ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ

Οσία Μαρία η Αιγυπτία

Τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων, ο οποίος συνέγραψε διάφορα ασκητικά και υμνογραφικά κείμενα που διαποτίζονται από το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας και της ασκητικής παραδόσεως.

Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Από τα δώδεκα χρόνια της πέρασε στην Αίγυπτο μια ζωή ασωτίας, αφού από την μικρή αυτή ηλικία διέφθειρε την παρθενία της και είχε ασυγκράτητο και αχόρταγο το πάθος της σαρκικής μείξεως. Ζώντας αυτήν την ζωή δεν εισέπραττε χρήματα, αλλά απλώς ικανοποιούσε το πάθος της. Η ίδια ξαγορεύθηκε στον Αββά Ζωσιμά ότι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεως τινός, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδή το έργο της δωρεάν, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Και όπως του απεκάλυψε, είχε ακόρεστη επιθυμία και ακατάσχετο έρωτα να κυλιέται στο βόρβορο που ήταν η ζωή της και σκεπτόταν έτσι ντροπιάζοντας την ανθρώπινη φύση.

Λόγω της άσωτης ζωής και της σαρκικής επιθυμίας που είχε, κάποια φορά ακολούθησε τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Και αυτό το έκανε, όχι για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, αλλά για να έχει πολλούς εραστές που θα ήταν έτοιμοι να ικανοποιήσουν το πάθος της. Περιγράφει δε και η ίδια ρεαλιστικά και τον τρόπο που επιβιβάστηκε στο πλοιάριο. Και, όπως η ίδια αποκάλυψε, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της δεν υπήρχε είδος ασέλγειας από όσα λέγονται και δεν λέγονται, του οποίου δεν έγινε διδάσκαλος σε εκείνους τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Και η ίδια εξέφρασε την απορία της για το πώς η θάλασσα υπέφερε τις ασωτίες της και γιατί η γη δεν άνοιξε το στόμα της και δεν την κατέβασε στον άδη, επειδή είχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού αυτού δεν αρκέστηκε στο ότι διέφθειρε τους νέους, αλλά διέφθειρε και πολλούς άλλους από τους κατοίκους της πόλεως και τους ξένους επισκέπτες. Και στα Ιεροσόλυμα που πήγε κατά την εορτή του Τιμίου Σταυρού, περιφερόταν στους δρόμους «ψυχᾶς νέων ἀγρεύουσα».

Αισθάνθηκε όμως, βαθιά μετάνοια από ένα θαυματουργικό γεγονός. Ενώ εισερχόταν στο ναό για να προσκυνήσει το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, κάποια δύναμη την εμπόδισε να προχωρήσει. Στην συνέχεια στάθηκε μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, έδειξε μεγάλη μετάνοια και ζήτησε την καθοδήγηση και βοήθεια της Παναγίας. Με την βοήθεια της Θεοτόκου εισήλθε ανεμπόδιστα αυτή την φορά στον ιερό ναό και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό. Στην συνέχεια, αφού ευχαρίστησε την Παναγία, άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πορευθεί στην έρημο, πέραν του Ιορδάνου. Αμέσως ζήτησε την συνδρομή και την προστασία της Θεοτόκου και ήρε τον δρόμο της προς την έρημο, αφού προηγουμένως πέρασε από την ιερά μονή του Βαπτιστού στον Ιορδάνη ποταμό και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στην έρημο έζησε σαράντα επτά χρόνια, χωρίς ποτέ να συναντήσει άνθρωπο.

Κατά τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια στην έρημο, πάλεψε πολύ σκληρά για να νικήσει τους λογισμούς και τις επιθυμίες της, ουσιαστικά για να νικήσει τον διάβολο που την πολεμούσε με τις αναμνήσεις της προηγούμενης ζωής.

Η Οσία ζούσε δεκαεπτά χρόνια στην έρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταὶς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Είχε πολλές επιθυμίες φαγητών, ποτών και «πορνικῶν ᾀσμάτων» και πολλούς λογισμούς που την ωθούσαν προς την πορνεία. Όμως, όταν ερχόταν κάποιος λογισμός μέσα της, έπεφτε στην γη, την έβρεχε με δάκρυα και δεν σηκωνόταν από τη γη «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοὶ ἐδίωξεν». Συνεχώς προσευχόταν στην Παναγία, την οποία είχε εγγυήτρια της ζωής της μετανοίας που έκανε. Το ιμάτιό της σχίσθηκε και καταστράφηκε και έκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν από τον καύσωνα και έτρεμε από τον παγετό και «ὡς πολλάκις μὲ χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μείναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».

Ύστερα από σκληρό αγώνα, με τη Χάρη του Θεού και την συνεχή προστασία της Παναγίας, ελευθερώθηκε από τους λογισμούς και τις επιθυμίες, οπότε μεταμορφώθηκε το λογιστικό και παθητικό μέρος της ψυχής της, καθώς επίσης εθεώθηκε και το σώμα της.

Λόγω της μεγάλης πνευματικής της καταστάσεως στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία, έλαβε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα.

Ήταν γυμνή αλλά το σώμα της υπερέβη τις ανάγκες της φύσεως. Λέγει η ίδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Το σώμα τρεφόταν με τη Χάρη του Θεού: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στη περίπτωσή της, όπως και σε άλλες περιπτώσεις Αγίων, παρατηρούμε ότι αναστέλλονται οι ενέργειες του σώματος. Αυτή η αναστολή των σωματικών ενεργειών οφειλόταν στο ότι η ψυχή της δεχόταν την ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτή η θεία ενέργεια διαπορθμευόταν και στο σώμα της: «Ἀρκεὶν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεὶν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».

Εκείνη την περίοδο ασκήτευε σε ένα μοναστήρι ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς (τιμάται 4 Απριλίου), που ήταν κεκοσμημένος με αγιότητα βίου. Έβλεπε θεία οράματα, καθώς του είχε δοθεί το χάρισμα των θείων ελλάμψεων, λόγω του ότι ζούσε μέχρι τα πενήντα τρία του χρόνια με μεγάλη άσκηση και ήταν φημισμένος στην περιοχή του. Τότε, όμως, εισήλθε μέσα του ένας λογισμός κάποιας πνευματικής υπεροψίας, για το αν δηλαδή υπήρχε άλλος μοναχός που θα μπορούσε να τον ωφελήσει ή να του διδάξει κάποιο καινούργιο είδος ασκήσεως. Ο Θεός, για να τον διδάξει και να τον διορθώσει, του αποκάλυψε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην τελειότητα. Και στην συνέχεια του υπέδειξε να πορευθεί σε ένα μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.

Ο Αββάς Ζωσιμάς υπάκουσε στην φωνή του Θεού και πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, που του υποδείχθηκε. Εκεί συνάντησε τον ηγούμενο και τους μοναχούς, και διέκρινε ότι ακτινοβολούσαν τη Χάρη και την αγάπη του Θεού, ζώντας έντονη μοναχική ζωή με ακτημοσύνη, με μεγάλη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή.

Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε ένας κανόνας. Σύμφωνα με αυτόν, την Κυριακή της Τυρινής προ της ενάρξεως της Μεγάλης Σαρακοστής, αφού οι μοναχοί κοινωνούσαν των Αχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν και ασπάζονταν μεταξύ τους, και έπειτα ελάμβαναν ο καθένας τους μερικές τροφές και έφευγαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνου, για να αγωνισθούν κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής τον αγώνα της ασκήσεως. Επέστρεφαν δε στο μοναστήρι την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Είχαν ως κανόνα να μην συναντά κανείς τον άλλο αδελφό στην έρημο και να μην τον ερωτά, όταν επέστρεφαν, για το είδος της ασκήσεως που έκανε την περίοδο αυτή.

Αυτόν τον κανόνα εφάρμοσε και ο Αββάς Ζωσιμάς. Αφού έλαβε ελάχιστες τροφές, βγήκε από το μοναστήρι και πορεύθηκε στην έρημο, έχοντας την επιθυμία να εισέλθει όσο μπορούσε πιο βαθειά σε αυτή, με την ελπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ασκητή που θα τον βοηθούσε να φθάσει σε αυτό που ποθούσε. Πορευόταν προσευχόμενος και τρώγοντας ελάχιστα. Κοιμόταν δε όπου ευρισκόταν.

Είχε περπατήσει μία πορεία είκοσι ημερών όταν, κάποια στιγμή που κάθισε να ξεκουραστεί και έψελνε, είδε στο βάθος μια σκιά που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα. Στην αρχή θεώρησε ότι ήταν δαιμονικό φάντασμα, αλλά έπειτα διαπίστωσε ότι ήταν άνθρωπος. Αυτό το ον που έβλεπε ήταν γυμνό, είχε μαύρο σώμα - το σώμα αυτό προερχόταν από τις ηλιακές ακτίνες - και είχε στο κεφάλι του λίγες άσπρες τρίχες, που δεν έφθαναν πιο κάτω από τον λαιμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς έβλεπε την Οσία Μαρία, την ώρα που προσευχόταν. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ασκούσε την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα ο Αββάς Ζωσιμάς την είδε όταν εκείνη ύψωσε τα μάτια της στον ουρανό και άπλωσε τα χέρια της και «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίσουσα, φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Και σε κάποια στιγμή, ενώ εκείνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθείσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».

Ο Αββάς Ζωσιμάς προσπάθησε να πλησιάσει, για να διαπιστώσει τι ήταν αυτό που έβλεπε, αλλά το ανθρώπινο εκείνο ον απομακρυνόταν. Έτρεχε ο Αββάς Ζωσιμάς, έτρεχε και εκείνο. Και ο Αββάς κραύγαζε με δάκρυα προς αυτό ώστε να σταματήσει, για να λάβει την ευλογία του. Εκείνο όμως δεν ανταποκρινόταν. Μόλις έφθασε ο Αββάς σε κάποιο χείμαρρο και απόκαμε, εκείνο το ανθρώπινο ον αφού τον αποκάλεσε με το μικρό του όνομα, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στον Αββά, του είπε ότι δεν μπορεί να γυρίσει και να τον δει κατά πρόσωπο, γιατί είναι γυναίκα γυμνή και έχει ακάλυπτα τα μέλη του σώματός της. Τον παρακάλεσε, αν θέλει, να της δώσει την ευχή του και να της ρίξει ένα κουρέλι από τα ρούχα του, για να καλύψει το γυμνό σώμα της. Ο Αββάς έκανε ότι του είπε και τότε εκείνη στράφηκε προς αυτόν. Ο Αββάς αμέσως γονάτισε για να λάβει την ευχή της, ενώ το ίδιο έκανε και εκείνη. Και παρέμειναν και οι δύο γονατιστοί «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».

Επειδή ο Αββάς αναρωτιόταν μήπως έβλεπε μπροστά του κάποιο άυλο πνεύμα, εκείνη διακρίνοντας τους λογισμούς του, του είπε ότι είναι αμαρτωλή, που έχει περιτειχισθεί από το άγιο Βάπτισμα και είναι χώμα και στάχτη και όχι άυλο πνεύμα.

Η Οσία Μαρία κατά την συνάντηση αυτή, αφού αποκάλυψε όλη την ζωή της, ζήτησε από τον Αββά Ζωσιμά να έλθει κατά την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς, σε έναν ορισμένο τόπο στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, κοντά σε μια κατοικημένη περιοχή, για να την κοινωνήσει, ύστερα από πολλά χρόνια μεγάλης μετάνοιας που μεταμόρφωσε την ύπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτω τῷ ἔρωτι», του είπε, δηλαδή είχε ακατάσχετο έρωτα να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

Ο Αββάς Ζωσιμάς επέστρεψε στο μοναστήρι χωρίς να πει σε κανένα τι ακριβώς συνάντησε, σύμφωνα άλλωστε και με τον κανόνα που υπήρχε σε εκείνη την ιερά μονή. Όμως, συνεχώς παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να δει και πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» την επόμενη χρονιά και μάλιστα ήταν στεναχωρημένος γιατί δεν περνούσε ο χρόνος, καθώς ήθελε όλος αυτός ο χρόνος να ήταν μία ημέρα.

Το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς από κάποια αρρώστια δεν μπόρεσε να βγει από το μοναστήρι στην έρημο, όπως έκαναν οι άλλοι πατέρες στην αρχή της Σαρακοστής και έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι. Και την Κυριακή των Βαΐων, όταν είχαν επιστρέψει οι άλλοι πατέρες της Μονής, εκείνος ετοιμάσθηκε να πορευθεί στον τόπο που του είχε υποδείξει η Οσία, για να την κοινωνήσει.

Την Μεγάλη Πέμπτη πήρε μαζί του σε ένα μικρό ποτήρι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, πήρε μερικά σύκα και χουρμάδες και λίγη βρεγμένη φακή και βγήκε από το μοναστήρι για να συναντήσει την Οσία Μαρία. Επειδή όμως εκείνη αργοπορούσε να έλθει στον καθορισμένο τόπο, ο Αββάς προσευχόταν στον Θεό με δάκρυα να μην του στερήσει λόγω των αμαρτιών του την ευκαιρία να τη δει εκ νέου.

Μετά την θερμή προσευχή την είδε από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη ποταμού, να κάνει το σημείο του Σταυρού, να πατά πάνω στο νερό του ποταμού «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στην συνέχεια η Οσία τον παρακάλεσε να πει το Σύμβολο της Πίστεως και το «Πάτερ ἠμῶν». Ακολούθως ασπάσθηκε τον Αββά Ζωσιμά και κοινώνησε των ζωοποιών Μυστηρίων. Έπειτα ύψωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».

Στην συνέχεια, αφού τον παρακάλεσε να έλθει και το επόμενο έτος στο χείμαρρο που την είχε συναντήσει την πρώτη φορά, ζήτησε την προσευχή του. Ο Αββάς άγγιξε τα πόδια της Οσίας, ζήτησε και αυτός την προσευχή της και την άφησε να φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμούσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Εκείνη έφυγε κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ήλθε, πατώντας δηλαδή πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού.

Το επόμενο έτος, σύμφωνα και με την παράκληση της Οσίας, ο Αββάς βιαζόταν να φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Αφού βάδισε πολλές ημέρες και έφθασε στον τόπο εκείνο, έψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» να δει «τὸ γλυκύτατο θήραμα», την Οσία του Θεού. Όμως δεν την έβλεπε πουθενά. Τότε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό κατανυκτικά: «Δεῖξον μοί, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῆδε τὴ ἐρήμω κατέκρυψας, δεῖξον μοί, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὐ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Για τον Αββά Ζωσιμά η Οσία Μαρία ήταν άθικτος θησαυρός, άγγελος μέσα σε σώμα, που ο κόσμος δεν ήταν άξιος να τον έχει. Και προσευχόμενος με τα λόγια αυτά είδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρήκε δε και δική της γραφή που έλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπω τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Την βρήκε δηλαδή νεκρή, κείμενη στην γη, με τα χέρια σταυρωμένα και βλέποντας προς την ανατολή. Συγχρόνως βρήκε και γραφή που τον παρακαλούσε να την ενταφιάσει.

Η Οσία κοιμήθηκε την ίδια ημέρα που κοινώνησε, αφού είχε διασχίσει σε μία ώρα απόσταση την οποία διήνυσε το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς σε είκοσι ημέρες. Γράφει ο Άγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Το σώμα της είχε αποκτήσει άλλες ιδιότητες, είχε μεταμορφωθεί.

Στην συνέχεια ο Αββάς Ζωσιμάς, αφού έκλαψε πολύ και είπε ψαλμούς κατάλληλους για την περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Και μετά με μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοὶς δακρύσι» επιμελήθηκε τα της ταφής. Επειδή, όμως, η γη ήταν σκληρή και ο ίδιος ήταν προχωρημένης ηλικίας, γι' αυτό δεν μπορούσε να την σκάψει και βρισκόταν σε απορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστώτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδή είδε ένα λιοντάρι να στέκεται δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλείφει τα ίχνη της. Ο Αββάς τρόμαξε, αλλά το ίδιο το λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοὶς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδή το ίδιο το λιοντάρι καλόπιανε τον Αββά και τον παρακινούσε και με τις κινήσεις του και με τις προθέσεις του, να προχωρήσει στον ενταφιασμό της. Λαμβάνοντας ο Αββάς θάρρος από το ήμερο του λιονταριού, το παρακάλεσε να σκάψει αυτό το ίδιο τον λάκκο, για να ενταφιασθεί το ιερό λείψανο της Οσίας Μαρίας, επειδή εκείνος αδυνατούσε. Το λιοντάρι υπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδή με τα μπροστινά του πόδια άσκαψε το λάκκο, όσο έπρεπε, για να ενταφιασθεί το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας.

Ο ενταφιασμός της Οσίας έγινε προσευχομένου του Αββά Ζωσιμά και του λιονταριού «παρεστῶτος». Μετά τον ενταφιασμό έφυγαν και οι δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν».

Και ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, καταλήγει ότι έγραψε αυτό το βίο «κατὰ δύναμιν» και «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».

Ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, δείχνει πως μία πόρνη μπορεί να γίνει κατά Χάριν θεός, πως ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγγελος εν σώματι και πως η κατά Χριστόν ελπίδα μπορεί να αντικαταστήσει την υπό του διαβόλου προερχόμενη απόγνωση. Στο πρόσωπο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας βλέπουμε τον άνθρωπο που αναζητά την ηδονή και κυνηγά τους ανθρώπους για την ικανοποίησή τους, αλλά όμως με τη Χάρη του Θεού μπορεί να εξαγιασθεί τόσο πολύ, ώστε να φθάσει στο σημείο να την κυνηγούν οι Άγιοι για να λάβουν την ευλογία της και να ασπασθούν το τετιμημένο της σώμα, καθώς επίσης να τη σέβονται και τα άγρια ζώα.

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία με την μετάνοιά της, την βαθιά της ταπείνωση, την υπέρβαση εν Χάριτι του θνητού και παθητού σώματός της, αφ' ενός μεν προσφέρει μια παρηγοριά σε όλους τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε ταπεινώνει εκείνους που υπερηφανεύονται για τα ασκητικά τους κατορθώματα. Δεν ημέρωσε μόνο τα άγρια θηρία που υπήρχαν μέσα της, δηλαδή τα άλογα πάθη, αλλά υπερέβη όλα τα όρια της ανθρώπινη φύσεως και ημέρωσε ακόμη και τα άγρια θηρία της κτίσεως.

Αυτός είναι ο σκοπός και ο πλούτος της ενανθρωπίσεως του Χριστού, που φυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία. Με την αποκαλυπτική θεολογία και την εν Χριστώ ζωή ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά.

Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας την 1 Απριλίου και την Ε' Κυριακή των Νηστειών.

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ

Οσία Μαρία η Αιγυπτία

Τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων, ο οποίος συνέγραψε διάφορα ασκητικά και υμνογραφικά κείμενα που διαποτίζονται από το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας και της ασκητικής παραδόσεως.

Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Από τα δώδεκα χρόνια της πέρασε στην Αίγυπτο μια ζωή ασωτίας, αφού από την μικρή αυτή ηλικία διέφθειρε την παρθενία της και είχε ασυγκράτητο και αχόρταγο το πάθος της σαρκικής μείξεως. Ζώντας αυτήν την ζωή δεν εισέπραττε χρήματα, αλλά απλώς ικανοποιούσε το πάθος της. Η ίδια ξαγορεύθηκε στον Αββά Ζωσιμά ότι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεως τινός, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδή το έργο της δωρεάν, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Και όπως του απεκάλυψε, είχε ακόρεστη επιθυμία και ακατάσχετο έρωτα να κυλιέται στο βόρβορο που ήταν η ζωή της και σκεπτόταν έτσι ντροπιάζοντας την ανθρώπινη φύση.

Λόγω της άσωτης ζωής και της σαρκικής επιθυμίας που είχε, κάποια φορά ακολούθησε τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Και αυτό το έκανε, όχι για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, αλλά για να έχει πολλούς εραστές που θα ήταν έτοιμοι να ικανοποιήσουν το πάθος της. Περιγράφει δε και η ίδια ρεαλιστικά και τον τρόπο που επιβιβάστηκε στο πλοιάριο. Και, όπως η ίδια αποκάλυψε, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της δεν υπήρχε είδος ασέλγειας από όσα λέγονται και δεν λέγονται, του οποίου δεν έγινε διδάσκαλος σε εκείνους τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Και η ίδια εξέφρασε την απορία της για το πώς η θάλασσα υπέφερε τις ασωτίες της και γιατί η γη δεν άνοιξε το στόμα της και δεν την κατέβασε στον άδη, επειδή είχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού αυτού δεν αρκέστηκε στο ότι διέφθειρε τους νέους, αλλά διέφθειρε και πολλούς άλλους από τους κατοίκους της πόλεως και τους ξένους επισκέπτες. Και στα Ιεροσόλυμα που πήγε κατά την εορτή του Τιμίου Σταυρού, περιφερόταν στους δρόμους «ψυχᾶς νέων ἀγρεύουσα».

Αισθάνθηκε όμως, βαθιά μετάνοια από ένα θαυματουργικό γεγονός. Ενώ εισερχόταν στο ναό για να προσκυνήσει το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, κάποια δύναμη την εμπόδισε να προχωρήσει. Στην συνέχεια στάθηκε μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, έδειξε μεγάλη μετάνοια και ζήτησε την καθοδήγηση και βοήθεια της Παναγίας. Με την βοήθεια της Θεοτόκου εισήλθε ανεμπόδιστα αυτή την φορά στον ιερό ναό και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό. Στην συνέχεια, αφού ευχαρίστησε την Παναγία, άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πορευθεί στην έρημο, πέραν του Ιορδάνου. Αμέσως ζήτησε την συνδρομή και την προστασία της Θεοτόκου και ήρε τον δρόμο της προς την έρημο, αφού προηγουμένως πέρασε από την ιερά μονή του Βαπτιστού στον Ιορδάνη ποταμό και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στην έρημο έζησε σαράντα επτά χρόνια, χωρίς ποτέ να συναντήσει άνθρωπο.

Κατά τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια στην έρημο, πάλεψε πολύ σκληρά για να νικήσει τους λογισμούς και τις επιθυμίες της, ουσιαστικά για να νικήσει τον διάβολο που την πολεμούσε με τις αναμνήσεις της προηγούμενης ζωής.

Η Οσία ζούσε δεκαεπτά χρόνια στην έρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταὶς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Είχε πολλές επιθυμίες φαγητών, ποτών και «πορνικῶν ᾀσμάτων» και πολλούς λογισμούς που την ωθούσαν προς την πορνεία. Όμως, όταν ερχόταν κάποιος λογισμός μέσα της, έπεφτε στην γη, την έβρεχε με δάκρυα και δεν σηκωνόταν από τη γη «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοὶ ἐδίωξεν». Συνεχώς προσευχόταν στην Παναγία, την οποία είχε εγγυήτρια της ζωής της μετανοίας που έκανε. Το ιμάτιό της σχίσθηκε και καταστράφηκε και έκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν από τον καύσωνα και έτρεμε από τον παγετό και «ὡς πολλάκις μὲ χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μείναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».

Ύστερα από σκληρό αγώνα, με τη Χάρη του Θεού και την συνεχή προστασία της Παναγίας, ελευθερώθηκε από τους λογισμούς και τις επιθυμίες, οπότε μεταμορφώθηκε το λογιστικό και παθητικό μέρος της ψυχής της, καθώς επίσης εθεώθηκε και το σώμα της.

Λόγω της μεγάλης πνευματικής της καταστάσεως στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία, έλαβε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα.

Ήταν γυμνή αλλά το σώμα της υπερέβη τις ανάγκες της φύσεως. Λέγει η ίδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Το σώμα τρεφόταν με τη Χάρη του Θεού: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στη περίπτωσή της, όπως και σε άλλες περιπτώσεις Αγίων, παρατηρούμε ότι αναστέλλονται οι ενέργειες του σώματος. Αυτή η αναστολή των σωματικών ενεργειών οφειλόταν στο ότι η ψυχή της δεχόταν την ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτή η θεία ενέργεια διαπορθμευόταν και στο σώμα της: «Ἀρκεὶν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεὶν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».

Εκείνη την περίοδο ασκήτευε σε ένα μοναστήρι ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς (τιμάται 4 Απριλίου), που ήταν κεκοσμημένος με αγιότητα βίου. Έβλεπε θεία οράματα, καθώς του είχε δοθεί το χάρισμα των θείων ελλάμψεων, λόγω του ότι ζούσε μέχρι τα πενήντα τρία του χρόνια με μεγάλη άσκηση και ήταν φημισμένος στην περιοχή του. Τότε, όμως, εισήλθε μέσα του ένας λογισμός κάποιας πνευματικής υπεροψίας, για το αν δηλαδή υπήρχε άλλος μοναχός που θα μπορούσε να τον ωφελήσει ή να του διδάξει κάποιο καινούργιο είδος ασκήσεως. Ο Θεός, για να τον διδάξει και να τον διορθώσει, του αποκάλυψε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην τελειότητα. Και στην συνέχεια του υπέδειξε να πορευθεί σε ένα μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.

Ο Αββάς Ζωσιμάς υπάκουσε στην φωνή του Θεού και πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, που του υποδείχθηκε. Εκεί συνάντησε τον ηγούμενο και τους μοναχούς, και διέκρινε ότι ακτινοβολούσαν τη Χάρη και την αγάπη του Θεού, ζώντας έντονη μοναχική ζωή με ακτημοσύνη, με μεγάλη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή.

Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε ένας κανόνας. Σύμφωνα με αυτόν, την Κυριακή της Τυρινής προ της ενάρξεως της Μεγάλης Σαρακοστής, αφού οι μοναχοί κοινωνούσαν των Αχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν και ασπάζονταν μεταξύ τους, και έπειτα ελάμβαναν ο καθένας τους μερικές τροφές και έφευγαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνου, για να αγωνισθούν κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής τον αγώνα της ασκήσεως. Επέστρεφαν δε στο μοναστήρι την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Είχαν ως κανόνα να μην συναντά κανείς τον άλλο αδελφό στην έρημο και να μην τον ερωτά, όταν επέστρεφαν, για το είδος της ασκήσεως που έκανε την περίοδο αυτή.

Αυτόν τον κανόνα εφάρμοσε και ο Αββάς Ζωσιμάς. Αφού έλαβε ελάχιστες τροφές, βγήκε από το μοναστήρι και πορεύθηκε στην έρημο, έχοντας την επιθυμία να εισέλθει όσο μπορούσε πιο βαθειά σε αυτή, με την ελπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ασκητή που θα τον βοηθούσε να φθάσει σε αυτό που ποθούσε. Πορευόταν προσευχόμενος και τρώγοντας ελάχιστα. Κοιμόταν δε όπου ευρισκόταν.

Είχε περπατήσει μία πορεία είκοσι ημερών όταν, κάποια στιγμή που κάθισε να ξεκουραστεί και έψελνε, είδε στο βάθος μια σκιά που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα. Στην αρχή θεώρησε ότι ήταν δαιμονικό φάντασμα, αλλά έπειτα διαπίστωσε ότι ήταν άνθρωπος. Αυτό το ον που έβλεπε ήταν γυμνό, είχε μαύρο σώμα - το σώμα αυτό προερχόταν από τις ηλιακές ακτίνες - και είχε στο κεφάλι του λίγες άσπρες τρίχες, που δεν έφθαναν πιο κάτω από τον λαιμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς έβλεπε την Οσία Μαρία, την ώρα που προσευχόταν. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ασκούσε την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα ο Αββάς Ζωσιμάς την είδε όταν εκείνη ύψωσε τα μάτια της στον ουρανό και άπλωσε τα χέρια της και «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίσουσα, φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Και σε κάποια στιγμή, ενώ εκείνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθείσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».

Ο Αββάς Ζωσιμάς προσπάθησε να πλησιάσει, για να διαπιστώσει τι ήταν αυτό που έβλεπε, αλλά το ανθρώπινο εκείνο ον απομακρυνόταν. Έτρεχε ο Αββάς Ζωσιμάς, έτρεχε και εκείνο. Και ο Αββάς κραύγαζε με δάκρυα προς αυτό ώστε να σταματήσει, για να λάβει την ευλογία του. Εκείνο όμως δεν ανταποκρινόταν. Μόλις έφθασε ο Αββάς σε κάποιο χείμαρρο και απόκαμε, εκείνο το ανθρώπινο ον αφού τον αποκάλεσε με το μικρό του όνομα, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στον Αββά, του είπε ότι δεν μπορεί να γυρίσει και να τον δει κατά πρόσωπο, γιατί είναι γυναίκα γυμνή και έχει ακάλυπτα τα μέλη του σώματός της. Τον παρακάλεσε, αν θέλει, να της δώσει την ευχή του και να της ρίξει ένα κουρέλι από τα ρούχα του, για να καλύψει το γυμνό σώμα της. Ο Αββάς έκανε ότι του είπε και τότε εκείνη στράφηκε προς αυτόν. Ο Αββάς αμέσως γονάτισε για να λάβει την ευχή της, ενώ το ίδιο έκανε και εκείνη. Και παρέμειναν και οι δύο γονατιστοί «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».

Επειδή ο Αββάς αναρωτιόταν μήπως έβλεπε μπροστά του κάποιο άυλο πνεύμα, εκείνη διακρίνοντας τους λογισμούς του, του είπε ότι είναι αμαρτωλή, που έχει περιτειχισθεί από το άγιο Βάπτισμα και είναι χώμα και στάχτη και όχι άυλο πνεύμα.

Η Οσία Μαρία κατά την συνάντηση αυτή, αφού αποκάλυψε όλη την ζωή της, ζήτησε από τον Αββά Ζωσιμά να έλθει κατά την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς, σε έναν ορισμένο τόπο στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, κοντά σε μια κατοικημένη περιοχή, για να την κοινωνήσει, ύστερα από πολλά χρόνια μεγάλης μετάνοιας που μεταμόρφωσε την ύπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτω τῷ ἔρωτι», του είπε, δηλαδή είχε ακατάσχετο έρωτα να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

Ο Αββάς Ζωσιμάς επέστρεψε στο μοναστήρι χωρίς να πει σε κανένα τι ακριβώς συνάντησε, σύμφωνα άλλωστε και με τον κανόνα που υπήρχε σε εκείνη την ιερά μονή. Όμως, συνεχώς παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να δει και πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» την επόμενη χρονιά και μάλιστα ήταν στεναχωρημένος γιατί δεν περνούσε ο χρόνος, καθώς ήθελε όλος αυτός ο χρόνος να ήταν μία ημέρα.

Το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς από κάποια αρρώστια δεν μπόρεσε να βγει από το μοναστήρι στην έρημο, όπως έκαναν οι άλλοι πατέρες στην αρχή της Σαρακοστής και έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι. Και την Κυριακή των Βαΐων, όταν είχαν επιστρέψει οι άλλοι πατέρες της Μονής, εκείνος ετοιμάσθηκε να πορευθεί στον τόπο που του είχε υποδείξει η Οσία, για να την κοινωνήσει.

Την Μεγάλη Πέμπτη πήρε μαζί του σε ένα μικρό ποτήρι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, πήρε μερικά σύκα και χουρμάδες και λίγη βρεγμένη φακή και βγήκε από το μοναστήρι για να συναντήσει την Οσία Μαρία. Επειδή όμως εκείνη αργοπορούσε να έλθει στον καθορισμένο τόπο, ο Αββάς προσευχόταν στον Θεό με δάκρυα να μην του στερήσει λόγω των αμαρτιών του την ευκαιρία να τη δει εκ νέου.

Μετά την θερμή προσευχή την είδε από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη ποταμού, να κάνει το σημείο του Σταυρού, να πατά πάνω στο νερό του ποταμού «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στην συνέχεια η Οσία τον παρακάλεσε να πει το Σύμβολο της Πίστεως και το «Πάτερ ἠμῶν». Ακολούθως ασπάσθηκε τον Αββά Ζωσιμά και κοινώνησε των ζωοποιών Μυστηρίων. Έπειτα ύψωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».

Στην συνέχεια, αφού τον παρακάλεσε να έλθει και το επόμενο έτος στο χείμαρρο που την είχε συναντήσει την πρώτη φορά, ζήτησε την προσευχή του. Ο Αββάς άγγιξε τα πόδια της Οσίας, ζήτησε και αυτός την προσευχή της και την άφησε να φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμούσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Εκείνη έφυγε κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ήλθε, πατώντας δηλαδή πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού.

Το επόμενο έτος, σύμφωνα και με την παράκληση της Οσίας, ο Αββάς βιαζόταν να φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Αφού βάδισε πολλές ημέρες και έφθασε στον τόπο εκείνο, έψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» να δει «τὸ γλυκύτατο θήραμα», την Οσία του Θεού. Όμως δεν την έβλεπε πουθενά. Τότε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό κατανυκτικά: «Δεῖξον μοί, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῆδε τὴ ἐρήμω κατέκρυψας, δεῖξον μοί, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὐ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Για τον Αββά Ζωσιμά η Οσία Μαρία ήταν άθικτος θησαυρός, άγγελος μέσα σε σώμα, που ο κόσμος δεν ήταν άξιος να τον έχει. Και προσευχόμενος με τα λόγια αυτά είδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρήκε δε και δική της γραφή που έλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπω τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Την βρήκε δηλαδή νεκρή, κείμενη στην γη, με τα χέρια σταυρωμένα και βλέποντας προς την ανατολή. Συγχρόνως βρήκε και γραφή που τον παρακαλούσε να την ενταφιάσει.

Η Οσία κοιμήθηκε την ίδια ημέρα που κοινώνησε, αφού είχε διασχίσει σε μία ώρα απόσταση την οποία διήνυσε το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς σε είκοσι ημέρες. Γράφει ο Άγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Το σώμα της είχε αποκτήσει άλλες ιδιότητες, είχε μεταμορφωθεί.

Στην συνέχεια ο Αββάς Ζωσιμάς, αφού έκλαψε πολύ και είπε ψαλμούς κατάλληλους για την περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Και μετά με μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοὶς δακρύσι» επιμελήθηκε τα της ταφής. Επειδή, όμως, η γη ήταν σκληρή και ο ίδιος ήταν προχωρημένης ηλικίας, γι' αυτό δεν μπορούσε να την σκάψει και βρισκόταν σε απορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστώτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδή είδε ένα λιοντάρι να στέκεται δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλείφει τα ίχνη της. Ο Αββάς τρόμαξε, αλλά το ίδιο το λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοὶς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδή το ίδιο το λιοντάρι καλόπιανε τον Αββά και τον παρακινούσε και με τις κινήσεις του και με τις προθέσεις του, να προχωρήσει στον ενταφιασμό της. Λαμβάνοντας ο Αββάς θάρρος από το ήμερο του λιονταριού, το παρακάλεσε να σκάψει αυτό το ίδιο τον λάκκο, για να ενταφιασθεί το ιερό λείψανο της Οσίας Μαρίας, επειδή εκείνος αδυνατούσε. Το λιοντάρι υπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδή με τα μπροστινά του πόδια έσκαψε το λάκκο, όσο έπρεπε, για να ενταφιασθεί το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας.

Ο ενταφιασμός της Οσίας έγινε προσευχομένου του Αββά Ζωσιμά και του λιονταριού «παρεστῶτος». Μετά τον ενταφιασμό έφυγαν και οι δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν».

Και ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, καταλήγει ότι έγραψε αυτό το βίο «κατὰ δύναμιν» και «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».

Ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, δείχνει πως μία πόρνη μπορεί να γίνει κατά Χάριν θεός, πως ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγγελος εν σώματι και πως η κατά Χριστόν ελπίδα μπορεί να αντικαταστήσει την υπό του διαβόλου προερχόμενη απόγνωση. Στο πρόσωπο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας βλέπουμε τον άνθρωπο που αναζητά την ηδονή και κυνηγά τους ανθρώπους για την ικανοποίησή τους, αλλά όμως με τη Χάρη του Θεού μπορεί να εξαγιασθεί τόσο πολύ, ώστε να φθάσει στο σημείο να την κυνηγούν οι Άγιοι για να λάβουν την ευλογία της και να ασπασθούν το τετιμημένο της σώμα, καθώς επίσης να τη σέβονται και τα άγρια ζώα.

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία με την μετάνοιά της, την βαθιά της ταπείνωση, την υπέρβαση εν Χάριτι του θνητού και παθητού σώματός της, αφ' ενός μεν προσφέρει μια παρηγοριά σε όλους τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε ταπεινώνει εκείνους που υπερηφανεύονται για τα ασκητικά τους κατορθώματα. Δεν ημέρωσε μόνο τα άγρια θηρία που υπήρχαν μέσα της, δηλαδή τα άλογα πάθη, αλλά υπερέβη όλα τα όρια της ανθρώπινη φύσεως και ημέρωσε ακόμη και τα άγρια θηρία της κτίσεως.

Αυτός είναι ο σκοπός και ο πλούτος της ενανθρωπίσεως του Χριστού, που φυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία. Με την αποκαλυπτική θεολογία και την εν Χριστώ ζωή ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά.

Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας την 1 Απριλίου και την Ε' Κυριακή των Νηστειών.

Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

Ο Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΗ ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ AΓΙΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ

Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΗ ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ

[…]  Εμείς δυστυχώς δεν έχουμε πια κύριο τον Θεό! Εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε πλέον για κύριό μας τον Θεό. Έχουμε άλλους κυρίους. Άλλους… Έχουμε τη δύναμή μας! Δεν είναι πια κύριος του λαού μας ο Θεός. Αυτό είναι ένα θλιβερό κατάντημα, που βέβαια εμείς οι Έλληνες σιγά-σιγά το εργασθήκαμε. Και ξέρετε από πότε; 

Από το 1821 μέχρι και σήμερα!...Αυτό είναι κάτι που δεν το διανοήθηκε ούτε το Βυζάντιο, ούτε η Τουρκοκρατία. Προσέξτε: ούτε η Τουρκοκρατία δεν το διανοήθηκε να μην είναι κύριος του λαού μας ο Θεός! Αυτό άρχισε να χαλκεύεται από το 1821,όπως σας είπα. Ήλθαν από την Ευρώπη οι λόγιοί μας και κουβάλησαν κι αυτήν την αρρώστια, ότι δεν μπορεί σε έναν λαό να είναι κύριος ο Θεός του, αλλά θα είναι κάποιος κυβερνήτης, θα είναι η Βουλή, θα είναι ο στρατός, θα είναι οι νόμοι... Αυτά θα είναι. Αλλά ότι αυτά τελικά δεν μπορούν να νικήσουν, αποδείχθηκε ιστορικά.
Το παράδειγμα που θα πω είναι ένα επιχείρημα και εναντίον του ιστορικού υλισμού. Δεν θα κάνω περισσότερη ανάλυση· όσοι έχετε διαβάσει ή όσοι καταλαβαίνετε, θα το ξέρετε. Είναι ένα επιχείρημα και εναντίον του ιστορικού υλισμού, που λέει ότι ανάλογα με τα υλικά δεδομένα κατακτάται και η Ιστορία. Αυτό, θα λέγαμε, είναι μία δογματική θέση του ιστορικού υλισμού. Έρχεται όμως η Ελληνική Επανάσταση του ’21 να απορρίψει αυτό το επιχείρημα, γιατί δεν υπήρχαν καθόλου τα υλικά δεδομένα για να νικήσουν οι Έλληνες μια τουρκική Αυτοκρατορία! Υπήρχε ένας άλλος παράγοντας, που δεν προβλέπεται οπωσδήποτε από τον ιστορικό υλισμό, και αυτός είναι η πίστη στον Θεό· και εκείνη την εποχή, πραγματικά, κύριος του λαού αυτού ήταν ο Θεός! Και ένας καταπέλτης εναντίον του ιστορικού υλισμού είναι ο 143ος Ψαλμός.
Αλλά πριν πάω στον 143ο Ψαλμό, πηγαίνετε στον στίχο 16 του 32ου Ψαλμού: «Οὐ σῴζεται βασιλεὺς διὰ πολλὴν δύναμιν, καὶ γίγας οὐ σωθήσεται ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτοῦ». Δηλαδή: ούτε ο βασιλιάς δεν σώζεται επειδή έχει δύναμη-στρατιωτική-,ούτε ο γίγαντας θα σωθεί επειδή έχει μεγάλη δύναμη σωματική! Όταν λέει «βασιλιάς» εννοεί τον αρχηγό ενός κράτους. Δεν έχει σημασία τι είδους αρχηγός μπορεί να είναι αυτός, τι μορφή και τι σχήμα πολιτικό μπορεί να έχει.
Και εδώ γίνονται δύο υπαινιγμοί. Ο βασιλιάς με τη μεγάλη δύναμη είναι ο Φαραώ. Ο Φαραώ είχε πολλή δύναμη τότε, όταν ξεκίνησε τον αγώνα εναντίον των Εβραίων. Καταποντίσθηκε όμως. Κι όταν μιλάει για τον γίγαντα-αν είναι Ψαλμός του Δαβίδ- τότε ο υπαινιγμός είναι για τον Γολιάθ. Ο Γολιάθ, ο πολύς, ο σπουδαίος Γολιάθ, δεν κατάφερε τίποτα με την ασύγκριτα μεγαλύτερη σωματική του δύναμη, σε σχέση με τον Δαβίδ!
Και πιο κάτω, στον στίχο 17, θα πει: «Ψευδὴς ἵππος εἰς σωτηρίαν, ἐν δὲ πλήθει δυνάμεως αὐτοῦ οὐ σωθήσεται». Δηλαδή, ψεύτικη είναι η ελπίδα στο ιππικό για τη σωτηρία, γιατί δεν σώζεται κάποιος με την πολλή του δύναμη.
Καταρχάς ο ίππος είναι το ιππικό, δηλαδή οι στρατιωτικές δυνάμεις. Στη γλώσσα μας αυτό θα μπορούσαμε να το πούμε στρατιωτικό εξοπλισμό. Ξέρετε, κάποτε τα κάρα τα τραβούσαν τα άλογα, και τα αμάξια και το μαγγανοπήγαδο το γύριζαν τα άλογα. Όταν εφευρέθηκε η ατμομηχανή, που αντικατέστησε τα άλογα, προς τιμήν του αλόγου, που τόσες χιλιάδες χρόνια δούλεψε εκεί στο μαγγανοπήγαδο και στο καρότσι, η ισχύς, η δύναμη ονομάστηκε «ίππος». Ρωτάμε: «Πόσοι ίπποι είναι το μοτέρ;» Ή : «Αυτή η μηχανή πόσο τραβάει;». Και τα λοιπά. Είναι μονάδες δυνάμεως σε ίππους. Λοιπόν, το άλογο αντικαταστάθηκε από τις μηχανές. Έτσι, ωραιότατα και πολύ μαλακά και απλά, σας είπα, όταν λέει εδώ «ίππος», εννοεί τον μηχανικό εξοπλισμό, δηλαδή τα αεροπλάνα, τα τανκς, τα κανόνια, τις βόμβες, τις οβίδες, τους πυραύλους, τους δορυφόρους; Και όλα τα όμοιά τους. Λοιπόν, ««ψευδὴς ἵππος εἰς σωτηρίαν»! Νομίζετε πως θα σωθείτε με τον εξοπλισμό; «ἐν δὲ πλήθει δυνάμεως αὐτοῦ οὐ σωθήσεται»! Δεν θα σωθείτε· ο λόγος του Θεού το λέει.
Αν ένας λαός δεν έχει την προστασία του Θεού, μην πιστέψετε ποτέ ο λαός αυτός, με το πλήθος της ισχύος του και με την εξυπνάδα και τη στρατηγική των αρχόντων του, ότι θα καταφέρει σπουδαία πράγματα. Τίποτα δε θα καταφέρει! Αυτή τη στιγμή, ας πούμε ότι έχουμε τέλειο εξοπλισμό. Σας ρωτάω: Έχουμε όμως κύριό μας τον Θεό; Κάνουμε την αναφορά μας στον Θεό; «Κύριε, βοήθησέ μας!»;
Όσοι λόγοι εκφωνούνται προεκλογικά, μετεκλογικά, στη Βουλή, σε συνάξεις, σε δοξολογίες, σε επίσημες ώρες, από τους ανθρώπους που κυβερνούν τον τόπο μας, όποιοι και να είναι αυτοί, κάνουν χρήση του ονόματος του Θεού; Τα τελευταία χρόνια, αγαπητοί μου, λείπει σκανδαλωδώς το όνομα του Θεού! Κι αν το θέλετε, λείπει σκανδαλωδώς το όνομα του Θεού- προσέξτε- όσον αφορά τον Χριστό! Γιατί μπορεί κάποιος να πει «ο Θεός» και να εννοεί τον Μ.Α.Τ.Σ.[Μέγας Αρχιτέκτων Του Σύμπαντος, ο θεός των Τεκτόνων]. Να είναι Μασόνος, και να εννοεί τον Μ.Α.Τ.Σ.! Μπορεί  να λέει «Θεός», και να εννοεί τη Δημιουργία, να είναι ειδωλολάτρης. Να λέει «Θεός», και να εννοεί τον Βούδα. Τότε μόνο θα ήταν σαφής αλλά και η πίστη του αδαμάντινη, αν έλεγε καθαρά το όνομα του Ιησού Χριστού. Ακούσατε εσείς κανένα πρόσωπο να πει «ο Ιησούς Χριστός»; Ούτε καν Θεός δε λένε· όχι Ιησούς Χριστός…
Άρα πρέπει να κλαίμε! Δεν έχουμε πια κύριό μας τον Θεό. Κι άμα δεν έχουμε κάυριό μας τον Θεό, τότε είμαστε εκτεθειμένοι· δεν έχουμε προστασία! Μπορείτε να φανταστείτε πώς πρέπει να αισθάνεται ο άνθρωπος τη στιγμή που θα ανακαλύψει ότι δεν έχει ασφάλεια και προστασία; Είναι τρομερό!
Αλλά θα πάρω μια άλλη πλευρά, που πάλι η πατρίδα μας έχει ακολουθήσει, και που πολλοί λαοί τη θέλουν και την επιδιώκουν. Είναι η ευημερία· αλλά μία ευημερία χωρίς τον Θεό. Αν σε ένα σπίτι, σε μια οικογένεια, αναγνωρίζεται ο Θεός ως κύριος, δηλαδή ως αφεντικό, δηλαδή ο Θεός είναι εκείνος που κατευθύνει το σπίτι αυτό, πιστεύετε ότι το σπίτι αυτό οπωσδήποτε θα είναι πλούσιο; Όχι· γιατί το να έχω κύριό μου τον Θεό δε σημαίνει ότι πρέπει να έχω και καλή υγεία ή να έχω γεμάτες τις τσέπες μου. Θα ήταν αδιανόητο πράγμα αυτό. Προσέξτε: αδιανόητο! Σήμερα, όμως, δυστυχώς, εκείνο που θέλουμε και μας ενδιαφέρει δεν είναι τίποτα άλλο από το να έχουμε εξασφαλίσει στον λαό την ευημερία.. Και τότε η επιτυχία μας, ως υπόλογοι απέναντι σ’ αυτόν, θα είναι βέβαιη…
Χωρίς περιστροφές, σας το λέγω καθαρά: δεν είναι ορθό κριτήριο αυτό. Και δεν είναι ορθό κριτήριο γιατί μπορεί ένας λαός να είναι φτωχός, αλλά να έχει εξασφαλίσει άλλες προϋποθέσεις. Και μια θεμελιώδη προϋπόθεση, μέσα στη φτώχεια του, είναι να  έχει πάντοτε κύριό του τον Θεό. Πάντοτε! Και να είναι φτωχός, δεν πειράζει, δεν έχει σημασία αυτό. Άλλωστε δε βρισκόμαστε πλέον στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά στην Καινή, και γνωρίζουμε ότι τα υλικά αγαθά δεν μπορούν να είναι κριτήριο της παρουσίας του Θεού. Έτσι, όταν σήμερα θέλουμε να έχουμε κριτήριο τα υλικά αγαθά, την ευδαιμονία, και στρεφόμαστε προς την Ευρώπη, προς τον Βόρειο Πόλο, προς τον Νότιο Πόλο, στρεφόμαστε προς τον Ειρηνικό Ωκεανό- καταλαβαίνετε τι θέλω  να πω τώρα.. πάμε στα βαθιά και στα ρηχά- για να έχουμε ευδαιμονία υλιστική, κατοχύρωση υλιστική, ασφάλεια υλιστική· άνοδο του βιοτικού επιπέδου, τι λέτε; Θα είμαστε τότε ευτυχείς;  
Για να μη λέτε πως τα λέω εγώ αυτά, ακούστε τον 143ο Ψαλμό: «ῥῦσαί με καὶ ἐξελοῦ με ἐκ χειρὸς υἱῶν ἀλλοτρίων, ὧν τὸ στόμα ἐλάλησε ματαιότητα καὶ ἡ δεξιὰ αὐτῶν δεξιὰ ἀδικίας». Δηλαδή: «απάλλαξέ με, γλύτωσέ με από τα χέρια ξένων, που το στόμα τους μιλάει ματαιόδοξα, ειδωλολατρικά- στην Παλαιά Διαθήκη «μάταιον» εννοείται η ειδωλολατρία- και το δεξί τους χέρι είναι χέρι αδικίας, ό,τι κάνουν είναι άδικο».
Οι μεγάλοι της γης είναι άδικοι. Έχει αποδειχθεί αυτό τρανά και επανειλημμένα. Οι μεγάλοι της γης, για τους μικρούς, είναι πάντοτε άδικοι. Μην ξεχνάτε ότι ποτέ, μα ποτέ, κανένας μεγάλος δεν αγάπησε την Ελλάδα. Αυτό να το ξέρετε πάντοτε. Και για μη νομισθεί πάλι ότι μιλάω εγώ, κάποτε ο Ησαΐας το είπε αυτό και τόνισε ιδιαίτερα να μη συμμαχήσει ο Ισραήλ ούτε με τους Ασσυρίους, ούτε με τους Αιγυπτίους: «Θα μείνετε στις δικές σας δυνάμεις, γιατί εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας[Ησ.31,1-3]». Δεν άκουσαν οι Εβραίοι και στράφηκαν σε συμμαχίες. Ο Θεός τους ελέγχει, αλλά τελικά τους αφήνει και συμμαχούν με τους Αιγυπτίους. Και έρχονται μετά οι Ασσύριοι και τους διαλύουν. Είναι φοβερό!
Σας έχω πει κι άλλη φορά τι έκανε κάποτε ο Δαβίδ; Μέτρησε τον στρατό, έκανε δηλαδή απογραφή. Θα μου πείτε: Είναι κακό πράγμα να κάνει κανείς απογραφή; Στην Παλαιά Διαθήκη έχουμε πολλές περιπτώσεις απογραφής. Όταν μάλιστα έφυγαν οι Εβραίοι από την Αίγυπτο και βρέθηκαν στην έρημο, ο Μωυσής έκανε απογραφή. Και μας λέει και τους αρθιμούς, που περιέχονται σε ένα βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, και  γι' αυτό το βιβλίο αυτό πήρε το όνομα «Αριθμοί». Ο Θεός τώρα εδώ θυμώνει με τον Φαβρίδ που κάνει απογραφή, γιατί ο Δαβίδ αναρωτήθηκε μέσα του αν μπορεί να κατατροπώσει τους εχθρούς του με τον στρατό που έχει. Αυτό ήταν το λάθος. Η αμαρτία δεν ήταν ότι έκανε απογραφή, αλλά ότι στήριζε τις νίκες του στο πλήθος του στρατού[βλ. Β’Βασ.24,1-10]. Το καταλάβατε;
Αλλά κι εμείς σήμερα αυτό κάνουμε. Νομίζουμε ότι όταν θα τρέξουμε να κάνουμε συμμαχίες με τους μεγάλους και τα λοιπά, τότε οι εχθροί μας δεν θα μας πειράξουν. Τι φοβερό είναι! Αλλά είναι αδύνατο να γίνει κάτι διαφορετικό·  γι' αυτό τραβάμε τη μοίρα μας, τραβάμε την πορεία της μοίρας μας.
Τώρα ακούστε μία ωραία περιγραφή αυτών των ξένων λαών που κάνει ο Ψαλμωδός, στους στίχους 12-15(Ψαλμός 143): «ὧν οἱ υἱοὶ ὡς νεόφυτα ἱδρυμένα ἐν τῇ νεότητι αὐτῶν, αἱ θυγατέρες αὐτῶν κεκαλλωπισμέναι, περικεκοσμημέναι ὡς ὁμοίωμα ναοῦ, τὰ ταμιεῖα αὐτῶν πλήρη, ἐξερευγόμενα ἐκ τούτου εἰς τοῦτο, τὰ πρόβατα αὐτῶν πολύτοκα, πληθύνοντα ἐν ταῖς ἐξόδοις αὐτῶν, οἱ βόες αὐτῶν παχεῖς, οὐκ ἔστι κατάπτωμα φραγμοῦ, οὐδὲ διέξοδος, οὐδὲ κραυγὴ ἐν ταῖς πλατείαις αὐτῶν, ἐμακάρισαν τὸν λαόν, ᾧ ταῦτά ἐστι· μακάριος ὁ λαός, οὗ Κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ».
Δηλαδή «μακάρισαν αυτούς των οποίων τα παλικάρια, πάνω στη νιότη τους μοιάζουν με βλαστάρια ριζωμένα, οι κόρες τους είναι ωραίες, στολισμένες με διάφορα στολίδια, σαν ομοίωμα ναού, οι αποθήκες τους είναι γεμάτες από αγαθά που ξεχειλίζουν, τα πρόβατά τους είναι πολυτόκα…-και με τεχνητή γονιμοποίηση!- και πολλαπλασιάζονται έξω στις βοσκές τους, τα βόδια τους είναι παχιά, δεν υπάρχει κανένας τοίχος των οικοδομών τους γκρεμισμένος ούτε ρωγμή- δηλαδή έχουν πόλεις ωραιότατα οικοδομημένες· δεν υπάρχουν χαλάσματα και ερείπια-ούτε ακούγονται κλάματα και φωνές στις πλατείες τους. Μακάρισαν τον λαό αυτόν που έχει όλα αυτά· όμως ευτυχισμένος ο λαός εκείνος που Κύριός του είναι ο Θεός!».
Μακάρισαν λοιπόν τον λαό που είχε όλα τα υλικά αγαθά! Πραγματικά: «Τι ευτυχισμένος λαός που είναι αυτός! Ταμεία, αποθήκες; Γεμάτες! Πρόβατα; Πολυτόκα! Παλικάρια; Λαμπρά! Κορίτσια; Ωραιότατα! Πόνος και θλίψη; Αναπτυγμένη η Ιατρική, αναπτυγμένη η Τεχνική, αναπτυγμένη η Επιστήμη! Όλα ωραιότατα!...». Μακάρισαν τον λαό αυτό, όπως μακαρίζουμε σήμερα την Ευρώπη, την Αμερική,άλλους λαούς πλούσιους και λέμε: «Θα μπούμε κι εμείς μέσα στον συνασπισμό τους!».
Πραγματικά ευτυχισμένος όμως είναι ο λαός εκείνος που Κύριο έχει τον Θεό Του. Αυτός είναι ο μακάριος λαός· όχι αυτός που έχει ευδαιμονία και πληθώρα αγαθών. Ευτυχισμένος είναι αυτός που έχει κύριο και κυβερνήτη του τον Θεό. Και πάλι ξαναρωτάω, αγαπητοί μου: έχουμε σήμερα στην Ελλάδα κύριο, αφεντικό, τον Θεό μας; Δεν Τον έχουμε!
Θα κλείσω με ένα αλίμονό μας!... Τίποτα άλλο δεν έχω να προσθέσω. Κι αν δεν έχω τίποτα να προσθέσω στο «αλίμονό μας», θα μου πείτε: «Τότε γιατί μας τα είπατε όλα αυτά απόψε;». Πρώτα πρώτα γιατί είναι κατατεθειμένα στην Αγία Γραφή· και ύστερα για να δοθεί μία μαρτυρία. Μπορούμε να μη δώσουμε αυτήν τη μαρτυρία; Πρέπει να δοθεί η μαρτυρία για να επικυρωθεί το αλίμονο. Τίποτα άλλο δεν έχω να σας πω, τίποτα άλλο δεν μπορούμε να κάνουμε· η πορεία μας, ως χώρα, είναι παρμένη. Αλίμονό μας! Τίποτα άλλο…
  
Δευτέρα, 14-11-1977

                             ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητμακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΗ:
Π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Επιλογή Ψαλμών, τόμος Α΄, Ομιλίες απομαγνητοφωνημένες, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Μάιος 2014, σελ. 180-188[ ομιλία 5η, Ψαλμός 32ος]’


ΑΓΙΟΣ ΥΠΑΤΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

Άγιος Υπάτιος, Επίσκοπος Γαγγρών
 
Ο Άγιος Υπάτιος ήταν μορφή από εκείνες που δόξασαν την Εκκλησία στους πρώτους αιώνες της και αγωνίσθηκαν για το θρίαμβο του χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας. Ήταν επίσκοπος Γαγγρών στα χρόνια του Μεγάλου. Κωνσταντίνου και συμμετείχε στην Α' Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια (325 μ.Χ.), κατά της πλάνης του Αρείου.
 
Στο ποιμαντικό του έργο, εξακολούθησε να διδάσκει και να καθοδηγεί το ποίμνιο του, αλλά κυρίως αντιμαχόταν τις αιρέσεις, και ιδιαίτερα την αίρεση των Ναυτιανών. Η επιτυχία με την οποία καταπολεμούσε τους Ναυτιανούς, ξεσήκωσε τα άγρια πάθη τους και ζητούσαν την εξόντωση του. Έτσι, το έτος 326 μ.Χ. πλήρωσαν κάποιους ειδωλολάτρες, οι οποίοι σε κρημνώδη περιοχή επιτέθηκαν κατά του Αγίου με ξύλα και πέτρες και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Πριν ξεψυχήσει, μία εκ των φανατικών αιρετικών γυναικών τον θανάτωσε διά λίθου.
 
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Ιβήρων Αγίου Όρους, Βουλκάνου Μεσσηνίας, Ιερουσαλήμ Διαυλείας Βοιωτίας και Προφήτου Ηλιού Ζάχολης Κορινθίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 31 Μαρτίου.

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ: ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ!


Μετάνοια σημαίνει ανανέωσις του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεόν για νέα ζωή. Μετανοών σημαίνει αγοραστής της ταπεινώσεως. Μετάνοια σημαίνει μόνιμος αποκλεισμός κάθε σωματικής παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψις αυτοκατακρίσεως, αμεριμνησία για όλα τα άλλα και μέριμνα για την σωτηρία του εαυτού μας. Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα της ελπίδος και αποκήρυξις της απελπισίας. Μετανοών σημαίνει κατάδικος απηλλαγμένος από αισχύνη.


Μετάνοια σημαίνει συμφιλίωσις με τον Κύριον, με έργα αρετής αντίθετα προς τα παραπτώματά μας. Μετάνοια σημαίνει καθαρισμός της συνειδήσεως. Μετάνοια σημαίνει θεληματική υπομονή όλων των θλιβερών πραγμάτων. Μετανοών σημαίνει επινοητής τιμωριών του εαυτού του. Μετάνοια σημαίνει υπερβολική ταλαιπωρία της κοιλίας (με νηστεία) και κτύπημα της ψυχής με υπερβολική συναίσθησι.


Τρέξατε και ελάτε. Ελάτε όλοι όσοι παρωργίσατε τον Θεόν, για να ακούσετε αυτά που έχω να σας διηγηθώ. Συγκεντρωθήτε για να ιδήτε αυτά πού μου έδειξε ο Θεός προς οικοδομήν. Ας τοποθετήσωμε πρώτη και ας προτιμήσωμε μια διήγησι πού αναφέρεται σε τιμημένους εργάτες της αρετής πού ζούσαν χωρίς τιμή.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ;


Άγιος Ιωαννησ της Κλιμακος: Τι είναι η διάκριση;

Διάκρισις σημαίνει συνείδησις αμόλυντη και καθαρότης των αισθήσεων.

Κυριακή 29 Μαρτίου 2020

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΑΝΤΙΛΑΪΚΟ ΜΕΤΡΟ Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ


Αντιλαϊκό μέτρο η απαγόρευση της Θείας Λατρείας
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

Όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ως υπεύθυνοι πολίτες, έχοντας ως βασικό στοιχείο της πίστεώς τους την αγάπη, την αλληλεγγύη και τον σεβασμό στον πλησίον,
κατανοούν τη δύσκολη συγκυρία που βιώνει η χώρα τους, όπως και ολόκληρη η ανθρωπότητα, στη διεξαγωγή του κοινού αγώνα για την αντιμετώπιση της ιογενούς πανδημίας του κορωνοϊού. Στο πλαίσιο αυτό, ακολουθούν πιστά τις οδηγίες των ειδικών, όπως αυτές μεταφέρονται από την ηγεσία της χώρας. Ωστόσο, η απαγόρευση των Ακολουθιών της Θ. Λατρείας, με νομοθετική πράξη της Κυβέρνησης, είναι ένα αντιλαϊκό, μη ορθόδοξο και αντισυνταγματικό μέτρο, σε βάρος της πνευματικής ζωής και τροφής των Χριστιανών, το οποίο, καθώς φαίνεται, αποτελεί καρπό της αδυναμίας να βρεθεί, με κοινή συνεννόηση, Πολιτείας και Διοίκησης της Εκκλησίας, η σοφή και συνδυαστική λύση.

Διότι, δεν είναι δυνατό να βρίσκονται ασφαλείς υγειονομικά αποδεκτοί όροι, προκειμένου να παραμένουν ανοικτά τα σούπερ μάρκετ και να τροφοδοτούνται οι καταναλωτές και να μη βρίσκονται παρόμοιοι όροι, για να παραμένουν ανοικτοί και εν λειτουργία οι ναοί για την πνευματική τροφοδοσία των χριστιανών.
Υπενθυμίζουμε τη σοφή θέση που πήρε ο ίδιος ο Χριστός, όταν διαπίστωνε ότι οι ομοεθνείς του ακολουθούσαν μεν τις επουσιώδεις διατάξεις του Νόμου, αλλά δεν τηρούσαν τα σπουδαιότερα και πιο ουσιώδη του νόμου, δηλαδή τη δικαιοσύνη, την ευσπλαχνία και την αληθινή πίστη.
Ο Χριστός τότε τους πρότεινε αυτό που έχει γίνει παροιμιώδης φράση του λαϊκού μας πολιτισμικού τοπίου: «ταύτα δε έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι», δηλαδή, Και αυτά έπρεπε να εφαρμοστούν και εκείνα δεν έπρεπε να παραμεληθούν (Ματθ. 23,23).Καλά και αξιόπιστα τα μέτρα και οι νομοθετικές πράξεις εφαρμογής τους, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος ευρείας μεταδόσεως του κορωνοϊού.Ωστόσο, ο λαός μας, στην πλειονότητά του, από την περίοδο της αρχαίας Ελλάδας έως και σήμερα, συνεχίζει να ζει και να εφαρμόζει στη ζωή του τον μύθο του Αισώπου «Ανήρ ναυαγός».
Ο Αίσωπος, σε αυτόν τον μύθο, περιγράφει το ταξίδι ενός πλούσιου Αθηναίου, με ένα καράβι που βυθίστηκε, εξ αιτίας της θαλασσοταραχής. Ενώ όλοι κολυμπούσαν για να σωθούν, ένας Αθηναίος προσευχόταν συνέχεια στην θεά Αθηνά και της έταζε ένα σωρό πράγματα. Τότε, ένας από τους άλλους ναυαγούς τον πλησίασε και του είπε την περίφημη φράση: «Συν Αθηνά και χείρα κίνει».
Στη δική μας περίπτωση, αποδεικνύεται ότι πολλοί από τους υπεύθυνους των αποφάσεων, σε κάποια θέματα, δεν μελετούν τη σοφία του παρελθόντος, για να κτίζουν το παρόν και να σχεδιάζουν το μέλλον.
Διότι, αν την μελετούσαν, θα διαπίστωναν ότι ο Ελληνικός λαός πέρασε στο παρελθόν και άλλες μεγάλες πανδημίες και δοκιμασίες, με παρόμοια ή δυσχερέστερα χαρακτηριστικά.
Όμως, σε αυτές, εκτός από την κοινωνική συσπείρωση και την προσεκτική υγειονομική φροντίδα, για την αποφυγή περαιτέρω εξάπλωσης της ιογενούς μεταδοτικής νόσου, υπήρχε, επίσης, η στροφή προς την άνωθεν θεία βοήθεια.
Θα παρατηρούσαν, δηλαδή ότι παράλληλα με την ανθρώπινη προσπάθεια, έσπευδαν στους ναούς και έκαναν, με μετάνοια και πίστη, πάνδημες ικεσίες, παρακλήσεις, ολονυκτίες αλλά και δημόσιες λιτανείες, στις οποίες έφερναν μαζί τους τα ιερά τους λείψανα και τις θαυματουργές τους εικόνες, προκειμένου να ζητήσουν, από τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους της Εκκλησίας τους, προστασία και βοήθεια, με κοινό αίτημα τον αφανισμό της νόσου και την ίαση των ασθενών.
Σήμερα, όμως, βλέπουμε ότι θεωρούνται επαρκή τα ανθρώπινα μέσα και μέτρα για την καταπολέμηση του κορωνοϊού.
Διαπιστώνεται μάλιστα ότι, όχι μόνον δεν ζητείται η πνευματική βοήθεια του Χριστού και της Εκκλησίας, αλλά επιπλέον κλείνουν οι ναοί, βιαίως, με νομική απαγόρευση και απειλές και αμφισβητείται στη συνείδηση του λαού μας η Ζωηφόρος και Ζωοποιός χάρις του εν τω Ποτηρίω της Θ. Κοινωνίας Ιησού Χριστού.
Παράλληλα, δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη οι χριστιανικές πεποιθήσεις του ορθόδοξου λαού, ο οποίος πιστεύει, βαθύτατα και ακράδαντα, ότι ο άνθρωπος είναι, οντολογικά, αχωρίστως, ατρέπτως και αδιαιρέτως ενιαία υλικοπνευματική ύπαρξη, γεγονός που το αισθάνεται εντονότερα, σε περιστάσεις ανάγκης και δοκιμασίας, όπου καταφεύγει στα πνευματικά του όπλα και μέσα, αναζητώντας στήριξη.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα έκφρασης της απογοήτευσης και της αγανάκτησης του λαού μας, για την απαγόρευση της Θείας Λατρείας, αποτελούν οι δηλώσεις πολλών Ιεραρχών:
Ο Μητροπολίτης Δράμας και διδάκτωρ Θεολογίας κ. Παύλος, δήλωσε: «Η Εκκλησία έφτασε στο έσχατο όριό της, γιατί η Θεία Λειτουργία είναι το οξυγόνο μας. Τώρα μας αποσυνδέετε από το οξυγόνο μας που είναι η πνευματική μας τροφή».
Ο Μητροπολίτης Καστορίας κ. Σεραφείμ, σε μήνυμά του τόνισε: «Ο υιός του ανθρώπου ελθών ευρήσει την πίστη; Σήμερα, όποιος τολμήσει να μιλήσει για τον Θεό, για το γεγονός της πίστεως, για την παρουσία της αμαρτίας και την απουσία της μετανοίας, αυτός χλευάζεται και εισπράττει τα ειρωνικά σχόλια των συνανθρώπων του.
Ακούγεται άραγε σήμερα το διαχρονικό μήνυμα της Εκκλησίας “μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών”;
Εμείς έχουμε τοποθετήσει την επιστήμη πάνω από τον Θεό.
Δεν την υποτιμούμε, αλλά και δεν την υπερτιμούμε.
Τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στη ζωή μας, όμως, τον έχει ο Θεός, γι’ αυτό μας χρειάζεται η ζωντανή πίστη».
Ο Μητροπολίτης Σερρών κ. Θεολόγος, επίσης, δήλωσε: «Αντιλαμβανόμεθα πλήρως την κρισιμότητα των στιγμών και την ευθύνη του στρατηγού σε ένα πόλεμο. Γιατί σε πόλεμο είμεθα. Η απειλή είναι πραγματική και δυστυχώς ασύμμετρη.
Η Εκκλησία μας είναι εδώ, για να βοηθήσει με όλη την ψυχή της. Και το κάνει ήδη. Εντύπωση, ωστόσο, προκαλεί το γεγονός ότι δεν ακούσθηκε ένας λόγος που να έχει το άρωμα του ουρανού, της πίστεως, της ελπίδος στην θεία σκέπη.
Πολύ περισσότερο, ούτε κουβέντα για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, που υφίσταται μια πρωτοφανή κατάσταση που αγγίζει τον εσώτατο πυρήνα τού είναι Της και του σωστικού Της έργου. Τη λατρεία, την προσευχή, τον αγιασμό, την κοινωνία.
Ούτε λόγος παρηγορίας, λοιπόν, για όλους αυτούς τους συνέλληνες, τους πιστούς χριστιανούς μας, που με βαθειά οδύνη αναζητούν το φάρμακο της αθανασίας, το εμβόλιο της ζωής, την θεία Κοινωνία, στους αλειτούργητους, με κρατική απόφαση, ναούς της ελληνικής επικράτειας».
Ο Μητροπολίτης Κύκκου κ. Νικηφόρος, από την Εκκλησία της Κύπρου, επίσης, τόνισε: «Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα αλλά και ψυχή, που ζωογονεί το σώμα. Και, όπως, για να ζήσει ένα σώμα χρειάζεται το οξυγόνο, έτσι και η ψυχή, για να ζήσει χρειάζεται το δικό της οξυγόνο, που είναι το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Ο κάθε πιστός οφείλει να προσέρχεται πιστεύοντας και να κοινωνεί, ελεύθερα και αβίαστα, χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις, γιατί κανένας ιός δεν μεταδίδεται μέσα από τη Θεία Κοινωνία».
Ως προς τη νομική πλευρά της απαγόρευσης της θείας λατρείας, ο Επ. Καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, θεολόγος κ. Κυριάκος Κυριαζόπουλος γνωμάτευσε: «Η κοινή υπουργική απόφαση 2867/Υ1, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 872/Β/16-3-2020, για την αναστολή, δηλαδή για την προσωρινή απαγόρευση της λατρείας όλων των θρησκευμάτων, για λόγους προληπτικής προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κορωνοϊό, παραβιάζει ευθέως το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας της λατρείας, διότι δεν περιορίζει απλώς τη συλλογική διάσταση της ελευθερίας της λατρείας, αλλά προσβάλλει τον ίδιο τον πυρήνα της, διότι την αναστέλλει, δηλαδή την καταργεί προσωρινά.
Παρόμοια γνώμη εξέφρασε και ο δικηγόρος Χαράλαμπος Άνδραλης: Η κυβέρνηση λαμβάνει αυστηρά μέτρα, ώστε να στερεί από τους πολίτες βασικά ατομικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα της θρησκευτικής λατρείας».
Για όλα τα παραπάνω προτείνουμε σε Πολιτεία και Εκκλησία, στο τέλος αυτών των μέτρων (30-03-2020), να κάνουν ότι είναι δυνατό για να αρθεί αυτή η άδικη απαγόρευση, λαμβάνοντας υπόψιν τη μεγάλη βιβλική αλήθεια:
«Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες, εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων (Ψαλμ. 128, 1) .

«Ορθόδοξη Αλήθεια», 25-03-2020

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΑΝΤΙΝΟΜΙΑ!


π. Συμεών Κραγιόπουλος: Ανέκαθεν μέσα στη ζωή της Εκκλησίας υπάρχει μιά αντινομία. Όσοι την δέχονται, μυούνται στο μυστήριο της σωτηρίας και αγιάζονται, θεώνονται. Όσοι δεν την καταλαβαίνουν, μένουν απ'έξω. Αν δεν ταπεινωθείς, άνθρωπέ μου, αν δεν πετάξεις από μέσα του το όποιο τουπέ, δεν μπορείς να προσεγγίσεις τα μυστήρια του Θεού. Έτσι κάπως είναι τα θεία πράγματα. Όχι ότι πρέπει να σπουδάσεις, να μάθεις κάποια ειδικά γράμματα, για να κατανοείς τα θεία' όχι. Ο κρυπτογραφικός κώδικας είναι μέσα στην καρδιά. Και κοινωνεί ο άνθρωπος με τον Θεό, αν λειτουργεί αυτός ο κώδικας που ο ίδιος ο Θεός έβαλε μέσα μας. Ο κώδικας μπαίνει σε λειτουργία, καθώς ταπεινώνεσαι. Τότε κατανοείς τα θεία πράγματα, μυείσαι στην αντινομία αυτή. Αλλιώς, δεν νοιώθεις τίποτε. Μένεις σκέτος, άχαρος-γυμνός από θεία χάρη. "

«Πνευματικά Μηνύματα»

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΑΓΩΝΑΣ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ!


π. Συμεών Κραγιόπουλος: Ο αγώνας ο πνευματικός είναι: Να φεύγεις από τη «σκιά» και να τρέχεις στον «ήλιο». Ας πούμε, θίχτηκες, γιατί δεν σου μίλησαν καλά, έχεις αθυμία και κακή διάθεση απέναντι στον αδελφό που δεν φέρθηκε σωστά.
Όλα αυτά είναι πάθη που βλέπεις να ξυπνούν. Ναι, αλλά τι στάση παίρνεις εσύ; Γιατί τα καλοδέχεσαι, τα αγκαλιάζεις και πιάνεις φιλία; Σήκω και φύγε από την αρνητική, τη θολή, τη σκοτεινή κατάσταση που σου δημιουργούν, όπως κάνεις για τον πυρετό, για την όποια σωματική ασθένεια.
Αν τα νιώσεις αυτά ως πάθη, θα τα διώξεις. Αλλά αν συμφωνείς πως είναι σωστό να νιώθεις έτσι όπως σου 'ρχεται από μέσα, δεν θα φύγουν με τίποτε. Σήκω και πήγαινε στον Ήλιο τον Χριστό. Στην πράξη αυτό σημαίνει: Αντί να χολωθείς για την όποια μη καλή κατάσταση σου, να πεις: «Καλά που προκλήθηκε το πάθος μου και το είδα. Καλά που συνέβη αυτό που συνέβη και ένιωσα ότι ένιωσα και βλέπω ότι είναι ζωντανός ακόμη ο εαυτός μου, το εγώ, και διεκδικεί τα δίκαια του, τα συμφέροντα του». Κάνοντας έτσι, αμέσως ταπεινώνεσαι και ωφελείσαι πολύ περισσότερο από το να μην είχε συμβεί αυτό πού συνέβη.

«Πνευματικά Μηνύματα»

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΙΑΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ


Η θεραπεία του δαιμονισμένου παιδιού
Μάρκ. 9,17-31
Ευαγγελική περικοπή για την Κυριακή Δ' Νηστειών

17 καὶ ἀποκριθεὶς εἷς ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπε· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. 18 καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. 19 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. 20 καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. 21 καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. 22 καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. 23 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. 24 καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. 25 ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. 26 καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. 27 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. 28 Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. 29 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. 30 Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· 31 ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

Απόδοση στη Νέα Ελληνική
17 Τότε ένας μέσα από το πλήθος τού αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, έφερα σ’ εσένα το γιο μου, γιατί έχει μέσα του δαιμονικό πνεύμα που τον κάνει άλαλο. 18 Κάθε φορά που τον πιάνει, τον ρίχνει κάτω και τότε βγάζει αφρούς, τρίζει τα δόντια και μένει ξερός. Είπα στους μαθητές σου να διώξουν αυτό το πνεύμα, αλλά δεν μπόρεσαν». 19 «Άπιστη γενιά!» αποκρίθηκε ο Ιησούς. «Ως πότε θα είμαι μαζί σας; Πόσον καιρό ακόμη θα σας ανέχομαι; Φέρτε μου εδώ το παιδί». Εκείνοι του το έφεραν. 20 Μόλις το πνεύμα είδε τον Ιησού, αμέσως τάραξε το παιδί, κι εκείνο έπεσε καταγής και κυλιόταν βγάζοντας αφρούς. 21 «Πόσος καιρός είναι που του συμβαίνει αυτό;» ρώτησε ο Ιησούς τον πατέρα του παιδιού. Εκείνος απάντησε: «Από μικρό παιδί. 22 Πολλές φορές μάλιστα και στη φωτιά τον έριξε και στα νερά για να τον εξολοθρέψει. Αλλά αν μπορείς να κάνεις κάτι, σπλαχνίσου μας και βοήθησέ μας». 23 Ο Ιησούς του είπε τούτο: «Εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει». 24 Αμέσως τότε φώναξε δυνατά ο πατέρας του παιδιού και είπε με δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε! Αλλά βοήθησέ με, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή». 25 Βλέποντας ο Ιησούς ότι συγκεντρώνεται κόσμος, πρόσταξε το δαιμονικό πνεύμα μ’ αυτά τα λόγια: «Άλαλο και κουφό πνεύμα, εγώ σε διατάζω: βγες απ’ αυτόν και μην ξαναμπείς πια μέσα του». 26 Βγήκε τότε το πνεύμα, αφού κραύγασε δυνατά και συντάραξε το παιδί. Εκείνο έμεινε αναίσθητο, έτσι που πολλοί έλεγαν ότι πέθανε.27 Ο Ιησούς όμως το έπιασε από το χέρι του, το σήκωσε, κι αυτό στάθηκε όρθιο. 28 Όταν μπήκε ο Ιησούς στο σπίτι, τον ρώτησαν οι μαθητές του ιδιαιτέρως: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε αυτό το δαιμονικό πνεύμα;» 29 Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτό το δαιμονικό γένος δεν μπορεί κανείς να το βγάλει με τίποτε άλλο παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». 30 Έφυγαν από κει και προχωρούσαν διασχίζοντας τη Γαλιλαία. Δεν ήθελε ο Ιησούς να μάθει κανείς ότι περνούσε από 'κει, 31 γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε: «Ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων, που θα τον θανατώσουν. την τρίτη ημέρα όμως μετά το θάνατο του θ αναστηθεί.».