ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ: ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ Ο ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΓΝΩΣΗΣ

«Ο Θεός επιτρέπει σ’ αυτόν τον πειρασμό να προσβάλλει τις δυνατότερες φύσεις, αυτούς δηλαδή, που είναι πιο πεπειραμένοι στον πνευματικό πόλεμο.

Ο εχθρός σου τον παρουσιάζει, επειδή βλέπει ότι οι αγώνες σου φθάνουν σ’ ένα τέλος, ότι ετοιμάζεται για σένα στον ουρανό μια ανταμοιβή και θέλει να σε χτυπήσει και να σε ρίξει κάτω μ’ ένα δυνατό τίναγμα και να σου στερήσει έτσι τον στέφανο.

Έχει καταστρέψει πολλούς με την απόγνωση. Να είσαι δυνατή και ανδρεία, να πολεμάς τις μηχανορραφίες του εχθρού. Μην παραδίδεσαι. Να σηκώνεις αυτόν τον σταυρό με ταπείνωση και αντοχή. Να θεωρείς ότι αυτός ο πειρασμός σου παρουσιάζεται, για να μεγαλώσει την ταπεινοφροσύνη σου και ο Κύριος θα σε βοηθήσει.

Αυτός που έχει θεμελιωμένη την ψυχή του πάνω σε βράχο, δεν θα κλονισθεί από τους ανέμους των πειρασμών του εχθρού, καμιά καταιγίδα δεν είναι αρκετά δυνατή να συγκλονίσει τα θεμέλια. Εκείνος όμως, που το σπίτι της ψυχής του είναι χτισμένο στην άμμο, η ψυχή, που δεν έχει σαν θεμέλιο της την Πέτρα Χριστό, εύκολα καταστρέφεται ακόμη και με μια μικρή μπόρα.

Την πνευματική κλίμακα να την ανεβαίνεις, όχι να την κατεβαίνεις. Να ανυψώνεσαι στο πνεύμα και στον νου.

Κλήθηκες, για να οδηγήσεις το μικρό σου ποίμνιο των παρθένων, που τις έχει διαλέξει ο Θεός, για ν’ ακολουθήσουν την μοναχική ζωή. Αυτό το έργο να μην το θεωρείς κατώτερο ή μικρότερο από τις αρετές εκείνες και τα ασκητικά επιτεύγματα, που θα μπορούσες να επιτύχεις με την ησυχία προσπαθώντας να σώσεις μόνο την ψυχή σου.

Τώρα δεν έχεις ειρήνη, επειδή υπηρετείς τον πλησίον σου. Οι αγώνες σου τώρα είναι οι φροντίδες και οι θλίψεις. Είναι φροντίδες και θλίψεις μαρτύρων, γιατί εσύ σταυρώνεσαι για όλους, για χάρη της αγάπης του Θεού και του πλησίον σου. Τι θα μπορούσε να είναι υψηλότερο;»

Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΚΟΥΒΑΛΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ!

        Γεροντικό: Κουβαλώντας την αμαρτία του άλλου
 
Κάποτε ένας μοναχός κάποιας Μονής παρακάλεσε τον Θεό να του ανοίξει τα μάτια για να βλέπει σε κάθε άνθρωπο την κρυμμένη κακία και να μπορεί έτσι να προτρέχει σε βοήθεια. Όταν ο Κύριος εισάκουσε την προσευχή του, ο μοναχός προσπάθησε να εντείνει τις προσπάθειες του, καθώς τώρα διέκρινε με σαφήνεια το κακό. Εξαιτίας όμως της πνευματικής του ανωριμότητας, το κακό τον γέμισε τρόμο, και στη συνεχεία ένιωσε αηδία και τελικά αποστροφή για τους ανθρώπους.
 
Μια μέρα έφτασε στο μοναστήρι κάποιος που ήθελε να μιλήσει με το γέροντα της Μονής. Ο μοναχός που είχε αξιωθεί να βλέπει το κακό, βλέποντας πόσο αμαρτωλός και βαθιά εξαχρειωμένος ήταν ο επισκέπτης, του είπε τα εξής: «Πώς τολμάς να εμφανίζεσαι και να ζητάς το γέροντα έτσι όπως είσαι; Η παρουσία σου τον προσβάλλει»! Ο επισκέπτης έφυγε. Ο γέροντας τότε κάλεσε τον μοναχό και τον ρώτησε αν είχε έλθει κανείς.
 
«Ναι», απάντησε ο μοναχός
«Και γιατί δεν είναι εδώ;», ξαναρώτησε ο γέροντας.
«Τον έδιωξα…».
 
Ο γέροντας τον κοίταξε και του είπε: «Δεν σκέφτηκες ό,τι ίσως αυτή ήταν η τελευταία ευκαιρία του ανθρώπου αυτού;». Ο νεαρός μοναχός ταραγμένος, ζήτησε από το γέροντα να ικετεύσει το Θεό να του αφαιρέσει το διορατικό χάρισμα που είχε λάβει. Όμως ο γέροντας του απάντησε: «Όχι, ο Θεός δεν παίρνει πίσω ό,τι δωρίζει. Θα Του ζητήσω όμως, όταν θα βλέπεις το κακό σε κάποιον άνθρωπο, να το βιώνεις σαν να ήταν δικό σου, επειδή και αυτός και εσύ είστε μέλη ενός μοναδικού σώματος, του σώματος της ανθρωπότητας…»
 
Ο ίδιος αυτός μοναχός, στα πλαίσια των περιοδειών του, έφτασε κάποτε έξω από ένα σπίτι, όπου και ζήτησε φιλοξενία ή πιο συγκεκριμένα να του επιτρέψουν να μπει και να του παραχωρήσουν ένα μικρό χώρο για να προσευχηθεί. Δεν ικέτεψε για καταφύγιο και στέγη, παρά μόνο για το δικαίωμα να κάνει την προσευχή του. Ο οικοδεσπότης ξαφνιάστηκε, και όταν ο φιλοξενούμενος του μπήκε στο δωμάτιο και άρχισε να προσεύχεται, έστησε αυτί. Ξαφνικά άκουσε τον μοναχό να προσεύχεται κλαίγοντας και να εξομολογείται στο Θεό τα αμαρτήματα του οικοδεσπότη (που ήταν άνθρωπος κακός, φορτωμένος με πολλά αμαρτήματα) σαν να τα είχε διαπράξει ο ίδιος. Ακούγοντας όλα του τα αμαρτήματα, ο οικοδεσπότης είδε τον εαυτό του. Μέσα από τα μάτια εκείνου του δίκαιου ανθρώπου, κοίταξε τον δικό του εαυτό. Τρόμαξε, άρχισε να μετανοεί και να κλαίει. Εξομολογήθηκε στο μοναχό εκείνο και μόλις τελείωσε, είχε πια θεραπευτεί.
 
Από το βιβλίο του AnthonyBloom – «Το μυστήριο της ίασης»

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ!

Προτεραιότητες στη ζωή
 
Ο καθηγητής στάθηκε μπροστά στους φοιτητές του στη φιλοσοφική σχολή, έχοντας μπροστά του κάποια αντικείμενα.
Όταν η τάξη ησύχασε, χωρίς να μιλήσει, γέμισε ένα βάζο του γλυκού με μπαλάκια του τένις. Όταν πλέον δε χωρούσε άλλα, τους κοίταξε και τους ρώτησε αν το βάζο ήταν γεμάτο. Απάντησαν, ναι.
 
Τότε ο καθηγητής πήρε χαλίκια και άρχισε να γεμίζει το βάζο, κουνώντας το για να πάνε στα κενά που άφηναν τα μπαλάκια του τένις. Όταν δε χωρούσε άλλα, τους κοίταξε και τους ρώτησε αν το βάζο ήταν γεμάτο. Με κάποια αμηχανία, απάντησαν, ναι!
Στη συνέχεια, ο καθηγητής πήρε άμμο και άρχισε να γεμίζει τα κενά ανάμεσα στα χαλίκια και τα μπαλάκια του τένις. Όταν δε χωρούσε άλλη άμμος, τους ρώτησε αν το βάζο γέμισε. Απάντησαν όλοι μαζί, ναι!
Τότε ο καθηγητής έσκυψε και πήρε κάτω από το γραφείο του δύο κούπες με καφέ και τις άδειασε μέσα στο βάζο. Οι φοιτητές του κοιτούσαν απορημένοι και γελούσαν.
 
Ο καθηγητής άρχισε να τους λέει: «Θέλω να θεωρήσετε ότι το βάζο αντιπροσωπεύει τη ζωή σας.
Οι μπάλες του τένις αντιπροσωπεύουν τα πλέον μεγάλα και σημαντικά πράγματα στη ζωή όπως η οικογένεια, τα παιδιά σας, οι φίλοι σας και οι αγαπημένες σας ασχολίες. Πράγματα που ακόμα κι αν όλα τα άλλα χαθούν, αυτά είναι ικανά να γεμίσουν τη ζωή σας.
Τα χαλίκια αντιπροσωπεύουν πράγματα σημαντικά όπως η δουλειά σας, ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι. Η άμμος αντιπροσωπεύει άλλα μικρότερα πράγματα.
Αν γεμίσετε το βάζο πρώτα με άμμο, δεν θα υπάρχει χώρος για να βάλετε τα χαλίκια και τις μπάλες του τένις. Το ίδιο ισχύει και για τη ζωή σας! Αν ξοδέψετε την ώρα και την ενέργεια σας με μικρά πράγματα δεν θα έχετε χρόνο και δύναμη για μεγαλύτερα και πιο σημαντικά για σας πράγματα.
Φροντίστε πρώτα τα μπαλάκια του τένις και τα χαλίκια. Τα υπόλοιπα είναι άμμος.»
Ένας φοιτητής σήκωσε το χέρι και ρώτησε τι αντιπροσωπεύει ο καφές. Ο καθηγητής χαμογέλασε και είπε:
«Ο καφές είναι για να σας δείξει πως όσο γεμάτη κι αν είναι η ζωή σας, πάντα θα υπάρχει χώρος για ένα καφέ με κάποιο φίλο».
 
ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

ΑΒΒΑΣ ΣΙΣΩΗΣ: Σ' ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΒΡΕΘΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Σ' ΑΥΤΗ ΚΑΙ ΦΕΥΓΕΙ!

 
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη:
- Τι να κάνω, αββά που έπεσα;
Του λέει ο γέροντας:
- Να σηκωθείς.
- Σηκώθηκα και ξανάπεσα.
- Να σηκωθείς πάλι και πάλι.
- Μέχρι πότε;
- Μέχρι που να σε βρει ο θάνατος είτε στο καλό είτε στην πτώση. Γιατί σ’ όποια κατάσταση βρεθεί τότε ο άνθρωπος, σ’ αυτή και φεύγει.
 
Από το Ευεργετινό

ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΥΠΕΡΒΟΛΕΣ!

Μέγας Αντώνιος: Διάκριση και όχι υπερβολές
Από το Γεροντικό

Κάποιος που κυνηγούσε στην έρημο άγρια ζώα είδε τον αββά Αντώνιο να αστειεύεται με τους αδελφούς και σκανδαλίστηκε. Θέλοντας δε ο γέροντας να τον διδάξει ότι είναι ανάγκη που και που να συγκαταβαίνει κανείς στους αδελφούς, του λέγει: «Βάλε μία σαΐτα στο τόξο σου και τέντωσέ το».
Το έκαμε εκείνος. Του λέγει: «Τέντωσέ το πιο πολύ». Και το τέντωσε. Και πάλι του λέγει: «Ακόμη πιο πολύ». Του απαντά τότε ο κυνηγός: Αν το τεντώσω υπερβολικά, θα σπάσει το τόξο».
Και ο γέροντας του λέει: «Έτσι και το έργο του Θεού. Αν τεντώσουμε υπερβολικά τη συμπεριφορά μας απέναντι στους αδελφούς, θα σπάσουν και αυτοί. Πρέπει, λοιπόν, που και που να συγκαταβαίνουμε στους αδελφούς».
Και έφυγε πολύ ωφελημένος από τον γέροντα. Οι δε αδελφοί, στηριγμένοι, έφυγαν και πήγαν στον τόπο τους.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

ΝΕΟΕΠΟΧΙΤΙΚΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΜΑΓΙΚΟΠΑΖΑΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Νεοεποχίτικα εναλλακτικά μαγικοπάζαρα στην Ελλάδα
Του   Β. Χαραλάμπους, θεολόγου

Δυστυχώς πολλοί Χριστιανοί στην Ελλάδα επισκέπτονται το καταστήματα με είδη της δαιμονιώδους πλάνης Φενγκ Σούι.  Το Φενγκ Σούι είναι ένα μαγικοθρησκευτικό κράμα   που περιέχει στοιχεία από τον Βουδισμό, τον Ταοϊσμό, το Τσιγκ και τον Κουμφουκιανισμό κλπ.
Θα παρατηρήσει κάποιος  ότι αρκετοί νέοι αγοράζουν τέτοια μαγικο-είδη Φενγκ Σούι. Συνήθως τους προσελκύει η οσμή των λιβανωτών sticks.  Ανυποψίαστοι λοιπόν αγοράζουν ‘’είδη’’ Φενγκ Σούι, όπως ‘’κομποσχοίνια μάλα’’, κομπολόγια τύχης, διάφορα είδη ‘’τύχης’’ που υπόσχονται αφθονία, θετική ενέργεια, προστασία κλπ,  μπάλες tai chi, ημιπολύτιμοι λίθοι (με μαγικές ιδιότητες), αγαλματίδια του Βούδα, μάντρας (ανίερες μαγικές συλλαβές της Βεδικής πλάνης), απεικονίσεις ψευδοθεοτήτων Ganesh, Krishna, Shiva, λιβανωτά  sticks καμωμένα από βότανα του Θιβέτ για διαλογισμό, εξαγνισμό κλπ,  διάφορες μορφές ζωδίων, αφού κατά μέγα μέρος προέρχεται από την κινεζική θρησκευτική πλάνη, μάνταλες με αρχέτυπα σύμβολα, γιάντρας, cd (Ενεργοποιώντας τα ιερά σας σύμβολα, Οι 12 ιεροί πλανήτες & ζώδια),  ‘’φυλακτά για πνευματική εξέλιξη και άλλα συναφή μαγικο-είδη.

Επίσης πωλούν και κάποιες βυζαντινές εικόνες, γεγονός που ξεγελά τον ανυποψίαστο πελάτη.  Δεν παραλείπουν επίσης να παρασύρουν  τους πελάτες στις νεοεποχίτικες εναλλακτικές ατραπούς, της ρεφλεξολογίας της δια ζωδίων ερμηνείας, της αρωματοθεραπείας, της κρυσταλλοθεραπείας  κλπ.  Φυσικά ‘’εν τη ρύμη’’ των συμβουλών επεκτείνονται και σε άλλες εναλλακτικές πλάνες.
Είναι προδοσία της Πίστης στον Αληθινό Τριαδικό Θεό να εκζητεί ο Ορθόδοξος Χριστιανός, με τέτοια ψεύτικη ελπίδα σε τέτοιες ‘’μαγικο- βοήθειες’’.  Όπως η αμαρτία είναι λησμοσύνη του Θεού, έτσι και οι ψεύτικες αυτές εναλλακτικές ελπίδες, μπορούμε να πούμε ότι είναι η παντελής λησμοσύνη του Θεού.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΕΣΩΣΕ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015

ΠΩΣ ΝΑ «ΞΕΠΑΓΩΣΟΥΜΕ ΤΑ ΛΑΔΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ» ΠΡΙΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΟΥΜΕ

Η προσευχή είναι μία εσωτερική κίνηση τής ψυχής για επικοινωνία με τον Θεό…

Αν κάποιος δεν έχει όρεξη για προσευχή και δεν είναι αποδεδειγμένα κουρασμένος, αυτός μπορεί να ξεκινήσει τον προσωπικό του διάλογο με τον Θεό προσευχόμενος για τους άλλους, έτσι ώστε σιγά – σιγά «να ξεπαγώσουν τα λάδια της ψυχής του» και μετά να αρχίσει να προσεύχεται και για τον εαυτό του.

Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, ο Ρώσος, (+24.9.1938) που έζησε στο Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος (Ρώσικο), μας είπε ότι οι πιο ευπρόσδεκτες προσευχές για τους άλλους είναι οι εξής:
Πρώτα πρέπει να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας, γιατί μη ξεχνάμε ότι και ο Χριστός προσευχήθηκε για τους σταυρωτές Του πάνω από το Σταυρό…

Δεύτερον πρέπει να προσευχόμαστε για τους νεκρούς μας, γιατί αυτοί από μας τους ζωντανούς περιμένουν μέχρι τη Β’ Παρουσία, για να τους βοηθήσουμε με τις ευχές, προσευχές, μνημόσυνα και ελεημοσύνες μας υπέρ συγχωρήσεως και αναπαύσεως της ψυχής τους.

Και τρίτον πρέπει να προσευχόμαστε για τους λαούς της γης που δεν πίστεψαν ακόμη στην Ορθοδοξία ώστε να γνωρίσουν εν Πνεύματι Αγίω τον Σωτήρα και Λυτρωτή μας Χριστό.

Μάλιστα άλλος Γέροντας είπε ότι «όποιος προσεύχεται πρώτα για τους εχθρούς του και τους συγχωρεί από την καρδιά του, αυτού ο Θεός δεν συγχωρεί μόνο τις αμαρτίες του, αλλά και εισακούει και όλη την υπόλοιπη προσωπική προσευχή του”.
Ακόμη κάτι για την προσευχή. Αν κάποιος δεν ξέρει τι να πει στην προσευχή του, θα αρχίσει να προσεύχεται για τους άλλους, όπως προείπαμε. Αυτό εμπεριέχει αγάπη και ενδιαφέρον και είναι λιγάκι πιο προσιτό στους περισσότερους. Πέστε όμως ότι δεν ξέρουμε πολλές προσευχές.

Λέγει λοιπόν ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ ότι όποιος ζει μέσα στον κόσμο και λέγει τρεις φορές το «Πάτερ ημών», τρεις φορές το «Θεοτόκε Παρθένε» και μια φορά το «Πιστεύω» σώζεται. Αλλά όλα αυτά όμως κάθε μέρα.

Με την Κυριακή προσευχή συμπροσεύχεται με αυτόν τον Χριστό που μας δίδαξε πως να προσευχόμαστε.
Με το «Θεοτόκε Παρθένε» συμπροσεύχεται με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ που προσφώνησε στον Ευαγγελισμό τη Θεοτόκο με αυτά τα άγια λόγια.
Και με το Σύμβολο της Πίστεως συμπροσεύχεται και συνομολογεί την Πίστη της Εκκλησίας με τους Άγιους Πατέρες που συνέθεσαν αυτό το «Πιστεύω» στις δύο πρώτες Άγιες Οικουμενικές Συνόδους.

Αν μ’ αυτά και μ’ αυτά δεν ξεκινήσει το χάρισμα της προσευχής μέσα μας, ασφαλώς τότε πρέπει να ανησυχήσουμε θετικά, αλλά μπορούμε και κάτι άλλο να κάνουμε σύμφωνα με τη συμβουλή του μακαριστού Μητροπολίτη Αντωνίου του Σουρόζ. Δηλ. μπορούμε να πάμε σε μια εκκλησία μόνοι μας και μέσα στη σιωπή να μη μιλήσουμε εμείς στο Θεό, αλλά να περιμένουμε Αυτός να «μιλήσει» σε μάς μέσα στην ευλαβική κατάνυξη του ναού. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε και στο σπίτι μας μπροστά στα εικονίσματα.
Άνθρωπος που δεν προσεύχεται ή δεν έμαθε, ή δεν προσπάθησε ή… χρειάζεται άμεσα Εξομολόγηση .»
Μετά την εξομολόγηση έλεγε ο αείμνηστος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, η προσευχή τρέχει σα νεράκι». Καλή είναι και η μελέτη πριν από την προσευχή πνευματικών βιβλίων, καθαρίζει το μυαλό μας.
Ο διάβολος δεν θέλει να προσευχόμαστε και κατά την ώρα της προσευχής εγείρει πειρασμούς, λογισμούς και περισπασμούς. Πλην όμως, όπως και όλα τα καλά και το μέγιστο καλό της προσευχής θέλει βία. «Όσοι εκβιάζουν τον εαυτό τους στο καλό, αυτοί αρπάζουν τη Βασιλεία των Ουρανών», μας λέγει ο Κύριος.

Χριστιανική Εστία Λαμίας

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ: «Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΗΝ ΑΡΡΩΣΤΗΜΕΝΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ»

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

«Ο χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την αρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο το αίσθημα ανωτερότητας για την αρετή του, όσο και το αίσθημα κατωτερότητας για την αμαρτωλότητά του.
Άλλο πράγμα είναι το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση, άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια…

Με επισκέφθηκε κάποτε ένας κοσμικός ψυχίατρος και μου κατηγόρησε τον Χριστιανισμό, διότι, όπως είπε, δημιουργεί ενοχές και μελαγχολία.

Του απάντησα: Παραδέχομαι, ότι μερικοί χριστιανοί, από σφάλματα δικά τους ή άλλων, παγιδεύονται στην αρρώστια των ενοχών, αλλά κι εσύ πρέπει να παραδεχθείς, ότι οι κοσμικοί παγιδεύονται σε μια χειρότερη αρρώστια, την υπερηφάνεια. Και οι μεν θρησκευτικές ενοχές, κοντά στον Χριστό, φεύγουν με την μετάνοια και την εξομολόγηση, η υπερηφάνεια όμως των κοσμικών, που ζουν μακριά από τον Χριστό, δεν φεύγει.

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

Ο ΦΤΩΧΟΣ ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ

Ο φτωχός τσαγγάρης

Στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μικρού, ζούσε στην Πόλη ένας καλός και ευσεβής άνθρωπος. Δούλευε στο Παλάτι σαν βασιλικός γραμματικός. Είχε ένα όμορφο σπίτι, πολλούς υπηρέτες και μεγάλα κτήματα έξω από τη βασιλεύουσα. ο αυτοκράτορας τον εκτιμούσε πολύ και τον καλούσε συχνά στα συμπόσια και στις διασκεδάσεις του. Εκείνος πήγαινε για να μη προσβάλει το βασιλιά, όμως ήξερε καλά πως τα μεγαλεία του κόσμου είναι προσωρινά. Ήθελε να μάθει πώς θα μπορούσε να κερδίσει τα αιώνια. 

Ένα δειλινό λοιπόν, μέρα Παρασκευή, καθώς περνούσε πεζός έξω από την Παναγία των Χαλκοπρατείων, πρόσεξε πως η εκκλησία ήταν ανοιχτή. Γυναίκες και άντρες, σεμνά ντυμένοι, μπαίνανε κάνοντας το σταυρό τους, ενώ η γλυκειά ψαλμωδία ακουγόταν ίσαμε έξω. Έστειλε στο σπίτι τον υπηρέτη που τον συνόδευε και μπήκε στην εκκλησία. Δεν ήταν πολύ μεγάλη, αλλά ήταν ολοκαίνουργια. Η Αυγούστα Πουλχερία είχε φανεί πολύ γενναιόδωρη κι έτσι δεν έλειπε τίποτα από το ναό. Εκείνη την ώρα λιγοστές λαμπάδες και ταπεινά κεράκια φώτιζαν απαλά τον ιερό χώρο και τις μορφές, που, όρθιες ή γονατισμένες προσεύχονταν.. Βρήκε ένα άδειο στασίδι κι ακούμπησε. Κατάλαβε πως τελούσαν αγρυπνία. Γνωστές προσευχές ανέβηκαν αυθόρμητα στα χείλη του, η ψυχή του άρχισε να γαληνεύει, διώχνοντας μακριά τις κοσμικές έγνοιες. Συνεπαρμένος από την κατάνυξη, που βασίλευε ολόγυρα του, σιγόψελνε τα τροπάρια και σιγομουρμούριζε τις ευχές. και κάποια στιγμή, το βλέμμα του, σαν μαγνητισμένο, έπεσε σε μια προσευχόμενη μορφή: ήταν ένας άντρας μεσόκοπος, φτωχοντυμένος, που δεότανε με ιδιαίτερη θέρμη. Πεσμένος στα γόνατα, με τα μάτια στραμμένα ψηλά, έστελνε στον Παντοδύναμο τις ικεσίες του. Δάκρυα αυλάκωναν τα σκαμμένα του μάγουλα. η στάση του μαρτυρούσε πολλή ευλάβεια και ταπείνωση.

Με το πρώτο φως της αυγής, τέλειωσε η αγρυπνία. ο βασιλικός γραμματικός δε βιάστηκε να βγει. Περίμενε να δει τι θα κάμει ο άγνωστος εκείνος άνθρωπος. Κάποια στιγμή τον είδε να συνέρχεται από τη βαθειά κατάνυξη και να κατευθύνεται στην έξοδο. Σπρωγμένος από ανεξήγητη περιέργεια, τον ακολούθησε. Βγήκαν από την εκκλησία και τους τύλιξε η πρωινή δροσιά. ο άνθρωπος τράβηξε κατά το Δίππιο, όπου ήταν ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Εκείνη την ώρα ήταν κλειστός. Όμως ο άνθρωπος στάθηκε μπροστά στην κεντρική θύρα, έκαμε τρεις μετάνοιες, αυτοσυγκεντρώθηκε για λίγα λεπτά —σίγουρα προσεύχεται, σκέφτηκε ο γραμματικός που τον ακολουθούσε – και οι πύλες του ναού άνοιξαν διάπλατα, σα να τις κινούσε αόρατο χέρι! ο άγνωστος μπήκε στο ναό. 
Τι είναι τούτο! σάστισε ο γραμματικός, μη πιστεύοντας τα μάτια του. η περιέργειά του είχε κορυφωθεί. 
Περίμενε υπομονετικά. Λιγοστοί διαβάτες τον κοίταζαν, εντυπωσιασμένοι από το αρχοντικό του ντύσιμο, τον προσπερνούσαν, σίγουρα απορώντας πώς ένας άνθρωπος της τάξης του, βρισκόταν τέτοια ώρα έξω ολομόναχος. Μόνο το χρυσό του δαχτυλίδι άξιζε μια μικρή περιουσία. Ωστόσο, εκείνος αδιαφορούσε. Όλη του η προσοχή ήταν στραμμένη στις θύρες της εκκλησίας, που άνοιξαν πάλι με τρόπο θαυματουργικό, για να βγει ο άγνωστος. Κι έκλεισαν πίσω του μ’ ένα ελαφρό τρίξιμο. Σαν να μη συνέβαινε τίποτα, ο άνθρωπος βάδισε προς το σταυροδρόμι, χωρίς να υποψιάζεται πως τον ακολουθούν, Έστριψε σ’ ένα στενό σοκάκι, στάθηκε μπροστά σ’ ένα χαμόσπιτο, έσπρωξε την παμπάλαιη πόρτα και μπήκε. 
«Ώστε εδώ κάθεται», συμπέρανε ο βασιλικός γραμματικός και γύρισε στο αρχοντικό του προβληματισμένος. 
Πέρασε το Σαββατοκύριακο με πολλή δουλειά στο Παλάτι. Όμως την αυγή της Δευτέρας, ο αυτοκράτορας και οι αυλικοί βγήκαν να κυνηγήσουν. Βρήκε λοιπόν τον καιρό, να περάσει μονάχος από το σπίτι του ανθρώπου εκείνου. Στο κατώφλι στεκόταν μια νοικοκυρεμένη γυναίκα κι έστριφτε το αδράχτι της. 
Πού είναι ο άνθρωπος που μένει εδώ; τη ρώτησε.
Λιγάκι σαστισμένη από την εμφάνιση κι από τον τόνο της φωνής του, τον κοίταζε, σαν να μη καταλάβαινε πώς μιλούσε σ’ εκείνη. 
Τον άντρα μου εννοείς, κύριέ μου; κατάφερε να ψελλίσει. 
Δεν ξέρω αν είναι άντρας σου, εγώ γυρεύω τον άνθρωπο που μένει εδώ. 
Μόνο ο άντρας μου κι εγώ μένουμε εδώ, κύριέ μου. Είναι τσαγκάρης κι έχει πάει στην αγορά να πουλήσει τα παπούτσια που έφτιαξε την περασμένη βδομάδα. Μπορείς να μου πεις τι τον θέλεις; 
Θέλω να του παραγγείλω παπούτσια. 
Τότε μπορείς να τον περιμένεις ή να αφήσεις παραγγελία. 
Ο γραμματικός σκέφτηκε λιγάκι. Τελικά έβγαλε από το πουγκί του ένα νόμισμα και το έδωσε στη γυναίκα. 
Θα τον περιμένω, εξήγησε. Εσύ ωστόσο πήγαινε να ψωνίσεις κάτι να φάμε.
Εκείνη τον κοίταξε απορημένη.
Το χαμόσπιτό μας, κύριέ μου, Δεν είναι για σένα, είπε. Φαίνεσαι αρχοντομαθημένος. Εδώ μέσα θέλεις να φας; 
Γιατί όχι; της αντιγύρισε. το σπίτι μου είναι πολύ μακριά, Δεν μπορώ να πάω και να ξαναγυρίσω. 
Η γυναίκα κούνησε το κεφάλι υποταγμένη. Πήγε στην κοντινή αγορά και γύρισε φορτωμένη ψωμί, τυρί, ψάρια και φρούτα. Ώσπου να ετοιμαστεί το φαί, γύρισε κι ο τσαγκάρης. Σάστισε μόλις είδε τον ξένο να περιμένει υπομονετικά, καθισμένος στο μοναδικό σκαμνί. Χαιρέτισε ταπεινά. 
Στη διάθεσή σου, άρχοντά μου. Τι προστάζεις; 
Θέλω να μου φτιάξεις μερικά ζευγάρια παπούτσια για τους ανθρώπους μου. 
Ο τσαγκάρης Δεν αποκρίθηκε αμέσως. Μια τέτοια παραγγελία ήταν ανέλπιστη, θα κέρδιζε τόσα, όσα Δεν κέρδιζε ολόκληρο το χρόνο. Κι όμως αντί να χαίρεται, ένιωθε αμήχανα. 
Κύριέ μου, εγώ φτιάχνω χοντροπάπουτσα για χωριάτες, είπε. Δεν είμαι κανένας σπουδαίος τεχνίτης, σαν αυτούς που είναι στο μεγάλο δρόμο. Σίγουρα Δεν θα μπορέσω να σε ευχαριστήσω. 
Καλά, καλά, τον έκοψε ο γραμματικός, ας φάμε πρώτα και μετά μιλάμε για τη δουλειά. τα ψάρια μοσχομυρίζουν. 
Θα φας μαζί μας; απόρησε ο τσαγκάρης. το φτωχικό μας… 
Τα ίδια μου είπε κι η γυναίκα σου και της εξήγησα πως το σπίτι μου είναι πολύ μακριά. που να πηγαίνω και να ξανάρχομαι! 
Ότι πεις, κύριέ μου. 
Η γυναίκα σερβίρισε ψάρια και ψωμοτύρι για τον ξένο, στην καλύτερη πήλινη γαβάθα της, ύστερα αυτή κι ο άντρας της στρώθηκαν κατάχαμα σταυροπόδι κι άρχισαν να τρώνε με όρεξη από την ίδια γαβάθα. Σαν ήρθε η ώρα του φρούτου, λέει ο γραμματικός του τσαγκάρη, «θέλω να σου μιλήσω ιδιαιτέρως». 
Δεν έχω μυστικά από τη γυναίκα μου, κύριέ μου, αποκρίνεται εκείνος. Τόσα χρόνια που είμαστε παντρεμένοι, Δεν της έκρυψα ποτέ τίποτα. Ότι έχεις να πεις, πες το μπροστά της. 
«Ας είναι. Λοιπόν, την περασμένη Παρασκευή, σε είδα στην αγρυπνία, στην Παναγία των Χαλκοπρατείων. Ύστερα σε ακολούθησα μέχρι τον άγιο Ιωάννη. Είδα τι έγινε εκεί. Σκέφτηκα, λοιπόν, πως είσαι άνθρωπος του Θεού. το διαπίστωσα και πριν από λίγο, σαν μου μίλησες τόσο τίμια για τη δουλειά σου. Φτιάξε μου παπούτσια για τους ανθρώπους μου. Αλλά, σε παρακαλώ, μη μου κρύψεις τις αρετές σου, ώστε να σε μιμηθώ κι εγώ». 
«Άρχοντά μου, εσύ θέλεις να μιμηθείς εμένα, ένα φουκαρά τσαγκάρη;» 
Πιστεύω πως είσαι άνθρωπος του Θεού, επέμεινε ο γραμματικός, και σ’ έχει προικίσει με ξεχωριστά χαρίσματα. 
Κύριέ μου, αυτό που είδες, Δεν το κατάφερα εγώ, αλλά ο Θεός. Ούτε είμαι κανένας άγιος, κάθε άλλο… 
Ωστόσο είμαι σίγουρος πως κάτι κάνεις, που ευχαριστεί ιδιαίτερα το Θεό, αλλιώς δε θα είχες τέτοια ευλογία. 
Τι να σου πω! Όπως βλέπεις, είμαι τσαγκάρης. Όσα κερδίζω, τα χωρίζω σε τρεις μερίδες: κρατώ τη μια για να ζούμε, με τη δεύτερη αγοράζω υλικά για τη δουλειά μου και την τρίτη τη δίνω στους φτωχούς, γιατί υπάρχει πάντα ο φτωχότερος από το φτωχό. Κι η γυναίκα μου κι εγώ τηρούμε τις νηστείες, πάμε τακτικά στην εκκλησία. Τίποτα το ξεχωριστό δηλαδή. 
Σταμάτησε να μιλά, κοίταξε ικετευτικά το γραμματικό. 
Κι όσο για κείνο που είδες στον άγιο Γιάννη, μη πεις σε κανένα τίποτα, ώσπου να με πάρει ο Θεός, πρόσθεσε. 
Ο γραμματικός κούνησε καταφατικά το κεφάλι. 
«Άνθρωπέ μου, είναι τιμή μου που σε γνώρισα, είπε. 
Έσκυψε, τον ασπάστηκε και βγήκε από το χαμόσπιτο. Ένιωθε ανάλαφρος και πιο γνωστικός. 

Από το βιβλίο της Αγγελικής Π. Νικολοπούλου: «Τα μυστικά της ερήμου».
Εκδόσεις «Τήνος». Αθήνα 1995. Σελ. 59 – 68.