ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017
Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ: Η ΤΕΛΕΙΑ ΜΟΡΦΗ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ
Ένα περιστατικό από το βίο του αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος, του
Πατριάρχη της έμπρακτης αγάπης, ο οποίος έκανε τη φιλανθρωπία κύριο μέλημα
της ζωής του, μας διδάσκει την τέλεια μορφή της ελεημοσύνης.
Κάποιος ξένος, που είχε αντιληφθεί την πολλή καλοσύνη
του αγίου Ιωάννου, σκέφτηκε να δοκιμάσει εκείνον που ήταν ανώτερος από κάθε
δοκιμασία. Ντύθηκε λοιπόν με κουρέλια και πλησίασε τον άγιο την ώρα που πήγαινε
στο νοσοκομείο, γιατί συνήθιζε να επισκέπτεται τους αρρώστους δύο και τρεις
φορές την εβδομάδα.
–
Ελέησέ με, δέσποτα, τον αιχμάλωτο! του είπε θρηνητικά.
Ο
άγιος πρόσταξε τον ταμία του να του δώσει έξι νομίσματα.
Μόλις
τα πήρε ο ξένος, έτρεξε, άλλαξε ρούχα και παρουσιάστηκε σε άλλο σημείο του
δρόμου, ξαναζητώντας ελεημοσύνη. Ο άγιος είπε πάλι να του δώσουν. Ο ταμίας
όμως, που τον αναγνώρισε, έσκυψε στο αυτί του Ιωάννου και του έκανε γνωστό πως
ο ζητιάνος εκείνος ήταν ο ίδιος που λίγο πριν είχε πάρει τα έξι νομίσματα. Μα ο
άγιος δεν επηρεάστηκε από αυτό και είπε να τον ελεήσει για δεύτερη φορά.
Όταν
ο ξένος παρουσιάστηκε υποκριτικά και τρίτη φορά για να πάρει ελεημοσύνη, ο
ταμίας σκούντησε τον πατριάρχη, για να του δείξει πως είναι ο ίδιος. Τότε
εκείνος είπε κι έκανε κάτι, που έμεινε ιστορικό.
–
Δώσ’ του δώδεκα νομίσματα, πρόσταξε, μην τυχόν είναι ο ίδιος ο Κύριός μου και
με δοκιμάζει.
ΟΤΑΝ ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΔΕΝ ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΑΝΑΠΑΥΣΗ
ΤΟ
ΣΥΜΒΑΝ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ
Ο
ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΥΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΑΝΙΖΕΤΑΙ ΠΟΛΥ
Το
φθινόπωρο επέστρεψα για λίγο στη Μόσχα και τηλεφώνησα σε μια καλή μου φίλη.
- Συγχώρεσέ με αλλά δεν μπορώ να μιλήσω, μου απάντησε η φίλη μου, χτες κήδευσα τον πατέρα μου.
- Τότε θα έρθω στο σπίτι σου αύριο.
- Συγχώρεσέ με αλλά δεν μπορώ να μιλήσω, μου απάντησε η φίλη μου, χτες κήδευσα τον πατέρα μου.
- Τότε θα έρθω στο σπίτι σου αύριο.
-
Σε ικετεύω, μην έλθεις. Δεν θα σου ανοίξω την πόρτα.
Αυτό συνεχίστηκε για δύο μήνες. Εγώ της τηλεφωνούσα κι εκείνη έκλεινε το τηλέφωνο, απαγορεύοντας μου να πάω στο σπίτι της. Ήταν φανερό πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Σίγουρα ο πόνος είναι πόνος, αλλά δύο μήνες είναι ένα αρκετά μεγάλο διάστημα για να πενθήσεις, αν λάβεις υπ’ όψη σου πως ο θάνατος του πατέρα της δεν ήταν απρόσμενος.
Αυτό συνεχίστηκε για δύο μήνες. Εγώ της τηλεφωνούσα κι εκείνη έκλεινε το τηλέφωνο, απαγορεύοντας μου να πάω στο σπίτι της. Ήταν φανερό πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Σίγουρα ο πόνος είναι πόνος, αλλά δύο μήνες είναι ένα αρκετά μεγάλο διάστημα για να πενθήσεις, αν λάβεις υπ’ όψη σου πως ο θάνατος του πατέρα της δεν ήταν απρόσμενος.
Πέθανε
σε βαθιά γεράματα, μετά από μερικά χρόνια παραλυσίας. Δυστυχώς οι προσπάθειες
της φίλης μου να τον φέρει κοντά στον Θεό δεν καρποφόρησαν. Τον καιρό εκείνο
ήταν καθηγητής στην έδρα του επιστημονικού αθεϊσμού και ήταν ένας άθεος παλαιάς
κοπής. Την πίστη στην άλλη ζωή την ονόμαζε «ιστορίες για φοβιτσιάρηδες» και
απαγορεύοντας στην κόρη του να τον κηδέψει στην εκκλησία, όρισε με διαθήκη το
σώμα του να καεί και τη στάχτη να την πετάξουν στα λουλούδια για λίπασμα.
Η φίλη μου δεν έκανε γόνιμη τη γη μ’ έναν τόσο ιερόσυλο τρόπο, αλλά έθαψε την τεφροδόχο στον τάφο των ορθόδοξων γονιών του, οι οποίοι είχαν βαπτίσει το γιο τους από μικρό και τον έπαιρναν από το χεράκι στην εκκλησία. Μετά την καύση άρχισαν τα παράξενα. Η φίλη μου σταμάτησε να πηγαίνει στη δουλειά της και κλειδώθηκε στο σπίτι, μην επιτρέποντας σε κανέναν να περάσει το κατώφλι της. Όταν οι συνάδελφοί της ανήσυχοι πήγαν να την επισκεφθούν, αυτή αρνήθηκε να τους ανοίξει την πόρτα, ενώ την ίδια στιγμή στο διαμέρισμα κάποιος βογγούσε δυνατά και τρομακτικά.
Οι συνάδελφοί της μου τηλεφώνησαν για να με ψέξουν: «Εσύ δεν μπορείς να επισκεφθείς τη φίλη σου και να μάθεις τι συμβαίνει; Φαίνεται σαν να ζει έναν εφιάλτη!» Εγώ επιθυμούσα πολύ να επισκεφθώ την φίλη μου, αλλά πώς να το κάνω αφού μου ειδοποίησε πως δεν πρόκειται να μου ανοίξει την πόρτα; Το σκάφτηκα, το ξανασκέφτηκα και μου ήλθε μια ιδέα.
Η φίλη μου δεν έκανε γόνιμη τη γη μ’ έναν τόσο ιερόσυλο τρόπο, αλλά έθαψε την τεφροδόχο στον τάφο των ορθόδοξων γονιών του, οι οποίοι είχαν βαπτίσει το γιο τους από μικρό και τον έπαιρναν από το χεράκι στην εκκλησία. Μετά την καύση άρχισαν τα παράξενα. Η φίλη μου σταμάτησε να πηγαίνει στη δουλειά της και κλειδώθηκε στο σπίτι, μην επιτρέποντας σε κανέναν να περάσει το κατώφλι της. Όταν οι συνάδελφοί της ανήσυχοι πήγαν να την επισκεφθούν, αυτή αρνήθηκε να τους ανοίξει την πόρτα, ενώ την ίδια στιγμή στο διαμέρισμα κάποιος βογγούσε δυνατά και τρομακτικά.
Οι συνάδελφοί της μου τηλεφώνησαν για να με ψέξουν: «Εσύ δεν μπορείς να επισκεφθείς τη φίλη σου και να μάθεις τι συμβαίνει; Φαίνεται σαν να ζει έναν εφιάλτη!» Εγώ επιθυμούσα πολύ να επισκεφθώ την φίλη μου, αλλά πώς να το κάνω αφού μου ειδοποίησε πως δεν πρόκειται να μου ανοίξει την πόρτα; Το σκάφτηκα, το ξανασκέφτηκα και μου ήλθε μια ιδέα.
Μια
μέρα η φίλη μου είχε δανειστεί ένα βιβλίο από μένα, ενώ αργότερα μου είχε
ζητήσει πολλές φορές συγνώμη που όλο ξεχνούσε να μου το επιστρέφει. Εγώ δεν
είχα ανάγκη το βιβλίο. Αλλά της τηλεφώνησα και της είπα με ψυχρότητα:
- Να μου επιστρέφεις το βιβλίο αμέσως! Το χρειάζομαι για μία εργασία.
- Αλλά εγώ, εγώ... ψέλλισε η φίλη μου, εγώ προς το παρόν δεν μπορώ να βγω από το σπίτι μου.
- Μη βγεις! Θα έλθω εγώ σε σένα, θα καθίσω στο παγκάκι μπροστά στην πολυκατοικία και εσύ θα βγεις να μου το δώσεις.
Περίμενα στο παγκάκι σαρανταπέντε λεπτά και βλέποντας ότι η φίλη μου δεν έρχεται, χτύπησα την πόρτα της. Ως απάντηση στο κουδούνισμα της πόρτας ακούστηκε ένα ουρλιαχτό και η κραυγή της φίλης μου: «Μην κλαις άλλο, πατερούλη!».
- Να μου επιστρέφεις το βιβλίο αμέσως! Το χρειάζομαι για μία εργασία.
- Αλλά εγώ, εγώ... ψέλλισε η φίλη μου, εγώ προς το παρόν δεν μπορώ να βγω από το σπίτι μου.
- Μη βγεις! Θα έλθω εγώ σε σένα, θα καθίσω στο παγκάκι μπροστά στην πολυκατοικία και εσύ θα βγεις να μου το δώσεις.
Περίμενα στο παγκάκι σαρανταπέντε λεπτά και βλέποντας ότι η φίλη μου δεν έρχεται, χτύπησα την πόρτα της. Ως απάντηση στο κουδούνισμα της πόρτας ακούστηκε ένα ουρλιαχτό και η κραυγή της φίλης μου: «Μην κλαις άλλο, πατερούλη!».
Στο
διαμέρισμα, με μία συνεχώς αυξανόμενη ένταση ακούγονταν μπουμπουνητά,
ουρλιαχτά, κλάματα με λυγμούς και ξάφνου η κόρη και η μητέρα φώναξαν μαζί
τρομοκρατημένες. Εκεί κάτι συνέβαινε και από φόβο άρχισα να χτυπώ με μανία την
πόρτα με χέρια και πόδια, αναφωνώντας άπρεπα πράγματα.
- Σταμάτα με τα υστερικά σου, Νίνα, μου απάντησε πίσω από την πόρτα. Κατέβα και βγαίνω κι εγώ αμέσως!
- Σταμάτα με τα υστερικά σου, Νίνα, μου απάντησε πίσω από την πόρτα. Κατέβα και βγαίνω κι εγώ αμέσως!
Πράγματι,
σε λίγο κατέβηκε. Σε τι κατάσταση όμως; Σε πιο καλή κατάσταση έδειχνε ένα πτώμα
στο φέρετρο.
- Πες μου, τι συνέβη; την ρώτησα.
- Ο πατέρας είναι ζωντανός και μετά την καύση του ζει μαζί μας, είπε σιγανά. Ο πατέρας βασανίζεται πολύ, αλλά άλλαξε τόσο πολύ μετά το θάνατό του που δεν αφήνει εμένα και την μητέρα να βγούμε από το σπίτι, ούτε για να πάρουμε φαγητό.
- Και τι τρώτε;
- Στην αρχή βράσαμε μερικά δημητριακά, έπειτα τα δημητριακά τελείωσαν.
Είχα μαζί μου ένα ζεστό ψωμί που αγόρασα πηγαίνοντας για το σπίτι της. «Μυρίζει ψωμί!» ζωντάνεψε η φίλη μου. Με τον λαίμαργο τρόπο που άρπαξε το ψωμί κατάλαβα πως υπέφερε από την πείνα. Ξαφνικά άρχισε να κλαίει πάνω από το ψωμί με πικρά δάκρυα:
- Εσύ ξέρεις τον πατέρα - ένας άνθρωπος ευγενής. Τώρα κάνει πράγματα που ντρέπομαι να τα πω, ενώ εγώ και η μητέρα φτάσαμε να μαλώνουμε.
- Έκανες μνημόσυνο στον πατέρα σου;
- Το ήθελα. Ήρθα στην εκκλησία και ρώτησα μια γριούλα: «Μπορώ να κάνω μνημόσυνο στον πατέρα μου. αφού είχε βαπτιστεί όταν ήταν μικρός και πίστευε τότε στο Θεό, χάνοντας αργότερα την πίστη του;» Η γριά μου φώναξε: «Είναι αμαρτία να κηδέψεις στην εκκλησία έναν άθεο! 0 δρόμος τους οδηγεί σε μία μόνο κατεύθυνση. Στην κόλαση!»
- Βρήκες κι εσύ άνθρωπο να ρωτήσεις! φώναξα. Δεν μπορούσες να ρωτήσεις τον ιερέα;
- Στον ιερέα έπρεπε να πω την αλήθεια. Μπορείς άραγε να διηγηθείς πράγματα ντροπιαστικά για τον πατέρα σου;
Έτσι είναι η φίλη μου. Πραγματικά δεν μπορεί να μιλήσει άσχημα για κάποιον, πόσο μάλλον για τον αγαπημένο πατέρα της. Τότε κατάλαβα τον λόγο που την έκανε να κρύβεται απ’ όλο τον κόσμο: Της ήταν πιο εύκολο να υποφέρει την πείνα και να υπομένει φριχτά πράγματα παρά να κατακρίνει και να «κακολογεί» το φάντασμα του πατέρα της.
Μετά τη συζήτηση με την φίλη μου, μου επέτρεψε να πάω στο μοναστήρι Ντανιλόφσκι και να διηγηθώ την περίπτωση στον πνευματικό του μοναστηριού αρχιμανδρίτη Δανιήλ Βορονίν, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν ιερομόναχος ακόμη. Ο π. Δανιήλ προσευχήθηκε για πολλή ώρα σιωπηλά, έπειτα μου είπε με αποφασιστικό τόνο: «Πρέπει να τον κηδέψουμε αμέσως!» Την επόμενη ημέρα, στον ναό των Αγίων Πάντων έγινε η Νεκρώσιμη ακολουθία για τον μακαρίτη και το φάντασμα εξαφανίστηκε από το διαμέρισμα.
Από τότε πέρασαν δεκαπέντε χρόνια, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει τι συνέβη τότε, παρότι ρώτησα μερικούς πνευματικούς πατέρες. Στις ερωτήσεις μου οι απαντήσεις ήταν τέτοιου είδους:
- Πες μου, τι συνέβη; την ρώτησα.
- Ο πατέρας είναι ζωντανός και μετά την καύση του ζει μαζί μας, είπε σιγανά. Ο πατέρας βασανίζεται πολύ, αλλά άλλαξε τόσο πολύ μετά το θάνατό του που δεν αφήνει εμένα και την μητέρα να βγούμε από το σπίτι, ούτε για να πάρουμε φαγητό.
- Και τι τρώτε;
- Στην αρχή βράσαμε μερικά δημητριακά, έπειτα τα δημητριακά τελείωσαν.
Είχα μαζί μου ένα ζεστό ψωμί που αγόρασα πηγαίνοντας για το σπίτι της. «Μυρίζει ψωμί!» ζωντάνεψε η φίλη μου. Με τον λαίμαργο τρόπο που άρπαξε το ψωμί κατάλαβα πως υπέφερε από την πείνα. Ξαφνικά άρχισε να κλαίει πάνω από το ψωμί με πικρά δάκρυα:
- Εσύ ξέρεις τον πατέρα - ένας άνθρωπος ευγενής. Τώρα κάνει πράγματα που ντρέπομαι να τα πω, ενώ εγώ και η μητέρα φτάσαμε να μαλώνουμε.
- Έκανες μνημόσυνο στον πατέρα σου;
- Το ήθελα. Ήρθα στην εκκλησία και ρώτησα μια γριούλα: «Μπορώ να κάνω μνημόσυνο στον πατέρα μου. αφού είχε βαπτιστεί όταν ήταν μικρός και πίστευε τότε στο Θεό, χάνοντας αργότερα την πίστη του;» Η γριά μου φώναξε: «Είναι αμαρτία να κηδέψεις στην εκκλησία έναν άθεο! 0 δρόμος τους οδηγεί σε μία μόνο κατεύθυνση. Στην κόλαση!»
- Βρήκες κι εσύ άνθρωπο να ρωτήσεις! φώναξα. Δεν μπορούσες να ρωτήσεις τον ιερέα;
- Στον ιερέα έπρεπε να πω την αλήθεια. Μπορείς άραγε να διηγηθείς πράγματα ντροπιαστικά για τον πατέρα σου;
Έτσι είναι η φίλη μου. Πραγματικά δεν μπορεί να μιλήσει άσχημα για κάποιον, πόσο μάλλον για τον αγαπημένο πατέρα της. Τότε κατάλαβα τον λόγο που την έκανε να κρύβεται απ’ όλο τον κόσμο: Της ήταν πιο εύκολο να υποφέρει την πείνα και να υπομένει φριχτά πράγματα παρά να κατακρίνει και να «κακολογεί» το φάντασμα του πατέρα της.
Μετά τη συζήτηση με την φίλη μου, μου επέτρεψε να πάω στο μοναστήρι Ντανιλόφσκι και να διηγηθώ την περίπτωση στον πνευματικό του μοναστηριού αρχιμανδρίτη Δανιήλ Βορονίν, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν ιερομόναχος ακόμη. Ο π. Δανιήλ προσευχήθηκε για πολλή ώρα σιωπηλά, έπειτα μου είπε με αποφασιστικό τόνο: «Πρέπει να τον κηδέψουμε αμέσως!» Την επόμενη ημέρα, στον ναό των Αγίων Πάντων έγινε η Νεκρώσιμη ακολουθία για τον μακαρίτη και το φάντασμα εξαφανίστηκε από το διαμέρισμα.
Από τότε πέρασαν δεκαπέντε χρόνια, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει τι συνέβη τότε, παρότι ρώτησα μερικούς πνευματικούς πατέρες. Στις ερωτήσεις μου οι απαντήσεις ήταν τέτοιου είδους:
Τι
γνωρίζουμε εμείς για το τέλος του ανθρώπου, όταν συμβαίνει στα λεπτά που
προηγούνται του θανάτου ένας άθεος να πιστέψει στον Θεό και να χύσει δάκρυα
μετάνοιας; Μπορούμε εμείς άραγε να καταλάβουμε εκείνη την κόλαση των βασάνων
των τελωνίων όταν η ψυχή στενάζει και φωνάζει; Γι’
αυτό «χτυπάει» καμιά φορά η ψυχή που βασανίζεται στον κόσμο των ζωντανών,
ικετεύοντας για βοήθεια, νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο.
Η
ΨΥΧΗ ΜΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΒΡΙΣΚΕ ΑΝΑΠΑΥΣΗ
Λίγο
καιρό αργότερα που βρισκόμουν στο Κοζέλσκ μου
διηγήθηκαν μια παρόμοια ιστορία για μια γριά-κομμουνίστρια, η οποία
στην εφηβεία της εκκλησιαζόταν τακτικά, για να απαρνηθεί αργότερα τον Θεό
δημόσια. Αυτή λοιπόν εμφανιζόταν στους οικείους της κι έκανε τόση φασαρία στο
σπίτι, που όλοι έκλαιγαν ασταμάτητα.
Τότε
τρεις ψυχές από αυτό το σπίτι έφυγαν για το μοναστήρι με σκοπό να προσεύχονται
για την αγαπημένη τους γιαγιά.
Με
αυτές τις δύο διηγήσεις μου φανερώθηκε πως η
εντολή της αγάπης του πλησίον αντανακλάται όχι μόνο στους ζωντανούς αλλά και
στους κεκοιμημένους. Είναι κι αυτοί άνθρωποι και είναι κι αυτοί
ζωντανοί. Μόνο που εμείς ξέρουμε λίγα γι’ αυτούς. Συνεπώς τώρα άρχισα να βοηθώ
με ευχαρίστηση τον ιερέα στις κηδείες. Μια μέρα που ήμουν στο χωριό, προσφέθηκα
να διαβάσω κοντά στο φέρετρο ενός κεκοιμημένου το Ψαλτήρι δίχως να καταλάβω πως
οι ντόπιοι θα με κατατάξουν στην λίστα των «αναγνωστριών», χωρίς να με
ρωτήσουν.
Από
το βιβλίο της Νίνας Πάβλοβα ''Η ημέρα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ ''Εκδ.Πορφύρα"
Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017
ΑΥΤΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΣΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Όπως
ορίζει το τυπικό της Εκκλησίας μας στις πέντε νηστίσιμες ημέρες της εβδομάδας,
από Δευτέρα έως Παρασκευή, δεν εφαρμόζεται το καθιερωμένο τυπικό που επιτάσσει
ότι το πρωί πρέπει να τελείται η ακολουθία του Μεσονυκτικού και του Όρθρου με ή
χωρίς Θεία Λειτουργία και το απόγευμα ή ακολουθία του Εσπερινού.
Αιτία
των αλλαγών είναι οι νέες ακολουθίες που προστίθενται στην περίοδο αυτή: Η
Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, που συνήθως τελείται Τετάρτη και Παρασκευή,
οι Χαιρετισμοί και το Μέγα Απόδειπνο. Έτσι παρουσιάζονται οι ακόλουθες
περιπτώσεις:
α.
Το πρωί της Δευτέρας, Τρίτης και Πέμπτης τελούνται:
1)
Μεσονυκτικό και Όρθρος,
2)
Οι Ώρες (Α', Γ', ΣΤ' και Θ'),
3)
Ο Εσπερινός του απογεύματος (στον οποίο, φυσικά, τιμάται ο Άγιος της επόμενης
ημέρας).
β.
Το πρωί της Τετάρτης και Παρασκευής τελούνται όλα τ' ανωτέρω και στον Εσπερινό
επισυνάπτεται και η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
γ.
Εάν η Προηγιασμένη πρόκειται να τελεσθεί το απόγευμα, τότε η πρωινή ακολουθία
αρχίζει κανονικά, σταματά όμως στην ΣΤ' Ώρα και γίνεται απόλυση.
δ.
Η Προηγιασμένη το απόγευμα αρχίζει με την Θ' Ώρα, (κατά τη διάρκεια της οποίας
ο Λειτουργός «παίρνει καιρό», με διαφορετικό τυπικό και ενδύεται πλήρη στολή)
και μετά την απόλυση (της Θ' Ώρας), συνεχίζει με το «Ευλογημένη η Βασιλεία...»
οπότε αρχίζει ο Εσπερινός με την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
ε.
Το απόγευμα των τεσσάρων πρώτων ημερών (Δεύτερα έως Πέμπτη), στη θέση του
Εσπερινού τελείται το Μέγα Απόδειπνο.
στ.
Εάν το απόγευμα της Τετάρτης τελεσθεί η Προηγιασμένη, το Μέγα Απόδειπνο
τελείται συνήθως μετά τη Θεία Λειτουργία (των Προηγιασμένων Δώρων).
ζ.
Το εσπέρας της Παρασκευής των πέντε πρώτων εβδομάδων, τελείται στους Ναούς
ακόμη μία νέα Ακολουθία: η προσφιλής στο λαό μας ακολουθία, των Χαιρετισμών της
Παναγίας στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου, κάθε φορά με μία «Στάση», και την
πέμπτη εβδομάδα όλες οι Στάσεις μαζί - ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος.
ΟΙ ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΠΟΥ ΟΛΟΙ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ
Μπορεί
το Πάσχα να απέχει μόνο μια… ανάσα, ωστόσο μια γρήγορη αναφορά σε φράσεις που
όλοι χρησιμοποιούμε σχεδόν καθημερινά, αποδεικνύει ότι στην ελληνική παράδοση η
Μεγάλη Εβδομάδα δεν «εγκλωβίζεται» χρονικά τις ημέρες των Παθών, αλλά διαχέεται
μέσα από διάφορες ευαγγελικές φράσεις στην καθημερινότητα καθ’ όλη τη διάρκεια
του έτους.
Από την
Κυριακή των Βαΐων και την πανηγυρική είσοδο του Ιησού, στην Ιερουσαλήμ »,
διατηρούμε στην καθημερινότητα τη φράση «μετά βαΐων και κλάδων» ελάχιστα
παραφρασμένη από το κείμενο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Τη επαύριον όχλος
πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα,
έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις απάντησιν αυτώ, και έκραζον’
ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ».
Σήμερα, η παραπάνω έκφραση ταυτίζεται με τη θερμή, έως αποθεωτική, με όλες τις
τιμές υποδοχή που γίνεται σε κάποιον.
Συχνά
αναφερόμαστε στις «μωρές παρθένες», εννοώντας όσους παριστάνουν τους αθώους, ή
σ΄εκείνους που έμειναν «εκτός νυμφώνος», δηλαδή βγήκαν από το «παιχνίδι» ή
ακόμα στο γνωστό «ιδού ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός» εννοώντας την
απρόσμενη έλευση κάποιου. Με τις φράσεις αυτέ πρέπει να γνωρίζουμε ότι
αναπαράγουμε αποσπάσματα της παραβολής των δέκα παρθένων, που διέσωσε ο
Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος και ακούμε τη Μεγάλη Τρίτη: «Μέσης δε
νυκτός κραυγή γέγονεν’ ιδού ο νυμφίος έρχεται».
Τη
Μεγάλη Τρίτη, ακούγεται και το μεγαλειώδες τροπάριο της Κασσιανής, ο πρώτος
στίχος του οποίου «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…»
χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για να χαρακτηρίσει κάποιον ή κάποια που
μετανοεί για λάθη και αμαρτίες που έχει πράξει, ζητώντας συγγνώμη και μία
δεύτερη ευκαιρία.
«Πριν
αλέκτορα φωνήσαι», θα με αρνηθείς τρεις φορές, θα πει στον Απόστολο Πέτρο ο
Ιησούς στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου και θα δικαιωθεί μερικές ώρες μετά,
όταν ο Πέτρος αρνείται τρεις φορές ότι τον γνωρίζει λέγοντας «ουκ οίδα αυτόν».
«Το μεν
πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής», αναφέρει ο Χριστός στους μαθητές Του στη
Γεσθημανή με το νόημα να παραμείνει αναλλοίωτο μέχρι σήμερα.
Λίγο
αργότερα ο Κύριος, σε μια προσωρινή στιγμή ανθρώπινης αδυναμίας μπροστά στο
επερχόμενο μαρτύριο, θα πει: «Απέλθετω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο», έκφραση την
οποία χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα, όταν θέλουμε να αποφύγουμε σκληρές
δοκιμασίες που θεωρούμε ότι δεν θα αντέξουμε.
«Μετά φανών
και λαμπάδων» οδηγεί ο Ιούδας «…την σπείραν και εκ των αρχιερέων και των
Φαρισαίων υπηρέτας» που συλλαμβάνουν τον Ιησού στο Όρος των Ελαιών. Το φιλί της
προδοσίας, τα «τριάντα αργύρια» και το ίδιο το όνομα Ιούδας Ισκαριώτης αποτελούν
διαχρονικά σύμβολα υποκρισίας, δολιότητας, αλλά, κυρίως, της απρόσμενης
εκ των έσω προδοσίας.
«Από τον
Αννα στον Καϊάφα», λέμε όταν περιγράφουμε την άσκοπη –ιδίως σε κάποιες
υπηρεσίες…– ταλαιπωρία μας.
«Συ είπας»,
απαντά ο Ιησούς στην ειρωνική ερώτηση του ιερέα-δικαστή Του αν θεωρεί τον εαυτό
Του Υιό του Θεού και ο Καϊάφας «διέρρηξε τα ιμάτιά του». Αυτή η φράση σήμερα
σημαίνει ότι κάποιος κάνει το παν για να πείσει ότι έχει δίκιο ή κατηγορείται
άδικα.
Η απόλυτη
έκφραση ευθυνοφοβίας παραμένει μέχρι και σήμερα το «νίπτω τας χείρας μου» του
Ρωμαίου επιτρόπου στην Ιουδαία Πόντιου Πιλάτου, ρήση που ο Ευαγγελιστής
Ματθαίος περιγράφει ακολούθως: «Ιδών δε ο Πιλάτος ότι ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον
θόρυβος γίνεται, λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας κατέναντι του όχλου λέγων’
αθώος ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου’ υμείς όψεσθε».
Ο Χριστός
παρουσιάζεται στο έξαλλο ιουδαϊκό πλήθος που στην ερώτηση του Πιλάτου «Ιησού ή
Βαραββάν» απαντά «Ιησού» και αμέσως μετά κραυγάζει «Άρον άρον, σταύρωσον
αυτόν», κάτι που σήμερα ταυτίζεται με τη βιαστική, βεβιασμένη και συνήθως
λανθασμένη απόφαση.
Η κορύφωση
του Θείου Δράματος με τη Σταύρωση μας προσφέρει άφθονο υλικό.
«Μη με
σταυρώνεις» λέμε συχνά, μιλώντας για άσκοπη ταλαιπωρία, ενώ οι «σταυρωτήδες»
που έβαλαν τα καρφιά στο σώμα του Χριστού, θεωρούνται διαχρονικά κοινωνικά
απόκληροι.
«Μνήσθητί
μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», θα πει στον Ιησού ο μεταμελημένος
στο σταυρό ληστής, πρόταση που σήμερα δείχνει αιφνιδιασμό και μεγάλη έκπληξη.
Η τελευταία
φάση του Χριστού πάνω στο σταυρό «Πάτερ, άφες αυτοίς’ ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»
χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ως απόλυτη έκφραση μεγαλοψυχίας και συγχώρεσης
απέναντι σε όσους μας έχουν βλάψει, ενώ το «επί ξύλου κρεμάμενος» χαρακτηρίζει
τον εκτεθειμένο και ανίσχυρο στα προβλήματα της ζωής άνθρωπο.
«Του έψαλε
τον αναβαλλόμενο», λέμε για εκείνον που δέχεται για πολλή ώρα έντονες
επιπλήξεις, η ρίζα του οποίου βρίσκεται σε τροπάριο της Μεγάλης
Παρασκευής, όπου ο υμνογράφος θρηνεί, απευθυνόμενος στον Χριστό: «Σε τον
αναβαλλόμενον, το φως ώσπερ ιμάτιον».
Λέγοντας
«έχουσιν γνώσιν οι φύλακες», αναπαράγουμε τμήμα κυριακάτικων ψαλμών της
Αναστάσεως που αναφέρεται στη φύλαξη του Σώματος του Ιησού από τους Ρωμαίους
στρατιώτες, αλλά εννοούμε ότι, παρότι δεν το διατυμπανίζουμε, γνωρίζουμε καλά τι
συμβαίνει.
Το νόημα δε
της φράσης «άπιστος Θωμάς» παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο, ενώ το «Ανάστα ο
Κύριος» ταυτίζεται με τον έντονο θόρυβο και τη φασαρία.
«Έγινε της
Αναλήψεως» λέμε όταν συμβαίνουν συνταρακτικά γεγονότα, ενώ, τέλος η κορυφαία
λέξη που εμπεριέχει τη δικαίωση του Θείου Δράματος είναι αυτή της Αναστάσεως,
που ταυτίζεται με τη λύτρωση, τη μεγάλη ψυχική χαρά και την απελευθέρωση από τα
κάθε είδους δεσμά.
Πηγή: dogma.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)