ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2019

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΓΑΜΟΣ Ή ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ;


Γάμος ή μοναχισμός;

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Και οι δύο δρόμοι που έχει χαράξει ή Εκκλησία μας είναι ευλογημένοι, γιατί και οι δύο μπορούν να τους οδηγήσουν στον Παράδεισο, αν ζήσουν κατά Θεόν. Ας υποθέσουμε ότι δύο άνθρωποι ξεκινούν να πάνε σε ένα Προσκύνημα. Ό ένας πηγαίνει με το λεωφορείο από τον δημόσιο δρόμο και ό άλλος πηγαίνει με τα πόδια από κάποιο μονοπάτι. Και οι δύο όμως έχουν τον ίδιο σκοπό. Ό Θεός και το ένα το χαίρεται και το άλλο το θαυμάζει. Κακό είναι, όταν αυτός που πάει από το μονοπάτι κατακρίνει μέσα του τον άλλον, που πάει από τον δημόσιο δρόμο, ή και το αντίστροφο...
Εγώ μέχρι τώρα σε κανέναν νέο δεν είπα ούτε να παντρευτεί ούτε να γίνει καλόγερος. Αν κάποιος με ρωτήσει, του λέω: «Να κάνης αυτό που σε αναπαύει, φθάνει να είσαι κοντά στον Χριστό». Και αν μου πει ότι δεν αναπαύεται στον κόσμο, τότε του μιλάω για τον Μοναχισμό, για να τον βοηθήσω να βρει τον δρόμο του.

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΦΥΤΕΨΕ ΜΙΑ ΕΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ: ΚΥΡΙΕ, ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΟΥ ΒΡΟΧΗ.


Και ο Κύριος έστειλε βροχή στη γη.

Το δέντρο ήταν κορεσμένο με υγρασία και ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται:

Και τώρα, Κύριε, σας ζητώ να στείλετε πολύ ήλιο – το δέντρο μου χρειάζεται ζεστασιά.

Και ο Κύριος έστειλε τον ήλιο.
Το δέντρο μεγάλωσε.

Ο μοναχός συνέχισε να προσεύχεται γι ‘αυτό: Κύριε, δώσε λίγο παγετό για να ενισχυθούν οι ρίζες και τα κλαδιά.
Ο Κύριος έστειλε παγετό και … το δέντρο πέθανε.

Ο μοναχός ήταν πολύ αναστατωμένος.
Πήγε σε άλλον μοναχό για να πει την ιστορία του και να μοιραστεί τη θλίψη του.

Έχω επίσης μια ελιά, κοίτα – απάντησε ένας άλλος μοναχός.

Το δέντρο του έχει μεγαλώσει όμορφα. Αλλά προσευχήθηκα διαφορετικά. Είπα στον Θεό ότι είναι ο Δημιουργός αυτού του δέντρου και ότι ξέρει καλύτερα τι χρειάζεται γι ‘αυτό.
Απλώς ζήτησα από τον Θεό να τον φροντίσει και το κάνει.

Αυτό ισχύει για εμάς. Συχνά ρωτάμε , κατά τη γνώμη μας, τι χρειαζόμαστε. Αλλά μόνο ο Θεός ξέρει τι χρειαζόμαστε. Τον εμπιστευόμαστε εντελώς!

ΝΙΚΗΤΑΣ ΚΑΥΚΙΟΣ: Η ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΝΗΣΙΘΕΟ!


Νικήτας Καύκιος: Η βασική διαφορά του πιστού χριστιανού από τον αρνησίθεο δεν είναι η τήρηση των κανόνων της ηθικής αλλά η αναφορά της ζωής του στον Χριστό. Ο πιστός δεν είναι κατ' ανάγκη ηθικά καλύτερος από τον "άθεο"...ίσως είναι χειρότερος από αυτόν. Όμως βλέπει τα σφάλματά του μέσα από το πρίσμα της Χάρης του Θεού και βιώνει την υψοποιό ταπείνωση. Ο αρνησίθεος ότι ζει το ζει μόνος του ενώ ο πιστός ότι ζει το ζει σε σχέση με τον Χριστό...

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

ΜΟΥ ΕΒΑΛΑΝ ΚΑΝΟΝΑ ΝΑ ΓΙΝΩ ..."ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ"!!


Γνήσια και δυσεύρετα γνωρίσματα ενός αγίου Πνευματικού συναντάμε στην μεγάλη μορφή του Αγίου Όρους, τον παπα–Σάββα, τον –όνομα και πράγμα– «Πνευματικό» (1821–4/4/1908). Μέρα με την μέρα, ξεχώριζε σαν σπουδαίος θεραπευτής ψυχών. Όσοι τον πλησίαζαν, κατενθουσιασμένοι δεν έπαυαν να τον συνιστούν σ’ όλο τον κόσμο. Η φήμη του, σαν άριστος Πνευματικός, δεν άργησε να φτάσει στα πέρατα της Ορθοδοξίας.
Η συγκαταβατικότητά του, η μακροθυμία του, το ευσυμπάθητο του τρόπου του, η διαγνωστική του δεινότητα, η ικανότητα να παρηγορεί, να ενισχύει και να καθοδηγεί και, μαζί μ’ αυτά, η αγιότητα του βίου του, τον καταξίωσαν σαν απαράμιλλο Πνευματικό. Στην συνέχεια, παραθέτουμε ένα από τα χαρακτηριστικά ανέκδοτα που κυκλοφορούν ακόμη στον Αγιονορείτικο χώρο γύρω από αυτόν, το οποίο διατρανώνει, το πόσο υπέροχος και χαρισματικός λευκαντής ψυχών ήταν ο παπα–Σάββας.
Στην Σκήτη της Αγίας Άννης, κάπου ψηλά, είχε την Καλύβη του ένας Πνευματικός. Πνευματικός μεν κι αυτός, αλλά χωρίς την πείρα και την διάκριση του παπα–Σάββα. Μια φορά, κατέφθασε στο εξομολογητήριό του ένας βαριά, πολύ βαριά αμαρτωλός. Άλλος άνθρωπος, με τόσα πολλά κρίματα, δεν του ξανάτυχε.

Εκείνος ο φτωχός προσκυνητής του θείου ελέους, σαν «κάλαμος συνετριμμένος», άρχισε την εξαγόρευση. Ο Πνευματικός, καθώς τον άκουγε, κυριεύθηκε από φρίκη. Αναταράχτηκαν τα σωθικά του. «Θεέ μου! Πω, πω, φρικαλεότητες! Τί, ακούω! Τί, σατανάς είναι τούτος!».
Δεν πρόλαβε, ο δυστυχής εξομολογούμενος ν’ αποτελειώσει, κι ο Πνευματικός γεμάτος ταραχή τον διέκοψε:
–Σταμάτα! Έχω φρίξει! Θα χάσω το μυαλό μου! Δεν είναι ανθρώπινες αμαρτίες, αυτές! Σατανικές, είναι! Φύγε! Η συγχώρεση, σού ’λειπε! Φύγε! Δεν μπορώ άλλο να σ’ ακούω! Φύγε!…
Το μόνο που είχε απομείνει στον κόσμο, για τον άτυχο προσελθόντα, ήταν το έλεος του Θεού. Αφού όμως κι η πόρτα αυτή του ελέους έκλεισε, δεν του απέμενε τίποτε άλλο, πια. Αντικρύζοντας κάτω την θάλασσα, σκεφτόταν την μόνη λύση: Να ορμήσει κάτω και να πνιγεί! Να θέσει ένα τέρμα στην τραγωδία του.
Ο Θεός όμως είναι μεγάλος. Στην κατάσταση αυτή τον είδε κάποιος Αγιαννανίτης μοναχός που έτυχε να περνάει από ’κει και να του είναι και γνώριμος.
–Εε! Τί, συμβαίνει; Πώς, είσαι έτσι; Τί, έχεις;
Εκείνος, δεν μιλούσε.
–Εε! Τί, έπαθες; Γιατί δεν μιλάς;
Με τα πολλά, κατόρθωσε να μάθει τα καθέκαστα. Στεναχωρήθηκε, πικράθηκε η ψυχή του. Πώς όμως να τον βοηθήσει; Σκέφθηκε πως μία μόνο λύση απέμεινε: να τον οδηγήσει με κάθε τρόπο στον παπα–Σάββα. Κουράστηκε πολύ, αλλά στο τέλος νίκησε…

Σαν τον αντίκρυσε, ο παπα–Σάββας, κατάλαβε όλο του το δράμα. «Ο αδελφός μου», σκέφθηκε, «βρίσκεται στην άβυσσο. Για να τον ανεβάσω, χρειάζεται να κατεβώ κι εγώ ως εκεί».
–Πνευματικέ, υπάρχει για μένα σωτηρία;
–Για σένα, αδελφέ μου; Για όλους, υπάρχει σωτηρία. Η ευσπλαχνία του Θεού, είναι πιο πλατειά κι από τον ουρανό· και πιο βαθειά κι από την άβυσσο!
–Μπαα! Για μένα, τον αμαρτωλό, δεν υπάρχει σωτηρία! Αδύνατον! Δεν υπάρχει, σωτηρία για μένα!…
–«Για σένα δεν υπάρχει σωτηρία»;! Αστείο, πράγμα! Αφού, να σκεφθείς, υπήρχε για μένα! Για σένα, δεν θα υπάρχει;!…
–Και, σαν τί αμαρτίες έκανες εσύ;
–Εγώ; Μεγάλες, πολύ μεγάλες αμαρτίες!
–Τί «μεγάλες», μου λες;! Ποιος μπορεί να έχει φταίξει στον Θεό τόσο πολύ σαν εμένα τον ταλαίπωρο;
–Κι όμως! Να! Κάποτε, δεν πρόσεξα, παρασύρθηκα κι έπεσα στην τάδε αμαρτία.
–Αα, Πνευματικέ μου! Την αμαρτία αυτή, έτσι ακριβώς όπως μου την λες, την έχω κάνει κι εγώ!
–Κι εσύ; Αα, μην ανησυχείς τότε! Ο Θεός, θα σε συγχωρέσει τώρα. Αρκεί, που το ομολόγησες.

Ο παπα–Σάββας, προχώρησε με τον ίδιο τρόπο. Το αγαθό και ψυχοσωτήριο τέχνασμα, πέτυχε απόλυτα. Ξεθάρρεψε ο δυστυχής και παρουσίασε με κάθε ειλικρίνεια όλο τον θλιβερό κατάλογο των αμαρτιών του. Του έδινε κουράγιο η ιδέα πως και ο Πνευματικός που τον άκουγε, ήταν όμοιός του.
Του λέει στο τέλος, ο παπα–Σάββας:
–Εγώ, που λες, μετανόησα και έκλαψα πικρά. Κι έχω δυο χρόνια τώρα που άλλαξα ζωή. Μάλιστα δε, μου έβαλαν και «κανόνα» να γίνω Πνευματικός. Τί, να κάνω; Το έκανα κι αυτό! Έκανα ελεημοσύνες, έκανα νηστείες, έγινα άλλος άνθρωπος!
–Κι εγώ, Πνευματικέ μου, μετανοώ μ’ όλη μου την ψυχή!
–Εε, αφού αποφασίζεις ν’ αλλάξεις κι εσύ ζωή, τότε, έλα να σου διαβάσω και την «Συγχωρητική Ευχή», να σου εξαλείψει ο Θεός όλες σου τις αμαρτίες…
Ύστερα από λίγο, ένας άνθρωπος, ένας άλλος άνθρωπος, φτερούγιζε από χαρά γιατί πέταξε από πάνω του πολλά δυσβάσταχτα φορτία. Συναντώντας στην Σκήτη της Αγίας Άννης τον γνωστό του, του είπε:
–Μ’ έσωσες! Έγινα άλλος άνθρωπος!
–Να δοξάζεις τον Θεό!
–Καλός Πνευματικός! Καλός! Πονετικός. Μόνο που, ο καημένος, έκανε στην ζωή του πολύ χειρότερα πράγματα από μένα!!
Ο γνωστός του, μπήκε αμέσως στο νόημα.
–«Χειροτέρα από σένα»;! Ας γελάσω! Χριστιανέ μου, αυτός ζει και εγκαταβιώνει από μικρός μέσα στο Όρος και, τόσα χρόνια εδώ πέρα μέσα, έχει γίνει σωστός άγγελος! Γι’ αυτό και αξιώθηκε να γίνει Ιερεύς και Πνευματικός…

Ο άλλος, έμεινε άναυδος. Τί, συνέβαινε; Με τις εξηγήσεις όμως που του έγιναν, κατάλαβε το καλοκάγαθο τέχνασμα της αγάπης. Δοκίμασε μεγάλη έκπληξη. Αλλά, κατάλαβε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να σωθεί από το χείλος της αβύσσου. Από την στιγμή εκείνη, κορυφώθηκε μέσα του ένας απέραντος θαυμασμός και μία απεριόριστη αγάπη για τον παπα–Σάββα τον περίφημο «Πνευματικό». Τον υπέροχο αυτόν ιατρό και θεραπευτή των πληγωμένων και πονεμένων, από την αμαρτία, ψυχών…

ΑΡΧΙΜ. ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ (1920–1979)
Αρχιμ. Χερουβείμ Καράμπελα: «Σύγχρονες Αγιορείτικες Μορφές – Σάββας ο Πνευματικός» (τευχ. 6), σελ. 49–50, 54–57, Θ΄ έκδοσις, Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1998.]

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΟΥ ΑΦΗΣΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΟΥΛΕΨΕ ΣΑΝ ΕΡΓΑΤΗΣ


Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες για έναν επίσκοπο ο οποίος άφησε την επισκοπή του και πήγε στη Θεούπολη και δούλευε βοηθώντας τους κτίστες. Εκείνο τον καιρό ήταν κόμης της Ανατολής ο Εφραίμιος, άνδρας ελεήμων και πονόψυχος. Γι’ αυτό και ανοικοδομούνταν τα δημόσια κτίρια, επειδή είχε πέσει όλη η πόλη από το σεισμό. Μια νύχτα λοιπόν βλέπει ο Εφραίμιος στον ύπνο του τον επίσκοπο να κοιμάται κι ένα στύλο πύρινο να κατεβαίνει πάνω του από τον ουρανό. Το είδε αυτό όχι μια και δυό, αλλά πολλές φορές κι έμεινε έκθαμβος. Γιατί το θαύμα ήταν φοβερό και σε γέμιζε έκπληξη. Και συλλογιζόταν τί να είναι άραγε τούτο; Γιατί δεν ήξερε ο Εφραίμιος ότι ο εργάτης ήταν επίσκοπος. Και πώς ήταν δυνατό να το ξέρει ότι ήταν επίσκοπος, όταν έβλεπε μαλλιά άγρια και βρώμικα ρούχα και άνθρωπο ασήμαντο, φτωχό και ταλαιπωρημένο από την πολλή υπομονή, την άσκηση και εργασία κι από την εξάντληση που φέρνει ο κόπος ο πολύς;

Μια μέρα λοιπόν καλεί ο Εφραίμιος τον εργάτη, τον πρώην επίσκοπο, θέλοντας να μάθει από τον ίδιο το ποιός είναι· κι άρχισε να τον ρωτά ιδιαιτέρως από πού είναι και το όνομά του. Αυτός του λέει: «Εγώ είμαι κάποιος από τους φτωχούς αυτής της πόλεως και, μη έχοντας από πού να τραφώ, δουλεύω εργάτης και με τρέφει ο Θεός από τους κόπους μου». Παρακινημένος όμως από το Θεό ο Εφραίμιος αποκρίνεται και του λέει: «Σε βεβαιώνω ότι δεν θα σ’ αφήσω, μέχρι να μου πεις την αλήθεια για όλη τη ζωή σου». Επειδή δεν μπορούσε πια να κρυφτεί, του λέει: «Δώσε μου το λόγο σου ότι, όσο βρίσκομαι σ’ αυτήν τη ζωή, δεν θα αποκαλύψεις σε κανένα την ιστορία μου κι εγώ θα σου ανακοινώσω τα δικά μου, έκτος από το όνομά μου και την πόλη». Τότε του ορκίστηκε ο θείος Εφραίμιος ότι «δεν θα πω τίποτε από τα δικά σου, μέχρι που θα θελήσει ο Θεός να σε πάρει απ’ αυτήν τη ζωή». Αυτός τότε του λέει: «Εγώ είμαι επίσκοπος και άφησα την επισκοπή μου για το Θεό κι ήρθα εδώ, στον άγνωστο τόπο, ταλαιπωρούμενος και δουλεύοντας εργάτης. Κι από τον κόπο μου εξοικονομώ το λίγο ψωμί μου. Εσύ όμως, όσο μπορείς, αύξανε την ελεημοσύνη. Γιατί, αυτές τις μέρες, ο Θεός σε ανεβάζει στον αποστολικό θρόνο αυτής της Εκκλησίας των Θεουπολιτών, για να ποιμάνεις το λαό Του, για τον οποίο φρόντισε με το ίδιο Του το αίμα ο Χριστός, ο αληθινός Θεός μας.

Όπως λοιπόν σας είπα, υπέρ της ελεημοσύνης και της Ορθοδοξίας αγωνιστείτε. «Τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο Θεός». Και σε λίγες μέρες έτσι έγινε. Όταν άκουσε αυτά ο Εφραίμιος, δόξασε το Θεό και είπε: «Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός, οι οποίοι μόνο σ’ Αυτόν είναι γνώριμοι!».

Από το Γεροντικό
Ιωαν, Μόσχου «Λειμωνάριον», εκδ. Ι.Μ. Σταυρονικήτα, Αγ. Όρος

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ: ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΔΙΑΘΕΣΙΣ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ!


Γερόντισσα Μακρίνα: Όταν μάς έρχεται διάθεσις γιά συζήτηση, όταν μάς πιάνει πλήξη, μάς πιάνει στενοχώρια, νά ξέρετε είναι γιατί δέν κυνηγάμε τήν "ευχή". Νά τήν κυνηγήσουμε, όπως τήν κυνηγούσαν οι Πατέρες οι άγιοι, όπως την κυνήγησαν πνευματικοί άνθρωποι στόν κόσμο καί αισθάνθηκαν τήν Χάρι του Θεού. Γιορτές καί Κυριακές πού έχουμε περισσότερο χρόνο νά λέμε τήν "ευχή" (Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με), νά τόν εκμεταλευώμαστε τόν χρόνο.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ: ΝΑ ΛΕΤΕ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΚΑΙ ΘΑ ΣΑΣ ΦΥΓΟΥΝ ΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ!


Γερόντισσα Μακρίνα: Να λέτε την ευχή και θα σας φύγουν οι λογισμοί,θα σας φύγουν τα πάντα. Θα δείτε ένα μεγαλείο,θα βλέπετε τους δαίμονες απ’ έξω να χαλάνε τον κόσμο και εμείς μέσα θα λέμε ατάραχα την ευχή.... Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με. 

Κυριακή 2 Ιουνίου 2019

ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ


ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

1. Πιστεύω εἰς ἕναν Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανού καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων.
2. Καί εἰς ἕναν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ τόν μονογενῆ, τόν ἐκ τοῦ Πατρός   γεννηθέντα   πρό   πάντων   τῶν αἰώνων. Φῶς ἐκ φωτός, Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὖ τά πάντα ἐγένετο.
3. Τόν δι' ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ  τῶν οὐρανῶν καί σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου  καί Μαρίας  τῆς  Παρθένου  καί ἐνανθρωπήσαντα.
4. Σταυρωθέντα τε ὑπέρ ἡμῶν ἐπί Ποντίου
Πιλάτου καί παθόντα καί ταφέντα.
5. Καί ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατά τάς
Γραφάς.
6. Καί ἀνελθόντα εἰς τούς οὐρανούς καί καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.
7. Καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς, οὖ τῆς Βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.
8. Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό κύριον, τό ζωοποιόν, τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον, τό σύν Πατρί καί Υἱῶ συμπροσκυνούμενον καί συνδοξαζόμενον, το λαλῆσαν διά τῶν Προφητῶν.
9. Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν.
10. Ὁμολογῶ ἕν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
11. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.
12. Καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.

ΧΡΙΣΤΕ, ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟΝ!


ΧΡΙΣΤΕ, ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟΝ!

Χριστέ, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον, σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψώμεθα φῶς τὸ ἀπρόσιτον, καὶ κατεύθυνον τὰ διαβήματα ἡμῶν πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου, πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρός, καὶ πάντων σου τῶν ἁγίων. Ἀμήν.

Χριστέ, Εσύ που είσαι το αληθινό (πνευματικό) φως, το οποίο φωτίζει και αγιάζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, ας σημειωθεί πάνω μας το φως του προσώπου Σου (Ας φωτίσει τις ψυχές μας το δικό Σου θεϊκό φως), ώστε μέσα σ’ αυτό να δούμε το άφθαρτο, το απλησίαστο φως και καθοδήγησε τις ενέργειες μας για την εφαρμογή) των εντολών Σου, με τις πρεσβείες της Πανάχραντης Μητέρας Σου και όλων Σου των αγίων. Αμήν.