Γιατί τα
θρησκευτικά;
Του
Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, θεολόγου
Είχαμε
ασχοληθεί, στο παρελθόν με το μάθημα των θρησκευτικών και τη θέση του στην
εθνική μας εκπαίδευση. Ο πρόσφατος όμως θόρυβος για τις απαλλαγές των μαθητών
και το χαρακτήρα του μαθήματος, μας αναγκάζει να επανέλθουμε στο θέμα και να
επισημαίνουμε συντόμως τα εξής:
Ο
καθηγητής της φιλοσοφίας και Ακαδημαϊκός Ιω. Θεοδωρακόπουλος τονίζει πως χωρίς
αυτή την πνευματική υποδομή, που δίνει η παιδεία, «δεν είναι δυνατή ούτε η
ανάπτυξη της Βιομηχανίας, ούτε της Γεωργίας… Ο άνθρωπος για να εξουσιάσει ό,τι
είναι γύρω του, χωρίς να φθάσει στην υπεροψία και στην ύβριν, πρέπει πρώτα να
εξουσιάσει τον εαυτό του». Σχετική είναι και η τοποθέτηση του Ντοστογιέφσκι επί
του θέματος. Επισημαίνει πως «το μυστικό της ανθρώπινης ύπαρξης δεν είναι να
ζει μονάχα, αλλά να ξέρει ποιος είναι ο σκοπός της ζωής». Γιατί αλλιώς,
συνεχίζει, «θ’ αρνηθεί να ζει και θα προτιμήσει να αυτοκαταστραφεί κι ας
βρίσκονται ολόγυρα του όλο ψωμιά». Τα θρησκευτικά λέει ο ψυχίατρος Α. Ασπιώτης
είναι «ένα κεφάλαιο δια την αγωγήν», το οποίο «ελάχιστα έχει αξιοποιηθεί ή
μάλλον δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί».
2. Είναι αναγκαία η διδασκαλία των θρησκευτικών, επειδή αποβλέπει στην καλλιέργεια και ανάπτυξη της θρησκευτικής λειτουργίας του ανθρώπου, που είναι βασικό στοιχείο της εσώτερης φύσης του. Δεν μπορεί η παιδεία να την αγνοήσει. «Η παραμέληση της θρησκευτικής αγωγής, γράφει ο φιλόσοφος και παιδαγωγός Κ. Γεωργούλης, είναι σφάλμα που θα έχει επιζήμια επακόλουθα». Το δείχνει η καταστρεπτική δράση των επικίνδυνων αιρέσεων, των παραθρησκευτικών οργανώσεων, των σατανιστών κ.ά., που φάνηκε κατά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τέως πρύτανη Γ. Μπαμπινιώτη όταν το σχολείο έχασε «τον ανθρωποπλαστικό και καθαρώς παιδαγωγικό σκοπό του, για να περάσει από σχολείο αρχών σε σχολείο γνώσεων και σε προπαρασκευαστικό – φροντιστηριακό ρόλο». Ο καθηγητής της Κοινωνιολογίας Ν. Μουζέλης αποφαίνεται: «Η ιδέα πως για τους Έλληνες που δεν πιστεύουν το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να είναι προαιρετικό, είναι τόσο απαράδεκτο, όσο η αντίληψη πως οι μαθητές με αναρχικά πολιτικά φρονήματα… δεν πρέπει να υποχρεούνται να μελετήσουν τη συγκρότηση και εξέλιξη του ελληνικού κράτους - έθνους». Το επιχείρημα θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλα μαθήματα (όπως της απαλλαγής από τη μουσική των παράφωνων μαθητών, από τη γυμναστική όσων δεν επιθυμούν να αθλούνται, από τη βιολογία όσων δεν θέλουν να διδάσκεται η θεωρία της εξελίξεως, από την ιστορία και τη γεωγραφία των μεταναστών από τα γειτονικά μας κράτη που διεκδικούν ελληνικά εδάφη και οικειοποιούνται ιστορικά και πολιτιστικά μας στοιχεία κ.ά.). Ιδού τα αποτελέσματα των αξιώσεων για την απαλλαγή από τα θρησκευτικά με απλή δήλωση, χωρίς νόμιμους λόγους. Παντού οι νέοι διδάσκονται την πίστη της κοινότητάς τους. Γιατί τάχα πρέπει να αποτελέσουν εξαίρεση τα ελληνόπουλα; Ο Η. voh Hentig τονίζει πως «η γενική μόρφωση ακόμη και ενός αθέου στον κόσμο μας δεν μπορεί να είναι «γενική», εάν δεν περιλαμβάνει τη θρησκεία», που αναφέρεται στις βαθύτερες ρίζες της ανθρώπινης φύσης.
1. Το μάθημα των
θρησκευτικών το επιβάλλει ο γενικός σκοπός της αγωγής, που αποβλέπει στην
ανάπτυξη όλων των ψυχικών και σωματικών δυνάμεων και δεξιοτήτων του ανθρώπου,
για να καταστεί άρτια και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Με άλλα λόγια η
εκπαίδευση δεν αποβλέπει στο να λύσει το πρόβλημα της επιβίωσης, αλλά στη συστηματική
ανάπτυξη όλων των ψυχικών και πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου.
2. Είναι αναγκαία η διδασκαλία των θρησκευτικών, επειδή αποβλέπει στην καλλιέργεια και ανάπτυξη της θρησκευτικής λειτουργίας του ανθρώπου, που είναι βασικό στοιχείο της εσώτερης φύσης του. Δεν μπορεί η παιδεία να την αγνοήσει. «Η παραμέληση της θρησκευτικής αγωγής, γράφει ο φιλόσοφος και παιδαγωγός Κ. Γεωργούλης, είναι σφάλμα που θα έχει επιζήμια επακόλουθα». Το δείχνει η καταστρεπτική δράση των επικίνδυνων αιρέσεων, των παραθρησκευτικών οργανώσεων, των σατανιστών κ.ά., που φάνηκε κατά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τέως πρύτανη Γ. Μπαμπινιώτη όταν το σχολείο έχασε «τον ανθρωποπλαστικό και καθαρώς παιδαγωγικό σκοπό του, για να περάσει από σχολείο αρχών σε σχολείο γνώσεων και σε προπαρασκευαστικό – φροντιστηριακό ρόλο». Ο καθηγητής της Κοινωνιολογίας Ν. Μουζέλης αποφαίνεται: «Η ιδέα πως για τους Έλληνες που δεν πιστεύουν το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να είναι προαιρετικό, είναι τόσο απαράδεκτο, όσο η αντίληψη πως οι μαθητές με αναρχικά πολιτικά φρονήματα… δεν πρέπει να υποχρεούνται να μελετήσουν τη συγκρότηση και εξέλιξη του ελληνικού κράτους - έθνους». Το επιχείρημα θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλα μαθήματα (όπως της απαλλαγής από τη μουσική των παράφωνων μαθητών, από τη γυμναστική όσων δεν επιθυμούν να αθλούνται, από τη βιολογία όσων δεν θέλουν να διδάσκεται η θεωρία της εξελίξεως, από την ιστορία και τη γεωγραφία των μεταναστών από τα γειτονικά μας κράτη που διεκδικούν ελληνικά εδάφη και οικειοποιούνται ιστορικά και πολιτιστικά μας στοιχεία κ.ά.). Ιδού τα αποτελέσματα των αξιώσεων για την απαλλαγή από τα θρησκευτικά με απλή δήλωση, χωρίς νόμιμους λόγους. Παντού οι νέοι διδάσκονται την πίστη της κοινότητάς τους. Γιατί τάχα πρέπει να αποτελέσουν εξαίρεση τα ελληνόπουλα; Ο Η. voh Hentig τονίζει πως «η γενική μόρφωση ακόμη και ενός αθέου στον κόσμο μας δεν μπορεί να είναι «γενική», εάν δεν περιλαμβάνει τη θρησκεία», που αναφέρεται στις βαθύτερες ρίζες της ανθρώπινης φύσης.
3. Η διδασκαλία των
θρησκευτικών επιβάλλεται σήμερα λόγω των πολλών αρνητικών ερεθισμάτων που
δέχονται οι νέοι και της αύξησης της παραβατικής συμπεριφοράς των. Αυξάνει η
βία, το έγκλημα, η διάδοση των ναρκωτικών και το πολυειδές κακό. Μόνη
ανασχετική δύναμη σ’ αυτό είναι κατά γενική ομολογία παιδαγωγών, φιλοσόφων,
ψυχιάτρων, εγκληματολόγων και άλλων επιστημόνων η πνευματική και ηθική
υποστήριξη των νέων και η σύνδεσή τους με το Χριστό και την Εκκλησία. Είναι
αξιοσημείωτη στο σημείο αυτό η επισήμανση του άλλοτε Καγκελλάριου της Γερμανίας
Helmut Chol, την οποία έκανε στις αρχές Νοεμβρίου του 1977, πως το θρησκευτικό
μάθημα υπό μορφήν καταχητικήν πρέπει να διατηρηθεί οπωσδήποτε στα σχολεία της
Γερμανίας. Και συμπλήρωσε πως το μάθημα αυτό «δεν αποτελεί προνόμιο που έχουν
οι Εκκλησίες στη Γερμανία, αλλά αναγκαία κρατική υπόθεση».
4. Το μάθημα των
θρησκευτικών προσφέρει στους νέους τον άφθαστο πνευματικό πλούτο της Αγίας
Γραφής, που την παιδευτική του αξία αναγνώρισαν τα πιο μεγάλα πνεύματα της
ανθρωπότητος. Ακόμη και οι «πατριάρχες» της απιστίας. Ο Γάλλος εγκυκλοπαιδιστής
Ντιντερό, κυριότερος εκπρόσωπος του υλισμού στην εποχή του, εξομολογήθηκε στον
ακαδημαϊκό Μποζέ, όταν τον είδε να διδάσκει στην κόρη του την Αγία Γραφή: «Αυτή
τη στιγμή, είπε, είμαι πατέρας. Δεν ευρήκα σαν πατέρας τίποτε καλλίτερο δια να
διδάξω την κόρη μου».
Η Αγία Γραφή έχει
αναγεννητική δύναμη. Είναι το βιβλίο που προκάλεσε τις μεγαλύτερες ηθικές
επαναστάσεις. Με τη μελέτη της πρώην άσωτοι έγιναν πρότυπα και υποδείγματα
ζωής. Και λαοί ολόκληροι εκπολιτίσθηκαν. Για την ανάγκη διδασκαλίας της στα
σχολεία ο κορυφαίος Ιταλός διανοούμενος Ουμπέρτο Εκο γράφει: «…ζούμε σε μια
δυτική χώρα, που όλες οι πτυχές της κουλτούρας μας (ακόμη και ο μαρξισμός)
επηρεάστηκαν από την κουλτούρα που εκφράζει η Βίβλος…Γιατί τα παιδιά θα πρέπει
να ξέρουν τα πάντα για τους Θεούς του Ομήρου κι ελάχιστα για τον Μωυσή; Γιατί
θα πρέπει να ξέρουν τη «θεία Κωμωδία» κι όχι το «Άσμα των Ασμάτων»; (κι ας μην
ξεχνάμε ότι, αν αγνοούμε το «Άσμα των Ασμάτων», δεν μπορούμε να κατανοήσουμε
τον Δάντη)…»
5. Το μάθημα των
θρησκευτικών αποτελεί κατά τον καθηγητή π. Γεώργιο Μεταλληνό «κλειδί
ερμηνευτικής προσέγγισης του πολιτισμού μας». Αισθητικά του φανερώματα είναι οι
ναοί, τα εξωκλήσια, τα μοναστήρια, τα προσκυνητάρια, οι βυζαντινές εικόνες, οι
ύμνοι κ.ά. Μπορούν να μείνουν όλα αυτά έξω από την αγωγή; Ή μήπως μπορούμε να
αγνοούμε και να παραθεωρούμε τις μεγάλες μορφές των Πατέρων της Εκκλησίας, των
γιγάντων αυτών κατά κοινή ομολογία του πνεύματος και μυσταγωγών της παιδείας,
που εμβολίασαν τον αρχαίο ελληνικό κόσμο με τη χριστιανική πίστη και το
Ευαγγέλιο και εμφύσησαν νέα πνοή στον Ελληνισμό; Τα αθάνατα συγγράμματά τους
θαυμάζονται ακόμη και σήμερα, ύστερα από τόσους αιώνες, από κορυφαίους
φιλοσόφους, παιδαγωγούς, κοινωνιολόγους και άλλους επιστήμονες. Επιτρέπεται να
τα αγνοούν οι νέοι μας;
6. Ζητείται να
αντικατασταθεί το ορθόδοξο θρησκευτικό μάθημα από μια άχρωμη θρησκειολογία και
να αφεθούν οι νέοι μας κατά τον καθηγητή των παιδαγωγικών Ιω. Μαρκαντώνη στην
πιο κρίσιμη φάση της ζωής τους απληροφόρητοι, έρμαια της κοινωνικής ανομίας,
εκτεθειμένοι σε ξένες επιρροές. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής και τ. πρύτανης Γ.
Μπαμπινιώτης είναι δυνατό να επιτευχθεί ανάπτυξη ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως
όπως την ορίζει το Σύνταγμα και οι Νόμοι, μέσα από ένα αόριστο θρησκειολογικό
μάθημα; Και συνεχίζει διερωτώμενος: «Ο μαθητής είναι ώριμος στα 12 ή 15 του
χρόνια να παρακάμψει τη συνταγματική επιταγή για την ανάλογη πνευματική και
ηθική του συγκρότηση; Ή μήπως ένας γονιός, άθεος ο ίδιος εκ πεποιθήσεως, μπορεί
να προαποφασίσει για το παιδί του να γίνει άθεο κι αυτό; Έχει αυτό το
δικαίωμα;».
Κλείνοντας το παρόν
σύντομο σημείωμα μας, έχουμε να συστήσουμε σε όσους αντιτίθενται στην
θρησκευτική και ειδικότερα στην ορθόδοξη χριστιανική διαπαιδαγώγηση να δουν τι
γίνεται σήμερα στις χώρες όπου επικράτησε ο λεγόμενος υπαρκτός σοσιαλισμός. Ας
μελετήσουν τη δήλωση του ηγέτη του κομμουνιστικού κόμματος Ρωσίας Γκενάντι
Ζιουγκάνοφ ότι οι αξίες του Κ.Κ.Ρ. σήμερα «απορρέουν από τις αξίες και ιδέες
της Ορθοδοξίας. Ο ιδεολογικός μας αρχηγός είναι ο Ιησούς Χριστός». Και ας
σταματήσουν την πολεμική του μαθήματος. Ας σεβαστούμε την παράδοση και τον
πολιτισμό μας. Ιδίως δε τη νέα γενιά, που δεν της ετοιμάσαμε ένα καλό μέλλον.
Πολλά χάσαμε λόγω της κρίσης χάσαμε και χάνουμε συνεχώς στη χώρα μας. Ας μη
χάσουμε τον πολιτισμό και την ψυχή μας.