ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 7 Μαΐου 2019

ΑΚΑΡΠΑ ΔΕΝΤΡΑ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ ΘΗΡΙΑ


Συνεχίσαμε τον όμορφο περίπατό μας. Όλοι θέλαμε να βρισκόμαστε δίπλα στον καλό μας Γεροστάθη, για να μην χάνουμε ούτε λέξη από τα γλυκά και σοφά του λόγια. Ωστόσο είχαμε κουραστεί λίγο και είχαμε διψάσει. Με πολλή χαρά λοιπόν βρήκαμε στον δρόμο μας έναν πανύψηλο πλάτανο, που άπλωνε τεράστιους κλώνους κι έριχνε την παχιά σκιά του σε μεγάλη έκταση γύρω του. Μάλιστα λίγο πιο πέρα απ’ τις χοντρές του ρίζες κυλούσε ένα ρυάκι με νερό πεντακάθαρο, κρυστάλλινο.
Κάποιος απ’ όλους μας, ίσως για να κάνει και τον έξυπνο, φώναξε:
- Αν αυτό το δέντρο είχε καρπούς, όλοι θα τους γευόμασταν και θα ευχαριστιόμασταν. Αλήθεια, γιατί έκαμε ο Θεός τα «άκαρπα» δέντρα;
Ο Γεροστάθης δεν έχασε την ευκαιρία. Πήρε αφορμή από το άστοχο σχόλιο του φίλου μας και μας είπε σοβαρά-σοβαρά:
- Στ’ αλήθεια, λέτε να έκαμε λάθος ο Θεός μη δίνοντας βρώσιμους καρπούς σ’ αυτό το τεράστιο δέντρο; Δεν έχει άραγε σκοπό ύπαρξης και ζωής αυτός ο γεροπλάτανος; Για δείτε πόσες φωλιές πουλιών φιλοξενεί και προστατεύει! Τα φύλλα του τις προστατεύουν από τη βροχή και  τη ζέστη των ηλιαχτίδων. Η σκιά του γίνεται καταφύγιο για τους οδοιπόρους και τους βοσκούς με τα κοπάδια τους. Δεν αισθάνεστε όλοι καλύτερα εδώ, κάτω απ’ τον ίσκιο του πλάτανου, παρά πιο πέρα μέσα στο λιοπύρι; Και η ξυλεία που μας δίνουν τα «άκαρπα» δέντρα! Φτιάχνουμε τις σκεπές, τα σπίτια, τα έπιπλά μας, τα καράβια μας. Και τον χειμώνα μάς ζεσταίνουν τα ξύλα των άκαρπων δέντρων. Ακούστε όμως κι αυτό: Τα δέντρα είναι η ασπίδα του εδάφους! Συγκρατούν την ορμή της βροχής. Το νερό στάζει μαλακά από τα κλαδιά και τη φυλλωσιά τους κι απορροφάται σιγά-σιγά από το χώμα, οδηγείται στις υπόγειες δεξαμενές κι ύστερα αναβλύζει πεντακάθαρο και κελαρυστό για να μας ξεδιψάσει, όπως αυτό εδώ το ρυάκι. Δεν υπάρχει πηγή σε τόπο που δεν έχει δέντρα. Μόνο άγρια επιφανειακά νερά που φτιάχνουν χείμαρρους ορμητικούς και καταστροφικούς. Αλίμονο αν δεν υπήρχαν τα δέντρα, αυτά τα άκαρπα όπως τα είπες, φίλε μου, τα πλατάνια, τα πεύκα, οι δρυς, οι οξιές. Είναι η πηγή της ζωής μας. Σ’ αυτά οφείλουμε την ανανέωση του αέρα που αναπνέουμε. Τον τροφοδοτούν με οξυγόνο και του αφαιρούν το βρόμικο διοξείδιο του άνθρακα.
Να λοιπόν, πόσες ωφέλειες βρήκαμε σ’ αυτά τα δέντρα! Τι λέτε, παιδιά; Μπορούμε ακόμα να τα ονομάζουμε «άκαρπα»;
- Όχι, απάντησε το παιδί που έκαμε την ερώτηση, αλλά και όλοι μας, εντυπωσιασμένοι από την προσφορά των δέντρων. Παρόλο που ζούσαμε σε τόπο με δέντρα δεν είχαμε ποτέ αναλογιστεί πόσα χρωστάμε σ’ αυτά. Πραγματικά, αισθανθήκαμε μεγάλη ευγνωμοσύνη και θαυμασμό για την Πρόνοια του Θεού μας, που όλα τα έπλασε με τόση σοφία αλλά και ομορφιά.
- Να ρωτήσω κάτι κι εγώ; είπε δειλά ο Σωτήρης, που ήταν πολύ έξυπνος αλλά και σεμνός συμμαθητής μας.
- Φυσικά, παιδί μου, να ρωτήσεις. Αν ξέρω, θα σου απαντήσω.
- Πάντα απορούσα, τι χρειάζονται τα άγρια ζώα; Πριν λίγο καιρό ένα κοπάδι από λύκους ρήμαξε το κοπάδι του θείου μου. Από τότε με βασανίζει αυτή η απορία.
Ο Γεροστάθης έμεινε για λίγο σιωπηλός. Η απάντηση ήταν δύσκολη. Μα χαμογέλασε και είπε στον Σωτήρη και σε όλους μας:
- Πράγματι, δεν μπορώ να σου δώσω με βεβαιότητα μια απάντηση. Το μικρό και περιορισμένο μυαλό του ανθρώπου δεν μπορεί να εννοήσει τι σκοπό έχουν όλα τα έργα και τα δημιουργήματα του Θεού. Ας σκεφτούμε όμως πόσα δεν κατανοούσαν οι παλαιότεροι άνθρωποι, αλλά με την πρόοδο του πολιτισμού φανερώθηκε η χρησιμότητά τους. Ας θυμηθούμε πόσες ρίζες φυτών και πόσα βότανα παλιότερα τα θεωρούσαν βλαβερά ή άχρηστα, αλλά τελικά αποδείχθηκαν  θαυμάσια φάρμακα! Πόσες πηγές με θερμά νερά τις θεωρούσαν άλλοτε βλαβερές, αλλά αποδείχθηκαν ιαματικές; Ο μαγνήτης ήταν γνωστός και στους αρχαίους, αλλά κανείς δεν φανταζόταν πως θα γινόταν τόσο χρήσιμος στους ναυτικούς και χάρη σ’ αυτόν, στη μαγνητική βελόνα της πυξίδας, θα ανακαλυπτόταν μια ολόκληρη ήπειρος, η Αμερική από τον Χριστόφορο Κολόμβο! Έτσι, -ποιος ξέρει;- ίσως αργότερα μας φανερωθεί η χρησιμότητα των άγριων ζώων.
Για την ώρα εμένα μου θυμίζουν κάτι που συνέβαινε στην αρχαία Σπάρτη, την ελληνική πόλη με τους πολύ αυστηρούς νόμους και τα σκληρά ήθη, που όμως απέβλεπαν στη σωστή αγωγή των Σπαρτιατόπουλων. Στη Σπάρτη λοιπόν υπήρχαν οι είλωτες, δηλαδή οι σκλάβοι, που ήταν αιχμάλωτοι πολέμου. Οι Σπαρτιάτες μεθούσαν τους είλωτες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αυτοεξευτελίζονται. Μ΄ αυτόν τον τρόπο προκαλούσαν στους νέους αποστροφή για την πολλή οινοποσία. Ίσως, λέω, δημιουργώντας ο Θεός τα άγρια θηρία να θέλει να μας πει: «Σεις, άνθρωποι, που σας έπλασα με αθάνατη ψυχή και λογικό νου, προσέξτε να μην μοιάσετε με τα άγρια και αιμοβόρα θηρία. Μην είστε φαρμακεροί σαν τα φίδια, πονηροί σαν αλεπούδες, αρπακτικοί σαν όρνια, αιμοβόροι σαν τις τίγρεις. Να μοιάσετε στις εργατικές μέλισσες και στα προνοητικά μυρμήγκια. Κι εσείς οι νέοι να αγαπάτε την τίμια εργασία, για να μην καταντήσετε εξαθλιωμένοι γέροι».
Όλοι μείναμε σκεπτικοί με την απάντηση του Γεροστάθη. Μας φάνηκε απροσδόκητη αλλά πολύ σοφή.

Απόδοση: Σταυρούλα Κουμενίδου

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: ΤΑ ΟΣΤΑ ΠΟΥ ΕΥΩΔΙΑΖΑΝ


Κάποιος πήγε για επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Επίσκεψη και όχι προσκύνημα! Σχεδίαζε να παραμείνει στον Άθωνα έξι μέρες, μόλις όμως γνώρισε από κοντά τη μοναστική ζωή των αγιορειτών μοναχών άλλαξε γνώμη και δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει στον πολιτισμό, όπως ο ίδιος το έθετε και το διαλαλούσε με μεγάλο θράσος.
Έφτασε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, η οποία θα ήταν και ο τελευταίος σταθμός της αρχικά εξαήμερης (και εν τέλει τριήμερης) περιήγησής του. Μάλιστα, κορόϊδευε την παρέα του, διότι όπως έλεγε, έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά και όχι όπως εκείνος, που μέτραγε τις ώρες για να βγει στον έξω κόσμο και επιτέλους να ελευθερωθεί.
Στην είσοδο της Μονής, τους υποδέχτηκε ο καλόγερος με λουκούμι και ρακί, έδειξε στους επισκέπτες-προσκυνητές τα δωμάτιά τους και τους ενημέρωσε για το πρόγραμμα των ακολουθιών. Η ώρα ήταν 12.00 το μεσημέρι και στις 16.00 είχε εσπερινό. Ο φίλος μας την προηγούμενη μέρα είχε παραστεί σε αγρυπνία που διήρκεσε 12 ώρες. Αμέσως λοιπόν έπεσε για ύπνο και το μόνο που άκουσε ήταν το σήμαντρο, το οποίο σήμανε στις 16.00 ακριβώς και καλούσε όλους τους παρευρισκόμενους για τον εσπερινό. Ξύπνησε και σκουντουφλώντας κυριολεκτικά, έφτασε στο Καθολικό της Μονής, όπου θέλοντας και μη παραβρέθηκε σωματικά στον εσπερινό. Και λέω σωματικά, διότι πνευματικά το μόνο που σκεφτόταν ήταν πότε θα ξεμπέρδευε, για να συνεχίσει τη δουλειά από την οποία τον έκοψε το καταραμένο σήμαντρο, έτσι έλεγε συνέχεια μέσα του.
Επιτέλους, τελείωσε ο εσπερινός, ο κόσμος όμως δεν έφευγε, καθώς περίμεναν να θέσουν σε προσκύνημα τα Ιερά Λείψανα Αγίων, που φυλάσσονται στη Μονή. Μέσα στο τσούρμο πήγε και αυτός. Καθώς έλεγε είχε πάρει το κολάϊ, αφού και στις άλλες Μονές που είχε πάει δεν έκανε άλλη δουλειά από το να ασπάζεται νεκρά κόκαλα, που ούτε παλμό είχαν, ούτε θερμότητα, ούτε ανάβλυζαν μύρο, παρά τα όσα έλεγαν οι αγιορείτες πατέρες. Προσκύνησε λοιπόν και ετοιμαζόταν να φύγει, παρόλο που ο υπόλοιπος κόσμος παρέμενε εντός του Καθολικού, όταν ο Παππούλης που βρισκόταν εκεί είπε με σπαστή φωνή, όσο μπορούσε δυνατή: «Παιδιά μου σας παρακαλώ, σας παρακαλώ στο Όνομα του γλυκού μας Ιησού, πείτε μου ποιος από σας δεν μύρισε από τα Ιερά Λείψανα τη Θεία ευωδιά που βγάζουνε»;
Εκείνος σταματάει ξαφνιασμένος στην είσοδο, αυτό δεν το είχε ξανακούσει σε κανένα Μοναστήρι. Αμέσως, πηγαίνει μπροστά στον παπά και με ύφος προκλητικό του λέει: «Εγώ». Τότε ξεπετάχτηκαν και καμιά δεκαριά ακόμη. Ο σεβάσμιος ιερέας πηγαίνει μπροστά στα Ιερά Λείψανα και με γλυκιά φωνή αρχίζει να ψέλνει το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη. Το πρόσωπό του, κίτρινο από τις χημειοθεραπείες, άρχισε να λάμπει τόσο πολύ, που στο τέλος δεν μπορούσες να το κοιτάξεις.
Ο γνωστός αυτός φοβήθηκε από αυτό που είδε και τότε συνειδητοποίησε ότι την ίδια στιγμή, τα Ιερά Λείψανα άρχιζαν να ευωδιάζουν τόσο έντονα και γλυκά, που δε χόρταινες να εισπνέεις. Σε λίγο, το πρόσωπο του ιερέα σταμάτησε να φωτίζει, όμως η Θεία ευωδιά από τα οστά ήταν τόσο έντονη, που ξεχύθηκε έξω από το Καθολικό, απλώθηκε σε όλη τη Μονή και ακολουθούσε τους επισκέπτες ακόμη και στην Τράπεζα και στα δωμάτιά τους. Όσοι την είχαν αμφισβητήσει, έκλαιγαν σα μωρά παιδιά και έλεγαν ότι εξαιτίας των αμαρτημάτων τους δεν μπορούσαν να την μυρίσουν αρχικά...

ΜΟΝΑΧΟΣ ΜΩΥΣΗΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΤΟ ΚΑΚΟ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΑΥΤΟ ΟΜΩΣ, ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΝΙΚΗΣΕ!


Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης 

Γενικά φαίνεται το κακό σήμερα να επικρατεί στον κόσμο. Μερικοί θεωρούν αίτιο των κακών το Θεό. Τον θεωρούν με ανθρώπινα πάθη κακό, τιμωρό και εκδικητή. Γιατί τα επιτρέπει; Γιατί τα παραχωρεί; Γιατί δεν τα αποσύρει, ενώ τόσο ταλαιπωρούν τα πλάσματά του; Όπως είναι γνωστό, ο άνθρωπος είναι πλήρως ελεύθερος να επιλέξει το κακό ή το καλό. Για την επιλογή του κακού δεν ευθύνεται ο Θεός. Δεν μπορούμε να κατηγορούμε το Θεό, γιατί μας έκανε τέλεια ελεύθερους. Ο Θεός είναι η αυτοαγαθότητα, δεν εποίησε κανένα κακό ποτέ.

Το κακό καλούμεθα να μην το πράττουμε, να το μισούμε και να το υπομένουμε από τους άλλους. Οι δοκιμασίες στη ζωή του ανθρώπου δεν υπάρχουν ως αποτέλεσμα ενός κακού Θεού αλλά ενός αρίστου παιδαγωγού, που προσπαθεί να συνδράμει ωφέλιμα και διορθωτικά και μέσα από τα διάφορα λυπηρά. Όποιος θεωρεί μόνο υπεύθυνο του κακού το Θεό σφάλλει σοβαρά. Ο σοφός Μ. Βασίλειος διακρίνει το κακό σε φυσικό και αισθητό. Πραγματικό κακό, λέει, είναι η αδικία, η ζηλοφθονία και τα λοιπά αμαρτωλά πάθη. Κακό είναι και ότι μας ταλαιπωρεί η απάτη, η ασθένεια, ο θάνατος προσφιλών προσώπων. Υπεύθυνοι για την αμαρτία είμεθα εμείς και όχι ο Θεός. Οι δυσκολίες, τα βάσανα, τα προβλήματα της ζωής είναι, για να μας συνετίσουν, ωριμάσουν και καλλιεργήσουν.

Μόνος του ο άνθρωπος ζώντας επί χρόνια στην αμαρτία αποδυναμώνεται, φθείρεται, δεν έχει αντιστάσεις για το κακό και ενεργητικότητα για το καλό. Πάντα πάντως υπάρχουν κάποια περιθώρια προς μεταστροφή. Η κακή συνήθεια της γοητευτικής υπερηφάνειας δεν τον αφήνει να οδηγηθεί στην ακακία. Το κακό κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας δεν έχει υπόσταση. Το κακό θεωρείται ως στέρηση του καλού. Η αφύσικη κατάσταση της ζωής δημιουργεί τα διάφορα νοσήματα, για τα οποία καθόλου δεν είναι υπαίτιος ο Πανάγαθος Θεός. Το κακό ήλθε στη ζωή του ανθρώπου με την απομάκρυνσή του από το Θεό, την πηγή παντός αγαθού. Το αυτεξούσιο είναι θεόσδοτο και ο Θεός δεν θέλει σκλάβους. Ο Θεός δεν αγαπά καθόλου τη βίαιη ζωή αλλά την ελεύθερη αρετή. Ο άνθρωπος επιλέγει και προτιμά μόνος του την κακία στη ζωή του. Ο δαίμονας μισεί το Θεό και παραμένει μόνιμα και σταθερά στην κακία. Εχθρεύεται και τον άνθρωπο και μηχανεύεται τρόπους, για να τον υποδουλώσει στα αντίθεα και σκοτεινά έργα του. Ο άνθρωπος καλείται να είναι ετοιμοπόλεμος στα μηχανουργήματα της δαιμονικής κακίας. Για κάθε ανθρώπινη πτώση συνεργεί η δαιμονική πονηρία, αλλά έχει ευθύνη και ο ίδιος ο άνθρωπος, που αφήνεται να παρασυρθεί.

Η αμαρτία είναι σοβαρό κακό και η αρετή σπουδαίο αγαθό. Οι Χριστιανοί πρέπει να φοβούνται την αμαρτία, γιατί τους στερεί την ειρήνη και την αληθινή χαρά. Να μην απορρίπτουν τις από Θεού δοκιμασίες, γιατί μπορούν να γίνουν αφετηρίες ιάσεως, μετάνοιας και σωτηρίας. Ο φοβερός θάνατος κατά την Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι τιμωρία Θεού αλλά η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό. Χειρότερος του βιολογικού θανάτου θεωρείται ο πνευματικός θάνατος, που έρχεται, όταν διακοπεί η κοινωνία του ανθρώπου με το Θεό.

Η ασυλλόγιστη εμπάθεια ορισμένων ανθρώπων τούς κάνει υπεύθυνους της αμαρτίας τους. Σε όλη τη ζωή δυστυχώς επικρατεί το κακό. Αυτό δεν σημαίνει ότι νίκησε. Αρκετοί μέσα από το κακό παιδεύονται και ταλαιπωρούνται ισχυρά, ώστε τελικά να το μισήσουν. Μέσα και από το κακό μερικές φορές έρχεται το καλό. Το κακό δίνει ανησυχία, φόβο, ταραχή. Το καλό γαληνεύει, χαροποιεί, παρηγορεί. Μειοψηφίες συχνά ζουν με πληρότητα την αλήθεια και την ελευθερία. Το κακό γκρεμίζει, ματώνει, γκριζαίνει, φτωχαίνει. Το αγαθό ανασταίνει, φωτίζει, πλουτίζει και δυναμώνει. Μακάριοι οι αγαθοποιούντες.

Πηγή: Περιοδικό «Παρά την Λίμνην», Μηνιαία έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου, περίοδος γ΄, έτος κβ΄, αρ. 10, Οκτώβριος 2012.

Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

ΕΝΑΣ ΞΥΠΟΛΥΤΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ


Έχω διαβάσει στο Λαυσαϊκόν του Παλλαδίουτα εξής περί του αββά Ωρ: «Ούτος εν τη ερήμω διάγων, ήσθιεν μεν βοτάνας και ρίζας γλυκείας, έπινεν δε και ύδωρ ότε ηύρισκεν, εν ευχαίς και ύμνοις διατελών πάντα τον χρόνον». Νομίζω αποδίδουν άριστα τα της ασκητικοτάτης βιοτής του πατρός Φιλαρέτου.
Ηταν ενα από τα εύοσμα άνθη που φυτρώνουν στα βράχια των Καρουλίων! Φίλος  της αρετής όντως. Πάντα κυκλοφορούσε ξυπόλυτος.
Μια μέρα ο Γέροντάς μας, ο π. Γερόντιος, θέλοντας να τον δοκιμάσει αν είναι από τον Θεόν η τόση αγάπη και απλότητά του ή από εγωισμό, του είπε:
«Πάτερ Φιλάρετε...»
«Ευλογείτε, Γέροντα».
«Είσαι υποκριτής! Μας δείχνεις ότι περπατάς ξυπόλυτος και με κουρελιασμένα ράσα, για να κάνεις τον ταπεινό!
«Γέροντα», απήντησεν εκείνος κατεβάζοντας ταπεινά το κεφάλι, «είμαι υποκριτής! Ομως τι να κάνω για να... θεραπευθώ;»
«Να βάλεις παπούτσια και να σουλουπωθείς».
«Να ’ναι ευλογημένο, Γέροντα· αυτό θα κάνω».
Εβαλε βαθιά μετάνοια κι έφυγε.
Πήγε αμέσως και βρήκε κάτι παμπάλαια παπούτσια και τα είχε κάτω από τη μασχάλη του και, όταν ήλθε στην πόρτα του ησυχαστηρίου μας, τα έβαλε και μπήκε! Αυτό έγινε με πόνο πολύ, διότι, τόσα χρόνια ξυπόλυτος, τα πέλματα είχαν πρησθεί και δεν χωρούσαν σε παπούτσι για πολλήν ώρα. Ομως η υπακοή, βλέπετε, και η ταπεινοφροσύνη κάνουν θαύματα! Η αρετή φαίνεται όταν σε ελέγχει ο αδελφός κι εσύ ταπεινώνεσαι αδιαμαρτύρητα. Ο διάβολος καίγεται με τέτοια συμπεριφορά...
«Τώρα, μάλιστα! Τώρα είσαι όντως ταπεινός μοναχός» του είπε ο Γέροντάς μας.
«Ευλόγησον, Γέροντα, ευλόγησον» είπε και, αφού έβαλε μετάνοια, απομακρύνθηκε παραπατώντας σαν παιδί...

Δίπλα στο ασκητήριό του φύτρωναν αγριόχορτα. Τα έκοβε και, μολονότι του ήσαν απολύτως απαραίτητα, μας τα έφερνε λέγοντας:
«Φάτε, πατέρες. Του Θεού είναι κι αυτά και πρέπει να τα τρώγουν αυτοί που ευαρεσθούν εις Αυτόν και όχι οι ράθυμοι σαν εμένα!»
Κάποια μέρα πέρασε από εκεί ένας ρασοφόρος, ο οποίος είπε πως ήτο διάκονος. Βλέποντας τα παλαιά βιβλία του ασκητού, τα έβαλε στο μάτι και με τρόπο τ’ αφήρεσε. Εφυγε παίρνοντάς τα μαζί του. Κατευθύνθηκε στη Δάφνη, μη γνωρίζοντας ότι στο τελωνείο της γίνεται έλεγχος στους εξερχομένους. Εκεί λοιπόν τον συνέλαβαν!
«Πού τα βρήκες αυτά;» τον ρώτησαν.
«Μου τα... πούλησε ο πατήρ Φιλάρετος, εις τα Καρούλια!»
Είπε ψέματα για να δικαιολογηθεί και συνέχισε τη φρικτή συκοφαντία του:
«Αυτός είναι αρχαιοκάπηλος! Πουλάει παλαιά βιβλία!»
Οι αστυνομικοί ήλθαν εδώ στην έρημο κι έκαναν ανακρίσεις. Στη συνέχεια, έχοντας πεισθεί από τον πανούργο αυτόν άνθρωπο, μήνυσαν τον άγιον ασκητή! Κάποια μέρα έφθασαν σ’ εμάς οι κλήσεις, γιατί απ’ εδώ περνούν τα πάντα. Οι ασκηταί δεν γνωρίζουν από αυτά, αλλά και γενικότερα δεν ασχολούνται με βιοτικά πράγματα. Με τις κλήσεις εκαλείτο λοιπόν να δικασθεί!
Τον ενημερώσαμε σχετικά κι εκείνος μας είπε: «Εγώ δεν γνωρίζω πού να πάω. Σας παρακαλώ σεις να με οδηγήσετε».
Ε, εμείς κάναμε ό,τι έπρεπε, του δώσαμε μερικά ρουχαλάκια -γιατί τα μοναδικά δικά του ήσαν ξεσχισμένα από την τραχιάν ασκητική ζωή- και είπαμε σ’ έναν γνωστό μας δικηγόρο να πάει να τον βοηθήσει. Του δώσαμε και λίγα χρήματα για να πάει στη Θεσσαλονίκη να δικασθεί. Ποιος; Εκείνος τον οποίον ούτε ο Θεός, νομίζουμε ταπεινά, δεν θα δικάσει «εν εκείνη τη ημέρα». Ενας ουράνιος άνθρωπος, ο οποίος ευωδίαζε άρωμα ασκήσεως! Παρά ταύτα ο άγιος ασκητής μάς είπε: «Εγώ θα κάνω υπακοή στην Πολιτεία και θα πάω, όπως μου λένε, να δικασθώ».
Ασκητήριο στα Καρούλια (από εδώ)
Εφυγε για τη Θεσσαλονίκη αυτός που είχε να βγει από το Αγιον Ορος πενήντα οκτώ ολόκληρα χρόνια! Πενήντα οκτώ χρόνια ασκητής εδώ, στο Καρούλι, τρώγοντας μόνο λίγα χορταράκια και πίνοντας το νεράκι του Θεού!
Ο ευλογημένος αυτός άνθρωπος, ο οποίος είχε φθάσει σε πολύ μεγάλα μέτρα αρετής, πήγε και κάθισε στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Πώς γίνονται εκεί ούτε που ξέρω. Δεν πήγα ποτέ σ’ αυτές τις πόρτες... Απλώς θυμάμαι, όπως μας τα έλεγε ο ευλογημένος αυτός Γέροντας. Τον φώναξε λοιπόν ο πρόεδρος του δικαστηρίου:
«Ο μοναχός Φιλάρετος;»
«Εγώ είμαι ο ελεεινός» απήντησε ταπεινά σκύβοντας το κεφάλι.
«Γιατί πούλησες τα βιβλία αυτά;»
«Δεν τα πούλησα, αδελφέ! Να, πέρασε ο αδελφός και τα πήρε να τα διαβάσει και ασφαλώς θα τα γύριζε. Εγώ αυτό πίστευα...»
«Πρέπει να ορκισθείς, πάτερ, για να είσαι πιστευτός. Αυτή είναι η τάξη του δικαστηρίου».
«Α, δεν ορκίζομαι γιατί στο άγιον Ευαγγέλιο λέει “μη ομώσαι όλως”!»
«Μα πρέπει, πάτερ, να ορκισθείς».
«Πώς ορκίζονται;»
«Βάζοντας την παλάμη πάνω στο Ευαγγέλιο».
Ο π. Φιλάρετος τότε... έβαλε τρεις στρωτές μετάνοιες μπροστά στο ιερό Ευαγγέλιο και το ασπάσθηκε μ’ ευλάβεια, λέγοντάς τους:
«Αρκείσθε σ’ αυτό;»
«Οχι, πάτερ, πρέπει να βάλεις το χέρι σου στο Ευαγγέλιο και να πεις “ορκίζομαι...” κ.λπ.».
«Δεν μπορώ να ορκισθώ».
«Μα, αν δεν ορκισθείς, θα πας εννέα μήνες φυλακή...»
«Να πάω φυλακή χίλιες φορές! Εγώ αναμένω την αιωνία καταδίκη από τον Θεό για τις αμαρτίες μου και θα σκεφθώ τη φυλάκιση των εννέα μηνών;»
Παρών ήτο και ο ψευδοδιάκονος -φουσκώνοντας και ξεφουσκώνοντας από μεγαλοπρέπεια και ύφος- ατσαλάκωτος μέσα στα γυαλιστερά ράσα του. Είχε βάλει έναν δικηγόρο, ο οποίος είπε ένα σωρό ψεύδη. Μεταξύ άλλων ο δικηγόρος είπε:
«Πώς είναι δυνατόν, κύριοι δικασταί, να κλέψει ο εκλεκτός αυτός κληρικός τα βιβλία αυτού του ρακενδύτου; Είναι δυνατόν; Μήπως τα είχε ανάγκη; Αν είναι δυνατόν...».
Εν τέλει, με αυτές τις ψευδομαρτυρίες και τη διαστρέβλωση της αληθείας, δικαιώθηκε ο απαστράπτων  κλέπτης και καταδικάσθηκε ο ενάρετος ασκητής, ο οποίος παρουσιάσθηκε με φτωχικά ράσα, χωρίς την τέχνη του ψεύδους και, φυσικά, δίχως να ορκισθεί. Βγήκε λοιπόν η καταδικαστική απόφαση και τον πήρε ο αστυνομικός να τον οδηγήσει στη φυλακή!
Οι ιθύνοντες δεν συγκινήθηκαν και συγκινήθηκε το ακροατήριο.
Εκαναν πρόχειρον έρανο μεταξύ τους και μάζεψαν το ποσό που χρειαζόταν για ν’ απαλλαγεί ο ασκητής από τη φυλάκιση. Με απλότητα τους ευχαρίστησε κι έφυγε χαρούμενος, επιστρέφοντας εδώ στα Καρούλια, χώρο της μακροχρονίου ασκήσεώς του. Ευχαριστούσε κι εμάς που τον βοηθήσαμε με τις πενιχρές δυνάμεις μας: «Ευχαριστώ, πατέρες», μας έλεγε, «εύχεσθε να λυτρωθώ και από την αιωνία φυλακή!» Μεταξύ άλλων ήταν ενθουσιασμένος με τον δικηγόρο που είχαμε στείλει για να τον υπερασπισθεί. Ο αγαθός ασκητής, κάνοντας πάντα καλούς λογισμούς, τα έβλεπε όλα υπέροχα κι έλεγε και ξανάλεγε εντυπωσιασμένος:
«Αυτός ο δικηγόρος έχει πνεύμα Θεού! Οπως ακριβώς έγιναν τα πράγματα, έτσι τα έλεγε».
«Γέροντα», του είπα, «η τέχνη του είναι αυτή...».
«Οχι, ευλόγησον, πνεύμα Θεού είναι» επέμενε ο Γέρων!
Τον ρώτησα:
«Γέροντα, πώς είδες τον κόσμο ύστερ’ από πενήντα οκτώ χρόνια που είχες να βγεις από το Αγιον Ορος»;
Ο καλός άνθρωπος που τα βλέπει όλα καλά έχει, όπως είπαμε, μόνον αγαθούς λογισμούς. Είπε λοιπόν ο Γέρων Φιλάρετος:
«Τι να σας πω, πατέρες, όλοι οι άνθρωποι έξω είναι πολύ καλοί. Ολοι τρέχουν πέρα δώθε για τη σωτηρία τους, εκτός από μένα τον ράθυμο και αμαρτωλό που κάθομαι σ’ αυτά εδώ τα βράχια και δεν εργάζομαι όπως πρέπει, όπως είναι το θέλημα του Θεού!»
Αυτά είπε και μπήκε στο ασκητήριό του, δοξάζοντας τον Θεό που στα τέλη της ζωής του τού έδωσε αυτή τη δοκιμασία για τη σωτηρία της ψυχής του, όπως έλεγε συνεχώς.
Ο μεγάλος και άγιος Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης (1846-1929), αφηγητής στην παρούσα διήγηση.
Οταν έφθασε σε βαθύ γήρας, μας εκάλεσε μίαν ημέρα στο ασκηταριό του. Πήγαμε με τον π. Ακάκιο. Με χαρά μας είπε:
«Καλώς τα παιδιά μου! Καλά κάνατε που ήλθατε, διότι άλλη φορά δεν θα σας δω! Εγώ απόψε θα φύγω... Θέλω όμως, πριν συμβεί αυτό, να με αναπαύσετε».
-Τι θέλεις, Γέροντα;
-Να μου ψάλετε! Πείτε κάτι να ευφρανθεί η ψυχή μου.
Ψάλαμε διάφορα κι ο Γέροντας έκλαιγε από χαρά και σταυροκοπιόταν κατανενυγμένος. Μόλις τελειώσαμε, μας είπε:
«Τώρα, κάτι τελευταίο: Θέλω να μου ψάλετε τον “εθνικό ύμνο” της Παναγίας, το «Αξιον εστίν»! Αυτό όμως θα το ψάλουμε όρθιοι, όπως ψέλνουμε και τον εθνικό ύμνο της πατρίδος μας!»
Σηκώθηκε με κόπο. Ητο σκελετωμένος. Το δέρμα του σχεδόν διάφανο. Αφού συμψάλαμε, με δάκρυα χαράς και συγκινήσεως μας αγκάλιασε, μας ασπάσθηκε και μας είπε:
«Παιδιά μου, άλλη φορά εδώ δεν σας βλέπω! Συγχωρήσατέ με, συγχωρήσατέ με!»
Δακρύσαμε όλοι. Εκείνος με κόπο μας προέπεμψε. Φύγαμε κατασυγκινημένοι.
Το πρωί μας ειδοποίησαν ότι εκοιμήθη! Οπως ακριβώς το είχε πει...
Ανοίξαμε στα βράχια μια λακκουβίτσα και τον θάψαμε, αφού τον κηδεύσαμε όπως του άξιζε... Εσβησε -ανθρωπίνως το λέγω- στον αθωνικό ουρανό το αστέρι αυτό του αγιορειτικού μοναχισμού. Αφησε όμως μίαν αείφωτη τροχιά αγωνιστικότητος και ασκήσεως αυστηρής. Αιωνία του η μνήμη. Την πολύτιμη ευχή του να έχουμε.
Μερικές φορές ο πανάγαθος Θεός παραχωρεί και στο τέλος της ζωής μια δοκιμασία, για να γίνει ο άνθρωπος καλύτερος και να ωφεληθούν και άλλοι. Ετσι και ο π. Φιλάρετος υπέμεινε αγόγγυστα και βραβεύθηκε από τον Κύριο. Είδατε, πώς ο διάβολος πήγε να ταλαιπωρήσει τον άνθρωπο της ασκήσεως και της αρετής, αλλ’ ο πανάγαθος Θεός τον σκέπασε με τη χάρη Του και, αντί να πάθει βλάβη η ψυχή του, δέθηκε ακόμη περισσότερο με τον Θεό;
Περισσότερο αγάπησε τον Θεό και με μεγαλύτερη ζέση Τον εδόξαζε.

Μανώλης Μελινός
Θεολόγος - συγγραφέας

ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ - ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ - ΚΑΘΙΣΜΑ - ΟΙΚΟΣ - ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ

Κυριακή 5 Μαΐου 2019

ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΕΝ ΟΡΕΙ ΤΩΝ ΑΜΩΜΩΝ - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ


Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Ἐν ὄρει τῶν Ἀμώμων ὥσπερ ἥλιος ἔλαμψας, καί μαρτυρικῶς, θεοφόρε, πρός Θεόν ἐξεδήμησας, βαρβάρων ὑποστάς ἐπιδρομάς, Ἐφραίμ Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ· διά τοῦτο ἀναβλύζεις χάριν ἀεί, τοῖς εὐλαβῶς βοῶσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ- ΔΕΗΣΙΣ


ΑΓΙΟΣ ΘΩΜΑΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΑΠΙΣΤΟΣ) - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ - ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ - ΚΑΘΙΣΜΑ - ΟΙΚΟΣ

Η ΨΗΛΑΦΗΣΙΣ ΤΟΥ ΘΩΜΑ- ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος βαρὺς.
Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος ἡ ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης ἡ πάντων ἀνάστασις, πνεῦμα εὐθὲς δι' αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.