ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2018

ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Ο ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ- ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ

Άγιος Γεράσιμος ο Νέος Ασκητής της Κεφαλλονιάς 

Ο Όσιος Γεράσιμος γεννήθηκε το 1509 μ.Χ. στα Τρίκαλα της Κορινθίας. Καταγόταν από την επίσημη οικογένεια των Νοταράδων και ήταν γιος του Δημητρίου και της Καλής. Από μικρός έλαβε χριστιανική και αρχοντική ανατροφή και διακρινόταν στο σχολείο για την ευστροφία και την ευφυΐα του μυαλού του. Ευγενική ψυχή ο Γεράσιμος, συμπαθούσε τους φτωχούς συμμαθητές του και τους βοηθούσε με κάθε τρόπο.  

Όταν έφτασε σε ώριμη ηλικία, περιηγήθηκε διάφορα μέρη, όπως την Ζάκυνθο, την Κωνσταντινούπολη και τα γύρω απ' αύτη, το Άγιον Όρος, διάφορες Μονές της Ανατολής για να μείνει στην Ιερουσαλήμ. Εκεί υπηρέτησε σαν νεωκόρος για ένα χρόνο στον Ναό της Αναστάσεως και χειροτονήθηκε Διάκονος και αργότερα Πρεσβύτερος, από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Γερμανό. Κατόπιν έφυγε και από 'κει και κατέληξε στην τοποθεσία Ομαλά της Κεφαλονιάς, όπου έκτισε γυναικείο Μοναστήρι και το ονόμασε Νέα Ιερουσαλήμ.  

Στη Μονή αυτή λοιπόν, αφού έζησε ασκητικά και ανέπτυξε μεγάλες αρετές, βοηθώντας πνευματικά και υλικά τους κατοίκους της Κεφαλονιάς, απεβίωσε ειρηνικά στις 15 Αυγούστου του 1579 μ.Χ., σε ηλικία περίπου 70 ετών. Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε το 1580-81 μ.Χ. Το Λείψανο του Αγίου βρίσκεται αδιάφθορο στην ομώνυμη Μονή Ομαλών Κεφαλληνίας. 

Ο Όσιος Γεράσιμος απεβίωσε την 15η Αυγούστου του έτους 1579 μ.Χ., αλλά επειδή την ήμερα αυτή πανηγυρίζετε η μνήμη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, τελείται η γιορτή του την 20ή Οκτωβρίου, τότε που έγινε η ανακομιδή του θαυματουργού λειψάνου του. Την ήμερα αυτή όμως, αναγράφηκε η μνήμη της κοιμήσεως του και γίνεται στην Κεφαλονιά μεγάλο πανηγύρι. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου και στις 16 Αυγούστου. 

https://www.saint.gr

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2018

ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΤΑΦΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ

ΠΑΝΑΓΙΑ ΦΙΔΟΥΣΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ


ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ


ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ- ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Κοίμησις της Θεοτόκου 

Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.

Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της.

Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχες.

Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου.

Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ώ Μήτερ τής ζωής».
 

https://www.saint.gr

Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΟΚΟΣ: ΟΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΘΟΤΑΝ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΑΣ

ΟΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΘΟΤΑΝ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΑΣ
π. Δημητρίου Μπόκου

Κατά το Μάιο του 1929, τα λίγα χωράφια του χωριού και τα αμπέλια του κινδύνευαν να καταστραφούν τελείως από την επιδρομή αμέτρητων παμφάγων ακρίδων. Τρόπος να τις διώξουν δεν υπήρχε, ούτε μέσο να τις καταστρέψουν. Τα χτήματα ήταν στην απόλυτη κυριαρχία της φοβερής ακρίδας. Όλοι οι χωρικοί έβλεπαν με δέος, πόνο και απελπισία την επικείμενη καταστροφή. Μόνο ο πανάγαθος Θεός μπορούσε να βοηθήσει με το άπειρο έλεός του και με τις ικεσίες της προστάτιδάς μας Παναγίας της Πυρσόγιαννης.

Το ίδιο απόγευμα οι κάτοικοι του χωριού, με πρώτο τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, πηγαίνουν ασθμαίνοντας να φέρουν τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας για να γλυτώσει η Χάρη της τα χτήματα από την ολική καταστροφή και εξαφάνιση.
Όλο το βράδυ έψαλαν με κατάνυξη και με ιδιαίτερη προσοχή τη μεγάλη Παράκληση και πουρνό-πουρνό, ψάλλοντας σε όλο τον δρόμο το «Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε…», τη μετέφεραν στο χωριό μας και στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Γονατιστοί μέσα στο ναό έψαλαν τη μεγάλη Παράκληση και πήραν Αγιασμό, για να ραντίσουν τα δοκιμασμένα από τη λαίλαπα των ακρίδων χτήματα. Στο τέλος όλο το χωριό με επικεφαλής τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, ψάλλοντας συνεχώς και ικετεύοντας, έφεραν τη θαυματουργή Εικόνα έξω από τον Ναό του Αγίου Μηνά, με πρόσωπο προς τα χτήματα και προσεύχονταν για να κάνει το θαύμα η Παναγία μας.

Και ω των θαυμασίων σου, Μητέρα του Θεού, Μητέρα της ψυχής μας και προστασία όλων! Οι ακρίδες, σύννεφα ολόκληρα, φεύγοντας από τα χτήματα, έπεφταν στον Σαραντάπορο ποταμό και πνίγονταν. Η φωνή απελπισίας, η θερμή ικεσία και παράκληση των συγχωριανών εισακούσθηκε. Η Παναγία μας, η προστάτις όλων των πονεμένων, έσωσε για μια ακόμη φορά το χωριό μας. Δοξασμένο ας είναι το άγιο όνομά της!

(Ελεύθερη παράθεση από το βιβλίο: Νικολάου Τσίπα, Σεργιάνισμα στους χώρους και στην ιστορία της Πυρσόγιαννης).

Τέτοια γινόντουσαν τις εποχές που οι άνθρωποι είχαν μονάχα τον γείτονα και τον Θεό. Τον γείτονα για τα πέρα-δώθε, τον Θεό για τα δύσκολα. Είτε χαρά είχαν είτε λύπη, εκεί θα έτρεχαν. Έλεγαν π.χ. οι Φαρασιώτες της Καππαδοκίας, οι συμπατριώτες του αγίου Παϊσίου: «Εμείς στην πατρίδα μας τί θα πει γιατρός δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή τρέχαμε (στον άγιο Αρσένιο, που τους διάβαζε κάποια ευχή και γίνονταν καλά). Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ' αν τα πούμε αυτά εδώ στους ντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».
Ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι, ήταν η απαντοχή τους, η παρέα, το αποκούμπι τους. Μ’ αυτούς τα λέγανε, μ’ αυτούς τρωγόντουσαν νύχτα και μέρα. Στον Θεό λέγαν την καλημέρα τους με το που άνοιγαν τα μάτια τους, σ’ αυτόν και την καληνύχτα τους. Ο μεγάλος Μακρυγιάννης διηγείται πως μάλωσε κάποτε, φτωχό παιδί, με τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, πικραμένος από την ανθρώπινη κακία. Και μια με τις απειλές, μια με τα παρακάλια, έκαμα, λέει, τις συμφωνίες μου με τον άγιο, να με βοηθήσει αυτός να προκόψω, κι εγώ να του φτιάξω καινούργια την εκκλησία του.
Ο ατίθασος Καραϊσκάκης είχε την Παναγία την Προυσιώτισσα, την «Κυρά της Ρούμελης», σαν μάνα του. Στο μοναστήρι της είχε τη μόνιμη κατοικία του. Της μιλούσε με απόλυτη οικειότητα. Με τη γνωστή του αμετροέπεια, χαριεντίζονταν μαζί της με απλότητα, όταν ασήμωσε την εικόνα της, μετά από μια θεραπεία του από τους πυρετούς και τις θέρμες που τον τσάκιζαν αδιάκοπα: «Γυναίκα δεν είσαι και συ, Μεγαλόχαρη; Έπρεπε, βλέπεις, να σου τάξω μπιχλιμπίδια για να με κάνεις καλά!»
Αυτά δείχνουν σχέση. Οικεία, ζεστή σχέση. Ο Θεός, οι άγιοι, μα ιδιαίτερα η Παναγία, δεν ήταν κάποιοι ξένοι, άγνωστοι, μα σπιτικοί, οι δικοί τους άνθρωποι. Μέλη της οικογένειάς τους. Δεν βάδιζαν μόνοι τον τραχύ δρόμο της ζωής τους, αλλά παρέα με τους αγίους τους, «συν πάσι τοις αγίοις». Οικοδέσποινα, νοικοκυρά σε κάθε σπίτι, είχαν πάντα τη Μεγαλόχαρη. Σε κάθε συμφορά, την Παναγιά καλούσαν πρώτη-πρώτη να συνδράμει. Δεν ήταν γάμος και χαρά, που να μη ζητήσουν με τα όμορφα τραγούδια τους να παρευρεθεί κι εκείνη στη χαρούμενη συντροφιά τους.

-  Έλα Θεέ και Παναγιά με τον Μονογενή σου,
κι ευλόγα μας τούτ’ την δουλειάν, που ’ναι ’πο την βουλήν σου…
Δεν ήταν πόνος και καημός, που δεν θα τον ακουμπούσαν στα πόδια της πιο πονεμένης μάνας του κόσμου. Τα δάκρυα της Παναγιάς για τον μοναχογιό της, γίνονταν βάλσαμο και παρηγοριά, ένα με τα δικά τους δάκρυα. Έσμιγε το πικρό μοιρολόι τους με τον θρήνο της Μεγάλης Μάνας τους.

-  Άρχοντες, αφουγκράστε μου της Δέσποινας τον θρήνον,
πώς κλαίει τον Μονογενή εις τον Σταυρόν εκείνον…
Δεν έβαζαν ψωμί στο στόμα τους, αν δεν καλούσαν Χριστό και Παναγιά συντροφιά στο τραπέζι τους, αχώριστους συνδαιτυμόνες τους.
-  Σε τουτ’ την τάβλα που ’μαστε, σε τούτο το τραπέζι,
τον Άγγελο φιλεύουμε και το Χριστό κερνάμε
και την Παρθένα Δέσποινα διπλά την προσκυνάμε,
να μας χαρίσει τα κλειδιά, κλειδιά του Παραδείσου,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω να σεργιανίσω,
να δω τους πλούσιους πώς περνούν και τους φτωχούς τί κάνουν…

Και η Παναγιά; Να μη συντρέχει, όταν τ’ αγαπημένα της παιδιά την προσκαλούν; Να μη σκοτώνεται να τα σκεπάσει, όταν απελπισμένα τη φωνάζουν; Σχέση αγάπης, βλέπεις, είναι αυτή, αμφίδρομη, πώς να φανεί αδιάφορη; Αισθάνεται μάνα κι αυτή για όσους αισθάνονται παιδιά της. Ξεχειλίζει ο μητρικός της πόθος για μας.
Εμείς όμως; Σήμερα που δεν μας νοιάζει ο γείτονας και τον Θεό δεν τον ντρεπόμαστε μήτε τον θέλουμε, που νοιώθουμε τάχα δυνατοί και άτρωτοι στον, παρά ταύτα, ετοιμόρροπο τενεκεδένιο μας παράδεισο, θα παραμείνουμε αδιάφοροι σε μια τέτοια μητέρα; Που καταδέχεται να μας θεωρεί, όχι κάποιους μακρινούς, αλλά καταδικούς της οικείους, λατρεμένους της συγγενείς; Πού θα ξαναβρούμε μια τέτοια αγάπη;
«Συγγενούς οικειότητος μη επιλάθη, Δέσποινα…»

Εορτή Κοιμήσεως Θεοτόκου
Αύγουστος 2018

Α ν τ ι ύ λ η
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504

Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΟΚΟΣ: ΕΜΨΥΧΟΣ ΚΙΒΩΤΟΣ Η ΠΑΝΑΓΙΑ

ΕΜΨΥΧΟΣ ΚΙΒΩΤΟΣ Η ΠΑΝΑΓΙΑ
π. Δημητρίου Μπόκου

Ο λαός του Θεού είναι έτοιμος να εισέλθει στη γη της Επαγγελίας. Αργηγός του τώρα, μετά τον πρόσφατο θάνατο του Μωυσή, είναι ο Ιησούς του Ναυή. Μπροστά τους κυλάει ο Ιορδάνης ποταμός. Την εποχή εκείνη ήταν αδιάβατος. «Επληρούτο καθ’ όλην την κρηπίδα αυτού». Η κοίτη του ήταν πλημμυρισμένη από άκρη σε άκρη. Με εντολή του Θεού ο Ιησούς του Ναυή έδωσε οδηγίες στον λαό για τη διάβαση. Μπροστά βάδισαν οι ιερείς σηκώνοντας στους ώμους τους την Κιβωτό της Διαθήκης, τη δόξα του Ισραήλ, όπου φυλάσσονταν οι πλάκες του Νόμου και άλλα ιερά αφιερώματα. 
Όταν οι ιερείς μπήκαν στον Ιορδάνη και βράχηκαν λίγο τα πόδια τους στο νερό, στάθηκαν, κρατώντας πάντα υψωμένη την Κιβωτό. Επαναλήφθηκε τότε το θαύμα της θαυμαστής διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Τα ορμητικά νερά του Ιορδάνη κόπηκαν απότομα στη μέση. Αυτά που κατέβαιναν από το πάνω μέρος του ποταμού, σταμάτησαν. Ένα υδάτινο τείχος σαν ένας μακρύς εκτεταμένος πάγος απλώθηκε σε τεράστια απόσταση, όσο έβλεπε το μάτι. Έφτανε ως την πόλη Καριαθιαρίμ. Αντιθέτως, στο κάτω μέρος του ποταμού, τα κατερχόμενα νερά συνέχισαν να τρέχουν ορμητικά, ώσπου άδειασαν όλα στην αλμυρή Νεκρά θάλασσα. Ο Ιορδάνης έγινε στεριά. Ο λαός γεμάτος δέος και κατάπληξη παρακολουθούσε απέναντι ακριβώς από την Ιεριχώ. 
Αφού στέγνωσε ο Ιορδάνης, οι ιερείς με την Κιβωτό προχώρησαν και στάθηκαν στο μέσον. Ο λαός πήρε τότε εντολή να διαβεί τον ποταμό. Κανένας δεν έπρεπε να πλησιάσει την Κιβωτό. Την έβλεπαν μόνο ευλαβικά από απόσταση δύο χιλιάδων πήχεων (χιλίων περίπου μέτρων). Μαζί τους έλαβαν δώδεκα μεγάλους λίθους από την κοίτη του Ιορδάνη, ένα για κάθε φυλή του Ισραήλ, και τους έστησαν στον τόπο όπου στρατοπέδευσαν, σε ανάμνηση του μεγάλου θαύματος. Αφού πέρασε όλος ο λαός, προχώρησαν τελευταίοι και οι ιερείς, εισάγοντας την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας. Με την έξοδό τους από τον Ιορδάνη, τα σταματημένα νερά του άρχισαν και πάλι να κυλούν κανονικά (Ιησ. Ν., κεφ. 3-4). 
Την εικόνα αυτή αντιστοιχίζει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός με την Κοίμηση της Θεοτόκου. Οι Απόστολοι τότε συνάχθηκαν με θεία δύναμη, «θεαρχίω νεύματι», από τα πέρατα της οικουμένης, για να προπέμψουν στον τάφο το «πανάχραντον και ζωαρχικόν σκήνος» της, δηλαδή «το ζωοδόχον σώμα» της. 
Με πρώτο τον Απόστολο Πέτρο σήκωσαν όλοι στους ώμους τους την αληθινή Κιβωτό του Θεού, όπως τότε οι ιερείς στον Ιορδάνη ύψωσαν την Κιβωτό της Διαθήκης, τον τύπο της έμψυχης Κιβωτού του Θεού (της Παναγίας). Και όπως δια μέσου του Ιορδάνη οι ιερείς εισήγαγαν την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας, έτσι και τώρα οι Απόστολοι, χρησιμοποιώντας τον τάφο σαν άλλον Ιορδάνη, παραπέμπουν στην αληθινή γη της Επαγγελίας, δηλαδή στην Άνω Ιερουσαλήμ, «την πάντων των πιστών Μητέρα». Και Άνω Ιερουσαλήμ βέβαια λέγεται η πόλη με τα ασάλευτα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Η Βασιλεία των Ουρανών (Εβρ. 11, 10). 
Ο Θεός μάς τίμησε ιδιαιτέρως κάνοντας και δική μας μητέρα την έμψυχη Κιβωτό του, τη μητέρα του. Ας ατενίζουμε ευλαβικά και εμείς την πανάχραντη μορφή της, για να διαπεράσουμε υπό τη μητρική της προστασία τον πολυκύμαντο Ιορδάνη της ζωής μας και να φτάσουμε όλοι ασφαλείς στην ακύμαντη γαλήνη της Βασιλείας του Θεού. 

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 421, Αύγ. 2018) 

Α ν τ ι ύ λ η 
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα 
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504 
e-mail: antiyli.gr@gmail.com 

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΛΕΒΗΣ






Τῇ ἐπισκιάσει σου τῇ σεπτῇ, μύρον ἀναβλύζει, ἡ Εἰκών σου ἡ ἱερά, οὗ τῇ λήψει Κόρη, λυτρούμεθα κινδύνων, καὶ πάσης ἀσθενείας, ἀπαλλαττόμεθα. 


Ὤφθη μυροβλύτις νεύσει τῇ σῇ, ἡ Εἰκών σου Κόρη, ἐν τῇ Μάνδρᾳ τῆς Μαλεβῆς, ᾗ μετ' εὐλαβείας, Παρθένε προσιόντες, ὀσμῆς ἐπουρανίου, πίστει πληρούμεθα. 

Λύει τῆς στειρώσεως τὰ δεσμά, τό μύρον σου Κόρη, λαμβανόμενον εὐλαβῶς˙ ὅθεν σου τὴν χάριν, κηρύττομεν τοῖς πᾶσι, καὶ τὰ πολλά σου θαύματα μεγαλύνομεν. 

Ρῶσιν καὶ ὑγείαν νέμει ἡμῖν, τό μύρον σου Κόρη, καὶ κινδύνων ἀπαλλαγήν, καὶ καρκίνου πάθος, τό χαλεπόν ἰᾶται˙ διό σε Μυροοβλύτισσα μεγαλύνομεν. 

Δεῦτε προσκυνήσωμεν ἀδελφοί, τῆς Μυροβλυτίσσης, τὴν Εἰκόνα ἐν Μαλεβῇ, ἵνα πληρωθῶμεν, ὀσμῆς ἐπουρανίου, καὶ πάσης δυσωδίας, θᾶττον ρυσθείημεν. 

Ἔχει ἡ Μονή σου ἐν Μαλεβῇ, προπύργιον μέγα, τὴν Είκόνα σου τήν σεπτήν, ἐκβλύζουσαν μύρον, εὐῶδες Θεοτόκε˙ διό καὶ μεγαλύνει, ἀεὶ τὴν δόξαν σου.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ





Ἴθυνον πρὸς τρίβους τῶν ἀρετῶν, Κεχαριτωμένη Ὁδηγήτρια τοὺς βροτούς, τοὺς τὰ μεγαλεῖα, τὰ Σὰ ὑμνολογοῦντας, καὶ σὺν τῷ Ἀρχαγγέλῳ, χαῖρε βοῶντάς Σοι.

Πάσης ἐπηρείας τῶν δυσμενῶν, λύτρωσαι Παρθένε τοὺς προσφεύγοντας Σῷ ναῷ, καὶ πάσης τε ἐκ βλάβης, ψυχῶν τε καὶ σωμάτων, καὶ θείας βασιλείας αὐτοὺς ἀξίωσον.

Πρόσδεξαι Κυρία Μήτηρ Χριστοῦ, ὕμνον Σοῦ ἱκέτου, ταπεινοῦ καὶ ἁμαρτωλοῦ, κατακεκρυμένου, καὶ βεβορβορωμένου, ἐκ βάθους τῆς καρδίας, καὶ μὴ παρίδης με.

Ἄχραντε Παρθένε Μήτηρ Θεοῦ, καὶ δεδοξασμένη, ὑπὲρ πᾶσαν φύσιν βροτῶν, Ὁδηγήτρια Κόρη, Ἁγία Θεοτόκε, περίσωζε τοὺς πίστει, Σὲ μεγαλύνοντας.

Τὸ θυμιατήριον τὸ χρυσοῦν, τὴν στάμνον τὴν ῥάβδον τὴν λυχνίαν τὴν θεαυγῆ, τὸν τόμον τὸν θεῖον, ἐν ᾧ Θεοῦ δακτύλῳ, ὁ Λόγος ἐνεγράφη, Σὲ μεγαλύνομεν.

Χαιρε τῶν Ἀγγέλων ἡ χαρμονή, καὶ τῶν Ἀποστόλων Ἀρχαγγέλων καὶ Προφητῶν, Μαρτύρων Ὁσίων, καὶ πάντων τῶν Δικαίων, ἀνύμφευτε Παρθένε, σκέπε τὴν πόλιν Σου.