ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Κυριακή 12 Απριλίου 2020

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ, ΩΣ ΟΠΛΟ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ


Η πίστη στον Θεό, ως όπλο κατά του Κορωνοϊού
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Θεολογίας ΑΠΘ

Αναμφίβολα, ο κορωνοϊος, αποτελεί έναν πανεθνικό λοιμό, που απειλεί, αδιάκριτα, το σύνολο του ελληνικού λαού και ολόκληρη την ανθρωπότητα.  Ωστόσο, απέναντι σε μια τέτοια εθνική απειλή, σε έναν, όπως χαρακτηρίστηκε από την ελληνική πολιτεία, «αόρατο πόλεμο», αν θέλαμε να αμυνθούμε αποτελεσματικά, σύμφωνα με την ελληνική διαχρονική εμπειρία και παράδοση, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν όλες οι συνήθεις διαθέσιμες δυνάμεις.

Δυστυχώς, όμως, η χώρα μας χρησιμοποίησε, εξ’ αρχής, μόνον τα ανθρώπινα και ορθολογικά μέσα, ενώ απέκλεισε τα θεία και πνευματικά, θεωρώντας τα, μάλιστα, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, όχι μόνον ακατάλληλα και ανίκανα να συμβάλουν στην άμυνα κατά του ιού αλλά και επικίνδυνα!
Δεν αμφιβάλλει κανείς ότι η συμβολή και η βοήθεια της Ιατρικής Επιστήμης, είναι σπουδαία και απαραίτητη. Όμως, για ποιον λόγο αποκλείστηκε και υποτιμήθηκε, μεθοδευμένα και προκλητικά, η Θεία βοήθεια από τους Ιθύνοντες, την Πολιτεία και τη διοικούσα Εκκλησία;
 Γιατί  διώκονται οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί και απομακρύνονται, με αυτόν τον αυταρχικό και αψυχολόγητο τρόπο, από το ψυχικό τους θεραπευτήριο, τη Μητέρα τους, την Εκκλησία;
 Γιατί, ενώ, σε όλες τις εθνικές πανδημίες, ο λαός μας έσπευδε συλλογικά και ζητούσε στις Εκκλησίες του τη θεία προστασία, δύναμη, βοήθεια και σωτηρία του από τα επερχόμενα δεινά, εκφράζοντας έτσι την πίστη και την ελπίδα του στον Τριαδικό Θεό και στους Αγίους του, στην προκειμένη περίπτωση, δεν του επιτρέπεται να το κάνει;
Η επίκληση του κινδύνου μετάδοσης του ιού σε εκκλησιαστικές συναθροίσεις αποτελεί προκλητική, αντιφατική και αδικαιολόγητη πρόφαση.
Διότι, πώς είναι δυνατό να βρίσκονται υγειονομικές λύσεις, για να πηγαίνουν οι Έλληνες πολίτες στα καταστήματα αγοράς τροφίμων, στις Τράπεζες, στα φαρμακεία, σε αθλητικές δραστηριότητες, στην έξοδο των κατοικίδιων ζώων τους και δεν μπόρεσαν να βρεθούν παρόμοιες υγειονομικές λύσεις, για να μπορούν οι πιστοί να εκκλησιάζονται;
Πώς είναι δυνατόν να καταργεί η Πολιτεία, με τη σύμφωνη γνώμη της διοικούσας Εκκλησίας, το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας, που κατοχυρώνει, ρητά και κατηγορηματικά, το δικαίωμα των πιστών πολιτών, να λατρεύουν τον Θεό τους, τηρώντας, φυσικά, τόσο τους υγειονομικούς όρους  όσο και τους κανόνες της πίστεώς τους;
Όλοι, οι νουν έχοντες, αντιλαμβάνονται ότι δημιουργείται, δυστυχώς για πρώτη φορά, τεράστιο οντολογικό θέμα στον ορθόδοξο λαό της χώρας, όταν του απαγορεύουν, στο όνομα οποιασδήποτε ανάγκης ή κινδύνου, χωρίς να αναζητείται μάλιστα λύση αναλογίας, να λειτουργεί ως Εκκλησία, σύναξη, συνάθροιση.
Ουσιαστικά, με την πρωτόγνωρη, για την πίστη μας, αποδοχή ενός αναπόδεικτου κινδύνου, της δήθεν μετάδοσης του ιού, μέσω της συμμετοχής των πιστών στη Θ. Ευχαριστία, αμφισβητείται η αλήθεια της Εκκλησίας περί του μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας, ως μετοχής στο σώμα και το αίμα του Χριστού, προς ίαση της ψυχής και του σώματος.
Με άλλα λόγια, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί στερούνται τη δύναμη που παίρνουν από τη Θεία Ευχαριστία, την κοινή προσευχή, την κοινή έκφραση της πίστεως, μέσω της οποίας αιτείται, εν τη ενώσει, και λαμβάνεται από τον Θεό  κάθε αγαθό, στο όνομα του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με τη ρήση του Ίδιου: «Πάλι σας διαβεβαιώνω ότι, εάν δύο από σας συμφωνήσουν μεταξύ τους, ό, τι αγαθό πράγμα και αν ζητήσουν, διά της προσευχής τους, θα το λάβουν από τον Πατέρα μου. Διότι, όπου δύο ή τρεις είναι συναθροισμένοι στο όνομά μου, εκεί είμαι και εγώ, εν μέσω αυτών» (Ματθ. 18. 19-20).
Υποστηρίζεται ότι ο αόρατος πόλεμος, που δεχόμαστε από τον Κορωνοϊό, εκτός των άλλων, έχει και χαρακτηριστικά βιολογικού πολέμου και, επομένως, αποτελεί μια δύσκολη συλλογική δοκιμασία, για την αντιμετώπιση της οποίας, είναι ανάγκη να συνυπάρχει, μαζί με τα επιστημονικά ιατρικά μέτρα και μέσα της σωματικής προστασίας και θεραπείας, μια επίσης δυνατή και έντονη θεία παρέμβαση, η οποία όμως, είναι ανάγκη, να αιτείται, για να έρχεται, μέσα από συλλογική εκκλησιαστική προσευχή και επίκληση: «αιτείτε και δωθήσεται υμίν» (Ματθ. 7, 7).
Γι αυτό, δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαφωνούν και αντιστέκονται ως διωκόμενοι πιστοί, στην εξορία που υφίστανται, από τα πνευματικά τους καταφύγια, που είναι οι τοπικές τους Εκκλησίες.
Διότι, εάν ο παρών λοιμός αποτελεί έργο του αρχέκακου διαβόλου, ο οποίος, μέσω του ιού, καραδοκεί και περιπατεί ωρυόμενος, ζητώντας κάποιους ευάλωτους για να τους κατασπαράξει, τότε, η βίαιη απομάκρυνση των πιστών από τον Χριστό του Ποτηρίου και την Εκκλησία τους, δεν αποτελεί τη βέλτιστη λύση, όπως θεωρείται από εκείνους που την επέβαλαν, σε αντίθεση, μάλιστα, με αυτό που ορίζει ο ίδιος ο Χριστός, ως λύση, που είναι η δυνατή πίστη.
Ως παράδειγμα, αναφέρουμε τη θεραπεία του δαιμονιζόμενου παιδιού (Μάρκ. 9, 17-29), του οποίου ο πατέρας ζήτησε από τους μαθητές του Χριστού να εκδιώξουν από το παιδί το κακό πνεύμα, αλλά εκείνοι δεν μπόρεσαν να το πράξουν.
Όταν, έπειτα, ανέφερε ο πατέρας του παιδιού στον Χριστό, την αδυναμία των μαθητών να κάνουν το θαύμα, Εκείνος θεώρησε, ως αιτία, την έλλειψη πίστεως και από την πλευρά των μαθητών και από την πλευρά του πατέρα, χαρακτηρίζοντάς τους ως «γενεά άπιστη».
Αυτό διαπιστώνεται, στη συνέχεια, όταν ζητάει ο πατέρας από τον ίδιο τον Ιησού, αν μπορεί, να τους σπλαχνιστεί και να τους βοηθήσει.  Εκείνος αντέστρεψε την ερώτηση και του απάντησε: Εάν εσύ μπορείς να πιστέψεις, τότε όλα είναι κατορθωτά στον πιστεύοντα.  Τότε, ο πατέρας του παιδιού, με δάκρυα στα μάτια, έκραξε και είπε: Πιστεύω Κύριε, βοήθησέ μου να απελευθερωθώ από την απιστία και να αποκτήσω πιο ζωντανή πίστη.  Έτσι, ο Χριστός διέταξε τα δαιμόνια και εξήλθαν αμέσως από το παιδί και το παιδί απελευθερώθηκε και θεραπεύτηκε. 
Όταν, μετά το θαύμα, τον ρώτησαν, κατ ιδίαν, οι Μαθητές, γιατί δεν μπόρεσαν εκείνοι να διώξουν το ακάθαρτο πνεύμα, Εκείνος τους απάντησε: «Αυτό το γένος των δαιμονίων, με τίποτε άλλο δεν φεύγει, παρά μόνον με προσευχή και νηστεία», δηλαδή με τη διαρκή και οντολογική σύνδεση με τον Θεό και την αποφυγή και άρνηση του κακού.
Άραγε, συνειδητοποιείται σήμερα από όλους μας ότι η αιτία όλων των κακών, «τούτο το γένος», όπως επισημαίνει ο Χριστός, είναι τα κακά πνεύματα των δαιμόνων, που μας εμπνέουν, μας προτείνουν και, ουσιαστικά, μας οδηγούν στο κακό και, συνεπώς, ότι η κατά του κορωνοϊού μάχη, ως δαιμονικό έργο, είναι, εκτός από επιστημονική, και μία πνευματική μάχη, η έκβαση της οποίας συνδέεται τόσο με την επιστήμη όσο και με την πίστη;
Μήπως, εθισμένοι, όπως είμαστε, να ζούμε υλιστικά, ξεχνούμε ότι επιστήμη και πίστη, λογική και θρησκευτικότητα, δεν αποτελούν αντίθετες και εχθρικές περιοχές, αλλά δύο, ομόκεντρα λειτουργούσες συμμαχικές δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχοσωματικής οντότητας;
Μήπως είναι ανάγκη, με αφορμή την παρούσα παγκόσμια πανδημία, να σκεφτούμε, παράλληλα με την αναζήτηση των θεραπευτικών εμβολίων του σώματος, την αναζήτηση, επίσης, των πνευματικών θεραπευτικών εμβολίων της ψυχής;
Μήπως ο Κορωνοϊός μπορεί να λειτουργήσει και ως θετική ευκαιρία, για να ανανήψουμε από την πνευματική μας αοπλία, ραθυμία και απιστία, να λειτουργήσουμε, ως κατ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού οντότητες, να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και ζωής και να βρούμε, υπαρκτικά, την ψυχοσωματική μας ισορροπία;
Άραγε, η παρούσα συμφορά θα μπορούσε, ενδεχομένως, να λειτουργήσει ως σειρήνα αφύπνισης και αποδοχής των θείων προτάσεων του Ιησού Χριστού για άσκηση της προσευχής και της νηστείας, ως  μέσων ζωοδόχου αναφοράς και σχέσεως με τον Θεό και Δημιουργό μας και ως αποτελεσματικών φαρμάκων και όπλων εναντίον της ασθένειας, που προκαλείται στον άνθρωπο, λόγω, αφενός, της αποστασίας του από τον Θεό και, αφετέρου, της σύνδεσής του με τον πονηρό εφευρέτη των κακών;
Από θεολογικής πλευράς, καθίσταται σαφές ότι, απ’ όπου και αν ξεκίνησε το κακό της τωρινής πανδημίας, αποτελεί έναν, όντως αόρατο, καταστροφικό, μισάνθρωπο και δαιμονικό πόλεμο.
Η αποτελεσματική του αντιμετώπιση δεν είναι, απλώς και μόνον, θέμα ανακάλυψης του θεραπευτικού φαρμάκου ή εμβολίου, αλλά, παράλληλα και κυρίως, θέμα πίστεως και παρακλήσεως στον Ιησού Χριστό, τον Μόνο, που, αποδεδειγμένα, μπορεί να αποτρέπει και να νικά την αιτία κάθε κακού, λυτρώνοντας τον άνθρωπο από τη μισάνθρωπη παρουσία του αρχέκακου διαβόλου.

Ορθόδοξη Αλήθεια, 08.04.2020

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΕΓΩΪΣΜΟ!


«Ή δικαιολογία οφείλεται στον εγωισμό »

- Γέροντα, όταν δεν δικαιολογώ τους άλλους γιά μιά πράξη τους, αυτό σημαίνει ότι έχω σκληρή καρδιά;
- Δεν δικαιολογείς τους άλλους και δικαιολογείς τον εαυτό σου; Μεθαύριο και ό Χριστός δεν θά σε δικαιολόγηση.
Μπορεί σε μιά στιγμή ή καρδιά του άνθρωπου νά γίνη σκληρή σάν πέτρα, αν φερθή με κακία, και σε μιά στιγμή νά γίνη πολύ τρυφερή, αν φερθή με αγάπη.
Νά απόκτησης μητρική καρδιά. Βλέπεις, ή μάνα όλα τά συγχωρεί και καμμιά φορά κάνει πώς δεν βλέπει.
Όποιος κάνει σωστή πνευματική εργασία, γιά όλους βρίσκει ελαφρυντικά, όλους τους δικαιολογεί, ενώ τον εαυτό του ποτέ δεν τον δικαιολογεί, ακόμη και όταν έχη δίκαιο. Πάντοτε λέει ότι φταίει, γιατί σκέφτεται ότι δέν αξιοποιεί τις ευκαιρίες πού του δίνονται. Βλέπει λ.χ. έναν νά κλέβη καί σκέφτεται ότι καί ό ίδιος, αν δέν είχε βοηθηθή, θά έκλεβε περισσότερο από αυτόν και λέει: «Ό Θεός εμένα μέ βοήθησε, αλλά εγώ οικειοποιήθηκα τά δώρα του Θεού. Αυτό είναι μεγαλύτερη κλεψιά. Ή διαφορά είναι ότι του άλλου ή κλεψιά φαίνεται, ενώ ή δική μου δέν φαίνεται».
Έτσι καταδικάζει τον εαυτό του και κρίνει μέ επιείκεια τον συνάνθρωπο του. "Η, άν δη στον άλλον ένα ελάττωμα, είτε μικρό είτε μεγάλο, τον δικαιολογεί, βάζοντας καλούς λογισμούς.
Σκέφτεται ότι καί αυτός έχει πολλά ελαττώματα, τά όποια βλέπουν οι άλλοι. Γιατί, άν ψάξη κανείς, βρίσκει πολλά στραβά στον εαυτό του, ώστε μπορεί εύκολα νά δικαιολογή τον άλλον. Πόσα και πόσα δέν έχουμε κάνει!«­Αμαρτίας νεότητας μου καί αγνοίας μου μή μνησθης, Κύριε»[1].
- Όταν, Γέροντα, μου ζητήσουν μιά εξυπηρέτηση καί τήν κάνω πρόθυμα, άλλα πάνω στην βιασύνη κάνω μιά μικρή ζημιά καί μου κάνουν παρατήρηση, δικαιολογώ τον εαυτό μου.
- Πήγες νά κάνης ένα καλό, έκανες καί μιά μικρή ζημιά. Δέξου τήν παρατήρηση γιά τήν μικρή ζημιά, γιά νά λάβης ολόκληρη την αμοιβή. Ό διάβολος είναι πολύ πονηρός. Την τέχνη του την ξέρει άριστα. Την πείρα τόσων χρόνων νά μην την αξιοποίηση!
Σε βάζει νά δικαιολογηθής, για νά χάσης την ωφέλεια από το καλό πού έκανες. Όταν δής έναν άνθρωπο καταϊδρωμένο νά σηκώνη στον ώμο του ένα φορτίο κι εσύ πάς νά του το πάρης, γιά νά τον έλαφρώσης, ε, αυτό είναι κάπως φυσικό.
Είδες το βάρος πού κουβαλούσε, κινήθηκες από φιλότιμο και έτρεξες νά τον βοηθήσης. Το νά σήκωσης όμως μιά κουβέντα πού θά σού πή ό άλλος άδικα, αυτό έχει ψωμί. Αν, όταν μας κάνουν μιά παρατήρηση, αμέσως δικαιολογούμαστε, αυτό φανερώνει ότι έχουμε ακόμη μέσα μας ολοζώντανο το κοσμικό φρόνημα.
- Γέροντα, πού οφείλεται ή δικαιολογία;
- Στον εγωισμό. Ή δικαιολογία είναι πτώση και διώχνει την Χάρη του Θεού. Πρέπει όχι μόνο νά μή δικαιολογήται κανείς, άλλα και νά αγαπήση την αδικία πού γίνεται εις βάρος του. Αύτη ή δικαιολογία μας έβγαλε από τον Παράδεισο. Έτσι δεν τό έπαθε ό Αδάμ; Όταν τον ρώτησε ό Θεός: «μήπως έφαγες από τό δένδρο πού σού είπα νά μή φας;», εκείνος δεν είπε: «ήμαρτον, Θεέ μου, ναί, έσφαλα», άλλα δικαιολογήθηκε. «Ή γυναίκα πού μου έδωσες, είπε, αύτη μου έδωσε και έφαγα».
Σάν νά έλεγε: «Έσύ φταις πού έπλασες τήν Εύα»! Μήπως ήταν υποχρεωμένος ό Αδάμ σ' αυτό τό θέμα νά ακούση τήν Εύα; Ρωτάει ό Θεός και τήν Εύα κι εκείνη απαντάει: «Τό φίδι μέ απάτησε»[2] .
Αν έλεγε ό Αδάμ: «ήμαρτον, Θεέ μου, έσφαλα» και άν έλεγε και ή Εύα: «εγώ έσφαλα», όλα θά τακτοποιούνταν. Αλλά αμέσως δικαιολογία- δικαιολογία.
- Γέροντα, τί φταίει, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη πόσο κακό είναι ή δικαιολογία;
-Τί φταίει; Ότι φταίει! Όταν κανείς δικαιολογή συνεχώς τον εαυτό του και νομίζη ότι οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν, ότι όλοι είναι άδικοι και αυτός είναι πού πάσχει, είναι το θύμα, από 'κεί και πέρα είναι ανεξέλεγκτος. Και τό παράξενο μερικές φορές ποιο είναι;
Ενώ ό ίδιος έχει αδικήσει και φταίει, λέει: «Έγώ θά τήν δεχόμουν τήν αδικία, άλλα δέν θέλω νά κολασθή ό άλλος».
Πάει δηλαδή νά δικαιολογηθή, δήθεν από... αγάπη, γιά νά έρθη σε συναίσθηση ό άλλος, από τόν όποιο νομίζει ότι αδικήθηκε, και νά μήν κολασθή! Ή αρχίζει νά δίνη ένα σωρό εξηγήσεις, μην τυχόν καταλάβη ό άλλος κάτι λάθος καί... κολασθή! Βλέπετε ό διάβολος τί λεπτή εργασία κάνει;

1. Ψαλμ. 24, 7.
2. Βλ. Γεν. 3,11-13

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»,
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟ!

«Ή δικαιολογία εμποδίζει τήν πνευματική πρόοδο»

- Γέροντα, όταν λένε ότι ή δικαιολογία δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή, τί εννοούν;

- Ότι δέν δικαιολογείται κατά κάποιον τρόπο ή δικαιολογία.

- Όταν, Γέροντα, δικαιολογούμαι, εκ των ύστερων σκέφτομαι ότι ή δικαιολογία δέν είναι ίδιον του μονάχου.

- Όχι απλώς δέν είναι ίδιον του μοναχού ή δικαιολογία, άλλα δέν έχει καμμιά σχέση με τήν πνευματική ζωή. Πρέπει να καταλάβω ότι, όταν δικαιολογούμαι, βρίσκομαι σέ λανθασμένη κατάσταση.
Κόβω τήν επικοινωνία μέ τον Θεό και στερούμαι τήν θεία Χάρη, γιατί ή θεία Χάρις δέν έρχεται σέ λανθασμένη κατάσταση. Από τήν στιγμή πού ο άνθρωπος δικαιολογεί τά αδικαιολόγητα, απομονώνεται από τον Θεό. Μπαίνει μόνωση, ...καουτσούκ, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον Θεό. Μπορεί να περάση το ρεύμα μέσα από το καουτσούκ; Όχι. Απομονώνεται. Ισχυρότερο μονωτικό από τήν δικαιολογία δέν υπάρχει γιά τήν θεία Χάρη! Είναι σάν νά χτίζης έναν τοίχο και νά χωρίζης τον εαυτό σου από τόν Θεό, οπότε κόβεις κάθε σχέση μαζί Του.

- Γέροντα, συχνά λέτε: «Να προσπαθήσουμε νά πιάσουμε τουλάχιστον την πνευματική βάση». Ποιά είναι ή πνευματική βάση;

- Ή ταπεινή αναγνώριση του σφάλματος και νά μή δικαιολογήται εν γνώσει του τουλάχιστον ο άνθρωπος, όταν φταίη και του κάνουν παρατήρηση. Το νά μή δικαιολογήται, όταν δεν φταίη και τον κατηγοροϋν, αυτό είναι το άριστα. Όποιος δικαιολογεί τον εαυτό του, και προκοπή δεν κάνει, αλλά και εσωτερικά δεν αναπαύεται. Δεν θά μας κρέμαση ο Θεός γιά ένα σφάλμα πού κάναμε, άλλα νά μή δικαιολογούμε τον εαυτό μας γιά το σφάλμα και το θεωρούμε φυσικό.

- Αν μού πουν ότι έσφαλα σέ κάτι, άλλα δεν μπορώ νά καταλάβω πόσο έσφαλα, νά ρωτήσω, ώστε άλλη φορά νά προσέξω, ή νά σιωπήσω;
- Άν πιάσης ότι έσφαλες είκοσι πέντε τοις εκατό, ενώ έσφαλες πέντε, δεν έχεις κέρδος; Βάλε περισσότερο, γιά νά είσαι μέσα. Αυτή είναι ή πνευματική εργασία πού πρέπει νά κάνης: Νά βρίσκης το σφάλμα σου, νά πιάνης τον εαυτό σου. Αλλιώς πιάνεσαι από τον εαυτό σου, δικαιώνεις τον εαυτό σου, άλλα ανάπαυση δεν έχεις.

- Όταν, Γέροντα, κάποιος εχη τήν συνήθεια νά δικαιολογήται, άλλα μετά άναγνωρίζη το λάθος του και ελεεινολογή τον εαυτό του, αυτό τον ωφελεί;
- Τουλάχιστον τού μένει ή πείρα καί, άν τήν αξιοποίηση, θά ωφεληθή. Και άν πή ο Θεός: «αφού το κατάλαβε καί μετάνοιωσε, ας τού δώσω κάτι», τότε θά πάρη καί κάτι από άλλο ταμείο, από το ταμείο της μετανοίας.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»,
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ- ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΚΥΡΙΟΥ!


Σάββατο 11 Απριλίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ, ΟΤΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΑΥΤΗ ΘΑ ΕΧΕΙΣ ΒΑΣΑΝΑ!


"Πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα…"

Άλλωστε, πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα, δοκιμασίες, προβλήματα, πειρασμούς. Πρέπει να τ’ αντιμετωπίζεις με γενναιότητα όλα αυτά, χρησιμοποιώντας ως όπλα την πίστη, την ελπίδα, την υπομονή.
Ας εύχεσαι, βέβαια, να μην πέσεις ποτέ σε πειρασμό. Όταν, όμως, παραχωρεί κάποιον ο Θεός, μην ταράζεσαι. Κάνε ότι μπορείς για να φανείς αληθινός στρατιώτης του Χριστού. Δεν βλέπεις που οι γενναίοι στρατιώτες, όταν η σάλπιγγα τους καλεί στην μάχη, αποβλέποντας στη νίκη, θυμούνται τους ένδοξους προγόνους τους, που έκαναν μεγάλα κατορθώματα, και ρίχνονται με θάρρος στον αγώνα; Όμοια κι εσύ, όταν έρχεται η ώρα της πνευματικής μάχης, να θυμάσαι τα κατορθώματα των αγίων μαρτύρων και ν’ αγωνίζεσαι με γενναιότητα, με πίστη, με χαρά.
Δεν μπορεί, λοιπόν, ποτέ να λυπάται ο χριστιανός; Μπορεί, αλλά για δύο μονάχα λόγους: Όταν είτε ο ίδιος είτε ο πλησίον του έρχεται σε αντίθεση με το Θεό και το άγιο θέλημά Του. Δεν πρέπει, επομένως, να στενοχωριούνται και να θλίβονται εκείνοι που κακολογούνται, μα εκείνοι που κακολογούν.
Γιατί δε θ’ απολογηθούν οι πρώτοι ,για όσα λέγονται σε βάρος άλλων. Αυτοί πρέπει να τρέμουν και ν’ ανησυχούν, γιατί αργά ή γρήγορα θα συρθούν στο φοβερό Δικαστήριο του Θεού, όπου θα λογοδοτήσουν για όσες κακολογίες ξεστόμισαν. Κι εκείνοι που κακολογούνται, πάντως, πρέπει ν’ ανησυχούν, αν όσα λένε γι’ αυτούς είναι αληθινά.

Π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΤΑΝ ΤΑ ΕΧΟΥΜΕ ΟΛΑ, ΞΕΧΝΑΜΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ!

Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: Ὅλοι ὅσοι ἔχουμε περάσει πόνους, εἴτε ψυχικοὺς εἴτε σωματικούς, ξέρουμε ὅτι ποτὲ δὲν κάναμε τόση προσευχὴ καὶ σὲ ποιότητα καὶ σὲ ἔκταση, ὅση κάναμε, ὅταν εἴμαστε στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου ἢ ὅταν κάποια βαριὰ θλίψη μας δοκιμάζει. Ἐνῶ ὅταν τὰ ἔχουμε ὅλα, ξεχνᾶμε καὶ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία καὶ πάρα πολλὰ πράγματα. Γι' αὐτὸ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τὸν πόνο».

Π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΔΙΟΤΡΟΠΙΕΣ!


Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: Οι άνθρωποι έχουν πολλά ελαττώματα και ιδιοτροπίες. Να τους διορθώσουμε όλους, είναι αδύνατον. Δεν μένει λοιπόν άλλη λύση, από το να μάθουμε να υπομένουμε και να τους ανεχόμαστε όλους. Αρκετοί άνθρωποι είναι αγνώμονες. Αν περιμένουμε ανταπόδοση, θα στεναχωρηθούμε... 
Αν όμως δεν περιμένουμε, τότε θα είμαστε ήρεμοι. Από τους ανθρώπους, να δεχόμαστε ό,τι μας δίνουν. Σε κάποιον προσφέρεις ένα πέλαγος αγάπης. Και αυτός ανταποκρίνεται με τον εξής τρόπο: παίρνει ένα σταγονόμετρο και σου λέει: ''Άνοιξε τα χέρια σου!… Μια…, δύο…, τρεις…'' και σου δίνει δύο – τρεις σταγόνες αγάπης! Τί, να κάνουμε;! Δεκτό και αυτό! 
Όταν σας αδικούν οι άνθρωποι, να ξέρετε ότι αποκτάτε μετοχές στον Ουρανό. Όταν μας αδικούν οι άνθρωποι, μας δικαιώνει ο Θεός. Γενικά, τους ανθρώπους να τους δεχόμαστε όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε εμείς να είναι...

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΝΑ ΜΠΕΙ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ!


Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: Η υπερηφάνεια εμποδίζει την ψυχή να μπει στο δρόμο της πίστεως. Στον άπιστο δίνω μια συμβουλή. Ας πει: «Κύριε, αν υπάρχεις, φώτισε με, και θα Σε υπηρετήσω μ΄ όλη μου την καρδιά και μ’ όλη μου την ψυχή». Και ο Κύριος θα φωτίσει οπωσδήποτε μια τέτοια ταπεινή σκέψη και προθυμία για την υπηρεσία του Θεού.

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: Η ΑΠΙΣΤΙΑ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ!


Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: Η απιστία προέρχεται από την υπερηφάνεια. Ο υπερήφανος ισχυρίζεται ότι θα γνωρίσει τα πάντα με τον νου του και την επιστήμη, αλλά η γνώση του Θεού παραμένει ανέφικτη γι’ αυτόν, γιατί ο Θεός γνωρίζεται μόνον με αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος. Ο Κύριος αποκαλύπτεται στις ταπεινές ψυχές. Σε αυτές δείχνει ο Κύριος τα Έργα Του, που είναι ακατάληπτα για τον νου μας. Αν ένας λαός ή μια πολιτεία υποφέρουν, τότε πρέπει να μετανοήσουν οι πάντες κι ο Θεός θα τα εξομαλύνει όλα προς το καλό.

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ, ΔΙΟΤΙ Μ' ΑΥΤΗ ΕΠΙΒΡΑΒΕΥΕΤΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ!


Άγιος Νεκτάριος: Η υπομονή είναι Αρετή, αφού υπάρχει ως καρπός της ελπίδας προς τον Θεό. Η θλίψη οδηγεί στην υπομονή, η υπομονή στον δοκιμασμένο χαρακτήρα, ο δε δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Η υπομονή είναι η πρώτη των Αρετών, διότι μ’ αυτή επιβραβεύεται η Σωτηρία. ''ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται''. (Ματθ. 10,22)