ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΔΑΒΙΔ Ο ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Όσιος Δαβίδ ο εν Θεσσαλονίκη

Ο Όσιος Δαβίδ καταγόταν από τη βόρεια Μεσοποταμία, που ήταν μεγάλο μοναστικό κέντρο, και γεννήθηκε περί το 450 μ.Χ. Για λόγους που δεν αναφέρονται ήλθε στη Θεσσαλονίκη μαζί με το μοναχό Αδολά. Κατά το βιογράφο τους ο Όσιος εισήλθε αρχικά στη μονή των Αγίων Μαρτύρων Θεοδώρου και Μερκουρίου, επιλεγομένη Κουκουλλιατών, της οποίας η τοποθεσία προσδιορίζεται «ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει τῆς πόλεως πλησίον τοῦ τείχους ἐν ᾧ ἐστι τὸ παραπόρτιον τῶν Ἀπροΐτων». Το προσωνύμιο «Κουκουλλιατῶν» ή «Κουκουλλατῶν» δηλώνει τους μοναχούς που έφεραν κουκούλιο, ίσως κατά ιδιάζοντα τρόπο, αν κρίνει κανείς από τις σωζόμενες απεικονίσεις του Οσίου, δηλαδή ριγμένο στους ώμους. Η θέση της μονής πρέπει να αναζητηθεί βορειοανατολικά της Ακροπόλεως, εκεί όπου αναγνωρίζεται το τοπωνύμιο «Κῆπος τοῦ Προβατᾶ».
Τα παραδείγματα των αγίων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαιτέρως του Προφήτου και βασιλέως Δαβίδ, ο οποίος «τριετῆ χρόνον ᾐτήσατο, ἵνα δοθῇ αὐτῷ χρηστότης καὶ παιδεία καὶ σύνεσις», ώθησαν τον Όσιο Δαβίδ να αποφασίσει να καθίσει σε δένδρο αμυγδαλέας μέχρι ο Κύριος να του αποκαλύψει το θέλημά Του και να του χαρίσει σύνεση και ταπείνωση. Στο τέλος της τριετίας εμφανίσθηκε στον Όσιο Άγγελος Κυρίου, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι εισακούσθηκε η παράκλησή του και η δοκιμασία του ως δενδρίτου ασκητού έληξε. Ο Άγγελος του είπε να κατέλθει από το δένδρο και να συνεχίσει τον ασκητικό του βίο σε κελί αινών και ευλογών τον Θεό. Ο Όσιος κοινοποίησε την οπτασία αυτή στους μαθητές του, ζητώντας τη βοήθειά τους για την κατασκευή του κελιού. Η είδηση γρήγορα έφθασε στον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Δωρόθεο και σε όλη την πόλη.
Όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός με τη Νεαρά 11, του 535 μ.Χ., απέσπασε από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τις βόρειες περιοχές του Ιλλυρικού και ανύψωσε την ιδιαίτερή του πατρίδα σε Αρχιεπισκοπή, υπό τον τίτλο της Νέας Ιουστινιανής, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ήταν ο Αριστείδης, ο οποίος αν και αποδέχθηκε τη μεταβολή, προσπάθησε όμως να περισώσει την πολιτική σημασία της πόλεως, με την επαναφορά της έδρας του υπάρχου του Ιλλυρικού από την Πρώτη Ιουστινιανή στη Θεσσαλονίκη. Ενώ η διάσπαση της εκκλησιαστικής διοικήσεως δεν μείωνε την αξία της Θεσσαλονίκης, η μετάθεση της έδρας της υπαρχίας συνιστούσε σοβαρό υποβιβασμό της πόλεως. Το αίτημα λοιπόν των Θεσσαλονικέων, καθώς και η επιθυμία του υπάρχου Δομνίκου, ήταν η επαναφορά της έδρας στη Θεσσαλονίκη, ιδέα που ενστερνίσθηκε με ενθουσιασμό ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης. Στο σημείο αυτό ζητήθηκε η βοήθεια του Οσίου Δαβίδ για τη μεταφορά του αιτήματος στον Ιουστινιανό, διότι ο Αρχιεπίσκοπος, όπως ο Βίος εξηγεί, δεν μπορούσε «καταλιπεῖν τὴν πόλιν ἀδιοίκητον» και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκτός των άλλων όμως, η προτίμηση του Οσίου Δαβίδ δείχνει τη βαρύτητα, αλλά και τις δυσχέρειες που προβλεπόταν ότι θα συναντούσε ένα παρόμοιο αίτημα στον Ιουστινιανό, ο οποίος προσφάτως είχε τιμήσει την ιδιαίτερή του πατρίδα, Πρώτη Ιουστινιανή, με τις έδρες της νέας Αρχιεπισκοπής και της υπαρχίας. Μετά από τόσα χρόνια εγκλεισμού ο Όσιος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στο φως του ήλιου. Η μορφή του είχε αλλάξει. Τα μαλλιά του είχαν μακρύνει μέχρι την οσφύ αυτού και τα γένια του μέχρι τους πόδες του, το δε άγιο πρόσωπό του έλαμπε σαν τις ακτίνες του ήλιου. Συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, τον Θεόδωρο και τον Δημήτριο, απέπλευσε προς τη Βασιλεύουσα. Η φήμη όμως του Οσίου είχε προτρέξει. Έτσι, όταν έφθασε εκεί, όλη η Πόλη τον υποδέχθηκε. Η υποδοχή του από τη Θεοδώρα, σύζυγο του Ιουστινιανού, καθώς και οι τιμές και ο σεβασμός της προς το πρόσωπο του Οσίου, προκάλεσαν τον θαυμασμό όλων των παρισταμένων. Η Θεοδώρα κινήθηκε δραστήρια• έτσι, όταν επέστρεψε ο Ιουστινιανός, ο οποίος απουσίαζε σε επίσημες υποχρεώσεις, φρόντισε να προκαταλάβει τη γνώμη του θετικά υπέρ του Οσίου Δαβίδ, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να προσκαλέσει τον Όσιο ενώπιον της συγκλήτου. Ο Όσιος παρουσιάσθηκε στη σύγκλητο κατά τρόπο θεαματικό κρατώντας στα χέρια του φωτιά με θυμίαμα που δεν κατέκαιγε τη σάρκα του. Το παράστημα του Οσίου καθώς και το προφανές θαύμα επέβαλε σε όλους κλίμα δέους και κατανύξεως, ώστε ο βασιλέας πρόθυμα ικανοποίησε το αίτημά του με σπουδή.
Κομίζοντας τα αγαθά νέα ο Όσιος απέπλευσε για τη Θεσσαλονίκη, την οποία όμως έμελλε μόνο από μακριά να ξαναδεί, διότι μόλις το πλοίο παρέκαμψε το ακρωτήριο εκείνος παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό. Το γεγονός συνέβη μεταξύ των ετών 535 – 541 μ.Χ.
Η είδηση της αφίξεως του ιερού λειψάνου του Οσίου κάτω από τις συνθήκες αυτές συγκλόνισε ολόκληρη την πόλη της Θεσσαλονίκης. Το σκήνωμα του Οσίου Δαβίδ αρχικά κατατέθηκε στον τόπο, όπου είχαν αποτεθεί παλαιότερα τα ιερά λείψανα των Μαρτύρων Θεοδούλου και Αγαθόποδος, στα δυτικά του λιμανιού. Ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης με πολλή θλίψη όρισε πάνδημη κηδεία. Το λείψανο του Οσίου ενταφιάσθηκε στη μονή του, των Απροΐτων, σύμφωνα με την επιθυμία του.
Εκατόν πενήντα χρόνια μετά την κοίμηση του Οσίου, περί το 685 – 690 μ.Χ., έγινε μία προσπάθεια για τη διάνοιξη του τάφου, όταν ο ηγούμενος της μονής των Απροΐτων Δημήτριος «ἠθέλησεν ἀπὸ πολλὴν πίστιν λαβεῖν τι μέρος ἐκ τοῦ ἁγίου αὐτοῦ λειψάνου». Μόλις όμως ξεκίνησε η εργασία αυτή, η πλάκα που κάλυπτε τον τάφο έσπασε και αυτό θεωρήθηκε ως φανέρωση του θελήματος του Οσίου να μη θιγεί. Το ιερό λείψανο παρέμεινε στην αρχική του θέση μέχρι την εποχή των σταυροφοριών. Κατά την περίοδο της λατινικής κυριαρχίας του μομφερρατικού οίκου στη Θεσσαλονίκη (1204 – 1222 μ.Χ.), το ιερό λείψανο μεταφέρθηκε στην Ιταλία και το 1236 μ.Χ. απαντάται στην Παβία, απ’ όπου μεταφέρθηκε στο Μιλάνο, το 1967 μ.Χ.
Τελικά, το σεπτό λείψανο του Οσίου Δαβίδ μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατατέθηκε στη βασιλική του Αγίου Δημητρίου στις 16 Σεπτεμβρίου 1978 μ.Χ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Δαβίδ στις 26 Ιουνίου.

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020

ΑΓΙΑ ΦΕΒΡΩΝΙΑ Η ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ


Αγία Φεβρωνία

Η Αγία Φεβρωνία, ήταν περιζήτητη νύμφη για την σωματική της ομορφιά. Το ίδιο όμως έλαμπε και η αγνή ψυχή της. Για το λόγο αυτό σε ηλικία 17 ετών, επέλεξε το δρόμο της άσκησης και της εγκράτειας στο μοναστήρι όπου ηγουμένη ήταν η θεία της, Βρυένη και βρισκόταν στην Μεσοποταμία (στην πόλη της Νισίβεως, που λέγεται Αντιόχεια της Μυγδονίας και βρισκόταν στα σύνορα του Βυζαντινού και Περσικού κράτους).

Γρήγορα, παρά το νεαρό της ηλικίας της, προσαρμόσθηκε στους δύσκολους κανόνες της μοναχικής ζωής βρίσκοντας παράλληλα και χρόνο για να μελετά και να εμβαθύνει στις Θείες Γραφές. Έγινε δε υπόδειγμα ανάμεσα στις άλλες μοναχές για τη σύνεσή της το ζήλο της, την προθυμία της και το ταπεινό της φρόνημα.

Κάποια ημέρα όμως, ένα στρατιωτικό σώμα το οποίο κατεδίωκε χριστιανούς, με επικεφαλής το Σεληνο (288 μ.Χ.) έφθασε και στο μοναστήρι της Φεβρωνίας. Οι άλλες μοναχές κατόρθωσαν να διαφύγουν, η Αγία όμως η οποία ήταν άρρωστη δεν κατόρθωσε να μετακινηθεί. Κοντά της παρέμειναν η ηγουμένη Βρυένη και η αδελφή Θωμαΐς.

Οι στρατιώτες, μόλις αντίκρυσαν τη Φεβρωνία, έμειναν έκπληκτοι από την ομορφιά της. Άφησαν, λοιπόν, τρεις άνδρες να τη φρουρούν και οι υπόλοιποι γύρισαν και το ανέφεραν στον αρχηγό τους Σελήνο. Αυτός αμέσως διέταξε και την έφεραν μπροστά του, και με κάθε τρόπο την πίεσε να άλλαξοπιστήσει. Πρότεινε στη Φεβρωνία να τη δώσει σύζυγο στον ανεψιό του Λυσίμαχο, που κοντά του θα γνώριζε μεγάλη δόξα. Η Φεβρωνία, όμως, προτίμησε να γίνει «της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνός» (Α' Έπιστολή Πέτρου, ε' 1). Προτίμησε, δηλαδή, να είναι συμμέτοχος της δόξας που θα αποκαλυφθεί κατά τη δευτέρα παρουσία, και με περίσσιο θάρρος περιφρόνησε τις προτάσεις του Σελήνου, ο όποιος, αφού τη βασάνισε, τελικά τη σκότωσε με ξίφος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας Φεβρωνίας στις 25 Ιουνίου.

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΠΑΡΙΟΣ


Όσιος Αθανάσιος ο Πάριος

Ο Όσιος Αθανάσιος ο Πάριος (το πραγματικό του επώνυμο ήταν Τούλιος αλλά από την πολλή αγάπη του προς τη γενέτειρα του, το αντικατέστησε με το Πάριος) ήταν ένας επιφανής θεολόγος και μέγας διδάσκαλος του Γένους, από τους πολυγραφότερους και σπουδαιότερους συγγραφείς της εποχής του. Γεννήθηκε στο Κώστο της Πάρου το 1722 μ.Χ. Ο πατέρας του Απόστολος καταγόταν από την Καταβατή Σίφνου, που και σήμερα ζουν εκεί Τούλιοι η Τόληδες. Η μητέρα του ήταν Παριανή, από το αρχοντικό γένος Δαμία.

Την πρώτη του παιδεία την έλαβε στη γενέτειρα του και συνέχισε, το 1745 μ.Χ., στη Σμύρνη κοντά στον Ιερόθεο Δενδρινό και τον Ιατροφιλόσοφο Χριστόδουλο. Το 1752 μ.Χ. αναχώρησε για το Άγιο Όρος και γράφτηκε στην περιώνυμη Αθωνιάδα Σχολή, που διηύθυνε ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης και αργότερα ο Ευγένιος Βούλγαρης. Μαθήματα άκουσε αργότερα στην Κέρκυρα και από τον Νικηφόρο Θεοτόκη. Με παράκληση του Παν. Παλαμά ήλθε στο Μεσολόγγι αλλά μετακλήθηκε στη Θεσσαλονίκη για να διδάξει (1767 - 1770 μ.Χ.). Από την Αθωνιάδα Σχολή, όπου κλήθηκε για να διδάξει, αναγκάστηκε να αποχωρήσει εξαιτίας της αναμίξεως του στις έριδες των Κολλυβάδων. Έφτασε στη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε τη διεύθυνση της εκεί Σχολής μέχρι το 1786 μ.Χ. Επιθυμώντας να επιστρέψει στην Πάρο, αναχώρησε στα τέλη του 1786 μ.Χ. από τη Θεσσαλονίκη, αλλά τελικά βρέθηκε στη Χίο.

Διευθυντής της Σχολής της Χίου κατόρθωσε να τη διευρύνει και να την οδηγήσει σε μεγάλη ακμή (1788 - 1811 μ.Χ.). Σε ηλικία 90 περίπου χρόνων αποσύρθηκε στο μονίδριο του Αγίου Γεωργίου Ρευστών, όπου πέθανε στις 24 Ιουνίου 1813 μ.Χ. Στην επιτύμβια πλάκα ο συνασκητής του Όσιος Νικηφόρος έγραψε:

«Η πολύκροτος Αθανασίου φήμη
Η περικλεής και πανένδοτος μνήμη
Πάντων τοις ωσίν ενηχεί θαυμασίως
Και εις έπαινον πάντας κινεί αξίως....».

Στον ίδιο τάφο ετάφη αργότερα ο Όσιος Νικηφόρος. Τα οστά του οσίου Αθανασίου μεταφέρθηκαν στο οστεοφυλάκειο του εκεί ναϋδρίου, αλλά αποτεφρώθηκαν κατά τον εμπρησμό του 1822 μ.Χ. Μέρος της Κάρας του Αγίου βρίσκεται στη Μητρόπολη Χίου. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στη Μητρόπολη Παροναξίας και στη Μονή Αγίας Άννης Λυγαριάς Λαμίας. Η Αγιοκατάταξη του Αγίου Αθανασίου έγινε το 1995 μ.Χ. Ακολουθία προς τιμήν του αγίου έγραψε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Αθανασίου στις 24 Ιουνίου.

Ο Αθανάσιος ανήκει στη μεγάλη χορεία των διδασκάλων του Γένους που με όλη τους τη δύναμη εργάστηκαν ακαταπόνητα για τη μόρφωση του. Πρέπει όμως να σημειωθεί εδώ ότι ο Πάριος διδάσκαλος ήταν πολέμιος των νέων ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επαναστάσεως, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε να ξεσηκώσει τη σφοδρότατη διαμαρτυρία του Αδαμάντιου Κοραή.

Το συγγραφικό έργο του καλύπτει ευρύτατο χώρο της θεολογικής και της θύραθεν επιστήμης. Τα έργα του, εκδομένα και ανέκδοτα, θα μπορούσαν να καταταγούν στις παρακάτω γενικές κατηγορίες: Απολογητικά, Δογματοκανονικά, Λειτουργικά, Παιδαγωγικά, Βιογραφικά, Ποιητικά, Ομιλίες - λόγοι, Επιστολές.


Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

ΑΓΙΑ ΑΓΡΙΠΠΙΝΑ Η ΜΑΡΤΥΣ


Αγία Αγριππίνα

Η Αγία Αγριππίνα, γεννήθηκε και μαρτύρησε στη Ρώμη. Από νεαρή ηλικία ανέπτυξε βαθύτατο χριστιανικό φρόνημα και αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του Κυρίου και Λυτρωτού της. Για το λόγο αυτό διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των πτωχών και τη θεραπεία των ασθενών. Για την αγάπη του ουράνιου Νυμφίου της, απέφυγε το γάμο και προτίμησε να γίνει νύμφη του Χριστού.
Όσες δε φορές είχε ανάγκη, η εκκλησία της Ρώμης, η Αγριππίνα έτρεχε πρώτη να προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες της. Όμως η Αγία δεν προσέφερε μόνο υλικά αγαθά αλλά και πνευματικά, διδάσκοντας την χριστιανική πίστη και οδηγώντας στο δρόμο της αλήθειας, πλήθη πλανημένων. Η θεάρεστη αυτή δράση της Αγριππίνας δεν ήταν δυνατό να παραμείνει για πολύ καιρό κρυφή.
Το 262 μ.Χ., την κατήγγειλαν στις αρχές, ως ανατροπέα της πατροπαράδοτης λατρείας των ειδώλων. Η Αγία αποδέχθηκε τις καταγγελίες και με περισσό θάρρος, ομολόγησε την πίστη της στο Χριστό. Οι διώκτες της δεν δίστασαν να τη μαστιγώσουν για να κάμψουν το αγωνιστικό της φρόνημα. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να μεταπείσουν την Αγριππίνα, την υπέβαλαν σε νέα φρικτά βασανιστήρια. Το σώμα της Αγίας δεν άντεξε τα μαρτύρια και με μαρτυρικό και ένδοξο τρόπο παρέδωσε την Αγία ψυχή της. Τρεις χριστιανές γυναίκες, η Βάσσα, η Παύλα και η Αγαθονίκη παρέλαβαν το σεπτό σκήνωμά της και μετά από αρκετή περιπλάνηση κατέληξαν, στη Σικελία, όπου και το ενταφίασαν. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας Αγριππίνας στις 23 Ιουνίου.

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ


Άγιος Ευσέβιος

Ο Άγιος Ευσέβιος, έζησε στους ταραγμένους χρόνους που η Εκκλησία υπέφερε από τις κακοδοξίες του Αρείου. Αυτοκράτορας την εποχή εκείνη ήταν ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος, ο οποίος υποστήριζε τη δυσεβή αυτή αίρεση και κατεδίωξε σκληρά όσους έφεραν αντιρρήσεις και αντιστάθηκαν στις προθέσεις του. 
Ο Άγιος, ο οποίος ήταν επίσκοπος Σαμοσάτων διώχθηκε, υπέμεινε όμως με θαυμαστή καρτερία όλες τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες με την ελπίδα ότι η Ορθοδοξία θα εξέλθει στο τέλος νικήτρια. Όταν πέθανε ο αιρετικός και λαομίσητος Κωνστάντιος τον διαδέχθηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο οποίος θέλησε να επαναφέρει τη λατρεία των ειδώλων. Ο Ιουλιανός εξαπέλυσε φοβερότερους διωγμούς κατά των χριστιανών. Τότε νέες διώξεις άρχισαν για τον Ευσέβιο πολύ χειρότερες από τις προηγούμενες. όμως ο Άγιος παρέμεινε το ίδιο ακλόνητος. Τα ίδια συνέβησαν και με τον αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος ήταν και αυτός θερμός υποστηρικτής των Αρειανών. Ο Άγιος για μία ακόμη φορά, κλήθηκε να υπερασπισθεί την καθαρότητα της ορθόδοξης πίστης. Για τους αγώνες του ο Ουάλης, τον απομάκρυνε από τον Επισκοπικό θρόνο του και τον εξόρισε σε κάποιο έρημο τόπο κοντά στον ποταμό Ίστρο. 
Μετά το θάνατο του Ουάλη ο Άγιος επανήλθε από την εξορία στην Επισκοπή του και άρχισε αμέσως την κάθαρση της επαρχίας του από τούς κακόδοξους αιρετικούς. Κάποια ημέρα, το έτος 380 μ.Χ., που περνούσε έξω από το σπίτι μιας αιρετικής γυναίκας, εκείνη τον κτύπησε με μίσος στο κεφάλι με μία μεγάλη πέτρα και με αποτέλεσμα τον ακαριαίο θάνατο του Αγίου και τη μετάβασή του «από τα λυπηρότερα προς τα θυμηθέστερα και τα τερπνά». Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Ευσεβίου στις 22 Ιουνίου.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2020

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: ΕΧΕ ΥΠΟΜΟΝΗ ΣΤΙΣ ΣΥΜΦΟΡΕΣ ΠΟΥ ΣΕ ΒΡΗΚΑΝ!


Μέγας Βασίλειος: Αδελφέ μου, έχε υπομονή στις συμφορές που σε βρήκαν. Πρόσεξε μήπως από τη φουρτούνα χάσεις την ειρήνη σου. Φρόντισε να μην πετάξεις το σταυρό σου, ο οποίος θα σε οδηγήσει στην απόκτηση της αρετής. Σαν βαρύτιμο θησαυρό κράτησε μέσα σου την ευχαριστία. Και τότε θα δεχθείς και συ διπλάσιο καρπό γι’ αυτή την ευχαριστία σου. Θα σου χαρισθεί η απόλαυση των αγαθών και η ανάπαυση. Καρτερικός δεν είναι εκείνος που στερείται τα απαραίτητα και κατ’ ανάγκη υπομένει, αλλά εκείνος που, ενώ τα έχει όλα με αφθονία, τον βρίσκουν ξαφνικά πολλές συμφορές και τις σηκώνει αδιαμαρτύρητα.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΜΗΝ ΑΝΤΑΠΟΔΙΔΕΤΕ ΤΟΥΣ ΟΝΕΙΔΙΣΜΟΥΣ Ή ΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ ΠΟΥ ΤΥΧΟΝ ΣΑΣ ΠΡΟΞΕΝΟΥΝ!


Γεροντικό: Μην ανταποδίδετε τους ονειδισμούς ή τις θλίψεις που τυχόν σας προξενούν. Δείξτε υπομονή και μη θελήσετε ποτέ να πικράνετε κανένα. Να είστε τότε σίγουροι πως το δικό σας όνομα θα συγκαταριθμηθεί στα ονόματα των αγίων "των γεγραμμένων εν τω βιβλίω της ζωής".

ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ: ΥΠΟΜΟΝΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ!


Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης: Υπομονή σημαίνει κόπος και αγώνας της ψυχής πού δεν θραύεται και δεν σαλεύεται διόλου από εύλογα ή άλογα κτυπήματα και πλήγματα. Υπομονή σημαίνει αποφασιστική αναμονή καθημερινών θλίψεων. Υπομονητικός σημαίνει αγωνιστής πού δεν πίπτει, και πού με τις πτώσεις ακόμη (πού υπέστη) δημιουργεί την νίκη. Υπομονή σημαίνει εκκοπή των (αμαρτωλών) προφάσεων και προσοχή επί του εαυτού σου.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ


Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας

Ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1322 μ.Χ. και ήταν ανεψιός του Νείλου Καβάσιλα, ο οποίος χρημάτισε Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Το πατρικό του επώνυμο ήταν Χαμαετός, κράτησε όμως το μητρικό επώνυμο Καβάσιλας προφανώς λόγω της ισχυρής παρουσίας του Θείου του. Έκανε λαμπρές σπουδές ρητορικής, Θεολογίας, φιλοσοφίας και φυσικών επιστημών στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Για ένα διάστημα διετέλεσε σύμβουλος του Κατακουζινού ο οποίος στα τελευταία χρόνια της ζωής του, εκάρη μοναχός και διέμενε στην περιώνυμη Μονή των Μαγγάνων.

Ο Άγιος ασπάσθηκε τις απόψεις και ιδέες του Γρηγορίου Παλαμά για τον ανατολικό μυστικισμό και το ησυχαστικό πνεύμα. Υπήρξε πολυγραφότατος και πληθωρικός συγγραφέας αξιολογότατων Θεολογικών, ερμηνευτικών, λειτουργικών, ασκητικών και διδακτικών έργων, ως και περίφημων πανηγυρικών λόγων, επιστολών, επιγραμμάτων και κειμένων πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου.

Μετά από πολλές περιπέτειες για τις απόψεις του περί ορθοδόξου μοναχισμού και δη κατά των Βαρλαάμ και Ακινδύνου, εκοιμήθη ειρηνικά λίγο μετά το 1391 μ.Χ.. Η Αγιοκατάταξη του έγινε στις 19 Ιουλίου του 1983 μ.Χ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Νικολάου Καβάσιλα στις 20 Ιουνίου.

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Οδηγήτριας

Η Εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας, είναι ιστορικά η πρώτη εικόνα της Εκκλησίας, ιστορηθείσα από τον Ευαγγελιστή Λουκά, όπως μαρτυρεί και το σχετικό Μεγαλυνάριο του Παρακλητικού Κανόνος προς την Υπεραγία Θεοτόκο: «Ἄλαλα τά χείλη τῶν ἀσεβῶν, τῶν μή προσκυνούντων τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ἱστορηθεῖσαν ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τήν Ὁδηγήτριαν». Κατά την συναξαριστική παράδοση ο Ιερός Ευαγγελιστής φιλοτέχνησε την εικόνα ζώσης της Υπεραγίας Θεοτόκου και εκείνη την δέχθηκε μετά μεγάλης χαράς και την ευλόγησε λέγουσα: «Ἡ χάρις τοῦ παρ’ ἐμοῦ τεχθέντος εἴη μετ’ αὐτῆς».

Η Εικόνα αυτή διασωθείσα στην Παλαιστίνη, στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επί βασιλείας Θεοδοσίου Β’ του Μικρού, από την Αυτοκράτειρα Ευδοκία, ως δώρο στην αδελφή του Θεοδοσίου Αγία Πουλχερία (βλέπε 17 Φεβρουαρίου) και κατετέθη υπ’ αυτής στην Μονή των Οδηγών, της οποίας ήταν κτιτόρισσα. Η Εικόνα επετέλεσε αναρίθμητα θαύματα (όπως την διάσωση της Κωνσταντινούπολης το 717 μ.Χ., από τους Άραβες) και τελικά καταστράφηκε από τους Οθωμανούς κατά την Άλωση του 1453 μ.Χ.

Αντίγραφο της εικόνας βρίσκεται στη Μονή Ξενοφώντος του Αγίου Όρους. Η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Οδηγήτριας εορτάζεται στις 20 Ιουνίου.