ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΑΣ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΧΡΟΝΟ, ΜΑΣ ΑΠΑΣΧΟΛΕΙ ΜΕ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΓΗΪΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΑΙΡΑ!


Γέρων Εφραίμ Αριζόνας: Ο διάβολος μας κερδίζει χρόνο, μας απασχολεί με πράγματα γήινα και πρόσκαιρα προκειμένου να μας κερδίσει το χρόνο να μην τον έχουμε, ώστε να μην προσφέρουμε περισσότερα στο Θεό και στην ψυχή μας.
Ας προσέξουμε όσο μπορούμε να είμαστε εν εγρηγόρσει, να γρηγορούμε στο μυαλό, στην καρδιά, να μην αφήνουμε σκέψεις, να μην αφήνουμε την καρδιά μας να μολύνεται. [...] Πόσες φορές αν θα ελέγξουμε τη συνείδησή μας, θα δούμε ότι δεν προσέχουμε. Επομένως δημιουργούμε σκάνδαλο. Αυτές τις αμαρτίες δεν τις γνωρίζουμε. Να τις εξαγορευθούμε και να σβήσουν.

ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΠΑΡΜΕΝΟΣ ΜΕ ΑΓΚΑΘΙΑ!


Γέρων Εφραίμ Αριζόνας: Ο δρόμος της σωτηρίας μας είναι σπαρμένος με αγκάθια και πονάμε και ματώνουμε, αλλά υπομονή και θα έλθει η ευλογημένη ώρα, που οι πόνοι και τα αίματα θα γράψουν τα ονόματα μας στο βιβλίο της ζωής. Τότε θα ευλογούμε τον Θεό, που με την άπειρη Σοφία Του βρήκε τον πόνο και τις θλίψεις ως μέσα μεγάλης σωτηρίας.

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ!

Άγιος Κύριλλος Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων

Ο Άγιος Κύριλλος καταγόταν από την Παλαιστίνη και γεννήθηκε πιθανώς το έτος 313 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα. Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος υπό του Επισκόπου Ιεροσολύμων Μαξίμου του Γ' (333 - 348 μ.Χ.) , τον οποίο και διαδέχθηκε στην επισκοπική έδρα κατά τις αρχές του έτους 348 μ.Χ., είτε διότι ο Μάξιμος απομακρύνθηκε από τους αιρετικούς Αρειανούς, είτε διότι πέθανε.
Ο Άγιος αρχικά αδιαφορούσε για τις δογματικές «λεπτολογίες» και απέφευγε επιμελώς τον όρο «ομοούσιος». Γι' αυτό ο Αρειανός Μητροπολίτης Κασαρείας Ακάκιος ενέκρινε την εκλογή του και τον χειροτόνησε Επίσκοπο. Αλλά συνέβη και εδώ, ότι αργότερα και στην περίπτωση του Αγίου Μελετίου, Πατριάρχου Αντιοχείας . Ο Άγιος δεν έμεινε εκτός του κλίματος της εποχής, ως προς τους δογματικούς αγώνες και από τους πρώτους μήνες της αρχιερατείας του αποδείχθηκε με τις περίφημες Κατηχήσεις του, υπερασπιστής των Αποφάσεων και των Όρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου.
Τους αγώνες του Αγίου Κυρίλλου εξήρε και η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του έτους 382 μ.Χ.: «Τῆς δὲ γὲ μητρὸς ἁπασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν, τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις, τὸν αἰδεσιμώτατον Κύριλλον ἐπίσκοπον εἶναι γνωρίζομεν. Κανονικῶς τὲ παρὰ τῶν τῆς ἐπαρχίας χειροτονηθέντα πάλαι καὶ πλεῖστα πρὸς τοὺς Ἀρειανοὺς ἐν διαφόροις τόποις ἀθλήσαντα».
Η δογματική τοποθέτηση του Αγίου Κυρίλλου υπήρξε η πρώτη αιτία ρήξεως με τον Επίσκοπο Ακάκιο Καισαρείας, ο οποίος στη συνέχεια ζητούσε διάφορες αφορμές για να καταστρέψει τον Άγιο. Δεύτερη αιτία ήταν η διαφορά σχετικά με την δικαιοδοσία των δύο εδρών. Ως γνωστό, λόγω καταστροφής της πόλεως των Ιεροσολύμων η εκεί Χριστιανική κοινότητα διασκορπίστηκε, μετά δε την επανοικοδόμηση αυτής οι Χριστιανοί ήταν λίγοι, γι' αυτό σε Μητρόπολη αναδείχθηκε η πρωτεύουσα της Παλαιστίνης, Καισάρεια. Μετά από λίγο, όταν οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων αυξήθηκαν, η Επισκοπή Ιεροσολύμων ζήτησε αποκατάσταση της παλαιάς αυτής θέσεως. Το 325 μ.Χ. η Α' Οικουμενική Σύνοδος, διά του 7ου Κανόνος αυτής, όριζε να τιμάται ιδιαίτερα κατά τα αρχαία έθιμα ο Επίσκοπος Αιλίας, δηλαδή Ιεροσολύμων, η δε Μητρόπολη Καισαρείας να διατηρεί το οικείο αξίωμα. Η ασάφεια της διατυπώσεως του Κανόνος προκάλεσε διένεξη μεταξύ του Αγίου Κυρίλλου και του Ακακίου.
Ο τελευταίος ήταν σε πλεονεκτική θέση λόγω της υποστηρίξεως αυτού από τον Αρειανό αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337 - 361 μ.Χ.) και αφού βρήκε πρόφαση κατά του Αγίου Κυρίλλου, ότι σε καιρό λιμού πούλησε ιερά κειμήλια και αναθήματα για να προσφέρει τροφή σε άπορους, καθαίρεσε τον Άγιο διά Συνόδου, η οποία συνήλθε στα Ιεροσόλυμα, το έτος 357 μ.Χ. και τον απομάκρυνε από εκεί.
Ο Άγιος Κύριλλος εξορίσθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας και έγινε δεκτός υπό του εκεί Επισκόπου Σιλβανού, ο οποίος απέρριψε την αξίωση του Ακακίου να διακόψει την επικοινωνία του με τον Άγιο. Ωστόσο ο Άγιος Κύριλλος ζητούσε να διερευνηθεί η υπόθεσή του από μεγαλύτερη Σύνοδο. Πράγματι, η Σύνοδος η οποία συνήλθε το έτος 359 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα, τον αποκατέστησε και τον αθώωσε, αλλά ο Ακάκιος, αφού κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, ματαίωσε τις αποφάσεις της Συνόδου των Ιεροσολύμων δι' άλλης Συνόδου, η οποία συνήλθε το έτος 360 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και επικύρωσε την καθαίρεση και εξορία του Αγίου Κυρίλλου.
Ο Άγιος Κύριλλος επέστρεψε στην έδρα του, όπως και οι λοιποί εξόριστοι Επίσκοποι, το έτος 361 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτου, ο οποίος θέλοντας να έχει κοντά του όλους τους εχθρούς του αυτοκράτορα Κωνστάντιου, ανακάλεσε τους εξόριστους Αρχιερείς. Ο Άγιος αισθανόταν την ανάγκη να επιδοθεί στη διαποίμανση του ποιμνίου του. Αλλά μετά τον θάνατο του Ιουλιανού του Παραβάτου, στις 26 Ιουλίου 363 μ.Χ., εξορίσθηκε και πάλι από τον αυτοκράτορα Ουάλη (364 - 378 μ.Χ.) για ένδεκα χρόνια και επανήλθε στα Ιεροσόλυμα μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα, το έτος 378 μ.Χ. 

Ο Άγιος Κύριλλος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 387 μ.Χ. Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Παντελεήμονος Αγίου Όρους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 18 Μαρτίου.

Το κύριο έργο του είναι οι Κατηχήσεις (23 στο σύνολο), οι οποίες εκφωνήθηκαν κατά την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Διακαινησίμου εβδομάδας του έτους 348 μ.Χ. στη βασιλική της Αναστάσεως. Σκοπός των Κατηχήσεων ήταν αφ' ενός μεν η εισαγωγή των Κατηχουμένων στις θεμελιώδεις διδασκαλίες της πίστεως και του ηθικού βίου των Χριστιανών, αφ' ετέρου δε η φανέρωση των Μυστηρίων της Εκκλησίας στους Νεοβαπτισθέντες. Η αξία των Κατηχήσεων του Αγίου Κυρίλλου είναι ανυπολόγιστη. Κανένα έργο προ αυτού δεν εμφανίζει με τόση παραστατικότητα σχεδόν όλο το τελετουργικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και το μυστηριακό και αγιαστικό σύστημα με τόση καταπληκτική ομοιότητα προς τα μέχρι σήμερα τελούμενα στο ναό, ώστε δικαιολογημένα να θεωρούμε ότι οι Κατηχήσεις του Αγίου Κυρίλλου αποτελούν έκτυπη αναπαράσταση και στην πράξη διατήρηση αυτής της ίδιας της Αποστολικής Τελετουργικής Παραδόσεως.

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ!

 

Τρίτη 17 Μαρτίου 2020

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: ΓΙΑΤΙ ΘΕΕ ΜΟΥ ΣΕ ΜΕΝΑ;


Λέγει ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ: «Το να είναι κάποιος χριστιανός σημαίνει να πιστεύει στη νίκη επάνω στον κόσμο και τίποτα λιγότερο». Τι σημαίνει όμως αυτό; Και το λέγω αυτό διότι πολλές φορές παρεξηγούμε αυτήν την νίκη πάνω στον κόσμο.
Οι μέρες που περνούμε αδελφοί μου χαρακτηρίζονται δύσκολες. Τα ΜΜΕ τροφοδοτούν το μυαλό με πληροφορίες και προβλέψεις, που κάνουν την καρδιά να αγωνιά για το αύριο. Οι άνθρωποι ζουν και αναπνέουν με την αγωνία να διαποτίζει την καθημερινότητά τους. Κυριαρχεί μία αβεβαιότητα, μία σύγχυση, μία ταραχή.
Πως λοιπόν εμείς οι χριστιανοί θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πραγματικότητα;
Λένε κάποιοι, με ελαφρά την καρδία, «δεν θα επιτρέψει ο Θεός να πάθουμε κακό». Αυτή όμως η διαπίστωση ενθαρρύνει τη ψευδαίσθηση και τη ψεύτικη πίστη. Τι πάει να πει «δεν θα επιτρέψει ο Θεός να πάθουμε κακό»; Ή άλλοι υποστηρίζουν, εμείς οι χριστιανοί είμαστε πλέον ο εκλεκτός λαός του Θεού και ο Θεός δεν θα μας αφήσει. Και φυσικά αδελφοί μου ο Θεός δεν θα μας αφήσει όμως όχι όπως το εννοούν οι περισσότεροι χριστιανοί. Τα φαινομενικά κακά που μας έχουν βρει δεν σηματοδοτούν και την εγκατάλειψη του Θεού, αντιθέτως θα έλεγα…
Υποστηρίζουμε ότι ο Χριστός θα νικήσει το κακό, θα συντρίψει τους εχθρούς του, θα μας βοηθήσει, θα μας συμπαρασταθεί. Μα καλά, σε ποιον Χριστό πιστεύουμε τελικά, σε αυτόν που θα έρθει; Ή σε αυτόν που ήρθε; Ο Χριστός αδελφοί μου ήρθε. Ο Χριστός δεν θα νικήσει το κακό, αλλά το νίκησε, ο Χριστός δεν θα μας σώσει αλλά μας έσωσε από την τυραννία του διαβόλου και όμως εμείς επιμένουμε να πιστεύουμε σε έναν μελλοντικό Χριστό, τον οποίο δυστυχώς του προσδίδουμε και κοσμικές ιδιότητες, του προσδίδουμε ιδιότητες και πράξεις κοσμικής δικαίωσης, ή εκδικητικές ενέργειες μέσα σε ένα δήθεν χριστιανικό πνεύμα.
Όταν λέμε ότι «πιστεύουμε στο Θεό» είναι σαν να λέμε «ζω όπως το Θεό. Ζω τη ζωή Του». Η ομολογία αυτή είναι βαριά! Για να είναι αληθινή θα πρέπει να βιώνεται ή τουλάχιστον να θέλουμε να τη βιώσουμε και να προσπαθούμε γι’ αυτό.
Ζώντας την χριστιανική ζωή θα πρέπει να προσπαθήσουμε να μην πέσουμε στην παγίδα του διαβόλου που μας λέγει ότι όλα θα πάνε καλά, ότι εάν πιστεύεις στον Θεό όλα θα σου πάνε καλά, και δουλειά θα έχεις, και την υγειά σου θα έχεις και παιδιά θα κάνεις και θα πετύχουν στην ζωή τους και γενικά εάν προσπαθείς να ζεις εν Χριστώ, ο Θεός θα σε ευλογεί. Αυτοί οι λογισμοί είναι δαιμονικοί. Διότι βλέπετε άνθρωποι που πιστεύουν τα παραπάνω, και ξαφνικά τους έρχεται μία αρρώστια, ή κάποια άλλη δοκιμασία αμέσως αρχίζουν και λένε όλα αυτά τα γιατί και να τα βάζουν με τον Θεό. Γιατί Θεέ μου σε εμένα, εγώ που πήγαινα κάθε Κυριακή στην εκκλησία; Γιατί Θεέ μου σε εμένα , εγώ που νήστευα, που προσευχόμουν, που σε ομολογούσα μπροστά στους ανθρώπους; Και τελικά απογοητεύονται και πέφτουν στην απελπισία, βλασφημούν και τον Θεό που δήθεν πίστευαν.
Και έρχεται ο Θεός και σου απαντά σε όλα αυτά τα «γιατί»: Ναι σε εσένα αδελφέ. Γιατί όχι; Τι περίμενες; Να δικαιωθείς κατά κόσμον; Περίμενες να πετύχεις κατά κόσμον; Περίμενες να σου πάνε όλα καλά κατά κόσμον; Περίμενες να ζεις μέσα στην άνεση του πλούτου, την υγεία του σώματος, την κοινωνική καταξίωση, την επαγγελματική επιτυχία; Εάν περίμενες από εμένα όλα αυτά, κακώς τα περίμενες. Εγώ άλλα πράγματα σου είπα,
«Ὅς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος».
Οι πειρασμοί αδελφοί μου είναι αδιάσπαστο κομμάτι της εν Χριστώ ζωής. Λέγει ο άγιος Νεκτάριος: Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή.
Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει: Χωρίς προβλήματα, χωρίς συμφορές, χωρίς αρρώστιες, χωρίς λύπες, τι θα έκανε ο άνθρωπος; Θα το έριχνε στην τρυφή και τη μέθη, θα κυλιόταν στο βούρκο σαν γουρούνι, θα ξεχνούσε ολότελα το Θεό και τις άγιες εντολές Του. Τώρα, όμως, οι αγωνίες και οι φόβοι, οι θλίψεις και οι δοκιμασίες τον κρατούν σε κάποιαν εγρήγορση, του γίνεται σχολείο φιλοσοφίας, γυμναστήριο της ψυχής. Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες δεν είναι αιτίες λύπης, αλλά καυχήσεως και χαράς…
Η πίστη μας στον Χριστό αδελφοί μου πρέπει να αποδεικνύεται με την εμπιστοσύνη μας στην Θεία Του Πρόνοια.
Μην ξεχνούμε ότι και ο Χριστός μας «έχασε». Θανατώθηκε. Πέθανε πάνω στο ατιμωτικό ξύλο ενός σταυρού. Ο Χριστός έχασε εκουσίως κατά κόσμον και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο κέρδισε. Έχασε φαινομενικά και κέρδισε ουσιαστικά. Πόνεσε αλλά μας ανακαίνισε. Πέθανε αλλά και Αναστήθηκε.
Εάν λοιπόν ο Χριστός μας δεν είπε όχι στον πειρασμό, στον πόνο, στον θάνατο…θα πούμε εμείς; Η Εκκλησία αδελφοί μου ζει όχι απλά με την ελπίδα αλλά με την βεβαιότητα της Αναστάσεως, ο χριστιανός πρέπει να ζει με την βεβαιότητα της Αγάπης του Θεού Πατρός που «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν».
Πλήθος οι ανάγκες, πού μας περιζώνουν στην πορεία της ζωής. Πλήθος τα προβλήματα, αλλά μεγαλύτερα και αλλά μικρότερα, πού ορθώνονται απειλητικά ενώπιον μας κάθε στιγμή.
Ο Θεός όμως λέγει: Δεν πρόκειται να σε αφήσω μόνο και απροστάτευτο. «Μετά σου ειμί εν θλίψει». «Έπικαλέσαι με εν ώρα θλίψεως και εξελούμαι σε και δοξάσεις με». Μην απογοητεύεσαι μπροστά στα προβλήματα της ζωής. Ζήτησε την δική μου βοήθεια, λέγει ο Θεός, και εγώ θα σε βγάλω από τη δυσκολία όταν είσαι έτοιμος. «Εν τω κοσμώ θλίψιν έξετε» είπε ο ενανθρωπήσας Λυτρωτής μας και προσέθεσε: «αλλά θαρσείτε εγώ νενίκησα τον κόσμον». Μην απογοητεύεσθε μην καταβάλλεσθε από την στενοχώρια, μην χάνετε το θάρρος σας. Εγώ είμαι μαζί σας. Εγώ δεν θα νικήσω το κακό αλλά το νίκησα ήδη.
Όμως μην μου ζητάτε εύκολη ζωή, μην μου ζητάτε καλοπέραση, μην μου ζητάτε ζωή χωρίς πειρασμούς διότι εάν «μη πειρασμός ουδέ στέφανος».
Έλεγε ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος είναι εκείνος που αντελήφθη καλώς ότι υπάρχει τέρμα της παρούσης ζωής και σπεύδει και αυτός να θέσει τέρμα εις τα σφάλματα και ελαττώματά του ζώντας με ταπείνωση και μετάνοια, αντιμετωπίζοντας κάθε πειρασμό και δοκιμασία σαν ευκαιρία πνευματικής προκοπής».
Τα συναξάρια των αγίων μας είναι γεμάτα πειρασμούς, δοκιμασίες. Όλοι οι άγιοι χάσανε κατά κόσμον και κέρδισαν κατά Θεόν.
Σ΄ Αυτόν τον Χριστό να πιστεύουμε αδελφοί μου, στον Αληθινό Θεό που δεν μένει στις μικρότητες αυτής της ζωής αλλά μας ζητά να Τον ακολουθήσουμε με εμπιστοσύνη δια των δοκιμασιών στην Χώρα των Ζώντων, στην Ουράνια Βασιλεία Του.

Αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Ο ΚΑΛΟΣ ΘΕΟΣ ΟΛΑ ΘΑ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΗΣΕΙ!


Ό Καλός Θεός όλα θα τα οικονομήσει με τον καλύ­τερο τρόπο, αλλά χρειάζεται πολλή υπομονή και προ­σοχή, γιατί πολλές φορές, με το να βιάζωνται οι άνθρω­ποι να ξεμπλέξουν τα κουβάρια, τα μπλέκουν περισσό­τερο. Ό Θεός με υπομονή τα ξεμπλέκει.
Δεν θα πάει πολύ αυτή ή κατάσταση. Θα πάρει σκούπα ό Θεός! Κατά το 1830, επειδή υπήρχε στο Άγιον Όρος πολύς τουρκικός στρατός, για ένα διάστημα δεν είχε μείνει στην Μονή Ιβή­ρων κανένας μοναχός. Είχαν φύγει οι Πατέρες, άλλοι με τα άγια Λείψανα, άλλοι για να βοηθήσουν στην Επανά­σταση. Ερχόταν στο μοναστήρι μόνον ένας μοναχός από μακριά πού άναβε τα κανδήλια και σκούπιζε.
Μέσα και έξω από το μοναστήρι ήταν τουρκικός στρατός, και αυτός ό καημένος σκούπιζε και έλεγε: «Παναγία μου, τι θα γίνει μ’ αυτήν την κατάσταση;». Μία φορά πού προσευχόταν με πόνο στην Παναγία, βλέπει να τον πλησιάζει μία γυ­ναίκα – ήταν ή Παναγία – πού έλαμπε και το πρόσωπο της ακτινοβολούσε.
Τού παίρνει την σκούπα από το χέρι και τού λέει: «Εσύ δεν ξέρεις να σκουπίζεις καλά· εγώ θα σκουπίσω». Και άρχισε να σκουπίζει. Υστέρα εξαφανί­σθηκε μέσα στο Ιερό. Σε τρεις μέρες έφυγαν όλοι οι Τούρκοι! Τους έδιωξε ή Παναγία.
Ό Θεός άτι δεν είναι σωστό θα το πετάξει πέρα, όπως το μάτι πετάει το σκουπιδάκι. Δουλεύει ό διάβολος, άλλα δουλεύει και ό Θεός και αξιοποιεί το κακό, ώστε να πρό­κυψη από αυτό καλό. Σπάζουν λ.χ. τα πλακάκια και ό Θεός τα παίρνει και φτιάχνει ωραίο μωσαϊκό.
Γι’ αυτό μή στενοχωρήσθε καθόλου, διότι πάνω από όλα και από όλους είναι ό Θεός, πού κυβερνά τα πάντα και θα καθίσει τον καθέναν στο σκαμνί, για να απολογηθεί για το τι έπραξε, οπότε και θα τον ανταμείψει ανάλογα. Θα αμει­φθούν αυτοί πού θα βοηθήσουν μία κατάσταση και θα τιμωρηθεί αυτός πού κάνει το κακό. Τελικά ό Θεός θα βάλει τα πράγματα στην θέση τους, αλλά ό καθένας μας θα δώσει λόγο για το τι έκανε σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια με την προσευχή, με την καλωσύνη.
Σήμερα προσπαθούν να γκρεμίσουν την πίστη, γι’ αυτό αφαιρούν σιγά-σιγά από καμμιά πέτρα, για να σωριασθεί το οικοδόμημα της πίστεως. Όλοι όμως ευθυνό­μαστε για το γκρέμισμα αυτό· όχι μόνον αυτοί πού αφαι­ρούν τις πέτρες και το γκρεμίζουν, άλλα και όσοι βλέ­πουμε να γκρεμίζεται και δεν προσπαθούμε να το υπο­στυλώσουμε.
Οποίος σπρώχνει στο κακό τον άλλον θα δώσει λόγο στον Θεό γι’ αυτό. Και ό διπλανός όμως θα δώσει λόγο, γιατί έβλεπε εκείνον να κάνη κακό στον συ­νάνθρωπο του και δεν αντιδρούσε. Ό κόσμος εύκολα πιστεύει έναν άνθρωπο πού έχει τον τρόπο να πείθει.

– Ό λαός, Γέροντα, είναι σαν θηρίο.
– Εγώ από τα θηρία δεν έχω παράπονο. Βλέπεις, τα ζώα δεν μπορούν να κάνουν μεγάλο κακό, γιατί δεν έχουν μυα­λό, ενώ ό άνθρωπος πού φεύγει μακριά από τον Θεό γί­νεται χειρότερος από το μεγαλύτερο θηρίο! Κάνει μεγά­λο κακό. Το δυνατό ξίδι γίνεται από το χαλασμένο κρα­σί. Τα άλλα Τα τεχνητά ξίδια δεν είναι τόσο δυνατά… Πιο φοβερό είναι, όταν ό διάβολος συμμαχήσει με έναν άνθρω­πο διεστραμμένο· τότε κάνει διπλό κακό στους άλλους, όπως ό σαρκικός λογισμός, όταν συμμαχήσει με την σάρ­κα, τότε κάνει μεγαλύτερο κακό στην σάρκα. Για να συνεργασθεί ό διάβολος με έναν τέτοιο άνθρωπο, πρέπει αυτός να είναι υπολογίσιμος, να έχει κακή προαίρεση, κακία.
Στην συνέχεια, Θεός φυλάξοι, αυτοί θα φέρουν δυ­σκολίες, θα στριμώξουν ανθρώπους, μοναστήρια. Ή Εκκλησία, ό Μοναχισμός, θα τους κάνη κακό, γιατί θα τους εμπόδιση στα σχέδια τους. Μόνον πνευματικά μπο­ρεί να αντιμετωπισθεί ή σημερινή κατάσταση, όχι κοσμι­κά. Θα σηκωθεί ακόμη λίγη φουρτούνα, θα πετάξει έξω κονσερβοκούτια, σκουπίδια, όλα Τα άχρηστα, και μετά θα ξεκαθαρίσουν Τα πράγματα. Σ’ αυτήν την κατάσταση θα δείτε, άλλοι θα έχουν καθαρό μισθό και άλλοι θα ξο­φλούν χρέη. Θα γίνουν έτσι Τα πράγματα, πού δεν θα στε­νοχωριέται κανείς για την ταλαιπωρία πού θα περνάνε – δεν θα λέει φυσικά «δόξα σοι ό Θεός».
Πόσο ό Θεός μας αγαπά! Αυτά πού γίνονται σήμε­ρα και αυτά πού σκέφτονται να κάνουν, αν γίνονταν πριν από είκοσι χρόνια πού είχε περισσότερη πνευμα­τική άγνοια ό κόσμος, θα ήταν πολύ δύσκολα. Τώρα ξέ­ρει ό κόσμος· ή Εκκλησία δυνάμωσε. Ό Θεός αγαπάει τον άνθρωπο, το πλάσμα Του, και θα φροντίσει γι’ αυτά πού τού χρειάζονται, φθάνει ό άνθρωπος να πιστεύει και να τηρεί τις εντολές Του.

Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου – Λόγοι Β΄- Πνευματική Αφύπνιση

ΤΟ ΦΤΕΡΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΤΕΞΕ ΝΑ ΦΟΡΤΩΘΕΙ Η ΚΑΜΗΛΑ


ΤΟ ΦΤΕΡΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΤΕΞΕ ΝΑ ΦΟΡΤΩΘΕΙ Η ΚΑΜΗΛΑ

Το φτερό που δεν άντεξε να φορτωθεί η καμήλα, μια διδακτική ιστορία για τον πόνο που μπορεί να προκαλέσουμε στον πλησίον μας.

Πολλές φορές μας ερεθίζουν οι υπερβολικές αντιδράσεις των πλησίον μας, αγαπητών και όχι μόνο. Κάνουμε ένα μικρό σχόλιο, ένα αστείο και ξαφνικά ο άνθρωπός μας κλαίει ή εξεγείρεται.
Ένας θρύλος της ερήμου αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που μετακινούνταν από την Όαση και άρχισε να φορτώνει την καμήλα του. Έβαλε τα χαλιά, τα κουζινικά, τα μπαούλα με τα ρούχα … και η καμήλα ανεχόταν τα πάντα.
Καθώς έφευγε θυμήθηκε ένα όμορφο μπλε φτερό που ο πατέρας του τού είχε δωρίσει. Αποφάσισε να το πάρει και το έβαλε πάνω στην καμήλα. Αυτοστιγμεί το ζώο κατέρρευσε κάτω από το βάρος του φτερού και πέθανε.
«Η καμήλα μου δεν μπόρεσε να αντέξει το βάρος του φτερού» πρέπει να σκέφτηκε ο άνθρωπος.

Μερικές φορές πιστεύουμε το ίδιο για τον πλησίον μας, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι το αστείο μας μπορεί να ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι του πόνου.

ΟΣΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!


Όσιος Αλέξιος ο άνθρωπος του Θεού

Ο Όσιος Αλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395 - 408 μ.Χ.) και Ονωρίου (395 - 423 μ.Χ.) από ευσεβείς και εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ευφημιανός ήταν συγκλητικός, φιλόπτωχος και συμπαθής, ώστε καθημερινά παρέθετε τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί. Η γυναίκα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Στη δέησή της να αποκτήσει παιδί, ο Θεός την εισάκουσε. Και τους χάρισε υιό. Αφού το παιδί μεγάλωσε κι έλαβε την κατάλληλη παιδεία, έγινε σοφότατος και θεοδίδακτος. Όταν έφθασε στη νόμιμη ηλικία, τον στεφάνωσαν με θυγατέρα από βασιλική και ευγενική γενιά. Το βράδυ όμως στο συζυγικό δωμάτιο ο Όσιος, αφού πήρε το χρυσό δακτυλίδι και τη ζώνη, τα επέστρεψε στην σύζυγό του και εγκατέλειψε τον κοιτώνα. Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας την ματαιότητα της επίγειας δόξας. Καταφθάνει στην Λαοδικεία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί ο Όσιος Αλέξειος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς, ακόμη και τα ιμάτιά του, και, αφού ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως ένας από τους πτωχούς. Προτίμησε έτσι να ζει με νηστεία όλη την εβδομάδα και να μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.

Οι γονείς του όμως τον αναζητούσαν παντού και έστειλαν υπηρέτες τους να τον βρουν. Στην αναζήτησή τους έφθασαν μέχρι το ναό της Έδεσσας, χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη, ενώ η μητέρα του Αλέξιου με οδύνη, φορώντας πτωχά ενδύματα, καθόταν σε μια θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα. Το ίδιο και η νύφη, που φόρεσε τρίχινο σάκκο και παρέμεινε κοντά στην πεθερά της.

Ο Όσιος Αλέξιος για δεκαεπτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου ευαρεστώντας το Θεό. Και μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανένα παρά μόνο τον Αλέξιο, εδεήθηκε στη Θεοτόκο να του υποδείξει τον άνθρωπο, όπως κι έγινε. Τότε πήρε από το χέρι τον Όσιο Αλέξιο και τον εισήγαγε στο ναό με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.

Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί, έφυγε κρυφά και σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό, στο ναό του Αγίου Παύλου του Αποστόλου, όπου εκεί θα ήταν άγνωστος. Αλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια. Γιατί βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στη Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος στο σπίτι του.

Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του. Με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να τον ελεήσει και μάλιστα του έδωσε κάποιο υπηρέτη για να τον βοηθάει. Κάποιοι δούλοι από την οικία τον πείραζαν και τον κορόιδευαν, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Έδινε την τροφή του σε άλλους, παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό, και μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό.

Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς να τον γνωρίζει κανένας. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε κι έγραψε σε χαρτί όλο το βίο του, τους τόπους που πέρασε, αλλά και κάποια από τα μυστικά που γνώριζαν μόνο οι γονείς του. Κάποια Κυριακή, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ακούσθηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο, που καλούσε τους συμμετέχοντες να αναζητήσουν τον άνθρωπο του Θεού. Την Παρασκευή ο Όσιος Αλέξιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, ενώ το απόγευμα της ίδιας μέρας οι πιστοί βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος προσήλθαν στο ναό για να δεηθούν στο Θεό να τους αποκαλύψει τον άγιο άνθρωπο του Θεού. Τότε μια φωνή τους κατηύθυνε στο σπίτι του Ευφημιανού. Λίγο αργότερα οι βασιλείς μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο έφθασαν στο σπίτι του Ευφημιανού, προξενώντας μάλιστα την απορία της γυναίκας και της νύφης του για την παρουσία τους εκεί, και ρώτησαν τον Ευφημιανό . Όμως εκείνος, αφού ρώτησε πρώτα τους υπηρέτες, είπε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Στην συνέχεια ο υπηρέτης που φρόντιζε τον Όσιο Αλέξιο, παρακινούμενος από θεία δύναμη ανέφερε τον τρόπο ζωής του πτωχού, τον οποίο εξυπηρετούσε. Τότε ο Ευφημιανός χωρίς να γνωρίζει ότι ο Όσιος είναι ήδη νεκρός, αποκάλυψε το πρόσωπο αυτού, που έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στο χέρι του Οσίου μάλιστα είδε χαρτί, που δεν μπόρεσε να αποσπάσει. Στη συνέχεια ανέφερε στους επισκέπτες του ότι βρέθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Οι βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος τότε εδεήθησαν στον Όσιο να τους επιτρέψει να δουν το χαρτί που είχε στο χέρι του. Μόλις ο αρχειοφύλακας πήρε στο χέρι του το χαρτί, ο Ευφημιανός αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για τον υιό του, τον οποίο αναζητούσε χρόνια τώρα, και μεγάλο πένθος έπεσε στην οικογένειά του. Θρήνος μεγάλος και από την γυναίκα και τη νύφη του.

Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του Οσίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο το λαό για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν. Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσερχόταν για να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια. Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά μέρες γιόρταζαν πανηγυρικά και στην γιορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους.

Η Κάρα του Οσίου Αλεξίου δωρήθηκε στη Μονή Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων το 1398 μ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Μανουήλ τον Παλαιολόγο. Κατά την πυρπόληση της Μονής από τους Οθωμανούς το 1585 μ.Χ. διασώθηκε από δύο μοναχούς.
Και εκεί βρίσκεται σήμερα. Απότμημα Κάρας του Οσίου βρίσκεται στη Μονή Γεν. Θεοτόκου - Πελαγίας Ακραιφνίου Βοιωτίας. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Οσίου βρίσκονται στη Μονή Εσφιγμένου Αγίου Όρους, στη Μονή Κύκκου Κύπρου και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 17 Μαρτίου.

http://www.saint.gr

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2020

Ο ΙΕΡΕΥΣ ΘΑ ΚΑΤΕΛΥΕ ΤΗ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΛΗΨΗ ΤΟΣΩΝ ΦΥΜΑΤΙΚΩΝ;


Πρό ἐτῶν στό Σανατόριο "Σωτηρία" στήν Ἀθἠνα μετά ἀπό μία θεία λειτουργία, πού κοινώνησαν οἱ περισσότεροι ἀσθενεῖς, ὁ ἱερεύς ἒπρεπε νά καταλύση τήν ὑπόλοιπη θεία Κοινωνία, ὃπως γίνεται πάντοτε. Προτοῦ κάνει τήν κατάλυση, εἶδε κάποιον πού στεκόταν στό βόρειο βημόθυρο τοῦ Ἱεροῦ. Τόν ρώτησε τί ἢθελε, ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν ἢθελε τίποτε. 

Ὁ ἱερεύς κατέλυσε κανονικά καί ἀφοῦ ἒβγαλε τά ἂμφια ἑτοιμάστηκε νά βγῆ ἀπό τό ἱερό.Βγαίνοντας ξανασυναντάει τό ἲδιο πρόσωπο. Τόν ρώτησε τί ἢθελε περιμένοντας. Ὁ ἂλλος ἀπάντησε πώς αὐτό πού ἢθελε ἒγινε. Ἢθελε, λέει, νά ἰδῆ ἂν πράγματι ὁ ἱερεύς θά κατέλυε τή θεία Κοινωνία μετά τή μετάληψη τόσων φυματικῶν. Τότε μόνο "εἶδε καί ἐπίστευσε". Μέχρι τότε δέν πίστευε πώς οἱ ἱερεῖς πιστεύουν στή θεία Κοινωνία οὒτε βέβαια πώς ἡ θεία Κοινωνία εἶναι πηγή ζωῆς καί ὂχι θανάτου...

Ἱερομ. Εὐσεβίου, ΟΜΙΛΙΕΣ ΠΝΕΥΜ. ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ, ΤΟΜΟΣ Β΄.

Κυριακή 15 Μαρτίου 2020