ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ: ΔΙΑΛΟΓΟ ΑΠΟ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΧΩΡΙΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΠΕΘ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ

Απόσπασμα της εισήγησης του Αρχιεπισκόπου στην Ιεραρχία που αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών

16. Τί συμβαίνει στή Γερμανία
Πολλές φορές στόν δημόσιο διάλογο ἀκούγεται τό ἐπιχείρημα ὅτι οἱπροωθούμενες ἀλλαγές στήν προοπτική τῆς ἐκκοσμικεύσεως τοῦ Κράτουςἀπορρέει ἀπό τό Εὐρωπαϊκό δίκαιο καί ὅτι τρόπον τινά ἀποτελεῖ τρόποἐναρμονίσεως τῆς ἐγχώριας νομοθεσίας μέ τήν Εὐρωπαϊκή.
Ἄν μελετήσει κανείς ὅμως σχετικά ἰσχύοντα νομοθετικά κείμενα ἄλλων χωρῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης θά καταλήξει σέ ἄλλα συμπεράσματα.
 Ὁμοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας, βασικός καί ἰσχυρός πυλώνας τῆς Ἕνωσης, καταβάλλει ἐτησίως διόλου εὐκαταφρόνητα ποσά ὡςἀποζημίωση γιά τήν ἁρπαγή τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας.
Σύμφωνα μέ τά δικά τους δεδομένα γιά τόν λόγο αὐτό οἱ κρατικές παροχές γιά τό ἔτος 2013 ἦταν περίπου 470 ἑκ. Εὐρώ.
Τά ἔσοδα ἀπό τήν ἐκκλησιαστική φορολογία ὑπολογίζονται περίπου στό εἰκοσαπλάσιο.
 ἐκπαίδευση ἀποτελεῖ, βάσει τοῦ ἄρθρου 7 τοῦ Γερμανικοῦ Συντάγματοςεὐθύνη τοῦ Κράτους,  ὁποία ὅμως δέν παραγνωρίζει οὔτε τό ρόλο τῶνκηδεμόνων-γονέων τῶν παιδιῶν οὔτε τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων.
  παράγραφος 3 εἶναι χαρακτηριστική:
«3.  διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν στά δημόσια σχολεῖα μέ ἐξαίρεση τάἐλεύθερα ὁμολογίας σχολεῖα (εἰδική κατηγορία σχολείων) εἶναι κανονική διδακτική κατεύθυνση. Χωρίς νά παραβλάπτεται τό δικαίωμα εὐθύνης τοῦ Κράτους  διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν γίνεται σέ ἀπόλυτη συμφωνία μέ τίςἀρχές τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων. Κανένας ἐκπαιδευτικός δέν ἐπιτρέπεται νά ὑποχρεώνεται νά διδάξει Θρησκευτικά ἐνάντια στή θέλησή του».
Τό μάθημα, λοιπόν, τῶν Θρησκευτικῶν γίνεται σέ σχέση καί συμφωνίαμέ τίς θεμελιώδεις ἀρχές τῆς ἑκάστοτε θρησκευτικῆς ὀντότηταςδιατηρουμένου τοῦ δικαιώματος τῆς κρατικῆς ἐπίβλεψης.
Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι στά δημόσια σχολεῖα κανονικό, τακτικό μάθημα, καί ἔτσι ἐξασφαλίζεται ὡς θεσμός, πού ἔχει τήν ἀρχή του στό ἴδιο τό δημόσιο-κρατικό δίκαιο. Ἐπιβάλλεται λοιπόν ἐκ τοῦ Συντάγματος τῆς χώρας νά ὑπάρχει τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καί δέν ἐπαφίεται στή διακριτική εὐχέρεια τοῦ ἑκάστοτε νομοθέτη νά τό ἐπιτρέψῃ  ὄχι. Μέ αὐτον τόν τρόπο τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι συστατικό μέρος τοῦ σχολείου γενικότερα,ἀκριβῶς ὅπως ὅλα τά ὑπόλοιπα ὑποχρεωτικά μαθήματα, μέ τά ὁποῖαἀπολαμβάνει τήν ἴδια περιοπή. Τό ἑκάστοτε κρατικό συμβόλαιο,ἀναλαμβάνοντας τήν εὐθύνη τοῦ μορφωτικοῦ καθιδρύματος-ὀντότητος, στήν εὐθύνη παροχῆς τοῦ μορφωτικοῦ ἀγαθοῦ, συμπεριλαμβάνει καί τήν εὐθύνη γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.
Στό πλαίσιο τοῦ ἄρθρου 7 πού ἀναφέρθηκε γίνεται ξεκάθαρο ὅτι, στούς μαθητές, στούς κηδεμόνες, στίς θρησκευτικές ὀντότητες, ἀναγνωρίζεται τό δικαίωμα γιά ἀπαίτηση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Αὐτό ἔχει καί τό νόημα ὅτι, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὀφείλει νά γίνεται σύμφωνα μέ τίςἀρχές τῆς ἑκάστοτε θρησκευτικῆς ὀντότητος.

Ἀξίζει ἐπίσης νά ἐπισημάνουμε τά ἑξῆς, τά ὁποῖα εἶναι ἰδιαίτερα ἐνδιαφέροντα γιά τήν νομική μεταχείριση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν.
α) Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικό μέ ἐξασφαλισμένη ἀπό τό Σύνταγμα δυνατότητα προσωπικῆς ἄρσης τῆς ὑποχρεωτικότητας μέ δήλωση τῶν κηδεμόνων τῶν μαθητῶν. Τό δικαίωμα ὅμως αὐτό τῆς μερικῆςἀπαλλαγῆς δέν βασίζεται σέ καμία περίπτωση στόν ἄν ἐπιθυμεῖ κάποιος  ὄχι νά μετέχει στό μάθημα, ἀλλά στήν θεμελιώδη ἀναγνώριση τῆς ἐλευθερίας τῆς συνειδήσεως καί τῆς πίστεως. Ἄρα ἀναιτιολόγητη δυνατότητα ἀπαλλαγῆς δένὑφίσταται στό γερμανικό δίκαιο.
β) Ὑπάρχει μόνο  δυνατότητα τῆς ὁμολογιακά  θρησκειακά συνδεδεμένης διδασκαλίας τῶν Θρησκευτικῶν. Αὐτό δίνει τή δυνατότητα στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν νά γίνονται δεκτά καί παιδιά ἄλλων ὁμολογιῶν πού ἀποτελοῦν μειονότητα, ἐάν ὑπάρχει  συγκατάθεση τῶν γονέων  κηδεμόνων.
Μέ αὐτόν τόν τρόπο δίδεται καί  δυνατότητα γνώσης τῶν ἄλλων θρησκειῶνπαρά τόν σαφῆ ὁμολογιακό χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος.
γ) Οἱ θεολόγοι δάσκαλοι καί καθηγητές τοῦ μαθήματος προκειμένου νάδιδάξουν τό μάθημα χρειάζονται τή σχετική ἄδεια ἀπό τόν οἰκεῖο ἐπίσκοπο τῆςΡωμαιοκαθολικῆς  τῆς ἑκάστοτε Προτεσταντικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὀρθόδοξοι δάσκαλοι Θρησκευτικῶν σέ γερμανικά σχολεῖα ὀφείλουν νά ἔχουν τή σχετικήἄδεια ἀπό τόν ἑκάστοτε Μητροπολίτη Γερμανίας τοῦ ΟἰκουμενικοῦΠατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ἀσχέτως ἐθνικότητας καί προέλευσης.
δ) Ὅταν δέν συμπληρώνεται  ἐλάχιστος ἀπαιτούμενος ἀριθμός μαθητῶν(π.χ. στή Βάδη-Βυρτεμβέργη 8) γιά τόν διορισμό ἀπό τό Κράτος καθηγητοῦΘρησκευτικῶν, τότε ὑπάρχει  δυνατότητα νά γίνει μάθημα μέ εὐθύνη τῆςθρησκευτικῆς κοινότητας χωρίς νά ὑπάρχει ἀμοιβή ἀπό τό Κράτος γιά τόδάσκαλο τῶν Θρησκευτικῶν.
Κατά συνέπεια  ὁμολογιακός χαρακτήρας τοῦ μαθήματος δέν θίγει τά δικαιώματα τῶν μειονοτήτων.

Ανάμεσα σε άλλες προτάσεις του ο Αρχιεπίσκοπος πρότεινε για το μάθημα των Θρησκευτικών:

7. Ὑλοποίηση τῆς ληφθείσης ἀποφάσεως στή Βουλή τήν Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016 σύμφωνα μέ τήν ὁποία θά συνεχισθῆ ἡ συνεργασία μέσα ἀπό ἀμοιβαῖο διάλογο ἀπό μηδενική βάση Ἐκκλησίας – Πολιτείας γιά τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Προτείνω: α) τά ἀρχιερατικά μέλη τῆς Ἐκκλησίας νά εἶναι:
1. .......
2. .......
3. .......
4. .......
β) ἀπό λαϊκά μέλη νά μή συμμετάσχη κανείς ἀπό τίς μέχρι τώρα δύο συνδικαλιστικές ἑνώσεις ΠΕΘ καί ΚΑΙΡΟΣ.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΑΛΙΩΡΑΣ: «ΤΑ ΝΕΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΟ ΜΤΘ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ»



Σπαλιώρας Κωνσταντίνος, Πρόεδρος ΠΕΘ,
Εισήγηση στην Ημερίδα των Θεολόγων ν. Ημαθίας, 24/9/2016

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΗ "ΣΥΝΟΔΟ" ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Ἐν Πειραιεῖ 3-10-2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ
ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΗ «ΣΥΝΟΔΟ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως

Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία στίς 2 Ὀκτωβρίου ἑόρτασε τήν μνήμη τοῦ ἐν ἀγίοις πατρός ἡμῶν Κυπριανοῦ ἐπισκόπου Καρχηδόνος τοῦ ἱερομάρτυρος καί τῆς ἁγίας ἐνδόξου παρθενομάρτυρος Ἰουστίνης. Ὁ ἅγιος Κυπριανός ἦταν γνωστός γιά τήν μαγική του τέχνη, ἀφοῦ ὑπῆρξε πρώην μάγος.
Ἐξαιτίας, ὅμως, τῆς παρθένου Ἰουστίνης, μεταστράφηκε, μετενόησε, ἔκαψε τά μαγικά του βιβλία, πίστεψε στόν Χριστό, βαπτίστηκε, καί στό τέλος ἀποκεφαλίστηκε ἀπό τούς εἰδωλολάτρες γι'αὐτή του τήν πίστη. Ἡ Ἐκκλησία μας χρησιμοποιεῖ τούς ἐξορκισμούς του, γιά νά ἀπαλλάξει τούς δαιμονιζομένους καί τούς μαγεμένους ἀπό τόν δαίμονα καί τή σατανική μαγεία. Παραλλήλως, ὁ ἅγιος Κυπριανός ὑπῆρξε μέγας θεολόγος καί ἐκκλησιαστικός ἄνδρας καί διακρίθηκε γιά τήν ποιμαντική του δραστηριότητα καί εὐαισθησία, ὡς Ἐπίσκοπος, στά θέματα τῆς πίστεως, τά δογματικά καί ἰδιαίτερα στό θέμα τοῦ βαπτίσματος.
Ὁ ἅγιος Κυπριανός, ὡς Ἐπίσκοπος Καρχηδόνος, συνήθροισε τρεῖς τοπικές Συνόδους στήν Καρχηδόνα. Τήν πρώτη τό 255 μ.Χ, τήν δεύτερη καί τήν τρίτη τό 258 μ.Χ. Ἡ τοπική Σύνοδος τοῦ 258 μ.Χ., στήν ὁποία συμμετεῖχαν 84 θεοφόροι Πατέρες, ἐξέθεσε Κανόνα, στόν ὁποῖο ὁρίζεται ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοί καί σχισματικοί πρέπει νά βαπτίζονται, ἐπειδή τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν δέν εἶναι ἀποδεκτό. Πιό συγκεκριμένα στόν Κανόνα τῆς Τοπικῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος λέγεται : «…ἀνέγνωμεν γράμματα ἀφ'ὑμῶν σταλέντα περί τῶν παρά τοῖς αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς δοκούντων βαπτίζεσθαι, ἐρχομένων πρός τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐστί μία, ἐν ᾗ βαπτιζόμεθα καί ἀναγεννώμεθα… διά παντός ἰσχυρῶς καί ἀσφαλῶς κρατοῦμεν μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι ἔξω τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἑνός ὄντος βαπτίσματος καί ἐν μόνῃ τῇ καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ ὑπάρχοντος».  λόγος εἶναι προφανής : «Παρά δέ τοῖς αἱρετικοῖς, ὅπου Ἐκκλησία οὐκ ἔστιν,ἀδύνατον ἁμαρτημάτων ἄφεσιν λαβεῖν… ὅθεν οὐ δύναται χρίσμα τό παράπαν παρά τοῖς αἱρετικοῖς εἶναι… εἰ ἠδυνήθη βαπτίσαι, ἴσχυσε καί Ἅγιον Πνεῦμα δοῦναι. Εἰ οὐκ ἠδυνήθη, ὅτι ἔξω ὧν, Πνεῦμα Ἅγιον οὐκ ἔχει, οὐ δύναται τόν ἐρχόμενον βαπτίσαι. Ἑνός ὄντος τοῦ βαπτίσματος καί ἑνός ὄντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί μιᾶς Ἐκκλησίας ὑπό Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν τεθεμελιωμένης˙ καί διά τοῦτο τά ὑπ' αὐτῶν γινόμενα ψευδῆ καί κενά ὑπάρχοντα, πάντα ἔστίν ἀδόκιμα»[1]. Δηλ. «… διαβάσαμε τά γράμματα, πού στάλθηκαν ἀπό ’σᾶς, σχετικά μέ αὐτούς, πού τούς φαίνεται καλό νά βαπτίζονται ἀπό τούς αἱρετικούς ἤ σχισματικούς, καί προσέρχονται στήνΚαθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι μία, στήν ὁποία βαπτιζόμαστε καί ἀναγεννιώμαστε… μέ κάθε τρόπο, μέ ἰσχύ καί ἀσφάλεια κρατᾶμε (τήν παράδοση ὅτι) κανείς δέν μπορεῖ νά βαπτίζει ἤ νά βαπτίζεται ἐκτός τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γιατί ἕνα βάπτισμα ὑπάρχει καί αὐτό βρίσκεται μόνο στήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Ὁ λόγος εἶναι προφανής : «Στούς αἱρετικούς, πού δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία, εἶναι ἀδύνατον νά λάβει κάποιος ἄφεση ἁμαρτιῶν… γι'αὐτό δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει χρίσμα στούς αἱρετικούς… ἄν μπορεῖ ὁ αἱρετικός νά βαπτίσει, μπορεῖ νά δώσει καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ἄν, ὅμως, δέν μπορεῖ νά βαπτίσει, ἐπειδήβρίσκεται ἐκτός Ἐκκλησίας, δέν ἔχει Ἅγιον Πνεῦμα καί δέν μπορεῖ νά βαπτίσει, αὐτόν πού ἔρχεται νά βαπτισθεῖ. Ἐπειδή ἕνα εἶναι τό βάπτισμα καί ἕνα εἶναι τό Ἅγιον Πνεῦμα καί μία Ἐκκλησία εἶναι θεμελιωμένη ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Καί γι’αὐτό ὅλ'αὐτά, πού γίνονται ἀπό τούς αἱρετικούς, ἐπειδή εἶναι ψεύτικα καί ἄδεια περιεχομένου, ὅλα εἶναι (ἄκυρα)».Ὁ Κανόνας αὐτός δέν ἀποτελεῖ κάτι τό καινοφανές στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀπήχηση τῆς ἐκκλησιολογίας τοῦ Ἀποστόλου Παύλου : «ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν˙ εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα»[2]. Κάθε ἄλλη θεώρηση θά ἀνέτρεπε αὕτη τήν ἐκκλησιολογική βάση[3]. Γιατί ἀπό τή μιά, ἄν μία εἶναι ἡ Καθολική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ἕνα εἶναι τό ἀληθές Βάπτισμα, πῶς μπορεῖ νά εἶναι ἀληθές τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν, ἀφοῦ αὐτοί δέν εἶναι μέσα στήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλά ἀπεκόπησαν ἀπ’ αὐτή διά τῆς αἱρέσεως; Ἀπό τήν ἄλλη, ἄν εἶναι ἀληθές τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, εἶναι ἀληθές καί τό Βάπτισμα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τότε, λοιπόν, δέν ὑπάρχει μόνο ἕνα βάπτισμα, καθώς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βοᾶ, ἀλλά δύο βαπτίσματα, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι ἀτοπώτατο.
Σχολιάζοντας ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τόν Κανόνα τῆς ἐν Καρχηδόνι τοπικῆς Συνόδου, ὑπογραμμίζει ὅτι ὁ παρών Κανών ἀποδεικνύει μέ πολλά ἐπιχειρήματα ὅτι τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν δέν εἶναι ἀποδεκτό καί ὅτι αὐτοί πρέπει νά βαπτίζονται, ὅταν ἐπιστρέφουν στήν Ὀρθοδοξία τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Α) Γιατί τό βάπτισμα εἶναι ἕνα καί γιατί βρίσκεται μόνο στήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οἱ αἱρετικοί καί οἱ σχισματικοί δέν ἔχουν τό ἕνα βάπτισμα, γιατί βρίσκονται ἔξω τῆς Καθολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Β) Τό ὕδωρ τοῦ βαπτίσματος πρέπει πρῶτα νά καθαρισθεῖ καί νά ἁγιασθεῖ διά τῶν εὐχῶν τοῦ Ἱερέως καί τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἔπειτα νά καθαρίσει καί νά ἁγιάσει αὐτόν, πού θά βαπτισθεῖ μέσα σ' αὐτό. Ἀλλά, οἱ αἱρετικοί καί οἱ σχισματικοί οὔτε Ἱερεῖς εἶναι, ἀλλά, μᾶλλον ἱερόσυλοι, οὔτε καθαροί, ἀλλ' ἀκάθαρτοι, οὔτε ἅγιοι, ἐπειδή δέν ἔχουν Πνεῦμα Ἅγιον, ἄρα, λοιπόν, οὔτε βάπτισμα ἔχουν. Γ) Διά τοῦ βαπτίσματος τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δίδεται ἄφεση ἁμαρτιῶν. Διά τοῦ βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν, πού εἶναι ἔξω τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πῶς μπορεῖ νά δοθεῖ ἄφεση ἁμαρτιῶν; Δ) Ὁ βαπτισμένος, ἀφοῦ βαπτισθεῖ, πρέπει νά χρισθεῖ μέ τό ἅγιο Μύρο, πού κατασκευάζεται ἀπό ἔλαιο καί ἄλλα ἀρώματα, τό ὁποῖο ἁγιάσθηκε μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ αἱρετικός καί ὁ σχισματικός, μή ἔχοντας Πνεῦμα Ἅγιον, ἐπειδή εἶναι χωρισμένος ἐξαιτίας τῆς αἱρέσεως, πῶς μπορεῖ νά ἁγιάσει αὐτό τό Μύρο; Ε) Ὁ Ἱερεύς πρέπει νά προσευχηθεῖ πρός τόν Θεό γιά τήν σωτηρία τοῦ βαπτισθέντος. Ὁ αἱρετικός καί ὁ σχισματικός, ὄντας ἱερόσυλος, ὅπως εἴπαμε, καί ἁμαρτωλός (ὄχι τόσο γιά τά ἔργα του, ἀλλά μᾶλλον γιά τήν αἵρεση, ἡ ὅποια εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία ἀπό ὅλες, καί τό σχίσμα, (τό ὁποῖο οὔτε μέ αἷμα μαρτυρίου δέν θεραπεύεται), πῶς μπορεῖ νά εἰσακουσθεῖ ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφή λέει ὅτι ὁ Θεός δέν ἀκούει τούς ἁμαρτωλούς; ΣΤ) Τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀποδεκτό ἀπό τόν Θεό ὡς βάπτισμα, ἐπειδή αὐτοί εἶναι ἐχθροί καί πολέμιοι μέ τόν Θεό καί ὀνομάζονται ἀντίχριστοι ἀπό τόν θεολόγο καί Ἀπόστολο ἅγιο Ἰωάννη. Γιά ὅλ' αὐτά, λοιπόν, τά αἴτια ὁ παρών Κανών κατ' ἀκρίβειαν ὁρίζει νά βαπτίζονται ὅλοι οἱ αἱρετικοί.
Ἡ γνώμη αὐτή, ἐπεξηγεῖ στή συνέχεια ὁ Ὅσιος Νικόδημος, δηλ. τό νά μήν εἶναι ἀποδεκτό τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν, δέν εἶναι καινούρια γνώμη τῶν Πατέρων αὐτῆς τῆς Συνόδου, ἀλλά εἶναι παλαιά καί δοκιμασμένη ἀπό τούς προγενεστέρους, δηλ. ἀπό τόν καιρό τοῦ Ἐπισκόπου Καρθαγένης Ἀγριππίνου, (οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν αὐτούς τούς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων) μέ πολλή ἐπιμέλεια καί ἀκρίβεια, καί εἶναι σύμφωνη κατά πάντα μέ τούς 46ο, 47ο καί 68ο Ἀποστολικούς Κανόνες. Ὄχι μόνο ὁ παρών Κανόνας ἀποβάλλει τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί τῶν σχισματικῶν, ἀλλά καί κατ'ἰδίαν ὁ καθένας ἀπό τούς 84 Πατέρες αὐτῆς τῆς Συνόδου, μέ ἕνα ξεχωριστό ἐπιχείρημα, δηλ. μέ 84 ἐπιχειρήματα, ἀποβάλλουν αὐτό τό βάπτισμα. Γι'αὐτό καί ἡ Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδος στόν Ζ΄ Κανόνα της τήρησε κατά μέρος τόν παρόντα Κανόνα (δέν τόν τήρησε σέ ὅλους, ἐπειδή τό ἔκανε κατ'οἰκονομίαν καί συγκατάβαση καί ὄχι κατ'ἀκρίβειαν), καί ἡ ΣΤ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος στόν Β΄ Κανόνα της τόν ἐπεσφράγισε (ἄν καί λέει ὅτι μόνο σ'ἐκείνους τούς τόπους τῆς Ἀφρικῆς ἐπεκράτησε, ἀλλά, ἀφοῦ τόν ἐπεσφράγισε μία φορά, μᾶλλον τόν ἐπιβεβαίωσε καί δέν τόν κατήργησε). Τόν Κανόνα αὐτόν δέχεται καί ὁ Μέγας Βασίλειος στόν Α΄ Κανόνα του. Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι δέχθηκαν καί ἐπεκύρωσαν ὅσα δέχθηκαν καί ἐπεκύρωσαν οἱ μερικώτερες Σύνοδοι καί μάλιστα δέχθηκαν καί ἐπεκύρωσαν ὀνομαστικά τούς Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἄρα αὐτές συναποδέχθηκαν καί ἐπιβεβαίωσαν ὅσα οἱ τοπικές Σύνοδοι καί ὁ Μέγας Βασίλειος προεθέσπισαν, καί μ'αὐτόν τόν τρόπο συνάγεται ὀρθῶς καί βεβαίως ὅτι οἱ ὅλοι αἱρετικοί πρέπει ἀναμφιβόλως νά βαπτίζονται. Ἡ οἰκονομία, πού πρός καιρόν μεταχειρίστηκαν μερικοί Πατέρες, οὔτε νόμος, οὔτε παράδειγμα μπορεῖ νά νομισθεῖ, ἀλλά, καί ἄν ἴσως κάποιος ἐρευνήσει καλά, πρόκειται νά βρεῖ ὅτι οἱ αἱρετικοί αὐτοί, πού κατ'οἰκονομίαν δέχθηκε ἡ Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἦταν οἱ περισσότεροι βαπτισμένοι ἀπό τούς ἱερωμένους, πού ἔπεσαν τότε σέ αἵρεση, καί γι'αὐτό μεταχειρίστηκε αὐτή τήν οἰκονομία. Ἡ ἀλήθεια, ὅμως, τῆς Θείας Γραφῆς καί ὁ ὀρθός λόγος δείχνουν ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοί ἀναντιρρήτως πρέπει νά βαπτίζονται[4].   
Ὁ Κανών αὐτός τῆς Καρχηδόνος τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος στίς ἡμέρες μας, ἐξαιτίας τῆς λεγομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης καί ἀποτελεῖ μία ἁγιοπατερική ἀπάντηση καί ἕνα ἤχηρο ράπισμα ἐναντίον της. Παραπάνω εἴδαμε ξεκάθαρα καί σαφέστατα τόν ἅγιο Κυπριανό καί τούς ὑπολοίπους Πατέρες τῆς Τοπικῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος νά λέγουν ὅτι «καθολικήν Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐστί μία», δηλ. «ἡ Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι μία», ὅτι «παρά δέ τοῖς αἱρετικοῖς, ὅπου Ἐκκλησία οὐκ ἐστίν», δηλ. «στούς αἱρετικούς, πού δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία», «ὅτι ἔξω ὧν», δηλ. «ἐπειδή ὁ αἱρετικός, βρίσκεται ἐκτός Ἐκκλησίας» καί ὅτι «μιᾶς Ἐκκλησίας ὑπό Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν τεθεμελιωμένης», δηλ. «μία Ἐκκλησία εἶναι θεμελιωμένη ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό». Ἀντιθέτως, ἡ λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη Συνόδου» τῆς Κρήτης στό Κείμενο μέ τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» στήν §6 υἱοθέτησε τήν πρόταση ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνομασίαν τῶν μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνία μετ' αὐτῆς ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν»[5].
Ὁ Κανών τῆς Καρχηδόνος εἶναι ἐπίσης ἐπίκαιρος, ἐξαιτίας τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος καλπάζει στίς ἡμέρες μας. Ὁ Οἰκουμενισμός, γιά νά ὑλοποιήσει τούς στόχους του, ἀναγκάζεται νά παραθεωρήσει ἤ καί νά ἀναθεωρήσει βασικές ἀρχές τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μεταξύ τῶν ὁποίων καί αὐτή τοῦ βαπτίσματος. Προβάλλει τίς αἱρετικές θεωρίες τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας» καί τῆς «διευρημένης ἐκκλησίας», σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καί περιλαμβάνει τούς χριστιανούς κάθε αἱρέσεως καί ὁμολογίας, ἀπό τή στιγμή πού δέχθηκαν τό βάπτισμα. Ἔτσι, ὅλες οἱ χριστιανικές αἱρέσεις καί ὁμολογίες εἶναι μεταξύ τους «ἀδελφές ἐκκλησίες». Μέ βάση, λοιπόν, τήν νεωτεριστική καί ἀντιπατερική θεωρίας τῆς «βαπτισματικής θεολογίας», τά «βαπτίσματα» ὅλων τῶν χριστιανικῶν αἱρέσεων καί ὁμολογιῶν εἶναι ἔγκυρα, εἴτε πρόκειται γιά τήν παραδοσιακή τριπλή κατάδυση καί ἀνάδυση τοῦ Ὀρθοδόξου βαπτίσματος, εἴτε γιά τά παπικά ραντίσματα, εἴτε γιά «ἀεροβαπτίσματα» ἤ ἄλλα εἰκονικά βαπτίσματα, πού συναντᾶμε κυρίως στίς προτεσταντικές παραφυάδες. Δυστυχῶς, σήμερα, στό οἰκουμενιστικό περιβάλλον ἔχει καθιερωθεῖ καί προβάλλεται ὅσο τίποτε ἄλλο ἡ κακόδοξη θεωρία τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας», προϊόν τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» - αἱρέσεων, ἡ ὁποία προπαγανδίζεται κατά κόρον ὡς τό κύριο στοιχεῖο ἑνότητος μεταξύ τῶν αἱρέσεων καί ὁμολογιῶν. Αὐτό καί μόνο τό στοιχεῖο ἀνατρέπει ὄχι μόνο τήν πατερική, ἀλλά καί τήν Ἀποστολική Παράδοση.
Μέ ὅσα παραπάνω ἀναφέραμε νομίζουμε ὅτι κατέστη σαφής καί καταδείχθηκε ἡ ἀντιπατερικότητα καί ἡ μεταπατερικότητα τῶν συγχρόνων οἰκουμενιστῶν καί τῆς λεγομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης. Ἐμεῖς, ὅμως, παραμένοντας ἑπόμενοι τοῖς ἀγίοις πατράσι καί τῷ ἁγίῳ Κυπριανῷ, διακηρύσσουμε καί ὀμολογοῦμε ὅτι Μία καί Μοναδική εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ : ἡ Ἀδιαίρετος, Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ὅποιος καί ὅ,τι βρίσκεται ἐκτός Αὐτῆς εἶναι παρασυναγωγή, αἵρεση, σχίσμα καί παραθρησκεία. Ἕνα καί Μοναδικό εἶναι τό ἔγκυρο βάπτισμα : τό Ὀρθόδοξο Βάπτισμα. Ὅλα τά ἄλλα «βαπτίσματα» εἶναι ἄκυρα καί ἀχαρίτωτα. Μία καί Μοναδική εἶναι ἡ πίστη : ἡ Ὀρθόδοξη πίστη. Ὅλες οἱ ἄλλες πίστεις εἶναι ψεύτικες.



[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΙΕΤΗΣ, Πηδάλιον, Ὁ Κανών τῆς ἐν Καρχηδόνι ἐπί Κυπριανοῦ τό τρίτον συστάσης τοπικῆς ἁγίας Συνόδου ἑρμηνευόμενος, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 368-369.
[2] Ἐφ. 4, 4-5.
[3] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ,  ποιμαντική διακονία κατά τούς Ἱερούς Κανόνες,ἐκδ. Ἄθως 2003, σσ. 156-157.
[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 370-371.
[5]https://www.holycouncil.org/-/rest-of-christian-world?inheritRedirect=true&redirect=%2F&_101_INSTANCE_VA0WE2pZ4Y0I_languageId=el_GR

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

"ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΧΤΥΠΑΕΙ Η ΚΑΜΠΑΝΑ" ΕΚΠΟΜΠΗ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ



“Για ποιόν χτυπάει η καμπάνα”
Εκπομπή του δημοσιογράφου Διονύση Μακρή
για τα Θρησκευτικά και τη Σύνοδο της Κρήτης

ΓΙΑΤΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ;

Ο Άγιος Διονύσιος μετά το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου έγινε χριστιανός και, σύμφωνα με μαρτυρία του επισκόπου Κορίνθου Διονυσίου (†188), επίσκοπος Αθηνών. Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης εποίμανε τον λαό των Αθηνών με πολλή αφοσίωση, η δε αρχιερατική του διακονία υπήρξε θεάρεστη και καρποφόρα, γι’ αυτό και πολλοί ειδωλολάτρες ακούγοντας την πύρινη διδασκαλία του για τον σταυρωθέντα και αναστάντα Κύριο, ασπάσθηκαν τη χριστιανική πίστη και εγκατέλειψαν τη λατρεία των ψεύτικων ειδώλων.
Ο εορταζόμενος στις 3 Οκτωβρίου Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης τιμάται σήμερα ως προστάτης άγιος των δικαστικών, αλλά και ως πολιούχος, προστάτης και έφορος της πόλεως των Αθηνών με σχετικό διάταγμα του 1936, αφού στο περιώνυμο «κλεινόν άστυ» με την ένδοξη εκκλησιαστική ιστορία και τη μακρόχρονη αγιολογική παράδοση ο επιφανής αυτός Άγιος του 1ου μ.Χ. αιώνα γεννήθηκε και μαρτύρησε, αλλά και εποίμανε τον λαό των Αθηνών με πολλή ταπείνωση και αφοσίωση.
Γι’ αυτό και αναδείχθηκε πανευκλεής και φιλόστοργος ποιμενάρχης της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών με πλούσια ποιμαντική και ιεραποστολική δράση. Το όνομα του Αγίου φέρει σήμερα γνωστός πεζόδρομος στο κέντρο των Αθηνών, ευρισκόμενος περιμετρικά της Ακροπόλεως και κάτω από τον βράχο του Αρείου Πάγου, πλησίον του οποίου υπήρχε ναός επ’ ονόματι του Αγίου, ο οποίος καταστράφηκε ολοσχερώς από τον φοβερό σεισμό της 1ης Ιουλίου 1651.
Μικρός ναός επ’ ονόματι του Αγίου υπήρχε και στο Κολωνάκι των Αθηνών, ο οποίος κτίσθηκε μεταξύ των ετών 1880-1886. Το 1900 κατεδαφίσθηκε και στη θέση του θεμελιώθηκε νέος μεγαλύτερος και περικαλλέστερος ναός. Η ανέγερσή του καθυστέρησε για πολλά χρόνια και οι εργασίες ανεγέρσεως ξεκίνησαν το 1925 σε σχέδια ρυθμού νεομπαρόκ του Αναστασίου Ορλάνδου και του Δ. Φιλιππάκη.
Ο ναός αποπερατώθηκε το 1931 και στις 24 Μαΐου 1931 τελέσθηκαν με κάθε επισημότητα τα εγκαίνιά του από τον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομο Παπαδόπουλο (…+22 Οκτωβρίου 1938).
Σήμερα ο ευρισκόμενος επί της οδού Σκουφά 34 στην ιστορική αθηναϊκή συνοικία του Κολωνακίου μεγαλοπρεπής ιερός ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο οποίος ιστορήθηκε από τον επιφανή ζωγράφο Σπύρο Βασιλείου κατά τα έτη 1935-1939, αποτελεί ευλαβικό σημείο αναφοράς και προσκύνησης για τους κατοίκους των Αθηνών, αλλά και το επίκεντρο των λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν του πολιούχου και προστάτου αγίου της πόλεως.

ΠΗΓΗ: dogma.gr

Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ- ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Οἱ ἀρχαιολάτρες τῆς ἐποχῆς μας καὶ ταυτόχρονα, συνεχιστὲς τοῦ τεμαχισμοῦ τῆς ἱστορικῆς μας σάρκας - καὶ γι᾿ αὐτὸ (ἀκούσιοι ἴσως) ὑπονομευτὲς τῆς ἑλληνικῆς συνοχῆς καὶ συνέχειας - καὶ ὅταν δὲν ἀπορρίπτουν τὸ Χριστιανισμὸ (Ὀρθοδοξία), πολεμοῦν ἀδυσώπητα τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Κατεχόμενοι ἀπὸ ἕνα ἄκρατο ἀντισημιτισμό, βλέπουν τὴν Π.Δ. ὡς Ἰουδαϊκὸ στοιχεῖο καὶ τὸ ἀπορρίπτουν «ἄνευ ἐτέρου». Πρέπει δὲ νὰ λεχθεῖ ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος Ἕλληνας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀντισημίτης, ὅπως δὲν εἶναι ἀντιβρεττανός, ἀντιαμερικανός, ἀντιρῶσσος, κ.ο.κ. τὰ κριτήρια τοῦ Ὀρθόδοξου Ἕλληνος εἶναι πνευματικὰ καὶ ὄχι φυλετικὰ ἢ πολιτικά. Ἔτσι, ὅταν ὁ Ἱ. Χρυσόστομος γράφει τοὺς «κατὰ Ἰουδαίων» Λόγους του, δὲν ἐνεργεῖ ὡς ἀντισημίτης, ἀλλὰ ἐλέγχει τὰ ἀτοπήματα τοῦ Ἑβραϊσμοῦ καὶ τὴν συνήθως ἐπιθετική του στάση ἔναντι τοῦ Χριστιανισμοῦ. Αὐτὴ τὴν στάσῃ ἐνσαρκώνει μέχρι σήμερα τὸ πνεῦμα τοῦ (συνεχιζόμενου) φαρισαϊσμοῦ, ποὺ ἐδίωξε - καὶ διώκει - τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἁγίους του ὡς Διεθνὴς Σιωνισμός.
Ἤδη δὲ στὴν Καινὴ Διαθήκη εἶναι φανερὴ ἡ ὁριστικὴ διαφοροποίηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπὸ τὸν φαρισαϊκὸ Ἰουδαϊσμὸ (Σιωνισμό), ὁ ὁποῖος παρερμηνεύοντας τὸ περὶ Μεσσίου παλαιοδιαθηκικὸ κήρυγμα, ἀπέρριψε - καὶ ἀπορρίπτει - τὸν ἀληθινὸ Μεσσία - Χριστό, μέσα στὶς καθαρὰ φυλετικές, ἐθνικιστικὲς καὶ κοσμοκρατορικὲς πεποιθήσεις τῶν φορέων του. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο, ὅτι ἤδη ὁ Χριστὸς διαφοροποιεῖ - διακρίνει τὸ Μεσσιανικὸ κήρυγμα τῶν Ἁγίων τῆς πρὸ τῆς Σαρκώσεώς Του ἐποχῆς ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του Ἰουδαίους καὶ τὶς πεποιθήσεις τους. π.χ. στὸ Ἰω. 5, 45-46, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Ἰουδαίους - ὄργανα τοῦ Φαρισαϊσμοῦ - λέγει: «Μὴ δοκεῖτε, ὅτι ἐγὼ κατηγορήσω ὑμῶν πρὸς τὸν Πατέρα. Ἔστιν ὁ κατηγορῶν ὑμῶν Μωϋσῆς, εἰς ὃν ὑμεῖς ἠλπίκατε. Εἰ γὰρ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἂν ἐμοί· περὶ γὰρ ἐμοῦ ἐκεῖνος ἔγραψεν». Ἀπορρίπτοντας τὸν Χριστὸ οἱ Ἑβραῖοι ἀπορρίπτουν τὸ Μωϋσῇ, μὴ ἔχοντες πλέον πνευματικὴ σχέση μαζί του. Στὸ Ἰω. 8, 39 ε. Λέγει ὁ Χριστὸς πάλι: «Εἰ τέκνα τοῦ Ἀβραὰμ ἐστὲ τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ ποιεῖτε· ὑμεῖς ποιεῖτε τὰ ἔργα τοῦ πατρὸς ὑμῶν . . . ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστὲ καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν». Ὁ Χριστός, δηλαδή, ἀρνεῖται στοὺς διῶκτες Του Ἰουδαίους κάθε σχέση μὲ τὸν Ἀβραάμ, τὸν Μωϋσῆ καὶ τοὺς λοιποὺς ἁγίους προπάτορές τους. Καὶ αὐτὸ ἦταν κάτι, ποὺ δὲν τοῦ συγχώρησαν ποτὲ οἱ φαρισαΐζοντες Ἑβραῖοι.
Ἐξ ἴσου ὅμως, διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τὸν κατὰ σάρκα συγγενῆ τους Ἰουδαϊσμό, οἱ Ἀπόστολοι (Ἰωάννης, Παῦλος κ.λ.π.). Ὁ διάκονος Στέφανος, μάλιστα, εἶναι καταπέλτης στὴν ἀπολογία του πρὸ τοῦ ἑβραϊκοῦ Συνεδρίου (Πράξ. 7, 51 ε.) «Σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι ταῖς καρδίαις καὶ τοῖς ὠσίν, ὑμεῖς ἀεὶ τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιπίπτετε, ὡς οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ὑμεῖς. Τίνα τῶν προφητῶν οὐκ ἐδίωξαν οἱ πατέρες ὑμῶν». Ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι ἐκπληκτικός. Ὁ Στέφανος διακρίνει τοὺς προφῆτες ἀπὸ τοὺς (Ἑβραίους ἐπίσης) φονευτές τους! Οἱ μὲν Προφῆτες εἶναι οἱ ἐν Χριστῷ προπάτορες ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν (πνευματικοὶ δηλαδὴ - καὶ ὄχι φυλετικοὶ - πρόγονοι), οἱ δὲ φονευταὶ τῶν προφητῶν εἶναι προπάτορες (φυλετικοὶ καὶ πνευματικοί) τῶν φαρισαϊζόντων - σιωνιστῶν. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Στεφάνου εἶναι τὸ ἑρμηνευτικὸ κλειδὶ κατανοήσεως τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη δὲν εἶναι ἑβραϊκὴ ὑπόθεση, ὅπως θὰ δοῦμε ἀναλυτικότερα στὴ συνέχεια. Ἡ Π.Δ. περιέχει τὴν πορεία τῆς φανερώσεως τῆς «Θείας Οἰκονομίας», τοῦ ἐκτυλισσόμενου σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσεως. Ὅ, τι ἀναφέρεται σὲ αὐτὸ τὸ θέμα στὴν Π.Δ. εἶναι δεκτὸ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, ὡς χριστιανικὸ καὶ σωτήριο. Αὐτὸ εἶναι τὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν, τῶν Πατριαρχῶν, τῶν Δικαίων (Ἁγίων) τῆς πρὸ τῆς σαρκώσεως ἐποχῆς. Οἱ Δίκαιοι τῆς Π.Δ. διασῴζουν τὴν μέθοδο σωτηρίας, τὸν τρόπο δηλαδὴ ζητήσεως καὶ μετοχῆς στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τιμῶνται ὡς χριστιανοὶ πρὸ Χριστοῦ, ποὺ ἔφθασαν στὴ θέωση, ὅπως οἱ Ἅγιοί της Καινῆς Διαθήκης (βλ. Ἡσ. 6, 1 ε.). Μόνο ποὺ ἡ θέωσή τους ἦταν προσωρινή, διότι ἔλειπε ὁ «τόπος» συνάξεως ὅλων. Καὶ ὁ «τόπος» αὐτὸς εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα (ἀνθρώπινη φύση) τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὴν σάρκωσῃ τοῦ Χριστοῦ εἰσέρχεται ὁ «τόπος» αὐτὸς στὴν ἱστορία. Γι᾿ αὐτὸ ἦταν ἀναγκαία ἡ Σάρκωση. Ὁ «ἀσάρκως» παρὼν στὸν κόσμο Χριστὸς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἱστορίας - δημιουργίας, προσλαμβάνει ἀνθρώπινη σάρκα «δι᾿ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν». Ἡ σχέση μὲ τὸ Χριστὸ πρὸ καὶ μετὰ τὴν Σάρκωση δὲν εἶναι διανοητικὴ (ἐπιστημονική), ὅπως πιστεύουν οἱ νεοειδωλολάτρες, ἀλλὰ ἐμπειρική, ὑπαρξιακή. Τὰ ἐπιστημονικὰ καὶ φιλοσοφικὰ ἐπιτεύγματα εἶναι ἐδῶ ἀδιάφορα.
Στὴν Π.Δ., ἄλλωστε, δὲν ἀνήκουν μόνον Ἑβραῖοι, ἀλλὰ καὶ μὴ Ἑβραῖοι, ὅπως ὁ Ἰώβ, ἢ ἡ «ἀλλόφυλος» Ῥούθ, ἡ Μωαβίτισσα. Ὁ πρώην Πλατωνικὸς φιλόσοφος καὶ μετὰ χριστιανὸς μάρτυς Ἰουστίνος (β´ αἰ. μ.Χ.) θὰ διακηρύξει: «Οἱ μετὰ Λόγου βιώσαντες Χριστιανοὶ εἰσὶ κἂν ἄθεοι ἐνομίσθησαν, οἶον ἐν Ἕλλησι μὲν Σωκράτης καὶ Ἡράκλειτος καὶ οἱ ὅμοιοι αὐτοῖς, ἐν βαρβάροις δὲ Ἀβραὰμ καὶ Ἀνανίας καὶ Ἀζαρίας καὶ Μισαὴλ καὶ Ἠλίας καὶ ἄλλοι πολλοί». (Ἀπολογία Α´ 46, 2). Στὸ θέμα τῆς σωτηρίας, ὡς χριστιανούς, μᾶς ἐνδιαφέρουν οἱ Ἅγιοι καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ἐμπειρία τους καὶ ὄχι οἱ ἐπιστήμονες, διανοούμενοι ἢ σοφοὶ τοῦ κόσμου. Αὐτὸ τὸ πρόβλημα λύνει ὁ Ἀπ. Παῦλος, δεινὸς ἑλληνιστὴς καὶ διανοούμενος καὶ αὐτός, στὴν Α´ πρὸς Κορινθίους, ἀποτεινόμενος πρὸς Ἕλληνες, στὴν πρωτεύουσα τοῦ τότε Ἑλληνισμοῦ, τὴν Κόρινθο: «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν (= τοῖς χριστιανοίς) δύναμις Θεοῦ ἐστὶν . . . Ἐπειδὴ γὰρ [...] οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σώσαι τοὺς πιστεύοντας» (Α´ Κορ. 1, 18-21).
Ἡ Π.Δ. ὡς βιβλίο ποὺ περιέχει τὴν προσδοκία τοῦ Λυτρωτοῦ καὶ ὅλη τὴν σχετικὴ προετοιμασία, εἶναι βιβλίο τῶν χριστιανῶν καὶ ὄχι τῶν ἀπορριψάντων τὸν Μεσσία - Χριστὸν Ἑβραίων. Ὁ Ἀπ. Παῦλος, Ἑβραῖος κατὰ σάρκα, ἀλλὰ ὄχι κατὰ πνεῦμα, δηλώνει ὅτι οἱ «ἄρχοντες» τῶν Ἑβραίων (γιὰ «ἐπισήμους Ἐβραίους» θὰ ὁμιλεῖ τὸν 19ο αἰ. καὶ ὁ Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος, ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδοξίας στὸ Ἑλληνικὸ κράτος) δὲν παραδέχθηκαν (ἀποδέχθηκαν) τὴν σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ. Διότι, ἂν τὴν εἶχαν ἀποδεχθεῖ, «οὐκ ἂν τὸν Κύριόν της δόξης ἐσταύρωσαν» (Α´ Κορ. 2, 7-9) «Κύριος τῆς δόξης» (τοῦ ἀκτίστου φωτός) στὴν Π.Δ. εἶναι ὁ Μεσσίας Χριστός.
Ἡ Π.Δ. στὴν οὐσία εἶναι ἡ σωτηριολογικὴ (λυτρωτική) ἐμπειρία τῶν Δικαίων τῆς πρὸ τῆς Σαρκώσεως περιόδου τῆς ἀνθρωπότητος. Αὐτὴ ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως - σωτηρίας, ὅμως, λαμβάνει, σὲ κάθε ἐποχή, χώρα μέσα σὲ κάποιο ἱστορικὸ καὶ πολιτισμικὸ πλαίσιο. Ἐπειδὴ οἱ σημαντικότεροι καὶ περισσότεροι ἐνσαρκωτὲς αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας ὑπῆρξαν Ἑβραῖοι, γι᾿ αὐτὸ τὸ ἱστορικοπολιτισμικὸ πλαίσιο τῆς Π.Δ. εἶναι τὸ ἑβραϊκό.
Τὸ ἱστορικοπολιτισμικὸ πλαίσιο εἶναι ὅλως δευτερεῦον καὶ εὔκολα ἀποσυνδέεται ἀπὸ τὴν πίστη. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ ἑλληνιστικὸ - ρωμαϊκὸ ἱστορικὸ πλαίσιο τῆς Κ. Διαθήκης. Τὰ δυὸ αὐτὰ πλαίσια τεκμηριώνουν τὴν ἱστορικότητα τῶν περιγραφομένων στὴν Ἁγία Γραφή. Μπορεῖ, συνεπῶς, οἱ Ἑβραῖοι νὰ καυχῶνται γιὰ τὸ γεγονός, ὅτι στὸ χῶρο τους, ἱστορικά, πραγματοποιήθησαν τὰ θαυμάσια του Θεοῦ στὴν Π.Δ. αὐτοὶ ὅμως εἶναι τελείως ξένοι πρὸς αὐτά, ἀφοῦ τὰ ἀπέρριψαν. Τὸ πλαίσιο εἶναι δικό τους, ἀλλὰ τὰ πράγματα ξένα πρὸς αὐτοὺς καὶ ἡμῶν τῶν χριστιανῶν. Τὸ ἴδιο θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς καὶ γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες, σχετικά με τὴν στάσῃ μας ἔναντι τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πλαίσιο τῆς Κ.Δ. μᾶς ἀνήκει. Ἂν ἀπορρίπτουμε, ὅμως τὸν Χριστό, τότε εἴμαστε ξένοι πρὸς τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία. «Περιούσιος λαός» τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τώρα ΟΛΟΙ οἱ Ἑβραῖοι, ἀλλὰ αὐτοὶ ποὺ δέχθηκαν τὸ περὶ Μεσσίου κήρυγμα τῶν Δικαίων τῆς Π.Δ., ποῦ ὁδηγεῖ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Σὲ αὐτὸν τὸν «περιούσιο λαὸ» ἀνήκουν ὅλοι οἱ π. Χ. ἄνθρωποι, ποὺ ἔζησαν μὲ τὴν προσδοκία τοῦ Λυτρωτοῦ (πρβλ. Γεν. 49, 10: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν»), ὅπως εἶπε παραπάνω ὁ Ἰουστίνος. «Ἐν Χριστῷ», στὴ σχέση, δηλαδὴ ἑνότητα, μὲ τὸ Χριστό, διαμορφώθηκε ἱστορικὰ τὸ «ἔθνος ἅγιον», ποὺ δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ Ἕλληνες μόνον ἢ Ἰουδαίους, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἀνεξαρτήτως φυλῆς, καταγωγῆς, αἵματος κλπ.
Ἄρα ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς Π.Δ., σχέση μὲ τὴν σωτηρίᾳ μας ἔχει τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν (μὲ πολὺ ἀντιιουδαϊκὸ μάλιστα πνεῦμα...) καὶ γενικὰ τῶν Δικαίων. Τὰ κριτήρια εἶναι πνευματικὰ καὶ ὄχι φυλετικά. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἅγιοί της πίστεώς μας οἱ 7 Μακκαβαῖοι παῖδες, ἡ μητέρα τους Ἁγία Σολωμονή) καὶ ὁ πνευματικός τους πατέρας Ἐλεάζαρος καὶ τοὺς τιμοῦμε τὴν 1η Αὐγούστου, διότι ὁμολόγησαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μας καὶ ὄχι ὅτι ἦσαν Ἑβραῖοι. Ὅπως ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ, μολονότι Ῥῶσος, ὡς ἅγιος τιμᾶται ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ἢ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος κλπ. Αὐτὰ εἶναι τὰ κριτήριά μας. Ἄλλη ἡ τιμή, ποὺ ἀποδίδουμε στοὺς ἐνδόξους κατὰ σάρκα προγόνους μας ἢ τοὺς σοφούς μας καὶ ἄλλη ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς «ἡγουμένους» τῆς Πίστεώς μας, πνευματικοὺς ὁδηγούς μας καὶ «προπάτορές» μας στὴν Πίστη.
Μὴν ξεχνᾶμε ὅμως καὶ κάτι ἄλλο, ἐξίσου σημαντικό. Μὲ τὴν Μετάφραση τῶν Ο´ (Ἀλεξάνδρεια, 3ος - 2ος π.Χ. αἰ.) ἡ Π.Δ. «ἑλληνοποιεῖται». Ὑπάρχουν δὲ καὶ βιβλία παλαιοδιαθηκικὰ ἢ τμήματα βιβλίων γραμμένα πρωτοτύπως ἑλληνιστί, ὅπως π.χ. ἡ «Σοφία Σολομῶντος», μὲ σαφεῖς ἐπιρροὲς πλατωνικές, ὅπως ἀπέδειξε ὁ σοφὸς ἑβραιολόγος δάσκαλός μου, ἀείμνηστος Βασ. Βέλλας (+1970). Οἱ συγγραφεῖς τῆς Κ.Δ. ἐξ ἄλλου, παραπέμπουν στὴ μετάφραση τῶν Ο´ καὶ ὄχι στὴν ἑβραϊκὴ Π. Διαθήκη.
Ἡ Π.Δ. τῶν Ο´ περιέχει 49 βιβλία - κείμενα, ἐνῷ ἡ ἑβραϊκὴ 36. Ἡ μετάφραση τῶν Ο´ μπορεῖ νὰ ἔγινε γιὰ χάρη τῶν Ἰουδαίων τῆς διασπορᾶς ποὺ ἀπέμαθαν τὰ ἑβραϊκὰ - ἀραμαϊκά, μὲ τὴν χρήσῃ της, ὅμως, στὴν Κ.Δ. καὶ τὴν πατερική μας παράδοση εἶναι πλέον «ἑλληνικὴ» ὑπόθεση καὶ θὰ πρέπει νὰ εἴμεθᾳ ὑπερήφανοι γι᾿ αὐτό. Καὶ ἀπὸ πλευρᾶς γλώσσης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πλευρᾶς ἑρμηνευτικῆς, δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τοὺς Ἰουδαίους - Ἰσραηλῖτες, ἀλλὰ μὲ μᾶς τοὺς χριστιανούς.

Ἂς μὴν ἐρεθίζονται λοιπόν, οἱ φανατικοὶ ἀρχαιολάτρες. Βέβαια ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἀναφερόμεθα σὲ πνευματικοὺς προπάτοράς μας, ποὺ εἶναι κυρίως, Ἑβραῖοι (κατὰ σάρκα, ὄχι κατὰ πνεῦμα ὅμως). Ἡ θεολογία μας ὅμως, ὡς ὑπόθεση σωτηρίας, θεώσεως καὶ ὄχι διανοητικῆς ἀναπτύξεως καὶ καλλιέργειας, δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν Δικαίων, ποῦ προετοίμασαν τὴν ἀνθρωπότητα νὰ δεχθεῖ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία; Γι᾿ αὐτὸ εἶναι προπάτορές μας, «παιδαγωγοὶ εἰς Χριστόν» καὶ πνευματικοὶ πατέρες μας. Εἶναι λάθος ἐξ ἄλλου, νὰ νομίζει κάποιος, λόγω λόγω παχυλῆς ἄγνοιας (ἢ κακίας), ὅτι ἡ Π.Δ. πρέπει νὰ κριθεῖ ἠθικολογικά. Ἠθικὰ καὶ ἀνήθικα βρίσκονται παντοῦ... Τὸ πνεῦμα τῆς Π.Δ. χριστιανικὰ εἶναι ὅτι μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν δυσοσμία ἀναδύεται τὸ «ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας», ὁ Σωτῆρας - Χριστὸς (βλ. τὸν γενεαλογικὸ κατάλογο τοῦ Ματθαίου, (κεφ.1). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι δικό μας. Ἀλλὰ ποῦ νὰ τὰ καταλάβουν αὐτὰ προκατειλημμένοι καὶ ἀγράμματοι ὡς πρὸς αὐτά, νεοειδωλολάτρες... Σ᾿ ἕνα, ὅμως, μᾶς βοηθοῦν. Πρέπει νὰ καταλάβουμε ἐπιτέλους, ὅτι δὲν πρέπει - σήμερα - ν᾿ ἀφιερώνουμε τόσες σελίδες στὰ σχολικά μας βιβλία γιὰ τὴν ἑβραϊκὴ ἱστορία, νὰ μένουμε στὸ μεσσιανικὸ κήρυγμά της καὶ στὴν πνευματικὴ παράδοση τῶν προφητῶν, ποὺ ὅπως ἐλέχθη, εἶναι σαφῶς ἀντιεβραϊκῆ καὶ ἀντιφαρισαϊκή. Ἀκούγοντας πάντως ζωντανὰ τὸν συνθέτη κ. Μαρκόπουλο, διαπίστωσα ὅτι ἔπεσε θῦμα τῶν ἀντισημιτῶν, πού, ὅπως μέσα ἀπὸ τὴν μασονία καταξιώνουν τὸν σιωνισμὸ πανηγυρικώτατα. Ἀλλὰ γι᾿ αὐτό, ἄλλη φορά...

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΣΥΓΧΥΣΗ ΜΕΓΑΛΗ ΥΠΑΡΧΕΙ

ΣΥΓΧΥΣΗ ΜΕΓΑΛΗ ΥΠΑΡΧΕΙ

Γέροντα, πῶς τὰ βλέπετε τὰ πράγματα;
  – Ἐσεῖς πῶς τὰ βλέπετε;
  – Ἐμεῖς τί νὰ ποῦμε, Γέροντα; Ἐσεῖς νὰ μᾶς λέγατε.
   – Ἡ ἡσυχία ποὺ ἐπικρατεῖ μὲ ἀνησυχεῖ. Κάτι ἑτοιμάζεται. Δὲν ἔχουμε καταλάβει καλὰ σὲ τί χρόνια ζοῦμε οὔτε σκεφτόμαστε ὅτι θὰ πεθάνουμε. Δὲν ξέρω τί θὰ γίνη· πολὺ δύσκολη κατάσταση! Ἡ τύχη τοῦ κόσμου κρέμεται ἀπὸ τὰ χέρια μερικῶν, ἀλλὰ ἀκόμη ὁ Θεὸς κρατᾶ φρένο. Χρειάζεται νὰ κάνουμε πολλὴ προσευχὴ μὲ πόνο, γιὰ νὰ βάλη ὁ Θεὸς τὸ χέρι Του. Νὰ τὸ πάρουμε στὰ ζεστὰ καὶ νὰ ζήσουμε πνευματικά. Εἶναι πολὺ δύσκολα τὰ χρόνια. Ἔχει πέσει πολλὴ στάχτη, σαβούρα, ἀδιαφορία. Θέλει πολὺ φύσημα, γιὰ νὰ φύγη. Οἱ παλιοὶ ἔλεγαν ὅτι θὰ ἔρθη ὥρα ποὺ θὰ κλωτσήσουν οἱ ἄνθρωποι. Πετᾶνε τοὺς φράκτες, δὲν ὑπολογίζουν τίποτε. Εἶναι φοβερό! Ἔγινε μιὰ βαβυλωνία. Νὰ κάνουμε προσευχὴ νὰ βγοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ αὐτὴν τὴν βαβυλωνία. Διαβάστε τὴν προσευχὴ τῶν Τριῶν Παίδων, νὰ δῆτε μὲ πόση ταπείνωση προσεύχονταν· καὶ τὸν 82ο Ψαλμό: «Ὁ Θεός, τίς ὁμοιωθήσεταί σοι, μὴ σιγήσῃς...». Αὐτὸ πρέπει νὰ γίνη, ἀλλιῶς δὲν γίνεται χωριό. Θέλει θεϊκὴ ἐπέμβαση.
Μπαίνουν μερικὲς ἀρρώστιες εὐρωπαϊκὲς καὶ προχωροῦν ὅλο πρὸς τὸ χειρότερο. Μοῦ εἶπε ἕνας Κύπριος οἰκογενειάρχης ποὺ μένει στὴν Ἀγγλία: «Κινδυνεύουμε πνευματικά. Πρέπει νὰ φύγω ἀπὸ τὴν Ἀγγλία οἰκογενειακῶς». Βλέπεις ἐκεῖ ὁ πατέρας νὰ παίρνη τὴν κόρη, ἡ μάνα τὸν γιό. Ὅλους τοὺς στεφανώνουν, ὅλους τοὺς εὐλογοῦν. Κάτι πράγματα..., ντρέπομαι νὰ τὰ πῶ. Καὶ ἐμεῖς κοιμόμαστε μὲ τὰ τσαρούχια. Δὲν λέω νὰ πάρουμε πλακάτ, ἀλλὰ νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας στὸν μεγάλο κίνδυνο ποὺ περιμένουμε καὶ νὰ ὑψώνουμε τὰ χέρια στὸν Θεό. Νὰ κοιτάξουμε πῶς νὰ ἀμυνθοῦμε κατὰ τοῦ κακοῦ. Χρειάζεται νὰ κρατᾶμε λίγο φρένο, γιατὶ ὅλα πᾶνε νὰ τὰ ἰσοπεδώσουν. Τώρα εἶναι νὰ λέη κανεὶς τὸ ψαλμικό: «Θοῦ τοὺς ἄρχοντας αὐτῶν ὡς τὸν Ὠρὴβ καὶ Ζὴβ καὶ Ζεβεὲ καὶ Σαλμανά..., οἵτινες εἶπαν· κληρονομήσωμεν ἑαυτοῖς τὸ ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ».
Σύγχυση μεγάλη ὑπάρχει. Μύλος γίνεται· εἶναι ζαλισμένοι οἱ ἄνθρωποι. Ὁ κόσμος εἶναι ὅπως οἱ μέλισσες. Ἂν χτυπήσης τὴν κυψέλη, οἱ μέλισσες βγαίνουν ἔξω καὶ ἀρχίζουν «βούου...» καὶ γυρίζουν γύρω ἀπὸ τὴν κυψέλη ἀναστατωμένες. Ὕστερα ἡ κατεύθυνσή τους θὰ ἐξαρτηθῆ ἀπὸ τὸν ἄνεμο ποὺ θὰ φυσήξη. Ἂν φυσήξη βοριάς, θὰ πᾶνε μέσα. Ἂν φυσήξη νοτιάς, θὰ φύγουν. Ἔτσι καὶ τὸν κόσμο τὸν φυσάει... «Ἐθνικὸς Βοριάς», «Ἐθνικὸς Νοτιάς», καὶ εἶναι ὁ καημένος ζαλισμένος. Ὅμως, ἂν καὶ γίνεται τέτοιο βράσιμο, νιώθω μέσα μου μιὰ παρηγοριά, μιὰ σιγουριά. Μπορεῖ νὰ ξεράθηκε ἡ ἐλιά, ἀλλὰ θὰ πετάξη νέα βλαστάρια. Ὑπάρχει μιὰ μερίδα Χριστιανῶν, στοὺς ὁποίους ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, καὶ ὁ Καλὸς Θεὸς μᾶς ἀνέχεται, καὶ πάλι θὰ οἰκονομήση τὰ πράγματα. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς μᾶς δίνουν ἐλπίδα. Μὴ φοβᾶσθε. Περάσαμε σὰν ἔθνος τόσες μπόρες καὶ δὲν χαθήκαμε, καὶ θὰ φοβηθοῦμε τὴν θύελλα ποὺ πάει νὰ ξεσπάση; Οὔτε τώρα θὰ χαθοῦμε. Ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπᾶ. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του κρυμμένη δύναμη γιὰ ὥρα ἀνάγκης. Θὰ εἶναι λίγα τὰ δύσκολα χρόνια. Μιὰ μπόρα θὰ εἶναι.
Δὲν σᾶς τὰ λέω αὐτά, γιὰ νὰ φοβηθῆτε, ἀλλὰ γιὰ νὰ ξέρετε ποῦ βρισκόμαστε. Γιὰ μᾶς εἶναι μιὰ μεγάλη εὐκαιρία, εἶναι πανηγύρι οἱ δυσκολίες, τὸ μαρτύριο. Νὰ εἶστε μὲ τὸν Χριστό, νὰ ζῆτε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές Του καὶ νὰ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ ἔχετε θεῖες δυνάμεις καὶ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντιμετωπίσετε τὶς δυσκολίες. Νὰ ἀφήσετε τὰ πάθη, γιὰ νὰ ἔρθη ἡ θεία Χάρις. Αὐτὸ ποὺ θὰ βοηθήση πολὺ εἶναι νὰ μπῆ μέσα μας ἡ καλὴ ἀνησυχία: ποῦ βρισκόμαστε, τί θὰ συναντήσουμε, γιὰ νὰ λάβουμε τὰ μέτρα μας καὶ νὰ ἑτοιμασθοῦμε. Ἡ ζωή μας νὰ εἶναι πιὸ μετρημένη. Νὰ ζοῦμε πιὸ πνευματικά. Νὰ εἴμαστε πιὸ ἀγαπημένοι. Νὰ βοηθοῦμε τοὺς πονεμένους, τοὺς φτωχοὺς μὲ ἀγάπη, μὲ πόνο, μὲ καλωσύνη. Νὰ προσευχώμαστε νὰ βγοῦν καλοὶ ἄνθρωποι.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ: ΛΟΓΟΙ Β’- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ, σελ. 17-19