ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΠΟΛΛΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Παλιά, γιὰ νὰ κάνη
κάτι κανείς, ἂν ἦταν κοσμικὸς ἄνθρωπος, θὰ σκεφτόταν. Ἂν ἦταν πνευματικὸς
ἄνθρωπος, θὰ σκεφτόταν καὶ θὰ προσευχόταν. Στὴν ἐποχή μας ἀκόμη καὶ
«πνευματικοὶ» ἄνθρωποι ὄχι μόνο δὲν προσεύχονται, ἀλλὰ οὔτε σκέφτονται. Καὶ
μάλιστα, συχνὰ πρόκειται γιὰ σοβαρὰ θέματα, καὶ αὐτοὶ κάνουν πρόβες μὲ τὸν
κόσμο. Σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις, πρὶν ἐνεργήσουμε, νὰ λέμε: «Σκέφθηκα γι᾿ αὐτό;
Προσευχήθηκα γι᾿ αὐτό;». Ὅταν κανεὶς ἐνεργῆ, χωρὶς νὰ σκεφθῆ καὶ χωρὶς νὰ
προσευχηθῆ, ἐνεργεῖ σατανικά. Καὶ βλέπεις, συχνὰ πολλοὶ Χριστιανοὶ μὲ τὸν τρόπο
ποὺ ἐνεργοῦν, δὲν ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβη. Νομίζουν ὅτι αὐτοὶ θὰ τὰ
καταφέρουν ὅλα μόνοι τους. Ἐνῶ ἀκόμη καὶ ὁ ἄπιστος λέει «ἔχει ὁ Θεός», αὐτοὶ
δὲν τὸ λένε. Τὰ βάζει λ.χ. κάποιος μὲ τὸν καρνάβαλο, ἐνῶ μπορεῖ νὰ κάνη
προσευχὴ καὶ νὰ ρίξη ὁ Θεὸς τέτοιο χαλάζι, ποὺ νὰ σκορπίσουν ὅλοι καὶ νὰ
ματαιωθῆ κάθε ἐκδήλωση. Ἤ, ἂς ὑποθέσουμε, μερικοὶ κατηγοροῦν ἕναν δεσπότη καὶ
οἱ ἄλλοι καταφεύγουν στὸ Συμβούλιο Ἐπικρατείας. Ἀλλὰ οὔτε ἐκεῖ σταματοῦν.
Διαδηλώσεις, φασαρίες, ἄρθρα στὶς ἐφημερίδες... Συνέχεια ἀνθρώπινες προσπάθειες
καὶ δὲν ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ ἐνεργήση. Δὲν καταφεύγουν στὴν προσευχή, ὥστε νὰ
ἀπαντήση ὁ Θεὸς διὰ τῆς προσευχῆς. Μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν προσευχὴ
διορθώνονται ὅλα τὰ ἀδιόρθωτα.
Σήμερα ζοῦμε σὲ
χρόνια Ἀποκαλύψεως. Δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς Προφήτης γιὰ νὰ τὸ καταλάβη.
Τὰ πράγματα προχωροῦν τὰκ–τάκ. Τί μᾶς περιμένει δὲν ξέρουμε. Ὅλη αὐτὴ ἡ
κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ, τὸ δείχνει. Γι' αὐτό, γιὰ ἕναν λόγο παραπάνω τώρα,
πρέπει νὰ στηριχθοῦμε πιὸ πολὺ στὴν προσευχὴ καὶ νὰ πολεμήσουμε τὸ κακὸ μὲ τὴν
προσευχή. Ἡ μόνη λύση αὐτὴ εἶναι. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ λυπηθῆ τὰ πλάσματά
Του – ἂν καὶ δὲν εἴμαστε γιὰ νὰ μᾶς λυπηθῆ. Δὲν θὰ βρεθῆ ἄκρη. Καθένας ὅ,τι τοῦ
λέει ὁ λογισμὸς θὰ κάνη. Θὰ γίνη αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς: «Θὰ περπατᾶς
ὥρα, γιὰ νὰ βρῆς ἄνθρωπο· καὶ ὅσοι ζήσουν, θὰ τρῶνε μὲ χρυσὰ κουτάλια». Μερικοὶ
βέβαια ἔχουν τὸν λογισμό: «Ἀφοῦ οἱ προφητεῖες θὰ ἐκπληρωθοῦν ὁπωσδήποτε, τί θὰ
ὠφελήση ἡ προσευχή;». Ὁ Θεὸς βλέπει ὅτι ἔτσι θὰ ἐξελιχθοῦν τὰ πράγματα, ἀλλὰ
ἐμεῖς κάνουμε προσευχή, γιὰ νὰ εἶναι πιὸ ἀνώδυνο ἕνα κακὸ καὶ νὰ μὴν πάρη
ἔκταση. Γι' αὐτὸ λέει καὶ στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς θὰ κολοβωθοῦν οἱ
ἡμέρες. Σὲ ἕναν πόλεμο λ.χ. μὲ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς γίνεται ἕνα θαῦμα,
σώζονται περισσότεροι, ὑπάρχουν λιγώτερα θύματα, ὁπότε βοηθιοῦνται πνευματικὰ
οἱ ἄνθρωποι, πιστεύουν καὶ ἀλλοιώνονται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια.
Τὰ πράγματα εἶναι
σοβαρά. Καὶ μέχρι τώρα ποὺ δὲν τινάχθηκε ὁ κόσμος στὸν ἀέρα, θαῦμα εἶναι. Ὁ
Θεὸς νὰ βάλη τὸ χέρι Του, γιατὶ ὅλος ὁ κόσμος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τρία-τέσσερα ἄτομα.
Κρέμεται ἡ τύχη τοῦ κόσμου στὰ χέρια μερικῶν παλαβῶν. Λέει μιὰ παροιμία: «Τὰ
ἄλογα κλωτσοῦν καὶ τὰ κοτόπουλα ψοφοῦν». Ἔτσι εἶναι. Τὰ μεγάλα κράτη ὅταν
πιάνωνται, τὰ μικρὰ τὰ καημένα ἀδικοῦνται. Κλωτσιοῦνται τὰ μεγάλα καὶ
καταστρέφονται τὰ μικρά. Χρειάζεται πολλὴ προσευχή, πολλὴ προσευχή, γιὰ νὰ
φωτίση ὁ Θεὸς τοὺς μεγάλους, γιατί, ἂν θέλουν, μποροῦν νὰ καταστρέψουν τὸν
κόσμο. Ξέρει ὁ Θεὸς πολὺ εὔκολα καὶ σ' αὐτοὺς νὰ δώση λίγη φώτιση. Ἂν ὁ Θεὸς
φωτίση, βγάζει ἕνας μιὰ διαταγὴ καὶ ἀλλάζουν ὅλα.
ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Νὰ παρακαλοῦμε κατ'
ἀρχὰς ἡ προσευχή μας νὰ ἔχη ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἔρθουν σὲ θεοσέβεια ὅσοι ζοῦν καὶ
ὅσοι θὰ ζήσουν. Ἐγὼ στὴν προσευχή μου λέω «Παράτεινον τὸ ἔλεός Σου τοῖς
γινώσκουσί Σε» καὶ προσθέτω «καὶ τοῖς μὴ γινώσκουσί Σε». Ἀκόμη λέω
«Κύριε, σῶσον τοὺς ἀσεβεῖς». (Βέβαια ἡ Ἐκκλησία καλὰ κανόνισε νὰ λέη «Κύριε,
σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς...», γιατὶ μπορεῖ νὰ βρίζουν οἱ ἀσεβεῖς, ἐπειδὴ
προσεύχονται γι᾿ αὐτούς). Ὅταν πάλι ὁ ἱερεὺς λέη «Ὑπὲρ τῶν ἐντειλαμένων ἡμῖν
τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπὲρ αὐτῶν», προσθέτω καὶ «ὑπὲρ τῶν μὴ ἐντειλαμένων».
Γιατὶ πρέπει νὰ προσευχώμαστε καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ζήτησαν νὰ προσευχηθοῦμε,
ἀλλὰ καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν μᾶς ζήτησαν, καὶ γιὰ τοὺς γνωστοὺς καὶ γιὰ τοὺς
ἀγνώστους. Τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι ὑπάρχουν ποὺ ἔχουν μεγαλύτερη ἀνάγκη καὶ
σοβαρώτερα προβλήματα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ζήτησαν νὰ προσευχηθοῦμε. Νὰ κάνουμε
προσευχὴ καὶ γιὰ ὅσους ἔχουν ἀδικηθῆ, νὰ φανῆ τὸ δίκαιο· νὰ δοθῆ χάρη στοὺς
φυλακισμένους, νὰ πιάση τόπο ἡ ταλαιπωρία ποὺ πέρασαν καὶ νὰ βοηθηθοῦν.
Ὅταν βάζω ξύλα στὴν
φωτιά, δοξολογῶ τὸν Θεὸ καὶ λέω: «Ζέστανε, Θεέ μου, ὅσους δὲν ἔχουν ζεστασιά».
Ὅταν πάλι καίω τὰ γράμματα ποὺ μοῦ στέλνουν – τὰ διαβάζω καὶ μετὰ τὰ καίω,
γιατὶ ἔχουν καὶ θέματα ἀπόρρητα καὶ ἐξομολογήσεις –, λέω: «Νὰ τοὺς κάψη ὁ Θεὸς
ὅλα τὰ κουσούρια. Νὰ τοὺς βοηθάη νὰ ζοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ τοὺς ἁγιάζη». Ἀκόμη
συνηθίζω νὰ ζητῶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους νὰ προστατεύουν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φέρουν τὸ
ὄνομά τους καὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πάντες νὰ προστατεύουν αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν
προστάτη Ἅγιο.
Νὰ προσεύχεσαι γενικὰ
καὶ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον τοὺς πάσχοντας σωματικὰ καὶ ψυχικά». Σ᾿
αὐτὴν τὴν εὐχὴ περιλαμβάνονται καὶ οἱ κεκοιμημένοι. Ἂν σοῦ ἔρχεται στὸν νοῦ ἕνα
συγγενικό σου πρόσωπο, πὲς καὶ μιὰ εὐχὴ γι᾿ αὐτό, «... ἐλέησον τὸν δοῦλόν Σου
τάδε», καὶ πέρασε ἀμέσως στὴν γενικὴ εὐχὴ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, «... ἐλέησον τὸν
κόσμον Σου ἅπαντα». Μπορεῖς νὰ φέρνης στὸν νοῦ σου ἕναν συγκεκριμένο ἄνθρωπο
ποὺ ἔχει ἀνάγκη, νὰ προσεύχεσαι λίγο γι' αὐτὸν καὶ μετὰ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» καὶ νὰ πονᾶς γιὰ ὅλους, γιὰ νὰ μὴ φεύγη ἡ... ἁμαξοστοιχία
μὲ ἕναν ἐπιβάτη. Νὰ μὴ σκαλώνουμε σὲ ἕνα πρόσωπο καὶ μετὰ δὲν μποροῦμε νὰ
βοηθήσουμε μὲ τὴν προσευχὴ οὔτε τὸν ἑαυτό μας οὔτε τοὺς ἄλλους. Ὅταν
προσεύχεσαι λ.χ. γιὰ ἕναν καρκινοπαθῆ, νὰ προσεύχεσαι γιὰ ὅλους τοὺς
καρκινοπαθεῖς καὶ νὰ λὲς καὶ μιὰ εὐχὴ γιὰ τοὺς κεκοιμημένους. Ἢ βλέπεις ἕναν
δυστυχισμένο· νὰ πηγαίνη ἀμέσως ὁ νοῦς σου σὲ ὅλους τοὺς δυστυχισμένους καὶ νὰ
προσεύχεσαι γι' αὐτούς. Νά, θυμᾶμαι, μικρὸς εἶχα δεῖ ἕναν ζητιάνο ποὺ πέθανε
ἔξω ἀπὸ ἕνα τούρκικο σπίτι, δέκα μέτρα μακριὰ ἀπὸ τὸ δικό μας. Πέτρο τὸν
ἔλεγαν. Τὸν βρῆκε τὸ πρωὶ ἡ Τουρκάλα πεσμένον ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι της καὶ τὸν
σκουντοῦσε νὰ σηκωθῆ· τότε κατάλαβε ὅτι εἶχε πεθάνει. Ἀκόμη τὸν μνημονεύω.
Πόσοι τέτοιοι «Πέτροι» ὑπάρχουν στὸν κόσμο! Ὅταν πηγαίνη κανεὶς σὲ εἰδικὰ
θέματα καὶ σκέφτεται ὅτι ὑποφέρουν οἱ συνάνθρωποί μας, βοηθιέται, γιατὶ
κεντιέται ἡ καρδιά. Ἔτσι, μὲ πονεμένη καρδιὰ ἀπὸ τὰ εἰδικὰ θέματα πηγαίνει καὶ
στὰ γενικά, καὶ βοηθάει περισσότερο μὲ τὴν καρδιακὴ προσευχή.
Καλὰ εἶναι ὁ μοναχὸς
νὰ μοιράζη τὴν προσευχή του σὲ τρία μέρη: γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ ὅλο τὸν κόσμο
καὶ γιὰ τοὺς κεκοιμημένους. Ἂν καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, παρόλο ποὺ φαίνεται
δίκαιη ἡ μοιρασιά, πάλι γιὰ τὸν ἑαυτό του φροντίζει περισσότερο, γιατὶ ὁ ἑαυτός
του εἶναι ἕνας, ἐνῶ οἱ ζῶντες καὶ οἱ κεκοιμημένοι εἶναι δισεκατομμύρια.
Ὅταν μπῆ ἡ ἀγάπη, ὁ
πόνος, ἡ θυσία, μπαίνει ἕνα ἀνώτερο ἐνδιαφέρον καὶ ἡ καρδιὰ γλυκαίνεται. Ἔτσι
δὲν ξεχνάει κανεὶς τὴν εὐχὴ τὴν ὥρα τῆς ἐργασίας. Βοηθιέται τότε καὶ ὁ κόσμος
θετικά, βοηθιέται καὶ ὁ ἴδιος ποὺ προσεύχεται καὶ νιώθει πνευματικὴ χαρά. Νὰ
κάνης τὸ διακόνημά σου καὶ νὰ λὲς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», γιὰ νὰ
βοηθιοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Στὸ «ἐλέησον ἡμᾶς» συμπεριλαμβάνονται ὅλοι. Ἀκόμη
καὶ οἱ πέντε-ἕξι μεγάλοι – πόσοι εἶναι αὐτοὶ – ἀπὸ τοὺς ὁποίους κρέμεται ἡ τύχη
ὅλου τοῦ κόσμου. Νὰ δουλεύης καὶ νὰ εὔχεσαι γι' αὐτοὺς ποὺ δουλεύουν. Αὐτὴ ἡ
εὐχὴ πιάνει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται σωματικὰ καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται
πνευματικά. Γιατὶ εἶναι πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ δουλεύουν, καὶ μάλιστα δουλεύουν πολύ.
Ἄλλοι ἐργάζονται γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πολιτείας. Ἄλλοι ἐργάζονται
γιὰ τὸ κακό· ξενυχτοῦν μελετώντας πῶς νὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο. Ἄλλοι κάνουν
συνέδρια καὶ προσπαθοῦν νὰ βροῦν τρόπο νὰ ἐμποδίσουν τοὺς προηγούμενους νὰ
κάνουν κακό. Ἄλλοι πάλι δουλεύουν μερόνυχτα, ξενυχτοῦν, γιὰ νὰ βροῦν
λύσεις στὰ γενικὰ προβλήματα. Νὰ εὔχεσαι ὁ Θεὸς νὰ φωτίση καὶ τοὺς κακοὺς νὰ
κάνουν λιγώτερο κακὸ ἢ νὰ ἀποτρέψη τελείως τὸ κακό. Νὰ φωτίση καὶ τοὺς καλούς,
γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο. Νὰ εὔχεσαι καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ δουλέψουν
καὶ δὲν μποροῦν νὰ δουλέψουν, γιατὶ εἶναι ἄρρωστοι. Καὶ γιὰ τοὺς ὑγιεῖς ποὺ δὲν
βρίσκουν δουλειά, ἐνῶ ἔχουν ἀνάγκη. Νὰ σκέφτεσαι διάφορες περιπτώσεις καὶ νὰ
προσεύχεσαι γι' αὐτές. Ὅταν ὁ νοῦς πάη σὲ ὅλους αὐτούς, κεντιέται ἡ καρδιὰ ἀπὸ
τὸν πόνο καὶ ἡ εὐχὴ γίνεται καρδιακή. Τόσοι ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη στὴν διάρκεια
ὅλης τῆς ἡμέρας! Νὰ μὴ γίνεται σπατάλη στὸν χρόνο. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει
μεγάλη ἀνάγκη γιὰ προσευχὴ – ἄσχετα ἂν αὐτὸς νομίζη ὅτι ἔχει – προχωρεῖ κανεὶς
καὶ σκέφτεται ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔχουν μεγαλύτερη ἀνάγκη. Τότε βοηθιέται καὶ
αὐτὸς ποὺ νόμιζε ὅτι ἔχει ἀνάγκη, γιατὶ ἔγινε ἀφορμὴ νὰ προσευχηθῆ ὁ ἄλλος γιὰ
πολλούς.
ΒΟΗΘΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Γιὰ νὰ βοηθηθῆ δηλαδὴ
κανεὶς ἀπὸ τὴν προσευχὴ «δικαίου» ἀνθρώπου, χρειάζεται νὰ ἔχη καλὴ διάθεση. Ἡ
εὐχὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν καρδιὰ εἰσακούεται· πρέπει ὅμως καὶ ὁ ἄλλος νὰ εἶναι
δεκτικός. Ἀλλιῶς, ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται πρέπει νὰ ἔχη τὴν ἁγιότητα τοῦ
Μεγάλου Παϊσίου, γιὰ νὰ μπορέση νὰ τὸν βγάλη ἀπὸ τὴν κόλαση (1). Γι' αὐτὸ
κάνετε προσευχὴ πρῶτα γι' αὐτοὺς ποὺ ἔχουν διάθεση νὰ σωθοῦν.
Ἐγώ, ὅταν παρακαλῶ
τὸν Θεὸ γιὰ διάφορες περιπτώσεις, λέω: «Θεέ μου, νὰ εἶναι αἰσθητὴ ἡ βοήθειά
Σου, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ πνευματικά· ἂν δὲν εἶναι αἰσθητή, μὴ μᾶς
βοηθᾶς». Πολλοὶ οὔτε κἂν καταλαβαίνουν ἀπὸ τί μπόρες μᾶς γλυτώνει ὁ Θεὸς καὶ
οὔτε κἂν τὸ σκέφτονται, γιὰ νὰ δοξολογήσουν τὸν Θεό. Γι' αὐτὸ νὰ ζητᾶμε νὰ
βοηθᾶνε ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ εἶναι καὶ αἰσθητὴ ἡ
βοήθειά Τους, γιὰ νὰ ὠφελοῦνται οἱ ἄνθρωποι. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι κινδυνεύει
κάποιος νὰ πέση ἀπὸ τὴν σκαλωσιὰ καὶ οἰκονομάει ὁ Θεὸς νὰ σκαλώση κάπου, ποὺ
δὲν ἦταν νὰ σκαλώση, καὶ γλυτώνει. Ἢ πέφτει κάπου καὶ δὲν σακατεύεται. Ἢ
τρακάρει καὶ γλυτώνει. Νὰ εὐχηθοῦμε νὰ καταλάβη ὅτι ὁ Θεὸς τὸν βοήθησε καὶ
σώθηκε, γιὰ νὰ βοηθηθῆ πνευματικά. Κάποιος ἔπεσε ἀπὸ ἕνα γεφύρι κάτω καὶ
σώθηκε. «Κατέβηκες νὰ μετρήσης τὸ βάθος;», τοῦ λέω. Στὰ χέρια μᾶς κρατοῦν οἱ
Ἅγιοι. Ἕνα παιδὶ ποὺ τοῦ εἶχα δώσει ἕνα σταυρουδάκι, καθὼς ἔτρεχε μὲ τὸ
μοτοσακό, πέρασε πάνω ἀπὸ ἕνα ταξί, ἔκανε μιὰ τούμπα καὶ συνέχισε νὰ τρέχη στὸν
δρόμο, χωρὶς νὰ πάθη τίποτε. Πολλοὶ γλυτώνουν, ἀλλὰ λίγοι καταλαβαίνουν καὶ
διορθώνονται.
Κατ᾿ ἀρχάς, ἂν
ἐκεῖνος εἶχε καλὴ διάθεση, ἀλλὰ δὲν βοηθήθηκε, δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Καὶ
νὰ μὴν προσευχηθοῦν οἱ ἄλλοι, θὰ οἰκονομήση ὁ Θεὸς ἀργότερα νὰ βοηθηθῆ. Ἀλλά,
ἂν ὁ ἴδιος ζητήση ἐξ ἀρχῆς βοήθεια, θὰ ἐπέμβη ὁ Θεὸς νωρίτερα καὶ θὰ βοηθηθῆ
νωρίτερα· ἀλλιῶς θὰ βοηθηθῆ ἀργότερα. Μὲ τὴν προσευχὴ δίνουμε δικαίωμα στὸν Θεὸ
νὰ ἐπέμβη. Κανονικά, ἕνας ἄνθρωπος, ἂν ζητάη βοήθεια μὲ τὴν καρδιά του καὶ λέη
ταπεινὰ «εὔχου, Πάτερ, καὶ γιὰ μένα», σοῦ ραγίζει τὴν καρδιὰ καὶ δὲν μπορεῖς νὰ
τὸν ξεχάσης. Ἐνῶ, ἂν λέη τελείως ἐπιπόλαια «εὔχου, εὔχου, τράβα κανέναν κόμπο»,
σὰν νὰ λέη «γειὰ χαρά!», πῶς νὰ τὸν θυμηθῆς;
Ὅταν γίνεται προσευχὴ
καρδιακή, μὲ πόνο, γιὰ τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου, ὅσοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐκείνη
τὴν ὥρα βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, λαμβάνουν ἀμέσως βοήθεια. Ἔχω πολλὰ χειροπιαστὰ
παραδείγματα. Πρὶν ἀπὸ χρόνια, ἕνας ἄνθρωπος βαθιὰ ἀπελπισμένος πέρασε μέσα
στὴν σκοτοδίνη του τὰ σύνορα καὶ βρέθηκε στὸ Παραπέτασμα. Ἐκεῖ τὸν πέρασαν γιὰ
κατάσκοπο, τὸν συνέλαβαν, τὸν ταλαιπώρησαν καὶ τὸν φυλάκισαν. Μέσα στὴν φυλακὴ
προσευχόταν. Ἕνας γνωστός μου μοναχὸς ἔμαθε γιὰ τὸ κατάντημά του καὶ
προσευχήθηκε. «Θεέ μου, εἶπε, Σὲ παρακαλῶ, ἐλευθέρωσέ τον. Γιὰ Σένα εἶναι
εὔκολο αὐτὸ νὰ τὸ κάνης». Μετὰ τὴν φυλάκισή του τὸν κάλεσαν σὲ ἀπολογία. Μετὰ
τὴν ἀπολογία ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς βρέθηκε σὲ ἑλληνικὸ ἔδαφος. Ὅταν οἱ Ἕλληνες τοῦ
ἔκαναν ἀνακρίσεις, εἶπε: «Μὲ ἔδειραν, μὲ φυλάκισαν, μοῦ ζήτησαν ἀπολογία. Ἀπὸ
᾿κεῖ καὶ πέρα δὲν θυμᾶμαι τίποτε. Δὲν ξέρω, οὔτε κατάλαβα πῶς βρέθηκα στὸ
ἑλληνικὸ φυλάκιο». Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ κάμπτει τὸν
Θεό.
Καλὰ εἶναι ὁ...
ἀσύρματός μας νὰ δουλεύη συνέχεια, γιὰ νὰ προλαβαίνη ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ
ζητοῦν βοήθεια. Στὸν στρατό, στὶς Διαβιβάσεις, παρακολουθούσαμε τοὺς ξένους
σταθμούς, ἀλλὰ καὶ βοηθούσαμε τοὺς δικούς μας. Κάναμε τὸν ἐνδιάμεσο στοὺς
δικούς μας σταθμοὺς ποὺ ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸ κέντρο καὶ δὲν ἀκούγονταν· παίρναμε
τὰ σήματά τους καὶ τὰ διαβιβάζαμε. Ἤμασταν πάντοτε δύο ἄτομα καὶ κάναμε δύο
βάρδιες. Γιατί, ἂν ἦταν μόνον ἕνας, θὰ διέκοπτε καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ βοηθηθῆ
ὁ ἄλλος ποὺ ζητοῦσε βοήθεια, καὶ τὰ σήματά του δὲν θὰ ἔφθαναν στὸν προορισμό
τους. Ἕνας τέτοιος σταθμός, ὅταν δουλεύη συνέχεια, μπορεῖ νὰ βοηθάη αὐτοὺς ποὺ
τὰ σήματά τους δὲν φθάνουν στὴν μονάδα τους. Ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχει παρρησία
στὸν Θεὸ καὶ προσεύχεται γιὰ τὸν ἄλλον κάνει τὸν ἐνδιάμεσο στὸν ἄνθρωπο ποὺ
ζητᾶ βοήθεια καὶ στὸν Θεό. Ἂν ὁ ἕνας ὅμως ζητᾶ βοήθεια, καὶ ὁ ἄλλος ἔχη κλειστὸ
τὸν σταθμό του, δὲν προσεύχεται, τί γίνεται;
1) Στὸν βίο τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Μεγάλου ἀναφέρεται τὸ ἑξῆς
γεγονός: Ἕνας ἀμελὴς ὑποτακτικὸς ἔπεσε ἀπὸ παρακοὴ σὲ κάποια ἁμαρτία καὶ
πέθανε, χωρὶς νὰ μετανοήση. Ὁ Θεὸς ἀποκάλυψε στὸν Γέροντά του μετὰ ἀπὸ τὶς
ἐπίμονες δεήσεις του ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ ὑποτακτικοῦ του θὰ βασανίζεται στὸν Ἅδη
μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ὁπότε θὰ λάβη τὴν πρέπουσα ἀνταπόδοση. Ὁ Γέροντας
τότε κατέφυγε στὸν Ὅσιο Παΐσιο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ δεηθῆ καὶ ἐκεῖνος στὸν Θεὸ
γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ὑποτακτικοῦ του. Μετὰ ἀπὸ τὴν θερμὴ προσευχὴ τοῦ Ὁσίου, ὁ
Χριστὸς ἐλευθέρωσε τὴν ψυχὴ τοῦ ἀμετανόητου ὑποτακτικοῦ ἀπὸ τὸν Ἅδη.
Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΕΤΡΑΕΙ
Ἡ νηστεία, ἡ ἄσκηση,
εἶναι προϋποθέσεις. Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνη σωστὴ προσευχή, πρέπει νὰ πονάη κανεὶς γιὰ
τοὺς ἄλλους. Γιατὶ εἶναι καὶ τυπικὸ πολλῶν Χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς μας νὰ μὴ
θέλουν νὰ στενοχωρηθοῦν. Καὶ συνταξιοῦχοι ἀκόμη ποὺ ὅλη μέρα κάθονται, δὲν πᾶνε
νὰ πλησιάσουν ἕνα παιδὶ ἐγκαταλελειμμένο, γιατὶ αὐτὸ ἔχει φασαρία. Θὰ φᾶνε, θὰ
πιοῦν τὸν καφέ τους καὶ θὰ κάνουν ἕναν περίπατο, θὰ πᾶνε σὲ ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ
ἔχει νοσοκόμους, σὲ κάτι ὀργανωμένο, γιὰ νὰ δοῦν ἕναν ἄρρωστο, γιατὶ αὐτὸ εἶναι
πιὸ εὔκολο. Πάλι δηλαδὴ γιὰ νὰ εὐχαριστηθοῦν, ὁπότε ἀναπαύουν καὶ τὸν λογισμό
τους ὅτι ἔκαναν τὸ καθῆκον τους. Πόσους ἔχω στριμώξει νὰ βοηθήσουν κάτι
παιδάκια ἐγκαταλελειμμένα! Αὐτοὶ τίποτε.
Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἔκαναν
κάπου Λιτανεία γιὰ τὴν ἀνομβρία καί, ἀντὶ νὰ βρέξη, ἔπιασε πυρκαγιά! Δὲν
γίνεται ἡ Λιτανεία σὰν νὰ κάνουμε περίπατο. Θέλει νὰ πονέσουμε. Μπορεῖ νὰ
παραμείνη πειρασμὸς ἢ μιὰ δύσκολη κατάσταση, ἂν κάνουν καρδιακὴ προσευχὴ οἱ
καλόγεροι; Παρ᾿ ὅλα τὰ δύσκολα χρόνια βλέπω στὰ μοναστήρια νὰ ἐπικρατῆ ἕνα
πνεῦμα... Νὰ εἴμαστε χαρούμενοι! Ἐδῶ καίγεται ὁ κόσμος! Μᾶς ζητοῦν νὰ κάνουμε
μιὰ ἀγρυπνία, ἂς ὑποθέσουμε, γιὰ ἕναν ἄρρωστο, καὶ ψάλλουμε «Ἀνοίξαντός Σου τὴν
χεῖρα» καὶ χαιρόμαστε. Ἐμεῖς περνᾶμε εὐχάριστα τὴν ὥρα μας καὶ ὁ ἄλλος ἐν τῷ
μεταξὺ πεθαίνει. «Κάνουμε, λέει, ἀγρυπνία γιὰ τὸν ἄρρωστο». Τί ἀγρυπνία; Ἐσεῖς
κάνετε διασκέδαση. Αὐτὸ εἶναι πνευματικὴ διασκέδαση. Μερικὲς φορές, οὔτε ὅταν ὁ
ἱερέας λέη «Ὑπὲρ τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων», προσευχόμαστε γιὰ τὸν
ἄρρωστο. Θὰ βοηθούσαμε πιὸ θετικά, ἂν κάναμε καὶ λίγη εὐχὴ μὲ κομποσχοίνι. Δὲν
λέω νὰ καταργήσουμε τὶς πανηγυρικὲς ἀγρυπνίες ποὺ προβλέπει τὸ τυπικό, ἀλλὰ σὲ
τέτοιες περιπτώσεις νὰ διαθέτουμε καὶ λίγη ὥρα, γιὰ νὰ κάνουμε τοὐλάχιστον
ἕνα-δύο κομποσχοίνια λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον τὸν δοῦλόν σου».
Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ
ποιότητα τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι καρδιακή, νὰ γίνεται ἀπὸ
πόνο. Γιὰ τὸν Θεὸ δὲν μετράει τόσο ἡ ποσότητα τῆς προσευχῆς ὅσο ἡ ποιότητα. Ἡ
προσευχὴ ποὺ γίνεται στὰ μοναστήρια ἔχει ποσότητα, ἀλλὰ δὲν φθάνει αὐτό· πρέπει
νὰ ἔχη καὶ ποιότητα. Τόσες ὧρες προσευχὴ ποὺ γίνεται ἀπὸ τόσα ἄτομα, ἂν ἦταν καρδιακή,
θὰ εἶχε ἀλλάξει ὁ κόσμος. Γι' αὐτὸ σκοπὸς εἶναι οἱ Ἀκολουθίες νὰ γίνωνται ἀπὸ
τὴν καρδιά.
Ἡ καρδιακὴ προσευχὴ
βοηθάει ὄχι μόνον τοὺς ἄλλους ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, γιατὶ βοηθάει νὰ
ἔρθη ἡ ἐσωτερικὴ καλωσύνη. Ὅταν ἐρχώμαστε στὴν θέση τοῦ ἄλλου, ἔρχεται
φυσιολογικὰ ἡ ἀγάπη, ὁ πόνος, ἡ ταπείνωση, ἡ εὐγνωμοσύνη μας στὸν Θεὸ μὲ τὴν
συνεχῆ δοξολογία, καὶ τότε ἡ προσευχὴ γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας γίνεται
εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸν βοηθάει.
«ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΑΝΤΟ ΑΥΤΟΝ»
(Μένει ψυχρὴ ἡ καρδιά
στὴν προσευχή) Γιατὶ ὁ νοῦς δὲν δίνει τηλεγράφημα στὴν καρδιά. Ὕστερα στὴν
προσευχὴ χρειάζεται νὰ ἐργασθῆ κανείς· δὲν μπορεῖ ἀπὸ τὴν μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη
νὰ φθάση σὲ κατάσταση, ὥστε νὰ μὴ φεύγη καθόλου ὁ νοῦς του. Θέλει ὑπομονή.
Βλέπεις, ὁ ἄλλος χτυπάει τὴν πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, καὶ μετὰ ἀνοίγει ἡ
πόρτα. Ἐσὺ θὲς νὰ χτυπήσης μιὰ καὶ νὰ μπῆς μέσα. Δὲν γίνεται ἔτσι. Ὅταν ξεκινᾶς
νὰ πῆς τὴν εὐχή, δὲν ἔχεις ἐπιθυμία γι᾿ αὐτό;
Στὴν προσευχὴ
χρειάζεται ἐπιμονή. «Καὶ παρεβιάσαντο αὐτόν», λέει τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τοὺς δύο
Μαθητὲς ποὺ συνάντησαν τὸν Χριστὸ στὸν δρόμο πρὸς Ἐμμαούς. Ἔμεινε ὁ Χριστὸς
μαζί τους, γιατὶ εἶχαν μιὰ συγγένεια μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ δικαιοῦνταν. Εἶχαν
ταπείνωση, ἁπλότητα, καλωσύνη, θάρρος μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, ὅλες τὶς
προϋποθέσεις, γι' αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἔμεινε μαζί τους.
Πρέπει νὰ
προσευχώμαστε μὲ πίστη γιὰ κάθε ζήτημα καὶ νὰ κάνουμε ὑπομονή, καὶ ὁ Θεὸς θὰ
μιλήση. Γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται μὲ πίστη, ὑποχρεώνει τὸν Θεὸ κατὰ
κάποιον τρόπο γιὰ τὴν πίστη του αὐτὴ νὰ τοῦ ἐκπληρώση τὸ αἴτημά του. Γι' αὐτό,
ὅταν ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ μὴ «διακρινώμεθα» καὶ θὰ εἰσακουσθοῦμε. «Νὰ
ἔχετε πίστη χωρὶς νὰ διακριθῆτε», εἶπε ὁ Κύριος. Ὁ Θεὸς ξέρει πότε πρέπει νὰ
μᾶς δώση αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε, ὥστε νὰ μὴ βλαφθοῦμε πνευματικά. Μερικὲς φορὲς
ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν κάνουμε ὑπομονὴ καὶ ἀνησυχοῦμε. Ἂν δὲν
εἴχαμε δυνατὸ Θεό, τότε νὰ ἀνησυχούσαμε. Ἀλλά, ἀφοῦ ἔχουμε Θεὸ Παντοδύναμο καὶ
ἔχει πάρα πολλὴ ἀγάπη, τόση ποὺ μᾶς τρέφει καὶ μὲ τὸ Αἷμα Του, δὲν
δικαιολογούμαστε νὰ ἀνησυχοῦμε. Μερικὲς φορὲς δὲν ἀφήνουμε ἕνα δύσκολο θέμα μας
στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐνεργοῦμε ἀνθρώπινα. Ὅταν ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ
κλονίζεται ἡ πίστη μας καὶ θέλουμε νὰ ἐνεργήσουμε ἀνθρωπίνως στὰ
δυσκολοκατόρθωτα, χωρὶς νὰ περιμένουμε τὴν ἀπάντηση στὸ αἴτημά μας ἀπὸ τὸν Θεό,
εἶναι σὰν νὰ κάνουμε αἴτηση στὸν Βασιλέα Θεὸ καὶ τὴν παίρνουμε πίσω, τὴν ὥρα
ποὺ Ἐκεῖνος ἁπλώνει τὸ χέρι Του, γιὰ νὰ ἐνεργήση. Τὸν παρακαλοῦμε πάλι, ἀλλὰ
καὶ πάλι κλονίζεται ἡ πίστη μας καὶ ἀνησυχοῦμε καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ ἴδιο.
Ἔτσι διαιωνίζεται ἡ ταλαιπωρία μας. Κάνουμε δηλαδὴ σὰν ἐκεῖνον ποὺ κάνει μία
αἴτηση στὸ Ὑπουργεῖο καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο μετανοιώνει καὶ τὴν ἀποσύρει.
Ξαναμετανοιώνει, τὴν ὑποβάλλει· μετὰ ἀπὸ λίγο πάλι τὴν ἀποσύρει. Ἡ αἴτηση ὅμως
πρέπει νὰ μείνη, γιὰ νὰ παίρνη τὴν σειρά της.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕ ΠΟΝΟ
Ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ
πονάη ὁ ἄνθρωπος. Ἂν δὲν πονάη, μπορεῖ νὰ κάθεται ὧρες μὲ τὸ κομποσχοίνι καὶ ἡ
προσευχή του νὰ μὴν ἔχη κανένα ἀποτέλεσμα. Ἂν ὑπάρχη πόνος γιὰ τὸ θέμα γιὰ τὸ
ὁποῖο προσεύχεται, ἀκόμη καὶ μὲ ἕναν ἀναστεναγμὸ κάνει καρδιακὴ προσευχή.
Πολλοί, ὅταν τὴν στιγμὴ ποὺ τοὺς ζητοῦν οἱ ἄλλοι νὰ προσευχηθοῦν δὲν ἔχουν
χρόνο, προσεύχονται μὲ ἕναν ἀναστεναγμὸ γιὰ τὸ πρόβλημά τους. Δὲν λέω νὰ μὴν
κάνη κανεὶς προσευχή, ἀλλά, ἂν τυχὸν δὲν ὑπάρχη χρόνος, ἕνας ἀναστεναγμὸς γιὰ
τὸν πόνο τοῦ ἄλλου εἶναι μία καρδιακὴ προσευχή· ἰσοδυναμεῖ δηλαδὴ μὲ ὧρες
προσευχῆς. Διαβάζεις λ.χ. ἕνα γράμμα, βλέπεις ἕνα πρόβλημα, ἀναστενάζεις καὶ
μετὰ προσεύχεσαι. Οὔ, αὐτὸ εἶναι μεγάλο πράγμα! Πρὶν πιάσης τὸ ἀκουστικό, πρὶν
ἀκόμη καλέσης, σὲ ἀκούει ὁ Θεός! Καὶ πῶς τὸ πληροφορεῖται ὁ ἄλλος! Νὰ δῆτε πῶς
οἱ δαιμονισμένοι καταλαβαίνουν πότε κάνω προσευχὴ γι᾿ αὐτοὺς καὶ φωνάζουν, ὅπου
καὶ ἂν βρίσκωνται!
Ἡ πραγματικὴ προσευχὴ
ξεκινάει ἀπὸ ἕναν πόνο· δὲν εἶναι εὐχαρίστηση, «νιρβάνα». Τί πόνος εἶναι;
Βασανίζεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ὁ ἄνθρωπος. Πονάει, βογγάει, ὑποφέρει, ὅταν κάνη
προσευχὴ γιὰ ὁτιδήποτε. Ξέρετε τί θὰ πῆ ὑποφέρει; Ναί, ὑποφέρει, γιατὶ
συμμετέχει στὸν γενικὸ πόνο τοῦ κόσμου ἢ στὸν πόνο ἑνὸς συγκεκριμένου προσώπου.
Αὐτὴν τὴν συμμετοχή, αὐτὸν τὸν πόνο, τὸν ἀνταμείβει ὁ Θεὸς μὲ τὴν θεία
ἀγαλλίαση. Δὲν ζητάει βέβαια ὁ ἄνθρωπος τὴν θεία ἀγαλλίαση, ἀλλὰ ἡ θεία
ἀγαλλίαση ἔρχεται ὡς συνέπεια, ἐπειδὴ συμμετέχει στὸν πόνο τοῦ ἄλλου.
Μαθαίνει κάτι, λ.χ.
ὅτι ἔγινε ἕνα δυστύχημα, «ἄχ!» ἀναστενάζει, καὶ τὰκ ὁ Θεὸς τοῦ δίνει παρηγοριὰ
θεϊκὴ γιὰ τὸν λίγο ἀναστεναγμό. Βλέπει ἕναν νὰ πονάη, καὶ τὰκ συμπάσχει μαζί
του καὶ παρηγορεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θεία παρηγοριά· δὲν μένει μὲ τὴν πίκρα
ἐκείνη. Βοηθιέται τότε ὁ ἄλλος μὲ τὴν προσευχή του. Ἢ σκέφτεται: «Ὁ Θεὸς μᾶς
ἔδωσε τόσα· ἐγὼ τί ἔκανα γιὰ τὸν Θεό;». Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση αὐτὸ ποὺ μοῦ εἶπε
μιὰ ψυχή: «Οἱ Ἄγγελοι, λέει, καλύπτουν τὰ πρόσωπα, ὅταν τελῆται τὸ Μυστήριο τῆς
Θείας Εὐχαριστίας, καὶ ἐμεῖς κοινωνοῦμε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐγὼ τί ἔκανα γιὰ
τὸν Χριστό;». Ὑποφέρει μὲ τὴν καλὴ ἔννοια.
(Πῶς
καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι βοηθήθηκε μὲ τὴν προσευχή του ὁ ἄλλος;) Τὸ
πληροφορεῖται ἀπὸ τὴν θεία παρηγοριὰ ποὺ νιώθει μέσα του μετὰ ἀπὸ τὴν πονεμένη
του καρδιακὴ προσευχὴ ποὺ ἔκανε. Πρέπει ὅμως πρῶτα τὸν πόνο τοῦ ἄλλου νὰ τὸν
κάνης δικό σου πόνο καὶ ὕστερα νὰ κάνης καὶ καρδιακὴ προσευχή. Ἡ ἀγάπη εἶναι
ἰδιότητα θεϊκὴ καὶ πληροφορεῖ τὸν ἄλλον. Καὶ στὰ νοσοκομεῖα, ὅταν οἱ γιατροὶ
καὶ οἱ νοσοκόμες πονοῦν πραγματικὰ γιὰ τοὺς ἀρρώστους, αὐτὸ εἶναι τὸ
δραστικώτερο φάρμακο ἀπὸ ὅλα τὰ φάρμακα ποὺ τοὺς δίνουν. Νιώθουν οἱ ἄρρωστοι
ὅτι ἐνδιαφέρονται γι' αὐτούς, καὶ αἰσθάνονται σιγουριά, ἀσφάλεια, παρηγοριά.
Οὔτε πολλὲς κουβέντες χρειάζεται νὰ πῆς στὸν ἄλλον ποὺ ὑποφέρει, οὔτε νὰ τοῦ
κάνης διδασκαλία. Καταλαβαίνει ὅτι τὸν πονᾶς καὶ ἔτσι βοηθιέται. Ὁ πόνος εἶναι
τὸ πᾶν. Ἂν πονέσουμε τοὺς ἄλλους, ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας, τὰ προβλήματά μας.
Η ΘΕΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ
Στὴν πνευματικὴ
ἀντιμετώπιση δὲν ὑπάρχει θλίψη. Μὲ τὸν κόσμο τώρα πόσο πόνο πέρασα! Δὲν τὰ
περνοῦσα ἔτσι τὰ θέματά τους. Πονοῦσα, ἀναστέναζα, ἀλλὰ σὲ κάθε ἀναστεναγμό,
ἄφηνα τὸ θέμα στὸν Θεό, καὶ στὸν πόνο ποὺ ἔνιωθα γιὰ τὸν ἄλλον ἔδινε ὁ Θεὸς
παρηγοριά. Δηλαδὴ μὲ τὴν πνευματικὴ ἀντιμετώπιση ἐρχόταν θεία παρηγοριά, γιατὶ
ὁ πόνος ποὺ ἔχει μέσα τὴν ἐλπίδα στὸν Θεὸ ἔχει θεία παρηγοριά. Ἀλλιῶς πῶς νὰ
ἀντέξη κανείς! Πῶς θὰ μποροῦσα διαφορετικὰ νὰ τὰ βγάλω πέρα μὲ τόσα ποὺ ἀκούω;
Πονάω, ἀλλὰ σκέφτομαι καὶ τὴν θεία ἀνταμοιβὴ στοὺς πονεμένους. Εἴμαστε στὰ
χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ὑπάρχει θεία δικαιοσύνη, θεία ἀνταπόδοση, τίποτε δὲν πάει
χαμένο. Ὅσο βασανίζεται κανείς, ἄλλο τόσο θὰ ἀνταμειφθῆ. Ὁ Θεός, ἐνῶ βλέπει
τόσον πόνο πάνω στὴν γῆ, ἀκόμη καὶ πράγματα ποὺ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ τὰ
συλλάβουμε, δὲν τὰ χάνει. «Περισσότερο ὑποφέρεις; λέει, περισσότερο θὰ σὲ
οἰκονομήσω στὴν ἄλλη ζωή», καὶ γι᾿ αὐτὸ χαίρεται. Διαφορετικὰ πῶς θὰ μποροῦσε,
ἂς ποῦμε, νὰ ἀντέξη τόση ἀδικία, τόση κακία ποὺ ὑπάρχει; Ἔχει ὅμως ὑπ' ὄψιν Του
τὴν ἀνταμοιβὴ αὐτῶν ποὺ ὑποφέρουν καὶ μπορεῖ, τρόπος τοῦ λέγειν, νὰ ἀντέξη
αὐτὸν τὸν μεγάλο πόνο. Ἐμεῖς δὲν βλέπουμε τί δόξα θὰ λάβη ὁ ἄλλος καὶ πονοῦμε,
γι' αὐτὸ ὁ Θεὸς μᾶς ἀνταμείβει μὲ θεία παρηγοριά.
Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν
ἀντιμετωπίζη τὸ κάθε πρόβλημα πνευματικά, δὲν καταβάλλεται. Στὴν ἀρχὴ
πικραίνεται, ὅταν ἀκούη ὅτι κάποιος ὑποφέρει, ἀλλὰ μετὰ ἔρχεται ὡς ἀνταμοιβὴ ἡ
θεία παρηγοριὰ καὶ δὲν καταστρέφεται ὁ ὀργανισμός του. Ἐνῶ ἡ πίκρα ἀπὸ τὴν
κοσμικὴ στενοχώρια φέρνει γαστρορραγία κ.λπ., αὐτὴ δὲν βλάπτει τὸν ὀργανισμό,
γιατὶ ἔχει τὸ θεῖο βάλσαμο.
Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ
Ἂν δὲν προσέξουν οἱ καλόγεροι, μπορεῖ νὰ γίνη ἡ καρδιά τους πολὺ
σκληρή. Οἱ κοσμικοὶ βλέπουν ἀτυχήματα, τὴν δυστυχία τῶν ἄλλων, καὶ πονοῦν.
Ἐμεῖς δὲν τὴν βλέπουμε καὶ μπορεῖ νὰ ζητᾶμε ὅλο γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Ἂν δὲν
κάνουμε δηλαδὴ λεπτὴ ἐργασία, γιὰ νὰ νιώσουμε τὴν δυστυχία τῶν ἄλλων καὶ νὰ
κάνουμε γι' αὐτοὺς καρδιακὴ προσευχή, θὰ γίνουμε σκληροκάρδιοι. Θὰ φθάσουμε σὲ
σημεῖο νὰ θέλουμε τὸ βόλεμά μας καὶ θὰ γίνη ἡ καρδιά μας πέτρινη μὲ τὴν
ἀδιαφορία, πράγμα ποὺ εἶναι ἀντιευαγγελικό. Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται,
νὰ πονάη καὶ νὰ προσεύχεται γενικὰ γιὰ τὸν κόσμο. Αὐτὸ δὲν τοῦ φέρνει
περισπασμό, ἀλλὰ ἀντιθέτως βοηθιέται καὶ ὁ ἴδιος μὲ τὴν προσευχή, βοηθάει καὶ
τοὺς ἄλλους.
Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὴν
δυνατότητα νὰ γίνουμε ἅγιοι, νὰ κάνουμε θαύματα, ὅπως ἔκανε καὶ Ἐκεῖνος.
Ἀναγνωρίζουμε τὴν μεγάλη ἢ μικρή μας πνευματικὴ ἀρρώστια καὶ ταπεινὰ ζητοῦμε
τὴν σωματικὴ ὑγεία γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας, ὡς ἔνοχοι γιὰ τὴν ἀρρώστια του.
Γιατί, ἐὰν εἴχαμε πνευματικὴ ὑγεία, θὰ εἶχε θεραπευθῆ πρὸ καιροῦ καὶ δὲν θὰ
παιδευόταν. Ὅταν τοποθετούμαστε σωστά, ὅτι εἴμαστε ἔνοχοι γιὰ ὅλη τὴν κατάσταση
τοῦ κόσμου, καὶ λέμε «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», βοηθιέται καὶ ὁ
κόσμος ὅλος. Καὶ γιὰ τὰ χάλια του πρέπει νὰ πονέση κανεὶς καὶ νὰ ζητήση τὸ
ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Φυσικά, ἂν φθάση σὲ μιὰ πνευματικὴ κατάσταση, τότε γιὰ τὸν
ἑαυτό του δὲν ζητάει τίποτε.
Βλέπω ὅτι πολλὲς
φορὲς πιάνουμε στραβὰ τὸ «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καὶ δῆθεν ἀπὸ
ταπείνωση δὲν λέμε «ἐλέησον ἡμᾶς», δὲν προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους παρὰ μόνο
γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικὲς φορὲς μᾶς παρεξηγοῦν ἐμᾶς τοὺς μοναχοὺς
οἱ κοσμικοὶ καὶ λένε ὅτι εἴμαστε ἐγωιστὲς καὶ ὅτι φροντίζουμε νὰ σώσουμε μόνον
τὸν ἑαυτό μας. Τὸ «ἐλέησόν με» εἶναι γιὰ νὰ μὴν πέσουμε σὲ ὑπερηφάνεια. Ἡ εὐχὴ
ἑνὸς ταπεινοῦ ἀνθρώπου, ποὺ πιστεύει ὅτι εἶναι χειρότερος ἀπὸ ὅλους, ἔχει
περισσότερη ἀξία ἀπὸ τὴν ἀγρυπνία ποὺ κάνει ἕνας ἄλλος μὲ ὑπερήφανο λογισμό.
Ὅταν προσευχώμαστε μὲ ὑπερηφάνεια, κοροϊδεύουμε τὸν ἑαυτό μας.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΥ
Μὴν ξεχνᾶτε ὅτι
περνοῦμε δύσκολους καιροὺς καὶ χρειάζεται πολλὴ προσευχή. Νὰ θυμᾶστε τὴν μεγάλη
ἀνάγκη ποὺ ἔχει ὁ κόσμος σήμερα καὶ τὴν μεγάλη ἀπαίτηση ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς
γιὰ προσευχή. Νὰ εὔχεσθε γιὰ τὴν γενικὴ ἐξωφρενικὴ κατάσταση ὅλου τοῦ κόσμου,
νὰ λυπηθῆ ὁ Χριστὸς τὰ πλάσματά Του, γιατὶ βαδίζουν στὴν καταστροφή. Νὰ ἐπέμβη
θεϊκὰ στὴν ἐξωφρενικὴ ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, γιατὶ ὁ κόσμος ὁδηγεῖται στὴν σύγχυση,
στὴν τρέλλα καὶ στὸ ἀδιέξοδο.
Μᾶς κάλεσε ὁ Θεὸς νὰ
κάνουμε προσευχὴ γιὰ τὸν κόσμο, ποὺ ἔχει τόσα προβλήματα! Οἱ καημένοι δὲν
προλαβαίνουν ἕναν σταυρὸ νὰ κάνουν. Ἐὰν ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ δὲν κάνουμε προσευχή,
ποιοί θὰ κάνουν; Ὁ στρατιώτης σὲ καιρὸ πολέμου εἶναι σὲ κατάσταση συναγερμοῦ,
ἕτοιμος μὲ τὰ παπούτσια. Στὴν ἴδια κατάσταση πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὁ μοναχός. Ἄχ,
Μακκαβαῖος θὰ ἔβγαινα! Στὰ βουνὰ θὰ ἔφευγα, γιὰ νὰ προσεύχωμαι συνέχεια γιὰ τὸν
κόσμο.
Πρέπει νὰ βοηθήσουμε
μὲ τὴν προσευχὴ τὸν κόσμο ὅλο, νὰ μὴν κάνη ὁ διάβολος ὅ,τι θέλει. Ἔχει
ἀποκτήσει δικαιώματα ὁ διάβολος. Ὄχι ὅτι τὸν ἀφήνει ὁ Θεός, ἀλλὰ δὲν θέλει νὰ
παραβιάση τὸ αὐτεξούσιο. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς νὰ βοηθήσουμε μὲ τὴν προσευχή. Ὅταν
πονάη κανεὶς γιὰ τὴν σημερινὴ κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὸν κόσμο καὶ
προσεύχεται, τότε βοηθιοῦνται οἱ ἄνθρωποι, χωρὶς νὰ παραβιάζεται τὸ αὐτεξούσιο.
Ἂν προχωρήσετε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀκόμη λίγο, θὰ ἀρχίσουμε νὰ κάνουμε μιὰ
προσπάθεια στὸ θέμα τῆς προσευχῆς, νὰ μπῆ μιὰ σειρά, νὰ γίνετε ραντάρ, γιατὶ
καὶ τὰ πράγματα ζορίζουν. Θὰ διοργανώσουμε ἕνα συνεργεῖο προσευχῆς. Νὰ κάνετε
πόλεμο μὲ τὸ κομποσχοίνι. Μὲ πόνο νὰ γίνεται ἡ προσευχή. Ξέρετε τί δύναμη ἔχει
τότε ἡ προσευχή;
Πολὺ πληγώνομαι, ὅταν
βλέπω μοναχοὺς νὰ ἐνεργοῦν ἀνθρωπίνως καὶ ὄχι μὲ τὴν προσευχὴ διὰ μέσου τοῦ
Θεοῦ στὰ δυσκολοκατόρθωτα ἀνθρωπίνως. Ὁ Θεὸς μπορεῖ ὅλα νὰ τὰ τακτοποιήση. Ὅταν
κανεὶς κάνη σωστὴ πνευματικὴ ἐργασία, τότε μπορεῖ μόνο μὲ τὴν προσευχὴ νὰ χτίση
μοναστήρια καὶ νὰ τὰ ἐφοδιάση μὲ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα καὶ νὰ βοηθήση τὸ σύμπαν.
Δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ δουλεύη· ἀρκεῖ μόνο νὰ προσεύχεται. Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ
προσπαθήση νὰ μὴν πονοκεφαλάη γιὰ τὴν ἄλφα ἢ βῆτα δυσκολία, εἴτε εἶναι ἀτομικὴ
εἴτε ἑνὸς συνανθρώπου του εἴτε ἀφορᾶ στὴν γενικὴ κατάσταση, ἀλλὰ νὰ καταφεύγη
στὴν προσευχὴ καὶ νὰ στέλνη διὰ τοῦ Θεοῦ πολλὲς θεῖες δυνάμεις. Ἄλλωστε καὶ τὸ
ἔργο τοῦ μοναχοῦ αὐτὸ εἶναι, καὶ ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ ἔχη καταλάβει ὁ μοναχός, ἡ ζωή
του δὲν ἔχει κανένα νόημα. Γι᾿ αὐτό, νὰ ξέρη ὅτι ἡ κάθε ἀγωνία του ποὺ τὸν ὠθεῖ
νὰ ἀναζητᾶ ἀνθρώπινες λύσεις στὰ διάφορα προβλήματα, μὲ ἕνα βασάνισμα καὶ πονοκέφαλο,
εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Ὅταν βλέπετε ὅτι σᾶς ἀπασχολοῦν πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα
ἀνθρωπίνως δὲν ὑπάρχει λύση καὶ δὲν τὰ ἐμπιστεύεστε στὸν Θεό, νὰ ξέρετε ὅτι
αὐτὸ εἶναι τέχνασμα τοῦ πειρασμοῦ, γιὰ νὰ ἀφήσετε τὴν προσευχή, μὲ τὴν ὁποία
μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ στείλη ὄχι ἁπλῶς θεία δύναμη ἀλλὰ θεῖες δυνάμεις, καὶ ἡ
βοήθεια τότε δὲν θὰ εἶναι ἁπλῶς θεία βοήθεια ἀλλὰ θαῦμα Θεοῦ. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ
ποὺ ἀρχίζουμε νὰ ἀγωνιοῦμε, ἐμποδίζουμε τὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβη. Βάζουμε τὴν λογικὴ
μπροστὰ καὶ ὄχι τὸν Θεό, τὸ θεῖο θέλημα, ὥστε νὰ δικαιούμαστε τὴν θεία βοήθεια.
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ, κλέβοντας μὲ τέχνη τὴν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ, νὰ τὸν κρατάη
σὲ μιὰ κοσμικὴ ἀγάπη, σὲ μιὰ κοσμικὴ ἀντιμετώπιση καὶ κοσμικὴ προσφορὰ στὸν
συνάνθρωπό του, ἐνῶ ὡς μοναχὸς ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ κινῆται στὸν δικό του
χῶρο, στὴν δική του εἰδικότητα, τοῦ Ἀσυρματιστοῦ, γιατὶ αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ
διακόνημα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅλα τὰ ἄλλα, ὅσα κάνουμε μὲ τὶς ἀνθρώπινες
προσπάθειες, εἶναι σὲ κατώτερη μοῖρα.
Ἐπίσης καλύτερα εἶναι
ὁ μοναχὸς νὰ βοηθάη τοὺς ἄλλους μὲ τὴν προσευχή του παρὰ μὲ τὰ λόγια του. Ἂν
δὲν ἔχη τὴν δύναμη νὰ συγκρατήση κάποιον ποὺ κάνει κακό, ἂς τὸν βοηθήση ἀπὸ
μακριὰ μὲ τὴν προσευχή, γιατὶ διαφορετικὰ μπορεῖ καὶ νὰ βλαφθῆ. Μιὰ εὐχὴ καλή,
καρδιακή, ἔχει περισσότερη δύναμη ἀπὸ χιλιάδες λόγια, ὅταν οἱ ἄλλοι δὲν
παίρνουν ἀπὸ λόγια. Παρόλο ποὺ λένε ὅτι βοηθῶ τὸν κόσμο ποὺ ἔρχεται καὶ μὲ
βρίσκει, ὡς θετικὴ προσφορά μου στὸν κόσμο βλέπω τὴν μιάμιση ὥρα ποὺ διαβάζω τὸ
Ψαλτήρι. Τὸ ἄλλο τὸ θεωρῶ ψυχαγωγία· νὰ ποῦν οἱ καημένοι τὸν πόνο τους, νὰ τοὺς
δώσω καμμιὰ συμβουλή. Γι᾿ αὐτὸ τὴν βοήθεια δὲν τὴν θεωρῶ προσφορὰ δική μου· ἡ
προσευχὴ εἶναι ποὺ βοηθάει. Ἂν εἶχα ὅλο τὸν χρόνο μου γιὰ προσευχή, περισσότερο
θὰ βοηθοῦσα τὸν κόσμο. Ἂς ποῦμε ὅτι θὰ δῶ τὴν ἡμέρα διακόσιους πονεμένους· μόνο
διακόσιοι πονεμένοι ὑπάρχουν στὸν κόσμο; Ἂν δὲν δῶ κανέναν καὶ προσευχηθῶ γιὰ
ὅλον τὸν κόσμο, τότε βλέπω ὅλον τὸν κόσμο. Γι' αὐτὸ λέω στὸν κόσμο: «Ἐγὼ θέλω
νὰ μιλῶ γιὰ σᾶς στὸν Θεό, καὶ ὄχι σ' ἐσᾶς γιὰ τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι καλύτερο γιὰ
σᾶς, ἀλλὰ δὲν μὲ καταλαβαίνετε».
Νὰ μὴν παραμελοῦμε τὸ θέμα τῆς
προσευχῆς σ' αὐτὰ τὰ δύσκολα χρόνια. Εἶναι ἀσφάλεια ἡ προσευχή, εἶναι
ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Εἴδατε τί λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ; «Δὲν θὰ μᾶς ζητήση λόγο ὁ
Θεός, γιατὶ δὲν κάναμε προσευχή, ἀλλὰ γιατὶ δὲν εἴχαμε ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ
μᾶς ταλαιπώρησε ὁ διάβολος».
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ