ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016

Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΚΑΙΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ (4ο ΜΕΡΟΣ)

Ο κύριος Δημήτριος Τσελεγγίδης, καθηγητής Θεολογίας στον τομέα Δογματικής του ΑΠΘ, στην εκπομπή ¨Ορθοδοξία, Ελληνισμός και κακοδοξία¨, [δημοσιεύτηκε στις 13 Μαρ 2016] απαντά σε καίρια ερωτήματα γύρω από τον οικουμενισμό που ταλανίζουν το Ορθόδοξο ποίμνιο. Την εκπομπή επιμελείται και παρουσιάζει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Καντάνης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Αγρινίου.

Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Θα μπορούσατε να μας πείτε πώς εξελίσσεται τις τελευταίες δεκαετίες αυτή η, οικουμενιστική θα λέγαμε, κίνηση; Έχω διαβάσει ότι η Β’ Βατικανή Σύνοδος πάνω στην προσπάθεια να αναδείξει τη δικιά της, αυτή τη νέα αγάπη, που είναι έξω από τη διδασκαλία του Θεού -ήδη το αναφέρατε- υιοθέτησε και διακήρυξε ότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Μουσουλμανισμός, έχουν ένα κοινό: και οι τρεις πιστεύουν στον ίδιο Θεό, άρα υπάρχει βάση για την ενότητα. Μπορείτε να μας πείτε πως εξελίσσεται, πως προσπαθεί αυτό το πνεύμα του οικουμενισμού να διεισδύσει μέσα στους πιστούς; Υπάρχουν κάποιοι φορείς που προβάλλουν, που προωθούν κάποιες συνδιασκέψεις που γίνονται;

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Ναι. Αυτό είπαμε προηγουμένως ότι βρίσκεται μέσα στο DNA μας υπό την έννοια του κατ’ εικόνα, θεολογικά το να είμαστε ένα και μεταξύ μας –να θέλουμε να είμαστε ένα- και με τον Θεό. Η δυνατότητα όμως αυτή δεν είναι κτιστή, δεν είναι του είναι μας, δεν μπορούμε να το πραγματώσουμε, γι’ αυτό ακριβώς έγινε, είπα, ο Θεός άνθρωπος.
Αυτό που προβάλλεται και προωθείται, θεωρητικά θα έλεγε κανείς δεν είναι κακό. Όταν όμως το δει με τις προδιαγραφές της Εκκλησίας η οποία με κάθε ακρίβεια ορίζει τι είναι ο Θεός -ο Θεός δεν είναι κάτι γενικό και αόριστο αλλά είναι Πρόσωπο και ότι είναι Τρία Πρόσωπα και αυτό είναι το μυστήριο του Θεού, ότι ενώ είναι Τρία Πρόσωπα, τρεις υποστάσεις δηλαδή, ο Θεός είναι Ένας- δεν μπορούμε να ταυτίσουμε τον Θεό αυτόν της Εκκλησίας, με τον Θεό των μονοθεϊστικών θρησκειών.
Όπως είπα προηγουμένως, παραδείγματος χάριν ο Ιουδαϊσμός δεν δέχτηκε τον Χριστό, «… εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν …». Τον εσταύρωσαν με το αιτιολογικό που βρίσκεται από τον Πιλάτο ως επιγραφή στον Σταυρό του Χριστού· ότι είπε, όπως Τον κατηγόρησαν, ότι είναι Υιός του Θεού και Βασιλεύς του Ισραήλ. Το επιβεβαίωσε ο Χριστός, δεν αρνήθηκε και αυτός ήταν ο λόγος που Τον εσταύρωσαν, η βλασφημία Του κατ’ αυτούς, ότι είπε πως είναι ο Υιός του Θεού.
… Ο Χριστός είναι η υποστατική οδός και η μέθοδος πρόσβασης στον Θεό Πατέρα και αν κάποιος δεν Τον αποδέχεται δεν μπορεί να έχει καμία πρόσβαση και δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στη ζωή του Θεού γιατί είπε εγώ είμαι η ζωή … Φυσικά ζωή είναι και το Άγιο Πνεύμα, είναι και ο Θεός Πατέρας αλλά αυτά δόθηκαν μέσα από μία τάξη θα λέγαμε. Ο αυτουργός της αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο και της σύνδεσης είναι έργο του Θεού Λόγου που γίνεται άνθρωπος. Δηλαδή όπως ο Θεός Λόγος είναι Εκείνος ο οποίος δημιούργησε όλη την κτίση και δεν έγινε τίποτε χωρίς Αυτόν, ως αυτουργού γιατί είναι η βούληση του Θεού Πατέρα και είναι η συνεργεία του Αγίου Πνεύματος και όλα γίνονται Αγιοτριαδικά. Αλλά υπάρχει έργο ιδιάζον. Είναι το ιδιάζον έργο του Υιού ο Οποίος είναι ο κατασκευαστής των πάντων, ο κτίστης των πάντων και είναι Εκείνος ο οποίος είναι ο σωτήρας των πάντων αφού τὰ πάντα δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται κατά τον Απόστολο Παύλο. Έχουν τον λόγο της υπάρξεώς τους και της ενότητάς τους εν αυτώ, εν τω Χριστώ.
Οπότε όταν καταλύσεις το Πρόσωπο του Χριστού, εν τοιαύτη περιπτώσει θα λέγαμε είναι σα να θέλεις να κάνεις, πρακτικά και να με συγχωρείτε για το λαϊκό της εκφράσεως που μου έρχεται τώρα στο μυαλό, να θέλεις να κάνεις ομελέτα χωρίς αυγά, να θέλεις να κάνεις σκορδαλιά χωρίς σκόρδο. Δεν γίνεται αυτό το πράγμα, να καταλύσεις τον Χριστό δηλαδή τον Θεάνθρωπο και να λες ότι μπορούμε να έχουμε σχέση πραγματική αγάπης, … αυτής της αγάπης που λέει ο Θεός την οποία μας την έβαλε μέσα μας σε κτιστό επίπεδο στο κατ’ εικόνα, και να το πραγματοποιήσουμε. Γιατί το έργο του διαβόλου που είναι η διαβολή του θελήματος του Θεού είναι διασπαστικό και η αμαρτία έχει διασπαστικό χαρακτήρα … παρά το γεγονός ότι το κατ’ εικόνα μας προσεγγίζει με τους άλλους ανθρώπους -και όχι μόνο, και με όλη την κτίση γιατί ο άνθρωπος είναι η σύνοψη της δημιουργίας και είναι εκείνο το δημιούργημα μέσα από το οποίο η κτίση όλη προσάγεται δια της Εκκλησίας στον Θεό.
Είναι φυσιολογικό δηλαδή να αναζητείται αυτός ο ρόλος που όμως δεν μπορεί να γίνει έτσι αυτονομημένα με μία θεωρία ότι πιστεύουμε σε έναν Θεό, γιατί ο Θεός δεν είναι θεωρητικός. Είναι το όντως ον αλλά πολύ συγκεκριμένα με πολύ χειροπιαστό τρόπο ο Θεός έγινε άνθρωπος. Και είπε και όταν αναστήθηκε ακόμα, ελάτε να δείτε ότι έχω τους τύπους των ήλων, απ’ όπου όμως όπως αποδείχθηκε μέσα από την περίπτωση της φανερώσεως του Χριστού στον αγαπητό μαθητή εκεί τον Θωμά, εξέρχεται από αυτούς τους τύπους των ήλων και εκ της πλευράς Αυτού -γιατί αυτό είδε ο Θωμάς- η θεότητα. Αυτή η θεότητα μεταγγίζεται ως περιεχόμενο ζωής σε εμάς. Γι’ αυτό και είπε ο Θωμάς τότε, δεν είπε Ραββί, δεν είπε Διδάσκαλέ μου, δεν είπε Ιησού μου -ο Χριστός δεν ήτανε ο Λάζαρος που αναστήθηκε- αλλά «ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Αυτή ο ομολογία γίνεται μόνο εν Αγίω Πνεύματι .. όταν το Άγιο Πνεύμα μας κατακλύσει. Αυτήν την θεότητα είδε λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξερχομένη. Επομένως δεν μπορούν να γίνουν με έναν μηχανιστικό, θεωρητικό τρόπο … ότι αφού έχουμε όλοι έναν Θεό απροσδιόριστο, μην Τον καθορίζετε, μπορούμε να γίνουμε ένα.

Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Άρα ο οικουμενισμός δεν έχει Άγιο Πνεύμα.

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Φυσικά και δεν έχει Άγιο Πνεύμα.

Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Είναι αίρεση.

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Είναι παναίρεση, δεν είναι απλή αίρεση, αυτό είναι το τραγικό. Εδώ μιλώ πλέον και ως ακαδημαϊκός θεολόγος με καθαρά επιστημονικά κριτήρια και βλέποντας την εκκλησιαστική ιστορία στο σύνολό της. Διαπιστώνουμε ότι ο οικουμενισμός είναι το φαινόμενο αυτό το οποίο ουδέποτε υπήρξε ποτέ ως αίρεση στην Εκκλησία γιατί όλοι οι αιρετικοί υποστηρίζουν μία επιμέρους αίρεση. Ο οικουμενισμός είναι η συμπερίληψη όλων αυτών και το χειρότερο είναι ο μινιμαλισμός τον οποίον υποστηρίζουν και η δυνατότητα της αποδοχής όλων των αιρέσεων μαζί. Αυτό δεν υπήρξε ούτε ως θεωρητική σύλληψη ποτέ στα δύο χιλιάδες χρόνια της ιστορίας. Σήμερα όμως αυτό ακριβώς είναι το χειρότερο γιατί σου λέει: μπορείς να είσαι αυτός που είσαι, να παραμείνεις εκεί που είσαι, δεν σου ζητούμε να αλλάξεις, απλώς να αποδεχθείς και τον άλλον έτσι όπως είναι, με μία άλλη δηλαδή θεώρηση του Θεού, με έναν άλλον τρόπο προδιαγραφών ζωής.
Αυτό είναι τελείως παρανοϊκό στην πράξη, δεν γίνεται. Μα γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός και είπε ότι εγώ είμαι η Αλήθεια και οριοθέτησε το θέλημά Του εν σχέση με τον κόσμο λέγοντας ότι ο κόσμος κείται εν τω πονηρώ και ότι εμείς είμαστε μέσα στον κόσμο -ο Θεός δεν θέλει να βγούμε από τον κόσμο όπως είπε στους μαθητές Του- αλλά ότι δεν είμαστε εκ του κόσμου. Δεν είμαστε εκ του κόσμου, είμαστε ετέρου «γένους» άνθρωποι, πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε ως Ορθόδοξοι, υπό την έννοια ότι εμείς έχουμε γεννηθεί εκ Πνεύματος Αγίου χαρισματικώς τηρούμενων των αναλογιών. Δηλαδή όπως κατά φύσιν γεννάται ο Υιός εκ του Πατρός, εμείς γεννηθήκαμε εν Χριστώ και ενδυθήκαμε τον Χριστό, πήραμε την υιοθεσία χαρισματικώς. Ό,τι είναι ο Χριστός κατά φύσιν, εμείς κατά χάριν με έναν τρόπο θεϊκό μέσα στην Μήτρα της Εκκλησίας που όπως είπαμε είναι η Κολυμβήθρα. Και πήραμε αυτήν την υιοθεσία, τον αρραβώνα του Αγίου Πνεύματος, επομένως γίναμε κενή κτίση.
Είμαστε μία νέα πραγματικότητα, ενώ διατηρούμε όλα τα άλλα χαρακτηριστικά, και τα προσωπικά και τα γενικότερα τα ανθρώπινα. Εκείνο όμως που ουσιωδώς μας διαφοροποιεί και για το οποίο συνέστησε στους μαθητές Του είναι αυτή η κενή κτίση. Αυτή δηλαδή η νέα πραγματικότητα η οποία χωρίς να καταργεί κάτι από το ανθρώπινο είναι το εμποτίζει, το εμπλουτίζει και το καθιστά ικανό να έχει την Αγιοτριαδική ζωή μέσα στην κοσμική πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να συγχέεται με τον κόσμο όπως δεν υπάρχει αυτός στο πρόσωπο το ιστορικό του Χριστού, που παρέμεινε τόσο άνθρωπος σε βαθμό που να μην πιστέψουν ότι είναι ο Θεός, γιατί όπως είπαμε … εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν …
Έτσι δεν είναι περίεργο που ο Ορθόδοξος υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο αόρατος ως προς αυτήν του τη γέννηση και ως προς αυτήν του τη σχέση και αναφορά αλλά όταν έρχεται εν τοις πράγμασι σε οριακά σημεία φαίνεται αυτή η διαφορά του «γένους», εντός εισαγωγικών. Ότι εμείς εκ του Θεού εγενήθημεν όπως στην περίπτωση του Χριστού, όπου ενεργούμε με έναν άλλον τρόπο και αυτός ο άλλος τρόπος … είναι τα λεγόμενα καλά έργα με τα οποία δοξάζεται ο Θεός, τα οποία όμως ο Θεός Πατέρας κάνει δι ημών όταν εμείς κενώσουμε το εγώ μας δηλαδή το θέλημά μας -γιατί αυτό εκφράζει το εγώ μας- εκούσια, συνειδητά και αγαπητικά κάνοντας το θέλημα του Θεού το οποίο γίνεται δι ημών στον κόσμο.
Αυτό είναι το φως του κόσμου που δοξάζει τον Θεό Πατέρα. Αυτό είναι το αλάτι το οποίο συντηρεί τις υγιείς τροφές,θα μας πει ο Ιερός Χρυσόστομος, όχι τα σάπια. Δεν θα σώσουμε με έναν τέτοιο τρόπο που θέλει ο οικουμενισμός τους άλλους, ούτε καν θα τους βελτιώσουμε γιατί το αλάτι είναι όπως ξέρουμε στην καθημερινή μας ζωή για τις υγιείς τροφές και δεν το βάζουμε στις σάπιες τροφές. Η ανθρωπότητα, λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, η οποία έχει απομακρυνθεί από τον Χριστό, δεν έχει δεχτεί τον Χριστό, βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση της αποσύνθεσης.
Δεν μπορεί να γίνει μία σύνθεση παρά μόνο μία αναγέννηση, γι’ αυτό δεν πάμε με τον Χριστό όπως είμαστε -όπως θέλουν να λένε κάποιοι- γιατί ο Χριστός δεν είπε ελάτε όπως είστε. Ελάτε όπως εγώ σας θέλω. Δηλαδή και εγώ σας θέλω να άρετε τον σταυρό σας, να κόψετε το θέλημά σας, να κάνετε το θέλημά μου, που σημαίνει να κενωθείτε από όλα αυτά τα κοσμικά. Τότε μπορούμε να μπούμε στη διαδικασία της μαθητείας στον Χριστό. Από εκεί και πέρα μπορούμε να ευαρεστήσουμε τον Θεό αλλά αυτά δεν γίνονται χωρίς να υπάρχουμε και υπάρχουμε μόνον δια της χαρισματικής γεννήσεώς μας στο πλαίσιο της Εκκλησίας.

(συνεχίζεται)  Απομαγνητοφώνηση (από 34:06 έως 46:14) Φαίη/ΑΒΕΡΩΦ
Πηγή βίντεο Επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι

Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΚΑΙΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ (3ο ΜΕΡΟΣ)

Ο κύριος Δημήτριος Τσελεγγίδης, καθηγητής Θεολογίας στον τομέα Δογματικής του ΑΠΘ, στην εκπομπή ¨Ορθοδοξία, Ελληνισμός και κακοδοξία¨, [δημοσιεύτηκε στις 13 Μαρ 2016] απαντά σε καίρια ερωτήματα γύρω από τον οικουμενισμό που ταλανίζουν το Ορθόδοξο ποίμνιο. Την εκπομπή επιμελείται και παρουσιάζει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Καντάνης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Αγρινίου.

Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Όταν λοιπόν κύριε καθηγητά ευχόμαστε στη Θεία Λειτουργία για την ενότητα της πίστης, δεν αναφερόμαστε στην ενότητα όλων των θρησκειών και στην πίστη όλων των ομολογιών, όπως μερικοί λένε, αλλά εκεί αναφερόμαστε ότι όλοι οι άνθρωποι να έρθουμε στην Μία Πίστη του Σώματος του Χριστού, της αποκαλύψεως του Χριστού. Πάντως οι οικουμενιστές ξεκινούν από κάτι πολύ λογικό και εκεί μπερδεύονται ίσως ο πολύς κόσμος. Λένε, ας ξεκινάμε, όχι από αυτά που στην πίστη μας διακρίνουν και μας χωρίζουν αλλά σε αυτά που μας ενώνουν, για παράδειγμα η αγάπη. Λένε, είναι αγάπη να δεχτώ τον άλλον. Τι λέτε πάνω σε αυτό;

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Κοιτάξτε. Ο οικουμενισμός κινείται ουσιαστικά πάνω σε κτιστά πράγματα και μάλιστα εν πολλοίς και άρρωστα. Δηλαδή μιλούν γι’ αυτά που μας ενώνουν αλλά αυτά που μας ενώνουν, το μίνιμουμ που μας ενώνει ως ανθρώπους, είναι το κατ’ εικόνα -είμαστε όλοι άνθρωποι κατ’ εικόνα του Θεού- αλλά εσκεμμένα αποκρύπτουν το γεγονός ότι αυτό το κατ’ εικόνα ήδη είναι αμαυρωμένο, μπαζωμένο κατά την προσφιλή έκφραση του νεο-αγιοκαταταχθέντος Αγίου Παϊσίου, και ότι δεν μπορεί με μπαζωμένη ύπαρξη να γίνει η προσκόλληση με το άλλο αγαπώμενο πρόσωπο. Αυτή η αγάπη όχι απλώς είναι κτιστή, έχει τόσα προβλήματα μέσα της που ούτε μέσα στον θεσμό του γάμου μπορεί να υπάρξει αυτή η ενότητα η ζητουμένη, να γίνουμε ένα.
Είναι ένα θα λέγαμε εξωπραγματικό, στην καλύτερη περίπτωση, και στην πραγματικότητα ένα πονηρό και άρρωστο σύνθημα το οποίο δεν μπορεί να γίνει ποτέ πραγματικότητα. Αν γινόταν έτσι αυτό πραγματικότητα, δεν θα υπήρχε λόγος να γίνει ο Θεός άνθρωπος.
Αυτή η αγάπη για την οποία μιλούν, την αγάπη προς το πλησίον .. δεν μας λένε πρώτα – πρώτα τα όριά της, την οντολογία της· ποιά είναι ακριβώς αυτή η αγάπη, και ήθελα να πω δυο λόγια για την σχέση της αληθινής πίστεως και της αγάπης, ότι η αληθινή αγάπη πηγάζει από την αληθινή πίστη. .. Δεν μιλούν για την προέλευσή τους, και είναι γνωστό ότι μιλάμε για διάφορες πίστεις τις οποίες θέλουν να νομιμοποιήσουν με το σλόγκαν, το σύνθημα, ότι όλοι οι δρόμοι οδηγούν στον Θεό. Δεν είναι όμως πραγματικότητα. .. Κοιτάξτε, εγώ δεν λέω δικά μου πράγματα, λέω αυτά που είπε ο Χριστός: ἐγὼ εἰμί ἡ ὁδὸς. Δεν είπε ο Χριστός ότι είμαι κι εγώ ένας δρόμος, δεν είπε, εγώ είμαι οδός, αλλά είπε, ή οδός, δηλαδή η μοναδικότητα δια της οποίας πηγαίνει κανείς στον Πατέρα.
Μην λέει κανείς ότι εγώ πιστεύω στον Θεό, δηλαδή στον Θεό Πατέρα ανεξάρτητα ότι δεν δέχομαι τον Υιό, είτε μέσα από το Ισλάμ είτε μέσα από τον Ιουδαϊσμό ας πούμε κτλ στη συγκεκριμένη περίπτωση που δεν αποδέχονται τη θεότητα του Χριστού. Γιατί ο ίδιος ο Χριστός μας διαβεβαίωσε ότι την προσαγωγή στον Θεό Πατέρα την κάνει ο ίδιος, και επομένως δεν μπορούμε να προωθούμε ψευδαισθήσεις που μπορεί να έχει επειδή δεν γνωρίζει ο άλλος άνθρωπος. Δεν μπορούμε να τα λέμε εμείς οι Ορθόδοξοι αυτά τα πράγματα, αφού μας διαβεβαίωσε ο Χριστός ότι Αυτός είναι η οδός.
Πρωτίστως πρέπει να αποδεχτούμε δηλαδή την θεότητα του Χριστού και το έργο του Χριστού, δεδομένου ότι ο Χριστός είπε ότι, δεν είπα τίποτε και δεν έκανα τίποτε .. παρά μόνον αυτά που είπε ο Θεός Πατέρας σε μένα. Άλλωστε το είδαμε και στη Μεταμόρφωση, το είδαμε και στη Βάπτιση του Χριστού κατά την Θεοφάνεια όταν μίλησε ο Θεός Πατέρας για τον Υιό του: Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός .. Αὐτοῦ ἀκούετε, μας παρέπεμψε. Μας παρέπεμψε δηλαδή να ακούμε και να υπακούμε -ακούω με αυτήν την έννοια της υπακοής λέγεται, άλλωστε αυτό έκανε και ο Χριστός στον Θεό Πατέρα- να υπακούσουμε σε Αυτόν.
Αυτή είναι η διαδικασία αυτής της οδού. Είναι η αυτοκένωση η δική μας όπως κενώθηκε καίτοι Θεός γενόμενος άνθρωπος και δεν έκανε ο Χριστός το δικό Του θέλημα -το ανθρώπινο δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση λέω- το οποίο ούτως ή άλλως ήταν αναμάρτητο γιατί δεν είχε αμαρτία, αλλά και αυτό το ανθρώπινο το υπέταξε εκούσια και αγαπητικά στο θέλημα του Πατρός με το να πεθάνει ενώ δεν όφειλε να πεθάνει αφού ο θάνατος είναι συνέπεια της αμαρτίας. Και το έκανε αυτό για να μας διδάξει και πρακτικώς την έννοια της υπακοής.
Κατά συνέπεια μιλάμε για μία άλλη πραγματικότητα και για μία διάχυση μιας σύγχυσης όταν μιλούμε στο πλαίσιο του οικουμενισμού γι’ αυτά τα πράγματα και μάλιστα εν ονόματι του Χριστού.
Ακόμα και κατά την επιστημονική και θεολογική προσέγγιση του πράγματος, πρέπει να πούμε ότι ο Χριστός μας παρέχει τα κριτήρια της αγάπης προς τον Θεό και το πλησίον. Όπως είπαμε προηγουμένως τα κριτήρια αυτά της γνήσιας αγάπης είναι η τήρηση των εντολών του Θεού που μας παρέχονται με κάθε σαφήνεια μέσα από την Αγία Γραφή αλλά και ερμηνεύονται στη συνέχεια, όχι αυθαιρέτως -όπως λέει ο καθένας Προτεστάντης παραδείγματος χάριν, όπως εγώ νομίζω είναι αυτό το νόημα, και σήμερα έφτασαν να το λένε και πολλοί Ορθόδοξοι, ή ό,τι νομίζει ο πάπας είναι αυτό δόγμα-, αλλά μέσα από Οικουμενικές Συνόδους, δηλαδή από την Σύναξη της όλης Εκκλησίας με τρόπο αυθεντικό και υπό την καθοδήγηση του ιδίου του Αγίου Πνεύματος, αφού οι Πατέρες λέγουν εκεί έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν. Ότι εκεί έχουμε, μέσα από τα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων, τις αποφάσεις, τους όρους δηλαδή τους δογματικούς, έχουμε την αυθεντική ερμηνεία του θελήματος του Θεού σε εκείνα τα σημεία που αμφισβητήθηκαν διαχρονικά μέσα στην ιστορία.
Αλλά έχουμε και την αγιο-πνευματική εμπειρία των Πατέρων διαχρονικά μέσα από την δογματική τους συνείδηση η οποία είναι η λεγομένη συμφωνία των Πατέρων, η οποία ερμηνεύει αυθεντικά αυτήν την Αλήθεια της Εκκλησίας.
Έτσι λοιπόν, μέσα στο πλαίσιο του οικουμενισμού αυτά έχουν σχετικοποιηθεί, έχουν αγνοηθεί σκοπίμως, το χειρότερο είναι ότι γίνονται και από Ορθοδόξους. Και γίνεται μία διάψευση αυτής της πραγματικότητας μέσα από συγκεκριμένες μεθόδους στις οποίες μπορούμε να αναφερθούμε αν θέλετε, όπως είναι παραδείγματος χάριν οι συμπροσευχές, η μεταπατερική θεολογία, η σχετικοποίηση του απόλυτου χαρακτήρα των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων, όπως εκφράζονται και επί πρακτικού πεδίου μέσα από Κανόνες Οικουμενικών Συνόδων οι οποίες δεν μπορούν να σχετικοποιηθούν.
Κι όμως σήμερα λέγονται από υπεύθυνα εκκλησιαστικά πρόσωπα στον χώρο, μιλάω της Ορθοδόξου Θεολογίας, αλλά επειδή υπάρχει μία παχυλότατη άγνοια και αυτή η άγνοια φυσικά οφείλεται στον προσανατολισμό τον κοσμικό των πιστών, των Ορθοδόξων. Δεν είναι θέμα να πας στην Θεολογική Σχολή, δεν είναι θέμα να ξέρεις πολλά γράμματα για να τα καταλάβεις αυτά, αφού αυτά είναι καταγραμμένα εν Αγίω Πνεύματι μέσα στην καρδιά μας δια του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της προσωπικής μας Πεντηκοστής, όπως είπα, δια του Αγίου Χρίσματος.
Αυτά τα πράγματα εγώ τα διαπίστωσα, καθαρά εμπειρικά, μέσα από χαρισματικές προσωπικότητες οι οποίες ήταν του Δημοτικού σχολείου ή και δεν είχανε πάει καθόλου στο σχολείο, με τέτοια ακρίβεια μάλιστα η οποία διαπιστώνεται πως ταυτίζεται με την ακρίβεια της έκφρασης των Πατέρων σε Οικουμενικές Συνόδους μέσω των δογμάτων. Θέλω να πω δηλαδή ότι έχουμε την διασφάλιση, την απόλυτη διασφάλιση, ότι τα πράγματα έτσι έχουν. Αυτό το πράγμα δεν έχει καμία σχέση με την εμπειρία την γνωστική, την λόγια, την σπουδασμένη.
Μέσα στην Εκκλησία έχουμε αυτήν την προσφορά, αυτήν την γνώση, με τρόπο εμπειρικό δηλαδή αγιοπνευματικό. Άρα, μην μας περνά αυτή η σκέψη ότι δεν μας διαφώτισαν. Βεβαίως, έργο της ηγεσίας της Εκκλησίας, των Θεολόγων κτλ είναι να κάνουν αυτό, αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι έχουμε άλλοθι για την παχυλή άγνοια την οποία εκμεταλλεύονται βεβαίως κάποιοι για να διαχέουν αυτήν την σύγχυση. Οφείλεται στο γεγονός ότι η καρδιά μας έχει γεμίσει το λιγότερο από μπάζα, που σημαίνει νοητά απόβλητα τα οποία κατέλαβαν τον χώρο. Πολλές φορές όμως αυτό δεν είναι, έτσι ουδέτερα μονωτικά, της σχέσης μας με τον Θεό, αλλά είναι βρωμερά πάθη κτλ. Εφόσον όμως καθαριστούν, από εκεί και πέρα ο ίδιος ο Θεός μας δείχνει αυτήν την οδό και το θέλημά Του στην πράξη και αυτό πρέπει να το πάρουμε πολύ σοβαρά ως προσωπική μας υπόθεση.
Δεν είναι θέμα να μαθητεύσουμε δηλαδή εμείς σε αυτά τα πράγματα επιστημονικά θα λέγαμε, αλλά χρειάζεται αυτή η σχέση η ζωντανή με την Εκκλησία ώστε να έχουμε αυτήν την πληροφόρηση την εσωτερική, η οποία είναι και αδιάψευστος, από το Άγιο Πνεύμα.

(συνεχίζεται)
απομαγνητοφώνηση (από 23:59 έως 34:05) Φαίη/Αβέρωφ
Πηγή βίντεο Επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι

Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΚΑΙΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ (2ο ΜΕΡΟΣ)

Ο κύριος Δημήτριος Τσελεγγίδης, καθηγητής Θεολογίας στον τομέα Δογματικής του ΑΠΘ, στην εκπομπή ¨Ορθοδοξία, Ελληνισμός και κακοδοξία¨, [δημοσιεύτηκε στις 13 Μαρ 2016] απαντά σε καίρια ερωτήματα γύρω από τον οικουμενισμό που ταλανίζουν το Ορθόδοξο ποίμνιο. Την εκπομπή επιμελείται και παρουσιάζει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Καντάνης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Αγρινίου.

Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Είπατε μια φράση, μια ονομασία, που θα ήθελα να είναι και η βάση της σημερινής εκπομπής: Οικουμενισμός. Πραγματικά ζούμε μέσα στην Εκκλησία τον Οικουμενισμό. Μπορείτε να μας πείτε -γιατί ο πολύς κόσμος δέχεται αυτά τα μηνύματα έντονα πάνω του πλέον, αλλά δεν ξέρουν τι είναι-, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε τι είναι ακριβώς αυτό που λέμε Οικουμενισμός;

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Ναι. Είναι μία ονομασία η οποία τα τελευταία χρόνια ακούγεται πάρα πολύ συχνά αλλά συνήθως δεν γίνεται αυτή η επιστημονική παρουσίασή του, δηλαδή να δοθούν τα περιγράμματα εκείνα τα οποία μας διασφαλίζουν για ποιο πράγμα μιλούμε.
Με δυο λόγια και όσο μπορώ πιο απλά, μπορώ να σας πω ότι ο Οικουμενισμός, ή διαφορετικά η οικουμενική κίνηση όπως λέγεται, είναι ένα θρησκευτικό κίνημα που αποβλέπει να ενώσει τις θρησκείες όλου του κόσμου με ένα συγκεκριμένο δόλωμα που λέγεται «αγάπη». Είναι το αγαθό της ενότητας το οποίο έτσι κι αλλιώς υπάρχει μέσα σε όλη την ανθρωπότητα, στις προδιαγραφές θα λέγαμε του κατ’ εικόνα του ανθρώπου, μία ενότητα μεταξύ μας και με τον Θεό. Επιχειρεί δηλαδή μέσα σε ένα επίπεδο θρησκευτικό ό,τι επιχειρεί και η πολύ γνωστή σε όλους μας πλέον παγκοσμιοποίηση σε ένα οικονομικο-πολιτικό επίπεδο. Επιχειρεί να ομογενοποιήσει τις πεποιθήσεις, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, των ανθρώπων για μια σταδιακή ένωση, πρωτίστως των Χριστιανών.
Δηλαδή, η οικουμενική κίνηση ξεκίνησε από τον χώρο του Προτεσταντισμού συγκεκριμένα, να ενώσει τον πολυδιασπασμένο Προτεσταντισμό από το 1948 και εξής. Στη συνέχεια προχώρησε με την προσχώρηση .. των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών .. και σήμερα έφτασε και ο Ρωμαιοκαθολικισμός ουσιαστικά να τον αποδεχτεί με σκοπό την ενότητα όλων των Χριστιανικών ομολογιών, δηλαδή Ορθοδοξίας, Ρωμαιοκαθολικισμού και Προτεσταντισμού. Πάντως ενώ διαφορετικά ξεκίνησε, τώρα ο πάπας θέλει να είναι αυτός ο ηγέτης, γι’ αυτό το αποδέχονται ακόμη και οι Ρωμαιοκαθολικοί αυτό. Στη συνέχεια έχει ένα άλλο όραμα επεκτάσεως αυτής της ενότητας με τις μονοθεϊστικές θρησκείες που είναι ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμόςκαι το Ισλάμ και στη συνέχεια ακόμα και με τις άλλες θρησκείες φτάνοντας μέχρι και την ειδωλολατρία. Και αυτό το είδαμε στην πράξη σε κάποιες συναντήσεις συμπροσευχών στις οποίες μπορούμε να αναφερθούμε αναλυτικότερα παρακάτω.
Αυτό το πράγμα, το οποίο έτσι εξωτερικά φαίνεται να συγκινεί έναν εκκοσμικευμένο άνθρωπο, είναι κάτι βέβαια απηγορευμένο με κάθε σαφήνεια στον χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας παρά το γεγονός ότι με πολύ ευκολία πολλοί, και θρησκευτικοί ηγέτες στον χώρο της Ορθοδοξίας, έχουν προσχωρήσει και μάλιστα έχουν γίνει και σημαιοφόροι αυτής της προσπάθειας θεωρώντας ότι κατευθύνονται και στο ζητούμενο θέλημα του Θεού, μέσα στην προοπτική αυτού του καθρέφτη που είπατε: ἵνα ὦσιν ἕν.
Μάλιστα υπάρχει και μία διαστροφή αυτού του κορυφαίου λόγου της Αρχιερατικής προσευχής του Χριστού που άλλο είναι το νόημά της, το οποίο βέβαια βγάζει μάτι, είναι τόσο ξεκάθαρο μέσα από το ίδιο το κείμενο, και απορώ με την διαστροφή που γίνεται. Εντάξει, ως προς τους ετεροδόξους θα έλεγε κανείς φυσικά οι άνθρωποι δεν βλέπουν, δεν έχουν την καθαρότητα του Πνεύματος του Αγίου και του Πνεύματος της Αληθείας. Αλλά να το λένε και Ορθόδοξοι, ότι εμείς θα συνθέσουμε τον σπασμένο καθρέφτη τη στιγμή κατά την οποία ήδη λέγεται το πώς θα γίνει και ότι είναι δεδομένο, τη στιγμή κατά την οποία ο Χριστός ο ίδιος στην Αρχιερατική του προσευχή παραδείγματος χάριν λέει: «… τὴν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν …». Άρα μας δίνει τον τρόπο με τον οποίον θα είμαστε ένα.
Η δόξα λοιπόν αυτή είναι η άκτιστη δόξα του Θεού, είναι η θέωση την οποία μας προσφέρει, είναι η ομοίωση με τον Θεό η οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον άνθρωπο, διότι η ομοίωση αυτή είναι σε ένα άκτιστο επίπεδο, είναι μια δωρεά του ίδιου του Θεού. Είναι η ιδιότητα του Θεού, η αγιότητα του Θεού -αυτή είναι η δόξα του-, η οποία μας ενώνει και αυτή είναι μία προσφορά του Θεού δια του Χριστού μέσα στην Εκκλησία.
Κατά συνέπεια εάν δεν βαπτισθεί κανείς, εάν δεν γεννηθεί δηλαδή άνωθεν, δεν μπορεί να δει την Βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η δόξα του Θεού. Αυτό όμως είναι δεδομένο, δεν είναι ζητούμενο από εμάς. Εμείς δεν καλούμαστε να το κάνουμε αλλά να το φανερώσουμε, εφόσον δηλαδή το αποδεχτούμε αγαπητικά. Και πρακτικά, ‘αγαπητικά’ σημαίνει τήρηση των προδιαγραφών που μας έδωσε ο ίδιος ο Χριστός. Άρα η δόξα «… ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς …» έχει γίνει. Έχει γίνει μέσα από την Πεντηκοστή. Γίνεται μέσα στην προσωπική μας Πεντηκοστή κατά το Άγιο Χρίσμα αμέσως μετά το Άγιο Βάπτισμα. Το παίρνουμε αυτό το πράγμα, είναι δεδομένο.
Η ενότητα αυτή δεν μπορεί να διασπαστεί από κανέναν, ούτε από τον διάβολο, ούτε από τον θάνατο. Έχουν υπερβαθεί αυτά από τον ίδιο τον Χριστό, τον Αναστημένο Χριστό. Ο Αναστημένος Χριστός είναι η πραγματικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας η Οποία είναι Μία οντολογικώς. Το ζητούμενο βεβαίως, όπως είπα και προηγουμένως, είναι αυτό το οποίο εμείς πρέπει να αποδεχθούμε ελεύθερα και να θελήσουμε να το κάνουμε πράξη, γιατί και μόνοι μας δεν μπορούμε να τηρήσουμε τις εντολές αφού ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν μας είπε ο Χριστός. Κατά συνέπεια εμείς καλούμαστε σε ένα διαρκές «ναι» στον Θεό, και το «ναι» αυτό είναι η τήρηση αυτών ων προδιαγραφών που η Εκκλησία μέσα από Οικουμενικές Συνόδους καθόρισε με κάθε ακρίβεια το πως θα γίνεται.
Άρα ο οικουμενισμός είναι ένα συνονθύλευμα και μία παραγωγή αυτής της θολούρας και της σύγχυσης που προωθείται στον σύγχρονο κόσμο, γιατί μόνο μέσα από μία τέτοια κατάσταση συγχύσεως μπορεί να γίνονται αυτά αποδεκτά ως συνθήματα, με το δόλωμα -όπως είπα- της ενότητας και της αγάπης. .. Και αυτό, θέλω να σημειώσω, ότι έχει και εδώ τον χαρακτήρα αυτής της βλασφημίας. Πως εμείς θα κάνουμε εκείνο το οποίο μόνον ο Θεός μπορούσε να κάνει. Δηλαδή ακυρώνουν στην πράξη -γι’ αυτό έγινε ο Θεός άνθρωπος- με όσα λένε αυτοί οι άνθρωποι που εκπροσωπούν αυτές τις θέσεις, χωρίς να το αντιλαμβάνονται βεβαίως, ακυρώνουν αυτό το ίδιο το έργο του Χριστού. Δηλαδή το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπό Του και ίδρυσε την Εκκλησία Του της Οποίας η παρουσία θα μένει έως της συντελείας. Και πύλαι ἅδου δεν μπορούν, δηλαδή ο θάνατος δεν μπορεί να την αγγίξει, γιατί είναι η ίδια αναστημένη ζωή του ίδιου του Χριστού. Γι’ αυτό λέω ότι είναι βλάσφημο να υποστηρίζεται ότι εμείς με τις κτιστές δυνατότητές μας θα κάνουμε εκείνο που άπαξ δια παντός έκανε ο Θεός. Και το έκανε και με έναν τέτοιον συγκλονιστικό τρόπο: να γίνει ο Θεός άνθρωπος και να παραμένει ως θεάνθρωπος εις τους αιώνας. Δηλαδή να παραμένουμε εμείς μέσα στην Αγιοτριαδική αυτή ζωή καθώς ο γέγονε δι ημάς γέγονε ..
Το κορυφαίο γεγονός που μας περιμένει μετά την ανάσταση είναι να είμαστε στα δεξιά του Πατρός, εις το διηνεκές. Αυτή είναι η μεγίστη προσφορά της Εκκλησίας. Αυτό είναι το πλέον χαρούμενο άγγελμα και μάλιστα αυτό δεν είναι έτσι στατικά, νοείται πάντα δυναμικά. Γιατί ο άνθρωπος είναι κτιστός και η ελευθερία του αυτή και το αυτεξούσιό του λειτουργεί σ’ αυτήν την κατεύθυνση της αποδοχής αυτού του θελήματος, που σημαίνει σε τελευταία ανάλυση μία διαρκής διεύρυνση του είναι και βάθεμα του είναι σ’ αυτήν την προσέγγισή του στην προσφερόμενη ζωή στο πλαίσιο της Εκκλησίας, όχι μόνο στην παρούσα αλλά και στην μέλλουσα ζωή, να διευρύνεται διαρκώς. Γιατί ο Θεός είναι άπειρος, ο άνθρωπος είναι περιορισμένων δυνατοτήτων. Όμως μέσα στην Εκκλησία, και εδώ και τώρα δηλαδή στην παρούσα ζωή δια της Εκκλησίας, παίρνουμε μέσα σ’ αυτήν την ενότητα αυτήν την δυνατότητα εις το διηνεκές· να διευρυνόμεθα και να βαθαίνουμε και να αυξάνουμε έως ότου φθάσουμε στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού, όπως λέγεται από τον Απόστολο Παύλο, το οποίο βέβαια είναι άληκτο. Διαρκώς θα αυξανόμαστε σε αυτήν την σχέση, σε αυτήν την θέωση, όπως την λένε, την χαρισματική οι Πατέρες.
Αυτό νομίζω ότι είναι το μήνυμα και το κάλεσμα της ανθρωπότητας και όχι να δημιουργήσουμε εμείς ενότητα, την οποία προσέφερε και προσφέρει ο Θεός μέσα στην Εκκλησία, με δική μας συνεισφορά μόνον την κατάφαση σ’ αυτήν την προσφορά. Η κατάφαση αυτή, αυτό το «ναι», εκφράζεται δυναμικά και συγκεκριμένα, όχι αόριστα: ὁ τηρῶν τὰς ἐντολάς μου … ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με. Αυτή βεβαίως η αγάπη είναι απλώς αγάπη στα πλαίσια της κτιστότητάς μας. Όταν τηρούμε τις εντολές του Θεού κάνουμε κάτι κτιστό. Η προσφορά του Θεού είναι άλλη, είναι άκτιστη. Είναι η άκτιστη αγάπη, δηλαδή η Αγιοτριαδική ζωή, η οποία έρχεται μέσα μας και γίνεται αυτό το θεανθρώπινο στο δικό μας πρόσωπο, στη δική μας προσωπικότητα δηλαδή, και για την παρούσα και για τη μέλλουσα ζωή.

(συνεχίζεται)
Απομαγνητοφώνηση (από 13:24 έως 23:58) Φαίη/Αβέρωφ

Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΚΑΙΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ (1ο ΜΕΡΟΣ)

Η ενότητα στην Εκκλησία είναι προσφορά οντολογική, 
δεν καλούμαστε εμείς να την κάνουμε αλλά να την ζήσουμε.

Ο κύριος Δημήτριος Τσελεγγίδης, καθηγητής Θεολογίας στον τομέα Δογματικής του ΑΠΘ, στην εκπομπή ¨Ορθοδοξία, Ελληνισμός και κακοδοξία¨, [δημοσιεύτηκε στις 13 Μαρ 2016] απαντά σε καίρια ερωτήματα γύρω από τον οικουμενισμό που ταλανίζουν το Ορθόδοξο ποίμνιο. Την εκπομπή επιμελείται και παρουσιάζει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Καντάνης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Αγρινίου.



Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Μέσα στη Θεολογία υπάρχει σήμερα μία σύγχυση -εννοώ την, όχι εμπειρική Θεολογία, εκεί δεν μπορεί να υπάρξει σύγχυση, εκεί υπάρχει η παρουσία του Θεού πάντοτε-, μέσα στην ακαδημαϊκή. Υπάρχουν κάποιες θεωρίες, διάβαζα πρόσφατα κάπου, όπου η Αλήθεια της Εκκλησίας και του Χριστού παρομοιάζεται σαν ένας καθρέφτης, ο οποίος μέσα στους αιώνες έχει σπάσει και κάθε κομμάτι αυτού του καθρέφτη υπάρχει σε κάποια θρησκεία, σε κάποια ομολογία και καλούμαστε σήμερα εμείς να ενώσουμε αυτά τα τμήματα που έχουν διασπαστεί και να φτιάξουμε πάλι τον ένα καθρέφτη, τη Μία Αλήθεια, αφού ενωθούν όλες οι θρησκείες, όλες οι ομολογίες μαζί. Τι θα θέλατε να πείτε πάνω σ’ αυτό;

Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Κατ’ αρχήν να δώσω μία διευκρίνιση γι’ αυτά που είχαν προηγηθεί από μέρους σας ως προς το πρόσωπό μου. Αυτό το οποίο κάνω ήθελα να πω ότι είναι το αυτονόητο, αυτό το οποίο οφείλω να κάνω. Δεν κάνω τίποτε περισσότερο από αυτό το χρέος.
Ως προς το ερώτημά σας. Είναι πάρα πολύ προκλητικό και η σκέψη που μου ήρθε άμεσα μόλις το άκουσα, αυτό το παράδειγμα με τον καθρέφτη, ήταν ότι είναι φρικαλέο και να ακούγεται και θα το πω κι εγώ σκληρά ότι αυτό αποτελεί κατευθείαν βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Γιατί; Γιατί η Αλήθεια στο πλαίσιο -πάντοτε μιλώ εξ απόψεως της εμπειρίας της Εκκλησίας, εξ απόψεως της Ορθοδόξου Θεολογίας-, η Αλήθεια όπως μας την διαβεβαίωσε ο ίδιος ο Χριστός είναι πραγματικότητα υποστατική, είναι Πρόσωπο. Ο ίδιος ο Χριστός είπε ότι εγώ είμαι η αλήθεια και η ζωή και η οδός.
Έτσι, η θεώρηση αυτή η οποία δυστυχώς κυκλοφορεί, και σκοπίμως, δεν είναι απλώς κοσμική, δεν είναι απλώς αποδομητική αυτής της Αλήθειας της Εκκλησίας, αλλά είναι και βλάσφημη στην πλευρά εκείνη που μιλά για την αποκατάσταση αυτού του καθρέφτη. Δηλαδή, μιλάμε για πραγματικότητα Θεία, για το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, Το Οποίο στην πράξη διασπάστηκε [σ.σ. όπως λένε οι οικουμενιστές] και εμείς, άνθρωποι και κτιστοί όντες, θα Το αποκαταστήσουμε. Γι’ αυτό, έτσι για να το εξηγήσω, αυτό εγγίζει τα όρια της βλασφημίας.
Η Αλήθεια είναι απερίτμητη. Την Αλήθεια δεν την κατασκευάζουμε. Η Αλήθεια μας αποκαλύπτεται μέσα από την Αυτό Αλήθεια που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Κατά συνέπεια μέσα στην Εκκλησία έχουμε τον Λόγο Του και την ύπαρξή Του -είναι πολύ αισιόδοξο για τα πράγματα- μέχρι της συντελείας των αιώνων. O Λόγος του Χριστού του Αναστάντος ότι ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Ο Χριστός μας εγγυήθηκε ότι θα είναι αοράτως Παρών στην Εκκλησία Του και ορατός σε εκείνους οι οποίοι θα έχουν τα κεκαθαρμένα κοινά αισθητήρια με τα οποία θα Τον βλέπουν όπως Τον έβλεπαν επί 40 ημέρες και ζούσαν μαζί Του οι μαθητές, χωρίς να γίνεται ορατός στους άλλους ανθρώπους. Είναι εκείνο που ρώτησε ο Ιούδας, ουχ ο Ισκαριώτης που λέει η Αγία Γραφή, τί γέγονεν ὅτι ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν σεαυτὸν καὶ οὐχὶ τῷ κόσμῳ; Δηλαδή τί είναι εκείνο που θα κάνει εσένα να είσαι εμφανής σε εμάς και όχι στον κόσμο; Και αυτό ακριβώς το έχει πει ο Χριστός: θα είναι φανερός σε εκείνους οι οποίοι θα κάνουν το θέλημά Του, επειδή εκείνοι θα είναι οι εράσμιοι άνθρωποι οι οποίοι θα Τον αγαπούν. Και πρακτικώς αγαπά κανείς τον Χριστό κατά την δική Του έκφραση, όταν κάνει το θέλημά Του, ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με .. ὁ τηρῶν τὰς ἐντολάς μου.
Όταν τηρήσει κανείς τις εντολές του Χριστού -έχουμε αυτό το μέγα προνόμιο μέσα στην Εκκλησία- λέγει στη συνέχεια η Αυτό Αλήθεια, δηλαδή η αδιάψευστη πραγματικότητα, ότι θα φανερώσει .. και εμφανίσω αυτώ έμαυτόν είπε ο Χριστός. Κατά συνέπεια, η Θεοφάνεια είναι κάτι υπεσχημένο από τον ίδιο τον Χριστό στους ανθρώπους. Και αυτό το πράγμα μάλιστα το προεξέτεινε παρακάτω ο Χριστός λέγοντας ότι εκείνος ο οποίος θα με αγαπήσει τηρώντας τις εντολές θα προκαλέσει και την παρουσία του ιδίου του Θεού Πατέρα μέσα του και μάλιστα θα καταστεί κατοικία Του. Θα γίνει Μονή, εγκατάσταση της Αγιοτριαδικής παρουσίας μέσα στην καρδιά του κάθε πιστού.
Αυτά είναι πράγματα τα οποία είναι υψίστης σημασίας για εμάς γιατί η Αυτό Αλήθεια, ο Θεός Πατέρας, ο Τριαδικός Θεός, πλέον θα είναι Εκείνος ο Οποίος θα προσδιορίζει την δική μας πραγματικότητα. Και η δική μας πραγματικότητα και στην καθημερινότητα είναι η εκκλησιαστική εκείνη αδιάσπαστη Αλήθεια η οποία εξ οντολογίας, δηλαδή στο είναι της,είναι αδιάσπαστη γιατί είναι άκτιστη. Όσοι λοιπόν παραμένουμε στο Σώμα του Χριστού δεν υπάρχει περίπτωση να σπάσει αυτό ως καθρέφτης πολύ δε περισσότερο να χρειάζεται να επανασυνδεθεί. Δηλαδή αυτό, έτσι που ακούγεται, παραπέμπει ακριβώς στη θεώρηση του οικουμενισμού, ο οποίος είναι μία κοσμική πραγματικότητα με κοσμικές μεθόδους κτλ.
Εμείς έχουμε το προνόμιο να ανήκουμε στην αδιάσπαστη αυτή Θεανθρώπινη πραγματικότητα της Εκκλησίας και ενότητα, η οποία ενόσω τηρούμε τις εντολές δεν υπάρχει καμία δύναμις η οποία να μας αποσπάσει από τον Θεό, από το χέρι Του. Ουδείς λέει μπορεί να σας πάρει από το χέρι του Πατέρα μου. Ούτε αυτός ο θάνατος, ο οποίος άλλωστε με την Ανάσταση του Χριστού έχει καταργηθεί, έχει υπερβαθεί. Περνάει κανείς από την παρούσα στη μέλλουσα ζωή και μάλιστα και δεν κρίνεται, γιατί ο ίδιος ο Χριστός μας είπε ότι δεν κρίνεται εκείνος ο οποίος τηρεί το θέλημά μου. Κατά συνέπεια, ο διάβολος δεν έχει καταλυτικές δυνάμεις επάνω μας, η αμαρτία, γιατί έχει καταργηθεί οντολογικώς για κείνους οι οποίοι παραμένουν ζωντανοί σ’ αυτό το Σώμα.
Κατά συνέπεια δεν έχουμε κανέναν φόβο από το γεγονός ότι εμπειρικώς κάποιοι ανακλώνται, κάποιοι κόβονται από αυτό το Σώμα. Το ίδιο το Σώμα, η ίδια η Αλήθεια θα παραμένει έως της συντελείας του αιώνος κατά την διαβεβαίωση του ιδίου του Χριστού εφόσον βρισκόμαστε εκεί τηρώντας το θέλημά Του. Πολύ δε περισσότερο, δεν μπορεί κανείς από μόνος του να ενταχθεί και να παραμείνει στην Αλήθεια γιατί αυτή είναι μία πράξη μυστηριακή. Όπως δεν μπορεί κανείς να γεννηθεί μόνος του αλλά άλλοι τον γεννούνε, έτσι και άλλος είναι Αυτός που μας αναγεννά δια της μήτρας της Εκκλησίας, δηλαδή της κολυμβήθρας Της, μυστηριακώς. Και αυτός είναι ο ίδιος ο Χριστός στον Οποίον γεννώμεθα και ενωνόμαστε μαζί Του μέσα από το Άγιο Χρίσμα το οποίο παίρνουμε -την ίδια δηλαδή την Βασιλεία του Θεού και την Θεότητα- μέσα μας για να τρεφόμαστε στη συνέχεια. Μόνον εμείς μπορούμε να τρεφόμαστε, που έχουμε γεννηθεί σε αυτήν την πραγματικότητα, με το Σώμα και το Αίμα Του και ουδείς μπορεί να μας αρπάσσει από εκεί.
Δεν χρειάζεται να κάνουμε εμείς κάτι για αυτήν την ενότητα γιατί είναι προσφορά οντολογική. Γι’ αυτό λέμε ότι η Εκκλησία είναι Μία οντολογικώς. Δεν την καθιστούμε εμείς Μία, αλλά βρισκόμαστε και εντασσόμαστε στη Μία και αυτή είναι η πίστη της Εκκλησίας. Λέμε στο Σύμβολο της Πίστεως, κάθε άρθρο, ότι Πιστεύω. Πιστεύω Εἰς Μίαν, Αγίαν, Καθολικὴν και Αποστολικὴν Εκκλησίαν, πράγμα που σημαίνει ότι αυτό είναι δεδομένο και το ζητούμενο είναι εμείς να έχουμε εκείνη την δεκτικότητα, δηλαδή να κάνουμε το θέλημα του Θεού ώστε να παραμένουμε πραγματικά και εμπειρικά και στην καθημερινότητά μας ενωμένοι σ’ αυτό το Σώμα. Δηλαδή δεν καλούμαστε να κάνουμε την ενότητα αλλά να ζήσουμε την ενότητα η οποία μας είναι μία οργανική πραγματικότητα στην Άμπελο ως κλάδοι αυτής της Αμπέλου.
(συνεχίζεται)

Απομαγνητοφώνηση (από 3:37 έως 13:22) Φαίη/ Αβέρωφ 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ: «ΚΡΕΙΤΤΩΝ ΓΑΡ ΕΠΑΙΝΕΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΕΙΡΗΝΗΣ ΧΩΡΙΖΟΥΣΗΣ ΘΕΟΥ»

«Κρείττων γάρ ἐπαινετός πόλεμος, εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ»
H απάντηση κλήρου και λαού στο δίλημμα που έθεσε ο Αρχιεπίσκοπος 
προς την Ιεραρχία για τ α Θρησκευτικά: «Τι θέλετε; Πόλεμο και αίμα;»
του Παναγιώτη Τσαγκάρη
Γενικού Γραμματέα της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων

Η εφημερίδα «Το Βήμα» σε άρθρο της δημοσιογράφου Μαρίας Αντωνιάδου, με τίτλο «Ιερώνυμος προς μητροπολίτες: «Τι θέλετε; Πόλεμο και αίμα;» (9/10/2016),
ανέφερε κάτι το οποίο δεν έχει διαψευστεί μέχρι σήμερα, ότι ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, έθεσε, στα μέλη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας τα οποία διαφώνησαν ανοιχτά με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα για το μάθημα των Θρησκευτικών, το αμείλικτο ερώτημα «Τι θέλετε; Πόλεμο και αίμα;». 
Σύμφωνα με το δημοσίευμα αυτό «ο κ. Ιερώνυμος επέμεινε στην επιλογή του, να μη συνεχιστεί στην παρούσα φάση η σύγκρουση με την κυβέρνηση, καθώς μπροστά του έχει την αναθεώρηση του Συντάγματος και, σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχει η δέσμευση ότι δεν θα πειραχθεί το άρθρο 3, ούτε και η παράγραφος 3, του άρθρου 13 του Συντάγματος.»
Με όσα αναφέρει το παραπάνω δημοσίευμα, αφήνει τον αναγνώστη να υπονοήσει ότι ο Αρχιεπίσκοπος στην ουσία «πούλησε» την υπόθεση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στα σχολεία της πατρίδας μας, «ανταλλάσοντάς την» με τη διατήρηση του σημερινού Συνταγματικού status quo των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας σε μια πιθανή μελλοντική αναθεώρηση του Συντάγματος.
Ορίστηκαν μάλιστα, από τον Αρχιεπίσκοπο, όπως αναφέρει και πάλι το δημοσίευμα και τρείς Ιεράρχες, ο Σεβασμιώτατος Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, «γνωστός σε όλα τα χριστιανικά φόρα, καθώς μετέχει στον διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς, και συμμετείχε και στην επιτροπή που προετοίμασε την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που συγκλήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην Κρήτη», ο Σεβασμιώτατος Ύδρας κ. Εφραίμ, ο οποίος «στα νεανικά του χρόνια υπήρξε αριστερός και ως φοιτητής της Θεολογικής Σχολής ήταν στα γεγονότα της Νομικής κατά τη διάρκεια της δικτατορίας» και ο Σεβασμιώτατος Μεσογαίας κ. Νικόλαος, «προερχόμενος από τη Μονή Σίμωνος Πέτρας και από τις εκκλησιαστικές οργανώσεις», οι οποίοι [εκπροσωπούν διαφορετικές τάσεις μέσα στην Ιεραρχία: ο κ. Νικόλαος βρίσκεται κοντά στους λεγόμενους «παραδοσιακούς» ή «συντηρητικούς», ο κ. Χρυσόστομος σε εκείνο το τμήμα της Ιεραρχίας που χαρακτηρίζεται πιο «φιλελεύθερο» η ανοιχτό και ο κ. Εφραίμ σε αυτούς που ισορροπούν αλλά εκφράζουν ξεκάθαρα τη γνώμη τους] και οι οποίοι ανέλαβαν να διεξαγάγουν τον «διάλογο» με την Πολιτεία με αφορμή το μάθημα των Θρησκευτικών και προφανώς να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα που ήδη έχει προσυμφωνηθεί.
Αν ισχύουν οι παραπάνω αναφορές του προαναφερόμενου δημοσιεύματος τότε εύκολα ο οποιοσδήποτε μπορεί να καταλήξει στο εύλογο συμπέρασμα ότι και η Επιτροπή των καθηγητών που όρισαν οι τρείς Ιεράρχες για να μελετήσει το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών και να εισηγηθεί προς τούτο στην Ιεραρχία, θα έχει ως στόχο : α) να παρουσιαστεί ως αμερόληπτη, καθώς τα πολυμελή δοτά μέλη της, δεν  θα «ανήκουν», εμφανώς τουλάχιστον, σε καμία από τις δύο δήθεν αντιμαχόμενες θεολογικές ομάδες την ΠΕΘ και τον «ΚΑΙΡΟ» και β) να καταλήξει στα προσδοκώμενα και ήδη προσυμφωνημένα αποτελέσματα και γι΄ αυτό προφανώς η σύνθεση της συμπερασματικής απόφασης της Επιτροπής θα βασιστεί επάνω στη γνωστή μέθοδο λήψης των αποφάσεων, σύμφωνα με την οποία «η των πλειόνων ψήφος κρατείτω».  
Κατόπιν όλων αυτών, εύκολα και όμορφα, ανατρέπεται η απόφασης της Ιεραρχίας που έλεγε «συζητάμε μόνο με βάση το παλιό πρόγραμμα διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών» και τα «απαράδεκτα και επικίνδυνα Προγράμματα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών», μετατρέπονται σε μια καλή βάση συζητήσεως και με μερικές διορθώσεις και βελτιώσεις «πλασάρονται», «βαπτιζόμενα» ως ορθόδοξα, προς «κατανάλωση» στα σχολεία, στους Θεολόγους, στα παιδιά και στο υπόλοιπο χριστεπώνυμο πλήρωμα, καθώς μάλιστα, είναι μαθημένος ο λαός να δέχεται αδιαμαρτύρητα το «σανό» που ο καθένας του προσφέρει.
Όμως «τα όμορφα χωριά, όμορφα καίγονται»!
Ως Γενικός Γραμματέας της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων θέλω να πιστεύω ότι τα πραγματικά δεδομένα δεν είναι αυτά που παρουσιάζονται στο παραπάνω άρθρο της προαναφερόμενης εφημερίδας αλλά και σε κάθε περίπτωση οφείλω στεντορεία τη φωνή να διατρανώσω προς κάθε κατεύθυνση την ομόφωνη απόφαση της Ενώσεώς μας, να αγωνιστεί έως τέλους, έχοντας χρέος προς τον Χριστό στον οποίο πιστεύουν τα μέλης της και προς αυτό που κλήθηκε να υπηρετήσει, δηλαδή τη διατήρηση της  Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στα σχολεία της πατρίδας μας.
Ως εκ τούτων, στο ερώτημα «Τι θέλετε; Πόλεμο και αίμα;», όσον αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών, είναι σοφό να συνειδητοποιήσουν όλοι ότι: 

1) Το θέμα έχει πάρει πλέον τεράστιες διαστάσεις στην ελληνική κοινωνία και όλοι βρίσκονται με το χέρι στην σκανδάλη. 
2) Ότι έχει ήδη κατατεθεί προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, από εκπροσώπους γονέων και της ΠΕΘ, κατά του πρόσφατα δημοσιευμένου νόμου της Πολιτείας που επιβάλλει την εφαρμογή των επαίσχυντων αλλαγών στο μάθημα των Θρησκευτικών. 
3) Ότι ο λαός του Θεού έχει σκανδαλισθεί για την αργοπορία της Διοικούσας Εκκλησίας να αντιδράσει εγκαίρως και πριν να υπάρξει η θεσμοθέτηση της εφαρμογής με ΦΕΚ των νέων «ακατάλληλων και επικίνδυνων» Προγραμμάτων, διότι γνώριζε τα πάντα για αυτές τις αλλαγές και λεπτομερώς από το 2012, με επίσημο 27σέλιδο υπόμνημα (03-07-2012) ειδικού για το μάθημα των Θρησκευτικών Πανεπιστημιακού Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. 
4) Ότι η Σύνοδος της Ιεραρχίας είναι ανάγκη να συνεχίσει, στην ίδια γραμμή, να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, διότι ο πιεσμένος για τόσα άλλα λαός μας,  τον τελευταίο καιρό, δείχνει να εκφράζει πρωτοφανή απογοήτευση και αποδοκιμασία για εκείνους που τον διοικούν πολιτικά, εξαιτίας του γεγονότος ότι άλλα λένε και υπόσχονται και άλλα πράττουν. Η πνευματική διοίκησή του, που αποτελείται από τα μέλη της Ιεραρχίας, δεν πρέπει -και αυτή- να απογοητεύσει ή να σκανδαλίσει, κατά τον ίδιο τρόπο, τον ελληνικό λαό, διότι είναι βέβαιο ότι οι Ιεράρχες μας έχουν ήδη αφρουγκαστεί και έχουν πάρει μηνύματα και, επομένως, γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο λαός υιοθέτησε όλες τις αποφάσεις τις Ιεραρχίας (Μάρτιος και Οκτώβριος 2016), αλλά αναμένει ανήσυχος να δει και την πιστή και ακέραιη εφαρμογή τους.
5) Είναι φρόνιμο για ορισμένους να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι καιρός για μεθοδεύσεις και διπλωματικές συναλλαγές και ενέργειες, διότι το κινδυνευόμενον, το μάθημα των Θρησκευτικών, αφορά σε ένα από τα λίγα, αλλά ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΑ και ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ του λαού μας, που δεν είναι άλλο από την πίστη και την ταυτότητα, ό, τι έχει μείνει - ακόμη μέχρι τώρα- ακέραιο στην ψυχή του. 
6) Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίμα, επομένως, οι Αρχιερείς είναι σοφό και άγιο να αναλάβουν τις πνευματικές τους ευθύνες και να ενεργήσουν, μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης για ένα θέμα που φαίνεται σαφέστατα ότι ενδιαφέρει άμεσα τον ορθόδοξο λαό, ο οποίος, μάλιστα, έχει δείξει ήδη προς όλες τις κατευθύνσεις ότι υποχωρήσεις και συμβιβασμοί δεν χωράνε ούτε πρόκειται να τις δεχθεί. 
7) Στο ερώτημα λοιπόν, του Αρχιεπισκόπου, «Τι θέλετε; Πόλεμο και αίμα;» οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες μας χρειάζεται να δώσουν ιστορική και ορθόδοξη εκκλησιαστική απάντηση, που να εκφράζει τον πιστό λαό των τοπικών τους Μητροπόλεων και η απάντηση αυτή είναι μόνον μία και μοναδική,  εκείνη που έδινε διαχρονικά η Εκκλησία μας σε θέματα πίστεως, δηλαδή, «Κρείττων γάρ ἐπαινετός πόλεμος, εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγ. Β´, PG 35, 488C)  καθώς, «Ἔστι σχισθῆναι καλῶς. Ἔστι γὰρ καὶ κακὴ ὁμόνοια, ἔστι καὶ καλή διαφωνία» (Ιερού Χρυσοστόμου, PG59, 314). 

Σύμφωνα με τα παραπάνω, το θέμα της ορθόδοξης διδασκαλίας των παιδιών μας στα σχολεία δεν είναι μόνον θέμα συνέπειας έναντι του Συντάγματος, των νόμων και της ισχύουσας νομολογίας, αλλά, προπαντός, θέμα οντολογικό που αφορά στη φυσιογνωμία και στην ιδιοπροσωπία αυτού του λαού και στην πνευματικής του διατήρηση και συνέχεια. Και σ’ αυτό το υπαρξιακό θέμα του λαού, σύσσωμη η πνευματική του ηγεσία οφείλει και αναμένουμε να συνεχίσει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του, υλοποιώντας με συνέπεια τις ήδη ληφθείσες αποφάσεις της και βρισκόμενη αταλάντευτα δίπλα του και όχι απέναντί του.

Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», 18-11-2016

ΑΓΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ: ΘΑ ΒΑΛΟΥΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΑΣ ΤΟΝ «ΣΤΑΥΡΟ» ΚΑΙ ΤΟ «ΨΩΜΙ» ΚΑΙ ΘΑ ΣΑΣ ΠΟΥΝ ΔΙΑΛΕΞΤΕ!

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται… «Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, λίγο πριν πεθάνει.
–Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι, και θα σηκωθούμε «αλλιώς»…
– Πως αλλιώς; την ρωτάω.
– Να, μου λέει, θα γυρίσουμε στο «ξύλινο»…
– Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το «ξύλινο»;
– Ξύλινο αλέτρι μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…
– Και που θα πάνε τα τρακτέρ που τώρα έχουμε;…»
– Ω, λέει, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. 
Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως, δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε, και θα τα δεις όλα αυτά. Η επαναφορά του ξύλινου αρότρου στην ζωή μας (και εφ΄ όσον βρεθούνε ζώα να τα σύρουν), θα ισοπεδώσει την ανθρώπινη αλαζονεία της εποχής μας… Εάν δεν βρεθούνε ζωντανά πολύ φοβάμαι ότι θα τα σύρουμε εμείς για να μη πεθάνουμε από την πείνα. Πόλεμος (συμπλήρωσε) δεν θα ξαναγίνει (με τον τρόπο που μέχρι τώρα ξέρουμε…) Χωρίς… πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί, θα ξαπλώσετε επάνω στην γη….
Θα σας πω και κάτι άλλο, Αποβραδίς, όλα θα είναι (όρθια και καλά) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωΐ, όλα θα μπουν (θα ταφούν) μέσα στην γη. Χωρίς «πόλεμο».
«Πως σας λυπάμαι, όσους τους έσχατους καιρούς θα ζήσετε. Η ζωή θα γίνεται όλο χειρότερη. Τελικά θα έλθει καιρός που θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πουν «Διαλέξετε!».
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε!» αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:

«Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!»

ΓΕΡΩΝ ΙΛΑΡΙΩΝ ΑΡΓΚΑΤΟΥ: ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ. ΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΒΡΟΥΝ ΠΟΙΜΕΝΑ, ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΩΣΤΟ ΔΡΟΜΟ!

Ὁ Ρουμάνος Γέρων Ἰλαρίων Ἀργκάτου προφητεύει:
«Θά ζήσουμε τούς ἔσχατους καιρούς.
Οἱ πιστοί δέν θά μποροῦν νά βροῦν ποιμένα, οὔτε καί τόν σωστό δρόμο»!!!
«Τα παιδιά μας σε αυτούς τούς δύσκολους καιρούς θα είναι ανέτοιμα να αντιμετωπίσουν τις καταστάσεις»!

Γέροντας Ιλαρίωνας Αργκάτου (1913-2006) ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Ρουμάνους πνευματικούς, προειδοποιεί και προφητεύει!
Ο Γέροντας Ιλαρίωνας Αργκάτου, προφήτεψε μέσα από τους λόγους του την πνευματική κατάσταση που ζούμε στην εποχή μας και τις συνέπειες αυτής, με μεγάλη ακρίβεια…Η προφητεία είναι από τα σοφά χείλη ενός από τους μεγαλύτερους Ρουμάνους πνευματικούς, του Γέροντα Ιλαρίωνα Αργκάτου:

«Έρχονται δύσκολοι καιροί επειδή λιγόστεψε ή πίστη. Εξ’ αιτίας της φτώχειας, οι άνθρωποι θα πουλήσουν την ψυχή τους για τροφή και ρούχα.
Ό κόσμος θα γίνει κακός, θα εξαφανιστεί ή αγάπη και το έλεος μεταξύ των ανθρώπων. Ιερείς και λαϊκοί θα γίνουν ένα και δεν θα υπάρχει κάποιος να καθοδηγήσει τούς πιστούς. Οι πιστοί δεν θα μπορούν να βρουν τον ποιμένα, ούτε και τον σωστό δρόμο. Θα κυβερνάει το χρήμα και η επιθυμία να κάνουν περιουσίες.
Κανείς δεν θα φροντίζει για τις ψυχές των ανθρώπων. Όλα θα περιοριστούν σε μία απλή συναλλαγή. Όλοι θα αδιαφορούν για την σωτηρία τους, για την πίστη, δεν θα έχουν φόβο Θεού, το καθήκον, ή υποχρέωση, ή ευθύνη θα είναι άγνωστες έννοιες. Όλα θα περιστρέφονται γύρω από το χρήμα.
Ό ένας θα πουλάει τον άλλον, ή κακία στον κόσμο θα είναι ανυπόφορη. Θα ζήσουμε τούς έσχατους καιρούς. Δεν μπορούμε να φανταστούμε πόσο δύσκολα θα είναι. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τί περιμένει εμάς και τα παιδιά μας.

Τα παιδιά μας σε αυτούς τούς δύσκολους καιρούς θα είναι ανέτοιμα να αντιμετωπίσουν τις καταστάσεις, επειδή οι γονείς σήμερα δεν διδάσκουν στα παιδιά τον φόβο τού Θεού και την ντροπή προς τούς ανθρώπους. Γι’ αυτόν τον λόγο θα πέσουν θύματα πολλών κακών.
Μητέρες μην αφήσετε τα παιδιά σας να τα παρασύρει το κύμα αυτού του διεφθαρμένου αιώνα. Θα κλαίτε αιώνια πού δεν σώσατε τα παιδιά σας και θα τα κάνετε υιούς της γέενας του πυρός. Εάν σταματούσε ή αμαρτία στον κόσμο και οι άνθρωποι μετανοούσαν δεν θα ζούσαμε εμείς τούς έσχατους καιρούς…».

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

ΑΝΑΤΟΛ ΦΡΑΝΣ: Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΙ Ο ΚΛΟΟΥΝ!

Η Παναγία και ο κλόουν 

Ο Πέτρος Γκουερέν ήταν σπουδαίος κλόουν. Τα χρόνια όμως πέρασαν, γέρασε και δεν έβρισκε πια δουλειά.

Απελπισμένος και για να μη πεθάνει της πείνας, πήρε το δρόμο για ένα μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία.

Ίσως οι καλόγεροι να τον φιλοξενούσαν για λίγο.

Πραγματικά, ο ηγούμενος τον κράτησε εκεί, για να κάνει κάποιο θέλημα.

Ο Πέτρος χάρηκε. Κι ήθελε να ευχαριστήσει την Παναγία γι’ αυτό. Δεν ήξερε όμως γράμματα, για να μπορεί να διαβάζει στα μεγάλα βιβλία και να της ψέλνει ύμνους, όπως οι καλόγεροι.

Αλλά κάτι σκέφτηκε να κάνει κι αυτός… Κι ένα μεσημέρι, που οι καλογέροι ησύχαζαν στα κελιά τους, ο Πέτρος χάθηκε.

Ο ηγούμενος, θέλοντας να τον στείλει σε κάποιο θέλημα, έψαξε να τον βρει.

Τον γύρεψε παντού μα δεν φαινόταν πουθενά. Κάποια στιγμή πέρασε και μπροστά απ’ τη δυτική πόρτα της εκκλησίας κι απ’ το μεγάλο τζάμι της έριξε μία γρήγορη ματιά μέσα στην εκκλησία.

Και τι να δει!

Ο Πέτρος ήταν μπρος στη μεγάλη εικόνα της Παναγίας κι έκανε τούμπες και χίλια δύο ακροβατικά.

Μία περπατούσε με τα χέρια, μία ισορροπούσε μόνο πάνω στο ένα χέρι, μία κυλούσε στηριγμένος στις άκρες των ποδιών και των χεριών σαν τροχός.

Ο ηγούμενος αναστατώθηκε απ’ αυτά που έβλεπε.

Τα πέρασε για μεγάλη ασέβεια κι ήταν έτοιμος να του βάλει τις φωνές.

Ήταν ακριβώς η στιγμή που… ο Πέτρος, ακουμπώντας μόνο πάνω στο κεφάλι του, έπαιζε στα πόδια του, τα γυρισμένα προς τα πάνω, το παλιό του μπαστούνι των κλόουν.

Κι είχε αναψοκοκκινίσει το γέρικο πρόσωπό του κι είχαν φουσκώσει οι φλέβες του λαιμού του και ποτάμι έτρεχε ο ιδρώτας από το μέτωπό του.

Έτοιμος ήταν να του βάλει τις φωνές ο ηγούμενος. Μα εκείνη τη στιγμή φάνηκε η Παναγία εκεί από τη μεγάλη εικόνα ν’ απλώνει το χέρι της, να σκύβει και με την άκρη του μανδύα

της να σκουπίζει τον ιδρώτα από το πρόσωπο του Πέτρου.

Ανατριχίασε ο ηγούμενος. Γονάτισε, σταυροκοπήθηκε και ψιθύρισε τρέμοντας:

«Συγχώρεσε με, Παναγία μου. Εσύ ξέρεις ποιός σε τιμά και σε δοξάζει καλύτερα…»