ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018
Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018
Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ: ΑΣ ΜΗΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΩΣΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ
Ο γιος απαίτησε το
μερίδιο της περιουσίας του από τον Πατέρα του, το πήρε, έφυγε σε χώρα μακρινή
και εκεί το διασκόρπισε. Είμαστε οι γιοι του Πατέρα, που διαγουμίσαμε την
περιουσία που μας έδωσε. Γοητευτήκαμε από τις ξενόφερτες
σειρήνες που μας σαγήνευσαν, αλλάξαμε τα πρότυπα που είχαμε από τότε που
υπήρξαμε ως λαός, αναζητήσαμε το εύκολο χρήμα και την άκρατη ευχαρίστηση. Εκλέξαμε
πολιτικούς στα μέτρα μας, αναδείξαμε και συντηρήσαμε την διεφθαρμένη εξουσία
και κατασπαταλήσαμε τα δώρα του Πατέρα.
Καταχωνιάσαμε τις
αξίες και τις αρχές του πολιτισμού μας, την ανθρωπιά μας, το φιλότιμό μας, την
τιμή μας. Σπιλώσαμε την δικαιοσύνη, υπονομεύσαμε την δημοκρατία μας. Η
παγκοσμιοποίηση σμίκρυνε την πατρίδα, η «επιστημονική» ιστορία εξασθένισε το
έθνος, η απόρριψη της θρησκείας ήρε τα σημεία αναφοράς.
Καταντήσαμε
χοιροβοσκοί να τρώμε ξυλοκέρατα και βγήκαμε στην ζητιανιά. Δώσαμε ομολογίες
χρέους, αλλά κανείς δεν μας δάνειζε χρήματα με αντίκρυσμα χάρτινες υποσχέσεις. Και
τότε νοιώσαμε την απίστευτη μοναξιά που κουβαλούσαμε.
Όλα τα χρόνια, η
περιουσία του Πατέρα, τα χρήματα που δεν κοπιάσαμε να αποκτήσουμε, τα δάνεια
και οι πιστωτικές μας έδιναν την πεποίθηση της ευημερίας και της ευμάρειας κι
εμείς κλεινόμασταν στον εαυτό μας, άκρατοι εγωιστές που μόνο η εξαγορά της προσωρινής
ευχαρίστησης μας ένοιαζε, χτίζοντας σαθρά θεμέλια στο οικοδόμημα που θα
κληροδοτούσαμε στα παιδιά μας.
Και τώρα, μόνο την
τροφή των χοίρων έχουμε να φάμε, αλλά επειδή η μοναξιά δεν αντέχεται κι αφού
κανένας δεν μας υπολήπτεται, είπαμε να υποθηκεύσουμε και το μέλλον μας. Κι
ετοιμαζόμαστε να ξεπουλήσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε για να πάρουμε μια
παράταση τρυφηλότητας, επειδή ακόμη, ο αδερφός μου ο γερμανός, δεν με θέλει
μαζί του, επειδή ο αδερφός μου ο ευρωπαίος δεν θέλει να με στηρίξει, επειδή ο
αδερφός μου ο «νοικοκύρης» λέει: «ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον
μετά πορνών»…
Ευτυχώς η παραβολή
έχει αίσιο τέλος. Ο άσωτος γιος μετανοεί
και προστρέχει στον Πατέρα του: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον
σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου», κι Αυτός ανοίγει την αγκαλιά του
και σφάζει τον μόσχο τον σιτευτό.
Όταν εμείς
συνειδητοποιήσουμε τον εγωισμό μας, όταν αισθανθούμε
ειλικρινά την ασωτία μας, όταν πάψουμε να
θεωρούμε τους «άλλους» υπεύθυνους για την κατάντια μας, όταν αποπέμψουμε τον
πολιτικό που εμείς εκλέξαμε την ώρα που θα μας κλείσει το μάτι, όταν θα αρνηθούμε στον
διεφθαρμένο αξιωματούχο της εξουσίας να τον λαδώσουμε, όταν σαν δάσκαλοι
κάνουμε καλά και με πολλή αγάπη το μάθημά μας στα παιδιά μας, όταν σκάψουμε το
χωράφι μας κάνοντας πρώτα τον σταυρό μας, όταν αγαπήσουμε τον συνάνθρωπο μας
«ως εαυτούς», τότε ο μόσχος ο σιτευτός
θα μας περιμένει στο τραπέζι, προσφορά από τον Πατέρα σε μένα και τους
αγαπημένους μου.
πηγή: hamomilaki.blogspot.com/
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΑΣ ΚΑΤΗΦΟΡΟΣ. ΘΡΗΝΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Ἡ πνευματικὴ παρακμὴ
καὶ ὁ ἐθνικός μας κατήφορος. Θρηνητικὲς διαπιστώσεις
Γράφει ὁ Ἐνορίτης
Εἶναι
ἀλήθεια πώς οἱ ἐντὸς τῶν τειχῶν πόλεμοι εἶναι δριμύτεροι τῶν ἐξωτερικῶν. Ἡ
Ἑλλάδα πολλὲς φορὲς ἡττήθηκε σὲ πολέμους λόγω τῶν ἐσωτερικῶν φατριῶν καὶ παθῶν.
Νοσήματα ἐπάρσεως, διχοστασίας καὶ φοβερῆς προδοσίας ἐπιτέλεσαν ἔργο ἀνίερο. Ὁ
Ἐφιάλτης, ὁ Ἰούδας εἶναι πρόσωπα ἐπαναλαμβανόμενα στὴν ἱστορία. Ἡ διχόνοια
κατατρώει τὰ σπλάχνα τοῦ γένους μας. Οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι, μὲ τὸ χυμένο
ἀδελφοκτόνο αἷμα, ἦταν οἱ πιὸ ἰσχυροί.
Σήμερα τυφλὸς εἶναι ὅποιος δὲν βλέπει ὅτι ἔνοχοι καὶ συνένοχοι σὲ παρακμὴ
παραφροσύνης συνεχίζουν τὸ χορό, τὸ τραγούδι καὶ τὸ φαγοπότι. Ἡ ἀμετανοησία
εἶναι αὐτοκαταστροφικὴ ὅδευση πρὸς τὸν γκρεμό. Ἡ Ἑλλάδα ἐκπορνεύεται. Θλίψη καὶ
ἡττοπάθεια κυριαρχοῦν. Ἡ ἐξυγίανση καὶ ἡ κάθαρση ὄνειρο ἀπατηλό. Συνεχίζουν νὰ
εἶναι στὴν ἐξουσία φαῦλοι διεφθαρμένοι, ἀφυλάκιστοι. Τὰ ἐθνικὰ θέματα σὲ
δεύτερη μοίρα. Ἠθικὴ σήψη δυστυχῶς ἐπικρατεῖ κι ἐκεῖ πού δὲν τὸ περιμένεις.
Γίνονται συνεχῶς ἐκπτώσεις. Ἡ παιδεία νοσεῖ φοβερά. Ἡ ψευτοδιανόηση
ἐκμεταλλεύεται λάθη. Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἀπὸ καιρὸ στὴν ἐντατική. Ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα
καθημερινὰ δολοφονεῖται. Ζόφος ἀποπροσανατολιστικὸς ἐπικρατεῖ. Ἕνας βίαιος καὶ
θλιβερὸς ἐθνομηδενισμός. Ὅποιος ἐκφράζεται πατριωτικά, ἀπαξιώνεται ὡς ἀκραῖος
ἐθνικιστής, φασίστας.
Ἡ βιασύνη γιὰ ἀπόκτηση πολλοῦ καὶ εὔκολου χρήματος ὁδήγησε τούς νεοέλληνες σὲ
μεγάλα λάθη. Ἡ ἀνυπομονησία καὶ ἡ ἐπιπολαιότητα πληρώνονται σκληρά. Ὁ
πλουτισμὸς Εὐρωπαίων τοὺς ὁδήγησε σὲ ἀκρότητες. Ἡ Εὐρώπη κατήντησε
ἀποχριστιανισμένη πλήρως. Τὸ Βατικανὸ μετρᾶ θύματα μὲ ἕνα παραποιημένο
εὐαγγέλιο. Κακοποιήσεις καὶ βιασμοὶ παιδιῶν ἀμέτρητοι καὶ ἀναίσχυντοι. Μὲ ἕναν
νεκρὸ Θεὸ κάποιοι ἀναζητητὲς καταφεύγουν στοὺς δασκάλους τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς γιὰ
μία ἐσωτερικευμένη ζωή. Περὶ τὶς δύο χιλιάδες προτεσταντικὲς παραφυάδες
διεκδικοῦν ποίμνια. Ὁ ἀποχριστιανισμὸς τῆς Εὐρώπης εἶναι σοβαρὸς καὶ θὰ ἔχει
ἀκόμη χειρότερες συνέπειες.
Πλημμύρισε ἡ πολιτικὴ καὶ κοινωνικὴ ζωὴ ἀπὸ δῆθεν «προοδευτικούς». Σπεύδουν νὰ
καταλάβουν τὴν ἐξουσία πρόσωπα πού προβάλλονται ὡς πνευματικοὶ καὶ
προοδευτικοί, ἐνῶ εἶναι κύμβαλα ἀλαλάζοντα καὶ ὄχι λίγες φορὲς κραυγαλέες
μετριότητες. Στὸ ὄνομα τῆς κατ’ αὐτοὺς «προόδου», ζητοῦν μὲ μεθόδους ἀριστεροῦ
«ταλιμπανισμοῦ» νὰ ἀποχριστιανίσουν καὶ νὰ ἀφελληνίσουν τὸν λαό μας. Γράφουν
βιβλία γιὰ νὰ μᾶς πληροφορήσουν ὅτι ὡς τώρα διδασκόμασταν στρεβλωμένα τὴν
ἑλληνική μας ἱστορία. Τοὺς τύπους αὐτοὺς τοὺς ἐνδιαφέρει ἡ ἀποδόμηση κάθε τί
Χριστιανικοῦ, Ὀρθόδοξου, Ἑλληνικοῦ. Καὶ ἡ ἀντικατάστασή του μὲ ὅ,τι μὴ ἑλληνικό.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ παιδιά μας, βάλθηκαν ἀπὸ τὸ δημοτικὸ νὰ τὰ κάνουν νὰ ξεχάσουν
τὴν πίστη τῶν πατέρων τους καὶ νὰ γαλουχηθοῦν μὲ τὰ «προοδευτικὰ» διδάγματα τοῦ
ἀντίχριστου Ἰσλάμ, τοῦ Κομφούκιου, τοῦ Κρίσνα, τοῦ Βούδα, τῶν σατανικῶν
ἀνατολικῶν θρησκειῶν. Διότι ἔτσι θὰ κτίσουμε τὴν Ἑλλάδα, τὴν ὁποία τὰ σημερινὰ
ἑλληνόπουλα, ἡ γενιὰ πού ἀνεβαίνει, δὲν πρέπει αὔριο νὰ λένε ὅτι εἶναι
Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι. Ὅσοι πονοῦμε αὐτὸ τὸν τόπο ἂς κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε
σήμερα, γιὰ νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὸν «προοδευτικὸ» ταλιμπανισμό. Ἂς μὴ τὸ ἀφήσουμε
γιὰ αὔριο.
Αὐτὰ τὰ ὁποῖα μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια κρατήσαμε σὲ καιροὺς χαλεπούς, δηλαδὴ τὴ
γλώσσα, τὴν πίστη, τὴν ἱστορία μας, τὴν παράδοσή μας, μὲ ἕνα λόγο, εἶναι κρίμα
καὶ ἄδικο νὰ τὰ χάσουμε σὲ καιρὸ εἰρήνης καὶ δημοκρατίας, σὲ καιρὸ ἐλευθερίας
καὶ σὲ χρόνους ἀποθέωσης τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Τὸ ἀναφέραμε καὶ στὴν
ἀρχή, ὅτι «τὰ κάστρα πέφτουν ἀπὸ μέσα». Δουλεύει πονηρὰ ἐντὸς τῶν τειχῶν ἡ «5η
φάλαγγα». Οἱ Ἐφιάλτες τῆς ἱστορίας καὶ οἱ μειοδότες τῶν ἐθνικῶν ἀξιῶν καὶ
ἰδανικῶν μας. Διότι πέραν τῶν ὅσων λέγονται περὶ ἐξωτερικῶν πιέσεων καὶ
ἐξωγενῶν παραγόντων, ἂν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν θέλουμε νὰ ξεπουλήσουμε τὴν ψυχή μας
στὴ χωματερὴ τῆς ὑφηλίου, κανένας δὲν μᾶς ἀναγκάζει νὰ ἀλλοιώσουμε τὶς
παραδόσεις μας, νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν πίστη μας, νὰ ξεχαρβαλώσουμε τὴ γλώσσα μας καὶ
νὰ παραχαράξουμε τὴν ἱστορία μας. Μόνοι μας βάζουμε τὰ δάχτυλά μας καὶ βγάζουμε
τὰ μάτια μας.
Λαοὶ ποὺ σέβονται τὴν ἱστορία τους, την ἰδιοπροσωπία τους, τὴν
αὐτοσυνειδησία τους, ἔχουν αὐτοεκτίμηση καὶ συναίσθηση τῆς κληρονομίας τους καὶ
δὲν ἀνταλλάσσουν τὰ διαμάντια καὶ τὰ αἵματα τῶν προγόνων τους μὲ τὰ κάρβουνα
καὶ τὰ ξυλοκέρατα τὴν παγκοσμιοποίησης τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ τῆς Νέας Τάξης
Πραγμάτων.
Τὸ χειρότερο, βέβαια, εἶναι ἡ παραχώρηση ἐδάφους καὶ κυριαρχικῶν δικαιωμάτων μὲ
τὴ συγκατάθεσή μας σὲ ἕνα ἄλλο κράτος. Αὐτὸ ὅμως δὲν ξεκινάει αὐτόματα καὶ
ἄμεσα. Προηγοῦνται σταδιακὰ ἕνα σωρὸ ἄλλες πράξεις σὲ πολιτικὸ καὶ διπλωματικὸ
πεδίο. Καὶ πρῶτα παραχωρεῖται τὸ ὄνομα. Μετὰ πλαστογραφεῖται ἡ ἱστορία. Ὕστερα
κατασκευάζεται στὰ ἐργαστήρια τῶν πολυεθνικῶν καὶ τῶν συμφερόντων ἡ μειονότητα.
Γίνονται μετακινήσεις καὶ ἐπενδύσεις. Δημιουργοῦνται τετελεσμένα καὶ
προβοκάτσιες. «Καὶ ἐκεῖ ποὺ μᾶς χρωστοῦσαν, μᾶς παίρνουν καὶ τὸ βόδι». Αὐτὸ
γίνεται τώρα τὰ Σκόπια καὶ θὰ ἀκολουθήσει, ἂν δὲν εἴμαστε ἄγρυπνοι, μὲ
τὴν «Τσαμουριὰ» καὶ τὴ Θράκη. Στὸ τέλος ἔρχεται μία διάσκεψη καὶ σοὺ τὰ
παίρνουν ὅλα καὶ μὲ τὸ νόμο.
«Δίνεις ὄνομα; Δίνεις ψυχή». Ἀληθινὸ πέρα ὡς πέρα. Γι’ αὐτὸ καὶ φοβερό. Αὐτὸ
δυστυχῶς πάει νὰ γίνει μὲ τὴ Μακεδονία μας. Πέρα ἀπὸ κάθε ἔννοια ἱστορικῆς καὶ
ἐθνολογικῆς ἐπιστήμης καὶ δεοντολογίας, ἀρχαιολογίας καὶ γλωσσολογίας, πάει νὰ
γίνει ἕνα ἔγκλημα. Μία ἀνατροπὴ καὶ ἕνα ἱστορικὸ πραξικόπημα σὲ βάρος τοῦ
Ἔθνους μας. Εἴμαστε πολὺ μικροὶ γιὰ νὰ κάνουμε ἕνα τόσο μεγάλο λάθος. Κι ὅμως
«ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ» πάει νὰ γίνει. «Μᾶς ἁρπάζουν τὸ σπίτι, ἁρπάζει φωτιὰ τὸ
σπίτι μας κι ἐμεῖς χαμογελᾶμε». Λέγει ὁ Μανώλης Γλέζος, ζεῖ ἀκόμη καὶ
αὐτός, ὅπως καὶ ὁ Θεοδωράκης, καὶ μὲ τὰ κύκνεια ἄσματά τους διορθώνουν τὰ
λάθη τοῦ παρελθόντος: «Ὁ κάθε λαὸς προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ γλώσσα του, τὰ
ἤθη του, τὶς κοινὲς παραδόσεις του, τὸν τρόπο ποὺ θρησκεύεται, τὴ θέληση γιὰ
ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία, τὴ βούληση τῆς πλειοψηφίας… Δὲν μποροῦν Σλάβοι καὶ
Σκοπιανοὶ νὰ κατέχουν τὸ ὄνομα Μακεδονία. Νὰ βγάλουν ἀπὸ τὸ νοῦ τοὺς τὸ ὄνομα
Μακεδονία» (Καθημερινή, 11/2/2018)
Λοιπόν, ποιὸς θὰ φταίει, ἂν αὔριο γίνει τὸ ὀλέθριο βῆμα; Δὲν χρειάζεται μεγάλη
ἀπόσταση καὶ πολὺς χρόνος ἕνα σημερινὸ «μετέωρο βῆμα» τῆς ἐξωτερικῆς ἐθνικῆς
μας διπλωματίας νὰ γίνει πάτημα σὲ μία νάρκη ἱστορικῶν συνεπειῶν μεγατόνων.
Τὸ θέμα δὲν εἶναι συναισθηματικό, γειτονικό, φιλικό, ἁπλὰ πολιτικό,
συμφεροντολογικό. Εἶναι θέμα ἱστορικῆς καὶ ἠθικῆς τάξεως: Δηλαδή, «δὲν μπορεῖ
κανένας νὰ μετακινήσει τὰ σύνορα – τοπικά, ἱστορικά, κυριαρχικά, φυλετικὰ – ποὺ
ἔβαλαν οἱ πατέρες μας καὶ τὰ χάραξαν μὲ τὸ αἷμα τους». Κανένας. Κανένας δὲν
μπορεῖ νὰ ὑπογράψει οὐδεμία συμφωνία ἐρήμην του λαοῦ, τῆς ἱστορίας, τῆς ἐθνικῆς
αὐτοσυνειδησίας, συνολικά της ἐπιστήμης. Καμμιὰ σκοπιμότητα δὲν μᾶς ἀναγκάζει
νὰ τὸ κάνουμε. Κανένας ποὺ θέλει νὰ εἶναι καὶ νὰ λέγεται Ἕλληνας, δὲν
δικαιοῦται νὰ ἀποτολμήσει κάτι τέτοιο. Ἂν τὸ κάνει δὲν θὰ λέγεται εἰς τὸ ἑξῆς
Ἕλληνας. Θὰ λέγεται Ἐφιάλτης.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: AΣ ΕΦΑΡΜΟΣΕΙ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Ο ΥΠ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΤΙΚΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ
Aς εφαρμόσει τις αποφάσεις του ΣτΕ
και το Σύνταγμα ο Υπ. Παιδείας για τα συγκρητιστικά Θρησκευτικά
Ηρακλής Ρεράκης, καθηγητής Παιδαγωγικής –
Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Μια
ενημερωτική επιστολή έστειλε η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) προς τα μέλη
της, τους Θεολόγους Εκπαιδευτικούς στα σχολεία, στην οποία τους πληροφορούσε
για τα προβλήματα με τα οποία αρχίζει η νέα σχολική χρονιά,
επειδή ο κ. Υπουργός αρνείται να εφαρμόσει τις πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις 660/2018 και 926/2018 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), οι οποίες ακυρώνουν τα νέα Προγράμματα του Υπουργείου για τα Θρησκευτικά, επειδή αυτά εισήγαγαν στα σχολεία μάθημα Θρησκευτικών μη ορθόδοξο και αντισυνταγματικό και τα οποία οδηγούν σε προσηλυτισμό και ο Υπουργός έχασε την ψυχραιμία του και άρχισε να απειλεί με πειθαρχικές διώξεις όσους δεν τα εφαρμόσουν.
επειδή ο κ. Υπουργός αρνείται να εφαρμόσει τις πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις 660/2018 και 926/2018 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), οι οποίες ακυρώνουν τα νέα Προγράμματα του Υπουργείου για τα Θρησκευτικά, επειδή αυτά εισήγαγαν στα σχολεία μάθημα Θρησκευτικών μη ορθόδοξο και αντισυνταγματικό και τα οποία οδηγούν σε προσηλυτισμό και ο Υπουργός έχασε την ψυχραιμία του και άρχισε να απειλεί με πειθαρχικές διώξεις όσους δεν τα εφαρμόσουν.
Η Ένωση,
ως όφειλε, ενημέρωσε τα μέλη της ότι:
α) Η διδασκαλία των ακυρωμένων με απόφαση του ΣτΕ
Προγραμμάτων (Μάρτιος και Απρίλιος του 2018) είναι παράνομη και
αντισυνταγματική και ότι το Υπουργείο ήταν υποχρεωμένο, πριν ακόμη αρχίσει η
νέα χρονιά, να αποσύρει τα ακυρωμένα Προγράμματα από το σχολείο και να
επαναφέρει, προσωρινά σε ισχύ, τα πριν από την εφαρμογή των ακυρωμένων
προγραμμάτων Προγράμματα.
β) Ότι
είχε δεχθεί εξώδικη επιστολή από γονείς μαθητών, που αναφέρει ότι οι γονείς
έχουν σκοπό να καταθέσουν μηνύσεις για προσηλυτισμό σε όσους θα συμβάλουν στην
διδασκαλία των ακυρωμένων από το ΣτΕ προγραμμάτων, διότι ασκούν προσηλυτισμό σε
βάρος των παιδιών τους.
γ) Ποιες
δυνατότητες έχουν οι Θεολόγοι να προστατευτούν από τυχόν δυσάρεστες καταστάσεις
και συνέπειες.
δ)
Προτάσεις για το πώς μπορούν, εναλλακτικά, να διεξάγουν, προς το παρόν, νόμιμα
και συνταγματικά τη διδασκαλία τους, με βάση την ύλη που χρησιμοποιούσαν πριν
το 2016.
Είναι
λυπηρό όμως για έναν υπουργό Παιδείας, να παρανομεί, εν γνώσει του, επειδή δεν
εφαρμόζει τις επί των Προγραμμάτων των Θρησκευτικών ακυρωτικές αποφάσεις του
Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για τα Θρησκευτικά και να απειλεί με
πειθαρχικές διώξεις τους μάχιμους Θεολόγους Εκπαιδευτικούς, εάν δεν εφαρμόσουν
τη δική του παρανομία, δηλαδή τα ακυρωμένα Προγράμματα, με το νέο ΦΕΚ που τους
έβαλε.
Δεν
σταμάτησε όμως εδώ ο Υπουργός, αλλά προχώρησε σε ψεύδη και χαρακτηρισμούς και
σε προοδευτικού τύπου παραληρήματα. Διατύπωσε αναληθείς πληροφορίες,
ισχυριζόμενος, μεταξύ άλλων, ότι η Εκκλησία έχει συμφωνήσει για τα νέα
Προγράμματα, όταν:
α) Είναι
σαφές, από τα Πρακτικά της μόνης αρμόδιας να αποφασίζει της Συνόδου της
Ιεραρχίας της Εκκλησίας, που συνεκλήθη τον Ιούνιο του 2017, ότι δεν υπήρξε
συμφωνία για τα νέα Προγράμματα, αλλά απόφαση ΜΟΝΟΝ για τη συνέχιση του
διαλόγου με την πολιτεία για τα Προγράμματα.
β) Ο
ίδιος ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος έχει εκφράσει τις έντονες μάλιστα αντιθέσεις του για
τα Προγράμματα αυτά, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2016.
Ως προς
τους χαρακτηρισμούς του, ο Υπουργός μίλησε για νόμους και κανόνες της
Δημοκρατίας, υπεράνω των οποίων δεν είναι κανείς, απευθύνοντας τα βέλη του προς
τους Θεολόγους, όταν αυτός πρώτος θέτει τον εαυτό του υπεράνω των νόμων και των
κανόνων της Δημοκρατίας και διαπράττει την υψηλότερου επιπέδου παρανομία, που
πληγώνει τη Δημοκρατία, δηλαδή να μην εφαρμόζει, ως διοίκηση, τις αποφάσεις του
ανωτάτου δικαστικού οργάνου, του ΣτΕ, που διαφυλάσσουν τη νομιμότητα και τη
συνταγματική τάξη, δηλαδή την καρδιά της Δημοκρατίας.
Συνιστούμε
επομένως στον κ. Υπουργό, με όλον τον σεβασμό και την τιμή που έχουμε στο
πρόσωπό του, να προσέχει τις ενέργειές του, διότι αυτό που έπραξε, να θέσει εκ
νέου σε ισχύ, με νέους αριθμούς ΦΕΚ τα ίδια ήδη ακυρωμένα από το ΣτΕ
Προγράμματα, δείχνει βαθύτατη ασέβεια και περιφρόνηση προς τη Δημοκρατία και το
Σύνταγμα και τον εμφανίζει ως αρνητικό πρότυπο ανώτατου βαθμού παρανομίας.
Το πιο
σημαντικό, μάλιστα, είναι ότι η ενέργεια αυτή του Υπουργού έχει μεγάλο κόστος,
διότι βλάπτει πνευματικά περισσότερους από 1.000.000 μαθητές.
Η
προσπάθειά του, να δείξει ότι κάποιοι συμφωνούν με τα νέα συγκρητιστικά Προγράμματά
του, δεν δικαιώνει την απείθειά του έναντι των αποφάσεων του ΣτΕ, όταν μάλιστα
όλοι γνωρίζουν ότι οι πλείστοι των φερομένων από αυτόν ως συμφωνούντες με
τα νέα Προγράμματα, το πράττουν μόνον από φόβο για τις συνέπειες της φανέρωσης
της διαφωνίας τους και όχι επειδή στην πραγματικότητα συμφωνούν συνειδησιακά.
Εξάλλου
στη Δημοκρατία μας, η εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ είναι υποχρεωτική για
όλους και δεν εξαρτάται από το εάν συμφωνούν ή διαφωνούν κάποιοι. Γι΄ αυτό ο κ.
Υπουργός οφείλει να εκτιμήσει θετικά και όχι αρνητικά το γεγονός ότι βγαίνει η
ΠΕΘ, με παρρησία και του υπενθυμίζει το χρέος του, ως προς τις στάσεις του ως
διοικητικού υπευθύνου, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης, επιθυμώντας
τη διατήρηση της δικής του αξιοπιστίας ως Υπουργού.
Εκείνος,
όμως, συμβουλευόμενος ίσως άλλους, που στην ουσία δεν θέλουν το καλό του, κουνά
το δάκτυλο στους Θεολόγους, που του υπενθυμίζουν την δεοντολογία των ενεργειών
του ως Υπουργού, εκστομίζοντας, μάλιστα, ανεπίτρεπτες για Υπουργό Παιδείας και
Καθηγητή Πανεπιστημίου, εκφράσεις ή απειλές εναντίον τους.
Όμως,
δεν είναι δίκαιο και αξιοπρεπές, ενεργώντας ο ίδιος, εμφανώς μη συνταγματικά,
να κατεβάζει το επίπεδο διαλόγου για ένα τόσο σοβαρό θέμα, όπως είναι η μέσω
του Μαθήματος των Θρησκευτικών πνευματική κατάρτιση των μαθητών,
διαστρεβλώνοντας τα κείμενα και τις προθέσεις της ΠΕΘ, που αγωνιά για τη
διατήρηση της συνταγματικής τάξης και της Δημοκρατίας, ισχυριζόμενος ότι «έχουν
μέσα όλων των ειδών τις διανοητικές ακροβασίες» ότι ο ρόλος της είναι παράνομος,
ότι κάνει κάλεσμα για απείθεια στους Θεολόγους, ότι δεν γίνονται αυτά στη
Δημοκρατία κ.ά. Συμβουλεύει μάλιστα την ΠΕΘ να «υιοθετεί τις αξίες των
δυτικών δημοκρατιών και όχι άλλων χωρών», θέλοντας, έτσι, να δημιουργήσει τις
γνωστές συνθήκες λασπολογίας σε βάρος της.
Στην
ουσία, την ένταση δεν την δημιουργούν στα σχολεία οι νόμιμες αντιδράσεις
της ΠΕΘ, αλλά οι παράνομες και αντισυνταγματικές δράσεις του κ. Υπουργού,
δηλαδή, αφενός η μη εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ για τα Θρησκευτικά και,
αφετέρου, η παραπλανητική παρουσίαση των Προγραμμάτων Φίλη ως δικών του και
δήθεν διαφορετικών, ενώ στην πραγματικότητα, ως έχει αποδειχθεί, οι διαφορές
τους είναι ελάχιστες και ανεπαίσθητες, μεταξύ των οποίων ο νέος αριθμός ΦΕΚ και
η νέα δική του υπογραφή.
Είναι
ολοφάνερο τι έπρεπε να πράξει ο Υπουργός στη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση
αποφάσεις του ίδιου του ΣτΕ, το Σύνταγμα (άρθρο 95, παρ. 5), σχετικές
αποφάσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) και το άρθρο 50 παρ. 4 του
ΠΔ 18/1989.
Ειδικότερα,
το Συμβούλιο της Επικρατείας, για να αρκεστούμε σε αυτό, δέχεται παγίως ότι «η
συμμόρφωση της διοικήσεως προς τις ακυρωτικές αποφάσεις πρέπει, να είναι πλήρης
και, κατά το δυνατόν, άμεση, υπό την έννοια ότι, μετά την δημοσίευση της
αποφάσεως, η αρμόδια αρχή οφείλει να προβαίνει σε κάθε ενέργεια, που είναι
απαραίτητη για την υλοποίηση του ακυρωτικού αποτελέσματος και δεν δύναται να
αδρανεί, επικαλούμενη λόγους οι οποίοι δεν εδράζονται σε συνταγματικές
διατάξεις, διότι άλλως αναιρείται ο σκοπός της θεσπίσεως της διατάξεως του
άρθρου 95 παρ. 5 του Συντάγματος» (βλ. ΣτΕ 1518/2014, 2559/2011 κ.ά.).
Από τις
διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς ακυρωτική
απόφαση του ΣτΕ, υποχρεούται όχι μόνο να θεωρήσει ανίσχυρη και ανύπαρκτη,
νομικά, τη διοικητική πράξη που ακυρώθηκε με την ανωτέρω δικαστική απόφαση,
αλλά οφείλει να προχωρήσει, με θετικές ενέργειες, στην αναμόρφωσή της ή των
νομικών καταστάσεων, που διαμορφώθηκαν εν τω μεταξύ βάσει της πράξεως ή της
παραλείψεως που ακυρώθηκε ή ως συνέπεια αυτής. Προς τον σκοπό αυτό οφείλει να
ανακαλέσει ή τροποποιήσει τις διοικητικές πράξεις που στηρίζονται στη
ακυρωθείσα και να επαναλάβει τις πράξεις που κατά νόμο υποχρεούται να εκδώσει,
χωρίς τη νομική πλημμέλεια, που διαπιστώθηκε με την ακυρωτική απόφαση, ώστε να διαμορφωθεί
νομική κατάσταση σύμφωνη προς τον νόμο κατά την έννοια της ακυρωτικής αποφάσεως
(ΣτΕ 4010/2015, 2854/1985, 1512/2009 κ.ά.).
Ας
επανέλθει συνεπώς στη συνταγματική νομιμότητα ο Υπουργός και εκεί, είναι
βέβαιο, ότι θα συναντήσει και την ΠΕΘ.
Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018
Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018
Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018
ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟ ΘΕΩΡΕΙ Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ
Στα άκρα έχει
οδηγηθεί πλέον η σχέση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης με τη Ρωσική
Εκκλησία μετά την απόφαση του Φαναρίου να προχωρήσει στην αυτοκεφαλία της
«Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας – Πατριαρχείο Κιέβου».
Αντιδρώντας, η Μόσχα
σε πρώτη φάση διέκοψε κάθε δεσμό με το Φανάρι δείχνοντας έμπρακτα την οργή και
την αντίθεσή της στις κινήσεις του κ. Βαρθολομαίου, ενώ σήμερα με δηλώσεις του
ο επικεφαλής των εξωτερικών σχέσεων του Πατριάρχη Μόσχας χαρακτήρισε τον
Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως σχισματικό.
«Με βάση το γεγονός
ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αναγνώρισε σχισματικούς, οι κανόνες της
Εκκλησίας έτσι προβλέπουν, και συνεπώς για μας ο Πατριάρχης είναι σχισματικός
από εδώ και στο εξής» υπογράμμισε ο μητροπολίτης Ιλαρίων.
«Έτσι δουλεύουν οι
κανόνες της εκκλησίας. Επομένως, για εμάς ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης
είναι τώρα σχισματικός» εξήγησε ο μητροπολίτης στο τηλεοπτικό κανάλι «Ρωσία
24».
Όπως είπε, η Ρωσική
ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα του Βαρθολομαίου να αποφασίζει
για την τύχη άλλων Εκκλησιών και να αλλάζει με οποιοδήποτε τρόπο το καθεστώς.
«Και δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα που παραχώρησε παράνομα στον
εαυτό του — να δέχεται μόνο τις εφέσεις των τοπικών ορθόδοξων εκκλησιών, να
εισβάλει στην κανονική επικράτεια των Ορθοδόξων εκκλησιών, να ληστεύει, να
αποφασίζει για μερικές από τις δομές τους χωρίς τη γνώση των εκκλησιών» τόνισε
ο μητροπολίτης.
Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 18ῃ Ὀκτωβρίου 2018
ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ
ΕΝ ΤΗι ΟΡΘΟΔΟΞΩι ΚΑΘΟΛΙΚΗι ΕΚΚΛΗΣΙΑι ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΣ ΕΦ’
ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ;
Μέ ἀφορμή
τήν ἐξέλιξη τοῦ Οὐκρανικοῦ λεγομένου ζητήματος
τίθεται ἀναποδράστως τό ἀνωτέρω ἐρώτημα πρός
διερεύνησι καί διασάφησι διότι ἀποτελεῖ τήν «λυδία λίθο» κατανοήσεως
τοῦ προβλήματος ὅπως τίθεται σήμερον. Ἀσφαλῶς τό Σεπτό Οἰκουμενικό
Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως κατά τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ὀρθοδόξου
Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἔχει κατά τούς θείους καί ἱεορύς κανόνας Γ΄
τῆς Β Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ΚΗ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τά πρεσβεῖα τιμῆς
μεταξύ τῶν Πατριαρχικῶν Θρόνων, μετά τόν Θρόνο τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης στήν Ἀδιαίρετη Ἐκκλησία.
Μετά δέ τήν σχᾶσι καί ἔκπτωσι ἐξ Αὐτῆς τοῦ Θρόνου τῆς
Πρεσβυτέρας Ρώμης τυγχάνει ὁ πρῶτος Θρόνος στήν Ὀρθόδοξη
Καθολική Ἐκκλησία καί ἔχει τό κανονικό καί ἔννομο δικαίωμα τῆς
τιμητικῆς προεδρίας τῶν ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν καί ὁ Οἰκουμενικός
Πατριάρχης τῆς προεδρίας συγκληθησομένης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί κατά ταῦτα τοῦ συντονισμοῦ τῶν ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν, ὡς
συμβαίνει μέ ὅλες τίς προεδρίες ἀνά τόν κόσμο διϊστορικῶς.Ἀπονέμει δέ
αὐτοκεφαλία καί αὐτονομία σέ ἐκκλησιαστικές δομές, ὑπό τόνὅρο τῆς ἐγκρίσεως
τῶν ἀποφάσεών Του, ἀπό τήν ὁποθενδήποτε συγκληθησομένη Οἰκουμενική
Σύνοδο. Τά ἀνωτέρω βεβαίως ἰσχύουν ἐπειδή δέν κατορθώθηκε εἰσέτι ἡ συναπόφαση
τῶν Ὀρθοδόξων ΑὐτοκεφάλωνἘκκλησιῶν γιά τήν ἀποδοχή διαδικασίας ἀπονομῆς
τῆς αὐτοκεφαλίας καί τοῦαὐτονόμου πού συζητεῖται ἐπί πενήντα ἔτη καί
προβλέπει αἴτησι τοῦἘκκλησιαστικοῦ σώματος, συναίνεσι τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας
καί ἔγκρισι τῶν λοιπῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Κατά ταῦτα τό Σεπτό Οἰκουμενικό
Πατριαρχεῖο δύναται νά χορηγήσει αὐτοκεφαλία σέ ἐκκλησιαστική δομή πού τό
ζητεῖ καί πού πληροῖ τούς κανονικούς ὅρους, ἀλλά στήν
συγκεκριμένη περίπτωση τῆς Οὐκρανίαςἐγείρεται τό θέμα ὅτι ἡ μόνη
κανονική ἐκκλησιαστική δομή τῆς χώρας, πού μέἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου
Διονυσίου Δ΄ ἀπό τό 1686 διοικεῖταιἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας δέν ἐπιθυμεῖ καί
δέν ἐπιδιώκει σήμερα τήνἀνακήρυξη της σέ αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία. Τήν αὐτοκεφαλία
τῆς ΟὐκρανικῆςὈρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπιδιώκουν ὁ δυτικόφιλος
οὐνίτης Πρόεδρος τῆς χώρας Πέτρο Ποροσένκο, τό κοινοβούλιο τῆς χώρας καί δύο
σχισματικέςἐκκλησιαστικές δομές, ἡ «Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία-Πατριαρχεῖο
Κιέβου», πού ἀποσπάστηκε τό 1992 ἀπό τό Ρωσσικό Πατριαρχεῖο μέ
σκληρές ἐπιθέσεις καί ἀναθέματα κατά τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας
μέἐπικεφαλής τόν καθηρημένο καί ἀναθεματισμένο πρώην Μητροπολίτη Κιέβου
μοναχό Φιλάρετο (Ντενισένκο) καί ἡ «Οὐκρανική Αὐτοκέφαλη ὈρθόδοξηἘκκλησία»,
πού δημιουργήθηκε τό 1921 ἀπό τίς Σοβιετικές Ἀρχές καί ἕνεκεν τῆς
συμπράξεώς της μέ τούς Ναζί κατακτητές τῆς χώρας κατεδιώχθη καί συνέπτυξε «ἐκκλησία
τῶν κατακομβῶν» καί μετά ταῦτα ἀνεβίωσε τό 1980ἀπό τόν αὐτοπροσδιοριζόμενο ὡς
«Πατριάρχη» Μστισλάβ πού ζοῦσε στή Δύση καί σήμερα διοικεῖται ἀπό τόν αὐτοπροσδιοριζόμενο ὡς
«Μητροπολίτη Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας» Μακάριο Μαλέτιτς.
Τό Σεπτό Οἰκουμενικό
Πατριαρχεῖο ἀπέστειλε δύο ἐξάρχους γιά τήν διερεύνηση τοῦ θέματος
καί ἀπεφάσισε Συνοδικῶς νά χορηγήσει αὐτοκεφαλία στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίας
τῆς Οὐκρανίας ἀπροσδιορίστως πρός τό παρόν καί βέβαια ὄχι στήν ἀναγνωριζομένη ὑπό
πάντων καί ὑπό τοῦ ΣεπτοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίαςὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο
πού κανονικῶς ἐξαρτᾶται ἀπό τό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας πού δέν
τό ἐπιθυμεῖ καί δεύτερον ἀπεκατέστησε στήν κανονική τάξη τίς δύο
σχισματικές «Ἐκκλησιαστικές» δομές μέ τούςἐπικεφαλής των, τῶν ὁποίων τήν
κανονική κατάσταση οὐδεμία ὀρθόδοξηἘκκλησίας ἀνεγνώριζε. Εἰδικώτερα ὁ μοναχός
Φιλάρετος Ντενισένκο, κληρικός τυγχάνων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ὡς
Μητροπολίτης Κιέβου τό 1992 καθηρέθη ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ τῆς Ἀρχιερωσύνης ὑπουργήματος
καί μετά ταῦτα ἀνεθεματίσθη γιά τήν πρόκλησι σχίσματος ἀλλά καί
γιά ἑτέραςἀντικανονικάς αὐτοῦ ἐνεργείας, ὁ δέ ἕτερος οὐδεμία
κανονική χειροτονία κέκτηται προερχόμενος ἐξ «Ἱεραρχίας» μιᾶς μορφῆς
«ζώσης Ἐκκλησίας» τοῦΣοβιετικοῦ Καθεστῶτος πού συνεστήθη τό 1921.
Τό κρίσιμο ἑπομένως
θέμα πού τίθεται ἀπό κανονικῆς ἐπόψεως στό συγκεκριμένο ζήτημα εἶναι ἐάν ἡ ἀπόφασις
τελείας συνόδου προεδρευομένηςὑπό Πατριάρχου ὡς εἶναι ἡ σύνοδος
τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας εἶναιἀνέκκλητος ἤ δύναται νά ἐκκληθῆ ἐνώπιον ἄλλης
Πατριαρχικῆς συνόδου. Τό θέμα αὐτό ἀπησχόλησε τήν οἰκουμενική Ἐκκλησία
μετά τήν σύνοδο τῆς Σαρδικῆς καί τούς κανόνες Γ΄, Δ΄ καί Ε΄. Πρῶτος ὁ ἐπίσκοπος
Ρώμης Ζώσιμος ἐπικαλούμενος τούς κανόνες τῆς Σαρδικῆς, ὡς κανόνες δῆθεν
τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νικαίας, διεξεδίκησε δικαιώματα ὑπάτου
δικαστοῦἐπί τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Β. Ἀφρικῆς καί ἀξίωσε τήν ἀποκατάσταση
τοῦκαθαιρεθέντος ἀπό τόν ἐπίσκοπο Sicca Οὐρβανό πρεσβυτέρου Ἀπιαρίου. Οἱἀφρικανοί ἐπίσκοποι ἀπέκρουσαν
διαρρήδην τό ὑπό τοῦ ἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Ζωσίμου καί τοῦ διαδόχου
του Βονιφατίου Κελεστίνου Α΄ ἀξιούμενο δικαίωμα ὑπάτου δικαστοῦ τῶν ἐκκλησιῶν
τους τό 424. Προηγουμένως ἡ ἐν Καρθαγένῃ τοπική σύνοδος μέ τόν
ΛΣΤ (31) κανόνα της (κατ’ ἀρίθμησιν «Πηδαλίου»), ὁ ὁποῖος ἐπαναλαμβάνεται ἀπαράλακτος
καί μέ τόν ΡΛΔ (129) κανόνα τῆς ἰδίας συνόδου νομοθέτησε: «Ὁμοίως ἤρεσεν, ἵνα
οἱπρεσβύτεροι καὶ οἱ διάκονοι καὶ οἱ λοιποὶ κατώτεροι
κληρικοί, ἐν αἷς ἔχουσιν αἰτίαις, ἐὰν τὰ δικαστήρια
μέμφωνται τῶν ἰδίων ἐπισκόπων, οἱ γείτονεςἐπίσκοποι ἀκροάσωνται
αὐτῶν καί, μετὰ συναινέσεως τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου, τὰ μεταξὺ αὐτῶν
διαθῶσιν οἱ προσκαλούμενοι παρ’ αὐτῶν ἐπίσκοποι. Διό, εἰκαὶ περὶ αὐτῶν ἔκκλητον
παρέχειν νομίσωσι, μὴ ἐκκαλέσωνται εἰς τὰ πέραν τῆς θαλάσσης
δικαστήρια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς πρωτεύοντας τῶν ἰδίων ἐπαρχιῶν,ὡς
καὶ περὶ τῶν ἐπισκόπων πολλάκις ὥρισται. Οἱ δὲ πρὸς
περαματικὰδικαστήρια διεκκαλούμενοι, παρ᾽ οὐδενὸς ἐν τῇ Ἀφρικῇ δεχθῶσιν
κοινωνίαν» καί τό σημαντικόν εἶναι ὅτι οἱ κανόνες τῆς ἐν
Καρθαγένῃ Συνόδουἐπικυρώθησαν ὁρισμένως καί ὀνομαστικῶς ἀπό
τόν Β΄ κανόνα τῆς ἁγίας Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἁπλῶς δέ ἀπό
τόν Α΄ τῆς Δ΄ καί τόν Α΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἑπομένως ἡ ἀδιαίρετος Ἐκκλησία ἐδέχθη ὅτι
τά ὑπό τοῦ Γ΄, Δ΄ καί Ε΄ κανόνων τῆς Σαρδικῆς, ὁριζόμενα ἀφοροῦσαν
εἰδικό προνόμοιο πού ἀπενεμήθη στόν τότε Ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο τῆς
πρεσβυτέρας Ρώμης διά τούς ὑπ’ αὐτόν ὑπαγομένους Ἐπισκόπους καί
μόνον καί ὄχι περίἀναθέσεως ὑπερτάτης ἐκκλησιαστικῆς
δικαιοδοσίας σέ αὐτόν. Σχετικά ὁΖωναρᾶς λέγει: «Οὔτε οὖν τῆς ἐν Νικαίᾳ συνόδου ἐστίν ὁ κανών,
οὔτε πᾶσας τάς ἐκκλήτους ἀνατίθησι αὐτῷ ἀλλά τῶν ὑποκειμένων
αὐτῷ» (Σ.Γ.241), ὁ δέ Βαλσαμών ἀναφέρει: «εἰδικόν γάρ ἐστί
τοῦτο εἰς τάς ἐκκλησιαστικάςὑποθέσεις τοῦ Πάπα καί κρατεῖν ὀφείλει ἔνθα ἐξεφωνήθη»
(Σ.Γ.239). Συνεπῶς ἡ ἀπαίτησις τοῦ τότε Ὀρθοδόξου ἐπισκόπου
τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης γιά προνόμιο ὑπερτάτης ἐκκλησιαστικῆς
δικαιοδοσίας ἀπερρίφθη ὑπό τῆς Ἐκκλησίας διότι ἔγινε
δεκτή ἡ κανονική διάταξι τῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος διά τῆς Ἁγίας
Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅτι θά ἀφορίζονται οἱκληρικοί ἑτέρου ἐκκλησιαστικοῦ κλίματος
πού θά ἐκκαλοῦν ἐνώπιον τοῦἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης τάς ὑποθέσεις
των.
Στήν Ὀρθόδοξο
Καθολική Ἐκκλησία ἐπί τῇ βάσει τῶν Θ. καί Ἱ. Κανόνων Θ΄ καί
ΙΖ΄ τῆς ἁγίας Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού διακελεύουν: «Εἰ δὲ πρὸς
τὸν τῆς αὐτῆς ἐπαρχίας μητροπολίτην, ἐπίσκοπος ἤ κληρικὸς ἀμφισβητοίη,
καταλαμβανέτω τὸν ἔξαρχον τῆς διοικήσεως, ἢ τὸν τῆς βασιλευούσης
Κωνσταντινουπόλεως θρόνον, καὶ ἐπ’ αὐτῷ δικαζέσθω», σέ προσβολή δι’ἐκκλήτου
δέν ὑπόκειται, δηλ. τυγχάνει ἀνέκκλητος ἐκδοθεῖσα καταδικαστικήἀπόφασις ὑπό
τελείας Συνόδου, συνελθούσης κατ’ ὀρθήν ἐφαρμογή τοῦΚΗ΄ἀποστολικοῦ Κανόνος
καί τοῦ Δ΄ κανόνος τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου,ὅπως εἶναι ἡ ὑπό
τήν προεδρία τοῦ Ἐξάρχου τῆς Διοικήσεως τελοῦσα Γενική Σύνοδος τῶν
Μητροπολιτῶν ἤ ἡ ὑπό τήν Προεδρία τοῦ Πατριάρχου τελοῦσα
Σύνοδος τοῦ οἰκείου Πατριαρχικοῦ κλίματος. Τόσον ὁ Θ΄ ὅσο
καί ὁ ΙΖ΄ κανόνες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου θέτουν
διαζευκτικό ἤ στήν ἴδια κανονική πρόβλεψη γιά τόν Ἔξαρχο τῆς
Διοικήσεως καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως καί παρέχουν
δυνατότητα ἰσοτίμου προσφυγῆς καίἑπομένως δέν ἀνιδρύουν οἱ κανόνες
γιά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως ὑπερτάτη δικαστική ἁρμοδιότητα
καί ἕτερο βαθμό δικαιοδοσίας. Ἔξαρχο δέ τῆς Διοικήσεως θεωροῦν τόν
Πρόεδρο τοῦ οἰκείου Πατριαρχικοῦ κλίματος. Ὁ Βαλσαμών ἀναφέρει
χαρακτηριστικά: «Αἱ ψῆφοι τῶν Πατριαρχῶν ἐκκλήτῳ οὐχ ὑπόκεινται,
Ν ΡΚΓ΄, κβ, Β.Γ.α.λη «ὁμακαριώτατος πατριάρχης ἐκείνης τῆς διοικήσεως
μεταξύ αὐτῶν ἀκροάσθω, κακεῖνα ὁριζέτω ἅτινα τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς
κανόσι, καί τοῖς νόμοις συνάδει, οὐδενός μέρους κατά τῆς ψήφου αὐτοῦ ἀντιλέγειν
δυναμένου», στήν δέ «Ἐπαναγωγή» ΙΑ΄,6(J.G.R. τ Β΄, 260) «Τό τοῦ Πατριάρχου
κριτήριον ἐκκλήτῳοὐχ ὑπόκειται, οὐδέ ἀναψηλαφᾶται ὑφ’ ἑτέρου, ὡς ἀρχή
καί αὐτῶν τῶνἐκκλησιαστικῶν κριτηρίων», ὁ δέ Ἱερός καί Μέγας Φώτιος
στά «Νομοκανονικά» του Θ, α΄ (Σ.Α. 169) γράφει: «οὔτε γάρ ἐκκαλοῦντο αἱ τῶν
Πατριαρχῶν ψῆφοι». Κατά ταῦτα ἡ δικαστική κρίσις οἱασδήποτε Ἁγίας
καίἹερᾶς Πατριαρχικῆς Συνόδου πού ἀποτελεῖ κατά τό κανονικό μας
δίκαιο τελεῖα Σύνοδο καί ἐκφέρεται μετά ἀπό ἐκδίκαση ποινικῆς ὑποθέσεως
τυγχάνειἀνέκκλητος δυναμένη μόνον νά ἐκκληθῆ ἐνώπιον Οἰκουμενικῆς
Συνόδου (Π. Παναγιωτάκου «Σύστημα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου, Τό
ποινικό Δίκαιο τῆςἘκκλησίας» σελ. 836 ἑπ., ΑΘΗΝΑΙ 1962).
Ὑπομνηματίζων ὁ θεοφώτιστος Ἅγ.
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τόν Θ΄ Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στίς
σελ. 192-193 «Πηδάλιο» ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλ. 1998, «ἀπαντῶν»
στόν ἐξωμότη καί ἐξουνιτισθέντα Βησσαρίωνα καί στούς ὅπως ἀναφέρει
Παπιστές Βίνιον καί Βελαρμῖνον,ἀναφέρεται στό ζήτημα μέ ἐξαίρετη
κανονική ἀνάλυση λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ὅτι μέν γάρ ὁ Κωνσταντινουπόλεως οὐκ ἔχει ἐξουσίανἐνεργεῖν
εἰς τάς διοικήσεις καί ἐνορίας τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, οὔτε εἰς αὐτόνἐδόθη ἀπό
τόν Κανόνα τοῦτον ἡ ἔκκλητος ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ δῆλόν ἐστι
ά. διατί ἐν τῇ δ΄. πράξει τῆς ἐν Χαλκηδόνι ταύτης Συνόδου ὁΚωνσταντινουπόλεως Ἀνατόλιος ἐνεργήσας ὑπερόρια,
καί λαβών τήν Τύρονἀπό τόν Ἐπίσκοπόν της Φώτιον, καί δούς αὐτήν εἰς τόν
Βηρυτοῦ Εὐσέβιον, καί καθελών καί ἀφορίσας τόν Φώτιον, ἐμέμφθη
καί ἀπό τούς ἄρχοντας, καίἀπό ὅλην τήν Σύνοδον διά τοῦτο.
Καί ἀγκαλά ἐπροφασίσθη πολλά, μέ ὅλον τοῦτο ὅσα ἐκεῖ ἐνήργησεν, ἀκυρώθησαν ὑπό
τῆς Συνόδου, καί ὁ Φώτιοςἐδικαιώθη, καί τάς ἐπισκοπάς τῆς
Τύρου ἔλαβε. Διό καί ὁ Ἐφέσου Ἰσαάκἔλεγεν εἰς Μιχαήλ τόν πρῶτον
τῶν Παλαιολόγων, ὅτι ὁ Κωνσταντινουπόλεως οὐκ ἐκτείνει
τήν ἐξουσίαν αὐτοῦ ἐπί τά Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς (κατά τόν
Παχυμέρην βιβλ. στ'. κεφ. ά)· β'. ὅτι
οἱ πολιτικοί καί βασιλικοί νόμοι δέν προσδιορίζουσιν ὅτι ἡ τοῦ Κωνσταντινουπόλεως
μόνον κρίσις καί ἀπόφασις δέν δέχεται ἔκκλητον, ἀλλ΄ ἀορίστως ἑκάστου
Πατριάρχου καί τῶν Πατριαρχῶν πληθυντικῶς. Λέγει γάρ Ἰουστινιανός
Νεαρά ρκγ΄, ὁ Πατριάρχης τῆς Διοικήσεως ἐκεῖνα ὁριζέτω, ἅτινα
τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς Κανόσι καί τοῖς νόμοις συνάδει, οὐδενός μέρους κατά τῆς
ψήφου αὐτοῦ ἀντιλέγειν δυναμένου. Καί ὁ σοφός Λέων ἐν τῷ ά.
τίτλ. τῆς νομικῆς αὐτοῦ ἐπιτομῆς, λέγει, τό τοῦΠατριάρχου κριτήριον ἐκκλήτῳ οὐχ ὑπόκειται, οὐδέ ἀναψηλαφᾶται ἀπόἄλλον, ὡς ἀρχή ὅν
τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐξ αὐτοῦ γάρ πάντα τά κριτήρια, καίεἰς αὐτό ἀναλύει. Καί ὁ Ἰουστινιανός πάλιν βιβλ. γ. κεφ.
β. τῆς συναγωγῆς τῆςἐκκλησιαστικῆς ὁ ἁρμόδιος Πατριάρχης ἐξετάσει
τήν ψῆφον, μή δεδιώςἔκκλητον,
καί βιβλ. ά. τιτλ. δ΄ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διαταγῆς, οὐκ ἐκκαλοῦνται αἱτῶν
Πατριαρχῶν ψῆφοι, καί πάλιν βιβλ. ά. τίτλ. δ'. κεφ. κθ΄ κατά τῶνἀποφάσεων δέ τῶν
Πατριαρχῶν, ἐνομοθετήθη ἀπό τούς πρό ἡμῶν Βασιλεῖς νά μή
γίνεται ἔκκλητος. Λοιπόν ἀνίσως κατά τούς Βασιλεῖς τούτους, οἵτινες
συμφωνοῦσι μέ τούς ἱερούς Κανόνας, αἱ ψῆφοι τῶν Πατριαρχῶν πάντων δέν
δέχονται ἔκκλητον, ἤτοι δέν ἀναβιβάζονται εἰς ἄλλου
Πατριάρχου κριτήριον, πῶς ὁ Κωνσταντινουπόλεως δύναται ταύτας νά ἀνακρίνη;
καί ἄν ὁ παρών Κανών τῆς δ΄ ἀλλά καί ιζ΄ αὐτῆς, σκοπόν εἶχε
νά ἔχῃ ὁ Κωνσταντινουπόλεως
τήν ἔκκλητον τῶν λοιπῶν Πατριαρχῶν, πῶς οἱ Βασιλεῖς ἤθελαν
θεσπίσουν ἐκ διαμέτρου ὅλον τό ἐναντίον, εἰς καιρόν ὅπου αὐτοί ἐγίνωσκον ὅτι
οἱ μή συμφωνοῦντες τοῖς Κανόσι πολιτικοί νόμοι μένουσιν ἄκυροι;
γ΄. ὅτι, ἄν δώσωμεν κατά τούς ἀνωτέρω Παπιστάς ὅτι ὁ Κωνσταντινουπόλεως
κρίνει τούς Πατριάρχας, καί ἀνακρίνει τάς κρίσεις αὐτῶν, ἐπειδή ὁ Κανών
δέν κάμνειἐξαίρεσιν τίνος καί τίνος Πατριάρχου, ἄρα κρίνει ὁ αὐτός
καί ἀνακρινεῖ καί τόν Ρώμης, καί οὕτως ἔσται ὁ Κωνσταντινουπόλεως καί πρῶτος
καί ἔσχατος καί κοινός κριτής πάντων τῶν Πατριαρχῶν καί αὐτοῦ τοῦ Πάπα».
Συνεπῶς κανονικό δικαίωμα ἐπανεξετάσεως τῆς ὑποθέσεως
τοῦΜοναχοῦ Φιλαρέτου Ντενισένκο μετά τίς ἀποφάσεις τῆς τελείας
Πατριαρχικῆς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, ἔχει μόνον ἡ Οἰκουμενική
Σύνοδος,ὅπως ἄλλωστε ὁ Σεπτός Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ.
Βαρθολομαῖος μέ τόὑπ’ ἀριθμ. 1203/29.8.1999 Πατριαρχικόν Του Γράμμα πρός
τόν Μακαριστόν Πατριάρχην Μόσχας κυρόν Ἀλέξιον ἀποδέχεται γράφων: «Εἰς ἀπάντησιν
πρός σχετικό τηλεγράφημα καί γράμμα τῆς Ὑμετέρας λίαν ἀγαπητῆς καί
περισπουδάστου Μακαριότητος, ἐπί τοῦ ἀνακύψαντος προβλήματος ἐν
τῇκαθ’Ὑμᾶς ἀδελφῇ Ἁγιωτάτῃ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ρωσσίας, ὅπερ
πρόβλημαὡδήγησε τήν Ἱεράν Σύνοδον αὐτῆς ὅπως προβῇ, δι’οὕς οἷδεν αὕτη
λόγους, εἰς τήν καθαίρεσιν τοῦ ἄχρι πρότινος ἐκ τῶν τά πρῶτα φερόντων
Συνοδικοῦμέλους αὐτῆς Μητροπολίτου Κιέβου κυρίου Φιλαρέτου, ἐπιθυμοῦμεν ἵνα
γνωρίσωμεν τῇ Ὑμετέρᾳ Ἀγάπῃ ἀδελφικῶς ὅτι ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἁγία
τοῦ ΧριστοῦΜεγάλη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζουσα εἰς τό ἀκέραιον
τήν ἐπί τοῦ θέματοςἀποκλειστικήν ἀρμοδιότητα τῆς ὑφ’ Ὑμᾶς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας
τῆς Ρωσσίαςἀποδέχεται τά Συνοδικῶς ἀποφασισθέντα περί τοῦ ἐν λόγῳ,
μή ἐπιθυμοῦσα τό παράπαν ἵνα παρέξῃ οἱανδήτινα δυσχέρειαν εἰς
τήν καθ’ Ὑμᾶς ἀδελφήνἘκκλησίαν».
+ ὁ Μητροπολίτης
Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)