ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

ΑΓΙΑ ΒΑΣΣΑ


Αγία Βάσσα και τα παιδιά της Θεόγνιος, Αγάπιος και Πιστός

Η Αγία Βάσσα έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού, και κατοικούσε στην Έδεσσα (το πιθανότερο της Μακεδονίας). Είχε παντρευτεί ειδωλολάτρη Ιερέα, τον Ουαλέριο, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους, τον Θεόγνιο, τον Αγάπιο και τον Πιστό.

Στη Βάσσα όμως, ψυχή που αγαπούσε την αλήθεια και την αρετή, δόθηκε η ευκαιρία να διδαχθεί και να προσέλθει στη χριστιανική πίστη. Μαζί της έφερε και τους τρεις γιους της, που την αγαπούσαν με όλη τους την καρδιά. Όταν πληροφορήθηκε αυτό το πράγμα ο Ουαλέριος (περί το 290 μ.Χ.), προσπάθησε με ποικίλα τεχνάσματα να τους επαναφέρει στην ειδωλολατρία. Μάταια όμως. Διότι αντίθετα η Βάσσα, αγωνιζόταν αυτή να διαφωτίσει τον ειδωλολάτρη άντρα της. Εξοργισμένος τότε ο Ουαλέριος, κατάγγειλε και τους τέσσερις στον ανθύπατο Βικάριο, που αμέσως διέταξε τη σύλληψη τους. Και ο μεν πρωτότοκος Θεόγνιος, όταν ομολόγησε τον Ιησού αμέσως πέθανε, αφού του έσχισαν τα στήθη και τις πλευρές. Οι δε υπόλοιποι ρίχτηκαν στην φυλακή. Αλλά επειδή δεν κάμφθηκε το φρόνημα τους, τον μεν Αγάπιο τον σκότωσαν, αφού του έγδαραν το δέρμα από το κεφάλι μέχρι το στήθος και κατόπιν έκαψαν το γδαρμένο σώμα. Το μαρτύριο ήταν φρικτό, αλλά ο νεαρός αθλητής φώναξε: «ουδέν ούτως ηδύ, ως το πάσχειν υπέρ Χριστού». Τον δε τρίτο γιο, τον Πιστό, τον αποκεφάλισαν. Τη μητέρα την άφησαν ελεύθερη. Κατόπιν όμως την συνέλαβε ο έπαρχος Κυζίκου, και αφού της έσπασε πόδια και χέρια, την αποκεφάλισε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας Βάσσας και των τριών γιών της στις 21 Αυγούστου.

http://www.saint.gr

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ: ΕΙΝΑΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΗΣΥΧΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΛΘΕΙ Σ' ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ!


Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: Εἰναι εὐτυχισμένος ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ νά βρεῖ ἡσυχία γιά νά ἔλθει σ' ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς πολλές ἐργασίες. Γιατί ὅσο ζεῖ ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει δουλειές καί δέν θά σταματήσουν ποτέ. Βέβαια, καί ἡ ἐργασία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν προκοπή τῆς ψυχῆς. Οἱ Πατέρες μάλιστα ὁρίζουν ὅτι οἱ ἀρχάριοι στήν πνευματική ζωή πρέπει νά καταγίνονται πολύ μέ τή σωματική ἐργασία, γιά νά μή τούς πειράζει ὁ σατανᾶς, χωρίς φυσικά νά παραλείπουν καί τήν προσευχή. Καί προσευχή καί ἐργασία.

ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ: ΕΑΝ ΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ, ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΚΟΥΣΘΕΙΣ ΓΡΗΓΟΡΑ, ΜΗ ΛΥΠΑΣΑΙ!


Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: Εάν ζητήσεις κάτι από το Θεό, και δεν εισακουσθείς γρήγορα, μη λυπάσαι γιατί εσύ δεν είσαι πιο σοφός από το Θεό. Αυτό το κάνει ό Θεός από μακροθυμία: ή δηλαδή γιατί είσαι ανάξιος να δεχθείς την εκπλήρωση του αιτήματος σου, και άρα θα ζημιωθείς αν το λάβεις, ή γιατί η κατάσταση και η πορεία της καρδιάς σου δεν είναι ανάλογη με τα αιτήματα σου, η γιατί δεν έφθασες ακόμη σε τέτοια πνευματικά μέτρα, ώστε να μπορείς να δεχθείς το χάρισμα πού ζητάς. Διότι δεν πρέπει να επιβάλλουμε στον εαυτό μας να δέχεται πράγματα που ακόμη δεν αντέχουν τα μέτρα μας, για να μην αχρηστευθεί αυτό πού θα μας χαρίσει ο Θεός, με το να το λάβουμε γρήγορα. Διότι ότι λαμβάνουμε εύκολα, γρήγορα το χάνουμε ενώ ένα πράγμα που το αποκτάμε με καρδιακό πόνο, το φυλάγουμε σαν θησαυρό, με μεγάλη προσοχή.

ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΣΑΜΟΥΗΛ

Προφήτης Σαμουήλ
 
Ο Προφήτης Σαμουήλ γεννήθηκε στην Αρμαθαίμ Σιφά στο όρος Εφραίμ, από τη φυλή του Λευΐ. Ήταν γιος του Ελκανά και της Άννας, η οποία ήταν στείρα και δια της προσευχής ο Θεός της χάρισε παιδί, τον Σαμουήλ, που τον αφιέρωσε στο Θεό για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της.
Ο Σαμουήλ όταν μεγάλωσε, υπηρέτησε τον Κύριο και έγινε μέγας προφήτης και κριτής του λαού δικαιότατος. Αυτός έχρισε βασιλείς, το Σαούλ και το Δαυίδ, προφήτευσε 40 χρόνια και πέθανε σε βαθιά γεράματα.

Ας αναφέρουμε, όμως, μερικούς οικοδομητικούς λόγους του, που ξεφώνησε στο λαό του Ισραήλ, αλλά ισχύουν και για τους λαούς κάθε εποχής. Λέει λοιπόν: «ἐὰν φοβηθῆτε τὸν Κύριον καὶ δουλεύσητε αὐτῷ καὶ ἀκούσητε τῆς φωνῆς αὐτοῦ καὶ μὴ ἐρίσητε τῷ στόματι Κυρίου καὶ ἦτε καὶ ὑμεῖς καὶ ὁ βασιλεὺς ὁ βασιλεύων ἐφ᾿ ὑμῶν ὀπίσω Κυρίου πορευόμενοι· ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσητε τῆς φωνῆς Κυρίου καὶ ἐρίσητε τῷ στόματι Κυρίου, καὶ ἔσται χεὶρ Κυρίου ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ ἐπὶ τὸν βασιλέα ὑμῶν» (Α' Βασιλειών, ιβ΄ 14-15). Δηλαδή, αν φοβάστε και υπολογίζετε τον Κύριο, και Τον λατρεύετε και υπακούετε στα προστάγματα Του, και δεν αντιδράσετε προς αυτά που σας παραγγέλλει ο Κύριος, και ακολουθείτε σταθερά και σεις και ο κυβερνήτης που σας κυβερνά το δρόμο που σας υποδεικνύει ο Κύριος, σας λέγω όλα θα πηγαίνουν καλά. Θα έχετε την ευλογία του Κυρίου. Αν όμως δεν υπακούσετε στα προστάγματα του Κυρίου, τότε θα πέσει επάνω σε σας και στον κυβερνήτη σας, βαρύ το χέρι του Κυρίου και θα τιμωρηθείτε.

Να σημειώσουμε επίσης, ότι ο Προφήτης Σαμουήλ συνέγραψε τα Α' και Β' Bασιλειών (στην εβραϊκή βίβλο τα δύο αυτά βιβλία είναι ενωμένα και φέρουν το όνομα του). Το δε κέρας του Σαμουήλ το οποίο είχε το λάδι με το οποίο χρίστηκε βασιλέας ο Δαβίδ βρισκόταν στην Kωνσταντινούπολη, στην Mονή την καλουμένη Mυριοκέρατον. Τέλος, να αναφέρουμε ότι ο Σαμουήλ ίδρυσε το μυστηριακό τάγμα των Εσσαίων. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Προφήτη Σαμουήλ στις 20 Αυγούστου.

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΗΣ



Άγιος Ανδρέας ο Στρατηλάτης
και οι 2593 Μάρτυρες, που μαρτύρησαν μαζί μ' αυτόν

Οι στρατιώτες ήταν κυριευμένοι από φόβο, λόγω του ότι ο εχθρός ήταν πολυάριθμος και είχε πολλές νίκες στο ενεργητικό του. Η αρχηγία του μικρού σώματος στρατιωτών είχε ανατεθεί από τον αρχιστράτηγο Αντίοχο σε ένα γενναίο χριστιανό αξιωματικό, τον Ανδρέα. Βεβαίωσε λοιπόν ο Ανδρέας τους στρατιώτες του πως ο θρίαμβος της νίκης θα είναι με το μέρος τους, αν όλοι με πραγματική πίστη επικαλεσθούν τον παντοδύναμο Θεό των χριστιανών. Διότι όλα τα κατορθώματα των χριστιανών επιτυγχάνονται «σὺν τὴ δυνάμει τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χρίστου» (Α' προς Κορινθίους, ε' 4). Με τη δύναμη, δηλαδή, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Πράγματι, τα λόγια του Ανδρέα ανύψωσαν το ηθικό των στρατιωτών, με αποτέλεσμα να συντρίψουν το πολυπληθές στράτευμα του εχθρού. Ο Αντίοχος επαίνεσε δημόσια το κατόρθωμα αυτό, αλλά όταν έμαθε ότι οι στρατιώτες ειλκύσθηκαν από τον Ανδρέα στο χριστιανισμό, έστειλε 1000 στρατιώτες να τους αφοπλίσουν και να τους στείλουν στα σπίτια τους. Ο Ανδρέας, όμως, μετά από συζήτηση είλκυσε κι αυτούς στο χριστιανισμό.

Εξοργισμένος τότε ο Αντίοχος, έστειλε ειδικό σώμα με έμπιστους αξιωματικούς και σκότωσε όλους τους χριστιανούς στρατιώτες. Ήταν στον αριθμό δύο χιλιάδες πεντακόσιοι ενενήντα τρεις (2593)!
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Λαύρα Αγ. Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Ανδρέα και όσων μαρτύρησαν μαζί με αυτόν στις 19 Αυγούστου.

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

ΑΓΙΟΣ ΑΓΑΠΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

 
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Αγάπιος ο εκ Γαλατίστης γεννήθηκε στην κωμόπολη Γαλάτιστα της Χαλκιδικής περί το 1710 μ.Χ. Η Γαλάτιστα την εποχή εκείνη ήταν έδρα επισκοπής. Στην πατρίδα του έλαβε την εγκύκλια μόρφωση. Την περίοδο αυτή στη Γαλάτιστα, όπως και σε άλλα μέρη της Χαλκιδικής, «έχουσι σχολεία αρκετά καλά κατηρτισμένα και προσωπικόν διδασκάλων εις την διδασκαλίαν αυτών». Αξίζει να αναφερθεί πως από την Γαλάτιστα την ίδια εποχή ήταν οι σπουδαίοι συγγενείς αγιογράφοι λεγόμενοι Γαλατσάνοι, οι οποίοι αγιογράφησαν πολλές εικόνες και τοιχογραφίες στό Άγιον Όρος, και πολλά έργα τους σώζονται στη μονή Βατοπαιδίου.

Νέος μεταβαίνει για προσκύνηση των Αγίων Τόπων στα Ιεροσόλυμα, όπου παραμένει, κείρεται μοναχός και γίνεται μέλος της Αγιοταφικής Αδελφότητος. Από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Παρθένιο (1737 - 1766 μ.Χ.), χειροτονείται ιερεύς του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν αποστέλλεται οικονόμος του μετοχίου του Παναγίου Τάφου στη Θεσσαλονίκη, που ήταν ο ναός της Νέας Παναγίας κοντά στον Λευκό Πύργο, όπου υπάρχει και σήμερα. Κατά την εκεί παραμονή του δίδασκε στην Αστική Σχολή Θεσσαλονίκης.
Το 1743 μ.Χ. ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Παρθένιος έστειλε τον αρχιμανδρίτη Αγάπιο στη Μόσχα για συλλογή εράνων προς εξόφληση του μεγάλου χρέους του Παναγίου Τάφου προς τους δανειστές του Πατριαρχείου. Ο Αγάπιος λόγω πολλών και διαφόρων προβλημάτων παρέμεινε στη Ρωσία ως το 1747 μ.Χ. και επέστρεψε με ένα ικανό ποσό πρός εξόφληση του χρέους.
Όταν επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη συνέχισε το διδακτικό του έργο στην εκεί σχολή. Κατόπιν δίδαξε ως καθηγητής στην Αθωνιάδα Ακαδημία, κοντά στη μονή Βατοπαιδίου. Με υπόδειξη του σοφού διδασκάλου Ευγένιου Βούλγαρη ο Άγιος διορίστηκε από το σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο Σχολάρχης της Αθωνιάδος: «Το ενδιαφέρον της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ηυξήθη έτι περισσότερον εν τοις πρώτοις χρόνοις διά του διορισμού Εφορίας εν Κωνσταντινουπόλει και Άθωνι, επιτρόπων εν τη Ευρώπη και Σχολαρχών, ως τού Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου, του εναρέτου και σοφού Αρχιμ. Αγαπίου Αγιοταφίτου του και μαρτυρικώς τελειωθέντος κατά την 18ην Αυγούστου τού 1752 εν τη Θέρμη της Θεσσαλονίκης και εν συνεχεία του θαυμασίου και σοφωτάτου Ιεροδιακόνου Ευγενίου τού Βουλγάρεως».
Ο πολύς Ευγένιος Βούλγαρης σε επιστολή του της 10 Απριλίου 1752 μ.Χ. από τα Ιωάννινα προς τον Αγάπιο τον συγχαίρει για την ανάληψη των καθηκόντων του στην Αθωνιάδα. Την επιστολή αυτή είχε στο αρχείο του ο λόγιος επίσκοπος Καμπανίας Θεόφιλος (1749 - 1795 μ.Χ.), που υπήρξε μαθητής του Βούλγαρη στα Ιωάννινα. Από τα Ιωάννινα ήταν ο Θεόφιλος, και έδρα της επισκοπής του ήταν η Κουλακιά Θεσσαλονίκης, όπου σημειώνει ο ίδιος: « Η επιστολή αύτη επέμφθη τω σοφωτάτω αρχιμανδρίτη τού Παναγίου Τάφου Κυρίω Αγαπίω, ον περ απέκτειναν έξω της Θεσσαλονίκης, κακοποιοί φονείς Γενίτζαροι, επανακάμπτοντα από Γαλατίστης της πατρίδος αυτού κατά τδ ,αψνβ΄ Αυγούστου ιη΄! Φεύ τω δυστυχεί γένει ημών διά την στέρησιν τοιούτου σοφωτάτου ανδρός. Όντως τα κρίματα τού Θεού άβυσσος πολλή».
Στις 18 Αυγούστου 1752 μ.Χ. ο ενάρετος και σοφός «Αρχιμανδρίτης τού Παναγίου Τάφου, ο Μεγάλος Διδάσκαλος τού Γένους, ο σοφώτατος Σχολάρχης της Αθωνιάδος Αγάπιος ο Αγιοταφίτης φονεύεται μαρτυρικώς έξω από την Θεσσαλονίκη, πλησίον της Θέρμης, από κακοποιούς Γενιτσάρους καθώς ερχόταν από την Γαλάτιστα προς την Θεσσαλονίκην».
Γνωρίζουμε ότι την εποχή αυτή το στράτευμα των βίαιων Γενιτσάρων στην περιοχή αυτή προέβαινε σε λεηλασίες, αρπαγές και αιματοχυσίες σε βάρος του Ορθοδόξου λαού. Μας είναι άγνωστο τι συνέβη κατά τη σύλληψη και το μαρτύριο του Αγαπίου. Όπως επίσης δεν γνωρίζουμε που ενταφιάσθηκε και τι απέγιναν τα τίμια λείψανα του.
Η πρώτη εκδήλωση πρός τιμή τού αγίου Αγαπίου έγινε το 1977 μ.Χ. στη γενέτειρα του από τον σεβασμιώτατο μητροπολίτη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ.κ. Νικόδημο, με ενέργειες του πρωτοσυγκέλλου αυτής αρχιμ. Χρυσοστόμου Μαϊδώνη. Η εικόνα του Αγίου αγιογραφήθηκε από τον Αγιορείτη ιερομόναχο Βενέδικτο Νεοσκητιώτη το 1997 μ.Χ. και τοποθετήθηκε στον ιερό ναό Παναγίας Γαλάτιστας. Ανεγείρεται ναός πρός τιμή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Την ιερά ακολουθία του συνέθεσε ο υμνογράφος Χαραλάμπης Μπούσιας. Η μνήμη του είναι άγνωστη στους συναξαριστές. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 18 Αυγούστου.
    
https://www.saint.gr

ΑΓΙΟΙ ΦΛΩΡΟΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΟΣ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ



Άγιοι Φλώρος και Λαύρος

Οι Άγιοι Φλώρος και Λαύρος ήταν δίδυμα αδέλφια και ήταν άρρηκτα ενωμένοι δια της θερμής πίστεως και αγάπης που είχαν προς το Χριστό. Κατάγονταν από το Βυζάντιο και είχαν διδαχθεί το χριστιανισμό και την τέχνη του λιθοξόου από τους Αγίους Πρόκλο (ή Πάτροκλο σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο) και Μάξιμο, οι όποιοι υπέστησαν και μαρτυρικό θάνατο για το Χριστό.

Μετά το θάνατο των διδασκάλων τους, ο Φλώρος και ο Λαύρος αναχώρησαν στην Ιλλυρία και διάλεξαν σαν τόπο διαμονής τους την πόλη Ουλπιανά. Στην πόλη αυτή εργάζονταν την τέχνη τους, αλλά συγχρόνως μέσω αυτής προσπαθούσαν για την εξάπλωση του Ευαγγελίου.

Εκεί υπήρχε και κάποιος Ιερέας ειδώλων, ονομαζόμενος Μερέντιος. Ο γιος αυτού Αθανάσιος από το ένα του μάτι έπαθε τύφλωση, που από την ιατρική επιστήμη δε βρήκε θεραπεία. Τότε πλησίασε τους δύο τεχνίτες αδελφούς, οι οποίοι με την επίκληση του ονόματος του Χριστού θεράπευσαν το μάτι του γιου του ειδωλολάτρη Ιερέα, με αποτέλεσμα να πιστέψουν και οι δύο στο Χριστό. Αυτό μόλις το έμαθε ο έπαρχος Λύκων, συνέλαβε τους δύο αδελφούς και, αφού τους βασάνισε φρικτά, τους έριξε μέσα σε ένα πηγάδι, όπου και παρέδωσαν το πνεύμα τους. Έτσι, οι δύο τεχνίτες αδελφοί μπήκαν στην αιώνια πόλη, «ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός» (Προς Εβραίους Επιστολή, ια' 10). Της οποίας, δηλαδή, τεχνίτης και κτίστης είναι αυτός ο Θεός. Τα λείψανα αυτών τα συνέλεξαν πιστοί Χριστιανοί και τα μετέφεραν στη Βασιλεύουσα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των Αγίων Φλώρου και Λαύρου στις 18 Αυγούστου.

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

ΑΓΙΟΣ ΜΥΡΩΝ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ


Άγιος Μύρων ο Ιερομάρτυς

Ο Άγιος Μύρων μαρτύρησε όταν αυτοκράτωρ ήταν ο Δέκιος, το 250 μ.Χ. Καταγόμενος από πλούσια οικογένεια, θα μπορούσε να ζήσει άνετα, με όλα τα επίγεια αγαθά που θα επιθυμούσε. Όμως η μεγάλη του αγάπη προς το Χριστό, έκανε το Μύρωνα να χειροτονηθεί Ιερέας. Αφιερώθηκε, λοιπόν, ολοκληρωτικά στο ποιμαντικό του καθήκον και δίδασκε, νουθετούσε και βοηθούσε το κάθε ένα μέλος του ποιμνίου του. Μεριμνούσε καθημερινά για τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά.

Κάποτε, ο έπαρχος Αχαΐας Αντίπατρος πήγε στον τόπο όπου λειτουργούσε ο Μύρων και συνέλαβε πολλούς χριστιανούς. Για να εκβιάσει λοιπόν το Μύρωνα, να αλλαξοπιστήσει, έφερε μπροστά του το ποίμνιο του και του είπε ότι, αν αυτός αρνηθεί το Χριστό, θα τους αφήσει όλους ελεύθερους. Ο Μύρων μειδίασε και απάντησε: «Αν ήταν για τη σωτηρία των πνευματικών μου παιδιών, πρόθυμα θα έδινα τη ζωή μου. Τώρα όμως δεν πρόκειται γι' αυτό. Ας δώσουν λοιπόν οι ίδιοι απάντηση». Τότε όλοι μαζί φώναξαν: «Όχι. Μια ανθρώπινη ψυχή είναι ασύγκριτα πολυτιμότερη από μύρια σώματα και από τον κόσμο όλο. Ποιος λοιπόν από μας θέλει να δεχθεί, ώστε να χάσει την ψυχή του ο πνευματικός μας πατέρας, για να ζήσουν λίγο περισσότερο στον πρόσκαιρο αυτό κόσμο οι δικές μας σάρκες;».

Ο έπαρχος, εξοργισμένος από την απάντηση, αφού βασάνισε με φρικτό τρόπο το Μύρωνα, τελικά τον αποκεφάλισε.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Κύκκου Κύπρου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Μύρωνα στις 17 Αυγούστου.

Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ

Ο Γέροντας Ιωσήφ γεννήθηκε το 1898 στο χωριό Λεύκες στην Πάρο. Στα χρόνια που γεννήθηκε, οι αξίες που χαρακτηρίζουν την ευγένεια του ανθρώπου έναντι των άλλων δημιουργημάτων ήταν ακόμη πολύ ισχυρές, όπως και στην δική του φτωχή κατά τα άλλα οικογένεια· γεγονός που του δώρισε άριστες αρχές και ενάρετο χαρακτήρα. Πολύ σύντομα έμεινε ορφανός από πατέρα και αυτό του στέρησε την δυνατότητα να έχει ιδιαίτερες σπουδές. Τελείωσε την Β Δημοτικού, ώστε μόλις είχε τη δυνατότητα απλώς να διαβάζει και να γράφει χωρίς σωστό συντακτικό και με πολλά ορθογραφικά λάθη. Εργαζόταν στον τόπο της γεννήσής του, τελείωσε τη στρατιωτική του θητεία στο Ναυτικό και σε ηλικία περίπου 23 ετών, βρισκόταν στην Αθήνα σαν μικροπωλητής.
Ο Γέροντας αγαπούσε να εργάζεται και δεν σταματούσε καθόλου στις ώρες που επέτρεπε το πρόγραμμα. Το εργόχειρό του τότε ήταν σταυρουδάκια σκαλιστά, τα οποία σκάλιζε με μεγάλη ευχέρεια και ταχύτητα. Έμενε μόνος του στο καλυβάκι, σε ένα μέρος που ήταν απόμερο και ήσυχο, αλλά ήταν πιο εκτεθειμένο στους καιρούς. Έτσι, το κρύο ήταν περισσότερο.

Όνειρο – αποκάλυψη

Στην απλότητα των χρόνων εκείνων, σε ένα περιβάλλον πολύ κοσμικό, όπως ήταν η Αθήνα, μία ευγενική ύπαρξη γεμάτη αυτοθυσία και αγάπη όπως ήταν ο Φραγκίσκος, (αυτό ήταν το όνομά του πριν γίνει μοναχός), ζούσε μία ζωή έντιμη και προσεγμένη έως ότου κάποιες συγκυρίες του άλλαξαν τελείως την ζωή. Ενώ μελετούσε βιβλία παλαιών ασκητών της Εκκλησίας, ένα αποκαλυπτικό όνειρο του έδωσε μεγάλη ώθηση προς τον μοναχισμό. Βρέθηκε μπροστά σε μεγαλειώδεις ανακτορικούς χώρους και συνοδευόμενος από τους φύλακες του χώρου αυτού, φοβήθηκε, διότι δεν γνώριζε πως βρέθηκε εκεί, χωρίς να το αξίζει. Όμως εκείνοι χαμογέλασαν με καλοσύνη και του είπαν ότι το να ανεβεί εκεί είναι επιθυμία και θέληση του Βασιλέως. Για την εποχή βέβαια εκείνη, αυτό ήταν ύψιστη τιμή. Εδώ όμως δεν συνάντησε ο Φραγκίσκος κάτι το επίγειο, αλλά περνώντας μέσα από ασύλληπτους για την γήινη διάνοια χώρους, σε μια ξένη για τους κοινούς θνητούς διάσταση, τον υποδέχτηκαν και του έδωσαν ενδυμασία πολύτιμη που έμοιαζε κατασκευασμένη από ολόλευκο φως, ενώ ταυτόχρονα του είπαν «από εδώ και στο εξής θα υπηρετείς εδώ».
Παρόμοιες “πληροφορίες” είχε συναντήσει ο Φραγκίσκος στην μελέτη των βίων των Γερόντων και ασκητών της ερήμου. Αυτό το όνειρο - αποκάλυψη συνοδευόταν και από μία υπερκόσμια θεϊκή ενέργεια. Αυτή η ενέργεια γέμισε τον εσωτερικό κόσμο του Φραγκίσκου με τον πόθο να γνωρίσει τον Δημιουργό του, να απομακρυνθεί από κάθε τι γήινο, να μιμείται -πριν γίνει ακόμη μοναχός- την προσευχή, την νηστεία και την αγρυπνία των ασκητών, στην Πεντέλη και σε άλλους χώρους κοντά στην Αθήνα, που ήταν σχεδόν στην εποχή του, ακατοίκητη.
Μία «τυχαία» γνωριμία του με έναν Αγιορείτη μοναχό, τον οδήγησε στο Άγιον Όρος και μάλιστα στα ερημικότερα και ασκητικότερα μέρη του, στα Κατουνάκια. Ο Φραγκίσκος δεν ήταν ακόμη έμπειρος ασκητής, είχε όμως ενημερωθεί από την μελέτη των βιβλίων των διαφόρων παλαιών ασκητών και την φυσική του συνείδηση, ότι για να ονομάζεται κανείς άνθρωπος πρέπει να έχει νικήσει μέσα του όλα τα πάθη που προσδίδουν στον ανθρώπινο χαρακτήρα, τον θηριώδη και άλογο τρόπο ζωής.
Για να ξεκινήσει τον μοναχικό του αγώνα, σύμφωνα με όσα είχε διαβάσει, έπρεπε να συναντήσει άλλους έμπειρους γέροντες, ώστε με την δική τους καθοδήγηση να περπατήσει τον δρόμο προς την θέωση, να πολεμήσει με παράλογες επιθυμίες, να βρει συμπαράσταση από την θεία Χάρη, να νικήσει με την θεία ενέργεια κάθε μορφή κακίας, που είτε είχε κατακτήσει κάποιο μέρος της καρδιάς του τον καιρό που δεν εργαζόταν τις ευαγγελικές αρετές, είτε επρόκειτο να τον προσβάλλει για να του ανακόψει τον δρόμο. Στην προσπάθεια αυτή δυσκολεύθηκε· και ενώ έμενε προσωρινά στην πλέον ερημική περιοχή του Αγίου Όρους, την Βίγλα, που βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Όρους, και προσπαθούσε, όπως είχε διαβάσει στους βίους των οσίων, να προσεύχεται, να νηστεύει, να αγρυπνεί και να αναζητεί καθοδήγηση, κουράστηκε υπερβολικά, και με πόνο, αγωνία και δάκρυα παρακαλούσε τον Χριστό και την Κυρία Θεοτόκο για βοήθεια και συμπαράσταση.
Από την ερημική Βίγλα κοίταζε προς την κορυφή του Άθωνα, στο εκκλησάκι της Παναγίας και γεμάτος ταπείνωση προσευχόταν, όταν ξαφνικά αισθάνθηκε κάποιο σκίρτημα χαράς στην καρδιά του και ταυτόχρονα είδε αισθητά ένα φως, το οποίο προερχόταν από το εκκλησάκι της Παναγίας. Το φως ακούμπησε πάνω του και του μετέδωσε υπερφυσικές ιδιότητες. Έχασε την αίσθηση του χώρου, χρόνου, της ύλης ακόμη και του σώματός του· η χαρά ήταν ανεπανάληπτη, το φως εκείνο ήταν ενωμένο με την ύπαρξή του και έξω από αυτόν, ενώ ταυτόχρονα η πονεμένη προσευχή του άλλαξε. Μέσα στην καρδιά του ακουγόταν ξεκάθαρα, ρυθμικά, με αίσθηση υπερφυσικής ειρήνης χωρίς πλέον δική του προσπάθεια το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», η σύντομη προσευχή που χρησιμοποιούν οι Αγιορείτες Πατέρες για να έχουν αδιάλειπτη την μνήμη του Θεού και των εντολών του, και επίσης να εκπληρώνουν, με αυτόν τον τρόπο, την εντολή του αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α Θεσ. 5,17).
Από την ημέρα εκείνη απομακρύνθηκε περισσότερο από τους κατοικημένους χώρους, ζούσε με υπερβολική λιτότητα, το φαγητό του ήταν λίγο παξιμάδι κατά τις απογευματινές ώρες της ημέρας και αυτό το έπαιρνε από τις Μονές, για τις οποίες έφτιαχνε σκούπες από θάμνους, ενώ είχε ως αυστηρό πρόγραμμα την καλλιέργεια της προσευχής μέσα στην καρδιά του όπως τον δίδαξε η θεία Χάρις, η οποία μετά την αποκάλυψη εκείνη είχε συσταλεί και τώρα χρειαζόταν ο αγώνας της εργασίας του προγραμματισμού και της αναζήτησης.

Οι υπερφυσικοί αγώνες και η νίκη

Στην κορυφή του Άθωνα την ημέρα της εορτής της θείας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, συνάντησε τον μετέπειτα συνασκητή του π. Αρσένιο, και αφού συμφώνησαν να αγωνιστούν μαζί, ζήτησαν την συμβουλή ενός πολύ ενάρετου και σοφού Γέροντα, του Γέροντα Δανιήλ του Κατουνακιώτη, για το που να μείνουν και πως να αγωνίζονται. Και αυτός πολύ σοφά τους σύστησε να υποταχθούν σε κάποιον γέροντα ενάρετο, ακόμη και αν είναι πολύ απλός, να πάρουν την ευχή του και μετά την κοίμησή του να αγωνιστούν όπως τους αρέσει. Πράγματι παρέμειναν στα Κατουνάκια και έζησαν κοντά στους Γέροντες Εφραίμ και Ιωσήφ.
Η ασκητική ζωή εξωτερικά είναι μία μονοτονία, όμως μέσα στο πρόγραμμα αυτό, στην λιτή ζωή και στην ησυχία ο άνθρωπος ενδοσκοπεί, παρακολουθεί τον εσωτερικό του κόσμο, με την δύναμη του φωτός της προσευχής ελέγχει όλες τις σκέψεις και τις ενέργειες που αυτές μεταφέρουν. Με την δύναμη της Χάριτος του Θεού διώχνει κάθε πονηρή σκέψη. Χωρίς την δύναμη του Θεού και την συνεργασία με την θεία Χάρη δεν μπορεί να κάνει τίποτε αγαθό.
Όταν η θεία Χάρις θέλει να αναδείξει κάποιον στο πνευματικό αξίωμα του διδασκάλου και του Πατέρα, τον περνά μέσα από διάφορες δοκιμασίες. Για την απόκτηση των παραπάνω χαρισμάτων χρειάζεται υπομονή, επιμονή, κόπος, θλίψη και έντονος αγώνας. Ο αγώνας αυτός στην ζωή των ασκητών αλλά και των συνειδητών χριστιανών ονομάζεται και είναι σταυρός, δηλαδή σαν την εσταυρωμένη ζωή του Κυρίου.
Στο μεταξύ στα Κατουνάκια, πέθανε ο ένας από τους Γέροντες, ο Ιωσήφ, ενώ στο όνομά του είχε ήδη καρεί μοναχός ο μακαριστός μας Γέροντας, ο πρώην Φραγκίσκος και τώρα πλέον Ιωσήφ. Μεγάλες δοκιμασίες από το εργόχειρο και κάποιες συνήθειες των περιοίκων μοναχών ανάγκασαν τον Γέροντα Εφραίμ και τους δύο υποτακτικούς Ιωσήφ και Αρσένιο να ανεβούν ψηλότερα στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου. Οι δυσκολίες λόγω της ακτημοσύνης ήταν απερίγραπτες· εκεί αναγκάστηκαν να φτιάξουν ένα μικρό καλυβάκι διαμονής με απερίγραπτους κόπους. Εκεί αργότερα σε βαθιά γεράματα πέθανε και ο Γέροντας Εφραίμ, ενώ για τον Γέροντα Ιωσήφ ξεκίνησαν οι μεγάλοι πνευματικοί αγώνες.

Το όραμα του δοξασμένου στρατηγού

Ο μακαριστός Γέροντας πριν ξεκινήσει τον ασκητικό του αγώνα είχε πόθο να ζήσει μία πολύ πνευματική ζωή, και δεν υπολόγιζε κόπους σωματικούς, νηστείες και θλίψεις, υπομονή στην προσευχή και ο,τι άλλο χρειαζόταν για να πετύχει τον σκοπό του. Έτσι προσευχόμενος στο μικρό καλύβι του στον Άγιο Βασίλειο μέσα στην ησυχία της ερημιάς και της νύκτας, το άκτιστο φως της θείας Χάριτος αυξήθηκε υπερβολικά μέσα του με άπειρη γλυκύτητα και ξαφνικά εμφανίστηκαν μπροστά του ένα τάγμα μοναχών σαν παράταξη και απέναντί τους πάλι σαν είδος στρατού πολλοί μαύροι εξαγριωμένοι με άσχημη όψη και διάθεση. Τον πλησίασε ένας δοξασμένος από θεϊκό φως στρατηγός και του είπε: «Επιθυμείς να πολεμήσεις στην πρώτη γραμμή;» και ενώ ο μακαριστός Γέροντας του απάντησε ναι, χαρούμενα και με γενναιότητα, οδηγήθηκε τελείως μπροστά όπου ήταν ένας ή δύο μοναχοί ενώ ταυτόχρονα του μίλησε ο οδηγός του και του είπε ότι: «όποιος θέλει να πολεμήσει ανδρεία με αυτούς τους σκοτεινούς δεν τον εμποδίζω αλλά τον βοηθώ».
Οκτώ χρόνια ακόμη αγωνίστηκε σκληρά εναντίον κάθε δαίμονος και κυρίως αυτού που προκαλεί την ανηθικότητα και την πορνεία. Στο διάστημα αυτό, ο αγώνας ήταν εξαντλητικός, κοιμόταν λίγο σε ένα είδος καρέκλας και δεν ξάπλωνε· νήστευε και προσευχόταν αδιάλειπτα, όταν έφθανε σε υπερβολική κόπωση και θλίψη τον παρηγορούσε η Χάρις του Θεού. Ο ίδιος στηρίζοντας αργότερα τα πνευματικά του παιδιά τους διηγούταν πολλές από αυτές τις θεϊκές παρηγοριές.
Στο διάστημα αυτό γνώρισε ένα πολύ ενάρετο ασκητή τον Γέροντα Δανιήλ που έμενε στο κάθισμα του Αγίου Πέτρου μετά από την ερημική και πανέμορφη περιοχή των Κρύων Νερών.
Στον Άγιο Βασίλειο έγινε γνωστός πλέον ο Γέροντας και πολλοί τον επισκέπτονταν για συμβουλές, έτσι ενοχλούμενος στην ησυχία του αναζητούσε άλλο χώρο ησυχαστικό και δύσβατο, κρυμμένο από τους πολλούς. Δεν άργησε να ανακαλύψει τις σπηλιές στη Μικρά Αγία Άννα. Ήταν τόπος στενός και δύσβατος. Ο χώρος για να κτιστεί ένα μικρό πήλινο καλυβάκι, όπως συνήθιζαν, ήταν σχεδόν ακατάλληλος.
Όλη τους η περιουσία ήταν λίγα βιβλία και τα ρούχα που φορούσαν. Μετακόμισαν εκεί τον Ιανουάριο του 1938. Οι κόποι, οι παρατεταμένες νηστείες και αγρυπνίες κατέβαλαν πλέον το σώμα του Γέροντα. Αναγκάστηκαν και έκτισαν μία μικρή πόρτα στους βράχους που ήταν η μοναδική φυσική είσοδος, λίγο μετά έκτισαν κάτω από τη σπηλιά ένα μεγαλύτερο καλύβι με ξύλα, βέργες και πηλό, το οποίο διαίρεσαν σε τρία πολύ μικρά δωμάτια. Ήταν δε τόσο μικρό που με κόπο μπορούσε να εξυπηρετηθεί άνθρωπος περιορισμένων απαιτήσεων, και αντί πόρτας χρησιμοποιούσαν το παράθυρο.
Για εννέα χρόνια στην συνοδεία τους στη Μικρά Αγία Άννα ήταν μόνο οι δύο τους ο Γέροντας Ιωσήφ, ο π. Αρσένιος και ο εφημέριος που έμενε μαζί τους μία ή δύο φορές την εβδομάδα για την θεία Λειτουργία. Ο εφημέριος αυτός, ενάρετος ιερομόναχος, ήταν ο μετέπειτα πολύ γνωστός στο Άγιον Όρος π. Εφραίμ Κατουνακιώτης.
Η επιθυμία να μην έχουν απολύτως τίποτε εκτός από τα πιο αναγκαία ξεκινούσε από τον πόθο της αγάπης του Θεού ώστε τίποτε να μην ενοχλεί την γαλήνια και καθαρή προσευχή τους, τίποτε να μη διασπά την προσοχή τους. Ο νους ανάλαφρος να αντιμετωπίζει τις εχθρικές προσβολές, να ζει μέσα σε απερίγραπτη εσωτερική και εξωτερική ησυχία, να ενώνεται ακατάληπτα σε θείους έρωτες με το Πνεύμα το Άγιο του Θεού.
Η αιτία που ο άνθρωπος θεωρεί την αμαρτία ως αγαθό είναι η ηδονή. Μέσα στην ασκητική ζωή της Ορθοδοξίας, οι ασκητές δεν ήταν άνθρωποι οι οποίοι μισούσαν το σώμα τους, αλλά με την νηστεία και τον κόπο νικούσαν τα πάθη που προκαλούν οι ηδονές του σώματος, ενώ με την σιωπή και την ταπείνωση νικούσαν τον εγωισμό και την υψηλοφροσύνη, με την συνεργασία πάντοτε της θείας Χάριτος. Έτσι επιδίδονταν σε αγώνες φιλοπονίας, ησυχίας, σιωπής και προσευχής με σκοπό να φθάσουν στην ένωση με τον Θεό και την τέλεια αγάπη.

Η συνάντηση με τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό

Το 1947 και ενώ ο Γέροντας Ιωσήφ συνεχίζει την σκληρή και αυστηρή ασκητική του ζωή, δέχτηκε στην συνοδεία του μετά από προσευχή, τον Γέροντα Ιωσήφ από την Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Όταν προσέγγισε τον Γέροντα Ιωσήφ, εκείνος δεν τον δέχτηκε σαν μαθητή του· όμως παρακαλώντας τον επίμονα απέσπασε στο τέλος την υπόσχεση ότι θα προσευχόταν ο Γέροντας και θα του απαντούσε τελικά μετά από θεϊκό φωτισμό και πληροφορία. Ο ίδιος Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός στον εκτενή βίο που έχει συγγράψει για τον Γέροντά του αναφέρει: «Όταν την επομένη μέρα, μετά εναγώνια αναμονή, άκουσα την συγκατάθεση του Γέροντα ότι με δέχεται, άνοιγε για την ευτέλειά μου η νέα σελίδα της ταπεινής μου ζωής. Μόνον από τότε δεν είχα αμφιβολίες ή απορίες, αλλά με όλο το πλήρωμα της πληροφορίας και πίστεως ευρήκα αυτό που νοσταλγούσα και προγραμμάτιζα, που ήταν και το μακρινό μου όνειρο. Έμενα πια μόνιμα μαζί τους, όταν ο Γέροντας εγκατέλειψε το κελί του όπου έμενε και πήγε μακρύτερα, διακόσια περίπου μέτρα, σε άλλο κελί που του είχα ετοιμάσει και έμενε εκεί μόνος του.
Η κοίμηση του Γέροντα
Οι σκληροί αγώνες στην νεανική ζωή του Γέροντα, οι στερήσεις, οι αδιάκοποι κόποι, οι απόκρημνοι και δύσβατοι χώροι όπου ασκήτευε, τον κατέβαλαν σωματικά ώστε να φαίνεται υπέργηρος.
Όταν αργότερα στον χώρο αυτό προσήλθαν ακόμη δύο αδελφοί, ο Προηγούμενος Γέροντας Εφραίμ της Ιεράς Μονής Φιλοθέου και ο Προηγούμενος Γέροντας Χαράλαμπος της Ιεράς Μονής Διονυσίου, οι δυσκολίες διαμονής έγιναν αξεπέραστες, ενώ η κατασκευή νέων χώρων διαμονής σχεδόν αδύνατη. Τέλος, με υπεράνθρωπες προσπάθειες κατασκεύασαν ένα χώρο πιο βαθιά, στον οποίο αποσύρθηκε ο Γέροντας Ιωσήφ για ησυχία, ενώ στο αρχικό πήλινο σπιτάκι παρέμειναν οι τρεις νέοι υποτακτικοί.
Πολύ σύντομα όμως οι δυσκολίες δημιούργησαν έντονα προβλήματα υγείας σε όλους και ακόμη περισσότερο στους νεότερους. Έτσι αποφασίστηκε να κατεβούν πιο χαμηλά όπου υπήρχαν ευνοϊκότεροι χώροι διαμονής και προτιμήθηκε η Νέα Σκήτη, κατόπιν προτροπής του πατρός Θεοφυλάκτου που έμενε στην καλύβη των Αγίων Αναργύρων της Σκήτης και ήταν πολύ αγαπητός στον Γέροντα Ιωσήφ. Αυτό έγινε το 1951.
Για μία ακόμη φορά προσπάθησαν να δημιουργήσουν χώρους διαμονής στα ψηλότερα και ασκητικότερα μέρη της Νέας Σκήτης, οι δυσκολίες και πάλι απερίγραπτες εφόσον σαν ακτήμονες δεν είχαν ούτε τα απαραίτητα εργαλεία, αλλά ούτε και την οικονομική δυνατότητα.
Η συνήθεια όμως στις στερήσεις έκανε και την δοκιμασία αυτή υποφερτή και σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαν ετοιμάσει καταλύματα και συνέχιζαν το πνευματικό τους πρόγραμμα. Όμως ο Γέροντας είχε ήδη καταβληθεί, η υγεία του πήγαινε προς το χειρότερο, δύο σοβαρές ασθένειες, η μία μετά την άλλη επέφεραν το τέλος της επίγειας ζωής του την 15η Αυγούστου 1959.
Επί σαράντα σχεδόν ημέρες, τις τελευταίες του, δεν έτρωγε τίποτε· μόνο κοινωνούσε κάθε μέρα και έπαιρνε λίγο καρπούζι. Ο Γέροντας είχε τόση φροντίδα και μέριμνα για την έξοδό του, που νόμιζε κανείς ότι όντως πρόκειται να ταξιδέψει αυτήν την ώρα και περίμενε το μέσο της μεταφοράς.
Κατά την 14η Αυγούστου του 1959 ετοιμαζόταν πολύ και υπολογίζοντας την επομένη, που ήταν η εορτή της Κοιμήσεως, ανυπομονούσε· κάτι περίμενε. Συνάμα και η κατάστασή του είχε επιδεινωθεί. Πέρασαν προηγουμένως φίλοι του λαϊκοί και τον χαιρέτησαν και, όταν του ευχήθηκαν ανάρρωση, τους είπε· “όχι, όχι· φεύγω σύντομα, όταν θα ακούσετε μετά τρεις ημέρες τις καμπάνες, να ξέρετε ότι έφυγε ο φίλος σας· υπολογίζω της Παναγίας μας”. Την άλλη μέρα, στη μνήμη της Κυρίας μας Θεοτόκου, παρευρέθηκε στην Λειτουργία, μετά κόπου είπε το τρισάγιο και μετέλαβε για τελευταία φορά πλέον λέγοντας “εις εφόδιον ζωής αιωνίου”. Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έζησε στο Άγιον Όρος από το 1921 έως το 1959.

Πηγή: gerontas.gr

ΕΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΙΣ ΕΥΛΟΓΕΙΤΕ ΤΟΝ ΘΕΟΝ!


ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν Θεόν!
(Ψαλμοί 67,27)