσέχη ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν ἀμελήση καὶ τοῦ βγάλη ὁ διάβολος κανένα φτερὸ ἀπὸ τὴν δική του φτερούγα. Ὅταν ἀρχίζη σιγὰ-σιγὰ λίγο ἡ τεμπελιά, λίγο ἡ ἀδιαφορία, ἐξασθενεῖ ἡ θέληση. Τί νὰ κάνη ὁ Θεός, ἂν δὲν θέλη ὁ ἄνθρωπος; Δὲν θέλει νὰ ἐπέμβη, γιατὶ σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀχρηστεύει ἔτσι ὁ ἄνθρωπος καὶ τὴν φτερούγα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὅμως ἔχη θέληση, ἔχη δηλαδὴ καὶ τὴν δική του φτερούγα ἀκέραιη, τότε θέλει ὁ Θεός, θέλει καὶ ὁ ἄνθρωπος, καὶ πετάει ὁ ἄνθρωπος.

Ἅμα δὲν προσέχη κανείς, τοῦ κλέβει τὸν κόπο του ὁ διάβολος· ἐνῶ, ἂν προσέχη καὶ παίρνη στὰ ζεστὰ τὸ θέμα τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς του, ἀγωνίζεται, προκόβει, καρποφορεῖ, τρέφεται πνευματικὰ καὶ χαίρεται ἀγγελικά.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΠΩΣ ΕΚΔΙΚΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ!

"Πώς εκδικούνται οι νεκροί"

Γράμμα του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς σε μια κυρία

Μου γράφεις πως κάτι σε αναστατώνει στον ύπνο. Τρία παιδιά εμφανίζονται μόλις κλείσεις τα μάτια και γελούν μαζί σου, σε κοροϊδεύουν, σε απειλούν και σε τρομάζουν. Πήγες, είπες, σε έξυπνους ανθρώπους και έψαχνες φάρμακο. Εκείνοι σου είπαν: «Δεν είναι τίποτα»! Εσύ τους είπες: «Αφού δεν είναι τίποτα διώξτε αυτό το τέρας από μένα! Μα, μπορεί να μην είναι τίποτα εκείνο που δεν μ’ αφήνει να ησυχάσω ήδη έξι μήνες»; Και εκείνοι σου απάντησαν: «Άλλαξε αέρα, πήγαινε σε χαρούμενες παρέες, να τρέφεσαι καλύτερα. Αυτό είναι απλή υποχονδρία».

Ξέρω, αδελφή, τέτοιους «έξυπνους». Αυτοί έπιασαν στο στόμα τους έτσι μερικές λέξεις όπως «υποχονδρία», «τηλεπάθεια», «αυθυποβολή», με τις οποίες προσπερνούν την αδιαμφισβήτητη πνευματική πραγματικότητα και σε καθημερινή βάση μιλούν στον αέρα, με ελαφρότητα και άγνοια σαν να μιλά το κρασί.

Εγώ πιστεύω ότι αυτά τα τρία παιδιά που εμφανίζονται είναι τα ίδια εκείνα τρία δικά σου παιδιά που εσύ κατά την προσωπική σου ομολογία νέκρωσες πριν ο λαμπερός ήλιος τα φιλήσει ζωντανά. Και αυτά τώρα σε εκδικούνται. Και η εκδίκηση των νεκρών είναι πολύ φρικαλέα!

Επειδή εσύ αυτοαποκαλείσαι διαβασμένη γυναίκα, θα σου μιλήσω από τα βιβλία. Από το βιβλία θα θυμηθείς τον Μάκβεθ ή πώς το πνεύμα ενός νεκρού ανθρώπου σκότωσε τον Άγγλο βασιλιά. Διάβασες οπωσδήποτε πως ο βασιλιάς Βλάδισλαβ, δολοφόνος του βασιλιά Βλαδίμηρου, δολοφονήθηκε από το πνεύμα του Βλαδίμηρου. Όμως ίσως διάβασες για την ακόλουθη περίπτωση. Ο Βυζαντινός βασιλιάς Κώνστας είχε αδελφό τον Θεοδόσιο, τον οποίο δεν αγαπούσε, επειδή φοβόταν να μην τον ρίξει από τον θρόνο. Γι’ αυτό ο Κώνστας ανάγκασε τον Θεοδόσιο να γίνει διάκονος. Αλλά ο φόβος δεν άφηνε τον βασιλιά ούτε τότε. Τελικά ο βασιλιάς αποφάσισε να εγκληματήσει. Κανόνισε ώστε να σκοτώσουν τον Θεοδόσιο. Όταν πέτυχε τον δόλιο σκοπό του ανέπνευσε η ψυχή του νομίζοντας ότι για πάντα ελευθερώθηκε από τον αντίπαλό του. Όμως ο αδαής δεν φαντάστηκε ότι οι νεκροί είναι πιο δυνατοί από τους ζωντανούς και ότι εκείνος που σκοτώνει αθώο άνθρωπο στην πραγματικότητα δεν νικά αλλά παραδίδει τα όπλα μπροστά στον νεκρό. Μετά από αυτό μια νύχτα ο δολοφονημένος διάκονος Θεοδόσιος εμφανίστηκε στον αδελφό του, τον βασιλιά, με ένα ποτήρι αίμα που άχνιζε και φώναξε με φοβερή φωνή: «Πιες αδελφέ»! Ο βασιλιάς αναπήδησε, ξεσήκωσε όλο το παλάτι όμως κανένας δεν ήξερε να του πει τίποτα. Μια άλλη νύχτα επαναλήφθηκε η ίδια σκηνή: Ο διάκονος με ένα ποτήρι αίμα και τη φρικτή κραυγή: «Πιες αδελφέ»! Ο βασιλιάς ξεσήκωσε όλη την Κωνσταντινούπολη, όμως όλοι τον χάζευαν όπως εσένα εκείνοι οι έξυπνοι που σε στέλνουν στον καθαρό αέρα και την καλύτερη κουζίνα. Πάλι μια νύχτα επαναλήφθηκε το ίδιο. Τελικά ο βασιλιάς Κώνστας βρέθηκε ξαφνικά ένα πρωί νεκρός στο κρεβάτι του.

Διαβάζεις την Αγία Γραφή; Εκεί έχουν ειπωθεί όλα, όλα έχουν εξηγηθεί, πώς και γιατί οι νεκροί εκδικούνται τους ζωντανούς. Διάβασε άλλη μια φορά για τον Κάιν ο οποίος λόγω της δολοφονίας του αδελφού του πουθενά και ποτέ δεν έβρισκε ειρήνη. Διάβασε πώς το πνεύμα του προσβεβλημένου Σαμουήλ εκδικείτο τον Σαούλ. Και πώς ο καημένος ο Δαβίδ φρικτά βασανιζόταν, χρόνια και χρόνια, λόγω της δολοφονίας του Ούριε. Και ακόμα θα βρεις χιλιάδες και χιλιάδες παρόμοιες περιπτώσεις από τον Κάιν έως εσένα. Και θα καταλάβεις τι σε βασανίζει και γιατί. Θα καταλάβεις ότι ο κόσμος των δολοφονημένων είναι πιο δυνατός από τους δολοφόνους τους και εκδικείται φοβερά.

Πρώτα κατάλαβε αυτό και κατανόησέ το. Ύστερα κάνε ό,τι μπορείς για τα σκοτωμένα παιδιά σου. Και ο ελεήμων Θεός, στον Οποίο δεν υπάρχουν νεκροί, θα σε συγχωρήσει και θα σου χαρίσει ειρήνη. Και όσο για όλα εκείνα που πρέπει να πράξεις ρώτησε την Εκκλησία. Οι ιερείς τα ξέρουν. Ο Θεός να σε ελεήσει!

Από το βιβλίο “Δρόμος χωρίς Θεό δεν αντέχεται.”, Ιεραποστολικές επιστολές Α’, εκδόσεις “Εν πλω”

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ!

ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

Πόση εὐλάβεια πρέπει νὰ ἔχουμε στὶς εἰκόνες! Ἕνας μοναχὸς ἑτοίμασε μιὰ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, γιὰ νὰ τὴν δώση εὐλογία σὲ κάποιον. Τὴν τύλιξε μὲ καλὸ χαρτὶ καὶ τὴν ἔβαλε σὲ ἕνα ντουλάπι, μέχρι νὰ τὴν δώση. Ἀλλά, χωρὶς νὰ τὸ προσέξη, τὴν ἔβαλε ἀνάποδα. Σὲ λίγο ἄρχισε νὰ ἀκούγεται μέσα στὸ δωμάτιο ἕνας κρότος. Κοίταζε ὁ μοναχὸς ἀπὸ ᾿δῶ-ἀπὸ ᾿κεῖ, γιὰ νὰ δῆ ἀπὸ ποῦ ἐρχόταν αὐτὸς ὁ κρότος. Ποῦ νὰ πάη ὁ νοῦς του ὅτι ἐρχόταν ἀπὸ τὸ ντουλάπι! Ὁ κρότος συνέχιζε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, «τὰκ-τὰκ-τάκ»· δὲν τὸν ἄφηνε νὰ ἡσυχάση. Τελικά, ὅταν πῆγε κοντὰ στὸ ντουλάπι, κατάλαβε ὅτι ὁ κρότος ἔβγαινε ἀπὸ ἐκεῖ. Τὸ ἀνοίγει καὶ βλέπει ὅτι ὁ κρότος ἔβγαινε ἀπὸ τὴν εἰκόνα. «Τί νὰ ἔχη ἡ εἰκόνα; λέει· γιά νὰ δῶ». Μόλις τὴν ξετύλιξε, εἶδε πὼς ἦταν ἀνάποδα. Τὴν ἔστησε ὄρθια καὶ ἀμέσως σταμάτησε ὁ κρότος.

Ὁ εὐλαβὴς ἰδιαίτερα εὐλαβεῖται τὶς εἰκόνες. Καὶ ὅταν λέμε «εὐλαβεῖται τὶς εἰκόνες», ἐννοοῦμε ὅτι εὐλαβεῖται τὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο. Ὅταν ἔχη κανεὶς μιὰ φωτογραφία τοῦ πατέρα του, τῆς μάνας του, τοῦ παπποῦ του, τῆς γιαγιᾶς του, τοῦ ἀδελφοῦ του, δὲν μπορεῖ νὰ τὴν σχίση ἢ νὰ τὴν πατήση, πόσο μᾶλλον μιὰ εἰκόνα! Οἱ Ἰεχωβάδες δὲν ἔχουν εἰκόνες. Τὴν τιμὴ ποὺ ἀποδίδουμε στὶς εἰκόνες τὴν θεωροῦν εἰδωλολατρία. Εἶπα σὲ ἕναν Ἰεχωβᾶ μιὰ φορά: «Ἐσεῖς δὲν ἔχετε φωτογραφίες στὰ σπίτια σας;». «Ἔχουμε», μοῦ λέει. «Ἔ, καλά, ἡ μάνα, ὅταν τὸ παιδί της λείπη μακριά, δὲν φιλάει τὴν φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ της;». «Τὴν φιλάει», μοῦ λέει. «Τὸ χαρτὶ φιλάει ἢ τὸ παιδί της;». «Τὸ παιδί της», μοῦ λέει. «Ἔ, ὅπως ἐκείνη, ὅταν φιλάη τὴν φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ της, τοῦ λέω, φιλάει τὸ παιδί της καὶ ὄχι τὸ χαρτί, ἔτσι καὶ ἐμεῖς τὸν Χριστὸ φιλοῦμε· δὲν φιλοῦμε τὸ χαρτὶ ἢ τὸ σανίδι».

Ὅταν ἀσπάζεται ὁ ἄνθρωπος μὲ εὐλάβεια καὶ θερμὴ ἀγάπη τὶς ἅγιες εἰκόνες, παίρνει τὰ χρώματα ἀπὸ αὐτὲς καὶ ζωγραφίζονται οἱ Ἅγιοι μέσα του. Οἱ Ἅγιοι χαίρονται, ὅταν ξεσηκώνωνται ἀπὸ τὰ χαρτιὰ ἢ ἀπὸ τὰ σανίδια καὶ τυπώνωνται στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ἀσπάζεται ὁ Χριστιανὸς μὲ εὐλάβεια τὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ ζητάη βοήθεια ἀπὸ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς Ἁγίους, μὲ τὸν ἀσπασμὸ ποὺ κάνει μὲ τὴν καρδιά του, ρουφάει μέσα στὴν καρδιά του ὄχι μόνον τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἢ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ καὶ τὸν Χριστὸ ὁλόκληρο ἢ τὴν Παναγία ἢ τὸν Ἅγιο, καὶ τοποθετοῦνται πιὰ στὸ Τέμπλο τοῦ Ναοῦ του. «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ ἄνθρωπος». Βλέπεις, καὶ κάθε Ἀκολουθία μὲ τὸν ἀσπασμὸ τῶν εἰκόνων ἀρχίζει καὶ μὲ τὸν ἀσπασμὸ τελειώνει. Ἐὰν τὸ καταλάβαιναν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι, πόση χαρὰ θὰ αἰσθάνονταν, πόση δύναμη θὰ ἔπαιρναν!

Ὅταν κανεὶς δὲν ἔχη εὐλάβεια καὶ ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, δὲν εἶναι ἄλαλα τὰ χείλη του; Καὶ ὁ εὐλαβής, ὅταν ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, εὔλαλα δὲν εἶναι τὰ χείλη του; Εἶναι μερικοὶ πού, ὅταν προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα, οὔτε κἂν ἀκουμποῦν στὴν εἰκόνα. Ἄλλοι ἀκουμποῦν μόνον τὰ χείλη τους στὴν εἰκόνα, ὅταν τὴν ἀσπάζωνται. Νά, ἔτσι (Ὁ Γέροντας ἀσπάσθηκε μιὰ εἰκόνα, χωρὶς νὰ ἀκουσθῆ ὁ ἀσπασμός).
Τότε «ἄλαλα» εἶναι τὰ χείλη. Ἐνῶ ὁ εὐλαβὴς ἀσπάζεται τὴν εἰκόνα καὶ ὁ ἀσπασμὸς ἀκούγεται. Τότε τὰ χείλη εἶναι «εὔλαλα». Δὲν εἶναι ὅτι καταριοῦνται, ὅταν λένε «ἄλαλα»,  ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ χείλη εἶναι ἄλαλα καὶ τὰ ἄλλα εἶναι εὔλαλα. Ὅταν βλέπουμε τὶς ἅγιες εἰκόνες, πρέπει νὰ ξεχειλίζη ἡ καρδιά μας ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ πέφτουμε νὰ τὶς προσκυνοῦμε καὶ νὰ τὶς ἀσπαζώμαστε μὲ πολλὴ εὐλάβεια. Νὰ βλέπατε ἕνα εὐλαβικὸ γεροντάκι στὴν Μονὴ Φιλοθέου, ὁ γερο–Σάββας, μὲ πόση εὐλάβεια, μὲ πόση καρδιὰ ἀσπαζόταν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης! Σ᾿ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἐπειδὴ οἱ Πατέρες τὴν ἀσπάζονταν στὸ ἴδιο σημεῖο, ἔχει σχηματισθῆ ἕνα γρομπαλάκι!

Ἡ εἰκόνα ποὺ ἁγιογραφεῖται μὲ εὐλάβεια ρουφάει ἀπὸ τὸν εὐλαβῆ ἁγιογράφο τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μεταδίδει στοὺς ἀνθρώπους παρηγοριὰ αἰώνια. Ὁ ἁγιογράφος ζωγραφίζεται, μεταφράζεται στὴν εἰκόνα ποὺ φτιάχνει· γι᾿ αὐτὸ παίζει μεγάλο ρόλο ἡ ψυχική του κατάσταση. Μοῦ ἔλεγε ὁ Παπα-Τύχων: «Ἐγώ, παιντί μου, ὅταν ζωγραφίζω ἐπιτάφια, ψάλλω "Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καφελών..."». Ἔψαλλε καὶ ἔκλαιγε συνέχεια καὶ τὰ δάκρυά του ἔπεφταν πάνω στὴν εἰκόνα. Μιὰ τέτοια εἰκόνα κάνει ἕνα αἰώνιο κήρυγμα στὸν κόσμο. Οἱ εἰκόνες αἰῶνες κηρύττουν–κηρύττουν. Ρίχνει λ.χ. ἕνας πονεμένος ἕνα βλέμμα στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἢ τῆς Παναγίας καὶ παίρνει παρηγοριά.

Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ εὐλάβεια. Βλέπεις, ἄλλος ἀκουμπᾶ στὸν τοῖχο ποὺ ἀκούμπησε ἡ εἰκόνα καὶ παίρνει Χάρη, καὶ ἄλλος μπορεῖ νὰ ἔχη τὴν καλύτερη εἰκόνα, ἀλλά, ἐπειδὴ δὲν ἔχει εὐλάβεια, δὲν ὠφελεῖται. Ἢ ἕνας μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ ἀπὸ ἕναν ἁπλὸ σταυρό, καὶ ἄλλος νὰ μὴ βοηθηθῆ ἀπὸ τὸν Τίμιο Σταυρό, ὅταν δὲν ἔχη εὐλάβεια.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΜΑΘΕ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ Ο ΘΕΟΣ ΞΕΡΕΙ ΤΙ ΚΑΝΕΙ!

Μάθε να περιμένεις, ο Θεός ξέρει τι κάνει.

ΚΑΝΕ ΘΕΕ ΜΟΥ ΝΑ ΕΧΕΙΣ ΓΕΜΑΤΟ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!

Κάνε Θεέ μου να έχεις γεμάτο με υγεία και αγάπη όλο τον κόσμο.

ΤΟ ΤΙ ΣΤΑΥΡΟ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ, ΜΟΝΟ Ο ΕΑΥΤΟΣ ΤΟΥ ΤΟ ΞΕΡΕΙ!

Το τι σταυρό κουβαλάει ο καθένας, μόνο ο εαυτός του το ξέρει. Για αυτό μην κρίνεις ποτέ τον άλλον γιατί θα κριθείς.

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

ΟΤΑΝ ΕΧΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟ ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΟΥ!

Όταν έχεις τον Θεό δίπλα σου, δεν έχει καμμιά σημασία ποιος είναι εναντίον σου.

ΟΤΑΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΝΑ ΛΕΜΕ ΠΑΝΤΑ "ΠΡΩΤΑ Ο ΘΕΟΣ"!

Όταν κάνουμε σχέδια για το μέλλον να λέμε πάντα «πρώτα ο Θεός». Αν δεν θέλει Εκείνος ποτέ και τίποτα δεν γίνεται πραγματικότητα. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε… Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια ο Θεός γελάει.