Άγιος
Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Ο Χριστός είναι η Εκκλησία και η Εκκλησία είναι ο
Χριστός, που μας έχει προσλάβει όλους στον Εαυτό Του. Όταν αγαπάς τον Χριστό,
αγαπάς συγχρόνως όλους τους ανθρώπους, χωρίς να ρωτάς αν οι άνθρωποι είναι
άξιοι της αγάπης ή ακόμη αν την αποδεχθούν ή την απορρίψουν. Όταν θέλεις να
συναντήσεις τον Χριστό, θα Τον βρεις στο χώρο της Εκκλησίας, γιατί εδώ είναι
ενωμένη ολόκληρη η ανθρωπότητα με τον Θεό στο Πρόσωπο του Χριστού. Δεν μπορεί
να επικοινωνείς με τον Χριστό και να μην τα έχεις καλά με τους άλλους
ανθρώπους.
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020
ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΝΑ ΔΙΩΧΝΕΤΕ ΤΑ ΠΑΘΗ, ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ, ΘΥΜΟ ΚΛΠ. Μ' ΕΝΑΝ ΤΡΟΠΟ ΜΑΛΑΚΟ!
Άγιος
Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Να διώχνετε τα πάθη, κατάκριση, θυμό κ.λπ. μ’ έναν
τρόπο μαλακό. Δηλαδή να μη χτυπάτε απευθείας το κακό, αλλά περιφρονώντας το
πάθος να στρέφεσθε με αγάπη προς τον Θεό. Ν’
ασχολείσθε με τους ύμνους, τα τροπάρια των αγίων, των μαρτύρων και τους ψαλμούς
του Δαβίδ. Να μελετάτε την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας. Μ’ αυτό
τον τρόπο η ψυχή σας θ’ απαλύνεται, θ’ αγιάζεται, θα θεούται, θα είναι έτοιμη
ν’ ακούσει του Θεού τα μηνύματα.
Σιγά σιγά θα σας επισκέπτεται η χάρις. Θα μπαίνετε μες στη
χαρά. Θ’ αρχίσετε να ζείτε στην ειρήνη, οπότε μετά θα γίνετε πιο δυνατοί με τη
θεία χάρι. Δεν θα θυμώνετε δεν θα εκνευρίζεσθε, δεν θα παρεξηγείτε, δεν θα
κατακρίνετε, θα τους δέχεσθε όλους με αγάπη.
ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΕΜΠΕΛΙΑ!
Άγιος
Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Μιὰ φορὰ μὲ ρώτησε: ”Δὲ μοῦ λές, γιὰ νὰ σπουδάσει
κανεὶς δικηγόρος, πόσα χρόνια χρειάζονται;”. Τοῦ ἀπάντησα. Μὲ ξαναρώτησε: “Γιὰ
νὰ σπουδάσει χημικός, μηχανικός, γιατρός, πόσα χρόνια χρειάζονται;”. Τοῦ
ἀπάντησα ἀναλόγως, ἀπορώντας γιὰ τὴ φύση τῶν ἐρωτήσεών του.
Κι ὁ
Γέροντας κατέληξε: “Ἐμεῖς, γιὰ νὰ σπουδάσουμε, γιὰ νὰ μάθουμε τὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε;”. Κατάλαβα τί ἐννοοῦσε καὶ ντράπηκα νὰ τοῦ
ἀπαντήσω. Τί νὰ τοῦ πῶ; Ὅτι οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς τοὺς πιστοὺς εἴμαστε ράθυμοι,
χλιαροί, “ἐρασιτέχνες χριστιανοί”; Τὸ ἤξερε. Καὶ μοῦ τὸ εἶπε: “Δὲν γίνεται
κανεὶς χριστιανὸς μὲ τὴν τεμπελιά. Χρειάζεται δουλειά, πολλὴ δουλειά”.
(Ἀνθολόγιο
Συμβουλῶν Αγιου Πορφυρίου καυσοκαλυβίτη σελ. 186-187
Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020
ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΑΓΑΠΗ, ΠΡΑΟΤΗΤΑ, ΕΙΡΗΝΗ!
Άγιος
Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Να έχουμε αγάπη, πραότητα, ειρήνη. Έτσι βοηθάμε τον
συνάνθρωπο μας, όταν κυριεύεται από το κακό. Μυστικά ακτινοβολεί το παράδειγμα,
όχι μόνον όταν ο άλλος είναι παρών αλλά κι όταν δεν είναι. Ν' αγωνιζόμαστε να
στέλνομε την αγαθή μας διάθεση.
Ακόμη και
λόγια όταν λέμε για τη ζωή του άλλου που δεν την εγκρίνομε, αυτός το
καταλαβαίνει και τον απωθούμε. Ενώ αν είμαστε ελεήμονες και τον συγχωρούμε, τον
επηρεάζομε -όπως τον επηρεάζει και το κακό- κι ας μην μάς βλέπει.
ΙΕΡΟΚΗΡΥΞ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ ΕΧΩ ΚΑΙ ΕΓΩ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ!
Ιεροκήρυξ
Δημήτριος Παναγόπουλος: Από τον διάβολο έχω και εγώ μια μικρή εμπειρία.
Ενθυμούμαι μία περίοδο, κάθε βράδυ που καθόμουνα να γράψω, αισθανόμουνα τον
διάβολο δίπλα μου και χωρίς να το θέλω αισθανόμουν φόβο και ανατριχίλα και δεν
μπορούσα να γράψω τίποτα. Τότε προσευχήθηκα θερμώ στον Κύριο: ''Κύριε τί θα
κάνω, τί θα γίνει; Βοήθησέ με! Διώξτον!''. Έφυγε και απαλλάχτηκα τελείως...
Μία φορά
πάλι, είχα περάσει από ένα γυναικείο μοναστήρι και είχαμε μία συζήτηση μέχρι τη
1 τα ξημερώματα με τις μοναχές. Μετά με έβαλαν σε ένα δωμάτιο να ξαπλώσω. Μόλις
ξάπλωσα να ο διάβολος! Πανύψηλος και τριχωτός! Όλη τη νύχτα πάλευα μαζί του.
Στα χέρια μου έμειναν τρίχες και μέχρι το πρωϊ δεν κοιμήθηκα... Ο Θεός
επιτρέπει μερικές φορές για ταπείνωση σε ορισμένους ανθρώπους, να έχουν τέτοιες
εμπειρίες, για να δείξει ότι ο διάβολος είναι μία οντότητα....
ΙΕΡΟΚΗΡΥΞ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΣΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ!
Ιεροκήρυξ
Δημήτριος Παναγόπουλος: Άῦτοί πού στέλνουν τόν ᾂλλο στό διάβολο εἶναι πράκτορες
τοῦ σατανᾶ καί στήν οῦσία εὔχονται νά αὐξηθεῖ ᾑ βασιλεία τοῦ σατανᾷ κατά ἓνα
μέλος καί νά μειωθεῖ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ κατά ἓνα μέλος.
Έδῷ ὁ
Χριστός ἕχυσε τό αἷμα του γιά νά μᾷς ᾀπελευθερώσει ᾀπό τόν σατανᾶ καί ὁ ᾃλλος
στέλνει τόν συνάνθρωπό του στόν διάβολο καί ἰσχυρίζεται μετά, ὅτι δέν
βλαστήμησε τό Θεό! Μεγίστη πλάνη...!
ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: «ΠΟΤΕ ΘΑ ΞΥΠΝΗΣΩΜΕΝ; ΟΤΑΝ ΕΛΘΗ Ο ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΝΑ ΠΑΡΗ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΜΑΣ;»
«Πότε θα ξυπνήσωμεν;
Όταν έλθη ο Αρχάγγελος να πάρη την ψυχήν μας;»
Προσέχετε την υπακοήν
σας, εάν καλώς την εργασθήτε, δι’ αυτής θα κερδίσετε την αιώνιον ζωήν, εάν
κακώς, η κόλασις θα είναι το τέλος.
Λοιπόν ξυπνάτε από
την λήθην και την ραθυμίαν, καιρός εξ ύπνου αμελείας να εγερθώμεν, διότι το
τέλος της ζωής μας άδηλον και πότε θα ξυπνήσωμεν; Όταν έλθη ο Αρχάγγελος να
πάρη την ψυχήν μας; Τότε το ξύπνημα εκείνο δεν ωφελεί. Καιρός στεφάνων ο μέλλων
αιών, ο νυν, αγώνος, κόπου και πάλης. Βιάζεσθε, λέγετε την ευχήν, παύσατε τας
αργολογίας, κλείσατε το στόμα σας από την κατάκρισιν, βάλετε θύραν και κλείθρα
εις τα περιττά λόγια. Ο καιρός περνά και οπίσω δεν γυρίζει και αλλοίμονόν μας,
εάν χωρίς πνευματικά κέρδη φύγη ο χρόνος.
Αυτά σας γράφω, αυτά
να μελετάτε, αυτά να πράσσετε, και ο Θεός της αγάπης να είναι μαζί σας και η
γλυκειά μας Παναγία να σας δυναμώνη, να σας φωτίζη και να σας προθυμοποιή εις
τον αγώνα.
Γέροντας Εφραίμ
Φιλοθεΐτης
ΔΙΗΓΗΣΗ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ
Ο μακαρίτης
πνευματικός από τή σκήτη τών Καυσοκαλυβίων, παπα-Νικόδημος, μού διηγήθηκε τήν
ακόλουθη ιστορία, παρμένη από πατερικά Αγιορείτικα χειρόγραφα.
Ένας πιστός
χριστιανός, πήγαινε επί δεκαπέντε χρόνια στόν πνευματικό του καί εξομολογούνταν
τίς ανθρώπινες αδυναμίες του. Μιά μέρα όμως, όπως συνήθιζε, πήγε στόν
πνευματικό του νά εξομολογηθεί καί ανοίγοντας τήν πόρτα τού σπιτιού του βρήκε
τόν πνευματικό νά πορνεύει μέ μία γυναίκα. Αμέσως βγήκε έξω καί φεύγοντας είπε
στόν εαυτό του:
«άχ, τί έπαθα
αλοίμονο σέ μένα, εγώ έχω τόσα χρόνια πού εξομολογούμαι σ’ αυτόν, καί τώρα τί
θά κάνω; Θά κολασθώ; διότι όσα αμαρτήματα καί άν μού συγχώρησε, εφόσον είναι
τόσον αμαρτωλός άνθρωπος, είναι, τί είναι; είναι όλα ασυγχώρητα», έλεγε καί
χτυπιόταν ο άνθρωπος γιά τό κακό πού τόν βρήκε καί δέν ήξερε τί πρέπει νά
κάνει. Στό δρόμο πού έφευγε, δίψασε. Προχώρησε λίγο καί μπροστά του βρέθηκε ένα
μικρό ρεματάκι, στό οποίο έτρεχε γάργαρο καί πεντακάθαρο νερό.
Έσκυψε καί ήπιε. Ήπιε
τόσο πού χόρτασε καί δέν τού κανε καρδιά νά φύγει, αλλά ήθελε νά πιεί καί άλλο
από κείνο τό νεράκι. Σέ μία στιγμή σκέφτηκε μέ τό λογισμό του καί είπε: «άν εδώ
χαμηλά στό ρέμα είναι τόσο καλό, τότε όσο πιό κοντά στήν πηγή του, από κεί πού
βγαίνει, τόσο καλύτερο θά είναι» καί μέ τή σκέψη αυτή ξεκίνησε νά βρεί τή πηγή
τού νερού. Όταν έφτασε όμως εκεί, τί νά δεί;! βλέπει, τί βλέπει;! βλέπει τό
νερό νά βγαίνει από ένα ψόφιο καί βρώμικο κουφάρι σκύλου, μέσα από τό στόμα τού
σκυλιού νά βγαίνει τό νερό! Τότε βαθιά αναστέναξε καί είπε: «Αλλοίμονο σέ μένα
τόν άθλιο, μαγαρίστηκα ο ταλαίπωρος καί ήπια από τό μολυσμένο αυτό νερό,
φαίνεται ότι είμαι πολύ αμαρτωλός καί ακάθαρτος γιά νά μού συμβούν αυτά τά
πράγματα».
Στήν μεγάλη αυτή
στενοχώρια πού βρισκόταν, τού παρουσιάστηκε άγγελος Κυρίου καί τού είπε: «Γιατί
άνθρωπέ μου στενοχωριέσαι καί λυπήσαι γιά τά πράγματα πού σού συμβαίνουν; Όταν
ήπιες τό νερό από τό ρεματάκι δέν ευχαριστήθηκες πού βρήκες πολύ καθαρό καί δέν
τό χόρταινες νά πίνεις καί τώρα, πού είδες τούτο ότι βγαίνει από τό ακάθαρτο
στόμα τού σκυλιού, λές ότι μολύνθηκες; Άν αγαπητέ μου, ο σκύλος είναι ψόφιος
καί ακάθαρτος, μή λυπήσαι γι’ αυτό εσύ, διότι τό νερό πού ήπιες εσύ κι ο κόσμος
όλος πού πίνει, μπορεί νά βγαίνει από τό ακάθαρτο στόμα τού σκύλου, αλλά τό
νερό πού βγαίνει δέν είναι δικό του, είναι δώρο τού Θεού, είναι τού Θεού τό
νερό.
Έτσι καί ο
πνευματικός σου πού σέ εξομολογούσε, η συγχώρηση πού σού έδινε δέν ήταν δική
του, αλλά η συγχώρηση είναι δωρεά τού Θεού. Εκείνος τήν δίνει, τό Πανάγιο
Πνεύμα τήν χορηγεί σ? αυτόν πού καθαρά καί ειλικρινά εξομολογείται τίς αμαρτίες
του καί τίς αδυναμίες του. Μέ τή διαφορά ότι, οι δωρεές καί τά χαρίσματα τού
Θεού στούς ανθρώπους δίδονται μέσω τής ιεροσύνης από τούς κανονικά
χειροτονημένους καί έχοντας τήν άδεια τής εξομολογήσεως καί τής αφέσεως τών
αμαρτιών, όπως είπε ο Ίδιος ο Δεσπότης Χριστός στούς αγίους Αποστόλους καί
μαθητάς Του: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον. Άν τινων αφίεντε τάς αμαρτίας αυτών,
αφίενται αυτοίς. Άν τινων κρατήτε, κεκράτηνται». Έτσι λοιπόν οι Άγιοι Απόστολοι
έδωκαν τήν εξουσίαν αυτήν στούς επισκόπους καί διαδόχους αυτών καί εκείνοι
στούς κανονικά χειροτονηθέντας ιερείς καί πνευματικούς. Εκ τού λόγου τούτου καί
διότι τελούν τά άγια Μυστήρια τού Θεού οι ιερείς είναι ανώτεροι κατά τό αξίωμα
καί από αυτόν τόν βασιλέα καί ανώτατον άρχοντα τού λαού.
Ανώτεροι είναι οι
ιερείς από όλους, διότι οτιδήποτε κι άν είναι οι άνθρωποι αυτοί στόν κόσμο, τά
κοσμικά αξιώματα, από τόν ιερέα καί τόν πνευματικό θά λάβει τή συγχώρηση τών
αμαρτιών του, διότι δέν υπάρχει άλλος δρόμος• αυτή είναι η Ιερά Παράδοσις τής
Αγίας Εκκλησίας μας». Καί τώρα, λέγει ο άγγελος: «Πήγαινε νά βάλεις μετάνοια
καί νά ζητήσεις συγχώρηση από τόν πνευματικό σου πού τόν είδες νά αμαρτάνει καί
παρακάλεσέ τον νά σέ συγχωρήσει γιά τήν κατάκριση πού σέ βάρος του έκαμες. Όσο
δέ γιά τήν αμαρτία πού εκείνος έκανε, ο Θεός θά τόν εξετάσει καί αυτός μόνο θά
τόν κρίνει, διότι εσύ είδες αυτόν νά κάνει τήν αμαρτία, δέν μπορείς όμως νά
γνωρίζεις άν αυτός μετανόησε, ή τόν τρόπο τής μετανοίας του. Έτσι εσύ δέν
έχεις, εσύ μέν έχεις τήν αμαρτία τής κατακρίσεως, εκείνος δέ, άν μετανοήσει θά
τρυγήσει τούς καρπούς τής μετανοίας καί τής διορθώσεώς του.
Δέν μπορούμε λοιπόν
νά κρίνουμε κανέναν άνθρωπο». Όταν ο άγγελος λοιπόν τά είπε αυτά, στόν πιστό
εκείνο χριστιανό, έγινε άφαντος. Ο δέ χριστιανός σύμφωνα μέ τήν εντολή τού
αγγέλου, γύρισε πίσω• πήγε στόν πνευματικό του, στόν οποίο διηγήθηκε όλα όσα
είδε καί άκουσε από τόν άγγελο Κυρίου καί έβαλε μετάνοια καί όταν είπε τά
διατρέξαντα στόν πνευματικό, όπως τού είπε ο άγγελος, ο πνευματικός μέ δάκρυα
στά ματιά μετανόησε, έκλαψε πικρά καί ζήτησε συγχώρηση από τόν Πολυέλεο,
Πολυεύσπλαχνο καί Πανάγαθο Θεό καί διόρθωσε τά κακώς διαπραττόμενα πρός δόξα
Θεού καί ψυχής σωτηρία αυτού. Όταν μού διηγήθηκε αυτά ο πνευματικός μου,
παπα-Νικόδημος, συνέχισε τόν λόγο του καί μέ αγάπη μου είπε: «γι? αυτό αδελφέ
μου, Χαράλαμπε, (αυτό έλαβε χώρα τό 1934, πού δέν ήμουνα ακόμη μοναχός, καί μ?
έλεγε μέ τό κατά κόσμον όνομά μου), δέν έχουμε δικαίωμα εμείς οι άνθρωποι νά
εξετάζουμε τή ζωή τών άλλων ανθρώπων. Όπως λέει καί ο Απόστολος Παύλος: «Σύ τίς
εί ο κρίνων, αλλότριον ικέτην;» (πρός Ρωμαίους αναφέρεται αυτό).
Πολύ δέ περισσότερο
νά κρίνουμε τούς κληρικούς, τούς ιερωμένους, τούς πνευματικούς, καί γενικά τούς
ρασοφόρους, τούς οποίους σκληρότατα δοκιμάζει ο Θεός καί μέ μεγάλη πονηρία καί
μαεστρία πολεμεί ο διάβολος, όπως λέει ο ίδιος ο Θεός, μή κρίνετε ίνα μή
κριθήτε, καί εν ώ κρίματι κρίνετε κριθήσετε, καί εν ώ μέτρω μετρείτε
μετρηθήσετε υμίν! Εμείς οφείλομε νά συγχωρούμε τά σφάλματα τών άλλων καί νά
μετανοούμε, νά κρίνουμε καί νά τιμωρούμε τόν εαυτό μας καί μόνον. Άν θέλουμε νά
σωθούμε νά συγχωρούμε τούς άλλους καί σύμφωνα μέ τήν εντολή τού ιερού
Ευαγγελίου, πού λέει: εάν αφήνετε τοίς ανθρώποις τά παραπτώματα αυτών, αφήσει
καί υμίν ο Θεός τά παραπτώματα υμών, κατά τό άφετε καί αφεθήσεται υμίν. Ναί,
αδελφοί μου, η κατάκρισις είναι μεγάλη αμαρτία καί δέν πρέπει ποτέ νά
ασχολούμεθα μέ τά ελαττώματα καί μέ τίς παραβάσεις τών άλλων ανθρώπων! Δέν
έχουμε καμιά δουλειά εμείς. Ο καθένας ό,τι κάνει τό κάνει γιά τόν εαυτό του.
Εμείς οφείλομε μόνο ό,τι βλέπουμε, ό,τι ακούμε νά συγχωρούμε καί νά αγαπούμε
καί νά προσπαθούμε νά τούς βοηθούμε όσο είναι δυνατόν, από τή δική μας τήν
πλευρά.
Γέρων Πανάρετος Φιλοθεΐτης
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΪΟΥ
Η παραβολή του Ασώτου
Υϊού
(Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο
15,11-32)
11 Εἶπε δέ·
ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς.
12 καὶ εἶπεν ὁ
νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ
διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον.
13 καὶ μετ᾿ οὐ
πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ
ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως.
14 δαπανήσαντος δὲ
αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο
ὑστερεῖσθαι.
15 καὶ πορευθεὶς
ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς
αὐτοῦ βόσκειν χοίρους.
16 καὶ ἐπεθύμει
γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς
ἐδίδου αὐτῷ.
17 εἰς ἑαυτὸν δὲ
ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ
ἀπόλλυμαι!
18 ἀναστὰς πορεύσομαι
πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν
σου.
19 οὐκέτι εἰμὶ
ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.
20 καὶ ἀναστὰς
ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ
καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν
αὐτόν.
21 εἶπε δὲ αὐτῷ
ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος
κληθῆναι υἱός σου.
22 εἶπε δὲ ὁ
πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε
αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας,
23 καὶ ἐνέγκαντες
τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν,
24 ὅτι οὗτος ὁ
υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο
εὐφραίνεσθαι.
25 ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς
αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ
χορῶν,
26 καὶ προσκαλεσάμενος
ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα.
27 ὁ δὲ εἶπεν
αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι
ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν.
28 ὠργίσθη δὲ
καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν.
29 ὁ δὲ
ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου
παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ·
30 ὅτε δὲ ὁ υἱός
σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον
τὸν σιτευτόν.
31 ὁ δὲ εἶπεν
αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν·
32 εὐφρανθῆναι δὲ
καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς
ἦν καὶ εὑρέθη.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
11 Είπε τότε:
«Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους.
12 Και ο
νεότερος από αυτούς είπε στον πατέρα του: “Πατέρα, δώσε μου το μέρος της
περιουσίας που μου ανήκει”. Εκείνος διαίρεσε σ’ αυτούς την περιουσία.
13 Και μετά από
λίγες ημέρες, αφού τα σύναξε όλα ο νεότερος γιος, αποδήμησε σε χώρα μακρινή και
εκεί διασκόρπισε την περιουσία του ζώντας άσωτα.
14 Και όταν
αυτός τα δαπάνησε όλα, έγινε ισχυρός λιμός στη χώρα εκείνη, και αυτός άρχισε να
στερείται.
15 Και τότε πήγε
και προσκολλήθηκε σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, και τον έστειλε
στους αγρούς του να βόσκει χοίρους.
16 Και αυτός
επιθυμούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, και κανείς δεν
του έδινε.
17 Τότε συνήλθε
και είπε: “Σε πόσους μισθωτούς του πατέρα μου περισσεύουν άρτοι, ενώ εδώ εγώ
χάνομαι από λιμό.
18 Αφού σηκωθώ,
θα πορευτώ προς τον πατέρα μου και θα του πω: Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και
μπροστά σου,
19 δεν είμαι
άξιος πια να ονομαστώ γιος σου. κάνε με όπως έναν από τους μισθωτούς σου”.
20 Και σηκώθηκε
και ήρθε προς τον δικό του πατέρα. Ενώ λοιπόν αυτός απείχε ακόμα μακριά, τον
είδε ο πατέρας του και τον σπλαχνίστηκε και, αφού έτρεξε, έπεσε πάνω στον
τράχηλό του και τον καταφίλησε.
21 Του είπε τότε
ο γιος: “Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, δεν είμαι άξιος πια να
ονομαστώ γιος σου”.
22 Είπε όμως ο
πατέρας προς τους δούλους του: “Γρήγορα, φέρτε έξω την πρώτη στολή και ντύστε
τον, και δώστε δαχτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια,
23 και φέρτε το
καλοθρεμμένο μοσχάρι, σφάξτε το, και να φάμε να ευφρανθούμε,
24 γιατί αυτός ο
γιος μου ήταν νεκρός και ξανάζησε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”. Και άρχισαν να
ευφραίνονται.
25 Ο γιος του ο
πρεσβύτερος ήταν τότε στον αγρό. Και καθώς ερχόταν και πλησίασε στην οικία,
άκουσε συμφωνίες οργάνων και χορούς
26 και, αφού
προσκάλεσε έναν από τους δούλους, ζητούσε να μάθει τι σήμαιναν αυτά.
27 Εκείνος του
είπε: “Ο αδελφός σου έχει έρθει, και έσφαξε ο πατέρας σου το μοσχάρι το
καλοθρεμμένο, γιατί τον έλαβε πίσω υγιή”.
28 Αυτός τότε
οργίστηκε και δεν ήθελε να εισέλθει, αλλά ο πατέρας του εξήλθε και τον
παρακαλούσε να μπει μέσα.
29 Εκείνος
αποκρίθηκε και είπε στον πατέρα του: “Ιδού, τόσα έτη σε υπηρετώ σαν δούλος και
ποτέ δεν παράβηκα εντολή σου, αλλά σ’ εμένα ποτέ δεν έδωσες ένα κατσίκι, για να
ευφρανθώ μαζί με τους φίλους μου.
30 Όταν όμως
αυτός ο γιος σου ήρθε, που σου κατάφαγε το βιος μαζί με πόρνες, έσφαξες γι’
αυτόν το καλοθρεμμένο μοσχάρι”!
31 Εκείνος του
είπε: “Παιδί μου, εσύ πάντοτε είσαι μαζί μου, και όλα τα δικά μου είναι δικά
σου.
32 Έπρεπε όμως
να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός και έζησε,
και χαμένος και βρέθηκε”».
Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020
ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΝΙΚΑ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ!
Γέροντας Εφραίμ
Φιλοθεΐτης:
Μόνον ο Χριστός νικά τους μεγάλους πειρασμούς...
Ο Γέροντας μου είχε
φύγει από την ζωή και ανέλαβα πολλές ευθύνες. Κάποτε είχα ένα πολύ μεγάλο
πειρασμό εξωτερικό, πολύ άσχημο. Από πουθενά φως, από παντού ήταν απειλητικά
όλα. Εκείνη την δύσκολη και σκοτεινή ημέρα γονάτισα και παρακάλεσα πάρα πολύ
θερμά. Μια ακτίνα φωτός ήλθε και μου έδωσε στην καρδιά μου την πληροφορία: «Ο
πειρασμός αυτός θα λήξη. Μη φοβού!». Αμέσως απλώθηκε η γαλήνη και η ηρεμία στην
ψυχή μου. Πράγματι το αποτέλεσμα ήταν ότι έληξε ο πειρασμός με μεγάλη ωφέλεια,
πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια. Όταν ο άνθρωπος τον κάθε πειρασμό τον υπομένη με
προσευχή, καρτερία, αγώνα και δώση εκεί όλο τον εαυτό του, τελικά θα υποχωρήση
και η νίκη θα αποδοθή στον Χριστό. Γιατί μόνον ο Χριστός νικά αυτούς τους
μεγάλους πειρασμούς. Αλλά εμείς είμεθα αδύναμοι άνθρωποι κι έχουμε τα μάτια της
ψυχής μας κλειστά. Δεν βλέπουμε πίσω από κάθε πειρασμό τι κρύβεται. Κρύβεται
μεγάλη ωφέλεια.
Ο Άγιος Ανδρέας ο δια
Χριστόν σαλός, όταν ο Χριστός τον είχε καλέσει σ’ αυτήν την εργασία, δηλαδή να
κάνει τον σαλό, να υβρίζεται, να χλευάζεται, να πτωχεύση, να υποφέρη, κ.λ.π.,
ήθελε πρωτίστως να τον πληροφορήση ότι ήταν δικό Του θέλημα να εργασθή την
σαλότητα αυτή. Σαν παιδί νεαρό, που ήταν, είχε πόθο να μαρτυρήση για τον Θεό,
αλλά τότε δεν υπήρχε μαρτύριο. Σκεπτόταν πως να ευαρεστήση στον Θεό και με τις
σκέψεις αυτές αποκοιμήθηκε.
Τότε βλέπει ένα
στάδιο, όπου γινόταν αγωνίσματα. Από την μία πλευρά ήταν άγιοι άνθρωποι
λευχείμονες κι από την άλλη μαύρα δαιμόνια. Και σηκώνεται ένας μεγάλος
πειρασμός, ένας διάβολος στην θεωρία μεγάλος, που μιλούσε υπερήφανα, εγωϊστικά
κι απειλητικά εναντίον των λευχειμόνων αγίων ανθρώπων. Μεταξύ τους οι άγιοι
έλεγαν: «Εγώ πάλαιψα μαζί του την τάδε χρονολογία, άλλος την τάδε, άλλος με μαρτύριο,
άλλος με ομολογία, άλλος με άσκησι, άλλος με αρετή κ.λ.π. Τώρα ποιος μένει να
παλαίψη μαζί του;» Κι ακούγεται φωνή: «Ο Ανδρέας!» Μόλις ο Ανδρέας είδε τον
πειρασμό έτσι μεγάλο, στην αρχή φοβήθηκε. Τότε είδε να κάθεται σ’ ένα τραπέζι
ένας νεαρός και να λάμπη γύρω όλος ο τόπος από φως. Επάνω στο τραπέζι είχε δύο
στεφάνια. Το ένα στεφάνι ήταν από μαργαριτάρια κι από χρυσά και το άλλο ήταν
από άνθη του ουρανού. Πήγε κοντά του και λέγει:
– Πόσο τα πουλάς
αυτό;
– Νεαρέ μου, αυτά δεν
αγοράζονται με χρήματα αυτού του κόσμου. Αγοράζονται με την πάλη με εκείνον τον
μαύρο. Όποιος παλαίψη μαζί του και τον νικήση, τα παίρνει και τα δύο.
– Εγώ θα παλαίψω να
τα πάρω.
– Αφού θέλεις να
παλάιψης, έλα μέσα να σου διδάξω την πάλη.
Κι άρχισε να τον
διδάσκη, πως να παλαίψη με τον μαύρο και του λέγει:
– Όταν σε φέρη
γύρω-γύρω, τότε χτύπησε τον σταυροειδώς και θα τον νικήσης.
Προχωρεί, τον καλεί
σε πάλη κι αρχίζει ο αγώνας. Στην αρχή φαινόταν να νικά ο διάβολος, αλλά μετά
ενθυμούμενος τον τρόπο της πάλης, που του είχε διδάξει ο Κύριος, τον χτύπησε
σταυροειδώς και τον νέκρωσε. Τότε οι λευχείμονες τον πήραν στα χέρια σαν νικητή
και τον πήγαν στον Κύριο και ο Κύριος του έδωσε τα δύο στεφάνια λέγοντας:
– Από του νυν γίνε
δι’ Εμέ σαλός, πτωχός, ρακένδυτος και θα σε αξιώσω της Βασιλείας Μου.
Από τότε του δόθηκε
μία χάρις, να μπορή να κάνη τον σαλό δια τον Χριστόν κι έγινε πτωχός και
ρακένδυτος και τελικά κέρδισε το στεφάνι της νίκης.
Με τις τρικυμίες της
ζωής μαθαίνουμε εκ πείρας της προσευχής την μεγάλη ωφέλεια, την λύτρωσι. Χωρίς
προσευχή δεν δυνάμεθα να αντιμετωπίζουμε την σφοδρότητα της τρικυμίας. Τα
μποφώρ σηκώνονται συνεχώς από θλίψεις, στενοχώριες, βάσανα ή από τα παιδιά και
τους συζύγους, τους συγγενείς, ή τα οικονομικά, τις ασθένειες, τα δαιμόνια, τα
πάθη μας. Κάθε στιγμή έχουμε πειρασμό και φουρτούνα μεγάλη ή μικρή. Τότε
χρειαζόμεθα αμέσως το φάρμακο της προσευχής. Να γονατίζουμε, να σηκώνομαι τα
χέρια μας, να ικετεύουμε, να δεώμεθα και να κλαίμε και ο Θεός θα απαντά από τον
ουρανό. Να μην απελπιζώμεθα, όταν τα μαύρα κύματα της ζωής μας απειλούν. Όλα
κατευνάζονται, όλα ισοπεδώνονται.
*Από το βιβλίο: «Η τέχνη
της σωτηρίας – Τόμος Β’ (Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεϊτου)»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)