ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016
ΤΡΕΙΣ ΕΣΕΙΣ, ΤΡΕΙΣ ΚΙ ΕΜΕΙΣ!
Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016
ΠΑΝΑΓΙΑ, Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ! Η ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕΝΩΝ ΒΟΗΘΕΙΑ!
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος
Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί
ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα
πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη
τους τιμούν οι άνθρωποι· και έτσι αυτοί να ζουν με ταπείνωση και στην αφάνεια.
Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο
όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης
Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφθαλμοφανώς, όχι σε
όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν οι Ιωάννης
ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων. Αφού
μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή
ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο
Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και
μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της δηλαδή το τσεμπέρι της, το
πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να
δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει.
Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την
γιορτή της αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία
σκεπάζει (σκέπει) και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο
δρόμο για την τελείωση. Μας σκεπάζει με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις
της και με τα δάκρυά της.
Η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους
αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Με την ενέργεια αυτή θέλει να πει ότι πρέπει να
έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες
της. Την εορτή της αγίας Σκέπης τη γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΜΑΣ ΕΙΣ ΤΑΣ ΜΑΧΑΣ
Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016
OΙ ΘΑΝΑΤΩΘΕΝΤΕΣ ΚΑΙ ΒΑΣΑΝΙΣΘΕΝΤΕΣ ΚΛΗΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ 1941-1944
Ο αείμνηστος Ιερεύς Θεόδωρος Παπαδόπουλος εγεννήθη στην κωμόπολη Μοσχονία Κεσσάνης της Ανατολικής Θράκης το έτος 1880. στη συνέχεια κατά το έτος 1910 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς. Επέστρεψε έπειτα στη γενέτειρά του και διορίσθηκε εφημέριος.
Κατά το έτος 1941 η επαρχία Ροδόπης, όπως και ολόκληρη η Δυτική Θράκη, βρέθηκε υπό βουλγαρική κατοχή και άρχισε σφοδρότατος ανθελληνικός διωγμός εναντίον των Ελλήνων κατοίκων της περιοχής και ιδιαίτερα των ορθοδόξων κληρικών, από τους οποίους ο πρώτος που δολοφονήθηκε, όπως αναφέρει στην επίσημη έκθεσή του ο τότε Μητροπολίτης Μαρωνείας και Θάσου Βασίλειος (1941-1951), ήταν ο ιερεύς Θεόδωρος Παπαδόπουλος.
Στις 20 Απριλίου του 1941 οι Βούλγαροι στρατιώτες μετέβησαν στην οικία του ιερέως Θεοδώρου, όπου ήταν κλινήρης λόγω ασθενείας και με το πρόσχημα της παράνομης οπλοκατοχής τον κακοποίησαν με απίστευτη βαρβαρότητα και ερεύνησαν την οικία του, χωρίς όμως να ανακαλύψουν τίποτα. Η βαρβαρότητα όμως των Βουλγάρων δεν σταμάτησε εκεί. Για δεύτερη φορά στις 12 Ιουνίου 1941 εισέβαλαν στην οικία του και τον κακοποίησαν βάναυσα, με αποτέλεσμα να πεθάνει ολίγες ημέρες αργότερα, στις 22 Ιουνίου 1941 και σε ηλικία 64 ετών. Ο ιερεύς Θεόδωρος ετάφη στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Αιγείρου, όπου μέχρι και σήμερα ευρίσκεται ο τάφος του.
Ο δεύτερος εθνομάρτυς κληρικός της Μητροπόλεώς μας ήταν ο ιερεύς Δημήτριος Καβάζης, ο οποίος γεννήθηκε στην Κεσσάνη της Ανατολικής Θράκης το έτος 1890. Μετά την μικρασιατική καταστροφή και την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών ο ιερεύς Δημήτριος εγκαταστάθηκε στο χωριό Κρωβύλη του Ν. Ροδόπης, όπου νυμφεύθηκε την πρεσβυτέρα του Αικατερίνη και απέκτησε δύο θυγατέρες και δύο αγόρια. Το 1931 χειροτονήθηκε ιερεύς από τον τότε Μητροπολίτη Μαρωνείας Άνθιμο και τοποθετήθηκε ως τακτικός εφημέριος του χωριού Κρωβύλη.
Όταν τον Απρίλιο του 1941 οι Βούλγαροι υπερεθνικιστές πάτησαν το πόδι τους στο Ν. Ροδόπης, πήραν τα κλειδιά της Εκκλησίας από τον π. Δημήτριο και του απαγόρευσαν να λειτουργεί στην ενορία του. στη συνέχεια του επέτρεψαν να λειτουργεί περιοδικά στην Κρωβύλη, στην Μαρώνεια και στην Αετοκορυφή.
Σκοπός των Βουλγάρων Κομιτατζήδων ήταν να δείξουν στον ιερέα Δημήτριο, ότι αυτοί ήταν οι κυρίαρχοι της περιοχής και να τον πείσουν να λάβει την βουλγαρική υπηκοότητα και να προσχωρήσει στην σχισματική-βουλγαροεξαρχική Εκκλησία. Επειδή όμως ο π. Δημήτριος αρνούνταν κάθε δελεαστική πρότασή τους, οι Βούλγαροι άλλαξαν τακτική και τον κατηγόρησαν ότι δήθεν έκρυβε όπλα και διάβαζε ελληνικές εφημερίδες. Με αυτές τις κατηγορίες τον συνέλαβαν και τον κακοποίησαν. Έφθασαν μέχρι του σημείου να τον ποδοπατούν στο στήθος και να τον ʺπεταλώσουν ʺ στα πέλματα των ποδιών του.
Στις 20 Απριλίου του 1944, την ώρα του Εσπερινού, οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες τον εξέβαλαν βιαίως από την Εκκλησία και αφού τον οδήγησαν στη θέση Τσακάλ Μπαΐρ Ισμάρου, τον έριξαν μέσα σε ένα λάκο και τον λιθοβόλησαν. Ο π. Δημήτριος εκοιμήθη λίγες ημέρες αργότερα, στις 29 Απριλίου του 1944. Ο τάφος του ευρίσκεται στο προαύλιο του Ιερού Ναού της Κρωβύλης.
Ο ιερεύς Βαγιάννης Εμμανουηλίδης, τρίτος εθνομάρτυρας της Μητροπόλεώς μας, εγεννήθη στο χωριό Γραβούνα Κεσσάνης της Ανατολικής Θράκης το έτος 1872. Άσκησε τα ιερατικά του καθήκοντα επί 42 συναπτά έτη. Επί 20 έτη υπήρξε εφημέριος σε διάφορες ενορίες της Ανατολικής Θράκης και για τα επόμενα 22 έτη στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου του χωριού της Συκοράχης του Νομού Ροδόπης.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής (1941-1943) πολλές φορές εκδιώχθηκε από τους εθνικιστές Βουλγάρους Κομιτατζήδες και του απηγορεύθη να τελεί τα ιερατικά του καθήκοντα, ενώ πολλές φορές συνελήφθη και εβασανίσθη, επειδή παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, επέμενε σθεναρώς και συνέχιζε στην επιτέλεση των λειτουργικών του καθηκόντων.
Το 1943 οι Βούλγαροι συνέλαβαν τα παιδιά του ιερέως Βαγιάννη με σκοπό να τον εκφοβίσουν και να τον εκβιάσουν. Επειδή όμως το εκκλησιαστικό και εθνικό του φρόνημα παρέμενε ακμαίο, οι Βούλγαροι τον συνέλαβαν, τον κακοποίησαν και τον άφησαν αναίσθητο. Ο ιερεύς Βαγιάννης Εμμανουηλίδης τελικώς απεβίωσε στις 25 Ιουνίου 1944. Ετάφη αρχικώς στο κοιμητήριο της Συκορράχης και μετά την αποχώρηση των Βουλγάρων από την Δυτική Θράκη τα οστά του μετενταφιάσθηκαν στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου, όπου μέχρι και σήμερα ευρίσκεται ο τάφος του.
Ο τέταρτος εθνομάρτυρας κληρικός της Μητροπόλεώς μας είναι ο ιερεύς Γεώργιος Βουλγαράκης, ο οποίος εγεννήθη στο χωριό Μάλγαρα της Ανατολικής Θράκης. Έλαβε μέρος στην μικρασιατική εκστρατεία, παρασημοφορήθηκε «επ’ ανδραγαθία» και προήχθη στο βαθμό του λοχία. Παράλληλα διετέλεσε και έφεδρος αξιωματικός σε διάφορα στρατιωτικά αποσπάσματα καταδιώξεως εναντίον των Βουλγάρων Κομιτατζήδων. Μετά την μικρασιατική καταστροφή και την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκε στο χωριό της Νέας Ανδριανής του Ν. Ροδόπης. Εκεί αρχικώς ησχολήθη με την γεωργία, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο μελετούσε την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων της Εκκλησίας. Λέγεται ότι εγνώριζε και εκφωνούσε από στήθους όλα τα Ευαγγέλια και έψαλε με απαλή και γλυκύτατη φωνή. Το έτος 1936 με εντολή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας ιδρύθη στην Κομοτηνή ένα κατώτερο εκκλησιαστικό φροντιστήριο για τους ιερείς, στο οποίο εφοίτησε επί τριετία.
Ο πατήρ Γεώργιος το 1939 εχειροτονήθη διάκονος και το 1940 πρεσβύτερος, οπότε και διορίσθηκε τακτικός εφημέριος του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών του χωριού Νέας Ανδριανής. Όταν το 1941 η περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης πέρασε στην στρατιωτική διοίκηση των Βουλγάρων Κομιτατζήδων, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Μαρωνείας και Θάσου Βασίλειος (1941-1951) πρότεινε στον ιερέα Γεώργιο να εγκατασταθεί στο διπλανό χωριό του Νέου Σιδηροχωρίου για μεγαλύτερη ασφάλεια του ιδίου και της οικογενείας του. ακόμη του πρότεινε να τον ακολουθήσει και στην Θεσσαλονίκη. Εκείνος όμως ηρνήθη τις παραπάνω προτάσεις του αρχιερέως.
Ο ιερεύς Γεώργιος έγινε από την πρώτη στιγμή στόχος της εθνικιστικής βαρβαρότητος των Βουλγάρων Κομιτατζήδων. Αρχικώς κατηγορήθηκε για δήθεν παράνομη κατοχή και απόκρυψη πολεμικού υλικού (όπλων, σφαιρών κ.α.). τότε εκλήθη στο κοινοτικό κατάστημα του Νέου Σιδηροχωρίου, όπου οι Βούλγαροι στρατιώτες τον χλεύασαν, τον εκτύπησαν και αφού εγέμισαν το σώμα του με μώλωπες, τον άφησαν ελεύθερο.
Αργότερα τον μετέφεραν στο χωριό του Κοσμίου για μεγαλύτερα βασανιστήρια, λόγω των οποίων παρέμεινε κλινήρης για δύο μήνες. Οι Βούλγαροι τον πίεζαν επίσης να εκμάθει την βουλγαρική γλώσσα και να τελεί βουλγαριστί την Θεία Λειτουργία. Εκείνος όμως ηρνήτο κατηγορηματικά. Τότε Βούλγαροι τον έκριναν άξιο θανάτου και αφού τον συνέλαβαν, τον ξυλοκόπησαν και τον εγκατέλειψαν ημιθανή. Τελικώς, ο πρεσβύτερος Γεώργιος Βουλγαράκης απεβίωσε στις 13 Νοεμβρίου του 1944 και ετάφη όπισθεν του Ιερού Βήματος του Ιερού Ναού Αγίου Θεοδώρου Ν. Σιδηροχωρίου (στον παλαιό Ναό).
Η γενομένη τιμή της Εκκλησίας και της Πολιτείας έχει την αρχή της στην άφιξη του Μητροπολίτου Μαρωνείας Τιμοθέου Ματθαιάκη (1954-1974), ο οποίος απεφάσισε και ανήγειρε μνημείο τιμής και μνημοσύνης υπέρ των τεσσάρων κληρικών της Μητροπόλεώς μας. Το εν λόγω μνημείο παραδόθηκε στην Ιερά Μητρόπολη τον Νοέμβριο του 1965 και τοποθετήθηκε με την σύμφωνη γνώμη και απόφαση του δημοτικού συμβουλίου στην πλατεία του Αυτοκράτορος Θεοδοσίου, έναντι του Μητροπολιτικού Μεγάρου. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 24 Μαρτίου του 1966. κατά το 1971, ύστερα από την απαίτηση της αρχαιολογικής υπηρεσίας βυζαντινών αρχαιοτήτων, μετεφέρθη το μνημείο όπισθεν του Ιερού Βήματος του Ναού της του Θεού Σοφίας Κομοτηνής, όπου ευρίσκεται μέχρι και σήμερα.
Εκτός όμως των τεσσάρων εθνομαρτύρων κληρικών της Μητροπόλεως Μαρωνείας, εβασανίσθηκαν, κακοποιήθησαν και εκτοπίσθησαν από τις εστίες τους και πολλοί άλλοι ιερείς, ενώ μεγάλος είναι και ο αριθμός των δολοφονηθέντων λαϊκών συμπατριωτών μας.
Τα ονόματα των κακοποιηθέντων και βασανισθέντων κληρικών της Μητροπόλεώς Μαρωνείας είναι τα παρακάτω: Νικόλαος Ζήσης, εφημέριος Μέσης, ο οποίος αφού εβασανίσθηκε από τους Βουλγάρους Κομιτατζήδες απήχθη και μετεφέρθη βιαίως στη Βουλγαρία, όπυ έμεινε αιχμάλωτος για δύο έτη και επέστρεψε όταν πια είχε τελειώσει ο πόλεμος. Οι υπόλοιποι ιερείς ήταν οι: Νικόλαος Θεοδωρίδης, εφημέριος Γρατινής, Λάμπρος Θεολογίδης, εφημέριος Κοσμίου, Ζαφείριος Καραγκιοζάκης (ευρίσκεται εν ζωή), εφημέριος Παραδημής, Κωνσταντίνος Λαφτσής, εφημέριος Καλλίστης, Δημήτριος Μάρρος, εφημέριος Μεσσούνης, Μηνάς Μηνόπουλος, εφημέριος Καλλιθέας, Αθανάσιος Παπακωνσταντίνου, εφημέριος Μητροπολιτικού Ναού Κομοτηνής, Βασίλειος Παρασχάκης, εφημέριος Κοσμίου, Γαβριήλ Φαρασόπουλος, εφημέριος Ασκητών (κατ’ άλλους Ιάσμου), Βασίλειος Χατζηπαρασκευάς, εφημέριος Μαρωνείας και Παύλος Χρηστίδης, εφημέριος Ξυλαγανής. Οι ιερείς, οι οποίοι εκακοποιήθησαν και εν συνεχεία εκτοπίσθησαν από την Μητρόπολη Μαρωνείας ήταν οι: Νικόαλαος Βεζυρόπουλος, εφημέριος Κομοτηνής, Κωνσταντίνος Λυκούδης, εφημέριος πρωτάτου, Ιωαννίκιος Μακαριώτης, εφημέριος Σαππών, Δημήτριος Παπανικολάου, εφημέριος Κομοτηνής, Κυριάκος Χατζηδήμου, εφημέριος Αράτου και ο Ιεροδιάκονος Κομοτηνής Κυριάκος Χατζηδήμου.
Οι κάτοικοι του χωριού των Ασκητών, οι οποίοι εμαρτύρησαν στα χέρια των εθνικιστών Βουλγάρων ήταν οι: Βασίλειος Σεβενίδης, Φώτιος Κεσκερίδης, Βασίλειος Μπακαλίδης, πρ. Μακρίδης και ο μουσουλμάνος ιμάμης Τερμίκογλου Χουσεΐν.
Τα ονόματα των σφαγιασθέντων, μεταξύ των οποίων και πολλοί συγγενείς του γράφοντος είναι τα εξής: Κιμουρτζίδης Δημήτριος, Σκουταρίδης Αθανάσιος, Σγουράς Πέτρος, Γουδαλάκης Ιωάννης, Ζαραβάκης Δήμος, Γιαμούκης Θεοδόσιος, Σκουταρίδης Νικόλαος, Καράκης Γεώργιος, Μήλιος Γαβριήλ, Καραγιαννάκης Δημήτριος, Γιαμούκης Μιχαήλ, Βουτσάς Παναγιώτης, Παπαδόπουλος Δημήτριος, Βασιλειάδης Ευστάθιος, Καλλιγάς Πασχάλης, Κωστόπουλος Νικόλαος, Τσομπανόπουλος Παναγιώτης, Δουδουλακάκης Αντώνιος, Μιντίδης Δημήτριος, Τσατλάκης Δημήτριος, Τσατλάκης Κων/νος, Χαμαλίδης Πέτρος, Χαμαλίδης Λάζαρος, Πυριλίδης Μιχαήλ, Ατσκακανίδης Αθανάσιος, Ζεματόπουλος Στέργιος, Μήλιος Αλέξανδρος, Δακτζίδης Ηλίας και Παπαγιαννίδης Παναγιώτης.
Το 1947 τα σώματα 27 από τους 30 σφαγιασθέντες ετάφησαν σε δενδρόφυτο λόφο λίγο πριν την είσοδο στο χωριό της Ξυλαγανής, όπου λίγο πιο κάτω κατασκευάσθηκε το 1997 νέο μαρμάρινο μνημείο τιμής, στο οποίο αναγράφονται τα ονόματά τους. τα λείψανα όμως των Κιμουρτζίδη Δημητρίου, Σκουταρίδη Αθανασίου Και Ζαραβάτη Δήμου δεν έχουν βρεθεί, δυστυχώς, μέχρι και σήμερα. Αιωνία η μνήμη αυτών.
Ευχαριστώ από της θέσεως αυτής τον πρωτοπρεσβύτερο π. Σταύρο Σπορίκη για τα στοιχεία και τις πληροφορίες, που μου έδωσε για την συγγραφή του παρόντος άρθρου.