ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ: H ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΠΟΛΟΓΟΥΜΕΝΗ

H Παλαιά Διαθήκη Πολεμούμενη και Απολογούμενη
Σεβ. Ιερεμίου Φούντα Μητρ. Γόρτυνος Μεγαλουπόλεως

Περιφρονείται η Παλαιά Διαθήκη

Στις ημέρες μας, αγαπητοί μου αδελφοί Χριστιανοί, γίνεται και αυτό το μεγάλο αμάρτημα, που είναι σαν προδοσία πίστεως: Περιφρονείται και υβρίζεται η Παλαιά Διαθήκη. Το αμάρτημα δε αυτό, την άρνηση της Παλαιάς Διαθήκης, το είπα μεγάλο, ως προδοσία πίστεως, γιατί η Παλαιά Διαθήκη περιέχει την πρώτη αποκάλυψη, που έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους· γιατί περιέχει μεγάλες αλήθειες της πίστεώς μας· γιατί μιλάει για την προετοιμασία της ανθρωπότητας για τον ερχομό του Χριστού· γιατί η Παλαιά Διαθήκη, τέλος, είναι η βάση της Καινής Διαθήκης. Πραγματικά, αν απορρίψουμε την Παλαιά Διαθήκη απορρίπτουμε και την Καινή, γιατί αυτή είναι συνέχεια της Παλαιάς. Φαίνεται δε αυτό καθαρά από το α' κεφ. Του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, από την πρώτη δηλαδή σελίδα της Καινής Διαθήκης, όπου έχουμε μια σύντομη αναφορά στην ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης και έπειτα, ως συνέχεια αυτής, αρχίζει η Καινή Διαθήκη με την σάρκωση του Υιού του Θεού, την γέννηση του Ιησού Χριστού. «Προέλαβεν την Καινήν η Παλαιά και ηρμήνευσεν την Παλαιάν η Καινή», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.1 Η Εκκλησία μας στηρίζεται στην διδασκαλία των Προφητών (στην Παλαιά, δηλαδή, Διαθήκη) και των Αποστόλων (στην Καινή Διαθήκη). Την Κυριακή της ορθοδοξίας (την Α' Κυριακή των Νηστειών) διακηρύσσουμε: «Οι Προφήται (δηλαδή, η Παλαιά Διαθήκη) ως είδον, οι Απόστολοι (η Καινή Διαθήκη) ως δίδαξαν… Ούτω φρονούμεν ούτω λαλούμεν»! Ας λάβουμε δε υπ’ όψιν ότι με την Παλαιά Διαθήκη και μάλιστα κατά την χριστολογική της ερμηνεία είναι ζυμωμένη όλη η λατρεία μας και αυτή η εικονογραφία μας·2 επομένως είναι αδιανόητο ως Ορθόδοξοι να μιλάμε περιφρονητικά για την Παλαιά Διαθήκη.
Η βλασφημία και περιφρόνηση κατά της Παλαιάς Διαθήκης δεν είναι τωρινό αμάρτημα, αλλά είναι πολύ παλαιό. Ήδη ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει την θλιβερή πληροφορία ότι υπήρχαν αιρετικοί, οι οποίοι ύβριζαν την Παλαιά Διαθήκη και έλεγαν γι’ αυτήν ότι προέρχεται… εκ του διαβόλου3 . Γνωρίζουμε δε πάλι ότι παλαιές αιρέσεις με πλατωνική επίδραση πολέμησαν με πάθος την Παλαιά Διαθήκη. Αλλά και στα νεώτερα χρόνια, όπως παλαιά ο Μαρκίων, προτεστάντες θεολόγοι, σαν τους Friedrich Delitzsch (1850 - 1922), Ad. Von Harnack (1851 - 1930) κ. ά., αξίωσαν να αποβληθεί η Παλαιά Διαθήκη από τον Χριστιανικό Κανόνα της Αγίας Γραφής. Ο Χίτλερ επίσης το 1933 πολεμώντας τον Ιουδαϊσμό πολέμησε και την Παλαιά Διαθήκη νομίζοντας αυτήν ως Ιουδαϊκό βιβλίο. Έτσι οι χριστιανοί οπαδοί του οι ονομασθέντες «Γερμανοί Χριστιανοί» (Deutche Christen) απέρριπταν με φανατισμό την Παλαιά Διαθήκη4 .
Δεν πρέπει, λοιπόν, να μας φαίνεται καθόλου παράξενο και περίεργο το ότι στις ημέρες μας ακούγονται βλάσφημα κατά της Παλαιάς Διαθήκης, αφού αυτά ακούγονταν και παλαιότερα. Και οι μεν κατήγοροι της ιεράς αυτής Βίβλου πέθαναν με το στίγμα μάλιστα και το αμάρτημα της βλασφημίας κατά της πρώτης θείας αποκαλύψεως, η δε Παλαιά Διαθήκη μένει για να θέλγει με τα ιερά της αναγνώσματα τις ιερές Συνάξεις μας, για να προκαλεί τον έρωτα των μελετητών της και των υπομνηματιστών της.
Αλλά οι άγιοι Πατέρες, αν και εγνώριζαν το ακλόνητο της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί αυτή είναι θεία αποκάλυψη, γιατί είναι Βίβλος ιερά, όμως δεν αντιπαρέρχονταν αδιάφορα τις κατηγορίες εναντίον της, αλλά με προφορικό και γραπτό λόγο ομιλούσαν συχνά για την ιερότητά της και την αναγκαιότητά της στην Εκκλησία μας. Έτσι και εμείς σήμερα δεν πρέπει να είμαστε αδιάφοροι, αλλά για την κατήχηση του λαού μας και για την διαφώτιση των αντιφρονούντων πρέπει να μιλούμε απαντώντες στα αιρετικά και βλάσφημα εναντίον της Παλαιάς Διαθήκης.
Ας πούμε δε εδώ από την αρχή και το θλιβερό, ότι υπάρχουν και Εκκλησιαζόμενοι Χριστιανοί, οι οποίοι δεν έχουν και αυτοί σωστή έννοια για την Παλαιά Διαθήκη· το δε ακόμη χειρότερο είναι ότι υπάρχουν και κληρικοί ιεροκήρυκες, οι οποίοι ομιλούν για διαφορετικό Θεό της Παλαιάς Διαθήκης, Θεό οργιζόμενο και κεραυνοβολούντα. Έτσι η Παλαιά Διαθήκη πολεμείται και εκ των ένδον δια το αθεολόγητο μερικών κηρύκων.5

Γιατί περιφρονείται η Παλαιά Διαθήκη

Κατά την ταπεινή μου γνώμη η λανθασμένη αντίληψη για την Παλαιά Διαθήκη σχηματίζεται όταν την ερμηνεύουμε ιστορικά η ηθικολογικά και όχι θεολογικά.Πραγματικά, η Παλαιά Διαθήκη πρέπει να ερμηνεύεται θεολογικά και πιο συγκεκριμένα να ερμηνεύεται χριστολογικά και όχι να την θεωρούμε απλά ως ένα βιβλίο που περιέχει την ιστορία του εβραϊκού λαού ή που περιέχει διηγήσεις για ηθική διδασκαλία. Αν την Παλαιά Διαθήκη δεν την ερμηνεύσουμε θεολογικά, τότε όχι μόνο δεν ωφελεί η ανάγνωσή της, αλλά και σκανδαλίζει και ζημιώνει. Στην συνέχεια θα αναφέρω μερικούς λόγους για τους οποίους, κατά την γνώμη μου, η Παλαιά Διαθήκη υποτιμήθηκε και από τους έσω και από τους έξω, και από ανθρώπους της Εκκλησίας δηλαδή και από εκτός αυτής, από ανθρώπους απίστους ή προβληματισμένους στην πίστη.

1. Επειδή δεν βλέπουμε σ’ αυτήν τις θεοφάνειες του Ιησού Χριστού

Για να φανεί η δύναμη του πρώτου λόγου, που κατά την γνώμη μου υποτιμήθηκε η Παλαιά Διαθήκη, θέτω ένα ερώτημα: Γιατί γίνεται δεκτή η Καινή Διαθήκη και δεν συμβαίνει να απορρίπτουν και αυτή; Γιατί η Καινή Διαθήκη όχι μόνο μιλάει για τον Χριστό, αλλά τον δείχνει, παρουσιάζει τον ερχομό του στον κόσμο, παραθέτει τις μαρτυρίες περί αυτού των αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων του. Επομένως δεν μπορεί να περιφρονηθεί και να αποβληθεί από τον Κανόνα η Καινή Διαθήκη, γιατί σ’ αυτήν έχουμε μια παρουσία του Ιησού Χριστού. Αλλά το ίδιο συμβαίνει και με την Παλαιά Διαθήκη. Η Παλαιά Διαθήκη δεν είναι ένα βιβλίο που λέει την ιστορία των Εβραίων, όπως νομίζουν μερικοί· δεν είναι βιβλίο που λέει σοφά λόγια, σαν τα λόγια των αρχαίων σοφών, αλλά είναι ένα ιερό και ιερώτατο βιβλίο, που μιλάει για τον Ιησού Χριστό. Και όχι απλά μιλάει για τον Χριστό, αλλά παρουσιάζει τον Χριστό, έχει θεοφάνειες του, μιλάει για δικαίους ανθρώπους, πατριάρχες και Προφήτες, που είχαν θεοπτίες του Ιησού Χριστού6 , του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, και αναφέρει τις θεοπτίες τους αυτές. Επομένως είναι μεγάλη άγνοια του περιεχομένου της Παλαιάς Διαθήκης το να την απορρίπτουμε. Η Παλαιά Διαθήκη είναι βιβλίο δράσεως του Ιησού Χριστού προτού ακόμη να σαρκωθεί. Ο Ιησούς Χριστός και πριν ακόμη να σαρκωθεί εμφανιζόταν μεταξύ των ανθρώπων, ως άσαρκος Υιός του Θεού, ωσάν να βιαζόταν, τρόπον τινά, πότε να σαρκωθεί και να έλθει ανάμεσά μας. Γι’ αυτόν τον άσαρκο Υιό του Θεού, που επρόκειτο να σαρκωθεί, μιλάει η Παλαιά Διαθήκη, όπως η Καινή Διαθήκη μιλάει για τον σεσαρκωμένο Υιό του Θεού.
Θα αναφερθώ με σύντομο λόγο σε μερικές μόνο θεοφάνειες του Ιησού Χριστού αναφερόμενες στην Παλαιά Διαθήκη.
Στην Παλαιά Διαθήκη εμφανίζεται με την έκφραση «ο Άγγελος του Κυρίου» (Mal'ak Jahve, όπως λέγεται στο εβραϊκό κείμενο) ένα μυστηριώδες Πρόσωπο, το οποίο παρουσιάζεται ως Θεός και ονομάζεται ρητώς «Γιαχβέ». Ποιο είναι το πρόσωπο αυτό; Δυστυχώς στον χώρο μας, από όσα ξέρουμε, δεν έχουμε μια επιμελημένη θεολογική εργασία περί του Αγγέλου του Κυρίου, εκτός από μια μόνο υπέροχη τοιαύτη παλαιά μελέτη του μακαριστού Διδασκάλου Βασιλείου Βέλλα με τον τίτλο Mal'ak Jahve. Στην εργασία του αυτή ο μακαριστός αλησμόνητος Διδάσκαλος μας στηρίζει την έρευνά του επί των σχετικών κειμένων στην ερμηνεία των αγίων Πατέρων, ότι ο εμφανιζόμενος στην Παλαιά Διαθήκη ως Άγγελος Κυρίου είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού· αυτός στο χωρίο Ησ. 9,6 ονομάζεται «μεγάλης βουλής Άγγελος», στο δε Μαλ. 3,1 χαρακτηρίζεται ως «ο Άγγελος της διαθήκης». Ονομάζεται δε ο Ιησούς Χριστός «Άγγελος», επειδή «την πατρικήν ημίν ανήγγειλε βουλήν, κατά την αυτού φωνήν», όπως λέγει ο Θεοδώρητος7 , επειδή δηλαδή απεστάλη από τον Θεό Πατέρα για να εξαγγείλει την βουλή του.
Έχουμε πολλές εμφανίσεις του αγγέλου του Κυρίου στην Παλαιά Διαθήκη, ο τρόπος δε με τον οποίο γίνεται λόγος περί του Προσώπου αυτού δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται, πραγματικά, για Πρόσωπο της Θεότητος, αφού και το Πρόσωπο αυτό ονομάζεται «Γιαχβέ». Για να παραλείψω τις πολλές εμφανίσεις αναφέρω πρώτον την εμφάνιση του αγγέλου του Κυρίου στον Αβραάμ, όταν αυτός ήταν έτοιμος να θυσιάσει τον Υιό του. Ο Άγγελος Κυρίου του είπε: «Αβραάμ, Αβραάμ. Μη επιβάλης την χείρά σου επί το παιδάριον· νυν έγνων ότι φοβή συ τον Θεόν και ουκ εφείσω του Υιού σου του αγαπητού δι’ εμέ» (βλέπε Γεν. 22,11. 12). Στο χωρίο αυτό φαίνεται σαφέστατα ότι ο Άγγελος Κυρίου και διακρίνει τον εαυτό του από τον Θεό, αλλά, με την έκφραση «δι’ εμέ», και ταυτίζει τον εαυτό του με τον Θεό! Ο Αβραάμ εδώ είδε θεοφάνεια, είχε θεοπτία, είδε τον άσαρκο ακόμη Υιό του Θεού. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός αναφερόμενος στην σκηνή αυτή είπε: «Αβραάμ ηγαλλιάσατο ίνα ίδη την ημέραν την εμήν και είδε και εχάρη» (Ιωάν. 8,56)!
Και ο Ιακώβ πάλι είπε, όταν επρόκειτο να αναχωρήσει από την Μεσοποταμία: «Ειπέ μοι ο Άγγελος του Θεού καθύπνον· εγώ ειμί ο Θεός ο οφθείς σοι εν τόπο) Θεού» (Γεν. 31,11).
Άλλη θεοφάνεια του Αγγέλου του Κυρίου έχουμε στον Μωυσέα στην περικοπή εξής 3,221, όπου αυτός καλείται, κατά το περίφημο εκείνο δράμα της καιομένης και μη καταφλεγομένης βάτου, να αναλάβει εξ ονόματος αυτού, του Γιαχβέ, την απελευθέρωση του καταδυναστευομένου Ισραήλ: «Ώφθη δε αυτώ Άγγελος Κυρίου εν πυρί φλογός εκ του βάτου… Και είπεν Εγώ ειμί ο Θεός του πατρός σου, Θεός Αβραάμ και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ» (Έξοδος 3,2. 6). Και εδώ πάλι βλέπουμε ότι ο Άγγελος Κυρίου ταυτίζει τον εαυτό του με τον Θεό, ότι είναι θείο Πρόσωπο. Άλλες εμφανίσεις του Αγγέλου του Κυρίου (Mal'ak Jahve) βλέπε εις Ιησ. Ναυή 5,13-15. Κριτ. 2,1-5.
Αλλά, ενώ οι άγιοι Πατέρες ομόφωνα ερμηνεύουν ότι ο εμφανιζόμενος στην Παλαιά Διαθήκη Άγγελος Κυρίου είναι ο Υιός του Θεού, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, είναι δηλαδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο ιερός Αυγουστίνος ερμηνεύει λανθασμένα ότι πρόκειται περί κτιστού αγγέλου και όχι περί του ακτίστου Λόγου του Θεού. Και γίνεται βεβαίως λόγος σε πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης περί κτιστών αγγέλων, αλλά στις περιπτώσεις του αγγέλου του Θεού που μνημονεύσαμε πρόκειται για θείο Πρόσωπο, πρόκειται για τον άσαρκο ακόμη Υιό του Θεού. Η εσφαλμένη αυτή αντίληψη του Αυγουστίνου προέρχεται από το λάθος του ότι δεν έκανε διάκριση ουσίας και ενέργειας στον Θεό και επομένως η θεοφάνεια του Λόγου του Θεού θα εσήμαινε γι’ αυτόν φανέρωση της θείας ουσίας. Και αυτό βεβαίως είναι αδύνατο, γιατί «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» (Ιωάν. 1,18). Είχε δε ακούσει ότι οι Πατέρες απέρριπταν την ιδέα ότι οι δίκαιοι της Αγίας Γραφής έβλεπαν την θεία ουσία και, επειδή δεν εγνώριζε ότι ο Θεός οραταί δια των θείων ενεργειών, απέρριπτε την δυνατότητα των θεοφανειών. Η ερμηνεία δε αυτή του ιερού Αυγουστίνου περί του Αγγέλου του Κυρίου, ότι πρόκειται περί κτιστού αγγέλου και όχι περί θείου Προσώπου, έγινε βάση της θεολογίας των Φραγκολατίνων και έτσι υποτιμήθηκε απ’ αυτούς η Παλαιά Διαθήκη και την ερμηνεύουν, λοιπόν, ως επί το πλείστον ηθικολογικά.
Ημείς οι Ορθόδοξοι ερμηνεύουμε την Παλαιά Διαθήκη χριστολογικά, γιατί, ως μαθητές των αγίων Πατέρων, φρονούμε ότι αυτή έχει θεοφάνειες του Ιησού Χριστού, ομιλεί για τον Χριστό και μάλιστα έχουμε ως βάση των μελετών μας αυτό που λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ότι όσα η Παλαιά Διαθήκη λέγει για τον Θεό Πατέρα αυτά στην Καινή Διαθήκη ο Απόστολος Παύλος τα αναφέρει στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού: «Α περί του Πατρός ο Μωυσής λέγει, Παύλος εις τον υιόν εκλαμβάνει, πολλήν την ισότητα δεικνύς»8 . Έτσι, κατ’ αυτήν την ερμηνεία, η Παλαιά Διαθήκη στο α' και β' κεφ. Της Γενέσεως μιλάει για τον Χριστό ως δημιουργό του κόσμού, γιατί «πάντα δι’ αυτού (του Λόγου του Θεού) εγένετο και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονε» (Ιωάν. 1,3) και «εν αυτώ εκτίσθη τα πάντα» (Κολοσσαείς 1,16). H Παλαιά Διαθήκη παρουσιάζει τον Ιησούν Χριστόν ως νομοθέτη του Ισραήλ στο όρος Σινά, γιατί αυτό σημαίνει, κατά την πατερική ερμηνεία, αυτό που λέγει ο προφήτης Βαρούχ «εξεύρε πάσαν οδόν επιστήμης και έδωκεν αυτήν Ιακώβ» (Βαρούχ 3,37). Πραγματικά, για τον Χριστό λέγεται ο λόγος αυτός, γι’ αυτό και στην συνέχεια, στον επόμενο στίχ. 38, ο προφήτης λέγει περί αυτού: «Μετά ταύτα επί της γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη»! επειδή, λοιπόν, ο Ιησούς Χριστός στην Παλαιά Διαθήκη χορήγησε τον Νόμο, γι’ αυτό έχει και το δικαίωμα να τον διορθώσει9 (να τον συμπληρώσει), όπως και το κάνει στην επί του Όρους ομιλία του, λέγοντας «Εγώ δε λέγω υμίν… . » (Ματθαίος 5,22).
Κατά την πορεία του Ισραήλ στην έρημο, σε δυο περιπτώσεις που αναφέρονται εις εξής 17,5-6 και Αριθμ. 20,7-11, ο Μωυσής κτύπησε με την ράβδο του τον βράχο και βγήκαν απ’ αυτόν ύδατα και έπιε ο λαός. Ο Απόστολος Παύλος ερμηνεύει και τις περιπτώσεις αυτές χριστολογικά και λέγει εις Α' Κορινθίους 10,1-4 για τους προγόνους του Ισραηλίτες ότι «έπινον εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας, η δε πέτρα ην ο Χριστός». Ο Ιησούς Χριστός, δηλαδή, ακολουθούσε τους Ισραηλίτες στην έρημο σαν μία αόρατη πνευματική πέτρα και τους εφρόντιζε. Ακόμη ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι οι Ισραηλίτες επείρασαν τον Χριστό στην έρημο και «υπό των όφεων απώλοντο» (Α' Κορινθίους 10,9), αν και εις Ψαλμό 77,18-20 λέγεται ότι οι Ισραηλίτες επείρασαν τον Γιαχβέ. Είναι αυτό που είπε ο άγιος Χρυσόστομος, ότι όσα η Παλαιά Διαθήκη λέγει για τον Θεό Πατέρα αυτά ο Απόστολος Παύλος τα ανάγει στον Ιησού Χριστό.
Λέγουμε, λοιπόν, συμπερασματικά ότι η Παλαιά Διαθήκη είναι βιβλίο του Ιησού Χριστού, ο οποίος και πριν ακόμη από την σάρκωσή του αποκαλύπτεται και δρα σ’ αυτήν. Όπως το λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, «και προ της παρουσίας της ενσάρκου πάντα αυτός (ο Χριστός) ωκονόμει και πάντα αυτός έπραττε, νομοθετών, προνοών, κηδόμενος, ευεργετών».10
Το ότι, λοιπόν, δεν ερμηνεύουμε χριστολογικά την Παλαιά Διαθήκη, το ότι, κατ’ επίδραση των Φραγκολατίνων στηριζομένων στην αυγουστίνειο θεολογία, δεν βλέπουμε και ημείς στις εμφανίσεις του αγγέλου του Κυρίου (Mal'ak Jahve) της Παλαιάς Διαθήκης τις θεοφάνειες του Ιησού Χριστού, το ότι, κατ’ επίδραση πάλι της άλλης αντιλήψεως των Φραγκολατίνων, οι απόγονοι του Αδάμ εκληρονόμησαν την ενοχή του, αυτά, κατά τον πρώτον εδώ λόγο που αναφέρουμε, έκαναν να υποτιμηθεί η Παλαιά Διαθήκη και ο πριν από την Σάρκωση του Ιησού Χριστού λαός του Θεού, ο λαός δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης.11 Κατά τους Πατέρες όμως της Εκκλησίας μας οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης ήταν φίλοι του Θεού ακόμη και πριν από την καταλλαγή της σταυρικής θυσίας του Χριστού στον Γολγοθά, γιατί το μυστήριο του Σταυρού ενεργείτο σ’ αυτούς.12 Δηλαδή, υπήρχε σωτηρία και στην Παλαιά Διαθήκη δια του αγγέλου του Θεού, δια του Mal'ak Jahve.13

2. Επειδή έχει τάχα σκανδαλώδεις διηγήσεις και παρουσιάζει τον Θεό 
ως αυστηρό δήθεν και πολεμοχαρή

Ένας δεύτερος λόγος για τον οποίο, σύμφωνα με όσα ακούομε, υποτιμάται η Παλαιά Διαθήκη και μάλιστα θεωρείται και ως μη ωφέλιμη η ανάγνωσή της, είναι το ότι αυτή περιέχει κάποιες σκανδαλώδεις διηγήσεις, όπως του Αβραάμ και της Σάρρας στην Αίγυπτο (Γεν. 12,10-20) και αυτών των ιδίων πάλι και του Ισαάκ με την γυναίκα του στα Γέραρα (Γεν. 20,1-18. 26, 1-14), όπως, ακόμη περισσότερο, της αιμομιξίας του Λωτ με τις θυγατέρες του (Γεν. 19,30-38) ή του Ρουβήμ με την παλλακίδα του πατέρα του Ιακώβ (Γεν. 35,21), όπως του αίσχους των Σοδομιτών (Γεν. 19,1 εξής) και της σκανδαλώδους πράγματι ιστορίας του Ιούδα και της Θάμαρ (Γεν. 38,1-30) κ.ά. κ.ά. Ομοίως πάλι – λέγουν - ότι γεμάτη είναι η Παλαιά Διαθήκη από πολέμους και φόνους και παριστάνεται ο Θεός ως να διατάσσει τους πολέμους αυτούς. Και στα ηθικά της – λέγουν - η Παλαιά Διαθήκη έχει στενότητα αντιλήψεων γιατί με τις πολλές της εντολές και τις απειλές περί τιμωριών σε περίπτωση παραβάσεων και τις πλύσεις και καθάρσεις που διατάσσει για αποκατάσταση, δημιουργεί θρησκευτικές φοβίες και τρόμους. Και τι λατρεία Θεού - λέγουν πάλι - είναι αυτή που θέλει η Παλαιά Διαθήκη, λατρεία με κνίσσα θυσιών, όπως την ζητούν τα βιβλία της, η Έξοδος και το Λευϊτικό;
Είναι κατανοητές οι αντιρρήσεις αυτές των αντιφρονούντων και μάλιστα διατυπώνονται και από πολλούς ιδικούς μας ως απορίες. Και πάλι εδώ όμως θα πούμε αυτό που είπαμε προηγουμένως, ότι τα πράγματα πρέπει να ερμηνεύονται θεολογικά, αλλά και επιστημονικά θα προσθέσουμε εδώ.
α) Στα παραπάνω έχουμε κατά πρώτον να απαντήσουμε αυτό το γενικό, ότι η Παλαιά Διαθήκη παραλαμβάνει πεσμένο τον άνθρωπο και με τις, όπως φαίνονται, σκανδαλώδεις αυτές διηγήσεις της του μιλάει στην γλώσσα του για να τον ανορθώσει σταδιακά. «Της ασθενείας των δεχομένων τους νόμους ην τα λεγόμενα τότε», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος για το θέμα μας. Και συνεχίζει λέγοντας: «Βλέπουμε για παράδειγμα στην Παλαιά Διαθήκη τον Θεό να δέχεται λατρεία από κνίσσα θυσιών αυτό είναι πολύ ανάξιο για τον Θεό, αλλά συγκατέβηκε στην ατέλεια των ανθρώπων των χρόνων εκείνων… »14 . H συμβάσα πτώση έφερε τον άνθρωπο σε μία παρά φύση κατάσταση και απ’ αυτή την κατάσταση η Παλαιά Διαθήκη θέλει να τον φέρει στο κατά φύση, για να τον παραλάβει έπειτα από αυτή την κατάσταση η Καινή Διαθήκη και να τον φέρει στο υπέρ φύση.15 Έτσι, λοιπόν, στην αρχή ο Θεός επιτρέπει τον γάμο και μεταξύ αδελφών, γιατί δεν μπορούσε να γίνει και διαφορετικά. Στην συνέχεια απαγορεύει την αδελφομιξία, επιτρέπει όμως την πολυγαμία με ξένες προς την οικογένεια γυναίκες. Και έτσι βλέπουμε τον Αβραάμ, κατά τα κρατούντα τότε, να τεκνοποιεί από την Άγαρ, την δούλη της γυναικός του Σάρρας (Γεν. 16,4), αλλά και αργότερα να παίρνει και άλλη γυναίκα, την Χεττούρα, από την οποία μάλιστα γεννάει έξι παιδιά (Γεν. 25,1-20) και ο Ιακώβ έλαβε και αυτός δύο γυναίκες, την Λεία και την Ραχήλ, αλλά και ετεκνοποίησε και από δούλες των γυναικών του (βλέπε Γεν. Κεφ. 30 και περίπτωση του Ελκανά, του πατέρα του Σαμουήλ εις Α' Βασ. 1,2). Είναι το ανδροκρατικό πολυγαμικό σύστημα που ίσχυε τότε και δεν υπήρχε απαγορευτικός νόμος γι’ αυτό.16 Από την πολυγαμία όμως έπειτα μεταβαίνουμε στην μονογαμία και απ’ αυτήν στην εγκράτεια στον γάμο (Σοφ. Σειρ. 23,6). Και ύστερα από την προηγηθείσα αυτή προπαρασκευή στην εγκράτεια μεταβαίνουμε στην παρθενία, που αποκαλύπτεται κυρίως στην Καινή Διαθήκη. Και η παρθενία είναι πράγματι μία υπέρ φύση κατάσταση.17
Στο ερώτημα, λοιπόν, γιατί τα τόσα σκανδαλώδη στην Παλαιά Διαθήκη απαντούμε πρώτον γενικά ότι η Παλαιά Διαθήκη μιλάει για την πτώση (βλέπε Γεν. Κεφ. 3) και τα οδυνηρά αποτελέσματα της πτώσεως. Η αμαρτία του ανθρώπου έγινε πολύ αμαρτωλή, - ας το πω έτσι - έγινε «καθ’ υπερβολήν αμαρτωλός», όπως το λέγει ο Απόστολος Παύλος (Ρωμαίους 7,13), και επειδή η Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται στην αμαρτωλή αυτή κατάσταση του ανθρώπου, γι’ αυτό και διαβάζουμε σ’ αυτήν για πτωτικά και σκανδαλώδη πράγματα, που η αναφορά τους όμως κρύβει ένα μυστικό μάθημα που σκοπεύει στην ανόρθωση του ανθρώπου.18
β) Και το πλήθος των νόμων, των εντολών και των διατάξεων της Παλαιάς Διαθήκης, που σκανδαλίζει και αυτό πολλούς, έχει και αυτό την χριστολογική του ερμηνεία δοθείσα μάλιστα από τον Απόστολο Παύλο στις επιστολές του προς Γαλάτας και περισσότερο στην προς Ρωμαίους. Η Παλαιά Διαθήκη, που όπως είπαμε προηγουμένως μιλάει για την πτώση και τα οδυνηρά της αποτελέσματα (γι’ αυτό και οι σκανδαλώδεις διηγήσεις της), θέλει να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αμαρτωλοί. Στον Νόμο του Μωυσέως με τις πολλές του εντολές ήταν γραμμένο ότι οποίος εφήρμοζε όλες ανεξαιρέτως τις διατάξεις του θα σωζόταν: «Ο ποιήσας αυτά άνθρωπος ζήσεται εν αυτοίς» (Λευϊτ. 18,5 βλέπε Και Ρωμαίους 10,5). Αλλά δεν ήταν δυνατόν να εφήρμοζε κανείς όλες τις διατάξεις του Νόμου, τις τόσες πολλές. Επομένως δεν μπορούσαν να δικαιωθούν οι άνθρωποι από τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί σε κάποια εντολή του θα γίνονταν οπωσδήποτε παραβάτες. Από κάπου αλλού, λοιπόν, έπρεπε να ζητήσουν την σωτηρία τους: από τον Ιησού Χριστό, που η Παλαιά Διαθήκη προφήτευε ότι θα έρθει, αλλά και ήδη τον παρουσίαζε στους δικαίους ανθρώπους της υπό τον αγγελο Κυρίου (Mal'ak Jahve).
Ο σκοπός, λοιπόν, του Νόμου της Παλαιάς Διαθήκης ήταν να κάνει τους ανθρώπους του να κατανοήσουν ότι με τις παραβάσεις των εντολών του είναι αμαρτωλοί και ένοχοι για τις παραβάσεις τους αυτές, μη δυνάμενοι να σωθούν απ’ αυτόν τον Νόμο, ο καθένας τους να κραυγάσει: Κύριε Ιησού Χριστέ, έλα να με σώσεις τον αμαρτωλό! Αυτή υπόβαθα ήταν η προσευχή του κόσμού της Παλαιάς Διαθήκης!
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος δίνει και την ερμηνεία ότι για την απείθεια και την σκληρότητα του Ιουδαϊκού λαού δόθηκε σ’ αυτούς ο Νόμος, γιατί πράγματι οι Ιουδαίοι είχαν ανάγκη αυστηρού ελέγχου. Και αυτό λέγει «ου κατηγορία του Θεού, ουδέ έγκλημα του Νόμου, αλλά των αφηνιαζόντων Ιουδαίων, σφοδροτέρου δεηθέντων χαλινού». Και απόδειξη αυτού, κατά τον Χρυσόστομο πάλι, είναι το ότι και σ’ αυτήν την Παλαιά Διαθήκη συναντούμε πολλά πρόσωπα, τα οποία έζησαν αγία ζωή, χωρίς τον φόβο και την απειλή περί τιμωρίας και κολάσεως, όπως ο Άβελ, ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Μωυσής, ο Ηλίας κ. ά.19
γ) Πολύ θα βοηθήσει για την κατανόηση πολλών μυστικών και περιέργων στην Παλαιά Διαθήκη η έννοια ότι διακρίνουμε σ’ αυτήν δύο γραμμές, δύο γενεές ανθρώπων: την καλή και την κακή γενεά. Από την αρχή βλέπουμε την διάκριση αυτή την καλή γενεά με αρχηγό τον Άβελ και την κακή γενεά με αρχηγό τον Κάϊν. Και η μία γενεά μάχεται την άλλη. Είναι το «έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής» (Γεν. 3,15). Όταν εμίχθησαν οι δύο αυτές γενεές (Γεν. Κεφ. 6) έγινε ο φοβερός κατακλυσμός. Ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη σαν να καλλιεργεί το κηπάριό του. Και όταν το κηπάριό του δίνει τον πιο ωραίο και γλυκό καρπό, την Παναγία, τότε ο Θεός τον κόπτει και απεργάζεται την σωτηρία του κόσμού με την σάρκωση του Υιού Του από την Παναγία20 . Με βάση αυτή την ιδέα απαντούμε τώρα σε προηγούμενες απορίες. Γι’ αυτό αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη οι θεωρούμενες ως σκανδαλώδεις διηγήσεις για την διάσωση από τον μιασμό της Σάρρας στην Αίγυπτο η της Σάρρας πάλι και της Ρεβέκκας στα Γέραρρα: για να φανεί η φροντίδα του Θεού για την διατήρηση της καθαρότητας της μητέρας του λαού από τον οποίο θα προέλθει ο Μεσσίας. Γι’ αυτό η Χαναναία Θάμαρ το διακινδύνευσε με πολλή θυσία να συλλάβει από τον Ιούδα και να αποκτήσει παιδί απ’ αυτόν (Γεν. 38,1-30), για να υπαχθεί και αυτή στο ευλογημένο γένος του Αβραάμ, στο οποίο δόθηκαν οι επαγγελίες περί γεννήσεως του Μεσσίου (Γεν. Κεφ. 15. 17,19. 21).
Και για να στιγματισθεί η κακή γενεά, γι’ αυτό η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει τις σκανδαλώδεις πάλι διηγήσεις περί της βδελυράς καταγωγής των Μωαβιτών και των Αμμωνιτών από την αιμομιξία του Λωτ με τις θυγατέρες του (Γεν. 19,30-38) ή μνημονεύει άλλα κακόφημα περί του Ησαύ (Γεν. 26,34-35. 25,29-34) για να φανεί και τονισθεί ότι δικαίως αποκόπτονται αυτοί από την καλή γραμμή, από την οποία θα προέλθει ο Μεσσίας.
δ) Στην παράγραφο αυτή θέλουμε να απαντήσουμε στην άλλη απορία, που αναφέραμε ήδη στην αρχή της παρούσης ενότητας, τα περί πολέμων στην Παλαιά Διαθήκη και περί του Θεού ως αρχηγού των πολέμων. Σ’ αυτό λέγομε ότι το πράγμα έχει αυτή την απλή και φυσική του ερμηνεία: Μας είναι γνωστό ότι ο Μωυσής κλήθηκε από τον Θεό για να απελευθερώσει τον Ισραήλ από την Αίγυπτο. Το έργο αυτό, το να εμψυχώσει, δηλαδή, κανείς έναν τόσο ταλαιπωρηθέντα επί αιώνες λαό και να τον πείσει να τολμήσει την φυγή του από την χώρα της τυραννίας του και να αποφασίσει να βαδίσει μακρά και σκληρά οδό δια μέσου χωρών άλλων ισχυρών λαών για να εγκατασταθεί στην δική του χώρα, την χώρα των πατέρων του, την Χαναάν, αυτό το έργο, λέγω, δεν ήταν καθόλου εύκολο αλλά ο Μωυσής αποδείχθηκε ευφυέστατος και ικανώτατος ηγέτης λαού και τον έπεισε να το τολμήσει. Αυτόν τον υπόδουλο λαό, που είχε μεν κοινή καταγωγή, αλλά αποτελείτο από διάφορες σκορπισμένες φυλές, πέτυχε να τον συνενώσει και να του δημιουργήσει την συνείδηση της εθνικής του ενότητος με την πίστη στον ίδιο Θεό, τον Θεό των Πατέρων του (Έξοδος 3,6. 13. 15-16) και με την κοινή νομοθεσία. Με την θρησκεία, δηλαδή, ο Μωυσής πέτυχε την ενότητα του υποδούλου έθνους του και την εξέγερσή του για απελευθερωτικό αγώνα. Αυτόν τον Θεό ο Μωυσής, τον Θεό Γιαχβέ (Έξοδος 3,14), τον Θεό των πατέρων τους Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ (Έξοδος 3,6. 13. 15-16), από αίτημα της ιστορικής αυτής ανάγκης, για την συνένωση, δηλαδή, του υποδούλου Ισραηλιτικού λαού και την πίστη του στην απελευθέρωσή του, αυτόν τον Θεό, λέγω, ο Μωυσής τον ανεκήρυξε σε εθνικό Θεό του Ισραήλ. Και ασφαλώς από τώρα, με την ανακήρυξη αυτή, ο μεν Γιαχβέ λέγεται καταχρηστικώς ότι είναι «Θεός του Ισραήλ», ο δε Ισραήλ λέγεται ότι είναι «λαός του Θεού» (Έξοδος 3,67. 10. 5,1. 3. 6,7. 8,12. 20,2 κ. ά. ). Η πίστη δε αυτή του Ισραήλ στον εθνικό, όπως τον θεωρούσε, Θεό του, του ενέπνεε την πεποίθηση για νικηφόρο έκβαση του απελευθερωτικού του αγώνα, γιατί ο Θεός του είναι αυτός που είδε την κάκωσή του (Έξοδος 3,7) και είναι Θεός που τον εξελάμβανε ως αόρατο αρχηγό του (Έξοδος 14,14). Η ανάληψη υπό του Ισραήλ αγώνος κατά των Αιγυπτίων και πολέμων προς κατάκτηση της Χαναάν συνετέλεσαν ώστε ο Θεός, που εθεωρείτο τώρα ο εθνικός τους Θεός και ο αόρατος αρχηγός τους, όπως είπαμε, συνετέλεσαν, λέγω, ο Θεός κατά την Μωσαϊκή περίοδο να προσλάβει πολεμικό χαρακτήρα, που δεν είχε κατά την προηγούμενη πατριαρχική εποχή. Έτσι οι πόλεμοι του Ισραήλ χαρακτηρίζονται τώρα ως «πόλεμοι του Γιαχβέ»21 (Αριθμ. 2,14. Α' Βασ. 18,17), και οι εχθροί του Ισραήλ χαρακτηρίζονται εχθροί του Γιαχβέ (Α' Βασ. 30,26), όχι ότι πραγματικά ο Θεός κάνει πολέμους και εχθρεύεται ανθρώπους, γιατί ο Θεός είναι αγάπη και δεν εχθρεύεται κανένα έθνος αλλά λέγονται οι εκφράσεις αυτές έτσι από την πλευρά του Ισραήλ από εθνική υπερηφάνεια. Ο Θεός θεωρείται απ’ αυτόν να παρευρίσκεται αοράτως στις μάχες του, γι’ αυτό και σ’ αυτόν αποδιδόταν η νίκη (Κριτ. 5,4). Ακόμη περισσότερο το χωρίο εξής 15,3 χαρακτηρίζει με υπερηφάνεια τον Γιαχβέ «άνδρα πολέμου» (κατά το εβραϊκό), το δε εξής 7,4 χαρακτηρίζει τον Ισραηλιτικό στρατό «στρατό του Γιαχβέ» (κατά το εβραϊκό). Ακριβώς δε λόγω της θεωρουμένης παρουσίας του Γιαχβέ στις μάχες και το στρατόπεδο έπρεπε να είναι καθαρό από κάθε μολυσμό (βλέπε Αριθμ. 5,1 εξής), αλλά και οι πολεμιστές υπεβάλλοντο σε εξαγνισμό (κατά το Α' Βασ. 14,24 προηγείτο νηστεία) και όλο το διάστημα του πολέμου απέφευγαν κάθε τι που θα τους εμόλυνε (βλέπε Β΄ Βασιλέων 11,10 -11).22
Μετά την παραπάνω εξήγηση δεν πρέπει να νομίζουμε ότι υπάρχει σκανδαλισμός από σχετικές εκφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης, ότι τάχα ο Θεός είναι αρχηγός των πολέμων του Ισραήλ κατά των άλλων εθνών, γιατί οι εκφράσεις αυτές λέγονται καταχρηστικώς σε εμπόλεμο περίοδο και απορρέουν από την ιδέα της υπό του Μωυσέως ανακηρύξεως του Γιαχβέ ως εθνικού Θεού του Ισραήλ.23
ε) Εδώ, με αφορμή τις αναφερθείσες στην ενότητά μας αυτή σκανδαλώδεις διηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης, θέλω να γράψω κάτι γενικό, που πρέπει, νομίζω, να το έχουμε υπόψιν για μια σωστή ερμηνεία και αυτών και άλλων διηγήσεων της Παλαιάς Διαθήκης: Οι διηγήσεις της Γενέσεως, αλλά και άλλων ιστορικών βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης, δεν έχουν συνταχθεί έτσι, ώστε να είναι δεμένες μεταξύ τους και να δίνουν μια πλήρη ιστορική εικόνα. Περιγράφουν με απλότητα και διηγηματική χάρη κάποιο περιστατικό, έχουν δική τους εισαγωγή και τέλος, και αν αποσπαστούν από το κείμενο δεν διαταράσσουν την συνάφειά του. Επίσης συμβαίνει ορισμένες διηγήσεις να φέρονται και διπλές. Όλα αυτά και άλλα ακόμη μας πείθουν ότι πολλές διηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης είναι στοματικές παραδόσεις, ότι ελέγοντο από τον λαό, ότι τις διηγούντο πριν ακόμη καταγραφούν στην Παλαιά Διαθήκη. Οι Ισραηλίτες στις σκηνές τους, στις πηγές και στα φρέατα ή στα διάφορα ιερά, όπου συγκεντρώνονταν για να λατρεύσουν τον Θεό, θα διηγούντο τα κατορθώματα ή τα διάφορα περιστατικά της ζωής των προγόνων τους. Τις διηγήσεις αυτές, που απετέλεσαν την παράδοση του Ισραηλιτικού λαού, οι ιεροί συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης τις σεβάστηκαν τις παρέλαβαν, έτσι όπως ήταν με την λαϊκή τους απλότητα, και τις καταχώρησαν στο ιερό τους κείμενο. Έτσι οι πέντε απλές διηγήσεις περί του προφήτου Ηλία (Γ' Βασ. Κεφ. 17-18. 19,1 και εξής Κεφ. 17-19. Α΄ Βασιλέων 1,2-17. 2,1-12), που είναι η μόνη αναφορά περί αυτού, είναι στοματικές παραδόσεις του λαού, γι’ αυτό και οι διηγήσεις αυτές ομιλούν για θαύματα και περιστατικά μόνο της ζωής του προφήτου και δεν μας λέγουν την διδασκαλία του, επειδή ο λαός δεν είχε την δύναμη να συγκρατήσει την υψηλή θεολογική διδασκαλία ενός προφήτου. Θα εποίκιλλαν δε οι διηγήσεις αυτές, οι στοματικές αυτές παραδόσεις του λαού, θα εποίκιλλαν κατά τόπους και φυλές και έτσι τώρα εξηγείται το ότι αυτές φέρονται στα κείμενά μας διπλές, όπως εξηγείται και η απλότητά τους και η αυτοτέλειά τους με ιδιαίτερη εισαγωγή και τέλος, γιατί προέρχονται από τον απλό λαό και ελέγοντο - ίσως και ετραγουδούντο - ως ιδιαίτερο περιστατικό και γεγονός. Με την θεωρία αυτή περί διηγήσεών τινών της Παλαιάς Διαθήκης ως στοματικών παραδόσεων, θεωρία που γίνεται οπωσδήποτε δεκτή από τους παλαιοδιαθηκολόγους, ημετέρους και ξένους, ερμηνεύεται η ελευθερία των εκφράσεων σ’ αυτές τις διηγήσεις, εκφράσεων που θεωρούνται ως σκανδαλώδεις από μερικούς, όπως και εξηγείται και η ίδια η αναφορά των διηγήσεων αυτών στο κείμενο, ως σεβαστών παραδόσεων, θεωρουμένων όμως υπό το θεολογικό πρίσμα των ιερών συγγραφέων η σύνθετων του ιερού κειμένου. Για την σωστή δε ερμηνεία του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης είναι αναγκαιοτάτη η γνώση και των άλλων λαϊκών εκφράσεων και ρήσεων που απαντώνται σ’ αυτό.24

3. Επειδή φαίνεται ως βιβλίο ιστορίας του εβραϊκού λαού

Άλλος σοβαρός λόγος για τον οποίο αποκρούεται στις ημέρες μας από τους Έλληνες ιδιαίτερα η Παλαιά Διαθήκη είναι ότι αυτή φαίνεται σαν μία ιστορία ενός λαού, του εβραϊκού λαού. Και είναι ανάξιο, λοιπόν, λέγουν για τον Έλληνα, τον απόγονο ενδόξων ηρωικών προγόνων, είναι ανάξιο, λέγουν, να θεωρεί αυτός ως ιερό το κείμενο που παρουσιάζει τον Ισραήλ ως εκλεκτό λαό του Θεού. Και είναι ανάξιο, πάλι λέγουν, για τον Έλληνα, τον μαθητή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, να ονομάζει τους Πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ ως «προπάτορές του»! από εθνικιστικό, δηλαδή, κυρίως λόγο απορρίπτεται η Παλαιά Διαθήκη στις ημέρες μας.
Και πάλι το λάθος εδώ, όπως στις προηγούμενες δύο περιπτώσεις, είναι θεολογικό. Κατά πρώτον έχουμε να πούμε ότι το παν είναι η θέωση, το να βρούμε δηλαδή στην ζωή μας τον Θεό και να ενωθούμε μαζί του. Και η θέωση υπερβαίνει την φύση και δεν έχει καμιά σχέση με εθνικό σωβινισμό. Ο Θεός δεν κάνει γεωγραφία και επιφαίνεται σε αποιονδήποτε τον ζητήσει με καθαρή καρδιά (βλέπε Πράξεις 2,9-21). Η Παναγία ήταν μία εβραιοπούλα και όμως γι’ Αυτήν την εβραιοπούλα εργαζόταν όλη η προ Χριστού εποχή, για να γεννηθεί δηλαδή η κατάλληλη γυναίκα, που θα γίνει Μητέρα του Μεσσίου. Αυτήν εξέλεξε ο Θεός για Μητέρα του ενανθρωπήσαντος Υιού Του. Τι, λοιπόν; Δεν θα δεχθούμε την Παναγία μας, επειδή δεν ήταν Ελληνίδα, αλλά ήταν Εβραία την καταγωγή; Και αν ήταν Ελληνίδα δεν θα έπρεπε να την δεχθεί ο Γάλλος ορθόδοξος, επειδή ήταν Ελληνίδα και όχι Γαλλίδα; Και ο Απόστολος Παύλος πάλι ήταν και αυτός Εβραίος. Θα απορρίψουμε, λοιπόν, και τον μέγα Απόστολο, επειδή δεν ήταν Έλληνας;25
Κατά δεύτερον όμως έχουμε να πούμε ότι σ’ αυτήν την Παλαιά Διαθήκη ο Θεός παρουσιάζεται ως παγκόσμιος και προνοών υπέρ όλου του κόσμού, χωρίς να έχει καμία ιδιαιτέρα προτίμηση προς τον εβραϊκό λαό. Ο προφήτης Αμώς αρνείται στον Ισραήλ να νομίσει ότι έχει κάποιο Ιδιαίτερο προνόμιο από τον Θεό, γι’ αυτό και σ’ αυτήν την έξοδό του από την Αίγυπτο, για την οποία τόσο πολύ αυτός εκαυχάτο, δεν της δίνει ο προφήτης καμία Ιδιαίτερη σημασία και την θέτει παράλληλη προς την έξοδο των Φιλισταίων από την Κιαφθώρ και των Αραμαίων από την Κηρ. Ο προφήτης παρουσιάζει τον Θεό να λέγει στους Ισραηλίτες:
«Δεν μου είστε ως οι Αιθίοπες σεις, τέκνα του Ισραήλ; Δεν εξήγαγα τον Ισραήλ από την Αίγυπτο και τους Φιλισταίους από την Κιαφθώρ και τους Αραμαίους από την Κηρ;» (Αμώς 9,7).
Και το προνόμιο της εκλογής του Ισραήλ δεν σημαίνει ότι αυτός έχει ιδιαίτερα υπέρ τα άλλα έθνη δικαιώματα, αλλά σημαίνει την ιδιαίτερη υποχρέωσή του να τελεί το αγαθό και επειδή αυτό δεν γίνεται, γι’ αυτό θα τιμωρηθεί και περισσότερο. Ο Θεός λέγει πάλι στους Ισραηλίτες:
«Μόνο σας εξέλεξα από όλες τις φυλές της γης, αλλά γι’ αυτό θα τιμωρήσω όλες τις αμαρτίες σας» (Αμώς 3,2).
Είναι αλήθεια ότι ο Ισραήλ έπαθε την πλάνη να ταυτίσει τον Γιαχβέ με το έθνος του, και πίστευσε ότι ο Θεός ενδιαφέρεται μόνο για τον Ισραήλ αδιαφορών για τα άλλα έθνη. Αυτήν την πλάνη την επολέμησαν σφοδρότατα οι Προφήτες. Αλλά εξ όλων των για την παγκοσμιότητα του Θεού προφητικών λόγων πιο ισχυρός και δυνατός είναι, νομίζουμε, εκείνη η ωραία διήγηση περί του προφήτου Ιωνά γραμμένη από έναν άγνωστο συγγραφέα της προφητικής σχολής. Στην διήγησή του αυτή ο συγγραφεύς αυτός παρουσιάζει τον Θεό να ενδιαφέρεται για την σωτηρία και των πολύ πέραν των Ισραηλιτών και εθνικών όντων Νινευϊτών. Και μάλιστα η διήγησή του παρουσιάζει και αυτόν τον Προφήτη Ιωνά να είναι δέσμιος της αντιλήψεως ότι τα άλλα έθνη, εκτός του Ισραήλ, είναι βδελυκτά και ότι ο Γιαχβέ είναι Θεός του Ισραήλ μόνο, γι’ αυτό και αντιλέγει στο θείο κέλευσμα και αρνείται και δεν θέλει να πορευθεί στην Νινευΐ. Αλλά η διήγηση κατακλείεται με το μάθημα ότι οι εθνικοί Νινευΐτες ήταν καλύτεροι από τους Ισραηλίτες και υπήκουσαν στο κήρυγμα του προφήτου Ιωνά και εσώθησαν. Τον δε Μεσσία η Παλαιά Διαθήκη τον εμφανίζει και αυτόν ως παγκοσμία προσωπικότητα, γι’ αυτό και τον παρουσιάζει ως προσδοκία όλων των εθνών και παριστά τον ίδιο τον Μεσσία να αποτείνεται σε ολόκληρο τον κόσμο μέχρις αυτών των απωτάτων νήσων (Γεν. 49,10. Ησ. 42,4. 49,1).

4. Επειδή αγνοούν το ωραίο της θεολογικό περιεχόμενο

Δεν θα μπορούσαν να περιφρονήσουν την Παλαιά Διαθήκη οι καταφρονητές της, δεν θα τολμούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο, αν εγνώριζαν το ωραίο της και βαθύ περιεχόμενο, την νόστιμη θεολογία της και τα ωραία της διδάγματα. Γι’ αυτό όσοι ομιλούν περιφρονητικά για την Παλαιά Διαθήκη προδίδουν την άγνοιά τους ως προς το περιεχόμενό της, προδίδουν ότι δεν την έχουν διαβάσει ή αν την διάβασαν δεν την ενόησαν. Τέτοια υψηλή διδασκαλία, σαν κι αυτή που βρίσκουμε στις ιερές σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης, δεν θα βρούμε σε κανένα εξωβιβλικό κείμενο, ούτε, εννοείται, και στα κείμενα των Ελλήνων φιλοσόφων. Και αυτό βεβαίως έχει την ερμηνεία του: Τα κείμενα των φιλοσόφων αυτών είναι του ανθρωπίνου νου δημιουργήματα, η δε διδασκαλία των ιερών συγγραφέων της Παλαιάς Διαθήκης είναι αποκάλυψη Θεού, είναι το «Τάδε λέγει Κύριος»! Για παράδειγμα, πώς να εξηγήσουμε διαφορετικά την υψηλή θεολογία του τσοπάνου προφήτου Αμώς; από τον ίδιο τον εαυτό του δεν μπορούμε να εξηγήσουμε το φαινόμενο ένας Εβραίος βοσκός να παρουσιάζει τέτοια σοφία, σοφία που δεν την έχει ο Σωκράτης και ο Πλάτων26 , γιατί ο ίδιος ο Αμώς ήταν αγράμματος. Από το περιβάλλον του πάλι δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε την θεολογία του Αμώς, γιατί σε κανένα έξω από το Ισραήλ κείμενο της τότε εποχής (8ος αιών) δεν συναντούμε τέτοια διδασκαλία. Κατ’ ανάγκη θα πρέπει να δεχθούμε ότι η σοφία του προφήτου είναι αποκάλυψη Θεού.27
Θα μας έφερε πολύ μακριά ο λόγος, αν θα θέλαμε να μιλήσουμε εδώ, έστω και με πολλή γενικότητα, για την γλυκειά και υψηλή θεολογία της Παλαιάς Διαθήκης, που αγνοούν οι καταφρονητές της· αν παρουσιάζαμε μόνο από την θεολογία της την περί προόδου της αμαρτίας διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης, όπου στο καταφρονούμενο αυτό ιερώτατο βιβλίο φαίνεται το σωτηριολογικό σχέδιο του Θεού για την σωτηρία όχι του Ισραήλ μόνο, αλλά όλου του κόσμου, για να νοήσουμε εκείνον τον φοβερό λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Συνέκλεισε ο Θεός τους πάντας εις απείθειαν, ίνα τους πάντας ελεήση» (Ρωμαίους 11,32).28
Γενικώς αναφερόμενοι στο περιεχόμενο της Παλαιάς Διαθήκης λέγομε ότι έχει αυτά τα τρία:
α) Το εκπληρούμενον. Είναι οι τύποι της και οι προφητείες της περί του Μεσσίου που εκπληρώθηκαν στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού με την σάρκωσή του στον κόσμο.
β) Το συμπληρούμενον. Είναι η περί πίστεως και ηθικής διδασκαλία της, την οποίαν ο Χριστός όχι μόνον δεν κατήργησε, αλλά «και σφόδρα επέτεινε», (Χρυσόστομος)29 δηλαδή συνεπλήρωσε.
γ) Το καταργούμενον. Είναι οι αυστηρές τελετουργικές διατάξεις του Νόμου, οι οποίες δόθηκαν ειδικά για τον Ιουδαϊκό λαό για την σκληρότητά του και παχυλότητά του, όπως είπαμε, για τις οποίες όμως πρέπει να επαινέσουμε την Παλαιά Διαθήκη, γιατί «τους (Εβραίους) προς τοσαύτην κατενεχθέντας κακίαν ηδυνήθη δια της οικείας σφοδρότητος απαλλάξαι της πονηρίας, μαλάξαι τε και ποιήσαι καταπείθεις τη χάριτι και προς την της Καινής οδηγήσαι φιλοσοφίαν» (Χρυσόστομος, MPG. 51,287).
Θέλοντας εν κατακλείδι να παρουσιάσω κάτι μόνο από την υψηλή διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης, σαν ορεκτικό προς μελέτη της, προτίμησα την περικοπή Μιχ. 6,6-8. Οι άνθρωποι της εποχής του προφήτου Μιχαίου (8ος αιών) αναζητούσαν μεν τον Θεό, αλλά δεν είχαν σωστή έννοια Θεού. Και ενόμιζαν ότι ο Θεός ευαρεστείται με παχυλές θυσίες κριών και μόσχων και με προσφορές ελαίου ή το ακόμη πολύ χειρότερο για την άφεση των αμαρτιών τους ενόμιζαν ότι πρέπει να θυσιάσουν το πρωτότοκο παιδί τους. Και ερωτούν, λοιπόν, τον Προφήτη Μιχαία: 6,6: Με τι πρέπει να παρουσιασθώ στον Γιαχβέ, να προσκυνήσω τον Ύψιστον Θεό; Πρέπει να παρουσιασθώ με ολοκαυτώματα, με ενιαύσιους μόσχους; 7 ευαρεστείται ο Θεός σε χιλιάδες κριών και σε μυριάδες ποταμούς ελαίου; Πρέπει να προσφέρω τον πρωτότοκό μου για την αμαρτία μου, το γέννημα του σώματος μου για την ανομία της ψυχής μου;
Στα εναγώνια αυτά ερωτήματα των ανθρώπων της εποχής του, για το πώς ο άνθρωπος θα βρει τον Θεό και θα τον ευαρεστήσει, ο προφήτης Μιχαίας απαντά:
8 Σου αναγγέλθηκε, άνθρωπε, τι είναι καλό και τι ο Γιαχβέ ζητάει από σένα. Τίποτε άλλο, παρά δικαιοσύνη και αγάπη να εξασκείς και να πορεύεσαι ταπεινόφρονα προς τον Θεό σου!
Η απάντηση αυτή του προφήτου Μιχαία είναι ύψος! Είναι η ουσία της θρησκείας! Θρησκεία, κατά τον αθάνατο αυτό στίχο της Παλαιάς Διαθήκης, τον Μιχ. 6,8, είναι αυτά τα τρία: α) Να είμαστε δίκαιοι προς όλους τους ανθρώπους· β) να αγαπάμε όλους· και γ) να φερόμαστε με ευλάβεια απέναντι του Θεού μας.
Ας προσέξουμε ότι ο προφήτης στην απάντησή του είπε το: «Σου αναγγέλθηκε άνθρωπε, τι είναι καλό και τι ο Γιαχβέ ζητάει από σένα». Πραγματικά αυτά τα τρία που λέγει εδώ ο προφήτης στον ερωτώντα αυτόν λαό, του τα είχαν πει και οι προηγούμενοι από αυτόν Προφήτες, γι’ αυτό ο προφήτης μας λέγει «σου αναγγέλθηκε, άνθρωπε». Πριν από τον Προφήτη Μιχαία Προφήτες με γραπτά κείμενα ήταν ο προφήτης Αμώς πρώτα, ο οποίος ετόνισε πολύ την δικαιοσύνη (βλέπε Αμώς 2,6 και εξής 5,11. 4,1 εξής 3,10. 5,7. 10. 12. 15 κ.ά. ) έπειτα έχουμε τον Προφήτη Ωσηέ, που εκήρυξε τον Θεό ως αγάπη και παρουσιάζει τον Θεό να λέγει εκείνον τον αθάνατο λόγο στους τυφλούς Ισραηλίτες της εποχής του, που ζητούσαν και αυτοί να βρουν Τον Θεό με παχυλές θυσίες: «Αγάπη θέλω και όχι θυσίες, γνώση Θεού και όχι ολοκαυτώματα» (Ως. 6,6) και μετά τον Ωσηέ έχουμε χρονολογικώς τον Προφήτη Ησαΐα, ο οποίος κήρυξε τον Θεό ως «καδώς», δηλαδή, ως «άγιον», με την έννοια του παντοκράτορος, έναντι του οποίου ο άνθρωπος πρέπει να αισθάνεται δέος, ταπείνωση και ευλάβεια και να υπακούει στο θέλημά Του (Ησ. 6,3. 5. 2,10. 8,11 και εξής 30,15. κ.ά. ). Ο προφήτης Μιχαίας αποδεικνύεται ένας καλός μαθητής των προηγουμένων τριών διδασκάλων του Προφητών και σε ένα λόγο του συνάπτει την ουσιαστική τους διδασκαλία γράφοντας τον υπέροχο πράγματι 6,8 στίχο του βιβλίου του. Αλλά, τελειώνοντας τον πενιχρό μας εδώ λόγο περί της Παλαιάς Διαθήκης, ας ακούσουμε τον μακαριστό Διδάσκαλό μας Βασίλειο Βέλλα σχολιάζοντα τον στίχο μας Μιχ. 6,8, τον λόγο του προφήτου ότι την θρησκεία την αποτελούν τα τρία αυτά: Δικαιοσύνη, αγάπη και ευλάβεια προς τον Θεό:
«Βεβαίως νέον τι τα τρία ταύτα σημεία δεν αποτελούν. Ο ίδιος δε ο προφήτης δια της φράσεως σου ανηγγέλθη, αναφερομένης εις τον προηγούμενον χρόνον και προφανώς εις την διδασκαλίαν των προηγηθέντων Προφητών, υποδηλοί ότι δεν διατυποί νέον τι. Το πρωτότυπον όμως, το νέον, έγκειται εν τη συνενώσει των τριών τούτων σημείων. Από της απόψεως μόνον ταύτης δύναται να θεωρηθή ο Μιχαίας ως ο μεγαλύτερος των Προφητών του Η' αιώνος, διότι συνενοί και συγκεντροί την διδασκαλίαν πάντων των προηγηθέντων Προφητών. Ο στίχος ούτος αποτελεί πράγματι την ανωτάτην βαθμίδα της προφητικής διδασκαλίας τον H' αιώνος. Διατυπόνται σαφώς ενταύθα θρησκεία καθαρώς πνευματική, θεμελιούμενη επί ασαλεύτων βάσεων. Εδώ πράγματι αναπνέει κανείς εν τω μέσω της ζοφεράς και αποπνικτικής πνευματικής και θρησκευτικής ατμοσφαίρας σύμπαντος τον περιοίκου προς τον Ισραήλ αρχαίου τότε κόσμού τον ζείδωρον της αληθούς θρησκείας αέρα και από των υπερυψήλων τούτων προφητικών κορυφών διαβλέπει εις τον καθαρόν πλέον ουρανόν την προς τον αληθή Θεόν οδόν. Μάτην εις τας διαφόρους θρησκείας και τας θρησκευτικάς φιλολογίας της τότε εποχής αναζητούμεν έστω και πενιχρόν τι παράλληλον χωρίον προς τον στίχον ταυτόν τον Μιχαίου. Ο στίχος ούτος παραμένει ως μοναδικός και παραμένει πάντοτε με αναλλοίωτον κάλλος, με ακατάβλητον δύναμιν, με κύρος απρόσβλητον» (Θρησκευτικαί Προσωπικότητες της Π.Δ. 3, σελ. 325. 326).
Ως συμπέρασμα της παρούσης ταπεινής μελέτης μας είναι αυτός ο λόγος τον αγίου Ιωάννου τον Χρυσοστόμου: «Το γαρ αυτό Πνεύμα και τα εν τη Παλαιά και τα εν τη Καινή πάντα ωκονόμει, ει και διαφόρως. Δια τούτο και Παύλος έλεγεν “Έχοντες το αυτό Πνεύμα της πίστεως”» (MPG. 51,287).

Σημειώσεις:


1. Ομιλία εις το «Εξήλθε δόγμα παρά του Καίσαρος Αυγούστου» MPG 50, 796.
2. Ας ακούσουμε τον μεγάλο θεολόγο π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ τι λέει σε μια σχετική του περικοπή: «Ο μελετητής της κοινής λατρείας της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας εντυπωσιάζεται από το πλήθος των παλαιοδιαθηκικών αναφορών, υπαινιγμών και εικόνων μέσα σ’ όλες τις ακολουθίες και τους ύμνους. Η ενότητα των δύο Διαθηκών τονίζεται πέρα ως πέρα. Βιβλικές φράσεις και ιδέες υπεραφθονούν. Πολλοί ύμνοι δεν είναι παρά παραλλαγές ύμνων της Παλαιάς Διαθήκης, από την ωδή του Μωυσέως κατά την διάβαση της Ερυθράς Θαλάσσης μέχρι του ύμνου του Ζαχαρίου, του πατέρα του Ιωάννου του Βαπτιστού. Στις μεγάλες γιορτές πολυάριθμες περικοπές από την Παλαιά Διαθήκη επιλέγονται και διαβάζονται για να τονισθή ότι η Χριστιανική τελείωση δεν είναι παρά μια ολοκλήρωση εκείνου που προεικονίστηκε και προεικάσθηκε, ή ακόμα και επί λέξει προλέχθηκε στα παλιά τα χρόνια. Ειδικά δε στις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος αυτή η δια της Παλαιάς Διαθήκης προπαρασκευή χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη έμφαση. Η όλη λατρεία βασίζεται πάνω σ’ αυτήν την πεποίθηση ότι η αληθινή Διαθήκη είναι πάντοτε μία, ότι υπήρχε πλήρης συμφωνία μεταξύ των Προφητών και των Αποστόλων. Και όλο αυτό το σύστημα δημιουργήθηκε ακριβώς στη μεταγενέστερη πατερική εποχή.
Ένα από τα πιο χτυπητά παραδείγματα αυτού του λατρευτικού βιβλικισμού είναι ο περίφημος Μέγας Κανών του Ανδρέα Κρήτης, που διαβάζεται στο Μεγάλο Απόδειπνο την Σαρακοστή. Είναι μια έντονη παρότρυνση, μια έκκληση για μετάνοια, που γράφτηκε με πραγματική ποιητική έμπνευση και στηρίζεται πάνω στην Αγία Γραφή. Όλη η σειρά των αμαρτωλών της Παλαιάς Διαθήκης, και εκείνων που μετανόησαν και εκείνων που έμειναν αμετανόητοι, μνημονεύεται. Μπορεί κανείς να χαθή μέσα σ’ αυτόν τον ρέοντα χείμαρρο των ονομάτων και των παραδειγμάτων. Υπενθυμίζεται με έμφαση ότι όλη αυτή η ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης ανήκει στους Χριστιανούς. Επανειλημμένα καλείται κανείς να σκεφθή αυτή τη θαυμαστή ιστορία της θείας καθοδηγήσεως και της ανθρώπινης ισχυρογνωμοσύνης και των ανθρωπίνων σφαλμάτων. Η Παλαιά Διαθήκη φυλάγεται σαν μεγάλος θησαυρός» (Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα εκκλησιαστικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 42. 43. ).
3. Εις το κατά Ματθαίον, ομιλία XVI, β. MPG 57, 241.
4. Βλέπε Παν. I. Μπρατσιώτου, επίτομος Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Εν Αθήναις 1955, σελ. 2. Αθανασίου Χαστούπη, Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Εν Αθήναις 1981, σελ. 20. 21 εξής Νικ. Π. Μπρατσιώτου, Εισαγωγή εις την Θεολογίαν της Παλαιάς Διαθήκης, Αθήναι 1988, σελ. 51. 52. Νικ. Π. Βασιλειάδη, Η Παλαιά Διαθήκη στην Ορθόδοξον Εκκλησίαν, Αθήναι 2002, σελ. 21 και εξής.
5. Για παράδειγμα ο Αρχιμ. Σπυρίδων Λογοθέτης είπε σε κήρυγμά του στις 26-9-1999 μεταδοθέν μάλιστα και από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεράς του Μονής: «Ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης ήταν ο φοβερός και τρομερός Θεός, ο οποίος έριχνε φωτιά και κατέκαιε αποιονδήποτε δεν τον τιμούσε και δεν τον προσκυνούσε. Ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης για τους Εβραίους ήταν ο Θεός των σκοτωμών, των φόνων, των εγκλημάτων, του αίματος, της κακίας και του μίσους… ». Η διδασκαλία αυτή όζει από την πλάνη του Μαρκίωνος.
6. Καταχρηστικώς χρησιμοποιούμε εδώ την έκφραση «Ιησούς Χριστός» πριν από την σάρκωσή του, γιατί «ότε γέγονε σαρξ ο Λόγος, τότε και ωνομάσθαι λέγομεν αυτόν Χριστόν Ιησούν» (Ιωάννης Δαμασκηνός, έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως 4,6).
7. MPG 81,296.
8. Ομιλία εις τον Η Ψαλμό, MPG 55,120
9. Χρυσόστομος, Ομιλία εις το κατά Ματθαίον ιστ', δ΄. MPG 57, 244.
10. Προς τε Ιουδαίους και Έλληνας απόδειξις, ότι εστί Θεός ο Χριστός, MPG 48,815. Και οι δύο Διαθήκες, και η Παλαιά και η Καινή, έχουν το ίδιο θέμα, το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η μεν Παλαιά Διαθήκη προφητεύει για την έλευση του Μεσσία και προετοιμάζει τον κόσμο για την υποδοχή του, η δε Καινή Διαθήκη μας λέγει για την εκπλήρωση των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης περί του Χριστού. Μας αρέσουν ιδιαίτερα οι δύο αυτές Χρυσοστομικές περικοπές, που ομιλούν για την στενή σχέση των δύο Διαθηκών και την ενότητά τους στο Πρόσωπο του Χριστού: α) «Προέλαβε την Καινήν η Παλαιά και ηρμήνευσε την Παλαιάν η Καινή. Και πολλάκις είπον, ότι δύο Διαθήκαι και δύο παιδίσκαι και δύο αδελφαί τον ένα Δεσπότην δορυφορούσι. Κύριος παρά προφήταις καταγγέλλεται, Χριστός εν Καινή κηρύσσεται. Ου καινά τα καινά, προέλαβε γαρ τα παλαιά. Ουκ εσβέσθη τα παλαιά, ηρμηνεύθη γαρ εν τη Καινή» (Ομιλία εις το «Εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου» και εις την απογραφήν της Αγίας Θεοτόκου, MPG 50,796. β) «Αδελφαί γαρ αι δύο Διαθήκαι, εξ ενός Πατρός τεθείσαι δια τούτο και συμφώνως τον λόγον προφέρουσι σχεδόν γαρ η αυτή εικών και ομοιότης υπάρχει. Και ώσπερ εν αδελφαίς εξ ενός Πατρός γεγεννημέναις, πρόσεστι της ομοιότητος τα ιδιώματα, ούτως επειδή αι δύο Διαθήκαι εξ ενός Πατρός εγεννήθησαν, πολλήν έχουσι την εμφέρειαν. Αμέλει και εν τη Παλαιά Διαθήκη προηγείται νόμος, και ακολουθούσι Προφήται, και εν τη νέα χάριτι προηγείται το ευαγγέλιον, και ακολουθούσιν Απόστολοι.» (Περί Δημιουργίας του κόσμου ομιλία Α', γ. MPG 56,433).
11. Αυτό κατά τον μακαριστό π. Ιωάννη Ρωμανίδη οφείλεται στην ισχυρή επί του ιερού Αυγουστίνου πλατωνική και μανιχαϊκή επιρροή στα θέματα περί ανθρώπου, πτώσεως, Θεού και Παλαιάς Διαθήκης. Βλέπε το βιβλίο του Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, τόμος πρώτος, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 118. 119.
12. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αντίθετα με τους Φραγκολατίνους λέει: «Ο του Χριστού Σταυρός προανεκηρύττετο και προετυπούτο μυστικώς εκ γενεών αρχαίων και ουδείς ποτέ κατηλλάγη τω Θεώ χωρίς της του Σταυρού δυνάμεως… Φίλοι δε Θεού πολλοί των προ νόμου και μετά νόμον, μήπω του Σταυρού φανέντος, υπ’ αυτού του Θεού μεμαρτύρηνται και ο βασιλεύς και προφήτης Δαβίδ, ως πάντως όντων τότε τω Θεώ φίλων, "εμοί δε", φησί, "λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου ο Θεός". Πώς ουν εισιν οι προ του Σταυρού φίλοι του Θεού εχρημάτισαν, εγώ ημίν υποδείξω… Ώσπερ μήπω παραγενομένου του ανθρώπου της αμαρτίας, του Υιού της ανομίας, του Αντιχρίστου λέγω, ο αγαπημένος τω Χριστώ φησι Θεολόγος "και νυν, αγαπητοί, ο αντίχριστος εστι", ούτω και ο Σταυρός ην εν τοις προγενεστέροις και προ του τελεσθήναι» (Ομιλία ια' εις τον Τίμιον και Ζωοποιόν Σταυρόν. ΕΠΕ 9,282 και εξής. Συνιστούμε να μελετηθεί όλη η ομιλία, όπου αποδεικνύεται ότι οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης ήταν φίλοι του Θεού ακόμη και πριν από την καταλλαγή με την Σταυρική θυσία του Χριστού).
13. Οι σύγχρονοι του Χρυσοστόμου πολεμούντες την Παλαιά Διαθήκη έλεγον περιφρονητικώς γι’ αυτήν ότι «ουκ εισάγει εις την βασιλείαν». Και ο Χρυσόστομος, ο οποίος εδέχετο την σωτηρία του προ Χριστού κόσμου δια της Παλαιάς Διαθήκης, τους απαντά: «Νυν ουκ εισάγει τους μετά την του Χριστού παρουσίαν πολιτευομένους, άτε δη πλείονος απολελαυκότας δυνάμεως, και μείζονα οφείλοντας αγωνίζεσθαι επεί τους γε αυτής τροφίμους εισάγει άπαντας. Και γαρ "Πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσι, φησί, και ανακλιθήσονται εις κόλπους Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ". Και ο Λάζαρος δε των μεγάλων απολαύων επάθλων, εν τοις εκείνου κόλποις φαίνεται ενδιαιτώμενος. Και πάντες όσοι μεθυπερβολής έλαμψαν εν τη Παλαιά δια ταύτης έλαμψαν άπαντες», (Εις το κατά Ματθαίον Ομιλία ιστ', δ. MPG. 57,244).
14. Εις το κατά Ματθαίον ομιλία ιζ', MPG 57,261.
15. «Ο μεν της πρώτης Διαθήκης νόμος δια της πρακτικής φιλοσοφίας παντός μολυσμού την φύσιν αποκαθαίρει ο δε της Καινής δια της θεωρητικής μυσταγωγίας από των σωματικών προς τα συγγενή των νοητών θεάματα τον νουν γνωστικώς αναβιβάζει» (Μαξίμου, Περί θεολογίας κεφαλαίων εκατοντάς τρίτη, ξζ'. Φιλοκαλία Β΄ σελ. 102).
16. Βλέπε Β. Βέλλα, Ο Ισραηλιτικός γάμος, Αθήναι 1935, σελ. 7 και εξής. Θεοδωρήτου Κύρου, άπορα εις την Α' Βασιλειών, Ερώτ. Β΄, MPG 80,532ΑΒ.
17. Βλέπε Μεθοδίου Ολύμπου, Συμπόσιον ή περί αγνείας, Λόγος α' ΙΙ, ΒΕΠ 18,19. 5 και εξής.
18. Δεν επαινεί όμως η Παλαιά Διαθήκη τα σκανδαλώδη που αναφέρει, αλλ’ αντίθετα τα ψέγει (βλέπε Γεν. 19,11 και εξής 34,30 κ. ά.) πολύ δε περισσότερο η Παλαιά Διαθήκη δεν αποδίδει στον Θεό ασέλγειες σαν το αίσχος των Ολυμπίων θεών, που, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, όχι μόνο για θεούς δεν μπορούμε να τους δεχθούμε, αλλά και ως άνθρωποι μας είναι οι αισχρότεροι όλων: «Μη μόνον ουκ είναι αυτούς θεούς, αλλά και των ανθρώπων τους αισχίστους γεγονότας». Και αναφέρει μερικά παραδείγματα ο Μέγας Αθανάσιος: «Οίον γαρ οίον εστι ιδείν τους παρά ποιηταίς του Διός έρωτας και τας ασελγείας; Οίον εστιν αυτόν ακούειν αρπάζοντα μεν τον Γανυμήδην και τας κλοπιμαίους εργαζόμενον μοιχείας δεδιότα δε και δειλιώντα μη παρά γνώμην αυτού τα των Τρώων απόλυται τείχη;» Και για τον ίδιον ο άγιος πατέρας λέγει «νικώμενον υπό ηδονών, δουλεύοντα γυναιξί, και δι’ αυτάς εν αλόγοις ζώοις τετράποσί τε και πτηνοίς ταις φαντασίαις παρακινδυνεύοντα». Πραγματικά, είναι δυνατόν γι’ αυτά και για άλλα να σκεφθούμε καν να δεχθούμε έναν τέτοιο θεό, που αν ένας κοινός άνθρωπος έκανε τα ίδια, οι ρωμαϊκοί νόμοι θα τον κατεδίκαζαν; «Αρ ουν άξιον τούτον υπονοείν Θεόν τοσαύτα δράσαντα, και διαβληθέντα ά μηδέ οι κοινοί Ρωμαίων νόμοι και τους απλώς ανθρώπους επιτρέπουσι ποιείν;» Οι ασέλγειες του Δία έγιναν απ’ αυτόν και σ’ αυτήν την ίδια την αδελφή του: «Ή τις ιδών την εις την ιδίαν αδελφήν είχε και γυναίκα, ουκ αν χλευάσειε, και ζημιώσειε θανάτω; Ότι μη μόνον εμοίχευσεν, αλλά και τους εκ της μοιχείας γενομένους αυτώ παίδας θεοποιήσας, ανέθηκεν επικάλυμμα της παρανομίας αυτού την της θεοποιείας φαντασίαν κατασκευάζων». Ντροπή, λέγει ο άγιος Αθανάσιος «τους της μοιχείας διδασκάλους θεοποιούντες ουκ αισχύνονται». Και ενώ αυτοί βεβαίως δεν μιγνύονται με την αδελφή τους, όμως προσκυνούν για θεούς αυτούς που έκαναν αυτό: «Και ταις αδελφαίς αυτοί ουκ επιμιγνύμενοι τους τούτο ποιήσαντας προσκυνούσι». Και γενικά, για να παραλείψουμε τα άλλα, οι λάτρεις των Ολυμπίων αυτών θεών των αρχαίων Ελλήνων μαθαίνουν απ’ αυτούς να κάνουν ό,τι αισχρό και βρώμικο υπάρχει, που οι νόμοι της πολιτείας καταδικάζουν με βαρυτάτη τιμωρία: «Εκ μεν γαρ Διός την παιδοφθορίαν και την μοιχείαν, εκ δε Αφροδίτης την πορνείαν, και εκ μεν Ρέας την ασέλγειαν, εκ δε Άρεως τους φόνους, και εξ άλλων άλλα τοιαύτα μεμαθήκασιν, ά οι νόμοι μεν κολάζουσι, πας δε σώφρων ανήρ αποστρέφεται. Αρούν άξιον έτι τούτους νομίζειν είναι θεούς, τους τα τοιαύτα ποιούντας, και μη μάλλον των αλόγων αλογωτέρους ηγείσθαι τούτους δια την ασέλγειαν των τρόπων;» (Μ. Αθανασίου, Λόγος κατά Ελλήνων 11. 12. 26, ΒΕΠ 30,40. 42. 53). Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, για να παραλείψω τον ιερό Χρυσόστομο και άλλους πατέρες, λέγει σε κάποια περικοπή λόγων του προς τον Ιουλιανό περί του αίσχους των Ολυμπίων θεών των αρχαίων Ελλήνων: «… Ήφαιστος ταχύς εις μοιχών εύρεσιν και Θεός κατηθαλωμένος, ει και κλυτοτέχνης και Θερσίτης Ολύμπιος πάλιν δεσμώτης Άρης δια μοιχείαν μετά του Δείμου και του Φόβου και των Κυδοίμων και τραυματίας δια θρασύτητα πάλιν Αφροδίτη πόρνη γενομένη τε αισχρώς και γάμων αισχρών υπηρέτις πάλιν Αθήνα παρθένος τε εστι και τίκτει δράκοντα πάλιν Ηρακλής μαίνεται, μάλλον δε μαινόμενος πέπαυται πάλιν τα πάντα γίνεται δι’ ασέλγειαν και ακαθαρσίαν ο Ζεύς ο των θεών μήστωρ και ύπατος και μόνος μεν πάντας συν πάσι τοις ούσιν ανέλκων θεούς, αυτός δε υπό πάντων ου καθελκόμενος πάλιν του Διός τάφος εν τη Κρήτη δείκνυται. Αν ίδω σου τον Κερδώον και τον Λόγιον και τον Εναγώνιον, συγκρύπτω τους οφθαλμούς και παρατρέχω σου τον Θεόν αιδοί του θεάματος συ δε μοι προσκύνει το σύντονον του λόγου και το σακέλλιον. Εν σου μόνον αιδέσιμον, αι παραιγυπτίοις δι’ ανδρογύνων τιμαί του Νείλου, αι τε Ίσιδες και οι Μενδήσιοι θεοί και οι Άπιδες τ’ άλλα τε όσα πλάττεις ή γράφεις, θηρία σύνθετα και αλλόκοτα. Γελώ σου τον Πάνα και τον Πρίαπον και τον Ερμαφρόδιτον και τους υπό μανίας περικεκομμένους ή διεσπασμένους θεούς… » (MPG. 35,705).
19. Αυτοί «ου γαρ φόβω και κολάσει ουδέ απειλή και τιμωρία, αλλ αγάπη θεία και φίλτρω ζέοντι τω περί Θεόν εγένοντο τοιούτοι, οίοι δη και εγένοντο. Ου γαρ εδεήθησαν προσταγμάτων, ουδέ εντολών και νόμων, ώστε αρετήν ελέσθαι και φεύγειν κακίαν, αλλ’ ώσπερ ευγενείς παίδες και ελεύθεροι, την οικείαν επιγνόντες αξίαν, χωρίς φόβου τινός και κολάσεως ηυτομόλησαν προς την αρετήν οι δε λοιποί πάντες Ιουδαίοι, επειδή προς κακίαν απέκλιναν, του κατά τον Νόμον εδεήθησαν χαλινού»! (MPG 51,286).
20. Πραγματικά, όπως λέγει ο επίσκοπος π. Αθανάσιος Γιέβτιτς «η Παναγία, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό και την Ορθόδοξη πίστη, είναι η κορυφή και το τέλος όλης της Παλαιάς Διαθήκης και εις αυτήν αναφέρονται όλαι αι προεικονίσεις και προτυπώσεις και προφητείαι της Παλαιάς Διαθήκης (Β΄ 9-10). Είναι η αποκορύφωσις και ο καρπός όλης της παλαιοδιαθηκικής "παιδαγωγικής" προετοιμασίας της ανθρωπότητος δια την υποδοχήν του σαρκωθέντος Θεού Σωτήρος και δια τούτο είναι αδύνατον να γίνη ο χωρισμός της από το ανθρώπινον γένος του Αδάμ. Δια τούτο την ονομάζει ο ιερός πατήρ "θυγατέρα του Αδάμ" (Γ΄ 2 Α' 6), ενώ τον Δαυίδ ονομάζει "προπάτορα και θεοπάτορα" (Γ' 2) από την ρίζα του οποίου "κατ’ επαγγελίαν" (Β΄ 7 Εκδ. IV, 14) εγεννήθη η Παναγία συνενούσα εν εαυτή την ιερατικήν και βασιλικήν ρίζαν (Α', 6)» (Χριστός Αρχή Και Τέλος, σελ. 244. - Οι σημειούμενες στην ανωτέρω περικοπή παραπομπές Β΄, Γ' αναφέρονται σε θεομητορικές ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. Βλέπε Η Θεοτόκος (έκδοσις ιδρύματος «Όσιος Ιωάννης o Ρώσσος»).
21. Υπήρχε και βιβλίο απωλεσθέν που περιείχε αυτούς τους πολέμους καλούμενο «βιβλίον των πολέμων του Γιαχβέ» βλέπε Αριθμοί 21,14.
22. Βλέπε Β. Βέλλα, Θρησκευτικαί Προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, τόμος Α' Αθήναι 19683, σελ. 69. 70. 79.
23. Και ημείς για τον ίδιο λόγο κατά τους εθνικούς μας αγώνες για την ελευθερία μας ονομάσαμε την Παναγία μας «Υπέρμαχο Στρατηγό».
24. Ενθυμούμαι ότι κατά μίαν επίσκεψή μου στον μακαριστό διδάσκαλο Βασίλειο Βέλλα στην οικία του, του τηλεφώνησε ο γνωστός ευάγγελος Παπανούτσος και τον ερώτησε τι σημαίνει η φράση της Παλαιάς Διαθήκης «τον ουρούντα προς τοίχον» (Α' Βασ. 25,22. Α΄ Βασιλέων 9,8). Και ο επιστήμων ερμηνευτής απάντησε αμέσως: «Η φράσις είναι περίφρασις και δηλοί τον άρρενα, διότι μόνον ο άρρην δύναται να ουρή επί τον τοίχον»!
25. Ο μακαριστός πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης γράφει τα εξής σπουδαία: «… Το θεμέλιον τον ησυχασμόν είναι η θέωσις, ήτις νικά την φύσιν και ποιεί κατά χάριν θεούς τους ανθρώπους. Αυτή είναι η πηγή της ανωτάτης δυνατής εν τω κόσμω τούτω κατανοήσεως της θεολογίας, η οποία υπερβαίνει την φύσιν τον λόγου και τον νοός τον ανθρώπου και μηδεμίαν σχέσιν έχει προς εθνικόν τινα σωβινισμόν. Το ότι την πλειοψηφίαν των θεωθέντων κατά την ιστορικήν πορείαν της Εκκλησίας αποτελούν ελληνόφωνοι Ρωμαίοι Πατέρες και άγιοι της Εκκλησίας, δεν σημαίνει ότι δεν δύνανται και οι άλλων γλωσσών και εθνικοτήτων πιστοί να γίνουν εξ ίσου θεοφόροι, αλλ’ όμως ούτε σημαίνει ότι δύνανται να γίνουν ανώτεροι θεολογικώς και πνευματικώς. Ασφαλώς υπάρχουν ανώτερα η διάφορα στάδια θεώσεως, ως η έλλαμψις, η θέα και η διαρκής θέα, αλλά ταύτα ουδεμίαν σχέσιν έχουν προς εθνικήν τινα ιδιοσυγκρασίαν. Οι Απόστολοι εις το όρος Θαβώρ και κατά την Πεντηκοστήν έλαβον την θέωσιν εις τον ανώτερον δυνατόν εν τη ζωή ταύτη βαθμόν και ο Μωυσής εθεώρει την δόξαν του Χριστού επί το Σινά τεσσαράκοντα ημέρας και νύκτας. Ούτοι ούτε Έλληνες, ούτε Λατίνοι, αλλά ούτε και Σλαύοι ήσαν» (Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, τόμος πρώτος, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 83). Λέγομε, λοιπόν, κατά πρώτον, ότι είναι μεγάλο θεολογικό λάθος το να απορρίπτουμε την Παλαιά Διαθήκη επειδή διαβάζουμε σ’ αυτήν αποκάλυψη Θεού προς τον Ισραηλιτικό λαό και όχι στον δικό μας Ελληνικό λαό.
26. Μία λεπτή παρατήρηση: Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός έλαβε τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης και τον συμπλήρωσε στην Επί του Όρους ομιλία του, λέγοντας: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις… », «Εγώ δε λέγω υμίν… ». Και έγινε αυτό επειδή «ταιριάζει» η Παλαιά Διαθήκη με την Καινή, αφού έχουν τον ίδιο νομοθέτη. Θα μπορούσε ο Χριστός να πάρει τα βιβλία των Ελλήνων φιλοσόφων και να κάνει το ίδιο συμπληρώνοντάς τα; Όχι, ασφαλώς για το αταίριαστο! Η παρατήρηση αυτή είναι του ιερού Χρυσοστόμου: «Και ο Χριστός δε, ει πονηρά τις ην και αλλοτρία (η Παλαιά Διαθήκη, όπως έλεγαν οι κατήγοροί της) ουκ αν αυτήν επλήρωσεν ελθών άπασαν… Ώστε δείξαι συγγενή ταύτην ούσαν τη Καινή τίνος ένεκεν ουχί και των Ελλήνων επλήρου νόμιμά τε και έθη;» (Εις το κατά Ματθαίον, Ομιλία ιστ δ΄. MPG 57,244). Περί του ανεπαρκούς της ελληνικής φιλοσοφίας και περί του ότι δεν δύναται καν να συγκριθεί προς το ύψος της Χριστιανικής θεολογίας, βλέπε Πατερικές περικοπές εις αρχιμ. Επιφανείου Θεοδωροπούλου, Άρθρα, μελέται - επιστολαί, τόμ. Α', σελ. 11-83.
27. Το δυνατό αυτό επιχείρημα περί της εκ θείας αποκαλύψεως διδασκαλίας του ποιμένος προφήτου Αμώς είναι του Διδασκάλου Βασιλείου Βέλλα. Παραθέτω την σχετική του περικοπή ως ωραία αυτός την εκφράζει: «Αλλ’ η έκπληξίς μας αποβαίνει έτι μεγαλυτέρα ευθύς ως επιχειρήσωμεν να κατατάξωμεν τον Αμώς εις το ιστορικόν πλαίσιον της εποχής του. Πανταχού της τότε Ανατολής θα εύρωμεν θρησκείας ου μόνον υπό ειδεχθεστάτας πολυθεϊστικάς μορφάς αλλά και εστερημένας πάσης δυνάμεως, συναπολεσθείσας δε μετά των λαών, μεθ’ ων ήσαν συνδεδεμέναι. Το πνευματικόν αφ’ ετέρου περιβάλλον της τότε εποχής ήτο ανίκανον να εκκολάψη υψηλάς πνευματικάς ιδέας. Είναι βεβαίως αληθές ότι ο Αμώς πολλά ήντλησε εκ της Μωσαϊκής και προφητικής παραδόσεως, αλλ’ εξ αυτής δεν εξηγούνται πάντα, διότι πολλά σπουδαία νέα σημεία αναφαίνονται. Η διδασκαλία του Αμώς διαπερά τα πνευματικά όρια της εποχής εκείνης, προτρέχουσα εν τη ιστορία αιώνας ολοκλήρους. Αλλ’ εάν εκ της εποχής εκείνης δεν δυνάμεθα να εξηγήσωμεν την διδασκαλίαν του Αμώς, πολύ ολιγώτερον δυνάμεθα να κατανοήσωμεν αυτήν εξ αυτού τούτου του Αμώς. Το ύψος, την δύναμιν και την καθαρότητα αυτής δεν δύνανται να βαστάσουν οι ώμοι ενός απλού ποιμένος της απομεμακρυσμένης Θεκοά, ούτε να διατυπώσουν ποιμενικά χείλη. Δυνάμεθα επί της επιστημονικής μας τραπέζης όσον θέλομεν αυστηρότερον να εφαρμόζωμεν τας ιστορικάς μεθόδους, μέχρι των ελαχιστοτέρων ν’ αναλύωμεν την εποχήν εκείνην και να προσπαθώμεν να εννοήσωμεν την διδασκαλίαν του προφήτου εκ της αντιθέσεως του πολιτισμού του χωρίου, εις ον ανετράφη ο Αμώς, προς τον πολιτισμόν των πόλεων, ον βραδύτερον είδεν ο προφήτης. Δεν θα δυνηθώμεν όμως τα πάντα ούτω να κατανοήσωμεν αλλά θα στραφώμεν αναγκαίως προς την φωνήν εκείνην του προφήτου "τάδε λέγει ο Γιαχβέ", ήτις και παρέχει την λύσιν του προβλήματος» (Θρησκευτικαί Προσωπικότητες της Π. Δ.3, σελ. 169. 170).
28. Για την περί «προόδου της αμαρτίας» αντίληψη της Παλαιάς Διαθήκης, που αποτελεί ένα ισχυρό κεφάλαιο στην θεολογία της, σχετιζόμενο με την περί ιστορίας διδασκαλία της, εγράψαμε στον μέλλοντα να κυκλοφορήσει υπό της Μητροπόλεως Φλωρίνης, προνοία του Μητροπολίτου αυτής κ. Θεόκλητου, τιμητικό τόμο προς τον Γέροντα πρώην Μητροπολίτη Φλωρίνης π. Αυγουστίνον, στην μελέτη μας «Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και η διδασκαλία τους».

29. Εις το κατά Ματθαίον ομιλία λθ', εις Άπαντα Αγίων Πατέρων, τόμ. 66, σελ. 267.

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

ΟΙ ΠΛΑΝΕΣ ΤΟΥ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΓΙΓΑΝΤΙΑ ΨΕΜΑΤΑ!

Αγαπητοί αναγνώστες σε όλους σας πρέπει να είναι γνωστά τα βιβλία του Λιακόπουλου.* Γιατί και πως ζουν ανάμεσά μας * Πρόκειται για μία ψευδή πλάνη, με λίγες αλήθειες και πλήθους ψεμάτων. 

Τα περισσότερα είναι παρμένα μέσα από το έκτρωμα Ταλμούδ, Σολομωνική, Νεκρονομικόν, και άλλων απαγορευμένων  βιβλίων. Θα προσπαθήσω να σας αναλύσω μερικά από αυτά γιατί έχει κύρια σημασία οι ανάλυσή τους. 
Πρώτον ξεκινάμε με τα Χάλκινα βιβλία: 1 το ανέκδοτο του Λιακό ότι του φέρανε τη γνώση σε φωτοτυπίες , από τα Χ. Β. τα βιβλία αυτά είναι μέσα στη Μασονία, ένα από αυτά είναι το Νεκρονομικόν λέγονται χάλκινα γιατί το εξωτερικό περίβλημα είναι χάλκινο μέσα σε αυτό αναφέρονται τα τάγματα του Σατανά η Σαμαέλ αναφέρονται αναλυτικά οι   δαίμονες και οι  δραστηριότητες και βιογραφία του δαίμονα , οι Νεφελίμ είναι ένα από τα περιεχόμενα του και δεν λείπουν και οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου σαν Νεφελίμ, το όνομα Ελοχίμ δεν γράφετε πουθενά μέσα στο βιβλίο , αλλά το Εβραϊκό Ταλμούδ το αναφέρει οι άγγελοι και οι Ελοχίμ (οι υιοί του Θεού) είναι δυο διαφορετικές οντότητες. Οι άγγελοι είναι ασώματοι και οι Ελοχίμ  με υλικό σώμα. Το υλικό σώμα δεν σημαίνει απαραίτητα σάρκα.
Εδώ κρύβετε η πλάνη των Εβραίων, επειδή αποστάτησαν από τον Θεό και δεν δέχτηκαν το Χριστό, άλλαξαν το όνομα Ελοχιμ που σημαίνει Θεός στη εβραϊκή γλώσσα και επειδή το γράφει στην Παλαιά Διαθήκη, στο Ταλμούδ χρησιμοποιούν το χωρίο (οι υιοί του Θεού) για να το διαστρεβλώσουν. Πλάνη και ανοσιούργημα φαντασίας των Εβραίων. 

Ο ντόρος που γίνετε για όλο αυτό είναι ένας παγκόσμιος θεός δηλαδή η πλάνη του αντίχριστου να είμαστε μακριά από την Εκκλησία του Χριστού και δήθεν το Θεό τον έχουμε μέσα μας και δεν χρειαζόμαστε τίποτε άλλο.

ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΠΑΝΤΑΜΕ ΣΤΙΣ ΠΛΑΝΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Γιατί και πως απαντάμε στις πλάνες του κύριου Λιακόπουλου
Του Παναγιώτη Μακρή

Ο γνωστός σε όλους μας τηλεπωλητής βιβλίων κ. Λιακόπουλος με τις αναρίθμητες πλάνες του, έχει επηρεάσει πολλούς Ορθόδοξους αδελφούς μας και τους έχει πείσει πως η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει εσφαλμένη Θεολογία η οποία στηρίζεται στο ότι τους κρύβει την «Αλήθεια», υποστηρίζοντας μάλιστα πως ο ίδιος διαθέτει αυτή τη κρυμμένη γνώση. Βέβαια ο κ. Λιακόπουλος, δεν διευκρινίζει στους αγαπητούς τηλεθεατές τις πλάνες οι οποίες περιέχονται σε αυτήν την κρυμμένη γνώση.
Έχοντας δημιουργήσει ένα κράμα Ορθοδοξίας, ειδωλολατρίας, αποκρυφισμού και πολλών άλλων, πωλεί αυτό το κράμα σε ανυποψίαστους αδελφούς σαν την αληθινή γνώση.
Το θέμα μας, δεν είναι όμως να σχολιάσουμε το τι κάνει ο κ. Λιακόπουλος, το οποίο στην τελική δεν μας αφορά. Δεν γνωρίζουμε, αν ότι κάνει το κάνει από συγγνωστή πλάνη στην οποία ο ίδιος έχει πέσει χωρίς να το γνωρίζει  ή ότι κάνει το κάνει σκόπιμα (ελπίζουμε να συμβαίνει το πρώτο, καθότι αν συμβαίνει το πρώτο μετά πρώτης και δευτέρας νουθεσίας θα διορθωθεί, αν γίνεται όμως σκόπιμα, δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε για αυτόν). Σκοπός μας, είναι να σχολιάσουμε αυτές τις θεωρίες του, με γνώμονα την αλήθεια που μας προσφέρει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας...

Στο παρακάτω σύνδεσμο:
http://norfid.wordpress.com/2013/04/22/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CE%B1%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%83%CE%B5%CF%89%CE%BD-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B4-%CE%BB%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%85-2/, ο καθένας μπορεί να δει τις αιρέσεις και πλάνες που διαδίδει ο κύριος Λιακόπουλος.
Εμείς, δεν θα απαντήσουμε σε όλες από αυτές, αλλά σε κάποιες από τις πιο βασικές.

Πλάνες που διαδίδει ο κ. Λιακόπουλος
·        Ο Θεός δημιούργησε τους Ελοχίμ (σωματικά πλάσματα ανώτερα των Αγγέλων), πριν από τη δημιουργία των Αγγέλων. Το τελειότερο κατασκεύασμα και πλάσμα του Θεού είναι ο Πρώτος Ελοχίμ, ο Παλαιός όλων των Ημερών

Αυτή η θεωρία περί Ελοχίμ είναι αβάσιμη και τελείως κακόδοξη.  Πουθενά δεν μπορεί να την στηρίξει ο κ. Λιακόπουλος παρά μόνο στην φαντασία του, λέγοντας ότι οι 70 γραμματείς που μετέφρασαν την Παλαιά Διαθήκη από τα Εβραϊκά στα Ελληνικά, κάνανε σκόπιμα λανθασμένη μετάφραση προσπαθώντας να κρύψουν την ύπαρξη των Ελοχίμ, κάτι όμως που θα το σχολιάσουμε παρακάτω.
Τώρα θα ασχοληθούμε με την εσφαλμένη άποψη του πρώτου Ελοχίμ ως Παλαιού των ημερών.

·        Το τελειότερο κατασκεύασμα και πλάσμα του Θεού είναι ο Πρώτος Ελοχίμ, ο Παλαιός όλων των Ημερών

Αυτό υποστηρίζει ο κ. Λιακόπουλος, ας δούμε όμως ποια είναι η πραγματική ταυτότητα του Παλαιού των ημερών, σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας μας.
Από τη σελίδα της οοδε εδώ:
σχετικά με τον παλαιό των ημερών διαβάζουμε:
«Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; Με εκπλήσσει το θαύμα. Ο Παλαιός των Ημερών έγινε βρέφος, Αυτός που κάθεται σε θρόνο υψηλό και απρόσιτο βρίσκεται στη φάτνη». -Αγ. Ιω. Χρυσόστομος
«Ας προσκυνήσει όλη η γη, ας ψάλλει κάθε γλώσσα κι ας δοξολογήσει τον Θεό ως βρέφος τεσσαρακονθήμερο και προαιώνιο, βρέφος μικρό και Παλαιό των Ημερών, βρέφος που θηλάζει και Ποιητή των αιώνων» -Κύριλλος Ιεροσολύμων.
«Ο δίκαιος Συμεών υποδέχθηκε στη γέρικη αγκαλιά του τον παλαιό των ημερών ως νήπιο, και δόξασε το Θεό λέγοντας: απόλυσέ με τώρα τον δούλο σου με ειρήνη...» -Μεθόδιος Ολύμπου.
«Ο Παλαιός των Ημερών παιδίον γέγονε». -Μ. Αθανάσιος. 
«Νηπιάζει δι’ εμέ ο Παλαιός των Ημερών...» (Κάθισμα όρθρου υπαπαντής)
«Ο Παλαιός των Ημερών, που και παλιότερα στο Σινά έδωσε τον νόμο στον Μωϋσή, φανερώνεται σήμερα ως βρέφος». -Στιχηρόν ιδιόμελον λιτής Υπαπαντής.
«Ο Παλαιός των Ημερών, σαν τη βροχή στην προβιά, κατέβηκε Πάναγνε στην αγιασμένη σου κοιλιά, και φανερώθηκε σαν νέος Αδάμ, ο φίλος του ανθρώπου».-Θεοτόκιον.
«Με απερίγραπτο τρόπο γέννησες Παρθένε, τον Παλαιό των Ημερών σαν βρέφος μικρό, που έδειξε στους ανθρώπους καινούριους δρόμους αρετής πάνω στη γη». -Θεοτόκιον. 
Αυτά θεωρώ ότι είναι αρκετά για να καταλάβουμε την πραγματική ταυτότητα του Παλαιού των Ημερών. Βεβαίως κάποιοι πατέρες διαφωνούνε όπως ο Άγιος Νικόδημος, λέγοντας πως ο Παλαιός των Ημερών  που είδε ο Δανιήλ στην όραση του είναι ο Πατήρ  και όχι ο Υιός, αυτό όμως δεν είναι δουλειά μας να το εξετάσουμε, αφού αποδείξαμε αυτό που θέλαμε να αποδείξουμε, δηλαδή ότι ο Παλαιός των Ημερών είναι ο Θεός και όχι κάποιο δημιούργημα του.

·        Ο Θεός δημιούργησε τους Αγγέλους (κατώτερους και των Ελοχίμ και των ανθρώπων)

Ας δούμε τι ψάλλει ο ψαλμωδός και τι λέει η Ορθοδοξία επί αυτού του ζητήματος.
Στην διαδικτυακή σελίδα της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος εδώ:http://www.impantokratoros.gr/49FA792F.el.aspx, διαβάζουμε σχετικά με το θέμα:
«Στην αγγελολογία, σημειώνουμε ότι ο άνθρωπος, αν και στον παρόντα πτωτικό κόσμο είναι λίγο κατώτερος από τούς Αγγέλους – “ηλλάτωσας αυτόν βραχύ τι παρ’ αγγέλους”, δηλ. “τον έκανες ολίγον τι κατώτερο από τούςΑγγέλους”  – εντούτοις η προοπτική του είναι να ξεπεράσει τούς Αγγέλους και να γίνει ανώτερός τους.»
Άρα δεν δημιουργήθηκαν οι Άγγελοι κατώτεροι του ανθρώπου, αλλά ο άνθρωπος έχοντας την προοπτική να γίνει ανώτερος από αυτούς.

·        Ο Άγγελος Σαμαέλ (Σατανάς) επαναστάτησε λόγω της επικείμενης δημιουργίας του (ανώτερου των Αγγέλων) ανθρώπου. Τον επάταξε ο Πρώτος Ελοχίμ, περιορίζοντας απλώς την δράση του

Εδώ και αν υπάρχει αιρετικότατη άποψη και θα το εξηγήσουμε παρακάτω:
Η εσφαλμένη αυτή άποψη περί πτώσεως του διαβόλου υπάρχει στο Κοράνιο. Σύμφωνα με το Κοράνιο, όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο διέταξε όλα τα πλάσματα του να τον προσκυνήσουν, αυτό όμως δεν το δέχθηκε ο διάβολος και για αυτό ο Θεός τον έδιωξε από τους Ουρανούς. Κάτι τέτοιο όμως, βλέπουμε να ισχύει και στην θεωρία του κ Λιακόπουλου άρα, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε από πού πήρε αυτή του την άποψη.
Ας δούμε όμως και την Ορθόδοξη άποψη επί του θέματος. 
Από την σελίδα της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος στον ίδιο σύνδεσμο που αναφέραμε προηγουμένως διαβάζουμε: «Σύμφωνα με την Ορθόδοξη αγγελολογία, ο άκτιστος, παντοδύναμος, άπειρος και πανάγαθος Άγιος Τριαδικός Θεός πριν δημιουργήσει τον κτιστό αισθητό, υλικό και ορατό αυτόν κόσμο, δημιούργησε τον κτιστό νοητό, πνευματικό και αόρατο κόσμο. Δημιούργησε τον κόσμο των αΰλων, των επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων. Γι’ αυτό λέει : “όταν εποίησα άστρα, ήνεσάν με άγγελοι”. Στην αρχή, όταν δημιούργησε τους Αγγέλους, τους άφησε στην εξουσία τους. Ένας, λοιπόν, από τους Αγγέλους, ο λεγόμενος Εωσφόρος, πρώτος ανάμεσα στους Αγγέλους και διορισμένος από τον Θεό να είναι αφέντης, αρχηγός σ’ ένα Αγγελικό Τάγμα, υπερηφανεύθηκε και σκέφθηκε να βάλει τον θρόνο του πάνω από τον Θεό. Και παρευθύς μόνο πού το συλλογίσθηκε, έπεσε κάτω στην άββυσο της γης και από Άγγελος, πού ήταν, έγινε διάβολος. Και καταπόδι του, μαζί του πήγε όλο το τάγμα του και έγιναν από φωτεινοί σκοτεινοί και από Άγγελοι δαίμονες. Η δημιουργία του ανθρώπου ήταν να αναπληρώσει τον αριθμό των πεσόντων Αγγέλων».
Από τα παραπάνω διακρίνουμε την πλάνη στην οποία έχει πέσει ο κύριος Λιακόπουλος.

·        Ο Πρώτος Ελοχίμ δημιούργησε τον άνθρωπο, κατ’΄ εικόνα και καθ’ ομοίωσή του

Εδώ και αν έχουμε κάποια τελείως αντιχριστιανική άποψη. Ας δούμε λοιπόν τι ισχυρίζεται ο κ. Λιακόπουλος: Εν αρχή εποίησεν τους Ελοχίμ, τον Ουρανόν και τη Γην. (1.28, 1.30).
Πουθενά δεν λέγεται αυτό στην Παλαιά διαθήκη. Ο κ. Λιακόπουλος υποστηρίζει ότι οι 70 γραμματείς έκαναν επίτηδες λάθος εδώ την μετάφραση, για να αποκρύψουν την ύπαρξη των Ελοχίμ ας δούμε λοιπόν τι ισχύει:
Για τη λέξη Ελοχίμ ας δούμε τι μας λέει ένας πρώην ραβίνος σχετικά με αυτό το θέμα.
Ορίστε ο σύνδεσμος από τον οποίο μπορεί ο καθένας να διαβάσει  το βίο του συγκεκριμένου Ραβίνου και την μεταστροφή του στην Ορθοδοξία: http://www.oodegr.com/oode/ierapostoli/empeiries/ravinos1.htm
Εδώ αναφέρουμε ενδεικτικά σχετικά με την λέξη Ελοχίμ:

«Από το έτος 1930 περίπου διάβαζα την Αγίαν Γραφήν εις την Εβραϊκήν γλώσσαν, όσον και εις την Ελληνικήν. Αφού όμως πέρασε καιρός και εν τω μεταξύ ανέλαβον και ως επίτροπος της Συναγωγής μας είχα την ευκαιρία να διαβάζω περισσότερον αυτή και να κατανοώ και περισσότερα. Εκεί πάντως που εδυσκολευόμην ήτο το πρόσωπον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Εις το σημείον αυτό συναντούσα δυσκολίαν να διακρίνω εις τους προφήτας, τους ψαλμούς και την πεντάτευχον τον Μεσσίαν Ιησούν.
Πάντως πέρασαν αρκετά χρόνια, όπου τέλος ήλθε η τελευταία μας καταστροφή παρά των Γερμανών και αφού επήγα όμηρος εις την Γερμανίαν και επέστρεψα, ως φαίνεται είδεν ο Θεός την προσπάθειά μου εις την έρευναν των Αγίων Γραφών και εξαπέστειλεν και εις σε μένα το Πνεύμα του το Άγιον του συνιέναι τας Γραφάς. Και κατά το έτος 1952 μίαν των ημερών αυτού απεφάσισα να γίνω ως νήπιον εις τας φρένας μη παραδεχόμενος πλέον τας ψευδείς παραδόσεις των πατέρων ημών, και εδέχθην τον Ιησούν ως τον Μεσσίαν και Λυτρωτήν ανθρωπότητος ολοκλήρου και εμού, ως τον διέκρινα πλέον εις την Αγίαν Γραφήν, προερχόμενον εκ της οικογενείας του Δαυίδ και της ρίζης Ιεσσαί. (Α’ Βασ. 16, 2).
Εννόησα δε αυτό μόλις απέρριψα τας βλασφήμους παραδόσεις των πατέρων μας, δια των οποίων βλασφημούν την Θεομήτορα ως μίαν κοινήν γυναίκα (μη γένοιτο Κύριε!) ως και τον Σωτήρα μας Χριστόν ως νόθον, και διαστρέφοντα, δήθεν, τον Μωσαϊκόν Νόμον και τον τότε λαόν του Ισραήλ. Όταν λέγω απέρριψα τον Ραββινικόν αυτόν Νόμον, ως συνέταξαν οι γραμματείς και οι φαρισαίοι ως άλλοι Άνναι και Καϊάφα, και όλας τας συκοφαντίας κατ’ Αυτού ως ψευδείς και αντιθέτους των Αγίων Γραφών, τότε είδα φως και διέκρινα τον Ιησούν εις την Παλαιάν Διαθήκην.
Πάντως θα παραθέσω κατά σειράν εις την συνέχειαν τας περικοπάς της Αγίας Γραφής που με διεφώτισαν εις ανεύρεσιν του Μεσσίου Ιησού.
Το πρώτον εδάφιον της Γενέσεως του πρώτου κεφαλαίου όπου λέγει “Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην”. Αυτό εις την Εβραϊκήν το διαβάζουμε εμείς “Μπερεσίθ μπαρά έλωημ” δηλαδή “εις την αρχήν έπλασεν ο Θεός”. Η λέξις όμως “ελωήμ” είναι εις τον πληθυντικόν αριθμόν και εξηγείται “Θεοί”. Δεν γράφει “ελόα” ούτε “ελ”που είναι εις τον ενικόν αριθμόν ως ακούομεν τον Ιησούν εις την προσευχήν του εις τον Σταυρόν λέγοντα “
Hλί ηλί, λαμά σαβαχθανί” (Ματθ. ΚΖ’ 46) τουτέστι, “Θεέ μου, Θεέ μου ινατί με εγκατέλειπες;” Ακούομεν και βλέπομεν ο Χριστός το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος να φωνάζει προς τον Πατέρα Του. (Εδώ θα μπορούσε ωστόσο να ειπωθεί ότι στο συγκεκριμένο χωρίο χρησιμοποιούταν πληθυντικός μεγαλειότητας σύμφωνα με κάποιους.)
Το 26ον εδάφιον του ίδιου κεφαλαίου της Γενέσεως όπου λέγει “Ναασέ αδάμ μπετσαλμενού” δηλαδή “Ποιήσομεν άνθρωπον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν”. Εις αυτήν την περίπτωσιν διέκρινα την ύπαρξη δευτέρου προσώπου του υιού, προς τον οποίο ομιλεί ο Πατήρ του Σωτήρους Χριστού, την οποία πολύ σωστά έχει διατυπώσει το Σύμβολον της Πίστεως το «Πιστεύω» η Α’ Οικουμενική Σύνοδος εις το δεύτερον αυτής άρθρον δια των εξής: «..Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων». Εις το εδάφιον αυτό λοιπόν διέκρινα ότι οι χριστιανοί έχουν δίκαιον και ημείς πλάνην. Διότι εις ποίον ωμίλησεν ο Θεός πρωτού να πλάσει τον Αδάμ, εάν ο Χριστός ο Λόγος του Θεού, δεν υπήρχεν ως υποστηρίζουν;»

Αυτά μόνο από την μεταστροφή του Ορθόδοξου αδελφού μας θεωρούμε ότι είναι αρκετά για να αποδείξουν ότι η λέξη Ελοχίμ αναφέρεται στον Θεό και όχι σε κάποιο άλλο δημιούργημα του.

·        201 Ελοχίμ ενώθηκαν (δια της βίας) με τις θυγατέρες των ανθρώπων και γέννησαν τους Νεφελίμ

Εδώ θα δώσουμε αρκετή βάση αφού μας ενδιαφέρει αρκετά αυτό το εδάφιο, συμβουλευόμενοι το βιβλίο του κ. Γεωργίου Τσιμπιρίδη «Περί Αγγέλων και Γιγάντων», το οποίο ο καθένας μπορεί να διαβάσει στον παρακάτω σύνδεσμο:
Τα βασικά προβλήματα που παρουσιάζονται, είναι τα εξής:
1. Ποιοί είναι οι "υιοί τού Θεού" που αναφέρεται ότι πήραν για γυναίκες τους τις θυγατέρες των ανθρώπων; Ήταν άνθρωποι, ή κάτι άλλο; Και αν ήταν άνθρωποι, γιατί αντιδιαστέλλονται από τους "ανθρώπους";
2. Τι ήταν εκείνοι οι γίγαντες που αναφέρονται, και ποια η σχέση τους με τους "υιούς τού Θεού", και τις γυναίκες;
3. Πώς επηρέασαν τις συνθήκες ζωής τον καιρό εκείνο προ του κατακλυσμού τού Νώε;
Οι απαντήσεις που δόθηκαν στα παραπάνω ερωτήματα, ήταν ποικίλες. Κάποιοι μάλιστα υποστήριξαν είτε ότι οι γίγαντες ήταν μυθικά πρόσωπα, είτε ότι δεν ήταν γήινοι, είτε ότι ήταν διασταύρωση ανθρώπων και αγγέλων, είτε ότι ήταν πλάσματα που ζούσαν πριν από τους ανθρώπους στη γη.
Σε πολλά σημεία τής Αγίας Γραφής στο Εβραϊκό κείμενο, οι άγγελοι ονομάζονται "υιοί τού Θεού", όπως στον Ιώβ 38/λη΄ 7. Έτσι πολλοί υπέθεσαν, ότι μιλάει για αγγέλους.
Η φράση "υιοί τού Θεού", είναι κακή μετάφραση από το Εβραϊκό κείμενο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τους απογόνους τού Κάιν, που ήρθαν σε επιμιξία με τις γυναίκες τής φυλής τού Αδάμ, με αποτέλεσμα την επιδείνωση τής ηθικής κατάστασης τού κόσμου.
Ας ελέγξουμε τον παραπάνω ισχυρισμό:
Εδάφιο 1
“Και εγένετο ηνίκα ήρξαντο οι άνθρωποι πολλοί γίνεσθαι επί τής γης, και θυγατέρες εγεννήθησαν αυτοίς”.
Αυτό είναι το πρώτο μέρος του χωρίου που θα ερμηνεύσουμε.
Για ποίους “ανθρώπους” ποιεί λόγον το ιερό κείμενο; Πολλοί νομίζουν, ότι εννοεί γενικώς το ανθρώπινον γένος, την ανθρωπότητα. Σύμφωνα όμως με το βιβλίο του κ. Γεώργιου Τσιμπιρίδη εδώ η λέξη ‘’αδάμ’’ (που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την λέξη ‘’ανθρώπους’’), εννοεί την φυλή του Αδάμ, αυτούς δηλαδή που προπάτορας τους ήταν ο Αδάμ. Άρα, το χωρίο μιλάει περί της αυξήσεως την φυλής του Αδάμ και όχι γενικά της ανθρωπότητας.
Από το ίδιο βιβλίο διαβάζουμε τα εξής: «η λέξις “αδάμ”, χρησιμοποιείται εις την Γένεσιν  ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΩΣ για τα μέλη τού επιλεγμένου υπό τού Θεού λαού, ο οποίος, θα οδηγούσε εις τον Ιησούν Χριστόν. Όταν αναφέρεται εις άλλους λαούς, χρησιμοποιείται η λέξις “ενώς”».
Επίσης, σύμφωνα με το προαναφερόμενο βιβλίο, η λέξης “γης’’ αναφέρεται εις την συγκεκριμένη γη, στην οποία ζούσε η συγκεκριμένη φυλή, δηλαδή την Μεσοποταμία και όχι γενικά τον πλανήτη.
Εδάφιο 2
“ιδόντες δε οι υιοί τού Θεού τας θυγατέρες τών ανθρώπων ότι καλαί εισίν, έλαβον εαυτοίς γυναίκας από πασών ών εξελέξαντο”.
Στο δεύτερο εδάφιο, αν οι υιοί τού Θεού ήταν άγγελοι, θα υπήρχε αντίφαση με τα λόγια τού Κυρίου Ιησού Χριστού, που είπε ότι: "Αυτοί που θα αναστηθούν, δεν παντρεύονται, επειδή είναι όπως οι άγγελοι στον ουρανό, και είναι γιοί τού Θεού, όντες γιοί τής αναστάσεως". (Ματθαίος 22/κβ΄ 30. Μάρκος 12/ιβ΄ 25. Λουκάς 20/κ΄ 35,36). Σε αυτά τα χωρία, είναι σαφές, όχι μόνο ότι η φράση "γιοί τού Θεού" δεν χρησιμοποιείται μόνο σε αγγέλους, αλλά και ότι οι άγγελοι δεν παντρεύονται[1].
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι Άγγελοι και κατά συνέπεια και τα Ελοχίμ που διδάσκει ο κ. Λιακόπουλος:
1. Δεν έχουν φύλο και άρα είναι παράλογο να σκεφτούμε ένωση τους με κάποιο συγκεκριμένο φύλο, άμα ενώθηκαν με τις γυναίκες γιατί δεν έπαιρναν και γυναικείες μορφές να τεκνοποιήσουν από τους άντρες;
2. Δεν πάσχουν από τα σαρκικά πάθη όπως εμείς. Το γενετήσιο ένστικτο συναντάται στον άνθρωπο σαν μεταπτωτικό φαινόμενο, οι άνθρωποι πριν την πτώση δεν ένιωθαν σαρκική έλξη ο ένας για τον άλλο. Άρα, άμα δεχθούμε την θεωρία του κ. Λιακόπουλου ότι οι Ελοχίμ ένιωσαν σαρκική έλξη «για τις θυγατέρες των ανθρώπων», τότε αυτό σημαίνει ότι ο Θεός τους έφτιαξε ελλιπείς, δηλαδή με σαρκικά πάθη. Όπως όμως γνωρίζουμε, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συμβεί, καθώς ο τέλειος Θεός μόνο τέλεια όντα φτιάχνει.
Από τα παραπάνω βγαίνει το λογικό συμπέρασμα ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει.
Άρα ποια είναι η ερμηνεία του εν λόγω εδαφίου;
Σύμφωνα πάντα με το βιβλίο του κ. Γεωργίου Τσιμπιρίδη είναι γραμμένο το εξής:  «Καθ’ ημάς, η έκφρασις “υιοί τού Θεού”, δεν τίθεται για να χαρακτηρίσει ως καλούς και ευσεβείς τούς ανθρώπους τούς οποίους εννοεί. Κατά το μοναδικό πλήρες “Εβραιοελληνικόν Λεξικόν της Παλαιάς Διαθήκης” τού Ι. ΛΑΟΥΝΔΣ, Μελίτη 1842, σελ. 40-41, η λέξις “Ελοχίμ” (εκτός από “θεοί” ή “Θεός” εις πληθυντικόν μεγαλειότητος) σημαίνει και ΚΡΙΤΕΣ, ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΕΣ, ΗΓΕΜΟΝΕΣ, ΑΡΧΟΝΤΕΣ, ΜΕΓΙΣΤΑΝΕΣ π.χ. Έξ. 21/κα΄ 6, 22/κβ΄ 8  και ότι η έκφρασις “μπενέ ελοχίμ” αποδίδεται εις τούς βασιλείς [Ψαλμ. 2/β΄ 7, 82/πβ΄ 6· πρβλ. επίσης (συνεχίζει το λεξικό) Β΄ Σαμ. 7/ζ΄ 14 καιΨαλμ. 89/πθ΄ 27, όπου ο Δαυίδ ονομάζεται ο πρωτότοκος τού Θεού]. Επίσης το “Πλήρες Εβραϊκό - Αγγλικό Λεξικό” του R. ALCALAY εις την σελ. 90, λέγει, ότι το “Ελοχίμ”, εκτός από “Θεός”, σημαίνει και “ΚΡΙΤΗΣ”, καθώς και το περίφημον “Λεξικόν της Παλαιάς Διαθήκης” τών επιφανών Εβραϊστών Παλαιοδιαθηκολόγων FRANCIS BROWN, CHARLES A. BRIGGS, S.R. DRIVER (βασισμένο εις το Λεξικόν τού αθανάτου Εβραϊστού WILLIAM GESENIUS) έκδ. Οξφόρδης σελ. 43 που σημειώνει, και μάλιστα ως πρώτην ερμηνείαν (!), ότι “Ελοχίμ” σημαίνει “ΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ”, “ΑΡΧΟΝΤΕΣ”, “ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ”, “ΚΡΙΤΕΣ”.»
Άρα, δεν γίνεται λόγος περί «υιών του Θεού», αλλά περί «υιών των ισχυρών. Σύμφωνα πάντα με το λεγόμενο βιβλίο, η φράση “μπενέ (χα) ελοχίμ”, δεν θα ερμηνευθεί ως υιοί των ισχυρών, αλλά απλά ισχυροί. Άρα, η φράση αναφέρεται απλά στους ισχυρούς των γύρω πόλεων-κρατών της Μεσοποταμίας (όπου διεξάγονται τα γεγονότα).
Σύμφωνα με το εν λόγω βιβλίο: «Έχομεν αντίθεσιν μεταξύ της “φυλήςΑδάμ” και των “υιών των ισχυρών” ήτοι τών μη ανηκόντων (ισχυρών τής περιοχής) εις την φυλήν εξ ής θα προήρχετο ο Μεσσίας ως άνθρωπος.».
Αφήνουμε εκτός το εδάφιο 3, καθότι δεν μας πολύ αφορά και θα μεταβούμε αμέσως στο εδάφιο 4.
Εδάφιο 4
“Οι δε γίγαντες ήσαν επί τής γης εν ταις ημέραις εκείναις· και μετ’ εκείνο, ως αν εισεπορεύοντο οι υιοί τού Θεού προς τας θυγατέρας τών ανθρώπων και εγεννώσαν εαυτοίς· εκείνοι ήσαν οι γίγαντες οι απ’ αιώνος, οι άνθρωποι οι ονομαστοί”.
Αυτοί οι γίγαντες είναι κατά τoν κ. Λιακόπουλο, οι Νεφελίμ τα παιδιά που εγενήθησαν από την παράνομη μίξη των Ελοχίμ με τις θυγατέρες των ανθρώπων. Αυτοί οι Νεφελίμ, είναι οι αρχαίοι θεοί τις αρχαιότητας που λάτρευαν οι διάφοροι λαοί.
Ας απαντήσουμε στην εν λόγω απίστευτη πλάνη.
Σύμφωνα πάντοτε με το βιβλίο του κ. Γεώργιου Τσιμπιρίδη: «Απορούμε δε, πώς οι υπομνημαστιστές τού υπό εξέτασιν χωρίου, ξένοι τε και ημέτεροι, “είδαν” τούς συγκεκριμένους γίγαντες ως απογόνους τών “υιών τού Θεού” και τών “θυγατέρων των ανθρώπων” (!!!) Μήπως παρεσύρθησαν από την δεικτικήν αντωνυμίαν “εκείνοι” υποθέτοντες, ότι αναφέρεται εις το αμέσως προηγούμενον “εγεννώσαν εαυτοίς”;»
Εν συνεχεία, στο βιβλίο αναφέρονται ορισμένοι λόγοι που αποδεικνύουν, ότι δεν έχουν σχέση οι γίγαντες με την εν λόγω επιμιξία, εμείς αναφέρουμε ενδεικτικώς έναν από αυτούς:
«Εάν ο συγγραφεύς ήθελε να παρουσιάσει τούς “γίγαντες” ως απογόνους τής εν λόγω επιμειξίας, δεν θα εξέφραζε τον λόγον του με την συγκεκριμένην αντωνυμίαν “εκείνοι”, αλλά με την “ούτοι” ή την “αυτοί”, εφόσον αυτές οι δύο αναφέρονται εις αμέσως προηγηθείσες έννοιες, ενώ η αντωνυμία “εκείνοι”, λέγει το συντακτικόν, ότι αναφέρεται εις τι απώτερον κείμενον ή ως απώτερον νοούμενον ή εις τι απώτερον ευρισκόμενον. Εις δύο τινά, μόνον, δυνάμεθα να θεωρήσομεν ότι αναφέρεται η εν λόγω αντωνυμία:  Α. Eις τούς “υιούς” (τού Θεού) και  Β. Εις τούς “γίγαντες” (τού εδαφίου 4α ). Το πρώτον απορρίπτεται, όπως προείπωμεν, ευθύς εξ αρχής, εφόσον το χωρίον ποιεί εμφανώς διάκρισιν μεταξύ “γιγάντων” και “υιών τού Θεού”. (Η διάκρισις γίνεται και εννοιολογικά κάνοντας συμφραζομενικήν μελέτην, αλλά και με το μεταβατικό “δε”).»
Άρα, εφόσον οι γίγαντες δεν έχουν σχέση με την εν λόγω επιμιξία, γιατί αναφέρονται;
Από το ίδιο αυτό βιβλίο διαβάζουμε: «Μεταφράζομεν, λοιπόν, το επίμαχον χωρίον ως εξής: “Οι δε γίγαντες υπήρχον επί τής γης κατ’ εκείνες τις ημέρες ακόμη και μετά την αύξησιν τού πληθυσμού που οφείλεται εις την ένωσιν τών υιών τού Θεού μετά τών θυγατέρων τών ανθρώπων”. Τονίζεται δηλαδή η επιβίωσις τής φυλής των γιγάντων ακόμη και μετά απ’ αυτό το έκτακτο, αλλά και δυσμενές γι’ αυτούς γεγονός. Γι’ αυτό και αμέσως μετά ο συγγραφεύς αναφέρει εις τι οφείλεται η επιβίωσις αυτών των ανθρώπων· “εκείνοι ήσαν οι γίγαντες οι απ’ αιώνος, οι άνθρωποι οι ονομαστοί” ή κατά την μετάφρασιν τού Μασοριτικού κειμένου, που καθ’ ημάς είναι και πιο ακριβής: “εκείνοι ήσαν οι δυνατοί, οι έκπαλαι άνδρες ονομαστοί”.
Και μια που γίνεται λόγος περί τού Μασοριτικού κειμένου, μελετώντας το, παρατηρούμε, ότι επιβεβαιώνει την συγκεκριμένην ερμηνείαν μας εις το κείμενον των Ο΄. Έχει δε ως εξής: “Κατ’ εκείνας τας ημέρας ήσαν οι γίγαντες επί τής γης, και έτι, [ εβρ. “γκαμ” ( = επίσης)]  ύστερον, ( ενν. “ήσαν”΄) αφού οι υιοί τού Θεού εισήλθον εις τας θυγατέρας τών ανθρώπων …”. Φαίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρα, ότι οι γίγαντες υπήρχον και προ τής επιμιξίας (“ΗΣΑΝ επί της γης”) και “ύστερον επίσης” απ’ αυτήν (“αφού οι υιοί τού Θεού εισήλθον εις τας θυγατέρας…”). Επρόκειτο, λοιπόν, για ανθρώπους ξακουστούς, για ανθρώπους με φήμη και μάλιστα πολεμικήν. Γι’ αυτό και δεν κατόρθωσαν να τούς εξοντώσουν, ούτε οι “υιοί τού Θεού” ήτοι “οι υιοί των ισχυρών”, δηλαδή οι “ισχυροί άρχοντες-κυβερνήτες της Μεσοποταμίας”, ούτε και οι ισχυροί απόγονοί των, παρόλο το μακρύ διάστημα που μεσολάβησε έως τού Κατακλυσμού.»
Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο oι παραπάνω ερμηνείες που δοθήκαν είναι οι σωστές, εφόσον έχουν δοθεί και πολλές άλλες, όπως ότι οι υιοί των ισχυρών, ήταν οι απόγονοι της γενιάς του Κάιν, ενώ οι θυγατέρες των ανθρώπων, ήταν οι κόρες της γενιάς του Σηθ και οι λεγόμενοι γίγαντες οι απόγονοι τους. Αυτός ο χωρισμός μεταξύ Σηθ και Κάιν γίνεται καθότι, μετά τον θάνατο του Άβελ, ο Κάιν χωρίστηκε από την οικογένεια του και δημιούργησε δική του φυλή. Όμως, παρ’ όλες τις διαφορετικές ερμηνείες του χωρίου, εμείς αποδείξαμε περίτρανα αυτό που θέλαμε, ότι δεν γίνεται πουθενά λόγος περί Ελοχίμ και της επιμιξίας τους με θνητές γυναίκες και περί των απογόνων τους Ολύμπιων και μη Νεφελίμ όπως ισχυρίζεται ο κύριος Λιακόπουλος.
Για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα για το εν λόγω χωρίο ας διαβάσουν το βιβλίο που χρησιμοποιήσαμε «Περί Αγγέλων και Γιγάντων» του κ. Γεώργιου Τσιμπιρίδη.

·        Τρεις Ελοχίμ επισκέφθηκαν τον Αβραάμ

Είναι ξεκάθαρο ότι εδώ δεν πρόκειται περί Ελοχίμ, αλλά υπάρχουν δύο ερμηνείες. Τόσο διάφοροι ευσεβείς χριστιανοί ενασχολούμενοι με Θεολογικά θέματα και ζητήματα της γραφής, όσο και οι πατέρες της Εκκλησίας κάνουν λόγο περί φιλοξενίας υπό τού Αβραάμ τής Αγίας Τριάδος και άλλοι περί φιλοξενίας τού Υιού και δύο αγγέλων.
Με βάση όμως την υμνολογία της Εκκλησίας αποδεικνύεται ότι οι 3 Άγγελοι ήταν πράγματι ολόκληρη η Αγία Τριάδα.
Από την σελίδα της οοδέ εδώ:
αναφέρουμε ενδεικτικώς:
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
(Κανών Μεσονυχτικού, Ωδή ζ')
«Εφάνη τω Αβραάμ, Θεός τρισυπόστατος, εν τη δρυΐ πάλαι τη Μαμβρή, της φιλοξενίας μισθόν, τον Ισαάκ αντιδούς δι' έλεον, όνπερ νυν δοξάζομεν, ως Θεόν των Πατέρων ημών.»
Άρα, αποδεικνύεται περίτρανα για άλλη μια φορά ότι ο κύριος Λιακόπουλος εξηγεί άλλα αντί άλλων.

·        Πριν την Εύα δόθηκε στον άνθρωπο (άντρα) μια άλλη σύντροφος η Λιλίθ. Είχε πνεύμα και σώμα και προσπάθησε να σκοτώσει τον Αδάμ. Είναι η πόρνη της Βαβυλώνος, ο θηλυκός Αντίχριστος. Είναι το πρώτο δημιούργημα των Ελοχίμ (και αυτή), που αποστάτησε από τον Θεό

Ένα τεράστιο ψέμα βασισμένο σε απόψεις αντίχριστων και αποκρυφιστών. Τα περί Λίλιθ λεγόμενα είναι φαντασιοπληξίες βασισμένες στο αντίχριστο Ταλμούδ, Μιδράς και απόκρυφα βιβλία της παπικής αιρέσεως.
Συγκεκριμένα θα αναφέρουμε τον μύθο για να δείτε πόσες βλασφημίες και σε τι αντιδιαστολή έρχεται με την Ορθόδοξη Θεολογία.
Από την Wikipedia εδώ :
διαβάζουμε τα εξής:
«Ο Θεός είχε ήδη δημιουργήσει όλα τα ζωντανά πλάσματα της Γης διαχωρισμένα σε αρσενικά και θηλυκά και το ανθρώπινο είδος δεν θα αποτελούσε εξαίρεση. Έτσι, το επιστέγασμα της μεγαλειώδους δημιουργίας Του ήταν το ανθρώπινο ζεύγος: Ο Αδάμ και η Λίλιθ, που δημιουργήθηκε ταυτόχρονα. Το ζεύγος ζούσε ευτυχισμένο μέσα στον πανέμορφο κήπο που είχε δημιουργήσει ο Θεός γιʼ αυτούς, μέχρι που ο Σατανάς ήρθε να ταράξει την ηρεμία, διδάσκοντας στην Λίλιθ ότι η ερωτική πράξη δεν είναι μονάχα για αναπαραγωγή αλλά και για απόλαυση. Η Λίλιθ με την σειρά της διδάσκει το ίδιο στον Αδάμ μα ο Θεός δεν το ενέκρινε, χαρακτήρισε την ερωτική πράξη απαγορευμένη απόλαυση όταν δεν γίνεται για αναπαραγωγή και εξοργισμένος εξόρισε την Λίλιθ από τον κήπο της Εδέμ. Η Λίλιθ περιπλανήθηκε μόνη και καταδικασμένη να μην ξαναδεί τον κήπο της Εδέμ, μέχρι που την ξαναπλησίασε ο Σατανάς, την έκανε γυναίκα του και Αρχόντισσα του Σκότους.
Στο μεταξύ, ο Αδάμ την νοσταλγούσε και την αναζητούσε. Ο Θεός μην αντέχοντας να βλέπει το πολυαγαπημένο Του δημιούργημα λυπημένο, έστειλε 3 Αγγέλους να βρουν την Λίλιθ και να την φέρουν πίσω. Οι 3 αυτοί Άγγελοι είναι ο Σανβί, ο Σανσαβί και ο Σαμεγκελάφ.
Οι 3 Άγγελοι αναζήτησαν για πολύ καιρό την Λίλιθ, όταν τελικά την συνάντησαν κάπου στην Ερυθρά Θάλασσα. Μέχρι τότε η Λίλιθ είχε πια ασπαστεί οριστικά τον ρόλο της ως Αρχόντισσα του Σκότους, είχε μεταλλαχθεί σε δαιμόνισσα και είχε μάλιστα γεννήσει πάμπολλα παιδιά με τον Σατανά. Οι 3 Άγγελοι της ανέφεραν ότι ο Θεός και ο Αδάμ την συγχωρούν και την θέλουν πίσω, μα η Λίλιθ απάντησε με βρισιές. Οι 3 Άγγελοι απαίτησαν να γυρίσει πίσω, αλλιώς θα έσφαζαν όλα της τα παιδιά. Η απάντηση της Λίλιθ όμως ήταν και πάλι κατηγορηματικά αρνητική, προσθέτοντας μάλιστα κατάρες για τα παιδιά και όλους τους απογόνους του Αδάμ. Έτσι, οι 3 Άγγελοι τήρησαν την απειλή τους σκοτώνοντας τα παιδιά της και επέστρεψαν στον κήπο της Εδέμ.
Από εκείνη την στιγμή, η Λίλιθ απέκτησε και τον τίτλο της Παιδοκτόνου, που επιτίθεται στα νεογέννητα μωρά, στις έγκυες γυναίκες που φέρουν αρσενικό έμβρυο καθώς και στα νεαρά αγόρια και τα πνίγει στον ύπνο τους για εκδίκηση.»
Η ιστορία συνεχίζει λέγοντας πως όταν οι 3 Άγγελοι επέστρεψαν και ανέφεραν στον Θεό το τι συνέβη, Εκείνος για να παρηγορήσει την μοναξιά του Αδάμ, δημιούργησε άλλη μια γυναίκα, την Εύα, που όμως δεν ήταν εξίσου τέλειο δημιούργημα όσο υπήρξε αρχικά η Λίλιθ και ο Αδάμ, μιας και η Εύα δημιουργήθηκε από ένα πλευρό του Αδάμ.
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν κατά την γνωστή πλέον ιστορία του Αδάμ και της Εύας και η Λίλιθ ξαναεμφανίζεται αργότερα στον Κάιν κατά την εξορία του και ζευγαρώνει μαζί του, συνεχίζοντας έτσι το ανθρώπινο είδος, μόνο που πλέον το είδος «μολύνθηκε» από την δαιμονική πλευρά της Λίλιθ.
Πρόκειται για το άκρον άωτο της βλασφημίας.
Πρώτα εξηγούμε, από το βιβλίο «Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων – Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας» του κύριου Jean Claude Larchet (ενός από τους κορυφαίους Ορθόδοξους πατρολόγους και ένας σημαντικός εκφραστής της Ορθοδοξίας στην Ευρώπη), διαβάζουμε τα εξής: «Πριν από κάθε άλλη θεώρηση, πρέπει να διευκρινίσουμε με σαφήνεια ότι η χρήση της σεξουαλικότητας δεν είναι, με κανένα τρόπο και πουθενά, έμφυτη στην ανθρώπινη φύση και εμφανίζεται στην ανθρωπότητα μόνο ως συνέπεια του αμαρτήματος των πρώτων γονέων μας. Μόνο αφού αποστράφηκαν το Θεό, ο Αδάμ και η Εύα, επεθύμησαν ο ένας τον άλλο και ενώθηκαν σεξουαλικά, διδάσκουν οι Πατέρες αναφερόμενοι στις ενδείξεις της Αγίας Γραφής (πρβλ. Γέν. 3, 16· 4, 1).
Να γιατί ο Αγιος Ιωάννης Δαμασκηνός προσδιορίζει: “Η παρθενία άνωθεν και εξ αρχής εφυτεύθη τη φύσει των ανθρώπων εκ παρθένου γαρ γης ο άνθρωπος πεπλαστούργηται, εκ μόνου Αδάμ η Εύα έκτισται, εν παραδείσω παρθενία επολιτεύετο [...] ότε δια της παραβάσεως θάνατος εις τον κόσμον εισήλθε, τότε έγνω Αδάμ την γυναίκα αυτού
και συνέλαβε και εγέννησε”.».
Άρα, καθαρά βλέπουμε ότι το γενετήσιο ένστικτο πρόκειται για μεταπτωτικό φαινόμενο.
Το βιβλίο, μπορεί ο καθένας να το βρει, στην αποστολική διακονία.
Ενδεικτικά προσφέρουμε ένα σύνδεσμο με την βιβλιοπαρουσίαση του:http://www.oodegr.com/oode/biblia/kritiki/therapeftiki_psyxikwn_noswn_1.htm#*
Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι, δεν θα μπορούσε ο διάβολος να πείσει τους ανθρώπους, να χρησιμοποιήσουν την σαρκική μίξη για ηδονή, τούτο συμβαίνει διότι, σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αν οι πρωτόπλαστοι δεν παραβίαζαν το νόμο του Θεού δεν θα έρχονταν σε μίξη ούτε για λόγους αναπαραγωγής. Εφόσον «εν παραδείσω παρθενία επολιτεύετο», πως θα έρχονταν τα έτερα φύλα σε μίξη, χωρίς να αισθάνονται έλξη το ένα για το άλλο;
Επίσης αναφέρουμε ότι οι δαίμονες δεν τεκνοποιούν άρα δεν γίνεται ο διάβολος να απέκτησε παιδιά με τη λεγόμενη Λίλιθ.
Ακόμη αναφέρεται: «Εκείνος για να παρηγορήσει την μοναξιά του Αδάμ, δημιούργησε άλλη μια γυναίκα, την Εύα, που όμως δεν ήταν εξίσου τέλειο δημιούργημα όσο υπήρξε αρχικά η Λίλιθ και ο Αδάμ, μιας και η Εύα δημιουργήθηκε από ένα πλευρό του Αδάμ.».
Αυτή η υψίστη βλασφημία ότι ο άνδρας και οι γυναίκα δεν είναι ίσοι, ο Απόστολος των εθνών Παύλος στην Καινή διαθήκη, αποδεικνύει περίτρανα ότι τόσο ο άνδρας και η γυναίκα δημιουργήθηκαν κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Πώς γίνεται η γυναίκα λοιπόν να είναι μικρότερη του άνδρα; Ο Θεός διάλεξε το πλευρό του Αδάμ για να αποδείξει αυτή την ισότητα, μιας και το πλευρό βρίσκεται στην μέση του ανθρωπίνου σώματος, διαλέχτηκε το πλευρό αποδεικνύοντας ότι ούτε η γυναίκα είναι κατώτερη του άνδρα, ούτε ανώτερη του.

·        Η Ελληνική μετάφραση των Ο΄(Εβδομήκοντα) της Παλαιάς Διαθήκης, είναι σκόπιμα παραποιημένη, με σκοπό να εξαφανιστούν οι κύριες ιστορικές αλήθειες. Οι Εβδομήκοντα είναι παραφραστές

Μέσα σε αυτούς τους παραφραστές καλό είναι να γνωρίζει ο αναγνώστης ότι βρίσκεται και ο δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος, ο οποίος εναγκάλισε τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό στο ναό την ημέρα της περιτομής του και είπε το γνωστό σε όλους μας «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ».
Επίσης αναφέρουμε ότι η μετάφραση των Ο΄ γραμματέων θεωρείται Θεόπνευστη από όλη την Eκκλησία μας και είναι η πιο έγκυρη μετάφραση της Παλαιάς διαθήκης.
Συγκεκριμένα, αναφέρουμε τον διάλογο μεταξύ ιερού Αυγουστίνου και ενός πιστού, ο οποίος χρησιμοποιούσε δική του μετάφραση του αρχαίου κειμένου. Ο Άγιος λοιπόν τον νουθετεί λέγοντας του ότι, η παράδοση της Εκκλησίας από τα αρχαία χρόνια είναι να χρησιμοποιείται η μετάφραση των Ο΄ και άρα, δεν πρέπει να προσπαθούμε να βρούμε άλλες μεταφράσεις.
Επίσης από την σελίδα της οοδε εδώ:http://www.oodegr.com/oode/grafi/keimena/o_vs_masorit_1.htm
σχετικά με την μετάφραση των Ο΄, διαβάζουμε:
«H μετάφραση των Ο΄ ήταν ένα πολύ σεβαστό έγγραφο, σε όλο τον αρχαίο κόσμο, ακόμα και ανάμεσα στους ίδιους τους Εβραίους, ειδικά ανάμεσα σε εκείνους που συνήθιζαν να χρησιμοποιούν την Ελληνική ως γλώσσα επικοινωνίας.  Μάλιστα οι Γραφές είχαν μεταφρασθεί στην Ελληνική ώστε να είναι πιο προσιτές στον υπόλοιπο κόσμο που χρησιμοποιούσε την Ελληνική γλώσσα ως την διεθνή γλώσσα των μορφωμένων ανθρώπων.  Πολλοί Εβραίοι λόγιοι μάλιστα βασίζονταν στους Εβδομήκοντα μέσα στα δικά τους γραπτά.».
Από τα παραπάνω λοιπόν, γίνεται σαφές το πλήθος των πλανών του κύριου Λιακόπουλου, καθότι εδώ αναφέραμε μόνο ένα μικρό τους μέρος. Σκεφτείτε τώρα σε ένα πλήθος 42 και παραπάνω βιβλίων, πόσες περισσότερες πλάνες θα κυκλοφορούν και θα διαστρεβλώνουν την αλήθεια θέτοντας σε κίνδυνο Ορθόδοξους αδελφούς μας.
Δεν θέλουμε, να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι φταίει ο κύριος Λιακόπουλος, αφού δεν γνωρίζουμε αν ότι κάνει το κάνει από άγνοια. Σκοπός και μόνο ήταν η παράθεση των πλανών, που διαδίδονται μέσω των βιβλίων του κύριου Λιακόπουλου, της σειράς «Γιατί και πως ζουν ανάμεσα μας».

Ας μας συγχωρέσουν οι αναγνώστες για το τυχόν εμπαθή ύφος μας και ας ελπίσουμε, ότι με την Χάρη του Κύριου ημών Ιησού Χριστού, θα διακρίνει ο κύριος Λιακόπουλος και οι οπαδοί του τις πλάνες στις οποίες έχουν περιπέσει και θα διορθωθούνε. 


[1]΄΄λαμβάνω εμαυτώ γυναίκα΄΄ (λακάχισά), δεν σημαίνει στιγμιαία γαμική σχέση, αλλά διαρκή σχέση νομίμου γάμου (Γένεσις 4/δ΄ 19, 11/ια΄ 29, 12/ιβ΄ 19, 20/κ΄ 2-3, 24/κδ΄ 4). Εφόσον οι Άγγελοι δεν υπανδρεύονται σύμφωνα με τον Κύριο μας, άρα δεν ήσαν αυτοί οι Υιοί του Θεού. Ταυτοχρόνως, απαντάται το αυτό που ισχυρίζεται ο κ. Λιακόπουλος, πως οι Ελοχίμ ενώθηκαν δια της βίας με τις κόρες των ανθρώπων. Καθώς, άμα γινόταν λόγος για βιασμό θα χρησιμοποιούνταν η λέξη ΄΄νασάισά΄΄ (απάγω γυναίκα)

http://antiairetikos.blogspot.gr