Η στάση των τοπικών
Ορθοδόξων Εκκλησιών στη Σύνοδο της Κρήτης
Δ΄ Μέρος
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Στο Δ΄
μέρος και για λόγους πρακτικούς θα γίνουν αναφορές πρώτα στις τοπικές Εκκλησίες
της Γεωργίας, της Κύπρου, της Πολωνίας, της Αλβανίας και της Τσεχίας –
Σλοβακίας και, στο επόμενο σημείωμα, της Ελλάδος.
Πατριαρχείο
της Γεωργίας
Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Γεωργίας δεν συμμετέσχε στη Σύνοδο της Κρήτης. Στη
συνεδρίαση της 25ης Μαΐου
2016 είχε προειδοποιήσει πως αν δεν αλλάξει άρδην το κείμενο της σχέσης της
Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους ετεροδόξους δεν θα το υπέγραφε. Πάντως σε εκείνη τη
συνεδρίαση όρισε και την αντιπροσωπεία της, που θα συμμετείχε στη Σύνοδο της
Κρήτης. Στη συνέχεια τα γεγονότα την έκαναν να απόσχει, με απόφαση που έλαβε η
Ιεραρχία της στις 10 Ιουνίου. Τους λόγους της απουσίας εξέθεσε ο
ίδιος ο Πατριάρχης κ. Ηλίας στο πρακτορείο ΝΟΒΟΣΤΙ, στις 13 Ιουνίου 2016. Ήταν,
όπως είπε, η μη τακτοποίηση του ζητήματος μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας
και Ιεροσολύμων και η αποχή του πρώτου από τη Σύνοδο, και η μη αναβολή των
θεμάτων που δεν είχαν ομόφωνη έγκριση στην προσυνοδική διαδικασία, όπως ήταν τα
θέματα της σχέσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους ετεροδόξους και του γάμου και
των κωλυμάτων αυτού.
Για την αποχή της Εκκλησίας της Γεωργίας το Γραφείο Τύπου της Συνόδου στην
Κρήτη, που ήταν ουσιαστικά του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κοινοποίησε κείμενο
στα αγγλικά 13 Γεωργιανών θεολόγων, που, κατά το Γραφείο Τύπου, αποτελούν τη
νέα «προοδευτική» γενιά θεολόγων, κάτι δηλαδή σαν τους θεολόγους του «Καιρού»
στην Ελλάδα. Οι εν λόγω θεολόγοι κατακρίνουν «τις φουνταμενταλιστικές και
υπεσυντηρητικές» Ορθόδοξες ομάδες της Γεωργίας, οι οποίες έδωσαν ανακριβείς
πληροφορίες περί της Συνόδου στην Κρήτη. Κατηγορούν επίσης το Πατριαρχείο, ότι
δεν αντέδρασε σωστά εναντίον αυτών των «καταστροφικών ομάδων».
Το
αξιοσημείωτο είναι ότι το εν λόγω κείμενο, που το πρόβαλε και το προώθησε
επισήμως το Φανάρι, δίνει πολιτικές προεκτάσεις στη Σύνοδο της Κρήτης. Θεωρεί
ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι χωρισμένη σε δύο μείζονα «στρατόπεδα», το ένα
υπέρ του φιλοδυτικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και το άλλο υπέρ του
Πατριαρχείου της Μόσχας και τονίζει ότι η αποχή του Πατριαρχείου Γεωργίας
σημαίνει ότι τάσσεται στο πλευρό του Πατριαρχείου της Μόσχας, το οποίο, όπως
γράφουν οι «μοντέρνοι» Γεωργιανοί θεολόγοι, «είναι εργαλείο του Κρεμλίνου, που
ακολούθησε μια αηδιαστική πολιτική στις μετασοβιετικές χώρες»...
Η Γεωργία, από την οποία καταγόταν ο αιμοσταγής ηγέτης της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν, είναι
ένα μικρό Έθνος, περίπου 4.000.000 κατοίκων. Αμέσως μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ
και την ανεξαρτησία της προκλήθηκαν προβλήματα με τη γειτονική Ρωσία, με
αποτέλεσμα η εντός των συνόρων της περιοχές της Νότιας Οσετίας και της
Αμπχαζίας να είναι έως και σήμερα υπό ρωσικό έλεγχο. Οι Γεωργιανοί έχουν
εκτεταμένα σύνορα με την ομόδοξη Ρωσία. Συνορεύουν επίσης με τις
πολυπληθείς αλλόθρησκες χώρες Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν και με την ολιγάριθμη
χριστιανική αλλά ετερόδοξη Αρμενία. Ως Έθνος δεν είναι σλαύοι και επιδιώκουν να
ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Όμως δεν αγνοούν την γεωστρατηγική
πραγματικότητα και επιδιώκουν να μην έχουν πλέον προβλήματα στις σχέσεις τους
με τη Ρωσία.
Το
εκκλησιαστικό ζήτημα που προέκυψε, με τη απουσία της Γεωργιανής Εκκλησίας
από τη Σύνοδο οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι ο πιστός λαός της είναι
συντηρητικός και αρνητικός σε ανοίγματά προς τους ετεροδόξους. Τώρα αν
επέδρασε το Πατριαρχείο της Μόσχας στην απόφασή της. Όλοι οι ασχολούμενοι με
διορθόδοξες αναλύσεις γνωρίζουν ότι η Εκκλησία της Γεωργίας από χρόνια έχει
εγκαταλείψει το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών και ότι σε πολλά θεολογικά
και εκκλησιαστικά ζητήματα ακολουθεί συντηρητικότερη γραμμή από αυτήν της
Εκκλησίας της Ρωσίας.
Ο 83χρονος
Πατριάρχης κ. Ηλίας για το λαό της Γεωργίας είναι ένα σύμβολο αντίστασης
στην αθεΐα και στον ολοκληρωτισμό, αλλά και μια προσωπικότητα που χειρίζεται με
σωφροσύνη τα σοβαρά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο λαός του στην
μετασοβιετική εποχή. Μην ξεχνάμε ότι η υπό την ποιμαντική του ευθύνη Εκκλησία ήταν
και είναι το καταφύγιο του λαού στον πόλεμο με τη Ρωσία, στον εμφύλιο πόλεμο,
στα κυβερνητικά πραξικοπήματα και στην οικονομική, πολιτική, ηθική και
κοινωνική κρίση, από την οποία εξακολουθεί να δοκιμάζεται.
Εκκλησία
της Κύπρου
Η Εκκλησία της Κύπρου αποφάσισε να υποστηρίξει με όλες Της τις δυνάμεις το
Οικουμενικό Πατριαρχείο. Προσήλθε στην Κύπρο με όλους τους Αρχιερείς Της, αφού
προηγουμένως είχε συμμετάσχει σε όλες τις προσυνοδικές διαδικασίες,
υποστηρίζουσα πάντα τις θέσεις και τις απόψεις του Φαναρίου. Ο λόγος για
την αλληλεγγύη και την υποστήριξή της Εκκλησίας της Κύπρου στο Φανάρι,
όπως μας ελέχθη από Αρχιερέα της Εκκλησίας της Κύπρου, είναι ότι
Αυτό χειμάζεται και κινδυνεύει η ύπαρξή του από τον ίδιο δυνάστη που
επιβουλεύεται την ελευθερία και την ίδια την ύπαρξη της Κύπρου.
Παράλληλα με την ολόθερμη υποστήριξη του στο Φανάρι ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.
Χρυσόστομος έκανε δύο σωστές παρεμβάσεις. Η πρώτη ήταν όταν πρότεινε στον
Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλο να κάνει μιαν υποχώρηση στο θέμα της
Αρχιεπισκοπής στο Κατάρ, ώστε να λήξει η διακοπή κοινωνίας με το Πατριαρχείο
της Αντιοχείας και να παύσει το σχίσμα στους κόλπους της Ορθοδοξίας. Ο
Οικουμενικός Πατριάρχης δεν υποστήριξε την πρότασή του και αυτή βρήκε την
άρνηση του Πατριάρχου Ιεροσολύμων. Η δεύτερη ήταν όταν σημείωσε ότι η Σύνοδος
πρέπει να συγκληθεί πάλι μέσα σε μια πενταετία, για να συζητήσει και να πάρει
αποφάσεις επί θεμάτων που απασχολούν τους πιστούς, προφανώς θεωρώντας ότι τα
θέματα που ήσαν προς συζήτηση θα τους άφηναν αδιάφορους.
Κατά τα άλλα από Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Κύπρου υπήρξαν παρεμβάσεις επί
των συζητηθέντων θεμάτων, αλλά σχεδόν όλοι υπέγραψαν τα σχετικά κείμενα. Μόνον
οι Μητροπολίτες Λεμεσού Αθανάσιος και Μόρφου Νεόφυτος κοινοποίησαν στο ποίμνιό
τους την άρνησή τους να υπογράψουν το κείμενο για τη σχέση της Ορθοδόξου
Εκκλησίας με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Για το συγκεκριμένο κείμενο η Ιερά
Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου πρότεινε τέσσερις διορθώσεις. Καμία δεν έγινε
δεκτή, αλλά πλην των δύο προαναφερθέντων Μητροπολιτών ο Αρχιεπίσκοπος και οι
υπόλοιποι δεκατέσσερις Αρχιερείς υπέγραψαν κανονικά το κείμενο.
Εκκλησία
της Πολωνίας
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας συμμετέσχε κανονικά στη Σύνοδο της Κρήτης. Όταν
η Πολωνία ήταν κομμουνιστική και υπό την επικυριαρχία των Σοβιετικών εθεωρείτο
ότι η εκεί Ορθόδοξη Εκκλησία είναι κοντά στην Εκκλησία της Ρωσίας. Σημειώνεται
ότι το σύνολο σχεδόν των πιστών της είναι στην καταγωγή Ρώσοι και Λευκορώσοι,
οι οποίοι, σύμφωνα με τις επίσημες πολωνικές στατιστικές, αποτελούν το 1%
του συνολικού πολωνικού πληθυσμού των 38 εκατομμυρίων, δηλαδή είναι
περίπου 400.000. Είναι μια πολύ καλά οργανωμένη και ζώσα Εκκλησία, που δέχεται
πάντως μεγάλη πίεση από τους Λατίνους και τους Ουνίτες. Ως σλάβοι τελούν στη
σλαβονική, όπως οι Ρώσοι, τη Θεία Λειτουργία, τις Ακολουθίες και τα Μυστήρια
και ακολουθούν το ρωσικό τυπικό και έχουν την ίδια ενδυμασία και τα ίδιου τύπου
άμφια.
Από τότε
που η Πολωνία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ η στάση της Πολωνικής Ορθόδοξης
Εκκλησίας έχει αλλάξει έναντι της Ρωσικής Εκκλησίας, με την οποία πάντως
αναγνωρίζει ότι την συνδέουν παλαιοί και ισχυροί δεσμοί ομολογίας και
μαρτυρίου. Ανάλογους όμως δεσμούς αναγνωρίζει και με το Οικουμενικό
Πατριαρχείο... Η Πολωνική Εκκλησία είναι πλέον εγγύτερα στο Φανάρι, παρά στη
Μόσχα. Ο Προκαθήμενός της Σάββας είναι ένας ικανότατος Πρωθιεράρχης που
γνωρίζει άριστα να ελίσσεται και να προσαρμόζεται στις καταστάσεις, προς
όφελος της Εκκλησίας του. Στην παρούσα φάση πιστεύει πως το συμφέρον για
την Εκκλησία του είναι να πρόσκειται στο φιλοδυτικό Φανάρι και αυτό πράττει.
Στη Σύνοδο
οι παρεμβάσεις του κ. Σάββα και όσων Πολωνών Αρχιερέων έλαβαν τον λόγο ήσαν
προσεκτικές: θετικές προς το Φανάρι, αλλά όχι εχθρικές προς τη Μόσχα...
Εκκλησία
της Αλβανίας
Η Εκκλησία
της Αλβανίας συμμετέσχε ενεργά, δια του Προκαθημένου της κ. Αναστασίου, στις
εργασίες της Συνόδου στην Κρήτη. Πριν να μεταβούν στην Κρήτη, στις 8 Ιουνίου
2016, οι Ιεράρχες της Αλβανίας, που αποτελούν τη Σύνοδό της, εξέδωσαν Δήλωση,
στην οποία ακολούθησαν την επιχειρηματολογία του Φαναρίου.
Συγκεκριμένα
με τη δήλωσή τους προσπάθησαν να πείσουν ότι όταν το Πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως και όσες άλλες τοπικές Εκκλησίες το ακολουθούν, συμφώνησαν
στη διάσκεψη των Προκαθημένων, το 2014, την ομοφωνία στις προ και κατά τη Σύνοδο προτάσεις
και αποφάσεις δεν εννοούσαν ομοφωνία, αλλά πλειονοψηφία... Υποστήριξαν ακόμη
ότι η αναβολή της Συνόδου, όπως ζήτησαν τα Πατριαρχεία Μόσχας, Γεωργίας και
Βουλγαρίας, «θα πληγώσει τους ανά τον κόσμο Ορθοδόξους και θα τραυματίσει
διεθνώς το κύρος της Ορθοδοξίας». Προφανώς εννοούσαν ότι όπως έγινε η
Σύνοδος δεν τραυμάτισε διεθνώς το κύρος της Ορθοδοξίας, που την έδειξε
διασπασμένη και χωρισμένη σε «στρατόπεδα»...
Ο 87χρονος
Αρχιεπίσκοπος κ. Αναστάσιος είναι μια χαρισματική προσωπικότητα, που έχει
επιτελέσει ένα θαύμα στην Αλβανία. Ανέλαβε μιαν Εκκλησία από τη στάχτη και τα
ερείπια και μέσα σε 24 χρόνια την κατέστησε ένα σημαντικό παράγοντα στην
πνευματική και κοινωνική ζωή της γείτονος χώρας. Όμως έχασε μιαν ιστορική ευκαιρία
στη Σύνοδο. Εκεί θα μπορούσε να δράσει πραγματικά ενωτικά και όχι ως απλός
ακόλουθος των απόψεων του Φαναρίου. Επίσης όταν ζήτησε να συντάξει το μήνυμα
επί τη λήξει των εργασιών της Συνόδου θέλησε να προσθέσει σ’ αυτό άσχετα προς
τα θέματα της Συνόδου ζητήματα και μάλιστα με τρόπο απλοϊκό. Αυτό γιατί
θεώρησε ότι έτσι θα κάλυπτε τα κενά της θεματολογίας της Συνόδου.
Αντί όμως να συμβεί αυτό προκάλεσε σύγχυση και δυσφορία στον απλό λαό. Αυτός
περίμενε από το μήνυμα να μάθει τι συζητήθηκε και τι αποφασίστηκε στη Σύνοδο.
Και η επιθυμία του ουδόλως ικανοποιήθηκε.
Εκκλησία
Τσεχίας και Σλοβακίας
Ο πιο
ευτυχισμένος άνθρωπος στη Σύνοδο πρέπει να ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Πρέσοβ και
πάσης Τσεχίας και Σλοβακίας Ραστισλάβ. Αναγνωρίστηκε από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο και όλες τις άλλες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και απόλαυσε τη θέση
του ανάμεσα στους άλλους εννέα Προκαθημένους. Είναι γνωστό ότι η εκ μέρους του
απομάκρυνση του προηγουμένου Αρχιεπισκόπου Χριστοφόρου και η εκλογή του
θεωρήθηκαν πραξικοπηματικές ενέργειες από το Φανάρι. Αυτό διέκοψε μαζί του την
κοινωνία, αναγνώρισε ως Τοποτηρητή του θρόνου τον 90χρονο σήμερα Μητροπολίτη Όλομουτς
Συμεών και επιχείρησε να μεθοδεύσει την απομάκρυνσή του Ραστισλάβ από τον
Αρχιεπισκοπικό θρόνο. Εν τω μεταξύ το Πατριαρχείο της Μόσχας τον είχε
αναγνωρίσει και τον μνημόνευε κανονικά στα Δίπτυχα...Εν όψει της Συνόδου και με
την αδυναμία του Συμεών να επιτελέσει τα καθήκοντά του το Φανάρι υποχρεώθηκε να
αναγνωρίσει τον Ραστισλάβ, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή του στη Σύνοδο...
Ο νεαρός (38
ετών) προκαθήμενος της ολιγάριθμων πιστών Εκκλησίας Τσεχίας και Σλοβακίας
ακολουθεί περίπου τη γραμμή του Προκαθημένου της Πολωνίας Σάββα. Σλάβος μεν,
αλλά σε χώρες που υπέφεραν από το πιστό στη Μόσχα κομμουνιστικό καθεστώς και
από τις επεμβάσεις του Σοβιετικού στρατού στην τότε Τσεχοσλοβακία διατηρεί τις
απαραίτητες ισορροπίες. Σε δύο χώρες μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, που μισούν κάθε
τι το ρωσικό, η Εκκλησία Τσεχίας και Σλοβακίας πρέπει να είναι φιλική προς το
Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, επιδιώκοντας όμως να μη χαλάσει τις σχέσεις
της προς το Πατριαρχείο της Μόσχας, το οποίο παντοιοτρόπως την βοηθούσε και
εξακολουθεί να την βοηθάει.