Τα πνευματικά
ελλείμματα της πολιτικής και των πολιτικών
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής –
Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Εκείνος
που δηλώνει ότι θέλει να είναι πολιτικός εκπρόσωπος
του λαού σημαίνει ότι είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τα ίδια συμφέροντα και να
κάνει θυσίες για τον λαό.
Σημαίνει
ότι αισθάνεται την ανάγκη να προσφέρει στους άλλους τον εαυτό του, τον λόγο
του, τον κόπο του, τον χρόνο του, τα πνευματικά και σωματικά του προσόντα,
ολόκληρη τη ζωή του, την αγάπη, το ενδιαφέρον του, τις αρετές που διαθέτει, για
να βοηθήσει την κοινότητα που θέλει να εκπροσωπήσει.
Σημαίνει
επίσης ότι νοιάζεται τους άλλους, λυπάται και πονάει για τη διαιώνιση των
προβλημάτων τους και αισθάνεται την ανάγκη να γίνει ένας νέος Κυρηναίος για να
σηκώσει ένα μέρους του βάρους του Σταυρού που σηκώνει έκαστος πολίτης,
προσφέροντας λύσεις και ταυτόχρονα ψυχική χαρά, ικανοποίηση και ευφορία
σε όσους τη στερούνται.
Με άλλα
λόγια, όλοι χαίρονται για την απόφαση που παίρνει ένας άνθρωπος να μπει ή να
συνεχίσει στον στίβο της πολιτικής, διότι την ερμηνεύουν, ως απόφαση προσφοράς
στη βελτίωση του κοινού για όλους επιπέδου ζωής, τον ίδιο δε ως πνευματικό και
χαρισματικό άνθρωπο, επειδή θεωρούν ότι υπερβαίνει το ατομικό έναντι του
συλλογικού συμφέροντος.
Προϋπόθεση
ενός πνευματικού πολιτικού είναι να γνωρίζει και να σέβεται αυτούς που
εκπροσωπεί, τα πιστεύω τους, τις οντολογικές τους δομές, τις ανάγκες και
τις προσδοκίες τους. Στο πλαίσιο της τήρησης αυτών των κανόνων είναι να
εκλαμβάνει και να υπηρετεί τους Έλληνες πολίτες όπως είναι, με την πίστη και
τον πολιτισμό που έχουν, με τις αρετές που πιστεύουν και ακολουθούν, με την
αφοσίωσή τους στα εθνικά, ηθικά, πολιτισμικά, οικογενειακά και προσωπικά
σύμβολα.
Ο
βουλευτής, άλλωστε, αναλαμβάνει την ευθύνη να τηρεί τους κανόνες που έχει ήδη
θέσει η δημοκρατική πολιτεία. Γι’ αυτό, μάλιστα, πριν αναλάβει τις υποχρεώσεις
και το έργο του, ορκίζεται «να είναι πιστός στην πατρίδα και το δημοκρατικό
πολίτευμα, να υπακούει στο Σύνταγμα και τους Νόμους και να εκπληρώνει
ευσυνείδητα τα καθήκοντά του».
Κανείς
πολίτης δεν ελπίζει ότι ένας ευσυνείδητος πολιτικός επιδιώκει να εκλεγεί για να
ανατρέψει στη συνέχεια τα πνευματικά πιστεύω του λαού που τον
εμπιστεύτηκε ή να μην εφαρμόσει τα λοιπά καθήκοντα που αναλαμβάνει, ως προς τη
νομοθεσία, την παιδεία, την υγεία, τη δικαιοσύνη, την ασφάλεια, προκειμένου να
ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του για χρηστή και δημοκρατική διοίκηση έναντι
του λαού που εκπροσωπεί. Δυστυχώς, όμως, πολύ συχνά παρατηρούμε ανατροπές, που
γίνονται από επίορκους και αναξιοπρεπείς πολιτικούς, οι οποίοι εκμεταλλεύονται
την εμπιστοσύνη που τους έδειξε ο λαός με την ψήφο τους. Ένα σημείο από εκείνα
που προβληματίζουν κάθε πολίτη είναι ο τρόπος ανάγνωσης και χειρισμού των προς
επίλυση προβλημάτων, από την πλευρά των πολιτικών.
Παρατηρούμε,
για παράδειγμα, ότι, συνήθως, αυτά που συζητούνται καθημερινά είναι τα
προβλήματα της οικονομίας (ανεργία, θέσεις εργασίας, επενδύσεις, μισθοί,
φορολογία κ. ά.), που προσδιορίζονται ως οικονομική κρίση. Όλες οι συζητήσεις,
οι αναλύσεις και οι διαξιφισμοί διεξάγονται γύρω από τους
οικονομικούς δείκτες και τα μέτρα για την οικονομία.
Έτσι,
δεν υπάρχει καμιά σοβαρή αναφορά ή ανάλυση για τα αίτια και τους λόγους που
δημιουργούν αυτά τα προβλήματα, για τις πνευματικές, ηθικές και κοινωνικές
δομές που προσανατολίζουν κάποιους πολιτικούς σε αποφάσεις, προθέσεις και
πράξεις οι οποίες οδηγούν σε δυσμενείς για τον λαό οικονομικές συνέπειες,
φθορές και διαφθορές καταλήγοντας σταδιακά στη διόγκωση και διαιώνιση των
οικονομικών δεικτών και προβλημάτων.
Με άλλα
λόγια, η οικονομική κρίση δεν είναι αυτοφυής, δεν δημιουργείται από μόνη της,
αλλά από πράξεις ανθρώπων, που δεν τηρούν τόσο τις συνταγματικές διατάξεις όσο
και τους πνευματικούς και κοινωνικούς νόμους και κανόνες που έχουν ορκιστεί ότι
θα τηρούν ευσυνείδητα.
Αποτελεί
δηλαδή συνέπεια της πνευματικής πτώσης και της ασυνειδησίας κάποιων επίορκων
πολιτικών. Με βάση τα ανωτέρω, η αποσύνδεση της οικονομικής κρίσης από την
πνευματική και ηθικοκοινωνική δομή της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης δείχνει
ότι αποδεχόμαστε πως ο άνθρωπος είναι ένα αυτονομημένο και αποπνευματοποιημένο
οικονομικό ον (Homo Economikus).
Εάν όμως
θεωρούμε ή ότι η κρίση είναι αποκλειστικά οικονομική, ενώ στην ουσία δεν είναι,
τότε οι αποκλειστικά οικονομικού περιεχομένου λύσεις που προτείνονται για την
έξοδο από την κρίση, δεν πρόκειται να ευδοκιμήσουν, διότι δεν έχουν ως αφετηρία
την επίλυση των κατ’ εξοχήν και κύριων λόγων που προκάλεσαν την κρίση, που
είναι καθαρά πνευματικοί, ηθικοί και κοινωνικοί.
Δεν
αμφισβητεί κανείς ότι, όντως, τα καθημερινά προβλήματα, που φαίνονται και
απασχολούν έντονα τη ζωή των Ελλήνων πολιτών, είναι κυρίως οικονομικά.
Οι
κύριοι λόγοι, όμως, που οδήγησαν και συνεχίζουν να οδηγούν τη χώρα στην κρίση,
δεν είναι αυτοί που φαίνονται, αλλά αυτοί που δεν φαίνονται και έχουν άμεση
σχέση με την πνευματική, ηθική και κοινωνική πτώχευση των ανθρώπων του τόπου
μας και κυρίως των «δοκούντων στύλοι είναι» πολιτικών.
Γι’ αυτό
χρήσιμο και εποικοδομητικό είναι να διερωτηθούν κάποιοι, μήπως οδηγήθηκε η χώρα
στην άθλια αυτή οικονομική κατάσταση, από την παραβίαση των πνευματικών νόμων
και κανόνων οι οποίοι, ωστόσο, υπάρχουν, ακόμη και όταν κάποιοι από τους
υπεύθυνους πολιτικούς τους αρνούνται ή τους παραβαίνουν;
Οι
πνευματικοί αυτοί κανόνες εμπνέονται και απορρέουν μέσα από την
πνευματική, θρησκευτική, πολιτισμική και κοινωνική παράδοση του τόπου μας και
προσφέρουν σε όλους, όσους θέλουν να τους ακολουθούν, τα κριτήρια και τις
εμπειρίες για να μπορούν να ερμηνεύουν τα γεγονότα.
Έτσι,
είναι σαφές ότι για να είναι κάποιος πολιτικός συνεπής, ευσυνείδητος και
αποτελεσματικός είναι ανάγκη, πρώτα από όλα, να είναι πνευματικός άνθρωπος και
να έχει πνευματική διάκριση, για να μπορεί να βλέπει, να θεωρεί και να διατηρεί
αρμονικά ισορροπημένη την ψυχή με το σώμα, το πνεύμα με την ύλη, τα υλικά με τα
πνευματικά και να μην δέχεται την καταστροφική αποσύνδεσή τους.
Οι
αρετές δεν αποτελούν υλικά, αλλά πνευματικά αγαθά. Για να είναι κάποιος
ενάρετος άνθρωπος και ωφέλιμος συνάνθρωπος, δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά να
δεχθεί τα άνωθεν χορηγούμενα πνευματικά αγαθά του Αγίου Πνεύματος, που είναι τα
μόνα, που ωθούν και οδηγούν τον κάθε άνθρωπο σε σκέψεις, επιθυμίες και πράξεις
αληθινής αγάπης και προσφοράς στους άλλους.
Διότι
στον ελληνορθόδοξο πολιτισμό, μόνον ο άνθρωπος που έχει Πνεύμα Θεού, που
βρίσκεται σε μια θεανθρώπινη πορεία ζωής, μπορεί να είναι υγιής πνευματικά και
ενάρετος στη συμπεριφορά του άνθρωπος.
Άλλωστε,
το πρότυπο του τέλειου ανθρώπου το έδωσε στην ανθρωπότητα ο ίδιος ο Θεάνθρωπος
Ιησούς Χριστός, διότι Εκείνος είναι ο αληθινός Θεός, ο οποίος ήλθε στον κόσμο,
ως άνθρωπος, μένοντας, ταυτόχρονα Θεός, φανερώνοντας έτσι, στην πράξη, τόσο τον
το μυστήριο του αληθινού Θεού, όσο και το μυστήριο του αληθινού και τέλειου
ανθρώπου.
Έλληνες
πολιτικοί, που αρνούνται τον αληθινό Θεό και δηλώνουν άθεοι, είναι ελεύθεροι να
το κάνουν, αλλά είναι βέβαιο –και το είδαμε και το βιώσαμε- ότι, λόγω
ιδεοληψίας, αρνούμενοι το πνεύμα του Θεού, αρνούνται ταυτόχρονα και το πνεύμα
που οδηγεί στον αληθινό, πνευματικό και κοινωνικό άνθρωπο και συνάνθρωπο.
Τέτοιοι πολιτικοί, μάλιστα, είναι πολύ δύσκολο να σκεφτούν, να αποφασίσουν και
να εφαρμόσουν λύσεις ενάρετες, σωστές και σωτήριες για τα όποια προβλήματα του
λαού.
Ορθόδοξη
Αλήθεια, 03.07.2019