Ἀρχιμ. Ἀθανασίου
Ἀναστασίου,
Προηγουμένου Ἱερᾶς
Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου
Ὁμιλία
στήν ἡμερίδα μέ θέμα: «Κατάργηση μετρητῶν,
τέλος
τῆς ἐλευθερίας. Ὁδεύοντας πρός τόν ὁλοκληρωτισμό» Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας,
Πειραιᾶς 24-6-2017
Εἰσαγωγικά
Στήν
ἀποψινή μας εἰσήγηση θά ἑστιάσουμε ἐπιλεκτικά σέ κάποιες συγκεκριμένες πτυχές
τοῦ ὅλου θέματος, οἱ ὁποῖες ἅπτονται τῆς θεολογικῆς πλευρᾶς του. Συγκεκριμένα
θά ἀναφερθοῦμε:
1. Στό
αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου καί στήν θεολογική διάσταση τῆς ἐλευθερίας του, πού
πλήττεται βάναυσα ἀπό τόν ἠλεκτρονικό καί οἰκονομικό ὁλοκληρωτισμό πού τείνει
νά ἐπιβληθεῖ.
2.
Στήν ἐσχατολογική διάσταση τοῦ θέματος: τήν σύγχρονη, δηλαδή, ἀποστασία∙
τό μυστήριο τῆς ἀνομίας καί πῶς ἐνεργεῖται στήν ἐποχή μας∙ τά προδρομικά σημεῖα
τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου.
3. Στήν
ἀντιμετώπιση τῶν διάφορων συγχρόνων πρακτικῶν ζητημάτων πού καθημερινά
ἀνακύπτουν.
4. Στήν
μετάνοια καί τήν προσευχή ὡς τά πλέον δραστικά ἀντίδοτα-φάρμακα στήν ἀνομία καί
τήν ἀποστασία καί ὡς τά μόνα ἀποτελεσματικά μέσα γιά τήν ἀποτροπή ὅλων τῶν
ἐπερχόμενων δεινῶν.
1. Αὐτεξούσιο -
ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου
Ὁ Θεός
ἔπλασε τόν ἄνθρωπο «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσίν» Του, γι’ αὐτό
καί τοῦ δώρησε ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα ἀγαθά, πού μαζί μέ τήν λογική,
τόν διακρίνει ἀπό τά ἄλογα ζῶα, τό ἀγαθό τῆς ἐλευθερίας, δηλαδή τό
αὐτεξούσιο. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης χαρακτηρίζει τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου
ὡς, κατά χάριν, ἰσόθεο τιμή στόν θεοειδή ἄνθρωπο[1].
Τό αὐτεξούσιο
τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἐλεύθερη προαίρεσή του στίς ἐπιλογές καί τίς πράξεις
του τόν καθιστᾶ κύριο κριτή τῶν ἀποφάσεών του καί ὑπεύθυνο τῆς σωτηρίας
του. Τόσο πολύ, μάλιστα, σέβεται ὁ Θεός τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου,
πού, ὅπως μᾶς ἀναφέρει τό πατερικό λόγιο, «ὁ ἄνευ σοῦ πλάσας σε (Θεός)
οὐ δύναται ἄνευ σοῦ σῶσαί σε»· δηλαδή ὁ Θεός, πού χωρίς τήν δική σου
συμμετοχή σέ ἔπλασε, δέν μπορεῖ, χωρίς τήν δική σου συμμετοχή, νά σέ
σώσει. Τό αὐτεξούσιο, ἡ ἐλευθερία τῆς βουλήσεως δηλαδή, εἶναι πραγματικά
μοναδική καί μεγαλειώδης δωρεά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τοῦ παρέχει τήν
δυνατότητα καί τό δικαίωμα νά κάνει ἐλεύθερα καί ἀβίαστα τίς ἐπιλογές του καί
νά φθάνει ἀκόμη στό σημεῖο νά Τόν ὑβρίζει καί νά Τόν ἀρνεῖται.
Καί ὁ
Μέγας Βασίλειος σημειώνει γιά τό ἴδιο θέμα: «Ἀλλά γιατί δέν ἔχουμε στήν φύση
μας τήν ἀναμαρτησία, ὥστε καί ὅταν ἀκόμη θέλουμε, νά μήν ὑπάρχει σέ μᾶς ἡ
ἁμαρτία; Γιατί κι ἐσύ τούς δούλους σου δέν τούς θεωρεῖς φίλους, ὅταν τούς
κρατᾶς δέσμιους, ἀλλά ὅταν τούς δεῖς ἑκούσια νά ἐκτελοῦν τά καθήκοντα σέ σένα.
Καί στόν Θεό λοιπόν δέν ἀρέσει ὅ,τι γίνεται ἐξ ἀνάγκης, ἀλλά αὐτό πού
ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἀρετή. Ἡ δέ ἀρετή ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἐλεύθερη βούληση
καί ὄχι μέ τήν ἀναγκαιότητα. Ἡ ἐλεύθερη βούληση ἔχει ἐξαρτηθεῖ ἀπό τά “ἐφ’
ἡμῖν”. Τό “ἐφ’ ἡμῖν” ὅμως εἶναι τό αὐτεξούσιο»[2].
Κανείς,
λοιπόν, δέν ἐπιτρέπεται νά ἐπιβάλει στόν ἄνθρωπο τήν θέλησή του ἤ νά τόν
ἐξαναγκάσει σέ ὁποιαδήποτε ἐπιλογή, ἀφοῦ οὔτε ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν τό ἐπιτρέπει
αὐτό στόν ἑαυτό Του. Μᾶς λέει καί πάλι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: «Αὐτόν πού
ἔχει δημιουργηθεῖ καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ καί στόν ὁποῖο ἔχει δοθεῖ ἀπό τόν Θεό
ἡ ἐξουσία νά εἶναι ἄρχοντας ὅλης τῆς γῆς καί ὅλων ὅσων ὑπάρχουν ἐπάνω στήν γῆ,
ποιός μπορεῖ νά τόν ἀπεμπολήσει, πές, καί ποιός νά τόν ἐξαγοράσει; Μόνον ὁ Θεός
μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό, μᾶλλον δέ οὔτε αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Γιατί τά χαρίσματα,
καθώς λένε, εἶναι ἀμετάκλητα», «ἀμεταμέλητα γάρ, φησί, τά χαρίσματα».[3]
Ἐνῶ,
λοιπόν, οὔτε ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν ἐπιβάλλει κάποιον ἐξαναγκασμό στόν ἄνθρωπο,
σεβόμενος τήν ἐλευθερία, πού ὁ Ἴδιος τοῦ δώρησε, τό συγκεντρωτικό
ἠλεκτρονικό σύστημα ἐλέγχου -δαιμονικῆς ἐμπνεύσεως καί σχεδιασμοῦ- ἔρχεται νά
«ὑπερβεῖ» ἀκόμη καί τόν ἴδιο τόν Θεό! Ἐπιχειρεῖ, λοιπόν -ἀφοῦ δέν μπορεῖ
ἀναγκαστικά νά ἐπιβληθεῖ- νά ἐλέγξει, νά χειραγωγήσει καί νά κατευθύνει τήν
βούληση τοῦ ἀνθρώπου. Κινεῖται, δηλαδή, ἀρνητικά πρός τόν Θεό, στούς ἀντίποδες
τοῦ θελήματός Του.
Κατά
τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, δημιουργώντας ὁ Θεός αὐτεξούσιο τόν ἄνθρωπο
στέρησε τήν δυνατότητα στόν πονηρό νά ἀσκεῖ βία ἐπάνω του. Μόνο μέ πειθώ ἤ δόλο
μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ὁ διάβολος τή θέληση τοῦ ἀνθρώπου καί νά τόν κάνει κοινωνό
τῆς ἀποστασίας του[4]. Σύμφωνα, ἄλλωστε, καί μέ τό πατερικό λόγιο, ὁ Διάβολος
ἔχει δικαίωμα μόνο «νά πείθει καί νά πειράζει», ὄχι νά ἐξαναγκάζει καί νά
ἐπιβάλει μέ τήν βία.
Εἶναι
φανερό ὅτι ἡ φαλκίδευση τῆς θεόσδοτης ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ποδηγέτηση καί
ἡ ἐπιχείρηση ἐξαναγκασμοῦ του εἶναι ἔργο τοῦ διαβόλου πού προσπαθεῖ μέ πονηρία
καί δόλο, ἀλλά καί μέ ψυχολογική βία νά καταστήσει τόν ἄνθρωπο δέσμιο ἑνός
ἀνελεύθερου καί, ἐν τέλει, ἀντίθεου συστήματος.
Ἡ
ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ κάθε ἀπόφαση, ἐπιλογή καί
ἐνέργειά του πού τόν χαρακτηρίζει. Μέσα, ὅμως, στόν σύγχρονο ἠλεκτρονικό
ὁλοκληρωτισμό, πού ἐπιχειρεῖται, ὁ ἀνθρώπινος παράγοντας ἐκμηδενίζεται,
ὁ ἄνθρωπος χάνει τήν ἰδιοπροσωπία του, καθώς τό σύστημα ἀναγνωρίζει
μόνον ἀριθμούς καί στοιχεῖα. Παύουμε, δηλαδή, γιά τό σύστημα νά εἴμαστε
προσωπικότητες μέ ἐλεύθερη βούληση καί ἐπιλογές καί γινόμαστε ἀντικείμενα
πληροφοριῶν καί συλλογῆς δεδομένων. Ὁ ἄνθρωπος καταντᾶ ἕνα ἐργαλεῖο
στόν μηχανισμό τοῦ συστήματος, ἕνας ἀριθμός, μία ἁπλή μονάδα παραγωγῆς, χωρίς
προσωπικότητα. Ἀντιμετωπίζεται ἀπό τό σύστημα μονομερῶς, μόνο ὡς πρός
τήν ὑλική του διάσταση, καί παραθεωρεῖται κάθε πνευματικό στοιχεῖο
πού τόν χαρακτηρίζει. Στήν οὐσία, μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπιβάλλεται ἕνας
ἰδιότυπος μονοφυσιτισμός, ὅπου ὁ ἄνθρωπος δέν ἀντιμετωπίζεται
ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα, ὡς διφυής ὀντότητα ψυχῆς καί σώματος,
ἀλλά ὑποτιμᾶται καί ὑποβαθμίζεται.
Αὐτό
πού ἐπιχειρεῖται εἶναι νά συνθλιβεῖ ὁ ἄνθρωπος, νά συνθλιβεῖ καί νά ἐξουδετερωθεῖ
ἡ ἀθάνατη ψυχή του. Αὐτό πού ἐπιθυμοῦν οἱ ἐμπνευστές τοῦ συστήματος εἶναι
νά δημιουργήσουν μεταλλαγμένους ἀνθρώπους, ἄψυχους, ἀπνευμάτιστους
καί ἀνερμάτιστους, χωρίς πνοή, χωρίς θέληση, χωρίς σκοπό, χωρίς Χριστό
καί ἐλπίδα, χωρίς Οὐράνια Πατρίδα. Νά δημιουργήσουν ἀνθρώπους πού θά λειτουργοῦν
ὡς μαριονέτες, ὡς ἄψυχες μονάδες παραγωγῆς, ὡς οἰκονομικά ἀναλώσιμα
μεγέθη.
Γι’
αὐτό καί τά ζητήματα τῆς οἰκονομίας εἶναι τά μόνα, πού προβάλλονται συνεχῶς καί
μονομερῶς στά ΜΜΕ. Κατευθύνουν, ἔτσι, μεθοδευμένα καί καθοδηγοῦν τούς ἀνθρώπους
σέ μία καθαρά ὑλιστική ἀντιμετώπιση τῆς ζωῆς, ἀναβιβάζοντας τόν οἰκονομικό
παράγοντα ὡς κυρίαρχο καί πρωτεῦον ζήτημα.
2. Ἡ ἐσχατολογική
διάσταση τοῦ θέματος - Ἡ σύγχρονη ἀποστασία
Tό
ἀντίθεο αὐτό σύστημα ἠλεκτρονικοῦ καί οἰκονομικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, πού
οἰκοδομεῖται μέσῳ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ φακελλώματος, τῶν ποικίλων ἠλεκτρονικῶν
καρτῶν, τῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων, τῶν ἠλεκτρονικῶν συναλλαγῶν, τοῦ πλαστικοῦ
χρήματος, τῆς ἀχρήματης κοινωνίας καί τόσων ἄλλων μεθόδων, ἀποτελεῖ τμῆμα, ἀλλά
καί φορέα τῆς σύγχρονης ἀποστασίας. Εἶναι σημεῖο τῆς ἀνομίας πού ἐνεργεῖται καί
τῆς ἁμαρτίας, πού γνωρίζει μία ἀσυνήθιστα μεγάλη ἔξαρση καί ἔνταση στίς μέρες
μας.
Τό ἱερό
βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως μᾶς προειδοποιεῖ σαφῶς γιά τό πνεῦμα ἀλλοίωσης
καί διάβρωσης πού θά προηγηθεῖ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου καί πού
θά λειτουργήσει προδρομικά στήν κυριαρχία του. Ὁ Ἀντίχριστος, δηλαδή,
δέν θά ἐμφανισθεῖ καί δέν θά ἑδραιώσει τήν παγκόσμια κυριαρχία του
ἐντελῶς ξαφνικά ἀνατρέποντας ἄρδην τήν πορεία τῆς ἱστορίας. Ἀντίθετα,
θά στηριχθεῖ σέ μία διαμορφωμένη ἀπό πολύ νωρίτερα κατάσταση,
στήν ὁποία θά ἔχουν ἐθισθεῖ οἱ ἄνθρωποι. Κι αὐτό γιατί γιά πάρα πολύ
μεγάλο χρονικό διάστημα θά ἔχουν συνηθίσει νά ζοῦν καί νά δραστηριοποιοῦνται
μέ βάση τίς πρακτικές ἑνός συγκεκριμένου ἀντίθεου, ἀντίχριστου καί
ἀντιευαγγελικοῦ τρόπου ζωῆς, πού θά φαντάζει πλέον μονόδρομος γιά τόν
καθένα.
Πρόκειται
γιά τό μυστήριο τῆς ἀνομίας, πού ἐνεργεῖται μέσα στήν ἱστορία μέ φορεῖς τούς
ἑκάστοτε προδρόμους τοῦ Ἀντιχρίστου. «Ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασι»[5],
σύμφωνα μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιο. «Ὁ ἀντίχριστος ἔχει τούς προδρόμους του», μᾶς
λέγει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, «οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄπειροι: αὐτοί ἄρχισαν νά
ἐμφανίζωνται ἀκόμη ἀπό τίς πρῶτες μέρες τοῦ Χριστιανισμοῦ, στό πρόσωπο τῶν
διαφόρων εἰδῶν χριστοπολεμίων, χριστομισούντων καί χριστοδιωκτῶν (Α΄ Ἰω. 2,18)
καί συνεχίζουν νά ὑπάρχουν σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ. Καί ποιός
εἶναι ὁ σκοπός αὐτῶν τῶν ἀντιχρίστων προδρόμων; νά ἐκδιώξουν τόν Κύριο Ἰησοῦ
Χριστό, νά καταστρέψουν τό ἔργο Του, νά διαλύσουν τήν Ἐκκλησία Του, καί μέ αὐτό
νά “ἀδυνατίσουν” ἤ νά καταστήσουν ἀδύνατη τήν διάθεση τῶν ἀνθρώπων γιά σωτηρία,
μέ τήν βοήθεια τοῦ Μοναδικοῦ Σωτῆρα τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Πραγματικά, αὐτοί
ἕνα ἐπιθυμοῦν καί γιά ἕνα ἐργάζονται: νά “ἐξαφανίσουν”, ἄν εἶναι δυνατόν, τόν
Κύριο Ἰησοῦ Χριστό “ἀπό προσώπου τῆς γῆς”»[6].
Αὐτό
εἶναι καί στίς μέρες μας τό ἔργο ὅλων τῶν ἀντίθεων δυνάμεων, τῶν προδρομικῶν
τοῦ Ἀντιχρίστου, πού μέ τήν ἐκκοσμίκευση καί τήν προσκόλληση, τήν ἐξάρτηση
καί τήν ὑποδούλωση τῶν πιστῶν στήν ἄκρατη εὐδαιμονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν
καί τῆς πληθώρας τῶν τεχνικῶν καί τεχνολογικῶν ἀνέσεων, τούς ὁδηγοῦν
μακριά ἀπό τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία Του, ἐξαρτημένους, ὅλο καί περισσότερο,
ἀπό τό δαιμονικό πνεῦμα τοῦ Ἀντιχρίστου, τό πνεῦμα κατάρρευσης καί
σήψης πού ἐπικρατεῖ παντοῦ. Ἡ ἐξάπλωση τῶν αἱρέσεων καί τῆς Νέας Ἐποχῆς,
ἡ διαβρωτική ἐπέκταση τῆς πανθρησκείας, τοῦ συγκρητισμοῦ καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ
ἐνισχύουν τό πνεῦμα σύγχυσης καί πλάνης, παραχωρώντας ὅλο καί περισσότερο
ἔδαφος στόν Διάβολο.
Ἡ καθολική
ἀπαξίωση τῶν παραδόσεων, ἡ ἐπιχείρηση τῆς ἐθνικῆς καί ἐθνολογικῆς
μας μεταλλάξεως, ἡ ἐπιβολή τῆς πολυπολιτισμικότητας καί τοῦ συγκρητισμοῦ,
ἡ ἀποχριστιανοποίηση τοῦ κράτους καί τῆς κοινωνίας μας, ἡ
πρωτοφανής νομιμοποίηση τῶν ἠθικῶν παρεκτροπῶν, ἡ ὑποβάθμιση καί
ἀλλοίωση τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ἡ σχεδιαζόμενη συνταγματική ἀναθεώρηση
μέ σκοπό τόν ἐξοβελισμό τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν κοινωνία καί τήν πατρίδα μας καί
ἡ θέσπιση μιᾶς σειρᾶς ἄλλων ἀντίχριστων καί ἀντιευαγγελικῶν νόμων, εἶναι ὅλα
ὅσα ἔχουν ἐπιλεγεῖ, ὥστε νά ἀμβλυνθοῦν οἱ συνειδήσεις καί νά καμφθοῦν
οἱ πνευματικές ἀντιστάσεις καί τά ἀντισώματα τοῦ λαοῦ μας.
Ὅπως
παρατηρεῖ καί πάλι ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «ἡ ὁλόπλευρη ἐνέργεια τοῦ
ἀντιχρίστου καί ὅλων τῶν προδρόμων του, στό ἀνθρώπινο γένος, ἔχει ἕνα σκοπό: νά
διακηρύξει παντοῦ ὅτι ὅλοι οἱ νόμοι τοῦ Θεοῦ, ὅλοι οἱ νόμοι τοῦ Χριστοῦ εἶναι
κακοί καί ἐπικίνδυνοι, ὅτι εἶναι θανατηφόροι γιά τούς ἀνθρώπους, γιά ὅλο τό
ἀνθρώπινο γένος. Γι’ αὐτό καί ὅλοι αὐτοί οἱ νόμοι, πρέπει νά ἀπορριφθοῦν καί νά
ἀντικατασταθοῦν μέ ἄλλους νόμους, ἀντίθετου περιεχομένου καί ἀντίθετης σκέψεως!
Ὁ Χριστός νά ἀντικατασταθεῖ ἀπό τόν ἀντίχριστο καί ὅλοι Του οἱ κανόνες καί οἱ
νόμοι, νά ἀντικατασταθοῦν ἀπό τούς κανόνες καί τούς νόμους τοῦ ἀντιχρίστου!»[7].
Καί
συνεχίζει σέ ἄλλο σημεῖο ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος: «Καί ἐνεργεῖ ἔτσι ἡ ἀνομία, μέ ἕνα
καί μοναδικό σκοπό: νά παρεμποδίσει τήν σωτηρία, νά κάνει ἀδύνατη τήν σωτηρία
σέ ὅσο τό δυνατό μεγαλύτερο ἀριθμό ἀνθρώπων, νά ἀπομακρύνει τούς «πλείστους τῶν
ἀνθρώπων» ἀπό τόν Μοναδικό Σωτήρα τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Τό «τεράστιο μυστήριο
τῆς ἀνομίας», δραστηριοποιεῖται καί ἀπεργάζεται τήν ἀνθρώπινη ἀπώλεια, διαμέσου
ὄλων τῶν ἀνθρωπίνων κακιῶν καί ἀνομιῶν, διαμέσου ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων ἁμαρτιῶν.
«Ὡραιοποιεῖ» καί «μασκαρεύει» τήν κάθε ἁμαρτία, τό κάθε κακό, τήν περιβάλλει
«μέ τό κατ’ ἐπίφασιν μυστήριο», γιά νά προκαλέσει τήν ὅσο γίνεται μεγαλύτερη
περιέργεια τοῦ ἀνθρώπινου νοός καί νά ἐξασφαλίσει στήν συνέχεια τήν ἀπώλεια καί
τήν καταστροφή»[8].
Σέ αὐτό
στοχεύει καί ἡ σύγχρονη ἀντίθεη καί ἑωσφορική παγκόσμια κοσμοκρατορία
πού ἐπιδιώκει νά ἀλλοιώσει καί νά ἐξοβελίσει κάθε τί χριστιανικό
καί ἀληθινό ἀπό τήν ζωή τῶν ἀνθρώπων, καθοδηγώντας τους σταδιακά καί
μεθοδευμένα στήν πλήρη ἀποστασία καί στήν ἀπώλεια.
«Ἐξέλθετε
ἐξ αὐτῆς ὁ λαός μου, ἵνα μή συγκοινωνήσητε ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῆς,
καί ἵνα ἐκ τῶν πληγῶν αὐτῆς μή λάβητε»[9]. Ἠ φωνή τοῦ Θεοῦ μᾶς καλεῖ σέ
ἀποφασιστική καί γενναία ἀντίσταση. Μᾶς καλεῖ νά ἀρνηθοῦμε νά «συγκοινωνήσουμε»
μέ τό δαιμονικό πνεῦμα τῆς «νοητῆς Βαβυλῶνος», τῆς σύγχρονης, δηλαδή,
ἀποστασίας.
Ὅσο ἡ
ἄρνηση μας αὐτή, νά συσχηματισθοῦμε, δηλαδή, μέ τήν δαιμονική ἀνομία καί τήν
ἀποστασία, εἶναι ἀποφασιστική καί ἔμπρακτη, τόσο ἀνατρέπεται τό σχέδιο τοῦ
διαβόλου καί ἀπωθεῖται χρονικά ἡ ἐπικράτηση τοῦ πνεύματος τοῦ Ἀντιχρίστου. Ὁ
ἴδιος ὁ Ἀντίχριστος, ἄλλωστε, ὡς ἱστορικό πρόσωπο, θά ἔρθει ὅταν θά ἔχει
ἐκλείψει ἡ πνευματική ἀντίσταση τῆς πλειονότητας τῶν πιστῶν∙ ὅταν οἱ ἄνθρωποι
θά ἐπιθυμοῦν καί θά εὔχονται τήν ἔλευσή του. Γράφει πολύ χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος
Ἰγνάτιος Μπριαν-τσιανίνωφ γιά τό πῶς οἱ ἄνθρωποι τῆς ἀνομίας καί τῆς ἀποστασίας
θά ἀποζητοῦν τόν Ἀντίχριστο:
«Ἡ
ἀναζήτηση τοῦ ἀντιχρίστου θά τούς γίνη ἀναγκαιότητα, γιατί τά συναισθήματα θά
συμπίπτουν. Θά διψοῦν γι’ αὐτόν, ὅπως διψοῦν σέ στιγμές βαθειᾶς θλίψης γιά
ποτά, πού διαφορετικά τά θεωροῦν αὐτοκτονία. Θά τόν ἐπικαλοῦνται. Ἡ ἱκεσία σ’
αὐτόν, νά ἔλθη, θά ἀντηχῆ σέ κοινές συνάξεις. Θά ἐκφράζη ἐπίμονα τήν ἀξίωση νά
ἔλθη ἐπί τέλους ἡ μεγαλοφυΐα τῶν μεγαλοφυϊῶν, πού θά μπορέση νά ἀνεβάση τήν
τεχνική ἀνάπτυξη στήν ἀνώτατη δυνατή βαθμίδα της καί νά φέρη στή γῆ τέτοια
εὐπραγία, ὥστε ὁ οὐρανός καί ὁ παράδεισος νά καταντήσουν πράγματα περιττά! Ὁ
ἀντίχριστος θά εἶναι ἀπόλυτα εὐθυγραμμισμένος μέ τήν γενική ἠθική καί
πνευματική κατεύθυνση τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς του»[10].
3. Σημεῖα τῶν καιρῶν
μας: ἡ ἀπειλή οἰκονομικοῦ ἀποκλεισμοῦ
Ὁ μεγάλος
ἅγιος τῶν ἡμερῶν μας, ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης εἶχε συνδέσει,
ὅπως εἶναι σέ ὅλους γνωστό, τόν σύγχρονο ἠλεκτρονικό ὁλοκληρωτισμό μέ
τά ἔσχατα τῆς ἱστορίας καί τήν κυριαρχία τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἔγραφε
χαρακτηριστικά καί προφητικά σέ ἰδιόχειρο σημείωμά του, ὥστε νά
μήν ἀμφισβητεῖται ἀπό κανέναν ἡ ἀξιοπιστία του: «...Πίσω λοιπόν ἀπό
τό τέλειο σύστημα "κάρτας ἐξυπηρετήσεως" ἀσφάλειας κομπιοῦτερ,
κρύβεται ἡ παγκόσμια δικτατορία, ἡ σκλαβιά τοῦ ἀντίχριστου... Μετά
λοιπόν ἀπό τήν κάρτα, καί τήν ταυτότητα, "τό φακέλωμα" γιά
νά προχωρήσουν πονηρά στό σφράγισμα, θά λένε συνέχεια στήν τηλεόραση,
ὅτι πῆρε κάποιος τήν κάρτα τοῦ δεῖνα, καί τοῦ σήκωσε τά χρήματα ἀπό
τήν τράπεζα. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά θά διαφημίζουν τό "τέλειο σύστημα"
τό σφράγισμα στό χέρι ἤ στό μέτωπο μέ ἀκτῖνες λέϊζερ, πού δέν θά διακρίνεται
ἐξωτερικά, μέ τό 666 τό ὄνομα τοῦ ἀντίχριστου»[11].
Ὁ ἀποκαλυπτικός
καί ἐσχατολογικός αὐτός χαρακτήρας τῶν ἡμερῶν μας ἐνισχύεται καί
ἀπό κάποια κυρίαρχα δεδομένα καί καταστάσεις πού γιά πρώτη φορά
ἐκδηλώνονται, καί μάλιστα σέ τόσο ἔντονη μορφή, μέσα στήν ἱστορία
καί τά ὁποῖα ἔχουν εὐθεία ἀναφορά στά γεγονότα τῆς Ἀποκαλύψεως.
Τά σημεῖα
αὐτά εἶναι α) ἡ ὁλοένα αὐξανόμενη χρήση τοῦ ἀριθμοῦ 666, τοῦ δυσώνυμου
ἀριθμοῦ τοῦ Ἀντιχρίστου, στά ἠλεκτρονικά συστήματα ἐξυπηρετήσεως
καί στήν διεθνή διακίνηση προϊόντων, πληροφοριῶν, δεδομένων καί
ὑπηρεσιῶν, κάτι πού γιά πρώτη φορά γίνεται τόσο συστηματικά μέσα
στήν ἱστορία· β) ἡ στοχευμένη δημιουργία καί αὐξανόμενη ἐνίσχυση
καί ἑδραίωση ἑνός παγκόσμιου συγκεντρωτικοῦ συστήματος ἐξουσίας·
καί γ) ὁ ἐπαπειλούμενος οἰκονομικός ἀποκλεισμός ὅσων ἀρνοῦνται
νά προσχωρήσουν στό σύστημα αὐτό.
Δέν θά
πρέπει νά περνᾶ ἀπαρατήρητο ὅτι στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ἡ δυνατότητα
ἤ ὄχι οἰκονομικῶν συναλλαγῶν, «ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι...»[12],
συνδέεται ἄμεσα καί ἀποκλειστικά μέ τήν προσκύνηση τοῦ Ἀντιχρίστου
καί τήν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖο, λοιπόν, ὅτι ὁ
Χριστός μας συναρτᾶ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πρός Αὐτόν μέ τό θέμα
τῆς οἰκονομικῆς καί βιολογικῆς ὑπάρξεως καί ἐπιβιώσεως τοῦ πιστοῦ.
Στίς μεθόδους
καί τίς πρακτικές συνήθειες τῆς ἀχρήματης κοινωνίας θά πρέπει νά
ἀντισταθοῦμε, στό μέτρο πού ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς ἔχει τήν δυνατότητα. Νά ἀποφεύγουμε,
ὅσο μποροῦμε περισσότερο, καί νά εἴμαστε ἐπιφυλακτικοί καί φειδωλοί στήν χρήση
τῶν ποικίλων ἠλεκτρονικῶν καρτῶν καί τῶν ἠλεκτρονικῶν συναλλαγῶν
καί νά τίς χρησιμοποιοῦμε μόνο ὅταν εἶναι ἀπόλυτα ἀπαραίτητες γιά τήν ἐπιβίωσή
μας καί ὄχι γιά τήν ἄνεση, τήν πολυτέλεια καί τήν διευκόλυνσή μας. Αὐτό,
βεβαίως, ἀπαιτεῖ θυσίες σέ μιά περίοδο μάλιστα πολύ σκληρή καί ἐπώδυνη
οἰκονομικά γιά τούς περισσότερους ἀνθρώπους. Ἄν ὑποβληθοῦμε σέ αὐτές τίς
θυσίες, ὁ καθένας μας ἀναλόγως μέ τίς ἀντοχές του, τότε εἶναι βέβαιο ὅτι αὐτές
δέν θά εἶναι μάταιες (εἴτε σχετίζονται μέ ταλαιπωρίες ἐξυπηρετήσεως, εἴτε μέ
οἰκονομικές ἐπιβαρύνσεις), ἀλλά ὅτι ὁ Κύριός μας θά τίς ἀναγνωρίσει ὡς ὁμολογία
καί θά μᾶς ἀνταμείψει ἀναλόγως.
Ἡ
ἐκτεταμένη χρήση τοῦ πλαστικοῦ χρήματος καί ἡ καθολική ἐπιβολή του εἶναι τό
προγεφύρωμα γιά νά μᾶς ὁδηγήσουν καί στήν ἠλεκτρονική κάρτα γιά ὅλες τίς
χρήσεις, εἴτε αὐτή λέγεται ἠλεκτρονική ταυτότητα εἴτε κάρτα τοῦ πολίτη ἤ ὅπως
ἀλλιῶς. Πρόκειται γιά τήν λεγόμενη κάρτα «ὅλα σέ ἕνα», μία κάρτα, δηλαδή πού θά
χρησιμοποιεῖται παντοῦ, στίς ἀγοροπωλησίες, στήν ὑγεία, στήν ἐφορεία, πού θά
εἶναι ἡ ταυτότητά μας, τό διαβατήριό μας, πού ὁ ἀριθμός της θά συγχωνεύσει καί
θά ἀντικαταστήσει ὅλους τούς ἀτομικούς ἀριθμούς πού διαθέτουμε σέ κάθε
ὑπηρεσία, τόν ἀριθμό ταυτότητος, τόν ΑΦΜ, τόν ΑΜΚΑ, τόν ἀριθμό δημοτολογίου
κ.λπ. Αὐτή ἡ ἠλεκτρονική κάρτα γιά ὅλες τίς χρήσεις, ἡ κάρτα «ὅλα σέ ἕνα», εἴτε
θά ἐμπεριέχει τόν ἀριθμό 666 εἶτε ὄχι, ἄν καί πανθομολογεῖται ὅτι θά τόν
περιέχει, θά πρέπει νά ἀποτελεῖ γιά μᾶς τήν κόκκινη γραμμή. Σέ αὐτή τήν κάρτα
θά πρέπει νά ἀντιδράσουμε σθεναρά καί ἀνυποχώρητα καί νά ἀρνηθοῦμε τήν παραλαβή
της.
Ἡ ἄρνησή
μας, ὅμως, αὐτή δέν πρέπει νά ἔχει τόν χαρακτήρα παθητικῆς ἀποδοχῆς
τετελεσμένων γεγονότων. Ἀντίθετα θά πρέπει νά λάβει τήν μορφή ἐνεργητικῆς
καί μαχητικῆς δραστηριοποιήσεως, μέσῳ τῆς ἐνημερώσεως καί τῶν ποικίλων
παρεμβάσεων, ὅπου ἀπαιτεῖται.
Θά πρέπει
νά ἀντιληφθοῦμε καί νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι οἱ σχεδιασμοί τῆς
Νέας Τάξης Πραγμάτων ἀνατρέπονται μέ μαζική, δυναμική, συντονισμένη
καί ἀποφασιστική ἀντίσταση. Ἀνατρέπονται μέ ἀφύπνιση καί ἐγρήγορση,
μέ ὁμολογιακό καί μαρτυρικό φρόνημα. Ἀνατρέπονται μέ ἀγώνα, μέ
κόπους, μέ θυσίες, μέ στερήσεις, μέ ἀντίδραση καί μέ ἀντίσταση. Καί
κυρίως ἀνατρέπονται μέ ἔντονη καί ἔμπονη προσευχή, εἰλικρινή καί
καρδιακή ὑπαρξιακή μετάνοια.
4. Ἡ μεγαλύτερη
ἀντίδραση: ἡ μετάνοια καί ἡ προσευχή
Αὐτό
πού εἶναι τό πλέον ἐπιτακτικό καί ἀπαραίτητο γιά τήν ἀντιμετώπιση αὐτῆς τῆς τόσο
τραγικῆς καί ὀδυνηρῆς καταστάσεως καί γιά τήν ἀποτροπή καί τήν χρονική
ἀπώθηση ὅλων τῶν ἐπερχόμενων δεινῶν εἶναι ὁ ἐπανευαγγελισμός καί ἡ ἀνάνηψή
μας∙ εἶναι ἡ ὑπαρξιακή μετάνοιά μας, ὥστε νά ἑλκύσουμε τήν χάρη καί
τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Μετάνοια
εἶναι ἡ ἐπιστροφή τοῦ νοός μας ἀπό τήν ἀπιστία, ἀπό τήν ἀποστασία καί ἀπό τήν
αἰχμαλωσία μας στήν ἁμαρτία, στήν εἰς Χριστόν πίστη καί στήν τήρηση τῶν
εὐαγγελικῶν ἐπιταγῶν. Εἶναι ἡ εἰλικρινής ἔνδακρυς, διηνεκής καρδιακή συντριβή
γιά τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἡ γονυπετής καθ’ ἡμέραν ἐκζήτηση τοῦ θείου
ἐλέους.
Ἡ
αὐθεντική καί εὐάρεστη στόν Θεό μετάνοια, ὅπως τοῦ τελώνου, τῆς πόρνης τοῦ
Εὐαγγελίου καί τοῦ ληστοῦ, τοῦ Μωϋσέως τοῦ Αἰθίοπος καί τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς
Αἰγυπτίας εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική ἀλλαγή βίου, ἡ ἀπάρνηση τῶν ἐπιγείων ἡδονῶν καί
ἡ στροφή πρός τά οὐράνια καί ἀεί διαμένοντα. Ἡ ἔπαρση, ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ
ἀλαζονεία ἐμποδίζουν τήν σωστική δύναμη τῆς μετανοίας. Ἡ μετάνοια εἶναι καί
δωρεά –χάρισμα τοῦ Θεοῦ- στήν ταπεινή, καλοπροαίρετη καί ἐλεήμονα ψυχή. Ἄς
ἐπιζητοῦμε συνεχῶς καί μέ πόθο αὐτή τήν μεγίστη δωρεά καί ἄς παρακαλοῦμε θερμά
καί ἱκετευτικά τόν Πανάγαθο Θεό μας νά μᾶς τήν δωρήσει.
Ἡ ἀποστασία
μας καί ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ αἰτία καί τῶν παρόντων καί τῶν
ἐπερχόμενων δεινῶν. Εἶναι ἀπόλυτη καί ἄμεση ἀνάγκη νά ἀναλογιστοῦμε καί νά
ἀναγνωρίσουμε ταπεινά ὁ καθένας μας τά λάθη μας καί τήν ἁμαρτωλότητά μας.
Ἔλεγε
πολύ χαρακτηριστικά ὁ μακαριστός Γέροντας Μωϋσῆς Ἁγιορείτης: «Πῶς θά μετανοήσει
κανείς; Πῶς θ’ ἀρχίσει; Χρειάζεται νά ξαποστάσει κατ’ ἀρχάς, νά ξελαχανιάσει
ἀπό τό καθημερινό τρεχαλητό, τό κυνηγητό τῆς ἡδονῆς, νά στραφεῖ πρός τά μέσα
του, νά κινηθεῖ ἀπό τή συνεχῆ ἑτεροπαρατήρηση στήν αὐτοπαρατήρηση, ἀπό τό
κουτσομπολιό τῶν πάντων στή συνομιλία μέ τόν ἄγνωστο ἑαυτό του. Νά σκύψει λίγο
μέσα του, νά σκάψει ἐντός του, νά δεῖ τίς δυνάμεις, τίς δυνατότητες, τά ὅρια,
τίς ἀντοχές, τά δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αὐστηρός αὐτοέλεγχος,
ἐπιείκεια καί κατανόηση τῶν ἄλλων. Νά βροῦμε τά ποσοστά τῆς προσωπικῆς μας
εὐθύνης. Νά μή τά ρίχνουμε εὔκολα καί γρήγορα πάντα μόνο στούς ἄλλους. Ἁπλά καί
εἰλικρινά, τίμια καί δίκαια πρέπει καί ἀξίζει νά ὁδηγηθεῖ ὁ ἐαυτός μας, πού
συνηθίζει νά ξεγλυστράει σάν χέλι, νά παραδεχθεῖ τήν ἁμαρτωλότητά του. Νά
θελήσει γενναία, ἡρωικά καί παλληκαρίσια ν’ ἀναχωρήσει ἀνεπίστροφα ἀπό τήν
ἁμαρτία. Νά μήν ἐπωάζει πιά μνῆμες καί φιλεπίστροφους λογισμούς στά πρότερα, τ’
ἄχαρα, τ’ ἁμαρτωλά, τ’ ἀνέντιμα τῆς προηγούμενης ζωῆς»[13]. Ἄς βάλουμε, λοιπόν,
ἀρχή μετανοίας καί ἀρχή ἱκετευτικῆς προσευχῆς.
Ἡ
ἀποφασιστική καί ἔμπρακτη μετάνοια μας, λοιπόν, εἶναι αὐτή πού μπορεῖ νά
ἀποτρέψει καί νά ἀπωθήσει χρονικά καί τά παρόντα καί τά ἐπερχόμενα δεινά. Αὐτό
μᾶς τό βεβαιώνει ἡ βιβλική καί ἐκκλησιαστική μας ἱστορία, πού μᾶς παραδίδει
τόσες καί τόσες περιπτώσεις πού ἡ δικαιολογημένη ὀργή τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐμεῖς
οἱ ἄνθρωποι μέ τήν ἀποστασία μας προκαλοῦμε, κάμφθηκε μπροστά στήν εἰλικρινή,
ἔμπρακτη καί ἔμπονη μετάνοια καί προσευχή.
Κλασικό
παράδειγμα καί ὑπόδειγμα γιά ὅλους μας, ἡ ἰσχυρή καί ἀποφασιστική μετάνοια τῶν
Νινευϊτῶν, πού ἔκανε τόν ἴδιο τόν Θεό νά «μετανοήσει» καί νά δείξει τό ἔλεός
Του καί τήν φιλανθρωπία Του ἀποτρέποντας τά δεινά πού εἶχαν καθορισθεῖ καί
προαναγγελθεῖ γιά τούς Νινευΐτες. «Ἴδωμεν τόν Θεόν διά φιλανθρωπίαν
ψευδόμενον...», ἀναφωνεῖ μέ θαυμασμό καί ἔκπληξη ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
«Μετενόησαν Νινευΐται καί μετενόησεν ὁ Θεός. Ἔσχισεν ἡ μετάνοια τῆς ἀπωλείας τό
πρόσταγμα... Ὤ πάντα δυναμένης μετανοίας! Ἐπί γῆς τελεῖται καί τά ἐν οὐρανοῖς
ἀναστρέφει»[14].
Κάτι
ἀνάλογο συνέβη καί στήν περίπτωση τοῦ Ἀχαάβ, τήν μετάνοια τοῦ ὁποίου μᾶς
προβάλλει σέ μιά γλαφυρή ὁμιλία του ὁ Ἄγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων: «Ὁ Ἀχαάβ, ὁ
βασιλιάς τῆς Σαμάρειας, ὑπῆρξε ὑπερβολικά παράνομος, εἰδωλολάτρης,
προφητοκτόνος, ἀσεβής καί ἄδικος. Ὅταν ὅμως μέ τή βασίλισσα Ἰεζάβελ σκότωσε τόν
Ναβουθαί καί ἦρθε ὁ προφήτης Ἠλίας καί τόν ἀπείλησε, ἀμέσως ἔδειξε μετάνοια.
Ξέσκισε τή βασιλική ἐνδυμασία καί φόρεσε τόν πένθιμο σάκκο. Τί εἶπε τότε ὁ φιλάνθρωπος
Θεός στόν Ἠλία; “Βλέπεις τή μετάνοια τοῦ Ἀχαάβ; Δέν θά τόν τιμωρήσω!” (πρβλ. Γ'
Βασ. 20:29). Συγχωρεῖ ὁ φιλάνθρωπος Θεός τόν Ἀχαάβ, μολονότι ἔμελλε ἐκεῖνος νά
συνεχίσει τίς ἁμαρτίες του. Ὁ Κύριος, βέβαια, δέν ἀγνοοῦσε τό μέλλον του, ἀλλά
τώρα, στόν καιρό τῆς μετάνοιας, τοῦ χαρίζει τήν ἀνάλογη συγχώρηση. Εἶναι
χαρακτηριστικό τοῦ δίκαιου δικαστῆ νά ἀνταποκρίνεται κατάλληλα σέ κάθε
περίσταση πού παρουσιάζεται»[15].
Καί
συνεχίζει ὁ Ἅγιος Κύριλλος: «Ὑπερβολικά ἁμαρτωλόςὑπῆρξε καί ὁ Μανασσῆς.
Πρόσταξε καί πριόνισαν τόν [προφήτη] Ἠσαΐα. Μολύνθηκε μέ τήν εἰδωλολατρία.
Πλημμύρισε τήνἹερουσαλήμ μέ αἵματα ἀθώων. Ὅταν ὅμως ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτοςστή
Βαβυλώνα καί δοκίμασε τήν τιμωρία, ἔσπευσε νά θεραπευθεῖ μέτή μετάνοια. Λέει ἡ
Γραφή: «Ταπεινώθηκε βαθιά ὁ Μανασσῆςἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων του καί ζήτησε
τό ἔλεός Του. ὉΚύριος ἄκουσε τή θερμή του προσευχή, τόν ἐπανέφερε
στήνἹερουσαλήμ καί τοῦ ξαναχάρισε τό θρόνο του» (Β' Παραλ. 33:12-13). Ἄν σώθηκε
μέ τή μετάνοια αὐτός πού πριόνισε τόν προφήτη,ἐσύ, πού ἀσφαλῶς δέν ἁμάρτησες
τόσο φρικτά, δέν θά σωθεῖς;Πρόσεξε, νά μήν ἀμφιβάλλεις γιά τή δύναμη τῆς
μετάνοιας»[16].
Ἄς
ἐπιδείξουμε καί ἐμεῖς αὐτή τήν ἔμπρακτη, ὁλόκαρδη, σωστική καί ἀνατρεπτική
μετάνοια, γιά νά μήν ἰσχύσει καί γιά μᾶς ἡ διαπίστωση τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ
Σύρου, πού μᾶς λέγει: «Ἄν τώρα παραβάλουμε τή μετάνοια τῶν Νινευϊτῶν μέ τή δική
μας, αὐτή μοιάζει μέ ὄνειρο καί σκιά, πού φεύγει καί χάνεται γρήγορα. Ποιός ἀπό
μᾶς προσευχήθηκε ἔτσι; Ποιός παρακάλεσε μέ τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο
ἀφάνταστα ἐνώπιόν του Θεοῦ; Ποιός ἔβγαλε ἀπό πάνω του τίς φανερές καί κρυφές
του πράξεις; Ποιός, στό ἄκουσμα μιᾶς ἁπλῆς φωνῆς, μετανόησε τόσο πολύ γιά τίς
ἁμαρτίες του, ποῦ ἔνιωσε τήν καρδιά του νά ραγίζει ἀπό τήν πολλή συντριβή;
Ποιός ἄκουσε ἕνα λόγο καί θόλωσε ὁ νοῦς του; Ποιός ἄκουσε μίαν ἀπειλή καί
στερέωσε μέσα του τή μνήμη τοῦ θανάτου; Ποιός ἀντικρυσε μέ τή μετάνοια μπροστά
του τόν φιλάνθρωπο Θεό;»[17].
Θά
πρέπει νά δώσουμε μεγάλη βαρύτητα στό ζήτημα τῆς μετανοίας, καθώς ἡ μεγάλη
ἀπειλή τοῦ Χριστοῦ γιά μιά Ἐκκλησία, γιά ἕνα λαό, γιά ἕνα ἔθνος, πού μένει
ἀμετανόητο, εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τῆς Χάριτός Του καί ἡ παράδοση στήν αἵρεση ἤ ὁ
ξερριζωμός καί ἡ μετατόπιση τοῦ πληθυσμοῦ, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τό Ἱερό Βιβλίο
τῆς Ἀποκαλύψεως.
Στό
δεύτερο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως, γράφει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ:
«Καὶ τῷ
ἀγγέλῳ (=τῷ Ἐπισκόπῳ) τῆς ἐν Ἐφέσῳ Ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ κρατῶν τοὺς
ἑπτὰ ἀστέρας, ὁ περιπατῶν ἐν μέσῳ τῶν ἑπτὰ λυχνιῶν τῶν χρυσῶν· οἶδα σου τὰ ἔργα
καὶ τὸν κόπον σου καὶ τὴν ὑπομονήν... Ἀλλά ἔχω κατά σοῦ, ὅτι τὴν ἀγάπην σου τὴν
πρώτην ἀφῆκας· μνημόνευε, οὖν, πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησον καὶ τὰ πρῶτα ἔργα
ποίησον· εἰ δέ μὴ ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τὴν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου
αὐτῆς, ἐάν μὴ μετανοήσῃς»[18].
Προσφιλέστατοι
ἀδελφοί μας,
ἔτι καί
ἔτι κλίναντες τά γόνατα καί τίς καρδιές μας κατενώπιον τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ
μας, ἄς ἱκετεύσουμε μέ κραταιά ἐλπίδα καί ἀταλάντευτη ἐμπιστοσύνη τόν γλυκύτατο
Κύριό μας καί Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό: «Μακρόθυμε καί ἀνεξίκακε Κύριε,
Σοῦ δεόμεθα καὶ Σὲ ἱκετεύομεν, μὴ κινήσῃς τὴν λυχνίαν Σου ἐκ τοῦ μαρτυρικοῦ
τόπου τῆς πατρίδος ἡμῶν. Ἐνίσχυσον τὸν χριστώνυμον λαόν Σου φυλάττειν καὶ
ὑπηρετεῖν τὴν ἁγίαν ἡμῶν πίστιν εἰς τὴν Ἀΐδιον καὶ Ζωοποιὸν Τριάδα, δυνάμει τοῦ
Ζωοποιοῦ Σου Σταυροῦ, καὶ ἱκεσίαις τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς
ἀκαταμαχήτου ἡμῶν προστασίας καὶ ἐλπίδος».
Ἀδελφοί,
Ὁ
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός δέν θά νικήσει μόνον στό τέλος τοῦ κόσμου
θριαμβευτικά, ἔνδοξα, ὁριστικά καί αἰώνια. Νικᾶ καί σήμερα καί κάθε μέρα και
παντοτεινά τό κακό, ἐφ΄ ὅσον μιά πύρινη καί ἐκ ταπεινῆς καρδίας προσευχή
ἀνεβαίνει στό θρόνο τοῦ Ὑψίστου.
Παραμένοντας
ἐν μετανοίᾳ, εἴμαστε μόνιμα μέ τόν Αἰώνιο Νικητή, τόν Χριστό μας. Δοξασμένο τό
Ἅγιο Ὄνομά Του.
…………………………………………………………………………….
[1] Βλ.
σχ. Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.N.O. IX.1, σ.
54.1-10, ΕΠΕ 10, Πατερικές ἐκδ. «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσ/νίκη 1990, σελ.
182-183: «Ἐπειδὴ γὰρ θεοειδὴς ὁ ἄνθρωπος ἐγένετο καὶ μακάριος τῷ αὐτεξουσίῳ
τετιμημένος (τὸ γὰρ αὐτοκρατές τε καὶ ἀδέσποτον ἴδιόν ἐστι τῆς θείας
μακαριότητος)…εἰ γὰρ ἑκουσίως τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν κατὰ τὴν αὐτεξούσιον
κίνησιν ἐπί τι τῶν οὐ δεόντων ὁρμήσασαν βιαίως τε καὶ κατηναγκασμένως
τῶν ἀρεσάντων ἀπέστησεν, ἀφαίρεσις ἂν ἦν τοῦ προέχοντος ἀγαθοῦ τὸ
γινόμενον καὶ τῆς ἰσοθέου τιμῆς ἀποστέρησις (ἰσόθεον γὰρ ἔστι τὸ
αὐτεξούσιον)». Δηλαδή: Ἐπειδή δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὅμοιος μέ τόν Θεό καί
μακάριος, τιμημένος μέ τό αὐτεξούσιο (γιατί ἡ αὐτεξουσιότητα καί ἡ ἐλευθερία
εἶναι ἰδιότητες τῆς θείας μακαριότητας)... Ἄν δηλαδή ἀποσποῦσε τήν ἀνθρώπινη
φύση μέ τήν βία καί τόν καταναγκασμό ἀπό ὅ,τι τῆς ἄρεσε, ὅταν εἶχε ὁρμήσει
σύμφωνα μέ τήν αὐτεξούσια κίνησή της σέ πράγματα ἀνεπίτρεπτα, τό γεγονός θά
ἦταν ἀφαίρεση τοῦ ἐξαίρετου ἀγαθοῦ καί ἀποστέρηση τῆς ἰσόθεης τιμῆς (γιατί τό
αὐτεξούσιο εἶναι ἰσόθεο).
[2]
Μεγάλου Βασιλείου, Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, ΕΠΕ 7, Πατερικές ἐκδ.
«Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσ/νίκη 1973, σελ. 110, PG 31, 345Β: «Ἀλλά διά τί οὐκ
ἐν τῇ κατασκευῇ τό ἀναμάρτητον ἔσχομεν, φησίν, ὥστε μηδέ βουλομένοις ἡμῖν
ὑπάρχειν τό ἁμαρτάνειν; Ὅτι καί σύ τούς οἰκέτας, οὐχ ὅταν δεσμίους ἔχῃς, εὔνους
ὑπολαμβάνεις, ἀλλ΄ ὅταν ἑκουσίως ἴδῃς ἀποπληροῦντάς σοι τά καθήκοντα. Καί Θεῷ
τοίνυν οὐ τό ἠναγκασμένον φίλον ἀλλά τό ἐξ ἀρετῆς κατορθούμενον. Ἀρετή δέ ἐκ
προαιρέσεως καί οὐκ ἐξ ἀνάγκης γίνεται. Προαίρεσις δέ τῶν ἐφ΄ ἡμῖν ἤρτηται. Τό
δέ ἐφ΄ ἡμῖν ἐστι τό αὐτεξούσιον». Μέ τόν ὅρο «τά ἐφ΄ ἡμῖν» σημαίνονται τά
πράγματα πού ἐξαρτῶνται ἀπό τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ὁρολογία εἶναι τῆς
στωϊκῆς φιλοσοφίας.
[3]
Γρηγορίου Νύσσης, Είς Ἐκκλησιαστήν 4, PG 44, 665ΑΒ: Τόν καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ
ὄντα καί πάσης ἄρχοντα τῆς γῆς καί πάντων τῶν ἐπί τῆς γῆς τήν ἐξουσίαν παρά
Θεοῦ κληρωσάμενον τίς ὁ ἀπεμπολών, εἰπέ, τίς ὁ ὠνούμενος; Μόνου Θεοῦ τό
δυνηθῆναι τοῦτο, μᾶλλον δέ οὐδέ αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἀμεταμέλητα γάρ, φησί, τά
χαρίσματα.
[4] Βλ.
Κεφάλαια φυσικά κ.λπ. 44, PG 150, 1152 D.
[5] Α΄
Ἰω. 2, 18
[6] Ἁγ.
Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἑρμηνεία τῆς Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀπ.
Παύλου, ἐκδ. Παμμακεδονικῆς Ἕνωσης Μακεδονικοῦ ἀγώνα Ἑλλάδας-Αὐστραλίας, σελ. 72
[7] Ἁγ.
Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὅ.π., σελ. 79-80
[8] Ἁγ.
Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὅ.π., σελ. 74
[9] Ἀποκ.
18,4
[10]
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, Θαύματα καί σημεῖα, ἐκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Νικοπόλεως
[11]
«Σημεῖα τῶν καιρῶν 666», ἰδιόχειρο σημείωμα Ἁγίου Παϊσίου ἀπό
τό βιβλίο «ὁ Γέρων Παΐσιος» τοῦ ἱερομ. Χριστοδούλου Ἁγιορείτου, Ἅγιον
Ὄρος 1994, σελ. 185-192
[12]
Ἀποκ. 13,17
[13]
https://www.pemptousia.gr/2012/02/i-alithini-metania/
[14]
Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν μετάνοιαν τῶν Νινευϊτῶν, ΕΠΕ 8Α, 510-520
[15]
Ἁγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Ἡ Μετάνοια, Ἀπό τή σειρά τῶν φυλλαδίων «Ἡ φωνή τῶν
Πατέρων», ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς,
http://www.orthodoxfathers.com/logos/Metanoia
[16]
Ἁγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, ὅ.π.
[17]
Ὁσ. Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Ἰωνᾶς καί Νινευῖτες, Ἀπό τή σειρά τῶν φυλλαδίων «Ἡ
φωνή τῶν Πατέρων», ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς,
http://aktines.blogspot.gr/2015/09/blog-post_62.html
[18]
Ἀποκ. Β΄, 5